.~`~.
Η Αριστερή Φιλοσοφία σε Κρίση
Σε αντίθεση με την κατάσταση που επικρατούσε στην σφαίρα των πολιτικών ιδεών και προγραμμάτων πριν από εκατό χρόνια, η συζήτηση για την παρουσία κάποιου είδους καλά καθορισμένου χώρου για τα αριστερά (σοσιαλιστικά ή κομμουνιστικά) προγράμματα είναι τώρα αδύνατη. Το πρόβλημα είναι ότι, στο τέλος του 20ού αιώνα, εμφανίστηκε μια ουσιαστική κρίση προσδοκιών σε σχέση με τα αριστερά κινήματα, τις αριστερές ιδέες, την αριστερή φιλοσοφία και την αριστερή πολιτική. Αυτό σχετίζεται προπάντων με τη διάσπαση της Σοβιετικής Ένωσης και την κατάρρευση του σοσιαλιστικού στρατοπέδου, καθώς και με την απώλεια της επιρροής και του κύρους του Ευρωπαϊκού Μαρξισμού, ο οποίος σε ένα συγκεκριμένο διάστημα έγινε πρακτικά η «εφεδρική ιδεολογία» της Δυτικής Ευρώπης.
Επιπλέον, ακόμη και στα καλύτερα χρόνια του, το αριστερό πρόγραμμα δεν ήταν κάτι ομοιόμορφο και καθολικό, και το πεπρωμένο των αριστερών ιδεών στη συγκεκριμένη πολιτική πρακτική των διαφόρων λαών έδειξε ότι, ακόμη και από μια καθαρά θεωρητική άποψη, μέσα στην ίδια την αριστερή πολιτική φιλοσοφία υπάρχουν διάφορες θεμελιώδεις τάσεις, τις οποίες πρέπει κάποιος να μελετήσει ξεχωριστά.
Η αριστερή πολιτική φιλοσοφία θεωρήθηκε από την αρχή μια θεμελιώδης, γενική και συστηματική κριτική εναντίον του Φιλελευθέρου Καπιταλισμού. Στα μέσα του 20ού αιώνα προέκυψε το φαινόμενο μιας συστηματικής κριτικής του αριστερού προγράμματος (τόσο εκ μέρους των φιλελεύθερων Hayek, Popper, Aron κ.λπ όσο και εκ μέρους των νεο-μαρξιστών και φροϋδο-μαρξιστών). Με την ίδια την αριστερή ιδεολογία οι φιλοσοφικές σχολές έκαναν το ίδιο πράγμα που έκανε η αριστερή ιδεολογία για τον Φιλελεύθερο Καπιταλισμό πριν από 100 ή 150 χρόνια.
Τρεις Κατευθύνσεις της Αριστερής Ιδεολογίας
Από τη θέση της σημερινής ιστορικής εμπειρίας, μπορεί κάποιος να προσδιορίσει τρεις θεμελιώδεις κατευθύνσεις της αριστερής πολιτικής φιλοσοφίας, οι οποίες είτε συνεχίζονται σε έναν νεο κλάδο μιας προηγούμενης ιδεολογικής ανάπτυξης, ξανασκέφτονται δηλαδή το παρελθόν, είτε προσφέρουν κάτι εντελώς νέο. Αυτές είναι:
- Οι Παλαιοί Αριστεροί (γαλλικά: vetero-gauche),
- Οι Αριστεροί Εθνικιστές (Εθνικοκομμουνιστές, Εθνικομπολσεβίκοι ή Εθνικογκωσιστές),
- Οι Νέοι Αριστεροί (Νεογκωσιστές, Μεταμοντέρνοι)
Οι δύο πρώτες τάσεις υπήρξαν στο τέλος του 19ου αιώνα και καθ' όλη τη διάρκεια του 20ού αιώνα και, σε έναν ορισμένο βαθμό, υπάρχουν και στον σημερινό κόσμο. Ο τρίτος προσανατολισμός εμφανίστηκε στη δεκαετία του 1950 και του 1960, και αναπτύχθηκε από μια κριτική των Παλαιών Αριστερών που εμφανίστηκε βαθμιαία κατά τη διάρκεια του Μεταμοντερνισμού, επηρεάζοντας σε μεγάλη έκταση την αισθητική, υφολογία και φιλοσοφία της σύγχρονης Δυτικής κοινωνίας.
α´. Οι Παλαιοί Αριστεροί Σήμερα (Η Τυφλή Αλέα της Ορθοδοξίας. Προοπτικές της Εξελικτικής Στρατηγικής και της Υπεράσπισης του Φιλελεύθερου Ρεβιζιονισμού)
Οι Παλαιοί Αριστεροί ταξινομούνται τώρα στις εξής κατευθύνσεις:
- Ορθόδοξοι Μαρξιστές
- Κοινωνικοί Δημοκράτες (Σοσιαλδημοκράτες)
- Μετα-σοσιαλδημοκράτες (Υποστηρικτές του Τρίτου Δρόμου, σύμφωνα με τις γραμμές του Giddens)
- Ευρωπαίοι Ορθόδοξοι Μαρξιστές
Αυτοί υπάρχουν εξ αδρανείας στις ευρωπαϊκές χώρες, αλλά και στις Ηνωμένες Πολιτείες και στις χώρες του Τρίτου Κόσμου, συνεχίζοντας να υπερασπίζονται τα βασικά αξιώματα της μαρξιστικής σκέψης. Συνήθως βρίσκονται σε κομμουνιστικά κόμματα, υποστηρίζοντας την αντίστοιχη ιδεολογία. Στην πλειοψηφία των περιπτώσεων, οι ορθόδοξοι αυτοί μαρξιστές απαλύνουν (στο πνεύμα του Ευρωκομμουνισμού) τον ριζοσπαστισμό της μαρξιστικής διδασκαλίας, απορρίπτοντας το κάλεσμα προς μια επαναστατική εξέγερση και την καθιέρωση της δικτατορίας του προλεταριάτου. Η πιο διαρκής μορφή Ορθόδοξου Μαρξισμού αποδείχθηκε το Τριτσκιστικό Κίνημα (η Τέταρτη Διεθνής), το οποίο παρέμεινε σχεδόν άθικτο από την πτώση της ΕΣΣΔ και την αποσύνθεση του σοβιετικού συστήματος, εφόσον προήλθε αρχικά από μια σκληρή κριτική αυτού του συστήματος
Ορθόδοξοι Μαρξιστές
Συνήθως συναντάμε τους πιο ορθόδοξους μαρξιστές σε εκείνες τις χώρες όπου δεν συνέβησαν προλεταριακές, σοσιαλιστικές επαναστάσεις, παρόλο που ο Marx είχε προβλέψει ότι αυτές θα συνέβαιναν στις αναπτυγμένες βιομηχανικά χώρες σε μια καπιταλιστική Οικονομία. Ο Ευρωπαϊκός Μαρξισμός αποδέχτηκε, κατά κάποιον τρόπο, το γεγονός ότι οι προβλέψεις του Marx και του Engels πραγματοποιήθηκαν, όχι εκεί όπου ήταν λογικό να πραγματοποιηθούν, αλλά, αντίθετα, εκεί όπου είχε θεωρηθεί αρχικά ότι δεν θα μπορούσαν ποτέ να πραγματοποιηθούν, όπως π.χ. στη Ρωσία. Απορρίπτοντας τη σοβιετική εμπειρία ως μια ιστορική προσπάθεια, οι Παλαιοί Αριστεροί πρακτικά δεν πιστεύουν στην εκπλήρωση των μαρξιστικών προφητειών, συνεχίζουν ωστόσο να υπερασπίζονται τις απόψεις τους περισσότερο ως πιστοί με την «ηθική έννοια» στην ιδεολογική τους παράδοση, παρά επειδή πιστεύουν σοβαρά στην επαναστατική εξέγερση του προλεταριάτου (που στο σύγχρονο δυτικό κόσμο φαίνεται να μην υπάρχει πια ως τάξη σε τέτοιο βαθμό, ώστε έχει συγχωνευθεί με την μικροαστική τάξη).
