Quantcast
Channel: Κοσμοϊδιογλωσσία
Viewing all 1482 articles
Browse latest View live

Η παλαιά και η νέα «κοινωνική μηχανική». Η ιδεολογία για το «καθυστερημένο έθνος» και η «συνάφεια ομολογίας συλλογικής ενοχής και ευδαιμονίας» ως προσπάθεια «κανονικοποίησης», «αναδιαπαιδαγώγησης» και «εξευρωπαϊσμού» της ελληνικής κοινωνίας στη μεταπτωχευμένη Ελλάδα.

$
0
0

Το α´ παρατίθεται προς κατανόηση του σχολιασμού β´.

α´

Εισαγωγικά
...οι ιδέες, ιδίως όσες έχουν κανονιστική φόρτιση, δεν αποτελούν αντικατοπτρισμούς αλλά όπλα, και το περιεχόμενο τους καθορίζεται αρνητικά από την εικαζόμενη πίστη του εκάστοτε εχθρού. Όπως ακριβώς από τις ομολογίες πίστεως των Άγγλων και Γάλλων ιδεολόγων προς τον ουμανιστικό «Διαφωτισμό» δεν πρέπει σε καμμία περίπτωση να συμπεράνουμε ότι η διαγωγή αυτών των εθνών υπήρξε αυστηρά ηθική, έτσι πρέπει να δούμε ότι η πολεμική των ιδεολόγων της θετικής εκδοχής της γερμανικής «ιδιαίτερης πορείας» ενάντια στην αναποδογυρισμένη γελοιογραφία του ίδιου εκείνου «Διαφωτισμού» και γενικά «της Δύσης» είχε σκοπό να πλήξει έναν εχθρό που για λόγους παράδοσης κατείχε το ιδεολογικό έδαφος του «Διαφωτισμού». Οι ιδεολογικές τοποθετήσεις θα μπορούσαν υπό άλλες ιστορικές συνθήκες να έχουν τελείως διαφορετική όψη, αφού τόσο ο «Διαφωτισμός» είχε πλούσια εκπροσώπηση στο γερμανικό πνευματικό Πάνθεον όσο και η «Αντίδραση» σε εκείνο της «Δύσης».
Μάλιστα είναι νόστιμο να διαπιστώνουμε ότι πολλοί «προοδευτικοί» θιασώτες της θεωρίας της γερμανικής «ιδιαίτερης πορείας» τεκμηρίωναν τη θέση τους αυτή επικαλούμενοι τις «αντιδραστικές» τοποθετήσεις των ιδεολόγων της ίδιας αυτής «ιδιαίτερης πορείας», σαν να ήταν εκείνοι οι πλέον αξιόπιστοι ερμηνευτές της ιστορικής κίνησης. Όμως το να συνάγουμε από την αυτοκατανόηση των πρωταγωνιστών της ιστορίας, που την υπαγορεύουν πολεμικές ανάγκες, την πραγματική σχέση τους προς την ιστορική εξέλιξη αποτελεί αφελέστατη μεθοδολογική αρχή. Και πάντως, αν θέλουμε να κατανοήσουμε την κατάσταση των πραγμάτων είναι άκρως παραπλανητικό να συγχέουμε τη θεωρία της «ιδιαίτερης πορείας» με την «ιδιαίτερη πορεία» ως ιστορικό γεγονός...
Τη διευρυμένη θετική γερμανική εκδοχή της γερμανικής «ιδιαίτερης πορείας», ήρθε να αντικρούσει μια αρνητική «δυτική» εκδοχή. Όπως ακριβώς το γερμανικό ιδεολογικό συνονθύλευμα, έτσι κι αυτή σχηματίστηκε με βάση ανομοιόμορφα και νεφελώδη υλικά και εξυπηρέτησε αρχικά τις κατανοητές ψυχολογικές και προπαγανδιστικές ανάγκες των Γάλλων, που ως αντίδραση στην ήττα του 1870 διψούσαν για revanche, καθώς και εκείνες των Άγγλων που ανησυχούσαν για τον ιμπεριαλιστικό ανταγωνισμό του δυναμικού γερμανικού κράτους. Η αρνητική αποτίμηση της γερμανικής «ιδιαίτερης πορείας» εμφανίστηκε στην αγγλοσαξωνική και γαλλική πολεμική προπαγάνδα μετά το 1914 με την αξίωση να ερμηνεύσει τις βαναυσουργίες των Γερμανών ανατρέχοντας γι'αυτόν τον σκοπό στο απώτατο παρελθόν τους'μετά το 1933 θα συγκροτηθεί σε κανονική συστηματική κατασκευή που ο σκοπός της ήταν να κάνει κατανοητή τη μοιραία, υποτίθεται, πορεία της γερμανικής ιστορίας από τον Λούθηρο ως τον Hitler μέσω του Φριδερίκου του Μεγάλου και του Bismarck.
Δεν είναι ασφαλώς σύμπτωση, ότι η μακρά και πλούσια ιστορία των ιδεών αυτής της κατασκευής δεν έγινε έως σήμερα αντικείμενο διεξοδικής έρευνας, μολονότι το θέμα είναι άκρως επίκαιρο και δελεαστικό: η επιστημονική κατανόηση των πραγματικών συνθηκών υπό τις οποίες η κατασκευή αποκρυσταλλώθηκε ή του πολεμικού-ιδεολογικού χαρακτήρα της -για να μη μιλήσουμε για την πολλαπλή χαιρεκακία που εκφράζει- δίχως άλλο θα παρενοχλούσε τη μεταπολεμική «αναδιαπαιδαγώγηση» των Γερμανών, της οποίας το περιεχόμενο εδράζεται όχι λίγο σ'αυτή την κατασκευή...

Αρνητική θεωρία της «ιδιαίτερης πορείας», ιδεολογία και «καθυστερημένο έθνος»
...η προσανατολισμένη στην κοινωνική ιστορία αρνητική θεωρία της «ιδιαίτερης πορείας» αποδίδει τις γερμανικές καταστροφές του 1918 και του 1945 στην κοινωνική οπισθοδρομικότητα ή «καθυστέρηση» του γερμανικού έθνους, δηλ. εξαρτά την εξωτερική από την εσωτερική πολιτική. Στα επιστημολογικά άλματα και στις πραγματικές αστοχίες της πρέπει επομένως να προστεθεί και η αμφίβολη (μονόπλευρη, στην καλύτερη περίπτωση) αντίληψη για το «πρωτείο της εσωτερικής πολιτικής»'αντίληψη που συνδέεται άλλωστε με μια πολιτική ομολογία πίστεως κανονιστικού χαρακτήρα. Η βασική παραδοχή αυτής της τελευταίας έχει ως εξής: φιλελευθερισμός και κοινοβουλευτισμός είναι φύσει ανεκτικοί και ανθρώπινοι'ως εκ τούτου μια φιλελεύθερη κυβέρνηση που λογοδοτεί στο κοινοβούλιο δεν θα ασκούσε ποτέ επιθετική και επεκτατική πολιτική.
Τούτο το εγκώμιο του φιλελευθερισμού και του κοινοβουλευτισμού δεν αφορά, αναχρονιστικά ασφαλώς, την ολιγαρχική μορφή κυριαρχίας της αστικής τάξης του 19ου αι., αλλά ένα ιστορικά πολύ πρόσφατο δημοκρατικό ιδεώδες. Όμως ακόμα κι αν παραβλέπαμε αυτό το γεγονός, παραμένει αινιγματικό γιατί η άνθηση του αγγλικού και γαλλικού φιλελευθερισμού συνέπεσε με το ζενίθ της ιμπεριαλιστικής επέκτασης αυτών των εθνών...
Η κυρίαρχη σήμερα αρνητική θεωρία της «ιδιαίτερης πορείας» με το δόγμα της για το «καθυστερημένο έθνος» επικράτησε στη Γερμανία μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο... κάτω από τις συνθήκες του μεταπολεμικού γερμανικού «οικονομικού θαύματος» και της αυξανόμενης ευημερίας, η θεωρία αυτή όχι μόνο μετατράπηκε σε ευρέως διαδεδομένο άρθρο πίστεως, αλλά επιπλέον ζευγάρωσε με μια ομολογία ενοχής... Για κάτι τέτοιο απαιτούνταν επιπλέον και προ παντός κατάλληλες κοινωνικές συνθήκες, με τις οποίες να μπορεί να ευθυγραμμιστεί η συλλογική ηθική. Αυτό ακριβώς επιτεύχθηκε με τη σύνδεση της ομολογίας της συλλογικής ενοχής και της συλλογικής ευημερίας...

Συνάφεια ομολογίας συλλογικής ενοχής και ευδαιμονίας
...ακόμη και ένας αφελής παρατηρητής θα έπρεπε να εικάσει ότι η αρνητική θεωρία της «ιδιαίτερης πορείας» στη συνάφεια της με την ομολογία της συλλογικής ενοχής θα είχε πολύ διαφορετικό αντίκτυπο στη γερμανική εθνική ζωή, αν η Γερμανία δεν ήταν η πρώτη αλλά η τεσσαρακοστή εξαγωγός χώρα του κόσμου. Και ο ίδιος θα έπρεπε να περιμένει ότι αν η ευημερία των Γερμανών έβαινε μειούμενη, θα μειωνόταν μαζί της και η προθυμία τους να ομολογήσουν την ενοχή τους. Ευκολότερα αισθάνεται κανείς ενοχές παραθερίζοντας στην Τοσκάνη ή την Αλσατία, παρά όταν κρέμεται για την επιβίωση του από επιδόματα αρωγής.
Αυτή η ηθικά αιτιολογημένη ή εξωραϊσμένη συνταγή της κοινωνικής ευδαιμονίας έγινε παρεμπιπτόντως αντικείμενο θεωρητικής επεξεργασίας από κοινωνιολόγους και πολιτικούς επιστήμονες που υποστήριξαν τη θέση, ότι πολιτική και οικονομία αποτελούν ως εκ του χαρακτήρος τους διαφορετικές δραστηριότητες. Όποιος λοιπόν μετά πολιτικής ταπεινότητος αφιερώνεται αποκλειστικά στο οικονομείν, βρίσκεται στον καλύτερο δρόμο για να αποφύγει τον κυκεώνα και τα εγκλήματα της πολιτικής. Η ανέμελη διχοτομία πολιτικής και οικονομίας οδηγούσε επομένως άμεσα ή έμμεσα στη σύζευξη του οικονομικού με το ηθικό στοιχείο. Και εδώ επίσης έκανε αισθητή την παρουσία της η σύνδεση ηθικής και ευημερίας...
Έτσι διατυπώθηκε μια επιταγή που συγκεφαλαίωσε τα πρακτικά διδάγματα από τη σκοπιά της θεωρίας της «ιδιαίτερης πορείας». Κατ'αυτήν ο ριζικός εκδημοκρατισμός ή εξηθικισμός της πολιτικής και της οικονομίας πάνω στη βάση μιας ανθούσας οικονομίας θα ολοκλήρωνε στο εξής τον εκδυτικισμό, θα παγίωνε την πρόσδεση της Γερμανίας στη Δύση και θα καταστούσε a limine αδύνατη κάθε «ιδιαίτερη πορεία»'είναι χαρακτηριστικό, ότι η κεντρική σημασία της οικονομικής βάσης δεν αμφισβητήθηκε έως σήμερα ούτε καν από εκείνους τους εμπνευσμένους ηθικοφιλόσοφους που ειδ άλλως προσπερνούν ακατάδεχτοι τέτοια ζητήματα...

Εσωτερίκευση διχοτομίας πολιτικής και οικονομίας, αδέξια ηθικολογία και ζήτημα ηγεμονίας
Καθώς οι Γερμανοί γενικά έχουν εσωτερικεύσει τη διχοτομία μεταξύ πολιτικής και οικονομίας κατά τρόπο ώστε να συμπίπτει με τις παραστάσεις τους περί ευτυχίας και ηθικής, κατά πάσα πιθανότητα δεν θα προσαρμοστούν απρόσκοπτα στη μεταψυχροπολεμική πλανητική κατάσταση. Έτσι ζητούν να συλλάβουν το ζήτημα της Ευρωπαϊκής ενοποίησης κατ'αρχήν επιστρατεύοντας οικονομικές ή πολιτικοοικονομικές κατηγορίες και αντιστέκονται όσο μπορούν στην ανησυχητική και οδυνηρή αλλά βαθμηδόν όλο και πιεστικότερη επίγνωση, ότι μετά τη γερμανική επανένωση και έκλειψη της αμερικάνικης προστασίας, μαζί με κάθε κεντρικό οικονομικό πρόβλημα, όπως είναι λ.χ. το πρόβλημα της νομισματικής ένωσης, ανακύπτει συγχρόνως και αναγκαία στον ορίζοντα το ζήτημα της πολιτικής ηγεμονίας...
Για Γάλλους και Άγγλους το πρόβλημα της Ευρωπαϊκής ενοποίησης είναι τόσο αυτονόητα ζήτημα ηγεμονίας και ζήτημα «δέσμευσης» της Γερμανίας, επειδή είναι παλαιοί ιμπεριαλιστικοί λαοί με κατά πολύ μακροβιότερες παραδόσεις στο πεδίο της παγκόσμιας πολιτικής και αντίστοιχα πλουσιότερες εμπειρίες καθώς και πιο εκλεπτυσμένο διπλωματικό αισθητήριο από τους Γερμανούς. Αντίθετα στους Γερμανούς είναι ενδεχόμενο ότι η αδέξια πολιτική ισχύος του παρελθόντος θα δώσει τώρα τη θέση της σε μια αδέξια ηθικολογία, που εξ ανάγκης θα οδηγήσει εξίσου σε αδιέξοδο. Ιδιότητες ικανές να αποτρέψουν μια τέτοια εξέλιξη δεν συγκαταλέγονται μάλλον στα προτερήματα του γερμανικού εθνικού χαρακτήρα.

β´

Σχόλιο
Τα προηγούμενα αναφέρονται στη μεταπολεμική «κανονικοποίηση» και «αναδιαπαιδαγώγηση» της γερμανικής κοινωνίας η οποία: "θα ολοκλήρωνε στο εξής τον εκδυτικισμό, θα παγίωνε την πρόσδεση της Γερμανίας στη Δύση και θα καταστούσε a limine αδύνατη κάθε «ιδιαίτερη πορεία»". Εάν στοχαστούμε πάνω στο 2ο και το 3ο μέρος τα οποία παραθέτω, γίνεται φανερό πως η ιδεολογία για το «καθυστερημένο έθνος» και η «συνάφεια ομολογίας συλλογικής ενοχής και ευδαιμονίας» έγινε (και εξακολουθεί να γίνεται) προσπάθεια να εφαρμοστεί στην ελληνική κοινωνία της μεταπτωχευμένης Ελλάδας προς «κανονικοποίηση», «αναδιαπαιδαγώγηση» και «εξευρωπαϊσμό» της. Το ίδιο περίπου κοστούμι ράβεται για εμάς. Η ίδια «μέθοδος κοινωνικής μηχανικής» χρησιμοποιείται.
Αυτό που δεν έχει σταθμιστεί από όσες και όσους («βελτιωτές της ανθρωπότητας») αξιώνουν να εφαρμόσουν μια τέτοιου είδους «κοινωνική μηχανική» στην ελληνική κοινωνία, είναι το εξής: Στη δική μας περίπτωση δεν έχουμε να κάνουμε με μια Guilt -based- Society αλλά με μια Shame -based- Society (όπως είναι και η ιαπωνική, η κινεζική, πολλές θαλασσινές κοινωνίες στη Μεσόγειο, σε τμήματα της Αγγλοσαξωνίας και της Λατινικής Αμερικής).
Η ντροπή είναι το κατεξοχήν κοινωνικό συναίσθημα (σε αντίθεση με την ενοχή).
Σε αυτά τα μέρη λέ(γα)με να μην κλέψεις, να μην σκοτώσεις, να έχεις/είσαι «πρόσωπο» -και να προσφέρεις- στη κοινωνία. Σε αυτά τα μέρη η μεγαλύτερη τιμωρία είναι ο εξοστρακισμός.
Σε αυτά τα μέρη η μεγαλύτερη αναγνώριση είναι να ακουστεί κατά την τελευταία πορεία:
«Άξιος!»

