Quantcast
Channel: Κοσμοϊδιογλωσσία
Viewing all 1482 articles
Browse latest View live

Μεσευρώπη (Mitteleuropa), Πανευρώπη και τρέχουσα κρίση.

$
0
0
.
.~`~.
Ι

Το πρόβλημα των Βαλκανίων και της Μεσογείου γενικότερα αποτελεί αποκλειστική βάση -έστω και επικαλυπτόμενη από άλλες «οπτικές της ιστοριογραφίας»- της ευρωπαϊκής ιστορίας από του Συνεδρίου της Βιέννης μέχρι σήμερα. Για πρώτη όμως φορά αντιμετωπίζεται ως ιστορικό πρόβλημα και όχι ως πρόβλημα «προσαρτήσεων» και λογαριασμών κατά την γνωστή νοοτροπία κατά των πρώτο παγκόσμιο πόλεμο. Το 1915 ο F. Naumann θα βγάλει το βιβλίο του Mitteleuropa, όπου επιχειρεί να αντιμετωπίσει το πρόβλημα ως ιστορικό δεδομένο. Και δεν περιμένει εξ επίτηδες να τελειώσει ο πόλεμος για να βγάλει το βιβλίο, λέει ο Naumann, «γιατί μόνο στον πόλεμο είναι τα πνεύματα έτοιμα να δεχθούν μεγάλες διαμορφωτικές ιδέες. Μετά τον πόλεμο βγαίνει πολύ σύντομα η καθημερινότητα απ'την φωλιά της, αλλά με την καθημερινότητα δεν μπορεί να φτιάξει κανείς μια Μεσευρώπη» (πόσο μάλλον με τη γραφειοκρατία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, θα μας έλεγε πιθανόν σήμερα αν ζούσε!...).
Είναι πολύ φυσικό τα τρέχοντα περιστατικά να παίζουν προεξάρχοντα ρόλο στους διαλογισμούς ενός πολιτικού σαν τον Naumann και είναι πολύ πιθανό η αποχώρηση της Ιταλίας από την «τριπλή συμμαχία» να υπήρξε αποφασιστικός λόγος για την γραφή του βιβλίου, αυτό όμως που δεν δείχνει στις σελίδες είναι ότι πρόκειται απλώς για μια προσπάθεια αναγωγής σε μια «κοινότητα κρατικού δικαίου επί του απομένοντος (staatsrechtliche Gemeinschaft)». Τέτοιες προσπάθειες κρατικιστικών μεθόδων ποτέ δεν έλειψαν από την Αυστροουγγρική Μοναρχία και η προσπάθεια του Naumann φαίνεται να εκτείνεται πέρα από αυτές (παρ'ότι, βέβαια, ασχολείται εκτενώς με κρατικής φύσεως μέτρα). Ο Naumann μιλάει για έναν «νέον τύπον Ευρωπαίου», δηλαδή θέτει το πρόβλημα ιστορικά και πολιτιστικά. Έναν «τύπο ανθρώπου μεταξύ του Γάλλου, του Ιταλού, του Τούρκου, του Ρώσου, του Σκανδιναβού και Άγγλου, που αποτελεί το μέσον», έναν τύπο «Μεσευρωπαίου που πρέπει να βρεθεί». Οι απόψεις αυτές του Naumann επολεμήθησαν από την προπαγανδιστική ιστοριογραφία του εθνικοσοσιαλισμού, αφού δεν θεωρούσαν προεξάρχοντα τον γερμανικόν παράγοντα στην κεντρική Ευρώπη. Η πολιτική θεωρία των εθνικοσοσιαλιστών δεν προέβλεπε τίποτε περισσότερο γι'αυτόν τον χώρο εκτός από μια «Μεσευρώπη ισορροπίας των λάων που την αποτελούν». Όσο αόριστο είναι το τελευταίο τούτο, άλλο τόσο όμως αόριστος είναι και ο «νέος τύπος» του Naumann, διότι δεν δίνει την συνταγή συστατικών του. Ούτε η Ορθοδοξία ούτε το Ισλάμ αποτελούν αντικείμενα μελέτης γι'αυτόν τον χώρο από τον Naumann (ο οποίος σημειωτέων, ήταν θεολόγος κατ'επάγγελμα), προς δε την Ρωσία, δεν δέχεται καμμία παραχώρηση στο θέμα των Βαλκανίων και της Κεντρικής Ευρώπης. Αλλά χωρίς τις πολιτιστικές αυτές διαστάσεις, απλούστατα «τύπος Μεσευρωπαίου» δεν υπάρχει. Αυτό όμως που μας ενδιαφέρει απ'όλα αυτά είναι κάτι άλλο, που είναι εξόχως σύγχρονο: ότι για πρώτη φορά στις αρχές αυτού του αιώνα τίθεται θέμα μιας πραγματικής πολιτιστικής και ιστορικής ταυτότητας της Ευρώπης. Εδώ πρέπει να κάνουμε ορισμένες παρατηρήσεις.
Μετά την καταστροφή του πρώτου πολέμου είδαν πολλές θεωρίες το φως περί «Πανευρώπης», όπως π.χ. του Γκουτενχοφεν-Καλλέργη (Coudenhove-Kalergi), του Μπριάν (Aristide Briand) κ.α. Δυστυχώς, οι θεωρίες αυτές έχουν (και τούτο συνειδητώς, πράγμα που σημαίνει ότι είναι θεωρίες περί «Πανευρώπης» αλλά καμμιάς Ευρώπης...) ένα εγγενές μειονέκτημα, που τους προσδίδει ως ιδεολογικό φόντο τις θεωρίες του Γκομπινώ: ότι συγχέουν την «οικονομία της Ευρώπης» με την «οικονομία του Abendlandes». Και η μεν «οικονομία του Abendlandes» είναι μια οικονομία αυτοτελής, διότι αυτοτελές είναι και το «Abendland» ως ιδεολόγημα, δεν είναι όμως έτσι και με την «οικονομία της Ευρώπης». Αυτή είναι εξηρτημένη από ευρωπαϊκές περιοχές που δεν υπάγονται στο «Abendland». Περί αυτών όμως ουδέν προβλέπουν οι περί «Πανευρώπης» θεωρίες, είναι -θα μπορούσαμε να πούμε- θεωρίες περί Ευρωπ. Ένωσης... Δεν είναι βέβαια τυχαίο ότι αυτές οι περί «Πανευρώπης» θεωρίες αναπτύσσονται την εποχή της Συνθήκης του Λοκάρνο, δηλαδή επί πολιτικής Στρέσεμαν και Μπριάν, που αποτελεί κατ'ουσίαν και την βάση της σημερινής Ευρωπ. Ένωσης. Το παράδοξο είναι μόνο ότι η Ευρωπ. Ένωση δεν μπόρεσε στο διάστημα ενός σχεδόν αιώνος να βελτιώσει αυτές τις θεωρίες περί «Πανευρώπης» και να τους δώσει ένα έγκυρο πολιτικό περιεχόμενο και μιαν ιστορική προοπτική.
Η συνθήκη του Λοκάρνο, ως γνωστόν, ήταν για το πρόβλημα της Αλσατίας και της Λωραίνης, που είναι κοινό γαλλογερμανικό πρόβλημα. Στην περιοχή αυτή υπάρχει σίδερο που λείπει από την Γερμανία, ενώ στην περιοχή του Ρήνου υπάρχει κάρβουνο που λείπει από τη Γαλλία. Και οι δύο συνεπώς αυτές χώρες συνεξαρτώνται για την βιομηχανική τους παραγωγή (Montanunion), ενώ η Γερμανία ως κεντρική Ευρώπη θα μπορούσε άνετα υπό ομαλές πολιτικές συνθήκες να εξασφαλίσει το σίδερο της από τις «σχεδόν ανεξάντλητες» πηγές της ανατολικής Αυστρίας. Βασικά η Γερμανία, ως ένας από τους βασικούς φορείς της κεντρικής Ευρώπης (ο άλλος είναι η Ρωσία), κανένα πρόβλημα πρώτων υλών δεν αντιμετωπίζει. Ίσα-ίσα τις έχει όλες και μάλιστα εν αφθονία. Αλλά μια φυσική λειτουργία της Γερμανίας σε μια έννοια φυσική Ευρώπης (δηλαδή μιας μεγάλης Ευρώπης) χαλάει την έννοια του λιμπεραλισμού και της «Πανευρώπης»! Αυτό ακριβώς υπήρξε και το πρόβλημα κατά τον β'παγκ. πόλεμο. Ο Στάλιν δεν είχε δυσκολίες στις πολιτικές του διαπραγματεύσεις κατά την διάρκεια του πολέμου, διότι είχε ένα ατού που δεν είχε ο Τσώρτσιλ (ο οποίος ήθελε την πλήρη ήττα του φασισμού, διότι ήξερε την ιδεολογική του βάση): ότι μπορούσε ανά πάσαν στιγμή να συνθηκολογήσει με τους ναζιστές, οι οποίοι πολύ το ήθελαν μετά το Στάλινγκραντ (σημειωτέον ότι την ίδια πολιτική έναντι του Τσώρτσιλ εφήρμοσε και ο Τίτο κατά τη διάρκεια του πολέμου). Την τελική αντίσταση τους μάλιστα οι ναζί την άσκησαν στο δυτικό μέτωπο, αφήνοντας τους Ρώσους να προχωρήσουν και εκβιάζοντας έτσι μια συνθήκη ανακωχής με τους δυτικούς, που ήσαν και ο κύριος ιδεολογικός εχθρός τους (αυτό είχε μια ευεργετική συνέπεια: ότι η ανατολική Γερμανία διασώθηκε περισσότερο από την δυτική, η οποία εβομβαρδίζετο και αφού είχε υπογραφεί η συνθηκολόγηση...). Τις πολιτικές του διεκδικήσεις ο Στάλιν είχε τρόπους να τις επιβάλλει και μεταπολεμικώς λόγω των κινημάτων που εξέσπασαν στα πλαίσια του πρώην αποικιοκρατικού κόσμου και, ιδίως στην Ευρώπη, λόγω του εμφυλίου στην Ελλάδα. Η πολιτική της λιμπεραλιστικής φιλοσοφίας, συνεπώς οδήγησε διϊστορικώς στα εξής αποτελέσματα: επεζήτησε από το 1919 την βίαιη κατάλυση του «μπολσεβικισμού» και αντ'αυτού έκαμε τον «μπολσεβικισμό» από μεγάλη δύναμη υπερδύναμη'και εμίκρυνε την Ευρώπη σε 2,5 κράτη - την Αγγλία, τη Γαλλία και τη μισή Γερμανία. Η ιδέα του Στάλιν περί ολόκληρης και ουδέτερης Γερμανίας δεν μπορούσε βέβαια να γίνει αποδεκτή. Αφ'ενός μεν γιατί αυτό αργά ή σύντομα θα έφερνε κατάργηση του λιμπεραλισμού, αφ'ετέρου δε γιατί αυτός δεν μπορούσε να δουλέψει σαν σύστημα με δύο μόνο κράτη, την Αγγλία και τη Γαλλία. Εχρειάζετο τουλάχιστον κι ένα τρίτο κράτος, ώστε να μπορεί να διεξάγεται «εξωτερικό εμπόριο». Η μισή Γερμανία, που είχε και το 40% της προπολεμικής βιομηχανίας, ήταν συνεπώς η αναγκαστική λύση των μεταπολεμικών πραγμάτων. Με την βιομηχανία των πολέμων και το πνεύμα του ψυχρού πολέμου, άρχισαν η «ανάπτυξη» και η «δημοκρατία» να λειτουργούν... Κανένας δεν κάνει περισσότερα λάθη απ'αυτόν που ενεργεί με υπολογισμούς, είχε πει ο Βωβενάργκ...
Δεν είναι συνεπώς τυχαίο ότι η «Ευρώπη» μεταπολεμικά εδημιούργησε μεν την οικονομική «Πανευρώπη», καμμία όμως θεωρία περί Ευρώπης δεν μπόρεσε να δημιουργήσει. Κι αυτό καλύτερα από κάθε τι άλλο φάνηκε με την τρέχουσα κρίση των Βαλκανίων. Η «Ευρώπη» σπεύδει σ'αυτή την «θύρα της Ευρώπης», αλλά δυστυχώς δεν έχει τίποτε να προτείνει (πως ακριβώς σκέπτεται ο «λιμπεραλισμός», γι'αυτούς του χώρους, θα το δούμε πιο κάτω). Η μόνη προσφορά της συνίσταται στον υπερβάλλοντα «ανθρωπισμό», δια του οποίου αναπαράγει στα μέσα μαζικής ενημέρωσης τα δεδομένα της «εσωτερικής ιδεολογίας». Είναι όμως αυτό πολιτική; Έχει κανένας το δικαίωμα ή την υποχρέωση να ενδιαφέρεται για τους άλλους ανθρώπους περισσότερο και κατά τρόπον διάφορο απ'ό,τι ενδιαφέρονται οι ίδιοι για τον εαυτό τους; Όταν σκοτώνεται κανείς σ'έναν πόλεμο -ανεξαρτήτως της ποιότητος και της γενικότερης σημασίας αυτού του πολέμου-, σκοτώνεται για να ζήσουν τα παιδιά του και τα εγγόνια του καλύτερα. Η μέριμνα για τον «άνθρωπο που σκοτώνεται» και που αγνοεί αν οι άλλοι «άνθρωποι» μετά απ'αυτόν θα σκοτώνονται επί γενεές γενεών με την εξαθλίωση, δεν είναι ανθρωπισμός αλλά υπολογισμός. Πολιτική είναι τα προβλήματα, αλλά περί αυτών η «Ευρώπη» δεν συζητεί. Απλώς μετονόμασε εαυτήν σε «Ευρωπαϊκή Ένωση» και αναμένει εμπειρικά την διαμόρφωση των καταστάσεων, άνευ προτάσεως ή θεωρίας, κατά το βλέποντας και κάνοντας. Όχι τυχαία, και καθόλου αναιτιολογήτως, όπως αμέσως θα ιδούμε.
Αμέσως μετά την ιστορική αλλαγή του 1989, η «κοινή γνώμη» έσπευσε δια των «ειδικών των συγκρούσεων» να εορτάσει την «υπεροχή» του δυτικού συστήματος. Υπήρξαν βέβαια γνώμες διάφορες της «κοινής γνώμης», αλλά αυτό δεν έχει σημασία... Σημασία έχει ότι σήμερα ξέρουμε καλά, ότι τον υπάρξαντα σοσιαλισμό δεν τον κατήργησαν οι εξοπλισμοί και η «υπεροχή» του φιλελευθερισμού, αλλά οι ίδιοι οι λαοί: ένα άλλο είδος σοσιαλισμού που έχει τα δικά του μέτρα περί ελευθερίας και δημοκρατίας. Ένα είδος σοσιαλισμού περί του οποίου γίνεται λόγος στο βιβλίο τούτο, ένα είδος πολιτιστικού σοσιαλισμού δια του οποίου και μόνο είναι δυνατόν να ολοκληρωθεί η έννοια της Ευρώπης. Ότι η αλλαγή συνέβηκε στους χώρους της ανατολικής Ευρώπης συνιστά ένα πλεονέκτημα των κοινωνιών αυτών, ενώ αντίθετα συνιστά μεγάλο μειονέκτημα, ότι καμμιά ένδειξη αλλαγής δεν υπάρχει για τις δυτικές κοινωνίες. Υπό τα δεδομένα της τεχνολογικής παραγωγής, περί δημοκρατίας συζητούν σήμερα μόνο οι αφελείς. Ο κόσμος σήμερα δεν ψηφίζει πρόσωπα αλλά προγράμματα και κόμματα. Αυτά όμως λειτουργούν -είναι υποχρεωμένα να λειτουργούν υπό τα σύγχρονα δεδομένα της παραγωγής- υπό την επήρεια διαφόρων άλλων κέντρων επηρεασμού, που έχουν να κάνουν με στατιστικές και προγράμματα, με ομάδες συμφερόντων και όλα όσα υποβάλλει η οργάνωση της σύγχρονης «ανάπτυξης» πέραν των ψηφοφόρων. Με τους υπεργραφειοκρατικούς μάλιστα οργανισμούς σαν αυτούς των Βρυξελλών η σχέση ψηφοφόρου και κόμματος χάνεται τελείως. Ποια δημοκρατία; Τα αυτά φαινόμενα βέβαια, ακριβώς λόγω της οργανώσεως της παραγωγής επί της ίδιας βάσεως, επικρατούσαν και στον κόσμο του σοσιαλισμού. Ο κόσμος, όμως, την αποξένωση μεταξύ πολιτικής και κοινωνίας δεν την δέχθηκε. Η κοινωνία έπαψε να δουλεύει. Πρόκειται περί μειονεκτήματος; Πολιτικού σίγουρα, όχι όμως κοινωνικού. Κι αυτό έχει σημασία.
---------------------------------------------------------------
Η συνέχεια, από αυτό το σημείο, του κεφαλαίου βρίσκεται στην ανάρτηση: Η ανατολικη Ευρώπη και τα Βαλκάνια δέσμιες περιοχές -και πειραματόζωα- θεωριών εργαστηρίου, «ιδεών»-εργαλείων, της «κοινής γνώμης» και ιδεολογικών «πραγματικοτήτων» και ιστοριογραφιών - μέρος α´. Και το κεφάλαιο ολοκληρώνεται με τα αμέσως επόμενα που ακολουθούν. Βλέπε ΙΙ κάτωθι.
---------------------------------------------------------------


.~`~.
ΙΙ

Μπορούν άραγε τα βαλκανικά προβλήματα να λυθούν μερικώς με «τοπικιστικής» φύσεως μέτρα; Τα βαλκανικά προβλήματα -όπως κι αυτά της Μεσογείου γενικότερα, αλλά ιδίως τα βαλκανικά-, παρά τις ενδεχομένως εκτιμήσεις των «ειδικών των συγκρούσεων», δεν είναι προβλήματα στρατηγικών ισορροπιών (όπως αυτά του Βιετνάμ και της Κορέας λ.χ.) αλλά προβλήματα παγκόσμια. Και είναι παγκόσμια, διότι από αυτά εξαρτάται ολόκληρη η ύπαρξη της ευρωπαϊκής ηπείρου. Ιδίως σήμερα... Σήμερα στην Μεσόγειο συνυπάρχει η πολιτική δύο μεγάλων δυνάμεων, οι οποίες ακριβώς καλούνται εδώ να λύσουν τα κυριολεκτικώς ανθρωποκτονικής φύσεως προβλήματα που εδημιούργησε η ανεπάρκεια της ευρωπαϊκής πολιτικής του παρελθόντος.
Κανονικά η σημερινή δυτική Ευρώπη, πλήν της Γερμανίας, η οποία και να ήθελε δεν μπορεί να αγνοήσει τον φυσικό της ρόλο ως δεσμού μεταξύ ανατολικής και δυτικής Ευρώπης, δεν θα έπρεπε να ανακατεύεται καθόλου στα θέματα πολιτικής των Βαλκανίων. Αυτό δεν είναι κάτι μειωτικό, αλλά μια ενέργεια υπέρ μιας φυσικής έννοιας της Ευρώπης. Μια ενέργεια, εν τέλει, που θα διευκόλυνε την πολιτική των δύο μεγάλων και ιδιαίτερα τους Αμερικανούς. Εύκολα προκύπτει από την ως τώρα «βαλκανική» πολιτική της Ευρώπης, ότι δεν πρόκειται για κάτι νέο αλλά απλώς για την κλασσική πολιτική των «μεγάλων δυνάμεων». Σε κάθε «κίνηση» της Αγγλίας έπεται μια της Γαλλίας και αντιστρόφως. Το αξιοσημείωτο, όμως, που ταυτόχρονα δείχνει ότι η σημερινή «Ευρώπη» δεν αποτελεί όργανο ενιαίας βουλήσεως προς διαμόρφωση πολιτικής, είναι κάτι άλλο: παρατηρούμε βάσει των κοινοτικών μηχανισμών να έχουν λόγο στα βαλκανικά προβλήματα οι Δανοί, οι Βέλγοι, και οι Ολλανδοί, δεν είδαμε όμως ως τώρα να έχουν λόγο οι Ιταλοί, για τους οποίους τα Βαλκάνια αποτελούν γεωφυσικώς και ιστορικώς τον «ζωτικό» τους χώρο. Οι διαφορές συνεπώς μεταξύ ευρωπαϊκού Βορρά και Νότου συνεχίζουν να υφίστανται σαν ιστορικές σημασίες. Η «Ευρώπη» της Montanunion μπορεί να σημαίνει μια οικονομική κοινοπραξία αλλά καμμιά ιστορική σύνθεση.
Επεκράτησε η άποψη ότι στο σύστημα των πολιτικών σχέσεων της μεταπολεμικής «Δύσης» ο ρόλος της Αγγλίας ως «συνδέσμου» μεταξύ Αμερικής και ηπειρωτικής Ευρώπης υπήρξε μια κατάσταση ανάγκης. Πρόκειται για μια καλώς θεμελιωμένη άποψη στην μεταπολεμική «κοινή γνώμη». Είτε όμως με την επιδίωξη της Γαλλίας για ανεξάρτητη πολιτική ως «μεγάλης δύναμης», είτε με την επιδίωξη της Αγγλίας να οικειωθεί έναν τέτοιον ρόλο, πρακτικώς η μεταπολεμική πολιτική μάλλον δυσκολεύθηκε παρά βοηθήθηκε. Διότι, απλούστατα, το κλασσικό ευρωπαϊκό «ισοζύγιο» συνιστούσε έναν παράγοντα απροσδιοριστίας σ'αυτήν και της προσέδιδε τον χαρακτήρα της πειραματικής και επικίνδυνης πολιτικής. Αυτό κράτησε την διάρκεια των εξοπλισμών περισσότερο απ'όσο ήταν νοητό, σωρεύοντας και όχι λύνοντας προβλήματα. Είναι αμφίβολο αν η Αμερική είχε ιδιαίτερη ανάγκη πολιτικής βοήθειας, αφού είχε απόλυτον σύμμαχο τη Γερμανία και -μέσα στην διαπλοκή του πολυεθνικού κεφαλαίου- μάλλον λεκτικές παρά πρακτικές δυνατότητες ανεξάρτητης πολιτικής είχε η Γαλλία. Ότι πάντως τον ρόλο του «συμπληρωματικού» παράγοντος η Αγγλία τον διετήρησε σε άλλες περιοχές και όχι κυρίως στην καθ'εαυτό δυτική Ευρώπη, θα μας δοθεί η δυνατότητα να ιδούμε. Σημασία έχει ότι αυτός ο χαρακτήρας της δυτικής πολιτικής που εκδηλώθηκε και στην βαλκανική κρίση -χαρακτήρας ΝΑΤΟ, βέβαια, αλλά εν προκειμένω χωρίς «εχθρό»-, προσέδωσε μάκρος σ'αυτήν αλλά όχι λύση. Είναι φανερό ότι εκ των πραγμάτων θα βρίσκονταν συντομότερα συνθήκες ειρήνευσης, έστω και προσωρινής, παρά με τα ατέρμονα και ανεφάρμοστα «σχέδια διαμεσολαβήσεων». Και λέμε «προσωρινής», αφ'ενός μεν διότι τα βαλκανικά προβλήματα δεν μπορούν να λυθούν τοπικώς και μερικώς, αφ'ετέρου δε γιατί δεν υπάρχει συγκεκριμένη αντίληψη περί των σχέσεων δυτικής Ευρώπης και Μεσογείου. Η αοριστολογία περί «γραμμής ασφαλείας», περί «μαλακού υπογαστρίου» κλπ. δείχνει ακριβώς ότι μια συγκεκριμένη αντίληψη δεν πρέπει ίσως και εγνωσμένως να υπάρχει. Ούτε και τυχαίο μπορεί να θεωρηθεί ότι στο Συνέδριο του Ελσίνκι το 1975 τα θέματα της Μεσογείου συζητήθηκαν ως συμπληρωματική υποσημείωση του «πακέτου ΙΙ» περί οικολογίας και... αισθητικής. Από όσο μπορεί κανείς να αντιληφθεί κάτι σαφές περί των καταστάσεων της σημερινής Ευρώπης, προβλέπεται μια κάποια ανάπτυξη σε μια ζώνη 300 περίπου χιλιομέτρων προς την ανατολική Ευρώπη, δηλ. περίπου στα όρια της παλαιάς Αυστροουγγρικής Μοναρχίας που συμπίπτουν κατά προσέγγιση με εκείνα της καθολικής Ευρώπης, αλλά κατά «λιμπεραλιστικούς» τρόπους ως προς τα λοιπά, ανάλογους εκείνων του «Korea-Boom», ασκούμενους απλώς την φορά αυτή στους χώρους των Βαλκανίων και της Ανατολικής Μεσογείου.
Ότι οι «συλλήψεις» αυτές, οι οποίες στρέφονται σαφώς εις βάρος της Ουκρανίαςκαι της Ρωσίας και στερούνται πάσης ιστορικής προοπτικής (καθ'ότι συλλήψεις εργαστηρίου) οδηγούν κατ'ευθείαν στον τρίτον παγκόσμιο πόλεμο, αφού προηγουμένως επιφέρουν και την πλήρη οικονομική κατάρρευση της δυτικής Ευρώπης (αρκεί απλώς να δει κανείς στον χάρτη την γραμμή «Bagdad-Bahn», που είναι της αυτής σημασίας με το Σουέζ για την Ευρώπη), είναι πλέον προφανές. Οι «ειδικοί» οφείλουν να τις διαγνώσουν... Τα πράγματα των Βαλκανίων είναι οργανικής και όχι «προγραμματικής» υφής για τις καταστάσεις ολόκληρης της ευρωπαϊκής ηπείρου. Και έτσι θα συνεχίσουν να είναι. «Αρχή σοφίας φόβος Κυρίου» και αρχή πολιτικής φόβος γραφείου... Πολιτική για τα βαλκανικά -και τα μεσογειακά πράγματα γενικότερα- κατά τους δύο τελευταίους αιώνες δεν υπήρξε. Υπήρξαν μόνο λογαριασμοί.


Θα επανέλθω στην έννοια της Mitteleuropa και θα αναφερθώ και στην έννοια της «φυσικής Ευρώπης»

.~`~.
Για περαιτέρω ιχνηλάτηση και πληρέστερη προοπτική

- Το μέλλον της Ε.Ε, η Ανατολική Ευρώπη -η Ουκρανία- και τα Βαλκάνια, ο Huntington, ο Brzezinski και οι πλανητικές πολιτικές των Η.Π.Α. Τα «Ανθρώπινα δικαιώματα», η «σύγκρουση των πολιτισμών» και τα «Ευρασιατικά Βαλκάνια» ως βαλκανοποίηση της υφηλίου και καλλιέργεια της ελεγχόμενης αναρχίας. Η απόρριψη του διλήμματος μεταξύ πυρηνικού ολοκαυτώματος ή πολιτιστικής ανυπαρξίας - προς μιας νέα ιστορική σύνθεση που θα εναντιώνεται στις θεωρίες και τους υπολογισμούς γραφείου-εργαστηρίου.

Είπαν ή έγραψαν... για την προϋπόθεση της πολιτικής ύπαρξης της «Ευρώπης».

$
0
0

Αυτό που γνωρίζουμε σήμερα ως «Ευρώπη», είναι μια πλανώμενη ιστορική και πολιτική αοριστολογία, η οποία προϋπόθεση της έχει ένα μόνο και καθόλου αυτονόητο δεδομένο: ότι οι εκτρωματικές «ισορροπίες» που επετεύχθησαν κάποτε (το 1854) στον μεσογειακό χώρο και δημιούργησαν - παγιούμενες μέσω αυτών - τους δύο παγκόσμιους πολέμους, θα διαρκέσουν επ'άπειρον. Η όλη πολιτική ύπαρξη της Ευρώπης, και της «Δύσεως» γενικότερα, στηρίζεται σε ένα και μόνο γεγονός: στην έκβαση του κριμαϊκού πολέμου.

Είναι εντυπωσιακό, πως ένα ξεχασμένο και σκονισμένο βιβλίο, οι εξελίξεις το καθιστούν τόσο επίκαιρο

.~`~.

Η «φιλοσοφία» του λιμπεραλισμού. Καπιταλισμός και νέος διεθνισμός και η Ευρώπη ως αόριστη έννοια.

$
0
0

.~`~.
I
Η «φιλοσοφία» του λιμπεραλισμού

Μπορεῖ ἄραγε ἡ ἱστορία τοῦ παλαιοῦ κόσμου νά συνεχίση διακινουμένη μέ συνθήματα τῆς «κοινῆς γνώμης», πρᾶγμα πού σημαίνει ὅτι ἡ τελική σχέση «Εὐρώπης» καί ὅλου τοῦ ὑπολοίπου κόσμου εἶναι μόνο ὁ πόλεμος καί τίποτα ἄλλο; Ὅλος ὁ εἰκοστός αἰώνας πού ζοῦμε εἶναι ἕνας αἰώνας πολέμων καί τίποτα ἄλλο. Πόσοι ἀκριβῶς πόλεμοι ἔγιναν μετά τόν 2ο παγκόσμιο πόλεμο, θά ἰδῆ καλύτερα ὁ ἀναγνώστης στίς σελίδες τοῦ βιβλίου. Θά ἦταν ὅμως λάθος νά ὑποτεθῆ ὅτι ἡ περίοδος τοῦ μεσοπολέμου ὑπῆρξε περίοδος εἰρήνης. Ὑπῆρξε μόνο προπαγάνδα καί κηρύγματα περί «εἰρήνης», κατά τίς ἀπαιτήσεις τῆς «φιλειρηνικῆς» ἰδεολογίας τοῦ ἐμπορικοῦ λιμπεραλισμοῦ, εἰρήνη ὅμως ὄχι. Πρίν καλά καλά τελειώση ὁ 1ος παγκόσμιος πόλεμος, ἡ «φιλειρηνική Εὐρώπη» (τῆς «Ἑλλάδας» τοῦ Βενιζέλου συμπεριλαμβανομένης!) ἐπιτίθεται ἐναντίον τῆς «κομμουνιστικῆς δικτατορίας». Ἕνα χρόνο μετά θά ἐπιπέσουν οἱ μπολσεβίκοι ἐπί τῆς Πολωνίας. Τό 1921 θά ξεσπάση ἕνας ἀκόμα δυνατός πόλεμος μεταξύ Ἰρλανδῶν καί Ἄγγλων. Τό 1922 ἔχουμε τόν ἑλληνοτουρκικό πόλεμο, τό 1923 οἱ Γάλλοι θά καταλάβουν ἐνόπλως τό Ρούρ. Τό 1924 θά ξεσπάση ὁ πόλεμος στήν Κίνα. Τό 1931 θά καταλάβουν οἱ Γιαπωνέζοι τήν Μαντζουρία καί τό 1933 ἐπιτίθενται κατά τῶν Κινέζων στήν Σαγκάη. Τό 1935 ἐπιτίθενται οἱ Ἰταλοί στήν Ἀβησσυνία καί τό 1936 θά ξεσπάση ὁ πόλεμος στήν Ἱσπανία. Τό 1937 θά ἀρχίσουν οἱ Ἰάπωνες τόν πόλεμο ἐναντίον τῆς Κίνας. Τό 1939 θά καταλάβουν οἱ Γερμανοί τήν Πράγα καί οἱ Ἰταλοί τήν Ἀλβανία. Λίγους μῆνες μετά θά ἐπιτεθοῦν οἱ Γερμανοί κατά τῆς Πολωνίας.
Ὅλα αὐτά τά χρόνια (ὅπως καί τά μετά τόν 2ο πόλεμο, μέ τίς ἑκατοντάδες τῶν πολέμων τους) εἶναι χρόνια τῶν «διεθνῶν ὀργανισμῶν» καί τῶν κηρυγμάτων «εἰρήνης». Εἶναι, δηλαδή, ὅλος ὁ εἰκοστός αἰώνας. Τί εἴδους σύστημα ὅμως εἶναι αὐτό –καί ἐννοοῦμε αὐτό τοῦ «φιλελευθερισμοῦ»-, τό ὁποῖον δέν μπορεῖ νά ἀπαλλαγῆ οὔτε στιγμή ἀπό τήν ἀνάγκη καταφυγῆς στόν πόλεμο; Μπορεῖ τό σύστημα αὐτό νά ὁδηγήση τήν ἀνθρωπότητα στήν εἰρήνη καί τήν …ἐλευθερία; Μπορεῖ αὐτό τό σύστημα νά προαγάγη κανενός εἴδους πολιτισμό;
Ἡ «φιλοσοφία» τοῦ λιμπεραλισμοῦ εἶναι ἡ ἁπλούστερη δυνατή φιλοσοφία, διότι ἁπλούστατα, ὅπως καλύτερα θά ἰδῆ ὁ ἀναγνώστης, εἶναι μία φιλοσοφία κλοπῆς καί τίποτα ἄλλο. Εἶναι ἡ φιλοσοφία πού προγραμματίζει μέ τόν κομπιοῦτερ ποσοστά ἀνάπτυξης καί μιλάει ταυτόχρονα περί ἐλευθερίας. Εἶναι ἡ φιλοσοφία τῆς διπλῆς ἠθικῆς, πού ἀπό τήν μία μεριά κηρύσσει τήν «ἠθική τῆς ἐργασίας» γιά τόν ἁπλό ἄνθρωπο καί ἀπό τήν ἄλλη ἐν ὀνόματι τῆς «Staaträson» καί ἄλλων συναφῶν θεωρημάτων πραγματοποιεῖ τήν κρατική κλοπή, εἴτε ἀπό τάξη σέ τάξη, εἴτε ἀπό κράτος σέ κράτος. Σέ κάποια κείμενά του ὁ Κ.Mannheim (Man and society in an age of reconstruction, London 1940, γερμ. Ἔκδ. 1958, σελ.84) ἀναρωτιέται πώς μπορεῖ νά διαμορφωθῆ τό περιεχόμενο τῆς κοινωνικῆς ἠθικῆς, ὅταν οἱ ἐργαζόμενες μάζες κατανοήσουν αὐτό τό εἶδος τῆς διπλῆς ἠθικῆς. Πιστεύουμε ὅμως ὅτι τό ἐρώτημα εἶναι μᾶλλον θεωρητικῆς σημασίας, διότι οἱ ἐργαζόμενες μάζες τῆς βιομηχανικῆς ἀναπτύξεως ἐγνώριζαν ἀπό πάντα τοῦτο τό εἶδος τῆς διπλῆς ἠθικῆς. Τοῦτο ἀκριβῶς φανερώνουν ὁ σοσιαλισμός καί ὁ φασισμός, πού ἀποτελοῦν τά δύο ἐγγενῆ μικρόβια στήν θεωρία τοῦ λιμπεραλισμοῦ.
Πρόκειται γιά δύο μικρόβια, ἀπό τά ὁποῖα ὁ «φιλελευθερισμός» δέν πρόκειται νά ἀπαλλαγῆ ποτέ. Πρόκειται γιά δύο μικρόβια πού ἔχουν πάντα ἀνάγκη ἀπό τήν ἐξωτερική ἐπέκταση προκειμένου νά ἀποσοβηθοῦν ἐσωτερικά, καί ἀπόδειξη ἀποτελεῖ ἡ Ἀγγλία, ἡ ὁποία καθ’ ὅλην της τήν βιομηχανική ἀνάπτυξη δέν γνώρισε οὔτε μία ἐπανάσταση. Μερικοί, μάλιστα, θεωρητικοί τῶν ἐργαστηρίων, ἔφθασαν στό σημεῖο νά ὑποστηρίζουν ὅτι ὁ ἰμπεριαλισμός καί ἡ ἀποικιοκρατία εἶναι οἱ ἐσαεί ἀπαραίτητες προϋποθέσεις τῆς «δημοκρατίας». Καί ὡς πρός μέν τόν σοσιαλισμό, ὁ ὁποῖος ἀποτελεῖ ἕνα ἠθικῆς σημασίας αἴτημα ὡς πρός τήν τακτική τῆς ἐνδοκρατικῆς ἠθικῆς τῆς «Staatsräson», ὁ λιμπεραλισμός εὐρῆκε μεταπολεμικά τό χάπι τῆς εὐημερίας καί τοῦ καταναλωτισμοῦ, ἀφοῦ αὐτά τά στήριξε σέ μισόν αἰώνα τοπικοῦ πολέμου καί τοπικῶν συρράξεων. Ἡ κατάσταση τοῦ «κομμουνιστικοῦ κινδύνου» εἶναι μία κατάσταση πού ἐξυπηρέτησε τήν μεταπολεμική «Δύση», διότι οὕτως ἤ ἄλλως οἱ χῶρες τοῦ «σιδηροῦ παραπετάσματος» δέν ἧσαν οἱ χῶρες ἀποικιοκρατικῆς ἐκμετάλλευσης γιά τήν δυτική Εὐρώπη. Ὁ «κίνδυνος», ὅμως, θά μποροῦσε νά ἐφαρμοσθῆ ὡς ἐργαλεῖο γιά ὅλον τόν ὑπόλοιπο κόσμο, ὁ ὁποῖος ἀποτελοῦσε τό κλασσικό πεδίο ἀποικιοκρατικῆς ἐκμετάλλευσης καί ἀπό τόν ὁποῖο ἔπρεπε νά ἐπιτευχθῆ ἡ ἐπανασυγκέντρωση τοῦ κεφαλαίου. Θά ἰδοῦμε λίγο πιό κάτω γιά ποιούς λόγους ὁ ψυχρός πόλεμος ἦταν ἡ μοναδική ἐκδοχή γιά τίς καταστάσεις τῆς δυτικῆς Εὐρώπης μεταπολεμικῶς. Σημασία ἔχει ὅτι μέ τόν καταναλωτισμό καί τήν «μαζική κουλτούρα», ὁ «φιλελευθερισμός» κατάφερε νά ἀνταποκριθῆ στά σοσιαλιστικά αἰτήματα ὑπό τήν μορφή τῆς ἐξασφαλίσεως τῶν ἀποδοχῶν.
Μέ τόν φασισμό, ὅμως, τά πράγματα εἶναι διαφορετικά. Ὁ φασισμός, σάν ἰδεολογία, ἀποτελεῖ τό θανατηφόρο μικρόβιο γιά τήν «δημοκρατία» τοῦ λιμπεραλισμοῦ καί γιά αὐτό αὐτή γνώση ἔχουσα, ἔχει κάθε λόγο νά τόν κατεβάζη στό ἐπίπεδο τοῦ ποινικοῦ ὑποκόσμου, ἀπ’εὐθείας. Μέ τόν φασισμό δέν πρόκειται περί διαπραγματεύσεως ἀποδοχῶν καί σημείων συγκλίσεως ἠθικῶν αἰτημάτων ὅπως στόν σοσιαλισμό. Ὁ φασισμός ἀπορρίπτει συλλήβδην, ἤγουν ὁλόκληρο τό ἰδεολογικό οἰκοδόμημα τῆς φιλελεύθερης φιλοσοφίας, θεωρῶντας το ἀνεπίδεκτο βελτιώσεως καί μονίμως στρεφόμενο κατά τῆς ψυχοπνευματικῆς ὑποστάσεως τοῦ ἀνθρώπου. Αὐτό πού κατ’ ἐξοχήν ἀπορρίπτει ὁ φασισμός εἶναι ἡ κεντρικώτερη ἔννοια τοῦ φιλελευθερισμοῦ, δηλαδή ἐκείνη τοῦ «οἰκονομικοῦ ἀτόμου», καί μαζί μέ αὐτήν κατά λογικήν συνέπεια καί ὅλες τίς ἄλλες: εἰρηνισμό (πού τόν θεωρεῖ ἀδύνατον ὑπό φιλελεύθερον καθεστώς καί ἁπλῶς ὡς ἕνα σύστημα διαιωνίσεως τῶν συνθηκῶν πολέμου), κοσμοπολιτισμό, ὑλισμό (θεμέλιο τῆς φιλελεύθερης φιλοσοφίας), μαρξισμό (πού τόν θεωρεῖ ἀναγκαία συνέπεια τῆς οἰκονομικῆς φιλοσοφίας τοῦ λιμπεραλισμοῦ), δημοκρατία, κληρικαλισμό, κ.λπ. Ὁ φασισμός ἔρχεται μετά τήν ἐπικράτηση τῆς σοσιαλδημοκρατίας, δηλαδή μετά τήν σχετική ἱκανοποίηση τῶν οἰκονομικῶν αἰτημάτων καί ρωτάει «γιατί». «Εἰρήνη» καί «τάξη», ἀλλά γιατί'Ἀποταμίευση, ἀλλά γιατί'εὐζωία, ἀλλά γιατί. Στά ἐρωτήματα αὐτά ὁ λιμπεραλισμός δέν μπορεῖ νά ἀπαντήση. Ἀφ’ ἑνός μέν γιατί τήν «εὐτυχία» τοῦ ἀνθρώπου τήν ὤρισε –θεωρητικῶς– ὡς ἐκείνη τῆς ἱκανοποιήσεως τοῦ πεινασμένου ζώου, ἀφ’ ἑτέρου δέ γιατί μέσα στήν διατεταγμένη δομή τῆς βιομηχανικῆς παραγωγῆς δέν εἶναι δυνατόν νά ἐγγυθῆ κανενός εἴδους ἐλευθερία διαμορφώσεως γιά τό συγκεκριμένο ἄτομο. Ὁ φασισμός ἔρχεται ἐκ τῶν κάτω νά καλύψη τήν διάσταση μεταξύ κοινωνίας καί κράτους καί δέν ἀποτελεῖ πραξικόπημα. Ἐχύθηκε βέβαια πολλή μελάνη μεταπολεμικά καί ἐξοδεύτηκαν ἀρκούντως ἑκατομμύρια διά τῆς... ἱστοριογραφίας τῆς «κοινῆς γνώμης», γιά νά «δειχθῆ» ὅτι ὁ φασισμός, πού ἀπετέλεσε γενικό φαινόμενο στόν χῶρο τῆς Εὐρώπης, προῆλθε σάν ἀντίδραση ἀπό τήν ρωσική ἐπανάσταση τοῦ 1917. Ἡ τρέχουσα πραγματικότητα ἀποτελεῖ τήν ἀπάντηση στίς ἰδεολογικές αὐτές ἐπιχειρήσεις: ὁ φασισμός ἐπανεβίωσε στίς εὐρωπαϊκές κοινωνίες ἀκριβῶς μέ τήν κατάργηση τοῦ σοβιετικοῦ κομμουνισμοῦ. Καί τοῦτο ἀκριβῶς σημαίνει πώς εἶναι ἐγγενές μικρόβιο τῆς φιλοσοφίας (καί τῆς καταστάσεως) τῆς «ἐλεύθερης ἀγορᾶς». Οἱ ἄνθρωποι ψάχνουν γιά ἔννοιες καί γιά νοήματα ζωῆς καί ὁ λιμπεραλισμός τούς δίνει νέα μοντέλα αὐτοκινήτων, ὑπό τήν ψυχολογική ἀπειλή ὅτι αὐτό εἶναι προυπόθεση ἐξασφαλίσεως τοῦ μεροκάματου... Αὐτή ἀκριβῶς εἶναι ἡ πραγματολογική βάση τοῦ φασισμοῦ.
Δέν εἶναι μέσα στό νόημα τούτων τῶν γραμμῶν ἡ περαιτέρω διασκόπηση τοῦ ὅτι οὔτε ὁ φασισμός ἀποτελεῖ λύση τῶν προβλημάτων. Ἀφ’ ἑνός μέν λόγῳ τῆς ἴδιας τῆς δομῆς τῆς τεχνολογικῆς παραγωγῆς, ἀφ’ ἑτέρου δέ -καί κυρίως– διότι ἡ τεχνολογικῶς ἀνεπτυγμένη Εὐρώπη σέ καμμιά ἱστορική σχέση δέν βρίσκεται μέ τίς εὐρύτερες εὐρωπαϊκές περιοχές πού ἀποτελοῦν τήν προϋπόθεση ὑπάρξεώς της. Ὅπως θά ἰδοῦμε ἀμέσως πιό κάτω, τήν διευθέτηση ὡς πρός τίς περιοχές αὐτές ὁ φασισμός τήν εἶδε ἀποκλειστικῶς καί μόνο μέσῳ πολέμου. Αὐτό πού θέλομε νά τονίσωμε ἐδῶ εἶναι ὅτι ἡ φοβία περί τῆς ἐξασφαλίσεως τοῦ μεροκάματου, διά τῆς ὁποίας κατευθύνεται ψυχολογικά ἡ παραγωγή τῆς «ἐλεύθερης οἰκονομίας», ἀποτελεῖ τήν φυσική βάση δημιουργίας τοῦ νεοφασισμοῦ τῶν ἡμερῶν μας. Ἡ οἰκονομία τῆς «ἐλεύθερης ἀγορᾶς» ἔχει ἀνάγκη νά δουλεύει μέ ἀποσταθεροποιήσεις καθεστώτων, μέ πραξικοπήματα καί δικτατορίες. Αὐτά συνεπάγονται ἀναγκαστικά ἕνα ρεῦμα ξένων πρός τίς εὐρωπαϊκές μητροπόλεις, τό ὁποῖον δημιουργεῖ τά κοινωνικά ἐκεῖνα προβλήματα πού ἐκτρέφουν τήν φασιστική συμπεριφορά. Τό φιλελεύθερον κράτος τῆς ἀναπτύξεως, δέν ἐξηγεῖ βέβαια τίς αἰτίες τῶν φαινομένων αὐτῶν, ἀλλά προσπαθεῖ νά ἀντιμετωπίσει τά προβλήματα μέ συνθήματα τῆς «κοινῆς γνώμης», ὅπως αὐτό π.χ. τῆς «πολυπολιτισμικῆς κοινωνίας». Ἐπειδή ὅμως ἔτσι τά προβλήματα εἶναι φυσικό νά μή λύνωνται (πῶς νά λυθοῦν ἀφοῦ μέσα στήν ἔννοια τοῦ «πολυπολιτισμοῦ» ὁ καθένας μπορεῖ νά παραμένη αὐτό πού εἶναι;) τά πράγματα καταλήγουν κατ’ ἀνάγκην στόν ρατσισμό: ὁ προαναφερθείς καθηγητής R.Polin εἰσηγεῖτο στό βιβλίο του, γιά τούς Ἀφρικανούς πού κατακλύζουν τό Παρίσι, ἀποτελεσματικώτερες λύσεις: ἤ νά ἀφομοιωθοῦν ἤ νά διωχθοῦν...