Η σημαντικότερη ανεπάρκεια των Δυτικών Ορθόδοξων Μαρξιστών έγκειται στο γεγονός ότι συνεχίζουν να λειτουργούν χρησιμοποιώντας τους όρους της βιομηχανικής κοινωνίας, σε μια εποχή που η δυτικοευρωπαϊκή και ιδιαίτερα η αμερικανική κοινωνία έχει μετακινηθεί προς ένα ποιοτικά νέο στάδιο, τη μεταβιομηχανική κοινωνία (των πληροφοριών), για την οποία δεν λέγεται σχεδόν τίποτα στον κλασικό Μαρξισμό, αποκλείοντας τις ανήσυχες διαισθήσεις του «πρώιμου» Marx για την «πραγματική κυριαρχία του κεφαλαίου». Με την απουσία ή αποτυχία των σοσιαλιστικών επαναστάσεων, αυτή μπορεί να έρθει ως αντικατάσταση της «τυπικής κυριαρχίας του κεφαλαίου», που είναι το χαρακτηριστικό της βιομηχανικής εποχής. όμως ούτε αυτές οι αποσπασματικές παρατηρήσεις των Ορθόδοξων Μαρξιστών προκαλούν συνήθως μεγάλο ενδιαφέρον και δεν είναι στο κέντρο της προσοχής.
Βαθμιαία, η προγνωστική και πολιτική σημασία μιας τέτοιας ορθόδοξης μαρξιστικής συζήτησης μηδενίζεται, και αυτό σημαίνει ότι οι ορθόδοξοι μαρξιστές δεν μπορούν πια να αναφέρονται στις ιδέες τους ως ένα «πρόγραμμα», ακόμη και ως ένα «αριστερό πρόγραμμα». Συγχρόνως, οι κρίσιμες παρατηρήσεις τους σχετικά με το καπιταλιστικό σύστημα, τις ηθικές απόψεις, την αλληλεγγύη με τους ατυχείς και την κριτική του Φιλελευθερισμού μπορούν να προκαλούν ορισμένο ενδιαφέρον και συμπάθεια. Οι οπαδοί αυτής της θεώρησης σχετίζονται σχεδόν πάντα με δυσπιστία με τους υποστηρικτές άλλων αντι-φιλελεύθερων θεωριών, είναι τυπικά κλειστοί στον διάλογο και εκφυλίζονται τελικά σε μια σέκτα.
Η Ευρωπαϊκή Σοσιαλδημοκρατία
Οι Ευρωπαίοι Σοσιαλδημοκράτες διαφέρουν κάπως από τους Ορθόδοξους Κομμουνιστές. Αυτό το πολιτικό ρεύμα προέρχεται επίσης απο τον Μαρξισμό, αλλά ήδη στην εποχή του Kautsky επέλεξε όχι μια επαναστατική, αλλά μια εξελικτική πορεία, αποκηρύσσοντας τον ριζοσπαστισμό και τοποθετώντας ως στόχο του τον επηρεασμό της πολιτικής από αριστερά (κοινωνική δικαιοσύνη, «κράτος κοινωνικής πρόνοιας» κ.λπ.) με κοινοβουλευτικά μέσα και μέσω των οργανωμένων εργατικών κινημάτων. Αυτή η έκδοση των Παλαιών Αριστερών πέτυχε σημαντικά αποτελέσματα στις ευρωπαϊκές χώρες, διαμορφώνοντας σε μεγάλο βαθμό την κοινωνικοπολιτική όψη της ευρωπαϊκής κοινωνίας, σε οξεία αντίθεση με τις ΗΠΑ, όπου επικρατεί, αντίθετα, το δεξιό φιλελεύθερο δόγμα.
Ο σκοπός του σοδιαλδημοκρατικού προσανατολισμού της Παλαιάς Αριστεράς στην εποχή μας παρουσιάζεται σε οικονομικές θέσεις που αντιτάσσονται στις φιλελεύθερες τάσεις. Οι σοσιαλδημοκράτες υποστηρίζουν:
1. Έναν προοδευτικό φόρο εισοδήματος (οι φιλελεύθεροι είναι υπέρ του επίπεδου φόρου)
2. Την εθνικοποίηση των μεγάλων μονοπωλίων (οι φιλελεύθεροι είναι υπέρ της ιδιωτικοποίησης)
3. Τη διεύρυνση της κυβερνητικής ευθύνης στον κοινωνικό τομέα
4. Τη δωρεάν υγεία, εκπαίδευση, εγγυημένα συνταξιοδοτικά πλάνα (οι φιλελεύθεροι είναι υπέρ της μείωσης της κυβερνητικής επέμβασης στην Οικονομία, στην ιδιωτική υγεία, στην εκπαίδευση και στη σύνταξη).
Οι σοσιαλδημοκράτες προσπαθούν να πραγματοποιήσουν αυτές τις διεκδικήσεις μέσω των κοινοβουλευτικών εκλογικών μηχανισμών και, σε κρίσιμες καταστάσεις, μέσω της κινητοποίησης των εργατικών συνδικάτων και των κοινωνικών οργανώσεων, μέχρι τις απεργίες. Είναι σημαντικό ότι τα χαρακτηριστικά σλόγκαν των σοσιαλδημοκρατών είναι φιλελεύθερα (που δεν πρέπει να συγχυστούν, όμως, με τους φιλελεύθερους!):
- Η νομιμοποίηση των ελαφρών ναρκωτικών
- Η προστασία των φυλετικών και εθνικών μειονοτήτων και των γάμων των ομοφυλοφίλων
- Η διεύρυνση των ατομικών δικαιωμάτων και της πολιτικής ελευθερίας
- Η ανάπτυξη των θεσμών της Κοινωνίας των Πολιτών
- Η Οικολογία
- Η χαλάρωση των εγκληματικών ποινικών κωδίκων (απαγόρευση της θανατικής ποινής) κ.λπ.