.~`~.

Εισαγωγική παρατήρηση περί «οικονομισμού».

$
0
0

Συχνότατα λησμονείται ότι ο μαρξιστικός οικονομισμός συνιστά άμεσον απότοκο και άμεση κληρονομιά του φιλελευθερισμού, ο οποίος πρώτος στην ιστορία προέταξε με απόλυτο τρόπο την οικονομική δραστηριότητα - και το έκαμε με πολεμικά και ιδεολογικά κίνητρα, θέλοντας να αποδείξει ότι στυλοβάτης της κοινωνίας είναι ο «παραγωγικός» κεφαλαιούχος αστός και όχι η «πολιτική» φεουδαλική αριστοκρατία, που επικέντρωνε την τιμή της στις πολεμικές της επιδόσεις. Ακριβώς επειδή ο οικονομισμός είναι σαρξ εκ της σαρκός του φιλελευθερισμού παρατηρούμε μετά το 1989 ότι η αποσύνθεση του «ιστορικού υλισμού» και της «οικονομικής ερμηνείας» της ιστορίας όχι μόνον δεν συνεπέφερε την υποχώρηση του οικονομισμού, αλλά είχε το αντίθετο αποτέλεσμα. Την εποχή του Ψυχρού Πολέμου οι «φιλελεύθεροι» αντίπαλοι του μαρξισμού ήσαν υποχρεωμένοι να πολεμούν τον «υλισμό» υπογραμμίζοντας τους «πνευματικούς», «πολιτικούς», «πολιτισμικούς», «εθνικούς» και λοιπούς μη οικονομικούς παράγοντες. Σήμερα όμως ο δυτικός καπιταλιστικός φιλελευθερισμός δεν χρειάζεται ν'ασκεί ιδεολογική πολεμική απ'αυτήν τη σκοπιά, και μπορεί να δείχνει απροκάλυπτα -ενίοτε και αδιάντροπα- το οικονομίστικο του πρόσωπο, ιεραρχώντας με οικονομίστικα κριτήρια όχι μόνον τους ιστορικούς παράγοντες, αλλά και τις ίδιες τις «πνευματικές αξίες»...
Ο ουσιώδης κοινός παρονομαστής του αρχικού μαρξισμού και καπιταλιστικού φιλελευθερισμού έγκειται στη βεβαιότητα κατάργησης των πολέμων μέσω της απορρόφησης του πολιτικού στοιχείου από το οικονομικό.

Εισαγωγή στο θέμα: Ο «οικονομισμός» ως μέσο επιβολής πολιτιστικού μονισμού.

.~`~.

Τι ήταν το «Κέντρο»; Γιατί η χώρα είναι μετέωρη και δεν διαθέτει ταυτότητα, προσανατολισμό και στρατηγική.

$
0
0

Το «κέντρο» δεν είναι κάτι άοσμο και άχρωμο όπως αφελώς αναφέρουν αυτή την περίοδο διάφορες απόψεις. «Κέντρο» είναι η ηγεμονική ιδεολογία και κυρίαρχη συναίνεση, γύρω από την οποία αντλεί τη λογική και τη ταυτότητα του το πολιτικού σύστημα, τα κόμματα τα ιδεολογικά τους περιεχόμενα, και η χώρα τη στρατηγική της. «Κέντρο» ήταν στην Ελλάδα, για περίπου έναν αιώνα, ο Βενιζελισμός.
Ωστόσο, εάν δεν θέλουμε να είμαστε στενόμυαλα εθνοκρατικοί θα πρέπει να τονίσουμε πως αυτό είναι μονάχα ένα μέρος της αλήθειας. Εάν δούμε τα πράγματα στα πλαίσια των υπερεθνικών δομών και θεσμών στους οποίους συμμετέχει η Ελλάδα θα πρέπει να ειπωθεί το εξής: «Κέντρο» δεν ήταν απλά ο Βενιζελισμός, αλλά το ΕλλαδοΤουρκικό γεωπολιτικό και γεωπολιτισμικό ΝΑΤΟικό υποκείμενο υπό το ΒενιζελοΚεμαλικό consensus (συναίνεση).
Ο Samuel Huntington, ονομάζει "κεμαλισμό"ή "κεμαλική στρατηγική", όχι αυτό που αντιλαμβανόμαστε στην Ελλάδα με την στενή ελλαδοκεντρική και εθνοκεντρική οπτική, αλλά το δόγμα της απόλυτης σύνδεσης εκσυγχρονισμού και εκδυτικισμού, με τον εκδυτικισμό, δηλαδή την πνευματική αποικιοκρατία και τον πολιτιστικό ιμπεριαλισμό, να θεωρείται ως "πνευματική"προϋπόθεση του "υλικού"«εκσυγχρονισμού» και της «ανάπτυξης» (βέβαια τα ιδεολογήματα που σχετίζονται με τη σύνδεση εκσυγχρονισμού και εκδυτικισμού έχουν καταρριφθεί εδώ και τουλάχιστον μισό αιώνα, αλλά συντηρούνται στην Ελλάδα). Πρωτοδίδαχος αυτού του δόγματος, σε πλανητική κλίμακα, ήταν ο Κεμάλ Ατατούρκ. "Κεμαλική στρατηγική"κατά Huntington, μπορεί να θεωρηθεί να εγκαταλείψουν οι Ρώσοι το κυριλλικό αλφάβητο και οι Κινέζοι τα ιδεογράμματα και να «ενστερνιστούν» το λατινικό αλφάβητο προκειμένου να «εκσυγχρονιστούν» (το βιβλίο του Huntington μπορεί να μην είναι «κακό» μονάχα για τους γνωστούς λόγους που κυριαρχούν στη δημόσια σφαίρα, αλλά και για άλλους, πιο «τοπικούς»).
Παραθέτω ορισμένα αποσπάσματα από το κείμενο του Γιώργου Πρεβελάκη, με τίτλο, Το Τέλος του Βενιζελισμού:
Προσεγγίζουμε την εκατονταετηρίδα από την Μικρασιατική Καταστροφή η οποία εγκαινίασε μια μακρά περίοδο σταθερότητας των συνόρων. Η βαλκανοποίηση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, με αφετηρία την ελληνική επανάσταση ένα αιώνα πριν, σταμάτησε στην Ανατολία. Οι πρόσφατες εξελίξεις, όμως, εγείρουν φόβους ότι η βαλκανοποίηση αναβιώνει: Γιουγκοσλαβία, Λιβύη, Συρία. Μπορεί να θίξει την Τουρκία; και την Ελλάδα;
Η ελληνική «οικονομική» κρίση, η επιστροφή της ευρωπαϊκής γεωπολιτικής, η διαμάχη ανάμεσα στην Γερμανική Ευρώπη, την επανερχόμενη Ρωσία και τις απερχόμενες Ηνωμένες Πολιτείες για σφαίρες επιρροής στον περίγυρό μας, οι αραβικές «Ανοίξεις» μας υπενθυμίζουν ότι ο παραδοσιακός γεωπολιτικός μας χώρος είναι η ενότητα την οποία οι Άγγλοι αποκαλούσαν Near East. Προ εκατονταετίας διαμορφώθηκαν σχήματα και στρατηγικές οι οποίες επέτρεψαν στις χώρες της περιοχής να καθορίσουν σύνορα και να οργανώσουν την επιβίωσή τους. Οι στρατηγικές αυτές, προσαρμοσμένες σε ένα κόσμο τον οποίο ανακατέταξε η Παγκοσμιοποίηση, δεν εξασφαλίζουν πλέον σταθερότητα. Στην Τουρκία, επί παραδείγματι, ο Κεμαλισμός, χάρη στον οποίο διασώθηκε η Ανατολία από την βαλκανοποίηση, είναι πλέον τελείως ξεπερασμένος· εδώ και μια δεκαετία, η Τουρκία πειραματίζεται με την εναλλακτική του πολιτικού Ισλάμ, με αμφίβολα αποτελέσματα...
Γύρω από τις βενιζελικές επιλογές κινήθηκε η ελληνική πολιτική, με τις δεξιές και τις αριστερές της αποχρώσεις: εθνική ανεξαρτησία, εγκατάλειψη του αλυτρωτισμού, κρατισμός, πολιτισμική ομογενοποίηση, αναπτυξιακή οικονομική πολιτική με αξιοποίηση των εγχωρίων φυσικών πόρων, αξιοκρατία, ελιτισμός, Κράτος Δικαίου.
Ο Βενιζελισμός συνάντησε αντιστάσεις από τους νοσταλγούς της Μεγάλης Ιδέας και ο Κεμαλισμός από τους νοσταλγούς της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Ανάλογη στάση θα κρατήσουν οι αγκιστρωμένοι στο βενιζελικό και κεμαλικό παρελθόν τωρινοί οπαδοί τους, όμως παρά τις μάχες οπισθοφυλακών που θα δώσουν, ο Βενιζελισμός και ο Κεμαλισμός δεν πρόκειται να επανανακάμψουν. Ήταν -εθνοκρατικές- ιδεολογίες οι οποίες διαμορφώθηκαν την περίοδο της ανόδου των εθνικών κρατών, της επέκτασης των αστικοδημοκρατικών ρεπουμπλικανικών πολιτευμάτων και των φιλελεύθερων εθνικιστικών κινημάτων κατά την προσπάθεια μετάβασης προς τη μαζική κοινωνία. Αντικατέστησαν, κονιορτοποιώντας και θρυμματίζοντας, τις αυτοκρατορικές δομές υπό τις δεσποτικού τύπου διακυβερνήσεις των πολυθρησκευτικών και «πολυπολιτισμικών» συνόλων (όπως γίνεται αντιληπτό, σε αυτό το σημείο θίγω ένα ζήτημα επίκαιρο και τεράστιο, το οποίο όμως δεν μπορεί να αναλυθεί σε αυτό το σημείωμα: εθνοκράτος - αυτοκρατορία - «πολυπολιτισμικότητα» - αυταρχία - δημοκρατία - έθνος - θρησκεία - κοσμικότητα - σεκταρισμός κ.λπ).
Αν το νέο γεωγραφικό στίγμα επανατοποθετεί την Ελλάδα στην Εγγύς Ανατολή, το ιστορικό της στίγμα βρίσκεται στο τέλος ενός κύκλου, με διάρκεια σχεδόν ένα αιώνα. Το τέλος του Βενιζελισμού δημιουργεί ένα τεράστιο κενό το οποίο ωθεί την Ελλάδα μακρύτερα από την Ευρώπη, πλησιέστερα προς την Εγγύς Ανατολή. Αποστολή της πολιτικής και πνευματικής ηγεσίας είναι να επινοήσει την εναλλακτική εκδοχή του εθνικού προσανατολισμού, με προσαρμογή στο μεταβαλλόμενο γεωοικονομικό και γεωπολιτικό περιβάλλον και, ταυτοχρόνως, με έδρα την εθνική «ψυχή».
Μπορεί να είχε αρχίσει να ροκανίζεται, ήδη από τη δεκαετία του 80', ο Βενιζελισμός στην Ελλάδα, τη χαριστική βολή όμως στο ΕλλαδοΤουρκικό γεωπολιτικό και γεωπολιτισμικό ΝΑΤΟικό υποκείμενο υπό το ΒενιζελοΚεμαλικό consensus, την έδωσε ο σπουδαιότερος ηγέτης της Τουρκίας, μετά (ή μήπως μαζί με;) τον Atatürk. Ο Recep Tayyip Erdoğan.
Επειδή στη χώρα αυτή που λέγεται Ελλάδα προσπαθούν να μας τρελάνουν, πρέπει να τονίσω πως, όχι μονάχα δεν είναι καινοφανή όσα προτάσσει ο Ερτογανισμός, αλλά την απαρχή τους μπορούμε να την ιχνηλατήσουμε ακόμα και πριν από τη δεκαετία του 80'. Αναφέρομαι συγκεκριμένα στην αντιπαράθεση Atatürk και Enver Pasha, όπου αναδύεται το αντίστοιχο με εμάς ΕθνικοΔιχαστικό δίλημμα Δύση ή Γερμανία; Ο Atatürk εκκινεί από αγγλό«φιλη» ενώ ο Enver Pasha από γερμανό«φιλη» θέση-τοποθέτηση. Το ΕλλαδοΤουρκικό γεωπολιτικό και γεωπολιτισμικό ΝΑΤΟικό υποκείμενο υπό το ΒενιζελοΚεμαλικό consensus (συναίνεση), δίνει από μόνο του την απάντηση για το ποιος εξωτερικός δρών επικράτησε σε αυτή την αντιπαράθεση και διαμόρφωσε τις δομές για τις επόμενες δεκαετίες.
Ο Erdoğan, λοιπόν, τσάκισε αυτό το consensus μετά και από τις απανωτές αρνήσεις μέσω διαφόρων σοφιστειών της «Ευρώπης» προς την Τουρκία, αντίστοιχη ήταν και η συμπεριφορά της «Ευρώπης» προς τη Ρωσία (σε αυτό το σημείο επίσης χρειαζόμαστε ένα νέο σημείωμα για τη Ρωσία και τη Τουρκία ως Πύλες που κρατούν ανοιχτή την οδό για μια ευρασιατική στρατηγική της Γερμανίας). Η λύσσα που υπάρχει στην Ελλάδα με τον Erdoğan είναι βαθύτερη και πιο ουσιώδης από τα περί «αντιδημοκρατικότητας» συνθήματα κ.λπ Διότι το τσάκισμα αυτό οδήγησε και σε καταστροφή ταυτοτήτων. Πάνω σε αυτή τη γεωπολιτική και γεωπολιτισμική δομή και συναίνεση δομήθηκαν ταυτότητες. Παράδειγμα από τα κεντρο«δεξιά»: Φιλελεύθερος ΕυρωΑτλαντισμός, υπέρ της ελληνοτουρκικής φιλίας στα πλαίσια του ΝΑΤΟ και φιλοισραηλινισμός στα πλαίσια της «Δύσης». Από τα κέντρο«αριστερά» κάνετε τις αντιστοιχίες και θα καταλήξετε στους... λατρευτικούς «αντιεθνικιστικούς» φιλοΚεμαλικοΛενινιστικούς οίστρους, στους «συνωστισμούς» και τα ντοκυμαντέρ που εξειδανικεύουν την Οθωμανία. Αλλά τι να την κάνεις την Οθωμανια, ως μετα-νεωτερική «νεο-μεσαιωνική» επαναφορά σε προ-Βεστφαλιανές συνθήκες -κατάλυσης της- Κυριαρχίας προκειμένου να «υπερβείς» τα εθνικά κράτη, μέσω μιας -αγγλοσαξωνικής εμπνεύσεως- λιμπεραλιστικής θεωρίας μειονοτικών δικαιωμάτων (Multicultural Citizenship) που έχει επικρατήσει να ονομάζεται εκλαϊκευμένα «πολυπολιτισμικότητα», όταν ο Erdoğan δείχνει να μην θεωρεί αυτονόητη την ένταξη της στη «Δύση»; (δηλαδή στις υπερεθνικές δομές στις οποίες ηγεμονεύουν και είναι κυρίαρχες οι Ηνωμένες Πολιτείες).