.~`~.
II
Καπιταλισμός και νέος διεθνισμός

...ἡ κάθε καταστροφὴ πού ἐπέρχεται (καὶ στὴν ἔννοια τῆς «καταστροφῆς» ὑπάγεται καὶ ἡ κρίση περὶ μίας λαθεμένης πορείας) ἔχει τὴν ἰδιότητα νὰ μὴ γίνεται συνειδητὴ παρὰ μόνον ἀφοῦ ἐπέλθη. Διότι ἄλλως πὼς δὲν θὰ ἐγένετο. Προκειμένου τοῦ τρόπου τῆς καπιταλιστικῆς παραγωγῆς, τὰ πράγματα γίνονται ἀκόμη δυσκολώτερα, δηλαδὴ ἡ κάθε ἱστορικὴ περὶ αὐτοῦ κρίση ἀποβαίνει σχεδὸν ἀδύνατη, διότι ἡ δυτικὴ ἱστοριογραφία κατάφερε σχεδὸν νὰ ἐξαφανίσῃ ἀπὸ τὴν κοινὴ συνείδηση τὴν ἱστορία τῶν ἄλλων λαῶν. Καὶ τοῦτο εἶναι μιὰ ἐπιταγὴ τοῦ τρόπου τῆς καπιταλιστικῆς παραγωγῆς: ὁ κόσμος πρέπει νὰ ἀρκεῖται νὰ δουλεύη, ἀπολαμβάνοντας ἁπλῶς τὰ ἀγαθὰ τῆς ἐργασίας του, χωρὶς οὐσιωδέστερες γνώσεις πού θὰ μποροῦσαν νὰ τὸν ἀποπροσανατολίσουν ἀπὸ τὸ ἔργο τοῦτο. Τὰ διάφορα κοινωνικὰ κινήματα -οἰκολογικὰ κινήματα, ἐκδηλώσεις γιὰ τὴν εἰρήνη καὶ τὸν ἀφοπλισμὸ κ.λπ-, ἀρχῆς γενομένης ὅλων αὐτῶν ἀπὸ τὸ κίνημα τοΰ «φιλελληνισμοῦ» κατὰ τὸν περασμένο αἰῶνα, δὲν ἀπορρέουν ἀπὸ κάποιαν ἀντικειμενικὴ γνώση ἤ συνείδηση ἀλλά ἀπὸ σκοπιμότητες τῆς ἐσωτερικῆς πολιτικῆς. Ὁ «φιλελληνισμὸς» π.χ. κατὰ τὸν περασμένο αἰῶνα δὲν ἀπέρρεε ἀπὸ κάποιαν γνώση περὶ τῶν τότε Ἑλλήνων καί Ἑλλάδος, ἀλλὰ ἐλειτούργησε σὰν τεχνικῶς δημιουργηθεῖσα «κοινὴ γνώμη» τόσο ὡς πρὸς τὴν ἐξωτερικὴ πολιτικὴ τῶν κυβερνήσεων, ὅσο καὶ ὡς πρὸς τὶς κοινωνικὲς διεκδικήσεις τῶν λαῶν δίπλα ἀπὸ ἄλλα κινήματα. Στὸν τομέα τῆς ἐξωτερικῆς πολιτικῆς εἶναι σχεδὸν παράδοση στὸν εὐρωπαϊκὸ χῶρο νὰ δημιουργεῖται πρῶτα μιὰ «κοινὴ γνώμη» στὸ ἐσωτερικό, νὰ προπαγανδίζεται μὲ ὅλα τὰ μέσα πρὸς ὅλες τὶς κατευθύνσεις, καὶ νὰ ἐμφανίζεται ἐν τέλει σὰν ἀξίωμα ἐνεργείας ὡς πρὸς τὴν ἴδια τὴν ἐσωτερικὴ πολιτική. Ἀνάλογο περιεχόμενο ἔχουν καὶ οἱ διαδηλώσεις. Μιὰ τέτοια γιὰ ἕναν πόλεμο λ.χ. δὲν γίνεται ἀπὸ τὸ γεγονὸς ὅτι κάποιοι πεθαίνουν ἤ ἀπὸ ἀκριβῆ γνώση τῶν αἰτίων πού πεθαίνουν, ἀλλά ἀπὸ τὸ γεγονὸς ὅτι μιὰ «σκληρὴ» ἐξωτερικὴ πολιτικὴ μπορεῖ νὰ ἔχη τὴν ἴδια ἀνελαστικότητα καὶ ὡς πρὸς τὴν ἐσωτερική. Ἔλλογη συνείδηση περὶ τῶν αἰτίων τῆς ἐξωτερικῆς πολιτικῆς δὲν μπορεῖ προφανῶς νὰ δημιουργήσῃ «διαδηλώσεις». Χαρακτηριστικὸ ἐν προκειμὲνῳ ὡς πρὸς τὰ ἰδεολογικὰ περιεχόμενα του εἶναι τὸ πρόβλημα τῶν ξένων στὶς δυτικὲς κοινωνίες, πού εἶναι κατ'ἐξοχὴν πρόβλημα ἐξωτερικῆς πολιτικῆς. Χρησιμοποιεῖται ὅμως γιὰ καθαρὰ ἰδεολογικοὺς σκοποὺς τῆς ἐσωτερικῆς: εἶναι ἡ ἕλξη τῆς εὐμάρειας -καὶ συνεπῶς ἡ εὐκολία ζωῆς- πού φέρνει τοὺς ξένους στὴν Εὐρώπη, ἄρα οὐδεὶς λόγος κοινωνικῆς διαμαρτυρίας ὑπάρχει γιὰ τοὺς γηγενεῖς... Ὁ «ζῆλος» ἄλλων γιὰ τὴν εὐμάρεια εἶναι ἀπόδειξη ὅτι τὰ πράγματα εἶναι τὰ καλύτερα δυνατά!
Ἔτσι, ὅτι οἱ ξένοι πού καταφεύγουν στὶς δυτικὲς μητροπόλεις δὲν ἔρχονται καθόλου ἀπὸ λόγους φτώχειας, ἀλλά ὡς συνέπεια τοῦ τρόπου τῆς καπιταλιστικῆς παραγωγῆς, ὁ ἁπλὸς ἐργαζόμενος καὶ ἰδίᾳ ὁ μικροαστὸς (αὐτὴ ἡ κατάρα τῆς σύγχρονης ἀνθρωπότητας...) δὲν θὰ τὸ μάθη ποτέ. Ἐν προκειμένῳ εἶναι προτιμότερο ἕνα κίνημα ἀκραίων ἐθνικιστικῶν ἐπιδιώξεων (ἡ ἀπόλυτη ἰδεολογία τοῦ συγχρόνου βαρβάρου πού εἶναι ὁ μικροαστός βλάξ), ἀπὸ τὴν πραγματικὴ ἀντιμετώπιση τῆς σημασίας τῶν πραγμάτων, πού συνίσταται στὸ ἑξῆς: ὅτι οἱ ἐρχόμενοι ξένοι εἶναι αὐτοὶ πού πεινᾶνε λιγώτερο στὶς χῶρες καταγωγῆς των. Ὅτι εἶναι εἴτε οἱ «προδυτικὲς» ὁμάδες πού χρησιμοποιεῖ ὁ καπιταλιστικὸς τρόπος παραγωγῆς στὶς κατὰ τόπους χῶρες -καὶ πού, ὅταν ἡ ἀντίστοιχη πολιτικὴ ἀποτυγχάνη, αὐτοὶ πρέπει ἀναγκαστικὰ νὰ «ἀπορροφηθοῦν» ἀλλοιῶς-, εἴτε σύνολα τῆς «ἐσωτερικῆς μετανάστευσης» πού φέρνει ἡ «ἀνάπτυξη» στὶς κατὰ τόπους χῶρες. Οἱ πρῶτοι ἂν δὲν «ἀπορροφηθοῦν», δὲν καθίσταται δυνατὸς ὁ ἔλεγχος καὶ ἡ ἰσχὺς τῶν «ἀνθρωπίνων δικαιωμάτων» γιὰ τὰ καθεστῶτα πού ἐπικρατοῦν στὶς χῶρες των. Ἡ ἐκ τοῦ ἐξωτερικοῦ «ἀντιπολίτευση» καὶ συνεπῶς ἡ ἰσχὺς τῶν «ἀνθρωπίνων δικαιωμάτων» παύουν, ἡ «ἐθνικὴ κυριαρχία» τοῦ νέου καθεστῶτος καθίσταται ἀπόλυτη καὶ δὲν ὑπάρχει τελικῶς πολιτική... Οἱ δεύτεροι εἶναι ἐξ ἴσου πρόσφυγες μὲ τοὺς ἄλλους, ἀλλά ἐπειδὴ συνεχίζουν νὰ διαθέτουν «ἐθνικὸ διαβατήριο» δὲν θεωροῦνται τυπικὰ ὡς τέτοιοι. Εἶναι τὰ προϊόντα τῶν «σχεδίων ἀναπτύξεως» τῶν χωρῶν τους, καὶ τέτοιος εἶναι ὅλος σχεδὸν ὁ πληθυσμὸς τῶν μεγαλουπόλεων τῆς Ἑλλάδος. Οἱ ἐκπατριζόμενοι δὲν καλύπτουν μόνο ἀνάγκες τῆς παραγωγῆς στὰ βιομηχανικὰ κέντρα, ἀλλά καὶ «ἐθνικῆς» φύσεως προβλήματα στὶς χῶρες τους, δεδομένου ὅτι πρόκειται γιὰ μειονότητες «πού πρέπει» νὰ ἐκπατρισθοῦν... Αὐτὲς οἱ μεταναστεύσεις δὲν ἔχουν βέβαια τίποτε κοινὸ μὲ τὶς μεταναστεύσεις τῶν περασμένων αἰώνων, ἡ τρέχουσα ὅμως πολιτικὴ σημασία τους δὲν πρέπει νὰ φθάσῃ στὴν σημερινὴ μέση συνείδηση. Ἡ ὁποία ἔτσι δὲν πρόκειται νὰ μάθῃ ποτὲ πώς δὲν εἶναι λόγοι «ἐλεημοσύνης», πού ἀναγκάζουν τὶς κυβερνήσεις νὰ δέχωνται τοὺς ξένους, ἀλλά ὅτι ἡ τονιζομένη ἰδεολογία τῆς «καλοπέρασης» ἔχει ὡς προϋπόθεση τὴν ὕπαρξη ὡρισμένων ἀντιφάσεων στὸν τομέα τῆς ἐξωτερικῆς πολιτικῆς...
Ἡ νέα μυθολογία εἶναι βέβαια περὶ τῆς «πολυπολιτισμικῆς κουλτούρας». Κάτι τέτοιο εἶναι προφανῶς εὐκολώτερο νὰ τὸ λέῃ κανεὶς ἀπ'ὅ,τι νὰ τὸ πετύχῃ στὴν πράξη. Διότι ὁ ἴδιος ὁ ὅρος κατ'ἀρχὴν «πολυπολιτισμικὴ κουλτούρα» εἶναι ἀντιφατικὸς καὶ κενὸς περιεχομένου. Εἶναι ἁπλῶς ἕνα λεκτικὸν μύθευμα προκειμένου νὰ δικαιολογηθῆ ἡ εἰκόνα τῆς κατακερματισμένης ἀμορφίας πού βλέπει κανεὶς στοὺς δρόμους τῶν συγχρόνων μεγαλουπόλεων ὡς συνέπεια τῆς φιλοσοφίας τῆς «ἐλεύθερης ἀγορᾶς». Αὐτὸ πού ὑπάρχει ὡς ἐφικτόν ἰδεῶδες εἶναι μόνο ὁ διεθνισμός. Ὅπως καὶ ἡ ἴδια ἡ λέξη φανερώνει, πρόκειται περὶ ἑνὸς πολιτισμοῦ πού ἐνώνει πολλὰ ἔθνη, πού εἶναι «διεθνικός», καὶ ὄχι «πολλῶν πολιτισμῶν» μαζὶ δίκην σωροῦ ἀμόρφου μάζης. Εἶναι ἀκριβῶς ἡ μοναδικὴ φιλοσοφία περὶ πολιτισμοῦ πού ἐγνώρισε ἀνέκαθεν ὁ κόσμος τῆς Ἀνατολῆς, μὲ αὐτὴ ἔκαμε ὄ,τι ἔκαμε, αὐτὴν προσπάθησε νὰ πραγματοποιήσῃ ὡς ἰδεῶδες καὶ μὲ αὐτὴν ἀποκλειστικὰ ἐδιοικήθη. Καὶ εἶναι καὶ ἡ σημερινὴ φιλοσοφία τοῦ μέλλοντος. Διεθνισμὸς σημαίνει -καὶ τὰ κατ'ἐξοχὴν διεθνιστικὰ φαινόμενα στὴν ἱστορία εἶναι οἱ θρησκεῖες- κοινὴ ἀποδοχὴ ὡρισμένων στοιχειωδῶν ἀρχῶν ἑνὸς πολιτισμοῦ, ὁ ὁποῖος διαπερνᾶ πολλὰ ἔθνη, καὶ ὄχι τὴν ἐπὶ τοῦ δρόμου «συνύπαρξη» πολλῶν «ἐθνῶν», πού τὸ καθένα ἔχει τὸν δικό του πολιτισμό. Ἀπὸ τὴν κοινὴ «συνεργασία» τῶν ἐθνῶν αὐτῶν γιὰ τὴν προαγωγὴ τοῦ κοινοῦ «πολιτισμοῦ» προκύπτει γι'αὐτὸν ἡ φυσιογνωμία καὶ ἡ ἱστορική του διάρκεια. Καὶ οἱ «στοιχειώδεις» αὐτὲς ἀρχὲς κοινῆς ἀποδοχῆς ὀφείλουν νὰ ἔχουν κατ'ἀνάγκην τὸ χαρακτηριστικό τῆς «ἰσότητος» -προκειμένου νὰ τύχουν τῆς κοινῆς ἀποδοχῆς-, πρᾶγμα πού σημαίνει γιὰ τὸν πολιτισμὸ ὅτι πρέπει νὰ ἔχη τὸν χαρακτήρα τῆς ὀργανικότητος. Τοὺς ὅρους αὐτοὺς δὲν πληροῖ ἡ φιλοσοφία τῆς «ἐλεύθερης ἀγορᾶς», διότι αὐτὴ διέπεται ἀπὸ ἱεραρχημένες «προτεραιότητες». Οἱ ἀρχὲς τῆς «ἐθνικῆς κυριαρχίας» καὶ τῶν «ἀνθρωπίνων δικαιωμάτων», δηλαδὴ οἱ ἀρχὲς τοῦ σημερινοῦ Διεθνοῦς Δικαίου, δὲν εἶναι οἱ κατάλληλες γιὰ διεθνιστικὲς ἐπιδιώξεις, διότι ἀποτελοῦν τεχνικὰ «ἐφευρήματα» πρὸς ἱεράρχηση τῆς ἀνισότητος μεταξὺ τῶν ἐθνῶν καὶ δὲν προάγουν τὴν ἔνταξή τους σὲ κάποιαν ἱστορικὴ ὀργανικότητα. Ὅπως δηλαδὴ ἡ ἀφαίρεση τῆς «δημοκρατικῆς ἰσότητας» ἐφαρμόζεται κοινωνικὰ ἐπὶ ἀνίσων πραγμάτων, γιὰ νὰ προκύψῃ ἡ κοινωνικὴ διαίρεση τῆς παραγωγῆς, ἔτσι καὶ οἱ ἔννοιες «ἰσότητος» τοῦ ὑπάρχοντος Διεθνοῦς Δικαίου ἐφαρμόζονται ἐπὶ ἀνίσων «ἐθνῶν», προκειμένου νὰ προκύψῃ ἡ ἱεράρχησή τους. Ἀλλὰ διεθνισμὸς σημαίνει ἀκριβῶς τὸ ἀντίθετον τῆς ἱεραρχήσεως, ἐπειδὴ προϋποθέτει τὴν ἔννοια τῆς ὀργανικότητος. Διεθνικὲς καταστάσεις προκύπτουν, ὅταν ὁ «ξένος» μεταβαίνη σὲ μίαν ἄλλη χώρα γιὰ νὰ προσφέρη καὶ ὄχι γιὰ νὰ πάρη ἤ νὰ τοῦ... δοθῆ, ὅταν δηλαδὴ ἀκριβῶς δὲν αἰσθάνεται σ'αὐτὴν ξένος. Ὁ κοσμοπολιτισμὸς τῶν μεγάλων κέντρων τῆς Μεσογείου καὶ τῆς Ἀνατολῆς ὀφείλει τὸν χαρακτήρα του στὰ διεθνιστικὰ ἰδεώδη πού καλλιεργοῦσαν σ'αὐτὰ οἱ θρησκεῖες (Περί αδελφοσύνης και ιμπεριαλισμού). Ἡ ἐποχὴ μας ὁδεύει ἀναγκαστικὰ πρὸς ἕνα νέον διεθνισμό, ἀλλά θὰ χρειασθῆ ἐξαιρετικὴ προσπάθεια ἐν τῷ μεταξύ, ὥσπου νὰ καθαρίση τὸ μυαλὸ τῶν ἀνθρώπων ἀπὸ τὴν ἰδεολογικὴ σκουριὰ πού ἐσώρευσαν οἱ θεωρίες περὶ «προόδου» τοῦ λιμπεραλισμοῦ, τοῦ «δυτικοευρωπαϊσμοῦ» καὶ τῆς βιομηχανικῆς «ἐλευθερίας».
Ἐπικρατεῖ βέβαια συστηματικῶς ἡ καλλιεργούμενη γνώμη, ὅτι κανένα ἄλλο εἶδος πολιτικῆς δὲν εἶναι δυνατὸν ὑπό τὰ δεδομένα τῆς βιομηχανικῆς παραγωγῆς, παρ'ὅτι φυσικὰ βλέπομε τὶς καταστάσεις τῶν καιρῶν μας νὰ τὸ διαψεύδουν ἀπολύτως στὴν πράξη. Ἂν εἶναι ἔτσι (καὶ φυσικὰ ἂν τὸν ρόλο τῆς Ἀμερικῆς τὸν ἔπαιζε ἡ δυτικὴ Εὐρώπη κατὰ τὸν ψυχρὸ πόλεμο, τὸν τρίτο παγκόσμιο πόλεμο θὰ εἴχαμε πρὸ πολλοῦ ὡς πραγματικότητα...), τότε καὶ κανένα ἀπὸ τὰ ὑπάρχοντα προβλήματα δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ λυθῆ, ἡ δὲ ἀνθρωπότητα δὲν ἔχει παρὰ νὰ ἐγκαταλείψῃ τὸ μέλλον της στὴν ἐξέλιξη καταστάσεων πού δὲν μπορεῖ νὰ ἐλέγξῃ. Οἱ θεωρίες συνεπῶς περὶ διαφωτισμοῦ καὶ χειραφετήσεως τοῦ ἄνθρωπου ἔναντι τῶν πεπρωμένων του εἶναι ἁπλά ἰδεολογικὰ μυθεύματα. Ἀλλὰ εὐτυχῶς βέβαια πού τὰ πράγματα δὲν ἦταν δυνατὸν εἰμὴ νὰ διαψεύσουν αὐτὲς τὶς «θεωρίες». Ὁ εὐκαιριακὸς χαρακτήρας τῆς σκοπιμότητος εἶναι φανερός, ὁ ὁποῖος ὡστόσο σήμερα, ὕστερα ἀπὸ τὴν μὴ ὕπαρξη «ἐχθρῶν» γιὰ τὸ δυτικὸ σύστημα, μπορεῖ νὰ διερευνηθῆ κάπως νηφαλιώτερα.
Ἡ οὐσιαστικὴ ἔλλειψη θεωρίας καὶ προοπτικῆς γιὰ τὶς ἀνάγκες τῆς βιομηχανικῆς παραγωγῆς προέρχεται ἀπὸ τὸ γεγονός, ὅτι ἡ δυτικὴ ἱστοριογραφία κατάφερε τελικῶς νὰ ἐξαλείψη ἀπὸ τὴν γενικὴ συνείδηση τὸ πραγματικὸ νόημα τοΰ ἱστορικοῦ παρελθόντος. Τυπικώτατο παράδειγμα ἀποτελοῦν τὰ βαλκανικὰ προβλήματα, γιὰ τὰ ὁποῖα ὁ μέσος Εὐρωπαῖος ἔχει τόσην σαφῆ γνώση, ὅσην καὶ γιὰ μιὰ ἀπομονωμένη νησίδα τοῦ Εἰρηνικοῦ. Αὐτὸ δὲν εἶναι τυχαῖο. Ἀφοῦ αὐτὸ πού λέμε «ἱστορία» εἶναι ταυτόσημο μὲ τὸ παρελθὸν τοῦ μεσογειακοῦ ὀργανισμοῦ -τοῦ ὁποίου ἡ δυτικὴ Εὐρώπη ἀποτελεῖ ἕνα ἁπλῶς μέρος-, ἡ «ἱστορικὴ αὐτοτέλεια» πού ἀπὸ ἰδεολογικοὺς λόγους ἀπαιτοῦσε ἡ νεώτερη βιομηχανικὴ παραγωγή, δὲν μποροῦσε παρὰ νὰ σημαὶνη οὐσιαστικὴ διαγραφὴ ἀπὸ τὸ κοινωνικὸ συνειδέναι τοῦ πραγματικοῦ ἱστορικοῦ παρελθόντος καὶ ἄρα τὴν εὔκολη δημιουργία τῶν ἰδεολογημάτων πού θὰ κρατοῦσαν τὸν κόσμο ἀποκλειστικὰ στὴν παραγωγή. Καὶ ὁ βαθύτερος λόγος γιὰ τοῦτο εἶναι ἡ θρησκευτικὴ διάσπαση τοῦ δυτικοῦ εὐρωπαϊκοῦ σώματος. Ὁ Καθολικισμὸς εἶναι μία ἀπὸ τὶς διαστάσεις τοῦ μεσογειακοῦ ὀργανισμοῦ, δημιουργῶντας τὴν κοινὴ ἱστορία τοῦ μεσογειακοῦ χώρου μέ τὶς δύο ἄλλες, τὸν ὀρθόδοξο Χριστιανισμὸ καὶ τὸ Ἰσλάμ. Ἡ Μεταρρύθμιση, προκειμένου νὰ ἐπιτύχη τήν αὐτοτέλεια της ἐντὸς τοῦ εὐρωπαϊκοῦ σώματος, καὶ νὰ τὴν μετατρέψη στὴν σημερινὴ ἀκαθορίστου χρήσεως καὶ περιεχομένου ἔννοια «Εὐρώπη», δὲν θὰ φροντίση νὰ ἀποκόψη τὸν Καθολικισμὸ ἀπὸ τὶς ἴδιες τὶς μεσογειακές του ρίζες, ἀλλά θὰ ἀλλοιώσῃ τόσο τὸ νόημα τοῦ μεσογειακοῦ παρελθόντος, ὥστε σήμερα ἡ ἔλλειψη ἐναλλακτικῶν λύσεων τοῦ καπιταλιστικοῦ συστήματος ὡς πρὸς μιὰ ὁλικὴ στρατηγικὴ ἐπί τοῦ ὑπολοίπου κόσμου νὰ θεωρῆται ὡς αὐτονόητο φυσικὸ δεδομένο. Ἡ ἱστορία ἔγινε διὰ τῆς Μεταρρυθμίσεως δυτικοευρωπαϊκὴ κοινωνιολογία καὶ εὑρῆκε τὴν ὕπατη ἔκφρασή της στὶς ἀναλύσεις τοῦ Μὰξ Βέμπερ.
Οὐσιαστικὰ αὐτὲς δὲν προϋποθέτουν κανένα μεσογειακὸ παρελθὸν ἀλλά μόνο μιὰ τεχνικὴ ἔννοια ἀρχαίας Ἑλλάδος, ἡ ὁποία θὰ πάψη νὰ ὑπάρχῃ ἐπὶ δύο χιλιάδες χρόνια γιὰ νὰ ξαναγεννηθῆ ξαφνικὰ μερικὲς δεκαετίες μετὰ τὴν γαλλικὴ ἐπανάσταση. Ὅλες οἱ ὑπόλοιπες διεργασίες τοῦ μεσογειακοῦ ὀργανισμοῦ, οἱ ὁποῖες ἔχουν ἄμεση σχέση μὲ τὶς σημερινὲς παγκόσμιες μεταβολές, ἐξοβελίζονται ἀπὸ τὴν κοινὴ συνείδηση, ὥστε σήμερα τὸ μόνο πού μένει ὡς θεωρητικὸ ἐργαλεῖο τῆς πολιτικῆς εἶναι τὰ διάφορα «σενάρια» τῶν οἰκονομικῶν ἐγκεφάλων περὶ τοῦ ποσοστοῦ τοῦ παγκοσμίου πληθυσμοῦ πού πρέπει νὰ καταδικασθῆ σὲ ὁριστικὴ φτώχεια, προκειμένου νὰ ἐξασφαλισθοῦν οἱ ὑπάρχοντες «ρυθμοὶ ἀναπτύξεως». Καὶ ὡς πρὸς ἄλλα προβλήματα, ὅπως π.χ. τὰ οἰκολογικά, οἱ «λύσεις» τῶν «εἰδικῶν» εἶναι νὰ ἀγορασθοῦν ἀπὸ τὴν «Δύση» (μὲ λεφτὰ προφανῶς) τὰ δάση τοΰ Ἀμαζονίου, προκειμένου νὰ σωθοῦν ἀπὸ τὴν βεβαία καταστροφὴ πού ἐπιβάλλουν οἱ «δεῖκτες ἀναπτύξεως»...
Βεβαίως δὲν θὰ ἔλεγε κανεὶς ὅτι θὰ ἔπρεπε σήμερα νὰ ἐξετασθῇ πόσα ἀπὸ τὰ διάφορα «σενάρια» τοῦ παρελθόντος πραγματικῶς ἴσχυσαν, πόσο ἐβοήθησαν στὴν ἄσκηση τῆς προηγουμένης πολιτικῆς καὶ πόσα δυσαναλόγως πολλὰ χρήματα ἐσπαταλήθησαν γι'αὐτά. Γιὰ τοῦτο καὶ δὲν σκοπεύομε ἐδῶ νὰ ἀσχοληθοῦμε μὲ τρέχοντα «σενάρια» περαιτέρω, διότι νομίζομε ὅτι ἀπουσιάζουν θεμελιωδῶς ἀπὸ τὴν μέση συνείδηση τῆς σήμερον βασικὰ στοιχεῖα τῶν μεσογειακῶν διεργασιῶν τοῦ παρελθόντος. Σκοπὸς μας εἶναι ἁπλῶς νὰ ὑπομνήσωμε ὡρισμένα ἀπὸ αὐτά, τὰ ὁποῖα εἶναι δυνατὸν νὰ ἔχουν σχέση μὲ ἄμεσες πολιτικὲς κατανοήσεις τῶν καιρῶν μας.

.~`~.
III
Η Ευρώπη ως αόριστη έννοια

Ὁ ὅρος «Εὐρώπη» κανένα πραγματικὸ περιεχόμενο δὲν ἔχει. Εἶναι ἕνας ὅρος πού ἀκριβῶς λόγω τῆς ἀοριστίας του εὔκολα μπορεῖ νὰ μεταβάλλεται σὲ σύνθημα καὶ νὰ γίνεται ἄλλοτε μὲν «Δύση» (Occident), ὅταν πρόκειται γιὰ πολιτικοὺς σκοπούς, ἄλλοτε δὲ «Abendland», ὅταν πρόκειται γιὰ αὐθαίρετες πολιτιστικὲς περιχαρακώσεις. Κατ'ἀρχήν, δὲν ὑπάρχει μία Εὐρώπη, ἀλλά ὡς γεωπολιτικὲς ἑνότητες (μὲ ἄκρως διάφορες πολιτιστικὲς προϋποθέσεις, καθὼς ἀπαιτεῖ ἡ φυσικὴ τάξη πραγμάτων) τουλάχιστον τέσσαρες. Ὑπάρχει μιὰ δυτικὴ Εὐρώπη, μιὰ κεντρικὴ Εὐρώπη, μιὰ νοτιοανατολικὴ (δηλαδή μιὰ βαλκανική, πού ἀποτελεῖ τὴν κυρίως Εὐρώπη, καὶ τῆς ὁποίας κέντρο εἶναι ἡ Μαύρη Θάλασσα) καὶ μιὰ ἐν εὐρείᾳ ἐννοίᾳ μεσογειακὴ Εὐρώπη. Ἂν συνεπῶς τίθεται πρόβλημα Εὐρώπης, αὐτὸ συνίσταται στὴν ὀργανικὴ σύνδεση τῶν φυσικῶν αὐτῶν περιοχῶν. Ὑπάρχει μιὰ μωαμεθανικὴ Εὐρώπη, ὅσο καὶ χριστιανική. Ὅλες αὐτὲς οἱ «Εὐρῶπες» ἀποτελοῦν ἰσογενεῖς ἱστορικὲς διαμορφώσεις τῶν ἀρχαίων μεσογειακῶν πολιτισμῶν καὶ συνεπῶς δὲν ὑπάρχει καμμία πού νὰ ἔχη κάτι παραπάνω ἀπὸ τὶς ἄλλες. Μερικὲς μάλιστα, καθὼς ἐπιχειροῦμε νὰ δείξωμε στὸ βιβλίο τοῦτο, βρίσκονται πολὺ κοντύτερα στὴν κοινωνικὴ πραγμάτωση ἀρχαίων ἑλληνικῶν νοημάτων ἀπὸ ὅσο γενικῶς νομίζεται.
Σήμερα ὑπὸ τὸν ὄρο «Εὐρώπη» ἐννοεῖται μιὰ οἰκονομικὴ κοινοπραξία πού ὡς βάση της ἔχει 2,5 κράτη - τὴν Γαλλία, τὴν 'Ἀγγλία καὶ τὴν μισὴ Γερμανία. Ὁ συμμιγὴς αὐτὸς ἀριθμὸς δὲν προέκυψε τυχαῖα λόγῳ τοῦ πολέμου, ἀλλά ἀποτελεῖ μιὰ φυσικὴ συνέπεια τῆς εὐρωπαϊκῆς πολιτικῆς τουλάχιστον τοῦ ἑνὸς καὶ μισοῦ τελευταίου αἰῶνος μέχρι τὸν πόλεμο. Ὁ Τσώρτσιλ, ὁ ὁποῖος θεωρεῖται μεγάλος πολιτικὸς ἐπειδὴ ἔτσι θέλουν τὰ μέσα μαζικῆς ἐνημέρωσης, ἀφοῦ προσπάθησε νὰ «καταργήση» τὸν «μπολσεβικισμὸ» διὰ τῶν θωρηκτῶν καὶ δὲν τὰ κατάφερε, ἐπροσπάθησε νὰ χρησιμοποιήση γιὰ τὸν ἴδιον σκοπὸ τὶς κοινωνικὲς καταστάσεις τῆς Γερμανίας τοῦ μεσοπολέμου. Ἀλλά, ὡς γνωστόν, μαζὶ μὲ τοὺς πολιτικούς, τὸν κόσμο τὸν διοικεῖ καὶ τό... Ἅγιο Πνεῦμα, μὲ ἀποτέλεσμα οἱ λογαριασμοὶ τῶν πολιτικῶν νὰ μὴ βγαίνουν πάντα σωστοί. Ὅπως ἡ ἱστορία δείχνει, αὐτὸ ἰσχύει ἰδιαίτερα γιὰ τὸ εἶδος τῆς ἀγγλικῆς πολιτικῆς, ἡ ὁποία ὑπῆρξε πάντα ἕνα εἶδος «ὑπολογισμῶν γραφείου» καὶ καθόλου μιὰ πολιτικὴ ἱστορικῶν συνθέσεων, ὅπως θὰ ἅρμοζε σὲ μίαν αὐτοκρατορία. Τό... Ἅγιον Πνεῦμα στὴν περίπτωση τῆς Γερμανίας ἦταν ἡ ἴδια ἡ φύση τῆς Γερμανίας ὡς φορέως τῆς κεντρικῆς Εὐρώπης.
Ὁ «ἐθνικὸς σοσιαλισμὸς» στὴν Γερμανία εἶναι μιὰ πολὺ πιὸ παληὰ ὑπόθεση ἀπὸ τὸν «ἐθνικοσοσιαλισμό». Οἱ ἀπαρχὲς του βρίσκονται στὰ πνευματικὰ κινήματα τοῦ Ρωμαντισμοῦ, ὁ ὁποῖος σὰν ἀντίδραση πρὸς τοὺς κατακτητικοὺς πολέμους τοῦ Ναπολέοντα καὶ στὸ πνεῦμα τῆς «λογικοκρατίας τοῦ ἀτόμου» βάση ἔχει τὸ λαϊκὸ πνεῦμα σὰν σύνθεση κόσμου, φύσης καὶ λαοῦ (βλ. π.χ. Ε. Thier, Wegbereiter des deutschen Sozialismus, Stuttgart 1940). Πρὸς τὶς ἐκ τῶν ἄνω κοινωνικὲς ὀργανώσεις διὰ τοῦ κράτους τοῦ δυτικοῦ λιμπεραλισμοΰ, οἱ ὁποῖες φέρουν τὸν χαρακτῆρα τῆς ἐπανάστασης στὰ χέρια ὡρισμένων τάξεων καὶ συνεπῶς ἐλάχιστα ὁδηγοῦν σὲ μιὰ κοινωνικὴ καὶ πνευματικὴ χειραφέτηση τῶν λαϊκῶν μαζῶν, ὁ γερμανικὸς ἐθνικὸς σοσιαλισμὸς θέλησε νὰ ἀντιπαρατάξη ἕνα μοντέλο κοινωνικῶν σχέσεων καὶ παραγωγῆς ἐξόχως λαϊκοῦ χαρακτήρα (βλέπε σχετικῶς καὶ F. Glum, Der Nationalsozialismus, München 1962, σeλ. 83 κ.ε.). Ἡ λεγόμενη «μπουρζουαζία», πού φέρεται ἄκρως σχηματοποιημένη ἀπὸ τὶς μαρξιστικὲς ἀναλύσεις -ἀκριβῶς ἐπειδὴ αὐτὲς προσπαθοῦν νὰ ἀντιμετωπίσουν τὸν διεθνιστικὸν χαρακτήρα της μέσα ἀπὸ τὰ ἰδεολογικὰ συνθήματα περὶ «προόδου» καὶ τῶν ἄλλων γενικοτήτων τοῦ λιμπεραλισμοῦ (ἐδῶ εἶναι πού ὁ μαρξισμὸς μεταβάλλεται καὶ ὁ ἴδιος σὲ «γραμμικὴ» ἀντίληψη περὶ ἱστορίας)-, δὲν ἔλειψε ἀπό τούς χώρους τῆς κεντρικῆς Εὐρώπης (πού ὑπῆρξε καὶ οἰκονομικῶς προνομιοῦχος). Τόσο στὴν Γερμανία, ὅσο καὶ στὴν Αὐστροουγγρικὴ Μοναρχία καὶ τὴν Ρωσία, ὑπῆρξε συγκεντρωμένο ἐμπορικὸ κεφάλαιο. Αὐτὸ πού ἔλειψε στὶς ἀντίστοιχες τάξεις ἦταν ἡ ἰδεολογικὴ ὀργάνωση -ὅπως π.χ. ἡ μασονικὴ ὀργάνωση τῆς γαλλικῆς μπουρζουαζίας-, ἡ ὁποία θὰ τοὺς ἐπέτρεπε τὴν χρησιμοποίηση τοῦ λαοῦ ὡς ἐργαλείου «ἱστορικῶν σκοπῶν»... Ἀντ'αὐτοῦ εἰσήχθη στὴν Γερμανία λ.χ. ἡ αὐστηρὴ ὀργάνωση τῆς ἐργασίας, ἕνας «πρωσσικὸς» τρόπος παραγωγῆς ἐκ τῶν κάτω μὲ εὐρεία λαϊκὴ βάση (βλ. π.χ. Μ. van den Bruck, Das Recht der jungen Völker, Berlin 1932, σελ. 158). Εἶναι γνωστὸ ὅτι τὰ πρῶτα κοινωνικὰ μέτρα ὑπὲρ τῶν ἐργαζομένων μαζῶν ἐλήφθησαν στὴν Γερμανία ἀπὸ τὸν Βίσμαρκ, πολὺ πρὶν δηλαδὴ ἀπὸ ὁποιοδήποτε ἄλλο εὐρωπαϊκὸ κράτος, ὁ δὲ κοινωνικὸς χαρακτήρας τῆς ἐργασίας ἀπεικονίζεται σαφῶς στὸ Σύνταγμα τῆς Δημοκρατίας τῆς Βαϊμάρης, πού εἶναι ἕνα ἀπὸ τὰ πιὸ προοδευτικὰ τοῦ καιροῦ του. Ἡ λειτουργία τοῦ καπιταλιτιστικοΰ κράτους πάντα εἶχε προβλήματα στὸν εὐρύτερο χῶρο τῆς κεντρικῆς Εὐρώπης (ἐξ οὗ καὶ οἱ μεγάλες «δόσεις» φιλοσοφίας στὴν Γερμανία εἰδικά, πού ἀποτελοῦσε τὴν διασύνδεση μεταξὺ δυτικῆς καὶ ἀνατολικῆς Εὐρώπης), διότι ἀκριβῶς στὸν χῶρο τοῦτον ὑπάρχει κάτι πού λείπει ἀπὸ τὰ κράτη τῆς δυτικῆς Εὐρώπης (Ἀγγλίας, Γαλλίας), δηλαδὴ ὁ ἐπηρεασμὸς ἀπὸ τὶς ἐξ ὁρισμοῦ λαοκρατικὲς ἰδεολογίες τοῦ σλαβικοῦ ἠμισφαιρίου καὶ τῆς βαλκανικῆς Εὐρώπης. Ὅπως ἐξηγοῦμε πιὸ κάτω καὶ ὅπως ἱστορικῶς ἔχομε ὡς δεδομένο, ἡ λειτουργία τοῦ κράτους στοὺς χώρους τῆς ἀνατολικῆς Εὐρώπης, δὲν ὑπῆρξε ποτὲ ἀπρόσκοπτη, ἀκριβῶς λόγῳ τῆς λαοκρατικῆς ἰδεολογίας τῆς πολιτιστικῆς παράδοσης. Τὸ παράξενο γεγονὸς ὅτι στὴν νεώτερη ρωσικὴ ἱστορία ὅλοι σχεδὸν οἱ ἐπαναστάτες συγγραφεῖς καὶ οἱ ἀναρχικοὶ προέρχονται ἀπὸ τὰ κυρίαρχα στρώματα (εἶναι πρίγκιπες καὶ κόμητες), φανερώνει ἀκριβῶς ὅτι τὰ στρώματα αὐτὰ δὲν ἐνεργοῦν «χειραφετημένα» καὶ ξέχωρα ἀπὸ τὸ ὑπάρχον εἶδος τῆς λαοκρατικῆς ἰδεολογίας. Ἡ ἐπίμονη θεματικὴ μὲ ζητήματα δικαίου στὰ μυθιστορήματα τοῦ Ντοστογιέφσκυ ἀντιστοιχεῖ ἀκριβῶς σὲ μιὰ κατάσταση δικαιοσύνης πού τείνει νὰ διαχωρισθῆ μέσα στὶς ἀνάγκες τῆς βιομηχανικῆς παραγωγῆς ἀπὸ μιὰ πατροπαράδοτη τάξη κοινωνικοῦ δικαίου ἄλλων ἰδεολογικῶν προϋποθέσεων. Κατ'αὐτές, ὑποχρεοῦται τὸ δικαστήριο νὰ ἀποδείξη τὴν ἐνοχὴ τοῦ κατηγορουμένου –πρᾶγμα πού κοινωνικῶς συσχετιζόμενο ὁδηγεῖ σὲ ἀκραῖες καταστάσεις δικαίου-, ἐνῷ στὸ καπιταλιστικῶς ὀργανωμένο κράτος εἶναι ὁ κατηγορούμενος πού ὀφείλει νὰ ἀποδείξη τὴν ἀθωότητα του πρὸ τοῦ δικαστηρίου. Τὰ ἰδεολογικὰ αὐτὰ δεδομένα ἐπηρεάζουν ἰσχυρὰ τὸν χῶρο τῆς κεντρικῆς Εὐρώπης, ὅπου ἡ πληθυσμιακὴ σύνθεση ἐνέχει προεξάρχοντα τὸν παράγοντα τῶν Σλάβων, οἱ ὁποῖοι, ἀνεξαρτήτως θρησκεύματος, δὲν παύουν νὰ συμμετέχουν στὸν γενικώτερον ἰδεολογικὸ κόσμο τοῦ σλαβισμοῦ. Στὴν Γερμανία συγκλίνουν καὶ τὰ δύο αὐτὰ ρεύματα «Ἀνατολῆς» καὶ «Δύσης» καὶ ὁ «ἐθνικὸς σοσιαλισμὸς» βρίσκει ἀκριβῶς τὸ φυσικὸ ἔδαφος καλλιέργειάς του.
Ὁ «ἐθνικοσοσιαλισμὸς» εἶναι ἡ κακὴ ἰδεολογικοποἰηση μίας δεδομένης ἱστορικῆς καταστάσεως. Τὸ χειρότερο καὶ πιὸ ἀντιφατικὸ σ'αὐτὸν εἶναι ἡ φυλετική του φιλοσοφία, ἀκριβῶς γιὰ ἕνα χῶρο ὅπου ἡ φυλετικὴ συνύπαρξη καὶ μίξη ἀποτελοῦσε ἱστορικὸ καθεστώς.
Αὐτὴ ἡ φυλετικὴ φιλοσοφία τοῦ ἔθνικοσοσιαλιομοϋ περὶ «ἀρίας φυλῆς» καὶ «βορείου ἀνθρώπου» εἶναι ἕνα πολύπλοκο ἱστορικὸ καὶ ἰδεολογικὸ ζήτημα. Καὶ εἶναι ἱστορικῶς πολύπλοκο, ἀκριβῶς γιατί ἐμφανίζεται σὰν ἰδεολογία σ'ἕνα χῶρο μὲ τὶς ἐλάχιστες προϋποθέσεις ἐπικράτησης. Κατὰ παράξενο τρόπο στρέφεται πρακτικῶς ἐναντίον μίας μόνο «κατώτερης» φυλῆς, τῶν Ἑβραίων, ἐνῶ μὲ ἄλλες «κατώτερες» φυλὲς κλείνει συμφωνίες, παντὸς εἴδους συνεργασίας, τὶς ἀνέχεται καὶ τὶς ἀναγνωρίζει. Μιὰ διάταξη τοῦ NSDAP, τοῦ ναζιστικοῦ κόμματος, τῆς 28ης Μαρτίου 1933, ὁρίζει σαφῶς ὅτι ἀπαιτεῖται ἀπὸ τὶς ἀρχὲς ὁ ὕψιστος βαθμὸς ἀσφαλείας, (höchster Schutz) γιὰ κάθε ἄλλον ξένο στὴν Γερμανία, ἀνεξαρτήτως θρησκεύματος, καταγωγῆς καὶ ράτσας (βλ. W. Hofer, Der Nationalsozialismus, Dokumente 1933-1945, Frankfurt/M., 1992, σελ. 282). Ὁ «ρατσιστικὸς» συνεπῶς μανδύας εἶναι ἡ ἐπικάλυψη ἑνὸς πολιτικοῦ προβλήματος. Κατὰ μίαν ὄχι τυχαία σύμπτωση, ὁ φερόμενος ἀριθμὸς τῶν διωχθέντων ὑπό τοῦ ναζισμοῦ Ἑβραίων στὴν ἀνατολικὴ Εὐρώπη εἶναι περίπου ἴσος μὲ τὸν ἑβραϊκὸ πληθυσμὸ τὸν ἐγκατεστημένον στὶς νοτιοδυτικὲς περιοχὲς τῆς ρωσικῆς ἐπικράτειας ἀπὸ ἐποχῆς Αἰκατερίνης τῆς Μεγάλης. Οἱ Ἑβραῖοι εὑρῆκαν μεγαλύτερον βαθμὸν προστασίας στοὺς χώρους τῆς Ἀνατολῆς ἀπ'ὅ,τι σ'ἐκεῖνον τῆς Δύσης, ἐνῷ, λόγω τῆς δραστηριότητας των στὸν οἰκονομικὸ καὶ κοινωνικὸ τομέα στὶς κατὰ τόπους χῶρες καὶ λόγω τῆς μεγάλης των διασπορᾶς, ἀπετέλεσαν εὔκολο πολιτικὸ ἐργαλεῖο γιὰ τοὺς ἰμπεριαλιστικοὺς σκοποὺς τῶν τελευταίων αἰώνων. Μετὰ τὸ Συνέδριο τοῦ Βερολίνου, τὸ ὁποῖον σημαίνει μιὰ σοβαρὴ ἧττα γιὰ τὴν βαλκανικὴ πολιτικὴ τῆς Ρωσίας μετὰ τὴν Συνθήκη τοῦ Ἁγ. Στεφάνου, ὁ ἑβραϊσμὸς στὴ Ρωσία μεταβάλλεται σὲ πολιτικὸ πρόβλημα πού δὲν ὑπῆρχε πρίν, μὲ ἀποτέλεσμα κατὰ τὰ τελευταῖα χρόνια τῆς βασιλείας Ἀλεξάνδρου τοῦ Γ', ἐπὶ Πομπιεντονότσεφ καὶ ὑπουργοῦ ἐσωτερικῶν τοῦ Ἰγνάτιεφ, νὰ ξεσπάσουν ἄγρια πογκρὸμ ἐναντίον τῶν Ἑβραίων. Κατὰ τὴν περίοδο αὐτὴ θὰ παρατηρηθῆ κι'ἕνα μεγάλο κῦμα Ἑβραίων πρὸς τὴν Γερμανία, οἱ ὁποῖοι σύντομα θὰ ἑλιχθοῦν στὴν κοινωνική, πνευματικὴ καὶ (μετὰ τὸν α'παγκόσμιο πόλεμο) πολιτικὴ ζωὴ τοῦ τόπου (βλ. π.χ. W. Mommsen, Politische Geschichte von Bismarck bis zur Gegenwart, 1935, σελ. 222). Γιὰ ἕνα καθεστὼς σὰν τὸ ναζιστικὸ πού ἀνεγνώριζε ὡς κατ'ἐξοχὴν ἐχθρό του τὸ σύστημα τῶν δυτικῶν δημοκρατιῶν (οἱ διαφορὲς μὲ τὴν Ρωσία ἦσαν μᾶλλον ἐδαφικῆς φύσεως παρὰ ὁτιδήποτε ἄλλο), τὸ πρόβλημα τοῦ ἑβραϊσμοῦ στὴν Γερμανία, καὶ μὲ τὸ δεδομένο τῶν διεθνῶν του διασυνδέσεων, ἀποτελοῦσε ἕνα ἐξόχως εἰδικὸ πρόβλημα. Καὶ οἱ ναζιστὲς εὑρῆκαν τὴν δική τους λύση γι'αὐτό, ἡ ὁποία βέβαια κάθε ἄλλο παρὰ εὐτυχὴς ὑπῆρξε.
Ὑπὸ τὶς ρατσιστικὲς λοιπὸν θεωρίες ὑπάρχει ἡ ἐπικάλυψη ἑνὸς πολιτικοῦ προβλήματος, ἄλλα ὁ ρατσισμὸς δὲν ἐξαντλεῖται σ’ αὐτό, οὔτε ἐπινόηση τῶν Γερμανῶν ὑπῆρξε. Ὁ ρατσισμὸς ὡς ἰδεολογία εἶναι ἕνα προϊόν τῆς δυτικῆς Εὐρώπης καὶ ἔχει ἄμεση σχέση καὶ καταγωγὴ μὲ τὶς καταστάσεις τῆς Μεσογείου. Ἕνα πρᾶγμα πού δὲν ἔχει παρατηρηθῆ -καὶ οἱ ἐξηγήσεις σ'αὐτὸ δὲν εἶναι δύσκολες- εἶναι ὅτι οἱ θεωρίες τοῦ Γκομπινώ προέρχονται ἀπὸ ἕνα σύνολο ἰδεολογικῶν παραστάσεων πού ἔχουν ἄμεση σχέση μὲ τὶς καταστάσεις τῆς Μεσογείου καὶ ἰδιαίτερα μὲ τὶς νεώτερες σχέσεις τῶν δυτικῶν κρατῶν μ'αὐτή. Ὁ πνευματικὸς κόσμος τοῦ Γκομπινώ -ὁ ὁποῖος γι'αὐτὸ διετέλεσε καὶ πρεσβευτὴς τῆς Γαλλίας στὴν Ἑλλάδα- εἶναι ἡ ἱστορία τῶν λαῶν τῆς μεσογειακῆς Ἀνατολῆς. Μέσα ἀπὸ αὐτὲς ἀναπτύσσει τὶς θεωρίες του, καὶ τὶς ἀναπτύσσει ἀκριβῶς σὲ μιὰ ἐποχὴ πού ἔχουν ἤδη ἀρχίσει νὰ ἀπορροφῶνται οἱ πλουτοπαραγωγικὲς πηγὲς τῆς ἀνατολικῆς Μεσογείου καὶ τῶν Βαλκανίων ἀπὸ τὴν δυτικὴ Εὐρώπη. Ποιὰ ἄλλη καλύτερη ὅσο καὶ προχειρότερη αἰτιολόγηση τοῦ πράγματος ἦταν δυνατή, παρὰ ὅτι οἱ μεσογειακοὶ αὐτοὶ λαοὶ εἶναι «ἀνάξιοι» νὰ ἔχουν τὸν ὅσον πλοῦτο εἶχαν; Οἱ «κατώτερες φυλὲς» τοῦ Γκομπινώ δὲν εἶναι ἀνθρωπολογικὲς φυλὲς τῆς Ἀφρικῆς, ἀλλὰ οἱ ἱστορικοὶ λαοὶ τῆς Μεσογείου. Καὶ ἀναπτύσσονται ἀκριβῶς σὲ μιὰ ἐποχὴ ὅπου ὁ «φιλελληνισμὸς» (αὐτὸς ὁ σφοδρὸς ἔρωτας πρὸς ἄγνωστη ἐρωμένη) ἔχει πλέον ἀποδώσει τοὺς καρπούς του, μὲ τὴν κατασκευὴ μίας Ἑλλάδος καταλλήλου πρὸς τὸ εἶδος τῆς περαιτέρω εὐρωπαϊκῆς πολιτικῆς ἐπὶ τῶν Βαλκανίων (βλ. σχετικῶς καὶ V. Gitermann, Gesch. Russlands, τόμ. 3, 1949, σελ. 62 κ.ε.), καὶ λόγω ἄλλων καταστάσεων, ἐσωτερικῶν καὶ ἐξωτερικῶν της εὐρωπαϊκῆς πολιτικῆς, παρέχει τὴν θέση του σὲ ἄλλες ἰδεολογίες (βλ. τὸ βιβλίο μας Ἐπὶ τῆς Δομῆς τοῦ Νεοελληνικοῦ Κράτους, σελ. 84, κ.ε.). Καθόλου τυχαῖο δὲν εἶναι ὅτι μετὰ τὸν «φιλελληνισμὸ» οἳ διάδοχες «θεωρίες» στὸν εὐρωπαϊκὸν χῶρο εἶναι οἱ θεωρίες Φαλμεράϋερ καὶ Γκομπινώ (πού εἶναι περίπου τῆς ἴδιας ἐποχῆς), ἐνῷ στοὺς «Ἕλληνες» μένει ἡ «Μεγάλη Ἰδέα»! Εἶναι ἡ φυσιολογικὴ ἐξέλιξη τῆς δυτικοευρωπαϊκῆς πολιτικῆς ἐπὶ τῶν Βαλκανίων μὲ ἀντιστοιχία πληρέστατη...
Μεσογειακῆς συνεπῶς καταγωγῆς φαινόμενο εἶναι ὁ ρατσισμός, ὁ ὁποῖος θὰ ἀποτελέση τὸ περιεχόμενο τῶν δυτικοευρωπαϊκῶν συνειδήσεων γιὰ πάνω ἀπὸ ἕναν αἰῶνα περίπου. Μὲ τὸν Τσάμπερλαιν καὶ τὸν Βάγκνερ θὰ «τελειοποιηθῆ», γιὰ νὰ ἀποτελέση τὸ ἰδεολογικὸ ἐργαλεῖο τοῦ ἐθνικοσοσιαλισμοῦ. Εἶναι μιὰ εἰρωνεία τῶν πραγμάτων, ὅτι οἱ ἐθνικοσοσιαλιστὲς θέλησαν νὰ πραγματοποιήσουν ἕνα μεγαλεπήβολο ἱστορικὸ σχέδιο γιὰ τὴν ἀναδιοργάνωση τοῦ εὐρωπαϊκοῦ χώρου μὲ μιὰ τόσο αὐθαίρετη καὶ κωμικὴ ἰδεολογία περὶ «ἀρίας φυλῆς». Δὲν ἀρκέσθηκαν στὴν χρησιμοποίησή της γιὰ τοὺς ἐσωτερικοὺς πολιτικοὺς λόγους πού προείπαμε, ἀλλά τὴν ἐφήρμοσαν γιὰ ὅλους τούς λαοὺς τῆς κεντρικῆς Εὐρώπης. Ἀκριβῶς, δηλαδή, σὲ ἕνα χῶρο πολυεθνικῆς σὔνθεσης ὅπου καμμιὰ πιθανότητα ἐφαρμογῆς δὲν εἶχε. Σὲ ἕνα χῶρο, πού καὶ ἂν τὸν κυριαρχοῦσαν μὲ τὰ ὄπλα, θὰ ἦταν ἀδύνατο νὰ τὸν κρατήσουν, ἀκριβῶς λόγω τῆς ἰδεολογίας πού ἐφήρμοζαν. Τὸ πολιτικὸ πρόγραμμα τῶν ἐθνικοσοσιαλιστῶν προέβλεπε τὴν ἀναδιοργάνωση τοῦ εὐρωπαϊκοῦ χώρου ἐπὶ φυσικῶν δεσμῶν, ἤτοι ὀργάνωση τῆς κεντρικῆς Εὐρώπης μὲ κατεύθυνση πρὸς τὴν Μαύρη Θάλασσα καὶ τὴν ὀργανικὴ ἐνσωμάτωση τῶν Βαλκανίων στὴν ὑπόλοιπη Εὐρώπη (βλ. π.χ. Α. Oesterheld, Wirtschaftsraum Europa, Berlin 1942). Τὸ πρόγραμμα δὲν ἐστερεῖτο φυσικότητος -εἶναι ἄλλωστε καὶ τὸ μόνο δυνατὸ γιὰ μιὰ σωστὴ ἔννοια Εὐρώπης-, πλὴν ὅμως πρακτικῶς ἀδύνατο ὅπως τὸ ἐπεχείρησαν οἱ ἐθνικοσοσιαλιστές. Ἡ κεντρικὴ Εὐρώπη δὲν ἀποτελοῦσε βέβαια καμμιὰ ὠργανωμένη ἑνότητα, ἀλλά ἀποτελοῦσε ἀνέκαθεν, δηλαδὴ ἀπὸ τὴν Μεταρρύθμιση κι'ἐδῶ, τὸν πατροπαράδοτο χῶρο ἀσκήσεως τοῦ εὐρωπαϊκοῦ «ἰσοζυγίου» - ἤτοι τῆς Γαλλίας καὶ τῆς Ἀγγλίας ἐπί του ἠπειρωτικοῦ χώρου, πράγμα πού ἀποτελεῖ καὶ τὸ καθ'ἑαυτὸ περιεχόμενο τῆς νεώτερης εὐρωπαϊκῆς ἱστορίας (βλ. συνοπτικῶς καὶ Α. Halfeld, Deutschland und die Westmachte, Jena 1940). Ἡ ὁποιαδήποτε ὅμως ὀργάνωση τῆς κεντρικῆς Εὐρώπης περνοῦσε ἀναγκαστικὰ ἀπὸ τὰ Βαλκάνια, ἀλλά ἐδῶ τὰ πράγματα ἦσαν ἐξόχως πολύπλοκα, ὥστε νὰ μπορέσουν νὰ ἐξαντληθοῦν σὲ ὑπολογισμοὺς γραφείου. Πόσο πολύπλοκα καὶ στενὰ δεμένος εἶναι ὁ χῶρος τῶν Βαλκανίων μὲ κάθε διεργασία τῆς εὐρωπαϊκῆς ἠπείρου, μποροῦμε νὰ τὸ καταλάβουμε ἀπὸ τὴν τρέχουσα «μετασοσιαλιστικὴ» ἐποχή, ὅπου τὸ κέντρο τῆς παγκόσμιας πολιτικῆς εἶναι καὶ πάλι τὰ Βαλκάνια, πρῶτο μεταξὺ ὅλων. Καὶ θὰ συνεχίσουν τὰ πράγματα νὰ εἶναι ἔτσι γιὰ ὅσο θὰ ὑπάρχη κόσμος ἄλλα ὄχι καὶ μιὰ φυσικὴ ἔννοια Εὐρώπης -παρὰ τὶς ὅποιες... ἐπινοήσεις περὶ «ὑποσημειώσεως τῆς Weltwirtschaft»-, διότι ἁπλούστατα πᾶσα ἔννοια φυσικῆς Εὐρώπης ἐξαρτᾶται ἀποκλειστικὰ ἀπὸ τὰ Βαλκάνια. Μιὰ ἁπλὴ ἀπάντηση στὶς θεωρίες περὶ «ὑποσημειώσεως» θὰ μποροῦσε νὰ εἶναι τὸ ἑξῆς: μετὰ τὴν ἐπιχείρηση τῆς Ἀβησσυνίας καὶ τὸν ἐπακολουθήσαντα ἀποκλεισμό, ὅλη ἡ πολεμικὴ μηχανὴ τῆς Ἰταλίας ἐστηρίχθηκε στὸ πετρέλαιο καὶ τὰ λοιπὰ προϊόντα της Ἀλβανίας, ἐνῷ ὁ Χίτλερ ἤρκεσε νὰ ἐξασφαλίσῃ δύο μόνο βαλκανικές χῶρες, τὴν Βουλγαρία καὶ τὴν Ρουμανία, γιὰ νὰ μὴν ἀντιμετωπίσῃ πρόβλημα ἐφοδιασμοῦ γιὰ τίποτε. Ἡ «μικρὴ Ἀντάντ», ὅπως εἴδαμε, ἀπετέλεσε τὸν κύριο φορέα τῆς πολιτικῆς τοῦ μεσοπολέμου. Οἱ τρεῖς μόνο αὐτὲς χῶρες (Τσεχοσλοβακία, Γιουγκοσλαβία, Ρουμανία), ἐκάλυψαν ὄχι μόνο τὸ κενὸ πού ὑπῆρξε ἀπὸ τὴν διάλυση τῆς Αὐστροουγγρικῆς Μοναρχίας, ἀλλὰ διέθεταν ἀπὸ κοινοῦ καὶ ἕναν στρατὸ πού ἦταν μεγαλύτερος ἀπὸ ὁποιονδήποτε στρατὸ τῆς Εὐρώπης, τῆς Ρωσίας ἑξαιρουμένης (βλ. π.χ. F. Η. Simonds, Kann Europa Frieden halten?, Berlin 1932, σελ. 201).
Ἡ «ἐπιστήμη τῆς Weltwirtschaft» εἶναι ἡ «ἐπιστήμη» πού προσπαθεῖ νὰ πείση ὅτι οἱ πλουσιώτερες περιοχὲς τοῦ πλανήτη (Βραζιλία, Ἰνδία, Βαλκάνια κ.λπ) «ὀρθῶς» εἶναι... ὑποσημειώσεις τῆς σύγχρονης ἱστορίας καὶ πολιτικῆς. Ἡ «ἐπιστήμη» αὐτὴ δὲν διαφέρει ἀπὸ τὴν «ἐπιστήμη» τοῦ Γκομπινώ. Εἶναι μιὰ «ἐπιστήμη τοῦ στομαχιοῦ», θὰ μπορούσαμε νὰ ποῦμε, ἀναθυμούμενοι κάποιον ἀνάλογον ὁρισμὸ τοῦ C. Rhodes («Ὁ ἰμπεριαλισμὸς εἶναι ὑπόθεση τοῦ στομάχου»). Τὸ μόνο ἰδιάζον μὲ τὴν περίπτωση τῶν Βαλκανίων εἶναι, ἁπλῶς, ὅτι αὐτὰ ἔχουν μιὰ βαθύτερη ὀργανικὴ σχέση μὲ τὴν εὐρωπαϊκὴ ἤπειρο σὰν σύνολο, ὥστε νὰ μπορῆ ἡ περίπτωσή τους νὰ ἐξαντληθῆ σὲ στατιστικὰ νούμερα. Οἱ δύο παγκόσμιοι πόλεμοι, πού ἔχουν ἄμεση σχέση μὲ τὰ Βαλκάνια, ἀποτελοῦν ἱκανὴ ἀπόδειξη.