Οι κλασικοί σοσιαλδημοκράτες συνδυάζουν τις απαιτήσεις της Αριστερής Οικονομίας (κοινωνική δικαιοσύνη, ενίσχυση του ρόλου της κυβέρνησης) με τη διεύρυνση των προσωπικών δικαιωμάτων και των πολιτικών ελευθεριών («ανθρώπινα δικαιώματα»), την ανάπτυξη της δημοκρατίας και τον διεθνισμό (σήμερα είναι αποδεκτό να μιλήσεις για πολυπολιτισμικότητα και «παγκοσμιοποίηση»). Το πρόγραμμα των κλασικών σοσιαλδημοκρατών προς το μέλλον είναι η συνέχεια αυτής της πολιτικής συγκεκριμένων βημάτων στο πεδίο της κοινωνικοπολιτικής εξέλιξης, σε διαφωνία με τους δεξιούς - τόσο με τους φιλελεύθερους στην Οικονομία, όσο και με τους εθνικιστές συντηρητικούς στην Πολιτική. Συνήθως, οι κλασικοί σοσιαλδημοκράτες είναι επίσης:
- Υπέρ της προόδου
- Υπέρ της μάχης ενάντια στις αρχαϊκές και θρησκευτικές προκαταλήψεις
- Υπέρ της επιστήμης και του πολιτισμού
Συγχρόνως, δεν υπάρχει καμιά σοβαρή θεωρητική ανάπτυξη σε σχέση με τις νέες συνθήκες της μεταβιομηχανικής κοινωνίας που να συζητείται σε αυτό το στρατόπεδο, ενώ η κριτική του κλασικού Μαρξισμού και η θεματοποίηση του Καπιταλισμού στο νέο ιστορικό στάδιο (σε αντίθεση με τους μεταμοντερνιστές και τους «Νέους Αριστερούς») απουσιάζουν εντελώς.
Σοσιαλιστές του Τρίτου Δρόμου
Η πλατφόρμα για τον συμβιβασμό κατασκευάζεται μέσω του αμοιβαίου πάρε-δώσε ως προς συγκεκριμένες ρυθμίσεις, οι οποίες αφορούν τον βαθμό που οι σοσιαλδημοκράτες συμφωνούν να χαμηλώσουν τον προοδευτικό φόρο προς την κατεύθυνση του επίπεδου φόρου και οι φιλελεύθεροι να τον ανυψώσουν στην κατεύθυνση των πρώτων. Σχετικά με τα δικαιώματα του ανθρώπου, δεν υπάρχει καμία βασική διαφορά μεταξύ τους για την εγγύηση των δικαιωμάτων των μειονοτήτων ή για την πολυπολιτισμικότητα (εάν δεν λάβουμε υπ' όψιν τους φιλελεύθερους συντηρητικούς, οι οποίοι θεωρούν την ιδέα ενός επίπεδου φόρου εισοδήματος με συντηρητικές αρχές της οικογένειας, των ηθών και της θρησκείας ως τα αμερικανικά δικαιώματα, όπως οι Δημοκρατικοί και οι «Νεοσυντηρητικοί»).
Ο σκοπός του Τρίτου Δρόμου, σύμφωνα με τον Giddens συνίσταται στη συνεργασία των σοσιαλδημοκρατών και των φιλελεύθερων για την κατασκευή μιας ευρωπαϊκής κοινωνίας, εδραιωμένης πάνω σε μια διεύρυνση των προσωπικών δικαιωμάτων, στη διατήρηση του θεσμού της ιδιωτικής ιδιοκτησίας και σε μια τροποποίηση της δυνατότητας επέμβασης της κυβέρνησης και του μηχανισμού ανακατανομής σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση, μέσα σε προμελετημένα καθιερωμένα όρια. Σε αντίθεση με τους κλασικούς σοσιαλδημοκράτες και ακόμη με τους Ευρωπαίους κομμουνιστές, οι υποστηρικτές του τρίτου δρόμου
αναφέρονται με συμπάθεια προς τις ΗΠΑ και επιμένουν στην ενίσχυση της Ατλαντικής Συμμαχίας (ενώ οι τυπικοί αριστεροί, παλαιοί και νέοι, επικρίνουν έντονα την Αμερική και την αμερικανική κοινωνία για τον Φιλελευθερισμό, την κοινωνική ανισότητα και τον ιμπεριαλισμό της).
Εάν υπάρχουν πραγματικά αποστάτες μεταξύ των αριστερών κινημάτων, τότε αυτοί είναι ακριβώς οι οπαδοί του Τρίτου Δρόμου. Μετά έρχονται πρώην τροτσκιστές (όπως ορισμένοι Αμερικανοί -οι θεωρητικοί ιδρυτές του Νεοσυντηρητισμού- ή Ευρωπαίοι, όπως ο προϊστάμενος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Πορτογάλος Jose Manuel Baroso), οι οποίοι άλλαξαν τις απόψεις τους, από τον ακραίο Κομμουνισμό και τον επαναστατικό Σοσιαλισμό, προς μια όχι λιγότερο ριζοσπαστική υπεράσπιση του Φιλελευθερισμού, της Αγοράς και της οικονομικής ανισότητας. Το «αριστερό» πρόγραμμα στην περίπτωση των σοσιαλιστών του Τρίτου Δρόμου είναι να διατηρήσουν το status quo.
β´. Ο Εθνικός Κομμουνισμός (Εννοιολογικά Παράδοξα, Ιδεολογικές Ανισορροπίες, Υπόγειες ενέργειες)
Η εθνική αριστερά (εθνικογκωσισμός) πρέπει να κατανοηθεί ως ένα τελείως μοναδικό φαινόμενο. Σε αντίθεση με τον Ορθόδοξο Μαρξισμό και την Σοσιαλδημοκρατία, ο προσανατολισμός αυτός μελετάται πολύ λιγότερο και η σωστή αποκρυπτογράφηση του είναι ένα θέμα του μέλλοντος. Το πρόβλημα είναι ότι ο Εθνικογκωσισμός δεν επιδεικνύει σχεδόν ποτέ την εθνική του συνιστώσα, καλύπτοντας την ή ακόμα αποκηρύσσοντας την. Συνεπώς, η μελέτη της άμεσης και ειλικρινούς συζήτησης των ίδιων των εθνικοκομμουνιστικών κινημάτων, κομμάτων ή καθεστώτων γίνεται συνήθως δυσκολότερη λόγω του ότι οι θέσεις που αυτά συζητούν αντιστοιχούν είτε μερικά μόνον στη πραγματικότητα ή, διαφορετικά, καθόλου. Συναντάμε τη σκόπιμη, ανοικτή και αδιάσπαστη εθνικοαριστερή συζήτηση μόνο στη περιφέρεια εκείνων των καθεστώτων και πολιτικών κομμάτων που δηλώνουν φανερά και πραγματοποιούν αυτό το ιδεολογικό μοντέλο, αρνούμενα ωστόσο να το αναγνωρίσουν αυτό. Γι' αυτόν τον λόγο, ο Εθνικογκωσισμός αποφεύγει την άμεση, λογική μελέτη, προτιμώντας να προστατεύσει τον μισό εαυτό του. Οτιδήποτε συνδέεται με το «εθνικό» παραμένει στη σκιά.