Ουσιαστικά, η Ελλάδα, δεν διαθέτει ούτε ηγεμονική ιδεολογία, ούτε συναίνεση, ούτε στρατηγική. Ουσιαστικά η χώρα είναι γυμνή. Και την εξέθεσε, όσο και εάν δεν μας αρέσει, η στάση της Τουρκίας η οποία δεν είχε, λόγω ειδικού βάρους, την «πολυτέλεια» της υπερβολικά εξαρτημένης, μισοαποικιακής, εξευτελισμένης και παρηκμασμένης συμπεριφοράς, που προσπαθεί να καθηλώσει μια ολόκληρη χώρα στον 20ο αιώνα και στο προηγούμενο διεθνές σύστημα, προκειμένου ένα πολιτικό-οικονομικό-mediaκό κατεστημένο να διασώσει τα προνόμια του.

.~`~.

«Κανονικότητα» και «Εξαίρεση» - μέρος α´. Σύντομη αναφορά.

$
0
0

Οι κανονικότητες προέρχονται συχνά από εξαιρέσεις και ρήξεις και στηρίζονται πάντοτε σε μέτρα για εξαιρετικές καταστάσεις. Οι εξαιρέσεις με τη σειρά τους θέλουν να θεμελιώσουν κανονικότητες, δηλαδή να κάνουν τις αρχές που συνδέονται με την αυτοαντίληψη των πρωτουργών ή υπερμάχων τους γνώμονα (ή πάντως ιδανικό) κοινωνικής (ή ατομικής) δράσης, αφού ούτε αυτοί μπορούν να φαντασθούν ότι η κοινωνική ζωή θα μπορούσε να στηρίζεται σε μια αδιάκοπη σειρά εξαιρετικών καταστάσεων. Έτσι η εξαίρεση είναι, ή αναγκάζεται να γίνει, πολύ πιο τετριμμένη και καθημερινή από όσο θέλουν να πιστεύουν εκείνοι που τη βλέπουν ως χώρο ανάπτυξης της αυθεντικότητας'και ακριβώς λόγω των τετριμμένων και καθημερινών συστατικών της (ένας ένοπλος αστυνομικός που χαμογελάει φιλικά στη βραδινή περίπολο) τη διαπερνά η κανονικότητα πιο βαθιά από όσο αρέσκονται να αντιλαμβάνονται οι ειδυλλιογραφικοί στο πεδίο της κοινωνικής θεωρίας. Τα λάθη και τα εσφαλμένα συμπεράσματα και των δύο πλευρών θυμίζουν εξάλλου με συμμετρικό τρόπο τα λάθη και τα εσφαλμένα συμπεράσματα των φίλων και των εχθρών της αποφασιοκρατίας - κάτι αναμενόμενο, αφού οι πρώτοι δεν έκρυψαν την προτίμηση τους για την εξαίρεση, ενώ οι δεύτεροι παίρνουν το μέρος της κανονικότητας.

Το πολιτικό και ο άνθρωπος
Βασικά στοιχεία της κοινωνικής οντολογίας
Εκδ. Θεμέλιο

.~`~.
Για περαιτέρω ιχνηλάτηση και πληρέστερη προοπτική

ΠολιτικοΟικονομικά ΜικροΜέγαλα.

$
0
0

Ο «εθνικισμός» -του μικρού- που φανερώνεται μέσω της πολιτικής, είναι ανήθικος, επιθετικός, απολίτιστος, λαϊκίστικος, αντι-ευρωπαϊκός και επικίνδυνος. Ο εθνικισμός -του μεγάλου- που μεταμφιέζεται και κρύβεται πίσω από την οικονομία, είναι «ηθικός», «ειρηνικός», «δημοκρατικός», «πολιτισμένος», «ευρωπαϊκός» και «δίκαιος».

.~`~.

`~.

$
0
0

Ο ισχυρός θα προχωρήσει όσο του επιτρέπει η δύναμη του και ο αδύναμος θα υποχωρήσει όσο του επιβάλλει η αδυναμία του
είχε γράψει ένας σπουδαίος.

.~`~.

Δεν δύναται να αποφύγει τη συνέπεια του Πολιτικού. Schmitt εναντίον Luhmann.

$
0
0

Aυτό που βλέπουμε -και ως θέαμα- ανάμεσα σε άλλα, συμβολικά, είναι η αντιπαράθεση-διαπραγμάτευση του Πολιτικού «εθνικού» ενδοκρατικού Λεβιάθαν του Schmitt απέναντι στον Τεχν(ΗθικοΟικονομ)ικόν «ευρωπαϊκό» Λεβιάθαν του Luhmman (*).
Για τον Schmitt, κυρίαρχος είναι εκείνος που αποφασίζει για την κατάσταση εξαίρεσης. Για τον Luhmman κυρίαρχος είναι εκείνος που εμποδίζει την εκδήλωση της κατάστασης εξαίρεσης. Δίχως να είμαστε αφελείς για την τελική έκβαση, οφείλουμε να παρατηρήσουμε πως μέχρι στιγμής, Schmitt - Luhmman: 1 - 0. Εξηγούμαι (προσπαθώ να αναδείξω το θεμελιώδες, με την ελάχιστη δυνατή χρήση περιεχομένων):
Εάν η τωρινή (συγ)κυβέρνηση αποτελείτο από το 1ο και το 4ο κόμμα των τελευταίων εκλογών και όχι από το 1ο και το 6ο κόμμα, σήμερα, η χώρα δεν θα είχε κυβέρνηση. Η κυβέρνηση θα είχε «πέσει». Ακόμα, όμως, και εάν υπήρχε κυβέρνηση, θα ήταν τέτοιες οι ενδοκυβερνητικές πιέσεις και αναταράξεις, που η κατεύθυνση και η ταυτότητα της, καθώς και η ίδια η διαπραγμάτευση, θα είχε λιγότερο ως άξονα την πολιτική και τη δημοκρατία και περισσότερο τη «μεταπολιτική» και τη «μεταδημοκρατία». Δεν εμποδίστηκε η εκδήλωση της κατάστασης εξαίρεσης.
«Αλλά και αυτό το δήθεν μη πολιτικό και φαινομενικά μάλιστα αντιπολιτικό σύστημα [της πολωτικότητας ηθικής και οικονομίας] ή εξυπηρετεί τις υφιστάμενες ή οδηγεί σε νέες κατατάξεις σε Φίλους και Εχθρούς και δεν δύναται να αποφύγει τη συνέπεια του Πολιτικού» (**) Carl Schmitt.
Προσοχή πάντως, διότι ιστορικά, ο ΠρωσοΛουθηρανισμός (δεν έγραψα πουθενά η Γερμανία) δεν κάνει Win-Win. Εκμηδενίζει. Πρώτα τους άλλους και στο τέλος -τον ίδιο- τον εαυτό του, ηθικολογώντας αδέξια και ακατάσχετα. Το γράφω αυτό έχοντας επίγνωση πόσο εκλεπτισμένες μέθοδοι έχουν αναπτυχθεί στην Αγγλοσαξωνία και σε τι επίπεδο έχει φτάσει η τέχνη της δαιμονοποιήσης και της κατασκευής της εικόνας του -εν δυνάμει- εχθρού. Με αφήνει, λοιπόν, παγερά αδιάφορο, η «λύπηση», κάποιου Υπουργού Οικονομικών «για τους Έλληνες», όπως και οι πιέσεις «ευρωπαίων αξιωματούχων» για το ποιόν Υπουργό Οικονομικών θα έχει η χώρα μου. Ευτυχώς που οι δομές και οι σχέσεις είναι πολυμερείς και όχι διμερείς. Αυτό είναι το ουσιώδες, και όχι βέβαια κάποια «αναδιαπαιδαγώγηση» που επιβάλλεται σε ολόκληρες κοινωνίες.

*
**
*

(*) Ενώ ήταν ένα κόμμα το οποίο, σε μεγάλο βαθμό, δεν αποδεχόταν ή δεν έδινε ιδιαίτερη σημασία, στην έννοια του εθνικού συμφέροντος, στον διαχωρισμό ανάμεσα σε εσωτερική-εθνική και εξωτερική πολιτική, και στον κρατοκεντρικό χαρακτήρα του διεθνούς συστήματος, αυτή τη στιγμή βλέπουμε το 1ο κόμμα των εκλογών, να προασπίζεται τον ενδοκρατικό Λεβιάθαν, την αποκατάσταση της συνταγματικής τάξης και την Κυριαρχία (Hobbes!) απέναντι στον μετα-νεωτερικό Λεβιάθαν «των αγορών» και την αποδόμηση της προς όφελος ενός «νεο-μεσαιωνισμού» (μια μετα-νεωτερική κουρελού που χαρακτηρίζεται από επικαλυπτόμενες εξουσίες, πολλαπλή αφοσίωση, κατακερματισμό, επαναφορά ιδιωτικής βίας κ.λπ). Προτάσσει το Πολιτικό και την βούληση απέναντι στο Τεχνοκρατικό Λεβιάθαν και την ουδετεροποίηση ή τον αφανισμό της πολιτικής βούλησης (Schmitt εναντίον Luhmann). Προσπαθεί να στρέψει -ως προασπιζόμενος και όχι ως πολέμιος- τους κανόνες της Ε.Ε απέναντι στην ad hoc πραγματικότητα της Ευρωζώνης.

(**) Όχι μόνο δεν δύναται να αποφύγει τη συνέπεια του Πολιτικού, αλλά οι «ΑριστεροΚαντιανοΣμιτιανοί» -ο Χριστός και η Παναγία- δημιουργούν αναστάτωση και φασαρία, προσφέροντας και θέαμα. Ο Baudrillard, παραθέτοντας Rivarol στο έργο του με τίτλο, Περί Σαγήνης, γράφει: "«ο λαός» λέει ο Ριβαρόλ, «δεν ήθελε την Επανάσταση, ήθελε μονάχα το θέαμα της» - επειδή είναι ο μόνος τρόπος να διατηρηθεί η σαγήνη της Επανάστασης, αντί να καταργηθεί μέσα στην αλήθεια της" (η οποία είναι ανύπαρκτη). Στον Schmitt σε αντιπαραβολή με τον Luhmman, θα επανέλθω.

.~`~.

Ένα μοιραίο -ιστορικό- σφάλμα;

$
0
0

Διαπιστώνω πως πολλοί συμπολίτες μας, αριστεροί και δεξιοί, δεν έχουν αντιληφθεί πόσο καθοριστικό ρόλο διαδραμάτισαν, η Αναγέννηση και η Μεταρρύθμιση, όχι γενικά και αόριστα, αλλά ως προς την διαμόρφωση των κοινωνικοπολιτικών και διεθνών δομών που οδήγησαν στα εθνικά κράτη. Η κύρια συνεισφορά της Μεταρρύθμισης, από διεθνοπολιτική άποψη, ήταν η κατάλυση της οικουμενικότητας και της -μη εδαφικής- ενότητας της αυτοκρατορίας και της εκκλησίας, γεγονός που οδήγησε στην αναδιοργάνωση της ευρωπαϊκής ηπείρου σε εδαφικά εθνικά κράτη και στην εθνικοποίηση των εκκλησιών (ορόσημα της οποίας αποτελούν ο Νόμος της Κυριαρχίας στην Αγγλία το 1534 και η Ειρήνη της Αυγούστας το 1555 στην ηπειρωτική Ευρώπη). Οι Θρησκευτικοί Πόλεμοι οδήγησαν στην ανάδυση της -έννοιας της- κυριαρχίας βεστφαλιανού τύπου. Η Γαλλική Επανάσταση, και ο «εθνικισμός», έρχονται μετά από αυτές τις εξελίξεις.
Η θεμελίωση της Γαλλικής Επανάστασης ως ιδρυτικού μύθου για διάφορες πολιτικοιδεολογικές προσεγγίσεις, οδήγησε σε ένα σφάλμα το οποίο μπορεί να αποδειχθεί μοιραίο. Να μην σταθμιστεί η σημαντικότητα, να μην μελετηθούν βαθιά οι συνέπειες, και να υποτιμηθούν τα αποτελέσματα, της καθοριστικότερης καμπής των τελευταίων πέντε αιώνων. Και αυτή δεν είναι η Γαλλική Επανάσταση (η οποία έχει τεράστια σημασία σε άλλο επίπεδο όμως), αλλά η εγκαθίδρυση της Βεστφαλιανής Τάξης (καθώς επίσης τα γεγονότα και οι προϋποθέσεις οι οποίες οδήγησαν σε αυτήν).
Έχει γίνει κατανοητό άραγε, τι προσπαθεί να επιτύχει η Ε.Ε, και πόσο μη εύκολο είναι;

.~`~.

Σύντομη αναφορά στον κίνδυνο διολίσθησης των Ηνωμένων Πολιτειών στον σεκταρισμό.

$
0
0

Θα ήταν καταστροφικό για τις Ηνωμένες Πολιτείες να κάνουν οτιδήποτε που έστω υπαινίσσεται μια επιστροφή στην προ-Βεστφαλιανή αντίληψη η οποία ενώνει τις γραφές και την κυριαρχία.
Paul R. Pillar - Η διολίσθηση της Αμερικής στον σεκταρισμό.

Αυτή η διολίσθηση φανερώθηκε έντονα επί Μπούς, -δυστυχώς- συνεχίζεται επί Ομπάμα και έχει ενδογενή δυναμική στις Ηνωμένες Πολιτείες τις τελευταίες δεκαετίες. Η άνοδος του σεκταρισμού, της κατακερματισμένης κοινωνίας κ.λπ δεν είναι τυχαία φαινόμενα. Δεν αφορούν μονάχα τον Ισλαμικό Κόσμο. Αφορούν τόσο τις Ηνωμένες Πολιτείες, όσο και την Ευρωπαϊκή Ένωση (προηγούμενο σύντομο σημείωμα περί κυριαρχίας βεστφαλιανού τύπου).

That danger [of going down the sectarian path] has to do with how through the centuries religiously-defined and religiously-motivated conflict has been one of the biggest sources of organized bloodshed and human suffering. We see such bloodshed and suffering in abundance today in the Middle East, South Asia, and parts of Africa. The West has mostly extracted itself from that type of agony, but did so only after the agony of the Thirty Years War led Europeans to erect a state system that banished to the past the idea that religious difference should be the basis for one state waging war against another state. It would be disastrous for the United States to do anything that even hints at return to a pre-Westphalian mindset that unites sovereigns and scripture... This entire pattern damages the effectiveness of U.S. foreign policy... There are fundamental values at risk at home in the United States, too.

Εάν, αφροαμερικανοί και γερμανικής καταγωγής λουθηρανοί, «hispanic or latino» και «non hispanic white» (επίσημες ορολογίες) ρωμαιοκαθολικοί, άραβες και καυκάσιοι μουσουλμάνοι, αμερικανοασιάτες και white/Native American άθρησκοι, αγγλοσάξονες και ηπειρωτικοευρωπαϊκής καταγωγής καλβινιστές, Native Hawaiians και αμερικανοινδιάνοι σαμανίζοντες, εάν όλοι οι προηγούμενοι, δεν είναι όλοι τους Αμερικανοί (Έθνος-Κοσμικότητα) τότε τι είναι;

.~`~.

I) Περί της επιλογής (αυτής καθ'εαυτής), όχι περί του προσώπου (αυτού καθ'εαυτού) και II) περί ασυμβίβαστων κυβερνητικών κομματιστών.