Τα κείμενα αποτελούν κεφάλαια από το έργο του Γεράσιμου Κακλαμάνη, Το «Ανατολικόν Ζήτημα» Σήμερα.
Πηγή για I (Η «φιλοσοφία» του λιμπεραλισμού) και II (Καπιταλισμός και νέος διεθνισμός) - Πηγή για III (Η Ευρώπη ως αόριστη έννοια).

.~`~.

- Το μέλλον της Ε.Ε, η Ανατολική Ευρώπη -η Ουκρανία- και τα Βαλκάνια, ο Huntington, ο Brzezinski και οι πλανητικές πολιτικές των Η.Π.Α. Τα «Ανθρώπινα δικαιώματα», η «σύγκρουση των πολιτισμών» και τα «Ευρασιατικά Βαλκάνια» ως βαλκανοποίηση της υφηλίου και καλλιέργεια της ελεγχόμενης αναρχίας. Η απόρριψη του διλήμματος μεταξύ πυρηνικού ολοκαυτώματος ή πολιτιστικής ανυπαρξίας - προς μιας νέα ιστορική σύνθεση που θα εναντιώνεται στις θεωρίες και τους υπολογισμούς γραφείου-εργαστηρίου.

Ευρώπη, Ρωσία και Ουκρανία - α´ και Βορειοανατολική Ασία, Κίνα και Ιαπωνία - α´.

$
0
0

.~`~.
I
Ευρώπη, Ρωσία και Ουκρανία

Ευρασιατικός πρόλογος
Για το μεγαλύτερο μέρος του δεύτερου μισού του εικοστού αιώνα, η Σοβιετική Ένωση ήλεγχε την Ευρασία - από τη κεντρική Γερμανία ως τον Ειρηνικό, και νότια μέχρι τον Καύκασο και τον Ινδοκούς. Όταν η Σοβιετική Ένωση κατέρρευσε, το δυτικό της σύνορο μετακινήθηκε ανατολικά σχεδόν χίλια εξακόσια (1600) χιλιόμετρα, από τα σύνορα της Δυτικής Γερμανίας μέχρι τα σύνορα της Ρωσίας με τη Λευκορωσία. Από τον Ινδοκούς το σύνορο της μετακινήθηκε βόρεια χιλιάδες χιλιόμετρα ως το ρωσικό σύνορο με το Καζακστάν. Η Ρωσία εκδιώχθηκε από το σύνορο της Τουρκίας προς τα βόρεια, ως τον βόρειο Καύκασο, όπου εξακολουθεί να παλεύει να κρατήσει την κυριαρχία της περιοχής. Η ρωσική δύναμη τώρα έχει υποχωρήσει πιο ανατολικά από ό,τι ήταν εδώ και αιώνες...
Μετά τη διάλυση της Σοβιετικής Ενώσεως στα τέλη του είκοστου αιώνα, οι ξένες δυνάμεις επενέβησαν για να εκμεταλλευτούν την οικονομία της Ρωσίας, δημιουργώντας μια εποχή χάους και φτώχιας. Επίσης εσπευσαν να ενσωματώσουν όσα περισσότερα μπορούσαν από τη ρωσική αυτοκρατορία στις δικές τους σφαίρες επιρροής. Η Ανατολική Ευρώπη απορροφήθηκε στο ΝΑΤΟ και στην ΕΕ, και τα κράτη της Βαλτικής απορροφήθηκαν επίσης στο ΝΑΤΟ. Οι Ηνωμένες Πολιτείες απέκτησαν στενή σχέση τόσο με τη Γεωργία στον Καύκασο όσο και με πολλά από τα «σταν» της Κεντρικής Ασίας, ειδικότερα μετά την 11η Σεπτεμβρίου, όταν οι Ρώσοι επέτρεψαν στις αμερικανικές δυνάμεις την είσοδο στην περιοχή για να διεξαγάγουν τον πόλεμο στο Αφγανιστάν. Το πιο σημαντικό, η Ουκρανίαθέσπισε συμμαχία με τις Ηνωμένες Πολιτείες και απομακρύνθηκε από τη Ρωσία - αυτό ήταν ένα κρίσιμο σημείο στη ρωσική ιστορία.

Η στρατηγική σημασία της Ουκρανίας
Η πορτοκαλί επανάσταση στην Ουκρανία, από τον Δεκέμβριο του 2004 ως τον Ιανουάριο του 2005, ήταν η στιγμή κατά την οποία ο μετα-Ψυχρός Πόλεμος τέλειωσε πραγματικά στην Ρωσία. Οι Ρώσοι είδαν τα γεγονότα στην Ουκρανίασαν μια προσπάθεια των Ηνωμένων Πολιτειών να τραβήξουν την Ουκρανία στο ΝΑΤΟ και να θέσουν έτσι τα θεμέλια για τη διάλυση της Ρωσίας. Για να είμαι ειλικρινής, υπήρχε κάποια αλήθεια στην άποψη των Ρώσων.
Αν η Δύση είχε καταφέρει να κυριαρχήσει στην Ουκρανία, η Ρωσία θα είχε μείνει ανυπεράσπιστη.
Το νότιο σύνορο με τη Λευκορωσία, καθώς επίσης και το νοτιοδυτικό σύνορο με τη Ρωσία, θα είχαν μείνει αρκετά ανοιχτά. Επιπλέον, η απόσταση ανάμεσα στην Ουκρανία και στο δυτικό Καζακστάν είναι μόνο 645 χιλιόμετρα περίπου, και αυτό είναι το κενό μέσα από το οποίο κατάφερνε η Ρωσία να ασκεί την ισχύ της στον Καύκασο.
Πρέπει να υποθέσουμε λοιπόν, ότι υπό αυτές τις συνθήκες η Ρωσία θα είχε χάσει την ικανότητα της να ελέγχει τον Καύκασο και θα είχε αναγκαστεί να υποχωρήσει ακόμη βορειότερα από την Τσετσενία. Οι Ρώσοι θα εγκατέλειπαν κομμάτια της ίδιας της Ρωσικής Ομοσπονδίας, και το νότιο πλευρό της Ρωσίας θα γινόταν εξαιρετικά ευπαθές. Η Ρωσία θα συνέχιζε να διασπάται έως ότου θα επέστρεφε στα μεσαιωνικά της σύνορα. Αν η Ρωσία είχε διασπαστεί ως αυτόν τον βαθμό, θα είχε δημιουργήσει χάος στην Ευρασία - πράγμα για το οποίο οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν θα είχαν αντίρρηση, εφ'όσον η υψηλή στρατηγική των ΗΠΑστόχευε πάντα στη διάσπαση της Ευρασίαςως την πρώτη γραμμή άμυνας για τον αμερικανικό έλεγχο των θαλασσών [αυτό είναι το ένα δόγμα, το άλλο αναφέρεται στο μέρος II το οποίο αφορά την Βορειοανατολική Ασία και την Κίνα]. Έτσι οι Ηνωμένες Πολιτείες είχαν κάθε λόγο να ενθαρρύνουν αυτή τη διαδικασία. Η Ρωσία είχε κάθε λόγο να την εμποδίσει...
Η Ρωσία ξεκοιλιάστηκε μετά την κατάρρευση του κομμουνισμού. Η Αγία Πετρούπολη, το στολίδι της ήταν περίπου χίλια εξακόσια (1600) χιλιόμετρα μακριά από τα στρατεύματα του ΝΑΤΟ το 1989. Τώρα είναι λιγότερο από 160 χιλιόμετρα. Το 1989, η Μόσχα ήταν χίλια εννιακόσια (1900) χιλιόμετρα από τα όρια της ρωσικής δύναμης. Τώρα είναι περίπου εκατόν εξήντα (160) χιλιόμετρα... Η Ουκρανία και η Λευκορωσία είναι το παν για τους Ρώσους. Αν έπεφταν σε εχθρικά χέρια -για παράδειγμα, αν γίνονταν μέλη του ΝΑΤΟ- η Ρωσία θα αντιμετώπιζε θανάσιμο κίνδυνο. Η Μόσχα βρίσκεται λίγο παραπάνω από ενενήντα (90) χιλιόμετρα από το ρωσικό σύνορο με τη Λευκορωσία, η Ουκρανία λιγότερο από ενενήντα (90) χιλιόμετρα από το Βόλγκογκραντ, πρώην Στάλινγκραντ. Η Ρωσία υπερασπίστηκε τον εαυτό της ενάντια στον Ναπολέοντα και στον Χίτλερ χρησιμοποιώντας το βάθος. Χωρίς τη Λευκορωσία και την Ουκρανία δεν υπάρχει βάθος... Φυσικά είναι παράλογο να φαντάζεται κανείς το ΝΑΤΟ να αποτελεί απειλή για τη Ρωσία. Αλλά οι Ρώσοι σκέπτονται με όρους εικοσαετών κύκλων, και ξέρουν πόσο εύκολα το παράλογο γίνεται πιθανό.
---------------------------------------------------------------
Οι εικοσαετείς κύκλοι ή πως το παράλογο γίνεται πιθανό κατά τον συγγραφέα
Διαβάζουμε: Φανταστείτε ότι ζούσατε το καλοκαίρι του 1900, και κατοικούσατε στο Λονδίνο, την τότε πρωτεύουσα του κόσμου. Η Ευρώπη κυβερνούσε το Ανατολικό Ημισφαίριο... είχε ειρήνη και απολάμβανε μια άνευ προηγουμένου ευημερία... η ευρωπαϊκή αλληλεξάρτηση λόγω του εμπορίου και των επενδύσεων ήταν τόσο μεγάλη ώστε σοβαροί άνθρωποι ισχυρίζονταν ότι ο πόλεμος ήταν κάτι αδύνατο -και αν όχι αδύνατο, ότι θα τελείωνε μερικές εβδομάδες μετά την έναρξη του- επειδή οι παγκόσμιες οικονομικές αγορές δεν θα μπορούσαν να αντέξουν την πίεση. Το μέλλον έμοιαζε καθορισμένο: μια ειρηνική, ευημερούσα Ευρώπη θα κυβερνούσε τον κόσμο.
Τώρα φανταστείτε τον εαυτό σας το καλοκαίρι του 1920. Η Ευρώπη έχει διχαστεί από έναν βασανιστικό πόλεμο. Η ήπειρος έχει γίνει κομμάτια. Η αυστρο-ουγγρική, η γερμανική και η οθωμανική αυτοκρατορία χάθηκαν, και εκατομμύρια άνθρωποι σκοτώθηκαν... Ο πόλεμος τελείωσε όταν παρενέβη ένας αμερικανικός στρατός ενος εκατομμυρίου αντρών - ένας στρατός που ήρθε και αμέσως μετά έφυγε. Ο κομμουνισμός επικράτησε στη Ρωσία, αλλά δεν ήταν ξεκάθαρο αν θα επιβίωνε. Οι χώρες οι οποίες βρίσκονταν στη περιφέρεια της ευρωπαϊκής δύναμης, όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Ιαπωνία, ξαφνικά αναδύθηκαν ως υπερδυνάμεις... Φανταστείτε (συντομογραφικά από εδώ και πέρα) το καλοκαίρι του 1940 [η Γερμανία διαφαινόταν πως θα κυριαρχήσει]... 1960 [η Γερμανία και η Ευρώπη χωρισμένη υπό τις Ηνωμένες Πολιτείες και τη Σοβιετική Ένωση]... 1980 [ήττα στο Βιετνάμ, αίσθηση υποχώρησης της ισχύος των ΗΠΑ και δυναμικής καθόδου της ΕΣΣΔ προς τις πετρελαιοπηγές - περιορισμός μέσω συμμαχίας ΗΠΑ-Κίνας]... 2000 [η Σοβιετική Ένωση έχει καταρρεύσει, η Κίνα αναδύεται, το ΝΑΤΟ στην Ανατολική Ευρώπη]
---------------------------------------------------------------
Ξέρουν επίσης οι Ρώσοι ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες και το ΝΑΤΟ έχουν επεκτείνει συστηματικά το φάσμα της επιρροής τους συμπεριλαμβάνοντας ως μέλη του ΝΑΤΟ κράτη της Ανατολικής Ευρώπης και της Βαλτικής. Αμέσως όταν οι Ηνωμένες Πολιτείες άρχισαν να προσπαθούν να στρατολογήσουν την Ουκρανία στο ΝΑΤΟ, οι Ρώσοι άλλαξαν την αποψή τους τόσο για τις αμερικανικές προθέσεις όσο και για τις προθέσεις της Ουκρανίας. Σύμφωνα με τη ρωσική άποψη, η επέκταση του ΝΑΤΟ στην Ουκρανία απειλεί τα ρωσικά συμφέροντα με τον ίδιο τρόπο που θα είχε γίνει αν το Σύμφωνο της Βαρσοβίας είχε φθάσει ως το Μεξικό. Όταν μια εξέγερση υπέρ της Δύσης το 2004 -η πορτοκαλί επανάσταση- έμοιαζε έτοιμη να βάλει την Ουκρανία στο ΝΑΤΟ, οι Ρώσοι κατηγόρησαν τις Ηνωμένες Πολιτείες ότι προσπαθούσαν να περικυκλώσουν και να καταστρέψουν τη Ρωσία. Το τι σκέπτονταν οι Αμερικανοί είναι ένα θέμα προς συζήτηση. Το γεγονός ότι η Ουκρανία ως μέλος του ΝΑΤΟ θα μπορούσε να αποδειχθεί καταστροφική για τη ρωσική εθνική ασφάλεια δεν είναι.
Οι Ρώσοι δεν κινητοποίησαν το στρατό τους. Αντίθετα κινητοποίησαν τις μυστικές τους υπηρεσίες, οι οποίες είχαν εξαιρετικές διασυνδέσεις στην Ουκρανία. Οι Ρώσοι υπονόμευσαν την Πορτοκαλί Επανάσταση, εκμεταλλευόμενοι ένα σχίσμα ανάμεσα στην ανατολική Ουκρανία που υποστήριζε τους Ρώσους και στη δυτική Ουκρανία που υποστήριζε τους Ευρωπαίους. Όπως αποδείχθηκε δεν ήταν καθόλου δύσκολο, και αρκετά γρήγορα η ουκρανική πολιτική ακινητοποιήθηκε. Είναι μονάχα θέμα χρόνου να κυριαρχήσει η ρωσική επιρροή στο Κίεβο. Η Λευκορωσία αποτελεί πιο εύκολο ζήτημα.
---------------------------------------------------------------
Το πολιτικό φάσμα στην Ουκρανία δεν είναι βέβαια διχασμένο ανάμεσα σε «αριστερά» και «δεξιά», αλλά ανάμεσα σε φιλοδυτικό και φιλοανατολικό -προσανατολισμό- καθώς όλο και πιο έντονα, όπως έχω γράψει και παλαιότερα, το «the West and the Rest» εσωτερικεύεται σε πολλά εθνικά πολιτικά συστήματα (μόνο που έχει πολύ διαφορετική σημασία σε κάθε περιοχή).
Ένα ανέκδοτο πάντως που κυκλοφορεί για την Ουκρανία είναι το εξής: Πότε θα ενταχθεί η Ουκρανία στην Ευρωπαϊκή Ένωση; Αμέσως μετά την ολοκλήρωση της ένταξης της Τουρκίας. Και αντίστροφα. Πότε θα ενταχθεί η Τουρκία στην Ευρωπαϊκή Ένωση; Αμέσως μετά την ολοκλήρωση της ένταξης της Ουκρανίας.
---------------------------------------------------------------

Μεταστροφή της ρωσικής στρατηγικής
Μετά από αυτό που η Ρωσία θεώρησε ως μια αμερικανική προσπάθεια να της προκαλέσει ακόμη μεγαλύτερη ζημιά, η Μόσχα στράφηκε σε μια στρατηγική επαναβεβαίωσης της σφαίρας επιρροής της στις περιοχές της πρώην Σοβιετικής Ένωσης. Η μεγάλη υποχώρηση της ρωσικής δύναμης τελείωσε στην Ουκρανία. Η ρωσική επιρροή τώρα αυξάνει προς τρεις κατευθύνσεις: προς την Κεντρική Ασία, προς τον Καύκασο, και, αναπόφευκτα, προς τη Δύση, τις χώρες της Βαλτικής και την Ανατολική Ευρώπη. Για την επόμενη γενιά, μέχρι περίπου το 2020, η πρωταρχική έγνοια της Ρωσίας θα είναι η ανασύσταση του ρωσικού κράτους και η αναβίωση της ρωσικής δύναμης στην περιοχή.
Το ενδιαφέρον είναι ότι η γεωπολιτική αλλαγή ευθυγραμμίζεται με μια οικονομική αλλαγή. Ο Βλαντιμίρ Πούτινδεν βλέπει τη Ρωσία τόσο σαν μια βιομηχανική δύναμη όσο σαν έναν εξαγωγέα πρώτων υλών, η πιο σημαντική από τις οποίες είναι η ενέργεια (και ιδιαίτερα το φυσικό αέριο). Θέλοντας να θέσει την ενεργειακή βιομηχανία υπό κρατική επίβλεψη, αν όχι υπό άμεσο έλεγχο, διώχνει τα ξένα συμφέροντα και επαναπροσανατολίζει τη βιομηχανία προς τις εξαγωγές, ειδικότερα στην Ευρώπη. Οι υψηλές τιμές ενέργειας έχουν βοηθήσει στη σταθεροποίηση της ρωσικής οικονομίας εσωτερικά. Αλλά δεν θα περιορίσει τις ενέργειες του μόνο στην ενέργεια. Προσπαθεί επίσης να κεφαλαιοποιήσει τη ρωσική γεωργία, την ξυλεία, τον χρυσό, τα διαμάντια και άλλα αγαθά...
Από τα κράτη της Βαλτικής, νότια ως το ρουμανικό σύνορο, υπάρχει μια περιοχή όπου τα σύνορα ήταν πάντα αβέβαια και οι συγκρούσεις συχνές. Στον Βορρά, υπάρχει μια μακριά, στενή πεδιάδα, που εκτείνεται από τα Πυρηναία ως την Αγία Πετρούπολη. Εδώ [στο Great European Plain] δόθηκαν οι μεγαλύτεροι πόλεμοι της Ευρώπης. Αυτό είναι το μονοπάτι που ακολούθησαν ο Ναπολέων και ο Χίτλερ για να εισβάλλουν στη Ρωσία. Υπάρχουν λίγα φυσικά εμπόδια.
Επομένως, οι Ρώσοι πρέπει να σπρώξουν το σύνορο τους όσο πιο δυτικά μπορούν για να δημιουργήσουν μια ουδέτερη ζώνη. Μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, έφθασαν ως το κέντρο της Γερμανίας ακολουθώντας αυτή τη πεδιάδα. Σήμερα, έχουν υποχωρήσει στα ανατολικά. Πρέπει να επιστρέψουν, και να κινηθούν όσο το δυνατόν πιο δυτικά. Αυτό σημαίνει ότι τα κράτη της Βαλτικής και η Πολωνία είναι, όπως και πριν, προβλήματα τα οποία πρέπει οπωσδήποτε να λύσει η Ρωσία [συγκεκριμένα η Πολωνία -αυτή η ταλαιπωρημένη χώρα των μεγάλων καλλιτεχνών- δεν είναι «πρόβλημα», αλλά μήλον της έριδος τόσο για τη Γερμανία και τη Ρωσία, όσο και για τις Η.Π.Α - ως φράγμα σε μια ενδεχόμενη (λέμε τώρα) προσέγγιση των δύο προηγούμενων].
Ο προσδιορισμός των ορίων της ρωσικής επιρροής θα είναι αμφιλεγόμενος. Οι Ηνωμένες Πολιτείες -και οι χώρες εντός της παλιάς σοβιετικής σφαίρας- δεν θα θέλουν να φθάσει η Ρωσία πολύ μακριά. Το τελευταίο πράγμα που θέλουν τα κράτη της Βαλτικής είναι να βρεθούν ξανά κάτω από ρωσική κυριαρχία. Το ίδιο και τα κράτη νότια της βόρειας ευρωπαϊκής πεδιάδας, στα Καρπάθια. Οι πρώην σοβιετικοί δορυφόροι -ειδικότερα η Πολωνία, η Ουγγαρία και η Ρουμανία- κατανοούν ότι η επιστροφή των ρωσικών δυνάμεων στα σύνορα τους θα αποτελούσε απειλή για την ασφάλεια τους. Και εφ'όσον αυτές οι χώρες είναι τώρα μέλη του ΝΑΤΟ, τα συμφέροντα τους επηρεάζουν αναγκαστικά τα συμφέροντα της Ευρώπης και των Ηνωμένων Πολιτειών. Το ανοιχτό ερώτημα είναι που θα τραβηχτεί η γραμμή στη Δύση. Αυτό αποτελεί ένα ιστορικό ερώτημα, και ήταν μια βασική πρόκληση στην Ευρώπη τα τελευταία εκατό χρόνια.



.~`~.
II
Βορειοανατολική Ασία, Κίνα και Ιαπωνία

Δύο προλογίσματα για (την Ευρώπη και) την Βορειοανατολική Ασία
- Ο κεντρικός στόχος της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής, είναι να αποτελούν οι ΗΠΑ τον ηγεμόνα του Δυτικού Ημισφαιρίου και να μην έχουν κανέναν αντίπαλο ηγεμόνα είτε στην Ευρώπη είτε στη Βορειοανατολική Ασία. Οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν θέλουν έναν ανταγωνιστή ηγεμόνα. Την επαύριον του Ψυχρού Πολέμου, οι διαμορφωτές πολιτικής των ΗΠΑ παραμένουν σταθερά δεσμευμένοι σε αυτόν τον σκοπό. Ας λάβουμε υπόψη το παρακάτω απόσπασμα από ένα κείμενο σχεδιασμού του Πενταγώνου, το οποίο διέρευσε στον Τύπο το 1992: «Ο πρώτος αντικειμενικός σκοπός μας είναι να εμποδίσουμε την επανεμφάνιση ενός νέου αντιπάλου... ο οποίος θέτει απειλή του είδους και της κλίμακας που είχε θέσει στο παρελθόν η Σοβιετική Ένωση... Το νέο επίκεντρο που θα πρέπει να έχει τώρα η στρατηγική μας είναι η παρεμπόδιση της εμφάνισης οποιουδήποτε δυνητικού πλανητικού ανταγωνιστή».
- Η πεποίθηση των αισιόδοξων ότι η διεθνής πολιτική έχει υποστεί μια μεγάλη μεταβολή αφορά βασικά στις σχέσεις μεταξύ των μεγάλων δυνάμεων, οι οποίες υποτίθεται ότι πλέον δεν θα εμπλέκονται σε ανταγωνισμό ασφάλειας και δεν θα διεξάγουν πολέμους μεταξύ τους ή με μικρές δυνάμεις στην περιφέρεια τους. Επομένως, η Ευρώπηκαι η Βορειοανατολική Ασία, οι περιοχές όπου υπάρχουν ομάδες μεγάλων δυνάμεων, θα πρέπει να είναι ζώνες ειρήνης ή, σύμφωνα με τη φημισμένη διατύπωση του Karl Deutsch, «πλουραλιστικές κοινότητες ασφάλειας».

Ανταγωνισμός ασφάλειας στη Βορειοανατολική Ασία του αύριο
Η Κίναέχει σύνορα, ορισμένα από τα οποία είναι ακόμη αμφισβητούμενα, με δεκατρία διαφορετικά κράτη. Συγκρούστηκε για εδάφη με την Ινδία το 1962, τη Σοβιετική Ένωση το 1969 και το Βιετνάμ το 1979. Όλα αυτά τα σύνορα εξακολουθούν να αμφισβητούνται. Η Κίνα διεκδικεί επίσης την Ταϊβάν, τα νησιά Σενκάκου/Ντιαογιουται(*), και διάφορα νησιωτικά συμπλέγματα στη νότια Κινεζική Θάλασσα, πολλά από τα οποία αυτή τη στιγμή δεν ελέγχει.
Συν τοις άλλοις, η Κίνα τείνει να θεωρεί, τόσο την Ιαπωνία, όσο και τις Ηνωμένες Πολιτείεςως δυνητικούς εχθρούς. Οι Κινέζοι ηγέτες διατηρούν έναν βαθιά ριζωμένο φόβο ότι η Ιαπωνία θα γίνει και πάλι μιλιταριστική, όπως ήταν πριν το 1945. Ανησυχούν επίσης μήπως οι Ηνωμένες Πολιτείες είναι αποφασισμένες να εμποδίσουν την Κίνα να γίνει κυρίαρχη μεγάλη δύναμη στη Βορειοανατολική Ασία. Σύμφωνα με έναν μελετητή: «Πολλοί Κινέζοι αναλυτές εξωτερικής και αμυντικής πολιτικής πιστεύουν ότι οι συμμαχίες των ΗΠΑ με ασιατικές χώρες, ιδίως με την Ιαπωνία, θέτουν μια σοβαρή, μακροπρόθεσμη πρόκληση, αν όχι απειλη, για την εθνική ασφάλεια, την εθνική ενοποίηση και τον εκσυγχρονισμό της Κίνας» (**).
---------------------------------------------------------------
(*)Με αφορμή αυτά τα νησιά τα τελευταία χρόνια είναι συνεχής και επαναλαμβανόμενη η ένταση, όπως και η σημερινή κρίση επίσης μέσω της Air Defense Identification Zone σχετίζεται με αυτά.
(**) Yu Bin, «Containment by stealth». Στους Financial Times διαβάζουμε: «Οι Ευρωπαίοι δεν είναι τόσο ένθερμοι οπαδοί των πολιτικών που απομονώνουνόσο οι Αμερικανοί».
---------------------------------------------------------------
Αξίζει να σημειωθεί ότι οι σχέσεις της Κίνας με την Ιαπωνία και τις Ηνωμένες Πολιτείες έχουν γίνει χειρότερες -και όχι καλύτερες- μετά τη λήξη του Ψυχρού Πολέμου. Τα τρία αυτά κράτη ήταν συνασπισμένα εναντίον της Σοβιετικής Ένωσης κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1980, και ελάχιστους λόγους είχαν να φοβούνται το ένα το άλλο... Για παράδειγμα, αμέσως μετά τον Ψυχρό Πόλεμο, η Ιαπωνία ήταν βέβαιη ότι η αυξανόμενη οικονομική αλληλεξάρτηση στην Ασία θα της επέτρεπε να διατηρήσει ειρηνικές σχέσεις με την Κίνα επ'άπειρον. Όμως κατά τα μέσα της δεκαετίας του 1990, οι ιαπωνικές απόψεις για την Κίνα έχουν «σκληρύνει σημαντικά», και δείχνουν σημαδια «ενός ανήσυχου ρεαλισμού σχετικά με τις στρατηγικές προθέσεις της Κίνας»... η Κίνα έχει καταστήσει σαφές ότι αν η Ιαπωνία και οι Ηνωμένες Πολιτείες αναπτύξουν αντιπυραυλικές άμυνες οποιοδήποτε είδους, η ίδια θα αυξήσει σημαντικά το οπλοστάσιο των βαλλιστικών πυραύλων της ούτως ώστε να μπορεί να τις καταβάλλει [αντίστοιχο σκηνικό στην Ευρώπη με τη Ρωσία]... Τέλος, το γεγονός ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες διατηρούν εκατό χιλιάδες στρατιώτες στην Βορειοανατολική Ασία αντιφάσκει προς τον ισχυρισμό ότι η περιφέρεια αυτή είναι «προετοιμασμένη για ειρήνη». Αν ήταν έτσι, αυτές οι αμερικανικές δυνάμεις θα ήταν περιττές και θα μπορούσαν να σταλούν πίσω στη χώρα τους και να αποστρατευτούν, γλιτώνοντας τον Αμερικανό φορολογούμενο από ένα σημαντικό ποσό. Αντ'αυτού, παραμένουν στη θέση τους για να βοηθήσουν στην ειρήνευση μιας δυνητικά ασταθούς περιφέρειας.
Ο Joseph Nye, ένας από τους κύριους αρχιτέκτονες της μεταψυχροπολεμικής αμερικανικής πολιτικής στη Βορειοανατολική Ασία και ένας μελετητής με εδραιωμένη φήμη ως φιλελεύθερος θεωρητικός των διεθνών σχέσεων, διατύπωσε αυτό το επιχείρημα... Επισήμανε ότι: «Έχει γίνει της μόδας να λέγεται ότι ο κόσμος μετά τον Ψυχρό Πόλεμο έχει περάσει από την εποχή της πολιτικής ισχύος στην εποχή της γεωοικονομίας. Τέτοιου είδους κλισέ δείχνουν ελλειπή και στενόμυαλη ανάλυση. Η πολιτική και η οικονομία συνδέονται. Τα διεθνή οικονομικά συστήματα εδράζονται στην διεθνή πολιτική τάξη». Στη συνέχεια ο Nye διατυπώνει το επιχείρημα του «ειρηνευτή»: «Η παρουσία των ΗΠΑ [στην Ασία] είναι μια δύναμη σταθερότητας, η οποία μειώνει την ανάγκη για ενίσχυση των εξοπλισμών και αποτρέπει την άνοδο ηγεμονικών δυνάμεων». Όχι μόνο «οι προκεχωρημένες δυνάμεις στην Ασία διασφαλίζουν ευρεία περιφερειακή ασφάλεια», αλλά επίσης «συνεισφέρουν στις τεράστιες πολιτικές και οικονομικές προόδους που πραγματοποιούν τα έθνη της περιφέρειας». Με λίγα λόγια, «οι Ηνωμένες Πολιτείες είναι η κρίσιμη μεταβλητή στην εξίσωση ασφάλειας την Ανατολικής Ασίας».

Δομή και σύγκρουση στη Βορειοανατολική Ασία του αύριο
Τρία κράτη της Βορειοανατολικής Ασίας έχουν σήμερα επαρκή πληθυσμό και πλούτο για να είναι μεγάλες δυνάμεις: η Κίνα, η Ιαπωνία και η Ρωσία. Όμως κανένα από αυτά δεν είναι δυνητικός ηγεμόνας [έγραφε ο συγγραφέας το 2000]. Η Ιαπωνία είναι με διαφορά το πλουσιότερο κράτος της περιφέρειας [έγραφε ο συγγραφέας το 2000]. Το ακαθάριστο εθνικό προϊόν της (ΑΕΠ) είναι περίπου 3,5 φορές μεγαλύτερο από αυτό της Κίνας και πάνω από 12 φορές μεγαλύτερο από αυτό της Ρωσίας [έγραφε ο συγγραφέας το 2000].
---------------------------------------------------------------
Δυστυχώς, σε αντίθεση με ότι έχω κάνει για τις Η.Π.Ακαι την Ιαπωνία, δεν έχω καταφέρει ακόμα να γράψω κείμενο θεμέλιο-βάση (όπως αυτά Για τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής - μέρος α'και Για την Ιαπωνία - μέρος α') ούτε για την Κίναμα ούτε και για τη Ρωσία (μάλιστα όσον αφορά τη τελευταία μόλις τώρα ανοίγω θεματολογία'πάντα ιδιαίτερο θέμα η Ρωσία όσον αφορά τα καθ'ημάς, αλλά χρειάζεται χρόνο για μια στοιχειωδώς σοβαρή προσέγγιση). Οπότε θα πρέπει να αρκεστώ σε μεγάλο βαθμό στην αυτοτέλεια των συγκεκριμένων κειμένων. Παραθέτω ορισμένα στοιχεία.
*
Έγραφε ο συγγραφέας το 2000 ή περι αριθμολογίας
Εν έτη 2000 το ΑΕΠ της Ιαπωνίας ήταν 4,43 τρις $, της Κίνας 1,08 τρις $ και της Ρωσίας 0,19 τρις $. Εν έτη 2012 το ΑΕΠ της Ιαπωνίας ήταν 5,96 τρις $, της Κίνας 8,23 τρις $ και της Ρωσίας 2,01 τρις $.
Εν έτη 2012 η Κίνα και όχι η Ιαπωνία είναι το πλουσιότερο κράτος της Βορειοανατολικής Ασίας (με το δεύτερο μεγαλύτερο συνολικό ΑΕΠ στον πλανήτη ακολουθώντας τις Η.Π.Α - η Ευρωζώνη δεν είναι κράτος). Εν έτη 2012 το ακαθάριστο εθνικό προϊόν της (ΑΕΠ) είναι περίπου 1,5 φορά μεγαλύτερο από αυτό της Ιαπωνίας και πάνω από 4 φορές μεγαλύτερο από αυτό της Ρωσίας. Εν έτη 2012 το συνολικό ΑΕΠ της Κίνας βρίσκεται περίπου στα επίπεδα που βρισκόταν το ΑΕΠ των Η.Π.Α το 1999.
Εν έτη 2000 το πλανητικό ΑΕΠ ήταν περίπου 43,0 τρις $ ενώ το συνολικό ΑΕΠ των τριών αυτών χωρών της Βορειοανατολικής Ασίας (Κίνα, Ιαπωνία και Ρωσία) ήταν 5,7 τρις $ και κατείχαν μερίδιο 13,25% επί της πλανητικής οικονομίας. Εν έτη 2012 το πλανητικό ΑΕΠ ήταν περίπου 80,0 τρις $ και το συνολικό ΑΕΠ των τριών αυτών χωρών 16,2 τρις $, με μερίδιο 20,25% επί της πλανητικής οικονομίας. Το 2000 το πλανητικό ΑΕΠ περίπου 43,0 τρις $, 12 χρόνια μετά 80,0 τρις $. Τα μπαλόνια κάποτε σκάνε ή ξεφουσκώνουν.
Εν έτη 2012 το Α.Ε.Π των Η.Π.Α ήταν 15,68 τρις $ αντιπροσωπεύοντας μερίδιο 25,30% επί της πλανητικής οικονομίας, της Κίνας ήταν 8,23 τρις $ αντιπροσωπεύοντας μερίδιο 13,27%, της Ιαπωνίας 5,96 τρις $ αντιπροσωπεύοντας μερίδιο 9,61% και της Ρωσίας 2,01 τρις $ αντιπροσωπεύοντας μερίδιο 3,25%. Συνολικά αυτές οι τέσσερις χώρες, οι δομές και οι σχέσεις μεταξύ τους αντιπροσωπεύουν το 51,43% της πλανητικής οικονομίας και το 27,25% της πλανητικής δημογραφίας.
Η εκτόξευση του ΑΕΠ της Κίνας συντελέστηκε ουσιαστικά τη τελευταία δεκαετία (δες και διαγράμματα στο τέλος), καθώς από το 1992 μέχρι το 2002 το ΑΕΠ της είχε αυξηθεί μονάχα κατά ένα τρις $ περίπου, ενώ κατά τη τελευταία δεκαετία, από το 2002 έως το 2012 αυξήθηκε περίπου κατά επτά τρις $ αγγίζοντας συνολικά τα 8,23 τρις $.
*
Μη άμεσα σχετιζόμενες με τη θεματολογία της ανάρτησης παρεμφερείς πληροφορίες
Εν έτη 2012 το Α.Ε.Π της Γερμανίας ήταν 3,39 τρις $ αντιπροσωπεύοντας μερίδιο 5,48% επί της πλανητικής οικονομίας και 1,14%επί της πλανητικής δημογραφίας. H Ινδία ως μια αντιστροφή της Γερμανίας αντιπροσωπεύει το 17,19%της πλανητικής δημογραφίας με το ΑΕΠ της στα επίπεδα των 1,84 τρις $ αντιπροσωπεύοντας μερίδιο 2,97% επί της πλανητικής οικονομίας.
Εν έτη 2012 το ΑΕΠ της Γαλλίας ήταν 2,61 τρις $ αντιπροσωπεύοντας μερίδιο 4,21% επί της πλανητικής οικονομίας, της Βραζιλίας και του Ηνωμένου Βασιλείου 2,43 και 2,44 τρις $ αντίστοιχα αντιπροσωπεύοντας 3,93% και 3,94%. Tέλος, τo κράτος εν ονόματι «Hellenic Republic» έχει την υψηλότερη ανεργία σε πλανητική κλίμακα.
Στοιχεία: Trading Economicsκαι The World Factbook
---------------------------------------------------------------
Η Κίναείναι το κλειδί για την κατανόηση της μελλοντικής κατανομής ισχύος στη Βορειοανατολική Ασία... αν η οικονομία της Κίνας συνεχίσει να επεκτείνεται κατά τις δύο επόμενες δεκαετίες με τον ίδιο ή παραπλήσιο ρυθμό που επεκτείνεται από τις αρχές της δεκαετίας του 1980 και μετά, η Κίνα μάλλον θα ξεπεράσει την Ιαπωνία και θα γίνει το πλουσιότερο κράτος της Ασίας [έχει ήδη συμβεί]. Πράγματι, λόγω του τεράστιου μεγέθους του πληθυσμού της, έχει το δυναμικό να γίνει πολύ πιο πλούσια απ'ό,τι η Ιαπωνία, πιο πλούσια ακόμη και από τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Για να καταδείξουμε το δυναμικό της Κίνας, ας δούμε τα ακόλουθα σενάρια. Αν η Κίνα εκσυγχρονιζόταν σε σημείο ώστε να είχε περίπου το ίδιο κατά κεφαλήν ΑΕΠ με αυτό που έχει σήμερα η Νότια Κορέα τότε η Κίνα θα είχε ένα ΑΕΠ 10,66 τρισεκατομμυρίων δολαρίων [το 2012 η Κίνα είχε ΑΕΠ 8,23 τρις $], πολύ μεγαλύτερο από την οικονομία της Ιαπωνίας. Αν το κατά κεφαλήν ΑΕΠ της Κίνας αυξανόταν έστω στο μισό του κατά κεφαλήν ΑΕΠ της Ιαπωνίας, η Κίνα θα είχε ένα ΑΕΠ το οποίο θα την έκανε τέσσερις ή σχεδόν πέντε φορές πλουσιότερη από την Ιαπωνία. Τέλος, αν η Κίνα είχε περίπου το ίδιο κατά κεφαλήν ΑΕΠ με την Ιαπωνία, η Κίνα θα ήταν δέκα φορές πλουσιότερη από την Ιαπωνία... Αν το κατά κεφαλήν ΑΕΠ της Κίνας ήταν το μισό του αντίστοιχου της Ιαπωνίας, το συνολικό ΑΕΠ της Κίνας θα ήταν περίπου 2,5 φορές μεγαλύτερο από εκείνο της Αμερικής. Για λόγους σύγκρισης, σημειώνεται ότι η Σοβιετική Ένωση διέθετε περίπου το μισό πλούτο των Ηνωμένων Πολιτειών κατά τη διάρκεια του μεγαλύτερου μέρους του Ψυχρού Πολέμου. Με λίγα λόγια, η Κίνα έχει το δυναμικό να γίνει πολύ πιο ισχυρή από τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Είναι δύσκολο να προβλέψει κανείς την πορεία της κινεζικής οικονομίας τον 21ο αιώνα... Πάρα ταύτα, τα βασικά συστατικά στοιχεία της στρατιωτικής ισχύος στην περιφέρεια αυτή αναμένεται να κατανέμονται με δύο πιθανούς τρόπους κατά τις δεκαετίες που έρχονται.
Πρώτον, αν η οικονομία της Κίνας σταματήσει να αναπτύσσεται με γοργό ρυθμό και η Ιαπωνία παραμείνει το πλουσιότερο κράτος στη Βορειοανατολική Ασία, καμιά τους δεν θα γίνει δυνητικός ηγεμόνας και οι Ηνωμένες Πολιτείες το πιθανότερο είναι να επαναφέρουν τα στρατεύματα τους στην πατρίδα τους. Αν συμβεί αυτό, η Ιαπωνία είναι σχεδόν σίγουρο ότι θα εμφανιστεί ως μεγάλη δύναμη, κατασκευάζοντας τη δική της πυρηνική αποτρεπτική δύναμη και αυξάνοντας σημαντικά το μέγεθος των συμβατικών δυνάμεων της. Όμως στην περιφέρεια θα εξακολουθήσει να επικρατεί ισορροπημένος πολυπολισμός: Η Ιαπωνία θα αντικαταστήσει τις Ηνωμένες Πολιτείες, και η Κίνα και η Ρωσία θα παραμείνουν οι άλλες μεγάλες δυνάμεις της περιφέρειας... η αντικατάσταση των Ηνωμένων Πολιτείων από την Ιαπωνία θα αυξήσει την πιθανότητα αστάθειας στη Βορειοανατολική Ασία... ο βαθιά ριζωμένος φόβος στην Ασία για την Ιαπωνία, φόβος που αποτελεί κληρονομιά της συμπεριφοράς της μεταξύ του 1931 και του 1945 [όπως αντίστοιχα συμβαίνει στην Ευρώπη με τη Γερμανία], σίγουρα θα αναζωπυρωθεί αν η Ιαπωνία αποκτήσει πυρηνική αποτρεπτική δύναμη, εντείνοντας έτσι τον ανταγωνισμό ασφάλειας στην περιφέρεια... η Ιαπωνία έχει εδαφικές διαφορές με την Κίνα για τα νησιά Σενκάκου/Ντιαογιουται, με την Κορέα για τις νησίδες Τακεσίμα/Τόκτο, και με τη Ρωσία για τα νησιά Κουρίλες...
Η δεύτερη πιθανή κατανομή ισχύος θα προκύψει αν η οικονομία της Κίνας συνεχίσει να αναπτύσσεται με ρωμαλέο ρυθμό, και τελικά η Κίνα γίνει δυνητικός ηγεμόνας. Οι Ηνωμένες Πολιτείες είτε θα παραμείνουν στη Βορειοανατολική Ασία είτε κάποια μέρα θα επιστρέψουν προκειμένου να διασφαλίσουν ότι η Κίνα δεν θα γίνει ανταγωνιστής προς αυτές ηγεμόνας. Η Ιαπωνία και η Ρωσία μαζί είναι απίθανο να διαθέτουν τα όσα απαιτούνται για να αναχαιτίσουν την Κίνα, ακόμη κι αν η Ινδία, η Νότια Κορέα και το Βιετνάμ προσχωρούσαν στον εξισορροπητικό συνασπισμό... Η Βορειοανατολική Ασία θα είναι προφανώς ένα μη ισορροπημένο πολυπολικό σύστημα αν η Κίνα απειλήσει να κυριαρχήσει σε ολόκληρη τη περιφέρεια'ως τέτοιο σύστημα, η εν λόγω περιφέρεια θα είναι πολύ πιο επικίνδυνο μέρος απ'ό,τι σήμερα. Η Κίνα, όπως όλοι οι προηγούμενοι δυνητικοί ηγεμόνες, θα έχει έντονη προδιάθεση να εξελιχτεί σε πραγματικό ηγεμόνα, και όλοι οι αντίπαλοι της, περιλαμβανομένων των Ηνωμένων Πολιτειών, θα περικυκλώσουν την Κίνα για την εμποδίσουν να επεκταθεί.

Συμπεράσματα
Είναι προφανές ότι το πλέον επικίνδυνο σενάριο που μπορούν να αντιμετωπίσουν οι Ηνωμένες Πολιτείες στις αρχές του 21ου αιώνα είναι αυτό στο οποίο η Κίνα εξελίσσεται σε δυνητικό ηγεμόνα στη Βορειοανατολική Ασία. Φυσικά, οι προοπτικές της Κίνας να εξελιχτεί σε δυνητικό ηγεμόνα εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από το εάν η οικονομία της θα συνεχίσει να εκσυγχρονίζεται με γοργό ρυθμό. Αν συμβεί κάτι τέτοιο και η Κίνα γίνει, όχι μόνο ένας κορυφαίος παραγωγός τεχνολογιών αιχμής, αλλά και η πλουσιότερη δύναμη του κόσμου, είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα χρησιμοποιήσει τον πλούτο της για να οικοδομήσει μια πανίσχυρη στρατιωτική μηχανή. Επιπλέον, για ορθούς στρατηγικούς λόγους, σίγουρα θα επιδιώξει την περιφερειακή ηγεμονία, ακριβώς όπως έκαναν οι Ηνωμένες Πολιτείες στο Δυτικό Ημισφαίριο κατά τη διάρκεια του 19ου αιώνα... Θα αναμένουμε από την Κίνα να αναπτύξει τη δική της έκδοση του δόγματος Μονρόε, έκδοση η οποία θα κατευθύνεται εναντίον των Ηνωμένων Πολιτειών. Ακριβώς όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες κατέστησαν σαφές σε μακρινές μεγάλες δυνάμεις ότι δεν τους επιτρεπόταν να αναμειγνύονται στο Δυτικό Ημισφαίριο, έτσι και η Κίνα θα καταστήσει σαφές ότι η αμερικανική ανάμειξη στην Ασία δεν είναι αποδεκτή.
Αυτό που κάνει μια μελλοντική κινεζική απειλή τόσο ανησυχητική είναι ότι η Κίνα μπορεί να είναι πολύ πιο ισχυρή και επικίνδυνη από οποιονδήποτε δυνητικό ηγεμόνα αντιμετώπισαν οι Ηνωμένες Πολιτείες κατά τον 20ο αιώνα. Ούτε η Γερμανία του Γουλιέλμου, ούτε η αυτοκρατορική Ιαπωνία, ούτε η ναζιστική Γερμανία, ούτε η Σοβιετική Ένωση πλησίαζαν έστω τη λανθάνουσα ισχύ που διέθεταν οι Ηνωμένες Πολιτείες κατά τη διάρκεια των μεταξύ τους αντιπαραθέσεων. Αν όμως η Κίνα γίνει ένα γιγαντιαίο Χονγκ Κονγκ, μάλλον θα έχει κάπου τέσσερις φορές περισσότερη λανθάνουσα ισχύ απ'ό,τι οι Ηνώμενες Πολιτείες, κάτι που θα επιτρέψει στην Κίνα να αποκτήσει ένα αποφασιστικό στρατιωτικό πλεονέκτημα έναντι των Ηνωμένων Πολιτειών στη Βορειοανατολική Ασία. Σε αυτή την περίπτωση, είναι δύσκολο να δει κανείς πως θα μπορούσαν οι Ηνωμένες Πολιτείες να εμποδίσουν την Κίνα να εξελιχτεί σε ανταγωνιστικό προς αυτές περιφερειακό ηγεμόνα. Επιπλέον, το πιθανότερο είναι ότι η Κίνα θα είναι πιο ισχυρή υπερδύναμη απ'ό,τι οι Ηνωμένες Πολιτείες στον επακόλουθο πλανητικό ανταγωνισμό μεταξύ τους.
Η παρούσα ανάλυση [γράφει ο συγγραφέας] υποδεικνύει ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν μεγάλο συμφέρον να δουν την κινεζική οικονομική ανάπτυξη να επιβραδύνεται σημαντικά κατά τα επόμενα χρόνια. Όμως, για μεγάλο μέρος της προηγούμενης δεκαετίας οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν ακολουθήσει μια στρατηγική που αποσκοπεί στο ακριβώς αντίθετο αποτέλεσμα. Οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν δεσμευτεί να «προσεγγίσουν» την Κίνα και όχι να την «αναχαιτίσουν». Η επιδίωξη της προσέγγισης βασίζεται στη φιλελεύθερη πεποίθηση ότι αν η Κίνα μπορεί να γίνει δημοκρατική και ευημερούσα, τότε θα γίνει μια δύναμη που θα υποστηρίζει το status quo και δεν θα εμπλακεί σε ανταγωνισμό ασφάλειας με τις Ηνωμένες Πολιτείες [δεν γνωρίζω περίπτωση στην ιστορία των διεθνών σχέσεων, όπου η αναδυόμενη δύναμη να μην αμφισβήτησε, να υποστήριξε το status quo - ανεξάρτητα το πολιτικό, κοινωνικό και οικονομικό της πρότυπο ή προσανατολισμό]. Ως εκ τούτου, η αμερικανική πολιτική έχει επιδιώξει να ενσωματώσει την Κίνα στην παγκόσμια οικονομία και να διευκολύνει την ταχύτατη οικονομική της ανάπτυξη, ούτως ώστε η Κίνα να γίνει πλούσια και, ελπίζεται, ικανοποιημένη με την παρούσα θέση της στο διεθνές σύστημα.
Αυτή η πολιτική των ΗΠΑ έναντι της Κίνας είναι λανθασμένη. Μια πλούσια Κίνα δεν θα είναι μια δύναμη που θα υποστηρίζει το status quo, αλλά ένα επιθετικό κράτος αποφασισμένο να πετύχει την περιφερειακή ηγεμονία. Αυτό δεν συμβαίνει επειδή μια πλούσια Κίνα θα έχει κακά κίνητρα, αλλά επειδή ο καλύτερος τρόπος για να μεγιστοποιήσει ένα κράτος τις προοπτικές του για επιβίωση είναι να γίνει ηγεμόνας στην περιφέρεια του κόσμου όπου βρίσκεται γεωγραφικά [ακριβώς όπως κοινωνικές ομάδες, αντίστοιχα, προσπαθούν να ηγεμονεύσουν -ιδεολογικά- πνευματικά και υλικά σε μια ορισμένη κοινωνία]. Παρ'ότι είναι σίγουρα προς το συμφέρον της Κίνας να είναι ο ηγεμόνας της Βορειοανατολικής Ασίας, προφανώς δεν είναι προς το συμφέρον της Αμερικής να αφήσει να γίνει κάτι τέτοιο... οι δομικές επιταγές του διεθνούς συστήματος, οι οποίες είναι ισχυρές, μάλλον θα υποχρεώσουν τις Ηνωμένες Πολιτείες να εγκαταλείψουν την πολιτική της δημιουργικής προσέγγισης στο εγγύς μέλλον.



Τέλος, ένα σχόλιο από έναν Ασιάτη-αμερικανό τον οποίο παρακολουθώ (απολαυστικά είναι αυτά τα αυθόρμητα σχόλια):
«Οι Κορεάτες ποτέ δεν θα πολεμήσουν στο πλευρό των Ιαπώνων. Η Ταϊβάν έχει καλές σχέσεις πλέον με την Κίνα. Η Ινδία ποτέ δεν θα πάρει ενεργητικά το μέρος των Ιμπεριαλιστών, αυτό πλέον το διδάσκουν όλες οι σχολές. Οι Ιάπωνες μισούν τις Η.Π.Α, γιατί ελέγχονται από τις Η.Π.Α και γιατί δεν ξεχνούν ποιος τους επιτέθηκε με πυρηνικά [εδώκαι εδώ]. Απλά διάβασε τα βιβλία τους για τις Η.Π.Α. Βέβαια, δεν θα στο πουν ποτέ κατά πρόσωπο. Χρησιμοποιούν τις εντάσεις για να αγοράσουν όπλα και να γίνουν ισχυρότεροι... Χρησιμοποιούν τις διαμάχες για να πετάξουν από πάνω τους τους περιορισμούς και να απαλλαγούν από τον έλεγχο των Η.Π.Α. Η Ιαπωνία ποτέ δεν θα πολεμήσει την Κίνα, ούτε η Νότιος Κορέα... Η ηγεμονία των Η.Π.Α στην Ασία είναι μια ψευδαίσθηση».



.~`~.
Εξέλιξη του Α.Ε.Π κρατών από τη κατάρρευση του διπολικού διεθνούς συστήματος έως σήμερα

Η.Π.Α

Κίνα

Ιαπωνία

Ρωσία
*
Γερμανία

.~`~.
Για περαιτέρω ιχνηλάτηση και πληρέστερη προοπτική

Με αφορμή τα αυτονομιστικά κινήματα και τις υποεθνικές-κρατικές τάσεις και πιέσεις: Ο «νεομεσαιωνισμός» ή «New medievalism» ως ένα πρότυπο διακυβέρνησης της παγκόσμιας πολιτικής και οικονομίας, τρεις οπτικές θεώρησης της παγκοσμιοποίησης -από τα μάτια του τωρινά ισχυρού- και δυο λόγια εισαγωγικά περί «εδαφικών» και μη ιδεολογιών.