Οι ίδιοι οι εθνικοκομμουνιστές θεωρούν τους εαυτούς τους απλά «κομμουνιστές» και «Ορθόδοξους Μαρξιστές», ακολουθώντας αυστηρά τις διδασκαλίες των κλασικών του Κομμουνισμού. Για να καταλάβουμε περί τίνος πρόκειται, αρκεί να προτείνουμε το εξής κριτήριο: οι σοσιαλιστικές (προλεταριακές) επαναστάσεις ήταν νικηφόρες μόνο σε εκείνες τις χώρες που ο Marx πίστευε ότι ήσαν εξ ολοκλήρου απροετοίμαστες γι' αυτές, λόγω των εξής παραγόντων:
- Του αγροτικού χαρακτήρα τους
- Της υπανάπτυξης (ή έλλειψης) των καπιταλιστικών σχέσεων
- Του μικρού ποσοστού αστικού προλεταριάτου
- Της αδύναμης εκβιομηχάνισης
- Της διατήρησης των θεμελιωδών κοινωνικών συνθηκών των παραδοσιακών κοινωνιών (δυνάμει της ένταξης του στον προ-Μοντερνισμό)
Και αυτό είναι το θεμελιώδες παράδοξο του Μαρξισμού: εκεί όπου ο Σοσιαλισμός υποτίθετο ότι θα ήταν νικηφόρος και όπου όλες οι συνθήκες συνέτρεχαν προς τον σκοπό αυτόν, δεν ήταν νικηφόρος - αν και, καθαρά θεωρητικά, εκεί ήταν που υπήρχαν τα ορθόδοξα μαρξιστικά κόμματα και οι τάσεις, και εκεί ακόμα διατηρούνται μερικά.
Όμως σε εκείνα τα μέρη όπου, σύμφωνα με τον Marx, η σοσιαλιστική επανάσταση δεν θα μπορούσε με κανέναν τρόπο να νικήσει, αυτή νίκησε θριαμβευτικά. Οι νικηφόροι κομμουνιστές, αρχικά Ρώσοι Μπολσεβίκοι, προσπάθησαν προσεκτικά να καλύψουν και να ρετουσάρουν αυτή τη προφανή έλλειψη αντιστοιχίας στην πρόβλεψη του δασκάλου τους, αποφεύγοντας μονίμως να την υποβάλλουν σε προσεκτική ανάλυση, προτιμώντας να δομήσουν αυθαίρετα μια πραγματικότητα κάτω από τις θεωρητικές κατασκευές τους - οδηγώντας την κοινωνία, την πολιτική και την Οικονομία κάτω από τα αφηρημένα κριτήρια, καλλιτεχνικά και μηχανικά. Μόνον οι ξένοι παρατηρητές (υποστηρικτές ή επικριτές) παρατήρησαν αυτόν τον
εθνικο-κομμουνιστικόχαρακτήρα των επιτυχών μαρξιστικών επαναστάσεων, αναγνωρίζοντας τα εθνικιστικά στοιχεία ως έναν κινητήριο παράγοντα και αρετή, που παρείχαν σε αυτές τις επαναστάσεις την επιτυχία και τη σταθερότητα των αρχαϊκών εθνικών ιστοριών κινητοποίησης του Μαρξισμού ως ενός εθνικά ερμηνευόμενου εσχατολογικού μύθου.
Ο Sorel ήταν από τους πρώτους που το παρατήρησαν. Ο Ustrialov το παρατήρησε λίγο αργότερα (ο Savitskiy, οι Γερμανοί Niekisch, Petel, Lauffenburg, Wolfheim και άλλοι από την πλευρά των συμπαθούντων, και οι Popper, Hayek, Cohn και Aron από την πλευρά των επικριτών).
Ο Εθνικός Κομμουνισμός κυβέρνησε στην ΕΣΣΔ, στην Κομμουνιστική Κίνα, στη Βόρεια Κορέα, στο Βιετνάμ, στην Αλβανία, στην Καμπότζη, καθώς και σε πολλά κομμουνιστικά κινήματα του Τρίτου Κόσμου - από τους Μεξικανούς Τσιάπας και το περουβιανό Σεντέρο Λουμινόσο (Χρυσό Μονοπάτι), μέχρι το κουρδικό Κόμμα των Εργατών και τον Ισλαμικό Σοσιαλισμό. Αριστερά σοσιαλιστικά στοιχεία βρέθηκαν επίσης στον Φασισμό του Mussolini και στον Εθνικοσοσιαλισμό του Hitler, αλλά σε αυτές τις περιπτώσεις αυτά ήταν αποσπασματικά, μη συστηματοποιημένα και επιφανειακά, εκτεθειμένα περισσότερο σε οριακά ή σποραδικά φαινόμενα: Ο αριστερός Ιταλικός Φασισμός, ο οποίος εμφανίστηκε μόνο στην αρχική φουτουριστική του φάση και στην Ιταλική Κοινωνική Δημοκρατία, ο αριστερός αντι-χιτλερικός Εθνικοσοσιαλισμός των αδελφών Strasser ή το αντιχιτλερικό αντεργκραουντ των εθνικομπολσεβίκων Schultz-Boysen και ούτω καθ' εξής, σε κανέναν από τους οποίους δεν επετράπη κάποια θέση μέσα στο καθεστώς του Τρίτου Ράιχ. Αν και, σύμφωνα με τα τυπικά σημάδια και τον τίτλο, θα φαινόταν ότι πρέπει να συμπεριλάβουμε και τον Εθνικοσοσιαλισμό σε αυτήν την κατηγορία, δεν υπήρξε σε αυτόν κανένας καθαρός σοσιαλισμός αλλά κρατισμός, πολλαπλασιασμένος με την επίκληση των αρχαϊκών δυνάμεων του έθνους και της «φυλής». Ωστόσο, στον σοβιετικό Μπολσεβικισμό, που παρουσιάζεται με πολλή ακρίβεια από τον συγγραφέα της Smena vekh Nikolai Ustrailov ως Εθνικομπολσεβικισμός, ήταν εμφανώς παρούσες και οι δύο αρχές: η σοσιαλιστική και η εθνική, αν και αυτή τη φορά η «εθνική» δεν έλαβε μια εννοιολογική διατύπωση.
Μέχρι σήμερα, πολλά πολιτικά κινήματα, π.χ. στη Λατινική Αμερική, εμπνέονται από αυτό το σύνολο ιδεών, ενώ τα πολιτικά καθεστώτα της Κούβας, της Βενεζουέλας ή της Βολιβίας (ο Evo Morales είναι ο πρώτος Νοτιοαμερικανός ηγέτης ινδιάνικης κληρονομιάς) ή ο Ollanta Humala, οι υποστηρικτές του οποίου είναι κοντά στο να καταλάβουν την εξουσία στο Περού, και άλλα εθνικοκομμουνιστικά κινήματα, είναι ώριμες πολιτικές πραγματικότητες. Είτε ένα κυβερνητικό σύστημα είναι ήδη θεμελιωμένο πάνω σε αυτές τις ιδέες, είτε αυτό θα μπορούσε να συμβεί στο εγγύς μέλλον. Και παντού όπου ο Κομμουνισμός έχει μια ρεαλιστική δυνατότητα, αντιμετωπίζουμε αριστερές ιδέες που έχουν πολλαπλασιαστεί από εθνικές (αρχαϊκές) ενέργειες και εφαρμόζονται σύμφωνα με τις γραμμές της παρδοσιακής κοινωνίας. Βασικά, αυτό είναι νεο-Ορθόδοξος Μαρξισμός, sui generis Εθνικομαρξισμός (με οποιονδήποτε τρόπο θα χαρακτήριζε αυτός τον εαυτό του). Εκεί, όμως, που σύμφωνα με τον Marx υπήρχαν όλες οι κλασικές προϋποθέσεις για την πραγματοποίηση τους (βιομηχανική κοινωνία, ανάπτυξη βαριάς βιομηχανίας, αστικό προλεταριάτο κ.λπ), οι σοσιαλιστικές επαναστάσεις δεν συνέβησαν (με εξαίρεση την εφήμερη Βαυαρική Δημοκρατία), δεν συμβαίνουν και πιθανότατα δεν θα συμβούν ποτέ.