$
0
0

I
Κάποιος μπορεί να είναι τολμηρός πρωθυπουργός μόνον με τίμημα να είναι κακός αρχηγός κόμματος... Ο ρόλος του ηγέτη της χώρας και ο ρόλος του ηγέτη του κόμματος εύκολα έρχονται σε σύγκρουση... Επειδή το κόμμα που βρίσκεται στην εξουσία δρα σύμφωνα με τα λεγόμενα του αρχηγού του, ο αρχηγός πρέπει να προσέχει τι λέει...
Kenneth Waltz
Όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες προσπαθούν να παρουσιάσουν το εθνικό τους συμφέρον ως πανανθρώπινο (ταυτίζοντας τα δύο αυτά επίπεδα), και η Γερμανία το δικό της εθνικό συμφέρον ως πανευρωπαϊκό (ομοίως), έτσι και τα κόμματα, εντός των κρατών, προσπαθούν να παρουσιάσουν το κομματικό τους συμφέρον ως δημόσιο συμφέρον, στο εσωτερικό, και ως εθνικό συμφέρον, στο εξωτερικό. Η διαφορά είναι πως η υπέρβαση του στενού κομματικού συμφέροντος, είναι η ευκολότερη από όλες τις υπόλοιπες περιπτώσεις. Οι μικροί πολιτικοί ή τα μικρά πολιτικά ανθρωπάκια, τις μεγάλες στιγμές, καθηλώνονται και οχυρώνονται γύρω από το κόμμα τους και τη μικρότητα του. Προσπαθούν να στενέψουν και να συρρικνώσουν το δημόσιο και εθνικό συμφέρον στα ασφυκτικά πλαίσια του συμφέροντος του κόμματος τους.
Ορθά έπραξε, ιδιοτελώς ή ανιδιοτελώς (αδιάφορο στην προκειμένη περίπτωση), ο Πρωθυπουργός και δεν υπέκυψε σε κάποιου είδους «αριστερό επαρχιωτισμό» και «σεχταρισμό». Άλλωστε όπως έχει αποδειχθεί κατ'επανάληψη ιστορικά, η ταξική «ενότητα» είναι σαφώς, περισσότερο «φαντασιακή» και ιδεολογική από ότι η εθνική «ενότητα». Επίπλαστες και οι δύο. Το πρόσωπο είναι επιμέρους, η πολιτική γεωγραφία έχει σημασία στη συγκεκριμένη συγκυρία.

II
Ορισμένοι ασυμβίβαστοι δεν έχουν αντιληφθεί πως ο ίδιος ο Συ.Ριζ.Α είναι συμβιβασμός για την ελληνική κοινωνία. Ο συμβιβασμός ξεκίνησε με την ελληνική κοινωνία να αποζητά απεγνωσμένα την ανάδυση κάποιου νέου πολιτικού φορέα-υποκειμένου-κίνησης-ρεύματος, κάτι τέλος πάντων, προκειμένου να προσανατολιστεί προς αυτή την κατεύθυνση και να απεγκλωβιστεί από το πολιτικό σύστημα της μεταπολίτευσης. Η μη ανάδυση ή ύπαρξη αυτού του «πράγματος», η μη ριζική ανανέωση του πολιτικού συστήματος, σε ουσία, λειτουργία και όχι στο φαίνεσθαι, και τα αδιέξοδα στα οποία μας εγκλωβισε, οδήγησαν σε δημιουργία ή/και αυτονόμησή καρκινωμάτων και ώθησαν σε συμβιβασμούς. Η επιλογή του Συ.Ριζ.Α από μεγάλο μέρος της ελληνικής κοινωνίας και η επιλογή του συγκεκριμένου προσώπου για την Προεδρία της Δημοκρατίας, δεν είναι παρά η συνέχεια αυτής της κατάστασης. Της μη ύπαρξης, της μη ανάδυσης ενός νέου, δυναμικού και ρηξικέλευθου ρεύματος. Ο ίδιος ο Συ.Ριζ.Α είναι ένας συμβιβασμός για την ελληνική κοινωνία. Αυτό δεν έχουν καταλάβει. Δεν είναι το νέο, ποτέ δεν ήταν. Η αξία του έγκειται στο ότι μπορεί να γίνει το όχημα για κάτι νέο.

.~`~.

Η ιδεοκτονία, η ιδεολογική ένδεια των καιρών μας και η ανυπαρξία πολιτικής. Η επικράτηση μετριοτήτων στην πολιτική ως αποτέλεσμα της έλλειψης ιδεών και της κυριαρχίας της «διανοήσεως» των μάνατζερ.

$
0
0

α´
Ή ιδεοκτονία είναι πράγμα πολύ παληό. Αφ'ότου υπάρχουν ιδέες σε τούτον τον κόσμο, φυσικό είναι να υπάρχουν και οι ιδεοκτόνοι. Ποιός μπορεί να ξέρη λ.χ. πόσες και πόσες ιδεοκτονικές καταστάσεις υπέστησαν τα κείμενα του Πλάτωνα και του Άριστοτέλη ύστερα από τόσα χέρια παπάδων και ιμάμηδων που πέρασαν; Άγνωστα για πάντα θα μας μείνουν τα εγκλήματα αύτά. Αλλά για πρώτη φορά στην εποχή μας η ιδεοκτονία παίρνει την μορφή του ωργανωμένου εγκλήματος. Ωργανωμένη ιδεοκρισία έχομε, βέβαια, με την περίπτωση της Ιεράς Εξετάσεως, που εγκαθιδρύεται επισήμως ώς κρατική τέτοια στην Ισπανία είκοσιπέντε χρόνια μετά την πτώση της Κωνσταντινουπόλεως και την έλευση στην Εύρώπη των ελλήνων ανθρωπιστών. Ωστόσο - και τούτο έξ αιτίας του δημοκρατικού καθεστώτος που επικρατεί στην Βενετία - τα ίδια αυτά χρόνια έχομε ανάπτυξη των ιδεών υπό την λεγόμενη «Άναγέννηση» στην οποίαν συμμετέχουν και οι Πάπες. Αυτό σημαίνει οτι το πρόβλημα δεν είναι περί της μή κυκλοφορίας ιδεών, που είναι έκ των πραγμάτων αδύνατον, αλλά περί της μονομερούς αξιοποιήσεως των εκ μέρους της ισταμένης εξουσίας. Και αυτό θα μείνη και το μόνιμο χαρακτηριστικό στην ιστορία του δυτικού κράτους, εξ ου και το φαινόμενο ότι κάθε «νέα» ιδέα - που κάθε άλλο παρά νέα μπορεί να είναι στην ιστορία των ιδεών - εμφανίζεται στην πολιτική ιστορία της δυτικής Ευρώπηςυπό τη μορφή επαναστάσεως. Παραδείγματος χάριν, η ιδέα της «ισότητας» (συμπεριλαμβανομένων σ'αυτήν και των ιδεών του «Διαφωτισμού») είναι γνωστή στην ανθρωπότητα από καταβολής κόσμου, γίνεται όμως επαναστατική στα πλαίσια του δυτικού κράτους, διότι είναι το κράτος αυτό που στηρίζεται στην ανισότητα (όπως όλα τα κράτη εξ άλλου), χωρίς όμως να μπορή, λόγω της μονίμου λογοκρισίας, ιδεολογικά να την αντιμετωπίση. Σε άλλους χώρους, π.χ. σ'αυτούς του ανατολικού Χριστιανισμούκαι του Ισλάμ, που αγνοούν την έννοια του εξουσιάζοντος κράτους, οι ίδιες ιδέες υπάρχουν ανέκαθεν, συζητούνται, αλλά δεν δημιουργούν επαναστάσεις. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση των πολιτικώς ασχοληθέντων με το φαινόμενο του «πανσλαβισμού» τον (προ)περασμένο αιώνα (Bonald, De Maistre κλπ). Από το ένα μέρος ανακαλύπτουν τους «πανσλαβιστές» οπαδούς της «ισότητας», ανατρεπτικούς, ριζοσπαστικούς και επαναστάτες, ενώ από το άλλο άκρατους οπαδούς του τσαρισμού. Και καταλήγουν σε απλοϊκά συνθήματα ιμπεριαλιστικής πολιτικής για την «κοινή γνώμη»: είτε η θρησκεία εκεί δεν παίζει κανένα ρόλο, είτε πρόκειται για «γενική τακτική» του σλαβισμού να υπονομεύση τα καθεστώτα στην Ευρώπη κλπ. Εν προκειμένω, αυτό που αγνοείται είναι μια εμπειρία που δεν υπάρχει: ότι τα θρησκευτικά συστήματα στην Ανατολή δεν είναι «θρησκείες» αλλά κοινωνικά συστήματα και συνεπώς οι «ιδέες» έχουν το νόημα της αλλαγής αλλά όχι της επανάστασης. Και τούτο είναι ένα πράγμα παρόν και για την τρέχουσα πολιτική ιστορία.
Η ύπαρξη των ιδεών, καθώς γνωρίζομε, είναι ένα πράγμα που δεν μπορεί να ελεγχθή. Το μεγάλο πρόβλημα του De Maistre π.χ. που αναφέραμε, είναι ότι με τις «ιδέες» και την «επιστήμη» ανεβαίνουν τα κατώτερα στρώματα στις διαχειρίσεις του κράτους... Και επειδή τα ιστορικώς δεδομένα πράγματα με το «κράτος» δεν άλλαξαν, γιατί δεν ήταν δυνατόν ν'αλλάξουν - πολύ περισσότερο μέσα στα πλαίσια της ωργανωμένης βιομηχανικής παραγωγής -, για τούτο έχομε το εξής κωμικό καθεστώς με τις ιδέες, που όλοι το θεωρούν αυτονόητο: από το ένα μέρος το πρώτο άρθρο όλων των «συνταγμάτων» και των «διεθνών συνθηκών» να είναι το περί της «ελευθερίας εκφράσεως», ενώ από το άλλο να υπάρχη πλήρως θεσμοθετημένη η λογοκρισία (επίσης και «συνταγματικώς»: επαγγελματική ελευθερία...) υπό την μορφή των «εκδοτών». Οι «εκδότες» δεν διακινούν βιβλία (αυτό το πιστεύει μόνο ο «αναγνώστης») αλλά χειρόγραφα - δηλαδή ιδέες.
Άλλά ήδη εγγίσαμε τον πυρήνα του εγκληματολογικού αντικειμένου μας. Τι σκοπείται μ'αυτο το καθεστώς; Όχι βέβαια να μη βγαίνουν ιδέες (αυτό μόνο μεταπολεμικώς επιχειρήθηκε), διότι αυτές προκύπτουν όπως τα φυσικά προϊόντα. Σκοπείται, απλώς, ακριβώς σαν τέτοια, να χάσούν την δύναμη τους και την όποια δράση τους, και να καταστούν «αξιοποιήσιμα» μέσα στα δεδομένα πλαίσια, χωρίς να τα άλλάξουν. Γι'αυτό κιόλας, παρά το πλήθος των ιδεών που κύκλοφορούν έν τέλει, καμμία δεν είχε επίδραση στην σφαίρα της πολιτικής, ή ελάχιστη, ενώ το μορφωτικό επίπεδο κατεβαίνει αντί ν'ανεβαίνη.

---------------------------------------------------------------
Η Αμερική με το «μπλού-τζιν» και το «Big-Mac» διέδωσε μεταπολεμικά έναν τρόπο απλότητος στις κοινωνικές σχέσεις των ανθρώπων (αν αυτό είναι καλό ή κακό ως προς τις παλαιές ταξικές εκμεταλλεύσεις δια της μόδας που οδηγούσαν στην ταξική μίμηση, είναι κάτι που δεν μπορεί να μας απασχολήσει εδώ), αλλά αρχές και ιδεώδη στις κοινωνίες δεν έδωσε. Και ούτε αρκούν ο κινηματογράφος και η τζάζ, για να διαδώσουν τέτοιες. Η διανόηση και οι ιδέες που θα μπορούσαν, απετέλεσαν τον κατ'εξοχήν εχθρό της αμερικανικής πολιτικής. Και απόδειξη είναι πως κανένα «σύστημα», καμμιά ανάπτυξη ιδεών, κανένα πνευματικό ρεύμα, δεν αναπτύχθηκαν μεταπολεμικά ως κάτι ανάλογο των καταστάσεων της παλαιάς ευρώπης. Οπωσδήποτε και αν ήθελε κριθούν αυτές. Η διανόηση υπεκατεστάθει από τους... «σχεδιαστές» της εξωτερικής αμερικανικής πολιτικής, όπου μέσα σε έναν νερώδες αφατικό λεκτικό γράφουν σελίδες επί σελίδων για να πουν τα πιο απλά και αναιτιολόγητα πράγματα...
Μόνο που δυστυχώς η πολιτική δεν διεξάγεται με διαστημικούς χάρτες, με μοιρογνωμόνια και διαβήτες επ'αυτών, και με αεροπλάνα. Διεξάγεται μόνο με ιδέες. Δεν είναι οι ιδέες που δημιουργούν πολέμους και τριβές, όπως επικρατεί το καλώς θεμελιωμένο αξίωμα, αλλά αντίθετα η έλλειψη τους που τους δημιουργεί. Γιατί η έλλειψη ιδεών οδηγεί στην επικράτηση μετριοτήτων στη πολιτική, που είναι εγγενώς αδύνατο να κυριαρχήσουν των μεγάλων προβλημάτων και ιδιαίτερα των διεθνών. Οι ιδέες και ο κοινωνικός ιδεολογικός κοχλασμός βγάζουν τους μεγάλους ηγέτες, ενώ η ιδεολογική στασιμότητα οδηγεί στην καθίζηση, στην πολιτική ως υπαλληλίκι, στην επικράτηση των μανδαρινάτων. Και τα μανδαρινάτα, εκ φύσεως έξω και πέρα από κάθε έννοια κοινωνικής αντιθέσεως, αισθάνονται θιγόμενα από το κάθε τι και ο μόνος τρόπος που έχουν να το αντιμετωπίσουν είναι η βία και οι μέθοδοι του υποκόσμου.
Οι Αμερικανοί μπορεί να μπορούν πολλά, την φύση όμως αυτών των πραγμάτων δεν θα μπορέσουν να την αλλάξουν, επειδή έτσι ορίσθηκε να λειτουργεί ο κόσμος. Μας λένε ότι θέλουν να κυριαρχήσουν του κόσμου, να γίνουν ο επιδιαιτητής του, δεν μας λένε όμως πως. Την μόνη ιδέα που προσέφεραν στην ανθρωπότητα είναι η λαστιχένια και αεριώδης ιδέα του αποικιοκρατικού παρελθόντοςπερί «ανθρωπίνων δικαιωμάτων», που την θέλουν «γενική αρχή» να διαπερνά συστήματα, κράτη, πολιτισμούς και καθεστώτα. Κάτι πολιτικώς χρήσιμο δηλαδή... Πριν οι πολιτισμοί επολεμούσαν ως παρακείμενες ιδεολογίες. Με την αποικιοκρατία ανεκηρύχθησαν σε «εχθρούς», απλώς και μόνον επειδή υπήρχαν. Ιδεολογικός φορέας αυτής της ανακήρυξης οι ρατσιστικές θεωρίες της δυτικής Ευρώπης (του «εκπολιτισμού» κατ'άλλους λόγους)...Υπό την αμετάτρεπτον αρχή της καθολικής ισχύος των αξιωμάτων της αμερικανικής πολιτικής, όπως αυτού των «ανθρωπίνων δικαιωμάτων», είναι πιθανό ότι οι υποθέσεις του κ. Huntington είναι κάτι περισσότερο από υποθέσεις: είναι η μέλλουσα «εργαλειακή χρήση» των πολιτισμών...
---------------------------------------------------------------

