Quantcast
Channel: Κοσμοϊδιογλωσσία
Viewing all 1482 articles
Browse latest View live

Ο μεθοδολογικός ατομισμός ως μαχητικός φιλελευθερισμός. Οι διδακτικές πλάνες του μεθοδολογικού ατομισμού - μερός α´.

$
0
0

.~`~.
Ι
Η -ασφαλώς ως μομφή εννοούμενη- διαπίστωση του μεθοδολογικού ατομισμού ότι οι ολιστικές και οργανιστικές αντιλήψεις για την κοινωνία βαδίζουν με αντιφιλελεύθερες πολιτικές θέσεις δεν μπορεί σε γενικές γραμμές να αμφισβητηθεί. Όπως δείχνει η αναδρομή στην ιστορία του πνεύματος, τέτοιες αντιλήψεις για την κοινωνία αναπτύχθηκαν μετά τη Γαλλική επανάσταση ως θεωρητική απάντηση στον φιλελεύθερο ατομισμό, που τότε πλέον άρχισε να ασκείται με συνειδητό τρόπο κοινωνικά' ολιστικές και οργανιστικές ιδέες αριστοτελικής-σχολαστικής προέλευσης εμψύχωναν επίσης την κοινωνική διδασκαλία της ρωμαιοκαθολικής εκκλησίας. Αλλά η ριζοσπαστικότητα των νέων θύραθεν ολιστικών και οργανιστικών αντιλήψεων διέφερε φανερά από τη μετριοπάθεια των προδρόμων τους: Ο κόσμος των ευγενών της Ευρώπης συγκέντρωνε τώρα τις δυνάμεις του για να δώσει τη τελευταία μάχη. Η εμφαντική και ταυτόχρονα χαρακτηριστικού τύπου επεξεργασία της ολιστικής διδασκαλίας για την κοινωνία από τον Adam Müller είχε πολλές συνέπειες και για τα ερωτήματα που μας απασχολούν, καθώς ο Müller, ο οποίος ήθελε να χτυπήσει τον φιλελεύθερο εχθρό στο εγγενές πεδίο του, την πολιτική οικονομία, εφάρμοσε τη γενική του θεωρία για την κοινωνία στην ανάλυση βασικών φαινομένων της οικονομίας. Ο Roscher, ένας πνευματικός γόνος της ιστορικής σχολής δικαίου, παρ' όλες τις επιφυλάξεις σε επιμέρους ζητήματα εξήρε την προσφορά του Müller ως κοινωνικού θεωρητικού - και ακριβώς στην πολεμική του κατά της ιστορικής σχολής της οικονομολογίας κατά τη διάρκεια της περίφημης «μεθοδολογικής έριδας», ο Menger διατύπωσε τον μεθοδολογικό ατομισμό ως θεωρητικό πρόγραμμα. Η «ατομιστική» (atomistisch) άποψη, σημείωνε ο οικονομολόγος [Menger] πρέπει στο εξής να αποτελεί την «ακριβή κατεύθυνση της έρευνας» στις κοινωνικές επιστήμες και σε αντίθεση προς τις οργανιστικές αντιλήψεις να ακολουθεί το πρότυπο της φυσικής επιστήμης, που με την ανάλυση των σωμάτων στα πιο μικρά τους συστατικά εξηγεί τη προέλευσή τους.
Ο Menger δεν είχε βασικούς λόγους για μια ηθική ή πολιτική διαμάχη με τους εκπροσώπους της ιστορικής σχολής της οικονομολογίας. Γι' αυτόν η ατομιστική θεώρηση των κοινωνικών και οικονομικών φαινομένων ήταν ουσιαστικά μια μεθοδολογική αρχή και μια μεθοδολογική αναγκαιότητα. Ο Schumpeter ανέδειξε λίγο αργότερα με ιδιαίτερα παραστατικό τρόπο αυτή τη διαφορά μεταξύ μεθοδολογίας και πολιτικής ή ηθικής. Από τον μεθοδολογικό ατομισμό -επέμενε- δεν μπορούν να εξαχθούν συμπεράσματα υπέρ του πολιτικού ατομισμού. Ένας σοσιαλιστής μπορεί κατ' αυτά να καθοδηγείται από την ατομιστική μέθοδο όπως και ένας φιλελεύθερος' εδώ το μόνο κριτήριο είναι αν αυτή η αφετηρία είναι από επιστημονική άποψη πρόσφορη και οδηγεί αρκετά μακριά. Ένα ουσιαστικό μειονέκτημα της κλασικής οικονομολογίας σε σύγκριση με τη νεώτερη ήταν για τον Schumpeter ότι η πρώτη ανακάτευε τις δύο σημασίες του ατομισμού και έτσι γινόταν απολογήτρια του φιλελευθερισμού. Της επέρριπτε και κάτι ακόμα: την απατηλή ελπίδα «ότι μπορεί να συλλάβει τον μηχανισμό της κοινωνικής ζωής από τη σκοπιά της οικονομίας», κάτι από το οποίο γεννήθηκε στη συνέχεια ο αντιφιλελέυθερος ιστορικός υλισμός.
Η κλασσική οικονομολογία και η κοινωνιολογία θα έπρεπε, και μάλιστα είναι αναγκασμένες, να διαφέρουν στην αξιολόγηση της οικονομίας. Ανάμεσα στην οικονομολογία γενικά (δηλαδή τόσο την κλασσική όσο και τη νεώτερη) και την κοινωνιολογία ο Schumpeter χαράσσει όμως και μια σημαντική μεθοδολογική διαχωριστική γραμμή. Ο μεθοδολογικός ατομισμός μπορεί κατά τη γνώμη του να έχει μια γόνιμη εφαρμογή μόνο στην καθαρή θεωρία της οικονομολογίας - ενώ π.χ. «στη θεωρία της οργάνωσης και γενικά στην κοινωνιολογία ο ατομισμός δεν μας οδηγεί μακριά». Ο Max Weber δεν συμμερίσθηκε σε αυτό το σημείο την οξυδέρκεια του Schumpeter. Ενστερνίσθηκε βέβαια τη διάκριση του Αυστριακού οικονομολόγου μεταξύ μεθοδολογικού ατομισμού και πολιτικού ατομισμού ή αντίστοιχα μεταξύ «ατομιστικής μεθόδου» και «ατομιστικής εκτίμησης», και όμως, χωρίς να εξηγήσει γιατί, θεωρούσε αυτονόητη την εφαρμοσιμότητα της ατομιστικής άποψης τόσο στην κοινωνιολογία όσο και στην οικονομολογία.

.~`~.
ΙΙ
Οι ανανεωτές και κήρυκες του μεθοδολογικού ατομισμού που άσκησαν επιρροή μετά τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο δεν αγνόησαν μόνο τα επιτακτικά λόγια του Schumpeter, αλλά δεν τήρησαν ούτε την ελάχιστη προσοχή του Weber. Ο ψυχρός πόλεμος επεκτάθηκε ξαφνικά με όλη την οξύτητα του στην περιοχή της ιδεολογικής αντιπαράθεσης και οι άνθρωποι είχαν λίγο χρόνο και ακόμη λιγότερη διάθεση για λεπτομερείς διαφοροποιήσεις. Η επιδίωξη των φιλελεύθερων Δυτικών να βάλουν τον απειλητικό κομμουνισμό μαζί με τον μόλις ηττηθέντα φασισμό ή εθνικοσοσιαλισμό στο ίδιο τσουβάλι του ολισμού έδωσε πρόσθετη ιδεολογική ορμή στο ευαγγέλιο του μεθοδολογικού ατομισμού και φρόντισε για τη γρήγορη διάδοση του. Ως ευαγγελιστές των φιλελεύθερων αξιών της πιεζόμενης Δύσης, ο Hayek και ο Popper απέκτησαν τη φήμη τους, ενώ η αντικειμενική τους συμβολή στην κοινωνική επιστήμη είναι περιθωριακή και ο πληροφορημένος αναγνώστης μάταια θα αναζητήσει στα βιβλία τους μεγάλες πρωτότυπες ιδέες.
Πολύ πιο αποδοτική από την προσφορά τους είναι η ανάλυση των σφαλμάτων της σκέψης τους, τα οποία λόγω της στρατηγικής που εφάρμοσαν ήταν αναπόφευκτα, καθώς ο Hayek και ο Popper κατά βάθος αντιστρέφουν απλώς τα περιεχόμενα και τα πρόσημα: Στον ολισμό ως πνευματικό πατέρα του «ολοκληρωτισμού» αντιπαραθέτουν τον μεθοδολογικό ατομισμό ως ιδεατή διασφάλιση της ελευθερίας του ατόμου. Αναγνωρίζουν λοιπόν την κατ' αρχήν σύνδεση μεταξύ της μεθοδολογικής και της πολιτικής-ηθικής σκοπιάς τόσο για τον εχθρό όσο και για τον εαυτό τους και εγκαταλείπουν αυτόν τον αυστηρό διαχωρισμό μεταξύ του μεθοδολογικού και του πολιτικού φιλελευθερισμού - χωρίς άλλες εξηγήσεις και χωρίς να λάβουν υπόψη την αντίθετη γνώμη των αληθινών πρωτουργών του μεθοδολογικού ατομισμού. Το σχήμα του συλλογισμού τους είναι: επειδή οι θεσμοί και το κράτος πρέπει να υπηρετούν το ελεύθερο άτομο, πρέπει να δείξουμε ότι δημιουργήθηκαν από τα άτομα και ότι η κοινωνική επιστήμη πρέπει να ξεκινά από τα άτομα και τις πράξεις τους. Οι τρεις προτάσεις που εμπεριέχει ο συλλογισμός τους, όπως θα δούμε, ή δεν συναρτώνται διόλου λογικά μεταξύ τους ή συναρτώνται μόνο κατά ζεύγη, και σε αυτή την περίπτωση μόνον αν ερμηνευθούν στενά, οπότε δεν είναι πλέον κατάλληλες για τους σκοπούς της θεμελίωσης. Και οι τρεις μαζί -λαμβανόμενες στην ονομαστική τιμή- δημιουργούν ανυπέρβλητες δυσκολίες. Ο Hayek και ο Popper δέχονται εντούτοις τη συνάρτηση τους και επιπλέον κατασκευάζουν την ολιστική θέση που καταπολεμούν ως απλή αντιστροφή αυτής της συνάρτησης: Αν δεν ξεκινήσει κανείς στην ανάλυση των κοινωνικών φαινομένων από τα άτομα και τις πράξεις τους, πρέπει να αρνηθεί τον ρόλο τους ως των μοναδικών δημιουργών των θεσμών και της ιστορίας και τελικά να τα κάνει δούλους των θεσμών, οι οποίοι εμφανίζονται στο όνομα της ιστορίας ή οποιασδήποτε άλλης υπερατομικής υποστασιοποίησης.
Εδώ η εικόνα του ολισμού παραμένει εξαιρετικά αδιαφοροποίητη και ταυτόχρονα επιλεκτική, δηλαδή φτιάχνεται χωρίς να λαμβάνονται υπόψη οι ποικίλες μορφές και αποχρώσεις των ατομιστικών κοινωνικών θεωριών ως συνονθύλευμα των πιο διαφορετικών υλικών της ιστορίας του πνεύματος. Είναι μια σκέτη και κατά ένα μεγάλο μέρος πλασματική εικόνα εχθρού, η οποία προορίζεται για να δικαιολογήσει την απόλυτη αντίθεση των δύο ακόλουθων εναλλακτικών δυνατοτήτων: Ή είναι κανείς υπέρ του μεθοδολογικού ατομισμού ή, στην καλύτερη περίπτωση, είναι ένας ενθουσιώδης μεταφυσικός και κατά κανόνα ανοίγει τον δρόμο για τον εμφύλιο πόλεμο, την ανελευθερία και τη θεοκρατία.
Στον αδιαφοροποίητο χαρακτήρα της εικόνας του εχθρού αντιστοιχούν πάντως αμφιρρέπειες στην προσωπική θέση, ακόμη και από πολιτική άποψη. Ο Hayek δεν συνηγορεί υπέρ του ατομισμού απολύτως, αλλά υπέρ του «γνήσιου», που δεν θέλει να αποκοπεί από την παράδοση, τις κοινωνικές συμβάσεις, την οικογένεια κ.λπ. Εδώ πρόκειται για τις γνωστές θέσεις του συνδεδεμένου κυρίως με το όνομα του Röpke «νεοφιλελευθερισμού», ο οποίος στην πραγματικότητα ήταν η προσπάθεια για μια επιστροφή στον κλασσικό φιλελευθερισμό που διαχωρίζεται από δημοκρατικές και «ιακωβινικές» τάσεις. Σε αυτό το σχήμα σκέψης ο φιλελεύθερος ατομισμός επιδοκιμάζεται ανεπιφύλακτα και αποδοκιμάζονται ο «ολοκληρωτικός» κολλεκτιβισμός και οι δραστικές παρεμβάσεις του (δυτικού) κράτους στην οικονομία και την ατομική ιδιοκτησία' από την άλλη μεριά κινεί την υποψία όταν συμμαχώντας με τη στρατοκρατία και τον ευδαιμονισμό μετατρέπεται σε σχεδιαστικό ορθολογισμό και δημιουργεί τη μαζική δημοκρατία με το κοινωνικό κράτος' ένας τέτοιος ορθολογισμός, όσο και αν ενεργεί στο όνομα της προστασίας και της ευημερίας του ατόμου, οδηγεί σύμφωνα με αυτό το σχήμα από την πίσω πόρτα στον κολλεκτιβισμό. Στην κατασκευασιμότητα του κοινωνικού κόσμου από το άτομο πρέπει λοιπόν να τεθούν όρια -αφού μάλιστα οι δεδηλωμένοι κολλεκτιβιστές, λόγου χάρη οι μαρξιστές, ισχυρίζονται ότι θα μπορούσαν να σχεδιάσουν τη ζωή της κοινωνίας συνολικά. Στα όρια της κατασκευασιμότητας του κοινωνικού κόσμου από τα άτομα πρέπει όμως να αντιστοιχούν ορισμένα όρια κατά την εφαρμογή του μεθοδολογικού ατομισμού στην κοινωνική επιστήμη, και θα δούμε που ήθελε να τα χαράξει ο ίδιος ο Hayek ανησυχώντας για τις ευδαιμονιστικές και ωφελιμοκρατικές εκτροπές του ατομισμού.

.~`~.
ΙΙΙ
Το «νεοφιλελεύθερο» σχήμα σκέψης του Röpke και του Hayek έπασχε από μια θεμελιώδη αντίθεση. Επιδοκίμαζε τον οικονομικό φιλελευθερισμό και απέρριπτε τις συνέπειες του, υπερασπιζόταν τις φιλελεύθερες προϋποθέσεις και καταπολεμούσε τη διαφορετική ερμηνεία τους και τη μετεξέλιξη τους. Αλλά η ατομοποίηση (Atomisierung) της κοινωνίας, ο ευδαιμονιστικός υπολογισμός και η διάλυση των παραδόσεων και των ουσιωδών δεσμεύσεων μέσα στον πλουραλισμό των αξιών είναι οι αναγκαίες συνέπειες του οικονομικού φιλελευθερισμού στη βάση της υψηλής τεχνολογικής ανάπτυξης. Η εμφάνιση και η διάδοση αυτών των συνεπειών στην κοινωνική ζωή των δυτικών μαζικών δημοκρατιών κατά τις τελευταίες δεκαετίες αποτυπώθηκαν κατά ειρωνικό τρόπο και στο γεγονός ότι ευδαιμονισμός και ωφελιμοκρατία εισήλθαν πανηγυρικά στο ίδιο το έδαφος του μεθοδολογικού ατομισμού και κατά ένα μεγάλο μέρος το κατέκτησαν. Αυτό έγινε με τη μορφή μιας αντικατάστασης της καταστασιακής ορθολογικότητας του ατόμου από τη συμπεριφοριστικά νοούμενη ορθολογικότητα του ωφελιμοκρατικά προσανατολισμένου μεγιστοποιητή, άρα ως στροφή στον ψυχολογισμό, παρά την καταδίκη του τελευταίου από τον Hayek και τον Popper, οι οποίοι σε αυτό το ζήτημα παρέμειναν σε βεμπεριανό έδαφος. Ο Hayek αντιλαμβανόταν την «κατανόηση» και το «νόημα» ως αποδείξεις για την αυτονομία του «πνευματικού» σε αντίθεση προς τις «φυσικοεπιστημονικές του εξηγήσεις» και ανάλογα τα χρησιμοποίησε στη μεθοδολογία του' ο Popper από τη μεριά του έβλεπε την παραδοχή της καταστασιακής λογικής τόσο ως δρόμο για την αποφυγή του ψυχολογισμού όσο και ως πραγματική μέθοδο της οικονομικής ανάλυσης. Όμως δεν είναι αμέσως κατανοητό βάσει ποιάς λογικής και για ποιούς άλλους λόγους σχετιζόμενους με την ιστορία του πνεύματος η οικονομική ανάλυση φιλελέυθερης έμπνευσης πρέπει να αποκλείσει κάθε μορφή ψυχολογικού αναγωγισμού' πολύ νωρίς πάντως συνδέθηκε με το ψυχολογικό κατασκεύασμα του homo oeconomicus που μεγιστοποιεί την ωφέλεια και κατ' αυτά σήμερα πρέπει να αισθάνονται ότι έχουν δίκιο εκείνοι που ακριβώς στον όνομα του μεθοδολογικού ατομισμού μοχθούν για μια προσέγγιση μεταξύ συμπεριφοριστικών και οικονομιστικών απόψεων.
Μια από τις συνέπειες τέτοιων προσπαθειών ήταν η διάσπαση της παράταξης του μεθοδολογικού ατομισμού σε δύο αντίπαλα στρατόπεδα, και η διαμάχη δεν λύνεται με δηλώσεις ότι συμφωνεί κανείς και με τις δύο αντιλήψεις. Λόγου χάρη ο Coleman τάσσεται υπέρ του μεθοδολογικού ατομισμού όχι απλώς ως οικονομολόγος αλλά και κοινωνιολόγος, αλλά και επειδή πιστεύει σε εκείνη την ηθική παράδοση που θεωρεί τον άνθρωπο ελεύθερο και υπεύθυνο όν. Ταυτόχρονα ακολουθεί ρητά τον Weber λαμβάνοντας ως αφετηρία την έννοια της σκόπιμης δράσης. Δεν αναγνωρίζει όμως όλες τις πτυχές αυτής της έννοιας, αλλά περιορίζεται προγραμματικά σε εκείνο το είδος σκόπιμης δράσης που αποβλέπει στη μεγιστοποίηση της ωφέλειας. Με δύο άλματα ο Coleman καταφέρνει λοιπόν να περάσει από την ηθική ομολογία πίστης στην οικονομιστική-συμπεριφοριστική πραξεολογία και ανθρωπολογία [σημ. Δ`~. διαβάστε κάτι ακόμα που έχει ενδιαφέρον για τους «συμπεριφοριστές» και τις αναγωγικές θεωρίες ερμηνείας της διεθνούς πολιτικής]. Εδώ βέβαια -όπως επίσης στον Hayek και τον Popper- παραμένει σκοτεινό γιατί και πως η ηθική διαβεβαίωση από τη μεριά του παρατηρητή πρέπει να συναρτάται με την επιδίωξη μεγιστοποίησης της ωφέλειας από τη μεριά του παρατηρούμενου ατόμου. Η κατ' αρχήν χρησιμοποίηση του ατομισμού για την καλή υπόθεση στο επίπεδο των μεθοδολογικών εξηγήσεων δεν εγγυάται, με άλλα λόγια, για τον ηθικά επιθυμητό χαρακτήρα ή έστω για τα κοινωνικά επιθυμητά αποτελέσματα κάθε δράσης που πρέπει να φωτισθεί βάσει των αρχών του μεθοδολογικού ατομισμού.
Εδώ όμως δεν συγχέονται μεταξύ τους μόνον η μέθοδος με το αντικείμενο, ο παρατηρητής με τον δρώντα. Η τάση ηθικοποίησης του μεθοδολογικού ατομισμού αγνοεί, όπως και η ηθικά υποκινούμενη τάση προς τον ολισμό και τον κολλεκτιβισμό, την απλή αλήθεια ότι από καμμία από αυτές τις δύο θέσεις δεν προκύπτει αναγκαστικά αυτό που θέλουν να αποδείξουν, διότι ούτε η ολιστικά νοούμενη οντολογική ανεξαρτησία και ακατάβλητη ανθεκτικότητα της κοινωνίας ή τα πρωτεία της απέναντι στο άτομο μπορούν να προκαλέσουν την ευθυγράμμιση όλωντων ατόμων μέσω κανονιστικής συμμόρφωσης ούτε μπορεί η οποιαδήποτε αυτονομία των ατόμων να καταστρέψει ποτέ τηνκοινωνία ως αρχέγονο συλλογικό σώμα και να επιφέρει μια άλλη ζωή εκτός από τη συλλογική στηνκοινωνία.

Παναγιώτης Κονδύλης

.~`~.
Για περαιτέρω ιχνηλάτηση και πληρέστερη προοπτική


Περί χρόνου - μέρος α´.

$
0
0

.~`~.
Πρόλογος

Το ζήτημα αιχμαλώτισε τη σκέψη ποιητών, συγγραφέων και φιλοσόφων όλων των εποχών. Η επιστήμη του καιρού μας -και ιδιαίτερα η φυσική- επιδίωξε να υποβαθμίσει, αν όχι να μηδενίσει, το ρόλο του χρόνου στην τάξη των πραγμάτων. Ο χρόνος περιγράφηκε ως η ξεχασμένη διάσταση. Όλοι γνωρίζουμε τη μη αντιστρεπτή ροή του χρόνου που φαίνεται να εξουσιάζει την ύπαρξη μας, όπου το παρελθόν είναι παγιωμένο και το μέλλον ανοιχτό. Μπορεί να επιθυμούμε να γυρίσουμε πίσω το ρολόι, να επανορθώσουμε λάθη ή να ξαναζήσουμε μια θαυμάσια στιγμή. Αλίμονο! Ο κοινός νους είναι εναντίον μας: ο χρόνος και η παλίρροια δεν περιμένουν κανέναν. Ο χρόνος δεν μπορεί να γυρίσει πίσω. Ή μήπως μπορεί; Είναι ενοχλητικό το ότι οι περισσότερες επιστημονικές θεωρίες ελάχιστα στηρίζουν την οπτική του κοινού νου για το χρόνο. Σ' αυτές η φορά του χρόνου έχει πολύ μικρή σημασία.
Τα μεγάλα οικοδομήματα της σύγχρονης επιστήμης -η μηχανική του Νεύτωνα, η σχετικότητα του Αινστάιν και η κβαντική μηχανική των Heisenberg και Schrödinger- λειτουργούν εξίσου καλά και όταν ο χρόνος τρέχει ανάποδα. Γι' αυτές τις θεωρίες, τα συμβάντα που καταγράφονται σε μια κινηματογραφική ταινία θα ήταν απολύτως κατανοητά σε οποιαδήποτε κατεύθυνση κι αν προβαλλόταν το φίλμ από την κινηματογραφική μηχανή. Στην πραγματικότητα, ο χρόνος φαίνεται απλώς σαν αυταπάτη που γεννιέται στα μυαλά μας. Συχνά οι επιστήμονες που ερευνούν το πρόβλημα, αναφέρονται, κάπως περιπαικτικά, στην καθημερινή μας αντίληψη για τη ροή του χρόνου, χρησιμοποιώντας του όρους «ψυχολογικός χρόνος» και «υποκειμενικός χρόνος».

.~`~.
Ι
α´
Η κυκλική πορεία του χρόνου ήταν κοινό χαρακτηριστικό στην ελληνική κοσμολογική σκέψη. Ο Αριστοτέλης στα Φυσικάτου παρατηρούσε ότι: «υπάρχει ένα κύκλος σε όλα τα άλλα πράγματα που έχουν φυσική κίνηση, γεννιούνται και παρέρχονται. Αυτό συμβαίνει επειδή όλα τα άλλα πράγματα διακρίνονται από τον χρόνο, και λήγουν και αρχίζουν σαν να ταιριάζουν σε κύκλο. Γιατί ακόμη και ο χρόνος θεωρείται ότι είναι ένας κύκλος». Οι Στωικοί πίστευαν πως όταν οι πλανήτες θα επέστρεφαν στις ίδιες σχετικές θέσεις στις οποίες βρίσκονταν όταν άρχισε ο χρόνος, τότε το σύμπαν θα ανανεωνόταν ξανά και ξανά... Η ιδέα της αέναης επανόδου έμελλε να εμφανιστεί ξανά σε σύγχρονη μορφή ως η «επαναφορά του Poincaré»... Η ιουδαϊκή-χριστιανική παράδοση εγκαθίδρυσε άπαξ δια παντός τον «γραμμικό» χρόνο στον δυτικό πολιτισμό. «Η χριστιανική σκέψη είχε την τάση να υπερβεί, άπαξ δια παντός, τα παλιά μοτίβα της αιώνιας επιστροφής», έγραφε ο Ρουμάνος ανθρωπολόγος Mircea Eliade. Ο δυτικός πολιτισμός κατέληξε να θεωρεί το χρόνο ως το γραμμικό μονοπάτι που εκτείνεται ανάμεσα στο παρελθόν και το μέλλον, μέσα από τη χριστιανική πίστη στη γέννηση, τη σταύρωση και το θάνατο του Χριστού ως μοναδικά, δηλαδή μη επαναλαμβανόμενα συμβάντα. Πριν από την εμφάνιση του χριστιανισμού μόνον οι Εβραίοι και οι Πέρσες ζωροαστριστές προτιμούσαν αυτήν την προοδευτική άποψη περί του χρόνου.
Ο μη αντιστρεπτός χρόνος επηρέασε βαθιά τη δυτική σκέψη. Προετοίμασε τον ανθρώπινο νου για την ιδέα της προόδου, για την έννοια του «βαθέως χρόνου», τη συνταρακτική ανακάλυψη των γεωλόγων ότι η ανθρώπινη εξέλιξη είναι μόνο ένα ύστερο και σύντομο επεισόδιο στην ιστορία της Γης. Άνοιξε τον δρόμο για τη θεωρία της εξέλιξης του Δαρβίνου, την ενότητα μας μέσα στον χρόνο με τις πρωτόγονες υπάρξεις. Πράγματι, η ανάδυση της ιδέας ενός γραμμικού χρόνου και η συνεπαγόμενη διανοητική εξέλιξη αποτέλεσαν στηρίγματα της σύγχρονης επιστήμης και της υπόσχεσης της να βελτιώσει τη ζωή στη γη. Όψεις του χρόνου στη βιολογία παρουσιάζουν αναλογίες και με την κυκλική και με τη γραμμική πολιτισμική εμπειρία. Ο κυκλικός χρόνος εμφανίζεται στην διχοτόμηση των κυττάρων και την ενορχήστρωση διαφορετικών ρυθμών στα σώματα μας [δες II], που εκτείνονται από τις υψηλής συχνότητας νευρικές ώσεις έως τους αργούς κύκλους της αλλαγής των κυττάρων. Η έννοια του μη αντιστρεπτού χρόνου εκδηλώνεται με τη γήρανση και πέρασμα από τη γέννηση στον θάνατο.
Αλλά και τα συνηθισμένα ρολόγια εκφράζουν και τις δύο αυτές βάσεις του χρόνου. Συνθέτουν μια διαδοχή αιωρήσεων εκκρεμούς ή ταλαντώσεων κρυστάλλου για να αποκαλύψουν «το χρόνο», που εκφράζεται στη Γη με τη μορφή δωδεκάωρων ή εικοσιτετράωρων κύκλων. Η ροή του χρόνου εκδηλώνεται έμμεσα με το διασκορπισμό της ενέργειας: με την αχρήστευση μια μπαταρίας, τη χαλάρωση ενός ελατηρίου ή την πτώση μιας πέτρας.

β´
Ο μαθηματικός Gerald J. Whitrow, συγγραφέας του σημαντικού έργου The Natural Philosophy of Time, επεξηγεί πως οι ιδέες του Αρχιμήδη και του Αριστοτέλη αντιπροσωπεύουν δύο ακραίες οπτικές για το χρόνο: Ο Αριστοτέλης θεωρούσε θεωρούσε το χρόνο ενδογενή και, αντίθετα από τον Αρχιμήδη, θεμελιακό για το Σύμπαν.
Αυτή η διαμάχη συνεχίστηκε, με τη μια ή την άλλη μορφή, μέσα στους αιώνες.
Ο Τίμαιος, το κοσμολογικό έργο του Πλάτωνα αρχίζει με τη διάκριση ανάμεσα σε είναικαι γίγνεσθαι, δύο έννοιες που επανεμφανίζονται με διάφορες μορφές στις σύγχρονες επιστημονικές θεωρίες. Για τον Πλάτωνα, ο κόσμος του Είναι αποτελεί τον πραγματικό κόσμο «καταληπτό από τη νόηση με τη βοήθεια των συλλογισμών, επειδή είναι αιώνια ο ίδιος», ενώ αυτός του γίγνεσθαι (το βασίλειο του χρόνου) «είναι το αντικείμενο της γνώμης και της ανορθολογικής αισθητηριακής αντίληψης, διότι γεννιέται και πεθαίνει, ουδέποτε όμως είναι απολύτως πραγματικός». Ο Πλάτων έκανε τη διάκριση ανάμεσα σε ένα ταξίδι (γίγνεσθαι) και τον προορισμό του (είναι), ισχυριζόμενος ότι μόνο το τελευταίο είναι πραγματικό. Αυτή η διάκριση, στην οποία ο φυσικός κόσμος, μαζί και ο χρόνος, ανήκαν σε μια δευτερεύουσα, φαινομενική πραγματικότητα, κυριαρχούσε σ' ολόκληρη τη φιλοσοφία του Πλάτωνα.
Σε αυτή την άποψη του, είχε προηγηθεί του Πλάτωνα ο Παρμενίδης, που πίστευε πως η πραγματικότητα είναι ταυτόχρονα αδιαίρετη και αχρονική. Ο μαθητής του Ζήνων Ελεάτης από τη Νότια Ιταλία, μας περιγέλασε με τα φημισμένα παράδοξα του που αποσκοπούσαν να υπονομεύσουν όλη την αντίληψη μας για τον χρόνο... Οι γνώμες για τη σημασία των παραδόξων του Ζήνωνα διχάζονται. Στους είκοσι τέσσερις αιώνες που μεσολάβησαν από τη διατύπωση τους, είτε απορρίφθηκαν ως παράλογα είτε αντιμετωπίστηκαν ως τα πλέον βαθυστόχαστα στη τεράστια βιβλιογραφία που δημιούργησαν. Στην προσεκτική του ανάλυση, ο Whitrow καταλήγει ότι υπάρχουν δύο μόνον τρόποι με τους οποίους είναι δυνατό να επιλυθούν τα παράδοξα. Είτε να αρνηθεί κανείς την ιδέα του γίγνεσθαι, οπότε ο χρόνος αποκτά ουσιαστικά ιδιότητες τύπου χώρου, είτε να απορρίψει τη παραδοχή ότι ο χρόνος, όπως ο χώρος, μπορεί να διαιρείται επ' άπειρον σε συνεχώς μικρότερα κομμάτια.
Ο Ιμμάνουελ Καντ διετείνετο ότι όπως ακριβώς το κόκκινο χρώμα μπορεί να προκαλέσει διαφορετικές εντυπώσεις σε διαφορετικούς παρατηρητές, ενώ είναι ουσιαστική συνιστώσα της θέας, έτσι και ο χρόνος, ενώ είναι ουσιαστική συνιστώσα της νόησης μας, στερείται αντικειμενικής πραγματικότητας: «Ο χρόνος δεν είναι κάτι το αντικειμενικό. Δεν είναι ούτε ουσία ούτε τυχαίο ούτε σχέση, αλλά μια υποκειμενική συνθήκη, που οφείλεται αναγκαστικά στη φύση του ανθρώπινου μυαλού». Η «υποκειμενίστικη» οπτική του Καντ μπορεί να παραλληλισθεί με τον τρόπο που επιλέγουν ορισμένοι σύγχρονοι επιστήμονες να εξηγήσουν τον χρόνο. Ένας πολύ απλός και προφανής τρόπος διεξόδου, δημοφιλής ανάμεσα στους ιδεαλιστές όλων των εποχών -τον Παρμενίδη, τον Πλάτωνα, τον Σπινόζα, τον Χέγκελ-, είναι να πεις ότι ο χρόνος είναι βαθύτατα συνυφασμένος με αντιφάσεις, άρα δεν μπορεί να είναι πραγματικός. Μια περιφρονητική παρατήρηση γι' αυτού του είδους τη μεταφυσική διφορούμενη στάση οφείλεται στον επιστήμονα της λογικής M. Cleugh: «Το να πεις απλώς ότι ο χρόνος πρέπει να είναι μόνο μια φαινομενικότητα επειδή είναι αντιφατικός στο εσωτερικό του, βρίσκεται πολύ μακριά από τη λύση των προβλημάτων. Δεν αποτελεί καν απάντηση τους». Ο Boltzmann χαρακτήρισε τη μεταφυσική «ημικρανία του ανθρώπινου εγκεφάλου». «Τα απλούστερα πράγματα είναι πηγή άλυτων αινιγμάτων για τη φιλοσοφία»... Ο Boltzmann άσκησε οξεία κριτική σε διάφορους φιλόσοφους, ιδιαίτερα τον Χέγκελ, τον Σοπενάουερ και τον Κάντ: «Για να πάω απευθείας στα πιο απροσπέλαστα βάθη κατευθύνθηκα στον Χέγκελ. Τι ασαφή και απερίσκεπτη ροή λέξεων έμελλε να βρω εκεί! Το άτυχο άστρο μου με οδήγησε από τον Χέγκελ στον Σοπενάουερ... Ακόμα και στον Καντ υπήρχαν πολλά πράγματα που τα κατανοούσα τόσο λίγο, ώστε, με δεδομένη τη γενική του οξύνοια, σχεδόν υποψιάστηκα ότι τραβούσε το χαλί κάτω από τα πόδια του αναγνώστη ή ακόμη πως ήταν απατεώνας».


.~`~.
ΙΙ
α´
Ο ρυθμός της βιολογίας ήταν σαφής για τον άνθρωπο επί εκατοντάδες χιλιάδες χρόνια. Ο Αριστοτέλης είχε σημειώσει, τριακόσια και πάνω χρόνια προ Χριστού, ότι οι ωοθήκες των αχινών μεγαλώνουν κατά την πανσέληνο. Ο Ιπποκράτης είχε παρατηρήσει καθημερινές διακυμάνσεις στα συμπτώματα μερικών ασθενών του και πίστευε πως η κανονικότητα είναι σημάδι υγείας. Ο Ηρόφιλος από την Αλεξάνδρεια είχε καταγράψει αλλαγές στο σφυγμό κατά τη διάρκεια της ημέρας. Ο Κικέρων αναφέρει ότι η σάρκα των στρειδιών αυξομειώνεται με το φεγγάρι, κάτι που το επιβεβαίωσε ο Πλίνιος. Χρειάστηκαν, όμως, αρκετοί αιώνες για να αναγνωριστεί ότι αυτή η συμπεριφορά είχε ως κινητήρια δύναμη μια εσωτερική διαδικασία και δεν ήταν άμεση απάντηση στο ηλιακό φως, το σκοτάδι και άλλους περιβαλλοντικούς παράγοντες. Σήμερα, πολλοί βιολόγοι πιστεύουν ότι αυτό είναι το σπουδαιότερο γνώρισμα των φυσικών οικοσυστημάτων...
Ανακαλύφθηκαν πολλές περιπτώσεις εικοσιτετράωρων ρυθμών, αν και η διάρκεια τους σπάνια είναι ακριβώς 24 ώρες. Λέγεται ότι αυτοί οι κιρκαδιανοίρυθμοί (circadian: από τη λατινική λέξη circa: περίπου, και τη λέξη dies: ημέρα), όρος που επινοήθηκε από τον Franz Halberg του Πανεπιστημίου της Μινεσότας, είναι ενδογενείς. Αυτό σημαίνει ότι δημιουργούνται εσωτερικά από τους οργανισμούς και δεν υποκινούνται εξωτερικά από τον κύκλο της ημέρας και της νύχτας, όπως θα μπορούσε να υποθέσει κανείς εκ πρώτης όψεως. Εντούτοις, αυτά τα ρολόγια είναι συγχρονισμένα με το περιβάλλον, και είχαν όλο τον καιρό να αντιμετωπίσουν τις αλλαγές που συνεπέφερε η βαθμιαία επιβράδυνση της περιστροφής της Γης.
Η φύση είναι γεμάτη κιρκαδιανούς ρυθμούς... ο μεγάλος σουηδός φυσιοδίφης Κάρολος Λιναίος (πρωτοπόρος στην ταξινόμηση φυτών και ζώων) πρότεινε το 1751 ένα λουλουδένιο ρολόι. Οι ποικίλες ανθοφορίες των λουλουδιών αποκάλυπταν με τα χρώματα τους την ώρα της ημέρας. Η στέρεη απόδειξη του βιολογικού ρολογιού ήρθε το 1950... Ο κύκλος των 24 ωρών είναι μια μόνο «νότα» από τις πολλές που μπορούν να παίξουν οι βιολογικές ορχήστρες [σημ. Δ`~. ένας πανηγυρικός της φύσης... από την άλλη μεριά υπάρχει και η άποψη πως η φύση είναι νεκρή και κενή ή γεμάτη res]. Ένας ρυθμός με επιρροή ο οποίος εκπέμπει έναν πιο αργό χρόνο οφείλεται στο άλλο εξέχον αντικείμενο του ουρανού, τη Σελήνη. Οι συνδυασμένες κινήσεις της Σελήνης και της Γης, καθώς και των δυο τους γύρω από τον Ήλιο, παράγουν τους πολύπλοκους ρυθμούς του σεληνόφωτος και της παλίρροιας. Τα ρολόγια του σώματος μπορούν να χτυπούν σε σεληνιακό ρυθμό: ο κύκλος της εμμηνόρροιας του ανθρώπινου θηλυκού έχει περίπου την ίδια περίοδο με τον σεληνιακό μήνα' η εμφάνιση της μαγιάτικης μύγας στη λίμνη Βικτώρια είναι συγχρονισμένη με την πανσέληνο... Οι κύκλοι της παλίρροιας τείνουν να λαμβάνουν χώρα δύο φορές κάθε σεληνιακή ημέρα (24,8 ώρες), επιφέροντας αλλαγές στη θερμοκρασία, την πίεση, τις κυματικές διαταραχές και την τροφοδοσία... Μερικά ζώα χρησιμοποιούν μάλλον τις συνέπειες των εποχικών αλλαγών στο μήκος της ημέρας για να καταγράψουν την αλλαγή των εποχών, παρά κάποιο άλλο «ετήσιο ρολόι» για να κρατούν επαφή μ' αυτούς τους κύκλους μεγαλύτερης περιόδου - ο ετήσιος κύκλος μπορεί να συμπιεσθεί σε πειράματα, αν αλλάξουμε το «μήκος της ημέρας» σε τεχνητό περιβάλλον... Υπάρχουν και ρυθμοί ακόμα πιο αργόσυρτοι. Ένας από τους πιο παράξενους εμφανίζεται στα περιοδικά τζιτζίκια. Μερικά παραμένουν κρυμμένα στο έδαφος ως νύμφες για μακρύ χρονικό διάστημα 17 ετών. Στο Οχάιο των ΗΠΑ εμφανίζονται κατά χιλιάδες ακριβώς την ίδια στιγμή του χρόνου, δεκαεφτά χρόνια αφότου κρύφτηκαν στο έδαφος, γλιστρούν έξω από το περίβλημα της νύμφης, σκαρφαλώνουν στα δένδρα, ζουν για μερικές ώρες ακόμα ώστε να ζευγαρώσουν, και κατόπιν πέφτουν όλα νεκρά στο έδαφος και ο κύκλος αρχίζει πάλι από την αρχή.

β´
Ο βιολογικός χρόνος παρουσιάζει κάτι παραπάνω από ακαδημαϊκό ενδιαφέρον. Ο Ιπποκράτης έγραφε ότι «όποιος επιθυμεί να ακολουθήσει την επιστήμη της ιατρικής με άμεσο τρόπο, πρέπει να ερευνήσει κατ' αρχάς τις εποχές του χρόνου και ό,τι συμβαίνει σ' αυτές». Η καλύτερη κατανόηση των βιολογικών ρυθμών... μας κάνουν να γνωρίζουμε γιατί έχουμε καλύτερες επιδόσεις ορισμένες ώρες αντί για άλλες. ίσως δεν εκπλήσσει το γεγονός ότι τα πυρηνικά ατυχήματα στο Τσέρνομπιλ και στο Θρη Μαιλ Αιλαντ συνέβησαν τις πρώτες πρωινές ώρες, ενώ η καταστροφή του Μποπάλ συνέβη αμέσως μετά τα μεσάνυχτα. Οι κύκλοι επηρεάζουν τη δεκτικότητα μας για ασθένειες: όσοι άνθρωποι υποφέρουν από αλλεργίες είναι πιο ευαίσθητοι σε ουσίες όπως η γύρη τη νύχτα και νωρίς το πρωί. Τις ίδιες ώρες είναι πιθανότερο να χτυπήσει το άσθμα... Η ομάδα του Czeisler κατάφερε να σταματήσει το κιρκαδιανό ρολόι όταν το εξέθεσε στο φως σε μια ιδιομορφία φάσης. Αυτή η δουλειά επιβεβαιώνει την άποψη ότι το φως μπορεί να αποδειχθεί χρήσιμο για τη θεραπεία διαταράξεων της κιρκαδιανής ρύθμισης, όπως είναι το jet lag. «Με την κατάλληλη έκθεση στο φως μπορούμε να σταματήσουμε το ρολόι κάποιου ανθρώπου, ενώ με άλλο τόπο έκθεσης στο φως μπορούμε να το ξαναθέσουμε σε λειτουργία, όπως ακριβώς προέβλεψε ο Winfree», επισήμανε ο Gary Richardson, ένας από τους συναδέλφους του Czeisler. Επίσης μελέτες για τη διακοπή των σωματικών ρυθμών που προκαλούνται από τη νυχτερινή εργασία, με τη συνδεόμενη μείωση της εγρήγορσης και της απόδοσης, έδειξαν ότι η δυσπροσαρμοστικότητα μπορεί να θεραπευτεί αποτελεσματικά με σχεδιασμένη έκθεση σε ισχυρό φως τη νύχτα και σε σκότος την ημέρα...
Αξίζει να αναφέρουμε μια ψευδοεπιστημονική θεωρία, αν και με μεγάλη συντομία. Για κάποιους μυστηριώδεις λόγους, πολλοί έχουν έρθει σε επαφή με τη θεωρία των βιορυθμών, η οποία δημιουργήθηκε στις αρχές του αιώνα από τον Wilhelm Fliess, έναν χειρούργο ωτορινολαρυγγολόγο στο Βερολίνο. Ο Winfree επισήμανε κακόβουλα ότι ο Fliess ήταν υπεύθυνος για μια μονογραφία με τον τίτλο Σχέσεις ανάμεσα στη μύτη και τα θηλυκά γεννητικά όργανα... Στη δεκαετία του 1970 καταγράφηκαν περίπου 40.000 αυτοκτονίες και δυστυχήματα και συγκρίθηκαν με τις προβλέψεις της θεωρίας των βιορυθμών, η οποία ξεχωρίζει ορισμένες μέρες ως επικίνδυνες σε συνάρτηση με την κατάσταση των σωματικών, συναισθημάτων και διανοητικών κύκλων του ατόμου. Δεν βρέθηκε καμία αλληλοσυσχέτιση.


.~`~.
ΙΙΙ

Αν οι επιστήμονες αποφάσιζαν ότι πραγματικά υπήρχε αγεφύρωτη διαφωνία ανάμεσα στον Δαρβίνο και τη θερμοδυναμική, σίγουρα οι περισσότεροι θα έλεγαν ότι ο Δαρβίνος είχε άδικο.
Ο σεβασμός στον Δεύτερο Νόμο είναι καθολικός.
Με τα λόγια του Arthur Eddington: «Ο νόμος ότι η εντροπία αυξάνεται -ο Δεύτερος Νόμος της θερμοδυναμικής- κατέχει πιστεύω, την ύψιστη θέση μεταξύ των νόμων της φύσης. Αν κάποιος σας επισημαίνει ότι η χαϊδεμένη σας θεωρία για το σύμπαν έρχεται σε διάσταση με τις εξισώσεις του Maxwell, τότε τόσο το χειρότερο για τις εξισώσεις του Maxwell. Αν βρεθεί ότι αντιφάσκει προς την παρατήρηση, τότε έχει καλώς, οι πειραματικοί είναι καμιά φορά τσαπατσούληδες. Αν, όμως, η θεωρία σας βρεθεί αντίθετη με τον Δεύτερο Νόμο της θερμοδυναμικής, τότε δεν σας δίνω καμιά ελπίδα. Δεν της απομένει τίποτε άλλο παρά να καταρρεύσει μέσα στη μεγαλύτερη ταπείνωση».
Εκ πρώτης όψεως, ο Δεύτερος Νόμος φαίνεται να υπονομεύεται από μια άλλη ανακάλυψη που συντάραξε τον κόσμο του 19ου αιώνα - τη θεωρία της εξέλιξης του Δαρβίνου. Ενώ η κλασική μηχανική έδινε την εικόνα ενός σύμπαντος-μηχανής, η θερμοδυναμική φαίνεται να συνεπάγεται ότι η μηχανή οδεύει κατευθείαν στην τέλεια αποδιοργάνωση. Από την άλλη, το έργο του Δαρβίνου δείχνει ότι η ζωή γίνεται όλο και περισσότερο (και όχι λιγότερο) οργανωμένη με το πέρασμα του χρόνου, καθώς τα απλά όντα εξελίχθηκαν σε πιο πολύπλοκες υπάρξεις... Στη θεωρία του για τη φυσική επιλογή, ο Δαρβίνος έδειξε πως η φύση μπορεί να επιλέγει κατά προτίμηση σπάνια συμβάντα (μεταλλάξεις) και μ' αυτόν τον τρόπο να εξελίσσει σταδιακά πολυπλοκότερες μορφές ζωής. Στη θεωρία του οι κινητήριες δυνάμεις της αλλαγής είναι τα τυχαία συμβάντα. Έχει ειπωθεί λοιπόν ότι «δεν είναι δυνατόν να έχουν δίκιο και ο Clausius και ο Δαρβίνος»... Στην πραγματικότητα δεν υπάρχει αντίφαση, επειδή στο εσωτερικό του Δεύτερου Νόμου της θερμοδυναμικής υπάρχει κρυμμένο κάτι μαγικό, το οποίο αφήνει περιθώρια για να συμβεί μια εξέλιξη δημιουργική παρά μια καθαρά καταστροφική. Ο Boltzmann ίσως το συνέλαβε αρκετά νωρίς, το 1878. Η ανάπτυξη όμως της εν λόγω ιδέας έπρεπε να περιμένει μέχρις ότου, μια πρόσφατη επανερμήνευση του Δεύτερου Νόμου έδειξε ότι αυτός δεν συνεπάγεται τη μονότονη κατάρρευση στην αταξία: αντίθετα, το σύμπαν μπορεί να χαλιναγωγεί τη θερμοδυναμική για να δημιουργεί, να εξελίσσεται και να αναπτύσσεται. Αυτό χαρίζει μια νέα ποιότητα στην πολυμορφία του βέλους του χρόνου του Δεύετερου Νόμου, καθώς και μεγάλη αξιοπιστία...
Έγιναν απόπειρες να ερμηνευτεί η εξέλιξη σε μακροσκοπικό επίπεδο με επίκληση της θερμοδυναμικής. Έτσι οι Brooks και Wiley, στο κατά τα άλλα αμφιλεγόμενο βιβλίο τους Evolution as Entropy, προβαίνουν στην εξής σημαντική παρατήρηση: «Ο καθένας θα συμφωνήσει, υποθέτουμε, ότι οι οργανισμοί είναι δομές διασκορπισμού μακριά από την ισορροπία». Δυστυχώς, η προσέγγιση τους πάσχει από τη σύγχυση διακριτών εννοιών-ιδεών από το χώρο της θεωρίας της πληροφορίας και της θερμοδυναμικής εντροπίας... Μια από τις πρώτες θεωρητικές προτάσεις για τη μη αντιστρεπτότητα των εξελικτικών διαδικασιών οφείλεται στον γαλλικής καταγωγής Louis Dollo (1857-1931). Η ιδέα του, διατυπωμένη το 1893, εμπεριέχεται στο «νόμο του Dollo». Όμως, σύμφωνα με έναν από τους κορυφαίους θεωρητικούς της εξέλιξης, τον John Maynard Smith, η φυσική επιλογή δεν συνεπάγεται την ιδιότητα μονής κατεύθυνσης για τον χρόνο. Ο Richard Dawkins έχει γράψει για το νόμου του Dollo ότι «συχνά συγχέεται με πολλές ιδεαλιστικές ανοησίες για το αναπόφευκτο της προόδου ή συνδυάζεται με συνεπακόλουθες της άγνοιας ανοησίες περί του ότι η εξέλιξη ''παραβιάζει τον Δεύτερο Νόμο της θερμοδυναμικής''». Δεν υπάρχει κανένας λόγος, ισχυρίζεται, να μην μπορούν οι βασικές τάσεις της εξέλιξης να αντιστραφούν.

«Αν σε κάποιο διάστημα της εξέλιξης επικρατεί η τάση για μεγάλα κέρατα στα ελάφια,
εύκολα μπορεί στη συνέχεια να εμφανιστεί ξανά η τάση για μικρότερα κέρατα...»

Peter Coveney

*
**
*

Αν η φύση δεν ήταν όμορφη, δεν θα άξιζε τον κόπο να τη γνωρίσουμε.
Κι αν δεν άξιζε τον κόπο να γνωρίσουμε τη φύση, τότε δεν θα άξιζε να ζούμε.

Henri Poincaré

Είναι χρείακάπως να υπάρξ(χ)ει ο-μορφιάκαι κόσμοςώστε να μην υπάρξ(χ)εια-κοσμία, α-μορφία και α-σχήμια.

Ολοκλήρωση α´ μέρους.

.~`~.

Ανθρωποποίηση.

Μετα-πολιτική μετα-ανθρωπότητα στο ελλαδικό μετα-κράτος του Σαμαρά και του Τσίπρα.

$
0
0

---------------------------------------------------------------
Δρ Νικόλαος Λάος (Πολιτικός Αναλυτής)
Copyright: Ellada Newspaper (9 August 2013)

.~`~.
Εισαγωγή στη μεταφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση

Ενώ το κεντρικό πολιτικό υποκείμενο του Μαρξισμού είναι η κοινωνική τάξη και το κεντρικό πολιτικό υποκείμενο του φασισμού είναι το κράτος το κεντρικό πολιτικό υποκείμενο του φιλελευθερισμού είναι το άτομο. Ο φιλελευθερισμός απελευθερώνει το άτομο από όλες τις μορφές συλλογικής ταυτότητας και συμμετοχής (παραδοσιακή κουλτούρα, θρησκεία, εθνότητα, κ.ο.κ.) και αντιμετωπίζει το άτομο ως οντολογικά αύταρκες θεμέλιο των αξιών και της αλήθειας. Κατ’ επέκταση ο φιλελευθερισμός προκάλεσε μια ατομοκρατική παγκοσμιοποίηση, καθώς το άτομο έγινε το δεοντολογικό ιστορικό υποκείμενο παγκοσμίως.
Έτσι φθάσαμε στη φιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση, όπου το άτομο ως ιστορικό υποκείμενο δεν είναι απλά ένας Δυτικός ανθρωπολογικός δρόμος και τρόπος ζωής και άρα δεν είναι αποτέλεσμα επιλογής, αλλά είναι ένα παγκόσμιο καθήκον. Η ουσία της αμερικανικής (γενικότερα αγγλοσαξονικής) φιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης δεν είναι –όπως νομίζουν ορισμένοι αφελείς και ανίδεοι αριστεροί– η απορρύθμιση της  αγοράς και η ανεξέλεγκτη λειτουργία του κεφαλαίου. Η ουσία της αμερικανικής (γενικότερα αγγλοσαξονικής) φιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης είναι η απελευθέρωση του ανθρώπου από τη συμμετοχή του σε μια κοινότητα και από κάθε συλλογική πνευματική ταυτότητα. Γι’ αυτό η κεντρική ρητορικήτης φιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης είναι εκείνη των «ανθρωπίνων δικαιωμάτων», που χρησιμοποιούνται ως εργαλείο εγκαθίδρυσης της ατομοκρατίας και της αποδόμησης κοινοτήτων, και μάλιστα είναι μια υποχρεωτική ρητορική. Την υποχρεωτική αποδοχή, τουλάχιστον θεωρητικά, της φιλελεύθερης ρητορικής περί ανθρωπίνων δικαιωμάτων φροντίζει να θυμίζει δυναμικά και το ΝΑΤΟ, με τις «ανθρωπιστικές» στρατιωτικές επεμβάσεις του (πρώην Γιουγκοσλαβία, Ιράκ, Λιβύη, Συρία, Ανατολική Αφρική κ.ο.κ.).
Υπό το πρίσμα του φιλελευθερισμού η ανθρωπότητα αποτελείται αποκλειστικώς από άτομα, ενώ οι κοινότητες (θρησκευτικές, εθνοτικές, πολιτιστικές, κρατικές κ.ο.κ.) έχουν δευτερεύουσα ή μάλλον μηδαμινή σημασία, καθώς είναι απλώς ιδιωτικές υποθέσεις ατόμων, όπως λ.χ. το ρούχο που θα φορέσουν, το μπέργκερ που θα φάνε, το αυτοκίνητο που θα οδηγήσουν κ.ο.κ. Καθώς λοιπόν οι διαφορετικές  επιμέρους πνευματικές κοινότητες και οι συλλογικές ταυτότητες αποδομούνται και περιπίπτουν σε ασημαντότητα, η ανθρωπότητα ωθείται σε μια παγκοσμιότητα και τείνει σε ενοποίηση.
Η πνευματική κατάληξη αυτής της διαδικασίας είναι ένας αυτάρεσκος μηδενισμός. Στις λατινογενείς γλώσσες ο όρος μηδενισμός ονομάζεται «nihilism» (νιχιλισμός) και προέρχεται από το αρνητικό λατινικό μόριο «ne» και τη λατινική λέξη «hilum», που σημαίνει ομφαλός. Μηδενιστής είναι ο άνθρωπος που δεν έχει ομφαλό και γενικά λώρο, δηλαδή δεν έχει πνευματικό πυρήνα, και άρα είναι πνευματικά μετέωρος, ανερμάτιστος, άσχετος, ασύνδετος.
Μετατρέποντας τους ανθρώπους σε μηδενιστικά άτομα ο φιλελευθερισμός αποδομεί και κάθε λογική και ηθική τάξη μέσω του μεταμοντερνισμού (post-modernism) και της μεταβιομηχανικής κοινωνίας (post-industrial society). Στη φάση του προχωρημένου φιλελευθερισμού ο ορθολογισμός, ο επιστημονισμός και ο θετικισμός της νεωτερικότητας (modernity) και της βιομηχανικής κοινωνίας αμφισβητούνται επίσης. Χαρακτηριστικοί εκφραστές αυτής της αμφισβήτησης είναι ο Άλβιν Τόφλερ (Alvin Toffler)και ο Tζορτζ Σόρος (George Soros), που έχει λανσάρει τη θεωρία της ανακλαστικότητας (reflexivity).
Ο φιλελευθερισμός οδηγείται σε μια πρόταση απόλυτης απελευθέρωσης του ατόμου ακόμη και από τη λογική και την ηθική. Η αντίληψη του φιλελευθερισμού για την ελευθερία είναι αρνητική, δηλαδή θέλει να μας «ελευθερώσει από», αλλά δεν έχει καμιά θετική πρόταση σχετικά με την «ελευθερία για», δηλαδή δεν μας λέει τίποτε  για το ποιο είναι το νόημα της ελευθερίας. Τουναντίον απορρίπτει την ίδια τη συζήτηση περί νοήματος και το πολύ-πολύ παρέχει μερικά καταναλωτικά προϊόντα, μερικές πρακτικές lifestyle και μερικά τηλεοπτικά show ως τρόπους παράκαμψης και απώθησης του ερωτήματος «ποιο είναι το νόημα της ελευθερίας», δηλαδή «ποιον τελικό σκοπό έχει η (ελεύθερη) ιστορική δράση μου»; Έτσι ο φιλελευθερισμός, παράλληλα με τον αυτάρεσκο μηδενισμό του, φθάνει στον μεταμοντερνισμό, όπου κάθε συζήτηση περί αλήθειας, λογικής, ηθικής και νοήματος αποδομείται και περιθωριοποιείται.
Στο στάδιο του μεταμοντερνισμού, όπου ήδη έχουμε εισέλθει ως ανθρωπότητα, ο φιλελευθερισμός μετασχηματίζεται, από μια πολιτική θεωρία, σε μια  μεταπολιτική στάση και πρακτική. Η πολιτική αγορά δεν έχει πλέον νόημα, διότι ο πολιτικός λόγος και η ηθική έχουν αποδομηθεί. Τα κράτη και τα έθνη δεν έχουν πια νόημα διότι έχουν διαλυθεί μέσα στο χωνευτήριο της παγκοσμιοποίησης. Οι θρησκευτικές και πολιτιστικές κοινότητες και παραδόσεις δεν ορίζουν την ιστορική δράση συλλογικών υποκειμένων, αλλά έχουν το πολύ-πολύ φολκλορική αξία, όπως λ.χ. τα τσαρούχια και οι φουστανέλες των Ευζώνων στην Ελλάδα του 21ου αιώνα. Η οικονομία, υπό την έννοια της παγκόσμιας καπιταλιστικής αγοράς, υποκαθιστά την πολιτική.
Οι προαναφερθείσες συνθήκες ορίζουν το «τέλος της ιστορίας», που ανήγγειλε ο Αμερικανός πολιτικός επιστήμων Φράνσις Φουκουγιάμα (Francis Fukuyama), το 1992, με το ομώνυμο βιβλίο του. Στο «τέλος της ιστορίας» ο φιλελευθερισμός δεν είναι ζήτημα επιλογής (αφού έχουν αποδομηθεί οι διαφορετικές συλλογικές ταυτότητες και παραδόσεις), αλλά προβάλλεται ως μια μορφή ιστορικής νομοτέλειας και η οικονομία αναδεικνύεται σε πεπρωμένο. Για  παράδειγμα, σε μια παραδοσιοκρατική κοινωνία, το αν θα είναι εργάσιμη ημέρα η Κυριακή θα οριζόταν με κριτήριο θρησκευτικές και γενικά πολιτιστικές αξίες και όχι με κριτήριο οικονομικές αξίες. Η επιβολή της οικονομίας ως πεπρωμένο των ανθρώπων οδηγεί στη μετάβαση από τον φιλελευθερισμό στον μεταφιλελευθερισμό, δηλαδή σε μια μορφή φιλελευθερισμού που υπέχει θέση μεταφυσικής στάσης. Ο μεταφιλελευθερισμός είναι η κορύφωση του φιλελευθερισμού και συγκεκριμένα η αντικατάσταση όλων των μεταφυσικών συστημάτων από τον φιλελευθερισμό.

.~`~.
Μετα-πολιτική μετα-ανθρωπότητα

Σήμερα πλέον έχουμε εισέλθει σε μια εποχή μετα-πολιτικής μετα-ανθρωπότητας. Ο Αλεξάντερ Ντούγκιν (Alexander Dugin), σύγχρονος κορυφαίος θεωρητικός της γεωπολιτικήςστο Κρατικό Πανεπιστήμιο της Μόσχας, έχει συνοψίσει τα χαρακτηριστικά της μετα-ανθρωπότητας του μετα-μοντερνισμού ως εξής:

1. Απο-πολιτικοποίηση: η πολιτική του μετα-ανθρώπου είναι ο πόλεμος ενάντια στην πολιτική. Η αποδόμηση της πολιτικής, πρώτα απ’ όλα, γίνεται με τη μετάβαση στην οικονομία (ο «οικονομικός άνθρωπος» αντικαθιστά τον «πολιτικό άνθρωπο») και αμέσως μετά με την κατάργηση της διάκρισης μεταξύ οικονομικού υποκειμένου-αντικειμένου, στο πλαίσιο ενός μετα-μοντέρνου δικτύου ελεύθερου παιχνιδιού, όπως εξήγησαν το 2000, στο βιβλίο τους με τίτλο «Empire» (Αυτοκρατορία), οι φιλόσοφοι Αντόνιο Νέγκρι (Antonio Negri) και Μάικλ Χαρντ (Michael Hardt). Έτσι δεν έχει τόση σημασία το αν η κυβέρνηση Σαμαρά θα εφαρμόσει ένα κάπως αυστηρότερο οικονομικό μνημόνιο από εκείνο που μπορεί να εφαρμόσει μια υποθετική κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ. Το ουσιώδες είναι ότι και η ΝΔ του Σαμαρά και ο ΣΥΡΙΖΑ του Τσίπρα συμφωνούν ότι η οικονομία είναι το κέντρο του κόσμου, ότι οι αξίες ανάγονται σε οικονομικές τιμές και ότι δεν υπάρχει σαφής διαχωριστική γραμμή μεταξύ οικονομικού υποκειμένου-αντικειμένου. Γι’ αυτό, ακόμη και όταν επιχειρεί να αντιπολιτευθεί την κυβέρνηση Σαμαρά, ο ΣΥΡΙΖΑ δεν αντιτάσσει διαφορετική ολοκληρωμένη κοσμοθεωρία, ούτε, πολύ περισσότερο μια οντολογία ή μια ηθική, αλλά διατυπώνει απλώς και μόνο αποσπασματικές, θεματικές και διαχειριστικού χαρακτήρα εναλλακτικές προτάσεις.
Επίσης η απο-πολιτικοποίηση προωθείται μέσω της μόδας, των διασημοτήτων, της γοητείας, του γκλάμορ και της σόου μπίζνες, που μας διδάσκουν ότι η κοινωνική και πολιτική καταξίωση δεν εξαρτάται από την κλασική έννοια της εργασίας αλλά από το να ενταχθεί και να διακριθεί κάποιος μέσα στο συνεχώς μεταβαλλόμενο δίκτυο γοητείας και σαγήνης. Έτσι τα μετα-πολιτικά κόμματα θεωρούν πλέον επιβεβλημένο να γεμίσουν το κοινοβούλιο με βουλευτές που προέρχονται από τις σόου μπίζνες, από το μόντελινγκ, από τον εμπορευματοποιημένο επαγγελματικό αθλητισμό, καθώς και από τα τηλεπαράθυρα και τα κοσμικά γκαλά. Όλοι εκφράζουν αυτό που ο Γάλλος φιλόσοφος Ζιλ Ντελούζ (Gilles Deleuze) έχει αποκαλέσει «λείο χώρο» (l’ espace lisse). Ήδη πολλές δυνάμεις επιχειρούν να «καταξιώσουν» τον Αλέξη Τσίπρα και άλλα άρενα και θήλεα μέλη της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ στον στίβο της γοητείας και του «λείου χώρου».

2. Αυτονομισμός: Ο μετα-πολιτικός μετάνθρωπος κατ’ αρχάς αποδομεί τη διοίκηση και τη συλλογική ταυτότητα και κοινότητα και στη συνέχεια προχωρεί στην αποδόμηση και του ίδιου του δικού του εαυτού. Ειδικά από τη δεκαετία του 1970 και μετά η Ελλάδα αποδομεί τη συλλογική πνευματική της υπόσταση, καταργεί τη διάκριση εαυτός-άλλος (μιλώντας για ενιαία Ευρώπη, όπου μάλιστα ως Ευρώπη εννοεί τη Δύση και ειδικά τη Δύση που θεμελιώνεται στους Φράγκους, στον Καρλομάγνο και στον Καρτέσιο, εχθρούς της βυζαντινής πνευματικότητας), αποδομεί το κράτος και φθάνει πλέον σήμερα να είναι ένα αποδομημένο κράτος αποτελούμενο από άτομα με κατακερματισμένη ταυτότητα. Ο μετα-πολιτικός μετάνθρωπος δεν αναγνωρίζει τη διάκριση πάνω ή κάτω από αυτόν (ιεραρχία), ούτε μπορεί να συνειδητοποιήσει τον «εαυτό» και τον «άλλο», ούτε μπορεί να κατανοήσει ο,τιδήποτε βρίσκεται έξω από τον ατομικό μικρόκοσμό του. Η μόνη σχέση που έχει με την πολιτική υπαγορεύεται από επιθυμίες και όχι από λογική και αρχές. Μάλιστα ο μετα-πολιτικός μετάνθρωπος είναι τόσο πνευματικά κατακερματισμένος ώστε η πολιτική συμπεριφορά του μπορεί να υπαγορεύεται από επιθυμίες, αλλά ο ίδιος μπορεί να μην έχει καν πλήρη επίγνωση του τι επιθυμεί και γιατί το επιθυμεί. Οι δημοσκοπήσεις που δείχνουν μαζική επιθυμία παραμονής στο ευρώ και στο ΝΑΤΟ και συγχρόνως μαζική επιθυμία κατάργησης των συνεπειών του ευρώ και του ΝΑΤΟ είναι χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτού του φαινομένου.
Οι επαναστάσεις του Twitter στον αραβικό κόσμο και οι πολιτικοί του iPad, σαν τον Γιώργο Παπανδρέου, τον Αντώνη Σαμαρά, τον Άδωνι Γεωργιάδη και τη Ρένα Δούρου (δεδηλωμένη θαυμάστρια του προέδρου Ομπάμα, που είναι άλλος ένας πρόεδρος τύπου iPad), είναι εκδηλώσεις της πολιτικής μετα-ανθρωπολογίας και του φαινομένου του μετα-κράτους. Όπως έχει παρατηρήσει ο Αλεξάντερ Ντούγκιν «ένα κλασσικό παράδειγμα είναι ένας τοξικομανής ως ειδικός στη στρατηγική της πολιτικής».