Η σημασία του Αριστερού Εθνικισμού (Εθνικός Γκωσισμός) συνίσταται στην κινητοποίηση αρχαϊκών ενεργειών -τοπικών, κατά κανόνα- ώστε να αναδυθούν στην επιφάνεια και να εκδηλωθούν ως κοινωνικοπολιτική δημιουργικότητα. Εδώ η σοσιαλιστική θεωρία μπαίνει στο παιχνίδι, χρησιμεύοντας ως ένα είδος «διεπαφής» γι' αυτές τις ενέργειες, οι οποίες χωρίς αυτήν θα αναγκάζονταν να παραμείνουν αυστηρά τοπικά φαινόμενα. Χάρη στον Μαρξισμό (μέ όποιον τρόπο κι αν κατανοείται ή ερμηνεύεται αυτός), όμως, αυτές οι εθνικές ενέργειες λαμβάνουν τη δυνατότητα επικοινωνίας με άλλες ενέργειες, ανάλογες κατά φύση, αλλά διαφορετικές δομικά, και μπορούν ακόμη να διεκδικήσουν την καθολικότητα και το πλανητικό εύρος, μετασχηματιζόμενες με τη βοήθεια της σοσιαλιστικής λογικής και «ζεσταμένες» από τον Εθνικισμό, σε ένα μεσσιανικό πρόγραμμα.
Η μεγαλοπρεπής εμπειρία της ΕΣΣΔ επιδεικνύει
πόσο μεγάλης κλίμακας μπορεί να είναι η εθνικο-κομμουνιστική πρωτοβουλία, έχοντας δημιουργήσει επί έναν σχεδόν αιώνα πονοκέφαλο στα καπιταλιστικά συστήματα όλου του κόσμου. Η Κίνα, εντωμεταξύ, ακόμα και σήμερα σε ένα πλαίσιο, τονίζοντας όλο και περισσότερο την εθνική συνιστώσα του κοινωνικοπολιτικού μοντέλου της, αποδεικνύει ότι, όταν υποστεί επεξεργασία αυτή η βάση, μπορεί να παραμείνει ανταγωνιστική, ακόμα και μετά τον παγκόσμιο θρίαμβο του Φιλελεύθερου Καπιταλισμού. Από την άλλη μεριά, η εμπειρία της Βενεζουέλας και της Βολιβίας δείχνει ότι τα εθνικο-κομμουνιστικά καθεστώτα εμφανίζονται ακόμη και σήμερα, και δείχνουν την ικανότητα τους να επιβιώνουν, παρά τη μεγάλη πίεση...
Από θεωρητική άποψη, στο φαινόμενο του Εθνικού Γκωσισμού αντικρίζουμε τον Μαρξισμό, ερμηνευόμενο στο πνεύμα των αρχαϊκών εσχατολογικών προσδοκιών και των βαθιών εθνικών μυθολογιών που συνδέονται με την προσδοκία του «τέλους του χρόνου» και την επιστροφή στην «χρυσή εποχή» (λατρείες φορτίου, χιλιασμός). Η θέση της δικαιοσύνης και των «δικαιωμάτων της κυβέρνησης», πάνω στην οποία κτίζεται η σοσιαλιστική ουτοπία, αναγνωρίζεται ως θρησκευτική, που αφυπνίζει τις θεμελιακές τεκτονικές ενέργειες του έθνους.
Έχει σήμερα ο Εθνικός Γκωσισμός ένα πρόγραμμα για το μέλλον; Στην ολοκληρωμένη μορφή του, όχι. Παρακωλύεται από μια σειρά παραγόντων:
- Το παραμένον σοκ της διάλυσης του Σοβιετικού Εθνικοκομμουνισμού (οι Ρώσοι Ευρασιατιστές ακόμη και από τη δεκαετία του 1920 προέβλεψαν αυτήν την πτώση, εάν η σοβιετική ηγεσία δεν αναγνώριζε τη σημασία του να φροντίσει άμεσα για τους εθνικούς και θρησκευτικούς μύθους).
- Την έλλειψη μιας διατύπωσης και αιτιολόγησης της εθνικής συνιστώσας στο γενικό ιδεολογικό συγκρότημα των εθνικο-κομμουνιστικών κινημάτων και ιδεολογιών (η απόλυτη πλειοψηφία των υποστηρικτών αυτού του ιδεολογικού προσανατολισμού θεωρούν ειλικρινά τον εαυτό τους ως απλά «μαρξιστές» ή «σοσιαλιστές»).
- Την αδύναμη θεσμική επικοινωνία των εθνικομπολσεβικικών κύκλων μεταξύ τους σε μια παγκόσμια κλίμακα (δεν υπάρχουν σοβαρές, μεγάλης κλίμακας διασκέψεις πάνω σε αυτό το θέμα, δεν κυκλοφορεί κανένα θεωρητικό περιοδικό ή, εάν κυκλοφορούν κάποια, παραμένουν περιθωριακά και δεν υπάρχει καμία φιλοσοφική ανάπτυξη της ιδεολογίας).
Παρόλα αυτά, κατά την άποψη μου, ο Εθνικός Γκωσισμός θα μπορούσε να έχει σίγουρα ένα παγκόσμιο μέλλον καθώς, σε πολλά τμήματα της Ανθρωπότητας, οι αρχαϊκές, εθνικές και θρησκευτικές ενέργειες δεν πρόκειται να εξαντληθούν - ό,τι κι αν ειπωθεί για τους πολίτες της σύγχρονης, φωτισμένης και λογικής Δύσης.
---------------------------------------------------------------
Κατά την αντίληψη μου, τα μεγάλα πολιτικά κινήματα του 20ού αι. -δηλ. ο κομμουνισμός, ο εθνικοσοσιαλισμός ή φασισμός και ο φιλελευθερισμός μεθερμηνευμένος εξισωτικά με την έννοια του «κοινωνικού κράτους»- προώθησαν, σε εκάστοτε διαφορετικό μέτρο και ρυθμό, με εκάστοτε διαφορετική αιτιολογία και σκοπιμότητα και κάτω από διαφορετικές έμπρακτες πιέσεις, μαζικοδημοκρατικές τάσεις, ήτοι παραμέρισαν παραδοσιακές (πατριαρχικές ή αστικές) ιεραρχίες και σύνδεσαν το ιδεώδες της τυπικής ισότητας με την ιδέα των υλικών δικαιωμάτων. Αν δούμε το συνολικό αυτό ιστορικό αποτέλεσμα, τότε το ζήτημα της πολιτικής ελευθερίας, όπως γίνεται αντιληπτό σήμερα στη Δύση, είχε υποδεέστερη μόνο σημασία, όσο κι αν βρέθηκε στο επίκεντρο ηθικών προβληματισμών και ιδεολογικών αγώνων.
---------------------------------------------------------------
γ´. Οι Νέοι Αριστεροί (Αντι-παγκοσμιοποίηση, Μεταμοντέρνες Οδοί, Λαβύρινθοι Ελευθερίας, Προς τον Ερχομό της Μετα-Ανθρωπότητας)
Περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη αριστερή πρόταση σήμερα, η αποκαλούμενη Νέα Αριστερά (Νεο-Γκωσισμός) ή «Μεταμοντερνισμός» ταιριάζει καλύτερα στη φράση «Αριστερό Πρόγραμμα». Μέσα στο φάσμα των αριστερών ιδεών στην αρχή του 21ού αιώνα, ο προσανατολισμός αυτός είναι όχι μόνον ο φωτεινότερος και λαμπρότερος, αλλά και ο πιο μελετημένος, διανοητικά προσαρμοσμένος και συστηματοποιημένος.