$
0
0

.~`~.
I
Η «κυριαρχία» ανάμεσα στις Markets και στον New medievalism

Είναι πιθανόν τα κυρίαρχα κράτη να εξαφανιστούν και να αντικατασταθούν όχι από μια παγκόσμια κυβέρνηση αλλά από ένα σύγχρονο και κοσμικό ισοδύναμο του είδους της οικουμενικής πολιτικής οργάνωσης που υπήρχε στη δυτική χριστιανοσύνη στο μεσαίωνα. Στο σύστημα αυτό κανένας ηγέτης ή κράτος δεν ήταν κυρίαρχο με την έννοια ότι κατείχε την ανώτατη εξουσία σε ένα συγκεκριμένο έδαφος και σε ένα τμήμα του χριστιανικού πληθυσμού'όλοι έπρεπε να μοιράζονται την εξουσία με τους υποτελείς ηγεμόνες και με τον πάπα, ενώ στη Γερμανία και στην Ιταλία έπρεπε να τη μοιράζονται με τον αυτοκράτορα της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας.

Deutscher Bundestag

Η οικουμενική πολιτική τάξη της δυτικήςχριστιανοσύνης αποτελεί μια εναλλακτική λύση στο σύστημα κρατών που δεν περιλαμβάνει ακόμη μια οικουμενική κυβέρνηση. Κάθε εξουσία στη μεσαιωνική χριστιανοσύνη θεωρείτο ότι απέρρεε σε τελική ανάλυση από τον Θεό και το πολιτικό σύστημα ήταν κατά βάση θεοκρατικό.
---------------------------------------------------------------
Το κοσμικό αντίστοιχο της παραπάνω πρότασης είναι: Κάθε εξουσία στη νεομεσαιωνική εκκοσμικευμένη δυτική αγοραιοχριστιανοσύνη απορρέει σε τελική ανάλυση από το Χρήμα και το πολιτικό σύστημα είναι κατά βάση χρηματοκρατικό.
---------------------------------------------------------------
Συνεπώς θα μπορούσε ίσως να φανεί παράδοξο ότι σκεφτόμαστε μια επιστροφή στο μεσαιωνικό μοντέλο, αλλά δεν είναι παράδοξο να υποθέσουμε ότι θα μπορούσε ίσως να αναπτυχθεί ένα σύγχρονο και κοσμικό ισοδύναμο του, το οποίο να περιλαμβάνει τα βασικά του χαρακτηριστικά: ένα σύστημα επικαλυπτόμενης εξουσίας και πολλαπλής αφοσίωσης.
Είναι γνωστό ότι τα κυρίαρχα κράτη μοιράζονται σήμερα τη σκηνή της παγκόσμιας πολιτικής με «άλλους παράγοντες», όπως ακριβώς στους μεσαιωνικούς χρόνους το κράτος έπρεπε να μοιράζεται τη σκηνή με «άλλες ενώσεις». Αν τα σύγχρονα κράτη έφταναν να μοιράζονται την εξουσία τους πάνω στους πολίτες τους καθώς και την ικανότητα τους να ελέγχουν την αφοσίωση τους, αφενός με τις περιφερειακές και παγκόσμιες αρχές και αφετέρου με τις υπο-κρατικές και τις υπο-εθνικές αρχές, σε τέτοιο βαθμό, που να έπαυε να είναι εφαρμόσιμη η ιδέα της κυριαρχίας, τότε θα μπορούσε ίσως κανείς να πει ότι εμφανίστηκε μια νεομεσαιωνική μορφή οικουμενικής πολιτικής τάξης.
Για παράδειγμα, θα μπορούσαμε να υποθέσουμε ότι η κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου θα έπρεπε να μοιράζεται την εξουσία της αφενός με τις αρχές στη Σκοτία, στην Ουαλία, στο Γουέσεξ και αλλού και αφετέρου με την ευρωπαϊκή αρχή στις Βρυξέλλες και τις παγκόσμιες αρχές στη Νέα Υόρκη και στη Γενεύη σε τέτοιο βαθμό, που η έννοια της κυριαρχίας της στα εδάφη και στον λαό του Ηνωμένου Βασιλείου να μην είχε καμιά ισχύ...
Θα μπορούσαμε ίσως να υποθέσουμε ότι η πολιτική αφοσίωση των κατοίκων, για παράδειγμα, της Γλασκόβης θα ταλαντευόταν σε τέτοιο βαθμό ανάμεσα στις αρχές του Εδιμβούργου, του Λονδίνου και των Βρυξελλών και της Νέας Υόρκης, που η κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου δεν θα μπορούσε να θεωρηθεί ότι απολάμβανε κάποια υπεροχή έναντι των άλλων, σαν αυτή που έχει σήμερα.
Αν επικρατούσε μια τέτοια κατάσταση σε ολόκληρο τον κόσμο, θα μπορούσαμε να την ονομάσουμε, ελλείψει ενός καλύτερου όρου,
νεομεσαιωνική τάξη, New medievalism.

Hedley Bull
εν έτη
1977

*
Με αφορμή την άνωθεν φωτογραφία παρατηρήστε την ενδεχόμενη συνάφεια περί «κοινοτικής» και «λαϊκιστικής» θεώρησης της παγκοσμιοποίησης και ενδεχόμενης σύγκρουσης τους στο κεφάλαιο-μέρος III.

*


.~`~.
II
Ο «νεομεσαιωνισμός» ως ένα πρότυπο διακυβέρνησης της παγκόσμιας οικονομίας

Ο «νέος μεσαιωνισμός», ο οποίος βασίζεται στη πεποίθηση ότι ο κόσμος βιώνει το τέλος της εθνικής κυριαρχίας, απορρίπτει ανεπιφύλακτα την ιδέα μιας φιλελεύθερης διεθνούς οικονομικής τάξηςπου θα βασίζεται στη συνεργασία των κυρίαρχων κρατών. Το δόγμα της κυριαρχίας, το οποίο διατυπώθηκε για πρώτη φορά στη Συνθήκη της Βεστφαλίας το 1648, υποστηρίζει ότι οι κυβερνήσεις απολαμβάνουν πλήρη έλεγχο επί του εδάφους και των ατόμων που διαβιούν εντός της νόμιμης δικαιοδοσίας τους.
Οι οπαδοί του νέου μεσαιωνισμού πιστεύουν ότι η έννοιας της εθνικής κυριαρχίας, η οποία κατηύθυνε την άσκηση της διεθνούς πολιτικής για τριακόσια πενήντα χρόνια, καταρρέει εξαιτίας τόσο εσωτερικών όσο και εξωτερικών εξελίξεων'τα κράτη κατακερματίζονται σε μικρότερες μονάδες εξαιτίας εθνικών και περιφερειακών συγκρούσεων, ενώ ταυτόχρονα επισκιάζονται από ανερχόμενους μη κρατικούς και υπερκρατικούς παράγοντες όπως οι πολυεθνικές εταιρείες, οι διεθνείς οργανισμοί και ιδιαίτερα οι μη κυβερνητικές οργανώσεις.

---------------------------------------------------------------
Υπό τη παγκόσμια τάξη της Βεστφαλίας των κυρίαρχων εθνών κρατών, η οποία διαμορφώνει τις διεθνείς σχέσεις από το 1648, μονάχα ο συντονισμένος οικονομικός εθνικισμός που εστιάζει στην εσωτερική ανάπτυξη μπορεί να αποτραβήξει τη παγκόσμια οικονομία από το καθοδικό σπιράλ. Ο οικονομικός εθνικισμός δεν πρέπει να συγχέεται με τον εμπορικό προστατευτισμό. Δεκαετίες αρπακτικού διασυνοριακού νεοφιλελεύθερου χρηματοπιστωτισμού και εμπορίου έχουν παραγάγει ισχυρά συναισθήματα αντι-παγκοσμιοποίησης σε κάθε χώρα σε όλο τον κόσμο. Έχει μετατραπεί σε μια πάλη των τάξεων ανάμεσα στη χρηματιστική ελίτ και τους φτωχούς εργαζομένους, στις πλούσιες και τις φτωχές χώρες εξίσου.
...σε έναν κόσμο όπου ο φονταμενταλισμός της αγοράς έχει γίνει νόρμα, ο ασύνετος εμπορικός προστατευτισμός φαίνεται να εμφανίζεται γρήγορα και να μετεξελίσσεται σε έναν νέο παγκόσμιο εμπορικό πόλεμο με σύνθετες διαστάσεις. Η ειρωνεία είναι ότι αυτός ο νέος εμπορικός πόλεμος προωθείται όχι από τις κακομεταχειρισμένες φτωχές οικονομίες... αλλά από τις ΗΠΑ, ως ηγέτη των πλούσιων εθνών που έχουν κερδίσει περισσότερο απ'ό, τι έχουν χάσει υπό την τρέχουσα οικονομική τάξη και το εμπορικό σύστημα.
Henry C.K. Liu
---------------------------------------------------------------

Οι οπαδοί του νέου μεσαιωνισμού εξηγούν ότι αυτή η ιστορική καμπή έχει προκύψει λόγω των διεθνικών οικονομικών δυνάμεων (του εμπορίου, των χρηματοοικονομικών κ.λπ.) και λόγω των σύγχρονων τεχνολογικών εξελίξεων, όπως είναι ο ηλεκτρονικός υπολογιστής, οι τεχνολογίες πληροφόρησης και η πρόοδος στις μεταφορές. Στην εποχή του Ιντερνέτ διατείνονται ότι οι κυβερνήσεις έχουν χάσει το μονοπώλιο τους στην πληροφορία και επομένως μπορούν να τις αμφισβητήσουν με επιτυχία οι μη κυβερνητικοί παράγοντες. Καταλήγοντας στο συμπέρασμα ότι αυτές οι αλλαγές διαβρώνουν τους ιεραρχικούς οργανισμούς και υπονομεύουν τις συγκεντρωτικές δομές εξουσίας, βλέπουν να αντικαθίστανται η άλλοτε κυρίαρχη ιεραρχική τάξη των εθνών-κρατών από οριζόντια δίκτυα κρατών, εθελοντικές οργανώσεις και διεθνείς θεσμούς. Αυτή η εξέλιξη με τη σειρά της οδηγεί στην επίλυση των προβλημάτων μέσω της συνεργασίας των ενδιαφερόμενων ατόμων και ομάδων ολόκληρου του κόσμου. Στη θέση της αμέριστης αφοσίωσης που όφειλε κατά το παρελθόν ο πολίτης στον ανώτατο άρχοντα θεωρείται επιθυμητό να δημιουργηθεί ένας κόσμος πολλαπλών αναφορών και ευθυνών, ένας κόσμος στον οποίο οι μη κρατικοί, εθνικοί και υπερεθνικοί θεσμοί θα μοιράζονται την αρμοδιότητα επί των ατόμων... Αν και οι μη κυβερνητικές οργανώσεις αρχικά ασχολούνταν κυρίως με εγχώρια προβλήματα, έχουν αρχίσει να ασχολούνται όλο και περισσότερο με τις υποτιθέμενες αρνητικές συνέπειες της παγκοσμιοποίησης σε διάφορους τομείς διεθνώς.

---------------------------------------------------------------
Υπάρχει αφθονία αυτοπροσδιοριζόμενων εκπροσώπων του κοινού καλού του «διαστημοπλοίου γη» ή «αυτού του πλανήτη που κινδυνεύει». Ωστόσο οι απόψεις αυτών των ιδιωτών, όποια αξία και να έχουν, δεν είναι αποτέλεσμα κάποιας πολιτικής διαδικασίας προώθησης και σύνθεσης συμφερόντων. Καθώς δεν επικυρώνονται από μια τέτοια πολιτική διαδικασία, οι απόψεις αυτών των ατόμωνσυνιστούν έναν ακόμη λιγότερο έγκυρο οδηγό για το κοινό καλό της ανθρωπότητας από ό,τι οι απόψεις των εκπροσώπων κυρίαρχων κρατών, ακόμη και εκείνων με μη αντιπροσωπευτικά ή τυραννικά καθεστώτα, που έχουν τουλάχιστον δικαίωμα να μιλούν για κάποιο μέρος της ανθρωπότητας ευρύτερο από τον εαυτό τους. Ούτε έχουν οι εκπρόσωποι των μη κυβερνητικών ομάδων τέτοιου είδους εξουσία'μπορεί να μιλούν με κύρος για το συγκεκριμένο αντικείμενο τους, αλλά το να καθορίζουν τα συμφέροντα της ανθρωπότητας ισοδυναμεί με το να αξιώνουν ένα είδος εξουσίας που μπορεί να παρασχεθεί μόνο από μια πολιτική διαδικασία.
Αν όμως αναγκαζόμασταν να ψάξουμε μέσα από τις απόψεις των κρατών, και ειδικά των κρατών που συναθροίζονται σε διεθνείς οργανισμούς, για να ανακαλύψουμε το παγκόσμιο κοινό καλό, τούτο θα οδηγούσε σε διαστρέβλωση της πραγματικότητας. Οι οικουμενικές ιδεολογίες που ασπάζονται τα κράτη είναι πασίγνωστο ότι εξυπηρετούν τα ιδιαίτερα συμφέροντα τους και οι συμφωνίες που συνάπτονται μεταξύ κρατών είναι γνωστό ότι είναι περισσότερο προϊόντα διαπραγμάτευσης και συμβιβασμού παρά προϊόντα κάποιου ενδιαφέροντος για τα συμφέροντα της ανθρωπότητας ως συνόλου.
Hedley Bull
Από
---------------------------------------------------------------

Η εξέταση του μεσαιωνικού μοντέλου διακυβέρνησης υποδηλώνει το μέγεθος του προβλήματος που αντιμετωπίζει η ατζέντα του νεομεσαιωνισμού. Ο μεσαιωνικός κόσμος της Δυτικής Ευρώπης από τον 5ο έως τον 15ο περίπου αιώνα μοιραζόταν μια κοινή κληρονομιά όσον αφορά στον χριστιανισμό και στο ρωμαϊκό δίκαιο. Η άρχουσα αριστοκρατία όλων των μεγάλων ευρωπαϊκών χωρών μοιραζόταν πολλές παρόμοιες ιδέες, αρχές και αξίες. Σε ολόκληρη τη ΔυτικήΕυρώπη συναντιόνταν οι ίδιες κοινωνικές και πολιτικές δομές: η φεουδαρχία, η εκκλησία, η βασιλεία. Παρά τις συνεχείς πολιτικές, θρησκευτικές και κοινωνικές διαμάχες της, θα μπορούσε κανείς εύλογα να πει για τη μεσαιωνικήΕυρώπη ότι είχε μια ενιαία πολιτική κουλτούρα. Αυτή η χιλιετία που προηγήθηκε της εμφάνισης του σύγχρονου εδαφικού κράτους χαρακτηρίστηκε επίσης από εύθραυστες και διασκορπισμένες συγκεντρώσεις οικονομικής και πολιτικής ισχύος.
Αν και οι υπερασπιστές του νέου μεσαιωνισμού μιλούν για την ανάδυση μιας παγκόσμιας πολιτικής κουλτούρας κοινών αξιών και αντιλήψεων που θα μπορούσαν να παράσχουν τις κοινωνικές και πολιτικές βάσεις για τη δημιουργία ενός κόσμου που θα διαχειρίζονταν οι μη κυβερνητικές οργανώσεις, τα στοιχεία που στηρίζουν αυτό τον ισχυρισμό δεν είναι καθόλου πειστικά. Στον βαθμό που υπάρχει πράγματι μια μεταεθνική, παγκόσμια πολιτική κουλτούρα, αυτή περιορίζεται στον δυτικό πολιτισμό'εντούτοις, ακόμη και στη Δύση, εξακολουθούν να υπάρχουν έντονες εθνικιστικές, εθνοτικές και φυλετικές συγκρούσεις. Παρά την αφύπνιση του μη δυτικού κόσμου σχετικά με τη σπουδαιότητα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, την ανεκτικότητα έναντι θρησκευτικών διαφορών και τα δυτικά φιλελεύθερα ιδεώδη, αυτοί οι άλλοι πολιτισμοί δεν μοιράζονται την πολιτική κουλτούρα και/ή τις βασικές αξίες της Δύσης. Η γνώση της ιστορίας του 20ου αιώνα καθιστά δύσκολο το να αποδεχτούμε το επιχείρημα που προτάσσουν πολλοί υπέρμαχοι των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, ότι δηλαδή οι καταπατητές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων θα αποφεύγουν στο εξής τέτοιες ενέργειες διότι κινδυνεύουν να εκτεθούν παγκοσμίως.
Δεν χρειάζεταικανείς να αποδεχτεί το επιχείρημα του Samuel Huntington στο βιβλίο του The Clash of Civilizations (1996)για να αντιληφθεί ότι εκατοντάδες εκατομμύρια άνθρωποι δεν προσυπογράφουν τις κοσμικές αξίες της Δύσης, ούτε αποδέχονται την ιδέα μιας παγκόσμιας πολιτικής κουλτούρας η οποία ενσωματώνει τη θρησκευτική ανεκτικότητα, τα ανθρώπινα δικαιώματα και τον σεβασμό του ατομικισμού.
Στην Κίνα, στην Ινδία και σε άλλα μέρη του λιγότερο αναπτυγμένου κόσμου το κράτος είναι σίγουρα ζωντανό και ακμαίο. Είναι πολύ απίθανο οι μη κυβερνητικές οργανώσεις να αποκτήσουν σε αυτές τόση επιρροή όση έχουν στις Ηνωμένες Πολιτείες και σε ορισμένες άλλες δυτικές χώρες. Κάποια μέρα ίσως, ιδιαίτερα ως συνέπεια της οικονομικής ανάπτυξης και της ανάδυσης μιας ισχυρής μεσαίας τάξης, αυτοί οι πολιτισμοί μπορεί να υιοθετήσουν τις δυτικές αξίες της δημοκρατίας, του ατομικισμού και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Αυτή όμως η εποχή δεν έχει έρθει ακόμη.

---------------------------------------------------------------
Τελευταία, η Δύση κουράστηκε από το κράτος και έγινε δύσπιστη απέναντι του, αηδίασε με την κυριαρχία του και θέλει να την τροποποιήσει. Το ενδιαφέρον σήμερα μετατοπίστηκε στην εξωτερική πολιτική, τους διεθνείς θεσμούς και τον διεθνή έλεγχο, ακόμη και σε ένα παγκόσμιο κράτος, επειδή το σύστημα κρατών σήμερα βρίσκεται φανερά στην ίδια αναρχική απαρχαίωση που βρίσκονταν τα φεουδαρχικά βασίλεια την εποχή που γεννήθηκε ο Machiavelli.
---------------------------------------------------------------

Είναι στη φύση της πολιτικής -και για πολιτική μιλάμε εδώ- η ισχύς να δημιουργεί αντισταθμιστική ισχύ και να μιμούνται κι άλλοι την τακτική των πολιτικά επιτυχημένων. Παράλληλα με τις «καλές» μη κυβερνητικές οργανώσεις της εποχής μας, όι οποίες τις περισσότερες φορές επιδιώκουν αξιόλογους στόχους, μπορεί κάποια στιγμή να εμφανιστούν μη κυβερνητικές οργανώσεις των οποίων οι στόχοι δεν θα είναι τόσο αξιόλογοι.
Μια τέτοια πιθανότητα προδιαγράφτηκε με την ανίερη συμμαχία στο Σιάτλ μεταξύ «καλών» μη κυβερνητικών οργανώσεων που επιδίωκαν να επιτύχουν ανιδιοτελείς στόχους, όπως την προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και του περιβάλλοντος, με τα οργανωμένα αμερικάνικα σωματεία, τα οποία κυνικά εκμεταλλεύτηκαν τους στόχους των μη κυβερνητικών οργανώσεων στην εκστρατεία τους να κρατήσουν τις εξαγωγές των λιγότερο αναπτυγμένων χωρών εκτός της αμερικανικής οικονομίας.
Δεν είναι υπερβολή να πούμε ότι η Εθνική Ένωση Οπλοφορόυντων στις ΗΠΑ και η ρωσική μαφία, των οποίων οι ατζέντες δεν συμφωνούν καθόλου με την πολιτική ατζέντα των οπαδών του νέου μεσαιωνισμού, συγκαταλέγονται μεταξύ των πιο επιτυχημένων μη κυβερνητικών οργανώσεων!
Robert Gilpin


.~`~.
III
Οι τρεις οπτικές θεώρησης της παγκοσμιοποίησης από τα μάτια του τωρινά ισχυρού
και δυο λόγια εισαγωγικά περί «εδαφικών» και μη ιδεολογιών.

Στην εντεινόμενη αντιπαράθεση που διεξάγεταισχετικά με την παγκοσμιοποίησηκαι τις συνέπειες της στις εκβιομηχανισμένες οικονομίες διακρίνονται καθαρά τρεις διαφορετικές οπτικές θεώρησης. Οι οικονομολόγοι, οι περισσότεροι πολιτικοί ηγέτες και επικεφαλής επιχειρήσεων και άλλοι υπέρμαχοι της παγκοσμιοποίησης συμμερίζονται μια οπτική «ελεύθερης αγοράς» που αντιστρατεύεται την αυστηρή ρύθμιση της παγκόσμιας οικονομίας. Πολλά άτομα και ομάδες συμφερόντων, όπως τα εργατικά συνδικάτα, οι επιχειρήσεις που αντιμετωπίζουν τον ανταγωνισμό των εισαγωγών και οι οικονομικοί εθνικιστές έχουν κοινή μια «λαϊκιστική» οπτική και εναντιώνονται σφόδρα στην παγκοσμιοποίηση, υποστηρίζοντας παράλληλα την επιβολή περιορισμών στο ελεύθερο εμπόριο και στις δραστηριότητες των επενδυτών και των πολυεθνικών εταιρειών. Κάπως επικαλυπτόμενοι με τη λαϊκιστική οπτική, αλλά πλησιέστερα προς την πολιτική Αριστερά, είναι οι «κοινοτιστές» - περιβαλλοντιστές, υποστηρικτές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και άλλοι, οι οποίοι πιστεύουν ότι η παγκοσμιοποίηση δημιουργεί μια περιβαλλοντικά μολυσμένη, ιεραρχική και εκμεταλλευτική παγκόσμια τάξη. Αυτές οι ομάδες τάσσονται υπέρ μιας δικαιότερης, περιβαλλοντικά υγιούς και με περισσότερη ισότητα παγκόσμιας τάξης.

Η οπτική της ελεύθερης αγοράς
Στη μεγάλη τους πλειοψηφία, οι οικονομολόγοι και οι επικεφαλής επιχειρήσεων πιστεύουν ότι η παγκοσμιοποίηση και η παγκοσμίως προϊούσα υιοθέτηση των αμερικάνικων αξιών (κοινωνικών, οικονομικών και πολιτικών) απελευθερώνουν καταπιεσμένες έως τώρα οικονομικές δυνάμεις και οδηγούν σε αποτελεσματικότερη αξιοποίηση των σπανιζόντων πόρων του πλανήτη, κάτι το οποίο θα έχει ως αποτέλεσμα τη μεγιστοποίηση του παγκόσμιου πλούτου και θα επιτρέψει σε όλους τους λαούς να ωφεληθούν οικονομικά.
Πέραν τούτων, τρέφουν την προσδοκία ότι συνάμα θα ενισχύονται οι εμπορικοί και άλλοι δεσμοί μεταξύ των δημοκρατικών, προσανατολισμένων στην αγορά κοινωνιών, με αποτέλεσμα να εξυπηρετείται παράλληλα και η υπόθεση της παγκόσμιας ειρήνης.
Την πίστη στα υπέρμετρα πλεονεκτήματα της παγκοσμιοποίησης εξήγησαν με μεγάλο ενθουσιασμό ο Lowell Bryan και η Diana Farrell στο βιβλίο τους Market Unbound: Unleashing Global Capitalism (1996). Οι δύο συγγραφείς, σύμβουλοι επιχειρήσεων το επάγγελμα, διακηρύσσουν ότι ο καπιταλισμός οδηγεί σε μια εποχή πρωτοφανούς ευημερίας, καθώς αφενός μεν όλο και πληθαίνουν τα κράτη που συμμετέχουν στην παγκόσμια οικονομία, αφετέρου δε οι χρηματοοικονομικές ροές και οι ροές τεχνολογίας από τις ανεπτυγμένες χώρες οδηγούν στην άμβλυνση των ανισοτήτων ως προς την κατανομή του πλούτου και της ανάπτυξης από τη μια άκρη του κόσμου μέχρι την άλλη.

Η λαϊκιστική (εθνικιστική) οπτική
Όσοι ανήκουν σ'αυτή την ομάδα κατηγορούν την παγκοσμιοποίηση ως υπαίτια για τα περισσότερα κοινωνικά, οικονομικά και πολιτικά δεινά που ταλανίζουν τις Ηνωμένες Πολιτείες και άλλες εκβιομηχανισμένες κοινωνίες. Το ένα ή το άλλο μέρος της εν λόγω ομάδας αποδίδει στην παγκοσμιοποίηση τις εξής δυσάρεστες εξελίξεις: τις διευρυνόμενες οικονομικές ανισότητες και τα υψηλά επίπεδα ανεργίας στις εκβιομηχανισμένες οικονομίες, τη συρρίκνωση ή την έλλειψη των κοινωνικών προγραμμάτων και του κράτους πρόνοιας στο όνομα της διεθνούς ανταγωνιστικότητας, την καταστροφή των εθνικών πολιτισμών και της εθνικής πολιτικής αυτονομίας, την παράνομη μετανάστευση, την άυξηση της εγκληματικότητας κ.ο.κ.
Στις Ηνωμένες Πολιτείες ο Ross Perot και ο Patrick Buchanan στον χώρο της πολιτικής Δεξιάς και τα προσκείμενα προς την πολιτική Αριστερά εργατικά συνδικάτα προσυπογράφουν πεποιθήσεις αυτού του είδους'τόσο η Δεξιά όσο και η Αριστερά αποκήρυξαν το ελεύθερο εμπόριο και τις πολυεθνικές επιχειρήσεις θεωρώντας ότι προκάλεσαν ή έστω επιδείνωσαν τα κοινωνικά και οικονομικά προβλήματα της Αμερικής. Στην Ευρώπη νεοφασίστες και σοσιαλιστές εκδήλωσαν αντιπάθεια απέναντι στο οικονομικό άνοιγμα και την απειλούμενη απώλεια της εθνικής αυτοδιάθεσης. Ακόμα και ένα επιτυχημένος καπιταλιστής όπως ο γαλλοβρετανός κεφαλαιούχος James Goldsmith προειδοποίησε για τους κινδύνους που εγκυμονεί το ελεύθερο εμπόριο με τις χώρες της Ανατολικής Ασίας με τα φτηνά εργατικά χέρια και τάχθηκε υπέρ της επιβολής υψηλών φραγμών προκειμένου να περιοριστούν οι εισαγωγές από τις λιγότερο αναπτυγμένες χώρες προς την Ευρώπη.
Αυτοί οι επικριτές υποστηρίζουν τον εμπορικό προστατευτισμό, τα περιφερειακά οικονομικά μπλόκ και την επιβολή περιορισμών στις δραστηριότητες των πολυεθνικών επιχειρήσεων.

Η κοινοτική οπτική
Η τρίτη άποψη αποτελεί ένα συνονθύλευμα θεωρίας της εξάρτησης, γκαντιανών οικονομικών (Gandhian economics)και της θέσης περί των «ορίων της ανάπτυξης». Ο όρος «κοινοτισμός» προήλθε από το βιβλίο του Dani Rodrik Has Globalization Gone Too Far? (1997) και υποδηλώνει ότι ο κεντρικός στόχος αυτής της ομάδας είναι η επιστροφή στις τοπικές, ανεξάρτητες και στενά συνδεδεμένες κοινότητες.
---------------------------------------------------------------
Η χρήση του όρου «κοινοτιστής» αναφέρεται, σύμφωνα με τον Rodrik, σε εκείνα τα άτομα που δίνουν έμφαση στις «ηθικές και πολιτικές αρετές» και τρέφουν μεγάλη καχυποψία απέναντι στις οικονομίες των αγορών.
---------------------------------------------------------------
Τα μέλη αυτής της συγκεχυμένης ομάδας, η οποία περιλαμβάνει τους ζαπατίστας αντάρτες της πολιτείας Τσιάπας στο Μεξικό, τον ηγέτη της σταυροφορίας κατά των επιχειρήσεων Ralph Nader και τον κεφαλαιούχο/επενδυτή George Soros [καθώς και τον πάπα Ιωάννη Παύλο Β' -γράφει σε άλλο σημείο του κειμένου- ο οποίος πέθανε το 2005], αποκηρύσσουν την παγκοσμιοποίηση επειδή επιφυλάσσει στους λαούς του κόσμου ένα καθεστώς ωμής καπιταλιστικής τυραννίας, ιμπεριαλιστικής εκμετάλλευσης και υποβάθμισης του περιβάλλοντος. Φοβούνται έναν κόσμο κυριαρχούμενο από τις τεράστιες πολυεθνικές επιχειρήσεις, οι οποίες θα άρουν κάθε εμπόδιο που περιορίζει την οικονομική ανάπτυξη, το ελεύθερο εμπόριο και την ακόρεστη επιδίωξη ικανοποίησης επιχειρησιακών συμφερόντων.
Οι διαπνεόμενοι από τέτοιες αντιλήψεις επικριτές της παγκοσμιοποίησης υποστηρίζουν ότι, εν ονόματι της διεθνούς ανταγωνιστικότητας και της μεγιστοποίησης του κέρδους, στις εκβιομηχανισμένες χώρες καταργούνται τα προγράμματα κοινωνικής πρόνοιας και οι λαοί απανταχού της γης ομοιογενοποιούνται σε μια μάζα παθητικών καταναλωτών. Όπως και οι λαϊκιστές, αυτή η ομάδα πιστεύει ότι οι μεγάλες πολυεθνικές επιχειρήσεις, οι απελευθερωμένες από ρυθμίσεις κεφαλαιαγορές και η απρόσωπη διεθνής γραφειοκρατία οργανισμών, όπως ο Παγκόσμιος Οργανισμός Εμπορίου και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, εκτελούν τα προστάγματα των καπιταλιστών και κυβερνούν τον κόσμο κατά τρόπους που καταστρέφουν την εθνική ανεξαρτησία και τη δημοκρατική αυτοκυβέρνηση σε κάθε γωνιά του πλανήτη.
Οι κοινοτιστές, όπως και πολλοί λαϊκιστικές, πιστεύουν επίσης πως η παγκοσμιοποίηση ευθύνεται για όλα σχεδόν τα οικονομικά και πολιτικά δεινά που μαστίζουν τον κόσμο, συμπεριλαμβανομένων των εισοδηματικών ανισοτήτων και της χρόνιας υψηλής ανεργίας'όπως το έθεσε ένας επικριτής, οι φτωχοί στις πλούσιες χώρες επιδοτούν τους πλούσιους στις φτωχές χώρες. Ωστόσο οι κοινοτιστές διαφέρουν από τους λαϊκιστές στο ότι είναι προσανατολισμένοι προς την πολιτική Αριστερά. Για παράδειγμα, ο Richard Falk στο βιβλίο του Economic Aspects of Global Civilization: The Unmet Challenges of World Poverty (1992) κατηγορεί την παγκοσμιοποίηση για πολλά από τα «στραβά» του κόσμου, από την οικονομική δεινοπάθεια του Νότου μέχρι και τον πόλεμο του Κόλπου. Όντας πεπεισμένοι ότι η παγκοσμιοποίηση τελικά δεν θα διατηρηθεί λόγω των καταστροφών που προκαλεί στο περιβάλλον, πολλοί κοινοτιστές τάσσονται υπέρ της επιστροφής σε έναν κόσμο αυτάρκων κλειστών κοινοτήτων.

*
**
*

Παρότι οι τρεις οπτικές αντιπροσωπεύουν τα τρία επίπεδα (υποεθνικό-κρατικό, εθνικό-κρατικό και υπερεθνικό-κρατικό) η παρακάτω άποψη δεν θα πρέπει να θεωρηθεί πως δεν συνάδει ή πως αντιφάσκει με όσα διαβάσατε επειδή κάνει διχοτόμηση του φάσματος:
Μια νέα πολιτική διαίρεση μοιάζει να χαράσσεται ανάμεσα στους κοσμοπολίτες και σε όσους είναι καταδικασμένοι να παραμένουν στον δικό τους τόπο. Μια «παγκόσμια τάξη» θα βρεθεί, απ'ότι φαίνεται, αντιμέτωπη με την υπόλοιπη ανθρωπότητα -και θα κατηγορείται για υποκρισία, αν υιοθετεί έναν φιλελεύθερο οικουμενισμό που δεν αντιστοιχεί στη ζωή και τις εμπειρίες των λιγότερο επιτυχημένων κοινωνικά και οικονομικά. Εξάλλου, πέρα από το αν είναι διαθέσιμος στους καταδικασμένους της γης, ο κοσμοπολιτισμός ως μια μορφή φιλελεύθερου οικουμενισμούέχει δεχτεί επιθέσεις εξαιτίας της εμφανούς ανικανότητας του να αναπτύξει τρία συστατικά χαρακτηριστικά της ιδιότητας του ανθρώπου: αληθινούς δεσμούς, ισχυρά κίνητρα και πραγματική πολιτική δράση.
Jan Werner Müller

Η παραπάνω διχοτόμηση μπορεί να ιδωθεί με βάση την ιστορική εμπειρία, δηλαδή πως θα επαναληφθεί η ιστορία σύγκρουσης των δύο -τότε στη πράξη- «κρατικιστικών» ιδεολογιών που επικράτησαν στη δυτική και στην ανατολική Ευρώπη και που οι φορείς τους, η ναζιστική Γερμανία και η σοβιετική Ρωσία, πολέμησαν πρώτιστα μεταξύ τους, η δεύτερη επικράτησε (και έτσι δημιουργήθηκε το δίπολο -το οποίο εκφράστηκε μέσω του διεθνούς διπολικού συστήματος- με την τρίτη ιδεολογία που φορέας της ήταν οι Η.Π.Α) και ύστερα «κατέρρευσε» και η ίδια για να επικρατήσει τελικά ο φορέας της «ελεύθερης αγοράς» και του «φιλελεύθερου οικουμενισμού». Μόνο που τώρα η «κοινοτική» και η «λαϊκιστική» οπτική δεν βλέπονται ως «κρατικιστικές», αλλά ως «εδαφικές» ιδεολογίες.
Έτσι λοιπόν, «κοινοτιστές» και «λαϊκιστικές» μπορούν να ιδωθούν ως αυτοί που εκφράζουν «εδαφικ(οποιημέν)ες» ιδεολογίες, ενώ η ελεύθερη αγορά είναι -δήθεν- «απεδαφικοποιημένη» ιδεολογία (αυτός ο δυισμός σχετίζεται επίσης με το χωρισμό «χερσαίων» και «θαλάσσιων» δυνάμεων και στρατηγικών). Και έτσι όπως συγκρούστηκαν μεταξύ τους οι «κρατικιστικές» ιδεολογίες μπορεί τώρα να συγκρουστούν οι «εδαφικές» και μετά την επικράτηση μίας εκ των δύο να καταλήξουμε πάλι σε μια κατάσταση όπου μια «νέα πολιτική διαίρεση μοιάζει να χαράσσεται ανάμεσα στους κοσμοπολίτες και σε όσους είναι καταδικασμένοι να παραμένουν στον δικό τους τόπο».

.~`~.
Για περαιτέρω ιχνηλάτηση και πληρέστερη προοπτική

Η ανατολικη Ευρώπη και τα Βαλκάνια δέσμιες περιοχές -και πειραματόζωα- θεωριών εργαστηρίου, «ιδεών»-εργαλείων, της «κοινής γνώμης» και ιδεολογικών «πραγματικοτήτων» και ιστοριογραφιών - μέρος α´.

Next: Το μέλλον της Ε.Ε, η Ανατολική Ευρώπη -η Ουκρανία- και τα Βαλκάνια, ο Huntington, ο Brzezinski και οι πλανητικές πολιτικές των Η.Π.Α. Τα «Ανθρώπινα δικαιώματα», η «σύγκρουση των πολιτισμών» και τα «Ευρασιατικά Βαλκάνια» ως βαλκανοποίηση της υφηλίου και καλλιέργεια της ελεγχόμενης αναρχίας. Η απόρριψη του διλήμματος μεταξύ πυρηνικού ολοκαυτώματος ή πολιτιστικής ανυπαρξίας - προς μιας νέα ιστορική σύνθεση που θα εναντιώνεται στις θεωρίες και τους υπολογισμούς γραφείου-εργαστηρίου.
$
0
0

Στο πρώτο μισό του εικοστού αιώνα, η Ατλαντική Ευρώπη ήταν η αυτοκρατορική καρδιά του κόσμου. Οι κεντροευρωπαίοι ήρθαν να διεκδικήσουν την ισχύ. Οι ανατολικοευρωπαίοι ήταν τα θύματα.
George Friedman

Η ανατολική Ευρώπη υπήρξε το ατυχές εργαστήριο και των τριών ιδεολογικών πειραμάτων του αιώνα. Το πρώτο, των φιλελεύθερων δημοκρατικών νικητών του 1918, δίηρκεσε μόλις περισσότερο από μια δεκαετία, προτού καταρρεύσει ως επακόλουθο της παγκόσμιας ύφεσης. Η Νέα Τάξη του Χίτλερ διήρκεσε μονάχα τον μισό χρόνο απ'αυτόν. Η ήττα των ναζί άνοιξε το δρόμο στον Στάλιν για μια τρίτη απόπειρα, και τα δημιουργήματα του αποδείχτηκαν μακροβιότερα και από τους δύο προκατόχους τους.
Mark Mazower

.~`~.
Πρόλογος

Αυτό πού κρίνομε είναι ἡ τακτική ξεθεμελιώματος ενός χωρίς φρένα λιμπεραλισμου, που ἐλάχιστα αἰσθανόταν νὰ ἔχη τὴν ὁποιαδήποτε σχέση μὲ τὸν μεσογειακό χώρο. Ενός λιμπεραλισμοῦ δηλαδή πού μᾶς έδωσε μὲ τὰ κεφάλαια τῆς Ὀθωμ. Αυτοκρατορίας τὰ προϊόντα της τεχνολογίας πού έχομε σήμερα, ἀλλά μὲ ἕνα δυσανάλογο κόστος σὲ φθορά ἀνθρώπων, φύσεως καὶ αγάθων. Κυρίως στὴν ίδια τὴν δυτική Εὐρώπη πρώτα. Μιλούμε γιὰ τὰ «ἐγκλήματα» τοῦ Στάλιν μὲ τὶς μειονότητες. Μὰ επί δύο αιώνες ξεριζώματα πληθυσμών καὶ καταστροφές λαοτήτων δὲν είναι ἡ πολίτικη τῆς «Εὐρώπης» στὴν ανατολική Μεσόγειο; Τὰ προβλήματα αυτά δὲν ἔχομε σήμερα; Αυτό όμως πού έχει σημασία είναι ὁ τρόπος πού ἀκόμη σήμερα ἡ δυτική Εὐρώπη αντιμετωπίζει νοητικά τὰ προβλήματα καὶ τὰ ιδεολογήματα πού θέλει νὰ τὰ περίκλειση.
«Μωαμεθανικὸν ἔθνος» λέγει είναι οἱ Σλάβοι τῆς Βοσνίας-Ἐρζεγοβίνης καὶ τὰ προβλήματα τῶν πολέμων είναι ἀνωριμότητες «ἐθνικισμῶν». Αυτή είναι ἡ νέα «κοινὴ γνώμη»...
Δὲν δείχνουν όμως αυτά ὅτι είναι μάλλον εγγενώς ἀδύνατο στὴν δυτική Εὐρώπη νὰ αποκτήσει συνείδηση μεσογειακού χώρου καὶ πιθανόν θὰ έπρεπε νὰ απομονωθεί πλήρως ὡς πολιτικός παράγων από αυτήν τὴν περιοχή τοῦ κόσμου, τουλάχιστον γιὰ όσο θὰ διαρκέσει, ώσπου νὰ βρεθεί κάποια τάξη γι'αὐτόν; Δὲν είναι τάχα μιὰ άμεση συνέπεια τῆς κατευθυνόμενης ἰδεολογίας μὲ παραστάσεις τοῦ παρελθόντος (γενοκτονίες καὶ ξεριζώματα) ἡ «αὐτονόητη» σήμερα «ἐπιστημονικὴ θέση» περί τῆς υψηλής παιδαγωγικής σημασίας τῶν τοπικών πολέμων στὴν πιὸ πολύπλοκη περιοχή τοῦ κόσμου καὶ άμεσης ζωτικής σημασίας γιὰ ὁλόκληρη τὴν Εὐρώπη;
Άλλα οἱ αἰτίες τοῦ παραλόγου έχουν τὸ παρελθόν τους κι'αυτό ίσως πρέπει νὰ παρακολουθήσομε λίγο ιστορικά μὲ μιὰ κάποια μείζονα εὐκρίνεια νοημάτων.

.~`~.
Εισαγωγή στη σημασία των Βαλκανίων

...και στον τομέα της πολιτικής οξυδέρκειας η... φιλοσοφία της παραγωγής απεδείχθει ολίγιστη (όπως άλλωστε πάντα η φιλοσοφία αυτή χωρίς κάποιον από μηχανής Θεό). Δεν μπόρεσε να διακρίνει ότι με την «διάλυση» της Σοβιετικής Ενώσεως όλο το χάος των προβλημάτων που η ίδια εδημιούργησε παγκοσμίως, και που εκαλύπτετο υπό την ιδεολογία του «αντικομμουνισμού», θα εστρέφετο εις βάρος της. Ένα πλήθος βιβλίων προπαγάνδας έπνιξε τις βιτρίνες με την αλλαγή του 89', όπου παρουσιάζαν τη Σοβιετική Ένωση ως ένα κουβάρι εθνοτήτων, των οποίων η μόνη... φυσική κατάσταση είναι ο εμφύλιος πόλεμος. Καμμία όμως συζήτηση δεν έγινε για τα προβλήματα που υπήρχαν στα πλαίσια του πρώην «δυτικού κόσμου». Η κολοσσιάια διαφορά μεταξύ αυτών και εκείνων της πρώην Σοβιετικής Ένώσεως είναι ότι τα δέυτερα έχουν μια κοινή ιστορία και ένα κοινό πολιτιστικό πλαίσιο για να λυθούν, ενώ τα πρώτα δεν έχουν κανένα.
Όταν ο Λιθουανός, ο Ούγγρος ή ο Βούλγαρος λένε «Ευρώπαική Ένωση» και «δημοκρατία» εννοούν λεφτά, ενώ όταν λένε «ΝΑΤΟ» εννοούν ότι θέλουν να λυθούν τα εθνικά προβλήματα του παρελθόντος που τους βαρύνουν. Εννοούν την Συνθήκη του Τριανόν και του Νεϊγύ. Και των πολλών άλλων ανάλογων που υπάρχουν στην... «θύρα της Ευρώπης». Όταν ο Ούγγρος λέει «Ευρωπ. Ένωση» και «ΝΑΤΟ», δεν εννοεί ότι του λείπουν δημοδιδάσκαλοι που διδάσκουν την δημοκρατία'εννοεί ότι θέλει αλλαγή των συνθηκών εκείνων που τον μετέβαλαν από ένα προεξέχοντα λαό της κεντρικής Ευρώπης, σε μια μειονότητα γύφτων. Και όταν λέει τα ίδια πράγματα ο Αλβανός, εννοεί ότι θέλει μια λύση εκείνων των προβλημάτων που μετέβαλαν την χώρα του -μια από τις πλουσιότερες και στρατηγικότερες χώρες της Μεσογείου, που αποτέλεσε τον φορέα ενός από τα πιο ανεπτυγμένα και πλούσια τμήματα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας ως τις αρχές του 19ου αιώνα- σε μια επικράτεια από παρίες.
Έχει όμως η «Ευρώπη» καμία λύση γι'αυτά τα προβλήματα;. Τους «διανοούμενους της Ευρώπης» είδαμε ότι δεν τους απασχολούν τέτοια προβλήματα, ενώ με την κρίση της Βοσνίας είδαμε ότι η «ευρωπαϊκή πολιτική» εξαντλείται απλώς στο «Prestige» των «μεγάλων δυνάμεων» του παρελθόντος. Ακόμη... Αλλά λύσεις δεν είδαμε, ακριβώς διότι μέσα στα πλαίσια της παραδεδομένης πολιτικής δεν υπάρχουν λύσεις γι'αυτά τα προβλήματα.
Τι λύση μπορεί να είναι τα «καντόνια»; Η Βοσνία είναι φυλετικά σερβική (και οι μωαμεθανοί, Σέρβοι φυλετικά είναι) με μεγάλους θύλακες μωαμεθανών στο κέντρο και ορισμένους Κροατών νοτιοδυτικά. Πως θα δεχθεί τα καντόνια ο Σέρβος; Να γίνει πάλι η Βοσνία δύο κράτη; Ο χωρισμός θα περάσει αναγκαστικά μέσα από τους μωαμεθανούς, οπότε δεν μπορούν να το δεχθούν αυτοί.
Αυτές οι «λύσεις», στις οποίες εξαντλήθηκαν οι προσπάθειες των «μεσολαβητών», δεν αποτελούν λύσεις, διότι ακριβώς προέρχονται από δυτικοευρωπαϊκές παραστάσεις περί πολιτικής του παρελθόντος. Τα σημερινά προβλήματα των Βαλκανίων προέρχονται από κοινωνικές και ιδεολογικές πραγματικότητες πολύ πιο προωθημένες και πολύπλοκες απ'όσο επιτρέπει η ιδεολογική δομή των σημερινών διεθνών οργανισμών που προσπαθούν να τα επιλύσουν. Οι ιδεολογικές αρχές του ΟΗΕ είναι η αρχή της «εθνικής κυριαρχίας» και τα «ανθρώπινα δικαιώματα». Μ'αυτές ομως τις αρχές δεν μπορεί να δουλέψει ο ΟΗΕ σε κράτη σαν αυτά των Βαλκανίων και της Ανατολικής Ευρώπης, τα οποία είναι κράτη με ένα ποσοστό 30-50% ξένων πληθυσμών στο έδαφος τους. Ανάλογα προβλήματα η δυτική Ευρώπη δεν γνωρίζει. Τα προβλήματα μειονοτήτων σ'αυτήν είναι συνοριακής φύσεως προβλήματα, δηλαδή προβλήματα που μπορούν να κανονισθούν με «συμβάσεις», και μόνο η Γερμανία προπολεμικά είχε προβλήματα στην ανατολική Ευρώπη ανάλογα αυτών των Βαλκανίων. Για τα οποία χρειάσθηκε ο β'παγκόσμιος πόλεμος...
Δεν είναι βέβαια μέσα στα πλαίσια τούτου του βιβλίου η ανάλυση της φιλοσοφίας των αρχών του ΟΗΕ και η βαθύτατη αντιφατικότητα που αυτές ενέχουν. Ούτε και η προιστορία τους, που ανάγεται σε συγχυσμένες περιόδους της σύγχρονης ιστορίας όπως αυτές της «Κοινωνίας των Εθνών» και των οραμάτων της «Πανευρώπης». Ο ΟΗΕ διετήρησε την «ειρήνη» εκείνη που επεβλήθει εκ των πραγμάτων μετά τον πόλεμο, δηλ. την ψυχροπολεμική ειρήνη των εξοπλισμών, αλλά κανέναν πόλεμο δεν ματαίωσε...
Όλοι οι πολιτισμοί έχουν βάση τα «ανθρώπινα δικαιώματα». Διότι δεν υπάρχει πολιτισμός που να μην έχει μια συγκεκριμένη αντίληψη περί ανθρώπου. Ειδικά τα Βαλκάνια είναι ο χώρος όπου η ευρωπαϊκή αντίληψη «ανθρωπίνων δικαιωμάτων» υπήρξε ο ακρογωνιαίος λίθος αυτής της ιστορίας. Μόνο, όμως, που για να την πραγματοποιήσει, αναγκάσθηκε ακριβώς να καταργήσει αυτό που προσπαθεί σήμερα να επανεισάγει ο ΟΗΕ και που κατά θεωρίαν αποτελεί το «ιδεώδες» της «Ευρώπης των λαών»: την έννοια του «εθνικού κράτους» και παντός εχόντος σχέση με «έθνος» και φυλή. Και το πέτυχε.
Είναι άκρως ενδεικτικό της χαώδους ασυμφωνίας των καταστάσεων με την πραγματικότητα, ότι από την αρχή της βαλκανικής κρίσης πλημμύρισε η αγορά με «μελέτες» για τον «σερβικό μεγαλοιδεατισμό» αλλά μόνο γι'αυτόν... Πότε όμως και πως ο οποιοσδήποτε βαλκανικός λαός απέκτησε στην ιστορία του «μεγαλοιδεατικές» ιδέες; Βρίσκονται τεκμήρια τέτοιων «ιδεών» στα ιστορικά ντοκουμέντα των λαών αυτών κατά τον 17ον, 16ον, 15ον κλπ. αιώνα; Τέτοια ντοκουμέντα δεν υπάρχουν, διότι απλώς δεν μπορούσαν να υπάρξουν μέσα στην ιδεολογία που ζούσαν οι λαοί αυτοί. Οι «ιδέες» αυτές αρχίζουν από τον 19ο αιώνα και μετά, δηλαδή μετά την εισδοχή του δυτικοευρωπαϊκού «ισοζυγίου» στα Βαλκάνια. Είναι οι «ιδέες»-εργαλεία με τις οποίες εισχωρεί η δυτική Ευρώπη στα Βαλκάνια, το έργο της «ιστοριογραφίας»δηλαδή, και οι οποίες επικολλώνται στους αντίστοιχους λαούς κατά τις ανάλογες διαμορφώσεις της πολιτικής. Οι Σέρβοι λ.χ γίνονται «μεγαλοιδεάτες» από την στιγμή που η δυτικοευρωπαϊκή πολιτική τους αποκλείει από την θάλασσα. Κάτι το οποίο αγνοούσαν ως πρόβλημα από καταβολής τους επί της βαλκανικής χερσονήσου και που αποτελεί και το ουσιαστικό πρόβλημα τους σήμερα. Ένα πρόβλημα, όμως, που είναι περισσότερο σήμερα ευρωπαϊκό παρά σερβικό...
Από το τρέχον τούτο παράδειγμα μπορούμε να καταλάβουμε πόσο οι νοητικές δομές στον χώρο της πολιτικής είναι δέσμιες παραστάσεων της ίδιας «κοινής γνώμης» του παρελθόντος, που «κατανοούνται» ως «πραγματικότητα»... Αναλόγως έχουν τα πράγματα και με τις «κατανοήσεις» της πολιτικής. Με την κατάργηση του υπάρξαντος σοσιαλισμού η «Δύση» είδε ως «πραγματικότητα» αυτό που ήθελε η ίδια να δει: την «νίκη της δημοκρατίας» (νοεί του «λιμπεραλισμού»). Μέσα σ'αυτήν την ιδεολογική ευφορία για την εσωτερική κατανάλωση αγνοήθηκε η φύση και το μέγεθος των πραγματικώς υφιστάμεων προβλημάτων, που η... «δημοκρατία» επεφορτίζετο να λύσει. Προβλήματα τα οποία εδημιούργησε η ίδια άλλωστε... Η φύση των πραγμάτων αγνοήθηκε, ακόμη και όταν οι Κροάτες άρχισαν τον «εκδημοκρατισμό» τους, κηρύσσοντας θρησκευτικόν πόλεμο με φυλετικές υποκρούσεις...