3. Μικροσκοπισμός: Συσσωματώσεις πνευματικά κατακερματισμένων ατόμων δημιουργούν το μετα-κράτος, που είναι μια τραγική παρωδία του κράτους, ένα φάντασμα κράτους. Στο μετα-κράτος υπάρχουν μόνο εφήμεροι και προσωρινοί θεσμοί. Οι πολιτικές και οι νομικές αρχές υπόκεινται σε συνεχείς αλλαγές και εφήμερες σκοπιμότητες, οι δε κοινοβουλευτικές διαδικασίες είναι απλώς ένα μεταμοντέρνο παιχνίδι σαν αυτά που παίζονται στο Play Station. Όπως έχει επισημάνει ο Αλεξάντερ Ντούγκιν το μετα-κράτος «είναι σαν μια πειραματική δημοκρατία τοποθετημένη στον κυβερνοχώρο ή ένα βραζιλιάνικο καρναβάλι που αντικαθιστά τη ρουτίνα με μια ρουτίνα θεάματος. Στο μετα-κράτος το σοβαρό και το επιπόλαιο εναλλάσσονται». Εξ ου και οι φαιδροί, οι χυδαίοι και οι αμόρφωτοι έχουν πρωταγωνιστικά πολιτικά αξιώματα.
Στο μετα-κράτος το μικρό κυριαρχεί στο μεγάλο. Κάθε μεγάλη αφήγηση, ιδεολογική, θρησκευτική, φιλοσοφική κ.ο.κ. περιθωριοποιείται. Γι’ αυτό άλλωστε, στα κράτη που έχουν γίνει μετα-κράτη, βλέπουμε τις μεγάλες παραδοσιακές Εκκλησίες των μετα-κρατών να βυθίζονται στο «μικρό». Για παράδειγμα, σε τόσο κρίσιμους καιρούς, με τόσο έντονα και μεγάλα υπαρξιακά προβλήματα, αντί να παράγουν μεγάλο θεολογικό λόγο και εν τέλη να χριστιανοποιούν πνευματικά τους ανθρώπους, ώστε να αναδειχθούν μια διαφορετική κοινωνία και ένα διαφορετικό πολιτικό σύστημα (δηλαδή να «εκκλησιοποιηθεί», όπως λέμε στη θεολογία, ο κόσμος), η μεν Εκκλησία της Ελλάδος λειτουργεί κυρίως σαν φιλανθρωπικό και ψυχοκατευναστικό σωματείο του ελλαδικού μετα-κράτους, σαν να πρόκειται για έναν ακόμη θεσμό παρόμοιο με τους φιλανθρωπικούς θεσμούς της κυρίας Μαριάννας Βαρδινογιάννη και του ομίλου Αλαφούζου, η δε Εκκλησία της Κωνσταντινουπόλεως λειτουργεί κυρίως σαν ένα οικολογικό και ανθρωπιστικό κίνημα, σαν να πρόκειται για έναν ακόμη θεσμό παρόμοιο με τις πρωτοβουλίες του Τζορτζ Σόρος για την «πράσινη ανάπτυξη» και την «ανοιχτή κοινωνία». Ο συμβιβασμός τους με την ουσία του μετα-κράτους και ευρύτερα του μετα-μοντερνισμού είναι δομικός, οι δε «φιλάνθρωπες» πρωτοβουλίες τους, όσο μεγάλους προϋπολογισμούς και αν έχουν, ουσιαστικά προάγουν τον μικροσκοπισμό ως πνευματική ταυτότητα του μετα-κράτους και τον απανθρωπισμό του ανθρώπου.
Πώς εξηγείται η συντριπτική πλειοψηφία του ελλαδικού πληθυσμού να καταγράφεται στις στατιστικές ως χριστιανική και μάλιστα ορθόδοξη χριστιανική και συγχρόνως η Ελλάδα να έχει εκπέσει σε ένα μετα-κράτος με κολοσιαία αδικία, ανεργία, φτώχεια και διαφθορά; Είναι δυνατόν αυτά να είναι έργα ορθόδοξων χριστιανών; Μάλλον κάτι δεν πάει καθόλου καλά με την κατήχηση και τον εκκλησιαστικό βίο των μελών της Εκκλησίας της Ελλάδος. Και αυτό δεν διορθώνεται με συσσίτια και φθηνές παρηγοριές.

4. Απανθρωπισμός: Στο πλαίσιο της πολιτικής μετα-ανθρωπολογίας, τονίζει ο Αλεξάντερ Ντούγκιν, κυριαρχεί ο κανόνας της αντιστροφής. Τα πάντα αντιστρέφονται: η εργασία, η αργία, η γνώση, η άγνοια, το δημόσιο και το ιδιωτικό. Η παρακολούθηση τηλεοπτικών σόου γίνεται μέρος της εργασίας (συντηρεί τον πολιτισμό και τη βιομηχανία του θεάματος, που η τελευταία σύμπραξη των τηλεοπτικών ομίλων Αnt1-VICE μάς υπόσχεται ότι θα είναι ακόμη πλουσιότερη), η ενασχόληση με μικροσκοπικές και βλακώδεις λεπτομέρειες της ζωής κάποιου είναι η ουσία των ριάλιτι σόου και των lifestyle εκπομπών, η αντιστροφή ρόλων και εικόνων ανδρών και γυναικών και τα δικαιώματα των LGBT (Λεσβιών-Γκέι-Μπαϊσέξουαλ-Τρανστζέντερ) γίνονται μείζονα πολιτικά και κοινωνικά ζητήματα και καθήκοντα, οι πολιτικοί, αντί να είναι σεβάσμια και επιβλητικά πρόσωπα, επιλέγονται και προβάλλονται για τα νιάτα τους, τη γοητεία τους, το στυλ τους και πάνω απ’ όλα (αν και δεν ομολογείται εύκολα) για την απειρία τους (είναι δε «ιδανικοί» αν κρύβουν σημαντικούς «σκελετούς» στο ντουλάπι, ώστε να υπόκεινται σε εκβιασμούς), και επίσης η σχέση θύματος-εγκληματία γίνεται ασαφής (το διακήρυξε και ο Θεόδωρος Πάγκαλος, λέγοντας «μαζί τα φάγαμε»). Αυτός είναι ο αντεστραμμένος μεταμοντέρνος κόσμος μας, ο οποίος λειτουργεί σαν μια βασική προσωπικότητα, σύμφωνα με την ορολογία του ψυχίατρου και ψυχαναλυτή Άμπραμ Κάρντινερ (Abram Kardiner).

5. Κατακερματισμός: Το υφολογικό και στρατηγικό οπλοστάσιο του κόμματος στην εποχή της μετα-πολιτικής μετα-ανθρωπότητας είναι η μόδα, οι δημόσιες σχέσεις και οι διαδραστικές τεχνολογίες πληροφοριών. Στη γαλλική το μοδάτο και μοντέρνο λέγεται «branche», που σημαίνει κατά λέξη συνδεδεμένος. Αντίστοιχα, στα ελληνικά, το μοδάτο και μοντέρνο λέγεται ότι είναι «του συρμού». Η μόδα και η τεχνολογία αλλάζουν γρήγορα και αυτός που είναι «συνδεδεμένος» (branche), ή έχει ανέβει στον «συρμό», αλλάζει μαζί τους. Δεν υπάρχουν για αυτούς παραδόσεις, αιωνιότητα, υπεριστορικές αξίες, ούτε καν χθες, σήμερα και αύριο, αλλά υπάρχει μόνο ένα «τώρα». Για αυτό, άλλωστε, ψηφίζουν νομοσχέδια χιλιάδων σελίδων και τεράστιων επιπτώσεων με διαδικασίες φραπέ, αρνούνται δε κάθε συζήτηση για θέματα αρχών, μεγάλων αφηγήσεων, παραδόσεων και τελικά υπαρξιακής στρατηγικής.
Σε αυτό το πλαίσιο ακόμη και η φωτογραφία του Τσε Γκεβάρα γίνεται εμπορικό προϊόν του συρμού. Ο δε παναριστερός όμιλος «Νίκος Μπελογιάννης», τον οποίο σκέφθηκαν να δημιουργήσουν η βουλευτής Ρένα Δούρου του ΣΥΡΙΖΑ, ο βουλευτής Πέτρος Παπακωνσταντίνου, στέλεχος της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, και ο Νίκος Μπογιόπουλος, δημοσιογράφος του «ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗ», είναι ένα ακόμη φαινόμενο της μετα-πολιτικής μετα-ανθρωπότητας, διότι αναβιώνει, επί το μεταμοντέρνον μάλιστα, την ιστορική αποστολή του Νίκου Μπελογιάννη. Στη δεκαετία του 1940, εν μέσω του ελληνικού εμφυλίου πολέμου και του Ψυχρού Πολέμου, οι Βρετανοί σκέφθηκαν ότι θα ήταν καλή ιδέα η διαχείριση του ελληνικού πολιτικού συστήματος μέσω της δημιουργίας ενός μεγάλου αριστερού κόμματος στα πρότυπα του βρετανικού Εργατικού Κόμματος, ώστε να σταθεροποιηθεί και να ελεγχθεί το ελληνικό πολιτικό σύστημα (και βεβαίως να αφομοιωθεί πλήρως η επαναστατική αριστερά και να αποκλειστούν οι Ρώσοι-Σοβιετικοί). Αυτή ήταν η στρατηγική αποστολή του Μπελογιάννη, την οποία όμως τότε κάποιοι Αμερικανοί και Έλληνες ούτε κατανόησαν, ούτε ενέκριναν, ούτε εμπιστεύθηκαν και έτσι ο Μπελογιάννης εκτελέστηκε το 1952, καθώς επιβλήθηκε η γραμμή των σκληροπυρηνικών χοντροκέφαλων πολιτικών «κάου μπόις» των ΗΠΑ του 1950, παρ’ ότι 159 βουλευτές της Μεγάλης Βρετανίας ζήτησαν τότε να μην εκτελεστεί ο Μπελογιάννης. Στις αρχές του 1950 το αμερικανικό κατεστημένο δεν γνώριζε ακόμη τη σημασία της «ήπιας δύναμης» (soft power) και την υψηλή βρετανική τέχνη της πολιτικής ίντριγκας και σκεπτόταν με απλοϊκούς μανιχαϊκούς όρους. Από τότε έμαθαν και οι κάου μπόις την τέχνη της βρετανικής διπλωματίας και πλέον οι ΗΠΑ ασκούν «ήπια δύναμη». Σήμερα λοιπόν ένας παναριστερός όμιλος «Νίκος Μπελογιάννης», με τη χαριτωμένη ΣΥΡΙΖέα Δούρου, τον κομμουνιστή Μπογιόπουλο και τον επαναστάτη Πέτρο Παπακωνσταντίνου, είναι πρώτης τάξεως εργαλείο για τη μεταμοντέρνα ένταξη της ελλαδικής αριστεράς στον «λείο χώρο» (l’ espace lisse), υπό τη φωτογραφία μάλιστα ενός ντόπιου ιδεολογικού μάρτυρα. Οι ΗΠΑ πλέον κατανοούν και στηρίζουν το σχέδιο «Νίκος Μπελογιάννης»...

.~`~.
Μεταφιλελεύθερες συνιστώσες

Ο φιλελευθερισμός στο ανώτατο στάδιό του, δηλαδή στη φάση που πλέον έχει εξελιχθεί στον μεταφιλελευθερισμό, έχει μια δεξιά συνιστώσα, τύπου «Νέας Δημοκρατίας» του Αντώνη Σαμαρά, και μια αριστερή συνιστώσα, τύπου ΣΥΡΙΖΑ του Αλέξη Τσίπρα (θα αναφέραμε και το ΠΑΣΟΚ του Ευάγγελου Βενιζέλου αν δεν ήταν τόσο πολιτικώς ασήμαντο). Η «Νέα Δημοκρατία» υπό τον Αντώνη Σαμαρά αποτελεί την πιο προχωρημένη έκφραση του μεταφιλελευθερισμού στην Ελλάδα εκ μέρους τής κεντροδεξιάς. Η σταδιακή μετατροπή πολιτικών προσώπων και πολιτών σε ρομπότ, υπό τη μεταφιλεύθερη έννοια, και η καθιέρωση της οικονομίας ως πεπρωμένου αποτελούν τον πυρήνα του προγράμματος της κυβέρνησης Σαμαρά. Εξ ου και στη σημερινή «Νέα Δημοκρατία» υπάρχουν μόνο πολιτικά ρομπότ της Τρόικας και μερικοί καταθλιπτικοί παλαιονεοδημοκράτες.
Ο ΣΥΡΙΖΑ, υπό τον Αλέξη Τσίπρα και μια ομάδα πολιτικών προσώπων που εκκολάφθηκαν από τον ΠΑΣΟΚικό οπορτουνισμό και την ΠΑΣΟΚική υποκρισία, αποτελεί την πιο προχωρημένη αριστερή εκδοχή τού μεταφιλελευθερισμού στην Ελλάδα. Για όσους γνωρίζουν πολιτική επιστήμη ο ΣΥΡΙΖΑ έχει πλέον στρατευθεί σε αυτό που διεθνώς ονομάζεται «σοσιαλισμός τού τρίτου δρόμου» ή απλά «Τρίτος Δρόμος».
Ο «σοσιαλισμός του τρίτου δρόμου» ή απλά «Τρίτος Δρόμος» είναι ένας προσανατολισμός της σοσιαλδημοκρατίας που επιχειρεί έναν δομικό συμβιβασμό με τον μεταφιλελευθερισμό. Πρωτεργάτης αυτού του προσανατολισμού είναι ο Άγγλος κοινωνιολόγος Άντονι Γκίντενς (Antony Giddens), ο οποίος έχει τιμηθεί με τον τίτλο τού βαρόνου από τη βασίλισσα Ελισάβετ Β’ της Μεγάλης Βρετανίας. Αυτός ο προσανατολισμός ονομάστηκε τρίτος δρόμος διότι είναι κάτι μεταξύ της κλασικής σοσιαλδημοκρατίας και του αμερικανικού (γενικότερα αγγλοσαξονικού) (μετα)φιλελευθερισμού, όπως τον εξηγήσαμε στην αρχή αυτού του άρθρου. Οι υποστηρικτές τού τρίτου δρόμου προτείνουν μια σύνθεση μεταξύ των σοσιαλδημοκρατών και των φιλελεύθερων δημοκρατών, με θεμέλιο και επίκεντρο τις κοινές ιδεολογικές ρίζες τους στον Ευρωπαϊκό Διαφωτισμό και την κοινή απέχθειά τους προς τον συντηρητισμό και τον αριστερό εξτρεμισμό.
Σύμφωνα με τον Γκίντενς ο σκοπός των σοσιαλιστών τού τρίτου δρόμου είναι η συνεργασία των σοσιαλδημοκρατών και των φιλελεύθερων για τη δημιουργία μιας ευρωπαϊκής κοινωνίας βασισμένης στην ιδεολογία των «ανθρωπίνων δικαιωμάτων», στη διατήρηση του ιδιοκτησιακού δικαιώματος και σε μια τροποποίηση της δυνατότητας οικονομικών παρεμβάσεων της κυβέρνησης και του μηχανισμού ανακατανομής του πλούτου μέσα σε εκ των προτέρων προσδιορισμένα όρια. Με άλλα λόγια, στο οικονομικό πεδίο, οι σοσιαλιστές τού τρίτου δρόμου δεν αμφισβητούν το status quo, αλλά επισημαίνουν στους φιλελεύθερους ότι πρέπει να υπάρχουν μεγαλύτερα –αν και σαφώς καθορισμένα– όρια οικονομικής παρέμβασης των κυβερνήσεων και ανακατανομής του εισοδήματος, προκειμένου να συντηρείται καλύτερα και με μεγαλύτερη ασφάλεια το ιδρυμένο σύστημα. Ως προς το φιλελεύθερο ιδεολόγημα των «ανθρωπίνων δικαιωμάτων» και την αποδόμηση ή απαξίωση των παραδοσιακών συλλογικών ταυτοτήτων και του προνεωτερικού «ιερού» οι σοσιαλιστές τού τρίτου δρόμου ουσιαστικά προσυπογράφουν τον μεταφιλελευθερισμό.
Επίσης, σε αντίθεση προς τους κλασικούς σοσιαλδημοκράτες και ιδίως προς τους Ευρωπαίους κομμουνιστές, οι σοσιαλιστές του τρίτου δρόμου διάκεινται ευμενώς προς τις ΗΠΑ, κάνουν φιλοαμερικανικές δηλώσεις του ενός ή του άλλου είδους, και ευνοούν την ενίσχυση της Ατλαντικής Συμμαχίας (βεβαίως ορισμένοι υπέρμαχοι της παλαιάς Αριστεράς μέσα στον ΣΥΡΙΖΑ υποστηρίζουν την κατάργηση των ΝΑΤΟϊκών βάσεων στην Ελλάδα χωρίς όμως να προτείνουν κανέναν εναλλακτικό γεωστρατηγικό προσανατολισμό για την Ελλάδα, όπως θα ήταν λ.χ. μια ελληνο-ρωσική στρατιωτική και οικονομική συμμαχία, και άρα αποτελούν απλώς περιπτώσεις ανοησίας ή ψηφοθηρίας μέσα στον όλο ΣΥΡΙΖΑ του «Τρίτου Δρόμου»).
Οι θέσεις και οι δηλώσεις του προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ, Αλέξη Τσίπρα, υπέρ της Ευρωπαϊκής Ένωσης, υπέρ των ΗΠΑ του Ομπάμα (ενός προέδρου-υπηρέτη της τραπεζοκρατορίας), υπέρ της συνεννόησης με την Ευρωζώνη (υπέρ-κράτος της ΕΚΤ) και υπέρ της προώθησης της μεταφιλελεύθερης ατζέντας περί «ανθρωπίνων δικαιωμάτων» και περί της αποδόμησης/ιδιωτικοποίησης των μεγάλων συλλογικών παραδόσεων και ταυτοτήτων, σε συνδυασμό με την οπορτουνιστική στάση του προς το «Καραμανλικό μπλοκ» και προς την Εκκλησία της Ελλάδος (τη στιγμή που, συνεπής με το μεταφιλεύλευθερο πρόταγμά του, απέρριψε το εκκλησιαστικό μυστήριο του Βαπτίσματος για το παιδί του), δείχνουν σαφώς ότι έχει υιοθετήσει τον σοσιαλισμό τού τρίτου δρόμου και έτσι επιχειρεί να καταστήσει τον ΣΥΡΙΖΑ την αριστερή συνιστώσα τού παγκόσμιου μεταφιλελεύθερου μονόλογου.
Ο Τσίπρας ως πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ και η Δούρου ως συντελεστής της ιδέας για την παναριστερή οργάνωση «Νίκος Μπελογιάννης» ολοκληρώνουν, με τον πιο προχωρημένο τρόπο, το βρετανικό σχέδιο που είχε αναπτυχθεί στα τέλη του 1940 και στις αρχές του 1950 για τη συγκέντρωση όλων των ελληνικών αριστερών δυνάμεων μέσα σε ένα διαχειρίσιμο μεγάλο κόμμα στο πρότυπο του βρετανικού Εργατικού Κόμματος. Τώρα πλέον και η κυβέρνηση των ΗΠΑ, ειδικά υπό τον Ομπάμα και υπό το πρίσμα της θεωρίας του Τζόζεφ Νάι Τζούνιορ (Joseph Nye Junior)περί «ήπιας δύναμης» και «έξυπνης δύναμης», ενισχύει τον «σοσιαλισμό του τρίτου δρόμου» ως ένα εργαλείο άσκησης «ήπιας δύναμης». Από την άλλη πλευρά η Νέα Δημοκρατία –η οποία άλλωστε από την ίδρυσή της ήταν το «ορθόδοξο» κόμμα του ευρωατλαντισμού στην Ελλάδα και υπόδειγμα πνευματικής πενίας– έχει, υπό την προεδρία του Αντώνη Σαμαρά, γίνει το κόμμα της ωμής ρομποτοποίησης της πολιτικής, των αγοριών της Μυκόνου και του στυλ, που μπερδεύουν το πνεύμα με το οινόπνευμα (τύπου Άρη Σπηλιωτόπουλου και Δημήτρη Αβραμόπουλου), των εκκολαπτόμενων νέων αστέρων της διαπλοκής και των ασήμαντων τιτιβισμάτων (τύπου Άδωνι Γεωργιάδη), καθώς και των παγίων κληρονομικών βουλευτών της παλαιάς Δεξιάς, των οποίων το μεγαλύτερο προσόν είναι το οικογενειακό τους επώνυμο (τύπου Μιλτιάδη Βαρβιτσιώτη).

.~`~.
Αντιπρόταση ο επαναστατικός συντηρητισμός

Ο πρωτοπόρος Ρώσος θεωρητικός Αλεξάντερ Ντούγκιν έχει επισημάνει την ιστορική ήττα του φασισμού και του Μαρξισμού και την βαθύτατη κρίση και μετάλλαξη του φιλελευθερισμού, επισημαίνοντας έτσι την ανάγκη υπέρβασης και των τριών βασικών ιδεολογιών προς αναζήτηση της «τέταρτης πολιτικής θεωρίας», όπως επιγράφεται το ομώνυμο βιβλίο του («The Fourth Political Theory», Arktos Media Ltd, 2012).
Ο φασισμός, υπό την έννοια της προάσπισης του κράτους ως θεσμού συλλογικής ταυτότητας και παράδοσης, μπορεί να αποτελέσει σημαντική αμφισβήτηση του μεταφιλελευθερισμού, αλλά αποτελεί ιστορικώς ηττημένη ιδεολογία και στιγματισμένη από την εγκληματική διαστροφή του από τον ναζισμό και τον ρατσισμό. Ο Μαρξισμός, υπό την έννοια της προάσπισης της κοινωνικής τάξης ως θεσμού συλλογικής ταυτότητας και παράδοσης, μπορεί να αποτελέσει σημαντική αμφισβήτηση του μεταφιλελευθερισμού, αλλά επίσης αποτελεί ιστορικώς ηττημένη ιδεολογία και στιγματισμένη από την αποτυχία τού σοβιετικού συστήματος.
Μια ολοκληρωμένη πολιτική απάντηση στον μεταφιλελεύθερο μονόλογο μπορεί να προέλθει από ένα κίνημα επαναστατικού συντηρητισμού, υπό το πρίσμα τού σύγχρονου ευρασιατικού κινήματος και της ελληνικής –αρχαίας και βυζαντινής– πνευματικότητας (σχετικά βλ. το βιβλίο μου «The Hesychastic Illuminism and the Theory of the Third Light», που θα εκδοθεί από τον αγγλικό εκδοτικό οίκο White Crane Publishing Ltd μέσα στο 2013).
Ο όρος «επαναστατικός» εν προκειμένω δηλώνει την αμφισβήτηση του status quo, δηλαδή την πρόταση ενός διαφορετικού συστήματος και όχι απλά την πρόταση εναλλακτικών τρόπων διαχείρισης του ιδρυμένου συστήματος. Ο όρος «συντηρητισμός» δηλώνει τον σεβασμό στην παράδοση και γενικά στις διαφορετικές συλλογικές ταυτότητες-κουλτούρες.
Με τον όρο «παράδοση» εννοούμε τη μεταφορά ενός αιώνιου νοήματος από το παρελθόν, δια του παρόντος, στο μέλλον. Στο πλαίσιο της παράδοσης η αιωνιότητα συνυπάρχει με τον χρόνο και μάλιστα προσδιορίζει την πορεία τού χρόνου και τη σημασία τού παρόντος, όπως το έχει εξηγήσει ο κλασικός Έλληνας φιλόσοφος Πλωτίνος στο σύγγραμμά του «Περί Αιώνος και Χρόνου». Έτσι π.χ. το τι πρέπει να κάνει ο πολιτικός στο εκάστοτε «σήμερα» δεν πρέπει να προσδιορίζεται απλώς από εφήμερες συνθήκες και σκοπιμότητες, αλλά από μια αιώνια αλήθεια, στην οποία ο πολιτικός, ως φορέας τής παράδοσης της κοινωνίας του, πρέπει να αναφέρεται και να λογοδοτεί.

Νικόλαος Λάος

.~`~.
Για περαιτέρω ιχνηλάτηση και πληρέστερη προοπτική

«Δύση και Ισλάμ» - μέρος α´. Εισαγωγή στην αλληλοσυσχέτιση οντολογίας, επιστημολογίας, αξιολογίας και πολιτικής και στον τρόπο δικαιολόγησης και νομιμοποίησης στην ισλαμική και δυτική πραξεολογία.

$
0
0

...ο Γ. Μουμπάρακ δεν έχει καθόλου άδικο όταν λέει ότι... «το Ισλάμ θα είχε πολύ λιγότερες αντιστάσεις από τον χριστιανισμό απέναντι στη μαρξιστική χειραγώγηση, γιατί δεν κάνει ακόμη σαφή διάκριση μεταξύ εγκόσμιου και πνευματικού. Το πνευματικό κινδυνεύει να εξαφανιστεί πιο εύκολα κάτω από την υλιστική επίδραση της τεχνολογίας, μέσα σε μια μουσουλμανική κοινωνία που έχει γίνει κομμουνιστική». Γιατί έχει δίκιο; Διότι, σε τελική ανάλυση, ο χριστιανισμός είχε υποστεί παντού ή σχεδόν παντού τον κλονισμό μιας απότομης επιστημονικής προόδου, ορθολογιστικής και εκκοσμικευμένης πριναπό την επίδραση της βιομηχανικής Επανάστασης' διότι η μοκροχρόνια αυτή μύηση του τον είχε βοηθήσει να προσαρμοστεί, όχι χωρίς αντιστάσεις, αλλά διατηρώντας παρ' όλα ταύτα την ισορροπία του, και εγκαταλείποντας καθ' οδόν όλα όσα έπρεπε να εγκαταλείψει. Και τώρα είναι εξοπλισμένος απέναντι στην τεχνολογία, απέναντι στον ορθολογισμό, ακόμη και απέναντι στον μαρξισμό.
Fernand Braudel

.~`~.
I
α´
Πολλοί ακαδημαϊκοί και πολιτικοί είχαν πειστεί ότι ο υφιστάμενος τρόπος ζωής, η σκέψη και οι πολιτικοί θεσμοί της Δύσης θα μπορούσαν εύκολα να προσαρμοστούν στις μουσουλμανικές κοινωνίες με το να συμμορφωθούν προς τα συστήματα πεποιθήσεων και τους κανόνες του Ισλάμ. Όμως, έπειτα από ορισμένες εμπειρίες, εξεπλάγησαν όταν είδαν ότι ακόμη και εκείνοι οι διανοούμενοι που είχαν δυτική ακαδημαϊκή εκπαίδευση παρέμειναν βαθιά προσκολλημένοι στο σύστημα πίστης, το δόγμα, τον πολιτισμό, την ιστορία και τη κουλτούρα του Ισλάμ. Ως εκ τούτου, στη δεκαετία του 1980 εμφανίστηκε ένα μεγάλος όγκος βιβλίων σχετικά με την ισλαμική θρησκευτική αναβίωση... Η κατηγοριοποίηση των ισλαμικών αντιδράσεων στη δυτική πολιτισμική πρόκληση μπορεί να γίνει μεθοδολογικό εμπόδιο στην κατανόηση των πραγματικών πηγών αυτού του φαινομένου. Συνεπώς, οι κατηγοριοποιήσεις αυτών των αντιδράσεων -όπως φονταμενταλιστικό Ισλάμ, παραδοσιακό Ισλάμ και κοσμικό Ισλάμ- μπορεί να οδηγήσουν σε υποκειμενικές γενικεύσεις. Οι όροι «φανταμενταλιστικό» ή «ριζοσπαστικό», που χρησιμοποιούνται από τους ανατολιστές για να απομονώσουν από τον συνηθισμένο μουσουλμανικό πληθυσμό εκείνες τις ομάδες που αποσκοπούν στην εγκαθίδρυση ενός ισλαμικού τρόπου ζωής με ένα πολιτικό σύστημα που θα περιλαμβάνει τα πάντα, δεν μπορούν να εξηγήσουν την αυξανόμενη ισλαμική αντίδραση στους δυτικούς τρόπους σκέψης και ζωής.
Η ασάφεια αυτών των όρων αποκρύπτει τον συνολικό χαρακτήρα του προβλήματος με το να παραλείπει τις ρίζες των συγκρουόμενων ζητημάτων. Επιπρόσθετα, το γεγονός ότι αυτές οι αντιδράσεις άρχισαν να διαδίδονται μεταξύ των πλέον εκβιομηχανισμένων και εκσυγχρονισμένων μουσουλμανικών μαζών αποδεικνύει ότι ούτε οι κοινωνιολογικές και οικονομικές αναλύσεις που σχετίζονται με τις θεωρίες του εκσυγχρονισμού είναι επαρκείς για την κατανόηση και την αποτίμηση αυτής της αντίδρασης. Σήμερα κανείς δεν μπορεί να ισχυριστεί ότι, έπειτα από ένα ορισμένο στάδιο εκβιομηχάνισης και εκσυγχρονισμού, οι μουσουλμανικές μάζες ως σύνολο θα υιοθετήσουν δυτικούς τρόπους σκέψης και ζωής και αυτό γιατί στην πραγματικότητα το όλο πρόβλημα είναι κάτι παραπάνω από πρόβλημα σταδίου εξέλιξης. Η εν λόγω πραγματικότητα θα πρέπει να ιδωθεί υπό το πρίσμα ότι στην πραγματικότητα το Ισλάμ γίνεται αντιληπτό ως μια κοσμοθεωρία (Weltanschauung) εναλλακτική προς τη τη δυτική φιλοσοφικοπολιτική παράδοση και όχι υπό το πρίσμα της «ιδεολογικής αδιαλλαξίας του Ισλάμ έναντι του Δυτικού κόσμου σήμερα» (Crone & Hinds), καθώς και οι Μουσουλμάνοι μπορεί εξίσου καλά να κατηγορήσουν τη Δύση για «ιδεολογική αδιαλλαξία».
Από την άλλη πλευρά, ορισμένες υπεραπλουστευτικές εξηγήσεις για την ισλαμική αναβίωση έχουν χάσει την αξία τους λόγω της αυξανόμενης ισλαμικής αναβίωσης παρά την ύφεση των παραγόντων στους οποίους βασίζονται αυτές οι εξηγήσεις. Ο ισχυρισμός του Pipes ότι η ισλαμική αναβίωση είναι προσωρινό γεγονός που εδράζεται στη μεγάλη άνοδο των τιμών του πετρελαίου, είναι ενδιαφέρον παράδειγμα αυτών επιχειρημάτων... Η αναλογία που κάνει μεταξύ των Μουσουλμάνων στη σύγχρονη εποχή και των Εβραίων μετά την καταστροφή του Ναού το 586 π.Χ. είναι άλλη μια ενδιαφέρουσα αλλά μη περιγραφική ερμηνεία σχετικά με την ισλαμική αναβίωση... Φαίνεται ότι οι εξελίξεις στον μουσουλμανικό κόσμο δεν επιβεβαιώνουν τον Pipes. Αντιθέτως, η ευρέως διαδεδομένη ισλαμική αναβίωση επιβεβαιώνει τον ισχυρισμό του Voll ότι ο ισλαμικός κόσμος στις αρχές του 15ου αιώνα (ο οποίος ξεκίνησε τον Νοέμβριο του 1980) βρίσκεται «εν μέσω μεγάλων μεταλλαγών σε όλες τις διαστάσεις της εμπειρίας του» και «ότι η ισλαμική αναβίωση έχει επιφέρει αλλαγές στην ούμαμε το να της παρέχει νέους πειρασμούς και νέες ευκαιρίες».
...οι συγκρούσεις και αντιθέσεις μεταξύ της ισλαμικής και της δυτικής πολιτικής σκέψης πηγάζουν κυρίως από το φιλοσοφικό, μεθοδολογικό και θεωρητικό τους υπόβαθρο και όχι από απλές θεσμικές και ιστορικές διαφορές. Στη πραγματικότητα, οι ιστορικές και θεσμικές διαφορές είναι αντίστοιχα αυτών των φιλοσοφικοπολιτικών βάσεων και αντιλήψεων. Τα ζητήματα πως και μέσω ποιών διαδικασιών αυτές οι εναλλακτικές αντιλήψεις του κόσμου επηρεάζουν τις πολιτικές ιδέες διαμέσου ενός συνόλου αξιολογικών προϋποθέσεων αποτελούν τον πυρήνα αυτού του βιβλίου [Σημ. Δ`~. στην κατανόηση αυτής της θέσης μπορεί να συμβάλλει η ανάρτηση Ιχνηλάτηση οντολογίας/επιστημολογίας και αξιολογίας ή ισχύος και αξίας στη πολιτική πραξεολογία - πνεύμα και αισθητά ή οντολογικό και αξιολογικό πρόβλημα.]... η κατεύθυνση που πήρε ο συνδυασμένος αντίκτυπος της δυτικής φιλοσοφίας και θεολογίας στις δυτικές πολιτικές θεωρίες μαζί με τις θεωρητικές διασυνδέσεις της θα συγκριθεί με την υπερβατική κυριαρχία της ισλαμικής δογματικής επιστήμης (ακά'εντ) επί της πολιτικής σκέψης μέσω ενός νομικού σχήματος (φικχ) που περιλαμβάνει τα πάντα... Τα θεμελιώδη ερωτήματα είναι γιατί οι αξιολογικές προϋποθέσεις τους [της Δυτικής και της Ισλαμικής κοσμοθεωρίας] διαφέρουν και πως αυτή η διαφορά επηρεάζει τις πολιτικές θεωρίες.

β´
Στον πυρήνα κάθε συγκριτικής μελέτης μεταξύ του Ισλάμ και του δυτικού πολιτισμού αντιμετωπίζουμε ένα πρόβλημα ορολογίας. Ο ισχυρισμός του Becker ότι «Το ισλαμικό ζήτημα αξιολογείται συνήθως ως θρησκευτικό ζήτημα, αλλά το Ισλάμ δεν είναι μόνο θρησκεία, είναι και ένας πολιτισμός και μια ιδέα του κράτους. Αρχικά ως μια σημιτική θρησκεία με χριστιανική-εβραϊκή βάση το Ισλάμ, ως κοσμοθεωρία με την ευρύτερη έννοια του όρου, έγινε κληρονόμος του χριστιανικού ελληνισμού» είναι πολύ ενδιαφέρον παράδειγμα γι' αυτό το πρόβλημα ορολογίας. Ο Becker προσπαθεί να ορίσει το Ισλάμ εντός του σημασιολογικού πλαισίου του δυτικού εννοιολογικού πλαισίου. Για παράδειγμα, η Religion [θρησκεία] ως κρίσιμη έννοια σε αυτή την πρόταση δεν ανταποκρίνεται στο ντιν -το οποίο είναι κατά λέξη μετάφραση του όρου «θρησκεία»- και στα χαρακτηριστικά του εντός των σημασιολογικών διασυνδέσεων του Κορανίου... Η αντίληψη για την θρησκεία (ντιν) είναι πολύ ευρύτερη από τη θρησκεία (religion). Δεν είναι εναλλακτική προς τα Zivilisationκαι Staatsgendanke, αλλά εμπεριέχει και τα δύο...
Λόγω του γεγονότος ότι το θεμελιώδες ζήτημα της σημασιολογικής ανάλυσης μιας έννοιας-κλειδί αποτελεί τη διαδικασία μέσω της οποίας αυτή η έννοια αποκτά εννοιολογική σημασία, θα πρέπει να επικεντρωθούμε τόσο στην ιστορικοθεωρητική όσο και στη σημασιολογική βάση των εννοιών-κλειδιά.
Το πρόβλημα των σημασιολογικών πεδίων είναι ιδιαίτερα σημαντικό για ορισμένες κρίσιμες έννοιες-κλειδιά, όπως η Αντάλα (η δικαιοσύνη του Θεού) και η σα'άντα. Μολονότι, για παράδειγμα, για τη σα'άνταμπορεί να επιλεγεί ο όρος «ευτυχία», ο όρος αυτός δεν είναι ικανοποιητικό αντίστοιχο. Όπως βεβαιώνει ο Ansari: «Κυριολεκτικά, ευτυχίασημαίνει μια συναισθηματική κατάσταση, η οποία διαφέρει από την ευχαρίστηση λόγω του ότι υποδηλώνει μονιμότητα, βάθος και ηρεμία, ενώ η σα'άνταείναι μια συνολική έννοια, η οποία περιλαμβάνει την ευτυχία, την ευημερία, την επιτυχία, την τελειότητα, την ευλογία και την ωραιότητα. Αντίστοιχα, συγκρινόμενο με το ελληνικό πρωτότυπο, το οποίο στη συνήθη χρήση του σήμαινε ευτυχία συχνά με ειδική αναφορά στην εξωτερική ευημερία, η σα'άνταέχει μια ολότητα και πληρότητα νοήματος που δεν βρίσκεται στο πρωτότυπο. Η καλοζωία είναι ένα άλλο πιθανό αντίστοιχο, αλλά και αυτό υπολείπεται σε πληρότητα και λαμπρότητα. Η σα'άνταπρωτίστως σημαίνει την επίτευξη κάποιου επιθυμητού σκοπού ή αγαθού, το οποίο συνεπάγεται την ευτυχία ή την ευχαρίστηση ως απαραίτητο παρεπόμενο. Όμως, υπό την πλέον ευρεία έννοια, ο σκοπός ή το αγαθό επεκτείνεται για να συμπεριλάβει ολόκληρη τη ζωή και καθίσταται ιδεώδες ή σκοπός όλων των δραστηριοτήτων της ψυχής».


.~`~.
II
α´
«Για τους πρωτόγονους λαούς οι υπερφυσικοί παράγοντες δεν θεωρούνται ως πολύ ανώτεροι από τον άνθρωπο -αν θεωρούνται καθόλου ανώτεροι του- και αυτό γιατί μπορούν να εκφοβιστούν ή να εξαναγκαστούν από τον άνθρωπο να κάνουν το θέλημα του. Σε αυτό το στάδιο της σκέψης ο κόσμος θεωρείται ως μια μεγάλη δημοκρατία' όλα τα όντα που βρίσκονται εντός του, είτε φυσικά είτε υπερφυσικά, υποτίθεται ότι βρίσκονται σε μια βάση ανεκτής ισότητας. Όμως, με την αύξηση της γνώσης του ο άνθρωπος μαθαίνει να αντιλαμβάνεται καθαρότερα το τεράστιο μέγεθος της φύσης και τη δική του μικρότητα και αδυναμία ενώπιον της». Το αντιληπτό, πνευματικό και θεωρητικό ταξίδι από αυτό το πρωτόγονο αίσθημα [που περιγράφει ο Fraser] στον πανθεϊσμό του Spinoza και στον περιορισμένο θεϊσμό του Mill θα αναλυθεί προκειμένου να υπογραμμιστεί αυτό το συνεχές χαρακτηριστικό και οι ιστορικοπολιτικές πηγές του στον δυτικό πολιτισμό.
Η αλληλοσυσχέτιση οντολογίας, επιστημολογίας, αξιολογίας και πολιτικής μπορεί να αποτελέσει σημαντικό σημείο για την κατανόηση του ασυμβίβαστου των φιλοσοφικών βάσεων των ισλαμικών και δυτικών πολιτικών θεωριών, αντιλήψεων και κουλτούρων... Η κύρια διαφορά μεταξύ της Ισλαμικής και της Δυτικής κοσμοθεωρίας σχετίζεται με την αντίθεση μεταξύ της «οντολογικά καθορισμένης επιστημολογίας» του Ισλάμ και της «επιστημολογικά ορισμένης οντολογίας» των δυτικών φιλοσοφικών παραδόσεων [Σημ. Δ`~. Θυμίζω πάλι Ιχνηλάτηση οντολογίας/επιστημολογίας και αξιολογίας ή ισχύος και αξίας στη πολιτική πραξεολογία - πνεύμα και αισθητά ή οντολογικό και αξιολογικό πρόβλημα., καθώς και Η ανθρωπιστική στροφή προς την ρητορική στην συνύφανσή της με θεμελιώδεις αντιμεταφυσικές θέσεις - μέρος α´ και ορισμένες πολιτισμικές ενθυμήσεις.]. Αυτή η διαφορά είναι ιδιαίτερα σημαντική για την κατανόηση της αξιολογική βάσης της πολιτικής νομιμοποίησης και της διαδικασίας δικαιολόγησης. Ακόμη και αρκετές διαφορετικές προσεγγίσεις εντός αυτών των κοσμοθεωριών βασίζονται σε μια παραδειγματική ενότητα υπό αυτή την οπτική γωνία.

β´
Χρησιμοποιώντας τις έννοιες του Husserl μπορεί να ειπωθεί ότι σκοπεύω να καταδείξω τη φιλοσοφικοθεολογική συνέχεια στη δυτική πνευματική ιστορία... κατά τη διαδικασία με την οποία η Selbstverständnis (αυτοαντίληψη) και ο Lebenswelt (κόσμος της κοινής εμπειρίας) γίνονται νοητά ως οντολογικές οντότητες... θα επικεντρωθώ στην αντιληπτική σχέση του δυτικού ανθρώπου με τον Lebenswelt (κόσμος της κοινής εμπειρίας) και την προέλευση της ως ειδικού τύπου Selbstverständnis (αυτοαντίληψης). Η συνέχεια της ιδέας περί δυνατότητας τελειοποίησης του ανθρώπου σε όλες τις εποχές του δυτικού πολιτισμού μπορεί να θεωρηθεί ότι αντικατοπτρίζει μια τέτοια Selbstverständnis (αυτοαντίληψη)... ένα από τα σημαντικά στοιχεία αυτής της Selbstverständnis (αυτοαντίληψης) είναι η οντολογική αντίληψη του ανθρώπου αναφορικά με τη θέση του στη σχέση μεταξύ του εγώ του, του Lebenswelt (κόσμος της κοινής εμπειρίας) και της πηγής αυτών των δύο -με άλλα λόγια τον Θεό ή την ταύτιση του Θεού με αυτά τα στοιχεία υπό την έννοια του πανθεϊσμού ή του υλισμού...
Η προσέγγιση του Husserl αποδίδει αυτή την ειδική αποστολή στον σύγχρονο δυτικό άνθρωπο. Όμως τα μέλη κάθε πολιτισμού έχουν ένα τέτοιο αίσθημα συνείδησης με την έννοια της Selbstverständnis (αυτοαντίληψης) και ίσως η σημαντικότερη πτυχή της πολιτισμικής πρόκλησης είναι η πρόκληση που θέτουν αυτές οι εναλλακτικές Selbstverständnis. Συνεπώς, οι απόπειρες εκσυγχρονισμού στις μουσουλμανικές κοινωνίες αποσκοπούν στο να αλλάξει η παραδοσιακή Selbstverständnis (αυτοαντίληψη) του ισλαμικού πολιτισμού προς την κατεύθυνση της Selbstverständnis (αυτοαντίληψης) του δυτικού ανθρώπου, την οποία ο Husserl περιέγραψε ως τη βασική αιτία για την κυριαρχία του δυτικού πολιτισμού.

Ahmet Davutoğlu

Παρά τα προηγούμενα βέβαια, όλες οι χώρες διατηρούν διπλωματικές, εμπορικές και στρατηγικές σχέσεις, έχουν κοινότητα και ασυμβατότητα συμφερόντων και ενδιαφέρονται για ισχύ - βέβαια δεν αξιώνουν οι ''κομφουκιανοί'' να επιβάλλουν έναν «μονοπολικό -τάχα μου- κόσμο» (δες Brzezinski), άλλωστε δεν μπορούν. Και κυρίως όλοι οι άνθρωποι ερωτεύονται - δίχως τη βοήθεια του Ιερεμία Bentham. Αυτά για να μην τρελαίνεστε. Από εκεί και πέρα, τίθεται το ζήτημα, το οποίο όλοι μας βιώνουμε, δηλαδή το πως «εξασφαλίζεται η κύρωση του νοήματος της ζωής, της αξιολογικής κλίμακας και συνάμα των κυριαρχικών αξιώσεων, οι οποίες, συνυφαίνονται αναγκαστικά τόσο με την υπεράσπιση του νοήματος της ζωής όσο και της ηθικής που πάει να δώσει στο νόημα αυτό συγκεκριμένο περιεχόμενο, καθαγιάζοντας παράλληλα ορισμένες κοινωνικές σχέσεις».

*
**
*

Είμαι και εγώ απόλυτα βέβαιος ότι η ευρωπαϊκή κρίση έχεις τις ρίζες της σε έναν πλανερό ορθολογισμό. Αλλά αυτό δεν μπορεί να ταυτίζεται με τη θέση ότι η ορθολογικότητα ως τέτοια είναι κάτι κακό ή ότι είναι υποδεέστερης σημασίας για το όλον της ανθρώπινης ύπαρξης. Η ορθολογικότητα με εκείνο το υψηλό και γνήσιο νόημα στο οποίο και μόνο αναφερόμαστε, το πρωταρχικό ελληνικό νόημα της που μετετράπη σε ιδεώδες κατά την κλασική περίοδο της ελληνικής φιλοσοφίας... Από την άλλη, ευχαρίστως παραδεχόμαστε (και ο γερμανικός ιδεαλισμός μας έχει προλάβει, εδώ και πολύ καιρό, σε αυτή τη κατεύθυνση) ότι εκείνη η μορφή ανάπτυξης της ratio που αντιπροσωπεύει ο ορθολογισμός κατά τη περίοδο του Διαφωτισμού ήταν μια πλάνη, αν και μια εύλογη πλάνη.
Edmund Husserl
Από
Μεγάλα πολιτισμικά - Για το Μέγα «Σχίσμα» - Κλῖμαξ ή κρίσιμη καμπή. Εισαγωγικά για τη ρίζα που μέσω -αρνήσεων, διαφορών και- του ανθίσματος της, μορφοποιεί τη μετέπειτα πολιτισμική πραξεολογική ιστορικότητα τη «Δύσης» -μέχρι τις μέρες μας.


Ολοκλήρωση α´ μέρους.

.~`~.
Για περαιτέρω ιχνηλάτηση και πληρέστερη προοπτική

Ανθρωποποίηση.

Το Ισλάμ και τα ισλάμ - μέρος α´ . Γενικά στοιχεία για τη προσέγγιση της γεωγραφίας και της γεωπολιτικής του ισλαμιστικού κινήματος.

$
0
0

.~`~.
Πρόλογος

Με τον όρο ''Γεωγραφία του Ισλαμιστικού Κινήματος'' θέλω να υπογραμμίσω τον προσανατολισμό του πονήματος αυτού στις έννοιες της χωρικής διασποράς των δρώντων ισλαμιστικών πυρήνων και των χωρικών τους συνδέσεων, οι οποίες αποτελούν γεωπολιτικά ρεύματα και προκαλούν εν δυνάμει εστίες αποσταθεροποιήσεων και ανακατατάξεων. Να εντοπίσω και να ομαδοποιήσω χωρικά, σε καθέναν από τους εθνικούς κοινωνικούς σχηματισμούς του Κεντρικού Ισλάμ της Μ. Ανατολής, τις ποιοτικές τους ιδιομορφίες, έτσι ώστε να καταστεί σαφές ότι το Ισλάμ ως γεωγραφικο-θρησκευτικός όρος είναι διάφορος των ισλάμ ως ιδεολογικο-πολιτικά μορφώματα...
Ας γίνει κατανοητό: δεν υφίσταται γεωπολιτική ανάλυση δίχως γεωγραφική ανάλυση... Πέρα από τους ουσιαστικά ''φαντασιακούς'' και ''επίπεδους'' μαθηματικούς χώρους της παραδοσιακής κλασικής Οικονομικής του Χώρου, η γεωπολιτική αντίληψη της Γεωγραφίας προσέθεσε την έννοια της πολιτιστικής -άρα και ιδεολογικής- συγχρονικότητας, μια έννοια που, εμπειρικά τουλάχιστον, πριν εξαντληθεί, απέδωσε πολλούς καρπούς στο πεδίο της γεωγραφικής έρευνας. Οι εργασίες μου, όμως, στις θεωρίες της εξάρτησης μ' έκαναν να περάσω από το πεδίο αυτό, της καθαρά ''οικονομίστικης'' και αναπτυξιακής μεθοδολογίας της γεωγραφικής ανάλυσης, σ' ένα άλλο πεδίο, όπου οι ''συγχρονικότητες του χρόνου'' και οι ''συγχωρικότητες του χώρου'' παραχωρούσαν το εμπειριστικό τους βάθρο σε μια υπερδομική αντιμετώπιση του θέματος. Σε μια αντιμετώπιση κατά την οποία βασική θέση-κλειδί για την ανάλυση κατείχε η έννοια του Γεωγραφικού Χρόνου, όπως τον έχω εισάγει και ορίσει σε προηγούμενες εργασίες... προσπαθώ να καταγράψω και να ερμηνεύσω τη δομή και τη λειτουργία του ισλαμιστικού κινήματος στο γεωγραφικό χώρο της Μ. Ανατολής, με δεδομένο το γεωοικονομικό της πλαίσιο, θεωρώντας το ως γεωπολιτικό καταλύτη στις εξελίξεις της περιοχής. Μιας περιοχής της οποίας οι ενεργειακές και δημογραφικές δυνατότητες, οι ιδιαίτερες εθνικές και θρησκευτικές ιδεολογίες, δηλ. η πολιτιστικο-ιδεολογική της συγκυρία και η παρουσία σημαντικότατων γεωγραφικών στοιχείων στρατηγικού ελέγχου της ΝΑ Μεσογείου, την καθιστούν πραγματικό λέβητα-παραγωγό εκρήξεων... θα ήθελα να ευχηθώ στον αναγνώστη, μετά τη μελέτη της ταπεινής αυτής συμβολής να είναι σε θέση να αναγνωρίζει τις διαφορές μεταξύ του Ισλάμ και των ισλάμ, του ισλαμικού και του ισλαμιστικού κινήματος, μεταξύ του ισλαμιστή, του φονταμενταλιστή, του τραντισιοναλιστή, του κληρικαλιστή, του φανατικού και του ριζοσπάστη μουσουλμάνου. Θα θεωρήσω ότι κάτι πέτυχα όταν γίνει αντιληπτό ότι η γνωστή αποστροφή του De Gaulle ίσως να απαιτεί μεγαλύτερη εμβάθυνση για να μην οδηγήσει σε λανθασμένες αντιλήψεις αντιμετώπισης των μεσανατολικών πραγμάτων της Δύσης.
«Devant l'Orient complique, je partais avec des idees tres simples»

.~`~.
I
Γενικά στοιχεία

Η σύγχρονη γεωπολιτική διαχωρίζει το γεωγραφικό χώρο του Ισλάμ σε Κεντρικό και Περιφερειακό ισλάμ. Αυτή η αναφορά σε ''Κέντρο'' και ''Περιφέρεια'' δεν έχει σχέση με τη γνωστή τριτοκοσμική οικονομική ανάλυση θεωρητικών όπως του Σαμίρ Αμίν. Σε ότι αφορά στη περίπτωση του Ισλάμ, ο εντοπισμός ''κέντρου'' και ''περιφέρειας'' έχει ιστορική βάση. Το Κεντρικό Ισλάμ περιλαμβάνει τις χώρες που εξισλαμίσθηκαν κατά τους πρώτους αιώνες της Εγίρας, εν ολίγοις την περίοδο που στη Δύση αποκαλούμε Μεσαίωνα, δηλ. μεταξύ 7ου και 11ου αιώνα του χριστιανικού ημερολογίου. Πρόκειται για τις χώρες που βρίσκονταν συγκεντρωμένες υπό την εξουσία των Χαλιφών της Δαμασκού και της Βαγδάτης, δηλ. τις χώρες της Αραβικής χερσονήσου, τη Συρία, την Ιορδανία, το Ιράκ, τη Περσία, το Λίβανο, την Αίγυπτο, το Αφγανιστάν και το Μαγκρέμπ. Το Περιφερειακό αντιστοιχεί σε μακρινές εκτάσεις του Ισλάμ και συγκεκριμένα σ’ αυτές που εξισλαμίσθηκαν μετά το τέλος του Μεσαίωνα: Τις Ινδίες, την Ινδονησία, την Κεντρική Ασία και την Ν.Σαχάρα. Παρατηρούμε ως εκ τούτου ότι το Περιφερειακό ισλάμ αναφέρεται σε μη αραβόφωνους κοινωνικούς σχηματισμούς κατ’ αντίθεση με το Κεντρικό. Παρολ’ αυτά, οι ανατολιστές εντάσσουν στο Κεντρικό Ισλάμ και το Ιράν διότι αποτελεί μέρος της αρχικής επέκτασης των πρώην Χαλιφάτων. Με δεδομένο φυσικά ότι η καρδιά της απανταχού κοινότητας των Πιστών (Umma) χτυπά στη Μέκ(κ)α...
Οι μουσουλμάνοι θεολόγοι και νομοδιδάσκαλοι (Ulemas) προβαίνουν σε έναν άκρως ενδιαφέροντα διαχωρισμό του πλανήτη σε ό,τι αφορά στην γεωπολιτική του σημασία. Σύμφωνα μ’ αυτόν το διαχωρισμό ο πλανήτης αποτελείται από τρεις ζώνες: τη ζώνη του Οίκου του Ισλάμ (Daar al-Islam), τη ζώνη του Οίκου του Πολέμου (Daar al-Harb) και στην ζώνη του Οίκου της Συνύπαρξης (Daar al-Sulh). Η τελευταία «...περιελάμβανε ορισμένες χώρες που δεν είχαν υπαχθεί στη μουσουλμανική εξουσία αλλά βρίσκονταν σε κατάσταση κάποιας εξαρτήσεως από το Ισλάμ, βάσει ειδικής συνθήκης. Οι χώρες αυτές διατηρούσαν τους νόμους τους και τη διοίκηση τους, αλλά ήσαν, τρόπον τινά, ''προτεκτοράτα'' του γειτονικού ισλαμικού κράτους». Ο Οίκος του Ισλάμ είναι ο μουσουλμανικός κόσμος, ο χώρος όπου το Ισλάμ εκφράζει το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού. Ο Οίκος του Πολέμου αναφέρεται στο τμήμα εκείνο της διεθνούς κοινωνίαςόπου το Ισλάμ αποτελεί ακόμα μειοψηφία. Οι μόνες σχέσεις που επιτρέπεται να διατηρούνται μεταξύ των δύο Οίκων είναι αυτές που υπαγορεύονται από ύψιστη ανάγκη, όπως η αγορά βασικών ειδών διατροφής. Οι σχέσεις αυτές ονομάζονται Darura (σχέσεις ανάγκης)...
Ο Αντώνης Οικονομίδης αναφέρει ότι: «η διαίρεση του κόσμου (μεταξύ των Οίκων του Πολέμου και του Ισλάμ) δεν είναι πλέον αυστηρή όπως ήταν άλλοτε. Επιπλέον, πολλές ερμηνείες έχουν αναπτυχθεί από τους νομομαθείς για να δικαιολογήσουν ότι οι χώρες εκείνες που άλλοτε θεωρητικά άνηκαν στην Περιοχή του Πολέμου, στην πραγματικότητα αποτελούν Περιοχή του Ισλάμ. Με άλλα λόγια, η τάση σήμερα είναι να θεωρείται ότι ανήκουν στο Dar ul-Islam όλες οι χώρες, ακόμα και εκείνες υπό μη μουσουλμανική διακυβέρνηση, όπου όμως οι Μουσουλμάνοι που διαβιούν σ‘ αυτές μπορούν να ασκήσουν ελεύθερα τη θρησκεία τους, δηλαδή την προσευχή, τη νηστεία, την ελεημοσύνη, τη μετάβαση για προσκύνημα στους αγίους τόπους του Ισλάμ, όπως και τους κανόνες που αφορούν την προσωπική κατάσταση... Το επόμενο λογικό συμπέρασμα είναι ότι εφόσον δεν υπάρχει πλέον ''Περιοχή του Πολέμου'' για να μετατραπεί σε ''Περιοχή του Ισλάμ'', πρακτικά δεν υφίσταται ανάγκη κήρυξης ''ιερού πολέμου''» και ότι «Σήμερα, το Ισλάμ περιορίζεται στον προσηλυτισμό και στη διάδοση της πίστεως με ειρηνικά μέσα». Δικαίως ο συγγραφέας υποστηρίζει αυτήν την άποψη, λαμβάνοντας υπόψη του τις νομικές ερμηνείες των μουσουλμανικών Νομικών Σχολών που εκφράζουν το επίσημο Ισλάμ και όχι το -ανύπαρκτο ακόμα στη διάρκεια του 19ου αιώνα- ισλαμιστικό κίνημα. Κι αυτό γιατί το επίσημο Ισλάμ, ιδιαίτερα με τη μορφή των σουνιτικών κυβερνητικών καθεστώτων, χαρακτηρίστηκε ''προδοτικό'' και ''βέβηλο'' από το νεογέννητο -στις αρχές του 20ου αιώνα- ισλαμιστικό κίνημα, ακριβώς για αυτήν του τη στάση απέναντι στις δυτικές, αποικιοκρατικές τότε, δυνάμεις. Υπό το φως, όμως, των αντιλήψεων του ισλαμιστικού κινήματος, σουνιτικού ή σιιτικού, ακόμα και μουσουλμανικές κυβερνήσεις που διατηρούν σχέσεις με το Ισραήλ και εξαρτώνται πολιτιστικά, οικονομικά και οπλικά από τη Δύση θεωρούνται ως ''ο πλησιέστερος στόχος'' του προσωπικού Jihad που πιστού (fard‘ayn) και είναι οι πρώτες προς εξολόθρευση στον κατάλογο του ισλαμιστικού κινήματος...
...η ισλαμιστική ανάλυση της μουσουλμανικής κοινωνίας χαρακτηρίζει ως παράνομη κάθε ενέργεια των μουσουλμανικών ελίτ που εγκατέλειψαν πια το θρησκευτικό στοιχείο (Din)για να περάσουν στο κοσμικό (Diniyia). Το ίδιο παράνομες είναι και οι νομικές πράξεις του κράτους (Dawlat), a fortiori στα πλαίσια του διεθνούς δικαίου. Η ισλαμιστική ανάλυση απορρίπτει σαφώς της μετατροπή του Ισλάμ σε προσωπική υπόθεση θεωρώντας την ως αποτέλεσμα της προδοτικής επιρροής των ''δοτών'' κυβερνήσεων που στηρίζονται σε μια ''δυτικοποιημένη και προδοτική αστική τάξη''. Το πρότυπο του εθνικού κράτους δεν αποτελεί παρά αποτέλεσμα μιας εκφυλιστικής διαδρομής του Ισλάμ στο χρόνο, η οποία το οδηγεί στη fitna (αναρχία, αταξία) γεγονός που ανατρέπει τη διαδικασία εξέλιξης της Umma και οφείλεται εξ’ ολοκλήρου στην ηγέτιδα εκφυλισμένη ελίτ, την προδοτικά απομακρυσμένη από τις παραδοσιακές αξίες.
Έτσι, οι ισλαμιστές προτείνουν «έναν ενιαίο και πολυμέτωπο αγώνα στα μέτωπα της εκπαίδευσης, της πολιτικής και της θρησκείας ώστε να επανέλθει η κοινωνία των πιστών στην πρωταρχική της καθαρότητα. Να αλλάξουν οι σχέσεις του ανθρώπου με το Θεό, με τους συνανθρώπους του και τη φύση. Να αλλάξουν οι νοοτροπίες, τα αισθήματα, οι θεωρήσεις και οι πολιτικές και οικονομικές δομές» [Yassine Abd-Assalam, La revolution a l‘heure de l‘ Islam].

.~`~.
II
Γεωπολιτική του Ισλάμ από την ισλαμιστική οπτική
α´
Πρέπει μας απασχολήσει εκτενέστερα η θεμελιώδης έννοια του Jihad. Ο Jihad αποτελεί μια υποχρέωση των πιστών η οποία δεν είναι ατομική αλλά αφορά σε ολόκληρη την Umma. Ο Jihad είναι ο όρος που μεταφράστηκε στη Δύση ως ''Ιερός Πόλεμος''. Από ετυμολογική άποψη, η ρίζα J.H.D. σημαίνει την προσπάθεια που πρέπει να καταβληθεί από τους πιστούς ώστε να καταστούν δυνατές οι προϋποθέσεις της ανεμπόδιστης εξάπλωσης του Ισλάμ.
«Οι τύραννοι του κόμματος του Σατανά συχνά προσέτρεξαν στη βία των όπλων για να διαλύσουν ή να εξαφανίσουν το Κόμμα του Θεού. Ο Πόλεμος λοιπόν είναι αναπόφευκτος. Το καθήκον των μουσουλμάνων είναι να πάρουν τα όπλα για να βοηθήσουν τους καταπιεσμένους, ιδιαίτερα αν αυτοί είναι πιστοί του Ισλάμ. Το Ισλάμ δεν αναγνωρίζει τα γήινα σύνορα μεταξύ των κρατών. Αυτό που μετράει για το Ισλάμ είναι τα σύνορα της πίστης». (Golam Reza Radai Araqi)
Πρέπει όμως να τονισθεί ότι ο Jihad συνιστά τρίπτυχο: Είναι μια προσπάθεια πρωτίστως βελτίωσης του ίδιου του εαυτού του πιστού απέναντι στα πάθη του, μια συλλογική προσπάθεια, έπειτα, ολόκληρης της Umma με σκοπό να προάγει το ''Καλό'' και να εμποδίσει την εξάπλωση του ''Κακού'' και, τελικά, ένοπλος αγώνας του πιστού, ατομικά αλλά και της Umma γενικότερα, ανάλογα με τις περιστάσεις. Η περίπτωση του πολέμου Gital αφορά στον ένοπλο αγώνα για την άμυνα των μουσουλμανικών εδαφών έναντι πιθανής εισβολής από τους απίστους, έχει μάλλον στατικό χαρακτήρα και πρέπει να διαχωρίζεται από τον Jihad ο οποίος έχει δυναμική και διαρκή μορφή. Ορισμένοι μελετητές του Ισλάμ, όπως ο M. Boisard, θεωρούν ότι: «...ο τελικός σκοπός του Jihad δεν είναι η επιβολή του Ισλάμ, αλλά η διατήρηση του στην κοινωνία και η εξασφάλιση των προϋποθέσεων της εξάπλωσης του, δρώντας με τέτοιο τρόπο ώστε ο οποιοσδήποτε άπιστος να έχει την ελευθερία να ασπασθεί τη θρησκεία του Ισλάμ. Η απιστία αποτελεί από μόνη της τιμωρία του απίστου»...
Ο Olivier Carre αποδεικνύει ότι για τον Seyyeb Qoutb (Αιγύπτιος, θεωρητικός της οργάνωσης των Αδερφών Μουσουλμάνων, απαγχονίστηκε το 1966) ο οποίος θα επηρεάσει τα σύγχρονα ισλαμικά κινήματα, ο Jihad δεν είναι πια ένα εξωγενής αμυντικός πόλεμος αλλά αποτελεί εξέγερση ή επανάσταση εναντίων των μουσουλμανικών κυβερνήσεων που έχουν ξεφύγει από την Shari’a, το Νόμο του Ισλάμ... Τώρα, οι επαναστάτες ισλαμιστές χρησιμοποιούν την έννοια του Jihad αφενός μεν στο εσωτερικό της χώρας τους, ως μοχλό ανατροπής της «προδοτικής καθεστηκυίας τάξης και της κυβέρνησης», που περιφρόνησαν την Shari’a και την εφαρμογή της, αφετέρου δε στο εξωτερικό «ενάντια στον Σατανικό Αμερικανο-σιωνιστικό Ιμπεριαλισμό και στον Άθεο Κομμουνισμό», που οδήγησαν «στον κατακερματισμό και στο ξεπούλημα της Κοινότητας των Πιστών (Umma)». Ο σκοπός είναι η επαναδημιουργία της Umma, η τιμωρία του Σιωνισμού και η επικράτηση της Shari’a σε ολόκληρο τον πλανήτη.
Το σιιτικό -κυρίως- ισλαμιστικό κίνημα έχει υιοθετήσει ιδιαίτερη στρατηγική σε ό,τι αφορά στην εξαγωγή της ισλαμιστικής επανάστασης σε κράτη όπου το μουσουλμανικό στοιχείο αποτελεί μειονότητα. Η στρατηγική αυτή στοχεύει στην ανάδειξη των ιδιαίτερων εσωτερικών αντιφάσεων κάθε κράτους στα πλαίσια του οποίου διαβιούν αυτές οι μουσουλμανικές μειονότητες’ στην κατάδειξη έστω και -κυρίως- καθ’ υπερβολήν ότι οι μουσουλμανικές μειονότητες καταπιέζονται και εξαναγκάζονται να αφισλαμισθούν δια της βίας από την κεντρική διοίκηση. Σε περιπτώσεις που το φιλοξενόν τη μειονότητα κράτος έχει ως θρησκεία το Ισλάμ αλλά οδηγείται σε εκσυγχρονιστικές λύσεις δυτικού τύπου, η ισλαμιστική προπαγάνδα προσπαθεί να καταδείξει με κάθε μέσο (πολιτικό, τρομοκρατικό, θρησκευτικό κτλ.) την ανωτερότητα των «καθαρών» παραδοσιακών ισλαμικών «λύσεων» κατά τον Κορανικό Νόμο, φυσικά με την ερμηνεία που τα εκάστοτε ισλαμιστικά κέντρα θεωρούν ορθότερη... είδαμε και τη Βαγδάτη (11-8-1990) να επικαλείται τον ιεροπολεμικό λόγο (και έργο) χρησιμοποιώντας ιδεολογικά το θρησκευτικό στοιχείο για να επιτύχει την κινητοποίηση των μαζών. Έτσι, ο Σαντάμ Χουσείν καλεσε ''τους πιστούς'' σε Ιερό Πόλεμο (και όχι μόνον τους Άραβες, τείνοντας τη χείρα προς το σιιτικό καθεστώς της Τεχεράνης) εναντίον των ''Αμερικανο-σιωνιστών''... Ο πολιτικός λόγος που χρησιμοποίησε δεν ήταν πλέον παναραβιστικός αλλά πανισλαμιστικός...
Ο Muhammad Arcoun [καθηγητής της Ισλαμικής Ιστορίας και Σκέψης στο Πανεπιστήμιο της Σορβόννης] εντοπίζει το ''γόρδιο'' σύμπλεγμα που υφίσταται μεταξύ θρησκευτικού και πολιτικού στοιχείου του Jihad και παρατηρεί ότι το ισλαμιστικό κίνημα, αλλά και καθεστώτα που το προωθούν, καταφεύγουν σε μαζική εκκοσμίκευση του θρησκευτικού στοιχείου για να επιτύχουν κοινωνικές και πολιτικές επαναστάσεις και κινητοποιήσεις. Ο Arcoun θεωρεί, επίσης, ότι δεν πρέπει να προχωρούμε στην ανάλυση του ιεροπολεμικού φαινομένου βασιζόμενοι στη δογματική διαίρεση μεταξύ σιιτών και σουνιτών. Πιστεύει ότι μ' αυτον τον τρόπο καταλήγουμε σε «ανάπτυξη θεολογικών ιδεολογιών ή θεολογιών κατά βάσην ιδεολογικών» παραδεχόμενος, παρολ' αυτά, ότι η «γλωσσολογική, σημειωτική και ιστορική ανάλυση δεν αφήνει περιθώριο αμφιβολιών σε ό,τι αφορά την ιδεολογική διάσταση του Ισλάμ». Η ανάλυση του καταλήγει στο ότι η κάθε ισλαμική κοινωνία με τις ιδιομορφίες και τις κοινωνικοπολιτικές ανάγκες της διαμορφώνει την έννοια του ιεροπολεμικού λόγου και αφήνει τελικά στο περιθώριο την ''εσωτερική'' διάσταση του Ιερού Πολέμου και το ρόλο του στην ψυχοπνευματική ανάπτυξη της προσωπικότητας του κάθε πιστού. Η αντίληψη αυτή θα έπρεπε, κατά τη γνώμη μου, να αποτελέσει τη βάση του διεθνούς χριστιανο-ισλαμικού διαλόγου, με σκοπό την ενσωμάτωση των παρερμηνεύσιμων εννοιών του Ισλάμ στις σύγχρονες αντιλήψεις των διεθνών σχέσεωναλλά και τη διαμόρφωση νέου πολιτικού λόγου της Δύσης απέναντι στις ανανεωτικές δυνάμεις του ισλαμικού φαινομένου.