Οι Νέοι Αριστεροί εμφανίστηκαν στην Ευρώπη τις δεκαετίες του '50 και του '60, στην περιφέρεια της Μαρξιστικής, Τροτσκιστικής και Αναρχικής Αριστεράς. Ο Marx ήταν γι' αυτούς εκ των ουκ άνευ, αλλά χρησιμοποίησαν ενεργά και άλλες θεωρητικές και φιλοσοφικές πηγές, σε αντίθεση με τους Παλαιούς Αριστερούς, εισάγοντας χωρίς προβλήματα νέα στοιχεία στη θεωρία τους. Γι' αυτόν τον λόγο ο Μαρξισμός με αυτή τη μορφή διευρύνθηκε δραστικά - ενώ παρατίθετο συνεχώς με άλλες φιλοσοφικές ιδέες, αναπτύχθηκε, αναθεωρήθηκε, και υποβλήθηκε σε κριτική. Έγινε, εν ολίγοις, αντικείμενο εστιασμένου στοχασμού. Αυτή η μη περιορισμένη σχέση της Νέας Αριστεράς με τον Μαρξισμό παρήγαγε δύο αποτελέσματα: αφ' ενός αμβλύνθηκε και, αφ' ετέρου, εκσυγχρονίστηκε ουσιαστικά.
Η φιλοσοφία των Νέων Αριστερών επηρεάστηκε πολύ από τους αποκαλούμενους «φιλόσοφους της καχυποψίας», οι οποίοι αντλούν στοιχεία όχι μόνο από τον Marx, αλλά και από τον Freud και τον Nietzsche. Μέσω του Satre, ενός από τους κλασικούς θεωρητικούς της Νέας Αριστεράς, και της βαθιάς επιρροής του Martin Heidegger, το υπαρξιακό πρόβλημα διείσδυσε στο αριστερό κίνημα. Μεγάλη, επίσης, ήταν η επίδραση του στρουκτουραλισμού και των σημαντικών θεωρητικών του, από τον Ferdinand de Saussure μέχρι τον Levi-Strauss. Υπό μια φιλοσοφική έννοια, οι Νέοι Αριστεροί ήταν οι ίδιοι στρουκτουραλιστές, ενώ στο δεύτερο μισό της δεκαετίες του 1980 ανέπτυξαν περισσότερο τη φιλοσοφική αυτή παρόρμηση και μετακινήθηκαν προς τον «μετα-στρουκτουραλισμό», αφού έθεσαν προηγουμένως σε συστηματικό κριτικό στοχασμό τις απόψεις του '60 και του '70.
Οι Νέοι Αριστεροί πλησίασαν τον Μαρξισμό από μια στρουκτουραλιστική θέση, έκριναν δηλαδή ότι η σημαντικότερη ιδέα του Marx αφορούσε τη σημαντική επίδραση των «υποδομών» σε σχέση με ένα εποικοδόμημα - στη συνήθη περίπτωση την αστική κοινωνία, προσεκτικά κρυμμένη από την ιδεολογική συνείδηση. Η μαρξιστική ανάλυση της ιδεολογίας ως μια «ψεύτικη συνείδηση» έγινε για τους Νέους Αριστερούς το βασικό εργαλείο για την ερμηνεία της κοινωνίας, της φιλοσοφίας, του ατόμου και της Οικονομίας. Την ίδια, όμως, ακολουθία σκέψης ανακάλυψαν στον Nietzsche, ο οποίος είχε αναγάγει ολόκληρο το φάσμα των φιλοσοφικών ιδεών στην αρχέγονη «θέληση για δύναμη» (ως τη βάση του), και στον Freud, για τον οποίο η βάση ήταν το υποσυνείδητο και οι ασυνείδητες παρορμήσεις, ριζωμένες στα βάθη της ανθρώπινης σεξουαλικότητας και των εκτικών δομών που σχηματίζονται στην αρχική παιδική ηλικία. Σε αυτό προστέθηκε το μοντέλο Heidegger, όπου η βάση είναι το γεγονός της καθαρής ύπαρξης ή Dasein.
Οι διάφορες αποκρυπτογραφήσεις της «βάσης» αθροίστηκαν από τους Νέους Αριστερούς σε ένα γενικό σχέδιο, όπου ο ρόλος της ίδιας της «βάσης» -ανεξάρτητα από μια συγκεκριμένη φιλοσοφική τάση- μεταφέρθηκε στην ιδέα της δομής. Της δομής με την έννοια των βιομηχανικών δυνάμεων που αναπαράγονται στις βιομηχανικές σχέσεις, του υποσυνειδήτου, της «θέλησης για δύναμη» και του Dasein.
Η βασική ιδέα των Νέων Αριστερών είναι ότι η αστική κοινωνία είναι το αποτέλεσμα μιας πολύπλευρης βίας και καταπίεσης που εξασκούν οι «υπερδομές» (το πολιτικό σύστημα της αστικής τάξης, η καθημερινή συνείδηση, η εξουσία της ελίτ, τα γενικά αποδεκτά φιλοσοφικά συστήματα, η επιστήμη, η κοινωνία, η οικονομίας της Αγοράς κ.λπ.), οι «βάσεις» και οι «δομές» (που κατανοούνται επίσης ως περιλαμβάνουσες το «ασυνείδητο», το «προλατεταριάτο», την «υλική υπόσταση», τη «μάζα», την εμπειρία της αυθεντικής ύπαρξης, την ελευθερία και την δικαιοσύνη). Με αυτόν τον τρόπο, οι Νέοι Αριστεροί, σε αντίθεση με τους Παλαιούς Αριστερούς, διοργανώνουν μια συστηματική, κριτική και επίθεση στην καπιταλιστική κοινωνία ταυτόχρονα από όλες τις κατευθύνσεις, από την πολιτική (τα γεγονότα του Μάη του 1968 στις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες), μέχρι την πολιτιστική, φιλοσοφική, καλλιτεχνική, την παρουσίαση του ανθρώπου, τη λογική, την επιστήμη και την πραγματικότητα.
Κατά τη διάρκεια αυτής της τεράστιας διανοητικής εργασίας (στην οποία, παρεμπιπτόντως, ούτε οι Παλαιοί Αριστεροί, ούτε οι Εθνικογκωσιστές έδωσαν την παραμικρή προσοχή), οι Νέοι Αριστεροί έφτασαν στο συμπέρασμα ότι ο Καπιταλισμός είναι όχι μόνον ένα κοινωνικοπολιτικό κακό, αλλά μια θεμελιώδης έκφραση ενός παγκόσμιου ψέματος σχετικά με τον άνθρωπο, την πραγματικότητα, τη λογική και την κοινωνία. Συνεπώς, στην καπιταλιστική κοινωνία, όπως στις επακόλουθες στιγμές, συγκεντρώνεται ολόκληρη η ιστορία της αποξένωσης. Οι Νέοι Αριστεροί ξαναζωντάνεψαν την ιδέα του «Ευγενούς Αγρίου» του Rousseau και πρότειναν ένα μεγάλο πανόραμα μιας ιδανικής κοινωνίας χωρίς εκμετάλλευση, αλλοτρίωση, ψέματα, καταστολή και αποκλεισμό, ανάλογα με τις αρχαϊκές ομάδες που παρακινούνται από την «Οικονομία του Δώρου» (M. Mauss).