.~`~.
Ιστορική αμηχανία της δυτικής Ευρώπης

Ποτέ άλλοτε η δυτική Ευρώπη δεν βρέθηκε τόσο ιστορικά αμήχανη όσο κατά τα τελευταία χρόνια. Ούτε καν για την ανατολική Ευρώπη δεν βρέθηκε να διαθέτει η δυτική μια αντίληψη συνύπαρξης. Απόδειξη της ολικής αγνόησης (όχι άγνοιας) της πνευματικής ιστορίας της ανατολικής Ευρώπης είναι ακριβώς οι απόψεις που επεκράτησαν μετά τη πτώση των συνόρων. Η πρώτη θεωρία ήταν η «θεωρία του απορροφητήρος» (!), δια της οποίας το όλον θέμα της ανατολικής Ευρώπης ελύετο δι'οικονομικής... απορροφήσεως...
Η δυτική Ευρώπη έχουσα σήμερα απλώς την οικονομική υπόσταση της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ενδιαφέρεται για τη λύση κάποιον μεσογειακών προβλημάτων, διότι έχει αντιληφθεί ότι κάτι τέτοιο σημαίνει γι'αυτήν οικονομικό κυρίως κέρδος... Το Ισλάμ είναι «κίνδυνος», αλλά είναι τότε «Ευρωπαίος» ο βαλκάνιος μωαμεθανός; Και αν δεν είναι, πως θα δεχθεί τον μεσολαβητικό ρόλο της Ευρωπαϊκής Ένωσης; Η Ευρωπαϊκή Ένωση έχουσα υιοθετήσει τον ρόλο της «Αγίας Ελεούσης» προσπαθεί να πείσει δια της τεταμένης χειρός της πλήρους «λογιστικών μονάδων», ενώ είναι γνωστό ότι σε ορισμένες περιοχές σαν αυτές των Βαλκανίων μια πολιτική δια της... οικονομικής πειθούς (άρα «λαοί επί πιστώσει») καμμιά προοπτική επιτυχίας δεν έχει...
Από τη μια μεριά τα ζωτικής σημασίας συμφέροντα, από την άλλη η ιδεολογία της «βαλκανιότητος», που θέλει την περί «Βαλκανίων» αντίληψη στα μέσα μαζικής ενημέρωσης ταυτισμένη με κάποια... αλογομούρα! Μέσα στα πλέγματα αυτών των ιδεολογικών αναγκαιοτήτων, ο ερχόμενος σε επαφή με τον κόσμο της «νοτιοανατολικής Ευρώπης» δυτικός Ευρωπαίος αντιμετωπίζει μιαν νοοτροπία που δεν μπορεί να καταλάβει αλλιώς παρά μόνον ως... Arrogance!
Διότι έρχεται με... τον αέρα πολιτικού τροπαιάρχη προς κάποιο υποτυπώδες φολκλορ του... γαϊδάρου και βρίσκει μια νοοτροπία ελάχιστα διατεθειμένη να δεχθεί πολιτιστικές υποδείξεις. Το λάθος δεν έγκειται στα πράγματα αλλά στην ιδεολογία επ'αυτών: ο δυτικός Ευρωπαίος, ως μέση κοινή συνείδηση, αγνοεί ότι ο αναβάτης του γαϊδάρου εκράτησε το μακροβιότερον πολιτιστικό, πολιτικό και ιστορικό σύστημα που υπήρξε ως τώρα... ο «υπανάπτυκτος Βαλκάνιος»...
Η φιλοσοφία του Δυτικοευρωπαίου εκτός δυτικής Ευρώπης, είναι εκείνη της «ανόδου» και της «καθόδου» των πολιτισμών, διότι αυτό εδιδάχθηκε και αυτό περιμένει να βρεί. Αυτή είναι μια έμμεση ιδεολογία ρατσισμού ως υποκατάστατον του «εθνικισμού», που οι μεταπολεμικές ανάγκες επέβαλαν ως «ξεπερασμένον». Και αποτελεί συνθήκη για την λειτουργία της δυτικής δημοκρατίας, της οποίας οι αρχές και το περιεχόμενο είναι απλή απόρροια του Εργατικού Δικαίου και ρυθμίζονται δια των «δεικτών αναπτύξεως». Η «κάθοδος των πολιτισμών» πέριξ της Μεσογείου είναι μια εσωτερική ιδεολογική αναγκαιότης της φιλοσοφίας της «ελεύθερης αγοράς».

.~`~.
Επίλογος

Εύκολα προκύπτει από την ως τώρα «βαλκανική» πολιτική της Ευρώπης, ότι δεν πρόκειται για κάτι νέο αλλά απλώς για την κλασσική πολιτική των «μεγάλων δυνάμεων»... Το αξιοσημείωτο, όμως, που ταυτόχρονα δείχνει ότι η σημερινή «Ευρώπη» δεν αποτελεί όργανο ενιαίας βουλήσεως προς διαμόρφωση πολιτικής, είναι κάτι άλλο: παρατηρούμε βάσει των κοινοτικών μηχανισμών να έχουν λόγο στα βαλκανικά προβλήματα οι Δανοί, οι Βέλγοι, και οι Ολλανδοί, δεν είδαμε όμως ως τώρα να έχουν λόγο οι Ιταλοί, για τους οποίους τα Βαλκάνια αποτελούν γεωφυσικώς και ιστορικώς τον «ζωτικό» τους χώρο. Οι διαφορές συνεπώς μεταξύ ευρωπαϊκού Βορρά και Νότου συνεχίζουν να υφίστανται σαν ιστορικές σημασίες. Η «Ευρώπη» της Montanunion μπορεί να σημαίνει μια οικονομική κοινοπραξία αλλά καμμιά ιστορική σύνθεση...


.~`~.
Για περαιτέρω ιχνηλάτηση και πληρέστερη προοπτική

Το μέλλον της Ε.Ε, η Ανατολική Ευρώπη -η Ουκρανία- και τα Βαλκάνια, ο Huntington, ο Brzezinski και οι πλανητικές πολιτικές των Η.Π.Α. Τα «Ανθρώπινα δικαιώματα», η «σύγκρουση των πολιτισμών» και τα «Ευρασιατικά Βαλκάνια» ως βαλκανοποίηση της υφηλίου και καλλιέργεια της ελεγχόμενης αναρχίας. Η απόρριψη του διλήμματος μεταξύ πυρηνικού ολοκαυτώματος ή πολιτιστικής ανυπαρξίας - προς μιας νέα ιστορική σύνθεση που θα εναντιώνεται στις θεωρίες και τους υπολογισμούς γραφείου-εργαστηρίου.

$
0
0
.
.~`~.
I

Η νέα αμερικανική πολιτική όχι μόνο δεν φαίνεται διατεθειμένη να καταργήσει τα κράτη-καρκινώματα εις βάρος των περιοχών, αλλά σκοπεί ευθέως στον πολλαπλασιασμό τους. Οι νέες «βάσεις» της αμερικανικής πολιτικής, όπως αυτή αρχιτεκτονείται στα κείμενα ύπατων επιτελών της - και εννοούμε βέβαια τον κ. S. Huntingtonκαι κ. Z. Brzezinski -, είναι η βαλκανοποίηση της υφηλίου και η καλλιέργεια της ελεγχόμενης αναρχίας ως άλλοθι ασκήσεως της. Οι Αμερικανοί, ως γνωστόν, είναι ο μόνος λαός στην μέχρι τώρα ιστορία του κόσμου, ο οποίος όρισε ως «εθνικό συμφέρον» του να τρώει όσο το δυνατόν καλύτερα, αδιαφορώντας για τους τρόπους που θα το επιτύχει.
Εξηγήσαμε στα προηγούμεναότι εδημιούργησαν τη μεταπολεμική ιδεολογική διαίρεση του κόσμου, προκειμένου να συγκεντρώσουν στα χέρια τους το μεγαλύτερο ποσοστό του παγκόσμιου κεφαλαίου. 50% του παγκόσμιου ΑΕΠ το 1945, μας λέει ο κ. Brzezinski στο βιβλίο του [Παγκόσμια Σκακιέρα], και 30% μετά. Αφύσικα πράγματα, μια και οι ίδιοι οι Αμερικανοί αναγνωρίζουν ότι η χώρα τους δεν είναι το πλουσιότερο σε φυσικές ύλες κράτος. Ο παγκόσμιος πόλεμος δεν μπορούσε προφανώς να αποτελέσει επιδιωκτέον σκοπό για τους Αμερικανούς. Τον μετέβαλαν σε ιδεολογία «κινδύνου», προκειμένου να δουλεύουν ακώλυτες οι πολεμικές βιομηχανίες, και εν συνεχεία τον υποκατέστησαν με ένα πρωτοφανές πλήθος τοπικών συρράξεων και εσωτερικών κοινωνικών τριβών στις επί μέρους χώρες, με αποτέλεσμα τις τεράστιες οικολογικές αλλοιώσεις που στις μέρες μας παρατηρούμε. Οι οικολογικές καταστροφές των καιρών μας είναι αποκλειστικό αποτέλεσμα της αμερικανικής πολιτικής. Αφ'ενός μεν γιατί ποτέ τέτοιες δεν υπήρξαν στο παρελθόν, αφ'ετέρου δε γιατί κατά το δεύτερο μισό του τρέχοντος [1998 το κείμενο] αιώνος, που η καταστροφή αυτή επήλθε, είναι ο αιώνας αποκλειστικής κυριαρχίας της αμερικανικής πολιτικής. Σήμερα, που η αρχιτεκτονική των νέων εικόνων «εχθρών» δεν έχει ακόμη επιτύχει (περί του Ισλάμβεβαίως πρόκειται κατ'αρχήν), αναγνωρίζονται τα νέα οικονομικά δεδομένα που θα τους αναπτύξουν. Κατά τρόπον απλόν πλέον αναγνωρίζεται η φυσική αλήθεια που πλειστάκις αναφέραμε στο βιβλίο τούτο, ότι οι πιο πλούσιες περιοχές του κόσμου είναι οι περιοχές αναδείξεως των μεγάλων πολιτισμών, της Μαύρης Θάλασσας και της ασιατικής περιοχής συγκλίσεως Ορθοδοξίας και Ισλάμ. Προς αυτές λοιπόν τις περιοχές οδηγεί το «εθνικό συμφέρον» τους Αμερικανούς. Και όπου υπάρχει πλούτος, εκεί συνειρμικώς πως και υποσυνειδήτως ανακύπτει αυτομάτως η λέξη «Βαλκάνια». Περί «Ευρασιατικών Βαλκανίων» ομιλεί ο κ. Brzezinski στο βιβλίο του, χαρακτηρίζοντας την περιοχή της Κεντρικής Ασίας.
Το πρόβλημα λοιπόν δεν είναι πως θα πάψουν τα Βαλκάνια να είναι πολιτικώς Βαλκάνια και να ενσωματωθούν οργανικώς στην παγκόσμια παραγωγή, αλλά πως θα βαλκανοποιηθούν περαιτέρω άλλες «χρήσιμες» περιοχές. Περί μεν των Βαλκανίων, το βλέπουμε καθαρά: από της νέας εμφανίσεως των βαλκανικών προβλημάτων (των ιδίων πάντα με τις παλαιές «εθνικές» διαιρέσεις), όλη η δυτική πολιτική στρέφεται εναντίον ενός και μόνον βαλκανικού λαού: των Σέρβων.
Πρόκειται για τον αξιολογότερο και πλέον ευρωστραφή λαό των Βαλκανίων, που θα μπορούσε ιδιαίτερα να χρησιμεύσει για μια νέα οργάνωση του βαλκανικού χώρου. Αντί τούτου όμως έχουμε νέες «δημιουργίες»: «ευρωπαϊκή» Κροατία, «ευρωπαϊκή» Βοσνία, «ευρωπαϊκή» Αλβανία και βέβαια «ευρωπαϊκό» Κόσοβο με μόνην την ιδιότητα να μη χωράει στα Βαλκάνια. Νέες «σχιζοφρένειες» δηλαδή, κατα τους χαρακτηρισμούς του κ. Huntington, που σκοπό έχουν να διατηρούν τα Βαλκάνια Βαλκάνια. Αλλά τούτες οι «σχιζοφρένειες» έχουν τους απώτερους στρατηγικούς τους λόγους. Δεν πρόκειται για τα διαλυμένα Βαλκάνια, όπου οι «εθνικές» αντιμαχίες είναι εύκολες ανά πάσαν στιγμή. Πρόκειται για τα «Ευρασιατικά Βαλκανία», τα οποία παίζουν μείζονα ρόλο για τον επικείμενο πολυκεντρισμό του κόσμου.

.~`~.
II

Οι Αμερικανοί εννοούν ότι η μυθολογία της μιας και μόνης «υπερδύναμης» στον κόσμο είναι γεγονός αφύσικο και ιστορικά απαράδεκτο και οι ίδιοι συμπληρώνουν «της μιας και τελευταίας». Πρόβλημα είναι πως θα κατευθύνουν οι ίδιοι τούτον τον επικείμενον πολυκεντρισμό, που βάση έχει τον μείζονα χώρο της Κεντρικής Ασίας. Εδώ στέκονται εμπόδια δύο όγκοι. Αυτός της Ρωσίας και εκείνος της Κίνας. Απαιτούνται συνεπώς στρατηγικές «δίοδοι». Μια εξ δυσμών, είναι η Ευρωπαϊκή Ένωση.
Οι Αμερικανοί είναι υποχρεωμένοι να θέλουν μιαν κάποιαν «Ευρώπη», μιαν Ευρώπη του Κεφαλαίου δηλαδή, αλλά οπωσδήποτε μιαν πλήρως αποδυναμωμένη πολιτικά Ευρώπη, η οποία θα τους επιτρέπει τους απαραίτητους «χειρισμούς», προκειμένου να εισχωρήσουν δια της Κεντρικής Ευρώπης στους επιθυμητούς χώρους της Κεντρικής Ασίας («ανατολικής Ευρασίας»!). Μέσον προς την πολιτική αποδυνάμωση της Ευρώπης είναι η επέκταση του ΝΑΤΟ. Το ΝΑΤΟ, ως «αμυντικός μηχανισμός» της ψυχροπολεμικής «ατλαντικής συμμαχίας» επιτρέπει αυθαίρετες εντάξεις, με μέτρο όχι κάποια πολιτικά και ιστορικά κριτήρια, αλλά κριτήρια «ασφάλειας» (και η ασφάλεια καθώς ξέρουμε είναι παλλόμενο νόημα, επιτρέπον την κάθε ερμηνεία της στιγμής). Η ένταξη της Δανίας στην Ε.Ε. είχε συν τοις άλλοις και το νόημα να μην μπορέσουν οι σκανδιναβικές χώρες να αποτελέσουν ενιαίαν οικονομική και πολιτικήν οντότητα μεταξύ «ατλαντικής Ευρώπης» και Ρωσίας (ιδιαίτερα πολιτικά κρίσιμο γεγονός με την χειραφέτηση της σουηδικής πολιτικής κατά τη διάρκεια του ψυχρού πολέμου). Έτσι και τώρα με την αποκοπή ορισμένων χωρών από το ιστορικό τους περιβάλλον και την «ένταξη» δια του ΝΑΤΟ στην πολιτικήν υπόσταση της Ε.Ε., είναι φανερό ότι αυτή δεν πρόκειται ποτέ να αποκτήσει την πολιτικήν εκείνην οντότητα που θα μπορούσε να αντιτεθεί στους σχεδιαμούς της αμερικανικής πολιτικής. Βασική προϋπόθεση προς τούτο είναι είναι να μην αποτελεσθεί κάποια έννοια κεντρικής Ευρώπης, η οποία δια της οργανικής ενσωματώσεως των Βαλκανίων θα μπορούσε να αποτελέσει ενιαίαν ιστορική και συνεπώς πολιτικήν οντότητα.
Οι κατ'επιλογήν χώρες δια του ΝΑΤΟ προς τον σκοπόν αυτόν εξυπηρετούν τις αναγκαιότητες των βραχυπρόθεσμων σχεδιασμών. Κατ'αρχήν είναι οι βαλτικές χώρες, λόγω του «χριστιανικού παρελθόντος» (!!!). Τούτη η στον ύπατον βαθμό κακοποιημένη έννοια του Χριστιανισμού στους σχεδιασμούς της δυτικής πολιτικής, προσφέρεται πάντοτε ανέξοδα για το κάθε τι. Βεβαίως ποτέ δεν αναφέρονται γνώμες πολιτικών και διανοούμενων των βαλτικών χωρών, που αμφισβητούν ότι οι χώρες των υπάρχουν για να «ανήκουν» αποκλειστικά. Ούτε και είναι η οικεία θέση εδώ για να ασχοληθούμε με τις μηχανικές περί χριστιανισμού διατάξεις του κ. Huntington ή και άλλων, προκειμένου να βγούν τα απαραίτητα «συμπεράσματα» για την άσκηση της αμερικανικής πολιτικής. Έπειτα έρχονται μερικές χώρες που ως ιστορικά δημιουργήματα εφκιάσθηκαν να λειτουργήσουν και όχι να «ανήκουν», όπως η Πολωνία και ιδιαίτερα η Ουκρανία. Κατά πόσον τώρα για την τελευταία αυτή θα υπάρξει ισχυρό το «βαλκανικό καρότο» της «αναπτύξεως» - η οποία βέβαια ανάπτυξη δεν θα επιτευχθεί λόγω τεραστίων κοινωνικών τριβών που θα αναπτυχθούν ιστορικά εξ αιτίας της εσωτερικής συνθέσεως της -, είναι κάτι που μέλλει να το ιδούμε. Έπειτα έρχονται οι... μαϊντανοί ορισμένων εκ των τεχνητών κρατών των Βαλκανίων, όπως της Βουλγαρίας και της Ρουμανίας. Εν τέλει (και τελειωτικά...) και η «ένταξη» της Τουρκίας στην Ε.Ε., υπό την προϋπόθεση βέβαια ότι η πολιτική ελίτ της τελευταίας θα βρει τρόπο να ασεβεί διαρκώς προς την πολιτιστική παράδοση του τουρκικού λαού. Και το βλέπουμε: «ολίγος ισλαμισμός» για την Τουρκία, «ολίγος ασιατισμός» για την Κίνα, όπως θα δούμε, «ολίγον ιστορικό παρελθόν» για τη Ρωσία και εν γένει «ολίγα» από τους πολιτισμούς και την ιστορία - στον βαθμό μόνο που αυτά εξυπηρετούν τους σχεδιασμούς της αμερικανικής πολιτικής (τυχαίως άραγε ο κ. Huntington εμίλησε περί προγραμματικής «σύγκρουσης των πολιτισμών»;)
Με τις μικρές αυτές «συνταγές» μέσω ΝΑΤΟ για λόγους «ασφαλείας», είναι βέβαιον ότι καμμιά έννοια κεντρικής Ευρώπης σε οργανική σύνδεση με τα βαλκάνια και την σκανδιναβική χερσόνησο δεν μπορεί να αποτελεσθεί, η πολιτική ύπαρξη της Ε.Ε. εκμηδενίζεται και οι σχέσεις Ρωσίας και υπολοίπου Ευρώπης, μη υπάρχοντος ενδιάμεσου εδάφους να αναπτυχθούν, καταντούν μονίμως προβληματικές.

.~`~.
III

Κατά τον τρόπο αυτόν αυτόν επιτυγχάνεται ένα μείζον «αίτημα»: η διατήρηση του πολιτικού εκνανισμού της Γερμανίας (ο οποίος πρέπει να συμβαδίζει με τον αντίστοιχο της Ιαπωνίας) και η μεταβολή του χώρου της κεντρικής Ευρώπης στον κλασσικό χώρο «ισοζυγίων» των ευρωπαϊκών εθνικισμών, καταλλήλως ανανεομένων. Γι'αυτό και καθόλου παράδοξο δεν είναι, ότι ενώ κατά την διάρκεια του ψυχρού πολέμου (και αμέσως μετά!) με το είδος των ειδικών σχέσεων της γαλλικής πολιτικής με το ΝΑΤΟ εγράφονταν βιβλία, ότι η Γαλλία έπρεπε να απαλλαγεί από τις ντεγκωλικές παραστάσειςκαι να καταγίνει με την προαγωγή του πολιτισμού δια των καλλυντικών (!!), σήμερα ξαφνικά προωθείται η ιδέα μιας Γαλλίας ισότιμου εταίρου στους σχεδιασμούς του ΝΑΤΟ. Πόσο «απαραίτητη» θεωρείται η πολιτική βαλκανοποίηση της νυν υπαρχούσης Ε.Ε. και κυρίως η πολιτική εκνάνωση της Γερμανίας (εκ παραλλήλου με την αντίστοιχον της Ιαπωνίας) αποδεικνύει και ένα πρόσφατο άρθρο... Το όλον κείμενο είναι γραμμένο ως αποκλειστική επίκριση των προσπαθειών της Γερμανίας να βελτιώσει στοιχειωδώς πολιτικά την θέση της εν όψει των νέων απαιτήσεων του σύνολου ευρωπαϊκού χώρου. Αλλά αυτό θα φέρει κάτι ανάλογο και για την Ιαπωνία [δες γερμανοιαπωνική παρέκβαση για την παραλληλία]. Αυτά ακριβώς κατά τα νοήματα της τρεχούσης πολιτικής δεν πρέπει ποτέ να γίνουν. Η Ιαπωνία, ο χωρισμός της Κορέας, η Ταιβάν κ.λπ, οφείλουν να εξασφαλίζουν το «αγκυροβόλιον της Ανατολής», προκειμένου να αντιμετωπισθεί ο κινεζικός όγκος για την κατοχή της ανατολικής «Ευρασίας». Κατά τα ορίσματα των νέων εννοιών της πολιτικής θεωρίας, η Κίνα οφείλει να αποτελεί ένα κράτος με τρία πολιτικά συστήματα (!), η δε Ρωσία με τον υπέρμετρο όγκο της, που καταλαμβάνει δέκα γεωφυσικές ατράκτους, οφείλει να «συνομοσπονδοποιηθεί» σε τρία κομμάτια [Brzezinski], προκειμένου να διευκολυνθεί η παγκόσμια αμερικανική διαιτησία. Από την μια λοιπόν μεριά μια πολιτικώς αποδυναμωμένη Ευρώπη δια των Βαλκανίων και κατά συνέπεια της κεντρικής Ευρώπης, και από την άλλη η σκακιέρα της Άπω Ανατολής - οι δύο προϋποθέσεις των μελλοντικών ιστορικών χειρισμών της Αμερικής.
Κανένας βέβαια δεν απαιτεί, μια μεγάλη δύναμη, όποια κι αν αυτή ιστορικά είναι, να μην επιδιώκει να εξασφαλίσει τον ρόλο της. Αυτό φυσικό και άρα θεμιτό είναι, και μόνο ο τρόπος μας απασχολεί εδώ. Το μόνο κακό στην προκειμένη περίπτωση είναι ότι η Αμερική εταύτισε ιδεολογικά τον εαυτό της με τον κόσμο. Οι θεωρητικές αρχές του συστήματος της αξιούν γενικήν ισχύ, και εδώ βέβαια υποκρύπτεται ο κίνδυνος του «πολέμου των πολιτισμών», δηλαδή της πλανητικής αναρχίας. Σε ταραχώδεις εποχές του παρελθόντος υπήρξαν πολεμικά κείμενα που χαρακτήρισαν την παγκόσμια επικράτηση της Αμερικής ως «παγκόσμιο κίνδυνο». Και τούτο ελέχθη σε μια στιγμή που η παγκόσμια πολεμική κυριαρχία της Αμερικής ήταν πραγματικότης. Μένει να ιδούμε αν οι παραπάνω προβλέψεις θα επαληθευθούν ή όχι. Και θα το ιδούμε τώρα, όπου οι ιδεολογικές δικαιολογίες λιγόστεψαν.
---------------------------------------------------------------
Γερμανοιαπωνικά
Δεν επιμένει τυχαία ο συγγραφέας στον συνεχή παράλληλο τονισμό των δύο εξογκωματων-«εταίρων» της Trilateral, της Ιαπωνίαςκαι της Γερμανίας. Οι αντιστοιχίες ανάμεσα σε αυτές τις δύο χώρες είναι θεμελιώδεις και ο τρόπος ελέγχου και εξάρτησης των δύο αυτών χωρών από τις Η.Π.Α είναι παραπλήσιος. Η Γερμανία είναι μια χερσαία Ιαπωνία, λιγότερο παραγωγική αλλά με μεγαλύτερο οικονομικό lebensraum, το «αγκυροβόλιον της Ανατολής» του συγγραφέα, αλλά στη δυτική του πτέρυγα. Τα μεγάλα τους προβλήματα είναι κοινά. Στο φαίνεσθαι είναι «τελειες» χώρες, υποδείγματα. Αντιστοιχίες, τρόποι και στρατηγικές κοινής τους εξάρτησης:

1) Δεδομένου του τεράστιου μεγέθους της αμερικανικής οικονομίας, έχει ενδιαφέρον να σημειώσουμε ότι oi Ηνωμένες Πολιτείες χαρακτηρίζονται από υποπληθυσμό σύμφωνα με τα παγκόσμια δεδομένα. Η μέση πληθυσμιακή πυκνότητα του κόσμου υπολογισμένη σε κατοίκους ανα τετραγωνικό χιλιόμετρο είναι 49. Της Ιαπωνίας είναι 228, της Γερμανίας 230, και της Αμερικής είναι μόνο 31. Αν εξαιρέσουμε την Αλάσκα, η οποία κατά το μεγαλύτερο μέρος της είναι ακατοίκητη, η πληθυσμιακή πυκνότητα των ΗΠΑ αυξάνεται στους 34. Σε σύγκριση με την Ιαπωνία ή την Γερμανία, ή την υπόλοιπη Ευρώπη, οι Ηνωμένες Πολιτείες χαρακτηρίζονται από ένα τεράστιο ποσοστό υποπληθυσμού. - George Friedman (Τελικά, οι Η.Π.Α βρίσκονται σε παρακμή ή μόλις τώρα αρχίζει η ακμή τους; - δυο προσεγγίσεις - Ο «αετός» σε κάθοδο ή μόλις τώρα εκκινεί η άνοδος του; - Μέρος πρώτο).
2) Το ότι οι μεγάλες δυνάμεις πρέπει να είναι μεγάλες στρατιωτικές δυνάμεις μπορεί να φαίνεται πλεονασμός, ωστόσο το 1970 ο ιάπωνας πρωθυπουργός κύριος Sato απέρριψε την άποψη αυτή ισχυριζόμενος ότι η Ιαπωνία θα γινόταν η πρώτη χώρα στην ιστορία που θα γινόταν μεγάλη, χωρίς να έχει τους στρατιωτικούς εξοπλισμούς που είχαν πάντα αυτού του είδους οι δυνάμεις στο παρελθόν [το ίδιο δόγμα υποστήριξε, ο έτερος αμφισβητίας του status quo, υπονομευτής της διεθνούς τάξης και ηττημένος του 2ου παγκοσμίου πολέμου, η Γερμανία]. Ο κύριος Sato, για να υποστηρίξει την άποψη του, θα μπορούσε να τονίσει τη μεγάλη πολιτική επιρροή που είχε αρχίσει τότε να ασκεί η Ιαπωνία λόγω της οικονομικής της δύναμης καθώς και τους περιορισμούς που υπάρχουν πλέον στη χρήση βίας ως οργάνου της εξωτερικής πολιτικής. Δεν υπάρχει ωστόσο κανένας λόγος να πιστεύουμε ότι η Ιαπωνία ή κάποια άλλη χώρα μπορούν να ανέλθουν στη πρώτη κατηγορία δυνάμεων πολιτικά, χωρίς να λάβουν επίσης μέτρα που είναι απαραίτητα, για να ανέλθουν στην πρώτη κατηγορία των δυνάμεων στρατιωτικά... - Hedley Bull (Προς γερμανοιαπωνική γνώσίν... -του πλανητικού μετασχηματισμού).
3) Ιστορικά, η Ιαπωνία έχει άλλο ένα συμφέρον εκτός από μια ανάγκη για εργατικό δυναμικό - πρόσβαση σε πρώτες ύλες. Η Ιαπωνία είναι η δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία του κόσμου, αλλά είναι αναγκασμένη να εισάγει σχεδόν όλες τις πρώτες ύλες της [τα ίδια ισχύουν, περίπου, για τη Γερμανία μονάχα που είναι η τέταρτη οικονομία του κόσμου]. Αυτή ήταν μια ιστορική πρόκληση για την Ιαπωνία και αποτέλεσε τον βασικό λόγο που διεξήγαγε πόλεμο με τις Ηνωμένες Πολιτείες το 1941... Όπως και να 'χει, η σοβαρότητα με την οποία οι Ιάπωνες κυνηγούσαν (και συνεχίζουν να κυνηγούν) την εξασφάλιση πρώτων υλών δεν πρέπει να υποτιμάται. Οι Ιάπωνες δεν έχουν καμμία επιθυμία για στρατιωτική σύγκρουση, εξαιτίας της μακράς εθνικής τους μνήμης για τις φρίκες του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου. Την ίδια στιγμή, ο σημερινός ειρηνισμός είναι ένα προσαρμοστικό εργαλείο για τους Ιάπωνες, όχι μια ολόκληρη αρχή. Δεδομένης της βιομηχανικής και τεχνολογικής της βάσης, η υιοθέτηση μιας πιο δυναμικής στρατιωτικής στάσης είναι απλά ένα ζήτημα αλλαγής πολιτικής. Και δεδομένων των πιέσεων που θα δεχθεί δημογραφικά και οικονομικά τα επόμενα χρόνια, μια τέτοια αλλαγή είναι σχεδόν αναπόφευκτη. - George Friedman (Μικρά για την Ιαπωνία).
4) Η Ιαπωνία, η οποία γεωγραφικά ανήκει στην Ασία, αλλά από την άποψη της οικονομικοπολιτικής κατάταξης εκτιμάται στα πλαίσια του Δυτικού συνασπισμού, βρίσκεται στις πρώτες θέσεις των εξαρτώμενων από τις πηγές ενέργειας της Μέσης Ανατολής χωρών. Το ζωτικό αυτό ενδιαφέρον της Ιαπωνίας για τη Μέση Ανατολή την καθιστά από τα σημαντικότερα υποκείμενα της πολιτικής της Μέσης Ανατολής [τα ίδια για τη Γερμανία]. Οι ΗΠΑ χρησιμοποιώντας περίτεχνα αυτο το χαρακτηριστικό της Ιαπωνίας προσπάθησαν να εκμεταλλευτούν τη χρηματοπιστωτική της ισχύ στις διάφορες στρατηγικές επιχειρήσεις τους που εφάρμοσαν στη Μέση Ανατολή. - Ahmet Davutoğlu (Για την Ιαπωνία - μέρος α').
5) ...η Γερμανία και η Ιαπωνία δεν έχουν δικά τους πυρηνικά όπλα και αντ'αυτού βασίζονται στην αμερικανική πυρηνική αποτρεπτική δύναμη για την προστασία τους... Η Ιαπωνία δείχνει σημάδια ανεξάρτητης συμπεριφοράς. Η αμερικάνικη δέσμευση για υπεράσπιση της Ευρώπης και της Βορειοανατολικής Ασίας δείχνει σημάδια εξασθένισης. - John J. Mearsheimer (Για την Ιαπωνία - μέρος α').
6) Καμία τεχνογνωσία και κανένας κυβερνοχώρος δεν θα μπορέσει να περιφρουρήσει την οικονομική θέση της Ιαπωνίας μέσα στον κόσμο, αν το νησιώτικο της κράτος αποκοπεί πλήρως και με συνέπεια από όλες τις πρώτες ύλες [τα ίδια για τη Γερμανία]. Και αντίστροφα: χωρίς το δικό τους τεράστιο δυναμικό σε υλικούς πόρους και χωρίς την πολιτική-στρατιωτική κάλυψη της πρόσβασης τους προς τους εκάστοτε αναγκαίους πόρους σ'ολόκληρο τον πλανήτη, οι Ηνωμένες Πολιτείες ποτέ δεν θα είχαν καταστεί ο πρωτοπόρος του κυβερνοχώρου. Άλλωστε την πρόσβαση αυτή διαφυλάσσουν επαγρυπνώντας νυχθημερόν, και απ'αυτό επωφελούνται ίσαμε σήμερα Δυτικοευρωπαίοι και Ιάπωνες. Η σημερινή κατάσταση διόλου δεν συνιστά βέβαια εγγύηση για το μέλλον. - Παναγιώτης Κονδύλης (Για την Ιαπωνία - μέρος α').
7) Η δημιουργία των μεταπολεμικών συνταγμάτων τους.
---------------------------------------------------------------

.~`~.
IV

Η Αμερική με το «μπλού-τζιν» και το «Big-Mac» διέδωσε μεταπολεμικά έναν τρόπο απλότητος στις κοινωνικές σχέσεις των ανθρώπων (αν αυτό είναι καλό ή κακό ως προς τις παλαιές ταξικές εκμεταλλεύσεις δια της μόδας που οδηγούσαν στην ταξική μίμηση, είναι κάτι που δεν μπορεί να μας απασχολήσει εδώ), αλλά αρχές και ιδεώδη στις κοινωνίες δεν έδωσε. Και ούτε αρκούν ο κινηματογράφος και η τζάζ, για να διαδώσουν τέτοιες. Η διανόηση και οι ιδέες που θα μπορούσαν, απετέλεσαν τον κατ'εξοχήν εχθρό της αμερικανικής πολιτικής. Και απόδειξη είναι πως κανένα «σύστημα», καμμιά ανάπτυξη ιδεών, κανένα πνευματικό ρεύμα, δεν αναπτύχθηκαν μεταπολεμικά ως κάτι ανάλογο των καταστάσεων της παλαιάς ευρώπης. Οπωσδήποτε και αν ήθελε κριθούν αυτές. Η διανόηση υπεκατεστάθει από τους... «σχεδιαστές» της εξωτερικής αμερικανικής πολιτικής, όπου μέσα σε έναν νερώδες αφατικό λεκτικό γράφουν σελίδες επί σελίδων για να πουν τα πιο απλά και αναιτιολόγητα πράγματα. Και το είδαμε ήδη: κατά τους αγγλοσαξονικούς τρόπους κατανόησης των πραγμάτων, μια από τις εξέχουσες διανοήσεις του δυτικοευρωπαϊκού κόσμου, αυτή της Γαλλίας, θεωρείται συλλήβδην ηλίθια με προϊστορία δοσιλογισμού. Καθένας μπορεί να φαντασθεί τι γίνεται με τις άλλες, ιδίως εκείνων των χωρών στις οποίες εξ ιστορικών λόγων λείπουν οι προϋποθέσεις αντίστασης...Αν δεν μπορούν οι γάλλοι διανοητές να καταλάβουν τις «αναγκαιότητες» της σημερινής πολιτικής, πως μπορούν άλλοι;
Μόνο που δυστυχώς η πολιτική δεν διεξάγεται με διαστημικούς χάρτες, με μοιρογνωμόνια και διαβήτες επ'αυτών, και με αεροπλάνα. Διεξάγεται μόνο με ιδέες. Δεν είναι οι ιδέες που δημιουργούν πολέμους και τριβές, όπως επικρατεί το καλώς θεμελιωμένο αξίωμα, αλλά αντίθετα η έλλειψη τους που τους δημιουργεί. Γιατί η έλλειψη ιδεών οδηγεί στην επικράτηση μετριοτήτων στη πολιτική, που είναι εγγενώς αδύνατο να κυριαρχήσουν των μεγάλων προβλημάτων και ιδιαίτερα των διεθνών. Οι ιδέες και ο κοινωνικός ιδεολογικός κοχλασμός βγάζουν τους μεγάλους ηγέτες, ενώ η ιδεολογική στασιμότητα οδηγεί στην καθίζηση, στην πολιτική ως υπαλληλίκι, στην επικράτηση των μανδαρινάτων. Και τα μανδαρινάτα, εκ φύσεως έξω και πέρα από κάθε έννοια κοινωνικής αντιθέσεως, αισθάνονται θιγόμενα από το κάθε τι και ο μόνος τρόπος που έχουν να το αντιμετωπίσουν είναι η βία και οι μέθοδοι του υποκόσμου.
Οι Αμερικανοί μπορεί να μπορούν πολλά, την φύση όμως αυτών των πραγμάτων δεν θα μπορέσουν να την αλλάξουν, επειδή έτσι ορίσθηκε να λειτουργεί ο κόσμος. Μας λένε ότι θέλουν να κυριαρχήσουν του κόσμου, να γίνουν ο επιδιαιτητής του, δεν μας λένε όμως πως. Την μόνη ιδέα που προσέφεραν στην ανθρωπότητα είναι η λαστιχένια και αεριώδης ιδέα του αποικιοκρατικού παρελθόντοςπερί «ανθρωπίνων δικαιωμάτων», που την θέλουν «γενική αρχή» να διαπερνά συστήματα, κράτη, πολιτισμούς και καθεστώτα. Κάτι πολιτικώς χρήσιμο δηλαδή. Αλλά, αν δεχθεί κανείς ως πιθανές τις υποθέσεις του κ. Huntington περί «πολέμου των πολιτισμών», δεν είναι ως να δέχεται ότι η αρχή των «ανθρωπίνων δικαιωμάτων» δεν έχει καθολική ισχύ; Βέβαια «πόλεμος των πολιτισμών» είναι κάτι νέο στην ιστορία. Αυτό που ξέρουμε από τις χιλιετίες που πέρασαν είναι ότι οι πολιτισμοί αμίλλωνται μεταξύ τους (πράγμα που δεν σημαίνει βέβαια ότι οι πόλεμοι είναι άγνωστοι στο παρελθόν), τούτη δε η άμιλλα, δηλαδή ο ιδεολογικός φορέας του πολέμου (γεγονός που κατήργησε η πυρηνική τεχνολογία), συνιστούσε το υποστατικό της ιστορίας. Είναι άλλο πράγμα όμως ο προγραμματικός πόλεμος κατά των πολιτισμών. Πριν οι πολιτισμοί επολεμούσαν ως παρακείμενες ιδεολογίες. Με την αποικιοκρατία ανεκηρύχθησαν σε «εχθρούς», απλώς και μόνον επειδή υπήρχαν. Ιδεολογικός φορέας αυτής της ανακήρυξης οι ρατσιστικές θεωρίες της δυτικής Ευρώπης (του «εκπολιτισμού» κατ'άλλους λόγους)...
Υπό την αμετάτρεπτον αρχή της καθολικής ισχύος των αξιωμάτων της αμερικανικής πολιτικής, όπως αυτού των «ανθρωπίνων δικαιωμάτων», είναι πιθανό ότι οι υποθέσεις του κ. Huntington είναι κάτι περισσότερο από υποθέσεις: είναι η μέλλουσα «εργαλειακή χρήση» των πολιτισμών... Μια βεβαιότης, δηλαδή, της οποίας το μέγεθος των γεωφυσικών και οικολογικών συνεπειών είναι αδύνατο να προσμετρήσει κανείς εκ των προτέρων.
Είναι βέβαια γεγονός ότι με την τεράστια ανάπτυξη της παραγωγής που έφεραν οι μετά τον πόλεμο εξοπλισμοί υπήρξε καταναλωτική πρόοδος. Αν παλαιότερα για ν'αγοράσει κανείς ένα ζευγάρι παπούτσια έπρεπε να δουλεύει δύο ή τρεις μήνες, σήμερα μ'ένα μεροκάματο μπορεί ν'αγοράσει δύο ζευγάρια παπούτσια. Όχι βέβαια στον κόσμο όλον, αλλά τουλάχιστον στις κοινωνίες της παραγωγής. Μπορεί όμως αυτή η δυνατότης να εκταθεί ως «ανθρώπινό δικαίωμα» επί συμπάσης της ανθρωπότητος; Μπορεί ο κάθε άνθρωπος στον κόσμο να απαιτήσει ως «ανθρωπίνο δικαίωμα» να διαθέτει ένα αυτοκίνητο; Και πως μπορεί ο κάθε πολιτισμός υπό τις «γενικές αρχές» των αμερικανικών διακηρύξεων, αυτές της «αναπτύξεως», της «προόδου», της «ελευθερίας» και της «δημοκρατίας», να αποφύγει να παράσχει στους ανθρώπους του αυτές τις δυνατότητες; Ήδη όμως στις λογικές τούτες συνέπειες των «γενικών αρχών» (που λόγω της αφηρημένης τους γενικότητος μπορούν να παραβιάζονται κατά το δοκούν και να «δικαιολογούν» εκ των υστέρων κάθε είδος πολιτικής ενέργειας) βρίσκονται τα σπέρματα του «πολέμου των πολιτισμών». Τα «ιδεώδη» αυτά είναι ο επιτιθέμενος...

.~`~.
V

Με τα ψεύδη, τις επιμελημένες «συγχύσεις» των μυστικών υπηρεσιών και τις διπλωματικές ακροβασίες είναι βέβαια δυνατόν να επιτευχθούν προς στιγμήν κάποια αποτελέσματα, που μπορούν εκ των υστέρων να χαρακτηρισθούν ευφήμως «πολιτική». Ιστορία όμως μ'αυτά δεν γίνεται. Η παλαιά Ευρώπη προσέφερε κάποτε την τεχνολογία ως όραμα. Πίστεψε στα Μαθηματικά και κατέβαλε την όσην προσπάθεια απαιτείτο - προσπάθεια υπέρογκη και μεγαλειώδη - για την πρακτική αξιοποίηση τους. Πέραν των όσων γράψαμε εδώ και των όσων θα μπορούσε κανείς να πει ακόμη για την υπαρξάσα τακτική, το όραμα υπήρχε. Όταν η παλαιά Αγγλία έλεγε «ό,τι συμφέρει την Αγγλία, συμφέρει την ανθρωπότητα», προσέφερε ένα όραμα στο οποίον πίστευε και κατέβαλε το απαιτούμενο κοινωνικό τίμημα γι'αυτό. Ουδεις αμφισβητούσε το όραμα, όσο και αν αντιδρούσε για τις τακτικές, επειδή το ευρωπαϊκό αυτό όραμα υπήρχε ως όραμα ενός πολιτισμού. Μένει λοιπόν να ιδούμε ποιό είναι το όραμα που έχουν να προσφέρουν οι Αμερικανοί στον κόσμο. Επί μισον αιώνα δεν το είδαμε. Ποτέ δεν ήσαν πιο πρόσφοροι οι καιροί για την ύπαρξη ενός οράματος, αν αυτό όντως υπήρχε...
Τα μεγάλα αδιέξοδα προβλήματα των κοινωνιών και του κόσμου σήμερα δεν προέρχονται από τα πράγματα καθ'εαυτά, από την τεχνολογία και την βιομηχανική παραγωγή, αλλά από το γεγονός ότι ο «φιλελεύθερος» τρόπος της παραγωγής, που κατόπιν πολέμων επεκράτησε, διεταραξε την εσωτερικήν ισορροπία των κοινωνιών και κλόνισε την εσωτερική τους λειτουργία. Στις συνειδήσεις των μεγάλων μαζών εγκαθιδρύθηκε δια του διαρκούς κοινωνικού βιασμού η πεποίθηση, ότι όλη η ύπαρξη των κοινωνιών συνίσταται στην πολιτική και εξαρτάται από αυτήν. Έτσι, οι πολιτικοί, που η διαδικασία των κομμάτων και των συμφερόντων κάθε άλλο παρά αξιολογικά κριτήρια επέβαλε, κατέστησαν ανεξέλεγκτοι και οδήγησαν την ανθρωπότητα, όπως και τις ίδιες τις κοινωνίες τους, στα σημερινά αδιέξοδα. Σήμερα πλέον είμαστε σε θέση να καταλάβουμε, ότι όχι οι θρυλούμενες δικτατορίες του παρελθόντος υπήρξαν εξ ορισμού διώκτες του πνεύματος, αλλά αποκλειστικώς και κατ'εξοχήν τα συστήματα της δυτικής «δημοκρατίας». Διότι μέσα στη φιλοσοφία του «φιλελεύθερου» τρόπου παραγωγής υπάρχει εγγενώς ως προϋποθετικόν αίτημα η ολική απαγόρευση ελέγχου, πράγμα που σημαίνει ότι η πνευματική ουσία των κοινωνιών, ως η εκ φύσεως μοναδική ελέγχουσα διάσταση, έπρεπε να εξαφανισθεί. Και αυτό έγινε. Έλεγχος της σκέψης σημαίνει κοινωνική εξαφάνιση της σκέψεως.
Ο πολιτικός έτσι ανεκηρύχθη σε ημίθεο, που στο ένα χέρι κρατούσε το οποίο μυαλό είχε και στο άλλο στατιστικές και «προγράμματα». Δεν υπάρχει λοιπόν θεραπεία των σημερινών αδιεξόδων και δεν πρόκειται να υπάρξει για πολύ ακόμα, όσο και αν «θορυβή» η ηλεκτρονική «δημοσιότης», ακριβώς επειδή η «δημοσιότης» αυτή είναι ο νεκροθάφτης των ιδεών και η δημιουργός των συνεχών αδιεξόδων. Τα σημερινά αδιέξοδα προέρχονται από διαστροφή της φύσεως των πραγμάτων. Και η φύση εν προκειμένω είπε ότι οι κοινωνίες είναι ζώα δίποδα, τα οποία στηρίζονται στην πνευματική και πολιτική ταυτόχρονα εξουσία. Αρχή λοιπόν μιας πιθανής θεραπείας των πραγμάτων -αν υποθέσουμε πως δεν είναι τόσο αργά- θα είναι η στιγμή που θα καταστεί γενική ανά την ανθρωπότητα συνείδηση ότι ο ρόλος του πολιτικού οποιουδήποτε είδους και οποιασδήποτε βαθμίδος, είναι απλώς ένα υποκατάστατο του ρόλου του παλαιού υποζυγίου, συνισταμένου μόνο στο να εξευρίσκει το φαί (και τόσο μόνο, όσο χρειάζεται ο άνθρωπος απλά για να χορτάσει). Από εκεί και πέρα όμως το προς τιτου έργου τους είναι άλλοι αρμόδιοι να το πουν: είναι αυτοί που γράφουν, που κάνουν θέατρο και μουσική, που γράφουν ποιήματα και ζωγραφίζουν. Είναι δηλαδή αυτοί που δίνουν τον σκοπό της ύπαρξης των κοινωνιών και του ανθρώπου και που απλώς οι πολιτικοί αναλαμβάνουν να υπηρετήσουν και όχι να ανακηρύξουν τον ρόλο τους σε αυτοσκοπό [γράφει σε άλλο σημείο του έργου του ο συγγραφέας: «Οἱ ἄνθρωποι ψάχνουν γιά ἔννοιες καί γιά νοήματα ζωῆς καί ὁ λιμπεραλισμός τούς δίνει νέα μοντέλα αὐτοκινήτων, ὑπό τήν ψυχολογική ἀπειλή ὅτι αὐτό εἶναι προυπόθεση ἐξασφαλίσεως τοῦ μεροκάματου... Αὐτή ἀκριβῶς εἶναι ἡ πραγματολογική βάση τοῦ φασισμοῦ.»]. Είναι αυτοί, που ενώ εκ φύσεως πρέπει στο ένα χέρι να κρατούν την πέννα και στο άλλο το ρόπαλο για το κεφάλι του πολιτικού, ο «φιλελευθερισμός» με τις μεθόδους του τους αφήρεσε το ρόπαλο και τους άφησε να πολυλογούν άνευ σημασίας.
Και είναι έτσι που το τιμόνι εχάλασε. Η αποκατάσταση των πραγμάτων στην φυσική τους τάξη θα είναι η στιγμή αρχής μιας στοιχειώδους βελτιώσεως τους. Η στιγμή, δηλαδή, που θα ιδρυθεί ένα τμήμα «πνευματικής ασφαλείας» στον ΟΗΕ, ανεξάρτητο από κυβερνήσεις, για την ριζική αναμόρφωση επί παγκοσμίου επιπέδου του όλου συστήματος ελέγχου της σκέψεως που εγκθίδρυσε το καθεστώς των «ανθρωπίνων δικαιωμάτων» και της δυτικής «δημοκρατίας». Μόνο που αυτό είναι πρόβλημα της ιστορίαςκαι όχι «μέτρων» και «αποφάσεων». Είναι επακριβώς ειπείν η λύση του «Ανατολικου Ζητήματος».
Οι Αμερικανοί μένει να μας πούν γιατί διεκδικούν να είναι υπερδύναμη στον κόσμο, αν κανένας έχει να διαλέξει μεταξύ πυρηνικού ολοκαυτώματος και πολιτιστικής ανυπαρξίας. Και όσο για την Ελλάδα με τις... παράξενες δημοσιεύσεις της, δεν μας απομένει, έστω και εν απελπισία, παρά να θεωρήσουμε άφευκτον έναν λόγο του Σεφέρη: «Ό,τι από την Ελλάδα μ'εμποδίζει να σκεφτώ τον Ελληνισμό, ας καταστραφεί», Μέρες Γ'σελ 95.

.~`~.
Επίλογος

Γνωρίζουμε βέβαια εκ των προτέρων ποιά είναι η κατηγορία εκείνη των αναγνωστών που δεν θα δεχθούν το βιβλίο μας: οι καθηγητές της Πολιτικής Οικονομίας. Ομολογούμε όμως πως είναι και οι μόνοι που πλήρως αγνοήσαμε γράφοντας το. Γνωρίζουμε ότι για τους ανθρώπους αυτούς κανένα άλλο σύστημα παραγωγής δεν είναι δυνατόν απ'το υπάρχον και κανένας άλλος τρόπος. Κάθε τι άλλο θα φέρει ανεργίες, πληθωρισμούς, ανωμαλίες στην αγορά, κοινωνικές αναστατώσεις κλπ. Το σύστημα συνεπώς είναι καλό επειδή κρατιέται, αλλά το πως κρατιέται απ'έξω, είναι κάτι που δεν πρέπει να συζητηθεί. Και πρέπει ν'αποφεύγεται. Ο κομμουνισμός σίγουρα δεν είναι το σύστημα που αρμόζει στον υπάρχοντα τρόπο παραγωγής, ούτε ο φασισμός. Δεν μένει λοιπόν παρά μόνο ο λιμπεραλισμός! Και είναι γεγονός πως είναι αδύνατο να πάει κανείς παραπέρα από αυτό το σημείο, όσο βλέπει τα πράγματα συλλογιστικά, δηλαδή μέσα από τις κατανοήσεις της ιστορίας που θέλουν την τεχνολογία «ευρωπαϊκή» επειδή παρήχθει μόνο στην «Ευρώπη». Οι κατανοήσεις αυτές είναι προφανές να υποβάλλουν διαρκώς μια γραμμική αντίληψη περί «προόδου», στην οποίαν κορυφή να βγαίνει το υπάρχον ως έτσι. Άρα και μη δυνάμενο ν'αλλάξει ή με κάτι να αντικατασταθεί, ή απλώς να εξελιχθεί. Και έτσι γίνεται ιδεολογικός συντηρητισμός και βία.
Αλλά εδώ προσπαθήσαμε να υιοθετήσουμε έναν άλλο τρόπο μελέτης ή αντίληψης της ιστορίας, που θα μπορούσαμε να την ονομάσουμε «οικολογική». «Οικολογική» μελέτη της ιστορίας σημαίνει όχι να την ερμηνεύει κανείς κατ'επιλογήν (νοηματική και πραγματική), προκειμένου να φθάσει σε εκ των προτέρων δεδομένα συμπεράσματα, αλλά να ανευρίσκει αυτό το παρελθόν στο σύνολο τωρινό του κόσμο. Πρόκειται δηλαδή περί μιας σωτηρίας του «πνευματικού περιβάλλοντος». Η πλατωνική ρήση του «γνώθι σ'αυτόν» δεν μπορεί προφανώς να έχει άλλο νόημα, παρά μόνο ότι από νέα (και συνεχή) συνειδησιακή οργάνωση του παρελθόντος μπορεί να προκύψει ο οδηγός για το μέλλον. Το μόνο δεδομένο που έχει ο άνθρωπος για να «γνωρίσει τον εαυτό του» είναι το ίδιο του το παρελθόν. Αν αυτό το διαγράφει, δηλαδή αν το παραποιεί μέσα του σαν εμπειρία, τότε το παρόν του έχει την μορφή του μόνου «αναγκαίου» και το μέλλον παρουσιάζεται σαν περιπέτεια. Η έννοια του «γνώθι» είναι η επίγνωση της «εαυτού» ιστορικότητας, δηλαδή εκείνης που μέτρο του παρόντος έχει το παρελθόν και όχι αντιστρόφως. Πολύ πιθανόν το ίδιο να ισχύει για τους πολιτισμούς και τα πολιτικά συστήματα...
«Οικολογική κατανόηση» της ιστορίας σημαίνει να αναγνωρίζει κανείς ότι μεσαιωνική ιστορία της Ευρώπης, δεν είναι ο Καρλομάγνος (δηλαδή μόνο αυτός), αλλά το Βυζάντιο που πολεμούσε με συνείδηση Ευρώπης, ότι ο Ντήζελ χρωστάει πολλά στον Νέυτωνα αλλά περισσότερα στους Άραβες και τον Βαρλαάμ και ότι τελικώς ο Χέγκελ ελάχιστη σχέση έχει με την με την αρχαία ελληνική φιλοσοφία, που δεν ζητούσε «να εκφράσει τον καιρό της σε έννοιες». Αν ήταν έτσι, τα θεωρήματα της δεν θα εχρησίμευαν σε κανέναν άλλον καιρό... Και είναι ακριβώς υπό τις προϋποθέσεις αυτές που προκύπτει ο νέος «ισμός» πέραν του λιμπεραλισμού. Πρόκειται δηλαδή περί προβλήματος νέας ιστορικής συνθέσεως και όχι εκ των προτέρων υπολογισμών γραφείου.


.~`~.
Για περαιτέρω ιχνηλάτηση και πληρέστερη προοπτική

Ευρώπη, Ρωσία και Ουκρανία - α´ και Βορειοανατολική Ασία, Κίνα και Ιαπωνία - α´.