β´
Ό μηχανισμός διά των «εκδοτών» είναι απλός. Πέριξ των εκδοτών υπάρχουν αμέτρητες στρατιές ιδεοκτόνων (εφημερίδες, περιοδικά, «άνθρωποι του πνεύματος και της τέχνης», «κριτικοί», «ειδικοί», πλασιέ, βιβλιοπώλες κλπ.) και όλο το πρόβλημα συνίσταται στο να καταστούν οι ιδέες «προβληματα της εποχής». Μιά εφημερίδα θα γράψη λίγο απ'αυτές, κάποιο περιοδικό λίγο περισσότερο, κάποιο τρίτο έντυπο θα φέρη τον «αντίλογο», κάποιο τέταρτο θα επιληφθή της «προβληματικής» και θα δημιουργήση «συζήτηση», θα μεσολαβήση κάποια «έγκυρη γνώμη», κάποια «πρακτικά επιστημονικών ομάδων» κλπ. Όταν τελικώς μιά ιδέα ή ένα σύνολο ιδεών, δηλαδή μιά προβληματική, καταστή «πρόβλημα της εποχής» και διαχυθή κατά τους παραπάνω τρόπους στην γενική συνείδηση, θα βρεθή κάποια «καθιερωμένη μορφή» των γραμμάτων, θα συνοψίση αυτά τα κατά δόσεις «προβλήματα της εποχής» και θα τους δώση την επιθυμητή κατεύθυνση εντός των παραδεδομένων πλαισίων. Η πολιτική μπορεί να συνεχίση τον ρυθμό της ανενόχλητη. Έν όλίγοις, διά της ιδεοκτονίας, η όποια δύναμη μιάς ιδέας ή μιάς προβληματικής, μεταβάλλεται σε «επικρατούσα γνώμη» και σε περαιτέρω τροφή των περιοδικών. Μετά απ'αυτό μπορεί και ο εκδότης να κυκλοφορήση κάποιον περιωρισμένο αριθμό αντιτύπων του αρχικού βιβλίου. Βέβαιο είναι έτσι ότι η ιδέα δεν θα αποκτήση οπαδούς, γιά να εξασκήση πολιτική επιρροή. Η μεγάλη μάζα των «αναγνωστών» θα έρθη σε επαφή με την ιδέα μέσω των γυαλιών που της εφόρεσε ο «προβληματισμός της εποχής». Και αυτό είναι το κατ'έξοχήν σκοπούμενο. Ο μηχανισμός αυτός λέγεται στα «συντάγματα» «ελευθερία εκφράσεως» και «απαγόρευση λογοκρισίας». Επειδή όμως η φύση των ιδεών δεν είναι δυνατόν ν'αλλάξη, ενώ οι «θεσμοί» πρέπει να διατηρηθούν, τελικώς ο συγγραφέας λίγο πρίν πεθάνη θα πάρη και το βραβείο Νόμπελ, ή κάποιαν άλλη διάκριση. Σήμερα, όντως, ακούμε να παίρνουν το Νόμπελ ονόματα των όποιων κανένας δέν ξέρει τη έργο. Άρκεί μόνο νά ξέρουν κάποιοι...
Περιττόν βέβαια να πούμε ότι αυτές οι διαδικασίες έχουν μεταμορφωθεί σε ολόκληρους «επιστημονικούς» κλάδους, όπως π.χ. η «ιστορία της λογοτεχνίας». Η λογοτεχνία, και ιδίως το μυθιστόρημα, που αποτελεί την κατά λόγον έκφραση της ταυτότητας ενός λαού (χωρίς τέτοιο πράγμα δεν είναι δυνατόν να υπάρξη μυθιστόρημα...), είναι εκ φύσεως καθαρά χώρος πολιτικής. Λογοτεχνία πάντα υπήρχε, η «ιστορία της λογοτεχνίας» όμως είναι νέος «κλάδος». Που δεν έχει τόσο με την λογοτεχνία να κάμη, όσο με το πως πρέπει να «καταλάβη» ο αναγνώστης το λογοτεχνικό έργο. Και βέβαια ως χώρος που βρίσκεται διαρκώς «εγγύς» του καλλιτέχνη. Αυτό έχει ιδιαίτερη σημασία ως προς την... παρακολούθηση της λογοτεχνικής παραγωγής.
Την σημασία όλων τούτων των ιστορικώς δεδομένων διαδικασιών μπορούμε κάλλιστα να ιδούμε μετά τον δεύτερον πόλεμο. Όταν μετά τον πρώτον παγκόσμιο πόλεμο οι Ευρωπαίοι διεμαρτύρονταν για την παρουσία της Αμερικής στην ευρωπαϊκή πολιτική, ένας αμερικανός δημοσιογράφος, ο E. A. Mowrer, έβγαλε ένα ήρεμο και ειλικρινές βιβλίο, όπου έλεγε ότι κακώς διαμαρτύρονται οι Ευρωπαίοι, διότι τα βασικά χαρακτηριστικά του ευρωπαϊκού πολιτισμού, της μαζικής παραγωγής και της νόρμας, η Αμερική τα κατέχει στον ύπατο βαθμό. Επομένως εκ των πραγμάτων, οι Ευρωπαίοι δεν έχουν παρά να τεθούν υπό την ηγεσία της Αμερικής. Απλά πράγματα και ως εκ τούτου προφητικά. Στην υπερθετική διάσταση της Αμερικής θα εφαίνονταν και τα υπόλοιπα χαρακτηριστικά των ευρωπαϊκών πραγμάτων.

γ´
Η κυριαρχία των ιδεών θα εγένετο μια υπόθεση επιβολής εκ των άνω, οι μάζες θα εκόβονταν τελείως από αυτές μέσω της μαζικής κουλτούρας και αυτοί που τις παρήγαν σε ένα είδος υποκειμένων του υποκόσμου, που δεν είχαν παρά να συμμορφωθούν με την «τακτοποίηση» τους μέσα στην όντως θεαματική μετατροπή των ιδεών σε τυπωμένο χαρτί, δηλ. σε «βιβλία», και την υπέρμετρη συγκέντρωση του κεφαλαίου στους χώρους του «πνεύματος» και της πληροφορίας, ήτοι στους χώρους του μυαλού. Άκρως χαρακτηριστικό είναι ένα φαινόμενο των καιρών μας: ενώ παλαιότερα οι συγγραφείς ολοκλήρωναν το έργο τους σε μεγάλη ηλικία (π.χ. ο Ντοστογιέφσκυ τους Αδελφούς Καραμαζώφ τους έγραψε λίγο πρίν πεθάνη και είχε αναγγείλει ακόμη μεγαλύτερα έργα για το μέλλον), σήμερα οι συγγραφείς σταματούν το έργο τους πολύ νωρίς (μόλις στα σαράντα ή πενήντα). Οπωσδήποτε πάντως, το κατοπινό έργο τους είναι άκρως δυσανάλογο ποιοτικά και ποσοτικά με το έργο της νεότητας των. Είναι ίσως αυτό απόδειξη, τι μπορεί να συμβαίνη με τους συγγραφείς στους καιρούς μας;... Όντως, προ πολλού ήδη τα πολιτιστικά πράγματα των καιρών μας μοιάζει να παίρνουν τη μορφή ενός πολιτισμού του αυτιού και του ματιού, του εξωτερικώς συνίστασθαι και υπάρχειν, μακριά από κάθε μορφή πνευματικών επηρεασμών. Τούτη η τάξη πραγμάτων είναι πιθανόν η προσφερόμενη, προκειμένου να πραγματοποιήσουν οι Αμερικανοί το δικό τους Manifest Destiny στην ιστορία - που οφείλουν να πιστεύουν σαν μεγάλος λαός που είναι -, και η θεωρητική προϋπόθεση επί παγκοσμίου επιπέδου για την πολυθρυλούμενη «διεθνοποίηση του κεφαλαίου», δηλαδή την επιβίβαση όλης της ανθρωπότητας στον σιδηρόδρομο του κ. Φουκουγιάμα. Αλλά μπορούν να υπάρξουν τα πράγματα τόσο απλά; Τούτη η μεταπολεμική ποινικοποίηση της διανοήσεως δεν είναι νέο πράγμα στην δυτική ιστορία των ιδεών, όπου το κάθε ιδεολογικό κίνημα έχει χαρακτήρα ολοκληρωτικής μορφής. Ολοκληρωτικές οι θρησκευτικές απαιτήσεις του μεσαίωνα, ολοκληρωτική η Μεταρρύθμιση, ολοκληρωτικός ο αιώνας των «φώτων», ολοκληρωτικός και εμπόλεμος ο μερκαντιλισμός, ολοκληρωτικός ο φιλελευθερισμός και οι αντι-ιδεολογίες του, ολοκληρωτική και η ελεύθερη αγορά με την φιλοσοφία της διεθνοποιήσεως του κεφαλαίου. Πόλεμος και αντιμαχία κάθε φορά προς όλες τις κατευθύνσεις. Τούτος όμως ο τελευταίος ολοκληρωτισμός, που φορέα έχει την έννοια της «ανταγωνιστικότητας», είναι για τον χώρο των ιδεών ο χειρότερος από όλους. Διότι οι ιδέες επενδύονται σε εργατικές διεκδικήσεις και κοινωνικά αιτήματα, δηλαδή επηρεάζουν την αγορά εργασίας, που πρέπει να είναι πλήρως «ελέυθερη» για τον «ανταγωνισμό». Αν λ.χ. μια επιχείρηση προκειμένου να καταστή ανταγωνιστική καταργή δέκα χιλιάδες θέσεις εργασίας ή τα μεροκάματα καθηλώνωνται, ο εργαζόμενος δεν πρέπει να βρή ιδέες να επενδύση τις διεκδικήσεις και τα παράπονα του. Οφείλει να αρκεσθή στο επιδότημα βιοσυντήρησης, προκειμένου να επιτευχθή ο «ανταγωνισμός». Μόνη συνεπώς αποδεκτή μορφή «διανοήσεως» είναι η «φιλοσοφία του ανταγωνισμού», που δεν χρειάζεται να την λένε διανοούμενοι αφού τη λένε οι μάνατζερ. Και οφείλουν αυτόν σε όλους τους τόνους και όλες τις κλίμακες να τον λένε «πρόοδο» και «δημοκρατία». Κλασσική εν προκειμένω έχει μείνει η γνωστή φράση του Χ. Κίσινγκερ: «σωστή διανόηση είναι αυτή που εξυμνεί τις αρετές της υπαρχούσης εξουσίας».

---------------------------------------------------------------
Υπό τα δεδομένα της τεχνολογικής παραγωγής, περί δημοκρατίας συζητούν σήμερα μόνο οι αφελείς. Ο κόσμος σήμερα δεν ψηφίζει πρόσωπα αλλά προγράμματα και κόμματα. Αυτά όμως λειτουργούν -είναι υποχρεωμένα να λειτουργούν υπό τα σύγχρονα δεδομένα της παραγωγής- υπό την επήρεια διαφόρων άλλων κέντρων επηρεασμού, που έχουν να κάνουν με στατιστικές και προγράμματα, με ομάδες συμφερόντων και όλα όσα υποβάλλει η οργάνωση της σύγχρονης «ανάπτυξης» πέραν των ψηφοφόρων. Με τους υπεργραφειοκρατικούς μάλιστα οργανισμούς σαν αυτούς των Βρυξελλών η σχέση ψηφοφόρου και κόμματος χάνεται τελείως. Ποια δημοκρατία; Τα αυτά φαινόμενα βέβαια, ακριβώς λόγω της οργανώσεως της παραγωγής επί της ίδιας βάσεως, επικρατούσαν και στον κόσμο του σοσιαλισμού. Ο κόσμος, όμως, την αποξένωση μεταξύ πολιτικής και κοινωνίαςδεν την δέχθηκε.
---------------------------------------------------------------

Τούτη όμως η έννοια του «ανταγωνισμού», μέσα στην φιλοσοφία «διεθνοποιήσεως του κεφαλαίου», καταντά κοινωνική παράνοια, διότι η δυτική παραγωγή οφείλει να καταστή αναταγωνιστική έναντι άλλων αναπτυσσομένων οικονομιών, όπως π.χ. των ασιατικών, οι οποίες αναπτύσσονται επί τελείως άλλων κοινωνικών αρχών και δεδομένων από τις δυτικές. Όταν λ.χ. τίθεται σε ενέργεια ο μηχανισμός των «ανθρωπίνων δικαιωμάτων» και οι διάφορες επιτροπές διαμαρτύρονται στην Ινδία ή την Ινδονησία για την εκμετάλλευση της παιδικής εργασίας εισπράττουν από τις κυβερνήσεις την απάντηση: «μα τα ίδια κάνατε κι εσείς στο παρελθόν για να αναπτυχθήτε». Επομένως, προκειμένου να διατηρηθή η ανταγωνιστικότης μέσα στην διεθνοποίηση του κεφαλαίου, ή πρέπει οι εταιρείες να μεταφέρωνται σε χώρους φθηνής εργατικής δύναμης και να δημιουργούν ανεργία στους δικούς των, ή οι κοινωνικές συνθήκες στους χώρους της δυτικής παραγωγής να εξομοιωθούν με εκείνες των αναπτυσσομένων. Δηλαδή να ξαναγυρίσουν στον 18ο αι., οπότε προκύπτει πρόβλημα με την φιλοσοφία της «προόδου». Μέσα στην επικίνδυνη αυτή σχοινοβασία της «ελέυθερης αγοράς», που ως μόνη διέξοδο έχει την δημιουργία τεχνητών κρίσεων εις βάρος άλλων και εν τέλει τους πολέμους, πρέπει οι πάντες να κραττούν την αναπνοή τους. Όλα οφείλουν να είναι προβλέψιμα και ό,τι αποκλείνει του κανόνος τούτου υπάγεται με συνοπτική διαδικασία στην περιοχή της «αποκλίνουσης συμπεριφοράς», δηλαδή ποινικοποιείται ως υπόκοσμος. και τι πιο προβλέψιμο σε μια κοινωνία από την διανόηση;... Τύχαια άραγε η ιδεολογική ένδεια των καιρών μας;...

To «Ανατολικό Ζήτημα» Σήμερα
Εκδ. Εικοστού Πρώτου
1998

.~`~.
Για περαιτέρω ιχνηλάτηση και πληρέστερη προοπτική

*
*

Η μεταβαλλόμενη οντολογία της ενοποιητικής διαδικασίας: ιδεαλισμός, ρεαλισμός ή ουτοπία: I) Αυταρχισμός και το μετα-νεωτερικό ευρωπαϊκό μοντέλο διακυβέρνησης και II) Η επανεμφάνιση του γερμανικού ζητήματος και το διογκούμενο δημοκρατικό έλλειμμα.