β´
Η αντίληψη, λοιπόν, του ισλαμιστικού κινήματος για το Ισλάμ είναι ότι αυτό αποτελεί επαναστατική πράξη. Είναι δε επαναστατική πράξη διότι χαρακτηρίζεται από εγκοσμιότητα και αυτή η εγκόσμια μορφή του αποτελεί κύριο και καθημερινό καθήκον των πιστών με σκοπό την ανατροπή του βέβηλου status quo.
«Το Ισλάμ είναι η κατεξοχήν επαναστατική θρησκεία. Η Tawhid (ενότητα) είναι η διαδικασία μελλοντικής ενοποίησης (της Umma), γεγονός που έχει συντελεστεί στο παρελθόν. Σημαίνει την ελευθερία της συνείδησης, την απόρριψη του φόβου, το τέλος της υποκρισίας και της διπλοπροσωπίας. Το «ο Θεός είναι μεγάλος» σημαίνει το τέλος του δεσποτισμού. Όλα τα ανθρώπινα πλάσματα είναι ίσα και όλα τα κράτη επίσης, ενώπιον της ίδιας αρχής. Η Tawhid αποτελεί, λοιπόν, την αναίρεση κάθε κοινωνικής ιεραρχίας‘ αντιπροσωπεύει τον αγώνα του ανθρώπου στην ατραπό του Θεού, την απελευθέρωση του ανθρώπου απ‘ όλες τις αντιδραστικές κοινωνικά πράξεις και αντιλήψεις' σημαίνει, σε τελευταία ανάλυση, τον αγώνα για την επίτευξη της αταξικής κοινωνίας, μιας κοινωνίας χωρίς φυλετικές διακρίσεις και σεξιστικές προκαταλήψεις, για την επίτευξη δηλαδή μιας κοινωνίας στα πλαίσια της οποίας όλα τα κοινωνικά δεσμά και οι αντιξοότητες θα έχουν εξαφανιστεί». Είναι αλήθεια ότι ο πολιτικός αυτός ισλαμιστικός λόγος γειτνιάζει απόλυτα με τον μαρξιστικό. Έτσι μπορούμε να εξηγήσουμε την -μέχρι πρότινος- αγαστή συμβίωση των σοσιαλιστικών και ισλαμιστικών ιδεών, οι οποίες χαρακτήριζαν και χαρακτηρίζουν πολλές από τις χώρες του Τρίτου Κόσμου. Πρέπει, όμως, να σημειωθεί ότι αποτελεί δείγμα ''αριστερού-προοδευτικού'' λόγου, ο οποίο έχεις τις πηγές του όχι στο σιιτικό ριζοσπαστισμό τεχερανικής έμπνευσης, αλλά στους θεωρητικούς των ''Αδερφών Μουσουλμάνων'' της Αιγύπτου (όπως οι Seyyed, Qoutb και Mawdoudi) και ακόμα στους πιο σύγχρονους ακτιβιστές του ίδιου κινήματος, όπως ο Muhammad al-Salam Faradj (1954-1982), ο οποίος ηγείτο της ομάδας των δολοφόνων του Ανουάρ Σαντάτ. Η πράξη αυτή του al Faradj ερμηνευέται ως εφαρμογή της υποχρέωσης του πιστού για διενέργεια του προσωπικού Jihad... Έτσι, το ισλαμιστικό κίνημα ''εντοπίζει'', προωθεί και θεωρητικοποιεί την έννοια της ''τυραννοκτονίας''ή, τουλάχιστον, της δολοφονίας του ''ασεβούς και βέβηλου Πρίγκιπος'' ως εκπηγάζουσα από τα ιεροπολεμικά καθήκοντα του πιστού.
...ορισμένοι σύγχρονοι θεωρητικοί του ισλαμιστικού κινήματος αρνούνται κάθε νομιμότητα στα σύγχρονα αραβο-μουσουλμανικά κράτη... όλα αυτά τα κράτη πρέπει να θεωρηθούν βέβηλα και να ταξινομηθούν στα πλαίσια του Daar al-Harb, «όχι μόνο λόγω της μη υπακοής στη Shari'a αλλά και γιατί διατηρούν σχέσεις με το Ισραήλ και, ακόμη, γιατί εκδηλώνουν σχέδια προσβολής του Ισλάμ». Ως εκ τούτου ο Jihad, με όλες του τις μορφές, ''αμυντική'' και ''πνευματική'', αποτελεί επιτακτική υποχρέωση για τους πιστούς όλης της Umma, εντός και εκτός των ορίων του εθνικού κράτους.

γ´
Έρευνες που έχουν γίνει κατά καιρούς σε μουσουλμανικούς πληθυσμούς που ζούν στη Δύση μας βοηθούν να κατανοήσουμε τη σημασία και τις μορφές που μπορεί να λάβει ο Jihad, αν ακολουθηθεί ανεμπόδιστα η δυναμική του. Στη Γαλλία, το μεγαλύτερο μέρος των ερωτηθέντων στα πλαίσια μιας τέτοιας έρευνας σημείωνε τη ''σιωνιστική'' στάση της γαλλικής τηλεόρασης και την ''προκατάληψη'' που χαρακτήριζε, κατά τη γνώμη τους, τα ΜΜΕ σε ό,τι αφορούσε στην κάλυψη των γεγονότων της Μ. Ανατολής. Κυρίως, όμως, στο δείγμα που χαρακτηριζόταν από ριζοσπαστικές τάσεις, αυτό που θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί δηλ. ως ισλαμιστικό, η αναγκαιότητα του Jihad ήταν εμφανής και διαρκής. Έτσι, φτάνοντας στο όριο της λογικής του άοπλου Ιερού Πολέμου, το μεγαλύτερο μέρος των ερωτηθέντων εξεδήλωσαν την εχθρότητα τους σε κάθε μορφή σχέσεων με τη Δύση, «διότι τέτοιου είδους σχέσεις διαστρέφουν φοιτητές και διπλωμάτες και προκαλούν καταστροφικές αλλαγές στις συνθήκες διατροφής και ενδυμασίας, λόγω του μιασματικού περιβάλλοντος το οποίο δημιουργούν στους πιστούς». Είναι χαρακτηριστικός ο λόγος της Τεχεράνης για το συγκεκριμένο πρόβλημα της φθοροποιού επίδρασης της Δύσης στους πιστούς:
«Δε χρειάζεται να εξαπολύσουν οι άπιστοι εναντίον μας τους στρατούς τους. Το Ισλάμ νικήθηκε από τους ίδιους τους κυβερνήτες του, οι οποίοι στο όνομα των κοσμικών κυβερνήσεων δυτικού τύπου εξευτέλισαν το Θείο Νόμο. Η Δύση αιχμαλώτισε τη φαντασία του λαού μας. Κι αυτή της η κατάκτηση είναι απείρως πιο καταστροφική από μια απόσπαση εδαφικού τμήματος. Αυτό για το οποίο πρέπει να θρηνούμε κάθε βράδυ δεν είναι η απώλεια της Ανδαλουσίας, έστω κι αν αυτή παραμένει ανοιχτή πληγή [το σημείο αυτό έρχεται στην επικαιρότητα βλέποντας την άμεση αντίδραση της Ισπανίας στην ιρακινή εισβολή στο Κουβέιτ, με την ταχεία αποστολή δυνάμεων στον Κόλπο και την, χωρίς συζητήσεις, παροχή διευκολύνσεων στις αμερικανικές δυνάμεις αποκλεισμού μέσω των βάσεων του ΝΑΤΟ στη Τορεχόν. Ας μη λησμονήσουμε ότι η Ισπανία συνορεύει με ένα Μαγκρέμπ που δονείται από το ισλαμιστικό κίνημα]. Πρέπει, όμως, να θρηνούμε για την πολύ πιο σοβαρή απώλεια της νεολαίας μας, που κατακτήθηκε από την δυτική ιδεολογία, τους δυτικούς τρόπους ένδυσης, τη δυτική μουσική και τις δυτικές συνήθειες διατροφής».
Οι συμμετέχοντες στην έρευνα αντιμετωπίζουν επίσης με μεγάλη αυστηρότητα τη διαίρεση του Daar al-Islam σε μικρά εθνικά κράτη, τα οποία δεν εκπροσωπούν κατά κανένα τρόπο τη δύναμη του ''Ξίφους του Ισλάμ''...

δ´
Με βάση αυτά τα δεδομένα δημιουργείται μια σειρά ερωτημάτων: Μπορεί το Ισλάμ να συμβιβαστεί με τους σύγχρονους πολιτικούς θεσμούς, τις εδαφικές κατανομές που γίνονται σε καθαρά εθνικές βάσεις, την οικονομική ανάπτυξη, τα δικαιώματα του ανθρώπου, και ιδιαίτερα της γυναίκας, όπως αυτά γίνονται αντιληπτά στη Δύση;... Η απάντηση είναι, ίσως, μόνο μια και πρόκειται για ακόμη μια ερώτηση: Για ποιο Ισλάμ μιλάμε; Και ίσως εδώ να έγκειται η μεγαλύτερη παρεξήγηση από δυτικής πλευράς που, μαζί με ορισμένους ''κακούς'' χειρισμούς, οδήγησε ορισμένους ισλαμικούς πυρήνες και πολιτικούς ή θρησκευτικούς αρχηγούς του στην πυροδότηση του ισλαμικού εκρηκτικού μηχανισμού, τις συνέπειες του οποίου καλείται σήμερα η Δύση να αντιμετωπίσει. Οι απαντήσεις, λοιπόν, στα παραπάνω ερωτήματα εξαρτώνται αφενός από τον τρόπο με τον οποίο τίθενται και αφετέρου από το ποιές είναι εξεταζόμενες οι τάσεις του Ισλάμ [Δε μπορούμε να παραβλέπουμε το φαινόμενο των τεσσάρων Νομικών Σχολών αλλά και των πολυάριθμων σχισμάτων του Ισλάμ].
Πρέπει, όμως, να γίνει απολύτως αντιληπτό ότι η διαμονολογία που συνοδεύει το θέμα του Ισλάμ είναι ένας σοβαρότατος κίνδυνος για την αντικειμενική ανάλυση του. Δε μπορούμε και δεν πρέπει να αποδίδουμε ''μοιραία'' στο Ισλάμ κάθε πρόβλημα που παρατηρείται στη δυναμική των κοινωνικο-οικονομικών και πολιτιστικών δομών των υπό εξέταση ισλαμικών κοινωνικών σχηματισμών. Δεν είναι λ.χ. δυνατόν να επιρρίψουμε ευθύνες στην ''ισλαμική'' αντίληψη για τα ανθρώπινα δικαιώματα για να εξηγήσουμε το γεγονός ότι σε πολλές ισλαμικές κοινωνίες παρατηρείται η παραβίαση τους. Ιδιαίτερα τη στιγμή που στο λαϊκιστικό και μη θεοκρατικό καθεστώς της Τουρκίας καταρρακώνεται κάθε έννοια ανθρωπίνου δικαιώματος. Και ας μη ξεχνούμε στον σκληρό πόλεμο που εξαπέλυσε το κεμαλικό καθεστώς εναντίον κάθε μορφής θρησκευτικών παρεμβάσεων στην πολιτική ζωή της χώρας...
Το Ισλάμ προσφέρει έναν κεντρικό δογματικό πυρήνα για τις μουσουλμανικές κοινωνίες αλλά δεν αποτελεί παρά έναν κάνναβο στον οποίο εγγράφονται οι ιδιομορφίες των διάφορων εθνικοπολιτιστικών ομάδων και πλήθος οικονομικο-κοινωνικών και πολιτικών χαρακτηριστικών κάθε μουσουλμανικού εθνικού κοινωνικού σχηματισμού. Το καθένα από αυτά τα ισλάμ (με γιώτα πεζό) αποτελεί την ιδεολογική έκφραση μιας ιδιαίτερης κοινωνίας, στα πλαίσια της οποίας εντοπίζονται τα επί μέρους ισλάμ των αστικών ή κοινοτικών της συγκεντρώσεων. Πρέπει, λοιπόν, να γίνει κατανοητό ότι πρέπει να διαχωρίζουμε τις περιπτώσεις κατά τις οποίες είναι ορθό να αναφερόμαστε στο Ισλάμ (με γιώτα κεφαλαίο) ως σύνολο, και όχι στα ισλάμ. Η πρώτη περίπτωση μπορεί να χρησιμοποιηθεί στις αναφορές με θρησκευτικο-γεωγραφική βάση, ενώ η δεύτερη σε αναφορές με ιδεολογικο-πολιτικό περιεχόμενο.
Θεωρώ ακόμη απαραίτητο να υπογραμμίσω τη σχέση του ''όλου'' προς το ''μέρος'', η οποία υφίστανται μεταξύ του ισλαμικού και του ισλαμιστικού κινήματος και, λαμβάνοντας υπόψη τα όσα αναφέρθηκαν για τον Ιερό Πόλεμο και τον ιδεολογικο-θρησκευτικό του λόγο, να εντοπίσω στο ισλαμιστικό κίνημα τον παναραβιστικό κλάδο (Αδελφοί Μουσουλμάνοι, Αιγύπτου και Συρίας) και τον πανισλαμιστικό κλάδο (Τεχεράνη). Τονίζω, λοιπόν, ότι ο Jihad που λειτουργεί στη εποχή μας ως ένοπλος γεωπολιτικός καταλύτης του πανισλαμισμού της Τεχεράνης ή/και του παναραβισμού της Βαγδάτης και της Συρίας είναι αυτό που αντιστοιχεί στην ερμηνεία του ζηλωτιστικού, ριζοσπαστικού ισλάμ. Είναι, δηλ. η απόρροια του ισλαμικού θρησκευτικο-ιδεολογικού σχήματος το οποίο ο B.Etienne, ο O.Roy και ο J.F.Clement ονόμασαν ''ισλαμισμό'' και τα ΜΜΕ απόκαλούν συνήθως ''φανατισμό'' ή ''φονταμενταλισμό''. Βέβαια, τα μέσα μαζικής ενημέρωσης τοποθετούν, μ' ένα προκρούστειο και υπεραπλουστευτικό σχήμα, σε αντιθετική σχέση τη φιγούρα του mollah και αυτή του πολεμιστή. Ο τριμπαλισμός, μια κοινωνική κατάσταση χωρισμού της κοινότητας κατά φυλές με πυρήνα κάποιες παλιές οικογένειες, παρουσιάζεται ως φολκλορική εικόνα και συχνότατα μέσω των στηλών τους προτείνεται μια απολύτως λανθασμένη εξίσωση: φονταμενταλισμός ίσον φανατισμός, άρα αρχαϊσμός [σε επόμενη ανάρτηση θα γίνει διασάφηση των όρων].

.~`~.
III
Ισλαμική ''αφύπνιση'' και αμφισβήτηση
α´
Είναι γεγονός ότι πρέπει να αναζητήσουμε την πηγή των πρώτων συγκεχυμένων ιδεολογικών εστιών του ισλαμικού (και του ισλαμιστικού, κατά συνέπεια) κινήματος στην περίοδο της Ισλαμικής Αναγέννησης, της Nahda. Πρέπει, βέβαια, να ορίσουμε, και ιδιαίτερα από μερικές σύγχρονες αραβικές αλλά και έγκριτες ευρωπαϊκές πηγές, την έννοια του αραβικού Μεσαίωνα. Ακόμη, πρέπει να τονίσουμε τον αρνητικό ρόλο που αποδίδουν οι αραβικές πηγές στην οθωμανική κατάκτηση των λαών τους, προσδιορίζοντας αυτήν την περίοδο ως το σημαντικότερο παράγοντα καθυστέρησης και «ύπνωσης» του αραβικού κόσμου. Ο L.Cardet αναφέρει χαρακτηριστικά: «Η κλασική περίοδος του μουσουλμανικού πολιτισμού αντιστοιχεί με τον ευρωπαϊκό Μεσαίωνα, ενώ στον ευρωπαϊκό αιώνα του Διαφωτισμού αντιστοιχεί χρονολογικά ο πραγματικός αραβικός Μεσαίωνας». Ο Abdel Azim Ramadan αναφέρει: «Η Τουρκοκρατία στους Άραβες ήταν εποχή [εφαρμογής] του ιμπεριαλισμού για τους αραβικούς λαούς και καθυστέρησε τον αραβικό κόσμο, εμποδίζοντας τον να ακολουθήσει την Ευρώπη στους πιο δύσκολους αλλά και εύφορους αιώνες της προόδους (16ος-19ος μ.Χ αι.). Η εποχή της Τουρκοκρατίας ήταν θλιβερή πολιτισμική κατάπτωση και ύπνωση». Βλ. επίσης: Bulletin of the Faculty of Arts vol.XVI: «Η Αραβική Αναγέννηση αρχίζει με το χωρισμό της Αιγύπτου από το οθωμανικό κράτος, το αίσθημα του αιγυπτιακού εθνικισμού και τον ενθουσιασμό για την αραβική γλώσσα στη θέση της τουρκικής... Ο χωρισμός των αραβικών χωρών από το τουρκικό κράτος είναι από τους δυναμικούς παράγοντες [εξέλιξης] γι‘ αυτές τις χώρες. Έτσι, μετά το τέλος του Α‘ Παγκ. Πολέμου, το Ιράκ, ο Λίβανος και άλλες αραβικές χώρες αποφάσισαν να εγκαταλείψουν την τουρκική γλώσσα και να προβούν στην αντικατάσταση της από την αραβική, κυρίως στον τομέα των κρατικών υπηρεσιών και στα εκπαιδευτικά ιδρύματα. Είναι δεδομένο ότι ο αραβικός Μεσαίωνας αρχίζει με το τέλος του ευρωπαϊκού Μεσαίωνα, δηλ. με την τουρκική κατάκτηση του αραβοισλαμικού κόσμου, το 1517 μ.Χ.».
Η ευρωπαϊκή αποικιοκρατική επέμβαση του 19ου αιώνα συναντά ένα αποστεωμένο Ισλάμ και επιβάλλει, χωρίς ιδιαίτερη λεπτότητα και μελέτη, έναν κοινωνικό δυισμό που στηρίχθηκε και διογκώθηκε από τα οικονομικά πρότυπα που εμφυτεύθηκαν σε κοινωνίες ανέτοιμες να τα δεχθούν. Ιστορικά, τις περιόδους του ισλαμικού μεγαλείου έχουν αντικαταστήσει φάσεις στασιμότητας και εκφυλιστικών φαινομένων σε πολιτικό, κοινωνικό και οικονομικό επίπεδο. Οι οικονομικά ισχυρές τάξεις των μουσουλμάνων γοητεύονται εύκολα από το όραμα του δυτικού εκσυγχρονισμού, δημιουργώντας ακόμη μεγαλύτερες αποστάσεις από τις οικονομικά ασθενείς μουσουλμανικές μάζες, οι οποίες αμύνονται καταφεύγοντας στο μόνο έρεισμα που τους απομένει: τις παραδόσεις τους. Κατά την έκφραση του Jacques Bergue, το Ισλάμ μετατρέπεται σε «καταφύγιο συνειδήσεων» χωρίς να λαμβάνει πλέον μέρος στο κοινωνικό γίγνεσθαι και διατηρώντας μόνο τη θρησκευτική του διάσταση.
Το τέλος της αποικιοκρατίας σηματοδοτεί τη περίοδο της αυτοκριτικής για τα ισλάμ’ στα πλαίσια της δημιουργούνται οι προϋποθέσεις για συγκρίσεις με το ένδοξο παρελθόν. Η Nahda των αρχών του 20ού αι. βασίζεται στη διαλεκτική δημιουργία των θέσεων της ανασυγκρότησης της μουσουλμανικής κοινωνίας κατά τις επιταγές του Κορανικού Νόμου. Οι ιθύνοντες των νεογέννητων ισλαμικών κινημάτων, καταφεύγοντας σε συνεχείς συγκρίσεις με το «ένδοξο» παρελθόν, χαρακτηρίζουν τους δέκα τελευταίους αιώνες ως βέβηλη παράκαμψη της μουσουλμανικής ιστορίας. Ο σύγχρονος ισλαμικός διάλογος σε ό,τι αφορά στις δομές και τις λειτουργίες του νέου ισλαμικού κράτους βασίζεται σε σύμβολα όπως αυτό της Μεδίνας, της πόλης του Προφήτη επί μια δεκαετία (622-632). Το σύμβολο της Μεδίνας λειτουργεί ως ύπατη αναφορά για τον ισλαμικό προβληματισμό, προωθώντας και τη διπλή λειτουργία του μουσουλμάνου Ηγέτη των Πιστών, κατ’ απομίμηση αυτής του Προφήτη: του θρησκευτικού, δηλαδή, και πολιτικού αρχηγού. Το ίδιο συμβαίνει και με την έννοια της Umma: έστω και εάν δεν υφίσταται πλέον μετά το Χαλιφάτο των Ομευάδων, «υπάρχει μια συλλογική συνείδηση, μια ενότητα (Tawhid) στην οποία διαρκώς γίνεται μνεία, την οποία οι πιστοί ονειρεύονται και η οποία συντηρείται από την πολιτική εξουσία ως η ιδανική κατάληξη προς την οποία πρέπει να τείνει το Ισλάμ».
Οι αναφορές στα ένδοξα χρόνια του Ισλάμ οδηγούν τους πιστούς σε τελείως διαφορετικές αντιμετωπίσεις. Για τους ρεφορμιστές, ο «χρυσός αιώνας της Μεδίνας» αποτελεί το «φως και την οδό» των πιστών, αναθεωρημένος όμως βάσει των δεδομένων της σύγχρονης πραγματικότητας. Για τους πλέον ριζοσπαστικούς αποτελεί σημείο σωτηρίας για την επίτευξη του οποίου πρέπει πρώτα να ανατραπούν όλες οι διεφθαρμένες εξουσίες που έχουν εγκατασταθεί στα εδάφη του Ισλάμ και να καταδικαστούν στην λαϊκή συνείδηση για τις καταχρήσεις και τον ενδοτισμό τους. Αυτή η τελευταία ουτοπιστική τάση εμφανίστηκε στις αρχές του 1970 και του 1980 στο μεγαλύτερο μέρος των μουσουλμανικών χωρών. Μολονότι οι ομάδες που την εκπροσωπούν παραμένουν μειοψηφίες, ο πολιτικός τους λόγος αγγίζει αναμφίβολα το σημαντικότερο ποσοστό των πιστών σήμερα. Πρέπει, όμως, να ληφθεί σοβαρά υπόψη το γεγονός ότι οι μουσουλμανικές κοινωνίες, στο σύνολο τους, έχουν κοινά κοινωνιολογικά χαρακτηριστικά: ανήκουν σχεδόν όλες στον Τρίτο Κόσμο, γνωρίζουν καλπάζουσα δημογραφική αύξηση στις μεγάλες αστικές τους συγκεντρώσεις, μαζικά ρεύματα εσωτερικής μετανάστευσης αγροτικών πληθυσμών προς τα αστικά κέντρα που προορίζονταν αρχικά μόνο για την ολιγάριθμη αστική τάξη και μια μορφή βίας σύμφυτης με την διάρθρωση του συστήματος. Σύστημα που χαρακτηρίζεται από ανεργία, κρίση κατοικίας και ραγδαίο πολλαπλασιασμό των τενεκεδουπόλεων.
Είναι γεγονός πως ο δυτικός εκσυγχρονισμός και οι ρυθμοί του δεν μπόρεσαν να αφομοιωθούν και να υιοθετηθούν από τις μουσουλμανικές κοινωνίες των αρχών του αιώνα. Έτσι προκάλεσαν βαθιές κρίσεις κοινωνικής αποσταθεροποίησης στους εθνικούς σχηματισμούς που τους υπέστησαν.

β´
Προσπαθώντας να συνοψίσω το ρόλο των μέχρι σήμερα ιδεολογικών και πολιτικών ρευμάτων που επέδρασαν στο χώρο των μουσουλμανικών εθνικών σχηματισμών, μπορώ να καταλήξω στο εξής σχήμα: η εθνικιστική ιδεολογία χρησίμευσε για ν' αποκτηθεί η πολιτική ανεξαρτησία, ο ''τριτοκοσμισμός'' της δεκαετίας του 1960 κατήγγειλε τον οικονομικό νεο-αποικισμό και συνέβαλε στην επανάκτηση της εκμετάλλευσης των πλουτοπαραγωγικών πηγών των χωρών αυτών από τις τοπικές εξουσίες κατά τη δεκαετία του '70. Σήμερα το Ισλάμ βαδίζει υπό το λάβαρο της πολιτιστικής χειραφέτησης. Η Ιρανική Επανάσταση είναι, κατ' αυτήν την έννοια, πολιτιστική επανάσταση. Έτσι, συμπεραίνουμε ότι το ισλαμικό κίνημα πηγάζει ουσιαστικά από μια πολιτιστική κρίση, μιας κρίσης εθνικής ταυτότητας και παραδοσιακών, θεμελιωδών αξιών ενώπιον ενός σαρωτικού εκσυγχρονιστικού τυφώνα, απρογραμμάτιστου κοινωνικά και πολιτικά, που τραντάζει συθέμελα, τις αρχαϊκές δομές της μουσουλμανικής κοινωνίας και οικονομίας.
Το γεγονός αυτό θα έπρεπε, βέβαια, να είναι αναμενόμενο, εφόσον η επείγουσα φύση που ελάμβανε η απόπειρα αντικατάστασης των αρχαϊκών δομών ήταν τέτοια, ώστε η προσπάθεια εναρμόνισης αυτών των νεωτερισμών με το πολιτιστικό περιβάλλον των χωρών που δέχονταν την επέμβαση όχι μόνο δεν καρποφορούσε αλλά και προκαλούσε αλλεπάλληλες ιδεολογικο-πολιτικές κρίσεις. Η κρίση π.χ. του ευρωπαϊκού φιλελευθερισμού προώθησε τις μαρξιστικές ιδέες των δεκαετιών του '40 και του '50. Η κρίση, όμως, του σοσιαλιασμού και των ''προοδευτικών'' λαικιστικών ιδεολογιών που εκπορεύονταν από αυτόν, όπως και η πρόσφατη κρίση του αραβισμού (εμφανέστατο γεγονός αν παρατηρήσουμε την ''ισλαμικοποίηση'' του πολιτικού λόγου του ιρακινού ''σοσιαλιστικού'' Μπάαθ, που αναγκάστηκε να εγκαταλείψει τον παναραβικό -κοσμικοσοσιαλιστικό- λόγο- κατά τη κρίση Ιράκ-Κουβέιτ), αποτελούν για πολλούς τα αίτια της ανόδου του ισλαμισμού και της παρακμής των ''λαικών'' αριστερών τάσεων. Βέβαια, μετά τη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης, το μέλλον των αριστερών ιδεολογιών και των τριτοκοσμικών παραφυάδων τους στην περιοχή είναι μάλλον σκοτεινό και αβέβαιο. Η Νέα Τάξη Πραγμάτωναπαιτεί την προσαρμογή σε άλλη λογική και δεδομένα, τα οποία φαίνονται ούτως ή άλλως αρκετά απόμακρα για τις μουσουλμανικές κοινωνίες του Κεντρικού Ισλάμ. Τι, λοιπόν, τους απομένει ως εναλλακτική κοινωνικο-πολιτική και πολιτιστική λύση; Τι άλλο από το σύγχρονο ισλαμιστικό πολιτικό ιδεολόγημα; Διότι ο σύγχρονος ισλαμισμός δεν αποτελεί πλέον θεολογία, αλλά κυρίως πολιτική ιδεολογία εμπνευσμένη από τις παραδοσιακές αξίες, η οποία απαντά στις, αναξιόπιστες πια, δυτικές θεωρίες διαμορφώνοντας τις ανάλογα με το πολιτιστικό πλέγμα του μουσουλμανικού κοινωνικού σχηματισμού, στα πλαίσια του οποίου λειτουργεί.

γ´
Ευκαιρίας δοθείσης, πρέπει να τονίσουμε τα κομβικά αυτά σημεία του ισλαμιστικού πολιτικού λόγου που στηρίζουν τον θεωρητικό κορμό του κινήματος:
1. Οι ισλαμιστές κατηγορούν το ''Δυτικό Ιμπεριαλισμό'' ως υπεύθυνο της δημιουργίας των εθνικών μουσουλμανικών κρατών και, ως εκ τούτου και των εθνικών συνόρων, με τον κατακερματισμό της Κοινότητας των Πιστών [Umma] σε κράτη θραύσματα. Σε αυτό το σημείο το ισλαμιστικό κίνημα εθελοτυφλεί για ευνόητους λόγους. Και εθελοτυφλεί διότι λησμονεί ότι εθνικά κράτη με αυστηρά περιχαρακωμένα εθνικά σύνορα υπήρχαν πολύ πριν ο Προφήτης λάβει τη Θεία Επιφοίτηση. Παραδείγματα υπάρχουν πολλά: στη Β.Αφρική τα σύνορα των κρατών έχουν τις ρίζες τους στους αρχαίους χρόνους, η Αίγυπτος και η Περσία είναι γεωγραφικές οντότητες πολλών χιλιετιών [διαβάστε αυτή την παραπομπή, πιστεύω πως αξίζει τον κόπο]. Αντιθέτως, εθνικά κράτη όπως το Πακιστάν και το Μπαγκλαντές διαχώρισαν τη θέση τους από την Ινδία τη δεκαετία του '50 και έκοψαν δεσμούς αίματος μ' αυτήν το 1971, μέσα σ' ένα λουτρό αίματος, βασισμένα κυρίως στο θρησκευτικό (μουσουλμανικό) στοιχείο, υλοποιώντας τα ισλαμιστικά κελεύσματα της ''μουσουλμανικής διεθνούς''.
Οι ισλαμιστές θέλουν να αγνοούν ότι ο σημερινός γεωπολιτικός κατακερματισμός τους είναι πολύ παλαιότερος από τις ευρωπαικές αποικιοκρατικές επεμβάσεις. Το κύριο ρήγμα στην πολιτική ενότητα του μουσουλμανικού κόσμου είναι αποτέλεσμα τεσσάρων παραμέτρων:
α. του σχίσματος μεταξύ σουνιτών και σιιτών,
β. του χάσματος μεταξύ περσικού και αραβικού πολιτισμού,
γ. της επέμβασης των τουρκικών φύλων της Ασίας και της αρπαγής της πολιτικής και στρατιωτικής ηγεσίας των πιστών από αυτά, και
δ. της τεράστιας εξάπλωσης του Ισλάμ από τη Ν.Σαχάρα μέχρι την Ινδία, δηλαδή σε γεωγραφικούς χώρους με πολιτισμό τελείως διαφορετικό απ' αυτόν της Μέσης Ανατολής.
Όλα αυτά δεν σημαίνουν, βέβαια, ότι μπορούμε να παραβλέψουμε την αγγλική (Ινδία, Μ.Ανατολή), ρωσική (Κεντρική Ασία: Τουρκεστάν) και γαλλική (Μ.Ανατολή) επέμβαση. Επισημαίνω, όμως, ότι οι επεμβάσεις αυτές ήρθαν να επιβαρύνουν απλώς τις πολιτικές εξελίξεις που εμφανίζουν το σύγχρονο Ισλάμ γεωπολιτικά και ''εθνικά'' κατακερματισμένο.
2. «Δεν πρέπει να συγχέουμε τη θρησκεία του Ισλάμ και τις ιδεολογίες που το διεκδικούν, διότι το Ισλάμ είναι διιστορικό, διακοινωνικό, διαπολιτισμικό, ενώ οι ιδεολογίες αποτελούν συνάρτηση των πολιτικών, πολιτισμικών και ανθρωπολογικών συνθηκών των διαφόρων κοινωνικών σχηματισμών και των ευρύτερων βλέψεων των ηγετών τους. Το Ισλάμ αποτελεί θρησκεία που στη βάση της είναι μια και μοναδική, τα ισλάμ είναι ιδεολογίες». Έτσι διευκρινίζει ο M.Arcoun τη διαφορά μεταξύ της ισλαμιστικής ιδεολογίας και μουσουλμανικής θρησκείας, μεταξύ του Ισλάμ και των ισλάμ. Βέβαια, όλοι οι ηγέτες των ισλαμιστικών κινημάτων διατυπώνουν τον πολιτικό τους λόγο ισχυριζόμενοι ότι τον θεμελιώνουν στην ''καρδιά'' της μουσουλμανικής θρησκείας' παραβλέπουν όμως το γεγονός ότι, από θεολογική σκοπιά, το Ισλάμ εκφράζεται μόνον στην αραβική γλώσσα, ενώ τα ισλάμ χρησιμοποιούν το καθένα τη γλώσσα των δικών τους εθνικών κοινωνικών σχηματισμών, που, ενώ είναι μουσουλμανικοί, καμιά σχέση δεν έχουν με τους Άραβες και τα αραβικά.
Παρατηρούμε, λοιπόν, ότι η σύγχυση που επικρατεί μεταξύ αραβικού και ισλαμικού στοιχείου, από σύγχρονη γεωπολιτική οπτική, είναι τελείως εσφαλμένη και επικίνδυνη... Οι ισλαμιστές κάνουν εσκεμμένα τη σύγχυση, αποφεύγοντας τους διαχωρισμούς στα πλαίσια της Κοινότητας των Πιστών [Umma], η σύγχρονη όμως γεωπολιτική ανάλυση εξηγεί ότι αυτό συμβαίνει απλά και μόνο διότι το ισλαμιστικό ιδεολόγημα θέλει να εδραιώσει την πολιτική ενότητα του μουσουλμανικού κόσμου, βασισμένο στη θεολογία, το Κοράνι και τα Λόγια (Hadith), γραμμένα φυσικά στη γλώσσα του Προφήτη δηλαδή στα αραβικά [σημ. Δ`~. και με αυτόν τον τρόπο, οι έξυπνοι αραβομουσουλμάνοι ισλαμιστές να ηγεμονεύσουν επί της Umma, όπως ακριβώς οι αγγλοσάξωνικες -liberal- ελίτ ηγεμονεύουν επί της «διεθνούς κοινωνίας» (η οποία είναι μετεξέλιξη της χριστιανικής και της μετέπειτα ευρωπαικής κοινωνίας. Η Umma τι μετεξέλιξη θα έχει;) και την οποία θεμελιώσαν μέσω της Κ.τ.Ε η Αγγλία, πρώτιστα, και μέσω του Ο.Η.Ε, οι Η.Π.Α, πρώτιστα - ακολουθώντας τις ιδέες του Καλβίνου, καλβινιστικές χώρες ούσεςκαι οι δύο κατά βάση. Ex nihilo, εκ του μηδενός, δεν υπάρχει τίποτα, παρά μονάχα στα μυαλά ορισμένων. Ερώτημα, αν «εκκοσμικεύσουμε» καλβινιστικά -και λουθηρανικά- στοιχεία τι προκύπτει;]...
Την ιδιομορφία του Ισλάμ να συνδυάζει το πολιτικό με το θρησκευτικό στοιχείο εκμεταλλεύονται οι ισλαμιστές προσέχοντας, όπως είδαμε, να αναφέρονται μόνο στο θρησκευτικό στοιχείο, το οποίο χρησιμοποιούν ως συγκολλητικό υλικό για τις μάζες, ιδιαίτερα μετά την αποτυχία αφιχθεισών από την Ευρώπη ιδεολογών. Αλλά το ότι οι εισαχθείσες αυτές ευρωπαικές ιδεολογίες έχουν περιπέσει σε δυσμένεια δεν οφείλεται μόνο στο γεγονός ότι δεν κατάφεραν να ανταπεξέλθουν στα πιεστικά προβλήματα των μουσουλμανικών χωρών. Αποδίδεται, επίσης, και στην -σε πολλές περιπτώσεις- κακή χρήση των ιδεολογιών αυτών από τοπικούς ηγέτες. Το πνεύμα των κοσμικών εξουσιών στην πολιτική είναι εν πολλοίς ξένο για το ισλαμιστικό σύστημα αξιών, αλλά αυτό που το καθιστά καταδικαστέο είναι το γεγονός ότι αποτέλεσε κάλυμμα για διάφορα καθεστώτα ώστε να επιβάλλουν το νόμο μιας θρησκευτικής μειονότητας ή να δικαιολογήσουν κάθε είδους καταχρήσεις. Το να πούμε ότι η σύγχρονη μορφή κράτους δε μπορεί να θεωρείται νόμιμη στα μάτια ενός μουσουλμάνου, για τον οποίο μόνο η εξουσία του Χαλίφη είναι νόμιμη, είναι οπωσδήποτε αλήθεια αλλά δεν είναι αρκετό για να δικαιολογήσει το βαθμό αναξιοπιστίας που έχει για τον σημερινό πιστό το σύγχρονο ''δυτικού τύπου'' εθνικό κράτος.

δ´
Συμπερασματικά, μπορούμε να καταλήξουμε στο ότι το ισλαμικό φαινόμενο είναι ουσιαστικά μια κοινωνικοπολιτική αμφισβήτηση με σημαντικά μειωμένο θρησκευτικό περιεχόμενο. Δεν πρόκειται, λοιπόν, τόσο για μια θρησκευτική έκρηξη στις μουσουλμανικές κοινωνίες, αλλά για μια εκκοσμίκευση και ''εκλογίκευση'' του Ισλάμ, χωρίς να προηγηθεί κάποια πνευματική αναγέννηση του.
Το σημείο, όμως, που θεωρούμε καθήκον μας να τονίσουμε είναι το γεγονός ότι ο διεθνής διάλογος σχετικά με το καυτό ισλαμικό ζήτημα πρέπει να προσανατολισθεί στι εξής κατευθύνσεις:
α. την αντιμετώπιση του Ισλάμ ως θρησκείας και την εξατομίκευση του περιεχομένου της,
β. την ανάδειξη του ''εσωτερικού'' χαρακτήρα του Jihad ως μόνου ορθού και ρεαλιστικού τρόπου εφαρμογής του σύμφωνα με τη διεθνή τάξη πραγμάτων,
γ. τον τονισμό και την συνειδητοποίηση των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών των πολυάριθμων και διαφορετικών ισλάμ,
δ. τη συγκριτική μελέτη των κοινών ηθικο-θρησκευτικών στοιχείων του Χριστιανισμού και του Ισλάμκαι την ανάδειξη τους ως σημείων που ενώνουν τους δύο πολιτισμούς και όχι ως σκοπέλων που διαχωρίζουν,
ε. την, με κάθε τρόπο, προσπάθεια των βιομηχανικών χωρών να συμβάλλουν στην οικονομική, κοινωνική και πολιτιστική ανάπτυξη των χωρών του ισλαμικού νεφελώματος. Η μέθοδος αυτή αποτελεί το μοναδικό τρόπο ανάδειξης των ιδιαίτερων και αξιόλογων πολιτιστικών και εθνικών ταυτοτήτων των πολυάριθμων εθνικών κοινωνικών σχηματισμών, τους οποίους προκρούστεια η Δύση σήμερα αποκαλεί, υπεραπλουστευόντας επικίνδυνα, ''Ισλάμ''. Είναι ο μόνος τρόπος για να ανασυρθούν από τις αγκάλες του ισλαμιστικού μεγαλοιδεατισμού και αλυτρωτισμού οι τεράστιες πληθυσμιακές μάζες των μουσουλμάνων,
στ. την επίτευξη του διαχωρισμού μεταξύ του θρησκευτικού και του πολιτικού στοιχείου.

.~`~.
IV
Εισαγωγικά στοιχεία για μια γεωπολιτική προσέγγιση του ισλαμιστικού κινήματος
α´
Προσπαθώντας να διακρίνουμε το σύγχρονο φιλελεύθερο ισλαμικό πνεύμα από το ισλαμιστικό κίνημα, θα έπρεπε, πριν απ’ όλα, να εντοπίσουμε τις διαφορές τους, όπως αυτές περιχαρακώνονται από τους στόχους τους και την πρακτική τους. Επίσης, πρέπει να δούμε που γεννιέται το ισλαμιστικό κίνημα: στην Αίγυπτο και το Ιράκ, για να συνεχίσει στο Ιράν και με τους ιρανικούς του κλάδους σε τρεις χώρες. Να μελετήσουμε αυτές τις τρείς κύριες πηγές του και τους αλληλοεπηρεασμούς τους, όπου αυτοί υπάρχουν. Να εντοπίσουμε τη θεωρητική βάση και την πολιτικό-στρατιωτική πράξη του και κατόπιν να συμπεράνουμε τη γεωπολιτική του. Δεν πρέπει όμως να περιορίζουμε σημασιολογικά την έννοια της γεωπολιτικής αλλά ούτε και να την αφήνουμε να πλανάται εν αοριστία.
Γεωπολιτική δημιουργεί η δυναμική ενός πολιτισμού, μιας ιδεολογίας, μιας γλώσσας, ενός ισχυρού δημογραφικού φαινομένου, μιας οικονομίας και τελικά μιας στρατιωτικής δύναμης. Πρέπει, όμως, να ληφθεί υπόψη ότι τα ισχυρά διεθνή κέντρα αποφάσεων δημιουργούν γεωπολιτικές δυναμικές θέλοντας να προωθήσουν ή να ενισχύσουν γεωπολιτικές ισορροπίες. Δε φείδονται, ως εκ τούτου, προσπαθειών (και χρημάτων) προκειμένου να παραγάγουν «εθνικές ιδεολογίες» ανύπαρκτων εθνών, να «θυμηθούν» ουδέποτε καταπατηθέντα ανθρώπινα δικαιώματα ή «δικαιώματα Λαών στην Αυτοδιάθεση». Είναι, λοιπόν, μέγα λάθος να εκτιμάται ότι μόνες οι θελήσεις των λαών μπορούν να διαμορφώνουν γεωπολιτική δυναμική. Όμως, είναι παράλληλα ορθό, σώφρον και ρεαλιστικό να εκτιμάται ότι η πλήρης και σαφής γνώση των γεωπολιτικών αυτών πραγματικοτήτων από μέρους των μικρών ή κατακερματισμένων εθνών, μπορεί αρκετές φορές να αποτρέψει τους ισχυρούς του πλανήτη από αποφάσεις τους, οι οποίες δεν είναι προσανατολισμένες στο συμφέρον της διεθνούς κοινότητας.
Δυστυχώς, το ισλαμιστικό κίνημα επέλεξε την οδό της ρήξης. Η σοφία του Ισλάμ διαστρεβλώνεται καθημερινά δημιουργώντας έκρυθμες καταστάσεις και σημεία εκρήξεων, που αναγκάζουν τους Δυτικούς να τηρούν στάση από εχθρική ως επιφυλακτική απέναντι στη ζώνη αυτή του πλανήτη. Το Ισλάμ και η τεράστια συμβολή του στον ανθρώπινο πολιτισμό μεταμορφώνονται σε οργισμένο, τυφλό αγρίμι, επικίνδυνο για τον εαυτό του και τον περίγυρο του. Το ευτύχημα είναι ότι πάντοτε παραμένουν μερικές ασίγαστες φωνές λογικής στα ίδια τα πλαίσια του κινήματος των «Πολεμιστών του Αλλάχ», οι οποίες δημιουργούν τις προϋποθέσεις για έναρξη διαλόγου και συνεννόησης μεταξύ του ισλαμιστικού κινήματος και της Δύσης.
Έτσι έχοντας αυτά κατά νου, μπορούμε να προβούμε στη σημαντική διάκριση μεταξύ της γεωπολιτικής που δημιουργεί το πνεύμα των ισλάμ με όλη τους την πολυμορφία, την πολιτιστική τους φόρτιση και τη δημογραφική τους ισχύ και της γεωπολιτικής που είναι απόρροια του ισλαμιστικού κινήματος, ενός κινήματος επαναστατικού, με πολιτικο-στρατιωτικές δομές και ένοπλη παράνομη δραστηριότητα σε όλον σχεδόν τον δυτικό κόσμο...
Ο δυτικός παρατηρητής, βέβαια, παραμένει στην ατμόσφαιρα της δημοσιογραφικής παράθεσης τρομοκρατικών πράξεων του ισλαμιστικού ακτιβισμού και ενός ''πολιτιστικολογούντος'' ισλαμοανατολιστικού ιστορικισμού με δόσεις εξωτισμού, μη μπορώντας να διακρίνει γεωγραφικά, πολιτικά και, τελικά, πρακτικά τον ισλαμισμό από το Ισλάμ. Μη μπορώντας να διακρίνει τον ισλαμιστικό ''επαναστατισμό'' από την πολιτική των μεμονωμένων εθνικών ισλαμικών κρατών ή, αλλιώς, τον ιεροπολεμικό πανισλαμισμό από τις πολιτικές των δημοκρατιών ή μοναρχιών του πλανήτη που έχουν ως επίσημη θρησκεία το Ισλάμ. Και κάτι ακόμη: χωρίς να μπορεί ο δυτικός παρατηρητής να διακρίνει τη σιιτική εξαγωγή της Ισλαμικής Επανάστασης ως ιδεολογική και πολιτικο-στρατιωτική πρακτική από τις συνέπειες της στα πλαίσια των υπόλοιπων μουσουλμανικών κρατών. Καταλήγουμε, λοιπόν, στο συμπέρασμα ότι ο σύγχρονος δυτικός παρατηρητής οφείλει να κάνει διαχωρισμό μεταξύ των αίτιων και των αιτιατών, χωρίς να πανικοβάλλεται, ενώπιον κάθε πολιτικού ή κοινωνικού σχήματος που έχει έμμεση ή άμεση σχέση με το Ισλάμ. Η κατάσταση αυτή δε βοηθά ούτε τις διεθνείς σχέσεις, ούτε τη διεθνή ύφεση αλλά ούτε και τον πολιτικό ρεαλισμό γενικότερα.

β´
Είναι λοιπόν κατανοητό γιατί πολλές χώρες του Κόλπου, του Μαγκρέμπ ή του Machrek, οδηγούνται σε έναν αγώνα επίδειξης ''ισλαμικού πνεύματος νομιμοφροσύνης''. Η μέθοδος αυτή θεωρείται ως ο μόνος τρόπος να αποφευχθούν εξεγέρσεις σιιτικών θυλάκων που βρίσκονται στα εδάφη τους και κατευθύνονται από μυστικές υπηρεσίες της Τεχεράνης ή ακόμη και της ''μπααθικής'' Βαγδάτης [παλαιότερα]... Είναι ουκ ολίγες οι περιπτώσεις που το μεγαλύτερο ποσοστό του πληθυσμού είναι σιίτες, ενώ η κυβέρνηση είναι σουνιτική [Νομίζω πως αναφέρεται στο Μπαχρέιν και την Υεμένη].
Την αιτία της ευαισθησίας των στρωμάτων αυτών στα ισλαμιστικά ανατρεπτικά κελέυσματα πρέπει να την αναζητήσουμε στην αποτυχία των διαφόρων εισαχθέντων δυτικών πολιτικών μοντέλων (αποικιοκρατία, προτεκτοράτα, δημοκρατίες ''δυτικού'' τύπου, τριτοκοσμικοί σοσιαλισμοί, κτλ., στα φαύλα και διεφθαρμένα εν τη εξελίξει τους καθεστώτα, λαμπρό παράδειγμα των οποίων μας δίνει η Αλγερία του, διεφθαρμένου πια, FLN που οδήγησε στον θρίαμβο του Ισλαμικού Μετώπου της Σωτηρίας, στις δημοτικές εκλογές του 1990. Επρόκειτο για τις πρώτες ελεύθερες εκλογές από την εποχή της ανακύρηξης της ανεξαρτησίας της, το 1962. Επίσης, πρέπει να αναζητήσουμε την αιτία και στη διάθεση των στρωμάτων αυτών για αντίσταση στον πολιτικό μαρασμό στον οποίο ''τους εξαναγκάζει το δυτικό μοντέλο διακυβέρνησης'', όπως διατείνεται το κίνημα.
Αν κοιτάξουμε το σύνολο των ισλαμικών χωρών μέσα από το πρίσμα της φτώχειας και της υπανάπτυξης, θα καταλάβουμε το χαρακτήρα των ισλαμικών εξεγέρσεων, που, όπως φαίνεται, δεν περιορίζονται εύκολα μόνο στα πλαίσια του σιιτικού στοιχείου. Είναι, οπωσδήποτε, πέρα από κάθε αμφισβήτηση ότι η Ιρανική Επανάσταση διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο για το ευρύτερο ισλαμιστικό κίνημα. Δεν θα πρέπει, όμως, να παρασυρθούμε στην εσφαλμένη λογική του να κρίνουμε ''εξ όνυχος τον λέοντα'' και να προβούμε στο συμπέρασμα ότι η ισλαμική εξέγερση και η ισλαμιστική τρομοκρατία ταυτίζονται μόνο με το Ιράν. Φυσικά, η Σ.Αραβία, τα Αραβικά Εμιράτα και ιδιαίτερα το Μπαχρέιν -με σημαντική σε αριθμό σιιτική μειονότητα- δεν έμειναν μαρκάν των περιδινήσεων του ναυαγίου του περσικού θρόνου. Πρέπει, όμως, να διευκρινιστεί ότι η συμβολή της Ιρανικής Επανάστασης στην ανάπτυξη του ευρύτερου ισλαμιστικού κινήματος συνίστατο κυρίως στο γεγονός ότι οι δυνάμεις αμφισβήτησης της δεκαετίας του '80 είχαν ως ιδανικό το Ισλάμ. Επίσης, πρέπει να τονισθει ότι η ισλαμιστική τρομοκρατία που αποτελεί για τους ριζοσπαστικούς ισλαμιστικούς κύκλους τον ένοπλο βραχίονα του Ισλάμ, δεν είναι, κατααρχήν τουλάχιστον, κρατικής προέλευσης.



Ολοκλήρωση α´ μέρους.

.~`~.
Για περαιτέρω ιχνηλάτηση και πληρέστερη προοπτική

Η Παγκόσμια Τάξη από Αμερικανική και μη σκοπιά και η συσχέτιση της Παγκόσμιας Τάξης της Βεστφαλίας με τον οικονομικό εθνικισμό, την Αγία Ρωμαιογερμανική αυτοκρατορία και το Μέγα Χαλιφάτο του Ισλάμ.

$
0
0

.~`~.
Πρόλογος
Η αμφισβήτηση της Παγκόσμιας Τάξης

Η Νέα Παγκόσμια Τάξη (Ν.Π.Τ) διαδόθηκε ως ιδέα σε μια συγκεκριμένη ιστορική στιγμή. Συγκεκριμένα, όταν τέλειωσε ο Ψυχρός Πόλεμος, στα τέλη της δεκαετίας του 1980, και θεωρήθηκε ότι η γνήσια παγκόσμια συνεργασία μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών και της Σοβιετικής Ένωσης ήταν όχι μόνο δυνατή, αλλά και πολύ πιθανή. Η βάση της Ν.Π.Τ θεωρούνταν ένα προϊόν της θεωρίας σύγκλισης που προβλέπει τη σύνθεση των σοβιετικών σοσιαλιστικών και των Δυτικών καπιταλιστικών πολιτικών μορφών, και της στενής συνεργασίας Σοβιετικής Ένωσης και ΗΠΑ για την αντιμετώπιση περιφερειακών θεμάτων, όπως π.χ. ο πρώτος Πόλεμος του Κόλπου, στις αρχές του 1991. Εντούτοις, σύντομα μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης, το πρόγραμμα μιας Ν.Π.Τ παραμερίστηκε και ξεχάστηκε.
Μετά το 1991, η Νέα Παγκόσμια Τάξη θεωρήθηκε ως κάτι που σχηματίζεται μπροστά στα μάτια μας: ένας μονοπολικός κόσμος, κατευθυνόμενος από τη φανερή ηγεμονία των ΗΠΑ. Η κατάσταση περιγράφηκε αρκετά καλά στο ουτοπικό έργο του FukuyamaΤο Τέλος της Ιστορίας και ο Τελευταίος Άνθρωπος. Αυτή η παγκόσμια τάξη αγνόησε όλους τους άλλους πόλους δύναμης, εκτός από τις ΗΠΑ και τους συμμάχους τους, μαζί με τη ΔυτικήΕυρώπη και την Ιαπωνία. Συνελήφθη ως μια παγκοσμιοποίηση της Οικονομίας της Ελεύθερης Αγοράς, της Πολιτικής Δημοκρατίας και της Ιδεολογίας των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. Όλα αυτά υποτέθηκαν ως μέρος ενός παγκόσμιου συστήματος που γινόταν αποδεκτό από όλες τις χώρες του κόσμου.
Αρκετοί σκεπτικιστές, πάντως, το θεώρησαν απατηλό και πίστεψαν ότι οι διαφορές μεταξύ των χωρών και των λαών θα επανεμφανίζονταν με άλλες μορφές, όπως π.χ. με τη διαβόητη «Σύγκρουση των Πολιτισμών» του Samuel Huntington ή με εθνικές και θρησκευτικές συγκρούσεις. Μερικοί ειδικοί, ιδιαίτερα ο John Mearsheimer, θεώρησαν τη μονοπολιτικότητα όχι ως μια «ορθή» παγκόσμια τάξη, αλλά απλά ως μια «μονοπολική ορμή»... αυτό που αμφισβητείται σε όλα αυτά τα προγράμματα είναι η υπάρχουσα τάξη των εθνών-κρατών και της εθνικής κυριαρχίας. Το βεστφαλιανό σύστημα (δες ΙΙΙ) δεν αντιστοιχεί πια στη σημερινή παγκόσμια ισορροπία δυνάμεων. Νέοι παίκτες διεθνούς και υποεθνικής κλίμακαςβεβαιώνουν την αυξανόμενη σημασία τους, και είναι εμφανές ότι ο κόσμος χρειάζεται ένα νέο πρότυπο διεθνών σχέσεων.
Συνεπώς, ο σύγχρονος κόσμος, όπως είναι σήμερα, δεν μπορεί να θεωρηθεί ως μια σωστά πραγματοποιημένη Νέα Παγκόσμια Τάξη. Δεν υπάρχει καμία οριστική παγκόσμια τάξη οποιουδήποτε είδους. Ουσιαστικά, αυτό που έχουμε είναι η μετάβαση από την παγκόσμια τάξη που ξέραμε στον 20ο αιώνα σε ένα άλλο πρότυπο, τα χαρακτηριστικά του οποίου δεν έχουν ακόμα καθοριστεί πλήρως. Θα είναι το μέλλον πραγματικά παγκόσμιο; Ή μήπως θα κυριαρχήσουν τελικά οι περιφερειακές τάσεις; Θα υπάρξει μια μοναδική παγκόσμια τάξη; Ή μήπως θα υπάρξουν αντ' αυτού διάφορες τοπικές ή περιφερειακές τάξεις; Ή μήπως, πάλι, θα πρέπει να αντιμετωπίσουμε το παγκόσμιο χάος; Δεν είναι ακόμα σαφές. Η μετάβασηδεν έχει ολοκληρωθεί... το μόνο που είναι σίγουρο είναι το γεγονός της μετάβασηςπρος κάποιο νέο πρότυπο. Ωστόσο, το πρότυπο αυτό είναι, αντίθετα, αρκετά αβέβαιο.


.~`~.
I
Η Παγκόσμια Τάξη από Αμερικανική Σκοπιά
α´
Η θέση των ΗΠΑ κατά τη διάρκεια αυτής της μετάβασης είναι απολύτως σίγουρη, αλλά το μαρκοπρόθεσμο μέλλον της βρίσκεται υπό αμφισβήτηση. Οι ΗΠΑυποβάλλονται τώρα σε ένα τέστ για την παγκόσμια αυτοκρατορική ηγεμονία τους και πρέπει να αντιμετωπίσουν προκλήσεις, μερικές από τις οποίες είναι αρκετά πρωτογενείς. Αυτό το τέστ θα μπορούσε να προχωρήσει με τρεις διαφορετικούς τρόπους:
1. Τη δημιουργία μιας Αμερικανικής Αυτοκρατορίας stricto sensu, με μια παγιωμένη και τεχνικά και κοινωνικά αναπτυγμένη κεντρική περιοχή ή αυτοκρατορικό πυρήνα, και με την περιφέρεια διαιρεμένη και κατακερματισμένη σε μια κατάσταση μόνιμης αναταραχής, κοντά στο χάος. Οι νεοσυντηρητικοί θα φέρονταν να είναι υπέρ ενός τέτοιου σχεδίου.
2. Τη δημιουργία μιας πολύπλευρης μονοπολικότητας, βάσει της οποίας οι ΗΠΑθα συνεργάζονταν με άλλες φιλικές δυνάμεις (Καναδά, Ευρώπη, Αυστραλία, Ιαπωνία, Ισραήλ, Άραβες συμμάχους και, ενδεχομένως, άλλες χώρες) για την επίλυση των περιφερειακών προβλημάτων και την άσκηση πίεσης πάνω στα «αχρεία κράτη» (όπως το Ιράν, η Βενεζουέλα, η Λευκορωσία ή η Βόρεια Κορέα) ή για την παρεμπόδιση άλλων δυνάμεων από την επίτευξη περιφερειακής ανεξαρτησίας και ηγεμονίας (Κίνα, Ρωσίακ.λπ). Οι Δημοκρατικοί και ο Πρόεδρος Obama θα φέρονταν να τείνουν προς αυτό το όραμα.
3. Την προώθηση της επιταχυνόμενης παγκοσμιοποίησης, με τη δημιουργία μιας παγκόσμιας κυβέρνησης και τη γρήγορη εξάλειψη της κυριαρχίας των εθνών-κρατών, υπέρ της δημιουργίας των «Ηνωμένων Πολιτειών του Κόσμου», κυβερνώμενων με νομικούς όρους από την παγκόσμια ελίτ (π.χ. το πρόγραμμα CFRπου εκπροσωπείται από τη στρατηγική του George Soros και των ιδρυμάτων του). Οι πολύχρωμες επαναστάσεις θεωρούνται εδώ ως το πιο αποτελεσματικό όπλο της αποσταθεροποίησης και, τελικά, της καταστροφής των εθνικών κρατών.
Οι ΗΠΑφαίνονται συχνά να προωθούν ταυτόχρονα και τις τρεις στρατηγικές, ως μέρος μιας πολυδιάστατης εξωτερικής πολιτικής. Αυτές οι τρεις στρατηγικές κατευθύνσεις των ΗΠΑ δημιουργούν το παγκόσμιο πλαίσιο στις διεθνείς σχέσεις, με τις ΗΠΑ να αποτελούν τον βασικό παίχτη σε μια παγκόσμια κλίμακα. Πέρα από τις εμφανείς διαφορές μεταξύ αυτών των τριών εικόνων του μέλλοντος, αυτές έχουν μερικά ουσιαστικά κοινά σημεία. Εν πάση περιπτώσει, οι ΗΠΑ ενδιαφέρονται για την επιβεβαίωση της στρατηγικής, οικονομικής και πολιτικής κυριαρχίαςτους, για την ενίσχυση του ελέγχουκαι την αποδυνάμωσηόλων των άλλων παγκόσμιων παικτών, για τη βαθμιαία ή επιταχυνόμενη κατάργηση της εθνικής ανεξαρτησίας των σημερινών λίγο-πολύ ανεξάρτητων κρατών και για την προώθηση των υποτιθέμενων «παγκόσμιων»αξιών του Δυτικού κόσμου, δηλαδή της φιλελεύθερης δημοκρατίας, του κοινοβουλευτισμού, των ελεύθερων αγορών, των ανθρωπίνων δικαιωμάτων κ.ο.κ
Αντιμετωπίζουμε, επομένως, έναν σύγχρονο κόσμο με μια ισχυρή και φαινομενικά μόνιμη γεωπολιτική διευθέτηση, όπου το κέντρο είναι οι ΗΠΑ και όπου οι ακτίνες της επιρροής τους (στρατηγικές, οικονομικές, πολιτικές, τεχνολογικές, πληροφοριακές κ.λπ) εισχωρούν σε όλο τον υπόλοιπο κόσμο ανάλογα με τη δύναμη της κοινωνικής θέλησης των διαφόρων χωρών, καθώς και των εθνικών και θρησκευτικών ομάδων να τις δεχτούν ή να τις απορρίψουν. Είναι ένα είδος αυτοκρατορικού δικτύου που λειτουργεί σε μια πλανητική κλίμακα.

β´
Αυτή η αμερικανοκεντρική παγκόσμια γεωπολιτική διευθέτηση μπορεί να περιγραφεί σε αρκετά διαφορετικά επίπεδα:
Ιστορικά: Οι ΗΠΑ θεωρούν τον εαυτό τους ως τη λογική έκβαση και το αποκορύφωμα του Δυτικού Πολιτισμού. Κάποτε αυτό παρουσιάστηκε από την άποψη του «Προφανούς Πεπρωμένου» της Αμερικήςκαι, στη συνέχεια, με όρους του Δόγματος Monroe. Τώρα μιλούν για επιβολή «παγκόσμιων» κανόνων για τα «ανθρώπινα δικαιώματα», για προώθηση της δημοκρατίας, της τεχνολογίας, των θεσμών της ελεύθερης αγοράς κ.ο.κ. Στην πραγματικότητα, όμως, αντιμετωπίζουμε απλά μια αναβαθμισμένη έκδοση και συνέχεια ενός Δυτικού Καθολικισμού που έχει μεταλαμπαδευτεί από τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, τον Μεσαιωνικό Χριστιανισμό, τον Μοντερνισμό μέσω του Διαφωτισμού και της αποικιοκρατίας, μέχρι τα σημερινά φαινόμενα του Μεταμοντερνισμού και του Υπερ-ατομικισμού.
Η Ιστορία θεωρείται μια μονοφωνική και μονότονη διαδικασία τεχνολογικής και κοινωνικής προόδου, η πορεία της αυξανόμενης απελευθέρωσης των ατόμων από όλα τα είδη συλλογικών ταυτοτήτων. Η Παράδοση και ο Συντηρητισμός θεωρούνται, έτσι, ως εμπόδια προς την ελευθερία, τα οποία πρέπει να απορριφθούν. Οι ΗΠΑ βρίσκονται στην εμπροσθοφυλακή αυτής της ιστορικής προόδου και έχουν το δικαίωμα, την υποχρέωση και την ιστορική αποστολή να κινήσουν την Ιστορία όλο και πιο μπροστά, κατά τη διάρκεια αυτής της πορείας. Η ιστορική ύπαρξη των ΗΠΑ συμπίπτει με την πορεία αυτής της ανθρώπινης ιστορίας. Έτσι, «αμερικανικός» σημαίνει «παγκόσμιος». Οι υπόλοιποι είτε έχουν αμερικανικό μέλλον, είτε δεν έχουν κανένα μέλλον (δες και εδώ).

Πολιτικά: Υπάρχουν πολύ σημαντικές τάσεις στην παγκόσμια πολιτική που καθορίζουν αυτή τη φάση της μετάβασης. Το αποκορύφωμα της πολιτικής σκέψης του Μοντερνισμού ήταν η νίκη του Φιλελευθερισμού πάνω στα εναλλακτικά πολιτικά δόγματα του Νεωτερισμού: του Φασισμού και του Σοσιαλισμού (*). Ο Φιλελευθερισμός έχει γίνει παγκόσμιος, αποτελώντας το μόνο δυνατό πολιτικό σύστημα. Τώρα προχωρεί περισσότερο προς μια μεταμοντέρνα και μετα-ατομική έννοια της πολιτικής, η οποία περιγράφεται γενικά ως Μετα-Ανθρωπισμός. Οι ΗΠΑ διαδραματίζουν πάλι τον βασικό ρόλο σε αυτό.
Η μορφή της πολιτικής που προωθείται παγκόσμια από τις ΗΠΑ είναι η φιλελεύθερη δημοκρατία. Οι ΗΠΑ υποστηρίζουν την παγκοσμιοποίηση του Φιλελευθερισμού, προετοιμάζοντας έτσι το επόμενο βήμα στον πολιτικό Μεταμοντερνισμό, όπως περιγράφεται στην Αυτοκρατορία, το διάσημο βιβλίο των Hardt και Negri. Παραμένει κάποια απόσταση μεταξύ του φιλελεύθερου υπερ-ατομικισμού και του δέοντως μεταμοντέρνου Μετα-Ανθρωπισμού που προωθεί την κυβερνητική, τη γενετική τροποποίηση, την κλωνοποίηση και τις χίμαιρες. Ωστόσο, η παγκόσμια περιφέρεια συνεχίζει να αντιμετωπίζει τη διαδικασία του καθολικισμού - την επιταχυνόμενη καταστροφή όλων των ολιστικών κοινωνικών οντοτήτων, και τον τεμαχισμό και την ατομικοποίηση της κοινωνίας μέσω της τεχνολογίας (Διαδίκτυο, κινητά τηλέφωνα, κοινωνικά δίκτυα), όπου ο κύριος δράστης είναι αυστηρά το άτομο, «διαζευγμένο» από οποιοδήποτε οργανικό και συλλογικό πλαίσιο. Μια σημαντική μαρτυρία για τη δυαδική χρήση της προώθησης της δημοκρατίας έχει περιγραφεί με σαφήνεια σε ένα άρθρο του Αμερικανού στρατιωτικού και πολιτικού ειδήμονα Stephen R. Mann, ο οποίος βεβαίωσε ότι η δημοκρατία μπορεί να λειτουργήσει ως ένας αυτοπαραγώμενος ιός, ενισχύοντας τις υπάρχουσες και ιστορικά ώριμες δημοκρατικές κοινωνίες, αλλά καταστρέφοντας τις παραδοσιακές κοινωνίες και κάνοντας όσες δεν είναι έτοιμες γι' αυτήν να αντιμετωπίσουν το χάος. Η δημοκρατία θεωρείται, έτσι, ως ένα αποτελεσματικό όπλο για την πρόκληση χάους και για τη διακυβέρνηση των διαλυόμενων παγκόσμιων πολιτισμών από ένα παγκόσμιο κέντρο, εξομοιώνοντας και εγκαθιστώντας τον δημοκρατικό κώδικα παντού. Μια ένδειξη αυτής της διαδικασίας μπορεί να φανεί στα χαοτικά επακόλουθα των ξέφρενων γεγονότων της αποκαλούμενης «Αραβικής Άνοιξης».
Μετά την ολοκλήρωση του πλήρους τεμαχισμού αυτών των κοινωνιών, την ατομίκευση και ατομοποίηση, θα αρχίσει η δεύτερη φάση: η αναπόφευκτη διαίρεση και διάλυση του ίδιου του ατόμου μέσω της τεχνολογίας και της γενετικής επιδιόρθωσης, για τη δημιουργία της «Μετα-Ανθρωπότητας». Αυτή η «Μεταπολιτική»μπορεί να θεωρηθεί ως ο τελευταίος ορίζοντας του πολιτικού φουτουρισμού.