Previous: Το μέλλον της Ε.Ε, η Ανατολική Ευρώπη -η Ουκρανία- και τα Βαλκάνια, ο Huntington, ο Brzezinski και οι πλανητικές πολιτικές των Η.Π.Α. Τα «Ανθρώπινα δικαιώματα», η «σύγκρουση των πολιτισμών» και τα «Ευρασιατικά Βαλκάνια» ως βαλκανοποίηση της υφηλίου και καλλιέργεια της ελεγχόμενης αναρχίας. Η απόρριψη του διλήμματος μεταξύ πυρηνικού ολοκαυτώματος ή πολιτιστικής ανυπαρξίας - προς μιας νέα ιστορική σύνθεση που θα εναντιώνεται στις θεωρίες και τους υπολογισμούς γραφείου-εργαστηρίου.
$
0
0

.~`~.
I
Ευρώπη, Ρωσία και Ουκρανία

Ευρασιατικός πρόλογος
Για το μεγαλύτερο μέρος του δεύτερου μισού του εικοστού αιώνα, η Σοβιετική Ένωση ήλεγχε την Ευρασία - από τη κεντρική Γερμανία ως τον Ειρηνικό, και νότια μέχρι τον Καύκασο και τον Ινδοκούς. Όταν η Σοβιετική Ένωση κατέρρευσε, το δυτικό της σύνορο μετακινήθηκε ανατολικά σχεδόν χίλια εξακόσια (1600) χιλιόμετρα, από τα σύνορα της Δυτικής Γερμανίας μέχρι τα σύνορα της Ρωσίας με τη Λευκορωσία. Από τον Ινδοκούς το σύνορο της μετακινήθηκε βόρεια χιλιάδες χιλιόμετρα ως το ρωσικό σύνορο με το Καζακστάν. Η Ρωσία εκδιώχθηκε από το σύνορο της Τουρκίας προς τα βόρεια, ως τον βόρειο Καύκασο, όπου εξακολουθεί να παλεύει να κρατήσει την κυριαρχία της περιοχής. Η ρωσική δύναμη τώρα έχει υποχωρήσει πιο ανατολικά από ό,τι ήταν εδώ και αιώνες...
Μετά τη διάλυση της Σοβιετικής Ενώσεως στα τέλη του είκοστου αιώνα, οι ξένες δυνάμεις επενέβησαν για να εκμεταλλευτούν την οικονομία της Ρωσίας, δημιουργώντας μια εποχή χάους και φτώχιας. Επίσης εσπευσαν να ενσωματώσουν όσα περισσότερα μπορούσαν από τη ρωσική αυτοκρατορία στις δικές τους σφαίρες επιρροής. Η Ανατολική Ευρώπη απορροφήθηκε στο ΝΑΤΟ και στην ΕΕ, και τα κράτη της Βαλτικής απορροφήθηκαν επίσης στο ΝΑΤΟ. Οι Ηνωμένες Πολιτείες απέκτησαν στενή σχέση τόσο με τη Γεωργία στον Καύκασο όσο και με πολλά από τα «σταν» της Κεντρικής Ασίας, ειδικότερα μετά την 11η Σεπτεμβρίου, όταν οι Ρώσοι επέτρεψαν στις αμερικανικές δυνάμεις την είσοδο στην περιοχή για να διεξαγάγουν τον πόλεμο στο Αφγανιστάν. Το πιο σημαντικό, η Ουκρανίαθέσπισε συμμαχία με τις Ηνωμένες Πολιτείες και απομακρύνθηκε από τη Ρωσία - αυτό ήταν ένα κρίσιμο σημείο στη ρωσική ιστορία.

Η στρατηγική σημασία της Ουκρανίας
Η πορτοκαλί επανάσταση στην Ουκρανία, από τον Δεκέμβριο του 2004 ως τον Ιανουάριο του 2005, ήταν η στιγμή κατά την οποία ο μετα-Ψυχρός Πόλεμος τέλειωσε πραγματικά στην Ρωσία. Οι Ρώσοι είδαν τα γεγονότα στην Ουκρανίασαν μια προσπάθεια των Ηνωμένων Πολιτειών να τραβήξουν την Ουκρανία στο ΝΑΤΟ και να θέσουν έτσι τα θεμέλια για τη διάλυση της Ρωσίας. Για να είμαι ειλικρινής, υπήρχε κάποια αλήθεια στην άποψη των Ρώσων.
Αν η Δύση είχε καταφέρει να κυριαρχήσει στην Ουκρανία, η Ρωσία θα είχε μείνει ανυπεράσπιστη.
Το νότιο σύνορο με τη Λευκορωσία, καθώς επίσης και το νοτιοδυτικό σύνορο με τη Ρωσία, θα είχαν μείνει αρκετά ανοιχτά. Επιπλέον, η απόσταση ανάμεσα στην Ουκρανία και στο δυτικό Καζακστάν είναι μόνο 645 χιλιόμετρα περίπου, και αυτό είναι το κενό μέσα από το οποίο κατάφερνε η Ρωσία να ασκεί την ισχύ της στον Καύκασο.
Πρέπει να υποθέσουμε λοιπόν, ότι υπό αυτές τις συνθήκες η Ρωσία θα είχε χάσει την ικανότητα της να ελέγχει τον Καύκασο και θα είχε αναγκαστεί να υποχωρήσει ακόμη βορειότερα από την Τσετσενία. Οι Ρώσοι θα εγκατέλειπαν κομμάτια της ίδιας της Ρωσικής Ομοσπονδίας, και το νότιο πλευρό της Ρωσίας θα γινόταν εξαιρετικά ευπαθές. Η Ρωσία θα συνέχιζε να διασπάται έως ότου θα επέστρεφε στα μεσαιωνικά της σύνορα. Αν η Ρωσία είχε διασπαστεί ως αυτόν τον βαθμό, θα είχε δημιουργήσει χάος στην Ευρασία - πράγμα για το οποίο οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν θα είχαν αντίρρηση, εφ'όσον η υψηλή στρατηγική των ΗΠΑστόχευε πάντα στη διάσπαση της Ευρασίαςως την πρώτη γραμμή άμυνας για τον αμερικανικό έλεγχο των θαλασσών [αυτό είναι το ένα δόγμα, το άλλο αναφέρεται στο μέρος II το οποίο αφορά την Βορειοανατολική Ασία και την Κίνα]. Έτσι οι Ηνωμένες Πολιτείες είχαν κάθε λόγο να ενθαρρύνουν αυτή τη διαδικασία. Η Ρωσία είχε κάθε λόγο να την εμποδίσει...
Η Ρωσία ξεκοιλιάστηκε μετά την κατάρρευση του κομμουνισμού. Η Αγία Πετρούπολη, το στολίδι της ήταν περίπου χίλια εξακόσια (1600) χιλιόμετρα μακριά από τα στρατεύματα του ΝΑΤΟ το 1989. Τώρα είναι λιγότερο από 160 χιλιόμετρα. Το 1989, η Μόσχα ήταν χίλια εννιακόσια (1900) χιλιόμετρα από τα όρια της ρωσικής δύναμης. Τώρα είναι περίπου εκατόν εξήντα (160) χιλιόμετρα... Η Ουκρανία και η Λευκορωσία είναι το παν για τους Ρώσους. Αν έπεφταν σε εχθρικά χέρια -για παράδειγμα, αν γίνονταν μέλη του ΝΑΤΟ- η Ρωσία θα αντιμετώπιζε θανάσιμο κίνδυνο. Η Μόσχα βρίσκεται λίγο παραπάνω από ενενήντα (90) χιλιόμετρα από το ρωσικό σύνορο με τη Λευκορωσία, η Ουκρανία λιγότερο από ενενήντα (90) χιλιόμετρα από το Βόλγκογκραντ, πρώην Στάλινγκραντ. Η Ρωσία υπερασπίστηκε τον εαυτό της ενάντια στον Ναπολέοντα και στον Χίτλερ χρησιμοποιώντας το βάθος. Χωρίς τη Λευκορωσία και την Ουκρανία δεν υπάρχει βάθος... Φυσικά είναι παράλογο να φαντάζεται κανείς το ΝΑΤΟ να αποτελεί απειλή για τη Ρωσία. Αλλά οι Ρώσοι σκέπτονται με όρους εικοσαετών κύκλων, και ξέρουν πόσο εύκολα το παράλογο γίνεται πιθανό.
---------------------------------------------------------------
Οι εικοσαετείς κύκλοι ή πως το παράλογο γίνεται πιθανό κατά τον συγγραφέα
Διαβάζουμε: Φανταστείτε ότι ζούσατε το καλοκαίρι του 1900, και κατοικούσατε στο Λονδίνο, την τότε πρωτεύουσα του κόσμου. Η Ευρώπη κυβερνούσε το Ανατολικό Ημισφαίριο... είχε ειρήνη και απολάμβανε μια άνευ προηγουμένου ευημερία... η ευρωπαϊκή αλληλεξάρτηση λόγω του εμπορίου και των επενδύσεων ήταν τόσο μεγάλη ώστε σοβαροί άνθρωποι ισχυρίζονταν ότι ο πόλεμος ήταν κάτι αδύνατο -και αν όχι αδύνατο, ότι θα τελείωνε μερικές εβδομάδες μετά την έναρξη του- επειδή οι παγκόσμιες οικονομικές αγορές δεν θα μπορούσαν να αντέξουν την πίεση. Το μέλλον έμοιαζε καθορισμένο: μια ειρηνική, ευημερούσα Ευρώπη θα κυβερνούσε τον κόσμο.
Τώρα φανταστείτε τον εαυτό σας το καλοκαίρι του 1920. Η Ευρώπη έχει διχαστεί από έναν βασανιστικό πόλεμο. Η ήπειρος έχει γίνει κομμάτια. Η αυστρο-ουγγρική, η γερμανική και η οθωμανική αυτοκρατορία χάθηκαν, και εκατομμύρια άνθρωποι σκοτώθηκαν... Ο πόλεμος τελείωσε όταν παρενέβη ένας αμερικανικός στρατός ενος εκατομμυρίου αντρών - ένας στρατός που ήρθε και αμέσως μετά έφυγε. Ο κομμουνισμός επικράτησε στη Ρωσία, αλλά δεν ήταν ξεκάθαρο αν θα επιβίωνε. Οι χώρες οι οποίες βρίσκονταν στη περιφέρεια της ευρωπαϊκής δύναμης, όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Ιαπωνία, ξαφνικά αναδύθηκαν ως υπερδυνάμεις... Φανταστείτε (συντομογραφικά από εδώ και πέρα) το καλοκαίρι του 1940 [η Γερμανία διαφαινόταν πως θα κυριαρχήσει]... 1960 [η Γερμανία και η Ευρώπη χωρισμένη υπό τις Ηνωμένες Πολιτείες και τη Σοβιετική Ένωση]... 1980 [ήττα στο Βιετνάμ, αίσθηση υποχώρησης της ισχύος των ΗΠΑ και δυναμικής καθόδου της ΕΣΣΔ προς τις πετρελαιοπηγές - περιορισμός μέσω συμμαχίας ΗΠΑ-Κίνας]... 2000 [η Σοβιετική Ένωση έχει καταρρεύσει, η Κίνα αναδύεται, το ΝΑΤΟ στην Ανατολική Ευρώπη]
---------------------------------------------------------------
Ξέρουν επίσης οι Ρώσοι ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες και το ΝΑΤΟ έχουν επεκτείνει συστηματικά το φάσμα της επιρροής τους συμπεριλαμβάνοντας ως μέλη του ΝΑΤΟ κράτη της Ανατολικής Ευρώπης και της Βαλτικής. Αμέσως όταν οι Ηνωμένες Πολιτείες άρχισαν να προσπαθούν να στρατολογήσουν την Ουκρανία στο ΝΑΤΟ, οι Ρώσοι άλλαξαν την αποψή τους τόσο για τις αμερικανικές προθέσεις όσο και για τις προθέσεις της Ουκρανίας. Σύμφωνα με τη ρωσική άποψη, η επέκταση του ΝΑΤΟ στην Ουκρανία απειλεί τα ρωσικά συμφέροντα με τον ίδιο τρόπο που θα είχε γίνει αν το Σύμφωνο της Βαρσοβίας είχε φθάσει ως το Μεξικό. Όταν μια εξέγερση υπέρ της Δύσης το 2004 -η πορτοκαλί επανάσταση- έμοιαζε έτοιμη να βάλει την Ουκρανία στο ΝΑΤΟ, οι Ρώσοι κατηγόρησαν τις Ηνωμένες Πολιτείες ότι προσπαθούσαν να περικυκλώσουν και να καταστρέψουν τη Ρωσία. Το τι σκέπτονταν οι Αμερικανοί είναι ένα θέμα προς συζήτηση. Το γεγονός ότι η Ουκρανία ως μέλος του ΝΑΤΟ θα μπορούσε να αποδειχθεί καταστροφική για τη ρωσική εθνική ασφάλεια δεν είναι.
Οι Ρώσοι δεν κινητοποίησαν το στρατό τους. Αντίθετα κινητοποίησαν τις μυστικές τους υπηρεσίες, οι οποίες είχαν εξαιρετικές διασυνδέσεις στην Ουκρανία. Οι Ρώσοι υπονόμευσαν την Πορτοκαλί Επανάσταση, εκμεταλλευόμενοι ένα σχίσμα ανάμεσα στην ανατολική Ουκρανία που υποστήριζε τους Ρώσους και στη δυτική Ουκρανία που υποστήριζε τους Ευρωπαίους. Όπως αποδείχθηκε δεν ήταν καθόλου δύσκολο, και αρκετά γρήγορα η ουκρανική πολιτική ακινητοποιήθηκε. Είναι μονάχα θέμα χρόνου να κυριαρχήσει η ρωσική επιρροή στο Κίεβο. Η Λευκορωσία αποτελεί πιο εύκολο ζήτημα.
---------------------------------------------------------------
Το πολιτικό φάσμα στην Ουκρανία δεν είναι βέβαια διχασμένο ανάμεσα σε «αριστερά» και «δεξιά», αλλά ανάμεσα σε φιλοδυτικό και φιλοανατολικό -προσανατολισμό- καθώς όλο και πιο έντονα, όπως έχω γράψει και παλαιότερα, το «the West and the Rest» εσωτερικεύεται σε πολλά εθνικά πολιτικά συστήματα (μόνο που έχει πολύ διαφορετική σημασία σε κάθε περιοχή).
Ένα ανέκδοτο πάντως που κυκλοφορεί για την Ουκρανία είναι το εξής: Πότε θα ενταχθεί η Ουκρανία στην Ευρωπαϊκή Ένωση; Αμέσως μετά την ολοκλήρωση της ένταξης της Τουρκίας. Και αντίστροφα. Πότε θα ενταχθεί η Τουρκία στην Ευρωπαϊκή Ένωση; Αμέσως μετά την ολοκλήρωση της ένταξης της Ουκρανίας.
---------------------------------------------------------------

Μεταστροφή της ρωσικής στρατηγικής
Μετά από αυτό που η Ρωσία θεώρησε ως μια αμερικανική προσπάθεια να της προκαλέσει ακόμη μεγαλύτερη ζημιά, η Μόσχα στράφηκε σε μια στρατηγική επαναβεβαίωσης της σφαίρας επιρροής της στις περιοχές της πρώην Σοβιετικής Ένωσης. Η μεγάλη υποχώρηση της ρωσικής δύναμης τελείωσε στην Ουκρανία. Η ρωσική επιρροή τώρα αυξάνει προς τρεις κατευθύνσεις: προς την Κεντρική Ασία, προς τον Καύκασο, και, αναπόφευκτα, προς τη Δύση, τις χώρες της Βαλτικής και την Ανατολική Ευρώπη. Για την επόμενη γενιά, μέχρι περίπου το 2020, η πρωταρχική έγνοια της Ρωσίας θα είναι η ανασύσταση του ρωσικού κράτους και η αναβίωση της ρωσικής δύναμης στην περιοχή.
Το ενδιαφέρον είναι ότι η γεωπολιτική αλλαγή ευθυγραμμίζεται με μια οικονομική αλλαγή. Ο Βλαντιμίρ Πούτινδεν βλέπει τη Ρωσία τόσο σαν μια βιομηχανική δύναμη όσο σαν έναν εξαγωγέα πρώτων υλών, η πιο σημαντική από τις οποίες είναι η ενέργεια (και ιδιαίτερα το φυσικό αέριο). Θέλοντας να θέσει την ενεργειακή βιομηχανία υπό κρατική επίβλεψη, αν όχι υπό άμεσο έλεγχο, διώχνει τα ξένα συμφέροντα και επαναπροσανατολίζει τη βιομηχανία προς τις εξαγωγές, ειδικότερα στην Ευρώπη. Οι υψηλές τιμές ενέργειας έχουν βοηθήσει στη σταθεροποίηση της ρωσικής οικονομίας εσωτερικά. Αλλά δεν θα περιορίσει τις ενέργειες του μόνο στην ενέργεια. Προσπαθεί επίσης να κεφαλαιοποιήσει τη ρωσική γεωργία, την ξυλεία, τον χρυσό, τα διαμάντια και άλλα αγαθά...
Από τα κράτη της Βαλτικής, νότια ως το ρουμανικό σύνορο, υπάρχει μια περιοχή όπου τα σύνορα ήταν πάντα αβέβαια και οι συγκρούσεις συχνές. Στον Βορρά, υπάρχει μια μακριά, στενή πεδιάδα, που εκτείνεται από τα Πυρηναία ως την Αγία Πετρούπολη. Εδώ [στο Great European Plain] δόθηκαν οι μεγαλύτεροι πόλεμοι της Ευρώπης. Αυτό είναι το μονοπάτι που ακολούθησαν ο Ναπολέων και ο Χίτλερ για να εισβάλλουν στη Ρωσία. Υπάρχουν λίγα φυσικά εμπόδια.
Επομένως, οι Ρώσοι πρέπει να σπρώξουν το σύνορο τους όσο πιο δυτικά μπορούν για να δημιουργήσουν μια ουδέτερη ζώνη. Μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, έφθασαν ως το κέντρο της Γερμανίας ακολουθώντας αυτή τη πεδιάδα. Σήμερα, έχουν υποχωρήσει στα ανατολικά. Πρέπει να επιστρέψουν, και να κινηθούν όσο το δυνατόν πιο δυτικά. Αυτό σημαίνει ότι τα κράτη της Βαλτικής και η Πολωνία είναι, όπως και πριν, προβλήματα τα οποία πρέπει οπωσδήποτε να λύσει η Ρωσία [συγκεκριμένα η Πολωνία -αυτή η ταλαιπωρημένη χώρα των μεγάλων καλλιτεχνών- δεν είναι «πρόβλημα», αλλά μήλον της έριδος τόσο για τη Γερμανία και τη Ρωσία, όσο και για τις Η.Π.Α - ως φράγμα σε μια ενδεχόμενη (λέμε τώρα) προσέγγιση των δύο προηγούμενων].
Ο προσδιορισμός των ορίων της ρωσικής επιρροής θα είναι αμφιλεγόμενος. Οι Ηνωμένες Πολιτείες -και οι χώρες εντός της παλιάς σοβιετικής σφαίρας- δεν θα θέλουν να φθάσει η Ρωσία πολύ μακριά. Το τελευταίο πράγμα που θέλουν τα κράτη της Βαλτικής είναι να βρεθούν ξανά κάτω από ρωσική κυριαρχία. Το ίδιο και τα κράτη νότια της βόρειας ευρωπαϊκής πεδιάδας, στα Καρπάθια. Οι πρώην σοβιετικοί δορυφόροι -ειδικότερα η Πολωνία, η Ουγγαρία και η Ρουμανία- κατανοούν ότι η επιστροφή των ρωσικών δυνάμεων στα σύνορα τους θα αποτελούσε απειλή για την ασφάλεια τους. Και εφ'όσον αυτές οι χώρες είναι τώρα μέλη του ΝΑΤΟ, τα συμφέροντα τους επηρεάζουν αναγκαστικά τα συμφέροντα της Ευρώπης και των Ηνωμένων Πολιτειών. Το ανοιχτό ερώτημα είναι που θα τραβηχτεί η γραμμή στη Δύση. Αυτό αποτελεί ένα ιστορικό ερώτημα, και ήταν μια βασική πρόκληση στην Ευρώπη τα τελευταία εκατό χρόνια.



.~`~.
II
Βορειοανατολική Ασία, Κίνα και Ιαπωνία

Δύο προλογίσματα για (την Ευρώπη και) την Βορειοανατολική Ασία
- Ο κεντρικός στόχος της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής, είναι να αποτελούν οι ΗΠΑ τον ηγεμόνα του Δυτικού Ημισφαιρίου και να μην έχουν κανέναν αντίπαλο ηγεμόνα είτε στην Ευρώπη είτε στη Βορειοανατολική Ασία. Οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν θέλουν έναν ανταγωνιστή ηγεμόνα. Την επαύριον του Ψυχρού Πολέμου, οι διαμορφωτές πολιτικής των ΗΠΑ παραμένουν σταθερά δεσμευμένοι σε αυτόν τον σκοπό. Ας λάβουμε υπόψη το παρακάτω απόσπασμα από ένα κείμενο σχεδιασμού του Πενταγώνου, το οποίο διέρευσε στον Τύπο το 1992: «Ο πρώτος αντικειμενικός σκοπός μας είναι να εμποδίσουμε την επανεμφάνιση ενός νέου αντιπάλου... ο οποίος θέτει απειλή του είδους και της κλίμακας που είχε θέσει στο παρελθόν η Σοβιετική Ένωση... Το νέο επίκεντρο που θα πρέπει να έχει τώρα η στρατηγική μας είναι η παρεμπόδιση της εμφάνισης οποιουδήποτε δυνητικού πλανητικού ανταγωνιστή».
- Η πεποίθηση των αισιόδοξων ότι η διεθνής πολιτική έχει υποστεί μια μεγάλη μεταβολή αφορά βασικά στις σχέσεις μεταξύ των μεγάλων δυνάμεων, οι οποίες υποτίθεται ότι πλέον δεν θα εμπλέκονται σε ανταγωνισμό ασφάλειας και δεν θα διεξάγουν πολέμους μεταξύ τους ή με μικρές δυνάμεις στην περιφέρεια τους. Επομένως, η Ευρώπηκαι η Βορειοανατολική Ασία, οι περιοχές όπου υπάρχουν ομάδες μεγάλων δυνάμεων, θα πρέπει να είναι ζώνες ειρήνης ή, σύμφωνα με τη φημισμένη διατύπωση του Karl Deutsch, «πλουραλιστικές κοινότητες ασφάλειας».

Ανταγωνισμός ασφάλειας στη Βορειοανατολική Ασία του αύριο
Η Κίναέχει σύνορα, ορισμένα από τα οποία είναι ακόμη αμφισβητούμενα, με δεκατρία διαφορετικά κράτη. Συγκρούστηκε για εδάφη με την Ινδία το 1962, τη Σοβιετική Ένωση το 1969 και το Βιετνάμ το 1979. Όλα αυτά τα σύνορα εξακολουθούν να αμφισβητούνται. Η Κίνα διεκδικεί επίσης την Ταϊβάν, τα νησιά Σενκάκου/Ντιαογιουται(*), και διάφορα νησιωτικά συμπλέγματα στη νότια Κινεζική Θάλασσα, πολλά από τα οποία αυτή τη στιγμή δεν ελέγχει.
Συν τοις άλλοις, η Κίνα τείνει να θεωρεί, τόσο την Ιαπωνία, όσο και τις Ηνωμένες Πολιτείεςως δυνητικούς εχθρούς. Οι Κινέζοι ηγέτες διατηρούν έναν βαθιά ριζωμένο φόβο ότι η Ιαπωνία θα γίνει και πάλι μιλιταριστική, όπως ήταν πριν το 1945. Ανησυχούν επίσης μήπως οι Ηνωμένες Πολιτείες είναι αποφασισμένες να εμποδίσουν την Κίνα να γίνει κυρίαρχη μεγάλη δύναμη στη Βορειοανατολική Ασία. Σύμφωνα με έναν μελετητή: «Πολλοί Κινέζοι αναλυτές εξωτερικής και αμυντικής πολιτικής πιστεύουν ότι οι συμμαχίες των ΗΠΑ με ασιατικές χώρες, ιδίως με την Ιαπωνία, θέτουν μια σοβαρή, μακροπρόθεσμη πρόκληση, αν όχι απειλη, για την εθνική ασφάλεια, την εθνική ενοποίηση και τον εκσυγχρονισμό της Κίνας» (**).
---------------------------------------------------------------
(*)Με αφορμή αυτά τα νησιά τα τελευταία χρόνια είναι συνεχής και επαναλαμβανόμενη η ένταση, όπως και η σημερινή κρίση επίσης μέσω της Air Defense Identification Zone σχετίζεται με αυτά.
(**) Yu Bin, «Containment by stealth». Στους Financial Times διαβάζουμε: «Οι Ευρωπαίοι δεν είναι τόσο ένθερμοι οπαδοί των πολιτικών που απομονώνουνόσο οι Αμερικανοί».
---------------------------------------------------------------
Αξίζει να σημειωθεί ότι οι σχέσεις της Κίνας με την Ιαπωνία και τις Ηνωμένες Πολιτείες έχουν γίνει χειρότερες -και όχι καλύτερες- μετά τη λήξη του Ψυχρού Πολέμου. Τα τρία αυτά κράτη ήταν συνασπισμένα εναντίον της Σοβιετικής Ένωσης κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1980, και ελάχιστους λόγους είχαν να φοβούνται το ένα το άλλο... Για παράδειγμα, αμέσως μετά τον Ψυχρό Πόλεμο, η Ιαπωνία ήταν βέβαιη ότι η αυξανόμενη οικονομική αλληλεξάρτηση στην Ασία θα της επέτρεπε να διατηρήσει ειρηνικές σχέσεις με την Κίνα επ'άπειρον. Όμως κατά τα μέσα της δεκαετίας του 1990, οι ιαπωνικές απόψεις για την Κίνα έχουν «σκληρύνει σημαντικά», και δείχνουν σημαδια «ενός ανήσυχου ρεαλισμού σχετικά με τις στρατηγικές προθέσεις της Κίνας»... η Κίνα έχει καταστήσει σαφές ότι αν η Ιαπωνία και οι Ηνωμένες Πολιτείες αναπτύξουν αντιπυραυλικές άμυνες οποιοδήποτε είδους, η ίδια θα αυξήσει σημαντικά το οπλοστάσιο των βαλλιστικών πυραύλων της ούτως ώστε να μπορεί να τις καταβάλλει [αντίστοιχο σκηνικό στην Ευρώπη με τη Ρωσία]... Τέλος, το γεγονός ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες διατηρούν εκατό χιλιάδες στρατιώτες στην Βορειοανατολική Ασία αντιφάσκει προς τον ισχυρισμό ότι η περιφέρεια αυτή είναι «προετοιμασμένη για ειρήνη». Αν ήταν έτσι, αυτές οι αμερικανικές δυνάμεις θα ήταν περιττές και θα μπορούσαν να σταλούν πίσω στη χώρα τους και να αποστρατευτούν, γλιτώνοντας τον Αμερικανό φορολογούμενο από ένα σημαντικό ποσό. Αντ'αυτού, παραμένουν στη θέση τους για να βοηθήσουν στην ειρήνευση μιας δυνητικά ασταθούς περιφέρειας.
Ο Joseph Nye, ένας από τους κύριους αρχιτέκτονες της μεταψυχροπολεμικής αμερικανικής πολιτικής στη Βορειοανατολική Ασία και ένας μελετητής με εδραιωμένη φήμη ως φιλελεύθερος θεωρητικός των διεθνών σχέσεων, διατύπωσε αυτό το επιχείρημα... Επισήμανε ότι: «Έχει γίνει της μόδας να λέγεται ότι ο κόσμος μετά τον Ψυχρό Πόλεμο έχει περάσει από την εποχή της πολιτικής ισχύος στην εποχή της γεωοικονομίας. Τέτοιου είδους κλισέ δείχνουν ελλειπή και στενόμυαλη ανάλυση. Η πολιτική και η οικονομία συνδέονται. Τα διεθνή οικονομικά συστήματα εδράζονται στην διεθνή πολιτική τάξη». Στη συνέχεια ο Nye διατυπώνει το επιχείρημα του «ειρηνευτή»: «Η παρουσία των ΗΠΑ [στην Ασία] είναι μια δύναμη σταθερότητας, η οποία μειώνει την ανάγκη για ενίσχυση των εξοπλισμών και αποτρέπει την άνοδο ηγεμονικών δυνάμεων». Όχι μόνο «οι προκεχωρημένες δυνάμεις στην Ασία διασφαλίζουν ευρεία περιφερειακή ασφάλεια», αλλά επίσης «συνεισφέρουν στις τεράστιες πολιτικές και οικονομικές προόδους που πραγματοποιούν τα έθνη της περιφέρειας». Με λίγα λόγια, «οι Ηνωμένες Πολιτείες είναι η κρίσιμη μεταβλητή στην εξίσωση ασφάλειας την Ανατολικής Ασίας».

Δομή και σύγκρουση στη Βορειοανατολική Ασία του αύριο
Τρία κράτη της Βορειοανατολικής Ασίας έχουν σήμερα επαρκή πληθυσμό και πλούτο για να είναι μεγάλες δυνάμεις: η Κίνα, η Ιαπωνία και η Ρωσία. Όμως κανένα από αυτά δεν είναι δυνητικός ηγεμόνας [έγραφε ο συγγραφέας το 2000]. Η Ιαπωνία είναι με διαφορά το πλουσιότερο κράτος της περιφέρειας [έγραφε ο συγγραφέας το 2000]. Το ακαθάριστο εθνικό προϊόν της (ΑΕΠ) είναι περίπου 3,5 φορές μεγαλύτερο από αυτό της Κίνας και πάνω από 12 φορές μεγαλύτερο από αυτό της Ρωσίας [έγραφε ο συγγραφέας το 2000].
---------------------------------------------------------------
Δυστυχώς, σε αντίθεση με ότι έχω κάνει για τις Η.Π.Ακαι την Ιαπωνία, δεν έχω καταφέρει ακόμα να γράψω κείμενο θεμέλιο-βάση (όπως αυτά Για τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής - μέρος α'και Για την Ιαπωνία - μέρος α') ούτε για την Κίναμα ούτε και για τη Ρωσία (μάλιστα όσον αφορά τη τελευταία μόλις τώρα ανοίγω θεματολογία'πάντα ιδιαίτερο θέμα η Ρωσία όσον αφορά τα καθ'ημάς, αλλά χρειάζεται χρόνο για μια στοιχειωδώς σοβαρή προσέγγιση). Οπότε θα πρέπει να αρκεστώ σε μεγάλο βαθμό στην αυτοτέλεια των συγκεκριμένων κειμένων. Παραθέτω ορισμένα στοιχεία.
*
Έγραφε ο συγγραφέας το 2000 ή περι αριθμολογίας
Εν έτη 2000 το ΑΕΠ της Ιαπωνίας ήταν 4,43 τρις $, της Κίνας 1,08 τρις $ και της Ρωσίας 0,19 τρις $. Εν έτη 2012 το ΑΕΠ της Ιαπωνίας ήταν 5,96 τρις $, της Κίνας 8,23 τρις $ και της Ρωσίας 2,01 τρις $.
Εν έτη 2012 η Κίνα και όχι η Ιαπωνία είναι το πλουσιότερο κράτος της Βορειοανατολικής Ασίας (με το δεύτερο μεγαλύτερο συνολικό ΑΕΠ στον πλανήτη ακολουθώντας τις Η.Π.Α - η Ευρωζώνη δεν είναι κράτος). Εν έτη 2012 το ακαθάριστο εθνικό προϊόν της (ΑΕΠ) είναι περίπου 1,5 φορά μεγαλύτερο από αυτό της Ιαπωνίας και πάνω από 4 φορές μεγαλύτερο από αυτό της Ρωσίας. Εν έτη 2012 το συνολικό ΑΕΠ της Κίνας βρίσκεται περίπου στα επίπεδα που βρισκόταν το ΑΕΠ των Η.Π.Α το 1999.
Εν έτη 2000 το πλανητικό ΑΕΠ ήταν περίπου 43,0 τρις $ ενώ το συνολικό ΑΕΠ των τριών αυτών χωρών της Βορειοανατολικής Ασίας (Κίνα, Ιαπωνία και Ρωσία) ήταν 5,7 τρις $ και κατείχαν μερίδιο 13,25% επί της πλανητικής οικονομίας. Εν έτη 2012 το πλανητικό ΑΕΠ ήταν περίπου 80,0 τρις $ και το συνολικό ΑΕΠ των τριών αυτών χωρών 16,2 τρις $, με μερίδιο 20,25% επί της πλανητικής οικονομίας. Το 2000 το πλανητικό ΑΕΠ περίπου 43,0 τρις $, 12 χρόνια μετά 80,0 τρις $. Τα μπαλόνια κάποτε σκάνε ή ξεφουσκώνουν.
Εν έτη 2012 το Α.Ε.Π των Η.Π.Α ήταν 15,68 τρις $ αντιπροσωπεύοντας μερίδιο 25,30% επί της πλανητικής οικονομίας, της Κίνας ήταν 8,23 τρις $ αντιπροσωπεύοντας μερίδιο 13,27%, της Ιαπωνίας 5,96 τρις $ αντιπροσωπεύοντας μερίδιο 9,61% και της Ρωσίας 2,01 τρις $ αντιπροσωπεύοντας μερίδιο 3,25%. Συνολικά αυτές οι τέσσερις χώρες, οι δομές και οι σχέσεις μεταξύ τους αντιπροσωπεύουν το 51,43% της πλανητικής οικονομίας και το 27,25% της πλανητικής δημογραφίας.
Η εκτόξευση του ΑΕΠ της Κίνας συντελέστηκε ουσιαστικά τη τελευταία δεκαετία (δες και διαγράμματα στο τέλος), καθώς από το 1992 μέχρι το 2002 το ΑΕΠ της είχε αυξηθεί μονάχα κατά ένα τρις $ περίπου, ενώ κατά τη τελευταία δεκαετία, από το 2002 έως το 2012 αυξήθηκε περίπου κατά επτά τρις $ αγγίζοντας συνολικά τα 8,23 τρις $.
*
Μη άμεσα σχετιζόμενες με τη θεματολογία της ανάρτησης παρεμφερείς πληροφορίες
Εν έτη 2012 το Α.Ε.Π της Γερμανίας ήταν 3,39 τρις $ αντιπροσωπεύοντας μερίδιο 5,48% επί της πλανητικής οικονομίας και 1,14%επί της πλανητικής δημογραφίας. H Ινδία ως μια αντιστροφή της Γερμανίας αντιπροσωπεύει το 17,19%της πλανητικής δημογραφίας με το ΑΕΠ της στα επίπεδα των 1,84 τρις $ αντιπροσωπεύοντας μερίδιο 2,97% επί της πλανητικής οικονομίας.
Εν έτη 2012 το ΑΕΠ της Γαλλίας ήταν 2,61 τρις $ αντιπροσωπεύοντας μερίδιο 4,21% επί της πλανητικής οικονομίας, της Βραζιλίας και του Ηνωμένου Βασιλείου 2,43 και 2,44 τρις $ αντίστοιχα αντιπροσωπεύοντας 3,93% και 3,94%. Tέλος, τo κράτος εν ονόματι «Hellenic Republic» έχει την υψηλότερη ανεργία σε πλανητική κλίμακα.
Στοιχεία: Trading Economicsκαι The World Factbook
---------------------------------------------------------------
Η Κίναείναι το κλειδί για την κατανόηση της μελλοντικής κατανομής ισχύος στη Βορειοανατολική Ασία... αν η οικονομία της Κίνας συνεχίσει να επεκτείνεται κατά τις δύο επόμενες δεκαετίες με τον ίδιο ή παραπλήσιο ρυθμό που επεκτείνεται από τις αρχές της δεκαετίας του 1980 και μετά, η Κίνα μάλλον θα ξεπεράσει την Ιαπωνία και θα γίνει το πλουσιότερο κράτος της Ασίας [έχει ήδη συμβεί]. Πράγματι, λόγω του τεράστιου μεγέθους του πληθυσμού της, έχει το δυναμικό να γίνει πολύ πιο πλούσια απ'ό,τι η Ιαπωνία, πιο πλούσια ακόμη και από τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Για να καταδείξουμε το δυναμικό της Κίνας, ας δούμε τα ακόλουθα σενάρια. Αν η Κίνα εκσυγχρονιζόταν σε σημείο ώστε να είχε περίπου το ίδιο κατά κεφαλήν ΑΕΠ με αυτό που έχει σήμερα η Νότια Κορέα τότε η Κίνα θα είχε ένα ΑΕΠ 10,66 τρισεκατομμυρίων δολαρίων [το 2012 η Κίνα είχε ΑΕΠ 8,23 τρις $], πολύ μεγαλύτερο από την οικονομία της Ιαπωνίας. Αν το κατά κεφαλήν ΑΕΠ της Κίνας αυξανόταν έστω στο μισό του κατά κεφαλήν ΑΕΠ της Ιαπωνίας, η Κίνα θα είχε ένα ΑΕΠ το οποίο θα την έκανε τέσσερις ή σχεδόν πέντε φορές πλουσιότερη από την Ιαπωνία. Τέλος, αν η Κίνα είχε περίπου το ίδιο κατά κεφαλήν ΑΕΠ με την Ιαπωνία, η Κίνα θα ήταν δέκα φορές πλουσιότερη από την Ιαπωνία... Αν το κατά κεφαλήν ΑΕΠ της Κίνας ήταν το μισό του αντίστοιχου της Ιαπωνίας, το συνολικό ΑΕΠ της Κίνας θα ήταν περίπου 2,5 φορές μεγαλύτερο από εκείνο της Αμερικής. Για λόγους σύγκρισης, σημειώνεται ότι η Σοβιετική Ένωση διέθετε περίπου το μισό πλούτο των Ηνωμένων Πολιτειών κατά τη διάρκεια του μεγαλύτερου μέρους του Ψυχρού Πολέμου. Με λίγα λόγια, η Κίνα έχει το δυναμικό να γίνει πολύ πιο ισχυρή από τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Είναι δύσκολο να προβλέψει κανείς την πορεία της κινεζικής οικονομίας τον 21ο αιώνα... Πάρα ταύτα, τα βασικά συστατικά στοιχεία της στρατιωτικής ισχύος στην περιφέρεια αυτή αναμένεται να κατανέμονται με δύο πιθανούς τρόπους κατά τις δεκαετίες που έρχονται.
Πρώτον, αν η οικονομία της Κίνας σταματήσει να αναπτύσσεται με γοργό ρυθμό και η Ιαπωνία παραμείνει το πλουσιότερο κράτος στη Βορειοανατολική Ασία, καμιά τους δεν θα γίνει δυνητικός ηγεμόνας και οι Ηνωμένες Πολιτείες το πιθανότερο είναι να επαναφέρουν τα στρατεύματα τους στην πατρίδα τους. Αν συμβεί αυτό, η Ιαπωνία είναι σχεδόν σίγουρο ότι θα εμφανιστεί ως μεγάλη δύναμη, κατασκευάζοντας τη δική της πυρηνική αποτρεπτική δύναμη και αυξάνοντας σημαντικά το μέγεθος των συμβατικών δυνάμεων της. Όμως στην περιφέρεια θα εξακολουθήσει να επικρατεί ισορροπημένος πολυπολισμός: Η Ιαπωνία θα αντικαταστήσει τις Ηνωμένες Πολιτείες, και η Κίνα και η Ρωσία θα παραμείνουν οι άλλες μεγάλες δυνάμεις της περιφέρειας... η αντικατάσταση των Ηνωμένων Πολιτείων από την Ιαπωνία θα αυξήσει την πιθανότητα αστάθειας στη Βορειοανατολική Ασία... ο βαθιά ριζωμένος φόβος στην Ασία για την Ιαπωνία, φόβος που αποτελεί κληρονομιά της συμπεριφοράς της μεταξύ του 1931 και του 1945 [όπως αντίστοιχα συμβαίνει στην Ευρώπη με τη Γερμανία], σίγουρα θα αναζωπυρωθεί αν η Ιαπωνία αποκτήσει πυρηνική αποτρεπτική δύναμη, εντείνοντας έτσι τον ανταγωνισμό ασφάλειας στην περιφέρεια... η Ιαπωνία έχει εδαφικές διαφορές με την Κίνα για τα νησιά Σενκάκου/Ντιαογιουται, με την Κορέα για τις νησίδες Τακεσίμα/Τόκτο, και με τη Ρωσία για τα νησιά Κουρίλες...
Η δεύτερη πιθανή κατανομή ισχύος θα προκύψει αν η οικονομία της Κίνας συνεχίσει να αναπτύσσεται με ρωμαλέο ρυθμό, και τελικά η Κίνα γίνει δυνητικός ηγεμόνας. Οι Ηνωμένες Πολιτείες είτε θα παραμείνουν στη Βορειοανατολική Ασία είτε κάποια μέρα θα επιστρέψουν προκειμένου να διασφαλίσουν ότι η Κίνα δεν θα γίνει ανταγωνιστής προς αυτές ηγεμόνας. Η Ιαπωνία και η Ρωσία μαζί είναι απίθανο να διαθέτουν τα όσα απαιτούνται για να αναχαιτίσουν την Κίνα, ακόμη κι αν η Ινδία, η Νότια Κορέα και το Βιετνάμ προσχωρούσαν στον εξισορροπητικό συνασπισμό... Η Βορειοανατολική Ασία θα είναι προφανώς ένα μη ισορροπημένο πολυπολικό σύστημα αν η Κίνα απειλήσει να κυριαρχήσει σε ολόκληρη τη περιφέρεια'ως τέτοιο σύστημα, η εν λόγω περιφέρεια θα είναι πολύ πιο επικίνδυνο μέρος απ'ό,τι σήμερα. Η Κίνα, όπως όλοι οι προηγούμενοι δυνητικοί ηγεμόνες, θα έχει έντονη προδιάθεση να εξελιχτεί σε πραγματικό ηγεμόνα, και όλοι οι αντίπαλοι της, περιλαμβανομένων των Ηνωμένων Πολιτειών, θα περικυκλώσουν την Κίνα για την εμποδίσουν να επεκταθεί.

Συμπεράσματα
Είναι προφανές ότι το πλέον επικίνδυνο σενάριο που μπορούν να αντιμετωπίσουν οι Ηνωμένες Πολιτείες στις αρχές του 21ου αιώνα είναι αυτό στο οποίο η Κίνα εξελίσσεται σε δυνητικό ηγεμόνα στη Βορειοανατολική Ασία. Φυσικά, οι προοπτικές της Κίνας να εξελιχτεί σε δυνητικό ηγεμόνα εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από το εάν η οικονομία της θα συνεχίσει να εκσυγχρονίζεται με γοργό ρυθμό. Αν συμβεί κάτι τέτοιο και η Κίνα γίνει, όχι μόνο ένας κορυφαίος παραγωγός τεχνολογιών αιχμής, αλλά και η πλουσιότερη δύναμη του κόσμου, είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα χρησιμοποιήσει τον πλούτο της για να οικοδομήσει μια πανίσχυρη στρατιωτική μηχανή. Επιπλέον, για ορθούς στρατηγικούς λόγους, σίγουρα θα επιδιώξει την περιφερειακή ηγεμονία, ακριβώς όπως έκαναν οι Ηνωμένες Πολιτείες στο Δυτικό Ημισφαίριο κατά τη διάρκεια του 19ου αιώνα... Θα αναμένουμε από την Κίνα να αναπτύξει τη δική της έκδοση του δόγματος Μονρόε, έκδοση η οποία θα κατευθύνεται εναντίον των Ηνωμένων Πολιτειών. Ακριβώς όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες κατέστησαν σαφές σε μακρινές μεγάλες δυνάμεις ότι δεν τους επιτρεπόταν να αναμειγνύονται στο Δυτικό Ημισφαίριο, έτσι και η Κίνα θα καταστήσει σαφές ότι η αμερικανική ανάμειξη στην Ασία δεν είναι αποδεκτή.
Αυτό που κάνει μια μελλοντική κινεζική απειλή τόσο ανησυχητική είναι ότι η Κίνα μπορεί να είναι πολύ πιο ισχυρή και επικίνδυνη από οποιονδήποτε δυνητικό ηγεμόνα αντιμετώπισαν οι Ηνωμένες Πολιτείες κατά τον 20ο αιώνα. Ούτε η Γερμανία του Γουλιέλμου, ούτε η αυτοκρατορική Ιαπωνία, ούτε η ναζιστική Γερμανία, ούτε η Σοβιετική Ένωση πλησίαζαν έστω τη λανθάνουσα ισχύ που διέθεταν οι Ηνωμένες Πολιτείες κατά τη διάρκεια των μεταξύ τους αντιπαραθέσεων. Αν όμως η Κίνα γίνει ένα γιγαντιαίο Χονγκ Κονγκ, μάλλον θα έχει κάπου τέσσερις φορές περισσότερη λανθάνουσα ισχύ απ'ό,τι οι Ηνώμενες Πολιτείες, κάτι που θα επιτρέψει στην Κίνα να αποκτήσει ένα αποφασιστικό στρατιωτικό πλεονέκτημα έναντι των Ηνωμένων Πολιτειών στη Βορειοανατολική Ασία. Σε αυτή την περίπτωση, είναι δύσκολο να δει κανείς πως θα μπορούσαν οι Ηνωμένες Πολιτείες να εμποδίσουν την Κίνα να εξελιχτεί σε ανταγωνιστικό προς αυτές περιφερειακό ηγεμόνα. Επιπλέον, το πιθανότερο είναι ότι η Κίνα θα είναι πιο ισχυρή υπερδύναμη απ'ό,τι οι Ηνωμένες Πολιτείες στον επακόλουθο πλανητικό ανταγωνισμό μεταξύ τους.
Η παρούσα ανάλυση [γράφει ο συγγραφέας] υποδεικνύει ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν μεγάλο συμφέρον να δουν την κινεζική οικονομική ανάπτυξη να επιβραδύνεται σημαντικά κατά τα επόμενα χρόνια. Όμως, για μεγάλο μέρος της προηγούμενης δεκαετίας οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν ακολουθήσει μια στρατηγική που αποσκοπεί στο ακριβώς αντίθετο αποτέλεσμα. Οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν δεσμευτεί να «προσεγγίσουν» την Κίνα και όχι να την «αναχαιτίσουν». Η επιδίωξη της προσέγγισης βασίζεται στη φιλελεύθερη πεποίθηση ότι αν η Κίνα μπορεί να γίνει δημοκρατική και ευημερούσα, τότε θα γίνει μια δύναμη που θα υποστηρίζει το status quo και δεν θα εμπλακεί σε ανταγωνισμό ασφάλειας με τις Ηνωμένες Πολιτείες [δεν γνωρίζω περίπτωση στην ιστορία των διεθνών σχέσεων, όπου η αναδυόμενη δύναμη να μην αμφισβήτησε, να υποστήριξε το status quo - ανεξάρτητα το πολιτικό, κοινωνικό και οικονομικό της πρότυπο ή προσανατολισμό]. Ως εκ τούτου, η αμερικανική πολιτική έχει επιδιώξει να ενσωματώσει την Κίνα στην παγκόσμια οικονομία και να διευκολύνει την ταχύτατη οικονομική της ανάπτυξη, ούτως ώστε η Κίνα να γίνει πλούσια και, ελπίζεται, ικανοποιημένη με την παρούσα θέση της στο διεθνές σύστημα.
Αυτή η πολιτική των ΗΠΑ έναντι της Κίνας είναι λανθασμένη. Μια πλούσια Κίνα δεν θα είναι μια δύναμη που θα υποστηρίζει το status quo, αλλά ένα επιθετικό κράτος αποφασισμένο να πετύχει την περιφερειακή ηγεμονία. Αυτό δεν συμβαίνει επειδή μια πλούσια Κίνα θα έχει κακά κίνητρα, αλλά επειδή ο καλύτερος τρόπος για να μεγιστοποιήσει ένα κράτος τις προοπτικές του για επιβίωση είναι να γίνει ηγεμόνας στην περιφέρεια του κόσμου όπου βρίσκεται γεωγραφικά [ακριβώς όπως κοινωνικές ομάδες, αντίστοιχα, προσπαθούν να ηγεμονεύσουν -ιδεολογικά- πνευματικά και υλικά σε μια ορισμένη κοινωνία]. Παρ'ότι είναι σίγουρα προς το συμφέρον της Κίνας να είναι ο ηγεμόνας της Βορειοανατολικής Ασίας, προφανώς δεν είναι προς το συμφέρον της Αμερικής να αφήσει να γίνει κάτι τέτοιο... οι δομικές επιταγές του διεθνούς συστήματος, οι οποίες είναι ισχυρές, μάλλον θα υποχρεώσουν τις Ηνωμένες Πολιτείες να εγκαταλείψουν την πολιτική της δημιουργικής προσέγγισης στο εγγύς μέλλον.



Τέλος, ένα σχόλιο από έναν Ασιάτη-αμερικανό τον οποίο παρακολουθώ (απολαυστικά είναι αυτά τα αυθόρμητα σχόλια):
«Οι Κορεάτες ποτέ δεν θα πολεμήσουν στο πλευρό των Ιαπώνων. Η Ταϊβάν έχει καλές σχέσεις πλέον με την Κίνα. Η Ινδία ποτέ δεν θα πάρει ενεργητικά το μέρος των Ιμπεριαλιστών, αυτό πλέον το διδάσκουν όλες οι σχολές. Οι Ιάπωνες μισούν τις Η.Π.Α, γιατί ελέγχονται από τις Η.Π.Α και γιατί δεν ξεχνούν ποιος τους επιτέθηκε με πυρηνικά [εδώκαι εδώ]. Απλά διάβασε τα βιβλία τους για τις Η.Π.Α. Βέβαια, δεν θα στο πουν ποτέ κατά πρόσωπο. Χρησιμοποιούν τις εντάσεις για να αγοράσουν όπλα και να γίνουν ισχυρότεροι... Χρησιμοποιούν τις διαμάχες για να πετάξουν από πάνω τους τους περιορισμούς και να απαλλαγούν από τον έλεγχο των Η.Π.Α. Η Ιαπωνία ποτέ δεν θα πολεμήσει την Κίνα, ούτε η Νότιος Κορέα... Η ηγεμονία των Η.Π.Α στην Ασία είναι μια ψευδαίσθηση».



.~`~.
Εξέλιξη του Α.Ε.Π κρατών από τη κατάρρευση του διπολικού διεθνούς συστήματος έως σήμερα

Η.Π.Α

Κίνα

Ιαπωνία

Ρωσία
*
Γερμανία

.~`~.
Για περαιτέρω ιχνηλάτηση και πληρέστερη προοπτική


Η Ευρώπη στο κατώφλι του 21ου αιώνα: μια κοσμοϊστορική και γεωπολιτική θεώρηση.