Η ανάλυση των Νέων Αριστερών απέδειξε ότι ο Μοντερνισμός όχι μόνο δεν πραγματοποίησε τα συνθήματα του για την «απελευθέρωση», αλλά κατέστησε τη δικτατορία της αποξένωσης ακόμα πιο άκαμπτη και αποκρουστική, αν και κρυμμένη πίσω από τα δημοκρατικά και φιλελεύθερα προσωπεία. Με αυτόν τον τρόπο συγκλήθηκε η θεωρία του Μεταμοντερνισμού: θεμελιωμένη στο γεγονός ότι η ίδια η βάση της εικόνας του κόσμου, η επιστήμη, η φιλοσοφία και οι πολιτικές ιδεολογίες, που είχαν συγκληθεί στην αυγή της εποχής του Μοντερνισμού ή κατά της διάρκεια της ανάπτυξης του, είναι διαστρεβλωμένες ερμηνείες, ατυχείς εκφράσεις, αυταπάτες και «ρατσιστικές» προϋποθέσεις, οι οποίες ακόμη και θεωρητικά εμποδίζουν τη δυνατότητα της απελευθέρωσης της «δομής» («της βάσης» από τις «υπερδομές»). Αυτό οδήγησε στην επανεξέταση της φιλοσοφικής παράδοσης του Μοντερνισμού και στο ξεμασκάρεμα εκείνων των μηχανισμών που συγκεντρώνουν του κόμβους αποξένωσης μέσα τους.
Αυτή η πρακτική ονομάστηκε «αποδόμηση» και προτείνει μια προσεκτική και λεπτομερή δομική ανάλυση του πλαισίου από το οποίο προχώρησε η μία ή η άλλη ιδέα, με μια λεπτομερή εξάρθρωση των βασικών πυρήνων από το στρώμα του οίκτου, της ηθικολογίας, των ρητορικών μορφών και της συνειδητής αυταπάτης. Ο Foucault έδειξε, στην Ιστορία της Τρέλαςκαι στη Γέννηση της Κλινικής, ότι η σύγχρονη σχέση με τις ψυχολογικές διαταραχές και γενικότερα με την ασθένεια φέρει όλα τα σημάδια του διανοητικού ρατσισμού, του απαρτχάιντ και άλλων ολοκληρωτικών προκαταλήψεων, οι οποίες γίνονται εμφανείς στην ταύτιση του αρρώστου με τον εγκληματία και στη δομική ταυτότητα των θεσμών μετάνοιας και θεραπείας, που υπήρξαν ένα και το αυτό στα αρχικά στάδια του Μοντερνισμού. Η αστική κοινωνία, παρά τον μιμητισμό της και το δημοκρατικό προσωπείο της, αποδεικνύεται ότι είναι μια ολοκληρωτική και πειθαρχική κοινωνία. Επιπλέον, στο κέντρο αυτής της φιλελεύθερης δικτατορίας, οι Νέοι Αριστεροί αναγνωρίζουν τις βαθιές και μη αμφισβητούμενες σχεδόν ποτέ κανονιστικές ιδέες της λογικής, της επιστήμης, της πραγματικότητας, της κοινωνίας κ.λπ., καθώς και πολιτικούς και οικονομικούς μηχανισμούς που είναι οι ίδιοι συνέπειες των βαθιών μηχανισμών αποξένωσης.
Σε αυτό συνίσταται η βασική διαφορά μεταξύ των Νέων και των Παλαιών Αριστερών: οι Νέοι Αριστεροί αμφιβάλλουν για τη δομή της λογικής, αμφισβητούν τη βάση της αντίληψης μας της πραγματικότητας, ξεγυμνώνουν τη θετική επιστήμη ως σύγχυση και δικτατορία των ακαδημαϊκών κύκλων (
Feyerabend, Kuhn) και επικρίνουν με οξύτητα την ιδέα του ανθρώπου ως μια ολοκληρωτική αφαίρεση. Δεν πιστεύουν ότι είναι δυνατό να αλλάξουμε κάτι με τον αριστερό τρόπο του δρόμου της εξέλιξης στο υπάρχον σύστημα και αμφισβητούν επίσης την αποτελεσματικότητα του ριζοσπαστικού Μαρξισμού, ο οποίος δεν νίκησε αυτό που υποτίθεται ότι θα νικούσε - αλλά και εκεί που νίκησε δεν ήταν Ορθόδοξος Μαρξισμός (δανείστηκαν από τον Trotsky την κριτική του Σταλινισμού και της σοβιετικής εμπειρίας).
Και, έτσι, οι Νέοι Αριστεροί διατυπώνουν ένα τεράστιο πρόγραμμα για το «σωστό» μέλλον, στο οποίο κεντρική θέση καταλαμβάνουν τα εξής:
- Η απόρριψη της λογικής (η κλήση προς τη συνειδητή υιοθέτηση της σχιζοφρένειας, σύμφωνα με τους Deleuze και Guattari).
- Η αποκήρυξη του ανθρώπου ως του μέτρου όλων των πραγμάτων («ο θάνατος του ανθρώπου» του Levi, «ο θάνατος του συγγραφέα» του Barthes).
- Το ξεπέρασμα όλων των σεξουαλικών ταμπού (ελευθερία να επιλέξει ο καθένας τον προσανατολισμό του, αποκήρυξη της απαγόρευσης στην αιμομιξία, άρνηση αναγνώρισης της διαστροφής ως «διαστροφής» κ.λπ.).
- Η νομιμοποίηση όλων των ειδών ναρκωτικών, μαζί και των σκληρών.
- Η μετακίνηση προς νέες μορφές αυθόρμητης και σποραδικής ύπαρξης (το «ρίζωμα» του Deleuze).
- Η καταστροφή της δομικής κοινωνίας και της κυβέρνησης προς την υπηρεσία νέων, ελεύθερων και αναρχικών κοινοτήτων.