---------------------------------------------------------------
(*) Σε άλλο σημείο του έργου του γράφει ο -κάπως βαρύγδουπος είναι αλήθεια- συγγραφέας: ...το 1991 ο Φιλελευθερισμός απέδειξε το αποκλειστικό δικαίωμα του στην ορθόδοξη κληρονομιά του μοντέλου του Μοντερνισμού. όλες οι άλλες εκδόσεις, μαζί με την σημαντικότερη, τον Κομμουνισμό, αποδείχθηκαν αποκλίσεις στην πορεία του Μοντερνισμού, παρακλάδια που οδηγούν σε άλλο στόχο. Οι κομμουνιστές νόμισαν ότι ταξίδευαν στον δρόμο του Μοντερνισμού, στην κατεύθυνση της προόδου, αλλά, όπως έγινε σαφές, κινούνταν προς κάποιον άλλο στόχο που τέθηκε σε διαφορετικό εννοιολογικό χώρο. Μερικοί φιλελεύθεροι, όμως, υποθέτουν ακόμα και σήμερα ότι «οι κομμουνιστές εγκατέλειψαν προσωρινά μόνον τις θέσεις τους» και ότι μπορούν να επιστρέψουν. Προεκτείνοντας τους ψεύτικους φόβους του, ο σύγχρονος Αντικομμουνισμός, σε μεγαλύτερο βαθμό βαθμό ίσως από τον σύγχρονο Αντιφασισμό, γεννά χίμαιρες, φαντάσματα και ομοιώματα. Ο Κομμουνισμός δεν υπάρχει πια (όπως ο Φασισμός έχει πάψει από καιρό να υπάρχει), και στη θέση του απομένει μια γύψινη απομίμηση, ένας αβλαβής Che Guevara που διαφημίζει κινητά τηλέφωνα ή διακοσμεί τα πουκάμισα της αργόσχολης μικροαστικής νεολαίας. Στην εποχή του Μοντερνισμού, ο Che Guevara ήταν εχθρός του καπιταλισμού. Στην εποχή του Μεταμοντερνισμού διαφημίζει κινητά σε γιγάντιους πίνακες διαφημίσεων. Αυτός είναι ο τρόπος με τον οποίο μπορεί να επιστρέψει ο Κομμουνισμός: με τη μορφή ομοιωμάτων.
Η σημασία αυτής της εμπορικής χειρονομίας έγκειται στο γεγονός ότι η μεταμοντέρνα κοροϊδία για τις διεκδικήσεις του Κομμουνισμού είναι ένας εναλλακτικός λόγοςμέσα στο πλαίσιο του Μοντερνισμού. Εντούτοις, ο Φιλελεύθερος Συντηρητισμός είναι κατά κανόνα ξένος προς αυτή την ειρωνεία και δεν έχει καμία τάση να αστειευτεί με τους «κόκκινους» ή με τους «καφέ». Αυτό συμβαίνει γιατί φοβάται τη σχετικοποίηση του λόγουστον Μεταμοντερνισμό, διότι είναι αβέβαιος αν ο εχθρός του έχει νικηθεί πλήρως...
Κάθε δηλωμένος φασίστας, από το 1945 και έπειτα, είναι ένα ομοίωμα. Οι φόβοι των φιλελεύθερων, που λαμβάνουν τη μορφή των φασιστών, είναι μια πλήρης παρωδία. Δεν διαφέρουν πολύ από τις αποσυντειθέμενες και μισο-διαλυμένες μάζες. Ο Κομμουνισμός, που κράτησε περισσότερο από τον Φασισμό, δημιούργησε το ομοίωμα του μέσα στον εαυτό του. Οι νεώτεροι κομμουνιστές ήταν ήδη ψευδοπολιτικοί στρατιώτες. Σήμερα δεν υπάρχει καμία πιθανότητα για τον Κομμουνισμό να επιστρέψει στη ζωή. Το ίδιο πράγμα συμβαίνει με τον Φασισμό. Σύντομα θα δούμε ότι και ο Φιλελευθερισμός έχει φτάσει στο ίδιο σημείο. Τουλάχιστον οι φιλελεύθεροι μας -που, στην πραγματικότητα, δεν είναι καθόλου φιλελεύθεροι- το αποδεικνύουν: δώστε τους μερικά χρήματα και θα διακηρύξουν οτιδήποτε και τα πάντα.
---------------------------------------------------------------

Ιδεολογικά: Υπάρχει μια τάση στις ΗΠΑ να συνδέσουν όλο και περισσότερο την ιδεολογία και την πολιτική στις σχέσεις τους με την περιφέρεια. Στα προηγούμενα χρόνια, η αμερικανική εξωτερική πολιτική ενήργησε πάνω σε μια καθαρά ρεαλιστική βάση: εάν τα καθεστώτα ήταν υπέρ της Αμερικής, τα ανεχόταν αδιαφορώντας για τις ιδεολογικές αρχές τους. Η μακρόχρονη συμμαχία των ΗΠΑ με τη Σαουδική Αραβία αποτελεί ένα τέλειο παράδειγμα αυτής της ρεαλιστικής εξωτερικής πολιτικής στην πράξη. Έτσι, μερικά χαρακτηριστικά αυτής της σχιζοφρενικής διπλής ηθικήςέγιναν αποδεκτά ιδεολογικά. Εντούτοις, φαίνεται ότι τελευταία οι ΗΠΑ έχουν αρχίσει να εντείνουν την προώθηση της δημοκρατίας τους, υποστηρίζοντας τις λαϊκές επαναστάσεις στην Αίγυπτοκαι την Τυνησία, παρά το γεγονός ότι οι ηγέτες τους ήταν έμπιστοι σύμμαχοι των ΗΠΑ, καθώς και διεφθαρμένοι δικτάτορες. Τα δύο μέτρα και δύο σταθμά της αμερικανικής πολιτικής ιδεολογίας σιγά-σιγά εξαφανίζονται και ενισχύεται η προώθηση της δημοκρατίας. Το αποκορύφωμα αυτής της τάσης θα επιτευχθεί στην περίπτωση μιας πιθανής εξέγερσης στην Σαουδική Αραβία. Όταν αυτό συμβεί, η ιδεολογική στάση των ΗΠΑ υπέρ της δημοκρατίας θα δοκιμαστεί σε πολιτικά δύσκολες και ενοχλητικές καταστάσεις

Οικονομικά: Η Αμερικανική Οικονομία προκαλείται από την κινέζικη ανάπτυξη, την ενεργειακή έλλειψη και ασφάλεια, το υπέρογκο χρέος και τα δημοσιονομικά ελλείμματα, καθώς και την κρίσιμη απόκλιση και δυσαναλογία μεταξύ του οικονομικού τομέα και της ζώνης της πραγματικής βιομηχανίας. Η υπερ-ανάπτυξη ή η φούσκα των αμερικανικών χρηματοδοτικών οργανισμών και η άρση της εντοπιότητας της βιομηχανίας έχει δημιουργήσει μια ασυνέχεια μεταξύ της σφαίρας των χρημάτων και της σφαίρας της κλασικής καπιταλιστικής ισορροπίας της βιομηχανικής προσφοράς και της ζήτησης των καταναλωτών. Αυτό ήταν η κύρια αιτία της οικονομικής κρίσης του 2008.
Η κινεζική πολιτική οικονομία προσπαθεί να εδραιώσει την ανεξαρτησία της από την αμερικανική παγκόσμια ηγεμονία και μπορεί να γίνει ο κύριος παράγοντας του οικονομικού ανταγωνισμού. Ο έλεγχος μεγάλων αποθεμάτων από τους εναπομείναντες φυσικούς πόρους του πλανήτη από τη Ρωσία, το Ιράν, τη Βενεζουέλα και μερικές άλλες σχετικά ανεξάρτητες χώρες, θέτει ένα όριο στην αμερικανική οικονομική επιρροή. Η Οικονομία της Ευρωπαϊκής Ένωσηςκαι η ιαπωνικήοικονομική δυνατότητα αντιπροσωπεύουν δύο πιθανούς πόλους οικονομικού ανταγωνισμού με τις ΗΠΑ μέσα στο οικονομικό και στρατηγικό πλαίσιο της Δύσης.
Οι ΗΠΑ προσπαθούν να επιλύσουν αυτά τα προβλήματα χρησιμοποιώντας όχι μόνο καθαρά οικονομικά μέσα, αλλά και πολιτικά - και, κατά περιόδους, την στρατιωτική τους δύναμη. Θα μπορούσαμε, έτσι, να ερμηνεύσουμε την εισβολή και την κατοχή του Ιράκ και του Αφγανιστάν, αλλά και τις επεμβάσεις -ανοικτές και συγκαλυμμένες- στη Λιβύη, το Ιράν και τη Συρία, από μια γεωοικονομική και γεωπολιτικά σκοπιά. Η υποστήριξη της αντιπολίτευσης και των στασιαστών στη Ρωσία, το Ιράν και την Κίνα είναι μια άλλη, παρόμοια μέθοδος προς τον ίδιο σκοπό. Αυτές, όμως, είναι τεχνικές μόνον λύσεις. Η κύρια πρόκληση είναι πως να οργανώσει τη μεταμοντέρνα, εξαρτημένη από τη χρηματοδότηση, Οικονομία γύρω από τη συνεχιζόμενη ανάπτυξη, ξεπερνώντας το διευρυνόμενο κρίσιμο χάσμα μεταξύ της πραγματικής Οικονομίας και του χρηματοδοτικού τομέα, του οποίου η λογική και το συμφέρον γίνονται όλο και πιο αυτόνομα.
Είναι επιβεβαιωμένο ότι οι ΗΠΑείναι ο κύριος και ασύμμετρος παίκτης στο κέντρο της παρούσας μεταβατικής κατάστασης των παγκοσμίων υποθέσεων. Όπως έχει σημειώσει ο Vedrine, αυτός ο παίκτης είναι μια πραγματική υπερδύναμη, και η σημερινή γεωπολιτική διευθέτηση που περιλαμβάνει όλα τα επίπεδα και δίκτυα που εξετάστηκαν παραπάνω είναι δομημένη γύρω από αυτόν τον αμερικανικό πυρήνα. Το ερώτημα που εγείρεται τότε είναι αν αυτός ο παίκτης έχει συνείδηση αυτού που κάνει και κατανοεί πλήρως τι θα αποκτήσει στο τέλος, τι μορφή, δηλαδή, διεθνούς συστήματος ή παγκόσμιας τάξης πρόκειται να καθιερώσει. Οι γνώμες πάνω σε αυτό το σημείο διίστανται. Οι νεοσυντηρητικοί που διακηρύσσουν τον Νέο Αμερικανικό Αιώνα, είναι αισιόδοξοι ως προς τη μελλοντική Αμερικανική Αυτοκρατορία και έχουν έτσι ένα σαφές, αν και όχι απαραίτητα ρεαλιστικό, όραμα ενός κυριαρχούμενου από την Αμερική μέλλοντος. Σε αυτήν την περίπτωση, η Παγκόσμια Τάξη θα είναι μια αμερικανική αυτοκρατορική τάξη, βασισμένη στη μονοπολική γεωπολιτική. Τουλάχιστον θεωρητικά, αυτή η θέση έχει μια εξιλεωτική πλευρά: είναι καθαρή και τίμια ως προς τους στόχους και τις προθέσεις της. Οι «πολυπλευριστές» είναι πιο προσεκτικοί και επιμένουν στην ανάγκη πρόσκλησης των άλλων περιφερειακών δυνάμεων για να μοιραστούν το φορτίο της παγκόσμιας ηγεμονίας μαζί με τις ΗΠΑ. Είναι προφανές ότι μόνον κοινωνίες παρόμοιες με τις ΗΠΑ μπορούν να είναι συνεργάτες και, έτσι, η επιτυχία της προώθησης της δημοκρατίας γίνεται ένα ουσιαστικό χαρακτηριστικό. Οι πολυπλευριστές ενεργούν όχι μόνο στο όνομα των ΗΠΑ, αλλά στο όνομα της Δύσης, της οποίας οι αξίες είναι -ή πρέπει να γίνουν- καθολικές. Το όραμα τους μιας μελλοντικής παγκόσμιας τάξης, υπογορευόμενης από την παγκόσμια δημοκρατία αλλά διευθυνόμενης από τις ΗΠΑ, είναι πιο ομιχλώδες και όχι τόσο σαφώς καθορισμένο, όπως η Αμερικανική Αυτοκρατορία των Νεοσυντηρητικών.
Ακόμα πιο ασαφές είναι το ακραίο όραμα της παγκόσμιας διακυβέρνησης που οραματίζονται οι υποστηρικτές της επιταχυνόμενης παγκοσμιοποίησης. Μπορεί να ήταν δυνατόν να ανατραπεί αποτελεσματικά η υπάρχουσα τάξη πραγμάτων των κυρίαρχων εθνών-κρατών, αλλά σε πολλές περιπτώσεις αυτό θα ανοίξει απλά την πόρτα σε αρχαϊκές, τοπικές, θρησκευτικέςή εθνικές δυνάμεις και συγκρούσεις. Το όραμα μιας ενιαίας, ανοικτής και κατά μεγάλο μέρος ομοιογενούς κοινωνίας που καλύπτει τη Γη είναι τόσο φανταστικό και ουτοπικό, ώστε είναι ευκολότερο να φανταστεί κανείς το πλήρες χάος του «πολέμου όλων εναντίων όλων» του Hobbes στη φύση ενός κόσμου χωρίς κράτη.
Οι ανταγωνιστικές φατρίες της αμερικανικής ελίτ, οι ιδεολόγοι και τα κέντρα αποφάσεων των ΗΠΑ και της Δύσης έχουν διαφορετικά οράματα ως προς τις πιθανές μελλοντικές παγκόσμιες τάξεις πραγμάτων [δες και τη περίπτωση του New medievalism-Νεομεσαιωνισμού, μιας νεομεσαιωνικής τάξης]. Η πιο συνεπής και καλά καθορισμένη στρατηγική, η μονοπολική παγκόσμια τάξη των νεοσυντηρητικών, είναι συγχρόνως η πιο εθνοκεντρική, ανοιχτά ιμπεριαλιστική και ηγεμονική. Οι άλλες δυο εκδόσεις είναι πιο ασαφείς και αβέβαιες, κι έτσι θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε μια αύξηση της παγκόσμιας αναταραχής, με το προσωπείο της τάξης. Ο Richard Haass έχει αποκαλέσει τα μοντέλα ενός διεθνούς συστήματος σύμφωνα με αυτά τα δυο οράματα ως χαρακτηριζόμενα από «μη-πολικότητα». Έτσι, η μετάβασηπου συζητάμε είναι από τη φύση της αμερικανο-κεντρική και η παγκόσμια γεωπολιτική διευθέτηση εκτελείται έτσι ώστε οι βασικές παγκόσμιες διαδικασίες να συγκρατούνται, να προσανατολίζονται, να κατευθύνονται και, μερικές φορές, να ελέγχονται από τον μοναδικό παίκτη-υπερδύναμη που εκτελεί το έργο του είτε μόνος του, είτε με τη βοήθεια των Δυτικών συμμάχων του και των περιφερειακών κρατών-πελατών του.


.~`~.
II
Η Παγκόσμια Τάξη από Μη-Αμερικανική Σκοπιά

Η αμερικανο-κεντρική παγκόσμια προοπτική που περιγράψαμε παραπάνω, αν και είναι η σημαντικότερη παγκόσμια τάση, δεν είναι η μόνη πιθανή. Μπορεί να υπάρχουν -και υπάρχουν- αλλά εναλλακτικά οράματα της παγκόσμιας πολιτικής αρχιτεκτονικής που μπορούν να ληφθούν υπ' όψιν. Υπάρχουν δευτερεύοντες και τριτεύοντες παίκτες, που είναι αναπόφευκτοι ηττημένοι στην περίπτωση επιτυχίας της αμερικανικής στρατηγικής. Είναι χώρες, κράτη, λαοί και πολιτισμοί που θα έχαναν τα πάντα, ακόμη και την ταυτότητα τους, και δεν θα κέρδιζαν τίποτα εάν οι ΗΠΑ πραγματοποιούσαν τις παγκόσμιες φιλοδοξίες τους. Αυτές είναι τόσο πολλαπλές όσο και ετερογενείς, και μπορούν να καταταχθούν σε αρκετές διαφορετικές κατηγορίες.

α´
Η πρώτη κατηγορία αποτελείται από τα λίγο-πολύ επιτυχημένα έθνη-κράτη, τα οποία δεν είναι ευτυχή να χάσουν την ανεξαρτησία τους είτε από μια υπερεθνική εξωτερική αρχή υπό τη μορφή μιας ανοικτής αμερικανικής ηγεμονίας ή από Δυτικοκεντρικές μορφές παγκόσμιας κυβέρνησης ή διακυβέρνησης, είτε ακόμα από τη χαοτική διάλυση ενός αποτυχημένου διεθνούς συστήματος. Υπάρχουν πολλές τέτοιες χώρες, με πρώτιστες την Κίνα, τη Ρωσία, το Ιράν και την Ινδία [αλλά και μεταξύ τους αυτές οι χώρες έχουν «ασυμβατότητα συμφερόντων» όσο αφορά σφαίρες επιρροής], αλλά και πολλά άλλα νοτιοαμερικανικά και ισλαμικά κράτη. Αυτές οι χώρες δεν συμπαθούν καθόλου τους αμερικανικούς σχεδιασμούς, υποψιαζόμενες, για ευνόητους λόγους, την αναπόφευκτη απώλεια της κυριαρχίας τους. Έχουν, έτσι, την τάση να αντισταθούν στην παγκόσμια αμερικανοκεντρική γεωπολιτική ή να προσαρμοστούν σε αυτήν με τέτοιο τρόπο, που να μπορούν να αποφύγουν τις λογικές συνέπειες της επιτυχίας της μέσω μιας ιμπεριαλιστικής ή μιας γκλομπαλιστικήςστρατηγικής.

---------------------------------------------------------------
Οι ριζοσπάστες παγκοσμιοποιητές, όπως και οι συντηρητικοί, είναι μυθοπλάστες που χρησιμοποιούν τα σύγχρονα μαζικά μέσα ενημέρωσης και τις επικοινωνίες και τα συνέδρια, για να δημιουργήσουν πολύπλοκες άμυνες γύρω από τις βασικές δομές της πολιτικής και πνευματικής κυριαρχίας... Η ανάγκη για περιφερειακή ενίσχυση είναι αληθινή όχι τόσο για τον κόσμο ως σύνολο αλλά για τα δύο τρίτα του που είναι φτωχά και διαιρεμένα. Το υπόλοιπο ένα τρίτο είναι καλά οργανωμένο και μπορεί οποιαδήποτε στιγμή να κινητοποιηθεί τόσο οικονομικά όσο και πολιτικά παρά τις συγκρούσεις ισχύος και τους ιστορικούς ανταγωνισμούς.
Rajni Kothari

Ο Kothari γράφει ότι αυτός και οι Ινδοί συνάδελφοι του «αποστρέφονται τα κενά λόγια των ευκατάστατων, οργισμένων ανθρώπων του βόρειου ημισφαιρίου, που μεταβαίνουν από ήπειρο σε ήπειρο σε μια προσπάθεια να μεταμορφώσουν ολόκληρο τον κόσμο - κάτι που αποτελεί την τελευταία παραλλαγή της αίσθησης της ευθύνης των λευκών».
---------------------------------------------------------------

Η θέληση για διατήρηση της κυριαρχίαςαντιπροσωπεύει τη φυσική αντίφαση και το σημείο αντίστασης έναντι των αμερικανικών-Δυτικών ηγεμονικών ή γκλομπαλιστικών τάσεων. Γενικά αυτά τα κράτη στερούνται ένα εναλλακτικό όραμα του μελλοντικού διεθνούς συστήματος ή της Παγκόσμιας Τάξης και, φυσικά, δεν έχουν ένα ενιαίο ή κοινό όραμα. Αυτό που όλα θέλουν και έχουν από κοινού είναι η επιθυμία να διατηρηθεί το διεθνές status quo, όπως διαφυλάσσεται στον χάρτη των Ηνωμένων Εθνών - και, επομένως, η δική τους κυριαρχία και ταυτότητα ως εθνών-κρατών στη σημερινή μορφή τους, τις οποίες θα προσαρμόσουν και θα εκσυγχρονίσουν σαν μια εσωτερικήκαι κυρίαρχηδιαδικασία, ανάλογα με τις ανάγκες τους.
Μεταξύ αυτής της ομάδας εθνών-κρατών που επιδιώκουν να διατηρήσουν την κυριαρχία τους έναντι της αμερικανικής-Δυτικής ηγεμονίας ή των παγκοσμιοποιητικών στρατηγικών είναι:
1. Εκείνα τα κράτη που προσπαθούν να προσαρμόσουν τις κοινωνίες τους στα Δυτικά πρότυπα και να κρατήσουν φιλικές σχέσεις με τη Δύση και τις ΗΠΑ, αλλά να αποφύγουν την άμεση και πλήρη απώλεια της κυριαρχίας τους. Σε αυτά περιλαμβάνονται η Ινδία, η Τουρκία, η Βραζιλία και, μέχρι ένα ορισμένο σημείο, η Ρωσία και το Καζακστάν.
2. Έπειτα τα κράτη που είναι έτοιμα να συνεργαστούν με τις ΗΠΑ, αλλά υπό τον όρο της μη επέμβασης στις εσωτερικές υποθέσεις τους, όπως η Σαουδική Αραβία και το Πακιστάν.
3. Εκείνα τα κράτη που, ενώ συνεργάζονται με τις ΗΠΑ, παρακολουθούν με αυστηρότητα τη μοναδικότητα της κοινωνίας τους, φιλτράροντας τα Δυτικά στοιχεία που είναι συμβατά με τον πολιτισμό τους και προσπαθούν συγχρόνως να χρησιμοποιήσουν τα οφέλη από αυτή τη συνεργασία, για να ενισχύσουν την εθνική τους ανεξαρτησία, όπως η Κίνακαι, κατά περιόδους, η Ρωσία.
4. Εκείνα τα κράτη που προσπαθούν να αντιταχθούν άμεσα στις ΗΠΑ, απορρίπτοντας τις Δυτικές αξίες, τη μονοπολικότητα και την αμερικανο-Δυτική ηγεμονία. Σε αυτά περιλαμβάνονται το Ιράν, η Βενεζουέλα και η Βόρειος Κορέα.
Εντούτοις, όλες αυτές οι ομάδες δεν έχουν μια εναλλακτική παγκόσμια στρατηγική, η οποία θα μπορούσε να είναι συμμετρικά συγκρίσιμη με τα αμερικανικά οράματα του μέλλοντος, ακόμα κι αν αυτή ληφθεί χωρίς συναίνεση ή έναν καθαρά καθορισμένο σκοπό. Όλα αυτά τα κράτη ενεργούν γενικά χωριστά στην παγκόσμια σκηνή και ως προς τα άμεσα συμφέροντα τους. Η διαφορά μεταξύ τους στην εξωτερική πολιτική συνίσταται μόνο στο ποσό της έντασης με την οποία αυτά απορρίπτουν την αμερικανοποίηση τους. Η θέση τους μπορεί να οριστεί ως αντιδραστική. Αυτή η στρατηγική της αντιδραστικής αντίθεσης, που ποικίλλει από την απόρριψη ως την προσαρμογή, είναι μερικές φορές αποτελεσματική και μερικές όχι. Εν ολίγοις, δεν προσφέρει κανένα είδος εναλλακτικού οράματος για το μέλλον. Αντίθετα, το μέλλον της Παγκόσμιας Τάξης ή το διεθνές σύστημα θεωρείται μια αιώνια διατήρηση του σημερινού status quo, δηλ. του Μοντερνισμού, των εθνών-κρατών, του βεστφαλιανού συστήματος κρατικής κυριαρχίας (δες ΙΙΙ) και της αυστηρής ερμηνείας και διατήρησης του υπάρχοντος χάρτη και διαμόρφωσης του ΟΗΕ.

β´
Η δεύτερη κατηγορία παικτών που απορρίπτουν αυτή τη μετάβαση αποτελείται από υποεθνικές ομάδες, κινήματα και οργανώσεις που αντιτίθεται στην αμερικανική παγκόσμια γεωπολιτική κυριαρχία για ιδεολογικούς, θρησκευτικούς ή και πολιτιστικούς λόγους. Αυτές οι ομάδες είναι αρκετά διαφορετικές η μια από την άλλη και ποικίλλουν από κράτος σε κράτος. Οι περισσότερες από αυτές βασίζονται σε μια ερμηνεία της θρησκευτικής πίστης που είναι ασυμβίβαστη με το κοσμικό δόγμα της αμερικανοποίησης, Δυτικοποίησης και παγκοσμιοποίησης. Μπορούν, όμως, να παρακινηθούν και από εθνικές ή ιδεολογικές (π.χ. σοσιαλιστικές ή κομμουνιστικές) απόψεις ή δόγματα. Άλλες, πάλι, μπορεί να ενεργούν από μια καθαρά τοπικιστική άποψη.
Το παράδοξο είναι ότι, στο στάδιο της παγκοσμιοποίησης, η οποία αποσκοπεί στα να καταστήσει καθολικές και ομοιόμορφες όλες τις ιδιαιτερότητες και συλλογικές ταυτότητες πάνω στη βάση μιας καθαρά ατομικής ταυτότητας, οι υπο-εθνικοί παίκτες καθίστανται εύκολα διεθνικοί. Συχνά οι ίδιες θρησκείες και ιδεολογίες βρίσκονται σε διαφορετικά έθνη και κατά μήκος των κρατικών συνόρων. Έτσι, μεταξύ αυτών των μη-κρατικών παραγόντων θα μπορούσαμε ίσως να βρούμε κάποιο εναλλακτικό όραμα της μελλοντικής παγκόσμιας τάξης ή του διεθνούς συστήματος που να μπορεί να σταθεί σε αντίθεση με την αμερικανο-Δυτική μετάβαση και τις δομές της.
Μπορούμε να συνοψίσουμε χονδρικά τις ιδέες μερικών από τις σημαντικότερες αυτές υποεθνικές-διεθνικές ομάδες ως εξής:
- Η πιο αναγνωρισμένη μορφή σήμερα είναι το Ισλαμιστικό Κοσμικό Όραμα, που επιδιώκει την ουτοπία ενός μεμονωμένου κράτους, βασισμένου σε μια αυστηρή ερμηνεία του Ισλαμικού Νόμου, ή αλλιώς ενός Παγκόσμιου Χαλιφάτου που θα φέρει ολόκληρο τον κόσμο υπό ισλαμική κυριαρχία. Αυτό το πρόγραμμα αντιτάσσεται τόσο στην κατευθυνόμενη από του Αμερικανούς μεταβατική αρχιτεκτονική, όσο και στο υπάρχον καθεστώς των σύγχρονων εθνών-κρατών. Η Αλ Κάιντα του Osama bin Laden παραμένει συμβολική και αρχετυπική αυτών των ιδεών, και οι επιθέσεις που κατέρριψαν τους πύργους του Παγκόσμιου Κέντρου Εμπορίου στη Νέα Υόρκη του 2001 και που υποτίθεται ότι έχουν «αλλάξει τον κόσμο», είναι απόδειξη της σημαντικότητας των δικτύων και της σοβαρότητας με την οποία πρέπει αυτά να ληφθούν.
- Ένα άλλο τέτοιο πρόγραμμα μπορεί να οριστεί ως το Διεθνικό Νεο-σοσιαλιστικό Σχέδιο που αντιπροσωπεύεται από τη νοτιοαμερικανική Αριστερά και, μέχρι πρόσφατα, προσωπικά από τον Hugo Chavez. Αυτό αποτελεί χονδρικά μια νέα έκδοση της μαρξιστικής κριτικής του Καπιταλισμού, ενισχυμένη από εθνικιστική συγκίνηση και, σε μερικές περιπτώσεις, όπως οι Ζαπατίστας και η Βολιβία, από εθνικά συναισθήματα ή πράσινη οικολογική κριτική. Μερικά αραβικά καθεστώτα, όπως μέχρι πρόσφατα το Λυβικό Αραβικό Τζαμαχιρίγια του Gaddafi, μπορούν να εξεταστούν με το ίδιο πνεύμα. Το όραμα της μελλοντικής παγκόσμιας τάξης παρουσιάζεται εδώ ως η Παγκόσμια Σοσιαλιστική Επανάσταση που προχωρά με αντι-αμερικανικές εκστρατείες απελευθέρωσης σε κάθε χώρα, σε όλη την υδρόγειο. Η κατευθυνόμενη από τις ΗΠΑ-Δύση μετάβαση προς τη Νέα Τάξη Πραγμάτων θεωρείται από αυτή την ομάδα ως ενσάρκωση του κλασικού ιμπεριαλισμού που επέκρινε ο Lenin.
- Ένα τρίτο παράδειγμα μπορεί να βρεθεί στο Ευρασιατικό Πρόγραμμα (γνωστό επίσης, ως πολυπολικότητα. Μείζονες Χώροι ή Μεγάλες Δυνάμεις) που προτείνει ένα εναλλακτικό μοντέλο παγκόσμιας τάξης, βασισμένο στο πρότυπο των μοναδικών πολιτισμών και των Μεγάλων Δυνάμεων. Αυτό προϋποθέτει τη δημιουργία διαφόρων διεθνικών πολιτικών, στρατηγικών και οικονομικών οντοτήτων, ενωμένων περιφερειακά μέσω των κοινών γεωγραφικών περιοχών και των κοινών αξιών - θρησκευτικών, κοσμικών ή πολιτιστικών. Αυτές πρέπει να αποτελούνται από ενοποιημένα κράτη κατά μήκος περιφερειακών γραμμών που θα αντιπροσωπεύουν τους πόλους του πολυπολικού κόσμου. Η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι ένα τέτοιο παράδειγμα και η δημιουργούμενη Ευρασιατική Ένωση, που προτάθηκε από τον Vladimir Putin της Ρωσίας και τον Πρόεδρο του Καζακστάν Nursultan Nazarbayev, ένα άλλο. Μια Ισλαμική Ένωση, μια Νοτιο-Αμερικανική-Μπολιβαριανή Ένωση, μια Κινεζική Ένωση, μια Ινδική Ένωση ή μια Παν-Ειρηνική Ένωση είναι άλλες δυνατότητες. Ο Βορειοαμερικανικός Μεγάλος Χώρος, που καλύπτει τη σημερινή NAFTA, θα θεωρούνταν απλά ως ένας μεταξύ αρκετών άλλων, λίγο-πολύ ίσων πόλων, και τίποτα περισσότερο.
Αυτός δεν είναι ένας πλήρης κατάλογος όλων των μη κρατικών ομάδων ή θεωριών με εναλλακτικά οράματα της παγκόσμιας τάξης. Υπάρχουν και άλλες ομάδες μικρότερης κλίμακαςκαι, έτσι, πέρα από το πεδίο αυτής της εργασίας.
Στην παρούσα κατάσταση των παγκοσμίων υποθέσεων, υπάρχει μια σοβαρή διαίρεση μεταξύ εθνών-κρατών και των υπο-κρατικών ή διεθνικών ιδεολογικών κινημάτων που λειτουργούν σε διαφορετικά επίπεδα, όπως αναφέρθηκε παραπάνω. Τα έθνη-κράτη δεν έχουν όραμα και ιδεολογία, και τα εναλλακτικά κινήματα δεν έχουν την αναγκαία υποδομή και τους πόρους για να θέσουν τις ιδέες τους σε εφαρμογή. Εάν ήταν δυνατό σε κάποια περίσταση να γεφυρωθεί αυτό το χάσμα, λαμβάνοντας υπ' όψιν το αυξανόμενο δημογραφικό, οικονομικό και στρατηγικό βάρος του μη-Δυτικού κόσμου, ή όλων των «Υπολοίπων» [«The West and the Rest»], τότε μια εναλλακτική λύση προς την αμερικανο-Δυτική παγκόσμια κυριαρχία θα μπορούσε να λάβει μια ρεαλιστική μορφή και να θεωρηθεί σοβαρά ως ένα συνεπές και θεωρητικά λογικό εναλλακτικό μοντέλο για την Παγκόσμια Τάξη.

Aleksandr Dugin

.~`~.
III
Η Παγκόσμια Τάξη της Βεστφαλίας,
ο οικονομικός εθνικισμός, η Αγία Ρωμαική αυτοκρατορία και το Μέγα Χαλιφάτο του Ισλάμ


α´
Υπό τη παγκόσμια τάξη της Βεστφαλίαςτων κυρίαρχων εθνών κρατών, η οποία διαμορφώνει τις διεθνείς σχέσεις από το 1648, μονάχα ο συντονισμένος οικονομικός εθνικισμός που εστιάζει στην εσωτερική ανάπτυξη μπορεί να αποτραβήξει τη παγκόσμια οικονομία από το καθοδικό σπιράλ.
Ο οικονομικός εθνικισμός δεν πρέπει να συγχέεται με τον εμπορικό προστατευτισμό. Δεκαετίες αρπακτικού διασυνοριακού νεοφιλελεύθερου χρηματοπιστωτισμού και εμπορίου έχουν παραγάγει ισχυρά συναισθήματα αντι-παγκοσμιοποίησης σε κάθε χώρα σε όλο τον κόσμο. Έχει μετατραπεί σε μια πάλη των τάξεων ανάμεσα στη χρηματιστική ελίτ και τους φτωχούς εργαζομένους, στις πλούσιες και τις φτωχές χώρες εξίσου.
...σε έναν κόσμο όπου ο φονταμενταλισμός της αγοράς έχει γίνει νόρμα, ο ασύνετος εμπορικός προστατευτισμός φαίνεται να εμφανίζεται γρήγορα και να μετεξελίσσεται σε έναν νέο παγκόσμιο εμπορικό πόλεμο με σύνθετες διαστάσεις. Η ειρωνεία είναι ότι αυτός ο νέος εμπορικός πόλεμος προωθείται όχι από τις κακομεταχειρισμένες φτωχές οικονομίες... αλλά από τις ΗΠΑ, ως ηγέτη των πλούσιων εθνών που έχουν κερδίσει περισσότερο απ' ό, τι έχουν χάσει υπό την τρέχουσα οικονομική τάξη και το εμπορικό σύστημα.
Henry C.K. Liu

β´
Όταν μελετηθεί η ευρωπαϊκή ιστορία, μπορεί να γίνει αντιληπτό ότι λειτουργεί μια μυστική διαλεκτική σχετικά με τη κληρονομιά της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας... Τα σύνορα που προέκυψαν από τη συνθήκη του Βερντέν του 843, η οποία διαμοιράζει την Αγία Ρωμαιογερμανική αυτοκρατορίατου Καρλομάγνου μεταξύ τριών κληρονόμων, ταυτίζονται σχεδόν απόλυτα με τις φυσικές περιοχές και τα πεδία προβλημάτων της σημερινής Γαλλίας και Γερμανίας. Μετά από αυτόν τον διαμοιρασμό, η Αγία Ρωμαιογερμανική αυτοκρατορία ενώθηκε εκ νέου... Το ξεκαθάρισμα λογαριασμών που προέκυψε από την εμφάνιση του συνασπισμού των Προτεσταντών, ο οποίος σχηματίστηκε ενάντια στην εν λόγω ένωση, είχε ως αποτέλεσμα τον Τριακονταετή πόλεμο που τερματίστηκε με την συνθήκη της Βεστφαλίας του 1648.
Έτσι, η Αγία Ρωμαιογερμανική αυτοκρατορία διαλύθηκε εκ νέου...Οι μεν στρατηγικές του Bismarck και του Γουλιέλμου του Β', που επιδίωξαν να ανασυγκροτήσουν την ίδια κληρονομιά γύρω από τη Γερμανία, οδήγησαν στον Α' Παγκόσμιο πόλεμο, η δε προσπάθεια του Χίτλερ, προκάλεσε τον Β' Παγκόσμιο πόλεμο.
Η Ευρωπαϊκή Ένωσηδεν είναι τίποτε άλλο από την προσπάθεια ανασυγκρότησης της εν λόγω κληρονομιάς
αντί δια στρατιωτικών μέσων με οικονομικά και πολιτικά μέσα.
Ahmet Davutoğlu

γ´
Ο όρος «παγκοσμιοποίηση» είναι παραπλανητικός. Η πραγματική του διάσταση δίδεται από τον όρο «παγκόσμια διακυβέρνηση/global goverment». Κι αυτό σημαίνει ότι πρέπει να καταργηθούν οι εθνικές κυβερνήσεις, και στη θέση τους να δημιουργηθεί ένας «μεταεθνικός χυλός» άνευ εθνικών πολιτισμικών χαρακτηριστικών. Τα μόνα χαρακτηριστικά αυτού του «μεταεθνικού χυλού» θα πρέπει να είναι η κοινή καταναλωτική συμπεριφορά όλων των «πρώην εθνών κρατών» έναντι του διεθνούς, μεταεθνικού και υπερεθνικού κέντρου διακυβερνήσεως. Το διεθνές υπερεθνικό αυτό Κέντρο διακυβέρνησης το οποίο είναι το Απρόσωπο Διεθνές Τραπεζικό Σύστημα θα πρέπει να έχει μία και μόνη γλώσσα (lingua franca): την αγγλική, έναν Θεό: το κέρδος, μία κοινή θρησκεία: τον νεοφιλελευθερισμό.
Οι ελληνικές οικουμενικές αξίες όπως η εντιμότητα, η αγάπη προς τον άνθρωπο, η αλήθεια, η φιλοπατρία, η ελευθερία, ο σεβασμός προς τις οικογενειακές αρχές και την εκάστοτε πολιτισμική παράδοσηπρέπει να εξαλειφθούν.
Στο πλαίσιο της εξυπηρέτησης αυτής της θρησκείας… και της Διεθνούς Πολιτείας της, οι πιστοί και οι μεταεθνικώς χυλοποιηθέντες προσήλυτοι [ιδιώτες] συνθλίβονται στις μυλόπετρες ενός αδυσώπητου διεθνούς πολέμου οικονομικής (τι άλλο;) φύσης: του πολέμου του κεφαλαίουεναντίον της εργασίας.
Συνεπώς, εφόσον η Ανατολή σήμερα διαθέτει έναντι της Δύσης το συγκριτικό πλεονέκτημα της εξαιρετικά φθηνής ανθρώπινης εργασίας και η Δύση διαθέτει έναντι της Ανατολής την υψηλή τεχνική γνώση (υψηλή τεχνολογία) ο καθένας εξ αυτών θα πολεμήσει με τα όπλα του. Η Ανατολή χαρακτηρίζεται από ανυπαρξία συλλογικών συμβάσεων εργασίας και από ανυπαρξία κοινωνικών παροχών προς τους εργαζομένους. Αυτό καθιστά το κόστος της ανθρώπινης εργασίας μηδαμινό. Πράγμα που έχει αναγκάσει τα δυτικά κεφάλαια να μεταφερθούν εκεί με αποτέλεσμα η Κίνα να διαθέτει περί τα 2 τρισ. δολάρια πλεόνασμα και να έχει «αγοράσει» περί το 44% του αμερικανικού δημόσιου χρέους.
Με ποιο τρόπο αλλάξει η κατάσταση αυτή;
Να αποκτήσει η Ανατολή ανάλογο κόστος ανθρώπινης εργασίας. Και αυτό θα επιτευχθεί όταν καταρρεύσουν τα απολυταρχικά/αυταρχικά καθεστώτα της Ανατολής και αντικατασταθούν με δημοκρατικά δυτικού τύπου που θα επιβάλλουν εργατικές διεκδικήσεις, συλλογικές συμβάσεις, κοινωνικές παροχές κ.τλ. Άρα η exoccidente διαδικασία, δηλ. «to spreading democracy to the broader Μiddle Εast», έχει ως πρώτο στόχο την κατακόρυφη αύξηση του κόστους της ανθρώπινης εργασίας και ως δεύτερο στόχο την οικειοποίηση των πλουτοπαραγωγικών πηγών των εδαφικώς νοουμένων πλέον, και όχι εθνικο-κρατικώς, περιοχών αυτών. Αμέσως μετά, και λόγω των αντιπαραθέσεων και συγκρούσεων που θα προκαλέσει η διαδικασία εκδημοκρατισμού στις φυλετικογενείς κοινωνίες του αραβομουσουλμανικού κόσμου θα περάσει η «Δύση» στη δεύτερη φάση, αυτήν της «μεταεθνικής πολτοποιήσεως» των εθνικών κοινωνικών σχηματισμών αυτών. Ελπίζει έτσι η «Δύση», ότι θα κυριαρχήσει επί της Ανατολής.
Μέγα λάθος!
Γιατί;
Διότι εις την περίπτωση της ευρύτερης Μέσης Ανατολής, δηλαδή του λεγομένου «αραβομουσουλμανικού κόσμου», μετά τις εθνοτικότητες υπάρχει και το «Μέγα Χαλιφάτο του Ισλάμ»! Και ως γνωστόν, το Ισλάμ δεν αναγνωρίζει έθνη-κράτη βεστφαλιανού τύπου, όπως ακριβώς και η «δυτική» διεθνής διακυβέρνηση (globalgovernance)! (*) Και εκεί έρχεται ο Αρμαγεδδών: μια γερασμένη, αδύναμη Δύση με «Θεό» το κέρδος άνευ πνευματικών αξιών, εναντίον μιας νέας, νεαρότατης σε πυραμίδα ηλικιών, σφριγηλότατης «Ανατολής», με ρυθμό γεννητικότητας 2,2% ετησίως, με έναν διεθνή πληθυσμό 1,2 δισεκατομμύρια πιστούς μουσουλμάνους, με ένθερμη πίστη στον Λόγο του Προφήτη, στην πεποίθηση της «ορθοτομήσεως του Λόγου της Μοναδικής Αληθείας που το Ισλάμ και μόνον κατέχει», στην υποχρέωση της θυσίας της ζωής του μουτζαχετίντ (ιερού πολεμιστή) για τη διάδοση της «αλήθειας αυτής του Προφήτη» και τη μετατροπή του σε «μάρτυρα του Ισλάμ» (chahid) εν Παραδείσω (εάν απολέσει τη ζωή του κατά τη διάρκεια του Ιερού Πολέμου του Ισλάμ (Jihad) εναντίον των «Απίστων Δυτικών Αμερικανοσιωνιστών Σταυροφόρων» (sic)!). Με την πολιτική της αυτή η Δύση, απελευθερώνει το Ισλαμιστικό (και όχι «ισλαμικό», όρος που αναφέρεται στον καθόλα σεβαστό πολιτισμό των χωρών αυτών και όχι στη ριζοσπαστική εκδοχή του) Τζίνι από το λυχνάρι του. Με οδυνηρότατες συνέπειες για την ειρήνη και τη σταθερότητα στην περιοχή.

δ´
(*) Η επιβολή του συστήματος των εθνών-κρατώνστα μουσουλμανικά εδάφη κλόνισε όχι μόνο παραδοσιακές πολιτικές δομές και την πολιτική αντίληψη και νοοτροπία, διότι οι Μουσουλμάνοι βρέθηκαν αντιμέτωποι με μια νέα πολιτική μονάδα όπως το έθνος-κράτος και με ένα νέο οικουμενικό πολιτικό σύστημα αποτελούμενο από μεμονωμένα έθνη-κράτη, τα οποία δεν αντικατόπτριζαν τις βασικές διαστάσεις της Ισλαμικής κοσμοθεωρίας. Υπάρχει μια νέα τάση στο ισλαμικό πολιτικό στερέωμα έπειτα από την πρόκληση της παγκοσμιοποίησης και την κατάρρευση των σοσιαλιστικών καθεστώτων... σε αντιστοιχία με την πρόκληση της παγκοσμιοποίησης ενάντια στο σύστημα εθνών-κρατών, το βασικό ζήτημα για το ισλαμικό πολιτικό στερέωμα φαίνεται να είναι η εκ νέου ερμηνεία της πολιτικής του παράδοσης και θεωρίας ως εναλλακτικού παγκόσμιου συστήματοςαντί απλώς ως προγράμματος για την ισλαμοποίηση μεμονωμένων εθνών-κρατών.

Α, ρε «Βυζάντιο», θάψιμο που έχεις φάει...

Ο Σουνιτικός μουσουλμανισμός φτάνει μέχρι τις (B)RIC(S)
Όπως και τα Τούρκικα γλωσσικά φύλα μπορούν να «διαταράξουν» τη προσέγγιση Ρωσίας και Κίνας

Ωστόσο
Οι «θεωρίες» αυτές προσπαθούν να επικαλύψουν το νόημα της «νέας εποχής» για την ανθρωπότητα και γι' αυτό αμέσως μετά τον κίνδυνο του κομμουνισμού η πρώτη μέριμνα ήταν να βρεθεί ο «νέος κίνδυνος». Που δεν μπορούσε βέβαια να είναι παρά το Ισλάμ. Αλλά αυτές οι θεωρίες δεν είναι ακριβώς η πλήρης απόδειξη της πνευματικής χρεοκοπίας του ανταγωνιστικού καπιταλισμού, του «φιλελευθερισμού»;...
Είπαμε και πρέπει να το επαναλάβουμε, ότι η ιστορία για την φιλοσοφία του «φιλελευθερισμού» δεν αποτελεί μάθηση -είναι μάλιστα τελείως περιττή... αλλά απλώς «ειδίκευση» τελολογικώς προσανατολισμένη, δηλαδή υλικό προς «εξυπηρέτηση σκοπών»... σήμερα που ο κόσμος είναι και πάλι πολιτικά ενιαίος, είναι ακριβώς ο καιρός νέων συνειδητοποιήσεων επί παγκοσμίου επιπέδου. Και το μόνο που επιτρέπουν οι χρεοκοπημένες θεωρίες του «φιλελευθερισμού» στην «Ευρώπη» είναι ακριβώς η συνείδηση της επαναστατικής τρομοκρατίας... Αρκεί να γίνει γενικότερα αντιληπτή η «προοπτική» της σχέσης μεταξύ παραγωγής και ανάπτυξης, όπως την υποδεικνύουν οι «θεωρητικές προτάσεις», για να προκύψουν οι αντίστοιχες συνειδητοποιήσεις. Και δυστυχώς επ' αυτού τίποτε δεν μπορεί να κάνει η Δύση, διότι δεν έχει κάτι να προτείνει. Η πολιτική σχέση των βιομηχανικών κρατών με τον τρίτο κόσμο είναι πολύ απλή: αφού συγκέντρωσαν με τον έναν τρόπο ή τον άλλον τον παγκόσμιο πλούτο στις λεγόμενες «μητροπόλεις», μετέβαλαν όλους τους άλλους λαούς σε ένα είδος «λαών επί πιστώσει»: οι άλλες χώρες πρέπει να «συναρμόζωνται» κάθε φορά, διότι άλλως επακολουθούν «οικονομικές κυρώσεις» και πέφτει πείνα (και μαζί μ' αυτήν βέβαια, ή μάλλον με το φάσμα της και οι ανυπάκουες κυβερνήσεις...).
Οι «διεθνείς» λοιπόν σχέσεις των καιρών μας είναι εκείνες μιας... σοσιαλδαρβινικής ζούγκλας [όπως ακριβώς και οι οικονομικές].
Το πρόβλημα είναι ποιος θα προφτάσει να πεθάνει πρώτος! Διότι, αν λ.χ. αποφάσιζαν μερικές μόνο χώρες του κόσμου να αντιμετωπίσουν αυτή τη πολιτική, αδιαφορώντας για τις συνέπειες και υψώνοντας κι αυτές ένα «εμπάργκο» κατά των βιομηχανικών προϊόντων είναι βέβαιο, από το πρωτοφανές χάος που θα προκύψει στα πλαίσια της διεθνούς παραγωγής, ότι οι «ανεπτυγμένοι» θα επανέλθουν κι αυτοί σε καταστάσεις πείνας που έχουν λησμονήσει... Δυστυχώς όμως είναι η μόνη «λογική» που επιβάλλει μακροπρόθεσμως το είδος των «διεθνών» μας σχέσεων και αυτό ακριβώς θα είναι και το περιεχόμενο της νέα ιδεολογικής τρομοκρατίας.
Όχι πολιτικοί στόχοι και μεγαλόσχημα σχέδια, αλλά οι δομές του διεθνούς εμπορίου.
Γεράσιμος Κακλαμάνης

Επίσης
Η μέχρι θανάτου υπεράσπιση όσων μεγάλων και σπουδαίων έχουν ως τώρα κατακτηθεί, η αξιοποίηση τους, η οργάνωση της οικονομικής και πολιτικής ζωής της Ευρώπης... όλα αυτά εκ πρώτης όψεως θα ήταν ικανά να αποτελέσουν έναν σαφή και συγκεκριμένο στόχο, ένα πρόγραμμα που θα συσπείρωνε γύρω του οπαδούς και θα δημιουργούσε συναίνεση, αν δεν συνέβαινε σε αυτήν ακριβώς την πολιτική αποστολή η Γερμανία να αποδεικνύεται τόσο αποφασιστικά και αμετακίνητα κατώτερη από το έργο που έχει να επιτελέσει.
Η εμφατική απόφαση των Γερμανών να οργανώσουν την Ευρώπη ιεραρχικά, σαν μια πυραμίδα με τη Γερμανία στην κορυφή, είναι γνωστή σε όλους... Σε όλες τις χώρες, ακόμη και σ' αυτές που έως χτες κρατούσαν μια μάλλον σαφή αντιγερμανική στάση, δεν έλειπαν οι πολιτικές προσωπικότητες και τα ρεύματα που ήταν έτοιμα να παραδεχτούν... ότι τα εθνικά κράτη έπρεπε να δώσουν τη θέση τους σε πολύ μεγαλύτερες πολιτικές οντότητες...Έτσι η έννοια της ιεραρχικής οργάνωσης της Ευρώπης δεν ήταν από μόνη της απαράδεκτη.
Όμως αυτό που εντυπωσιάζει όποιον έρθει σε επαφή με τους Γερμανούς είναι καθαρά η μηχανική και υλιστική τους αντίληψη για την ευρωπαϊκή τάξη. Γι' αυτούς, οργάνωση της Ευρώπης σημαίνει να αποφασίζουν πόσο απ' αυτό ή από εκείνο το ορυκτό πρέπει να παραχθεί και πόσοι εργάτες πρέπει να χρησιμοποιηθούν. Δεν τους περνά από το μυαλό ότι καμιά οικονομική τάξη πραγμάτων δεν μπορεί να ισχύσει αν δεν βασίζεται σε μια πολιτική τάξη και ότι, για να κάνεις τον Βέλγο ή τον Βοημό εργάτη να δουλέψει, δεν αρκεί να του υποσχεθείς έναν ορισμένο μισθό...

«Την άνοιξη του 1942ένας νεαρός Ιταλός διπλωμάτης ονόματι Λουτσόλλι γύρισε στην πατρίδα του μετά από ενάμιση χρόνο υπηρεσία στην πρεσβεία του Βερολίνου. Η πρώτη του δουλειά στη Ρώμη ήταν να καταγράψει τις σκέψεις του... Όταν επέστησαν την προσοχή του Μουσολίνι στο μνημόνιο του, σχολίασε ότι ''δεν είχε διαβάσει τίποτα τόσο σημαντικό και επιβλητικό εδώ και πολύ καιρό''» μας γράφει ο Mark Mazower περιγράφοντας το χωρίο που διαβάσατε.

*
**
*

Οι Άραβες δεν μπορούν να κάνουν πόλεμο χωρίς την Αίγυπτο ή ειρήνη χωρίς την Συρία
David Ben-Gurion

.~`~.
Για περαιτέρω ιχνηλάτηση και πληρέστερη προοπτική

Ιχνηλατώντας το Νέο Ανατολικό Ζήτημα και τις εξελίξεις στα καθ' ημάς, στην Ανατολική Μεσόγειο και τη Μέση Ανατολή - οδεύοντας προς τη Συρία και το Ιράν.


Η Παγκόσμια Τάξη από Αμερικανική και μη σκοπιά και η συσχέτιση της Παγκόσμιας Τάξης της Βεστφαλίας με τον οικονομικό εθνικισμό, την Αγία Ρωμαιογερμανική αυτοκρατορία και το Μέγα Χαλιφάτο του Ισλάμ.

$
0
0

.~`~.
Πρόλογος
Η αμφισβήτηση της Παγκόσμιας Τάξης

Η Νέα Παγκόσμια Τάξη (Ν.Π.Τ) διαδόθηκε ως ιδέα σε μια συγκεκριμένη ιστορική στιγμή. Συγκεκριμένα, όταν τέλειωσε ο Ψυχρός Πόλεμος, στα τέλη της δεκαετίας του 1980, και θεωρήθηκε ότι η γνήσια παγκόσμια συνεργασία μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών και της Σοβιετικής Ένωσης ήταν όχι μόνο δυνατή, αλλά και πολύ πιθανή. Η βάση της Ν.Π.Τ θεωρούνταν ένα προϊόν της θεωρίας σύγκλισης που προβλέπει τη σύνθεση των σοβιετικών σοσιαλιστικών και των Δυτικών καπιταλιστικών πολιτικών μορφών, και της στενής συνεργασίας Σοβιετικής Ένωσης και ΗΠΑ για την αντιμετώπιση περιφερειακών θεμάτων, όπως π.χ. ο πρώτος Πόλεμος του Κόλπου, στις αρχές του 1991. Εντούτοις, σύντομα μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης, το πρόγραμμα μιας Ν.Π.Τ παραμερίστηκε και ξεχάστηκε.
Μετά το 1991, η Νέα Παγκόσμια Τάξη θεωρήθηκε ως κάτι που σχηματίζεται μπροστά στα μάτια μας: ένας μονοπολικός κόσμος, κατευθυνόμενος από τη φανερή ηγεμονία των ΗΠΑ. Η κατάσταση περιγράφηκε αρκετά καλά στο ουτοπικό έργο του FukuyamaΤο Τέλος της Ιστορίας και ο Τελευταίος Άνθρωπος. Αυτή η παγκόσμια τάξη αγνόησε όλους τους άλλους πόλους δύναμης, εκτός από τις ΗΠΑ και τους συμμάχους τους, μαζί με τη ΔυτικήΕυρώπη και την Ιαπωνία. Συνελήφθη ως μια παγκοσμιοποίηση της Οικονομίας της Ελεύθερης Αγοράς, της Πολιτικής Δημοκρατίας και της Ιδεολογίας των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. Όλα αυτά υποτέθηκαν ως μέρος ενός παγκόσμιου συστήματος που γινόταν αποδεκτό από όλες τις χώρες του κόσμου.
Αρκετοί σκεπτικιστές, πάντως, το θεώρησαν απατηλό και πίστεψαν ότι οι διαφορές μεταξύ των χωρών και των λαών θα επανεμφανίζονταν με άλλες μορφές, όπως π.χ. με τη διαβόητη «Σύγκρουση των Πολιτισμών» του Samuel Huntington ή με εθνικές και θρησκευτικές συγκρούσεις. Μερικοί ειδικοί, ιδιαίτερα ο John Mearsheimer, θεώρησαν τη μονοπολιτικότητα όχι ως μια «ορθή» παγκόσμια τάξη, αλλά απλά ως μια «μονοπολική ορμή»... αυτό που αμφισβητείται σε όλα αυτά τα προγράμματα είναι η υπάρχουσα τάξη των εθνών-κρατών και της εθνικής κυριαρχίας. Το βεστφαλιανό σύστημα (δες ΙΙΙ) δεν αντιστοιχεί πια στη σημερινή παγκόσμια ισορροπία δυνάμεων. Νέοι παίκτες διεθνούς και υποεθνικής κλίμακαςβεβαιώνουν την αυξανόμενη σημασία τους, και είναι εμφανές ότι ο κόσμος χρειάζεται ένα νέο πρότυπο διεθνών σχέσεων.
Συνεπώς, ο σύγχρονος κόσμος, όπως είναι σήμερα, δεν μπορεί να θεωρηθεί ως μια σωστά πραγματοποιημένη Νέα Παγκόσμια Τάξη. Δεν υπάρχει καμία οριστική παγκόσμια τάξη οποιουδήποτε είδους. Ουσιαστικά, αυτό που έχουμε είναι η μετάβαση από την παγκόσμια τάξη που ξέραμε στον 20ο αιώνα σε ένα άλλο πρότυπο, τα χαρακτηριστικά του οποίου δεν έχουν ακόμα καθοριστεί πλήρως. Θα είναι το μέλλον πραγματικά παγκόσμιο; Ή μήπως θα κυριαρχήσουν τελικά οι περιφερειακές τάσεις; Θα υπάρξει μια μοναδική παγκόσμια τάξη; Ή μήπως θα υπάρξουν αντ' αυτού διάφορες τοπικές ή περιφερειακές τάξεις; Ή μήπως, πάλι, θα πρέπει να αντιμετωπίσουμε το παγκόσμιο χάος; Δεν είναι ακόμα σαφές. Η μετάβασηδεν έχει ολοκληρωθεί... το μόνο που είναι σίγουρο είναι το γεγονός της μετάβασηςπρος κάποιο νέο πρότυπο. Ωστόσο, το πρότυπο αυτό είναι, αντίθετα, αρκετά αβέβαιο.


.~`~.
I
Η Παγκόσμια Τάξη από Αμερικανική Σκοπιά
α´
Η θέση των ΗΠΑ κατά τη διάρκεια αυτής της μετάβασης είναι απολύτως σίγουρη, αλλά το μαρκοπρόθεσμο μέλλον της βρίσκεται υπό αμφισβήτηση. Οι ΗΠΑυποβάλλονται τώρα σε ένα τέστ για την παγκόσμια αυτοκρατορική ηγεμονία τους και πρέπει να αντιμετωπίσουν προκλήσεις, μερικές από τις οποίες είναι αρκετά πρωτογενείς. Αυτό το τέστ θα μπορούσε να προχωρήσει με τρεις διαφορετικούς τρόπους:
1. Τη δημιουργία μιας Αμερικανικής Αυτοκρατορίας stricto sensu, με μια παγιωμένη και τεχνικά και κοινωνικά αναπτυγμένη κεντρική περιοχή ή αυτοκρατορικό πυρήνα, και με την περιφέρεια διαιρεμένη και κατακερματισμένη σε μια κατάσταση μόνιμης αναταραχής, κοντά στο χάος. Οι νεοσυντηρητικοί θα φέρονταν να είναι υπέρ ενός τέτοιου σχεδίου.
2. Τη δημιουργία μιας πολύπλευρης μονοπολικότητας, βάσει της οποίας οι ΗΠΑθα συνεργάζονταν με άλλες φιλικές δυνάμεις (Καναδά, Ευρώπη, Αυστραλία, Ιαπωνία, Ισραήλ, Άραβες συμμάχους και, ενδεχομένως, άλλες χώρες) για την επίλυση των περιφερειακών προβλημάτων και την άσκηση πίεσης πάνω στα «αχρεία κράτη» (όπως το Ιράν, η Βενεζουέλα, η Λευκορωσία ή η Βόρεια Κορέα) ή για την παρεμπόδιση άλλων δυνάμεων από την επίτευξη περιφερειακής ανεξαρτησίας και ηγεμονίας (Κίνα, Ρωσίακ.λπ). Οι Δημοκρατικοί και ο Πρόεδρος Obama θα φέρονταν να τείνουν προς αυτό το όραμα.
3. Την προώθηση της επιταχυνόμενης παγκοσμιοποίησης, με τη δημιουργία μιας παγκόσμιας κυβέρνησης και τη γρήγορη εξάλειψη της κυριαρχίας των εθνών-κρατών, υπέρ της δημιουργίας των «Ηνωμένων Πολιτειών του Κόσμου», κυβερνώμενων με νομικούς όρους από την παγκόσμια ελίτ (π.χ. το πρόγραμμα CFRπου εκπροσωπείται από τη στρατηγική του George Soros και των ιδρυμάτων του). Οι πολύχρωμες επαναστάσεις θεωρούνται εδώ ως το πιο αποτελεσματικό όπλο της αποσταθεροποίησης και, τελικά, της καταστροφής των εθνικών κρατών.
Οι ΗΠΑφαίνονται συχνά να προωθούν ταυτόχρονα και τις τρεις στρατηγικές, ως μέρος μιας πολυδιάστατης εξωτερικής πολιτικής. Αυτές οι τρεις στρατηγικές κατευθύνσεις των ΗΠΑ δημιουργούν το παγκόσμιο πλαίσιο στις διεθνείς σχέσεις, με τις ΗΠΑ να αποτελούν τον βασικό παίχτη σε μια παγκόσμια κλίμακα. Πέρα από τις εμφανείς διαφορές μεταξύ αυτών των τριών εικόνων του μέλλοντος, αυτές έχουν μερικά ουσιαστικά κοινά σημεία. Εν πάση περιπτώσει, οι ΗΠΑ ενδιαφέρονται για την επιβεβαίωση της στρατηγικής, οικονομικής και πολιτικής κυριαρχίαςτους, για την ενίσχυση του ελέγχουκαι την αποδυνάμωσηόλων των άλλων παγκόσμιων παικτών, για τη βαθμιαία ή επιταχυνόμενη κατάργηση της εθνικής ανεξαρτησίας των σημερινών λίγο-πολύ ανεξάρτητων κρατών και για την προώθηση των υποτιθέμενων «παγκόσμιων»αξιών του Δυτικού κόσμου, δηλαδή της φιλελεύθερης δημοκρατίας, του κοινοβουλευτισμού, των ελεύθερων αγορών, των ανθρωπίνων δικαιωμάτων κ.ο.κ
Αντιμετωπίζουμε, επομένως, έναν σύγχρονο κόσμο με μια ισχυρή και φαινομενικά μόνιμη γεωπολιτική διευθέτηση, όπου το κέντρο είναι οι ΗΠΑ και όπου οι ακτίνες της επιρροής τους (στρατηγικές, οικονομικές, πολιτικές, τεχνολογικές, πληροφοριακές κ.λπ) εισχωρούν σε όλο τον υπόλοιπο κόσμο ανάλογα με τη δύναμη της κοινωνικής θέλησης των διαφόρων χωρών, καθώς και των εθνικών και θρησκευτικών ομάδων να τις δεχτούν ή να τις απορρίψουν. Είναι ένα είδος αυτοκρατορικού δικτύου που λειτουργεί σε μια πλανητική κλίμακα.

β´
Αυτή η αμερικανοκεντρική παγκόσμια γεωπολιτική διευθέτηση μπορεί να περιγραφεί σε αρκετά διαφορετικά επίπεδα:
Ιστορικά: Οι ΗΠΑ θεωρούν τον εαυτό τους ως τη λογική έκβαση και το αποκορύφωμα του Δυτικού Πολιτισμού. Κάποτε αυτό παρουσιάστηκε από την άποψη του «Προφανούς Πεπρωμένου» της Αμερικήςκαι, στη συνέχεια, με όρους του Δόγματος Monroe. Τώρα μιλούν για επιβολή «παγκόσμιων» κανόνων για τα «ανθρώπινα δικαιώματα», για προώθηση της δημοκρατίας, της τεχνολογίας, των θεσμών της ελεύθερης αγοράς κ.ο.κ. Στην πραγματικότητα, όμως, αντιμετωπίζουμε απλά μια αναβαθμισμένη έκδοση και συνέχεια ενός Δυτικού Καθολικισμού που έχει μεταλαμπαδευτεί από τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, τον Μεσαιωνικό Χριστιανισμό, τον Μοντερνισμό μέσω του Διαφωτισμού και της αποικιοκρατίας, μέχρι τα σημερινά φαινόμενα του Μεταμοντερνισμού και του Υπερ-ατομικισμού.
Η Ιστορία θεωρείται μια μονοφωνική και μονότονη διαδικασία τεχνολογικής και κοινωνικής προόδου, η πορεία της αυξανόμενης απελευθέρωσης των ατόμων από όλα τα είδη συλλογικών ταυτοτήτων. Η Παράδοση και ο Συντηρητισμός θεωρούνται, έτσι, ως εμπόδια προς την ελευθερία, τα οποία πρέπει να απορριφθούν. Οι ΗΠΑ βρίσκονται στην εμπροσθοφυλακή αυτής της ιστορικής προόδου και έχουν το δικαίωμα, την υποχρέωση και την ιστορική αποστολή να κινήσουν την Ιστορία όλο και πιο μπροστά, κατά τη διάρκεια αυτής της πορείας. Η ιστορική ύπαρξη των ΗΠΑ συμπίπτει με την πορεία αυτής της ανθρώπινης ιστορίας. Έτσι, «αμερικανικός» σημαίνει «παγκόσμιος». Οι υπόλοιποι είτε έχουν αμερικανικό μέλλον, είτε δεν έχουν κανένα μέλλον (δες και εδώ).

Πολιτικά: Υπάρχουν πολύ σημαντικές τάσεις στην παγκόσμια πολιτική που καθορίζουν αυτή τη φάση της μετάβασης. Το αποκορύφωμα της πολιτικής σκέψης του Μοντερνισμού ήταν η νίκη του Φιλελευθερισμού πάνω στα εναλλακτικά πολιτικά δόγματα του Νεωτερισμού: του Φασισμού και του Σοσιαλισμού (*). Ο Φιλελευθερισμός έχει γίνει παγκόσμιος, αποτελώντας το μόνο δυνατό πολιτικό σύστημα. Τώρα προχωρεί περισσότερο προς μια μεταμοντέρνα και μετα-ατομική έννοια της πολιτικής, η οποία περιγράφεται γενικά ως Μετα-Ανθρωπισμός. Οι ΗΠΑ διαδραματίζουν πάλι τον βασικό ρόλο σε αυτό.
Η μορφή της πολιτικής που προωθείται παγκόσμια από τις ΗΠΑ είναι η φιλελεύθερη δημοκρατία. Οι ΗΠΑ υποστηρίζουν την παγκοσμιοποίηση του Φιλελευθερισμού, προετοιμάζοντας έτσι το επόμενο βήμα στον πολιτικό Μεταμοντερνισμό, όπως περιγράφεται στην Αυτοκρατορία, το διάσημο βιβλίο των Hardt και Negri. Παραμένει κάποια απόσταση μεταξύ του φιλελεύθερου υπερ-ατομικισμού και του δέοντως μεταμοντέρνου Μετα-Ανθρωπισμού που προωθεί την κυβερνητική, τη γενετική τροποποίηση, την κλωνοποίηση και τις χίμαιρες. Ωστόσο, η παγκόσμια περιφέρεια συνεχίζει να αντιμετωπίζει τη διαδικασία του καθολικισμού - την επιταχυνόμενη καταστροφή όλων των ολιστικών κοινωνικών οντοτήτων, και τον τεμαχισμό και την ατομικοποίηση της κοινωνίας μέσω της τεχνολογίας (Διαδίκτυο, κινητά τηλέφωνα, κοινωνικά δίκτυα), όπου ο κύριος δράστης είναι αυστηρά το άτομο, «διαζευγμένο» από οποιοδήποτε οργανικό και συλλογικό πλαίσιο. Μια σημαντική μαρτυρία για τη δυαδική χρήση της προώθησης της δημοκρατίας έχει περιγραφεί με σαφήνεια σε ένα άρθρο του Αμερικανού στρατιωτικού και πολιτικού ειδήμονα Stephen R. Mann, ο οποίος βεβαίωσε ότι η δημοκρατία μπορεί να λειτουργήσει ως ένας αυτοπαραγώμενος ιός, ενισχύοντας τις υπάρχουσες και ιστορικά ώριμες δημοκρατικές κοινωνίες, αλλά καταστρέφοντας τις παραδοσιακές κοινωνίες και κάνοντας όσες δεν είναι έτοιμες γι' αυτήν να αντιμετωπίσουν το χάος. Η δημοκρατία θεωρείται, έτσι, ως ένα αποτελεσματικό όπλο για την πρόκληση χάους και για τη διακυβέρνηση των διαλυόμενων παγκόσμιων πολιτισμών από ένα παγκόσμιο κέντρο, εξομοιώνοντας και εγκαθιστώντας τον δημοκρατικό κώδικα παντού. Μια ένδειξη αυτής της διαδικασίας μπορεί να φανεί στα χαοτικά επακόλουθα των ξέφρενων γεγονότων της αποκαλούμενης «Αραβικής Άνοιξης».
Μετά την ολοκλήρωση του πλήρους τεμαχισμού αυτών των κοινωνιών, την ατομίκευση και ατομοποίηση, θα αρχίσει η δεύτερη φάση: η αναπόφευκτη διαίρεση και διάλυση του ίδιου του ατόμου μέσω της τεχνολογίας και της γενετικής επιδιόρθωσης, για τη δημιουργία της «Μετα-Ανθρωπότητας». Αυτή η «Μεταπολιτική»μπορεί να θεωρηθεί ως ο τελευταίος ορίζοντας του πολιτικού φουτουρισμού.