$
0
0

.~`~.
Ι

Σύμφωνα με τον μύθο, ο οποίος τροφοδοτεί τους πανηγυρικούς λόγους των Ευρωπαίων πολιτικών, οι λαοί της ευρωπαϊκής ηπείρου, διδαγμένοι από πικρές εμπειρίες, μπήκαν επιτέλους στον δρόμο της λογικής και ενσάρκωσαν σε οικονομικούς και πολιτικούς θεσμούς τη βούλησή τους για ειρηνική συμβίωση. Η εδραίωση των θεσμών τούτων ισοδυναμεί λοιπόν με εργασία προς χάριν της ειρήνης, ενώ η υπονόμευσή τους με την επιστροφή σε εποχές απαίσιας μνήμης. Ο μύθος τούτος είναι αυτάρεσκος, γιατί προϋποθέτει την ικανότητα των δρώντων υποκειμένων (ή πάντως των ρητόρων) να διδάσκονται από το παρελθόν και να ενεργούν με βάση ηθικά και ορθολογικά κίνητρα. Η αλήθεια είναι πεζότερη και οδυνηρότερη.
Οι αιματηρές συγκρούσεις ανάμεσα σε μεγάλα έθνη της δυτικής και της κεντρικής Ευρώπης έγιναν στις μέρες μας αδιανόητες επειδή η Ευρώπη έχασε την παγκόσμια κυριαρχία, ούτως ώστε οι ενδοευρωπαϊκοί ανταγωνισμοί δεν έχουν πλέον καθοριστική κοσμοϊστορική σημασία'γι’ αυτό και η έντασή τους κατ’ ανάγκη έπεσε κατακόρυφα. Στην ιμπεριαλιστική εποχή ο ανταγωνισμός των ευρωπαϊκών Δυνάμεων όχι μόνον δεν εμπόδισε τη συνολική ευρωπαϊκή επέκταση, αλλά και την επέτεινε, γιατί καμμιά από τις Δυνάμεις αυτές δεν ήθελε να υστερήσει σε σχέση με τις άλλες. Στην εποχή της ευρωπαϊκής παγκόσμιας κυριαρχίας, λοιπόν, ο πλανήτης συνομαδωνόταν γύρω από τον άξονα των ενδοευρωπαικών ανταγωνισμών, ενώ τώρα τα ευρωπαϊκά έθνη οφείλουν να συνομαδωθούν ή να συνασπισθούν εν όψει των πλανητικών ανταγωνισμών. Τούτη η κοσμοϊστορική τομή συνιστά την προϋπόθεση της αναδιάρθρωσης της Ευρώπης. Συνάμα απετέλεσε για την Ευρώπη μια κατάσταση ανάγκης, η οποία βέβαια, λόγω της έκρηξης της μαζικής παραγωγής και της μαζικής κατανάλωσης μετά το 1950 καθώς και λόγω των τεράστιων αποθεμάτων της ιμπεριαλιστικής εποχής, δεν έγινε αισθητή ως τέτοια από υλική άποψη, όμως η πολιτική της πλευρά έγινε ορατή στο καθοριστικό γεγονός ότι ανάδοχοι της ευρωπαϊκής ενότητας υπήρξαν, θετικά ή αρνητικά, ακριβώς οι δύο εκείνες μεγάλες Δυνάμεις, οι οποίες μετά το 1945 διαδέχθηκαν την Ευρώπη σε πλανητικό επίπεδο. Θετικά η κηδεμονία των Ηνωμένων Πολιτειών και αρνητικά ο φόβος μπροστά στη σοβιετική αυτοκρατορία έθεσαν σε κίνηση μία διαδικασία, την οποία, έστω και μετά από τις πρόσφατες καταστροφές, διόλου δεν θα κινούσε από μόνος του ο καθαρός Λόγος των Ευρωπαίων, αν είχαν αφεθεί μόνοι τους και δεν διέτρεχαν κινδύνους εκ των έξω.
Το ότι η κοσμοϊστορική τομή που αναφέραμε συνιστούσε κατάσταση ανάγκης γίνεται πρόδηλο και σε μιαν άλλη προοπτική. Το τέλος της παγκόσμιας κυριαρχίας της Ευρώπης συνέπεσε χρονικά με το τέλος των ευρωπαϊκών Νέων Χρόνων, όπως άλλωστε και η αρχή των Νέων Χρόνων σήμανε την αρχή της παγκόσμιας κυριαρχίας της Ευρώπης. Τούτο σημαίνει: οι Νέοι Χρόνοι δεν ήσαν μονάχα (στην προοπτική της ιστορίας των ιδεών) ευρωπαϊκό φαινόμενο με την ειδοποιό έννοια του όρου, αλλά και (από οικονομική και πολιτική άποψη) ένα ευρωκεντρικό φαινόμενο. Η υπερφαλάγγιση του ευρωπαϊκού συντελεστή από τον πλανητικό και, συναφώς, του ολιγαρχικού και ιμπεριαλιστικού φιλελευθερισμού από τη μαζική δημοκρατία (ως τον πρώτο κοινωνικό σχηματισμό πλανητικού βεληνεκούς στην ίσαμε τώρα ιστορία) συμβάδισε έτσι αναγκαστικά με την εξασθένιση ή τον εξανεμισμό των ιδεών των ευρωπαϊκών Νέων Χρόνων και απέληξε σε μια ουσιωδώς καινούργια παγκόσμια κατάσταση. Δεν μπορούμε να συζητήσουμε εδώ τα καθέκαστα, τις ιδιαίτερες μορφές και τις επί μέρους συνέπειες της κοσμοϊστορικής αυτής τροπής. Όμως η υπόμνηση της διαδικασίας στο σύνολό της παραμένει απαραίτητη προκειμένου να συλλάβουμε σ’ όλη της την έκταση την ευρωπαϊκή κατάσταση ανάγκης το αργότερο μετά το 1945. Και οφείλουμε να την έχουμε συνεχώς κατά νουν. Γιατί ανάλογα με το αν η διαδικασία (ή η προσπάθεια) της ευρωπαϊκής ενοποίησης γίνεται αντιληπτή ως απάντηση σε μιαν κατάσταση ανάγκης ή ως νίκη του Λόγου προκύπτουν δυο διαφορετικές δεοντολογίες και στρατηγικές. Όποιος θεωρεί ότι εδώ πρυτάνευσε ο ειρηνόφιλος Λόγος, είναι απροετοίμαστος απέναντι σε άσχημες εξελίξεις εντός της Ευρώπης και επι πλέον εκτίθεται στον κίνδυνο να επεκτείνει αυτή του τη θεώρηση σε ολόκληρο το πλανητικό τοπίο, δηλαδή να αποδώσει στην Ευρωπαϊκή Ένωση χαρακτήρα προτύπου και να προσδοκά την λύση των παγκόσμιων προβλημάτων από ένα παγκόσμιο κράτος, το οποίο θα στηριζόταν στη συναίνεση και θ'αποτελούσε μιαν Ευρωπαϊκή Ένωση In magno. Ωστόσο δεν κατανοεί κανείς γιατί κράτη όπως η Κίναλ.χ., που πιστεύουν ότι διαθέτουν αυτοτελείς και πρακτικά απεριόριστες δυνατότητες εκδίπλωσης των δυνάμεων τους, θα υιοθετούσαν την λογική μιας δημογραφικά εξασθενημένης ηπείρου, η οποία επί μερικές δεκαετίες μετά την απώλεια των αυτοκρατοριών της έζησε υπό τη σκιά των Αμερικανών και των Ρώσσων κι εξαρτάται ακόμα από τους πρώτους. Και επί πλέον: ποιός θα παίξει ως προς το παγκόσμιο κράτος τον ίδιο θετικό και αρνητικό ρόλο που έπαιξαν Αμερικανοί και Ρώσσοι ως προς την Ευρώπη;


.~`~.
ΙΙ
α´
Η ακριβής σύλληψη της ευρωπαϊκής κατάστασης ανάγκης μέσα στο πλαίσιο της παγκόσμιας ιστορίας αποτελεί απλώς την αρχή μιας ουσιαστικής προβληματικής - και αφήνει στην πράξη όλες τις δυνατότητες ανοιχτές. Γιατί οι καταστάσεις ανάγκης και οι κρίσεις μπορούν να ενεργοποιήσουν τόσο κεντρομόλες όσο και κεντρόφυγες δυνάμεις, να γεννήσουν τόσο αλληλεγγύη όσο και διαμάχη. Μια ομάδα ατόμων ή εθνών οφείλει, αν θέλει να παραμείνει ανταγωνιστική, να υιοθετήσει μιαν οργανωτική μορφή, δηλαδή να διευκρινίσει πώς και από ποιόν λαμβάνονται οι αποφάσεις. Η αλληλεγγύη (με την κοινωνιολογική, όχι με την ψυχολογική έννοια) προκύπτει όταν το πρόβλημα λήψης αποφάσεων λύνεται δεσμευτικά, αδιάφορο πού εδράζεται η δεσμευτικότητα'αλλιώς είτε δημιουργείται άμεση σύγκρουση είτε επικρατούν οι κεντρόφυγες δυνάμεις με βάση την αρχή «ο σώζων εαυτόν σωθήτω». Ποιόν από τους δυο δρόμους θα πάρει η Ευρώπη δεν μπορεί ακόμη να λεχθεί με έσχατη βεβαιότητα. Πριν από λίγον καιρό ακόμη ήταν δυνατό να κατανέμεται η ευημερία, και απ'αυτό επωφελήθηκαν όλοι σε απόλυτα μεγέθη, μολονότι μερικοί επωφελήθηκαν περισσότερο συγκριτικά με άλλους. Όμως η ώρα της αλήθειας θα σημάνει όταν στην ημερήσια διάταξη δεν θα βρίσκεται πλέον η κατανομή της ευημερίας, αλλά η κατανομή σημαντικών βαρών. Η ένοχη συνείδηση, η οποία, έμμεσα τουλάχιστον, απετέλεσε ίσαμε σήμερα το κίνητρο της γερμανικής ταμειακής γενναιοδωρίας, θα μπορούσε να μετατραπεί σε απροθυμία ή και σε επιθετικότητα, αν η χαμηλή απόδοση άλλων θα απαιτούσε από τη Γερμανία εξαιρετικές θυσίες ως αντιστάθμισμα σε πανευρωπαική κλίμακα. Ίσαμε σήμερα δεν υπάρχουν ενδείξεις εκ μέρους άλλων ευρωπαϊκών εθνών ότι είναι διατεθειμένα να κάνουν θυσίες για χάρη τρίτων'και η έφεση προς αλληλέγγυα συμπεριφορά εξασθενίζει σήμερα και στο εσωτερικό των διαφόρων ευρωπαϊκών εθνών.
Σ'αυτά προστίθεται και η εσωτερική λογική μιας ενοποιητικής διαδικασίας. Τα πρώτα βήματα προς μια ενοποίηση είναι παντότε τα ευκολότερα, τα τελευταία τα δυσκολότερα. Όμως, χωρίς τα τελευταία, τα πρώτα αιωρούνται στον αέρα, δεν αποτελούν οριστικές ή αποφασιστικές δεσμεύσεις, έστω και αν δεν ακυρώνονται. Ωστόσο δεν πρέπει να αγνοείται η δυνατότητα της παλινδρόμησης μετά από μιαν μακρά τελμάτωση, προ παντός αν σκεφθούμε ότι ακόμα και πολυεθνικά μορφώματα, τα οποία συνιστούσαν ενιαία οικονομική και πολιτική μονάδα, διαλύθηκαν ακαριαία σε εποχές βαθιάς κρίσης (η Σοβιετική Ένωση είναι το τελευταίο σχετικό παράδειγμα, και θα έπεφτε κανείς πολύ έξω αν απέδιδε τη διάλυση της απλώς και μόνο στην εξέγερση των λαών της εναντίον του «ολοκληρωτισμού»: η οικονομική-πολιτική ενότητα απλώς καταργήθηκε, δεν ξαναθεμελιώθηκε υπό συνθήκες ελευθερίας). Οι έτσι κι αλλιώς μεγαλύτερες δυσκολίες κατά τα τελευταία βήματα μιας ενοποιητικής διαδικασίας στην περίπτωση της Ευρώπης πιθανόν να επιταθούν εξ αιτίας ενός σχετικά πρώιμου στρατηγικού σφάλματος. Εννοούμε τη διεύρυνση του αρχικού πυρήνα με την εισδοχή ασθενέστερων και ωστόσο ισότιμων μελών (αν ήδη η εισδοχή της Μεγάλης Βρετανίας αποτελούσε στρατηγικό σφάλμα, όπως πίστευε ο de Gaulle, δεν το εξετάζουμε εδώ). Κατά πάσα πιθανότητα, η γρήγορη εμβάθυνση της οικονομικής και της πολιτικής ενότητας ανάμεσα στις χώρες του αρχικού πυρήνα, καθώς και η προς τα έξω εκδήλωση της εμβάθυνσης με πράξεις πλανητικού βεληνεκούς, θα είχε ασκήσει την επίδραση ενός μαγνήτη, ο οποίος θα προσείλκυε τα υπόλοιπα ευρωπαϊκά έθνη σα να ήταν ρινίσματα σιδήρου. Σε μια τέτοια περίπτωση ο μαρκότερος χρόνος αναμονής των υποψηφίων δεν θα τους έβλαπτε ουσιαστικά, αν λάβουμε υπ'όψιν τις ούτως ή άλλως αύξουσες διαπλοκές και υφιστάμενες εξαρτήσεις. Σημερινές προτάσεις και πράξεις, οι οποίες αποσκοπούν σε μιαν Ευρώπη «δύο ή περισσοτέρων ταχυτήτων», μοιάζουν με προσπάθειες επανόρθωσης του πρώιμου εκείνου σφάλματος, υπό δυσμενέστερες συνθήκες βέβαια. Ωστόσο το σφάλμα δεν είναι οπωσδήποτε ανεπανόρθωτο, ανασκοπικά μάλιστα μπορούμε να το θεωρήσουμε ως αναπόφευκτο υπό την έννοια ότι η ευρωπαϊκή, και προ παντός η γερμανική, εξάρτηση από τις Ηνωμένες Πολιτείες την εποχή του Ψυχρού Πολέμου έθετε αφ'εαυτής όρια σε μιαν ποιοτική εμβάθυνση της ευρωπαϊκής ενοποίησης, όρια που δεν υπήρχαν ως προς την ποσοτική διεύρυνση. Εν πάση περιπτώσει, η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει φτάσει σήμερα σε σημείο όπου μια ακόμη διεύρυνση θα έπρεπε να θεωρηθεί ως φυγή μπροστά στο επείγον καθήκον της εμβάθυνσης και ως ένδειξη οργανικής αδυναμίας.

β´
Στην πολιτική η ποσότητα δεν μεταβάλλεται αναγκαστικά σε ποιότητα, πολύ συχνά μάλιστα συμβαίνει το αντίθετο: το ποιοτικό στοιχείο διαλύεται μέσα στον χυλό της ποσότητας.
Όποιος όμως σταθμίζει τις δυνατότητες της ευρωπαϊκής ενοποίησης δεν πρέπει να ξεκόψει μόνο από τα ποσοτικά κριτήρια. Εξίσου οφείλει να απαλλαγεί από ευθύγραμμες αντιλήψεις για την πορεία της ενοποιητικής διαδικασίας. Αυτό σημαίνει: ότι ευνοεί την ενοποίηση ονομαστικά δεν την ευνοεί έμπρακτα. Ούτε καν η συμφωνία καθ'εαυτήν δεν εγγυάται περισσότερο από τη διαφωνία ότι πλησιάζουμε εγγύτερα προς την ευρωπαϊκή ενοποίηση. Γιατί υπάρχει μια συμφωνία, η οποία αφορά κοινοτοπίες και υποδηλώνει αδράνεια, και μια διαφωνία ή και μια διάσπαση, από την οποία προκύπτουν όσοι μπορούν κατόπιν να λειτουργήσουν ως ατμομηχανές για την παραπέρα εξέλιξη. Το ίδιο ισχύει για τα επί μέρους οργανωτικά και θεσμικά σχέδια. Η νομισματική ένωση αποτελεί λ.χ. ένα εγχείρημα, το οποίο λογικά και in absracto προωθεί την ενοποιητική διαδικασία. Αν όμως η εφαρμογή της γεννήσει σφοδρούς αγώνες ανακατανομής και μείζονες αστάθειες, τότε ό,τι είχε σχεδιασθεί ως δρόμος προς την ενοποίηση θα μεταβληθεί σε αιτία αδιέξοδης διαπάλης. Από την άλλη μεριά, τις οικονομικές δυσχέρειες θα μπορούσε να τις διακινδυνεύσει κανείς αν από τη νομισματική ένωση αναμένει ευμενή πολιτικά αποτελέσματα - όμως στην περίπτωση αυτή ένας συγκεκριμένος φορέας θα όφειλε να μεριμνήσει ώστε τα αναμενόμενα αυτά αποτελέσματα να γίνουν πραγματικότητα. Γι'αυτό και οι ιδεολογικές προκαταλήψεις δεν συνιστούν τον καλύτερο πρακτικό σύμβουλο, προ παντός όταν δεν έχουμε να κάνουμε με τις συχνά συγκεκαλυμμένες ιδεολογίες των οικονομολόγων, αλλά με τις κραυγαλέες ιδεολογίες όσων αγορεύουν υπέρ ή κατά του εθνικού κράτους.
Και εδώ από πρώτη όψη φαίνεται σαν η (έμπρακτη τουλάχιστον) κατάργηση του εθνικού κράτους να άνοιγε eo ipso τον δρόμο της ευρωπαϊκής ενοποίησης. Όποιος το πιστεύει αυτό, από τα εθνικά κράτη αναμένει μονάχα εγωιστικές και στενοκέφαλες πράξεις (και όμως, εθνικά κράτη ίδρυσαν την Ευρωπαϊκή Ένωση!) κι έτσι ταυτίζει το θετικό με την απάλειψη του αρνητικού. Ένας στενός, λυσιτελής και μακροπρόθεσμος συντονισμός της δράσης των δύο ή τριών σημαντικότερων εθνικών κρατών θα επιβοηθούσε ωστόσο την ευρωπαϊκή υπόθεση πολύ περισσότερο από μιαν ενοποίηση, η οποία πάνω απ'όλα θα αντανακλούσε την παράλυση των κυβερνήσεων των εθνικών κρατών. Και αντίστροφα: η πανευρωπαϊκή αρχή, η οποία θα ανελάμβανε επιτυχώς ουσιώδεις κυρίαρχες αρμοδιότητες των κυβερνήσεων αυτών, θα όφειλε λόγω του εξαιρετικού βάρους καθηκόντων της να είναι από ορισμένες τουλάχιστον απόψεις ισχυρότερη σε σύγκριση με τις τελευταίες.
Αυτό το παραβλέπουν συχνότατα τόσο οι φίλοι όσο και οι εχθροί του εθνικού κράτους, γιατί αμφότεροι, αν και με αντεστραμμένα πρόσημα, συγχέουν εννοιολογικά το έθνος και το κράτος. Ο σύνθετος όρος «εθνικό κράτος» φαίνεται να ευνοεί αυτή τη σύγχυση, μολονότι στη πραγματικότητα υποδηλώνει ότι το εθνικό κράτος συνιστά απλώς ένα μόνο είδος του γένους «κράτος». Οι προασπιστές του εθνικού κράτους από τη μια φοβούνται την απουσία κράτους, δηλαδή την ακυβερνησία, αν η κυβερνητική εξουσία ασκείται από ένα μακρινό κέντρο εκτός του έθνους, ενώ από την άλλη προσδοκούν έναν μαρασμό των εθνικών δυνάμεων, μια γενική ισοπέδωση και μια πολιτισμική απίσχανση, αν το έθνος χάσει το έρεισμα του κράτους. Όμως η λυσιτελής διακυβέρνηση είναι ζήτημα της πολιτικής βούλησης και της οργανωτικής μορφής, όχι της εθνικότητας, όσο κι αν οφείλει να την λαμβάνει υπ'όψιν του'και οι εθνικοί πολιτισμοί, οι οποίοι μπορούν καθ'εαυτούς ακόμα και να ανθίσουν μέσα σ'ένα πολυεθνικό κράτος, υπονομεύονται σήμερα από πλανητικές δυνάμεις, εναντίον των οποίων το εθνικό κράτος ως τέτοιο δεν είναι σε θέση να κάμει πολλά πράγματα. Οι εχθροί του εθνικού κράτους συμμερίζονται λίγο-πολύ όλες αυτές τις διαγνώσεις και προγνώσεις - μόνο που χαιρετίζουν το αποτέλεσμα. Τον παραμερισμό του παράγοντα «έθνος» τον θεωρούν (και στο σημείο αυτό η κοσμοπολίτικη «αριστερά» συμμαχεί, κατά τρόπον μόνον κατ'επίφαση παράδοξο, με τις πολυεθνικές εταιρείες) ως χαρμόσυνο βήμα προς την εξασθένιση ή κατάργηση του παραδοσιακού κράτους εν γένει, προς την ανάπτυξη μιας μεταεθνικής συνείδησης αυτόνομων πολιτών ως νέας βάσης της πολιτικής δραστηριότητας κ.τ.λ κ.τ.λ.
Τώρα η συνείδηση του «ώριμου πολίτη» αντλεί κατά κανόνα την πνευματική της τροφή μάλλον από την ιδιωτική τηλεόραση παρά από τις εκλεπτυσμένες προσφορές των πολιτικών ιδεολογιών, κι έτσι η εξαφάνιση των εθνικιστικών φανατισμών δεν ισοδυναμεί οπωσδήποτε με ανώτερο πολιτικό φρόνημα. Αφ'ετέρου, η ακυβερνησία, που μακροπροθέσμως θα ήταν ολέθρια για την Ευρωπαϊκή Ένωση, μπορεί ν'αποφευχθεί μονάχα αν τα κυρίαρχα δικαιώματα του εθνικού κράτους δεν εξατμισθούν απλώς, αλλά μεταβιβασθούν σ'έναν καινούργιο κυρίαρχο. Το τέλος του εθνικού κράτους και το τέλος του κυρίαρχου κράτους εν γένειθα παραμείνουν δύο πράγματα διαφορετικά από ιστορική και λογική άποψη ακόμη και στην περίπτωση όπου η Ευρώπη θα απεκδυθεί τις πολιτικές μορφές του παρελθόντος χωρίς να μπορέσει να δημιουργήσει καινούργιες. Όμως κάθε βήμα προς τις καινούργιες θα θέτει ερωτήματα, στα οποία θα μπορεί ν'απαντήσει μονάχα ένας νέος κυρίαρχος, δηλαδή ένα (τουλάχιστον γεννώμενο) κράτος.
Τούτο το κράτος θα πρέπει πρώτα-πρώτα να ξεκαθαρίσει δεσμευτικά το ζήτημα: «ποιός ανήκει δικαιωματικά σ'εμένα;», το οποίο εμφανίζεται σε ποικίλες παραλλαγές («ποιός έχει το δικαίωμα να συναποφασίζει;» «ποιός έχει το δικαίωμα να εισέρχεται ως μετανάστης;»). Το συγκεκριμένο αυτό ζήτημα οφείλει να το θέσει και να το λύσει κάθε πολιτική οντότητα, ανεξάρτητα από τη διάρθρωση και το μέγεθος της, γιατί αφορά την ίδια της τη συγκρότηση. Γι'αυτό και πλανώνται οικτρά όσοι νομίζουν ότι μαζί με το εθνικό κράτος, τούτον τον δήθεν γενεσιουργό όλων των δεινών, θα τελειώσει και κάθε σύνορο, κάθε διαχωρισμός. Μπορεί να συμβεί ακριβώς το αντίθετο, υπό συνθήκες που εύκολα μπορούμε να μαντέψουμε: η ευρωπαϊκή ενοποίηση συντελείται -όπως είναι εύλογο- σε εποχή αύξουσας παγκοσμιοποίησης, όμως ακριβώς η αύξουσα παγκοσμιοποίηση δυναμώνει την πίεση επί της Ευρώπης.


.~`~.
ΙΙΙ
α´
Κατ’ αρχήν μπορούμε να φανταστούμε ότι στο προβλεπτό μέλλον η Ευρώπη είτε θα επιτύχει να συμπήξει μια κυρίαρχη πολιτική οντότητα είτε δεν θα το επιτύχει. Στην πρώτη περίπτωση ερωτάται αν η ενότητα θα πραγματοποιηθεί μέσω της ηγεμονίας ενός έθνους ή με άλλον τρόπο. Για το ρόλο του ηγεμόνα υπάρχουν προφανώς (αφού η Μεγάλη Βρετανία, όπως φαίνεται, αρκείται να εμποδίζει την ανάληψη της ηγεμονίας από μέρους κάποιας άλλης ευρωπαϊκής δύναμης) μονάχα δύο υποψήφιοι: η Γαλλία, η οποία προβάλλει αυτήν την αξίωση (τουλάχιστον στο διπλωματικό και στρατιωτικό πεδίο), και η Γερμανία, η οποία διαθέτει τις υλικές προϋποθέσεις και επί πλέον διαθέτει το έμπρακτα αναγνωρισμένο προβάδισμα στον οικονομικό τομέα. Ωστόσο ένας ανοιχτός αγώνας μεταξύ Γαλλίας και Γερμανίας με αντικείμενο την ευρωπαϊκή ηγεμονία δεν θα μπορούσε σήμερα να αποκτήσει γνήσια δυναμική ήδη λόγω της δραματικής αλλαγής της θέσης της Ευρώπης μέσα στον κόσμο. Από την άμεση αντιπαράθεση με δεδομένη τη δυνατότητα ένοπλης σύγκρουσης δεν μπορεί πλέον να αναδειχθεί ηγεμόνας. Βεβαίως, η μια πλευρά μπορεί να επηρεάζει σημαντικά και μόνιμα την άλλη, μπορεί μεσοπρόθεσμα ακόμα και να την «έχει του χεριού της», όμως είναι αμφίβολο αν από αυτό θα μπορούσε να διαμορφωθεί μια κανονική ηγεμονία.
Η ηγεμονία εντός της Ευρώπης απαιτεί κάτι περισσότερο από την αποφασιστική επιρροή στα ζητήματα της νομισματικής ένωσης ή στην οργάνωση μια στρατιωτικής επέμβασης· ο ηγεμόνας της Ευρώπης θα έπρεπε να εκπροσωπεί την ευρωπαϊκή ήπειρο μπροστά στα μάτια ολόκληρου του πλανήτη με πράξεις, οι οποίες αφορούν ολόκληρο τον πλανήτη. Ούτε η Γαλλία ούτε η Γερμανία θα είναι μελλοντικά σε θέση να κάμουν κάτι τέτοιο, και μάλιστα με τον καιρό το πλανητικό βάρος τους ως μεμονωμένων χωρών μάλλον θα μειωθεί παρά θα αυξηθεί.
Η γερμανική πλευρά, μετά από τυχόν απογοητεύσεις της στη Γηραιά Ήπειρο, θα μπορούσε να ερωτοτροπήσει με τη σκέψη να αποκτήσει την ηγεμονία στην Ευρώπη στηριζόμενη στη βοήθεια των Αμερικανών, δηλαδή να κατευθύνει τα ευρωπαϊκά πεπρωμένα σε συνεννόηση με τους Αμερικανούς –στο κάτω-κάτω εξ αιτίας (και) της αμερικανικής αντίστασης απέτυχαν δυο ηγεμονικές προσπάθειες της Γερμανίας μέσα σ’ αυτόν τον αιώνα. Αμερικανικοί κύκλοι διατύπωσαν πράγματι την επιθυμία μιας προνομιούχας σχέσης με τη Γερμανία. Ωστόσο παραμένει ασαφές αν έχουν κατά νουν μια Γερμανία, η οποία θα χρησιμοποιούσε την αμερικανική υποστήριξη προ παντός για να επιτύχει την ευρωπαϊκή ενοποίηση σύμφωνα με τις αντιλήψεις της (και τις αντιλήψεις των ΗΠΑ), ή μια Γερμανία, η οποία, η οποία κατά βάση θα αναλάμβανε το ρόλο του τοποτηρητή των Αμερικανών στην Ανατολική Ευρώπη απέναντι στις επεκτατικές βλέψεις της Ρωσίας και ανεξάρτητα από την τύχη της ευρωπαϊκής ενοποίησης. Είτε έτσι, είτε αλλιώς, μια ενδεχόμενη απόφαση της Γερμανίας να συγκλίνει δυναμικά με την αμερικανική πολιτική θα ήταν ένα εξαιρετικά ενδιαφέρον, αλλά επικίνδυνο παιχνίδι. Όχι μόνο επειδή αργά ή γρήγορα θα οδηγούσε σε μια επαναπροσέγγιση μεταξύ Γαλλίας, Μεγάλης Βρετανίας και Ρωσίας, αλλά και επειδή στο ζήτημα αυτό δε θα μπορούσε να αναμένεται από αμερικανικής πλευράς μια σταθερή και διαρκής στάση. 
Ο θρύλος της «ειδικής σχέσης» μεταξύ Μεγάλης Βρετανίας και Ηνωμένων Πολιτειών ίσως είναι υπερβολικός, όμως οι Βρετανοί διατηρούν πάντοτε τη διακριτική τους επιρροή στην Ουάσιγκτον. Και ακόμα ισχυρότερη μπορεί να αποδειχθεί εντός των Ηνωμένων Πολιτειών η επιρροή δυνάμεων και lobbies που θα επιδείκνυαν ιδιαίτερη ευαισθησία απέναντι σε μιαν τέτοια τροπή της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής. Οι σχεδιαστές της τελευταίας θα μπορούσαν να συμφωνήσουν το δίχως άλλο μόνον ως προς τη γενική αρχή ότι χρειάζονται μια ισχυρή Γερμανία στο πλαίσιο ενός ΝΑΤΟ απολύτως ελεγχόμενου από τις ίδιες. Υπό παρόμοιο πνεύμα ενθάρρυναν στο παρελθόν τις προσπάθειες της ευρωπαϊκής ενοποίησης, προϋποθέτοντας σιωπηρά τον όρο ότι η Ευρώπη θα αποτελεί εξ ολοκλήρου τμήμα μιας Δύσης ποδηγετούμενης από τις Ηνωμένες Πολιτείες. Η λογική της ηγεσίας απαιτεί να δίνει ο στρατηγός διαταγές σε ταξιάρχους και συνταγματάρχες, όχι σε υπαξιωματικούς.
Φυσικά, κανείς δεν μπορεί να αποκλείσει απολύτως ότι μια μελλοντική Γερμανία, θέλοντας ν’ αποκτήσει ηγεμονική θέση στην Ευρώπη, ίσως συνάψει μια στενή και προνομιούχο συμμαχία με τις ΗΠΑ· είναι δυνατόν ακόμα και να φαντασθούμε προϋποθέσεις, υπό τις οποίες το εγχείρημα αυτό θα στεφόταν από επιτυχία. Όμως η επιτυχία θα απαιτούσε πολιτικές ικανότητες, οι οποίες δεν ευδοκιμούν στη Γερμανία. Η έλλειψη των εμπειριών που έχουν συγκεντρώσει από αιώνες στην παγκόσμια πολιτική τα μεγάλα ιμπεριαλιστικά έθνη της Δύσης (με επικεφαλής τη Μεγάλη Βρετανία και τη Γαλλία) δεν αναπληρώνεται εύκολα, ενώ ως γνωστόν οι λεπτοί συνδυασμοί, τους οποίους συναποτελούν η ένδειξη ισχύος, οι ευαίσθητοι χειρισμοί και η αποτελεσματική ρητορική, δεν υπήρξαν τα συνήθη προϊόντα των γερμανικών πολιτιστικών εργαστηρίων αυτού του αιώνα.

β´
Ο εν μέρει οικουμενιστικός-ηθικολογικός και εν μέρει οικονομιστικός τόνος, που δεσπόζει στη σημερινή εξωτερική πολιτική της Γερμανίας, στην πραγματικότητα αποτελεί μια καινούργια παραλλαγή της παλαιάς φυγής προς την απλούστευση, μιαν άλλη έκφραση της ίδιας παλιάς αμηχανίας μπροστά τον άπειρα περίπλοκο χαρακτήρα της πολιτικής –μόνο που τώρα έχουν αντιστραφεί τα πρόσημα. Η πεισματική στροφή προς τον ηθικό και οικονομικό παράγοντα έχει ως σκοπό της, όπως νομίζεται, την οριστική αποκοπή από την «πολιτική της ισχύος», ενώ η ευημερία των τελευταίων σαράντα ετών φαίνεται να αποδεικνύει, προς γενική ικανοποίηση, ότι η ηθική δεν ωφελεί μόνον την ψυχή αλλά και την κοιλιά. Ωστόσο η διχοτομία μεταξύ οικονομίας και πολιτικής παραμένει πλασματική κατασκευή, εφ’ όσον η οικονομία αφορά, το ίδιο όπως και η πολιτική, συγκεκριμένες σχέσεις συγκεκριμένων ανθρώπων· η πολιτική που έχει μετατραπεί σε οικονομία δεν είναι λιγότερο πολιτική από την πολιτική που μετατρέπεται σε θεολογία, ηθική και αισθητική. Αν λοιπόν η γερμανική πλευρά θέλει μεν την ευρωπαϊκή ενοποίηση, όμως τη θέλει κυρίως για λόγους οικονομικής αποτελεσματικότητας, θα πρέπει να γνωρίζει ότι μια τέτοια ενοποίηση μπορεί να οξύνει τους οικονομικούς αγώνες κατανομής και ανακατανομής. Το οικονομικό στοιχείο, το οποίο σήμερα εκθειάζεται ως πανάκεια κατά της πολιτικής της ισχύος και του εθνικισμού, θα αποδειχθεί τότε αγωγός ακριβώς τέτοιων βλέψεων και τάσεων.
Στο φως της διαπίστωσης ότι η Γερμανία πιθανότατα ούτε και σήμερα γνωρίζει πώς να χρησιμοποιήσει το σημαντικότατο δυναμικό της (όπως δεν το γνώριζε ούτε και στο πρώτο μισό του αιώνα μας), φθάνει κανείς σχεδόν να λυπάται γιατί ο Θεός χάρισε σε αυτή τη χώρα τη «vingt million de plus» και γιατί δε διαθέτει η Γαλλίατα δημογραφικά και οικονομικά πλεονεκτήματα του επίφθονου γείτονά της. Αν κατείχε επαρκείς υλικές προϋποθέσεις, η χώρα του Richelieu και του de Gaulle θα διέθετε πιθανότατα επίσης επαρκή αυτοπεποίθηση και επιδεξιότητα, ώστε να πάρει την ηγεμονία της Ευρώπης και να εκπροσωπήσει την ήπειρο με δυναμικότητα και αξιοπρέπεια σε ολόκληρο τον κόσμο. Εν πάση περιπτώσει οι Γερμανοί έχουν να μάθουν πολλά από την πολιτικά υπέρτερη ελίτ της Γαλλίας και θα διέπρατταν σφάλμα πρώτου μεγέθους αν με υψωμένο δάχτυλο έπαιζαν εδώ το ρόλο ηθικού παιδαγωγού – και μάλιστα παρά το γεγονός ότι εν τω μεταξύ συγκαταλέγονται στους μεγαλοεξαγωγείς όπλων και έτσι ανήκουν ήδη στην αμφιλεγόμενη κατηγορία των demi-vierges.
Οι φανερές ή κρυφές αξιώσεις της Γαλλίαςίσως να είναι μεγαλύτερες από τις πραγματικές της δυνατότητες, όμως και η Γερμανία αποτελεί, σε πλανητικό επίπεδο, μάλλον μεσαία Δύναμη, της οποίας οι κινήσεις βρίσκονται επί πλέον υπό συνεχή επιτήρηση και θα συνεχίσουν να επιτηρούνται και στο μέλλον. Rebus sic stantibus και εν όψει του γεγονότος, ότι μια οξεία ηγεμονική σύγκρουση μεταξύ των ηγετικών ευρωπαϊκών εθνών έχει ξεπεραστεί κοσμοϊστορικά, δεν μπορεί παρά να συμπεράνει κανείς ότι, αν ποτέ πραγματοποιηθεί μια ουσιαστική ευρωπαϊκή ενοποίηση, αυτό θα γινόταν αναγκαστικά μέσω μιας στενής γαλλογερμανικής συνεργασίας. Οφείλουμε να υπογραμμίσουμε ακόμα μια φορά ότι η εσωτερική θεσμική μορφή αυτής της συνεργασίας λίγο μετρά καθ’ εαυτήν και ότι υπό ορισμένους όρους η αρμονική και δυναμική συμπόρευση δυο χωριστών εθνικών κρατών, τα οποία θα είχαν συνείδηση της θέσης τους και θα διέθεταν την ικανότητα να συμπαρασύρουν και τα υπόλοιπα, θα εξυπηρετούσε ενδεχομένως την ευρωπαϊκή υπόθεση περισσότερο από μιαν απρόθυμη και χαλαρή πολιτική ένωση.


.~`~.
ΙV
α´
Παραμένοντας στην υπόθεση, ότι η Ευρώπη θα μπορούσε μελλοντικά να δραστηριοποιηθεί ως συνεκτική πολιτική οντότητα σε πλανητικό επίπεδο, πρέπει τώρα να θέσουμε το εύλογο ερώτημα: που είναι για ποιόν σκοπό; Σ'έναν πολυπολικό κόσμο ο ανταγωνισμός με τον καιρό θα οξυνθεί επειδή κάθε ενεργό μέρος θα αναγκάζεται να μετρά τις δυνάμεις του με εκείνες πολλών άλλων. Ο πλανητικός χαρακτήρας των δρώμενων δεν σημαίνει βέβαια ότι τα δρώντα υποκείμενα οφείλουν να απλωθούν ισομερώς σε ολόκληρη την υδρόγειο και να έχουν παντού τα ίδια ζωτικά συμφέροντα. Όπως είναι αυτονόητο, έχουν την λιγότερο ή περισσότερο σταθερή τους βάση, με αφετηρία την οποία δρουν επικεντρώνοντας την προσοχή τους σε ορισμένα βαρύνοντα πεδία. Ακόμα και για μιαν αμιγώς πλανητική δύναμη, όπως είναι σήμερα οι Ηνωμένες Πολιτείες, το Αφγανιστάν δεν είναι τόσο σημαντικό όσο η Μέση Ανατολή. Το ίδιο θα ίσχυε και για μιαν Ευρώπη δραστηριοποιούμενη σε πλανητικό επίπεδο.
Πολιτικοί και επιχειρηματίες, αλλά και παρατηρητές, οι οποίοι αναζητούν σήμερα το ευνοϊκότερο πεδίο εκδιπλώσεως για την Ευρώπη, κατά κανόνα στρέφουν το βλέμμα τους προς την Άπω Ανατολή - ίσως όχι τόσο από γεωπολιτικά εμπνεόμενη δίψα για δράση, αλλά μάλλον για λόγους ευκολίας, αφού είναι πολύ απλούστερο και φθηνότερο να κερδίσεις συμμετέχοντας σε μιαν ήδη ανιούσα πορεία παρά να τη θέσεις ο ίδιος σε κίνηση σχεδιάζοντας την μόνος σου με βάση μακροπρόθεσμους ευρωπαϊκούς σκοπούς. Ασφαλώς, η παρουσία ευρωπαϊκών Δυνάμεων σ'έναν χώρο, όπου συμβαίνουν πράγματα μεγάλης σημασίας για το μέλλον ενδείκνυται από κάθε άποψη. Όμως η Ευρώπη είναι δυνατόν να διαθέτει εκεί αξιόλογο βάρος μονάχα αν δεν πουλά απλώς τεχνογνωσία, την οποία μπορούν έτσι κι αλλιώς οι ενδιαφερόμενοι να την αγοράσουν από τις γνήσιες επιχώριες δυνάμεις του Ειρηνικού, την Ιαπωνίακαι τις Ηνωμένες Πολιτείες, αλλά έχει στα χέρια της πλεονεκτήματα, τα οποία αναγνωρίζονται αμέσως ως τέτοια, τόσο σε σχέση με τις δικές της δραστηριότητες όσο και στα μάτια της Άπω Ανατολής.

β´
Εννοούμε τη Ρωσσία, και μάλιστα τη Σιβηρία. Η Σιβηρία (και η Κεντρική Ασία) αποτελεί την τελευταία πλούσια σε πρώτες ύλες και αραιοκατοικημένη μεγάλη επιφάνεια μέσα σ'έναν πυκνοκατοικημένο πλανήτη. Όποιος πιστεύει ότι η «γνώση» και η «πληροφορία» έκανε παρωχημένα τα ζητήματα του χώρου και των πρώτων υλών, απλώς έχει πέσει θύμα της ιδιοτελούς μυθολογίας του κυβερνοχώρου που σήμερα είναι της μόδας.
Οι ίδιες οι Ηνωμένες Πολιτείες, οι οποίες μέσω των επιστημόνων και των μελλοντολόγων τους εξαγγέλλουν την «κατάλυση της ύλης», διατηρούν ταυτόχρονα ένα πλανητικό στρατιωτικό-πολιτικό δίκτυο που τους διασφαλίζει την προνομιακή πρόσβαση προς τους νευραλγικούς πόρους. Αμερικανοί και Ιάπωνες εκμεταλλεύθηκαν ταχύτατα την εξασθένιση και κατόπιν κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης προκειμένου να εισβάλλουν οικονομικά στη Σιβηρία, αρχικά υπό τη μορφή της ανηλεούς αποψίλωσης του δασικού της πλούτου, αλλά έχοντας πάντοτε κατά νούν τα τεράστια αποθέματα αρκτικού πετρελαίου και βιομηχανικά-στρατηγικά σημαντικών μεταλλευμάτων. Ωστόσο ο πρώτος μνηστήρας του σιβηρικού (και κεντροασιατικού) χώρου και του πλούτου του ονομάζεται - Κίνα. Η Κίνα δεν ωθείται προς τον χώρο αυτό απλώς και μόνο από μακρινές μνήμες ή βάσιμες ιστορικές αξιώσεις, οι οποίες έπαιξαν και αυτές το ρόλο τους στις ένοπλες συγκρούσεις με την Σοβιετική Ένωση κατά τη δεκαετία του 1960, αλλά από στοιχειακές δυνάμεις. Στους 1,2 δισ. κατοίκους της σημερινής (1998) Κίνας θα προστεθούν ως το 2030 αλλά 500 εκ. περίπου, και ήδη η διατροφή τους, καθώς μάλιστα ανέρχεται παράλληλα το βιοτικό τους επίπεδο, θα θέσει σε τρομερή δοκιμασία τους παγκόσμιους αγροτικούς πόρους. Με τον ίδιο τουλάχιστον ρυθμό θα αυξηθεί η πείνα για ενέργεια και πρώτες ύλες. Εκατοντάδες εκατομμύρια ανθρώπων θα βρίσκονται μπροστά σ'έναν σχεδόν κενό τεράστιο χώρο, ο οποίος προσφέρει τα πλείστα, απ'όσα χρειάζονται κατεπειγόντως. Ο πειρασμός ή η ανάγκη θα έχουν τέτοια ένταση, ώστε θα κάμψουν κάθε αντίσταση, και οι παγκόσμιοι πολιτικοί συνδυασμοί, που θα προέκυπταν με άξονα τούτο το επίμαχο ζήτημα, θα ασκούσαν ασφαλώς καθοριστική επιρροή στην πλανητική ιστορία του 21ου αι. - προ παντός αν η Κίναπαραμείνει ενιαίο κράτος και προβάλλει ταυτόχρονα αξιώσεις τόσο στον ασιατικό-ηπειρωτικό χώρο όσο και στον χώρο του Ειρηνικού Ωκεανού. Μόλις αρχίσει να διαγράφεται μία τέτοια κατάσταση η Ρωσσία θα τεθεί υπό πίεση και θ’ αναγκαστεί ν’ αναζητήσει συμμάχους. Αν δεν βρει, τότε θα υποχρεωθεί να κάμει παραχωρήσεις προς την Κίνα ή και να συμπαραταχθεί μαζί της, οπότε θα δημιουργούνταν ένας πανίσχυρος συνασπισμός.
Μία μακροπρόθεσμη ευρωπαϊκή πολιτική απέναντι στη Ρωσσία οφείλει να προσανατολισθεί σ’ αυτές τις γεωπολιτικές προοπτικές. Ασφαλώς είναι δικαίωμα των Ηνωμένων Πολιτειών να επιθυμούν τη διασφάλιση της πλανητικής μονοκρατορίας τους μεταξύ άλλων με τη συνεχή χαλιναγώγηση ή και με τον κατακερματισμό της Ρωσσίας. Όμως μία ενωμένη Ευρώπη δεν θα είχε να κερδίσει πολλά πράγματα, αν εμφανιζόταν ως στρατηγικός τοποτηρητής των Αμερικάνων στην Ανατολική Ευρώπη και ως υποστηρικτής όλων των χωριστικών τάσεων μέσα στην επικράτεια της πρώην Σοβιετικής Ένωσης. Η ευρωπαϊκή, και προπαντός γερμανική μυωπία [σημ. Δ`~. δες Για το «γερμανικό ζήτημα»], όπως φαίνεται με την υποστήριξη του αμερικάνικου σχεδίου για την επέκταση του ΝΑΤΟ ίσαμε τα ρωσσικά σύνορα, δεν μπορεί παρά να δώσει τροφή σε μία απολύτως θεμιτή δυσπιστία της Ρωσίας και να σπρώξει τη γιγαντιαία ευρασιατική χώρα στην επιθετική απομόνωση ή στην αγκαλιά της Κίνας.
Όποιος είναι έστω κι επιφανειακά εξοικειωμένος με τη ρωσική ιστορία, θα πρέπει να γνωρίζει ότι καμία entente cordiale με τη Ρωσσία δεν είναι δυνατή, αν δεν της αναγνωρισθεί εξ υπαρχής το δικαίωμα να τηρεί την τάξη στην Καυκασία, στην κεντρική Ασία και σε ολόκληρο τον σιβηρικό χώρο. Η Ευρώπη δεν θα είχε να χάσει τίποτε, αν η Ρωσσία επιτελούσε με επιτυχία το έργο αυτό, αντίθετα μάλιστα. Και δεν θα υπήρχε κίνδυνος ρωσικής ηγεμονίας πάνω σε μία πλούσια κι ενωμένη Ευρώπη, ικανή να δρα πολιτικά με ενιαίο τρόπο. Μία τέτοιαΕυρώπη δεν θα είχε να φοβηθεί τίποτε από την Ρωσσία, ενώ η Ρωσσία θα είχε να ελπίζει τα πάντα από μίαν τέτοιανΕυρώπη. Συνάμα, στο πλαίσιο μιας μεγαλεπήβολης γεωπολιτικής αναδιάταξης της Ευρασίαςθα λύνονταν από μόνα τους ζητήματα όπως η ρωσσική επιρροή στην Ανατολική Ευρώπη και οι αντίστοιχοι φόβοι των λαών.

γ´
Ώστε η μεγάλη πλανητική και κοσμοϊστορική δυνατότητα μίας Ενωμένης Ευρώπης θα ήταν η Ευρασία. Κατ'αρχήν βέβαια υπό την απτή έννοια της διασφάλισης ενεργειακών πηγών και απαραίτητων πρώτων υλών σε εποχή όπου εδώ διαφαίνεται στενότητα και οξύνονται οι συναφείς ανταγωνισμοί. Αλλά επί πλέον και υπό την έννοια μιας αποστολής, η οποία διευρύνει τους ορίζοντες και κινητοποιεί δυνάμεις. Φυσικά, το ότι η δυνατότητα υπάρχει εξ αντικειμένου διόλου δεν σημαίνει και ότι γίνεται αντιληπτή ή ότι επιζητείται η αξιοποίηση της. Με άλλα λόγια, η πρακτική της αξιοποίηση θα προϋπέθετε κάτι παραπάνω από την οξυδέρκεια μιας κυβέρνησης. Έργα όπως η γεωπολιτική αναδιάταξη της Ευρασίας και η διάνοιξη τεράστιων χώρων στο βόρειο, ανατολικό και κεντρικό τμήμα της δεν επιτελούνται από γηράσκοντες και καλομαθημένους πληθυσμούς. Ώστε από δημογραφική άποψη η Κίνα θα είχε αποφασιστικό πλεονέκτημα απέναντι της Ευρώπης, αν τυχόν οι δύο πλευρές προέβαλαν ταυτόχρονα αξιώσεις στον σιβηρικό και κεντρασιατικό χώρο'ακόμα και αν η υπέρτερη ευρωπαϊκή τεχνική εξουδετέρωνε ως ένα σημείο αυτόν τον παράγοντα, πάλι η Ευρώπη θα πιεζόταν χρονικά. Πέρα από τούτες τις δυσχέρειες θα μπορούσαμε να αναφέρουμε κι άλλες.
Όμως όλα αυτά δεν μεταβάλλουν τη βεβαιότητα ότι μια Ευρώπη δίχως δικές της ενεργειακές πηγές και πρώτες ύλες, μια Ευρώπη με γερασμένο πληθυσμό, που θ'αποτελούσε το πολύ τρία ή τέσσερα τοις εκατό του παγκόσμιου, μια Ευρώπη αποκομμένη από τα μεγάλα στρατηγικά θέατρα της πλανητικής ιστορίας του 21ου αιώνα - μια τέτοια Ευρώπη αργά ή γρήγορα θα μαραινόταν και θα έσβηνε. Το θεώρημα του Mackinder για την Ευρασίαδιατηρεί πάντοτε την αξία του. Όμως η θέση ότι όποιος κατέχει τη Γερμανία κατέχει και την Ευρασία είχε νόημα μονάχα σ'έναν ευρωκεντρικό κόσμο. Σ'έναν πλανητικό κόσμο, όπου απλώνεται όλο και περισσότερο η κραταιή σκιά της Κίνας, το κλειδί για την παγκόσμια κυριαρχία θα μπορούσε να είναι ο σιβηρικός και κεντροασιατικός χώρος.
Η Ευρασία θα ήταν το μεγάλο θετικόκέντρο βάρους της πλανητικής πολιτικής μιας ενιαίας ή ενιαία κυβερνώμενης Ευρώπης. Θα υπήρχαν όμως και τα αρνητικάκέντρα βάρους, όπου σε πρώτη γραμμή θα έπρεπε να διεκπεραιωθούν αμυντικά καθήκοντα. Ως κατ'εξοχήν τέτοιο παράδειγμα μπορεί ν'αναφερθεί η Βόρειος Αφρική. Στην Κεντρική και στη Βόρειο Ευρώπη δεν είναι ίσως τόσο έντονη όσο στη Γαλλία ή στην Ισπανία η συνείδηση των συνεπειών που μπορεί να έχουν για τις ευρωπαϊκές ισορροπίες οι δημογραφικές, οικολογικές και πολιτικές εξελίξεις στη Βόρειο Αφρική. Το πρόβλημα δεν εξαλείφεται όταν κλείνεις τα μάτια. Στον τρόπο, με τον οποίο θα αντιμετωπίσουν τα ευρωπαϊκά έθνη τέτοιες προκλήσεις, θα φανεί κατά πόσον θα είναι διατεθειμένα να ασκήσουν ουσιαστική αλληλεγγύη μέσω ομόθυμων και συντονισμένων ενεργειών - και επίσης να ασκήσουν κυριαρχικά δικαιώματα, τα οποία, όπως είπαμε, πρώτα-πρώτα απαιτούν μιαν δεσμευτική απάντηση στο ερώτημα: «ποιός ανήκει σε τούτη την πολιτική οντότητα και ποιός όχι;»