$
0
0

.~`~.
I
Αυταρχισμός και το μετα-νεωτερικό ευρωπαϊκό μοντέλο διακυβέρνησης

Οι κρίσεις στην ΕΕ συνιστούν προκλήσεις και ευκαιρίες, καθώς επιβάλλουν θεσμικές μεταβολές προκειμένου να αντιμετωπιστούν οργανωτικές και συγκυριακές ανεπάρκειες της Ένωσης. Η ενοποιητική διαδικασία δεν εξοστράκισε εννοιολογικά τους ευρωπαϊκούς εθνικισμούς αλλά τους μετάλλαξε και δημιούργησε θεσμικές ασφαλιστικές δικλείδες προκειμένου οι εθνικές προτιμήσεις να αποσβεστούν σε επίπεδο θεσμών μέσα από συλλογικές διαπραγματεύσεις.
Η διαδικασία θεσμοθέτησης αλλά και μετεξέλιξης των ευρωπαϊκών θεσμών μετέβαλε τις ενδοευρωπαϊκές σχέσεις εξαλείφοντας ορισμένα στοιχεία που διαχρονικά οδηγούσαν σε παίγνια μηδενικού αθροίσματος και νομοτελειακά σε λογική σχετικών κερδών. Από ένα σύστημα μεταβαλλόμενων συμμαχιών και τη λογική εξισορρόπησης ισχύος η Ευρώπη πέρασε σε ένα σύστημα που φέρει στοιχεία πολυμερούς διακυβέρνησης, συγκυριαρχίας, συναίνεσης, υπερεθνικής ολοκλήρωσης και διακυβερνητικής συνεργασίας. Ωστόσο η διαδικασία θεσμοθέτησης χαρακτηρίζεται από ένα διογκούμενο δημοκρατικό έλλειμμα, ενώ σημαντικά θεσμικά όργανα της Ένωσης (Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, Επιτροπή) λειτουργούν αμιγώς τεχνοκρατικά χωρίς να υπόκεινται σε έναν μηχανισμό ελέγχου και απόδοσης ευθυνών όπως συμβαίνει στα πλαίσια του νομιμοποιημένου μοντέλου πολιτικής οργάνωσης που αντιπροσωπεύουν τα εθνικά κράτη.
Ουσιαστικά, αυτό το επίπεδο διακυβέρνησης το οποίο στοχεύει να αντιμετωπίσει οργανωτικές και διαχειριστικές αδυναμίες των ιδίων των κρατών μελών παράγει νέα προβλήματα ή αναπαράγει υφιστάμενες αδυναμίες των κρατών μελών σε ένα διευρυμένο επίπεδο εντός του οποίου οι αποφάσεις λαμβάνονται από μη υπόλογα πολιτικά πρόσωπα ή θεσμικά όργανα. Την κριτική αυτή διατυπώνουν όσοι αμφισβητούν τη χρησιμότητα υιοθέτησης ενός αμιγώς ομοσπονδιακού μοντέλου το οποίο προωθεί ένα ασαφώς προσδιοριζόμενο, συστατικής και όχι αφηγηματικής υφής «κοινό» ευρωπαϊκό συμφέρον. Το κρίσιμο ερώτημα που τίθεται σήμερα είναι αν η Ένωση είναι σε θέση να προσφέρει δημόσια αγαθά, τα οποία μόνο τα εθνικά κράτη προσέφεραν μέσα από ένα πολιτικά υπόλογο και δημοκρατικό σύστημα διακυβέρνησης.
Με βάση μια θεωρία του κράτους, αυτό προσδιορίζεται ως «ένας οργανισμός που παρέχει προστασία και ευημερία… ο κυριότερος μηχανισμός με τον οποίο η κοινωνία μπορεί να παράσχει αυτά τα δημόσια αγαθά». Αποτελεί τον σημαντικότερο, όχι τον μοναδικό, φορέα κοινωνικής αλλαγής. Η υπέρβαση του εθνικού και η μετάβαση σε ένα ομοσπονδιακό μοντέλο δημιουργεί προσδοκίες αλλά παράλληλα θέτει σημαντικά ερωτήματα. Οι επικριτές του φεντεραλιστικού εγχειρήματος εκτιμούν ότι αναπαράγει «σε υπερεθνικό πεδίο, τις εθνικές κρατικές συνταγές… Η φεντεραλιστική προσέγγιση είναι τελικά σχεδόν το ίδιο λανθασμένη και απατηλή με την εθνικιστική αγκύλωση, η οποία είναι καθηλωμένη στην πεποίθηση ότι τίποτε το πολιτικό δεν μπορεί να συμβαίνει πέραν των εθνών. Από όλα αυτά προκύπτει μία δυσκολία συστηματοποίησης που καθιστά ιδιαίτερα δυσκίνητη τη θεωρητική προβληματική με την οποία συνυφαίνεται το ευρωπαϊκό ζήτημα». Σε επίπεδο θεωρίας είναι σαφές ότι πολλές συστατικής υφής αφηγήσεις οικοδομούνται με βάση όχι το υπαρκτό αλλά το ιδεατό και θεμελιώνονται σε μία αμφισβητήσιμη ή ουτοπική ευρωπαϊκή οικουμενικότητα ως η ΕΕ να αποτελεί μία απόλυτα ομογενοποιημένη αξιακά ένωση κρατών α-πολιτικού χαρακτήρα η οποία λειτουργεί σε κενό εθνικών συμφερόντων.
Η παρούσα εικόνα της Ευρώπης δεν προκαλεί απλά προβληματισμό σε επίπεδο πολιτών αλλά θέτει ερωτήματα όσον αφορά το ρόλο των ευρωπαϊκών ελίτ στη διαδικασία αποδόμησης των ευρωπαϊκών κοινωνιών. Η ΕΕ οδηγείται με όρους πολιτικής και δημοκρατίας στην βαλκανοποίηση, ένας όρος που παλαιότερα περιέγραφε τον κατακερματισμό, παίγνια μηδενικού αθροίσματος, εθνοτικές έριδες, ελλιπείς δημοκρατικούς θεσμούς και απονομιμοποιημένη εξουσία. Οι εθνικές ηγεσίες από-νομιμοποιούνται λόγω της έντασης των μέτρων λιτότητας που διαρρηγνύουν εθνικούς κοινωνικούς ιστούς και αποκόπτουν τους δεσμούς ανάμεσα σε συλλογικότητες και ηγεσίες. Ουσιαστικά η κρίση οδήγησε σε επιλογές που κατέστησαν τις εθνικές ηγεσίες διεκπεραιωτές ευρωπαϊκών πολιτικών και οικονομικών επιλογών δημιουργώντας εσωτερική πολιτική αστάθεια στα κράτη μέλη.
Στην Ένωση οι εθνικές κυβερνήσεις εκπροσωπούν συλλογικότητες εντός ενός μεταβαλλόμενου και εξελισσόμενου θεσμικού διευρωπαϊκού περιβάλλοντος επί του οποίου ασκούνται πιέσεις, υπό τη μορφή διεμβολυτικών εισροών από παγκόσμιους οικονομικούς παράγοντες. Η αδυναμία λειτουργίας των ηγεσιών ως μέσο ανάσχεσης αυτών των πιέσεων – εισροών ακυρώνει καταστατικά το ρόλο του κράτους ως μέσο αναδιανομής πλούτου και ικανοποίησης κοινωνικών αιτημάτων. Αυτά συνδέονται πολυεπίπεδα και αλληλοτέμνονται με πολιτικά αιτήματα, τον πολιτικό πλουραλισμό και πολυμορφία που προκύπτει από εσωτερικές παραμέτρους των επί μέρους κοινωνιών και τις ετερογενείς δομές που διαμορφώνονται, μεταξύ άλλων, από ιστορικά δεδομένα, την αλληλόδραση οικονομικών συμφερόντων, θεσμών και κοινωνικών δυνάμεων.
Τα κρίσιμα ερωτήματα που τίθενται με βάση αντιλήψεις περί διεθνούς οργάνωσης, παγκόσμιας τάξης και εκπροσώπησης συλλογικοτήτων προκύπτουν από την συστηματική αποδυνάμωση των κρατών. Το φαινόμενο αυτό ως αποτέλεσμα της διεισδυτικής δράσης διεθνικών και μη πολιτικά υπόλογων παραγόντων στο οικονομικό και πολιτικό πεδίο ενισχύει την ασφάλεια σε ενδοκρατικό και διεθνές επίπεδο ή οικοδομεί με τη χρήση θεσμικών μέσων μία νέα μορφή παγκόσμιας τάξης-οργάνωσης με θύματα συλλογικότητες και άτομα; Η παρούσα οικονομική κρίση και το πλαίσιο διαχείρισής της από εξωεθνικά, τεχνοκρατικής υφής θεσμικά όργανα εξασφαλίζουν σε κράτη και συλλογικότητες την επιβίωση τους και ως εκ τούτου την επίτευξη εγγενών συμφερόντων ως υπέρτατες αξίες;
Τα παραπάνω ερωτήματα δεν έχουν θεωρητική ή απλά ακαδημαϊκή αξία αλλά αφορούν την ποιότητα της δημοκρατίας και τους ευρωπαϊκούς θεσμούς... Η νέα ΕΕ που δημιουργείται με βάση τριτοκοσμικά πρότυπα δεν έχει τίποτα να προσφέρει στους ευρωπαϊκούς λαούς. Αντίθετα, οδηγεί μαθηματικά στην από-νομιμοποίηση, ενδο-ευρωπαϊκή σύγκρουση και στη διάλυση.


.~`~.
II
Η επανεμφάνιση του γερμανικού ζητήματος και το διογκούμενο δημοκρατικό έλλειμμα

Οι αποφάσεις που δρομολογούνται εντός της Ένωσης συνιστούν κοσμογονία για τον ευρωπαϊκό δικαιικό χώρο και τη μορφή της ενοποιητικής διαδικασίας. Η διαδικασία εθελούσιας ολοκλήρωσης διανθίζεται με στοιχεία βίαιης ομογενοποίησης και υπερκάλυψης της ετερότητας μέσα από διαδικαστικά μόνο νομιμοποιημένες διεργασίες. Η Γερμανίααξιοποιεί θεσμικά την οικονομική ισχύ της και την μετουσιώνει σε πολιτική ισχύ επιβάλλοντας κανόνες που απειλούν τη βιωσιμότητα εθνικών πολιτικών συστημάτων, συλλογικοτήτων και δημοκρατικών παραδόσεων. Οι διαφαινόμενες ρυθμίσεις που αφορούν τα υπερχρεωμένα κράτη μέλη διεμβολίζουν συνταγματικά τους ασθενέστερους εταίρους και επιβάλλουν κανόνες που απειλούν τη δημοκρατία, υπερκαλύπτουν την αρχή της δοτής αρμοδιότητας της Ένωσης και οδηγούν σε έναν θεσμικό ηγεμονισμό.
Η περιθωριοποίηση συνταγματικών κανόνων και η υπέρβαση δημοκρατικών αρχών αναιρεί εξ ορισμού το ρόλο της Ένωσης ως φορέα εκδημοκρατισμού, ενώ η στάση της Γερμανίας προκαλεί εύλογη ανησυχία. Μεταπολεμικά το ευρωπαϊκό ζήτημα αφορούσε τις δι-ευρωπαϊκές συγκρούσεις, το ζήτημα της ηγεμονίας και την ενσωμάτωση της Γερμανίας στον ευρω-ατλαντικό άξονα. Κατέστησε χώρες με ασύμμετρες δυνατότητες και ρυθμό ανάπτυξης εταίρους σε μία τιτάνια προσπάθεια που προσέφερε πολλαπλά και παράπλευρα υλικά οφέλη σε όλους τους Ευρωπαίους.
Υπό τις παρούσες συνθήκες εκτροπής από τους ονομαστικούς και κανονιστικούς στόχους της Ένωσης το γερμανικό ζήτημαεπανέρχεται στο προσκήνιο. Οι χώρες του Νότου δαιμονοποιούνται, ενώ η Ελλάδα μεταβάλλεται σε πειραματικό εργαστήρι κοινωνικής αποδόμησης και ισοπεδωτικών πολιτικών. Την ίδια στιγμή, η Γαλλία, η μοναδική χώρα με ειδικό θεσμικό βάρος, πολιτική και πολιτισμική παράδοση εμποτισμένη με αρχές ουμανισμού και Γκολικές αρχές διαφοροποίησης από το απρόσωπο διαχειριστικό μοντέλο των ΗΠΑ, συναινεί στη δημιουργία μίας γερμανικής Ευρώπης. Με όρους ενδο-κρατικής τάξης η Ευρώπη απώλεσε την αντιπολίτευση της. Με όρους ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης οι Ευρωπαίοι έχασαν το συστημικό αντίβαρο του οικονομικού μπραβάντο των Γερμανών. Το ιδεαλιστικό υπόβαθρο του ευρωπαϊσμού, όπως οικοδομήθηκε επί δεκαετίες, συνθλίβεται από τον ακραίο νέο-φιλελευθερισμό.