---------------------------------------------------------------
(*) Σε άλλο σημείο του έργου του γράφει ο -κάπως βαρύγδουπος είναι αλήθεια- συγγραφέας: ...το 1991 ο Φιλελευθερισμός απέδειξε το αποκλειστικό δικαίωμα του στην ορθόδοξη κληρονομιά του μοντέλου του Μοντερνισμού. όλες οι άλλες εκδόσεις, μαζί με την σημαντικότερη, τον Κομμουνισμό, αποδείχθηκαν αποκλίσεις στην πορεία του Μοντερνισμού, παρακλάδια που οδηγούν σε άλλο στόχο. Οι κομμουνιστές νόμισαν ότι ταξίδευαν στον δρόμο του Μοντερνισμού, στην κατεύθυνση της προόδου, αλλά, όπως έγινε σαφές, κινούνταν προς κάποιον άλλο στόχο που τέθηκε σε διαφορετικό εννοιολογικό χώρο. Μερικοί φιλελεύθεροι, όμως, υποθέτουν ακόμα και σήμερα ότι «οι κομμουνιστές εγκατέλειψαν προσωρινά μόνον τις θέσεις τους» και ότι μπορούν να επιστρέψουν. Προεκτείνοντας τους ψεύτικους φόβους του, ο σύγχρονος Αντικομμουνισμός, σε μεγαλύτερο βαθμό βαθμό ίσως από τον σύγχρονο Αντιφασισμό, γεννά χίμαιρες, φαντάσματα και ομοιώματα. Ο Κομμουνισμός δεν υπάρχει πια (όπως ο Φασισμός έχει πάψει από καιρό να υπάρχει), και στη θέση του απομένει μια γύψινη απομίμηση, ένας αβλαβής Che Guevara που διαφημίζει κινητά τηλέφωνα ή διακοσμεί τα πουκάμισα της αργόσχολης μικροαστικής νεολαίας. Στην εποχή του Μοντερνισμού, ο Che Guevara ήταν εχθρός του καπιταλισμού. Στην εποχή του Μεταμοντερνισμού διαφημίζει κινητά σε γιγάντιους πίνακες διαφημίσεων. Αυτός είναι ο τρόπος με τον οποίο μπορεί να επιστρέψει ο Κομμουνισμός: με τη μορφή ομοιωμάτων.
Η σημασία αυτής της εμπορικής χειρονομίας έγκειται στο γεγονός ότι η μεταμοντέρνα κοροϊδία για τις διεκδικήσεις του Κομμουνισμού είναι ένας εναλλακτικός λόγοςμέσα στο πλαίσιο του Μοντερνισμού. Εντούτοις, ο Φιλελεύθερος Συντηρητισμός είναι κατά κανόνα ξένος προς αυτή την ειρωνεία και δεν έχει καμία τάση να αστειευτεί με τους «κόκκινους» ή με τους «καφέ». Αυτό συμβαίνει γιατί φοβάται τη σχετικοποίηση του λόγουστον Μεταμοντερνισμό, διότι είναι αβέβαιος αν ο εχθρός του έχει νικηθεί πλήρως...
Κάθε δηλωμένος φασίστας, από το 1945 και έπειτα, είναι ένα ομοίωμα. Οι φόβοι των φιλελεύθερων, που λαμβάνουν τη μορφή των φασιστών, είναι μια πλήρης παρωδία. Δεν διαφέρουν πολύ από τις αποσυντειθέμενες και μισο-διαλυμένες μάζες. Ο Κομμουνισμός, που κράτησε περισσότερο από τον Φασισμό, δημιούργησε το ομοίωμα του μέσα στον εαυτό του. Οι νεώτεροι κομμουνιστές ήταν ήδη ψευδοπολιτικοί στρατιώτες. Σήμερα δεν υπάρχει καμία πιθανότητα για τον Κομμουνισμό να επιστρέψει στη ζωή. Το ίδιο πράγμα συμβαίνει με τον Φασισμό. Σύντομα θα δούμε ότι και ο Φιλελευθερισμός έχει φτάσει στο ίδιο σημείο. Τουλάχιστον οι φιλελεύθεροι μας -που, στην πραγματικότητα, δεν είναι καθόλου φιλελεύθεροι- το αποδεικνύουν: δώστε τους μερικά χρήματα και θα διακηρύξουν οτιδήποτε και τα πάντα.
---------------------------------------------------------------

Ιδεολογικά: Υπάρχει μια τάση στις ΗΠΑ να συνδέσουν όλο και περισσότερο την ιδεολογία και την πολιτική στις σχέσεις τους με την περιφέρεια. Στα προηγούμενα χρόνια, η αμερικανική εξωτερική πολιτική ενήργησε πάνω σε μια καθαρά ρεαλιστική βάση: εάν τα καθεστώτα ήταν υπέρ της Αμερικής, τα ανεχόταν αδιαφορώντας για τις ιδεολογικές αρχές τους. Η μακρόχρονη συμμαχία των ΗΠΑ με τη Σαουδική Αραβία αποτελεί ένα τέλειο παράδειγμα αυτής της ρεαλιστικής εξωτερικής πολιτικής στην πράξη. Έτσι, μερικά χαρακτηριστικά αυτής της σχιζοφρενικής διπλής ηθικήςέγιναν αποδεκτά ιδεολογικά. Εντούτοις, φαίνεται ότι τελευταία οι ΗΠΑ έχουν αρχίσει να εντείνουν την προώθηση της δημοκρατίας τους, υποστηρίζοντας τις λαϊκές επαναστάσεις στην Αίγυπτοκαι την Τυνησία, παρά το γεγονός ότι οι ηγέτες τους ήταν έμπιστοι σύμμαχοι των ΗΠΑ, καθώς και διεφθαρμένοι δικτάτορες. Τα δύο μέτρα και δύο σταθμά της αμερικανικής πολιτικής ιδεολογίας σιγά-σιγά εξαφανίζονται και ενισχύεται η προώθηση της δημοκρατίας. Το αποκορύφωμα αυτής της τάσης θα επιτευχθεί στην περίπτωση μιας πιθανής εξέγερσης στην Σαουδική Αραβία. Όταν αυτό συμβεί, η ιδεολογική στάση των ΗΠΑ υπέρ της δημοκρατίας θα δοκιμαστεί σε πολιτικά δύσκολες και ενοχλητικές καταστάσεις

Οικονομικά: Η Αμερικανική Οικονομία προκαλείται από την κινέζικη ανάπτυξη, την ενεργειακή έλλειψη και ασφάλεια, το υπέρογκο χρέος και τα δημοσιονομικά ελλείμματα, καθώς και την κρίσιμη απόκλιση και δυσαναλογία μεταξύ του οικονομικού τομέα και της ζώνης της πραγματικής βιομηχανίας. Η υπερ-ανάπτυξη ή η φούσκα των αμερικανικών χρηματοδοτικών οργανισμών και η άρση της εντοπιότητας της βιομηχανίας έχει δημιουργήσει μια ασυνέχεια μεταξύ της σφαίρας των χρημάτων και της σφαίρας της κλασικής καπιταλιστικής ισορροπίας της βιομηχανικής προσφοράς και της ζήτησης των καταναλωτών. Αυτό ήταν η κύρια αιτία της οικονομικής κρίσης του 2008.
Η κινεζική πολιτική οικονομία προσπαθεί να εδραιώσει την ανεξαρτησία της από την αμερικανική παγκόσμια ηγεμονία και μπορεί να γίνει ο κύριος παράγοντας του οικονομικού ανταγωνισμού. Ο έλεγχος μεγάλων αποθεμάτων από τους εναπομείναντες φυσικούς πόρους του πλανήτη από τη Ρωσία, το Ιράν, τη Βενεζουέλα και μερικές άλλες σχετικά ανεξάρτητες χώρες, θέτει ένα όριο στην αμερικανική οικονομική επιρροή. Η Οικονομία της Ευρωπαϊκής Ένωσηςκαι η ιαπωνικήοικονομική δυνατότητα αντιπροσωπεύουν δύο πιθανούς πόλους οικονομικού ανταγωνισμού με τις ΗΠΑ μέσα στο οικονομικό και στρατηγικό πλαίσιο της Δύσης.
Οι ΗΠΑ προσπαθούν να επιλύσουν αυτά τα προβλήματα χρησιμοποιώντας όχι μόνο καθαρά οικονομικά μέσα, αλλά και πολιτικά - και, κατά περιόδους, την στρατιωτική τους δύναμη. Θα μπορούσαμε, έτσι, να ερμηνεύσουμε την εισβολή και την κατοχή του Ιράκ και του Αφγανιστάν, αλλά και τις επεμβάσεις -ανοικτές και συγκαλυμμένες- στη Λιβύη, το Ιράν και τη Συρία, από μια γεωοικονομική και γεωπολιτικά σκοπιά. Η υποστήριξη της αντιπολίτευσης και των στασιαστών στη Ρωσία, το Ιράν και την Κίνα είναι μια άλλη, παρόμοια μέθοδος προς τον ίδιο σκοπό. Αυτές, όμως, είναι τεχνικές μόνον λύσεις. Η κύρια πρόκληση είναι πως να οργανώσει τη μεταμοντέρνα, εξαρτημένη από τη χρηματοδότηση, Οικονομία γύρω από τη συνεχιζόμενη ανάπτυξη, ξεπερνώντας το διευρυνόμενο κρίσιμο χάσμα μεταξύ της πραγματικής Οικονομίας και του χρηματοδοτικού τομέα, του οποίου η λογική και το συμφέρον γίνονται όλο και πιο αυτόνομα.
Είναι επιβεβαιωμένο ότι οι ΗΠΑείναι ο κύριος και ασύμμετρος παίκτης στο κέντρο της παρούσας μεταβατικής κατάστασης των παγκοσμίων υποθέσεων. Όπως έχει σημειώσει ο Vedrine, αυτός ο παίκτης είναι μια πραγματική υπερδύναμη, και η σημερινή γεωπολιτική διευθέτηση που περιλαμβάνει όλα τα επίπεδα και δίκτυα που εξετάστηκαν παραπάνω είναι δομημένη γύρω από αυτόν τον αμερικανικό πυρήνα. Το ερώτημα που εγείρεται τότε είναι αν αυτός ο παίκτης έχει συνείδηση αυτού που κάνει και κατανοεί πλήρως τι θα αποκτήσει στο τέλος, τι μορφή, δηλαδή, διεθνούς συστήματος ή παγκόσμιας τάξης πρόκειται να καθιερώσει. Οι γνώμες πάνω σε αυτό το σημείο διίστανται. Οι νεοσυντηρητικοί που διακηρύσσουν τον Νέο Αμερικανικό Αιώνα, είναι αισιόδοξοι ως προς τη μελλοντική Αμερικανική Αυτοκρατορία και έχουν έτσι ένα σαφές, αν και όχι απαραίτητα ρεαλιστικό, όραμα ενός κυριαρχούμενου από την Αμερική μέλλοντος. Σε αυτήν την περίπτωση, η Παγκόσμια Τάξη θα είναι μια αμερικανική αυτοκρατορική τάξη, βασισμένη στη μονοπολική γεωπολιτική. Τουλάχιστον θεωρητικά, αυτή η θέση έχει μια εξιλεωτική πλευρά: είναι καθαρή και τίμια ως προς τους στόχους και τις προθέσεις της. Οι «πολυπλευριστές» είναι πιο προσεκτικοί και επιμένουν στην ανάγκη πρόσκλησης των άλλων περιφερειακών δυνάμεων για να μοιραστούν το φορτίο της παγκόσμιας ηγεμονίας μαζί με τις ΗΠΑ. Είναι προφανές ότι μόνον κοινωνίες παρόμοιες με τις ΗΠΑ μπορούν να είναι συνεργάτες και, έτσι, η επιτυχία της προώθησης της δημοκρατίας γίνεται ένα ουσιαστικό χαρακτηριστικό. Οι πολυπλευριστές ενεργούν όχι μόνο στο όνομα των ΗΠΑ, αλλά στο όνομα της Δύσης, της οποίας οι αξίες είναι -ή πρέπει να γίνουν- καθολικές. Το όραμα τους μιας μελλοντικής παγκόσμιας τάξης, υπογορευόμενης από την παγκόσμια δημοκρατία αλλά διευθυνόμενης από τις ΗΠΑ, είναι πιο ομιχλώδες και όχι τόσο σαφώς καθορισμένο, όπως η Αμερικανική Αυτοκρατορία των Νεοσυντηρητικών.
Ακόμα πιο ασαφές είναι το ακραίο όραμα της παγκόσμιας διακυβέρνησης που οραματίζονται οι υποστηρικτές της επιταχυνόμενης παγκοσμιοποίησης. Μπορεί να ήταν δυνατόν να ανατραπεί αποτελεσματικά η υπάρχουσα τάξη πραγμάτων των κυρίαρχων εθνών-κρατών, αλλά σε πολλές περιπτώσεις αυτό θα ανοίξει απλά την πόρτα σε αρχαϊκές, τοπικές, θρησκευτικέςή εθνικές δυνάμεις και συγκρούσεις. Το όραμα μιας ενιαίας, ανοικτής και κατά μεγάλο μέρος ομοιογενούς κοινωνίας που καλύπτει τη Γη είναι τόσο φανταστικό και ουτοπικό, ώστε είναι ευκολότερο να φανταστεί κανείς το πλήρες χάος του «πολέμου όλων εναντίων όλων» του Hobbes στη φύση ενός κόσμου χωρίς κράτη.
Οι ανταγωνιστικές φατρίες της αμερικανικής ελίτ, οι ιδεολόγοι και τα κέντρα αποφάσεων των ΗΠΑ και της Δύσης έχουν διαφορετικά οράματα ως προς τις πιθανές μελλοντικές παγκόσμιες τάξεις πραγμάτων [δες και τη περίπτωση του New medievalism-Νεομεσαιωνισμού, μιας νεομεσαιωνικής τάξης]. Η πιο συνεπής και καλά καθορισμένη στρατηγική, η μονοπολική παγκόσμια τάξη των νεοσυντηρητικών, είναι συγχρόνως η πιο εθνοκεντρική, ανοιχτά ιμπεριαλιστική και ηγεμονική. Οι άλλες δυο εκδόσεις είναι πιο ασαφείς και αβέβαιες, κι έτσι θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε μια αύξηση της παγκόσμιας αναταραχής, με το προσωπείο της τάξης. Ο Richard Haass έχει αποκαλέσει τα μοντέλα ενός διεθνούς συστήματος σύμφωνα με αυτά τα δυο οράματα ως χαρακτηριζόμενα από «μη-πολικότητα». Έτσι, η μετάβασηπου συζητάμε είναι από τη φύση της αμερικανο-κεντρική και η παγκόσμια γεωπολιτική διευθέτηση εκτελείται έτσι ώστε οι βασικές παγκόσμιες διαδικασίες να συγκρατούνται, να προσανατολίζονται, να κατευθύνονται και, μερικές φορές, να ελέγχονται από τον μοναδικό παίκτη-υπερδύναμη που εκτελεί το έργο του είτε μόνος του, είτε με τη βοήθεια των Δυτικών συμμάχων του και των περιφερειακών κρατών-πελατών του.


.~`~.
II
Η Παγκόσμια Τάξη από Μη-Αμερικανική Σκοπιά

Η αμερικανο-κεντρική παγκόσμια προοπτική που περιγράψαμε παραπάνω, αν και είναι η σημαντικότερη παγκόσμια τάση, δεν είναι η μόνη πιθανή. Μπορεί να υπάρχουν -και υπάρχουν- αλλά εναλλακτικά οράματα της παγκόσμιας πολιτικής αρχιτεκτονικής που μπορούν να ληφθούν υπ' όψιν. Υπάρχουν δευτερεύοντες και τριτεύοντες παίκτες, που είναι αναπόφευκτοι ηττημένοι στην περίπτωση επιτυχίας της αμερικανικής στρατηγικής. Είναι χώρες, κράτη, λαοί και πολιτισμοί που θα έχαναν τα πάντα, ακόμη και την ταυτότητα τους, και δεν θα κέρδιζαν τίποτα εάν οι ΗΠΑ πραγματοποιούσαν τις παγκόσμιες φιλοδοξίες τους. Αυτές είναι τόσο πολλαπλές όσο και ετερογενείς, και μπορούν να καταταχθούν σε αρκετές διαφορετικές κατηγορίες.

α´
Η πρώτη κατηγορία αποτελείται από τα λίγο-πολύ επιτυχημένα έθνη-κράτη, τα οποία δεν είναι ευτυχή να χάσουν την ανεξαρτησία τους είτε από μια υπερεθνική εξωτερική αρχή υπό τη μορφή μιας ανοικτής αμερικανικής ηγεμονίας ή από Δυτικοκεντρικές μορφές παγκόσμιας κυβέρνησης ή διακυβέρνησης, είτε ακόμα από τη χαοτική διάλυση ενός αποτυχημένου διεθνούς συστήματος. Υπάρχουν πολλές τέτοιες χώρες, με πρώτιστες την Κίνα, τη Ρωσία, το Ιράν και την Ινδία [αλλά και μεταξύ τους αυτές οι χώρες έχουν «ασυμβατότητα συμφερόντων» όσο αφορά σφαίρες επιρροής], αλλά και πολλά άλλα νοτιοαμερικανικά και ισλαμικά κράτη. Αυτές οι χώρες δεν συμπαθούν καθόλου τους αμερικανικούς σχεδιασμούς, υποψιαζόμενες, για ευνόητους λόγους, την αναπόφευκτη απώλεια της κυριαρχίας τους. Έχουν, έτσι, την τάση να αντισταθούν στην παγκόσμια αμερικανοκεντρική γεωπολιτική ή να προσαρμοστούν σε αυτήν με τέτοιο τρόπο, που να μπορούν να αποφύγουν τις λογικές συνέπειες της επιτυχίας της μέσω μιας ιμπεριαλιστικής ή μιας γκλομπαλιστικήςστρατηγικής.

---------------------------------------------------------------
Οι ριζοσπάστες παγκοσμιοποιητές, όπως και οι συντηρητικοί, είναι μυθοπλάστες που χρησιμοποιούν τα σύγχρονα μαζικά μέσα ενημέρωσης και τις επικοινωνίες και τα συνέδρια, για να δημιουργήσουν πολύπλοκες άμυνες γύρω από τις βασικές δομές της πολιτικής και πνευματικής κυριαρχίας... Η ανάγκη για περιφερειακή ενίσχυση είναι αληθινή όχι τόσο για τον κόσμο ως σύνολο αλλά για τα δύο τρίτα του που είναι φτωχά και διαιρεμένα. Το υπόλοιπο ένα τρίτο είναι καλά οργανωμένο και μπορεί οποιαδήποτε στιγμή να κινητοποιηθεί τόσο οικονομικά όσο και πολιτικά παρά τις συγκρούσεις ισχύος και τους ιστορικούς ανταγωνισμούς.
Rajni Kothari

Ο Kothari γράφει ότι αυτός και οι Ινδοί συνάδελφοι του «αποστρέφονται τα κενά λόγια των ευκατάστατων, οργισμένων ανθρώπων του βόρειου ημισφαιρίου, που μεταβαίνουν από ήπειρο σε ήπειρο σε μια προσπάθεια να μεταμορφώσουν ολόκληρο τον κόσμο - κάτι που αποτελεί την τελευταία παραλλαγή της αίσθησης της ευθύνης των λευκών».
---------------------------------------------------------------

Η θέληση για διατήρηση της κυριαρχίαςαντιπροσωπεύει τη φυσική αντίφαση και το σημείο αντίστασης έναντι των αμερικανικών-Δυτικών ηγεμονικών ή γκλομπαλιστικών τάσεων. Γενικά αυτά τα κράτη στερούνται ένα εναλλακτικό όραμα του μελλοντικού διεθνούς συστήματος ή της Παγκόσμιας Τάξης και, φυσικά, δεν έχουν ένα ενιαίο ή κοινό όραμα. Αυτό που όλα θέλουν και έχουν από κοινού είναι η επιθυμία να διατηρηθεί το διεθνές status quo, όπως διαφυλάσσεται στον χάρτη των Ηνωμένων Εθνών - και, επομένως, η δική τους κυριαρχία και ταυτότητα ως εθνών-κρατών στη σημερινή μορφή τους, τις οποίες θα προσαρμόσουν και θα εκσυγχρονίσουν σαν μια εσωτερικήκαι κυρίαρχηδιαδικασία, ανάλογα με τις ανάγκες τους.
Μεταξύ αυτής της ομάδας εθνών-κρατών που επιδιώκουν να διατηρήσουν την κυριαρχία τους έναντι της αμερικανικής-Δυτικής ηγεμονίας ή των παγκοσμιοποιητικών στρατηγικών είναι:
1. Εκείνα τα κράτη που προσπαθούν να προσαρμόσουν τις κοινωνίες τους στα Δυτικά πρότυπα και να κρατήσουν φιλικές σχέσεις με τη Δύση και τις ΗΠΑ, αλλά να αποφύγουν την άμεση και πλήρη απώλεια της κυριαρχίας τους. Σε αυτά περιλαμβάνονται η Ινδία, η Τουρκία, η Βραζιλία και, μέχρι ένα ορισμένο σημείο, η Ρωσία και το Καζακστάν.
2. Έπειτα τα κράτη που είναι έτοιμα να συνεργαστούν με τις ΗΠΑ, αλλά υπό τον όρο της μη επέμβασης στις εσωτερικές υποθέσεις τους, όπως η Σαουδική Αραβία και το Πακιστάν.
3. Εκείνα τα κράτη που, ενώ συνεργάζονται με τις ΗΠΑ, παρακολουθούν με αυστηρότητα τη μοναδικότητα της κοινωνίας τους, φιλτράροντας τα Δυτικά στοιχεία που είναι συμβατά με τον πολιτισμό τους και προσπαθούν συγχρόνως να χρησιμοποιήσουν τα οφέλη από αυτή τη συνεργασία, για να ενισχύσουν την εθνική τους ανεξαρτησία, όπως η Κίνακαι, κατά περιόδους, η Ρωσία.
4. Εκείνα τα κράτη που προσπαθούν να αντιταχθούν άμεσα στις ΗΠΑ, απορρίπτοντας τις Δυτικές αξίες, τη μονοπολικότητα και την αμερικανο-Δυτική ηγεμονία. Σε αυτά περιλαμβάνονται το Ιράν, η Βενεζουέλα και η Βόρειος Κορέα.
Εντούτοις, όλες αυτές οι ομάδες δεν έχουν μια εναλλακτική παγκόσμια στρατηγική, η οποία θα μπορούσε να είναι συμμετρικά συγκρίσιμη με τα αμερικανικά οράματα του μέλλοντος, ακόμα κι αν αυτή ληφθεί χωρίς συναίνεση ή έναν καθαρά καθορισμένο σκοπό. Όλα αυτά τα κράτη ενεργούν γενικά χωριστά στην παγκόσμια σκηνή και ως προς τα άμεσα συμφέροντα τους. Η διαφορά μεταξύ τους στην εξωτερική πολιτική συνίσταται μόνο στο ποσό της έντασης με την οποία αυτά απορρίπτουν την αμερικανοποίηση τους. Η θέση τους μπορεί να οριστεί ως αντιδραστική. Αυτή η στρατηγική της αντιδραστικής αντίθεσης, που ποικίλλει από την απόρριψη ως την προσαρμογή, είναι μερικές φορές αποτελεσματική και μερικές όχι. Εν ολίγοις, δεν προσφέρει κανένα είδος εναλλακτικού οράματος για το μέλλον. Αντίθετα, το μέλλον της Παγκόσμιας Τάξης ή το διεθνές σύστημα θεωρείται μια αιώνια διατήρηση του σημερινού status quo, δηλ. του Μοντερνισμού, των εθνών-κρατών, του βεστφαλιανού συστήματος κρατικής κυριαρχίας (δες ΙΙΙ) και της αυστηρής ερμηνείας και διατήρησης του υπάρχοντος χάρτη και διαμόρφωσης του ΟΗΕ.

β´
Η δεύτερη κατηγορία παικτών που απορρίπτουν αυτή τη μετάβαση αποτελείται από υποεθνικές ομάδες, κινήματα και οργανώσεις που αντιτίθεται στην αμερικανική παγκόσμια γεωπολιτική κυριαρχία για ιδεολογικούς, θρησκευτικούς ή και πολιτιστικούς λόγους. Αυτές οι ομάδες είναι αρκετά διαφορετικές η μια από την άλλη και ποικίλλουν από κράτος σε κράτος. Οι περισσότερες από αυτές βασίζονται σε μια ερμηνεία της θρησκευτικής πίστης που είναι ασυμβίβαστη με το κοσμικό δόγμα της αμερικανοποίησης, Δυτικοποίησης και παγκοσμιοποίησης. Μπορούν, όμως, να παρακινηθούν και από εθνικές ή ιδεολογικές (π.χ. σοσιαλιστικές ή κομμουνιστικές) απόψεις ή δόγματα. Άλλες, πάλι, μπορεί να ενεργούν από μια καθαρά τοπικιστική άποψη.
Το παράδοξο είναι ότι, στο στάδιο της παγκοσμιοποίησης, η οποία αποσκοπεί στα να καταστήσει καθολικές και ομοιόμορφες όλες τις ιδιαιτερότητες και συλλογικές ταυτότητες πάνω στη βάση μιας καθαρά ατομικής ταυτότητας, οι υπο-εθνικοί παίκτες καθίστανται εύκολα διεθνικοί. Συχνά οι ίδιες θρησκείες και ιδεολογίες βρίσκονται σε διαφορετικά έθνη και κατά μήκος των κρατικών συνόρων. Έτσι, μεταξύ αυτών των μη-κρατικών παραγόντων θα μπορούσαμε ίσως να βρούμε κάποιο εναλλακτικό όραμα της μελλοντικής παγκόσμιας τάξης ή του διεθνούς συστήματος που να μπορεί να σταθεί σε αντίθεση με την αμερικανο-Δυτική μετάβαση και τις δομές της.
Μπορούμε να συνοψίσουμε χονδρικά τις ιδέες μερικών από τις σημαντικότερες αυτές υποεθνικές-διεθνικές ομάδες ως εξής:
- Η πιο αναγνωρισμένη μορφή σήμερα είναι το Ισλαμιστικό Κοσμικό Όραμα, που επιδιώκει την ουτοπία ενός μεμονωμένου κράτους, βασισμένου σε μια αυστηρή ερμηνεία του Ισλαμικού Νόμου, ή αλλιώς ενός Παγκόσμιου Χαλιφάτου που θα φέρει ολόκληρο τον κόσμο υπό ισλαμική κυριαρχία. Αυτό το πρόγραμμα αντιτάσσεται τόσο στην κατευθυνόμενη από του Αμερικανούς μεταβατική αρχιτεκτονική, όσο και στο υπάρχον καθεστώς των σύγχρονων εθνών-κρατών. Η Αλ Κάιντα του Osama bin Laden παραμένει συμβολική και αρχετυπική αυτών των ιδεών, και οι επιθέσεις που κατέρριψαν τους πύργους του Παγκόσμιου Κέντρου Εμπορίου στη Νέα Υόρκη του 2001 και που υποτίθεται ότι έχουν «αλλάξει τον κόσμο», είναι απόδειξη της σημαντικότητας των δικτύων και της σοβαρότητας με την οποία πρέπει αυτά να ληφθούν.
- Ένα άλλο τέτοιο πρόγραμμα μπορεί να οριστεί ως το Διεθνικό Νεο-σοσιαλιστικό Σχέδιο που αντιπροσωπεύεται από τη νοτιοαμερικανική Αριστερά και, μέχρι πρόσφατα, προσωπικά από τον Hugo Chavez. Αυτό αποτελεί χονδρικά μια νέα έκδοση της μαρξιστικής κριτικής του Καπιταλισμού, ενισχυμένη από εθνικιστική συγκίνηση και, σε μερικές περιπτώσεις, όπως οι Ζαπατίστας και η Βολιβία, από εθνικά συναισθήματα ή πράσινη οικολογική κριτική. Μερικά αραβικά καθεστώτα, όπως μέχρι πρόσφατα το Λυβικό Αραβικό Τζαμαχιρίγια του Gaddafi, μπορούν να εξεταστούν με το ίδιο πνεύμα. Το όραμα της μελλοντικής παγκόσμιας τάξης παρουσιάζεται εδώ ως η Παγκόσμια Σοσιαλιστική Επανάσταση που προχωρά με αντι-αμερικανικές εκστρατείες απελευθέρωσης σε κάθε χώρα, σε όλη την υδρόγειο. Η κατευθυνόμενη από τις ΗΠΑ-Δύση μετάβαση προς τη Νέα Τάξη Πραγμάτων θεωρείται από αυτή την ομάδα ως ενσάρκωση του κλασικού ιμπεριαλισμού που επέκρινε ο Lenin.
- Ένα τρίτο παράδειγμα μπορεί να βρεθεί στο Ευρασιατικό Πρόγραμμα (γνωστό επίσης, ως πολυπολικότητα. Μείζονες Χώροι ή Μεγάλες Δυνάμεις) που προτείνει ένα εναλλακτικό μοντέλο παγκόσμιας τάξης, βασισμένο στο πρότυπο των μοναδικών πολιτισμών και των Μεγάλων Δυνάμεων. Αυτό προϋποθέτει τη δημιουργία διαφόρων διεθνικών πολιτικών, στρατηγικών και οικονομικών οντοτήτων, ενωμένων περιφερειακά μέσω των κοινών γεωγραφικών περιοχών και των κοινών αξιών - θρησκευτικών, κοσμικών ή πολιτιστικών. Αυτές πρέπει να αποτελούνται από ενοποιημένα κράτη κατά μήκος περιφερειακών γραμμών που θα αντιπροσωπεύουν τους πόλους του πολυπολικού κόσμου. Η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι ένα τέτοιο παράδειγμα και η δημιουργούμενη Ευρασιατική Ένωση, που προτάθηκε από τον Vladimir Putin της Ρωσίας και τον Πρόεδρο του Καζακστάν Nursultan Nazarbayev, ένα άλλο. Μια Ισλαμική Ένωση, μια Νοτιο-Αμερικανική-Μπολιβαριανή Ένωση, μια Κινεζική Ένωση, μια Ινδική Ένωση ή μια Παν-Ειρηνική Ένωση είναι άλλες δυνατότητες. Ο Βορειοαμερικανικός Μεγάλος Χώρος, που καλύπτει τη σημερινή NAFTA, θα θεωρούνταν απλά ως ένας μεταξύ αρκετών άλλων, λίγο-πολύ ίσων πόλων, και τίποτα περισσότερο.
Αυτός δεν είναι ένας πλήρης κατάλογος όλων των μη κρατικών ομάδων ή θεωριών με εναλλακτικά οράματα της παγκόσμιας τάξης. Υπάρχουν και άλλες ομάδες μικρότερης κλίμακαςκαι, έτσι, πέρα από το πεδίο αυτής της εργασίας.
Στην παρούσα κατάσταση των παγκοσμίων υποθέσεων, υπάρχει μια σοβαρή διαίρεση μεταξύ εθνών-κρατών και των υπο-κρατικών ή διεθνικών ιδεολογικών κινημάτων που λειτουργούν σε διαφορετικά επίπεδα, όπως αναφέρθηκε παραπάνω. Τα έθνη-κράτη δεν έχουν όραμα και ιδεολογία, και τα εναλλακτικά κινήματα δεν έχουν την αναγκαία υποδομή και τους πόρους για να θέσουν τις ιδέες τους σε εφαρμογή. Εάν ήταν δυνατό σε κάποια περίσταση να γεφυρωθεί αυτό το χάσμα, λαμβάνοντας υπ' όψιν το αυξανόμενο δημογραφικό, οικονομικό και στρατηγικό βάρος του μη-Δυτικού κόσμου, ή όλων των «Υπολοίπων» [«The West and the Rest»], τότε μια εναλλακτική λύση προς την αμερικανο-Δυτική παγκόσμια κυριαρχία θα μπορούσε να λάβει μια ρεαλιστική μορφή και να θεωρηθεί σοβαρά ως ένα συνεπές και θεωρητικά λογικό εναλλακτικό μοντέλο για την Παγκόσμια Τάξη.

Aleksandr Dugin

.~`~.
III
Η Παγκόσμια Τάξη της Βεστφαλίας,
ο οικονομικός εθνικισμός, η Αγία Ρωμαική αυτοκρατορία και το Μέγα Χαλιφάτο του Ισλάμ


α´
Υπό τη παγκόσμια τάξη της Βεστφαλίαςτων κυρίαρχων εθνών κρατών, η οποία διαμορφώνει τις διεθνείς σχέσεις από το 1648, μονάχα ο συντονισμένος οικονομικός εθνικισμός που εστιάζει στην εσωτερική ανάπτυξη μπορεί να αποτραβήξει τη παγκόσμια οικονομία από το καθοδικό σπιράλ.
Ο οικονομικός εθνικισμός δεν πρέπει να συγχέεται με τον εμπορικό προστατευτισμό. Δεκαετίες αρπακτικού διασυνοριακού νεοφιλελεύθερου χρηματοπιστωτισμού και εμπορίου έχουν παραγάγει ισχυρά συναισθήματα αντι-παγκοσμιοποίησης σε κάθε χώρα σε όλο τον κόσμο. Έχει μετατραπεί σε μια πάλη των τάξεων ανάμεσα στη χρηματιστική ελίτ και τους φτωχούς εργαζομένους, στις πλούσιες και τις φτωχές χώρες εξίσου.
...σε έναν κόσμο όπου ο φονταμενταλισμός της αγοράς έχει γίνει νόρμα, ο ασύνετος εμπορικός προστατευτισμός φαίνεται να εμφανίζεται γρήγορα και να μετεξελίσσεται σε έναν νέο παγκόσμιο εμπορικό πόλεμο με σύνθετες διαστάσεις. Η ειρωνεία είναι ότι αυτός ο νέος εμπορικός πόλεμος προωθείται όχι από τις κακομεταχειρισμένες φτωχές οικονομίες... αλλά από τις ΗΠΑ, ως ηγέτη των πλούσιων εθνών που έχουν κερδίσει περισσότερο απ' ό, τι έχουν χάσει υπό την τρέχουσα οικονομική τάξη και το εμπορικό σύστημα.
Henry C.K. Liu

β´
Όταν μελετηθεί η ευρωπαϊκή ιστορία, μπορεί να γίνει αντιληπτό ότι λειτουργεί μια μυστική διαλεκτική σχετικά με τη κληρονομιά της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας... Τα σύνορα που προέκυψαν από τη συνθήκη του Βερντέν του 843, η οποία διαμοιράζει την Αγία Ρωμαιογερμανική αυτοκρατορίατου Καρλομάγνου μεταξύ τριών κληρονόμων, ταυτίζονται σχεδόν απόλυτα με τις φυσικές περιοχές και τα πεδία προβλημάτων της σημερινής Γαλλίας και Γερμανίας. Μετά από αυτόν τον διαμοιρασμό, η Αγία Ρωμαιογερμανική αυτοκρατορία ενώθηκε εκ νέου... Το ξεκαθάρισμα λογαριασμών που προέκυψε από την εμφάνιση του συνασπισμού των Προτεσταντών, ο οποίος σχηματίστηκε ενάντια στην εν λόγω ένωση, είχε ως αποτέλεσμα τον Τριακονταετή πόλεμο που τερματίστηκε με την συνθήκη της Βεστφαλίας του 1648.
Έτσι, η Αγία Ρωμαιογερμανική αυτοκρατορία διαλύθηκε εκ νέου...Οι μεν στρατηγικές του Bismarck και του Γουλιέλμου του Β', που επιδίωξαν να ανασυγκροτήσουν την ίδια κληρονομιά γύρω από τη Γερμανία, οδήγησαν στον Α' Παγκόσμιο πόλεμο, η δε προσπάθεια του Χίτλερ, προκάλεσε τον Β' Παγκόσμιο πόλεμο.
Η Ευρωπαϊκή Ένωσηδεν είναι τίποτε άλλο από την προσπάθεια ανασυγκρότησης της εν λόγω κληρονομιάς
αντί δια στρατιωτικών μέσων με οικονομικά και πολιτικά μέσα.
Ahmet Davutoğlu

γ´
Ο όρος «παγκοσμιοποίηση» είναι παραπλανητικός. Η πραγματική του διάσταση δίδεται από τον όρο «παγκόσμια διακυβέρνηση/global goverment». Κι αυτό σημαίνει ότι πρέπει να καταργηθούν οι εθνικές κυβερνήσεις, και στη θέση τους να δημιουργηθεί ένας «μεταεθνικός χυλός» άνευ εθνικών πολιτισμικών χαρακτηριστικών. Τα μόνα χαρακτηριστικά αυτού του «μεταεθνικού χυλού» θα πρέπει να είναι η κοινή καταναλωτική συμπεριφορά όλων των «πρώην εθνών κρατών» έναντι του διεθνούς, μεταεθνικού και υπερεθνικού κέντρου διακυβερνήσεως. Το διεθνές υπερεθνικό αυτό Κέντρο διακυβέρνησης το οποίο είναι το Απρόσωπο Διεθνές Τραπεζικό Σύστημα θα πρέπει να έχει μία και μόνη γλώσσα (lingua franca): την αγγλική, έναν Θεό: το κέρδος, μία κοινή θρησκεία: τον νεοφιλελευθερισμό.
Οι ελληνικές οικουμενικές αξίες όπως η εντιμότητα, η αγάπη προς τον άνθρωπο, η αλήθεια, η φιλοπατρία, η ελευθερία, ο σεβασμός προς τις οικογενειακές αρχές και την εκάστοτε πολιτισμική παράδοσηπρέπει να εξαλειφθούν.
Στο πλαίσιο της εξυπηρέτησης αυτής της θρησκείας… και της Διεθνούς Πολιτείας της, οι πιστοί και οι μεταεθνικώς χυλοποιηθέντες προσήλυτοι [ιδιώτες] συνθλίβονται στις μυλόπετρες ενός αδυσώπητου διεθνούς πολέμου οικονομικής (τι άλλο;) φύσης: του πολέμου του κεφαλαίουεναντίον της εργασίας.
Συνεπώς, εφόσον η Ανατολή σήμερα διαθέτει έναντι της Δύσης το συγκριτικό πλεονέκτημα της εξαιρετικά φθηνής ανθρώπινης εργασίας και η Δύση διαθέτει έναντι της Ανατολής την υψηλή τεχνική γνώση (υψηλή τεχνολογία) ο καθένας εξ αυτών θα πολεμήσει με τα όπλα του. Η Ανατολή χαρακτηρίζεται από ανυπαρξία συλλογικών συμβάσεων εργασίας και από ανυπαρξία κοινωνικών παροχών προς τους εργαζομένους. Αυτό καθιστά το κόστος της ανθρώπινης εργασίας μηδαμινό. Πράγμα που έχει αναγκάσει τα δυτικά κεφάλαια να μεταφερθούν εκεί με αποτέλεσμα η Κίνα να διαθέτει περί τα 2 τρισ. δολάρια πλεόνασμα και να έχει «αγοράσει» περί το 44% του αμερικανικού δημόσιου χρέους.
Με ποιο τρόπο αλλάξει η κατάσταση αυτή;
Να αποκτήσει η Ανατολή ανάλογο κόστος ανθρώπινης εργασίας. Και αυτό θα επιτευχθεί όταν καταρρεύσουν τα απολυταρχικά/αυταρχικά καθεστώτα της Ανατολής και αντικατασταθούν με δημοκρατικά δυτικού τύπου που θα επιβάλλουν εργατικές διεκδικήσεις, συλλογικές συμβάσεις, κοινωνικές παροχές κ.τλ. Άρα η exoccidente διαδικασία, δηλ. «to spreading democracy to the broader Μiddle Εast», έχει ως πρώτο στόχο την κατακόρυφη αύξηση του κόστους της ανθρώπινης εργασίας και ως δεύτερο στόχο την οικειοποίηση των πλουτοπαραγωγικών πηγών των εδαφικώς νοουμένων πλέον, και όχι εθνικο-κρατικώς, περιοχών αυτών. Αμέσως μετά, και λόγω των αντιπαραθέσεων και συγκρούσεων που θα προκαλέσει η διαδικασία εκδημοκρατισμού στις φυλετικογενείς κοινωνίες του αραβομουσουλμανικού κόσμου θα περάσει η «Δύση» στη δεύτερη φάση, αυτήν της «μεταεθνικής πολτοποιήσεως» των εθνικών κοινωνικών σχηματισμών αυτών. Ελπίζει έτσι η «Δύση», ότι θα κυριαρχήσει επί της Ανατολής.
Μέγα λάθος!
Γιατί;
Διότι εις την περίπτωση της ευρύτερης Μέσης Ανατολής, δηλαδή του λεγομένου «αραβομουσουλμανικού κόσμου», μετά τις εθνοτικότητες υπάρχει και το «Μέγα Χαλιφάτο του Ισλάμ»! Και ως γνωστόν, το Ισλάμ δεν αναγνωρίζει έθνη-κράτη βεστφαλιανού τύπου, όπως ακριβώς και η «δυτική» διεθνής διακυβέρνηση (globalgovernance)! (*) Και εκεί έρχεται ο Αρμαγεδδών: μια γερασμένη, αδύναμη Δύση με «Θεό» το κέρδος άνευ πνευματικών αξιών, εναντίον μιας νέας, νεαρότατης σε πυραμίδα ηλικιών, σφριγηλότατης «Ανατολής», με ρυθμό γεννητικότητας 2,2% ετησίως, με έναν διεθνή πληθυσμό 1,2 δισεκατομμύρια πιστούς μουσουλμάνους, με ένθερμη πίστη στον Λόγο του Προφήτη, στην πεποίθηση της «ορθοτομήσεως του Λόγου της Μοναδικής Αληθείας που το Ισλάμ και μόνον κατέχει», στην υποχρέωση της θυσίας της ζωής του μουτζαχετίντ (ιερού πολεμιστή) για τη διάδοση της «αλήθειας αυτής του Προφήτη» και τη μετατροπή του σε «μάρτυρα του Ισλάμ» (chahid) εν Παραδείσω (εάν απολέσει τη ζωή του κατά τη διάρκεια του Ιερού Πολέμου του Ισλάμ (Jihad) εναντίον των «Απίστων Δυτικών Αμερικανοσιωνιστών Σταυροφόρων» (sic)!). Με την πολιτική της αυτή η Δύση, απελευθερώνει το Ισλαμιστικό (και όχι «ισλαμικό», όρος που αναφέρεται στον καθόλα σεβαστό πολιτισμό των χωρών αυτών και όχι στη ριζοσπαστική εκδοχή του) Τζίνι από το λυχνάρι του. Με οδυνηρότατες συνέπειες για την ειρήνη και τη σταθερότητα στην περιοχή.

δ´
(*) Η επιβολή του συστήματος των εθνών-κρατώνστα μουσουλμανικά εδάφη κλόνισε όχι μόνο παραδοσιακές πολιτικές δομές και την πολιτική αντίληψη και νοοτροπία, διότι οι Μουσουλμάνοι βρέθηκαν αντιμέτωποι με μια νέα πολιτική μονάδα όπως το έθνος-κράτος και με ένα νέο οικουμενικό πολιτικό σύστημα αποτελούμενο από μεμονωμένα έθνη-κράτη, τα οποία δεν αντικατόπτριζαν τις βασικές διαστάσεις της Ισλαμικής κοσμοθεωρίας. Υπάρχει μια νέα τάση στο ισλαμικό πολιτικό στερέωμα έπειτα από την πρόκληση της παγκοσμιοποίησης και την κατάρρευση των σοσιαλιστικών καθεστώτων... σε αντιστοιχία με την πρόκληση της παγκοσμιοποίησης ενάντια στο σύστημα εθνών-κρατών, το βασικό ζήτημα για το ισλαμικό πολιτικό στερέωμα φαίνεται να είναι η εκ νέου ερμηνεία της πολιτικής του παράδοσης και θεωρίας ως εναλλακτικού παγκόσμιου συστήματοςαντί απλώς ως προγράμματος για την ισλαμοποίηση μεμονωμένων εθνών-κρατών.

Α, ρε «Βυζάντιο», θάψιμο που έχεις φάει...

Ο Σουνιτικός μουσουλμανισμός φτάνει μέχρι τις (B)RIC(S)
Όπως και τα Τούρκικα γλωσσικά φύλα μπορούν να «διαταράξουν» τη προσέγγιση Ρωσίας και Κίνας

Ωστόσο
Οι «θεωρίες» αυτές προσπαθούν να επικαλύψουν το νόημα της «νέας εποχής» για την ανθρωπότητα και γι' αυτό αμέσως μετά τον κίνδυνο του κομμουνισμού η πρώτη μέριμνα ήταν να βρεθεί ο «νέος κίνδυνος». Που δεν μπορούσε βέβαια να είναι παρά το Ισλάμ. Αλλά αυτές οι θεωρίες δεν είναι ακριβώς η πλήρης απόδειξη της πνευματικής χρεοκοπίας του ανταγωνιστικού καπιταλισμού, του «φιλελευθερισμού»;...
Είπαμε και πρέπει να το επαναλάβουμε, ότι η ιστορία για την φιλοσοφία του «φιλελευθερισμού» δεν αποτελεί μάθηση -είναι μάλιστα τελείως περιττή... αλλά απλώς «ειδίκευση» τελολογικώς προσανατολισμένη, δηλαδή υλικό προς «εξυπηρέτηση σκοπών»... σήμερα που ο κόσμος είναι και πάλι πολιτικά ενιαίος, είναι ακριβώς ο καιρός νέων συνειδητοποιήσεων επί παγκοσμίου επιπέδου. Και το μόνο που επιτρέπουν οι χρεοκοπημένες θεωρίες του «φιλελευθερισμού» στην «Ευρώπη» είναι ακριβώς η συνείδηση της επαναστατικής τρομοκρατίας... Αρκεί να γίνει γενικότερα αντιληπτή η «προοπτική» της σχέσης μεταξύ παραγωγής και ανάπτυξης, όπως την υποδεικνύουν οι «θεωρητικές προτάσεις», για να προκύψουν οι αντίστοιχες συνειδητοποιήσεις. Και δυστυχώς επ' αυτού τίποτε δεν μπορεί να κάνει η Δύση, διότι δεν έχει κάτι να προτείνει. Η πολιτική σχέση των βιομηχανικών κρατών με τον τρίτο κόσμο είναι πολύ απλή: αφού συγκέντρωσαν με τον έναν τρόπο ή τον άλλον τον παγκόσμιο πλούτο στις λεγόμενες «μητροπόλεις», μετέβαλαν όλους τους άλλους λαούς σε ένα είδος «λαών επί πιστώσει»: οι άλλες χώρες πρέπει να «συναρμόζωνται» κάθε φορά, διότι άλλως επακολουθούν «οικονομικές κυρώσεις» και πέφτει πείνα (και μαζί μ' αυτήν βέβαια, ή μάλλον με το φάσμα της και οι ανυπάκουες κυβερνήσεις...).
Οι «διεθνείς» λοιπόν σχέσεις των καιρών μας είναι εκείνες μιας... σοσιαλδαρβινικής ζούγκλας [όπως ακριβώς και οι οικονομικές].
Το πρόβλημα είναι ποιος θα προφτάσει να πεθάνει πρώτος! Διότι, αν λ.χ. αποφάσιζαν μερικές μόνο χώρες του κόσμου να αντιμετωπίσουν αυτή τη πολιτική, αδιαφορώντας για τις συνέπειες και υψώνοντας κι αυτές ένα «εμπάργκο» κατά των βιομηχανικών προϊόντων είναι βέβαιο, από το πρωτοφανές χάος που θα προκύψει στα πλαίσια της διεθνούς παραγωγής, ότι οι «ανεπτυγμένοι» θα επανέλθουν κι αυτοί σε καταστάσεις πείνας που έχουν λησμονήσει... Δυστυχώς όμως είναι η μόνη «λογική» που επιβάλλει μακροπρόθεσμως το είδος των «διεθνών» μας σχέσεων και αυτό ακριβώς θα είναι και το περιεχόμενο της νέα ιδεολογικής τρομοκρατίας.
Όχι πολιτικοί στόχοι και μεγαλόσχημα σχέδια, αλλά οι δομές του διεθνούς εμπορίου.
Γεράσιμος Κακλαμάνης

Επίσης
Η μέχρι θανάτου υπεράσπιση όσων μεγάλων και σπουδαίων έχουν ως τώρα κατακτηθεί, η αξιοποίηση τους, η οργάνωση της οικονομικής και πολιτικής ζωής της Ευρώπης... όλα αυτά εκ πρώτης όψεως θα ήταν ικανά να αποτελέσουν έναν σαφή και συγκεκριμένο στόχο, ένα πρόγραμμα που θα συσπείρωνε γύρω του οπαδούς και θα δημιουργούσε συναίνεση, αν δεν συνέβαινε σε αυτήν ακριβώς την πολιτική αποστολή η Γερμανία να αποδεικνύεται τόσο αποφασιστικά και αμετακίνητα κατώτερη από το έργο που έχει να επιτελέσει.
Η εμφατική απόφαση των Γερμανών να οργανώσουν την Ευρώπη ιεραρχικά, σαν μια πυραμίδα με τη Γερμανία στην κορυφή, είναι γνωστή σε όλους... Σε όλες τις χώρες, ακόμη και σ' αυτές που έως χτες κρατούσαν μια μάλλον σαφή αντιγερμανική στάση, δεν έλειπαν οι πολιτικές προσωπικότητες και τα ρεύματα που ήταν έτοιμα να παραδεχτούν... ότι τα εθνικά κράτη έπρεπε να δώσουν τη θέση τους σε πολύ μεγαλύτερες πολιτικές οντότητες...Έτσι η έννοια της ιεραρχικής οργάνωσης της Ευρώπης δεν ήταν από μόνη της απαράδεκτη.
Όμως αυτό που εντυπωσιάζει όποιον έρθει σε επαφή με τους Γερμανούς είναι καθαρά η μηχανική και υλιστική τους αντίληψη για την ευρωπαϊκή τάξη. Γι' αυτούς, οργάνωση της Ευρώπης σημαίνει να αποφασίζουν πόσο απ' αυτό ή από εκείνο το ορυκτό πρέπει να παραχθεί και πόσοι εργάτες πρέπει να χρησιμοποιηθούν. Δεν τους περνά από το μυαλό ότι καμιά οικονομική τάξη πραγμάτων δεν μπορεί να ισχύσει αν δεν βασίζεται σε μια πολιτική τάξη και ότι, για να κάνεις τον Βέλγο ή τον Βοημό εργάτη να δουλέψει, δεν αρκεί να του υποσχεθείς έναν ορισμένο μισθό...

«Την άνοιξη του 1942ένας νεαρός Ιταλός διπλωμάτης ονόματι Λουτσόλλι γύρισε στην πατρίδα του μετά από ενάμιση χρόνο υπηρεσία στην πρεσβεία του Βερολίνου. Η πρώτη του δουλειά στη Ρώμη ήταν να καταγράψει τις σκέψεις του... Όταν επέστησαν την προσοχή του Μουσολίνι στο μνημόνιο του, σχολίασε ότι ''δεν είχε διαβάσει τίποτα τόσο σημαντικό και επιβλητικό εδώ και πολύ καιρό''» μας γράφει ο Mark Mazower περιγράφοντας το χωρίο που διαβάσατε.

*
**
*

Οι Άραβες δεν μπορούν να κάνουν πόλεμο χωρίς την Αίγυπτο ή ειρήνη χωρίς την Συρία
David Ben-Gurion

.~`~.
Για περαιτέρω ιχνηλάτηση και πληρέστερη προοπτική

Ανθρωποποίηση.

Δογματική ομοιομορφία, δογματικός ιμπεριαλισμός και κοσμοπολιτισμός. Οι τρεις τρόποι εξομοίωσης των διεθνών σχέσεων σε μια κατάσταση εσωτερικής πολιτικής προς την πραγμάτωση της διεθνούς κοινωνίας, της civitas maxima ή του υπερ-κράτους και ένα παράρτημα περί αδελφοσύνης και ιμπεριαλισμού.

$
0
0

.~`~.
Πρόλογος

Η υπόθεση ότι η διεθνής κοινωνία είναι μια civitas maxima, ένα υπερ-κράτος (και εδώ το «είναι» σημαίνει «είναι ουσιωδώς», «θα έπρεπε να είναι» ή «είναι προορισμένο να είναι»), δημιουργεί αμέσως το ζήτημα της συμμόρφωσης ή της μη συμμόρφωσης...

Μεταξύ των νομικών του Διεθνούς Δικαίου, ο πιο επιφανής υποστηρικτής αυτής της άποψης ήταν ο Christian Wolff (καθηγητής στο πανεπιστήμιο της Halle, 1679-1754). Αυτός εισηγήθηκε την ιδέα ότι η διεθνής κοινωνία ήταν μια civitas maxima, μια μεγάλη κοινωνία ή υπερ-κράτος, της οποίας οι πολίτες ήταν τα μεμονωμένα κράτη και η οποία μπορούσε να ασκήσει εξουσία επάνω τους...
Η ιδέα της civitas maxima δεν επινοήθηκε από τον Wolff. Απλώς έτυχε να τη διατυπώσει σε πιο εκλαϊκευμένη μορφή. Αναπτύχθηκε το δέκατο έκτο αιώνα από τους Καθολικούς, όπως, για παράδειγμα, από τον Francesco de Vittoria O. P. (1480-1546), ο οποίος μίλησε για ανθρώπινη κοινότητα, στην οποία θα συμπεριλαμβάνονταν όλα τα κράτη ως μέλη, με δεσμευτικές πλειοψηφικές αποφάσεις. Αναπτύχθηκε και από τους Προτεστάντες, όπως, για παράδειγμα, από τον Gentilli (καθηγητή αστικού δικαίου στην Οξφόρδη, 1552-1608), έναν Ιταλό προτεστάντη πρόσφυγα, που ήταν σύμβουλος της κυβέρνησης της Ελισαβετ και υποστήριζε ότι η «διακυβέρνηση του κόσμου έγκειται στην ισχύ της συνένωσης της πλειοψηφίας του κόσμου».
Κυρίως, όμως, αναπτύχθηκε από τον Καλβίνο.

Το βασικό χαρακτηριστικό της θεωρίας είναι ότι εξομοιώνει τις διεθνείς σχέσεις σε μια κατάσταση εσωτερικής πολιτικής.

Όσο περισσότερο η διεθνής κοινωνία, γίνεται αντιληπτή ως μια civitas maxima, τόσο περισσότερο οι διεθνείς σχέσεις θα γίνονται αντιληπτές ως η εσωτερική πολιτική μιας οικουμενικής civitas. Υπάρχουν τρεις τρόποι να πραγματωθεί αυτή η εξομοίωση: η δογματική ομοιομορφία, ο δογματικός ιμπεριαλισμός και ο κοσμοπολιτισμός.


.~`~.
Οι τρεις τρόποι
εξομοίωσης των διεθνών σχέσεων σε μια κατάσταση εσωτερικής πολιτικής

α´. Δογματική ομοιομορφία
Η Επαναστατική θεωρία απαιτεί ομοιογένεια μεταξύ των μελών της διεθνούς κοινωνίας, δηλαδή μεταξύ των κρατών. Προϋποθέτει δογματική και δομική συμμορφία και ιδεολογική ομοιογένεια μεταξύ των κρατών. Η κλασική έκφραση αυτού του είδους του Επαναστατισμού είναι η πραγματεία του Kant Perpetual Peace. Σε αυτήν επεξεργάζεται μια ιδεώδη, φανταστική συνθήκη αιώνιας ειρήνης, το πρώτο καθοριστικό της οποίας είναι ότι το σύνταγμα όλων των κρατών θα πρέπει να είναι δημοκρατικό. (Δεν είναι απαραίτητο στο σημείο αυτό να εξετάσουμε τι εννοούσε με τον όρο «δημοκρατικό» ούτε το συλλογισμό που ακολούθησε για να καταλήξει σε αυτό το συμπέρασμα.) Δεν μπορεί να υπάρξει διεθνής ειρήνη ωσότου αποκτήσουν όλες οι κυβερνήσεις την ίδια ιδεολογική παρόρμηση.
Ωστόσο, η αρχή της ιδεολογικής ομοιομορφίας ή συμμορφίας των μελών της διεθνούς κοινωνίας μπορεί να χρησιμοποιηθεί από ιδεολόγους διαφορετικής φιλοσοφίας. Η αρχή του Kant εφαρμόστηκε από τον Τσάρο Αλέξανδρο Α´ και από τον Metternich στην Ιερή Συμμαχία, με την αντι-Επαναστατική του έννοια: κάθε μέλος της διεθνούς κοινωνίας πρέπει να είναι νομοταγές. Η Ιερή Συμμαχία αποτελούσε για τη Γαλλική Επανάσταση ό,τι ο φασισμός για τον κομμουνισμό. Οι τρεις απολυταρχικοί μονάρχες, οι ηγεμόνες της Ρωσίας, της Αυστρίας και της Πρωσίας, έχοντας αυτοπεριγραφεί «συμπατριώτες», υιοθέτησαν την επαναστατική έννοια της αδελφοσύνης. Στην Ιερή Συμμαχία ο μοναδικός άρχοντας ήταν ο Θεός, ενώ για τους Γάλλους Επαναστάτες ο κυρίαρχος ήταν... «τα δικαιώματα του ανθρώπου».
Ο Mazzini ώθησε βίαια την αρχή αυτή προς την αντίθετη κατεύθυνση, με αποτέλεσμα αυτή να εξελιχθεί σε μια πιο ακραία θέση από εκείνη του Kant: δεν υπάρχει έγκυρη διεθνής κοινωνίας ωσότου όλα τα μέλη της να είναι έθνη-κράτη. Αυτή ήταν η αρχή της αυτοδιάθεσης, η οποία θριάμβευσε το 1919. Στην Κοινωνία των Εθνών δόθηκε μια Επαναστατική χροιά από την αρχική αξίωση, που προέβαλε ο Wilson, να είναι μια κοινωνία δημοκρατικών εθνών' ένα σχέδιο το οποίο στην πράξη δεν εφαρμόστηκε. Οι προγενέστερες ομιλίες του Wilson και η άρνηση να διαπραγματευτεί με την αυτοκρατορική Γερμανίαδείχνουν ότι ήταν μάλλον ημι-Επαναστατικός... Η προσπάθεια των Ηνωμένων Εθνών να αποκλείσουν την Ισπανία από τη διεθνή κοινωνία το 1946 ήταν ένα παράδειγμα του μεταπολεμικού Επαναστατισμού: η προσπάθεια του Οργανισμού να διασφαλίσει την ιδεολογική ομοιογένεια των μελών του με την έννοια του να είναι αντι-φασιστικά ή «φιλειρηνικά». Η ίδια αρχή, που συνάγουμε, σε τελική ανάλυση, από τον Mazzini και τον Wilson, έδωσε την κινητήρια δύναμη στο Κίνημα των Αφροασιατικών Αδέσμευτών Κρατών και στην εκστρατεία κατά της αποικιοκρατίας. Το ζητούμενο ήταν η διεθνής κοινωνία να γίνει ομοιογενείς, να γίνει μια κοινωνία εθνών-κρατών που αυτοπροσδιορίζονται (ασκούν το δικαίωμα της αυτοδιάθεσης)' ο ιμπεριαλισμός έπρεπε να εξαλειφθεί.
Τα ιστορικά τερατουργήματα όπως η συνεχής Ολλανδική κυριαρχία στη Δυτική Νέα Γουινέα και η Πορτογαλική Αυτοκρατορία δεν μπορούσαν πια να γίνονται ανεκτά. Η Νότια Αφρική, στο βαθμό που ήταν δυνατόν, έπρεπε να εξαναγκαστεί σε συμμόρφωση. «Οπουδήποτε, οποτεδήποτε και με οποιοδήποτε τρόπο εμφανίζεται η αποικιοκρατία είναι ένα κακό που πρέπει να ξεριζωθεί από τη Γη» [Ομιλία του Προέδρου Sukarno της Ινδονησίας κατά την έναρξη της Διάσκεψης της Bandung].


β´. Δογματικός ιμπεριαλισμός
Ο δεύτερος τρόπος με τον οποίο η Επαναστατική θεωρία μπορεί να επιχειρήσει να πραγματώσει τη civitas maximaκαι να εξομοιώσει τις διεθνείς σχέσεις με την εσωτερική πολιτική είναι ο ιδεολογικός ή δογματικός ιμπεριαλισμός' δηλαδή, με μια μεγάλη δύναμη, η οποία προσπαθεί να διαδώσει ένα πιστεύω και να επιβάλλει ομοιομορφία. Υπάρχουν πολλά τέτοια παραδείγματα. Ο Σταλινισμός το έκανε στην Ανατολική Ευρώπη. Η Πρώτη Γαλλική Δημοκρατία επέβαλε τα δικαιώματα του ανθρώπου σε όποια περιοχή κατακτούσε ο στρατός της. Ο Φίλιππος της Ισπανίας πίστευε ότι ήταν καθήκον του να καταστείλει τις αιρέσεις, όχι μόνο στο εσωτερικό του δικού του αχανούς κράτους, αλλά και σε όλη τη Χριστιανοσύνη: ήταν καθήκον του να εμποδίσει τον Ερρίκο της Ναβάρρας να ανέλθει στο θρόνο της Γαλλίας και να εκθρονίσει από το θώκο της Αγγλίας τη νόθα Ελισάβετ, η οποία όχι μόνο ήταν αιρετική αλλά και τον προσέβαλε απορρίπτοντας την πρόταση του για γάμο.
Η κοινή θεωρία που βρίσκεται πίσω από τις προσπάθειες ιδεολογικού ιμπεριαλισμού μπορεί να ονομαστεί θεωρία του εκλεκτού λαού, ή τις αυτοκρατορικής θείας κλήσης. Αυτή η θεωρία έχει δυο πηγές:

(i) Την Παλαιά Διαθήκη. Από αυτή βέβαια προέρχεται και η φράση «εκλεκτός λαός». Οι Εβραίοι ήταν ο πρώτος εκλεκτός λαός στην ιστορία και το πρώτο έθνος που είχε αυτό το μοναδικό, εξαιρετικό αίσθημα αποστολής, το πρώτο έθνος που ισχυρίστηκε ότι είναι κομιστής του νοήματος της ιστορίας. Η Ευρωπαϊκή ιστορία και πολιτισμός καταδιώκονταν από τη σκέψη των Εβραίων, αυτού του αινιγματικού λαού με τις κοσμικές, προερχόμενες από τη θεία πρόνοια, διεκδικήσεις. Έτσι άρχισε η μακρά ιστορία του αντισημιτισμού και του κατατρεγμού των Εβραίων.
Ωστόσο, ένας πιο λεπτός τρόπος για να συμβιβαστεί κανείς με τους Εβραίους ήταν να υιοθετήσει ο ίδιος τις διεκδικήσεις τους, να θεωρήσει ότι αυτός είναι ο εκλεκτός λαός. «Ο Εθνικοσοσιαλισμός ήταν μια διαστρέβλωση της Παλαιάς Διαθήκης, ο αυτοδιορισμός ενός νέου εκλεκτού λαού, που ιδιοποιήθηκε την υπόσχεση χωρίς την τελική κρίση. Το μίσος του Hitler για τους Εβραίους είχε τις ρίζες του σε αυτό τον πνευματικό σφετερισμό». Ένα μικρό βήμα χωρίζει αυτή την άποψη του από την πεποίθηση ότι η Γερμανία ήταν κυρίαρχη φυλή. Ο Rauschning έγραψε για τον Hitler:
Το απόκρυφο δόγμα του προϋποθέτει έναν σχεδόν μεταφυσικό ανταγωνισμό με τους Εβραίους. Ο λαός του Ισραήλ, ο ιστορικός λαός του Πνευματικού Θεού, δεν μπορεί παρά να είναι άσπονδος εχθρός του νέου, του Γερμανικού, Εκλεκτού Λαού. Ο ένας θεός αποκλείει τον άλλο. Πίσω από τον αντισημιτισμό του Hitler αποκαλύπτεται ένας πραγματικός πόλεμος των Θεών.
Η Αγγλία το δέκατο έβδομο αιώνα φαινόταν να πιστεύει ότι εκείνη αποτελούσε τη χώρα του εκλεκτού λαού, όταν για λίγο έγινε κυρίαρχη δύναμη στην Ευρώπη την εποχή του Cromwell, του Άγγλου Ναπολέοντα: «Ο Θεός αποφασίζει να ξεκινήσει μια νέα και μεγάλη περίοδο στην εκκλησία του, ακόμη και στην αναμόρφωση της ίδιας της μεταρρύθμισης' και όπως το συνηθίζει, αρχίζει από τους Άγγλους του...» και «Ας μην ξεχάσει η Αγγλία το καθήκον της να διδάξει τα έθνη πως να ζουν».
Η πουριτανική Αγγλία, όπως και η Λουθηρανική Γερμανία ήταν διαποτισμένη από την Παλαιά Διαθήκη. Μπορεί κανείς να διακρίνει μια παρόμοια πεποίθηση και στις Ηνωμένες Πολιτείες, με το «πεπρωμένο του έθνους» τους και χαρακτηρισμούς όπως «Ο Αμερικανός' αυτός ο Νέος Άνθρωπος»...

(ii) Ο Βιργίλιος. Υπάρχει μια δεύτερη πηγή αυτής της ιδέας περί αυτοκρατορικής θείας κλήσης, αρκετά ξεχωριστή από την πρώτη. Η Αινειάδα του Βιργίλιου επηρέασε την Ευρωπαϊκή ιστορία βαθύτερα από οποιοδήποτε άλλο βιβλίο, με εξαίρεση τη Βίβλο' περισσότερο ίσως και από τον Αριστοτέλη. Στην Αινειάδα, ο Βιργίλιος δημιούργησε μια εκπληκτική μορφή ενός ανθρώπου που είχε μια αποστολή, παρακινούμενου από τη μοίρα, εξωθούμενου από το θεό, το υπέρτατο λογοτεχνικό σύμβολο της θείας κλήσης, του προσωπικού πεπρωμένου. Όταν, ακολουθώντας την αποστολή του να επανιδρύσει την Τροία στην Ιταλία, ο Αινείας αποβιβάζεται στην Ιταλία, τον υποδέχεται ο Evander [ο Αρκάς Ευάνδρος], ο βασιλιάς του Παλατίνου: «Μέσα από πολλές δυσκολίες, μέσα από τόσες επικίνδυνες συγκυρίες ταξιδεύουμε για το Λάτιο, το οποίο η μοίρα υπέδειξε ως τη νέα πατρίδα. Εκεί θα πραγματοποιηθεί η υπόσχεση και το βασίλειο της Τροίας θα ξαναζωντανέψει...». «Έρχεσαι λοιπόν εδώ ακολουθώντας το κάλεσμα της μοίρας» Ο Αινείας απαντά:
«Ego poscor Olympo»
«Εγώ είμαι αυτός που κλήθηκε από τον Όλυμπο».
Αυτή είναι η υπέρτατη έκφραση της αυτοκρατορικής αποστολής της Ρώμης' και η πίστη σε αυτή την αποστολή επηρέασε τον Αύγουστο και εμπότισε τη μεσαιωνική κουλτούρα.
Η πίστη διοχετεύθηκε προς την κατεύθυνση της διεθνούς θεωρίας μέσα από το έργο του Δάντη De Monarchia. Η εξάρτηση του Δάντη από τον Βιργίλιο φαίνεται στη Θεία Κωμωδία, ενώ το De Monarchiaκοσμείται από παραθέσεις του Βιργίλιου. Είναι ένα πλήρως ικανοποιητικό κομμάτι πνευματικής αρχιτεκτονικής που εκπληρώνει τις προϋποθέσεις που τέθηκαν. Η περίληψη του είναι η εξής:
το ανθρώπινο είδος είναι ένα και μοναδικό (ιδέα της ανθρωπότητας)' το ανθρώπινο είδος μπορεί να ολοκληρωθεί μόνο υπό μια κυβέρνηση και η Πρόνοια έχει καθορίσει να παίξει το ρόλο αυτό η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία. Σήμερα, αν κανείς αποδεχτεί τα δύο πρώτα σημεία, είναι εύκολο να αντικαταστήσει τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία με τις Ηνωμένες Πολιτείες.


Ο Δάντης είναι αυτός που κρύβεται πίσω από τις διάφορες εκδοχές της αυτοκρατορικής θείας κλήσεις, για παράδειγμα, πίσω από «το μεγάλο έθνος» της Γαλλίας και την πίστη του Mazzini σε μια τρίτη «ματζινιανή» Ρώμη. Η Ρώσικη αποστολή συνδυάζει την Παλαιά Διαθήκη και τη Βυζαντινή Ρωμαϊκή πηγή.


γ´. Κοσμοπολιτισμός
Ο τρίτος τρόπος με τον οποίο ο Επαναστατισμός επιχειρεί να πραγματώσει την civitas maximaείναι η διακήρυξη μιας παγκόσμιας κοινωνίας ατόμων, η οποία υπερβαίνει τα έθνη ή τα κράτη, μειώνοντας ή εξαλείφοντας τον ενδιάμεσο κρίκο (*). Απορρίπτει την ιδέα μιας κοινωνίας κρατών και λέει ότι η μόνη αληθινή διεθνής κοινωνία είναι αυτή των ατόμων. Αυτός είναι ο κοσμοπολιτισμός: η κοσμόποληεξισώνεται με την παγκόσμια πόλη, η οποία εξισώνεται με την civitas maxima. Αυτή είναι η πιο επαναστατική από τις Επαναστατικές θεωρίες και συνεπάγεται την ολοκληρωτική διάλυση των διεθνών σχέσεων. Για το λόγο αυτό, από θεωρητικά άποψη, είναι η λιγότερο σημαντική και κανένα σημαντικό έργο της διεθνούς θεωρίας δεν υποστηρίζει ένα τέτοιο δόγμα. Παρ' όλα αυτά, στην πράξη ασκεί αρκετή επιρροή.