Το βιβλίο
Αυτοκρατορίατων Negri και Hardt μπορεί να διαβαστεί ως ένα πολιτικό μανιφέστο αυτών των τάσεων, στο οποίο δίνονται οι θέσεις των Νέων Αριστερών απλουστευμένες μέχρι το σημείο του πρωτογονισμού. Οι Negri και Hardt αποκαλούν το παγκόσμιο καπιταλιστικό σύστημα «Αυτοκρατορία» και το ταυτίζουν με την
παγκοσμιοποίησηκαι την αμερικανική παγκόσμια κυβέρνηση. Κατά την άποψη τους, η παγκοσμιοποίηση δημιουργεί τις συνθήκες για μια καθολική, πλανητική επανάσταση των μαζών, οι οποίες χρησιμοποιώντας τον κοινό χαρακτήρα της παγκοσμιοποίησης, των δυνατοτήτων της για επικοινωνία και την ευρεία και ελεύθερη εξάπλωση της γνώσης, δημιουργούν ένα παγκόσμιο δίκτυο δολιοφθοράς για τη μετατόπιση από την Ανθρωπότητα (που ξεχωρίζει ως το υποκείμενο και αντικείμενο της καταπίεσης, των ιεραρχικών σχέσεων, της εκμετάλλευσης και των πειθαρχικών στρατηγικών) στη
Μετα-Ανθρωπότητα (μεταλλάξεις, σαιμποργκς, κλώνοι και εικονικότητα)και την ελεύθερη επιλογή γένους, εμφάνισης και ατομικής λογικής, σύμφωνα με τον αυθαίρετο κανόνα κάποιου και για οποιοδήποτε χρονικό διάστημα. Οι Negri και Hardt πιστεύουν πως αυτό θα οδηγήσει στην απελευθέρωση του δημιουργικού δυναμικού των μαζών και συγχρόνως στην καταστροφή της παγκόσμιας δύναμης της «Αυτοκρατορίας». Αυτό το θέμα επαναλαμβάνεται συνεχώς στον κινηματογράφο, με ταινίες όπως το
Matrix,
Η Λέσχη των Αγοριώνκ.ο.κ
Το κίνημα κατά της Παγκοσμιοποίησηςείναι συνολικά προσανατολισμένο σε ένα τέτοιο ακριβώς πρόγραμμα του μέλλοντος. Και ενέργειες όπως η «Διάσκεψη του Σάο Πάολο», όπου οι αντιγκλομπαλιστές δοκιμάζονται πρώτα ως προς μια κοινή στρατηγική, βεβαιώνουν ότι το πρόγραμμα των Νέων Αριστερών ανακαλύπτει μορφές συγκεκριμένης πολιτικής πραγμάτωσης. Πολλές συγκεκριμένες πράξεις, παρελάσεις ομοφυλοφίλων, διαμαρτυρίες εναντίον της παγκοσμιοποίησης, το κίνημα «Occupy Wall Street», οι αναταραχές στα προάστια μεταναστών των ευρωπαικών πόλεων, οι εξεγέρσεις των «αυτόνομων» για την υπεράσπιση των δικαιωμάτων των καταληψιών, οι μεγάλες κοινωνικές διαμαρτυρίες των νέων εργατικών συνδικάτων (που θυμίζουν όλες πανηγύρι), το κίνημα για τη νομιμοποίηση των ναρκωτικών και οι οικολογικές δράσεις και διαμαρτυρίες, συμπεριλαμβάνονται σε αυτόν τον προσανατολισμό.
Επιπλέον, ο Μεταμοντερνισμός ως ένα καλλιτεχνικό ύφος, έχοντας γίνει το κυρίαρχο ρεύμα της σύγχρονης Δυτικής Τέχνης, εκφράζει αυτήν την ίδια πολιτική φιλοσοφία των Νέων Αριστερών, παρουσιάζοντας τον τρόπο ζωής μας με εικόνες, σχέδια ή ταινίες του Tarantino και του Rodriguez [Spy Kid 2], χωρίς καμιά προκαταρκτική πολιτικοφιλοσοφική ανάλυση, ξεπερνώντας τη συνειδητή επιλογή που είναι καρφωμένη στο μυαλό μας χωρίς τη γνώση ή τη θέληση μας. Αυτό συνακολουθείται αμφότερα από μια γενική διεύρυνση των τεχνολογιών εικονικής επικοινωνίας που μεταφερουν στο σύστημα τους μια σιωπηλή πρόσκληση προς τον Μεταμοντερνισμό, και από τη διασπορά σε μετα-ανθρωπινα, ηδονιστικά αποκόμματα. Τα μηνύματα SMS και MMS, τα blogs του Διαδικτύου και τα video blogs, τα flash mobs και άλλες συνήθεις απασχολήσεις της σύγχρονης νεολαίας, αντιπροσωπεύουν ουσιαστικά την πραγματοποίηση διαφόρων όψεων του προγράμματος της Νέας Αριστεράς, ενώ, είναι αλήθεια, ελέγχονται από το αστικό σύστημα που επωφελείται πρόθυμα από τη μόδα που αυτή τη φορά δεν είναι δική του, αλλά του κρυμμένου εχθρού του.
Ακόμα και με κίνδυνο να σκανδαλίσουμε τους ηθικολόγους μας, δηλ. τους ιδεολόγους της δικής μαςκοινωνίας, οφείλουμε να διαπιστώσουμε ότι οι οικουμενικές αρχές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, οι οποίες αποδίδουν ίση αυτονομία και αξιοπρέπεια σε όλα τα άτομα ως άτομα, μπορούν να ευδοκιμήσουν μονάχα σε κοινωνίες όπου ένας εξαιρετικά διαφορισμένος καταμερισμός της εργασίας κατακερματίζει το σύνολο σε άτομα και όπου μαζική παραγωγή και μαζική κατανάλωση κινούνται σε υψηλότατα επίπεδα. Αν εκλείψουν αυτές οι προϋποθέσεις, τότε θα συρρικνωθούν αναγκαία οι ελεύθεροι χώροι, μέσα στους οποίους ανθίζουν η ατομική αυτοπραγμάτωση, η ανοχή, η συναίνεση κ.τ.λ...
Μερικοί διανοούμενοι διαισθάνονται την εσώτερη συνοχή μιας τέτοιας ηθικής και μιας τέτοιας οικονομικής οργάνωσης -όμως την διατυπώνουν με αισιόδοξα πρόσημα. Υπερασπίζουν λοιπόν κατ' αρχήν το δυτικό σύστημα (και βλέπουν μάλιστα σήμερα πολύ επιεικέστερα ακόμα και τον «αμερικανισμό») και τις μελλοντικές του προοπτικές στο όνομα πανανθρώπινων ηθικών αξιών, καταδικάζουν κάθε απαισιόδοξη πρόγνωση για τον δυτικό πολιτισμό και καταγγέλλουν την απόρριψη της δυτικής αποθέωσης του «χρήματος» ως νοσταλγία της φασιστικής ρητορικής, η οποία αντιπαρέθετε επίσης στο «χρήμα» το «αίμα και χώμα». Έτσι, αφήνουν την παραδοσιακή αριστερή κριτική του καπιταλισμού να τη νέμεται η ευρωπαϊκή «Νέα Δεξιά», χωρίς να αντιλαμβάνονται ότι και οι ίδιοι απλώς θητεύουν σε μια τετριμμένη (την αισιόδοξη) φιλοσοφία της ιστορίας...
Μετά το ναυάγιο της Ουτοπίας της Ανατολής τα εξημερωμένα κατάλοιπα της «Αριστεράς» ενστερνίστηκαν έτσι την Ουτοπία της Δύσης και δίχως πολλά-πολλά αντάλλαξαν τον αριστερό «αντιφασισμό» με τον φιλελεύθερο «αντιολοκληρωτισμό». Θα διαψευσθούν για δεύτερη κατά συνέχεια φορά, αν η οικουμενική επικράτηση της δυτικής οικονομίας και ηθικής δεν συνεπιφέρει την πραγμάτωση της αντίστοιχης Ουτοπίας, αλλά τρομακτικούς αγώνες κατανομής και καταστροφές πλανητικού βεληνεκούς.
Παναγιώτης Κονδύλης
.~`~.
Για περαιτέρω ιχνηλάτηση και πληρέστερη προοπτική
. 1, 1, 2, 3, 5, 8, 13, 21, 34, 55, 89, 144...