Το διογκούμενο δημοκρατικό έλλειμμα
Η ενοποιητική διαδικασία αποτέλεσε ιστορικά επιλογή των πολιτικών ελίτ, ως εκ τούτου ενέχει στοιχεία της νεο-λειτουργικής αντίληψης που αφορά τον κυρίαρχο ρόλο των ελίτ και των οργανωμένων συμφερόντων, σε συνθήκες ελλιπούς νομιμοποίησης.
Ο όρος δημοκρατικό έλλειμμααναφέρεται «στο κενό ανάμεσα στη δημοκρατική πρακτική στη θεωρία και στην πράξη» και παραπέμπει στο δημόσιο διάλογο για το βαθμό στον οποίο η ΕΕ λειτουργεί δημοκρατικά. Στο παρελθόν ο Δ. Τσάτσος είχε υπογραμμίσει ότι «για το μελλοντικό θεσμικό σχεδιασμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης το θέμα της ποιότητας της δημοκρατίας και λειτουργίας της παραμένει θεμελιώδες και άλυτο». Διαχρονικά το ζήτημα αφορούσε τις εξουσίες και αρμοδιότητες των θεσμικών οργάνων της ΕΕ και τη διάδραση τους με τις εθνικές κυβερνήσεις. Η δημοσιονομική κρίση ωστόσο αντί να ενεργοποιήσει αντανακλαστικά θεσμικής ενδυνάμωσης με όρους συνοχής, αλληλεγγύης και ενίσχυσης της δημοκρατίας παρήγαγε λανθάνουσες επί του παρόντος ηγεμονικές τάσεις από πλευράς Γερμανίας. Το πρόβλημα του πολιτικού ελέγχου και δημοκρατικής λειτουργίας των υπερεθνικών οργάνων αίφνης υπερκαλύφτηκε από την αδρανοποίηση των θεσμικών οργάνων και την αντιμετώπιση της κρίσης από το Βερολίνο ως μίας ευκαιρίας να μετακινηθεί από επίπεδο πρωτοκαθεδρίας σε επίπεδο οικονομικής ηγεμονίας.
Ο Philippe de Schoutheete υπογραμμίζει εμφατικά ότι «αν και οι αρχές δημοκρατικής λειτουργίας είναι παρούσες στο ευρωπαϊκό οικοδόμημα, όπως συμβαίνει στα εθνικά συστήματα, οι αρχές αυτές δεν γίνονται αντιληπτές ως ένα θεμελιώδες συστατικό αλλά ένα επιφαινόμενο της δομής [της ΕΕ].. Οι θεσμοί της Κοινότητας και της Ένωσης, η νομιμότητα των οποίων δεν αμφισβητείται, δε διαθέτουν επαρκή δημοκρατική νομιμότητα στα μάτια της κοινής γνώμης» γεγονός που συνιστά «ένα διαζύγιο ανάμεσα στην νομιμότητα και τη νομιμοποίηση».
Το ζήτημα του δημοκρατικού ελλείμματος αφορά ακόμα την ισχύ και δικαιοδοσίες του κράτους στα φιλελεύθερα δημοκρατικά συστήματα. Ο Δ. Τσάτσος εύλογα υποστήριξε ότι «η ΕΕ χάνει σε αξιοπιστία, οι ευρωπαίοι πολίτες απομακρύνονται και αδιαφορούν, άλλοι αδιαφορούν και άλλοι…απορρίπτουν...Έννομες τάξεις ανθρώπινης συμβίωσης που αντιμετωπίζουν απομακρυσμένους, αδιάφορους, αγανακτισμένους και απορριπτικούς πολίτες δεν έχουν βιωσιμότητα. Αν πάλι επιβιώνουν παρά ή έστω χωρίς τη βούληση των πολιτών τους δεν είναι πια δημοκρατικές». Η σημερινή αδυναμία των ευρωπαϊκών πολιτικών ηγεσιών να ανταποκριθούν στις προσδοκίες των πολιτών αποτελεί πρωτεύουσα απειλή για το ευρωπαϊκό οικοδόμημα, αφού απειλούνται τα πρωτογενή συστατικά οργάνωσης, διαχείρισης, έννομης τάξης, νομιμοποίησης και κοινωνικής δικαιοσύνης. Σήμερα κάποιοι προσπαθούν να πείσουν τους Ευρωπαίους πολίτες ότι ουσιαστικά η ΕΕ έπεσε θύμα της ίδιας της επιτυχίας της.
Η βίαιη οικονομικά, κοινωνικά, διαχειριστικά και θεσμικά στροφή σε έναν τεχνοκρατικής υφής απρόσωπο «ορθολογισμό» καθιστά το ευρωπαϊκό μοντέλο διακυβέρνησης μη ανθρωποκεντρικό. Οι πολίτες καθίστανται βιαίως κοινωνοί μίας οβιδιακής μεταμόρφωσης που αποδομεί αξίες και δημιουργεί αγεφύρωτα χάσματα ανάμεσα σε ηγεσίες και λαούς. Η ΕΕ προωθεί ένα σύστημα διακυβέρνησης που εφαρμόζεται σε ένα ανομοιογενές σύνολο για αυτό το λόγο εκτιμάται ότι δεν αποτελεί «μία ενοποιημένη κοινωνία» αλλά ένα σύνολο κοινωνιών και πολιτισμών. Πρακτικά και πολιτικά αυτό παραπέμπει στην ύπαρξη πολλών δήμων και όχι ενός δήμου. Επί της ουσίας αυτό αναφέρεται σε μοντέλα δημοκρατίας, συγκροτημένα πολιτικά συστήματα που λειτουργούν με βάση διαφορετικές πρακτικές, αξιακά συστήματα και παραδόσεις. Όπως ορθά επισημαίνεται δεν υπάρχει «μία αντίληψη περί δημοκρατίας αλλά πολλές ανταγωνιστικές αντιλήψεις θεμελιωμένες σε εθνικά πρότυπα».
Από την άλλη η ικανότητα των πολιτών να ελέγξουν την ενοποιητική διαδικασία σε όλα τα στάδια της είναι περιορισμένη. Σύμφωνα με τον Thomas Zweifel, «η ΕΕ νομιμοποιείται από τις χώρες μέλη, ωστόσο οι πιθανότητες μεταφοράς νομιμοποίησης είναι σημαντικά περιορισμένες. Αν δημοκρατία σημαίνει ότι οι κυβερνήσεις αντλούν νομιμοποίηση από τη συγκατάθεση των πολιτών τους, τότε αυτό δε σημαίνει συγκατάθεση που δίνεται άπαξ και δια παντός, αλλά συγκατάθεση που πρέπει να δίνεται ξανά και ξανά συμπεριλαμβανομένης και της δυνατότητας να μην δίνεται. Ωστόσο θεσμικά δεν υπάρχει τρόπος επικύρωσης ή απόρριψης με ψήφο» συγκεκριμένων επιλογών. Οι Joseph Weiler, U. Haltern, F. Mayer επισημαίνουν ότι «η ΕΕ αποτελεί ένα άλλο κυβερνητικό επίπεδο που απομακρύνει τους πολίτες από τη διαδικασία λήψης αποφάσεων ακόμα περισσότερο από ότι τα εθνικά κράτη».
Οι Ευρωπαίοι πολίτες δεν έχουν τη δυνατότητα να εμπλακούν ουσιαστικά στα εξελικτικά στάδια της ενοποιητικής διαδικασίας, ενώ οι πολιτικές ελίτ αναζητούν τρόπους ουσιαστικής υπέρβασης αυτού του θεμελιώδους δημοκρατικού προαπαιτούμενου. Σύμφωνα με τον Thomas Zweifel η επιχειρηματολογία όσων επισημαίνουν το πρόβλημα του δημοκρατικού ελλείμματος στην ΕΕ θεμελιώνεται σε μία σειρά αξιολογήσεις όπως: «η ΕΕ δεν μπορεί να λειτουργήσει δημοκρατικά καθώς δεν διαθέτει μία κοινότητα επικοινωνίας, εμπειρίας και μνήμης. Δεν διαθέτει ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα, πολιτικούς ηγέτες [παν-ευρωπαϊκής αποδοχής], μία συνταγματική τάξη πραγμάτων, δεν συνιστά έναν ενιαίο ευρωπαϊκό δήμο αλλά πολλαπλούς δήμους» που διαμορφώθηκαν σε διαφορετικές συνθήκες, με διαφορετικές αξίες και προτεραιότητες. Η τελευταία επισήμανση παραπέμπει στην ύπαρξη διαφορετικών αξιακών και πολιτικών συστημάτων που μετεξελίσσονται και ομογενοποιούνται συναινετικά και όχι βίαια.
Η Ένωση σήμερα καλείται να αντιμετωπίσει διογκωμένα προβλήματα αλλά και το λαϊκό αίτημα των ευρωπαίων πολιτών για μία ορθολογική μεν αλλά ταυτόχρονα δημοκρατική και ανθρωποκεντρική διαχείριση των ζητημάτων που άπτονται της δημόσιας σφαίρας. Στα πλαίσια αυτού του απόλυτα αιτιολογημένου αιτήματος απαιτείται εκδημοκρατισμός των θεσμών και μεγαλύτερη συμμετοχή των πολιτών. Όπως υπογραμμίζει ο Δ. Τσάτσος, «οι θεσμοί είναι μόνο τα τεχνικά μέσα της Ευρώπης, οι κανόνες λειτουργίας της και όχι η ουσία. Η ουσία είναι αλλού. Βρίσκεται στο ερώτημα, τι κομίζει για τον άνθρωπο, κυρίως τον ανήμπορο, τον άνεργο, αυτόν με τις ειδικές ανάγκες και, γενικότερα, γιατί όχι, τον μη προνομιούχο. Κι όμως αυτή η ουσία της ΕΕ χωρίς κατάλληλους, δημοκρατικούς θεσμούς δεν έχει καμία ελπίδα». Οι παραπάνω επισημάνσεις μας οδηγούν στο μεγάλο στοίχημα του εγχειρήματος της ευρωπαϊκής ενοποίησης. Αυτό αφορά τη χρήση των θεσμών προς όφελος των πολιτών με απόλυτα δημοκρατικό τρόπο χωρίς εκπτώσεις και με σαφή προτεραιότητα τον άνθρωπο. Εύλογα τίθεται το οντολογικό ερώτημα «αν η ΕΕ στη συγκεκριμένη λειτουργία της – και όχι στα χαρτιά – συνιστά σύστημα αξιών ή μήπως είναι μόνο οργάνωση αγοράς». Ουσιαστικά εδώ θα πρέπει να αξιολογηθεί αν με βάση το θεσμικό και λειτουργικό πλαίσιο της ΕΕ περάσαμε ουσιαστικά από μία κοινή αγορά σε ένα σύστημα δημοκρατικής, διαφανούς, συμμετοχικής διαχείρισης που εκφράζει τη θέληση των λαών της Ευρώπης.
Το ερώτημα που θέτει ο Δ. Τσάτσος είναι αν τελικά «η ΕΕ ως αγορά υπηρετεί τον άνθρωπο ή μήπως ο άνθρωπος, κυρίως ο ανήμπορος, υπηρετεί αυτή την αγορά». Θα ερμηνεύσω τον επιθετικό και ποιοτικό προσδιορισμό «ανήμπορος» του Δ. Τσάτσου ως ένα θεσμικό και συμμετοχικό κενό του παρόντος συστήματος διακυβέρνησης της ΕΕ που διογκώνεται. Αυτό σε συνδυασμό με την ανικανότητα ή αδυναμία των ευρωπαϊκών πολιτικών ελίτ να διαχειριστούν τα κοινά με βάση πολιτικές που να ανταποκρίνονται στις ανάγκες των Ευρωπαίων πολιτών οδηγεί σε μία αμφισβήτηση της δράσης, δομής και λειτουργίας της ΕΕ.


.~`~.
Για περαιτέρω ιχνηλάτηση και πληρέστερη προοπτική

Περί του -υποτιθέμενου- καταγωγικού εθνορομαντισμού της Ελλάδας και μια γεωπολιτική υπενθύμιση ή συμβουλή για ορισμένους «Ευρωπαϊστές».

$
0
0

Κυκλοφορεί μια ιδεαλιστική άποψη η οποία ισχυρίζεται πως η Ελλάδα, ως γέννημα του Ρομαντισμού, είναι καθηλωμένη και επιστρέφει σε αυτές τις ηρωϊκές ρίζες οι οποίες μπορεί να την οδηγήσουν στην καταστροφή. Είναι μια άποψη θεμιτή από ιδεαλιστική σκοπιά (αν και δεν είναι τίποτα άλλο παρά εκλογίκευση της ήδη υπάρχουσας καταστροφής και μια εκ του ασφαλούς θέση για όσα έπονται). Δεν θα σταθώ στη σχέση Διαφωτισμού-Ρομαντισμού και στην όποια κριτική μπορεί να γίνει στο επίπεδο της ιστορίας των ιδεών, αλλά θα απαντήσω γεωπολιτικά. Η Ελλάδα δεν είναι γέννημα του Ρομαντισμού (ή του Φιλελληνισμού, ο οποίος περισσότερο είχε να κάνει με τη διαμόρφωση της δυτικοευρωπαϊκής κοινής γνώμης), αλλά γέννημα συμφερόντων.
Η γεωπολιτική παρατήρηση έχει ως εξής: Όποτε η γερμανική ισχύ εισρέει υπερβολικά στη χώρα αυτή, με οποιονδήποτε τρόπο, είτε οικονομικό και πολιτικό -όπως συνέβη τη τελευταία δεκαετία- είτε στρατιωτικό, τη χώρα την βρίσκουν μεγάλες καταστροφές απερίγραπτης κλίμακας (αυτό δεν σημαίνει απαραίτητα πως η Γερμανία είναι η αιτία των δεινών -δηλαδή δεν εκφράζω κάποιον επιφανειακό «αντιγερμανισμό»-, αλλά το αποτέλεσμα είναι πάντα το ίδιο λόγω των αντίρροπων δυνάμεων που προκαλούνται και οι οποίες έχουν τη ρίζα τους σε γεωπολιτικές ασυμβατότητες). Αυτό θα πρέπει να προβληματίσει, όσες και όσους, μιλούν περί «Ευρώπης» και «Δύσης» έτσι αόριστα και επιφανειακά, εφόσον αυτές οι αντίρροπες δυνάμεις, στις μέρες μας, είναι προϊόν της αποτυχίας σύνθεσης συμφερόντων, τόσο εντός της Ε.Ε, όσο και εντός της ΕυρωΑτλαντικής δομής (και των σχέσεων Ε.Ε - Ανατολικής Μεσογείου και Ε.Ε - Ρωσίας σε τρίτο πλάνο, με το Ισλάμ και τη Ρωσία ως «εχθρούς»). Αυτή είναι η απαρχή όσων βλέπουμε και όχι η στάση της Ελλάδας.
Η Ελλάδα ποτέ δεν θα γίνει γερμανική χώρα (ούτε ρωσική). Το κέντρο της Ελλάδας δεν είναι ούτε η Αθήνα, ούτε η Θεσσαλονίκη. Το κέντρο της Ελλάδας είναι το Αιγαίο (το οποίο είναι τροφοδότης και αναζωογονητικός παράγοντας του νευρικού της συστήματος). Η Ελλάδα, είναι μια θαλάσσια οντότητα (παρά την ιδεολογία περί «βαλκανιότητος», πίσω από την οποία ανέκαθεν προσπαθούσε ο εγχώριος αστισμός να αποκρύψει την ανεπάρκεια του) με μια χερσόνησο και διάσπαρτες νήσους να την συντροφεύουν. Η Ελλάδα, ποτέ, δεν θα βρεθεί σε αντίθετο στρατόπεδο από τη δύναμη η οποία κυριαρχεί στην Ανατολική Μεσόγειο - είτε είναι οι Ηνωμένες Πολιτείες, είτε η Κίνα, είτε μια αυτόνομη Τουρκία (δύσκολο διότι η Τουρκία έχει κατ'επανάληψη αποδείξει πως δεν μπορεί να αναλάβει το ρόλο της ναυτικής δύναμης), είτε η Ρωσία (επίσης δύσκολο καθώς η Ρωσία είναι μια χερσαία δύναμη όσο και εάν διαχρονικά προσπαθεί να αποκτήσει επιρροή στην Ανατολική Μεσόγειο), είτε η ΑγγλοΓαλλία. Η Γερμανία θα πρέπει λοιπόν να συμβιβαστεί με τη συνεργασία ή τη σύνθεση συμφερόντων με κάποια από τις προηγούμενες δυνάμεις. Η διαχρονική της σχέση με τη Τουρκία είναι παραδοσιακά επικίνδυνη για εμάς.
Η προγραμματική επιλογή της οικοδόμησης αποτελεσματικού κράτους στο πλευρό της Αγγλίας βασιζόταν πρώτα πρώτα σε ψύχραιμο υπολογισμό των δυνατοτήτων της εξωτερικής πολιτικής. Σε αυτή όμως ανταποκρινόταν και μια ορισμένη παράσταση για την τάξη πραγμάτων στο κράτος και για την εσωτερική εξέλιξη, της οποίας μέτρο ήταν το βρετανικό πρότυπο'και τα δυο στοιχεία αυτού του προγράμματος αλληλοενισχύονταν.
Αυτή η παρατήρηση όμως δεν μπορεί να διευρυνθεί σε μια θέση περί πρωτοκαθεδρίας των συμφερόντων και των απαιτήσεων της εσωτερικής πολιτικής, σε ένα σχήμα δηλαδή όπου οι στόχοι της εξωτερικής πολιτικής θα ανάγονταν, ως συνέπεια «συνθηκών» της εσωτερικής πολιτικής, ό,τι και αν σήμαινε αυτό, σε εξαρτημένες μεταβλητές κυριαρχίας. Αντίθετα, στην αρχή του να μη βρεθεί η Ελλάδα σε αντίθεση με την εκάστοτε ισχυρότερη δύναμη της Μεσογείου αναγνωρίζουμε μια εναλλακτική λύση της εξωτερικής πολιτικής των μικρών κρατών αυτής της περιοχής, η οποία λαμβάνεται υπόψη μέχρι και τις μέρες μας, ανεξάρτητα από τη κοινωνική δομή και το σύστημα διακυβέρνησης.
Gunnar Hering, Τα πολιτικά κόμματα στην Ελλάδα 1821-1936 (διτομο), εκδ. Μ.Ί.Ε.Τ

Γεωπολιτική υπενθύμιση ή συμβουλή, όχι για όλους, αλλά για ορισμένους «Ευρωπαϊστές»
Οι Ηνωμένες Πολιτείες ήταν μια ανερχόμενη παγκόσμια δύναμη από τη δεκαετία του 1870, όταν άρχισαν ν'ανταγωνίζονται σταθερά τη Γερμανία για τη διαδοχή της Βρετανίας, που είχε αρχίσει να παρακμάζει ως ηγεμονική δύναμη. Ένας τρόπος για να σκεφτούμε τους δυο παγκόσμιους πολέμους είναι να τους εκλάβουμε ως έναν ενιαίο, στην πραγματικότητα, τριακονταετή πόλεμο, στον οποίο κύριοι πρωταγωνιστές ήταν οι ΗΠΑ και η Γερμανία. Από αυτή τη σκοπιά, η άνευ όρων παράδοση της Γερμανίας το 1945 σήμανε την ολοκάθαρη νίκη των Ηνωμένων Πολιτειών. Ότι χρειάστηκαν τη στρατιωτική βοήθεια της Σοβιετικής Ένωσης δεν ήταν, από αυτή τη σκοπιά, πιο σημαντικό από το ότι η Βρετανία χρειάστηκε το 1815 τη στρατιωτική βοήθεια της Ρωσίας για να νικήσει τη Γαλλία και να κατακτήσει την ηγεμονική της θέση.
Immanuel Wallerstein, Σύγκρουση πολιτισμών; εκδ. Θύραθεν
Από τον Ναπολέοντα έως τον Χίτλερ το παιχνίδι παραμένει το ίδιο και σχεδόν κουραστικό -η κυρίαρχη ηπειρωτική δυτικοευρωπαϊκή δύναμη (Γαλλία, Γερμανία) ηττάται από μια συμμαχία της οποίας οι δύο συνεργαζόμενες δυνάμεις αναφωνούν: Ο τρόπος να συντρίψουμε τους ηπειρωτικοευρωπαίους είναι να τους λιώσουμε ανάμεσα στις μυλόπετρες της Αγγλοσαξωνίας και της Ευρασίας!
Πάντα μια ατλαντική δύναμη (Αγγλία, Η.Π.Α) συνεργάζεται με την συγκεκριμένη δύναμη που δεσπόζει στην Ευρασία. Τη Ρωσία. Πιο σωστά την αυτοκρατορική Ρωσία στον 19ο, τη Σοβιετική Ρωσία στον 20ο αιώνα. Τον 19ο αιώνα η Αγγλία επικράτησε επί της Γαλλίας με τη βοήθεια της αυτοκρατορικής Ρωσίας. Τον 20ο αιώνα οι Η.Π.Α. επικράτησαν επί της Γερμανίας με τη βοήθεια της Σοβιετικής Ρωσίας.
Ο 19ος αιώνας ήταν ο αιώνας της Αγγλίας. Ο 20ος αιώνας ήταν ο αιώνας των Η.Π.Α. Ο 21ος αιώνας;...