---------------------------------------------------------------
(*) Υπάρχει αφθονία αυτοπροσδιοριζόμενων εκπροσώπων του κοινού καλού του «διαστημοπλοίου γη» ή «αυτού του πλανήτη που κινδυνεύει». Ωστόσο οι απόψεις αυτών των ιδιωτών, όποια αξία και να έχουν, δεν είναι αποτέλεσμα κάποιας πολιτικής διαδικασίας προώθησης και σύνθεσης συμφερόντων. Καθώς δεν επικυρώνονται από μια τέτοια πολιτική διαδικασία, οι απόψεις αυτών των ατόμωνσυνιστούν έναν ακόμη λιγότερο έγκυρο οδηγό για το κοινό καλό της ανθρωπότητας από ό,τι οι απόψεις των εκπροσώπων κυρίαρχων κρατών, ακόμη και εκείνων με μη αντιπροσωπευτικά ή τυραννικά καθεστώτα, που έχουν τουλάχιστον δικαίωμα να μιλούν για κάποιο μέρος της ανθρωπότητας ευρύτερο από τον εαυτό τους. Ούτε έχουν οι εκπρόσωποι των μη κυβερνητικών ομάδων τέτοιου είδους εξουσία' μπορεί να μιλούν με κύρος για το συγκεκριμένο αντικείμενο τους, αλλά το να καθορίζουν τα συμφέροντα της ανθρωπότητας ισοδυναμεί με το να αξιώνουν ένα είδος εξουσίας που μπορεί να παρασχεθεί μόνο από μια πολιτική διαδικασία.
Αν όμως αναγκαζόμασταν να ψάξουμε μέσα από τις απόψεις των κρατών, και ειδικά των κρατών που συναθροίζονται σε διεθνείς οργανισμούς, για να ανακαλύψουμε το παγκόσμιο κοινό καλό, τούτο θα οδηγούσε σε διαστρέβλωση της πραγματικότητας.
Οι οικουμενικές ιδεολογίες που ασπάζονται τα κράτη είναι πασίγνωστο ότι εξυπηρετούν τα ιδιαίτερα συμφέροντα τους και οι συμφωνίες που συνάπτονται μεταξύ κρατών είναι γνωστό ότι είναι περισσότερο προϊόντα διαπραγμάτευσης και συμβιβασμού παρά προϊόντα κάποιου ενδιαφέροντος για τα συμφέροντα της ανθρωπότητας ως συνόλου.
Hedley Bull
---------------------------------------------------------------

Η ουσία, ή το κεντρικό θέμα, αυτού που αόριστα αποκαλείται «ιδεαλισμός» στη διεθνή πολιτική, όταν οι «ιδεαλιστές» αντιπαραβάλλονται με τους «Ρεαλιστές», μπορεί ίσως να εντοπιστεί εδώ, στην έκκληση για μια κοσμόπολη, την έκκληση για μετάβαση από τη φανταστική διεθνή κοινωνία των κυρίαρχων κρατών στην αληθινή διεθνή κοινωνία των ανθρώπινων όντων.
Οι ιδεαλιστές πρέπει να θέτουν ως βασική προϋπόθεση για την πραγματοποίηση των φιλελεύθερων και ανθρώπινων αξιών τη δημιουργία μια αδελφότητας του ανθρώπινου είδους, στην οποία όλοι οι άνθρωποι, ανεξαρτήτως εξωτερικών, κοινωνικών, θρησκευτικών ή πολιτικών διαφορών, θα έχουν ίση συμμετοχή και οι ανθρώπινες διενέξεις θα επιλύονται με βάση τη λογική, την ηθική και το δίκαιο και όχι με τη χρήση φυσικής δύναμης, καταναγκασμού ή βίας. [R. E. Osgood, Ideals and Self-Interest in America's Foreign Relations]
Ο ιδεαλιστής θέλει τη δημιουργία μιας αδελφότητας του ανθρώπινου είδους στην οποία η διεθνής πολιτική θα εξομοιωθεί με την κατάσταση της εσωτερικής πολιτικής. Αυτή είναι η φυσική παρόρμηση του απλού ανθρώπου που έρχεται αντιμέτωπος με τα μεγάλα εμπόδια της διεθνούς ζωής: διαβατήρια, θεωρήσεις, συνοριακά φυλάκια, ιστορικό μίσος, εθνικιστικές εκστρατείες του Τύπου. Είναι η αντίδραση του ατόμου που ταξιδεύει ή που συμμετέχει σε κάποιο αθλητικό γεγονός, ακαδημαϊκό ή επιστημονικό συνέδριο. Αυτές οι ιδιωτικές, μη κυβερνητικές, διεθνείς οργανώσεις, ενθαρρύνουν τον κοσμοπολιτισμό, επειδή εκεί άνθρωποι διαφορετικών εθνοτήτων, με έντονα κοινά επαγγελματικά ενδιαφέροντα, συναντώνται ως άτομα και διαπιστώνουν ότι, πέρα από το χρώμα και το φραγμό της γλώσσας, όλοι οι άνθρωποι είναι αδέλφια.
Είναι μια τάση, αν και όχι κυρίαρχη, στο κίνημα για παγκόσμιες ομοσπονδίες στο βαθμό που επιχειρεί να προσαρμόσει τη Δυτική παράδοση της πίστης στις συνταγματικές αρχές, η οποία είναι Ρασιοναλιστική, στις διεθνείς σχέσεις. Είναι μια σταθερή τάση που συναρτάται στον Αμερικανικό τρόπο σκέψης:
Είναι σημαντικό να λαμβάνουμε υπόψη μας ότι στις διεθνείς σχέσεις διαπραγματευόμαστε με τις κυβερνήσεις και όχι με τους λαούς. Σε πολλούς Αμερικανούς αυτό δεν αρέσει. Η Αμερικανική νοοτροπία καλλιεργεί μια λαχτάρα για σχέσεις μεταξύ λαών, αδιατάρακτες από την ολέθρια ανάμιξη των κυβερνήσεων.
Συχνά αντιμετωπίζουμε διαφορετικά τους ξένους ως άτομα απ' ό,τι ως «τύπους» ή αντιπροσωπευτικά δείγματα κρατών ή κυβερνήσεων που θεωρούμε απεχθή. Για πολλούς, αυτό είναι ένα από τα μεγάλα εμπόδια στη μελέτη των διεθνών σχέσεων: η σύγχυση στον πολιτικό χώρο ανάμεσα σε ένα λαό και την κυβέρνηση του, ανάμεσα στον ανθρωπισμό και τη διπλωματία, την οποία ο κοσμοπολίτης επιχειρεί να εξαλείψει, αγνοώντας τις κυβερνήσεις και τη διπλωματία.


.~`~.
Επίλογος

Η επιθυμία των Επαναστατικών να εξομοιώσουν τη διεθνή με την εσωτερική πολιτικήείναι ένα από τα χαρακτηριστικά του Επαναστατισμού. Μια άλλη γενίκευση που μπορεί να κάνει κανείς για αυτούς είναι ότι ασχολούνται περισσότερο με τις επιθυμίες παρά με τα γεγονότα. Οι απόψεις τους αφορούν αυτό που θα έπρεπε να είναι και όχι αυτό που είναι (Έχουμε επισημάνει τον επαγωγικό, δογματικό και επιτακτικό χαρακτήρα του Επαναστατικού τρόπου σκέψης). Το κεντρικό πρόβλημα του Επαναστατισμού, το μεγάλο θέμα, είναι η δυσαρμονία ή το κενό που υπάρχει ανάμεσα στην Επαναστατική επιταγή και στην πραγματική κατάσταση των διεθνών σχέσεων. Άλλωστε, όλα τα κράτη δενασκούν ελεύθερα το δικαίωμα της αυτοδιάθεσης' η αποικιοκρατία εξακολουθεί να υπάρχει' ο καπιταλισμός δεν κατέρρευσε ακόμη... Η διεθνής κοινωνία παραμένει αμετάβλητα πολύμορφη και ετερογενής, και αυτό είναι το πρόβλημα του Επαναστατικού.
Σύμφωνα με αυτόν, το ανθρώπινο είδος είναι από τη φύση του σωστό και προορισμός του είναι η σωτηρία, διαιρείται όμως σε εκείνους που αποδέχονται το Επαναστατικό σχέδιο και σε εκείνους που δεν πειθαρχούν (και αποτελούν πάντα την πλειονότητα). Για τους Ιησουίτες, είναι πιστοί κατά αιρετικών' για τους Καλβινιστές, οι εκλεκτοί, οι «άγιοι» κατά των καταδικασμένων στο αιώνιο πυρ' για τους Ιακωβίνους, οι ενάρετοι κατά των διεφθαρμένων («les pourris»)' για τους Μαρξιστές, οι προοδευτικοί ή το προλεταριάτο κατά των αντιδραστικών ή των αστών.
Σε μια συζήτηση με τον Stalin ο H. G. Wells είπε: «το μεγάλο πλοίο είναι η ανθρωπότητα, όχι μια κοινωνική τάξη». Stalin: «Εσείς, κ. Wells, ξεκινάτε προφανώς με την υπόθεση ότι όλοι οι άνθρωποι είναι καλοί. Εγώ, όμως, δεν ξεχνώ ότι υπάρχουν πολλοί κακοί άνθρωποι. Δεν πιστεύω στη καλοσύνη της αστικής τάξης»...
Στο έργο του Faith and History, ο Niebuhr κάνει τη διάκριση ανάμεσα σε σκληρούς και ήπιους ουτοπιστές. Μπορούμε να δανειστούμε αυτές τις κατηγορίες για να κάνουμε τη διαφοροποίηση ανάμεσα σε σκληρούς Επαναστατικούς, όπως τον Lenin, και σε ήπιους Επαναστατικούς, όπως τους Kant, William Jennings Bryan, Andrew Carnegie, Woodrow Wilson, Cordeil Hull, Franklin Roosevelt, Henry Wallace, τους Άγγλους και τους Γάλλους ουδετερόφιλους, και τον Nehru. Οι σκληροί Επαναστατικοί πιστεύουν στη δημιουργία της αδελφότητας του ανθρώπινου είδους, ή civitas maxima, στην οποία η διεθνής πολιτική θα εξομοιωθεί με την εσωτερική πολιτική, με χρήση βίας. Οι ήπιοι Επαναστατικοί έχουν τον ίδιο στόχο, αλλά επιδιώκουν να τον πετύχουν μέσα από την επιθυμία και τη συζήτηση' υπάρχουν λιγότεροι σήμερα στις Ηνωμένες Πολιτείες από ό,τι στην Ευρώπη. Ο Henry Wallace ήταν ένας από τους τελευταίους Ήπιους Επαναστατικούς στις Ηνωμένες Πολιτείες: «Ο πόλεμος είναι αδύνατος εξαιτίας της βόμβας Υδρογόνου: επομένως, απαγορέψτε τη βόμβα, αφοπλιστείτε και συζήτειστε»...
Από τα τρία είδη της Επαναστατικής θεωρίας που εξετάσαμε, είναι σαφές ότι το πρώτο (η δογματική ομοιομορφία) είναι το λιγότερο ακραίο. Δέχεται ότι μια κοινωνία κρατών θα συνεχίσει και θα επιτρέπει στη πλειονότητα, την ιδεολογικά καθαρή, να ενθαρρύνει ή να καταναγκάσει τη μειονότητα, τη μη καθαρή, σε συμμόρφωση. Αφού έως τώρα τα κυρίαρχα κράτη ήταν πολύμορφα ως προς το δόγμα και τη δομή, στην πράξη αυτό το δόγμα οδηγεί σε ανατροπή ή παρέμβαση, διαφορετικά αποδεικνύεται ανεπιτυχές. Ένα παράδειγμα της αποτυχίας του είναι ο εξοστρακισμός της Ισπανίας από τα Ηνωμένα Έθνη το 1946, καθώς δέκα χρόνια αργότερα η Ισπανία έγινε δεκτή στον ΟΗΕ. Στην πράξη, το πρώτο είδος του Επαναστατισμού είναι ανεπιτυχές, εκτός αν είναι συνάρτηση του δεύτερου είδους, του δογματικού ιμπεριαλισμού. Μια ιδεολογική αυτοκρατορία θα τείνει να προαγάγει την ομοιομορφία μεταξύ των άλλων, να δημιουργήσει όσο μπορεί μια ομοιόμορφη κοινωνία κρατών ως ένα βήμα προς την κατεύθυνση της διάλυσης αυτής της κοινωνίας και της αναγωγής της σε ένα κοσμοπολίτικο παγκόσμιο κράτος. Ο Ναπολέοντας και η Γαλλική Δημοκρατία, ο Hitler την περίοδο 1938-41 και ο Σταλινισμός στην Ανατολική Ευρώπη είναι παραδείγματα αυτού του δόγματος και δείχνουν με ποιό τρόπο τα τρία είδη Επαναστατισμού αλληλοδιαπλέκονται.
Αυτές οι μονότονες θεωρίες και φόρμουλες που διατύπωσαν παλιοί δάσκαλοι και Γερμανοί καθηγητές περί ανθρωπίνων κοινοτήτων και civitates maximae μπορούν να γίνουν πολιτικά εκρηκτικές. Η υπόθεση ότι η διεθνής κοινωνία είναι μια civitas maxima, ένα υπερ-κράτος (και εδώ το «είναι» σημαίνει «είναι ουσιωδώς», «θα έπρεπε να είναι» ή «είναι προορισμένο να είναι»), δημιουργεί αμέσως το ζήτημα της συμμόρφωσης ή της μη συμμόρφωσης. Τι πρέπει να γίνει με τους πολίτες της civitas maxima, δηλαδή των κρατών, που απορρίπτουν κατ’ αρχήν την εξουσία της ή την ματαιώνουν στην πράξη; Για τον Επαναστατικό μια απάντηση δόθηκε στο Vindiciae contra Tyrannos (1579), το οποίο κατέληγε από την ενότητα της ανθρώπινης κοινωνίας στο δικαίωμα της αντίστασης για την προστασία των καταπιεζομένων [το ισλαμιστικό κίνημα επίσης ''εντοπίζει'', προωθεί και θεωρητικοποιεί την έννοια της ''τυραννοκτονίας'']. Αυτή είναι μια πρώτη δήλωση της Επαναστατικής ιδέας ότι οι οριζόντιοι δεσμοί είναι πιο σημαντικοί, και μπορεί να υπερισχύσουν των κάθετων και με τον τρόπο αυτό ο Επαναστατισμός εξομοιώνει τις διεθνείς σχέσεις με την εσωτερική πολιτική. «Εργάτες όλου του κόσμου ενωθείτε!»...
Παρ' όλα αυτά, η καταγωγή των Επαναστατικών ιδεών και η συνέχεια του στοχασμού είναι ασαφής ή αβέβαιη. Η επαναστατική παράδοση μπορεί να παραλληλιστεί περισσότερο με σειρά κυμάτων παρά με ρεύμα. Γι' αυτούς, η συνέχιση είναι ελάχιστα σημαντική. Υπάρχει, μάλλον, μια σειρά ασύνδετων απεικονίσεων των ίδιων πολιτικο-φιλοσοφικών αληθειών, όπως οι καταχωρίσεις στα αρχεία ενός ψυχιάτρου αποτελούν ασύνδετα παραδείγματα μερικών κοινών αρχών. Είναι χαρακτηριστικό του Επαναστατισμού, όχι μόνο στη διεθνή θεωρία, να απαρνείται το παρελθόν του, να επιχειρεί να ξεκινήσει από το μηδέν, να εγκαταλείπει την ιστορία και να ξαναρχίζει. Και όταν (όπως συμβαίνει συχνά) υποχρεώνεται να συμβιβαστεί με το ίδιο του το παρελθόν, το κάνει με αυθαίρετη επιλογή και με ένα δόγμα απόρριψης και αντικατάστασης. Ο Rousseau [ο οποίος βρισκόταν σε φιλοσοφικό ή θεολογικό επίπεδο πιο κοντά στον Λούθηρο από ό,τι στον Καλβίνο] παραδέχεται την Μεταρρύθμιση, αλλά στο συνειδητό επίπεδο τη θεωρεί ξεπερασμένη. Οι Μαρξιστές αναγνωρίζουν τους Ιακωβίνους, αλλά σε συνειδητό επίπεδο τους θεωρούν ξεπερασμένους.
Η οικογενειακή ιστορία του Επαναστατισμού είναι πατροκτονική:
«Ναι: αυτός είναι ο πατέρας μου, και, αφού ήταν απαραίτητο, τον σκότωσα». Ο Freud θα υποστήριζε ότι αυτό συνιστά την πραγματικότητα όλων των οικογενειακών σχέσεων.

Martin Wight

*
**
*


.~`~.
Περί αδελφοσύνης και ιμπεριαλισμού

Η αρχή της αδελφοσύνης του ανθρώπινου γένους ανάγεται στις ιδέες ενός συγκεκριμένου άνδρα, του πιο ενδιαφέροντα βασιλιά της Αρχαίας Ελλάδας, του Βασιλιά Αλέξανδρου Γ´ της Μακεδονίας (ευρύτερα γνωστός ως Αλέξανδρος ο Μέγας) -του μεγαλύτερου Έλληνα που υπήρξε ποτέ... Ο Αλέξανδρος αντικατέστησε την πόλη-κράτος από μια παγκόσμια αυτοκρατορία και τη διάκριση ανάμεσα σε Έλληνες και βαρβάρους από το ιδεώδες της Ομόνοιας (Homonoia)ή της [μετέπειτα ονομάζόμενης] Condorcia, εννοώντας με αυτό «την ένωση της καρδιάς των ανθρώπων» ή «της μεταξύ τους σύμπνοιας»... σε μια στάση των Μακεδόνων στο Opis (κοντά στη σημερινή Βαγδάτη), ολόκληρος ο στρατός απαίτησε να επιστρέψουν στην πατρίδα. Ο Αλέξανδρος έδιωξε από την υπηρεσία του ολόκληρο το στρατό, απομονώθηκε για δύο ημέρες και στη συνέχεια κάλεσε τους Πέρσες ηγέτες και άρχισε να σχηματίζει έναν Περσικό στρατό δίνοντας στα συντάγματα τα ονόματα των παλαιότερων Μακεδονικών συνταγμάτων. Αυτό έκαμψε συναισθηματικά τους Μακεδόνες, οι οποίοι πήγαν κλαίγοντας στη σκηνή του και ακολούθησε συμφιλίωση μεταξύ τους. Σε ένα συμπόσιο που δόθηκε για εννέα χιλιάδες Έλληνες και Πέρσες, χρησιμοποίησαν όλοι ένα τεράστιο ασημένιο κύπελλο ως κύπελλο φιλίας. Η προσευχή του στο συμπόσιο αυτό ήταν ότι «προσευχόταν για όλα τα αγαθά και για την Ομόνοιακαι για τη συνεργασία...». Σύμφωνα με τον Ερατοσθένη, «ο Αλέξανδρος πίστευε ότι είχε μια αποστολή από το Θεό να συμφιλιώσει τους ανθρώπους γενικότερα και να είναι ο συμφιλιωτής του κόσμου, οδηγώντας όλους τους ανθρώπους σε μια ενότητα, αναμιγνύοντας τις ζωές και τα έθιμα τους, τους γάμους και τις κοινωνικές τους συνήθειες όπως συμβαίνει μέσα σε ένα κύπελλο φιλίας».
Σε μια διάλεξη της Βρετανικής Ακαδημίας το 1933, ο Sir William Tarn, διέκρινε τρεις διαστάσεις στις ιδέες του Αλέξανδρου. Κατ' αρχήν, όλοι οι άνθρωποι είναι αδέλφια. Ήταν ο πρώτος άνθρωπος στη Δύση που εισηγήθηκε ότι κάτι τέτοιο ισχύει για όλη την ανθρωπότητα... Πίστευε ότι η δική του θεϊκή αποστολή ήταν να γίνει ο εναρμονιστής και συμφιλιωτής του κόσμου, να κάνει όλους τους ανθρώπους να ζουν ως αδέλφια με Ομόνοια, με ενότητα καρδιάς και πνεύματος, και ήθελε επίσης όλοι οι λαοί της αυτοκρατορίας του να είναι συνεργάτες και όχι υπήκοοι, κάτι που δεν έζησε αρκετά για να πετύχει.

---------------------------------------------------------------
Αίγυπτος                                                      Τατζικιστάν

---------------------------------------------------------------

Μετά τον Αλέξανδρο, ήταν ο Στωικός φιλόσοφος Ζήνων (335-262 π.Χ.) που οραματίστηκε τον κόσμο ως μια μεγάλη πόλη θεών και ανθρώπων, χωρίς διακρίσεις μεταξύ φυλών. Το ίδιο έκανε και ο Μάρκος Αυρήλιος: «Για μένα, όπως και για τον Αντωνίνο, πόλη και πατρίδα μου είναι η Ρώμη, ως ανθρώπου όμως είναι ο κόσμος». «Ο άνθρωπος είναι ο κάτοικος μιας υπέρτατης πόλης, της οποίας οι άλλες πόλεις είναι τα σπίτια.» «Σε ποιόν άλλο οικουμενικό θεσμό μπορεί να συμμετάσχει ολόκληρη η ανθρώπινη φυλή;». Οι ιδέες του Μεγάλου Αλεξάνδρου εκφράστηκαν αργότερα από τον Χριστιανισμό. Εν Χριστώ «ουκ ένι Έλλην και Ιουδαίος, περιτομή και ακροβυστία, βάρβαρος, Σκύθης, δούλος, ελεύθερος, αλλά τα πάντα και εν πάσι Χριστός». Αυτό αποτέλεσε το πρότυπο του Επαναστατικού φρατερναλισμού, κατά τον οποίο είτε ήταν «Εν Χριστώ» είτε «στις αρχές των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου» είτε «στον Μαρξισμό-Λενινισμό», δεν υπάρχουν διακρίσεις μεταξύ των ανθρώπων.
Ίσως την πληρέστερη εκπλήρωση αυτής της ιδέας να την αποτελεί το Ισλάμ.
Η ιδέα αυτή υπάρχει σίγουρα στον Καθολικό οικουμενισμό, που διακηρύσσει την οικουμενική δικαιοδοσία του Πάπα, ως Βικάριου του Χριστού, με εξουσία που εκτείνεται και πέρα των Χριστιανών, στους Εβραίους και τους απίστους. Ο Χριστιανισμός ή Δυτικός πολιτισμός ήταν ο μόνος πολιτισμός, εκτός από το Ισλάμ, που διατύπωσε αυτές τις οικουμενικές αξιώσεις και στη συνέχεια επιχείρησε να τους προσδώσει μια πολιτική έκφραση.
Εδώ εντοπίζονται κυρίως οι απαρχές του Δυτικού ιμπεριαλισμού.
Το έργο του Δάντη De Monarchiaαποτελεί το αποκορύφωμα του οικουμενικού ιμπεριαλισμού.
Στο πρώτο βιβλίο εξετάζει τον «έσχατο σκοπό της ανθρωπινής κοινωνίας ως συνόλου». Η ξεχωριστή ιδιότητα των ανθρώπων, που τους ξεχωρίζει από τα άλλα πλάσματα, είναι η ικανότητα που έχουν να σκέφτονται. Αυτή η ικανότητα δεν μπορεί να μεταφραστεί σε πράξη από μεμονωμένα άτομα. Η πνευματική ολοκλήρωση απαιτεί κοινωνικές συνθήκες και τη συνεργασία της ανθρωπότητας ως συνόλου: «το βασικό καθήκον της ανθρωπότητας ως συνόλου είναι να εκπληρώσει πάντα το σύνολο του πιθανού πνευματικού δυναμικού της, αρχικά σε θεωρητικό επίπεδο και στη συνέχεια... μέσω της δράσης». Βασική προυπόθεση για να γίνει αυτό είναι η παγκόσμια ειρήνη. Αυτή είναι, λέει ο Gilson «η πρώτη γνωστή έκφραση της σύγχρονης ιδέας της ανθρωπότητας», του ανθρώπινου γένους δηλαδή, όχι μόνο ως αδελφότητας, αλλά ως μιας κοινότητας που έχει ένα κοινό σκοπό και ένα κοινό καθήκον. Ο Δάντης στηρίχτηκε σε αυτή την πρόταση της universalis civitas humani generisγια να υποστηρίξει την ιδέα της οικουμενικής αυτοκρατορίας ή του παγκόσμιου κράτους, που μόνο αυτό θα μπορούσε να προσφέρει την απαραίτητη ειρήνηγια την εκπλήρωση του ανθρώπινου σκοπού. Η άποψη αυτή εκσυγχρονίστηκε και μετατέθηκε στη Ρασιοναλιστική θεώρηση όταν ο Vitoria ισχυρίστηκε ότι το ανθρώπινο είδος συνιστούσε μια νόμιμη κοινότητα (οι απαρχές του διεθνούς δικαίου), αλλά απέρριψε τον ιμπεριαλισμό, δηλαδή, υποστήριξε ότι δεν έπρεπε να υπάρχει παγκόσμιο κράτος.

Martin Wight

Αν λοιπόν, για να αρχίσω από αυτό, μπορεί η πόλις να έχη ειρήνη, και τούτο εξαρτάται από αυτήν, τότε υποστηρίζω πως πρέπει να θέλωμε ειρήνη· και όποιος τα λέει αυτά, αξιώ να τα υποστηρίξη και με προτάσεις και με πράξεις και να μην κοροϊδεύη. Αν όμως ο άλλος, με τα όπλα στα χέρια και με γύρω του δύναμη πολλή, σας προβάλλει μεν το όνομα της ειρήνης, αλλά ο ίδιος επιδίδεται σε πολεμικές επιχειρήσεις, τι άλλο μας μένει παρά να αμυνθούμε; Αν πάλι θέλετε να λέτε απλώς ότι έχετε ειρήνη, όπως εκείνος, δεν έχω αντίρρηση.
Όποιος θεωρεί ως ειρήνη μια κατάσταση όπου εκείνος, αφού κατέκτησε όλα τα άλλα, πρόκειται να μας επιτεθή, αυτός πρώτα είναι παλαβός· και έπειτα μιλά για ειρήνη που υπάρχει από μέρους μας απέναντί του, όχι όμως από μέρους του απέναντί μας. Τούτο άλλωστε είναι που... εξαγοράζει με όλα τα χρήματα που ξοδεύει· αυτός μεν να μας πολεμά, από μας δε να μην πολεμιέται.


Η λέξη ιμπεριαλισμός δεν αναφέρεται επιπόλαια. Εμπεριέχει μια σαφή πιθυμία κατάκτησης και, για να έχει κάποιο βάρος στη ζυγαριά της ιστορίας, απαιτεί μια επιτυχημένη κατάληξη διαρκείας. Το γεγονός ότι η λέξη πλάστηκε για τη Ρώμη και αποκλειστικά γι' αυτή στους αιώνες της αρχαιότητας, ο Ζερόμ Καρμπινό το επιβεβαιώνει στην αρχή του ωραίου του βιβλίου Τα στάδια του Ρωμαϊκού Ιμπεριαλισμού (1934).
Είναι αδύνατο να μιλήσουμε με τον ίδιο τρόπο για αθηναϊκό ή μακεδονικό ιμπεριαλισμό, τόσο ολιγόπνοοι και οι δύο: η Αθήνα καταρρέει το 404' η αυτοκρατορία του Αλέξανδρου διαμελίζεται μόλις πεθαίνει ο κατακτητής.
Αντίθετα, θα μπορούσε να μιλήσει κανείς για έναν πέρσικο ιμπεριαλισμό. Και ο αγγλικός ιμπεριαλισμός είναι φανερός πριν από και μετά τον Πάλμεστρον, τον άνθρωπο του αλαζονικού και αναχρονιστικού «civis sum romanus».

Fernand Braudel

The Latin phrase civis romanus sum (cīvis rōmānus sum) (I am a Roman citizen) implied, in a wide sense, all the rights and duties associated with the status of Roman citizenship. The Christian New Testament states that Paul the Apostle, when imprisoned and on trial, claimed his right as a Roman citizen to be tried before the Caesar, and the judicial process had to be suspended until he was brought to Rome.
The locution was quoted by Lord Palmerston when called to explain his decision to blockade Greece. In his speech in the Houses of Parliament on June 25, 1850 he claimed that every British subject in the world should be protected by the British Empire like a Roman citizen in the Roman Empire.
In 1963, the phrase inspired the American president John F. Kennedy to proclaim, "Two thousand years ago, the proudest boast was 'civis romanus sum'. Today, in the world of freedom, the proudest boast is 'Ich bin ein Berliner'."

...ορισμένες διεθνικές σχέσεις είναι παγκόσμιας και όχι μόνο περιφερειακής σημασίας, αλλά ο σκοπός τους δεν είναι να προάγουν την ολοκλήρωση της παγκόσμιας κοινωνίας ως συνόλου αλλά μάλλον την ολοκλήρωση μιας κυρίαρχης κουλτούρας... Είναι γνωστό ότι ο σκοπός των πολυεθνικών εταιριών, των μεγάλων ιδρυμάτων και των επιστημονικών και επαγγελματικών συλλόγων, των οποίων η έδρα είναι σε προηγμένες καπιταλιστικές χώρες, και ιδιαίτερα στις Ηνωμένες Πολιτείες, είναι να προάγουν ένα είδος ολοκλήρωσης που θα συνδέει τις κοινωνίες εκείνων των προηγμένων χωρών και τις ελίτ των φτωχών χωρών' όμως ο σκοπός τους είναι επίσης η διεύρυνση της κοινωνικής και πολιτικής απόστασης μεταξύ των προηγμένων κοινωνιών και των φτωχών κοινωνιών και μεταξύ των εκσυγχρονισμένων ελίτ και των κοινών ανθρώπων στις φτωχές χώρες...


Τη δεκαετία του 1880 ο σκοτσέζος νομικός του φυσικού δικαίου [«φυσικό -δήθεν- δίκαιο»] James Lorimer εξέφρασε το ορθόδοξο δόγμα της εποχής, όταν έγραψε ότι η ανθρωπότητα διαιρείτο στην πολιτισμένη ανθρωπότητα, στη βάρβαρη ανθρωπότητα και στην πρωτόγονη ανθρωπότητα.
Η πολιτισμένη ανθρωπότητα περιελάμβανε τα έθνη της Ευρώπης και της Αμερικής, που είχαν το δικαίωμα πλήρους αναγνώρισης τους ως μέλη της διεθνούς κοινωνίας. Η βάρβαρη ανθρωπότητα περιελάμβανε τα ανεξάρτητα κράτη της Ασίας -την Τουρκία, την Περσία, το Σιάμ, την Κίνα και την Ιαπωνία-, που είχαν δικαίωμα σε μερική αναγνώριση. Και η πρωτόγονη ανθρωπότητα ήταν η υπόλοιπη, που ήταν απόβλητη από την κοινωνία των κρατών, αν και είχε δικαίωμα «φυσικής και ανθρώπινης αναγνώρισης».
Παρεπιμπτόντως αξίζει να σημειώσουμε ότι η διάκριση του Lorimer είναι στην πραγματικότητα η ίδια με εκείνη που κάνουν οι κοινωνικοί επιστήμονες σήμερα, όταν κάνουν διάκριση ανάμεσα στις σύγχρονες κοινωνίες, στις παραδοσιακές και στις πρωτόγονες.

Hedley Bull


.~`~.
Για περαιτέρω ιχνηλάτηση και πληρέστερη προοπτική

O μετασχηματισμός της Αριστεράς τον 21ο αιώνα.

$
0
0

.~`~.
Η Αριστερή Φιλοσοφία σε Κρίση

Σε αντίθεση με την κατάσταση που επικρατούσε στην σφαίρα των πολιτικών ιδεών και προγραμμάτων πριν από εκατό χρόνια, η συζήτηση για την παρουσία κάποιου είδους καλά καθορισμένου χώρου για τα αριστερά (σοσιαλιστικά ή κομμουνιστικά) προγράμματα είναι τώρα αδύνατη. Το πρόβλημα είναι ότι, στο τέλος του 20ού αιώνα, εμφανίστηκε μια ουσιαστική κρίση προσδοκιών σε σχέση με τα αριστερά κινήματα, τις αριστερές ιδέες, την αριστερή φιλοσοφία και την αριστερή πολιτική. Αυτό σχετίζεται προπάντων με τη διάσπαση της Σοβιετικής Ένωσης και την κατάρρευση του σοσιαλιστικού στρατοπέδου, καθώς και με την απώλεια της επιρροής και του κύρους του Ευρωπαϊκού Μαρξισμού, ο οποίος σε ένα συγκεκριμένο διάστημα έγινε πρακτικά η «εφεδρική ιδεολογία» της Δυτικής Ευρώπης.
Επιπλέον, ακόμη και στα καλύτερα χρόνια του, το αριστερό πρόγραμμα δεν ήταν κάτι ομοιόμορφο και καθολικό, και το πεπρωμένο των αριστερών ιδεών στη συγκεκριμένη πολιτική πρακτική των διαφόρων λαών έδειξε ότι, ακόμη και από μια καθαρά θεωρητική άποψη, μέσα στην ίδια την αριστερή πολιτική φιλοσοφία υπάρχουν διάφορες θεμελιώδεις τάσεις, τις οποίες πρέπει κάποιος να μελετήσει ξεχωριστά.
Η αριστερή πολιτική φιλοσοφία θεωρήθηκε από την αρχή μια θεμελιώδης, γενική και συστηματική κριτική εναντίον του Φιλελευθέρου Καπιταλισμού. Στα μέσα του 20ού αιώνα προέκυψε το φαινόμενο μιας συστηματικής κριτικής του αριστερού προγράμματος (τόσο εκ μέρους των φιλελεύθερων Hayek, Popper, Aron κ.λπ όσο και εκ μέρους των νεο-μαρξιστών και φροϋδο-μαρξιστών). Με την ίδια την αριστερή ιδεολογία οι φιλοσοφικές σχολές έκαναν το ίδιο πράγμα που έκανε η αριστερή ιδεολογία για τον Φιλελεύθερο Καπιταλισμό πριν από 100 ή 150 χρόνια.

Τρεις Κατευθύνσεις της Αριστερής Ιδεολογίας
Από τη θέση της σημερινής ιστορικής εμπειρίας, μπορεί κάποιος να προσδιορίσει τρεις θεμελιώδεις κατευθύνσεις της αριστερής πολιτικής φιλοσοφίας, οι οποίες είτε συνεχίζονται σε έναν νεο κλάδο μιας προηγούμενης ιδεολογικής ανάπτυξης, ξανασκέφτονται δηλαδή το παρελθόν, είτε προσφέρουν κάτι εντελώς νέο. Αυτές είναι:
- Οι Παλαιοί Αριστεροί (γαλλικά: vetero-gauche),
- Οι Αριστεροί Εθνικιστές (Εθνικοκομμουνιστές, Εθνικομπολσεβίκοι ή Εθνικογκωσιστές),
- Οι Νέοι Αριστεροί (Νεογκωσιστές, Μεταμοντέρνοι)
Οι δύο πρώτες τάσεις υπήρξαν στο τέλος του 19ου αιώνα και καθ' όλη τη διάρκεια του 20ού αιώνα και, σε έναν ορισμένο βαθμό, υπάρχουν και στον σημερινό κόσμο. Ο τρίτος προσανατολισμός εμφανίστηκε στη δεκαετία του 1950 και του 1960, και αναπτύχθηκε από μια κριτική των Παλαιών Αριστερών που εμφανίστηκε βαθμιαία κατά τη διάρκεια του Μεταμοντερνισμού, επηρεάζοντας σε μεγάλη έκταση την αισθητική, υφολογία και φιλοσοφία της σύγχρονης Δυτικής κοινωνίας.


α´. Οι Παλαιοί Αριστεροί Σήμερα (Η Τυφλή Αλέα της Ορθοδοξίας. Προοπτικές της Εξελικτικής Στρατηγικής και της Υπεράσπισης του Φιλελεύθερου Ρεβιζιονισμού)

Οι Παλαιοί Αριστεροί ταξινομούνται τώρα στις εξής κατευθύνσεις:
- Ορθόδοξοι Μαρξιστές
- Κοινωνικοί Δημοκράτες (Σοσιαλδημοκράτες)
- Μετα-σοσιαλδημοκράτες (Υποστηρικτές του Τρίτου Δρόμου, σύμφωνα με τις γραμμές του Giddens)
- Ευρωπαίοι Ορθόδοξοι Μαρξιστές
Αυτοί υπάρχουν εξ αδρανείας στις ευρωπαϊκές χώρες, αλλά και στις Ηνωμένες Πολιτείες και στις χώρες του Τρίτου Κόσμου, συνεχίζοντας να υπερασπίζονται τα βασικά αξιώματα της μαρξιστικής σκέψης. Συνήθως βρίσκονται σε κομμουνιστικά κόμματα, υποστηρίζοντας την αντίστοιχη ιδεολογία. Στην πλειοψηφία των περιπτώσεων, οι ορθόδοξοι αυτοί μαρξιστές απαλύνουν (στο πνεύμα του Ευρωκομμουνισμού) τον ριζοσπαστισμό της μαρξιστικής διδασκαλίας, απορρίπτοντας το κάλεσμα προς μια επαναστατική εξέγερση και την καθιέρωση της δικτατορίας του προλεταριάτου. Η πιο διαρκής μορφή Ορθόδοξου Μαρξισμού αποδείχθηκε το Τριτσκιστικό Κίνημα (η Τέταρτη Διεθνής), το οποίο παρέμεινε σχεδόν άθικτο από την πτώση της ΕΣΣΔ και την αποσύνθεση του σοβιετικού συστήματος, εφόσον προήλθε αρχικά από μια σκληρή κριτική αυτού του συστήματος

Ορθόδοξοι Μαρξιστές
Συνήθως συναντάμε τους πιο ορθόδοξους μαρξιστές σε εκείνες τις χώρες όπου δεν συνέβησαν προλεταριακές, σοσιαλιστικές επαναστάσεις, παρόλο που ο Marx είχε προβλέψει ότι αυτές θα συνέβαιναν στις αναπτυγμένες βιομηχανικά χώρες σε μια καπιταλιστική Οικονομία. Ο Ευρωπαϊκός Μαρξισμός αποδέχτηκε, κατά κάποιον τρόπο, το γεγονός ότι οι προβλέψεις του Marx και του Engels πραγματοποιήθηκαν, όχι εκεί όπου ήταν λογικό να πραγματοποιηθούν, αλλά, αντίθετα, εκεί όπου είχε θεωρηθεί αρχικά ότι δεν θα μπορούσαν ποτέ να πραγματοποιηθούν, όπως π.χ. στη Ρωσία. Απορρίπτοντας τη σοβιετική εμπειρία ως μια ιστορική προσπάθεια, οι Παλαιοί Αριστεροί πρακτικά δεν πιστεύουν στην εκπλήρωση των μαρξιστικών προφητειών, συνεχίζουν ωστόσο να υπερασπίζονται τις απόψεις τους περισσότερο ως πιστοί με την «ηθική έννοια» στην ιδεολογική τους παράδοση, παρά επειδή πιστεύουν σοβαρά στην επαναστατική εξέγερση του προλεταριάτου (που στο σύγχρονο δυτικό κόσμο φαίνεται να μην υπάρχει πια ως τάξη σε τέτοιο βαθμό, ώστε έχει συγχωνευθεί με την μικροαστική τάξη).
Η σημαντικότερη ανεπάρκεια των Δυτικών Ορθόδοξων Μαρξιστών έγκειται στο γεγονός ότι συνεχίζουν να λειτουργούν χρησιμοποιώντας τους όρους της βιομηχανικής κοινωνίας, σε μια εποχή που η δυτικοευρωπαϊκή και ιδιαίτερα η αμερικανική κοινωνία έχει μετακινηθεί προς ένα ποιοτικά νέο στάδιο, τη μεταβιομηχανική κοινωνία (των πληροφοριών), για την οποία δεν λέγεται σχεδόν τίποτα στον κλασικό Μαρξισμό, αποκλείοντας τις ανήσυχες διαισθήσεις του «πρώιμου» Marx για την «πραγματική κυριαρχία του κεφαλαίου». Με την απουσία ή αποτυχία των σοσιαλιστικών επαναστάσεων, αυτή μπορεί να έρθει ως αντικατάσταση της «τυπικής κυριαρχίας του κεφαλαίου», που είναι το χαρακτηριστικό της βιομηχανικής εποχής. όμως ούτε αυτές οι αποσπασματικές παρατηρήσεις των Ορθόδοξων Μαρξιστών προκαλούν συνήθως μεγάλο ενδιαφέρον και δεν είναι στο κέντρο της προσοχής.
Βαθμιαία, η προγνωστική και πολιτική σημασία μιας τέτοιας ορθόδοξης μαρξιστικής συζήτησης μηδενίζεται, και αυτό σημαίνει ότι οι ορθόδοξοι μαρξιστές δεν μπορούν πια να αναφέρονται στις ιδέες τους ως ένα «πρόγραμμα», ακόμη και ως ένα «αριστερό πρόγραμμα». Συγχρόνως, οι κρίσιμες παρατηρήσεις τους σχετικά με το καπιταλιστικό σύστημα, τις ηθικές απόψεις, την αλληλεγγύη με τους ατυχείς και την κριτική του Φιλελευθερισμού μπορούν να προκαλούν ορισμένο ενδιαφέρον και συμπάθεια. Οι οπαδοί αυτής της θεώρησης σχετίζονται σχεδόν πάντα με δυσπιστία με τους υποστηρικτές άλλων αντι-φιλελεύθερων θεωριών, είναι τυπικά κλειστοί στον διάλογο και εκφυλίζονται τελικά σε μια σέκτα.

Η Ευρωπαϊκή Σοσιαλδημοκρατία
Οι Ευρωπαίοι Σοσιαλδημοκράτες διαφέρουν κάπως από τους Ορθόδοξους Κομμουνιστές. Αυτό το πολιτικό ρεύμα προέρχεται επίσης απο τον Μαρξισμό, αλλά ήδη στην εποχή του Kautsky επέλεξε όχι μια επαναστατική, αλλά μια εξελικτική πορεία, αποκηρύσσοντας τον ριζοσπαστισμό και τοποθετώντας ως στόχο του τον επηρεασμό της πολιτικής από αριστερά (κοινωνική δικαιοσύνη, «κράτος κοινωνικής πρόνοιας» κ.λπ.) με κοινοβουλευτικά μέσα και μέσω των οργανωμένων εργατικών κινημάτων. Αυτή η έκδοση των Παλαιών Αριστερών πέτυχε σημαντικά αποτελέσματα στις ευρωπαϊκές χώρες, διαμορφώνοντας σε μεγάλο βαθμό την κοινωνικοπολιτική όψη της ευρωπαϊκής κοινωνίας, σε οξεία αντίθεση με τις ΗΠΑ, όπου επικρατεί, αντίθετα, το δεξιό φιλελεύθερο δόγμα.
Ο σκοπός του σοδιαλδημοκρατικού προσανατολισμού της Παλαιάς Αριστεράς στην εποχή μας παρουσιάζεται σε οικονομικές θέσεις που αντιτάσσονται στις φιλελεύθερες τάσεις. Οι σοσιαλδημοκράτες υποστηρίζουν:
1. Έναν προοδευτικό φόρο εισοδήματος (οι φιλελεύθεροι είναι υπέρ του επίπεδου φόρου)
2. Την εθνικοποίηση των μεγάλων μονοπωλίων (οι φιλελεύθεροι είναι υπέρ της ιδιωτικοποίησης)
3. Τη διεύρυνση της κυβερνητικής ευθύνης στον κοινωνικό τομέα
4. Τη δωρεάν υγεία, εκπαίδευση, εγγυημένα συνταξιοδοτικά πλάνα (οι φιλελεύθεροι είναι υπέρ της μείωσης της κυβερνητικής επέμβασης στην Οικονομία, στην ιδιωτική υγεία, στην εκπαίδευση και στη σύνταξη).
Οι σοσιαλδημοκράτες προσπαθούν να πραγματοποιήσουν αυτές τις διεκδικήσεις μέσω των κοινοβουλευτικών εκλογικών μηχανισμών και, σε κρίσιμες καταστάσεις, μέσω της κινητοποίησης των εργατικών συνδικάτων και των κοινωνικών οργανώσεων, μέχρι τις απεργίες. Είναι σημαντικό ότι τα χαρακτηριστικά σλόγκαν των σοσιαλδημοκρατών είναι φιλελεύθερα (που δεν πρέπει να συγχυστούν, όμως, με τους φιλελεύθερους!):
- Η νομιμοποίηση των ελαφρών ναρκωτικών
- Η προστασία των φυλετικών και εθνικών μειονοτήτων και των γάμων των ομοφυλοφίλων
- Η διεύρυνση των ατομικών δικαιωμάτων και της πολιτικής ελευθερίας
- Η ανάπτυξη των θεσμών της Κοινωνίας των Πολιτών
- Η Οικολογία
- Η χαλάρωση των εγκληματικών ποινικών κωδίκων (απαγόρευση της θανατικής ποινής) κ.λπ.
Οι κλασικοί σοσιαλδημοκράτες συνδυάζουν τις απαιτήσεις της Αριστερής Οικονομίας (κοινωνική δικαιοσύνη, ενίσχυση του ρόλου της κυβέρνησης) με τη διεύρυνση των προσωπικών δικαιωμάτων και των πολιτικών ελευθεριών («ανθρώπινα δικαιώματα»), την ανάπτυξη της δημοκρατίας και τον διεθνισμό (σήμερα είναι αποδεκτό να μιλήσεις για πολυπολιτισμικότητα και «παγκοσμιοποίηση»). Το πρόγραμμα των κλασικών σοσιαλδημοκρατών προς το μέλλον είναι η συνέχεια αυτής της πολιτικής συγκεκριμένων βημάτων στο πεδίο της κοινωνικοπολιτικής εξέλιξης, σε διαφωνία με τους δεξιούς - τόσο με τους φιλελεύθερους στην Οικονομία, όσο και με τους εθνικιστές συντηρητικούς στην Πολιτική. Συνήθως, οι κλασικοί σοσιαλδημοκράτες είναι επίσης:
- Υπέρ της προόδου
- Υπέρ της μάχης ενάντια στις αρχαϊκές και θρησκευτικές προκαταλήψεις
- Υπέρ της επιστήμης και του πολιτισμού
Συγχρόνως, δεν υπάρχει καμιά σοβαρή θεωρητική ανάπτυξη σε σχέση με τις νέες συνθήκες της μεταβιομηχανικής κοινωνίας που να συζητείται σε αυτό το στρατόπεδο, ενώ η κριτική του κλασικού Μαρξισμού και η θεματοποίηση του Καπιταλισμού στο νέο ιστορικό στάδιο (σε αντίθεση με τους μεταμοντερνιστές και τους «Νέους Αριστερούς») απουσιάζουν εντελώς.

Σοσιαλιστές του Τρίτου Δρόμου
Μια ακόμα έκδοση της Παλαιάς Αριστεράς είναι ένας προσανατολισμός σοσιαδημοκρατών, ο οποίος μπροστά στην εμφανή έκρηξη των φιλελεύθερων ιδεών τη δεκαετία 1990-2000, αποφάσισε να συμβιβαστεί με τους φιλελεύθερους. Οι θεωρητικοί αυτού του προσανατολισμού (ειδικότερα, ο Άγγλος Antony Giddens) αποκάλεσαν αυτόν τον προσανατολισμό Τρίτο Δρόμο, κάτι μεταξύ της κλασικής Ευρωπαϊκής Σοσιαλδημοκρατίας και του Αμερικανικού (γενικότερα Αγγλοσαξονικού) Φιλελευθερισμού. Οι υποστηρικτές τού τρίτου δρόμου προτείνουν μια σύνθεση μεταξύ των σοσιαλδημοκρατών και των φιλελεύθερων δημοκρατών, με θεμέλιο και επίκεντρο τις κοινές ιδεολογικές ρίζες τους στον Ευρωπαϊκό Διαφωτισμό και την κοινή απέχθειά τους προς τον συντηρητισμό και τον αριστερό εξτρεμισμό.
Η πλατφόρμα για τον συμβιβασμό κατασκευάζεται μέσω του αμοιβαίου πάρε-δώσε ως προς συγκεκριμένες ρυθμίσεις, οι οποίες αφορούν τον βαθμό που οι σοσιαλδημοκράτες συμφωνούν να χαμηλώσουν τον προοδευτικό φόρο προς την κατεύθυνση του επίπεδου φόρου και οι φιλελεύθεροι να τον ανυψώσουν στην κατεύθυνση των πρώτων. Σχετικά με τα δικαιώματα του ανθρώπου, δεν υπάρχει καμία βασική διαφορά μεταξύ τους για την εγγύηση των δικαιωμάτων των μειονοτήτων ή για την πολυπολιτισμικότητα (εάν δεν λάβουμε υπ' όψιν τους φιλελεύθερους συντηρητικούς, οι οποίοι θεωρούν την ιδέα ενός επίπεδου φόρου εισοδήματος με συντηρητικές αρχές της οικογένειας, των ηθών και της θρησκείας ως τα αμερικανικά δικαιώματα, όπως οι Δημοκρατικοί και οι «Νεοσυντηρητικοί»).
Ο σκοπός του Τρίτου Δρόμου, σύμφωνα με τον Giddens συνίσταται στη συνεργασία των σοσιαλδημοκρατών και των φιλελεύθερων για την κατασκευή μιας ευρωπαϊκής κοινωνίας, εδραιωμένης πάνω σε μια διεύρυνση των προσωπικών δικαιωμάτων, στη διατήρηση του θεσμού της ιδιωτικής ιδιοκτησίας και σε μια τροποποίηση της δυνατότητας επέμβασης της κυβέρνησης και του μηχανισμού ανακατανομής σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση, μέσα σε προμελετημένα καθιερωμένα όρια. Σε αντίθεση με τους κλασικούς σοσιαλδημοκράτες και ακόμη με τους Ευρωπαίους κομμουνιστές, οι υποστηρικτές του τρίτου δρόμου αναφέρονται με συμπάθεια προς τις ΗΠΑ και επιμένουν στην ενίσχυση της Ατλαντικής Συμμαχίας (ενώ οι τυπικοί αριστεροί, παλαιοί και νέοι, επικρίνουν έντονα την Αμερική και την αμερικανική κοινωνία για τον Φιλελευθερισμό, την κοινωνική ανισότητα και τον ιμπεριαλισμό της).
Εάν υπάρχουν πραγματικά αποστάτες μεταξύ των αριστερών κινημάτων, τότε αυτοί είναι ακριβώς οι οπαδοί του Τρίτου Δρόμου. Μετά έρχονται πρώην τροτσκιστές (όπως ορισμένοι Αμερικανοί -οι θεωρητικοί ιδρυτές του Νεοσυντηρητισμού- ή Ευρωπαίοι, όπως ο προϊστάμενος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Πορτογάλος Jose Manuel Baroso), οι οποίοι άλλαξαν τις απόψεις τους, από τον ακραίο Κομμουνισμό και τον επαναστατικό Σοσιαλισμό, προς μια όχι λιγότερο ριζοσπαστική υπεράσπιση του Φιλελευθερισμού, της Αγοράς και της οικονομικής ανισότητας. Το «αριστερό» πρόγραμμα στην περίπτωση των σοσιαλιστών του Τρίτου Δρόμου είναι να διατηρήσουν το status quo.


β´. Ο Εθνικός Κομμουνισμός (Εννοιολογικά Παράδοξα, Ιδεολογικές Ανισορροπίες, Υπόγειες ενέργειες)

Η εθνική αριστερά (εθνικογκωσισμός) πρέπει να κατανοηθεί ως ένα τελείως μοναδικό φαινόμενο. Σε αντίθεση με τον Ορθόδοξο Μαρξισμό και την Σοσιαλδημοκρατία, ο προσανατολισμός αυτός μελετάται πολύ λιγότερο και η σωστή αποκρυπτογράφηση του είναι ένα θέμα του μέλλοντος. Το πρόβλημα είναι ότι ο Εθνικογκωσισμός δεν επιδεικνύει σχεδόν ποτέ την εθνική του συνιστώσα, καλύπτοντας την ή ακόμα αποκηρύσσοντας την. Συνεπώς, η μελέτη της άμεσης και ειλικρινούς συζήτησης των ίδιων των εθνικοκομμουνιστικών κινημάτων, κομμάτων ή καθεστώτων γίνεται συνήθως δυσκολότερη λόγω του ότι οι θέσεις που αυτά συζητούν αντιστοιχούν είτε μερικά μόνον στη πραγματικότητα ή, διαφορετικά, καθόλου. Συναντάμε τη σκόπιμη, ανοικτή και αδιάσπαστη εθνικοαριστερή συζήτηση μόνο στη περιφέρεια εκείνων των καθεστώτων και πολιτικών κομμάτων που δηλώνουν φανερά και πραγματοποιούν αυτό το ιδεολογικό μοντέλο, αρνούμενα ωστόσο να το αναγνωρίσουν αυτό. Γι' αυτόν τον λόγο, ο Εθνικογκωσισμός αποφεύγει την άμεση, λογική μελέτη, προτιμώντας να προστατεύσει τον μισό εαυτό του. Οτιδήποτε συνδέεται με το «εθνικό» παραμένει στη σκιά.
Οι ίδιοι οι εθνικοκομμουνιστές θεωρούν τους εαυτούς τους απλά «κομμουνιστές» και «Ορθόδοξους Μαρξιστές», ακολουθώντας αυστηρά τις διδασκαλίες των κλασικών του Κομμουνισμού. Για να καταλάβουμε περί τίνος πρόκειται, αρκεί να προτείνουμε το εξής κριτήριο: οι σοσιαλιστικές (προλεταριακές) επαναστάσεις ήταν νικηφόρες μόνο σε εκείνες τις χώρες που ο Marx πίστευε ότι ήσαν εξ ολοκλήρου απροετοίμαστες γι' αυτές, λόγω των εξής παραγόντων:
- Του αγροτικού χαρακτήρα τους
- Της υπανάπτυξης (ή έλλειψης) των καπιταλιστικών σχέσεων
- Του μικρού ποσοστού αστικού προλεταριάτου
- Της αδύναμης εκβιομηχάνισης
- Της διατήρησης των θεμελιωδών κοινωνικών συνθηκών των παραδοσιακών κοινωνιών (δυνάμει της ένταξης του στον προ-Μοντερνισμό)
Και αυτό είναι το θεμελιώδες παράδοξο του Μαρξισμού: εκεί όπου ο Σοσιαλισμός υποτίθετο ότι θα ήταν νικηφόρος και όπου όλες οι συνθήκες συνέτρεχαν προς τον σκοπό αυτόν, δεν ήταν νικηφόρος - αν και, καθαρά θεωρητικά, εκεί ήταν που υπήρχαν τα ορθόδοξα μαρξιστικά κόμματα και οι τάσεις, και εκεί ακόμα διατηρούνται μερικά.
Όμως σε εκείνα τα μέρη όπου, σύμφωνα με τον Marx, η σοσιαλιστική επανάσταση δεν θα μπορούσε με κανέναν τρόπο να νικήσει, αυτή νίκησε θριαμβευτικά. Οι νικηφόροι κομμουνιστές, αρχικά Ρώσοι Μπολσεβίκοι, προσπάθησαν προσεκτικά να καλύψουν και να ρετουσάρουν αυτή τη προφανή έλλειψη αντιστοιχίας στην πρόβλεψη του δασκάλου τους, αποφεύγοντας μονίμως να την υποβάλλουν σε προσεκτική ανάλυση, προτιμώντας να δομήσουν αυθαίρετα μια πραγματικότητα κάτω από τις θεωρητικές κατασκευές τους - οδηγώντας την κοινωνία, την πολιτική και την Οικονομία κάτω από τα αφηρημένα κριτήρια, καλλιτεχνικά και μηχανικά. Μόνον οι ξένοι παρατηρητές (υποστηρικτές ή επικριτές) παρατήρησαν αυτόν τον εθνικο-κομμουνιστικόχαρακτήρα των επιτυχών μαρξιστικών επαναστάσεων, αναγνωρίζοντας τα εθνικιστικά στοιχεία ως έναν κινητήριο παράγοντα και αρετή, που παρείχαν σε αυτές τις επαναστάσεις την επιτυχία και τη σταθερότητα των αρχαϊκών εθνικών ιστοριών κινητοποίησης του Μαρξισμού ως ενός εθνικά ερμηνευόμενου εσχατολογικού μύθου.
Ο Sorel ήταν από τους πρώτους που το παρατήρησαν. Ο Ustrialov το παρατήρησε λίγο αργότερα (ο Savitskiy, οι Γερμανοί Niekisch, Petel, Lauffenburg, Wolfheim και άλλοι από την πλευρά των συμπαθούντων, και οι Popper, Hayek, Cohn και Aron από την πλευρά των επικριτών).
Ο Εθνικός Κομμουνισμός κυβέρνησε στην ΕΣΣΔ, στην Κομμουνιστική Κίνα, στη Βόρεια Κορέα, στο Βιετνάμ, στην Αλβανία, στην Καμπότζη, καθώς και σε πολλά κομμουνιστικά κινήματα του Τρίτου Κόσμου - από τους Μεξικανούς Τσιάπας και το περουβιανό Σεντέρο Λουμινόσο (Χρυσό Μονοπάτι), μέχρι το κουρδικό Κόμμα των Εργατών και τον Ισλαμικό Σοσιαλισμό. Αριστερά σοσιαλιστικά στοιχεία βρέθηκαν επίσης στον Φασισμό του Mussolini και στον Εθνικοσοσιαλισμό του Hitler, αλλά σε αυτές τις περιπτώσεις αυτά ήταν αποσπασματικά, μη συστηματοποιημένα και επιφανειακά, εκτεθειμένα περισσότερο σε οριακά ή σποραδικά φαινόμενα: Ο αριστερός Ιταλικός Φασισμός, ο οποίος εμφανίστηκε μόνο στην αρχική φουτουριστική του φάση και στην Ιταλική Κοινωνική Δημοκρατία, ο αριστερός αντι-χιτλερικός Εθνικοσοσιαλισμός των αδελφών Strasser ή το αντιχιτλερικό αντεργκραουντ των εθνικομπολσεβίκων Schultz-Boysen και ούτω καθ' εξής, σε κανέναν από τους οποίους δεν επετράπη κάποια θέση μέσα στο καθεστώς του Τρίτου Ράιχ. Αν και, σύμφωνα με τα τυπικά σημάδια και τον τίτλο, θα φαινόταν ότι πρέπει να συμπεριλάβουμε και τον Εθνικοσοσιαλισμό σε αυτήν την κατηγορία, δεν υπήρξε σε αυτόν κανένας καθαρός σοσιαλισμός αλλά κρατισμός, πολλαπλασιασμένος με την επίκληση των αρχαϊκών δυνάμεων του έθνους και της «φυλής». Ωστόσο, στον σοβιετικό Μπολσεβικισμό, που παρουσιάζεται με πολλή ακρίβεια από τον συγγραφέα της Smena vekh Nikolai Ustrailov ως Εθνικομπολσεβικισμός, ήταν εμφανώς παρούσες και οι δύο αρχές: η σοσιαλιστική και η εθνική, αν και αυτή τη φορά η «εθνική» δεν έλαβε μια εννοιολογική διατύπωση.
Μέχρι σήμερα, πολλά πολιτικά κινήματα, π.χ. στη Λατινική Αμερική, εμπνέονται από αυτό το σύνολο ιδεών, ενώ τα πολιτικά καθεστώτα της Κούβας, της Βενεζουέλας ή της Βολιβίας (ο Evo Morales είναι ο πρώτος Νοτιοαμερικανός ηγέτης ινδιάνικης κληρονομιάς) ή ο Ollanta Humala, οι υποστηρικτές του οποίου είναι κοντά στο να καταλάβουν την εξουσία στο Περού, και άλλα εθνικοκομμουνιστικά κινήματα, είναι ώριμες πολιτικές πραγματικότητες. Είτε ένα κυβερνητικό σύστημα είναι ήδη θεμελιωμένο πάνω σε αυτές τις ιδέες, είτε αυτό θα μπορούσε να συμβεί στο εγγύς μέλλον. Και παντού όπου ο Κομμουνισμός έχει μια ρεαλιστική δυνατότητα, αντιμετωπίζουμε αριστερές ιδέες που έχουν πολλαπλασιαστεί από εθνικές (αρχαϊκές) ενέργειες και εφαρμόζονται σύμφωνα με τις γραμμές της παρδοσιακής κοινωνίας. Βασικά, αυτό είναι νεο-Ορθόδοξος Μαρξισμός, sui generis Εθνικομαρξισμός (με οποιονδήποτε τρόπο θα χαρακτήριζε αυτός τον εαυτό του). Εκεί, όμως, που σύμφωνα με τον Marx υπήρχαν όλες οι κλασικές προϋποθέσεις για την πραγματοποίηση τους (βιομηχανική κοινωνία, ανάπτυξη βαριάς βιομηχανίας, αστικό προλεταριάτο κ.λπ), οι σοσιαλιστικές επαναστάσεις δεν συνέβησαν (με εξαίρεση την εφήμερη Βαυαρική Δημοκρατία), δεν συμβαίνουν και πιθανότατα δεν θα συμβούν ποτέ.
Η σημασία του Αριστερού Εθνικισμού (Εθνικός Γκωσισμός) συνίσταται στην κινητοποίηση αρχαϊκών ενεργειών -τοπικών, κατά κανόνα- ώστε να αναδυθούν στην επιφάνεια και να εκδηλωθούν ως κοινωνικοπολιτική δημιουργικότητα. Εδώ η σοσιαλιστική θεωρία μπαίνει στο παιχνίδι, χρησιμεύοντας ως ένα είδος «διεπαφής» γι' αυτές τις ενέργειες, οι οποίες χωρίς αυτήν θα αναγκάζονταν να παραμείνουν αυστηρά τοπικά φαινόμενα. Χάρη στον Μαρξισμό (μέ όποιον τρόπο κι αν κατανοείται ή ερμηνεύεται αυτός), όμως, αυτές οι εθνικές ενέργειες λαμβάνουν τη δυνατότητα επικοινωνίας με άλλες ενέργειες, ανάλογες κατά φύση, αλλά διαφορετικές δομικά, και μπορούν ακόμη να διεκδικήσουν την καθολικότητα και το πλανητικό εύρος, μετασχηματιζόμενες με τη βοήθεια της σοσιαλιστικής λογικής και «ζεσταμένες» από τον Εθνικισμό, σε ένα μεσσιανικό πρόγραμμα.
Η μεγαλοπρεπής εμπειρία της ΕΣΣΔ επιδεικνύει πόσο μεγάλης κλίμακας μπορεί να είναι η εθνικο-κομμουνιστική πρωτοβουλία, έχοντας δημιουργήσει επί έναν σχεδόν αιώνα πονοκέφαλο στα καπιταλιστικά συστήματα όλου του κόσμου. Η Κίνα, εντωμεταξύ, ακόμα και σήμερα σε ένα πλαίσιο, τονίζοντας όλο και περισσότερο την εθνική συνιστώσα του κοινωνικοπολιτικού μοντέλου της, αποδεικνύει ότι, όταν υποστεί επεξεργασία αυτή η βάση, μπορεί να παραμείνει ανταγωνιστική, ακόμα και μετά τον παγκόσμιο θρίαμβο του Φιλελεύθερου Καπιταλισμού. Από την άλλη μεριά, η εμπειρία της Βενεζουέλας και της Βολιβίας δείχνει ότι τα εθνικο-κομμουνιστικά καθεστώτα εμφανίζονται ακόμη και σήμερα, και δείχνουν την ικανότητα τους να επιβιώνουν, παρά τη μεγάλη πίεση...
Από θεωρητική άποψη, στο φαινόμενο του Εθνικού Γκωσισμού αντικρίζουμε τον Μαρξισμό, ερμηνευόμενο στο πνεύμα των αρχαϊκών εσχατολογικών προσδοκιών και των βαθιών εθνικών μυθολογιών που συνδέονται με την προσδοκία του «τέλους του χρόνου» και την επιστροφή στην «χρυσή εποχή» (λατρείες φορτίου, χιλιασμός). Η θέση της δικαιοσύνης και των «δικαιωμάτων της κυβέρνησης», πάνω στην οποία κτίζεται η σοσιαλιστική ουτοπία, αναγνωρίζεται ως θρησκευτική, που αφυπνίζει τις θεμελιακές τεκτονικές ενέργειες του έθνους.
Έχει σήμερα ο Εθνικός Γκωσισμός ένα πρόγραμμα για το μέλλον; Στην ολοκληρωμένη μορφή του, όχι. Παρακωλύεται από μια σειρά παραγόντων:
- Το παραμένον σοκ της διάλυσης του Σοβιετικού Εθνικοκομμουνισμού (οι Ρώσοι Ευρασιατιστές ακόμη και από τη δεκαετία του 1920 προέβλεψαν αυτήν την πτώση, εάν η σοβιετική ηγεσία δεν αναγνώριζε τη σημασία του να φροντίσει άμεσα για τους εθνικούς και θρησκευτικούς μύθους).
- Την έλλειψη μιας διατύπωσης και αιτιολόγησης της εθνικής συνιστώσας στο γενικό ιδεολογικό συγκρότημα των εθνικο-κομμουνιστικών κινημάτων και ιδεολογιών (η απόλυτη πλειοψηφία των υποστηρικτών αυτού του ιδεολογικού προσανατολισμού θεωρούν ειλικρινά τον εαυτό τους ως απλά «μαρξιστές» ή «σοσιαλιστές»).
- Την αδύναμη θεσμική επικοινωνία των εθνικομπολσεβικικών κύκλων μεταξύ τους σε μια παγκόσμια κλίμακα (δεν υπάρχουν σοβαρές, μεγάλης κλίμακας διασκέψεις πάνω σε αυτό το θέμα, δεν κυκλοφορεί κανένα θεωρητικό περιοδικό ή, εάν κυκλοφορούν κάποια, παραμένουν περιθωριακά και δεν υπάρχει καμία φιλοσοφική ανάπτυξη της ιδεολογίας).
Παρόλα αυτά, κατά την άποψη μου, ο Εθνικός Γκωσισμός θα μπορούσε να έχει σίγουρα ένα παγκόσμιο μέλλον καθώς, σε πολλά τμήματα της Ανθρωπότητας, οι αρχαϊκές, εθνικές και θρησκευτικές ενέργειες δεν πρόκειται να εξαντληθούν - ό,τι κι αν ειπωθεί για τους πολίτες της σύγχρονης, φωτισμένης και λογικής Δύσης.

---------------------------------------------------------------
Κατά την αντίληψη μου, τα μεγάλα πολιτικά κινήματα του 20ού αι. -δηλ. ο κομμουνισμός, ο εθνικοσοσιαλισμός ή φασισμός και ο φιλελευθερισμός μεθερμηνευμένος εξισωτικά με την έννοια του «κοινωνικού κράτους»- προώθησαν, σε εκάστοτε διαφορετικό μέτρο και ρυθμό, με εκάστοτε διαφορετική αιτιολογία και σκοπιμότητα και κάτω από διαφορετικές έμπρακτες πιέσεις, μαζικοδημοκρατικές τάσεις, ήτοι παραμέρισαν παραδοσιακές (πατριαρχικές ή αστικές) ιεραρχίες και σύνδεσαν το ιδεώδες της τυπικής ισότητας με την ιδέα των υλικών δικαιωμάτων. Αν δούμε το συνολικό αυτό ιστορικό αποτέλεσμα, τότε το ζήτημα της πολιτικής ελευθερίας, όπως γίνεται αντιληπτό σήμερα στη Δύση, είχε υποδεέστερη μόνο σημασία, όσο κι αν βρέθηκε στο επίκεντρο ηθικών προβληματισμών και ιδεολογικών αγώνων.
---------------------------------------------------------------


γ´. Οι Νέοι Αριστεροί (Αντι-παγκοσμιοποίηση, Μεταμοντέρνες Οδοί, Λαβύρινθοι Ελευθερίας, Προς τον Ερχομό της Μετα-Ανθρωπότητας)

Περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη αριστερή πρόταση σήμερα, η αποκαλούμενη Νέα Αριστερά (Νεο-Γκωσισμός) ή «Μεταμοντερνισμός» ταιριάζει καλύτερα στη φράση «Αριστερό Πρόγραμμα». Μέσα στο φάσμα των αριστερών ιδεών στην αρχή του 21ού αιώνα, ο προσανατολισμός αυτός είναι όχι μόνον ο φωτεινότερος και λαμπρότερος, αλλά και ο πιο μελετημένος, διανοητικά προσαρμοσμένος και συστηματοποιημένος.
Οι Νέοι Αριστεροί εμφανίστηκαν στην Ευρώπη τις δεκαετίες του '50 και του '60, στην περιφέρεια της Μαρξιστικής, Τροτσκιστικής και Αναρχικής Αριστεράς. Ο Marx ήταν γι' αυτούς εκ των ουκ άνευ, αλλά χρησιμοποίησαν ενεργά και άλλες θεωρητικές και φιλοσοφικές πηγές, σε αντίθεση με τους Παλαιούς Αριστερούς, εισάγοντας χωρίς προβλήματα νέα στοιχεία στη θεωρία τους. Γι' αυτόν τον λόγο ο Μαρξισμός με αυτή τη μορφή διευρύνθηκε δραστικά - ενώ παρατίθετο συνεχώς με άλλες φιλοσοφικές ιδέες, αναπτύχθηκε, αναθεωρήθηκε, και υποβλήθηκε σε κριτική. Έγινε, εν ολίγοις, αντικείμενο εστιασμένου στοχασμού. Αυτή η μη περιορισμένη σχέση της Νέας Αριστεράς με τον Μαρξισμό παρήγαγε δύο αποτελέσματα: αφ' ενός αμβλύνθηκε και, αφ' ετέρου, εκσυγχρονίστηκε ουσιαστικά.
Η φιλοσοφία των Νέων Αριστερών επηρεάστηκε πολύ από τους αποκαλούμενους «φιλόσοφους της καχυποψίας», οι οποίοι αντλούν στοιχεία όχι μόνο από τον Marx, αλλά και από τον Freud και τον Nietzsche. Μέσω του Satre, ενός από τους κλασικούς θεωρητικούς της Νέας Αριστεράς, και της βαθιάς επιρροής του Martin Heidegger, το υπαρξιακό πρόβλημα διείσδυσε στο αριστερό κίνημα. Μεγάλη, επίσης, ήταν η επίδραση του στρουκτουραλισμού και των σημαντικών θεωρητικών του, από τον Ferdinand de Saussure μέχρι τον Levi-Strauss. Υπό μια φιλοσοφική έννοια, οι Νέοι Αριστεροί ήταν οι ίδιοι στρουκτουραλιστές, ενώ στο δεύτερο μισό της δεκαετίες του 1980 ανέπτυξαν περισσότερο τη φιλοσοφική αυτή παρόρμηση και μετακινήθηκαν προς τον «μετα-στρουκτουραλισμό», αφού έθεσαν προηγουμένως σε συστηματικό κριτικό στοχασμό τις απόψεις του '60 και του '70.
Οι Νέοι Αριστεροί πλησίασαν τον Μαρξισμό από μια στρουκτουραλιστική θέση, έκριναν δηλαδή ότι η σημαντικότερη ιδέα του Marx αφορούσε τη σημαντική επίδραση των «υποδομών» σε σχέση με ένα εποικοδόμημα - στη συνήθη περίπτωση την αστική κοινωνία, προσεκτικά κρυμμένη από την ιδεολογική συνείδηση. Η μαρξιστική ανάλυση της ιδεολογίας ως μια «ψεύτικη συνείδηση» έγινε για τους Νέους Αριστερούς το βασικό εργαλείο για την ερμηνεία της κοινωνίας, της φιλοσοφίας, του ατόμου και της Οικονομίας. Την ίδια, όμως, ακολουθία σκέψης ανακάλυψαν στον Nietzsche, ο οποίος είχε αναγάγει ολόκληρο το φάσμα των φιλοσοφικών ιδεών στην αρχέγονη «θέληση για δύναμη» (ως τη βάση του), και στον Freud, για τον οποίο η βάση ήταν το υποσυνείδητο και οι ασυνείδητες παρορμήσεις, ριζωμένες στα βάθη της ανθρώπινης σεξουαλικότητας και των εκτικών δομών που σχηματίζονται στην αρχική παιδική ηλικία. Σε αυτό προστέθηκε το μοντέλο Heidegger, όπου η βάση είναι το γεγονός της καθαρής ύπαρξης ή Dasein.
Οι διάφορες αποκρυπτογραφήσεις της «βάσης» αθροίστηκαν από τους Νέους Αριστερούς σε ένα γενικό σχέδιο, όπου ο ρόλος της ίδιας της «βάσης» -ανεξάρτητα από μια συγκεκριμένη φιλοσοφική τάση- μεταφέρθηκε στην ιδέα της δομής. Της δομής με την έννοια των βιομηχανικών δυνάμεων που αναπαράγονται στις βιομηχανικές σχέσεις, του υποσυνειδήτου, της «θέλησης για δύναμη» και του Dasein.
Η βασική ιδέα των Νέων Αριστερών είναι ότι η αστική κοινωνία είναι το αποτέλεσμα μιας πολύπλευρης βίας και καταπίεσης που εξασκούν οι «υπερδομές» (το πολιτικό σύστημα της αστικής τάξης, η καθημερινή συνείδηση, η εξουσία της ελίτ, τα γενικά αποδεκτά φιλοσοφικά συστήματα, η επιστήμη, η κοινωνία, η οικονομίας της Αγοράς κ.λπ.), οι «βάσεις» και οι «δομές» (που κατανοούνται επίσης ως περιλαμβάνουσες το «ασυνείδητο», το «προλατεταριάτο», την «υλική υπόσταση», τη «μάζα», την εμπειρία της αυθεντικής ύπαρξης, την ελευθερία και την δικαιοσύνη). Με αυτόν τον τρόπο, οι Νέοι Αριστεροί, σε αντίθεση με τους Παλαιούς Αριστερούς, διοργανώνουν μια συστηματική, κριτική και επίθεση στην καπιταλιστική κοινωνία ταυτόχρονα από όλες τις κατευθύνσεις, από την πολιτική (τα γεγονότα του Μάη του 1968 στις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες), μέχρι την πολιτιστική, φιλοσοφική, καλλιτεχνική, την παρουσίαση του ανθρώπου, τη λογική, την επιστήμη και την πραγματικότητα.
Κατά τη διάρκεια αυτής της τεράστιας διανοητικής εργασίας (στην οποία, παρεμπιπτόντως, ούτε οι Παλαιοί Αριστεροί, ούτε οι Εθνικογκωσιστές έδωσαν την παραμικρή προσοχή), οι Νέοι Αριστεροί έφτασαν στο συμπέρασμα ότι ο Καπιταλισμός είναι όχι μόνον ένα κοινωνικοπολιτικό κακό, αλλά μια θεμελιώδης έκφραση ενός παγκόσμιου ψέματος σχετικά με τον άνθρωπο, την πραγματικότητα, τη λογική και την κοινωνία. Συνεπώς, στην καπιταλιστική κοινωνία, όπως στις επακόλουθες στιγμές, συγκεντρώνεται ολόκληρη η ιστορία της αποξένωσης. Οι Νέοι Αριστεροί ξαναζωντάνεψαν την ιδέα του «Ευγενούς Αγρίου» του Rousseau και πρότειναν ένα μεγάλο πανόραμα μιας ιδανικής κοινωνίας χωρίς εκμετάλλευση, αλλοτρίωση, ψέματα, καταστολή και αποκλεισμό, ανάλογα με τις αρχαϊκές ομάδες που παρακινούνται από την «Οικονομία του Δώρου» (M. Mauss).
Η ανάλυση των Νέων Αριστερών απέδειξε ότι ο Μοντερνισμός όχι μόνο δεν πραγματοποίησε τα συνθήματα του για την «απελευθέρωση», αλλά κατέστησε τη δικτατορία της αποξένωσης ακόμα πιο άκαμπτη και αποκρουστική, αν και κρυμμένη πίσω από τα δημοκρατικά και φιλελεύθερα προσωπεία. Με αυτόν τον τρόπο συγκλήθηκε η θεωρία του Μεταμοντερνισμού: θεμελιωμένη στο γεγονός ότι η ίδια η βάση της εικόνας του κόσμου, η επιστήμη, η φιλοσοφία και οι πολιτικές ιδεολογίες, που είχαν συγκληθεί στην αυγή της εποχής του Μοντερνισμού ή κατά της διάρκεια της ανάπτυξης του, είναι διαστρεβλωμένες ερμηνείες, ατυχείς εκφράσεις, αυταπάτες και «ρατσιστικές» προϋποθέσεις, οι οποίες ακόμη και θεωρητικά εμποδίζουν τη δυνατότητα της απελευθέρωσης της «δομής» («της βάσης» από τις «υπερδομές»). Αυτό οδήγησε στην επανεξέταση της φιλοσοφικής παράδοσης του Μοντερνισμού και στο ξεμασκάρεμα εκείνων των μηχανισμών που συγκεντρώνουν του κόμβους αποξένωσης μέσα τους.
Αυτή η πρακτική ονομάστηκε «αποδόμηση» και προτείνει μια προσεκτική και λεπτομερή δομική ανάλυση του πλαισίου από το οποίο προχώρησε η μία ή η άλλη ιδέα, με μια λεπτομερή εξάρθρωση των βασικών πυρήνων από το στρώμα του οίκτου, της ηθικολογίας, των ρητορικών μορφών και της συνειδητής αυταπάτης. Ο Foucault έδειξε, στην Ιστορία της Τρέλαςκαι στη Γέννηση της Κλινικής, ότι η σύγχρονη σχέση με τις ψυχολογικές διαταραχές και γενικότερα με την ασθένεια φέρει όλα τα σημάδια του διανοητικού ρατσισμού, του απαρτχάιντ και άλλων ολοκληρωτικών προκαταλήψεων, οι οποίες γίνονται εμφανείς στην ταύτιση του αρρώστου με τον εγκληματία και στη δομική ταυτότητα των θεσμών μετάνοιας και θεραπείας, που υπήρξαν ένα και το αυτό στα αρχικά στάδια του Μοντερνισμού. Η αστική κοινωνία, παρά τον μιμητισμό της και το δημοκρατικό προσωπείο της, αποδεικνύεται ότι είναι μια ολοκληρωτική και πειθαρχική κοινωνία. Επιπλέον, στο κέντρο αυτής της φιλελεύθερης δικτατορίας, οι Νέοι Αριστεροί αναγνωρίζουν τις βαθιές και μη αμφισβητούμενες σχεδόν ποτέ κανονιστικές ιδέες της λογικής, της επιστήμης, της πραγματικότητας, της κοινωνίας κ.λπ., καθώς και πολιτικούς και οικονομικούς μηχανισμούς που είναι οι ίδιοι συνέπειες των βαθιών μηχανισμών αποξένωσης.
Σε αυτό συνίσταται η βασική διαφορά μεταξύ των Νέων και των Παλαιών Αριστερών: οι Νέοι Αριστεροί αμφιβάλλουν για τη δομή της λογικής, αμφισβητούν τη βάση της αντίληψης μας της πραγματικότητας, ξεγυμνώνουν τη θετική επιστήμη ως σύγχυση και δικτατορία των ακαδημαϊκών κύκλων (Feyerabend, Kuhn) και επικρίνουν με οξύτητα την ιδέα του ανθρώπου ως μια ολοκληρωτική αφαίρεση. Δεν πιστεύουν ότι είναι δυνατό να αλλάξουμε κάτι με τον αριστερό τρόπο του δρόμου της εξέλιξης στο υπάρχον σύστημα και αμφισβητούν επίσης την αποτελεσματικότητα του ριζοσπαστικού Μαρξισμού, ο οποίος δεν νίκησε αυτό που υποτίθεται ότι θα νικούσε - αλλά και εκεί που νίκησε δεν ήταν Ορθόδοξος Μαρξισμός (δανείστηκαν από τον Trotsky την κριτική του Σταλινισμού και της σοβιετικής εμπειρίας).
Και, έτσι, οι Νέοι Αριστεροί διατυπώνουν ένα τεράστιο πρόγραμμα για το «σωστό» μέλλον, στο οποίο κεντρική θέση καταλαμβάνουν τα εξής:
- Η απόρριψη της λογικής (η κλήση προς τη συνειδητή υιοθέτηση της σχιζοφρένειας, σύμφωνα με τους Deleuze και Guattari).
- Η αποκήρυξη του ανθρώπου ως του μέτρου όλων των πραγμάτων («ο θάνατος του ανθρώπου» του Levi, «ο θάνατος του συγγραφέα» του Barthes).
- Το ξεπέρασμα όλων των σεξουαλικών ταμπού (ελευθερία να επιλέξει ο καθένας τον προσανατολισμό του, αποκήρυξη της απαγόρευσης στην αιμομιξία, άρνηση αναγνώρισης της διαστροφής ως «διαστροφής» κ.λπ.).
- Η νομιμοποίηση όλων των ειδών ναρκωτικών, μαζί και των σκληρών.
- Η μετακίνηση προς νέες μορφές αυθόρμητης και σποραδικής ύπαρξης (το «ρίζωμα» του Deleuze).
- Η καταστροφή της δομικής κοινωνίας και της κυβέρνησης προς την υπηρεσία νέων, ελεύθερων και αναρχικών κοινοτήτων.
Το βιβλίο Αυτοκρατορίατων Negri και Hardt μπορεί να διαβαστεί ως ένα πολιτικό μανιφέστο αυτών των τάσεων, στο οποίο δίνονται οι θέσεις των Νέων Αριστερών απλουστευμένες μέχρι το σημείο του πρωτογονισμού. Οι Negri και Hardt αποκαλούν το παγκόσμιο καπιταλιστικό σύστημα «Αυτοκρατορία» και το ταυτίζουν με την παγκοσμιοποίησηκαι την αμερικανική παγκόσμια κυβέρνηση. Κατά την άποψη τους, η παγκοσμιοποίηση δημιουργεί τις συνθήκες για μια καθολική, πλανητική επανάσταση των μαζών, οι οποίες χρησιμοποιώντας τον κοινό χαρακτήρα της παγκοσμιοποίησης, των δυνατοτήτων της για επικοινωνία και την ευρεία και ελεύθερη εξάπλωση της γνώσης, δημιουργούν ένα παγκόσμιο δίκτυο δολιοφθοράς για τη μετατόπιση από την Ανθρωπότητα (που ξεχωρίζει ως το υποκείμενο και αντικείμενο της καταπίεσης, των ιεραρχικών σχέσεων, της εκμετάλλευσης και των πειθαρχικών στρατηγικών) στη Μετα-Ανθρωπότητα (μεταλλάξεις, σαιμποργκς, κλώνοι και εικονικότητα)και την ελεύθερη επιλογή γένους, εμφάνισης και ατομικής λογικής, σύμφωνα με τον αυθαίρετο κανόνα κάποιου και για οποιοδήποτε χρονικό διάστημα. Οι Negri και Hardt πιστεύουν πως αυτό θα οδηγήσει στην απελευθέρωση του δημιουργικού δυναμικού των μαζών και συγχρόνως στην καταστροφή της παγκόσμιας δύναμης της «Αυτοκρατορίας». Αυτό το θέμα επαναλαμβάνεται συνεχώς στον κινηματογράφο, με ταινίες όπως το Matrix, Η Λέσχη των Αγοριώνκ.ο.κ
Το κίνημα κατά της Παγκοσμιοποίησηςείναι συνολικά προσανατολισμένο σε ένα τέτοιο ακριβώς πρόγραμμα του μέλλοντος. Και ενέργειες όπως η «Διάσκεψη του Σάο Πάολο», όπου οι αντιγκλομπαλιστές δοκιμάζονται πρώτα ως προς μια κοινή στρατηγική, βεβαιώνουν ότι το πρόγραμμα των Νέων Αριστερών ανακαλύπτει μορφές συγκεκριμένης πολιτικής πραγμάτωσης. Πολλές συγκεκριμένες πράξεις, παρελάσεις ομοφυλοφίλων, διαμαρτυρίες εναντίον της παγκοσμιοποίησης, το κίνημα «Occupy Wall Street», οι αναταραχές στα προάστια μεταναστών των ευρωπαικών πόλεων, οι εξεγέρσεις των «αυτόνομων» για την υπεράσπιση των δικαιωμάτων των καταληψιών, οι μεγάλες κοινωνικές διαμαρτυρίες των νέων εργατικών συνδικάτων (που θυμίζουν όλες πανηγύρι), το κίνημα για τη νομιμοποίηση των ναρκωτικών και οι οικολογικές δράσεις και διαμαρτυρίες, συμπεριλαμβάνονται σε αυτόν τον προσανατολισμό.
Επιπλέον, ο Μεταμοντερνισμός ως ένα καλλιτεχνικό ύφος, έχοντας γίνει το κυρίαρχο ρεύμα της σύγχρονης Δυτικής Τέχνης, εκφράζει αυτήν την ίδια πολιτική φιλοσοφία των Νέων Αριστερών, παρουσιάζοντας τον τρόπο ζωής μας με εικόνες, σχέδια ή ταινίες του Tarantino και του Rodriguez [Spy Kid 2], χωρίς καμιά προκαταρκτική πολιτικοφιλοσοφική ανάλυση, ξεπερνώντας τη συνειδητή επιλογή που είναι καρφωμένη στο μυαλό μας χωρίς τη γνώση ή τη θέληση μας. Αυτό συνακολουθείται αμφότερα από μια γενική διεύρυνση των τεχνολογιών εικονικής επικοινωνίας που μεταφερουν στο σύστημα τους μια σιωπηλή πρόσκληση προς τον Μεταμοντερνισμό, και από τη διασπορά σε μετα-ανθρωπινα, ηδονιστικά αποκόμματα. Τα μηνύματα SMS και MMS, τα blogs του Διαδικτύου και τα video blogs, τα flash mobs και άλλες συνήθεις απασχολήσεις της σύγχρονης νεολαίας, αντιπροσωπεύουν ουσιαστικά την πραγματοποίηση διαφόρων όψεων του προγράμματος της Νέας Αριστεράς, ενώ, είναι αλήθεια, ελέγχονται από το αστικό σύστημα που επωφελείται πρόθυμα από τη μόδα που αυτή τη φορά δεν είναι δική του, αλλά του κρυμμένου εχθρού του.
Εδώ πρέπει να πούμε λίγα λόγια για τις σχέσεις των Νέων Αριστερών και των αντι-γκλομπαλιστών με τους σύγχρονους φιλελεύθερους και γκλομπαλιστές. Όπως σκέφτηκε ο Marx στην εποχή του ότι ο Καπιταλισμός, παρά τη φρίκη του, ήταν προοδευτικότερος από τη φεουδαρχία και τον Μεσαίωνα (επειδή φέρνει κοντύτερα την πραγμάτωση του Σοσιαλισμού), έτσι και οι σύγχρονοι μεταμοντερνιστές και Νέοι Αριστεροί, ενώ επικρίνουν με δριμύτητα την «Αυτοκρατορία», είναι σε κάποιο βαθμό αλληλέγγυοι προς αυτήνκαθώς, κατά την άποψη τους, ενω επιδεινώνει την αποξένωση και ενισχύει την πλανητική δικτατορία της, παράλληλα προετοιμάζει αφανώς την παγκόσμια επανάσταση των μαζών.



Ακόμα και με κίνδυνο να σκανδαλίσουμε τους ηθικολόγους μας, δηλ. τους ιδεολόγους της δικής μαςκοινωνίας, οφείλουμε να διαπιστώσουμε ότι οι οικουμενικές αρχές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, οι οποίες αποδίδουν ίση αυτονομία και αξιοπρέπεια σε όλα τα άτομα ως άτομα, μπορούν να ευδοκιμήσουν μονάχα σε κοινωνίες όπου ένας εξαιρετικά διαφορισμένος καταμερισμός της εργασίας κατακερματίζει το σύνολο σε άτομα και όπου μαζική παραγωγή και μαζική κατανάλωση κινούνται σε υψηλότατα επίπεδα. Αν εκλείψουν αυτές οι προϋποθέσεις, τότε θα συρρικνωθούν αναγκαία οι ελεύθεροι χώροι, μέσα στους οποίους ανθίζουν η ατομική αυτοπραγμάτωση, η ανοχή, η συναίνεση κ.τ.λ...
Μερικοί διανοούμενοι διαισθάνονται την εσώτερη συνοχή μιας τέτοιας ηθικής και μιας τέτοιας οικονομικής οργάνωσης -όμως την διατυπώνουν με αισιόδοξα πρόσημα. Υπερασπίζουν λοιπόν κατ' αρχήν το δυτικό σύστημα (και βλέπουν μάλιστα σήμερα πολύ επιεικέστερα ακόμα και τον «αμερικανισμό») και τις μελλοντικές του προοπτικές στο όνομα πανανθρώπινων ηθικών αξιών, καταδικάζουν κάθε απαισιόδοξη πρόγνωση για τον δυτικό πολιτισμό και καταγγέλλουν την απόρριψη της δυτικής αποθέωσης του «χρήματος» ως νοσταλγία της φασιστικής ρητορικής, η οποία αντιπαρέθετε επίσης στο «χρήμα» το «αίμα και χώμα». Έτσι, αφήνουν την παραδοσιακή αριστερή κριτική του καπιταλισμού να τη νέμεται η ευρωπαϊκή «Νέα Δεξιά», χωρίς να αντιλαμβάνονται ότι και οι ίδιοι απλώς θητεύουν σε μια τετριμμένη (την αισιόδοξη) φιλοσοφία της ιστορίας...
Μετά το ναυάγιο της Ουτοπίας της Ανατολής τα εξημερωμένα κατάλοιπα της «Αριστεράς» ενστερνίστηκαν έτσι την Ουτοπία της Δύσης και δίχως πολλά-πολλά αντάλλαξαν τον αριστερό «αντιφασισμό» με τον φιλελεύθερο «αντιολοκληρωτισμό». Θα διαψευσθούν για δεύτερη κατά συνέχεια φορά, αν η οικουμενική επικράτηση της δυτικής οικονομίας και ηθικής δεν συνεπιφέρει την πραγμάτωση της αντίστοιχης Ουτοπίας, αλλά τρομακτικούς αγώνες κατανομής και καταστροφές πλανητικού βεληνεκούς.

Παναγιώτης Κονδύλης

.~`~.
Για περαιτέρω ιχνηλάτηση και πληρέστερη προοπτική

Ανθρωποποίηση.

Ο πόλεμος στη Συρία ή ο πόλεμος για τη Συρία.

$
0
0

Ο συριακός εμφύλιος μετατρέπεται σε περιφερειακή σύγκρουση με ηγετικές δυνάμεις
από τη μια το Ιράν και από την άλλη την Τουρκία

.~`~.
I

Από το 1949 ώς το 1970 η Συρία ήταν ίσως η πιο ασταθής χώρα στον κόσμο. Ισχνά κοινοβουλευτικά διαλείμματα παρεμβάλλονταν ανάμεσα σε συνεχή στρατιωτικά πραξικοπήματα, περίπου ένα κάθε χρόνο. Μια χώρα μωσαϊκό εθνοθρησκευτικών ομάδων: Άραβες σουνίτες μουσουλμάνοι (περισσότεροι από το 50%), αλαουίτες (κλάδος των σιιτών μουσουλμάνων με πολλά στοιχεία όμως συγκρητισμού, περίπου 10%), χριστιανοί (ορθόδοξοι, Συροχαλδαίοι, καθολικοί, 10% του πληθυσμού), Κούρδοι (οι περισσότεροι σουνίτες μουσουλμάνοι, επίσης 10%), Δρούζοι και Αρμένιοι. Η ανάπτυξη του συριακού αραβικού εθνικισμού μονοπωλήθηκε στα χρόνια του μεσοπολέμου από τη σουνιτική μεγάλη γαιοκτημονική τάξη και λιγότερο από χριστιανούς ριζοσπάστες διανοούμενους. Η άνοδος του παναραβικού κινήματος Μπάαθ ήρθε κυρίως μετά τον Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο ως αντίδραση μεσαίων στρωμάτων (επιστημόνων, επαγγελματιών και μετέπειτα στρατιωτικών) στη γαιοκτημονική πολιτική κυριαρχία και στην αδυναμία της να αντιπαρατεθεί στο Ισραήλ στον πόλεμο του 1948.

Τρία ρήγματα μετά τον Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο
Το Μπάαθ αποτελεί την απάντηση στα τρία ρήγματα στη Συρία, τον εθνοθρησκευτικό διαχωρισμό, το κοινωνικοοικονομικό χάσμα μεταξύ των μεγάλων πόλεων και της υπαίθρου και τη μεγάλη ανισοκατανομή εισοδήματος μεταξύ των διαφόρων κοινωνικών στρωμάτων. Στον πρώτο διαχωρισμό αντιτάσσει έναν δυναμικό παναραβισμό στην αρχή, και στη συνέχεια, μετά την αποτυχία της ένωσης με τη νασερική Αίγυπτο (1958-61), την προώθηση του συριακού αραβικού εθνικισμού αντιιμπεριαλιστικής πρωτοπορίας των αραβικών λαών. Για να ξεπεραστεί η κοινωνικοοικονομική διαίρεση, το Μπάαθ κηρύσσει την ανάγκη αναδιανομής της γης και ουσιαστικής εξαφάνισης της μεγάλης σουνιτικής γαιοκτημονικής τάξης. Τέλος, για την εισοδηματική ανακατανομή, προωθεί ένα πείραμα «αραβικού σοσιαλισμού» με ευρεία επιδοματική πολιτική και προστασία της εγχώριας παραγωγής με ένα σύστημα υψηλών δασμών. Παρόλο που το Μπάαθ είναι πολιτικά ισχυρό ήδη από τις αρχές της δεκαετίας του 1960, η εξουσία θα περάσει πραγματικά και σταθερά στα χέρια του όταν θα συνδεθεί με τους αλαουίτες στρατιωτικούς και ειδικά τον Χαφέζ αλ-Άσαντ το 1970.

Ο πατέρας Άσαντ και η κυριαρχία του κινήματος Μπάαθ
Ο Χαφέζ αλ-Άσαντ θα εγκαθιδρύσει την κυριαρχία του Μπάαθ στη Συρία και θα τη μετατρέψει σε ένα σταθερό καθεστώς για τριάντα χρόνια, πράγμα απολύτως πρωτοφανές μέχρι τότε για τη Συρία. Πέρα από τις μπααθικές πολιτικές που ήδη περιγράφηκαν, ο Άσαντ θα στηρίξει την εξουσία του σε τέσσερις πυλώνες. Ο πρώτος είναι ο ίδιος ο ρόλος του προέδρου ως τελικού «κριτή» και πηγής κάθε άλλης εξουσίας. Δεύτερος, ένας κύκλος πιστών συνεργατών του (πολλοί από αυτούς, μέλη της οικογένειας Άσαντ) που σχημάτισε μια καθεστωτική ελίτ η οποία εξουσίαζε όλη την πολιτική και την οικονομική δραστηριότητα στη χώρα με τον έλεγχο πελατειακών δικτύων. Ο τρίτος πυλώνας ήταν οι υπηρεσίες ασφαλείας με τεράστια διείσδυση στην κοινωνία. Τέλος, η αλαουιτική κοινότητα στην οποία ανήκε ο Άσαντ, θα αποτελέσει κατεξοχήν σημείο στήριξης του καθεστώτος. Βέβαια το ασαντικό καθεστώς διεύρυνε τη βάση στήριξής του συμμαχώντας με συντηρητικά στρώματα σουνιτών εμπόρων και επιχειρηματιών των μεγάλων πόλεων, της Δαμασκού και του Χαλεπίου, με τους συντηρητικούς σουνίτες θρησκευτικούς ηγέτες, τους χριστιανούς και τις βεδουίνικες φυλές.
Στην εξωτερική πολιτική το καθεστώς του Άσαντ (πατρός) εστιάστηκε σε τρεις στόχους. Πρώτον, την αποτροπή ιδεολογικής και πολιτικής απειλής από το μπααθικό Ιράκ, δεύτερον, τον έλεγχο του Λιβάνου, και τρίτον, τη διατήρηση ηρεμίας στα σύνορα με το Ισραήλ μετά την ήττα του 1973 διατηρώντας όμως την αντιισραηλινή, παναραβική ρητορική του. Στα τέλη της δεκαετίας του 1980 το καθεστώς φαινόταν ότι είχε επιτυχίες σε αυτά τα μέτωπα. Στον Λίβανο είχε επιτευχθεί μια pax syriana. Με άλλα λόγια, ο συριακός στρατός και οι υπηρεσίες ασφαλείας εγγυήθηκαν την εφαρμογή της συμφωνίας του Τάεφ (*)για τον τερματισμό του λιβανικού εμφυλίου το 1989. Το Ιράκ είχε πλήρως αποδυναμωθεί από τον πόλεμό του με το Ιράν και κυρίως από την καταστροφική εισβολή στο Κουβέιτ το 1991. Η επιλογή του Άσαντ να συμμαχήσει με το ισλαμικό καθεστώς του Ιράν ήδη από το 1980 αποδεικνυόταν εύστοχη, και την ίδια στιγμή το συριακό καθεστώς διατηρούσε ανήσυχες αλλά μάλλον φιλικές σχέσεις με τους Σαουδάραβες, ιδιαίτερα μετά τη συμμετοχή της Συρίας στην εκστρατεία κατά του Ιράκ στον πρώτο πόλεμο του Κόλπου (1991) και λόγω της συνεννόησης των δύο κρατών για την εφαρμογή της συμφωνίας του Τάεφ (*).
---------------------------------------------------------------
(*)Συμφωνία μεταξύ των αντιμαχόμενων πλευρών του Λιβάνου που επετεύχθη μετά από παρέμβαση της Σαουδικής Αραβίας. Την τήρησή της εγγυήθηκαν εκτός από το σαουδαραβικό βασίλειο, η Συρία, η Αίγυπτος, η Γαλλία και οι Η.Π.Α. ενώ το Ιράν έδωσε τη σιωπηρή συγκατάθεσή του.
---------------------------------------------------------------

.~`~.
II

Ο υιός Άσαντ και η οικονομική φιλελευθεροποίηση
Ο θάνατος του Χαφέζ αλ-Άσαντ οδήγησε στη διαδοχή του από τον γιο του Μπασάρ το 2000. Είναι η μόνη επιτυχημένη «κληρονομική» διαδοχή σε αυτά που ο Ρότζερ Όουεν ονομάζει μη μοναρχικά (republican) καθεστώτα με ισόβιο πρόεδρο. Το μέλλον όμως δεν προοιωνιζόταν ανέφελο. Στοιχεία της παλαιάς φρουράς του καθεστώτος δεν τον εμπιστεύονταν και η κρατική οικονομία δεν μπορούσε να αντέξει σε ένα διεθνές περιβάλλον άγριου χρηματοπιστωτικού καπιταλισμού, νέων τεχνολογιών και φθηνής εργασίας στη Νότια και Ανατολική Ασία. Στο εξωτερικό περιβάλλον ανέρχονταν νέες δυνάμεις στον Λίβανο, η σιιτική πολιτική και στρατιωτική Χεζμπολλάχ και τα πλούσια στρώματα σουνιτών μουσουλμάνων. Η πρώτη με εκτεταμένο δίκτυο κοινωνικής αλληλεγγύης και στρατιωτικές νίκες κατά του Ισραήλ στον νότιο Λίβανο και η δεύτερη με εκφραστή τον δισεκατομμυριούχο και εκλεκτό των Σαουδαράβων πρωθυπουργό του Λιβάνου Ραφίκ Χαρίρι. Η δολοφονία του Χαρίρι από πράκτορες των συριακών υπηρεσιών το 2005 και οι εξαιρετικές διεθνείς πιέσεις που ακολούθησαν οδήγησαν στην αποχώρηση της Συρίας από τον Λίβανο. Ο Μπασάρ βρέθηκε απομονωμένος και αποδυναμωμένος να προσκολλάται όλο και περισσότερο στον σιιτικό άξονα Τεχεράνης-Χεζμπολλάχ. Ο πατέρας του, αν και διατηρούσε μακρά συμμαχία και με τη Σοβιετική Ένωση (έπειτα και με τη Ρωσία) και με το Ιράν, δεν ήταν ποτέ ολοσχερώς εξαρτημένος από μία δύναμη.
Στο εσωτερικό της χώρας το άνοιγμα της οικονομίας συνοδεύτηκε από δραστική μείωση των δασμών και των βοηθημάτων ή επιδοτήσεων που διατηρούσαν την κοινωνική συνοχή. Ως αποτέλεσμα, οι κρατικές εταιρείες που ιδιωτικοποιούνταν και οι νέες επιχειρηματικές δράσεις, όπως η κινητή τηλεφωνία, πέρασαν στα χέρια των γόνων της αλαουιτικής καθεστωτικής ελίτ σε βάρος των νέων σουνιτικών επιχειρηματικών στρωμάτων τραυματίζοντας την παλαιά συμμαχία αλαουιτικής μπααθικής ελίτ και σουνιτικής επιχειρηματικής τάξης. Τέλος, η νέα γενιά του καθεστώτος δεν προερχόταν από αγροτικά στρώματα, όπως ο πατέρας Άσαντ και οι σύντροφοί του, και δεν έδειξε το παραμικρό ενδιαφέρον για την ύπαιθρο, ιδιαίτερα μετά τη μείωση των δασμών και των επιδοτήσεων, με αποτέλεσμα τη διεύρυνση του κοινωνικού και οικονομικού χάσματος μεταξύ υπαίθρου και μεγάλων πόλεων. Δεν είναι τυχαίο που οι πρώτες αντικαθεστωτικές εξεγέρσεις συνέβησαν σε περιοχές όπως η Ντεράα, αγροτικές, φτωχές και σουνιτικές. Οι ελπίδες και οι προσπάθειες από οργανώσεις πολιτών να συνοδευτεί η οικονομική φιλελευθεροποίηση από πολιτικό εκδημοκρατισμό και φιλελεύθερα ανοίγματα, μετά από μια μικρή άνθηση από το 2000 ώς το 2004, αντιμετωπίστηκαν με ωμή καταστολή αφού το καθεστώς προέκρινε τον «κινεζικό» δρόμο προς τον καπιταλισμό.
Οι τρεις διαχωριστικές γραμμές της Συρίας ξεθάφτηκαν μετά από τριάντα και πλέον χρόνια και προκάλεσαν σοβαρές ρωγμές σε συνδυασμό και με την αποδυνάμωση της Συρίας στο περιφερειακό παιχνίδι. Η τυνησιακή έκρηξη και κυρίως η ανατροπή του Μουμπάρακ διέλυσε τον διάχυτο κοινωνικό φόβο στον οποίο στηρίζονταν τα ομοειδή καθεστώτα της Αιγύπτου και της Τυνησίας και οδήγησαν σε εξέγερση τη Συρία. Η απόφαση του καθεστώτος να αντιδράσει με δυσανάλογη στρατιωτική βία εναντίον ειρηνικών διαδηλωτών και η δράση άτακτων αλαουιτικών συμμοριών αλ-σαμπίχα (φαντάσματα), συνδεδεμένων με τις υπηρεσίες ασφαλείας, βασανίζοντας και δολοφονώντας, όχι μόνο στρατιωτικοποίησε τη σύγκρουση αλλά και της έδωσε εθνοθρησκευτικό χαρακτήρα, αλαουίτες εναντίον σουνιτών.

Τα πολλά πρόσωπα της αντιπολίτευσης
Η αντιπολίτευση στον Άσαντ και στο καθεστώς, η οποία συνήθως εκπροσωπείται από την οργάνωση-ομπρέλα του Εθνικού Συριακού Συμβουλίου, έχει πολλά πρόσωπα. Μια ομάδα αποτελούν οι εξόριστοι φιλελεύθεροι και αριστεροί που διέφυγαν από την καταστολή του καθεστώτος αλλά παρ’ όλη την απήχησή τους στα διεθνή Μ.Μ.Ε. δεν έχουν επιρροή στο εσωτερικό. Μια άλλη ομάδα αποτελείται από παλαιά μεγάλα στελέχη της καθεστωτικής ελίτ που έπεσαν σε δυσμένεια ή συγκρούστηκαν για τη νομή εξουσίας, τώρα βρίσκονται στο εξωτερικό και διατείνονται, όχι πολύ πειστικά, ότι μπορούν να αποτελέσουν τη «γέφυρα» προς μέρη του καθεστώτος και μεταβατική λύση. Τέλος, οι Αδελφοί Μουσουλμάνοι, οι οποίοι αποτελούν το 30% της δύναμης του Εθνικού Συριακού Συμβουλίου, κυρίως στο εξωτερικό. Η δύναμή τους στο εσωτερικό είναι περιορισμένη λόγω της σφαγής τους στη Χάμα το 1980 από τον πατέρα Άσαντ, όπου σκοτώθηκαν πάνω από 10.000 άνθρωποι. Πάντως διατηρούν βάσεις επιρροής και οργάνωσης στο εσωτερικό και αποτελούν ίσως την πιο συνεκτική και συγκροτημένη οργάνωση.
Στο εσωτερικό της χώρας βασικό ρόλο παίζουν οι τοπικές επαναστατικές ομάδες, οι οποίες ουσιαστικά φέρουν το βάρος τόσο της στρατιωτικής σύγκρουσης με το καθεστώς όσο και της φροντίδας για τον πληθυσμό. Παρά τη συγκρότηση του Ελεύθερου Συριακού Στρατού δεν έχει επιτευχθεί πρόοδος στη δημιουργία επιτελικού κέντρου.
Άλλες δύο αντικαθεστωτικές δυνάμεις, εντελώς διαφορετικές μεταξύ τους, βρίσκονται εκτός των παραπάνω σχηματισμών. Η μία είναι οι τζιχαντικές οργανώσεις τύπου αλ-Κάιντα, όπως η Τζαμπάτ αλ-Νούσρα, οι οποίες συνδέονται με τη χαοτική κατάσταση στο γειτονικό κεντρικό Ιράκ, την περιοχή των σουνιτών μουσουλμάνων. Οι οργανώσεις αυτές σταματούν το νομαδικό τζιχάντ ανά τον κόσμο και εγκαθίστανται σε περιορισμένες περιοχές τις οποίες ελέγχουν. Σκοπός τους είναι σε καταστάσεις χάους και διάλυσης των εθνικών κρατών να ενώσουν αυτούς τους εδαφικούς πυρήνες σε ένα μεγάλο «εμιράτο» του εξτρεμιστικά συντηρητικού Ισλάμ. Οι ομάδες αυτές αποτελούνται σε μεγάλο βαθμό από βετεράνους άλλων πολέμων από το Ιράκ, τη Λιβύη και την Υεμένη αλλά και από Σύρους εξτρεμιστές και χρηματοδοτούνται από ιδιωτικές κυρίως πηγές στις μοναρχίες του Κόλπου.
Η άλλη δύναμη είναι οι Κούρδοι, οι στρατιωτικές δυνάμεις των οποίων ελέγχουν μια εκτεταμένη ζώνη στη βορειοανατολική Συρία, στα ευαίσθητα σύνορα με το ιρακινό και το τουρκικό Κουρδιστάν. Η βασική πολιτική τους οργάνωση, το Κόμμα Δημοκρατικής Ενότητας (P.Y.D.), και η στρατιωτική της πτέρυγα έχουν ήδη από το 1980 αναπτύξει στενή σύνδεση με το P.K.K. στο τουρκικό Κουρδιστάν. Οι Κούρδοι της Συρίας βρίσκονταν πάντα στο περιθώριο του συριακού αραβικού εθνικισμού χωρίς πολιτικά και μειονοτικά δικαιώματα. Η δημιουργία μιας de facto αυτόνομης ζώνης, του Δυτικού Κουρδιστάν, όπως το ονομάζουν, που επικοινωνεί άμεσα με το ημιανεξάρτητο ιρακινό Κουρδιστάν και τις προβληματικές κουρδικές περιοχές της Τουρκίας, δημιουργεί νέα δεδομένα για μια συνολική διευθέτηση του κουρδικού προβλήματος.

Οι έριδες για την περιφερειακή ηγεμονία και τον έλεγχο της Συρίας
Απέναντι σε αυτή την εξέγερση βρίσκονται δύο συμμαχίες που ερίζουν για την περιφερειακή ηγεμονία μετατρέποντας τον συριακό εμφύλιο σε μια περιφερειακή σύγκρουση για τον έλεγχο της Συρίας. Είναι αξιοσημείωτο ότι οι ηγετικές δυνάμεις των δύο συμμαχιών δεν είναι, ίσως για πρώτη φορά στη σύγχρονη ιστορία της περιοχής, αραβικά κράτη. Πρόκειται για το Ιράν και την Τουρκία.
Το Ιράν θεωρεί τη Συρία ως το πιο ζωτικό στήριγμα της επιρροής του στη Μέση Ανατολή, τον ομφάλιο λώρο που το συνδέει με τη Χεζμπολλάχ και την πρόσβασή του στην ανατολική Μεσόγειο και την άμεση περιφέρεια του Ισραήλ. Σύμφωνα με Ιρανό στρατιωτικό, θα είναι πιο σημαντική για το Ιράν η απώλεια της Συρίας παρά μιας επαρχίας του με αραβικό πληθυσμό.
Η Τουρκία του A.K.P., από την άλλη, θεωρεί ότι μπορεί να αποτελέσει το μοντέλο διακυβέρνησης του μετριοπαθούς πολιτικού Ισλάμ και να συγκροτήσει μια στέρεη βάση ήπιας ισχύος στα ανερχόμενα σουνιτικά, κοινωνικά συντηρητικά μεσαία στρώματα σε όλη τη Μέση Ανατολή. Αυτή η βάση θα στηρίξει την τουρκική οικονομική διείσδυση και πιθανόν την περιφερειακή πολιτική ηγεμονία. Η συμμαχία αυτή περιλαμβάνει εναλλακτικά τη Σαουδική Αραβία και το Κατάρ, καθώς οι δύο αυτές πολύ πλούσιες αλλά στρατιωτικά αδύναμες χώρες διαγκωνίζονται για το ποια θα αποτελέσει τον «φάρο» του σουνιτικού Ισλάμ. Πολλοί πιστεύουν ότι η μόνη διέξοδος για τη Συρία θα ήταν ένα «νέο Τάεφ», μια περιφερειακή συνεννόηση με τη συμμετοχή τώρα της Σαουδικής Αραβίας, της Τουρκίας, της Ρωσίας, των Η.Π.Α. και του Ιράν.
Το Ισραήλ βλέπει ένα ηφαίστειο στα σύνορά του και βρίσκεται σε στρατηγική σύγχυση. Ο Μπασάρ ήταν, σύμφωνα με Ισραηλινούς αναλυτές, εξαρτημένος από το Ιράν, γι’ αυτό και επικίνδυνος, αλλά και μια ισλαμιστική κυβέρνηση στη Δαμασκό με τους τζιχαντικούς πυρήνες σε πλήρη δράση είναι εξίσου απευκταίο σενάριο. Οι Ισραηλινοί θα ήθελαν να επαναλάβουν για τον εμφύλιο στη Συρία αυτό που είπε για τον πόλεμο Ιράν-Ιράκ ο τότε πρωθυπουργός Γιτζάκ Σαμίρ: «Ευχόμαστε να νικήσουν και οι δύο». Αλλά η Συρία είναι μόλις μερικές δεκάδες χιλιόμετρα από το Τελ-Αβίβ. Βασική θέση των Ισραηλινών παραμένει πάντως ότι οποιαδήποτε εξέλιξη αποδυναμώνει αποφασιστικά το ασαντικό καθεστώς, προκαλεί μεγάλο πρόβλημα στο Ιράν και συνεπώς είναι καλοδεχούμενη.
Ποιο είναι όμως το βασικό διακύβευμα; Το αυταρχικό και πατερναλιστικό κράτος του αραβικού εθνικισμού στη Συρία και στο Ιράκ υπήρξε η μεγαλύτερη εγγύηση για τη μακροημέρευση των συνόρων που χάραξαν οι αποικιοκρατικές δυνάμεις στη Μεσοποταμία και την ανατολική Μεσόγειο. Συγκρατώντας τις εθνοθρησκευτικές διαφορές με έναν συνδυασμό ριζοσπαστικού αραβικού εθνικισμού, επιλεκτικών συμμαχιών, πελατειακών δικτύων και ωμού αυταρχισμού δίχως όρια, δημιουργούσαν μια αίσθηση σταθερών συνόρων και κίνησης προς την πολιτική και κοινωνική νεωτερικότητα. Τώρα αυτά τα σιδερένια καλούπια έσπασαν, η λάβα των κοινωνικών και εθνοθρησκευτικών διαχωρισμών τα ξεπερνά, ξεπερνώντας και τα σύνορα της Συρίας, του Ιράκ, του Λιβάνου, της Ιορδανίας και της Τουρκίας. Πώς θα στερεοποιηθεί αυτό το μάγμα που φέρνει παλαιά και νέα στοιχεία; Θα οδηγηθεί η περιοχή σε πολιτικές οντότητες όπως το Ιρακινό Κουρδιστάν; Βασισμένες στις εθνοθρησκευτικές ομάδες που μπορούν να ελέγξουν ως πλειονότητα μια συγκεκριμένη περιοχή; Χωρίς διεθνή αναγνώριση και επίσημη κυριαρχία αλλά ως κρατικές οντότητες υπό διαμόρφωση; Ένας νέος τύπος πολιτικής «κρατικής» οργάνωσης που θα συνδυάζει προνεωτερικά (εθνοθρησκευτικά) και μετανεωτερικά (σύνδεση με την παγκοσμιοποιημένη οικονομία) στοιχεία; Ή τελικά η νέα εγγύηση για τα παλαιά σύνορα θα είναι το πολιτικό Ισλάμ των Αδελφών Μουσουλμάνωνκαι του τουρκικού A.K.P.; Η λάβα είναι ακόμη ρευστή και καυτή και ίσως έτσι να εξηγείται η διστακτικότητα της Ουάσινγκτον και κυρίως η άρνηση των έμπειρων Βρετανών να επέμβουν.



.~`~.
Για περαιτέρω ιχνηλάτηση και πληρέστερη προοπτική

Στοιχεία ιστορίας και προοπτικής στην ανατολική Μεσόγειο.

$
0
0

Ένας χάρτης υποδεικνύει την πραγματική εγγύτητα ανάμεσα σε κοινωνίες που η πραγματικότητά τους παρουσιάζεται ως απόλυτα ξένη πρός την πραγματικότητα των άλλων. Φυσικά η συνηθισμένη πρακτική όσων έχουν επενδύσει στην απόλυτη ετερότητα τού έθνους τους σε σχέση με τα γειτονικά έθνη είναι να φροντίζουν να ονομάσουν την χώρα τους και το έθνος τους ως όριο ενός ευρύτερου πολιτισμικού χώρου, και αυτό έχει πολιτικές, πνευματικές και στρατηγικές συνέπειες (το τελευταίο συνοψίζει τα δύο προηγούμενα).


Η πραγματικότητα αυτής της ετερότητας μπορεί να στηριχθεί σε μια σειρά ιστορικών συντελεστών αλλά και σε οντολογικού τύπου προ-αποφασισμένες ιεραρχήσεις και αξιολογήσεις που δημιουργούν ιστορία και ετερότητες που σχηματίζονται λόγω των αποφάσεων.
Η ελλαδική κοινωνία και το νέο ελληνικό έθνος αποφάσισε ήδη από το τέλος της ανατολικής ελληνο-ρωμαϊκής αυτοκρατορίας πως αν είναι στην επιλογή της βούλησής του θα προτιμήσει την υπαγωγή του στον δυτικό πνευματικό και πολιτικο-οικονομικό χώρο. Η επιλογή της ορθόδοξης εκκλησίας αρχικά να προσαρμοστεί στην οθωμανική εξουσία ήταν επιλογή ανάγκης και επιβίωσης. Παρά την αντι-δυτική φλόγα που έκαιγε πάντα μέσα στην ορθόδοξη εκκλησία δεν υπήρξε ποτέ θέμα επιλογής του οθωμανισμού πέραν της ανάγκης της υποταγής. Η επιλογή της νέας ελληνικής κοινωνίας, ακόμα και όταν ήταν σε σπαργανώδη μορφή -πολύ πριν την αναγνωρίσουν οι διάφοροι "αντι-εθνικιστές" ιστορικοί, ήταν η πρόσβλεψη στην δύση. Και αυτή η απόφαση ήταν προϊόν τόσο της ήττας της ανατολικής ελληνο-ρωμαϊκής αυτοκρατορίας από την δύση όσον αφορά την συνέχιση της ρωμαϊκότητας και του αυτοκρατορισμού (ήττα που έλαβε σαφή στρατιωτικό και οικονομικό χαρακτήρα) όσο και της ήττας της από τους οθωμανούς που την διαδέχτηκαν αλλά καταστρέφοντας θεμελιώδεις της δομές και υποτάσοντας τον κεντρικό της εθνοτικό πυρήνα (Έλληνες και ελληνόγλωσσοι ρωμιοί - σε μια ασαφή ενότητα υπο την ηγεμονία του ελληνο-ανατολικού πολιτισμού).
Η επιλογή της δύσης έχει μεγάλο ιστορικό βάθος και στηρίχτηκε σε μεγάλο βαθμό στην αδυνατότητα συνύπαρξης της ανατολικής ελληνο-ρωμαϊκής αυτοκρατορίας με το Ισλάμσε όποια μορφή του, αδυνατότητα που έκανε αδιανόητη την όποια δυνατή σύνθεση ισλαμικού και χριστιανικού στοιχείου ή "εθνικού" και ισλαμικού "θρησκευτικού", όπως λόγου χάριν συνέβει στον ιρανο-περσικό κόσμο. Το αδιανόητο της δημιουργίας ενός ελληνο-ισλαμικού πολιτισμού ή της δημιουργίας ενός νέου θρησκευτικού παραδείγματος που θα υπερέβαινε τις δύο θρησκείες δημιουργώντας μια νέα προκλήθηκε από την επιθετικότητα του Ισλάμ και όχι από την αδυναμία τού ελληνο-ανατολικού κόσμου να χτίσει μια "αίρεση" που θα ξεπέρναγε τόσο το Ισλάμ όσο και τον χριστιανισμό, εφόσον οι ελληνικές παραδόσεις στην πραγματικότητα ήταν πάντα ζωντανές και σήμαιναν την απόλυτη υπεράσπιση ενός είδους αισθητικής πρόσληψης του κόσμου που δεν μπορούσε να υπάρξει χωρίς την εικονικότητα και την θεαμα-τικότητα ως θεμελιακό οντολογικό στοιχείο της. Ήδη από την εποχή της εικονομαχίας και την ήττα τής δυναστείας των Ισαύρων χάθηκε η δυνατότητα μιας σύνθεσης της ανεικονικότητας με την εικονιστική οντολογία, αφού μάλιστα η προσπάθεια αυτή μάλλον αναγκαστικά έγερνε προς την ασιατική "ανεικονικότητα" με θλιπτικό τρόπο.
Ο μοναδικός τρόπος να συντηρηθεί η ιδιοτυπία και η προσωπικότητα του ελληνικού λαού και της ρωμιοσύνης ήταν να ασκηθεί σε έναν διαρκή διμέτωπο αγώνα ενάντια στο Ισλάμ και την δύση, αλλά υπό το αναγκαστικό καθεστώς της στρατηγικής πρόσβλεψης προς την δύση. Αυτή η αμφίδρομη στρατηγική του ελληνισμού μετατράπηκε από στρατηγική βλέψη ενός ολόκληρου κόσμου με οικουμενικές βλέψεις σε στρατηγική επιβίωσης του νεοσύστατου έθνους. Οι καταιγιστικές αλλαγές στον δυτικό κόσμο έγειραν την πλάστιγγα προς την δύση εφόσον η ιστορική πρόοδος μεταφέρθηκε ολοκληρωτικά σε αυτήν, και ένας ευφυής λαός όπως ο νέος ελληνικός λαός δεν θα μπορούσε φυσικά να δομήσει και άλλες προοπτικές. Η μόνη μικρή διέξοδος τής αμφίδρομης στρατηγικής του ελληνισμού χτίστηκε σε σχέση με την Ρωσσία, που ενώ ήταν μια μη δυτική χώρα (με ασαφείς συγγένειες με την ορθόδοξη ελληνικότητα, φαντασιακού κυρίως χαρακτήρα) φαίνονταν να σύρεται, με τον δικό της ιδιόμορφο τρόπο, στην πρόοδο της δύσης, πράγμα που έδινε μια εγγύηση συνύπαρξης τής μη-δυτικότητας με την πρόοδο που έφερνε η δύση στον κόσμο.
Η παρακμή της οθωμανικής αυτοκρατορίας και του ισλαμικού κόσμου δημιούργησε στους έλληνες και τους ρωμιούς γενικότερα μια τεράστια ιστορική ευκαιρία να πάρουν πίσω την πολιτική και πολιτισμική θέση που θεωρούσαν πως τους ανήκει, αφού μάλιστα ακόμα και υπο το καθεστώς της υποταγής τους κατόρθωσαν να φτιάξουν αστική τάξη, διανόηση, και ένα πρόπλασμα πολιτικού μηχανισμού, πράγματα αδιανόητα για τους υπνωτισμένους -από την νοσηρή τους δόξα- οθωμανούς.
Όσο η δύση ανέβαινε τα σκαλοπάτια της παγκόσμιας κυριαρχίας ο ελληνισμός αντιλαμβανόμενος τις εξελίξεις "ποντάριζε" σε αυτή την άνοδο. Ο λάκκος των οθωμανών σκάβονταν ήδη από τον 17ο αιώνα, χωρίς αυτοί να μπορούν να αντιληφθούν το παραμικρό, αφού για αυτούς η ισλαμική τους ματαιοδοξία ήταν αρκετή για να μην αντιληφθούν την εκπαιδευτική και οικονομική ηγεμονία των ελλήνων υποτελών τους. Η αφέλεια και ανοησία των (προ-νεωτερικών) οθωμανών προβάλλεται τελευταία ως πολιτισμική ανεκτικότητα, αλλά είναι μάλλον σημείο της πλήρους απόσπασής τους από κάθε εξέλιξη στο παγκόσμιο σκηνικό πέρα από την καθαρά στρατιωτική και πολεμική τεχνική. Ό,τι είχε σχέση με την αιματοχυσία ήταν κατανοητό από τους οθωμανούς, η πολιτική σημασία του εμπορίου και των γραμμάτων ήταν εντελώς άγνωστα πράγματα. Ανάξιοι διάδοχοι του λαμπρού αραβικού και ιρανικού (ισλαμικού) πολιτισμού.
Ο κύβος είχε ριφθεί από πολύ παλιά. Η ατυχία για τους έλληνες, ρωμιούς, άραβες και πέρσες, ήταν πως η δύση στράφηκε τόσο έντονα στον νέο κόσμο (ανακάλυψη της αμερικανικής ηπείρου) που για ένα διάστημα σταμάτησε να ασχολείται κεντρικά με την συντριβή του οθωμανικού κράτους. Αν είχε καθυστερήσει η ανακάλυψη του νέου κόσμου η δύση ήδη από τον 17ο αιώνα θα είχε εξαφανίσει το κράτος αυτό και οι χριστιανικοί και μουσουλμανικοί λαοί θα εισέρχονταν στην ιστορική διεργασία από πολύ νωρίς.
Όταν η δύση επανήλθε στην ανατολική Μεσόγειο λόγω και της παρουσίας των Ρώσσων ως σημαντικής δύναμης ήδη είχε συντελεστεί μιά τεράστια πολιτική πολιτισμική και οικονομική καταστροφή, κυρίως του αραβικού κόσμου. Όσοι έχουν ιστορική γνώση μπορούν να εξηγήσουν στους οθωμανο-λάτρες πως ο κόσμος που πραγματικά καταστράφηκε από τους οθωμανούς ήταν ο αραβικός. Αυτό που βλέπουμε ακόμα και τώρα από αυτό τον κόσμο είναι τα συντρίμμια που άφησαν οι βάνδαλοι σφετεριστές του Χαλιφάτου.
Δεν θα αναφερθούμε τώρα στις ιστορικές εξελίξεις που σφράγισαν την περιοχή τής ανατολικής Μεσογείου μετά την καταστροφή τής οθωμανικής αυτοκρατορίας που είναι γνωστές και έχουν αναλυθεί με εμβρίθεια από πλήθος ιστορικών. Αυτό που μας ενδιαφέρει είναι να δούμε τις εναπομείνασες δυνατότητες μιας ευρύτερης πολιτικο-πολιτισμικής ενότητας του ανατολικο-μεσογειακού χώρου. Αυτή η ενότητα ήταν πάντα δύσκολη και δεν έχει επιτευχθεί ποτέ ως κάποια μορφή ενότητας μετά την κατάρρευση της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας και την εμφάνιση του Ισλάμ. Πάντα όμως υπήρχανε ουσιαστικές επαφές και πριν έρθουν οι σταυροφόροι και μετά οι τούρκοι είχαν αρχίσει να δημιουργούνται ισορροπίες και επαφές, που υπήρχανε ήδη και στις δυσκολότερες στιγμές τής σύγκρουσης των αράβων και των βυζαντινών. Η παρουσία των δυτικών δυνάμεων μπορεί να έσυρε όλο τον χώρο στην νεώτερη αστική εποχή αλλά προκάλεσε, με την συνεχή καταστροφική δράση των τούρκων, και τεράστια νέα χάσματα. Ο ελληνισμός κλείστηκε στο δυτικόφιλο και αρκετά συμπλεγματικό έθνος-κράτος του που είχε σημαντικές επιτυχίες ως προς την εσωτερική του συγκρότηση αλλά χάθηκαν σιγά σιγά όλες οι ελληνικές παροικίες και οι κοινότητες, οι τούρκοι οργανώθηκαν σε έναν φασιστικό εθνικισμό, τον κεμαλισμό, και οι άραβες στράφηκαν σε ένα μίγμα παναραβικού εθνικισμού (Μπάαθ) και φονταμενταλισμού (αδερφοί Μουσουλμάνοι, ουαχαμπίτες, τζιχαντιστές, σαλαφιστές).
Όλα αυτά είναι φαινόμενα που σχηματίστηκαν με άμεση συνέργεια των λαών και των κοινωνιών με τους δυτικούς επικυρίαρχους. Ακόμα και τα αντιδραστικά φονταμενταλιστικά φαινόμενα είναι προϊόντα τόσο της αποτυχίας του αραβικού και ιρανικού πολιτισμού όσο και της φασιστικής βίας του δυτικού κόσμου και των σιωνιστών τοποτηρητών του (με κάποιες δεκάδες-εκατοντάδες πυρηνικά όπλα στις αποθήκες των σιωνιστών). Για να μην μιλήσω για το αποκορύφωμα της ιδεολογικής αποτυχίας και διαστροφής που είναι ο κεμαλισμός, αλλά και ο "δικός" μας ηπιότερος μεν αλλά το ίδιο βλακώδης δυτικο-στραφής εθνικισμός.
Πως να μιλήσει κανείς για ενότητα σε όλο αυτό το μωσαϊκό καταστάσεων και ανασχέσεων στην ίδια την ψυχή της ανατολικής Μεσογείου;
Φυσικά μέσα σε αυτό το "ιστορικό" σκηνικό δεν θα ήταν καθόλου μα καθόλου υπερβολή αν λέγαμε πως οι μόνοι "κανονικοί" έλλογοι άνθρωποι υπήρξανε οι αριστεροί γενικά και ειδικά οι μαρξιστές-κομμουνιστές. Αλλά αυτό συνέβει με ένα τίμημα. Την απώθηση της ιστορίας ως πολιτικο-πολιτισμικού προβλήματος, ειδικά σε μια "οριακή" ζώνη.

Ιωάννης Τζανάκος
*
Αναδημοσίευση
από
Αυτοκαθορισμός

.~`~.
Για περαιτέρω ιχνηλάτηση και πληρέστερη προοπτική


`~.

Η «μεταμοντέρνα αυτοκρατορία» ή το «κοσμοπολίτικο κράτος» της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η ευρωπαϊκή οικοδόμηση και οι εθνικές στρατηγικές ασφάλειας των κρατών μελών της. Το μεταμοντέρνο ευρωπαϊκό περιβάλλον ασφάλειας, οι πλουραλιστικές και συγχωνευμένες κοινότητες ασφάλειας και οι αλλαγές στις γεωπολιτικές ισορροπίες της Ευρώπης.

$
0
0

.~`~.
I
Ευρωπαϊκή οικοδόμηση και οι εθνικές στρατηγικές ασφάλειας των κρατών μελών

α´
Το ΝΑΤΟ και η ΕΕ έχουν συγκεκριμένα δομικά χαρακτηριστικά, τα οποία επηρεάζουν με πολυδιάστατους τρόπους τις εθνικές στρατηγικές των κρατών-μελών τους. Οι υπέρμαχοι της ενοποίησης της ΕΕ τα τελευταία χρόνια αναφέρονται σε αυτήν ως το κυριότερο επίτευγμά του «μετανεωτεριστικού κόσμου». Η ΕΕ διαφοροποιείται τόσο από τα συμβατικά κράτη του «νεωτεριστικού κόσμου» όσο και από τον «προνεωτεριστικό κόσμο», δηλαδή από το χάος που προηγήθηκε του κράτους και έπεται των αυτοκρατοριών. Στην πραγματικότητα πρόκειται για μια ευρωκεντρική «ανάγνωση» της ιεραρχημένης ιμπεριαλιστικής δομής των τριών πυλώνων της Δύσης και του Τρίτο Κόσμου.
Η μεταμοντέρνα ΕΕ προσφέρει το όραμα μιας «συνεργατικής διακυβερνητικής οντότητας» με κοινό επίπεδο ελευθεριών και κοινή ασφάλεια, με μειωμένη εθνική κυριαρχία - στοιχείο που χαρακτήριζε όλες τις αυτοκρατορίες. Ένα τέτοιο μεταμοντέρνο μόρφωμα αποτελεί το πλαίσιο μέσα στο οποίο καμιά χώρα δεν κυριαρχεί και το οποίο γεννά αρχές που δεν είναι εθνικές αλλά νομικές. Πολύ συχνά οι διαφορές ανάμεσα στην Ευρώπη και στις ΗΠΑ ανάγονται σε διαφορές προτεραιοτήτων στην πολιτική, ή ακόμα και σε διαφορές συμφερόντων. Στην πραγματικότητα, οι διαφορές αυτές έχουν τις ρίζες στους στον τρόπο που οι δύο πυλώνες της Δύσης κατανοούν τις μελλοντικές οικονομικές εξελίξεις και τους όρους ασφάλειας που διαμορφώνονται στο διεθνές περιβάλλον.
Τα κράτη που συγκροτούν την ΕΕ έχουν διαμορφώσει το πρώτο «μεταεθνικό» διακυβερνητικό μόρφωμα στην παγκόσμια ιστορία. Αυτό το μόρφωμα αποκτά μια διακριτότητα μέσα από την χρήση πολλαπλών μέσων επηρεασμού, αποκλειόμενης, όσο είναι δυνατόν, της στρατιωτικής ισχύος. Αυτός ο τελευταίος αποκλεισμός προσδίδει ιδιαίτερη βαρύτητα στην εκτεταμένη χρησιμοποίηση της διπλωματίας' όχι ενός οποιουδήποτε είδους διπλωματίας, αλλά συγκεκριμένα της «κοσμοπολίτικης διπλωματίας» -σύμφωνα με οργανικούς διανοούμενους της ΕΕ-, η οποία προκύπτει από έναν νέο τρόπο κρατικής συγκρότησης. Μέχρι πρόσφατα αποτελούσε κανόνα η ταύτιση της έννοιας του κράτους με το «κράτος-επόπτη». Στην παγκόσμια ιεραρχία των κρατών οι ΗΠΑ, το κυρίαρχο «κράτος-επόπτης», είχαν τη δυνατότητα -και την ευκαιρία- να ελέγχουν τις διεθνείς εξελίξεις, ανεξαρτήτως αντιπάλων και δυσμενών πολιτικοκοινωνικών συγκυριών. Σε αντίθεση με το «κράτος-επόπτη», το «κοσμοπολίτικο κράτος» δεν προσπαθεί να αντιμετωπίσει τα προβλήματα μόνο στο επίπεδο της εμφάνισης τους (π.χ. τρομοκρατία) αλλά και στο επίπεδο της πρωταρχικής δημιουργίας τους. Αν τα παγκόσμια προβλήματα είναι δυσεπίλυτα στο επίπεδο του εθνικού κράτους, η κοινή συμπόρευση κρατικών οντοτήτων πολλαπλασιάζει και ανανεώνει τη δύναμη της πολιτικής να πείθει πολλαπλά ακροατήρια και να διαμορφώνει νέες διεθνείς καταστάσεις.
Μέσα από τις μακροχρόνιες διαδικασίες του ευρωπαϊκού state-building, η ΕΕ σχηματοποιήθηκε σε ένα «μεταμοντέρνο σύστημα», που είναι -τουλάχιστον για τους σχεδιαστές του- περισσότερο μεταεθνικό παρά υπερεθνικό.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι μια κοινότητα κρατών που θεωρεί ότι ο πόλεμος -μέσα από την τραυματική ευρωπαϊκή εμπειρία των δύο παγκόσμιων πολέμων- αποτελεί αποτυχία της πολιτικής. Οι Ευρωπαίοι τείνουν να αντιλαμβάνονται το δικό τους μεταμοντέρνο σύστημα ως μέρος ενός γενικότερου συστήματος, στο οποίο η έννοια του συσχετισμού δυνάμεων πρέπει να αντικατασταθεί από έννοιες όπως η «απόρριψη της ισχύος» και η «αυτοεπιβαλλόμενη συμπεριφορά». Αυτό τους οδηγεί στην απόρριψη του κλασικού raison d'étatαπό την εποχή του Μακιαβέλλι, δηλαδή της αποτελεσματικότητας -άρα, εν πολλοίς, και της μη ηθικής- της λειτουργίας του κράτους, και στην αντικατάσταση του από την συνειδησιακή ηθική στις διεθνείς υποθέσεις.