.~`~.

I) Σύντομη αναφορά στις κυρίαρχες ιδεολογίες και II) την άνοδο του «εθνικισμού» στην «Ευρώπη».

$
0
0

I
Η Σοσιαλδημοκρατία βρίσκεται σε παρακμή και η Χριστιανοδημοκρατία σε κρίση. Οι δυό τους συσπειρώνονται και συγχωνεύονται μετακινούμενες προς το «κέντρο» (όπως η «αριστερά» και η «δεξιά») και παρ'όλα αυτά, δεν μπορούν να αποκρύψουν τα σημάδια της κρίσης και της παρακμής τους. Παρά τις υπερβολές περί της μεταβιομηχανικής εποχής, οι αλλαγές που έχουν επιτελεστεί είναι δομικές. Ο Φιλελευθερισμός επίσης έχει μεταλλαχθεί και μόνο κατ'όνομα είναι τέτοιος (πρώτη φορά συνέβη αυτό μεθερμηνευόμενος ο ολιγαρχικός φιλελευθερισμός δημοκρατικά, και δεύτερη φορά πρίν από κάποιες δεκαετίες). Ο φιλελευθερισμός γεννήθηκε τη μεγάλη εποχή του κοινοβουλευτισμού, τον 19ο αιώνα, την εποχή του laissez-faire. Μια εποχή όπου υπήρχε ο ριζικός χωρισμός της οικονομίας από το κράτος (ο οποίος διαχωρισμός όσο και εάν αναπολείται δεν πρόκειται να επιστρέψει) και ο καθαρός διαχωρισμός ανάμεσα σε ιδιωτική και δημόσια σφαίρα.
Η πραγματικότητα στην οποία ζούμε δεν μπορεί να οριστεί από αυτές τις ιδεολογίες, οι οποίες ουσιαστικά εκκινούν ή ορίζονται (αρνητικά ή θετικά) από τον 19ο αιώνα. Βρισκόμαστε στον 21ο, όπου έχουμε συγχώνευση δημόσιας και ιδιωτικής σφαίρας, συγχώνευση πολιτικής και οικονομίας. Οι ιδεολογίες αυτές βασίζονταν στην προκείμενη πως η πολιτική και η οικονομία, το κράτος και οι εταιρείες είναι διαχωρισμένες -ή μπορούν να διαχωριστούν- και μπορούν να στραφούν η μία ενάντια στην άλλη. Πως εάν μειωθεί η δύναμη του κράτους θα αυξηθεί η δύναμη του κεφαλαίου και αντίστροφα.
Η πολιτική και η οικονομία μπορεί να συγχωνεύονται με διαφορετικό τρόπο και διαφορετικές παραλλαγές στην Κίνα, τις Η.Π.Α, την Ιαπωνία, τη Γερμανία, το Ιράν, τη Νιγηρία, το Μεξικό, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, τη Γαλλία, τη Ρωσία, την Ινδία, αλλά παρ'αυτά συγχωνεύονται. Όποιος μελετά σοβαρά την Κίνα αντιλαμβάνεται πως όσα συμβαίνουν δομικά, φαντάζουν αντιφατικά εάν κάποιος βρίσκεται παγιδευμένος στο κλασικό φάσμα της «αριστεράς» και της «δεξιάς». Το κινεζικό κράτος, μιλώντας με παλαιούς όρους, συγχωνεύει και φαντάζει σαν κορύφωση τόσο του κρατικού σοσιαλισμού όσο και του εταιρικού καπιταλισμού (ας θυμηθούμε 1ον, το στρατιωτικό-βιομηχανικό συμπλεγμα στις Η.Π.Α και τη σχέση νέων τεχνολογιών-κράτους-αγοράς, 2ον, πως με τη βοήθεια της κινέζικης διασποράς και με ορισμένες αποκεντρωμένες μορφές ανάπτυξης, οι Κινέζοι δημιούργησαν έναν νέο τύπο επιχείρησης ο οποίος είναι πολύ δύσκολο να κατηγοριοποιηθεί -όπως τα Ιαπωνικά keiretsu- και 3ον, πως πολλές πολυεθνικές εταιρίες αναγκάζονται να καταφύγουν στα συγκριτικά πλεονεκτήματα της Ανατολικής Ασίας, προκειμένου να παραμείνουν ανταγωνιστικές και κατά κάποιο τρόπο να μιμηθούν ασιατικές εταιρικές μορφές).
Αυτές οι παρατηρήσεις, με βάση τις συγκεκριμένες ιδεολογίες στις οποίες συνήθως αναφερόμαστε, και από τις οποίες συνήθως ορίζουμε τη σκέψη μας, φαντάζουν αντιφατικές, αλλά δεν ζούμε σε έναν κόσμο «καθαρών» ιδεολογιών.
Το λάθος δεν βρίσκεται στα πράγματα, αλλά στην ιδεολογία επ'αυτών.

II
Είναι άραγε τα φαινόμενα ανόδου του «εθνικισμού», του «λαϊκισμού» και του «αντιευρωπαϊσμού», πρώτιστα, μια απόρριψη του «ευρωπαϊκού φεντεραλισμού» και της «Ευρώπης»;
Συγχέοντας, για μια ακόμα φορά το σύμπτωμα με τα αίτια.
Όχι, δεν είναι πρώτιστα απόρριψη του «ευρωπαϊκού φεντεραλισμού». Είναι μια αποκήρυξη της απώλειας της εθνικής κυριαρχίας που πολλές κυβερνήσεις αντιμετωπίζουν λόγω της σύνδεσης της δημοσιονομικής πολιτικής με την νομισματική πολιτική και αποτέλεσμα της απονομιμοποίησης των εθνικών πολιτικών συστημάτων, τα οποία αποσυνδεόμενα από τις εθνικές-κοινωνικές τους βάσεις δημιουργούν κενό εκπροσώπησης (το οποίο προσπαθούν να καλύψουν με μεγάλες δόσεις ιδεολογίας - «ευρωπαϊσμού»), μετατρεπόμενα σε απλούς διαχειριστές ενός συγκεντρωτικού, απο-νομιμοποιημένου και αυταρχικού πλαισίου «διακυβέρνησης», με συνέπεια οι πολιτικές ελίτ να παραδίδουν την εθνική εδαφική βάση σε εξω-εθνικά κέντρα λήψης αποφάσεων, να οδηγούν στη διάρρηξη των δεσμών ανάμεσα σε εντολέα και εντολοδόχο και στη κατάλυση των δημοκρατικών θεσμών.

.~`~.

`~.


18 επιλεγμένες αναρτήσεις με άξονα το «Γερμανικό ζήτημα».

$
0
0

Ο Bismarck έδειχνε να χάνει την υπομονή του όταν γινόταν χρήση των λέξεων «Χριστιανοσύνη» ή «Ευρώπη» στη διπλωματική γλώσσα (συνήθως από τους Ρώσους και τον Υπουργό των Εξωτερικών τους Gorchakov). Στα Γερμανικά έγγραφα προ του 1914 υπάρχει μια σημείωση που έκανε ο Bismarck σε ένα υπόμνημα που είχε συντάξει ο Gorchakov: «Η συζήτηση περί Ευρώπης είναι άνευ αντικειμένου: πρόκειται για γεωγραφική έννοια: Ποια είναι η Ευρώπη; (η φράση αυτή γραμμένη στα γερμανικά, στα γαλλικά και στη συνέχεια στα αγγλικά) wer ist Europa? qui est-il l'Europe? who is Europe?»
Και όταν κάποτε ο ίδιος ο Gorchakov υποστήριξε την άποψη ότι το Ανατολικό Ζήτημαδεν ήταν ούτε Γερμανικό, ούτε Ρωσικό, αλλά Ευρωπαϊκόζήτημα, ο Bismarck έδωσε την ισοπεδωτική απάντηση: «Ανέκαθεν συναντούσα τη λέξη Ευρώπη στα χείλη των πολιτικών εκείνων που ήθελαν κάτι από άλλες Δυνάμεις, το οποίο όμως δεν τολμούσαν να ζητήσουν εξ ονόματος τους»... ένας Ρώσος διπλωμάτης χρησιμοποίησε κάποτε σε μια συζήτηση με τον Bismarck τη λέξη «Χριστιανοσύνη». Ο Bismarck είπε: «τι εννοείς με τη λέξη Χριστιανοσύνη;». Ο διπλωμάτης απάντησε: «Ορισμένες Μεγάλες Δυνάμεις». Ο Bismarck απάντησε:
«και τι συμβαίνει αν δεν συμφωνούν μεταξύ τους;»
Martin Wight
Διεθνής θεωρία. Tα τρία ρεύµατα σκέψης, Εκδ. Ποιότητα


.~`~.

Εἶπα καί ἐλάλησα, ἁμαρτίαν οὐκ ἒχω. Ηγεμονισμός και κυριαρχία. Μια αναφορά.

$
0
0

Διαχρονικές αιτίες που οδηγούν στους πολέμους, δεν είναι πρώτιστα, ούτε το «κεφάλαιο», το «κράτος» και η «αδικία», ούτε όσα συνεχώς διαβάζουμε σε κείμενα και αρθρογραφίες. Διαχρονικές αιτίες που οδηγούν στους πολέμους, είναι η άνοδος του ηγεμονισμού και η ανισορροπία-ανισοκατανομή κάθε είδους δύναμης. Power begs to be Balanced, είχε γράψει ένας σπουδαίος. Η δύναμη, με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, θα εξισορροπηθεί. Το θέμα είναι τι θα συμβεί μέχρι να εξισορροπηθεί. Ένα όμως είναι σίγουρο. Θα εξισορροπηθεί. Ο θεσμοκεντρισμός και η πολυμέρεια έχουν τα όρια τους. Η δύναμη, μπορεί να περιγραφεί σαν λάβα που διαβρώνει τα πνευματικά θεμέλια και τις λειτουργίες των θεσμών, τους αλλοιώνει, τους μεταλλάσει. Ιστορικά, όποτε αναδύονται ηγεμονισμοί, πάντα (και όταν γράφω πάντα, κυριολεκτώ), αναπτύσσονται αντιηγεμονικές συσπειρώσεις και τάσεις - ανεξάρτητα από το περιεχόμενο και το χαρακτήρα του εκάστοτε ηγεμονισμού.

Μεγάλος εχθρός της Ηγεμονίας είναι η Κυριαρχία.

.~`~.

`~.

$
0
0

Μετά και από τις τελευταίες εκλογές, δηλαδή εδώ και περίπου ένα μήνα, έχει ψηφιστεί και κυβερνήσει -ή κυβερνά- το 87,62% του πολιτικού συστήματος του 2009. Το παλαιό πολιτικό σύστημα εξάντλησε τις εφεδρείες του (θα πρέπει να πάψουμε να μιλάμε για «τον λαό» - «ο λαός» τους ψήφισε όλους).
Δεν ξέρω τι θα κάνει το πρώτο κόμμα των εκλογών. Αυτό που ξέρω είναι πως έχει μπροστά του δύο επιλογές. Είτε θα γίνει «πλυντήριο» του παλαιού πολιτικού συστήματος, και θα πνιγούμε όλοι μαζί από τις πολιτικές τερατογονίες που θα γεννήσει μια τέτοια επιλογή, είτε θα γίνει παράγοντας κάθαρσης και γέφυρα μετάβασης στο επόμενο πολιτικό σύστημα, εν ανάγκη θυσιάζοντας την ίδια του την υπόσταση.
Ουδόλως με απασχολεί, ή πιο συγκεκριμένα, με αφήνει παγερά αδιάφορο, η αυτοσυντήρηση των κομμάτων του προηγούμενου πολιτικού συστήματος. Αυτό που ζούμε τα τελευταία χρόνια, πριν από οτιδήποτε άλλο, είναι η πεισματική άρνηση των κομμάτων που αποτελούσαν το προηγούμενο πολιτικό σύστημα να αποδεχτούν τη μοίρα τους, και η αδίστακτη και επί -κοινωνικών, πολιτικών και οικονομικών- πτωμάτων και ερειπίων προσπάθεια διαιώνισης τους (ανακύκλωση μέσα από μασκαρέματα και ίδρυση «νέων» σχηματισμών). Με κάθε μέσο κυριολεκτικά. Αυτή τους η στάση σε συνδυασμό με τη μικρή ενδογενής δυναμική, είναι που μας οδήγησε συνολικά ως κοινωνία, σε αδιέξοδα στα οποία εγκλωβιστήκαμε, στην ανάδυση ή/και αυτονόμησή πολιτικών καρκινωμάτων, και σε συμβιβασμούς.

Ο φαύλος κύκλος πρέπει να σπάσει.

.~`~.

Ρηξικέλευθες και -τάχα- πρωτοφανείς πολεμικές και ανησυχίες περί «Ευρώπης».

$
0
0

Τα τελευταία χρόνια έχει γίνει και εξακολουθεί να γίνεται πολύ λόγος για την Ευρώπηκαι τον ευρωπαϊκό πολιτισμό, για την αντι-Ευρώπη και τις δυνάμεις που αντιμάχονται τον ευρωπαϊκό πολιτισμό, και ούτω καθεξής. Εκκλήσεις, άρθρα σε εφημερίδες και περιοδικά, συζητήσεις και πολεμικές: εν ολίγοις, η λέξη «Ευρώπη» έχει φορεθεί ασυνήθιστα πολύ, για καλούς και για κακούς λόγους. Αν όμως σταθούμε και αναλύσουμε λίγο πιο προσεκτικά τι εννοούν όταν λένε «Ευρώπη» όσοι μιλούν γι'αυτήν, θα αντιληφθούμε αμέσως την τεράστια σύγχυση που επικρατεί στο μυαλό τους.
Federico Chabod, 1943-44, Storia dell'idea d'Europa

Τα ίδια πράγματα επιστρέφουν δίχως καν διαφορετικά χρώματα.

.~`~.

`~.

$
0
0

Κάνω την εξής πρόβλεψη η οποία γνωρίζω πως θα ξαφνιάσει, θα ακουστεί προκλητική και η οποία βασίζεται σε ένα μεγάλο εάν.

Εάν, εντός της επόμενης δεκαετίας, η Τουρκία δεν καταρρεύσει λόγω εσωτερικών και εξωτερικών πιέσεων, τριβών, εντάσεων και ρήξεων, κάπου μέσα στη δεκαετία 2040-2050, η Τουρκία θα είναι ισχυρότερη χώρα από τη Γαλλία (εφόσον η τελευταία συνεχίσει την τωρινή της πορεία).

.~`~.
Viewing all 1482 articles
Browse latest View live