---------------------------------------------------------------
Σύμφωνα με τον μύθο, ο οποίος τροφοδοτεί τους πανηγυρικούς λόγους των Ευρωπαίων πολιτικών, οι λαοί της ευρωπαϊκής ηπείρου, διδαγμένοι από τις πικρές εμπειρίες, μπήκαν επιτέλους στον δρόμο της λογικής και ενσάρκωσαν σε οικονομικούς και πολιτικούς θεσμούς τη βούλησή τους για ειρηνική συμβίωση. Η εδραίωση των θεσμών τούτων ισοδυναμεί λοιπόν με εργασία προς χάριν της ειρήνης, ενώ η υπονόμευσή τους με την επιστροφή σε εποχές απαίσιας μνήμης. Ο μύθος τούτος είναι αυτάρεσκος... Όποιος θεωρεί ότι εδώ πρυτάνευσε ο ειρηνόφιλος Λόγος, είναι απροετοίμαστος απέναντι σε άσχημες εξελίξεις εντός της Ευρώπης και επι πλέον εκτίθεται στον κίνδυνο να επεκτείνει αυτή του τη θεώρηση σε ολόκληρο το πλανητικό τοπίο, δηλαδή να αποδώσει στην Ευρωπαϊκή Ένωση χαρακτήρα προτύπου και να προσδοκά την λύση των παγκόσμιων προβλημάτων από ένα παγκόσμιο κράτος, το οποίο θα στηριζόταν στη συναίνεση και θ' αποτελούσε μιαν Ευρωπαϊκή Ένωση In magno...
Ο εν μέρει οικουμενιστικός-ηθικολογικός και εν μέρει οικονομιστικός τόνος, που δεσπόζει στη σημερινή εξωτερική πολιτική της Γερμανίας, στην πραγματικότητα αποτελεί μια καινούργια παραλλαγή της παλαιάς φυγής προς την απλούστευση, μιαν άλλη έκφραση της ίδιας παλιάς αμηχανίας μπροστά τον άπειρα περίπλοκο χαρακτήρα της πολιτικής –μόνο που τώρα έχουν αντιστραφεί τα πρόσημα. Η πεισματική στροφή προς τον ηθικό και οικονομικό παράγοντα έχει ως σκοπό της, όπως νομίζεται, την οριστική αποκοπή από την «πολιτική της ισχύος», ενώ η ευημερία των τελευταίων σαράντα ετών φαίνεται να αποδεικνύει, προς γενική ικανοποίηση, ότι η ηθική δεν ωφελεί μόνον την ψυχή αλλά και την κοιλιά. Ωστόσο η διχοτομία μεταξύ οικονομίας και πολιτικής παραμένει πλασματική κατασκευή, εφ’ όσον η οικονομία αφορά, το ίδιο όπως και η πολιτική, συγκεκριμένες σχέσεις συγκεκριμένων ανθρώπων· η πολιτική που έχει μετατραπεί σε οικονομία δεν είναι λιγότερο πολιτική από την πολιτική που μετατρέπεται σε θεολογία, ηθική και αισθητική. Αν λοιπόν η γερμανική πλευρά θέλει μεν την ευρωπαϊκή ενοποίηση, όμως τη θέλει κυρίως για λόγους οικονομικής αποτελεσματικότητας, θα πρέπει να γνωρίζει ότι μια τέτοια ενοποίηση μπορεί να οξύνει τους οικονομικούς αγώνες κατανομής και ανακατανομής. Το οικονομικό στοιχείο, το οποίο σήμερα εκθειάζεται ως πανάκεια κατά της πολιτικής της ισχύος και του εθνικισμού, θα αποδειχθεί τότε αγωγός ακριβώς τέτοιων βλέψεων και τάσεων.
---------------------------------------------------------------

β´
Το ευρωπαϊκό εγχείρημα εδράζεται σε μια νέα αρχή: ασφάλεια μέσω της διαφάνειας και διαφάνεια μέσω της αλληλεξάρτησης. Πρόκειται για μια ενδο-ευρωπαϊκή διαδικασία που προϋποθέτει ότι το μεγαλύτερο μέρος της κοινής ευρωπαϊκής άμυνας και ασφάλειας εξασφαλίζεται από τις ΗΠΑ. Με αυτά τα δεδομένα, η έννοια της αλληλεξάρτησης (δηλαδή οι δεσμοί δια των οποίων η Ευρώπη συνδέεται με το γεωοικονομικό της περίγυρο μέσα από συμφωνίες, καθεστώτα εμπορικών προτιμήσεων και τη διαδικασία συμμετοχής στην ΕΕ) αποτελεί καθαυτή μια επεκτατική τάση, που σπρώχνει τα σύνορα της ΕΕ προς την Ανατολή, τη Ρωσία, την Ουκρανία, τα Βαλκάνια, τις παρυφές της Ευρασίας και τη Μεσόγειο.
Ο συναινετικός τρόπος λήψης αποφάσεων στην ΕΕ παράγει διακριτά αποτελέσματα, που επηρεάζουν τις εθνικές ταυτότητες και ιδέες, αν αυτές οι αποφάσεις σχετίζονται με την εξωτερική πολιτική και την πολιτική άμυνας και ασφάλειας. Πρόκειται για διαδικασίες διαμόρφωσης συλλογικής μνήμης, βασισμένες σε συμβολισμούς και μύθους που σχετίζονται με το τι πρέπει να κάνει η Ευρώπη στον κόσμο. Το παρελθόν, δηλαδή το τι έκανε στον κόσμο η Ευρώπη, χρησιμοποιείται μόνον ως αφανές υπόβαθρο, σαν μια συνιστώσα της συλλογικής μνήμης που αδυνατίζει με το πέρασμα των χρόνων.
Οι εξελίξεις αυτές καθιστούν ιδιαίτερα δύσκολη για τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις την πιθανότητα κινητοποίησης της κοινής γνώμης για στρατιωτικές επιχειρήσεις, ακόμη περισσότερο στο βαθμό όπου οι τελευταίες ταυτίζονται με τη συνήθη και επαναλαμβανόμενη πρακτική των ΗΠΑ, η οποία σφραγίζει την ταυτότητα τους - κάτι που δεν ταιριάζει με την αναδυόμενη «μεταμοντέρνα» ταυτότητα της ΕΕ.
Είτε στο επίπεδο των κρατών-μελών είτε στο επίπεδο της ΕΕ, η συναινετική πολιτική κάνει τη διάκριση μεταξύ «φίλου» και «εχθρού» εξαιρετικά δυσχερή. Σε γενικές γραμμές, η ΕΕ φαίνεται να διαμορφώνεται σε μια «δημοκρατική κοινότητα χωρίς εχθρούς». Στην πραγματικότητα, πρόκειται για ψευδαίσθηση, στο βαθμό όπου εθνικές διαφοροποιήσεις στα κράτη-μέλη εξακολουθούν να υπάρχουν, ενώ δεν υφίσταται κανένας μηχανισμός που να μπορέσει να αποτρέψει αυτές τις αντιθέσεις από το να γίνουν ανταγωνιστικές. Πολύ περισσότερο, η κατάσταση στα Βαλκάνια και στην Ανατολική Μεσόγειο παραμένει τεταμένη, εφόσον τα εθνικά προβλήματα μεταξύ κρατών δεν μπορούν εύκολα να διευθετηθούν. Οι οπαδοί της θεωρίας για τη δημοκρατική ειρήνη εξακολουθούν να υποστηρίζουν ότι είναι εξαιρετικά δύσκολο στο επίπεδο των εθνικών κρατών να κινητοποιηθεί ο λαϊκός παράγοντας υπέρ οποιασδήποτε πολεμικής λύσης. Αυτό ισχύει θεωρητικά ακόμη περισσότερο για τις ευρωπαϊκές «μεταεθνικές» κοινωνίες, που εμφανίζουν αποδυνάμωση της εθνικής τους ταυτότητας -προς το παρόν εξακολουθούν να υπερισχύουν οι εθνικισμοί, όπως δείχνουν οι πολιτικές προστατευτισμού ή ατομικής διάσωσης που επιλέγουν οι μεγάλες δυνάμεις της ΕΕ, αλλά και ιδιαίτερη ευαισθησία στις αντιδράσεις της παγκόσμιας κοινής γνώμης.
Βέβαια, ο δια ομοφωνίας τρόπος λήψης αποφάσεων της ΕΕ -ο οποίος αλλάζει με την επικύρωση της Συνθήκης της Λισσαβόνας- της στερεί το δυναμισμό αυτού που στις ΗΠΑ αποκαλούν «υπεροχή της απόφασης». Αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό, γιατί, αν (σύμφωνα με το κυρίαρχο τρόπο ανάλυσης των διεθνών σχέσεων) ζούμε σε μια περίοδο κινδύνων και όχι απειλών, η δυνατότητα χρησιμοποίησης της «υπεροχής της απόφασης» μπορεί να κάνει τη διαφορά ανάμεσα στην επιτυχία και την αποτυχία κατά τη διαδικασία διαχείρισης κινδύνων.
Αυτή η μετάβαση από την αντιμετώπιση απειλών στην αντιμετώπιση κινδύνων έχει επηρεάσει καθοριστικά τις απόψεις των ΗΠΑ και της Ευρώπης στα θέματα άμυνας και ασφάλειας. Μπορούμε να διακρίνουμε τριά βασικά χαρακτηριστικά στο θέμα της αντιμετώπισης κινδύνων: πρώτον, ότι ο εχθρός είναι κινητικός και απεδαφικοποιημένος' δεύτερον, ότι η έννοια της συμμαχίας ή της συμμετοχής σε μια κοινότητα άμυνας και ασφάλειας είναι μεταβλητή και όχι σταθερή' και, τρίτον, ότι οι συμμαχίες συγκροτούνται γύρω από αφαιρέσεις, γύρω από γενεσιουργούς διαδικασίες (π.χ. «τρομοκρατία», οργανωμένο έγκλημα, οικολογική καταστροφή κ.λπ.) και όχι γύρω από συγκεκριμένες απειλές. Ακόμη και στο νέο πλαίσιο διεθνούς ασφάλειας χρειάζεται η ισχύς του παγκόσμιου ηγεμόνα προκειμένου να εξασφαλισθεί η λειτουργία του παγκόσμιου συστήματος ισορροπιών. Μόνο μέσα στο πλαίσιο αυτό μπορεί να λειτουργήσει ένα μεταεθνικό μόρφωμα, μια «μεταμοντέρνα αυτοκρατορία» -όπως θέλουν να την προσδιορίζουν οι εμπνευστές της-, η οποία θα ενσωματώνει τα ανθρώπινα δικαιώματα και τις αξίες του κοσμοπολιτισμού, όπως ισχύει στην περίπτωση της ΕΕ.
Βέβαια, και οι ΗΠΑ αποδέχονται τις ίδιες αξίες και αρχές, αλλά τις μετατρέπουν με διαφορετικό τρόπο σε πολιτική. Η ευρωπαϊκή αποστροφή προς τον πόλεμο δεν σημαίνει ότι η ΕΕ έχει αποποιηθεί των δικαιωμάτων της να ασκεί αστυνόμευση. Μόνο που η αστυνόμευση συνήθως έπεται στρατιωτικών επιχειρήσεων τις οποίες κατά κανόνα, πραγματοποιούν οι ΗΠΑ.
Στο πλαίσιο αυτό, οι διαδικασίες «peacekeeping» και «peace enforcement» αντιπροσωπεύουν ό,τι ονομάζουμε «ήπια εξισορρόπηση», σε αντίθεση με τη «σκληρή εξισορρόπηση» που αντιπροσωπεύει η λογική των ΗΠΑ για προσφυγή σε στρατιωτικές λύσεις και πολέμους. Οι πολεμικές λύσεις, υποστηρίζεται ότι αποτελούν παρελθόν για την Ευρώπη και δεν έχει ιδιαίτερη σημασία για αυτήν η σκληρή αντιπαράθεση με τις ΗΠΑ. Αυτό που έχει ιδιαίτερη σημασία για τους Ευρωπαίους είναι η προώθηση ενός εναλλακτικού μοντέλου οργάνωσης των διεθνών σχέσεων: ενός «μεταεθνικού» μοντέλου...


.~`~.
II
Το μεταμοντέρνο ευρωπαικό περιβάλλον ασφάλειας
οι πλουραλιστικές και οι συγχωνευμένες κοινότητες ασφάλειας

α´
Την περίοδο 1991-1992 το ευρωπαϊκό περιβάλλον ασφάλειας υπέστη μια θεσμική αλλαγή. Η κατάρρευση της ΕΣΣΔ και η διάλυση του Συμφώνου της Βαρσοβίας σηματοδότησαν τον τερματισμό της άμεσης συμβατικής απειλής ενάντια στη Δύση. Το τέλος του Ψυχρού Πολέμου σήμανε και την εξάλειψη της ανάγκης για την ύπαρξη και λειτουργία μιας παραδοσιακής στρατιωτικής συμμαχίας. Αυτό δεν συνέβη ποτέ γιατί ο στρατιωτικός παράγοντας είναι καθοριστικός για την αναπαραγωγή της αμερικανικής πρωτοκαθεδρείας στο χώρο της Δύσης, καθώς και για τη διατήρηση εκμετάλλευσης του Τρίτου Κόσμου. Το ΝΑΤΟ με τη νέα Στρατηγική Αντίληψη, η οποία εγκρίθηκε στη σύνοδο της Ρώμης, εισήλθε σε μια νέα εποχή, αυτήν της μεταμοντέρνας κοινωνικής πραγματικότητας. Το ΝΑΤΟ, ως μια κοινότητα ασφάλειας, αποτελεί έναν από τους αποτελεσματικότερους μηχανισμούς του δυτικού κόσμου για την παραγωγή άμυνας, ασφάλειας και σταθερότητας στο νέο, μεταμοντέρνο περιβάλλον ασφάλειας. Την ίδια περίοδο, η υιοθέτηση από τις ευρωπαϊκές χώρες της Συνθήκης του Μάαστριχ έθετε σε κίνηση τη διαδικασία δημιουργίας της ΕΕ, η οποία θα αποτελούσε μιαν άλλη δυνητική κοινότητα ασφαλείας.
Η κοινότητα ασφάλειας είναι μια έννοια η οποία χρησιμοποιείται συστηματικά στους ευρωατλαντικούς κύκλους από τη δεκαετία του '50. Σε γενικές γραμμές, οι φιλελεύθερες δημοκρατικές κοινότητες ασφάλειας ακολουθούν τις βασικές ιδέες περί καντιανής ειρήνης, μέσω μιας επεκτεινόμενης εθελοντικής σύμπραξης διαφόρων κρατών. Η έννοια της κοινότητας ασφάλειας φαίνεται να ταιριάζει ακόμη περισσότερο μέσα στο μεταμοντέρνο περιβάλλον ασφάλειας, στο βαθμό όπου ένα σύνολο αλληλεπικαλυπτόμενων κοινοτήτων ασφάλειας μπορεί να παρέχει μόνιμη ειρήνη μεταξύ των επιμέρους κρατών.
Οι κοινότητες ασφάλειας διακρίνονται στις πλουραλιστικές και στις συγχωνευμένες. Τα επιμέρους χαρακτηριστικά μιας συγχωνευμένης αμυντικής κοινότητας περιλαμβάνουν: 1) κοινές αξίες - πολιτικές, οικονομικές, θρησκευτικές' 2) κοινή αίσθηση του «εμείς»' 3) ίδιο τρόπο ζωής' 4) ύπαρξη ηγετικών παραγόντων/ομάδας' 5) υψηλή οικονομική ανάπτυξη' 6) θετικές προσδοκίες για τα πλεονεκτήματα της ολοκλήρωσης' 7) εκτεταμένες συναλλαγές και επικοινωνία' 8) διεύρυνση των κυρίαρχων ελίτ' 9) σταθερούς δεσμούς μεταξύ των ελίτ διαφορετικών κρατών' 10) υψηλή γεωγραφική κινητικότητα του πληθυσμού. Μια πλουραλιστική αμυντική κοινότητα χαρακτηρίζεται από: 1) κοινές φιλελεύθερες δημοκρατικές αξίες και και κοινή ταυτότητα' 2) σύνθετη αλληλεπίδραση μεταξύ των μελών' 3) στοιχεία της δημοκρατικής ειρήνης' 4) στρατηγική συμπράξεων και συνεργασιακές ρυθμίσεις ασφάλειας' 5) συλλογική άμυνα και συλλογικούς μηχανισμούς ασφάλειας για την επίλυση κρίσεων. Ενώ και οι δύο βασίζονται στις αρχές της δημοκρατικής ειρήνης, στις πλουραλιστικές κοινότητες τα κράτη διατηρούν την εθνική τους κυριαρχία, ενώ στις συγχωνευμένες κοινότητες διαμορφώνονται διάφοροι ενοποιητικοί μηχανισμοί, στους οποίους εκχωρούνται τομείς της εθνικής κυριαρχίας - ο βαθμός αυτής της εκχώρησης εξαρτάται από τη συνολική ισχύ κάθε χώρας.
Με τα δεδομένα αυτά, το ΝΑΤΟ έχει τα χαρακτηριστικά μια πλουραλιστικής κοινότητας ασφάλειας, ενώ η ΕΕ μετεξελίσεται σταδιακά σε μια συγχωνευμένη κοινότητα ασφάλειας. Βέβαια, κάτω από τις συνθήκες της μεταμοντέρνας θεσμικής οικοδόμησης, οι διαφορές μεταξύ των συγχωνευμένων και πλουραλιστικών κοινοτήτων ασφάλειας τείνουν να εξαλειφθούν, αν και η διαδικασία αυτή είναι συχνά μακροχρόνια.

β´
Με δεδομένο ότι η δημοκρατική ειρήνη αποτελεί τον συνεκτικό κρίκο μέσα στα πλαίσια των πλουραλιστικών κοινοτήτων ασφάλειας -αλλά και των αντίστοιχων συγχωνευμένων- ο πόλεμος μεταξύ των μελών της κοινότητας θεωρείται αδιανόητος. Όπως όμως έχει δείξει η εμπειρία της στάσης του ΝΑΤΟ για μη εμπλοκή στην περίπτωση τουρκικής επίθεσης εις βάρος της Ελλάδας -μια στάση η οποία έχει μεταφερθεί και στη συνθήκη της Λισσαβόνα- ο πόλεμος μεταξύ των μελών μιας κοινότητας δεν πρέπει να θεωρείται απίθανος.
Η σύνθετη αλληλεξάρτηση αποτελεί άλλο ένα σημαντικό χαρακτηριστικό των μεταμοντέρνων κοινοτήτων ασφάλειας. Η σύνθετη αλληλεξάρτηση μπορεί να περιγραφεί σαν ένα σύνολο διαύλων που συνδέουν τις κοινωνίες, απουσία της χρήσης βίας μεταξύ των κρατών, αποδοχή κοινών αξιών (στην περίπτωση των χωρών της Δύσης η αναφορά γίνεται στις αξίες της φιλελεύθερης αστικής δημοκρατίας και της ελεύθερης λειτουργίας της αγοράς) καθώς και η απουσία ιεράρχησης και αξιολόγησης ζητημάτων. Οι χώρες αυτές ακολουθούν τις αρχές της συλλογικής άμυνας, γιατί, λόγω της αλληλεξάρτησης τους, οποιαδήποτε επίθεση εναντίον ενός μέλους της κοινότητας επηρεάζει σοβαρά την ασφάλεια αλλά και τα συμφέροντα των άλλων μελών της κοινότητας (σε συγκεκριμένες περιπτώσεις η επίθεση αυτή δεν χρειάζεται να είναι εξωτερική' και οι εσωτερικές αναταράξεις, επαναστατικές κινήσεις κ.λπ. αντιμετωπίζονται με την ίδια λογική, κυρίως στην περίπτωση των χωρών της ΕΕ).
Κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου υπήρχε μια ευρύτερη συναίνεση μεταξύ των κυρίαρχων πολιτικοστρατιωτικών ελίτ ότι ο όρος «ασφάλεια» σήμαινε εθνική ασφάλεια, δηλαδή το συμφέρον και την επιβίωση του κράτους. Σήμερα, οι μεταμοντέρνες κοινότητες ασφάλειας κατανοούν την ασφάλεια ως ανθρώπινη ασφάλεια. Η έννοια της ανθρώπινης ασφάλειας μπορεί να καθορισθεί με τους όρους: 1) οικονομική ασφάλεια' 2) περιβαλλοντική ασφάλεια' 3) ασφάλεια τροφής' 4) ασφάλεια συνθηκών υγείας' 5) προσωπική ασφάλεια' 6) κοινοτική ασφάλεια' και 7) πολιτική ασφάλεια. Οι τρείς διαφορετικές συναθροιστικές έννοιες της ανθρώπινης ασφάλειας -τα δικαιώματα και η εφαρμογή του νόμου, η ασφάλεια των ανθρώπων και η διατηρήσιμη ανάπτυξη- χαρακτηρίζονται από διαφορετικές αντιλήψεις για το τι συνιστά τη μεγαλύτερη απειλή στην ανθρώπινη ασφάλεια. Ο «πόλεμος κατά της τρομοκρατίας», ο οποίος ξεκίνησε μετά τα γεγονότα της 11ης Σεπτεμβρίου 2001, επηρέασε με συγκεκριμένους τρόπους την περαιτέρω ανάπτυξη των μεταμοντέρνων κοινοτήτων ασφάλειας στην Ευρώπη. Πρέπει να σημειωθεί ότι η αρχή της συλλογικής άμυνας και το άρθρο 5 του Καταστατικού του ΝΑΤΟ χρησιμοποιήθηκαν για πρώτη φορά όχι με την παραδοσιακή τους έννοια, δηλαδή ενάντια σε συγκεκριμένο εχθρό, αλλά ως μέσο συλλογικής ασφάλειας. Η 11η Σεπτεμβρίου συμβολίζει επίσης την επανένωση (μετά την ενδοσκόπηση στη δεκαετία του '90) της φιλελεύθερης -και νεοφιλελεύθερης- Δύσης, στο βαθμό όπου η εκστρατεία απέναντι στη «διεθνή τρομοκρατία» έλαβε την ομόφωνη έγκριση των δυτικών κυβερνήσεων...
Στο σημείο αυτό θα πρέπει να επισημάνουμε ορισμένες συγκεκριμένες αντιφάσεις του γενικότερου πλαισίου επίλυσης διαφορών. Εδώ και λίγα χρόνια αναπτύσσεται μέσα στα πλαίσια της ΕΕ η αντίληψη της «Ευρώπης ως κανονιστικής δύναμης». Πρόκειται περισσότερο για μια ιδεολογική κατασκευή, παρά για ένα αντικειμενικό γεγονός. Σύμφωνα με αυτή, η ισχύς της «Ευρώπης ως κανονιστικής δύναμης» βρίσκεται στις αλλαγές που μπορεί να επιβάλλει σε τρίτα μέρη, εν μέρει λόγω του ηγεμονικού της στάτους. όπως επισημάναμε, η ιδέα ότι η ευρωπαϊκή ολοκλήρωση και η ίδια η ΕΕ αποτελούν μια θετική δύναμη για την επίλυση και υπέρβαση των συγκρούσεων, υπάρχει από την αρχή της διαμόρφωσης του ευρωπαϊκού σχεδίου. Το ερώτημα είναι αν αυτή η ιδεολογική κατασκευή της ΕΕ ως κανονιστικής δύναμης της επιτρέπει να έχει επιτυχείς επεμβάσεις σε διεθνείς συγκρούσεις. Βέβαια, αυτή η ιδεολογική κατασκευή δεν είναι πάντα αποδεκτή από τους εμπλεκόμενους στις διεθνείς συγκρούσεις και μπορεί να χρησιμοποιηθεί με διαφορετικούς τρόπους από τα αντιτιθέμενα μέρη.


.~`~.
III
Αλλαγές στις γεωπολιτικές ισορροπίες της Ευρώπης

Την τελευταία δεκαετία του 20ού αιώνα, και ως αποτέλεσμα της κατάρρευσης του Υπαρκτού Σοσιαλισμού, εμφανίζονται μεγάλες αλλαγές στη διάταξη των κρατών και στις ισορροπίες της Ευρώπης.
Πρώτον, η αύξηση του αριθμού των ευρωπαϊκών κρατών ως αποτέλεσμα της διάλυσης της ΕΣΣΔ, της Γιουγκοσλαβίας και της Τσεχοσλοβακίας διαμόρφωσε μια νέα ευρωπαϊκή αρχιτεκτονική.
Δεύτερον, τα ανατολικά σύνορα της ΕΕ έχουν μετατοπισθεί, προσεγγίζοντας τη Ρωσία, ως αποτέλεσμα της τελευταίας διεύρυνσης της ΕΕ, και θα μετατοπισθούν ανατολικότερα, αν ενσωματωθεί η Ουκρανία στους δυτικούς θεσμούς.
Τρίτον, το γεωσύστημα του Καυκάσου αποκτά μια διαφορετική δυναμική. Εκ των τεσσάρων χωρών που το απαρτίζουν -Ρωσία, Αρμενία, Γεωργία, Αζερμπαϊτζάν- τουλάχιστον μια, η Γεωργία, αποτελεί σταθερή υποψήφιο προς ένταξη στο ΝΑΤΟ, αν και η προοπτική αυτή έχει περιορισθεί μετά τη σύγκρουση με τη Ρωσία τον Αύγουστο του 2008. Στο βαθμό όπου το γεωσύστημα του Καυκάσου αποτελεί ενιαία γεωγραφική ενότητα με την Τουρκία -της οποίας οι ενταξιακές διαπραγματεύσεις με την ΕΕ έχουν ήδη αρχίσει (ασχέτως της διάρκειας των διαπραγματεύσεων, και της κατάληξης τους)- η Τουρκία θα αποκτήσει μια μορφή σχέσης με την ΕΕ και κατά πάσα πιθανότητα θα ενσωματωθεί στην Ευρωπαϊκή Άμυνα, με το ανατολικό όριο της Ευρώπης και του ΝΑΤΟ να μετατίθεται στον άξονα Καυκάσου-Τουρκίας [«συνορεύοντας» έτσι με τη Ρωσία και το Ιράν, ενώ παράλληλα με ενδεχόμενο έλεγχο της Συρίας, η Μεσόγειος μετατρέπεται σε ΝΑΤΟική Λίμνη].
Τέταρτον, ανεξαρτήτως των όποιων εξελίξεων στο Ιράκ και της σχέσης της ΕΕ, του ΝΑΤΟ και των ΗΠΑ με αυτές, το νέο ανατολικό όριο της Ευρώπης έχει ήδη μετατεθεί στην Ανατολική Μεσόγειο. Επομένως, η Νοτιοανατολική Ευρώπη δεν είναι πλέον τα Βαλκάνια, αλλά η Γεωργία, η Αρμενία, το Αζερμπαϊτζάν, η Τουρκία και η Κύπρος. Η Ελλάδα και το σύνολο των Βαλκανίων αποτελούν το νοτιότερο τμήμα του άξονα της κεντρικής Ευρώπης. Πρόκειται για το πλέον ασταθές ευρωπαϊκό γεωσύστημα, στο βαθμό όπου σε αυτό εμφανίζονται σημεία τριβής μεταξύ των αμερικανικών και γερμανικών συμφερόντων, και δεν αναμένεται να σταθεροποιηθεί σύντομα παρά την ένταξη της Βουλγαρίας και της Ρουμανίας.

Κόκκινο - Η.Π.Α, Μπλε - Γαλλία, Μαύρο - Γερμανία, Πράσινο - Ρωσία
Κλικ στην εικόνα για μετάβαση

Σε γενικές γραμμές θα πρέπει να παρατηρήσουμε ότι η βασική στρατηγική των ΗΠΑ για τον έλεγχο της Ρωσίας εξακολουθεί να είναι βασισμένη περισσότερο στη ναυτική ισχύπαρά στην αντίστοιχη χερσαία. Αυτό μεταφράζεται με όρους παραδοσιακής γεωπολιτικής αντίληψης, στη συνέχεια του ελέγχου των παρυφών (ή των «κρηπιδωμάτων») της Ευρασίας. Ο έλεγχος των παρυφών γίνεται αποτελεσματικότερος δια του ειδικότερου ελέγχου από τις ΗΠΑ των πέντε θαλασσών της Ευρώπης: της Βόρειας Θάλασσας, της Βαλτικής, της Δυτικής Μεσογείου, της Ανατολικής Μεσογείου και της Μαύρης Θάλασσας.


Ο έλεγχος αυτών των θαλασσών, εκτός από την αυτόνομη γεωστρατηγική του διάσταση -διασφαλισμένος από τον 2ο και τον 6ο Ναυτικό Στόλο των ΗΠΑ καθώς και από τις δυνάμεις των νατοϊκών χωρών-μελών- συμβάλλει στη διασφάλιση των προϋποθέσεων για μια μελλοντική πρόσβαση των δυνάμεων της Δύσης στην Κασπία Θάλασσα, τον κυριότερο κόμβο ενεργειακών αποθεμάτων στην καρδιά της Ευρασίας [Η Κασπία έχει σύνορα με τη Ρωσία, το Καζακστάν, το Αζερμπαϊτζάν, το Τουρκμενιστάν και το Ιράν].


Βαγγέλης Χωραφάς - Λευτέρης Ρίζας

Στη λεγόμενη «μεταμοντέρνα και απεδαφικοποιημένη» γεωπολιτική θα αναφερθώ σε επόμενη ανάρτηση.

.~`~.
Για περαιτέρω ιχνηλάτηση και πληρέστερη προοπτική

...

$
0
0

Δεν υπήρξαν ποτέ, παρά μονάχα μέχρι πρόσφατα, άνθρωποι που να χρησιμοποιούν τον λεγόμενο «ρεαλισμό» και να μην ποθούν την αλήθεια και την ελευθερία, την ανεξαρτησία. Όλοι οι λεγόμενοι «ρεαλιστές», ιστορικά, ήταν λάτρες της ελευθερίας και της αλήθειας. Σχετικά πρόσφατα ξεφύτρωσαν τα «ρεαλιστικά» φυντάνια που δεν τους προβληματίζει ούτε η αλήθεια ούτε η ελευθερία. Όπως, αντίστοιχα συμβαίνει και με ένα συγκεκριμένο τρόπο επίκλησης της μεσότητας από ανθρώπους αλαζόνες που δεν σχετίζονται κατά κανέναν τρόπο με την αρετή και την ευδαιμονία -αλλά με στρεβλωμένους ωφελιμισμούς και ηδονίζοντες ψευδοορθολογισμούς.
Εάν επικρατούσε το πνεύμα του Θουκυδίδη και η μεσότητα του Αριστοτέλη δεν θα βρισκόμασταν εδώ και δεν θα ασχολούμασταν μέ όσες και όσους τωρινά επικαλούνται κάποιον «ρεαλισμό», με τον οποίο θα χαμογέλαγε ο Θουκυδίδης, και κάποια «μεσότητα», την οποία πιθανόν θα χλεύαζε ο Αριστοτέλης.
Άλλα κάτι τέτοιο δεν θα μπορούσε να συμβεί, γιατί οι τωρινοί σκέφτονται με βάση τα «ρεάλια» και δεν σέβονται αντιλαμβανόμενοι τη διάκριση της αρχής της χρήσης και της αρχής του κέρδους' και τα δύο αυτά, αποτέλεσαν τα κλειδιά για έναν ριζικά διαφορετικό πολιτισμό.

.~`~.

Ανθρωποποίηση.

$
0
0

Τα όρια και το χάος των θεωριών. Η Ελλάδα και η Κύπρος από τη σκοπιά των σύγχρονων θεωριών. Ρεαλισμός, κανονιστική τοποθέτηση, δομισμός, θεωρία της εξάρτησης, ανάλυση παγκόσμιων συστημάτων, πλουραλισμός, κονστρουκτιβισμός, θετικισμός, εκσυγχρονισμός, κριτική θεωρία, μεταμοντερνισμός και λειτουργισμός - και ορισμένα «μακιαβελικά» -δήθεν- παραλειπόμενα.

$
0
0

.~`~.
Πρόλογος
Το χάος των θεωριών - γενικά στοιχεία
α´
Σαν να μην έφτανε η σύγκρουση μεταξύ ρεαλιστών και συμπεριφοριστών, το αντικείμενο των διεθνών σχέσεων, οι οποίες έχουν ουσιαστικά γίνει διεθνής πολιτική, έχει εμπλουτιστεί κατά πολύ από: το δομισμό, ο οποίος αποδίδει περισσότερη έμφαση στη συνολική δομή παρά στα ατομικά κράτη' τη θεωρία της εξάρτησης (για κάποιους μια υποδιαίρεση του δομισμού), η οποία αμφισβητεί τις υποθέσεις του εκσυγχρονιστικού υποδείγματος ότι όλα τα κράτη περνούν από τα ίδια στάδια, αποδίδοντας έμφαση στη σχέση εκμεταλλευτή-εκμεταλλευόμενου' την ανάλυση παγκοσμίων συστημάτων, η οποία οργανώνει τον κόσμο σε κράτη-πυρήνες, ημι-περιφερειακά και περιφερειακά κράτη' το θετικισμό, ο οποίος προσπαθεί να εξηγήσει μέσω της εδραίωσης προτύπων και, επομένως, βρίσκεται κοντά στο συμπεριφορισμό' τον κονστρουκτιβισμό, ο οποίος θέλει να δείξει πως οι ιδέες και οι προτιμήσεις παίζουν κυρίαρχο ρόλο στη συγκρότηση του κόσμου' το μεταμοντερνισμό, ο οποίος αμφισβητεί τις θεμελιώδεις παραδοχές των περισσότερων θεωριών διεθνών σχέσεων (και άλλων θεωριών) και συνδέεται στενά με την κριτική θεωρία' την κανονιστική θεωρία, η οποία εισάγοντας ένα ιδιαιτέρως ηθικό και πολιτικό περιεχόμενο στη μελέτη των διεθνών σχέσεων, έριξε μια γάτα στον περιστερώνα [ακόμα γελάω...]' τον πλουραλισμό, ο οποίος υποστηρίζει ότι το κράτος είναι ένας μεταξύ πολλών παραγόντων που συγκροτούν την ολότητα και ότι ο «κρατοκεντρισμός» τον οποίο ευνοούν οι ρεαλιστές είναι παραπλανητικός' και ο λειτουργισμός, ο οποίος τονίζει τον κεντρικό ρόλο της διεθνούς συνεργασίας κι έτσι αποδίδει πολύ περισσότερη έμφαση στα Ηνωμένα Έθνη από ό,τι για παράδειγμα, ένας ρεαλιστής. Το γεγονός ότι όλα τα παραπάνω έχουν καρυκευτεί με τις βασικές ιδεολογίες του συντηρητισμού, του φιλελευθερισμού και του σοσιαλισμού, είναι εξίσου προφανές' και για να εμπλουτίσουμε περαιτέρω την εικόνα, έχουμε την κατηγοριοποίηση της «Αγγλικής Σχολής» [Martin Wightκαι Hedley Bullο οποίος είναι διστακτικός προς αυτή την κατηγοριοποίηση] σε «τρεις παραδόσεις», την χομπσιανή' η οποία είναι ρεαλιστική και υπογράμμίζε ότι η ισχύς είναι ο κύριος παράγοντας στη σύγκρουση μεταξύ κυρίαρχων βουλήσεων, την γκροτιανή, η οποία θέλει να εισάγει αποτελεσματικούς κανόνες σε ένα αναρχικό σύστημα κρατών και την καντιανή, η οποία τονίζει την ισχύ του ατόμου [πουθενά ο Martin Wightδεν αναφέρει ως θεμελιώδεςχαρακτηριστικό της καντιανής σχολής «την ισχύ του ατόμου», αλλά τον επαναστατισμό ή την σταυροφορία ως προϋπόθεση της ειρήνης, την ουδετερότητα ως εχθρότητα, τη γραμμική πρόοδο προς την τελειότητα, την εξομοίωση των διεθνών σχέσεων σε μια κατάσταση εσωτερικής πολιτικήςκαι άλλα...].

β´
Ίσως το θεμελιώδες πρόβλημα δεν είναι τόσο οι ανταγωνιστικές ιδεολογικές «κοσμοεικόνες» όσο η προχειρότητα της ορολογίας και της κατηγοριοποίησης, ιδίως όταν διακρίνουμε τη διαφορά ανάμεσα σε «σχολές», «θεωρίες», «παραδείγματα», «προοπτικές», «προσεγγίσεις» και απλές «ιδέες». Ας εξετάσουμε συνοπτικά τον τρόπο με τον οποίο κάποιοι σεβάσμιοι ακαδημαϊκοί προσπάθησαν να απλοποιήσουν τα ζητήματα.
Ο Τζέφρευ Μπεριντζ (ο οποίος ταυτίζει τη διεθνή πολιτική με τις διεθνείς σχέσεις και επιμένει ότι πρόκειται για αντικείμενο και όχι για επιστημονικό πεδίο), γράφει ότι υπάρχουν τρεις ανταγωνιστικές προσεγγίσειςστο πεδίο: ο ρεαλισμός, ο πλουραλισμός και ο δομισμός. Το Penguin Dictionary of International Relationsδηλώνει ότι με τη λήξη του Ψυχρού Πολέμου υπάρχουν τέσσερα ανταγωνιστικά παραδείγματα: ο νεορεαλισμός, ο νεοφιλελευθερισμός, η κριτική θεωρία και ο μεταμοντερνισμός. Ο Stephen Walt [οποίος χαρακτηρίζεται ως «αμυντικός ρεαλιστης» -σε αντίθεση με τον John J. Mearsheimerο οποίος χαρακτηρίζεται ως «επιθετικός ρεαλιστής»- και έχει εισάγει την διαφοροποίηση της κλασικής έννοιας Balance of powerσε Balance of threat] γράφει για τρεις παραδόσεις: ρεαλισμός, φιλελευθερισμός και ριζοσπαστισμός, έπειτα παρουσιάζει ένα διάγραμμα με τίτλο «Ανταγωνιστικά παραδείγματα», στο οποίο αναφέρει ξανά το ρεαλισμό και τον φιλελευθερισμό και προσθέτει τον κονστρουκτιβισμό. Υποτίθεται ότι ο αναγνώστης πρέπει να υποθέσει ότι ένα παράδειγμα είναι μια παράδοση και ότι ο ριζοσπαστισμός είναι κονστρουκτιβισμός; Ο Alan Sked προσφέρει μια σαφή εξήγηση από την οπτική γωνιά ενός ιστορικού και αναφέρεται σε τρειςσχολές: τη ρεαλιστική, τη συμπεριφορική και τη δομιστική. Όμως έπειτα αναφέρεται σε αυτές ως παραδείγματα, ενώ δηλώνει εύλογα ότι όλες αλληλοεπικαλύπτονται και ότι, επομένως, δεν είναι εύκολο να επιλέξουμε κάποια συγκεκριμένη, ιδίως από τη στιγμή που για να διαλέξουμε πρέπει να εξοικειωθούμε με ένα πλήθος επιστημονικών πεδίων όπως είναι η ιστορία, η πολιτική, η κοινωνιολογία, η οικονομική, το δίκαιο, η ψυχολογία, η ανθρωπολογία και η φιλοσοφία «για να αναφέρουμε κάποια».
Προς πλέον εμπλουτισμό (και περιπλοκή) του πεδίου (ή των πεδίων) της θεωρίας των διεθνών σχέσεων, η σύγχρονη θεωρητική μελέτη των διεθνών σχέσεων πέρασε, από την έμφαση που απέδιδε στη Βιολογία ο κοινωνικός δαρβινισμός, στη Φυσική (μετά από τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο) και σήμερα, όπως φαίνεται, επιστρέφει στη Βιολογία [εκεί πάντα κατοικοεδρεύει το δαιμονικό (*)]. Φαίνεται ότι τώρα ο Φουκουγιάμα, ίσως επειδή αντιλήφθηκε ότι το «τέλος της ιστορίας» είναι, εν τέλει, μια επιφανειακή και ανούσια ιδέα, υποστηρίζει ότι το κεντρικό ρόλο πρέπει να παίζουν οι «αρσενικές αξίες» οι οποίες «βασίζονται στη βιολογία». Γράφει ότι «οι θηλυκοί χιμπαντζήδες έχουν σχέσεις, ενώ οι αρσενικοί ασκούν realpolitik» και ότι επειδή (όπως ισχυρίζεται) υπάρχει συνέχεια ανάμεσα στον χιμπαντζη και το σύγχρονο άνθρωπο, αυτό έχει σημαντικές συνέπειες για τη διεθνή πολιτική, ιδίως από τότε που ο μεταμελημένος Φουκουγιάμα βολτάρει επικίνδυνα σε κάποιες από τις ιδέες του Mein Kampfτου Αδόλφου Χίτλερ.
---------------------------------------------------------------
Σε αυτό το σημεία, σκόπιμο είναι να αναρωτηθούν όσοι και όσες ενστερνίστηκαν το «φιλελέυθερο» νομιμοποιητικό όραμα του Φουκουγιάμα πως είναι δυνατόν αυτός ο ίδιος άνθρωπος, στη συνέχεια, να αναφέρεται στους «θηλυκούς, -των σχέσεων- και αρσενικούς -της realpolitik (στα γερμανικά η λέξη)- χιμπαντζήδες». Από την άλλη έχουμε την ''(μετα)φιλελεύθερη'' προσέγγιση περί «Μετα-ανθρωπότητας», η οποία μπορεί να φέρει στο νου τον φουτουρισμό του Ιταλικού φασισμού. Η φανέρωση του κρατισμού πάντως δεν αρκεί για να αποκρύψει τον δαρβινισμό, όπως η φανέρωση του δαρβινισμού δεν αρκεί για να αποκρύψει τον κρατισμό. Συνέχεια σκέψεων στον επίλογο.
(*) Τὸ Δαιμονικὸ δὲν εἶναι κάποιο σκοτεινὸ ὁρμέμφυτο, ἀλλὰ ἡ ἔσχατη συνέπεια τῆς σκέψης - Παναγιώτης Κονδύλης.
---------------------------------------------------------------
Πρέπει να πούμε ότι η σύνδεση ανάμεσα στη θεωρία διεθνών σχέσεων και την επιστήμη, πολιτική ή φυσική, έχει αναπτυχθεί κυρίως στην Αμερική, εκφράζοντας ίσως τον γενικώς υλιστικό τρόπο ζωής στις ΗΠΑ. Είναι εύλογο να πούμε ότι ο «ωμός επιστημονισμός» αποτελεί χαρακτηριστικό της σύγχρονης θεωρίας διεθνών σχέσεων και ότι η μοναδική συνετή διέξοδος από τον λαβύρινθο είναι «να προσφέρουμε εμπειρικά, φιλοσοφικά και και πολιτικά επιχειρήματα ενάντια στον επιστημονικό ιμπεριαλισμό» [Beware of the false prophets: biology, human nature and the future of International Relations theory].


.~`~.
Η Ελλάδα και η Κύπρος από τη σκοπιά των σύγχρονων θεωριών

Ρεαλισμός
Είτε μιλάμε για τον κλασικό, το νεοκλασικό και το στρατηγικό ρεαλισμό ή το νεορεαλισμό και τις διάφορες υποδιαιρέσεις του, όλοι εστιάζουν στην ισχύ του κράτους ως τον κύριο παράγοντα των διεθνών σχέσεων. Από αυτή την προοπτική, η θέση της νεότερης Ελλάδας και της Κύπρου είναι αποτέλεσμα ενός άναρχου κόσμου στον οποίο ισχυρές ενδιαφερόμενες δυνάμεις παζάρευαν γύρω από την Ελλάδα και την Κύπρο λόγω της υποτιθέμενης στρατηγικά σημαντικής θέσης τους, σε σχέση με τα Δαρδανέλια και τη «Δυτική Ασία» (όπως το έθεσε ο Ντισραέλι). Η δικαιολόγηση πίσω από αυτό το μάλλον ανάρμοστο παζάρι είναι η πολιτική της «ισορροπίας ισχύος», μια ευλογοφανής πανάκεια για όσους ρεαλιστές επιδιώκουν να διατηρήσουν τη σταθερότητα σε έναν άναρχο κόσμο. Η Ρωσία, η Βρετανία, η Οθωμανική Αυτοκρατορία, η Αυστρο-Ουγγαρία και, σε μικρότερο βαθμό, η Γαλλία, ήταν οι κύριες ενδιαφερόμενες πλευρές, ενώ και η Ιταλία ανέβηκε στο τρένο με κέφι και κάποιες φανφάρες μετά το 1912. Έτσι, το Συνέδριο του Βερολίνου του 1878 μπορεί να θεωρηθεί ως μια ρεαλιστική απόπειρα της Βρετανίας να περιορίσει την προέλαση της Ρωσίας και τις απειλές στο ναυτικό έλεγχο της, στο όνομα της ισορροπίας της ισχύος. Για αυτό το σκοπό, μετά από το 1878 η Βρετανία ήθελε να διατηρήσει την Οθωμανική Αυτοκρατορία ως σοβαρή δύναμη, ακόμα και αφού είχε γίνει εμφανής η ταχύτατη παρακμή της. Επομένως, μετά από το 1923 η Βρετανία είχε πάντα την οξύνοια, όπως την έχει και σήμερα, να διασφαλίζει ότι τα απομεινάρια της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας (η Τουρκία) θα παραμένουν αρκετά ισχυρά ώστε να χρησιμοποιούνται ενάντια στη Ρωσία και, αν χρειαστεί, την Ελλάδα. Η Ελλάδα και η Κύπρος ήταν, και είναι, όργανα αυτής της τακτικής. Εξ ου και η ανάγκη της Βρετανίας να διασφαλίσει ότι η Τουρκία δεν θα αποδυναμωθεί στρατιωτικά.

Κανονιστικό πρίσμα
Εξετάζοντας την Ελλάδα και την Κύπρο μέσα από ένα κανονιστικό πρίσμα, μπορούμε να δούμε τη διακριτική εισαγωγή ηθικών και πολιτικών ζητημάτων στο πρόβλημα, ζητημάτων όπως είναι η δικαιοσύνη, η αδικία, ο πόλεμος, η ειρήνη και η ανάμιξη με την εθνική κυριαρχία. Έτσι, ενώ ένας ρεαλιστής θα μπορούσε να εξηγήσει και να δικαιολογήσει τις διάφορες περιπτώσεις ανάμιξης στην ελληνική εθνική κυριαρχία, ένας κανονιστικός αναλυτής θα μπορούσε να ασκήσει κριτική σε αυτές τις παραβιάσεις και να τις αναλύσει από μια οπτική γωνία που αναρωτιέται αν αυτές οι παραβιάσεις θα μπορούσαν να δικαιολογηθούν. Θα απέδιδε ιδιαίτερη προσοχή στην ανθρώπινη διάσταση και, συνεπώς, στους ατομικούς διαμορφωτές των αποφάσεων. Θα εξέταζε την ορθότητα και τα σφάλματα της βρετανικής αποικιακής κατοχής στην Κύπρο και αν θα έπρεπε ή όχι να επιτραπεί στην Κύπρο να είναι κυρία του εαυτού της. Σε αντίθεση με έναν ρεαλιστή, θα μπορούσε να ασκήσει οξεία κριτική στην τακτική «διαίρει και βασίλευε» των Βρετανών στην Κύπρο ή στη διαγωγή συγκεκριμένων ατόμων στο Υπουργείο Αποικιών, όπως αυτή αξιολογείται σύμφωνα με διεθνώς αποδεκτές νόρμες. Το κύριο πρόβλημα εδώ είναι ότι διαφορετικοί άνθρωποι και διαφορετικά συστήματα έχουν διαφορετικές νόρμες. Για παράδειγμα, στην Ανατολική Τουρκία, ακόμα και σήμερα, ένας αδερφός μπορεί να σκοτώσει την αδερφή του αν εκείνη έχει «ντροπιάσει την οικογένεια» ή αν έχει «πάει με άλλον άντρα» εκτός γάμου, ενώ κάτι τέτοιο θα εθεωρείτο σαφώς βάρβαρο στην Ελλάδα. Στην περίπτωση της Ελλάδας και της Κύπρου λοιπόν, η κανονιστική προσέγγιση μπορεί να συνεπάγεται περιπλοκές και αντιφάσεις, δεδομένων των διαφορετικών εθίμων, πεποιθήσεων και παραδόσεων που εμπλέκονται.

Δομισμός
Μια δομιστική οπτική γωνία θα μπορούσε να θεωρήσει την Ελλάδα και την Κύπρο αναγκαία τμήματα της συνολικής δομής των σχέσεων μεταξύ κρατών, προσπαθώντας να εξηγήσει τα γεγονότα ως συνάρτηση, π.χ., της θέσης της Ελλάδας στη διεθνή τάξη των συνθηκών, όπως εκείνων που δημιουργήθηκαν μετά από το 1878 (αν και κάποιοι θα υποστήριζαν ότι αυτό ήταν περισσότερο μιας περίπτωση αταξίας!) και από τη Συνθήκη της Λοζάνης του 1923. Έπειτα θα μπορούσε να υποστηρίξει ότι η θέση της Ελλάδας και της Κύπρου προέκυψε από την εξάρτηση τους από τα συμφέροντα μεγαλύτερων δυνάμεων.

Θεωρία της εξάρτησης
Με αυτόν τον τρόπο θα συνηγορούσε -ακούσια ή όχι- υπέρ της «θεωρίας της εξάρτησης», την οποία κάποιοι συνδέουν με το δομισμό - ή αποτελεί υποδιαίρεση του. Θα απέδιδε έμφαση στη σχέση «εκμεταλλευτή-εκμεταλλευόμενου», μια προσέγγιση η οποία πηγάζει από τη Σχολή της Φρανκφούρτης και το Μαρξισμό. Η Ελλάδα και η Κύπρος συνιστούν εύφορο έδαφος για αυτή τη προσέγγιση, καθώς ιστορικά διάφορες δυνάμεις έχουν ανταγωνιστεί, και συνεχίζουν να ανταγωνίζονται, για τον έλεγχο της Ελλάδας, της Κύπρου και της Ανατολικής Μεσογείου. Μπορούμε να θεωρήσουμε ότι η Βρετανία έχει συμπεριφερθεί ηγεμονικά... η προσπάθεια για διατήρηση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και για υποστήριξη μιας εγγενώς ασταθούς Τουρκικής πολιτείας στο όνομα της πολιτικής της ισορροπίας ισχύος διατηρώντας την ισχύουσα κατάσταση μέσω συντήρησης της ισχύος της Τουρκίας, συνδέεται επίσης με αυτή τη προσέγγιση, καθώς πλουσιότερες, πιο ισχυρές χώρες εμπλέκονται στην πολιτική μικρότερων κρατών για να υπερασπίσουν αυτό που θεωρούν δικό τους στρατηγικό όφελος.

Ανάλυση παγκοσμίων συστημάτων
Με αυτό συνδέεται η ανάλυση παγκοσμίων συστημάτων, η οποία διαιρεί τον κόσμο σε κράτη-πυρήνες, ημι-περιφερειακά και περιφερειακά κράτη. Η σύγχρονη Ελλάδα μπορεί κάλλιστα να θεωρηθεί σήμερα ότι έχει περάσει από μια περιφερειακή σε μια ημι-περιφερειακή θέση. Οι περιορισμοί στην ελευθερία δράσης της θα μπορούσαν να θεωρηθούν παράγοντας του βαθμού της «περιφερειακότητας» της σε σχέση με τα κράτη-πυρήνες, ενώ κάποιοι θα θεωρούσαν την Κύπρο ως ένα απλό πέμπτο τροχό στο σύστημα με περιορισμένη επιρροή στο πεπρωμένο της.

Πλουραλισμός
Σε αντίθεση με την ιδέα της κατηγοριοποίησης των κρατών, ο πλουραλισμός θεωρεί ότι το κράτος είναι ένας μεταξύ διαφόρων «παικτών» που συγκροτούν το σύνολο: πολυεθνικές επιχειρήσεις, εκπαιδευτικά σώματα, η πληθώρα των ομάδων συμφερόντων διαφόρων ειδών και διεθνείς οργανισμοί, μεταξύ πολλών άλλων. Έτσι, θα μπορούσαμε να θεωρήσουμε ότι οι θέσεις της Ελλάδας και της Κύπρου και, εν τέλει, της Ανατολικής Μεσογείου, πηγάζουν από ένα συνδυασμό της πολιτικής ισχύος, π.χ., της Ρωσίας, της Γαλλίας, της Βρετανίας και των ΗΠΑ, της πολιτικής του ΟΗΕ και των κινήτρων κέρδους ομάδων μετόχων μεγάλων κατασκευαστών όπλων, οι οποίοι δικαιολογούν τις πράξεις τους επικαλούμενοι την ανάγκη για θετική ισορροπία - ή, κατ' ιδίαν, για θετικούς ισολογισμούς.

Κονστρουκτιβισμός
Η κονστρουκτιβιστική προσέγγιση, η οποία απομακρύνεται από την ιδέα ενός κόσμου από αποτελείται από κράτη και άλλους «παίκτες», σε διάφορες κατηγορίες, οργανωμένους κάθετα ή οριζόντια, θα τόνιζε ότι όλα τα καλά και τα κακά που έχουν βιώσει η Ελλάδα και η Κύπρος είναι μια έκφραση ιδεών, προτιμήσεων και επιθυμιών και όχι υλικών, φυσικών παραγόντων. Με αυτή την έννοια, «μαζικές στάσεις και φιλοδοξίες» έχουν «κατασκευάσει» τα γεγονότα. Η αδυναμία αυτής της προσέγγισης, τουλάχιστον όσον αφορά στην Κύπροκαι, εν τέλει, την αποικιακή και μετα-αποικιακή ιστορία μεγάλου μέρους της Ανατολικής Μεσογείου, έγκειται στο γεγονός ότι πολλές από τις ιδέες, τις απόψεις, τις θεωρίες και τις προτιμήσεις οι οποίες ισοδυναμούν πραγματικά με πολιτικές εκπορεύονται από σκέψεις οι οποίες βασίζονται σε υλικά συμφέροντα, κάτι το οποίο, φυσικά, συνδέεται με τον κρατοκεντρικό ρεαλισμό. Για παράδειγμα, το νεοσυντηρητικό πρόγραμμα της κυβέρνησης Μπους, με τα συναισθηματικά φορτισμένα στοιχεία του «αναγεννημένου» χριστιανικού φονταμενταλισμού που συνδέονται με τον Σιωνισμό, είναι μια ιδέα και μια προτίμηση η οποία αποτελεί συστατικό μιας πολιτικής, στο βαθμό που επηρεάζει τη διαμόρφωση της [Michael Northcott - An Angel Directs the Storm: Apocalyptic Religion and American Empire]. Παραδόξως, λοιπόν, βλέπουμε πως μια κονστρουκτιβιστική προσέγγιση μπορεί να καθορίσει ερήμην της μια νεοσυντηρητική προσέγγιση.

Θετικισμός
Ο θετικισμός, αντί να αναγνωρίζει τις ιδέες, τις προτιμήσεις και τις επιθυμίες σύμφωνα με τις οποίες οι άνθρωποι διαμορφώνουν τις διεθνείς σχέσεις, αποδίδει έμφαση στην εδραίωση προτύπων, και επομένως έχει στενή σχέση με τον συμπεριφορισμό, ο οποίος συχνά ταυτίζεται με την προσέγγιση της κοινωνικής επιστήμης. Αυτή η προσέγγιση δεν αναλύει συγκεκριμένες «συμπεριφορές» αλλά μάλλον τη δυναμική μεταξύ τέτοιων «συμπεριφορών» και, συνεπώς, τον τρόπομε τον οποίο η μια επηρεάζει τις άλλες, οδηγώντας σε μια συγκεκριμένη έκβαση. Στην περίπτωση της Ελλάδας και της Κύπρου ένας θετικιστής θα επιχειρούσε να εξετάσει τη συμπεριφορά των ατόμων και των κυβερνήσεων, φερ' ειπείν, στην Ελλάδα, την Κύπρο, την Τουρκία, τις ΗΠΑ, τη Βρετανία και τη Ρωσία και να εξετάσει δράσεις και αντιδράσεις στη διάρκεια διαφόρων κρίσεων. Θα σημείωνε ότι σε κάθε κρίση από το 1960 και εξής η Βρετανία αμέσως συμβουλευόταν τις ΗΠΑ και συμμαχούσε μαζί τους, ενώ η Σοβιετική Ένωση/Ρωσία εκτόξευε διάφορες διπλωματικές απειλές, η δε Ελλάδα προσπαθούσε να συντονιστεί σε μια κοινή θέση με την Κύπρο. Ακολούθως και οι δύο αντιδρούσαν στις τουρκικές απειλές αφού είχαν ήδη προσεγγίσει τη Βρετανία, τις ΗΠΑ και τη Ρωσία. Ο θετικιστής θα προσπαθούσε να αναδείξει μέσα από τις διάφορες ανταλλαγές ένα συνεπές πρότυπο. Η αδυναμία μιας τέτοιας προσέγγισης είναι ότι συχνά τα κράτη κρύβουν τα δεδομένα που απαιτούνται για τέτοιες αναλύσεις και αξιολογήσεις, κι έτσι ο θετικιστής τείνει να περιορίζεται σε αναφορές των ΜΜΕ και σε ακαδημαϊκές εργασίες, ενώ το παρασκήνιο παραμένει έξω από την εμβέλεια του, στο χώρο των εικασιών. Ένα άλλο πρόβλημα είναι η ανήθικη συμπεριφορά. Δεν είναι εύκολο για ένα θετικιστή να ενσωματώσει το ψεύδος στη προσεκτικά σχεδιασμένη εξίσωση του, πόσο μάλλον αν το ψεύδος εκτίθεται μετά από τη δημοσίευση της μελέτης του. Η επίθεση στο Ιράκ το 2003 είναι μια τέτοια περίπτωση. Παρομοίως, πολλά από τα τεκμήρια για την παρασκηνιακή συμπαιγνία της Βρετανίας με την Τουρκία τη δεκαετία του 1950, το τέχνασμα του Sir Ivone Kirkpatrickνα εκθέσει τις (κατά τον ίδιο) διαφορές μεταξύ των Ελλήνων και των Τούρκων και η απόφαση των ΗΠΑ και του Ηνωμένου Βασιλείου να μην εμποδίσουν την τούρκικη εισβολή στην Κύπρο, δεν αποκαλύφθηκαν παρά τη δεκαετία του 1980 και του 1990. Σκεφτείτε πόσες σοφολογιότατες ακαδημαϊκές εργασίες πρέπει να έχουν γραφτεί βασιζόμενες σε (άγνωστες) ψευδείς προκείμενες!

Θεωρία του εκσυγχρονισμού
Αντί να προσπαθεί να αναγνωρίσει συμπεριφορικά πρότυπα, ένας θεωρητικός του εκσυγχρονισμού θα προσπαθούσε να αποδείξει ότι η Ελλάδα, η Κύπρος και η Τουρκία απλώς περνούν από στάδια και ότι, για παράδειγμα, σε είκοσι και σαράντα χρόνια αντιστοίχως θα έχουν φτάσει στο (τρέχον!) στάδιο της Ολλανδίας, του Λουξεμβούργου και της Γερμανίας. ίσως θα πρότεινε επίσης ότι τότε θα ήταν δυνατόν η Ελλάδα και η Τουρκία να επιλύσουν τις τουρκικές αξιώσεις σε ελληνικά εδάφη με τον ίδιο τρόπο με τον οποίο η Γαλλία και η Γερμανία επέλυσαν τη διαμάχη τους για την Αλσατία και τη Λωραίνη. Αυτή η θεωρία αμφισβητείται φυσικά με επιμονή από τους οπαδούς της θεωρίας της εξάρτησης, καθώς εκείνοι θα υποστήριζαν ότι η ανάπτυξη των αναπτυσσόμενων χωρών παρεμποδίζεται από τη συμπεριφορά κρατών-πυρήνων.

Κριτική θεωρία
Η κριτική θεωρία, σε αντίθεση με πολλές από τις παραπάνω θεωρίες, τείνει να αντιμετωπίζει κάποιες θεωρίες ως υποκειμενικά μορφώματα που εκφράζουν τα συμφέροντα συγκεκριμένων ομάδων. Έτσι θεωρούν τις περισσότερες θεωρίες εγγενώς πολιτικές και επικεντρώνονται στην απελευθέρωση των θεωρητικών από τις εννοιολογικές φυλακές τους και στην αναζήτηση εναλλακτικών προσεγγίσεων. Επομένως ένας θιασώτης της κριτικής θεωρίας θεωρεί ότι η γνώση έχει μολυνθεί από το πολιτικό συμφέρον -συνειδητό ή ασυνείδητο- του υποκειμένου της. Η κριτική θεωρία μπορεί να περιγραφεί γενικώς ως απόπειρα να αποτινάξουμε τις αλυσίδες των συμβατικών θεωριών «αποδομώντας» τις και αναζητώντας τρόπους για να τις αναδομήσουμε. Ένας θιασώτης της κριτικής θεωρίας μπορεί να βλέπει το πρόβλημα της Κύπρου ως αποτέλεσμα αμοιβαία ανταγωνιστικών θεωριών, από τις οποίες καμία δεν έχει βελτιώσει τη κατάσταση, κυρίως λόγω της παραδοχής ότι κάθε προσέγγιση βασίζεται σε συγκρούσεις ακαδημαϊκών και πολιτικών συμφερόντων και όχι στην επίλυση προβλημάτων καθ' εαυτήν.

Μεταμοντερνισμός
Η μεταμοντέρνα προσέγγιση, αν και συχνά ταυτίζεται με την κριτική, είναι για κάποιους πιο εσωτερική, στο βαθμό που προχωρά βαθύτερα αμφισβητώντας την ίδια την έννοια της γνώσης. Ένας τολμηρός μεταμοντερνιστής δεν θα επιχειρήσει απλώς να αποδομήσει κι έπειτα να ανασυγκροτήσει με νέο και «ελεύθερο» τρόπο, αλλά θα επιχειρήσει να καταστρέψει ολόκληρη της βάση της σκέψης που υπόκειται των θεωριών. Μια τέτοια προσέγγιση μπορεί να είναι υγιής, από την άποψη ότι μπορεί πράγματι να εκθέσει και την υποκρισία και τον κίνδυνο των προιδεασμών και των προκαταλήψεων που επηρεάζουν τις διεθνείς σχέσεις. Παραμένει όμως το πρόβλημα που πάμε από εκεί (αν υποθέσουμε ότι πρέπει να πάμε κάπου). Με άλλα λόγια, όταν εκθέτουμε, συνήθως μέσω κειμενικής ανάλυσης, θεωρίες που επιχειρούν να προωθήσουν τη μονομέρεια, μπορούμε να απομείνουμε με ένα άδειο συναίσθημα και να αναρωτιόμαστε πως θα αναγεννηθούμε ως «άγρια μωρά» [«enfant sauvage»] για να ξεκινήσουμε από την αρχή. Το πρόβλημα είναι ότι ακόμα και το «enfant sauvage» σύντομα θα αρχίσει να γνωρίζει άλλους ανθρώπους και να σχηματίζει τις δικές του γνώμες, χωρίς να γνωρίζει ακόμα τις ηδονές της μεταμοντέρνας προσέγγισης. Όσον αφορά στην Κύπρο, ένας τολμηρός μεταμοντερνιστής θα μπορούσε να πει ότι όλα όσα έχουν συμβεί στο νησί και εντός του νησιού εκφράζουν ψευδείς προκείμενες, ρομποτική σκέψη, υποκρισία, πνευματική αγυρτεία, σοφιστεία και απληστία και ότι ακόμα και για να ξεκινήσουμε να προσεγγίζουμε το πρόβλημα, πρέπει να καταστρέψουμε όλους τους προιδεασμούς. Ένα από τα πρώτα πράγματα που έκαναν οι Ντανταιστές στην έκθεση τους στο Βερολίνο ήταν να καταστρέψουν τους ίδιους τους πίνακες τους. Μετά από κάτι τέτοιο μπορεί κανείς να αρχίσει να λειτουργεί ξανά, και αν ναι, πως και βάσει ποιών προκείμενων; Χρειαζόμαστε όντως προκείμενες; Μήπως η ανάγκη για προκείμενες είναι και αυτή μια αλυσίδα που μας δεσμεύει;

Λειτουργισμός
Ο λειτουργισμός, η τελευταία προσέγγιση με την οποία θα ασχοληθούμε εδώ, είναι πιο πρακτικός και κατανοητός και τον αφήσαμε τελευταίο διότι η τρέχουσα κυβέρνηση της Κύπρου έχει τονίσει τη σημασία μιας λειτουργικής λύσης στο πρόβλημα της Κύπρου. Είναι μια χρήσιμη λέξη, καθώς, πέρα από τις συνδηλώσεις της για μια λύση που θα είναι πρακτική και εφαρμόσιμη, πρόκειται για μια θεωρία που προωθεί την ιδέα ότι οι κοινές ανάγκες μπορούν να ενώσουν λαούς διαμέσου συνόρων, αποφεύγοντας, όπου είναι αυτό δυνατόν, τα δύσκολα ζητήματα της υψηλής πολιτικής. Αναζητώντας περιοχές κοινών αναγκών και, επομένως, κοινών συμφερόντων, αποδίδει έμφαση στη διεθνή συνεργασία. Καθώς όμως αποφεύγει δύσκολες περιοχές, όπως είναι οι αποζημιώσεις ή οι εδαφικές αξιώσεις (έναντι της Κύπρου και της Ελλάδας), θα μπορούσε κανείς να υποστηρίξει ότι επιτρέπει σε δύσκολα ζητήματα να υποβόσκουν και να γίνονται πιο δυσεπίλητα. Ένα αντεπιχείρημα θα ήταν ότι η εύρεση περιοχών κοινού συμφέροντος μπορεί να δημιουργήσει ευνοϊκό κλίμα στο οποίο μπορούν να προσεγγιστούν φαινομενικά δυσθεράπευτα προβλήματα. Ωστόσο, στην περίπτωση της Ελλάδας και της Κύπρου, φαίνεται ότι η εύρεση περιοχών (φαινομενικά) κοινού συμφέροντος δεν έχει λειτουργήσει τουλάχιστον σε σχέση με την Τουρκία: η πολυδιαφημισμένη «διπλωματία του σεισμού» του Έλληνα πρώην Υπουργού Εξωτερικών Γεωργίου Παπανδρέου (στο πλαίσιο της οποίας χόρεψε ακόμα και ελληνικό χορό χάρη του Τούρκου ομολόγου του) και η ελληνική στήριξη (έστω για λόγους τακτικής) της εισόδου της Τουρκίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση δεν οδήγησαν σε απάλυνση της στάσης της Τουρκίας ως προς την Κύπρο ή των αξιώσεων της για ελληνικές βραχονησίδες και για την υφαλοκρηπίδα. Έτσι, αν και μια λειτουργική προσέγγιση είναι καλή ιδέα και μπορεί να οδηγήσει στη δημιουργία σωμάτων όπως ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας, όταν μιλάμε για διμερείς σχέσεις, έχει τους περιορισμούς της


Μερικά από τα ονόματα που υπάρχουν στο ιστολόγιο και σχετίζονται με πολλές από τις άνωθεν θεωρίες είναι τα εξής: Παναγιώτης Κονδύλης, Immanuel Wallerstein, Hedley Bull, E. H. Carr, Gunnar Hering, Fernand Braudel, Kenneth Waltz, John J. Mearsheimer, Μιχάλης Χαραλαμπίδης, Karl Polanyi, Zbigniew Brzezinski, Αστέρης Χουλιάραςκαι άλλοι.


.~`~.
Επίλογος

Σε άλλη ανάρτηση θα αναφερθώ στη πνευματική αγυρτεία την οποία διαπράττει η αγγλοσαξονική «δεξιά» απέναντι στον Μακιαβέλλι και τον Θουκυδίδη, όπως και την επιφανειακή και χυδαία πολεμική που κάνει η ηπειρωτικόευρωπαϊκή «αριστερά» (πόσο βολικό και παραπλανητικό είναι να μιλάς με αυτούς τους όρους-τσουβάλια, και κατά αυτόν τον τρόπο να μην φανερώνεται για παράδειγμα, πως εάν δεν ξυπνήσουν στις Η.Π.Α, οι κλασικοί republicans, οι οποίοι έχουν τεράστια παράδοση κατακτήσεων και ιστορίας πίσω τους, θα τους καταπιούν οι liberal imperialists και οι neo-cons, πολλοί από τους οποίους είναι πρώην τροτσκιστές). Ας το πούμε καθαρά, όλοι αυτοί ας ασχοληθούν με τους πραγματικούς δικούς τους -«ολοκληρωτικούς»- προγόνους. Τον Δαρβίνο, τον Μπένθαμ, τον Σπένσερ, τον Ντε Γκομπινώ (ο οποίος είχε περάσει και από τα μέρη μας), τον Λούθηρο, τον Καλβίνο, τον Νίτσε, τον Χέγκελ και -όσες και όσοι θίγονται από τις αστυνομικές, μεσσιανικές, καουμπόικες, ιμπεριαλιστικές, φονταμενταλιστικές ή δημοκρατικές επεμβάσεις των ΗΠΑ- τον Κάντ.
Ο Μακιαβέλλι (με τον οποίο εγώ προσωπικά δεν έχω κάποια ιδιαίτερη σχέση καθώς με απασχολεί ο Θουκυδίδης) πάντως θα συμπεριφερόταν κάπως έτσι στους περισσότερους από αυτούς (I):



Δίχως την «αντικειμενική συνείδηση» του Καντ, δεν θα υπήρχε η «κρατική συνείδηση» του Χέγκελ, και αυτό φανερώνει πράγματα για την «αντικειμενική συνείδηση» του Καντ, όχι μονάχα για την «κρατική συνείδηση» του Χέγκελ. Η φανέρωση της «κρατικής συνείδησης» λοιπόν, δεν αρκεί για να αποκρύψει την «αντικειμενική συνείδηση», όπως η φανέρωση της «αντικειμενικής συνείδησης» δεν αρκεί για να αποκρύψει την «κρατική συνείδηση».
Εκείνη τη μέρα, δυο άλλα παιδάκια που δεν δείχνει το βίντεο, ο Νίτσε και ο Φουκώ, έμειναν στο νεκροταφείο της εκκλησίας συζητώντας για τον Übermenschιο Post-Humanism.(*)


Κατά τα άλλα «φταίει» ο Θουκυδίδης και ο Μακιαβέλλι.
Βολικό.

(*) Παρ' αυτα, την επιστήμη, ποτέ κανένας και τίποτα δεν θα τη σταματήσει, και οι «συντηρητικοί» οι οποίοι πιστεύον κάτι τέτοιο είναι ουτοπιστές. Από την άλλη, η επιστήμη δεν μπορεί να παράσχει ούτε νόημα ούτε κάποια δήθεν τάχα μου «επιστημονική ηθική» και ο τεχνολογικός μεσσιανισμός δεν είναι παρά μια -θρησκευτικοεκκοσμικευμένη- χίμαιρα.

.~`~.
Για περαιτέρω ιχνηλάτηση και πληρέστερη προοπτική

Viewing all 1482 articles
Browse latest View live