.~`~.
V
Ας εξετάσουμε τώρα την αντίθετη πιθανότητα, ότι δηλαδή δεν επιτυγχάνεται η μετατροπή της Ευρώπης σε κυρίαρχη πολιτική οντότητα ικανή προς ενιαία και αυτοτελή δράση. Τρεις λόγοι θα ήταν δυνατό να οδηγήσουν σ'αυτό.
Πρώτον θα ήταν δυνατό η εξέλιξη της πλανητικής πολιτικής στο σύνολο της να υποβιβάσει την πολιτική ενοποίηση της Ευρώπης σε δευτερεύουσα υπόθεση, οπότε τα ευρωπαϊκά έθνη θα προσχωρούσαν εσπευσμένα σ'ένα ευρύτερο «δυτικό» στρατόπεδο υπό εξωευρωπαική ηγεσία. Προσφιλείς νωθρές συνήθειες και η αποστροφή προς τους κινδύνους της αυτονομίας ή αδήριτες ανάγκες θα μπορούσαν με άλλα λόγια να σταθεροποιήσουν επί μακρό διάστημα την πολιτικοστρατιωτική ηγεμονία των Ηνωμένων Πολιτειών, όπως αυτή ασκείται κυρίως μέσω του ΝΑΤΟ, προ παντός σε περίπτωση όπου η αντίθεση μεταξύ πλούσιων και φτωχών ή ανερχόμενων Δυνάμεων, αδιάφορο σε ποιά μορφή, θα οξυνόταν τόσο, ώστε οι πρώτες θα αναγκάζονταν ή θα επιθυμούσαν να διεξαγάγουν τον κοινό τους αγώνα υπό ενιαία ηγεσία και όχι ως συνασπισμός δύο ισότιμων μελών. Τότε η ευρωπαϊκή ενοποίηση θα έκανε μόνον τόσες προόδους, όσες θα χρειάζονταν προκειμένου να διευκολυνθεί, ήτοι να απλουστευθεί το έργο της αμερικανικής ηγεσίας'σε αντάλλαγμα οι Αμερικανοί θα μεριμνούσαν για την πρόσβαση των συμμάχων τους σε πηγές ενέργειας και πρώτων υλών, για την ελευθερία των εμπορικών οδών και για πυροσβέσεις σε φλεγόμενες περιοχές. Αν οι Ευρωπαίοι πιστεύουν ότι μπορούν να εμπιστευθούν στους Αμερικανούς τις βασικές χονδροδουλειές της παγκόσμιας πολιτικής και ότι τους εξυπηρετεί καλύτερα η αμερικανική ηγεσία παρά η δική τους αυτόνομη προσπάθεια, τότε φυσικά θα τείνουν να μη θεωρούν την πολιτική κυριαρχία της Ευρώπης και την ικανότητα της για δράση σε πλανητικό επίπεδο ως κατεπείγουσα υπόθεση, προωθώντας την μονάχα στον βαθμό όπου δεν θα αντιστρατευόταν τις αμερικανικές ηγετικές αξιώσεις. Μια τέτοια στρατηγική, την οποία θα μπορούσαμε να ονομάσουμε στρατηγική της εκούσιας και ιδιοτελούς υποταγής, προφανώς θα ήταν δυνατό να επιτύχει μονάχα υπό τρεις μακροπρόθεσμους όρους:
ότι τα απαιτούμενα από τους Αμερικανούς ανταλλάγματα (λ.χ. στο παγκόσμιο εμπόριο) δεν θα ξεπερνούσαν ουσιωδώς τα υποφερτά όρια, ότι οι Αμερικανοί θα ήσαν διατεθειμένοι να ρίξουν πλήρως τις δυνάμεις τους στην πλάστιγγα ακόμα κι αν διακυβεύονταν αποκλειστικά ευρωπαϊκά συμφέροντα και ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες, υπό την πίεση εσωτερικών φαινομένων αποσύνθεσης, δεν θα παρέλυαν στο προβλεπτό μέλλον ως παράγοντας της παγκόσμιας πολιτικής. Και κάτι επιπλέον πρέπει να παρατηρήσουμε εδώ. Ακόμα κι αν μια πόλωση της πλανητικής πολιτικής εξανάγκαζε τη «Δύση» (διάβαζε: τον εκβιομηχανισμένο Βορρά) να συνασπισθεί υπό αμερικανική ηγεσία, και πάλι η ιδιαίτερη μορφή αυτής της πόλωσης θα μπορούσε να φέρει στο προσκήνιο τον αγώνα για τον έλεγχο του σιβηρικού και κεντροασιατικού χώρου. Με άλλα λόγια, για τη «Δύση» είναι δυνατόν να αποκτήσει ζωτική σημασία η παρεμπόδιση της δημιουργίας ενός ρωσσοκινεζικού μετώπου.
Ο δεύτερος λόγος, ο οποίος θα μπορούσε να καταστήσει δευτερεύουσα ή ξεπερασμένη υπόθεση τη διαμόρφωση μιας κυρίαρχης ευρωπαϊκής πολιτικής οντότητας, θα ήταν η γρήγορη ενοποίηση της παγκόσμιας κοινωνίας, η οποία θα απορροφούσε μονομιάς όρια και σύνορα, εθνικά κράτη και μείζονες χώρους. Θεωρώ την προσδοκία αυτή ως μη ρεαλιστική και θα εξηγήσω συντομότατα γιατί. όσοι τρέφουν τέτοιες προσδοκίες αναφέρονται στη σημερινή παγκοσμιοποίηση της παραγωγής και των επικοινωνιών, όμως δεν μιλούν καθόλου για το αποφασιστικό πρόβλημα της κατανομής. Ωστόσο, η ειρήνη μεταξύ εθνικών ή πολιτικών οντοτήτων γενικά δεν κινδυνεύει τόσο λόγω του τρόπου, με τον οποίο οι άνθρωποι παράγουν και επικοινωνούν, όσο εξ'αιτίας του τρόπου της κατανομής. Συνεχώς διατυπώνονται προτάσεις για την εμβάθυνση του διεθνούς καταμερισμού της εργασίας στη βιομηχανία και το εμπόριο και για την πύκνωση των παγκόσμιων επικοινωνιακών δικτύων - όμως το μυστικό της γενικά αποδεκτής κατανομής πόρων και προϊόντων δεν το απεκάλυψε κανείς ίσαμε τώρα, ούτε και η πλούσια «Δύση». Θα πρέπει να υποθέσουμε ότι η όξυνση των αγώνων κατανομής θα θέσει όρια στην παγκοσμιοποίηση της παραγωγής και των επικοινωνιών'αλλά προηγουμένως η ίδια αυτή παγκοσμιοποίηση θα έχει οξύνει τους αγώνες κατανομής. Γιατί προκαλεί διαδικασίες, μέσω των οποίων ανέρχονται οι προσδοκίες χωρίς όμως να ικανοποιούνται εντελώς - και ο μισοχορτασμένος είναι επιθετικότερος από τον μισοπεθαμένο της πείνας. Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι οι μελλοντικοί αγώνες κατανομής θα διεξαχθούν αναγκαστικά από τα σημερινά πολιτικά υποκείμενα.
Η εναλλακτική λύση δεν είναι οπωσδήποτε: «παγκόσμια κοινωνίαή εθνικό κράτος», όπως φοβούνται οι υποστηρικτές του τελευταίου, ταυτίζοντας την απεμπόληση του με την απεμπόληση του έθνους και τούτη εδώ με τον άχρωμο κοσμοπολιτισμό, ή όπως υποθέτουν οι οπαδοί της πρώτης, θεωρώντας εσφαλμένα κάθε πλήγμα εναντίον του εθνικού κράτους ως προάγγελο της αιώνιας ειρήνης. Όμως το εθνικό κράτος δεν αποτελεί το μόνο δυνατό οριοθετημένο και κυρίαρχο πολιτικό υποκείμενο, και καμμιά στατιστική δεν έχει ίσαμε τώρα αποδείξει ότι οι πόλεμοι μεταξύ εθνικών κρατών υπήρξαν συχνότεροι ή αγριότεροι από άλλους. Ακόμα και αν η αντικατάσταση όλων των πολιτικών υποκειμένων με το πολιτικό υποκείμενο «παγκόσμια κοινωνία» θα συνεπαγόταν υποχρεωτικά την κατάργηση των πολέμων μονάχα αν η ιστορία είχε γνωρίσει ως τώρα αποκλειστικά πολέμους μεταξύ εθνικά ή φυλετικά διαφορετικών πολιτικών υποκειμένων και όχι εμφυλίους πολέμους. Το μόνο που μπορεί να εγγυηθεί η παγκόσμια κοινωνία είναι απλώς τη μετατροπή όλων των πολέμων σε εμφυλίους πολέμους.
Τρίτον, ευρωπαϊκή ενοποίηση μπορεί να ματαιωθεί από τις αστάθμητες δυνάμεις της ανομίας. Οι δυνάμεις αυτές στην πλανητική εποχή δεν είναι αναγκαστικά επιχώριας καταγωγής, εξ ίσου είναι δυνατόν να εισαχθούν - οι ίδιες ή τουλάχιστον οι άμεσοι καταλύτες τους. Η εισαγωγή παγκόσμιων και ανεξέλεγκτων πλέον οικολογικών αντιξοοτήτων ή καταστροφών δεν μπορεί βέβαια να εμποδισθεί, όμως η εισαγωγή αφόρητων δημογραφικών επιβαρύνσεων αποτελεί τουλάχιστον εν μέρει υπόθεση πολιτικής βούλησης, εκτός εάν εν τω μεταξύ η επιβάρυνση έχει καταποντίσει τη πολιτική βούληση. Μπορεί κανείς, με συγχωρητέα ανθρωπιστική αφέλεια, να υποτιμά τη σημασία του δημογραφικού παράγοντα ή, απορροφημένος από υψηλούς στοχασμούς, απλώς να τον παραβλέπει. Όποιος όμως ανοιχτά και σοβαρά υποστηρίζει ότι η μετανάστευση 30 ή 40 εκατομμυρίων ανθρώπων στη σημερινή Γαλλία ή Γερμανία δεν θα προκαλούσε ανομικά φαινόμενα, αυτός είναι -δεν μπορώ να το εκφράσω διαφορετικά- ηλίθιος. Εδώ καθοριστική είναι αποκλειστικά και μόνον, η ποσότητα, και ο προσδιορισμός αυτής της ποσότητας είναι υπόθεση της κυρίαρχης πολιτικής κρίσης. Μια τέτοια κρίση δεν έχει την παραμικρή σχέση με τον «ρατσισμό», εδώ δηλαδή δεν γίνεται λόγος για το φυλετικό ή πολιτισμικό ποιόν των μεταναστών - εφ'όσον μάλιστα τα ανομικά φαινόμενα θα εμφανίζονταν εξ'ίσου ακόμα κι αν κανείς θεωρούσε τους μετανάστες ως φυλετικά και πολιτισμικά ισότιμους ή και ανώτερους. Η δημογραφία έχει ήδη ως ποσότητα τη λογική της και προκαλεί εντελώς ιδιαίτερες δράσεις και αντιδράσεις. Στα ήρεμα και αβλαβή σπουδαστήρια, όπου συναντώνται οι οπαδοί του ηθικού οικουμενισμού, μπορεί κανείς με κάθε άνεση να αισθάνεται ως υπερεθνικός αμιγής άνθρωπος μεταξύ υπερεθνικών αμιγών ανθρώπων, αλλά ήδη μέσα στον συνωστισμό ενός συγκοινωνιακού μέσου χάνει τη διάθεση να ερμηνεύει τα όσα συμβαίνουν γύρω του και πάνω του λέγοντας ότι συμμετέχει απλώς σε μια συγκέντρωση ανθρώπων ίσης ηθικής περιωπής και αξιοπρέπειας. Μιαν τέτοια περίπου ασφυκτική κατάσταση την καθιστά ανεκτή μόνο και μόνο η βεβαιότητα πως είναι χρονικά περιορισμένη, και εύκολα μπορούμε να φαντασθούμε τι θα συνέβαινε, αν η βεβαιότητα τούτη δεν υπήρχε πια και αν η συνεχής και μεγάλη πληθυσμιακή πυκνότητα συμβάδιζε με μαζική εξαθλίωση εξ αιτίας του εντεινόμενου παγκόσμιου οικονομικού ανταγωνισμού. Τότε ορισμένες ευρωπαϊκές χώρες θα έπαιρναν τον δρόμο του αυταρχισμού, άλλες θα αντιδρούσαν με την περιχαράκωση, και εν πάση περιπτώσει η γυμνή και τυφλή ορμή αυτοσυντήρησης θα κατέπνιγε κάθε ευρωπαϊκή αλληλεγγύη. Όπως παρατηρήσαμε, η πίεση και η κρίση μπορούν να αποδεσμεύσουν κεντρομόλες, όμως εξ ίσου μπορούν να αποδεσμεύσουν κεντρόφυγες δυνάμεις.


.~`~.
IV
Ο αναγνώστης θα παρατήρησε, ελπίζω, ότι εδώ δεν εκφράσαμε προσωπικές προτιμήσεις ή απέχθειες, ούτε προσπαθήσαμε να προφητεύσουμε συγκεκριμένα περιστατικά - άλλωστε τέτοιες προφητείες κατά κανόνα αποτελούν απλώς την εξαντικειμενικευμένη έκφραση προτιμήσεων ή απεχθειών. Περιγράψαμε πιθανούς συνδυασμούς ήδη δεδομένων παραγόντων και εικάσαμε τις εκβάσεις μιας πολυδιάστατης δυναμικής, χωρίς να μπορούμε ή να θέλουμε να αποκλείσουμε τη μια ή την άλλη μεταξύ τους. Η περιγραφή ανοιχτών συνδυασμών φαίνεται βέβαια σε σύγκριση με την πρόγνωση περιστατικών ευκολότερη, εφ'όσον υπάρχουν περισσότερες πιθανότητες, ενώ η πραγματικότητα είναι μια. Ωστόσο, ήδη η σύλληψη πιθανοτήτων απαιτεί όχι μόνον την λογική ικανότητα ενός συνδυαστικού παιχνιδιού, αλλά προ παντός την αίσθηση των κινητήριων δυνάμεων και των μεγάλων συναφειών.
Ως προς την πρακτική αξία τέτοιων σκέψεων, το πολύ-πολύ μπορεί κανείς να πει το εξής: για τα δρώντα υποκείμενα άλλοι υποθετικοί συνδυασμοί αποτελούν κίνητρα και άλλοι ανασταλτικούς παράγοντες των πράξεων τους. όπως και να 'χει, οι δρώντες οφείλουν να προσανατολίζουν τις πράξεις τους στην πνευματική επιλογή υπέρ ενός ορισμένου συνδυασμού. Οι επιλογές είναι αναγκαίες επειδή η ιστορία είναι ανοιχτή - αλλά πάλι όχι τόσο ανοιχτή, ώστε το οποιοδήποτε σφάλμα να επιδέχεται επανόρθωση οποτεδήποτε.

Παναγιώτης Κονδύλης

*
**
*

Μέσα στο σύστημα του Μεγάλου Ιεροεξεταστή, μας λέεί ο Ντοστογιέφσκι,όλοι πρέπει να είναι απόλυτα ευτυχισμένοι και ικανοποιημένοι και όποιος πάει να χαλάσει τη γιορτή πρέπει αμείλιχτα να εξοντωθεί... ο καλύτερος τρόπος να χάσει στη σημερινή εποχή ένας λαός τη "δύναμη και το θάρρος"του να είναι ελεύθερος, είναι να ακούει από το πρωί ως το βράδυ πως όλα είναι καλά και προοδευτικά στον πιο καλό και τον πιο προοδευτικό κόσμο.


.~`~.
Για περαιτέρω ιχνηλάτηση και πληρέστερη προοπτική

Ukraine Moving Forward with Dr. Zbigniew Brzezinski.

$
0
0



.~`~.
Για περαιτέρω ιχνηλάτηση και πληρέστερη προοπτική

Ευρώπη, Ρωσία και Ουκρανία - α´ και Βορειοανατολική Ασία, Κίνα και Ιαπωνία - α´.

$
0
0

.~`~.
I
Ευρώπη, Ρωσία και Ουκρανία

Ευρασιατικός πρόλογος
Για το μεγαλύτερο μέρος του δεύτερου μισού του εικοστού αιώνα, η Σοβιετική Ένωση ήλεγχε την Ευρασία - από τη κεντρική Γερμανία ως τον Ειρηνικό, και νότια μέχρι τον Καύκασο και τον Ινδοκούς. Όταν η Σοβιετική Ένωση κατέρρευσε, το δυτικό της σύνορο μετακινήθηκε ανατολικά σχεδόν χίλια εξακόσια (1600) χιλιόμετρα, από τα σύνορα της Δυτικής Γερμανίας μέχρι τα σύνορα της Ρωσίας με τη Λευκορωσία. Από τον Ινδοκούς το σύνορο της μετακινήθηκε βόρεια χιλιάδες χιλιόμετρα ως το ρωσικό σύνορο με το Καζακστάν. Η Ρωσία εκδιώχθηκε από το σύνορο της Τουρκίας προς τα βόρεια, ως τον βόρειο Καύκασο, όπου εξακολουθεί να παλεύει να κρατήσει την κυριαρχία της περιοχής. Η ρωσική δύναμη τώρα έχει υποχωρήσει πιο ανατολικά από ό,τι ήταν εδώ και αιώνες...
Μετά τη διάλυση της Σοβιετικής Ενώσεως στα τέλη του είκοστου αιώνα, οι ξένες δυνάμεις επενέβησαν για να εκμεταλλευτούν την οικονομία της Ρωσίας, δημιουργώντας μια εποχή χάους και φτώχιας. Επίσης εσπευσαν να ενσωματώσουν όσα περισσότερα μπορούσαν από τη ρωσική αυτοκρατορία στις δικές τους σφαίρες επιρροής. Η Ανατολική Ευρώπη απορροφήθηκε στο ΝΑΤΟ και στην ΕΕ, και τα κράτη της Βαλτικής απορροφήθηκαν επίσης στο ΝΑΤΟ. Οι Ηνωμένες Πολιτείες απέκτησαν στενή σχέση τόσο με τη Γεωργία στον Καύκασο όσο και με πολλά από τα «σταν» της Κεντρικής Ασίας, ειδικότερα μετά την 11η Σεπτεμβρίου, όταν οι Ρώσοι επέτρεψαν στις αμερικανικές δυνάμεις την είσοδο στην περιοχή για να διεξαγάγουν τον πόλεμο στο Αφγανιστάν. Το πιο σημαντικό, η Ουκρανίαθέσπισε συμμαχία με τις Ηνωμένες Πολιτείες και απομακρύνθηκε από τη Ρωσία - αυτό ήταν ένα κρίσιμο σημείο στη ρωσική ιστορία.

Η στρατηγική σημασία της Ουκρανίας
Η πορτοκαλί επανάσταση στην Ουκρανία, από τον Δεκέμβριο του 2004 ως τον Ιανουάριο του 2005, ήταν η στιγμή κατά την οποία ο μετα-Ψυχρός Πόλεμος τέλειωσε πραγματικά στην Ρωσία. Οι Ρώσοι είδαν τα γεγονότα στην Ουκρανίασαν μια προσπάθεια των Ηνωμένων Πολιτειών να τραβήξουν την Ουκρανία στο ΝΑΤΟ και να θέσουν έτσι τα θεμέλια για τη διάλυση της Ρωσίας. Για να είμαι ειλικρινής, υπήρχε κάποια αλήθεια στην άποψη των Ρώσων.
Αν η Δύση είχε καταφέρει να κυριαρχήσει στην Ουκρανία, η Ρωσία θα είχε μείνει ανυπεράσπιστη.
Το νότιο σύνορο με τη Λευκορωσία, καθώς επίσης και το νοτιοδυτικό σύνορο με τη Ρωσία, θα είχαν μείνει αρκετά ανοιχτά. Επιπλέον, η απόσταση ανάμεσα στην Ουκρανία και στο δυτικό Καζακστάν είναι μόνο 645 χιλιόμετρα περίπου, και αυτό είναι το κενό μέσα από το οποίο κατάφερνε η Ρωσία να ασκεί την ισχύ της στον Καύκασο.
Πρέπει να υποθέσουμε λοιπόν, ότι υπό αυτές τις συνθήκες η Ρωσία θα είχε χάσει την ικανότητα της να ελέγχει τον Καύκασο και θα είχε αναγκαστεί να υποχωρήσει ακόμη βορειότερα από την Τσετσενία. Οι Ρώσοι θα εγκατέλειπαν κομμάτια της ίδιας της Ρωσικής Ομοσπονδίας, και το νότιο πλευρό της Ρωσίας θα γινόταν εξαιρετικά ευπαθές. Η Ρωσία θα συνέχιζε να διασπάται έως ότου θα επέστρεφε στα μεσαιωνικά της σύνορα. Αν η Ρωσία είχε διασπαστεί ως αυτόν τον βαθμό, θα είχε δημιουργήσει χάος στην Ευρασία - πράγμα για το οποίο οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν θα είχαν αντίρρηση, εφ'όσον η υψηλή στρατηγική των ΗΠΑστόχευε πάντα στη διάσπαση της Ευρασίαςως την πρώτη γραμμή άμυνας για τον αμερικανικό έλεγχο των θαλασσών [αυτό είναι το ένα δόγμα, το άλλο αναφέρεται στο μέρος II το οποίο αφορά την Βορειοανατολική Ασία και την Κίνα]. Έτσι οι Ηνωμένες Πολιτείες είχαν κάθε λόγο να ενθαρρύνουν αυτή τη διαδικασία. Η Ρωσία είχε κάθε λόγο να την εμποδίσει...
Η Ρωσία ξεκοιλιάστηκε μετά την κατάρρευση του κομμουνισμού. Η Αγία Πετρούπολη, το στολίδι της ήταν περίπου χίλια εξακόσια (1600) χιλιόμετρα μακριά από τα στρατεύματα του ΝΑΤΟ το 1989. Τώρα είναι λιγότερο από 160 χιλιόμετρα. Το 1989, η Μόσχα ήταν χίλια εννιακόσια (1900) χιλιόμετρα από τα όρια της ρωσικής δύναμης. Τώρα είναι περίπου εκατόν εξήντα (160) χιλιόμετρα... Η Ουκρανία και η Λευκορωσία είναι το παν για τους Ρώσους. Αν έπεφταν σε εχθρικά χέρια -για παράδειγμα, αν γίνονταν μέλη του ΝΑΤΟ- η Ρωσία θα αντιμετώπιζε θανάσιμο κίνδυνο. Η Μόσχα βρίσκεται λίγο παραπάνω από ενενήντα (90) χιλιόμετρα από το ρωσικό σύνορο με τη Λευκορωσία, η Ουκρανία λιγότερο από ενενήντα (90) χιλιόμετρα από το Βόλγκογκραντ, πρώην Στάλινγκραντ. Η Ρωσία υπερασπίστηκε τον εαυτό της ενάντια στον Ναπολέοντα και στον Χίτλερ χρησιμοποιώντας το βάθος. Χωρίς τη Λευκορωσία και την Ουκρανία δεν υπάρχει βάθος... Φυσικά είναι παράλογο να φαντάζεται κανείς το ΝΑΤΟ να αποτελεί απειλή για τη Ρωσία. Αλλά οι Ρώσοι σκέπτονται με όρους εικοσαετών κύκλων, και ξέρουν πόσο εύκολα το παράλογο γίνεται πιθανό.
---------------------------------------------------------------
Οι εικοσαετείς κύκλοι ή πως το παράλογο γίνεται πιθανό κατά τον συγγραφέα
Διαβάζουμε: Φανταστείτε ότι ζούσατε το καλοκαίρι του 1900, και κατοικούσατε στο Λονδίνο, την τότε πρωτεύουσα του κόσμου. Η Ευρώπη κυβερνούσε το Ανατολικό Ημισφαίριο... είχε ειρήνη και απολάμβανε μια άνευ προηγουμένου ευημερία... η ευρωπαϊκή αλληλεξάρτηση λόγω του εμπορίου και των επενδύσεων ήταν τόσο μεγάλη ώστε σοβαροί άνθρωποι ισχυρίζονταν ότι ο πόλεμος ήταν κάτι αδύνατο -και αν όχι αδύνατο, ότι θα τελείωνε μερικές εβδομάδες μετά την έναρξη του- επειδή οι παγκόσμιες οικονομικές αγορές δεν θα μπορούσαν να αντέξουν την πίεση. Το μέλλον έμοιαζε καθορισμένο: μια ειρηνική, ευημερούσα Ευρώπη θα κυβερνούσε τον κόσμο.
Τώρα φανταστείτε τον εαυτό σας το καλοκαίρι του 1920. Η Ευρώπη έχει διχαστεί από έναν βασανιστικό πόλεμο. Η ήπειρος έχει γίνει κομμάτια. Η αυστρο-ουγγρική, η γερμανική και η οθωμανική αυτοκρατορία χάθηκαν, και εκατομμύρια άνθρωποι σκοτώθηκαν... Ο πόλεμος τελείωσε όταν παρενέβη ένας αμερικανικός στρατός ενος εκατομμυρίου αντρών - ένας στρατός που ήρθε και αμέσως μετά έφυγε. Ο κομμουνισμός επικράτησε στη Ρωσία, αλλά δεν ήταν ξεκάθαρο αν θα επιβίωνε. Οι χώρες οι οποίες βρίσκονταν στη περιφέρεια της ευρωπαϊκής δύναμης, όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Ιαπωνία, ξαφνικά αναδύθηκαν ως υπερδυνάμεις... Φανταστείτε (συντομογραφικά από εδώ και πέρα) το καλοκαίρι του 1940 [η Γερμανία διαφαινόταν πως θα κυριαρχήσει]... 1960 [η Γερμανία και η Ευρώπη χωρισμένη υπό τις Ηνωμένες Πολιτείες και τη Σοβιετική Ένωση]... 1980 [ήττα στο Βιετνάμ, αίσθηση υποχώρησης της ισχύος των ΗΠΑ και δυναμικής καθόδου της ΕΣΣΔ προς τις πετρελαιοπηγές - περιορισμός μέσω συμμαχίας ΗΠΑ-Κίνας]... 2000 [η Σοβιετική Ένωση έχει καταρρεύσει, η Κίνα αναδύεται, το ΝΑΤΟ στην Ανατολική Ευρώπη]
---------------------------------------------------------------
Ξέρουν επίσης οι Ρώσοι ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες και το ΝΑΤΟ έχουν επεκτείνει συστηματικά το φάσμα της επιρροής τους συμπεριλαμβάνοντας ως μέλη του ΝΑΤΟ κράτη της Ανατολικής Ευρώπης και της Βαλτικής. Αμέσως όταν οι Ηνωμένες Πολιτείες άρχισαν να προσπαθούν να στρατολογήσουν την Ουκρανία στο ΝΑΤΟ, οι Ρώσοι άλλαξαν την αποψή τους τόσο για τις αμερικανικές προθέσεις όσο και για τις προθέσεις της Ουκρανίας. Σύμφωνα με τη ρωσική άποψη, η επέκταση του ΝΑΤΟ στην Ουκρανία απειλεί τα ρωσικά συμφέροντα με τον ίδιο τρόπο που θα είχε γίνει αν το Σύμφωνο της Βαρσοβίας είχε φθάσει ως το Μεξικό. Όταν μια εξέγερση υπέρ της Δύσης το 2004 -η πορτοκαλί επανάσταση- έμοιαζε έτοιμη να βάλει την Ουκρανία στο ΝΑΤΟ, οι Ρώσοι κατηγόρησαν τις Ηνωμένες Πολιτείες ότι προσπαθούσαν να περικυκλώσουν και να καταστρέψουν τη Ρωσία. Το τι σκέπτονταν οι Αμερικανοί είναι ένα θέμα προς συζήτηση. Το γεγονός ότι η Ουκρανία ως μέλος του ΝΑΤΟ θα μπορούσε να αποδειχθεί καταστροφική για τη ρωσική εθνική ασφάλεια δεν είναι.
Οι Ρώσοι δεν κινητοποίησαν το στρατό τους. Αντίθετα κινητοποίησαν τις μυστικές τους υπηρεσίες, οι οποίες είχαν εξαιρετικές διασυνδέσεις στην Ουκρανία. Οι Ρώσοι υπονόμευσαν την Πορτοκαλί Επανάσταση, εκμεταλλευόμενοι ένα σχίσμα ανάμεσα στην ανατολική Ουκρανία που υποστήριζε τους Ρώσους και στη δυτική Ουκρανία που υποστήριζε τους Ευρωπαίους. Όπως αποδείχθηκε δεν ήταν καθόλου δύσκολο, και αρκετά γρήγορα η ουκρανική πολιτική ακινητοποιήθηκε. Είναι μονάχα θέμα χρόνου να κυριαρχήσει η ρωσική επιρροή στο Κίεβο. Η Λευκορωσία αποτελεί πιο εύκολο ζήτημα.
---------------------------------------------------------------
Το πολιτικό φάσμα στην Ουκρανία δεν είναι βέβαια διχασμένο ανάμεσα σε «αριστερά» και «δεξιά», αλλά ανάμεσα σε φιλοδυτικό και φιλοανατολικό -προσανατολισμό- καθώς όλο και πιο έντονα, όπως έχω γράψει και παλαιότερα, το «the West and the Rest» εσωτερικεύεται σε πολλά εθνικά πολιτικά συστήματα (μόνο που έχει πολύ διαφορετική σημασία σε κάθε περιοχή).
Ένα ανέκδοτο πάντως που κυκλοφορεί για την Ουκρανία είναι το εξής: Πότε θα ενταχθεί η Ουκρανία στην Ευρωπαϊκή Ένωση; Αμέσως μετά την ολοκλήρωση της ένταξης της Τουρκίας. Και αντίστροφα. Πότε θα ενταχθεί η Τουρκία στην Ευρωπαϊκή Ένωση; Αμέσως μετά την ολοκλήρωση της ένταξης της Ουκρανίας.
---------------------------------------------------------------

Μεταστροφή της ρωσικής στρατηγικής
Μετά από αυτό που η Ρωσία θεώρησε ως μια αμερικανική προσπάθεια να της προκαλέσει ακόμη μεγαλύτερη ζημιά, η Μόσχα στράφηκε σε μια στρατηγική επαναβεβαίωσης της σφαίρας επιρροής της στις περιοχές της πρώην Σοβιετικής Ένωσης. Η μεγάλη υποχώρηση της ρωσικής δύναμης τελείωσε στην Ουκρανία. Η ρωσική επιρροή τώρα αυξάνει προς τρεις κατευθύνσεις: προς την Κεντρική Ασία, προς τον Καύκασο, και, αναπόφευκτα, προς τη Δύση, τις χώρες της Βαλτικής και την Ανατολική Ευρώπη. Για την επόμενη γενιά, μέχρι περίπου το 2020, η πρωταρχική έγνοια της Ρωσίας θα είναι η ανασύσταση του ρωσικού κράτους και η αναβίωση της ρωσικής δύναμης στην περιοχή.
Το ενδιαφέρον είναι ότι η γεωπολιτική αλλαγή ευθυγραμμίζεται με μια οικονομική αλλαγή. Ο Βλαντιμίρ Πούτινδεν βλέπει τη Ρωσία τόσο σαν μια βιομηχανική δύναμη όσο σαν έναν εξαγωγέα πρώτων υλών, η πιο σημαντική από τις οποίες είναι η ενέργεια (και ιδιαίτερα το φυσικό αέριο). Θέλοντας να θέσει την ενεργειακή βιομηχανία υπό κρατική επίβλεψη, αν όχι υπό άμεσο έλεγχο, διώχνει τα ξένα συμφέροντα και επαναπροσανατολίζει τη βιομηχανία προς τις εξαγωγές, ειδικότερα στην Ευρώπη. Οι υψηλές τιμές ενέργειας έχουν βοηθήσει στη σταθεροποίηση της ρωσικής οικονομίας εσωτερικά. Αλλά δεν θα περιορίσει τις ενέργειες του μόνο στην ενέργεια. Προσπαθεί επίσης να κεφαλαιοποιήσει τη ρωσική γεωργία, την ξυλεία, τον χρυσό, τα διαμάντια και άλλα αγαθά...
Από τα κράτη της Βαλτικής, νότια ως το ρουμανικό σύνορο, υπάρχει μια περιοχή όπου τα σύνορα ήταν πάντα αβέβαια και οι συγκρούσεις συχνές. Στον Βορρά, υπάρχει μια μακριά, στενή πεδιάδα, που εκτείνεται από τα Πυρηναία ως την Αγία Πετρούπολη. Εδώ [στο Great European Plain] δόθηκαν οι μεγαλύτεροι πόλεμοι της Ευρώπης. Αυτό είναι το μονοπάτι που ακολούθησαν ο Ναπολέων και ο Χίτλερ για να εισβάλλουν στη Ρωσία. Υπάρχουν λίγα φυσικά εμπόδια.
Επομένως, οι Ρώσοι πρέπει να σπρώξουν το σύνορο τους όσο πιο δυτικά μπορούν για να δημιουργήσουν μια ουδέτερη ζώνη. Μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, έφθασαν ως το κέντρο της Γερμανίας ακολουθώντας αυτή τη πεδιάδα. Σήμερα, έχουν υποχωρήσει στα ανατολικά. Πρέπει να επιστρέψουν, και να κινηθούν όσο το δυνατόν πιο δυτικά. Αυτό σημαίνει ότι τα κράτη της Βαλτικής και η Πολωνία είναι, όπως και πριν, προβλήματα τα οποία πρέπει οπωσδήποτε να λύσει η Ρωσία [συγκεκριμένα η Πολωνία -αυτή η ταλαιπωρημένη χώρα των μεγάλων καλλιτεχνών- δεν είναι «πρόβλημα», αλλά μήλον της έριδος τόσο για τη Γερμανία και τη Ρωσία, όσο και για τις Η.Π.Α - ως φράγμα σε μια ενδεχόμενη (λέμε τώρα) προσέγγιση των δύο προηγούμενων].
Ο προσδιορισμός των ορίων της ρωσικής επιρροής θα είναι αμφιλεγόμενος. Οι Ηνωμένες Πολιτείες -και οι χώρες εντός της παλιάς σοβιετικής σφαίρας- δεν θα θέλουν να φθάσει η Ρωσία πολύ μακριά. Το τελευταίο πράγμα που θέλουν τα κράτη της Βαλτικής είναι να βρεθούν ξανά κάτω από ρωσική κυριαρχία. Το ίδιο και τα κράτη νότια της βόρειας ευρωπαϊκής πεδιάδας, στα Καρπάθια. Οι πρώην σοβιετικοί δορυφόροι -ειδικότερα η Πολωνία, η Ουγγαρία και η Ρουμανία- κατανοούν ότι η επιστροφή των ρωσικών δυνάμεων στα σύνορα τους θα αποτελούσε απειλή για την ασφάλεια τους. Και εφ'όσον αυτές οι χώρες είναι τώρα μέλη του ΝΑΤΟ, τα συμφέροντα τους επηρεάζουν αναγκαστικά τα συμφέροντα της Ευρώπης και των Ηνωμένων Πολιτειών. Το ανοιχτό ερώτημα είναι που θα τραβηχτεί η γραμμή στη Δύση. Αυτό αποτελεί ένα ιστορικό ερώτημα, και ήταν μια βασική πρόκληση στην Ευρώπη τα τελευταία εκατό χρόνια.



.~`~.
II
Βορειοανατολική Ασία, Κίνα και Ιαπωνία

Δύο προλογίσματα για (την Ευρώπη και) την Βορειοανατολική Ασία
- Ο κεντρικός στόχος της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής, είναι να αποτελούν οι ΗΠΑ τον ηγεμόνα του Δυτικού Ημισφαιρίου και να μην έχουν κανέναν αντίπαλο ηγεμόνα είτε στην Ευρώπη είτε στη Βορειοανατολική Ασία. Οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν θέλουν έναν ανταγωνιστή ηγεμόνα. Την επαύριον του Ψυχρού Πολέμου, οι διαμορφωτές πολιτικής των ΗΠΑ παραμένουν σταθερά δεσμευμένοι σε αυτόν τον σκοπό. Ας λάβουμε υπόψη το παρακάτω απόσπασμα από ένα κείμενο σχεδιασμού του Πενταγώνου, το οποίο διέρευσε στον Τύπο το 1992: «Ο πρώτος αντικειμενικός σκοπός μας είναι να εμποδίσουμε την επανεμφάνιση ενός νέου αντιπάλου... ο οποίος θέτει απειλή του είδους και της κλίμακας που είχε θέσει στο παρελθόν η Σοβιετική Ένωση... Το νέο επίκεντρο που θα πρέπει να έχει τώρα η στρατηγική μας είναι η παρεμπόδιση της εμφάνισης οποιουδήποτε δυνητικού πλανητικού ανταγωνιστή».
- Η πεποίθηση των αισιόδοξων ότι η διεθνής πολιτική έχει υποστεί μια μεγάλη μεταβολή αφορά βασικά στις σχέσεις μεταξύ των μεγάλων δυνάμεων, οι οποίες υποτίθεται ότι πλέον δεν θα εμπλέκονται σε ανταγωνισμό ασφάλειας και δεν θα διεξάγουν πολέμους μεταξύ τους ή με μικρές δυνάμεις στην περιφέρεια τους. Επομένως, η Ευρώπηκαι η Βορειοανατολική Ασία, οι περιοχές όπου υπάρχουν ομάδες μεγάλων δυνάμεων, θα πρέπει να είναι ζώνες ειρήνης ή, σύμφωνα με τη φημισμένη διατύπωση του Karl Deutsch, «πλουραλιστικές κοινότητες ασφάλειας».

Ανταγωνισμός ασφάλειας στη Βορειοανατολική Ασία του αύριο
Η Κίναέχει σύνορα, ορισμένα από τα οποία είναι ακόμη αμφισβητούμενα, με δεκατρία διαφορετικά κράτη. Συγκρούστηκε για εδάφη με την Ινδία το 1962, τη Σοβιετική Ένωση το 1969 και το Βιετνάμ το 1979. Όλα αυτά τα σύνορα εξακολουθούν να αμφισβητούνται. Η Κίνα διεκδικεί επίσης την Ταϊβάν, τα νησιά Σενκάκου/Ντιαογιουται(*), και διάφορα νησιωτικά συμπλέγματα στη νότια Κινεζική Θάλασσα, πολλά από τα οποία αυτή τη στιγμή δεν ελέγχει.
Συν τοις άλλοις, η Κίνα τείνει να θεωρεί, τόσο την Ιαπωνία, όσο και τις Ηνωμένες Πολιτείεςως δυνητικούς εχθρούς. Οι Κινέζοι ηγέτες διατηρούν έναν βαθιά ριζωμένο φόβο ότι η Ιαπωνία θα γίνει και πάλι μιλιταριστική, όπως ήταν πριν το 1945. Ανησυχούν επίσης μήπως οι Ηνωμένες Πολιτείες είναι αποφασισμένες να εμποδίσουν την Κίνα να γίνει κυρίαρχη μεγάλη δύναμη στη Βορειοανατολική Ασία. Σύμφωνα με έναν μελετητή: «Πολλοί Κινέζοι αναλυτές εξωτερικής και αμυντικής πολιτικής πιστεύουν ότι οι συμμαχίες των ΗΠΑ με ασιατικές χώρες, ιδίως με την Ιαπωνία, θέτουν μια σοβαρή, μακροπρόθεσμη πρόκληση, αν όχι απειλη, για την εθνική ασφάλεια, την εθνική ενοποίηση και τον εκσυγχρονισμό της Κίνας» (**).
---------------------------------------------------------------
(*)Με αφορμή αυτά τα νησιά τα τελευταία χρόνια είναι συνεχής και επαναλαμβανόμενη η ένταση, όπως και η σημερινή κρίση επίσης μέσω της Air Defense Identification Zone σχετίζεται με αυτά.
(**) Yu Bin, «Containment by stealth». Στους Financial Times διαβάζουμε: «Οι Ευρωπαίοι δεν είναι τόσο ένθερμοι οπαδοί των πολιτικών που απομονώνουνόσο οι Αμερικανοί».
---------------------------------------------------------------
Αξίζει να σημειωθεί ότι οι σχέσεις της Κίνας με την Ιαπωνία και τις Ηνωμένες Πολιτείες έχουν γίνει χειρότερες -και όχι καλύτερες- μετά τη λήξη του Ψυχρού Πολέμου. Τα τρία αυτά κράτη ήταν συνασπισμένα εναντίον της Σοβιετικής Ένωσης κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1980, και ελάχιστους λόγους είχαν να φοβούνται το ένα το άλλο... Για παράδειγμα, αμέσως μετά τον Ψυχρό Πόλεμο, η Ιαπωνία ήταν βέβαιη ότι η αυξανόμενη οικονομική αλληλεξάρτηση στην Ασία θα της επέτρεπε να διατηρήσει ειρηνικές σχέσεις με την Κίνα επ'άπειρον. Όμως κατά τα μέσα της δεκαετίας του 1990, οι ιαπωνικές απόψεις για την Κίνα έχουν «σκληρύνει σημαντικά», και δείχνουν σημαδια «ενός ανήσυχου ρεαλισμού σχετικά με τις στρατηγικές προθέσεις της Κίνας»... η Κίνα έχει καταστήσει σαφές ότι αν η Ιαπωνία και οι Ηνωμένες Πολιτείες αναπτύξουν αντιπυραυλικές άμυνες οποιοδήποτε είδους, η ίδια θα αυξήσει σημαντικά το οπλοστάσιο των βαλλιστικών πυραύλων της ούτως ώστε να μπορεί να τις καταβάλλει [αντίστοιχο σκηνικό στην Ευρώπη με τη Ρωσία]... Τέλος, το γεγονός ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες διατηρούν εκατό χιλιάδες στρατιώτες στην Βορειοανατολική Ασία αντιφάσκει προς τον ισχυρισμό ότι η περιφέρεια αυτή είναι «προετοιμασμένη για ειρήνη». Αν ήταν έτσι, αυτές οι αμερικανικές δυνάμεις θα ήταν περιττές και θα μπορούσαν να σταλούν πίσω στη χώρα τους και να αποστρατευτούν, γλιτώνοντας τον Αμερικανό φορολογούμενο από ένα σημαντικό ποσό. Αντ'αυτού, παραμένουν στη θέση τους για να βοηθήσουν στην ειρήνευση μιας δυνητικά ασταθούς περιφέρειας.
Ο Joseph Nye, ένας από τους κύριους αρχιτέκτονες της μεταψυχροπολεμικής αμερικανικής πολιτικής στη Βορειοανατολική Ασία και ένας μελετητής με εδραιωμένη φήμη ως φιλελεύθερος θεωρητικός των διεθνών σχέσεων, διατύπωσε αυτό το επιχείρημα... Επισήμανε ότι: «Έχει γίνει της μόδας να λέγεται ότι ο κόσμος μετά τον Ψυχρό Πόλεμο έχει περάσει από την εποχή της πολιτικής ισχύος στην εποχή της γεωοικονομίας. Τέτοιου είδους κλισέ δείχνουν ελλειπή και στενόμυαλη ανάλυση. Η πολιτική και η οικονομία συνδέονται. Τα διεθνή οικονομικά συστήματα εδράζονται στην διεθνή πολιτική τάξη». Στη συνέχεια ο Nye διατυπώνει το επιχείρημα του «ειρηνευτή»: «Η παρουσία των ΗΠΑ [στην Ασία] είναι μια δύναμη σταθερότητας, η οποία μειώνει την ανάγκη για ενίσχυση των εξοπλισμών και αποτρέπει την άνοδο ηγεμονικών δυνάμεων». Όχι μόνο «οι προκεχωρημένες δυνάμεις στην Ασία διασφαλίζουν ευρεία περιφερειακή ασφάλεια», αλλά επίσης «συνεισφέρουν στις τεράστιες πολιτικές και οικονομικές προόδους που πραγματοποιούν τα έθνη της περιφέρειας». Με λίγα λόγια, «οι Ηνωμένες Πολιτείες είναι η κρίσιμη μεταβλητή στην εξίσωση ασφάλειας την Ανατολικής Ασίας».

Δομή και σύγκρουση στη Βορειοανατολική Ασία του αύριο
Τρία κράτη της Βορειοανατολικής Ασίας έχουν σήμερα επαρκή πληθυσμό και πλούτο για να είναι μεγάλες δυνάμεις: η Κίνα, η Ιαπωνία και η Ρωσία. Όμως κανένα από αυτά δεν είναι δυνητικός ηγεμόνας [έγραφε ο συγγραφέας το 2000]. Η Ιαπωνία είναι με διαφορά το πλουσιότερο κράτος της περιφέρειας [έγραφε ο συγγραφέας το 2000]. Το ακαθάριστο εθνικό προϊόν της (ΑΕΠ) είναι περίπου 3,5 φορές μεγαλύτερο από αυτό της Κίνας και πάνω από 12 φορές μεγαλύτερο από αυτό της Ρωσίας [έγραφε ο συγγραφέας το 2000].
---------------------------------------------------------------
Δυστυχώς, σε αντίθεση με ότι έχω κάνει για τις Η.Π.Ακαι την Ιαπωνία, δεν έχω καταφέρει ακόμα να γράψω κείμενο θεμέλιο-βάση (όπως αυτά Για τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής - μέρος α'και Για την Ιαπωνία - μέρος α') ούτε για την Κίναμα ούτε και για τη Ρωσία (μάλιστα όσον αφορά τη τελευταία μόλις τώρα ανοίγω θεματολογία'πάντα ιδιαίτερο θέμα η Ρωσία όσον αφορά τα καθ'ημάς, αλλά χρειάζεται χρόνο για μια στοιχειωδώς σοβαρή προσέγγιση). Οπότε θα πρέπει να αρκεστώ σε μεγάλο βαθμό στην αυτοτέλεια των συγκεκριμένων κειμένων. Παραθέτω ορισμένα στοιχεία.
*
Έγραφε ο συγγραφέας το 2000 ή περι αριθμολογίας
Εν έτη 2000 το ΑΕΠ της Ιαπωνίας ήταν 4,43 τρις $, της Κίνας 1,08 τρις $ και της Ρωσίας 0,19 τρις $. Εν έτη 2012 το ΑΕΠ της Ιαπωνίας ήταν 5,96 τρις $, της Κίνας 8,23 τρις $ και της Ρωσίας 2,01 τρις $.
Εν έτη 2012 η Κίνα και όχι η Ιαπωνία είναι το πλουσιότερο κράτος της Βορειοανατολικής Ασίας (με το δεύτερο μεγαλύτερο συνολικό ΑΕΠ στον πλανήτη ακολουθώντας τις Η.Π.Α - η Ευρωζώνη δεν είναι κράτος). Εν έτη 2012 το ακαθάριστο εθνικό προϊόν της (ΑΕΠ) είναι περίπου 1,5 φορά μεγαλύτερο από αυτό της Ιαπωνίας και πάνω από 4 φορές μεγαλύτερο από αυτό της Ρωσίας. Εν έτη 2012 το συνολικό ΑΕΠ της Κίνας βρίσκεται περίπου στα επίπεδα που βρισκόταν το ΑΕΠ των Η.Π.Α το 1999.
Εν έτη 2000 το πλανητικό ΑΕΠ ήταν περίπου 43,0 τρις $ ενώ το συνολικό ΑΕΠ των τριών αυτών χωρών της Βορειοανατολικής Ασίας (Κίνα, Ιαπωνία και Ρωσία) ήταν 5,7 τρις $ και κατείχαν μερίδιο 13,25% επί της πλανητικής οικονομίας. Εν έτη 2012 το πλανητικό ΑΕΠ ήταν περίπου 80,0 τρις $ και το συνολικό ΑΕΠ των τριών αυτών χωρών 16,2 τρις $, με μερίδιο 20,25% επί της πλανητικής οικονομίας. Το 2000 το πλανητικό ΑΕΠ περίπου 43,0 τρις $, 12 χρόνια μετά 80,0 τρις $. Τα μπαλόνια κάποτε σκάνε ή ξεφουσκώνουν.
Εν έτη 2012 το Α.Ε.Π των Η.Π.Α ήταν 15,68 τρις $ αντιπροσωπεύοντας μερίδιο 25,30% επί της πλανητικής οικονομίας, της Κίνας ήταν 8,23 τρις $ αντιπροσωπεύοντας μερίδιο 13,27%, της Ιαπωνίας 5,96 τρις $ αντιπροσωπεύοντας μερίδιο 9,61% και της Ρωσίας 2,01 τρις $ αντιπροσωπεύοντας μερίδιο 3,25%. Συνολικά αυτές οι τέσσερις χώρες, οι δομές και οι σχέσεις μεταξύ τους αντιπροσωπεύουν το 51,43% της πλανητικής οικονομίας και το 27,25% της πλανητικής δημογραφίας.
Η εκτόξευση του ΑΕΠ της Κίνας συντελέστηκε ουσιαστικά τη τελευταία δεκαετία (δες και διαγράμματα στο τέλος), καθώς από το 1992 μέχρι το 2002 το ΑΕΠ της είχε αυξηθεί μονάχα κατά ένα τρις $ περίπου, ενώ κατά τη τελευταία δεκαετία, από το 2002 έως το 2012 αυξήθηκε περίπου κατά επτά τρις $ αγγίζοντας συνολικά τα 8,23 τρις $.
*
Μη άμεσα σχετιζόμενες με τη θεματολογία της ανάρτησης παρεμφερείς πληροφορίες
Εν έτη 2012 το Α.Ε.Π της Γερμανίας ήταν 3,39 τρις $ αντιπροσωπεύοντας μερίδιο 5,48% επί της πλανητικής οικονομίας και 1,14%επί της πλανητικής δημογραφίας. H Ινδία ως μια αντιστροφή της Γερμανίας αντιπροσωπεύει το 17,19%της πλανητικής δημογραφίας με το ΑΕΠ της στα επίπεδα των 1,84 τρις $ αντιπροσωπεύοντας μερίδιο 2,97% επί της πλανητικής οικονομίας.
Εν έτη 2012 το ΑΕΠ της Γαλλίας ήταν 2,61 τρις $ αντιπροσωπεύοντας μερίδιο 4,21% επί της πλανητικής οικονομίας, της Βραζιλίας και του Ηνωμένου Βασιλείου 2,43 και 2,44 τρις $ αντίστοιχα αντιπροσωπεύοντας 3,93% και 3,94%. Tέλος, τo κράτος εν ονόματι «Hellenic Republic» έχει την υψηλότερη ανεργία σε πλανητική κλίμακα.
Στοιχεία: Trading Economicsκαι The World Factbook
---------------------------------------------------------------
Η Κίναείναι το κλειδί για την κατανόηση της μελλοντικής κατανομής ισχύος στη Βορειοανατολική Ασία... αν η οικονομία της Κίνας συνεχίσει να επεκτείνεται κατά τις δύο επόμενες δεκαετίες με τον ίδιο ή παραπλήσιο ρυθμό που επεκτείνεται από τις αρχές της δεκαετίας του 1980 και μετά, η Κίνα μάλλον θα ξεπεράσει την Ιαπωνία και θα γίνει το πλουσιότερο κράτος της Ασίας [έχει ήδη συμβεί]. Πράγματι, λόγω του τεράστιου μεγέθους του πληθυσμού της, έχει το δυναμικό να γίνει πολύ πιο πλούσια απ'ό,τι η Ιαπωνία, πιο πλούσια ακόμη και από τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Για να καταδείξουμε το δυναμικό της Κίνας, ας δούμε τα ακόλουθα σενάρια. Αν η Κίνα εκσυγχρονιζόταν σε σημείο ώστε να είχε περίπου το ίδιο κατά κεφαλήν ΑΕΠ με αυτό που έχει σήμερα η Νότια Κορέα τότε η Κίνα θα είχε ένα ΑΕΠ 10,66 τρισεκατομμυρίων δολαρίων [το 2012 η Κίνα είχε ΑΕΠ 8,23 τρις $], πολύ μεγαλύτερο από την οικονομία της Ιαπωνίας. Αν το κατά κεφαλήν ΑΕΠ της Κίνας αυξανόταν έστω στο μισό του κατά κεφαλήν ΑΕΠ της Ιαπωνίας, η Κίνα θα είχε ένα ΑΕΠ το οποίο θα την έκανε τέσσερις ή σχεδόν πέντε φορές πλουσιότερη από την Ιαπωνία. Τέλος, αν η Κίνα είχε περίπου το ίδιο κατά κεφαλήν ΑΕΠ με την Ιαπωνία, η Κίνα θα ήταν δέκα φορές πλουσιότερη από την Ιαπωνία... Αν το κατά κεφαλήν ΑΕΠ της Κίνας ήταν το μισό του αντίστοιχου της Ιαπωνίας, το συνολικό ΑΕΠ της Κίνας θα ήταν περίπου 2,5 φορές μεγαλύτερο από εκείνο της Αμερικής. Για λόγους σύγκρισης, σημειώνεται ότι η Σοβιετική Ένωση διέθετε περίπου το μισό πλούτο των Ηνωμένων Πολιτειών κατά τη διάρκεια του μεγαλύτερου μέρους του Ψυχρού Πολέμου. Με λίγα λόγια, η Κίνα έχει το δυναμικό να γίνει πολύ πιο ισχυρή από τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Είναι δύσκολο να προβλέψει κανείς την πορεία της κινεζικής οικονομίας τον 21ο αιώνα... Πάρα ταύτα, τα βασικά συστατικά στοιχεία της στρατιωτικής ισχύος στην περιφέρεια αυτή αναμένεται να κατανέμονται με δύο πιθανούς τρόπους κατά τις δεκαετίες που έρχονται.
Πρώτον, αν η οικονομία της Κίνας σταματήσει να αναπτύσσεται με γοργό ρυθμό και η Ιαπωνία παραμείνει το πλουσιότερο κράτος στη Βορειοανατολική Ασία, καμιά τους δεν θα γίνει δυνητικός ηγεμόνας και οι Ηνωμένες Πολιτείες το πιθανότερο είναι να επαναφέρουν τα στρατεύματα τους στην πατρίδα τους. Αν συμβεί αυτό, η Ιαπωνία είναι σχεδόν σίγουρο ότι θα εμφανιστεί ως μεγάλη δύναμη, κατασκευάζοντας τη δική της πυρηνική αποτρεπτική δύναμη και αυξάνοντας σημαντικά το μέγεθος των συμβατικών δυνάμεων της. Όμως στην περιφέρεια θα εξακολουθήσει να επικρατεί ισορροπημένος πολυπολισμός: Η Ιαπωνία θα αντικαταστήσει τις Ηνωμένες Πολιτείες, και η Κίνα και η Ρωσία θα παραμείνουν οι άλλες μεγάλες δυνάμεις της περιφέρειας... η αντικατάσταση των Ηνωμένων Πολιτείων από την Ιαπωνία θα αυξήσει την πιθανότητα αστάθειας στη Βορειοανατολική Ασία... ο βαθιά ριζωμένος φόβος στην Ασία για την Ιαπωνία, φόβος που αποτελεί κληρονομιά της συμπεριφοράς της μεταξύ του 1931 και του 1945 [όπως αντίστοιχα συμβαίνει στην Ευρώπη με τη Γερμανία], σίγουρα θα αναζωπυρωθεί αν η Ιαπωνία αποκτήσει πυρηνική αποτρεπτική δύναμη, εντείνοντας έτσι τον ανταγωνισμό ασφάλειας στην περιφέρεια... η Ιαπωνία έχει εδαφικές διαφορές με την Κίνα για τα νησιά Σενκάκου/Ντιαογιουται, με την Κορέα για τις νησίδες Τακεσίμα/Τόκτο, και με τη Ρωσία για τα νησιά Κουρίλες...
Η δεύτερη πιθανή κατανομή ισχύος θα προκύψει αν η οικονομία της Κίνας συνεχίσει να αναπτύσσεται με ρωμαλέο ρυθμό, και τελικά η Κίνα γίνει δυνητικός ηγεμόνας. Οι Ηνωμένες Πολιτείες είτε θα παραμείνουν στη Βορειοανατολική Ασία είτε κάποια μέρα θα επιστρέψουν προκειμένου να διασφαλίσουν ότι η Κίνα δεν θα γίνει ανταγωνιστής προς αυτές ηγεμόνας. Η Ιαπωνία και η Ρωσία μαζί είναι απίθανο να διαθέτουν τα όσα απαιτούνται για να αναχαιτίσουν την Κίνα, ακόμη κι αν η Ινδία, η Νότια Κορέα και το Βιετνάμ προσχωρούσαν στον εξισορροπητικό συνασπισμό... Η Βορειοανατολική Ασία θα είναι προφανώς ένα μη ισορροπημένο πολυπολικό σύστημα αν η Κίνα απειλήσει να κυριαρχήσει σε ολόκληρη τη περιφέρεια'ως τέτοιο σύστημα, η εν λόγω περιφέρεια θα είναι πολύ πιο επικίνδυνο μέρος απ'ό,τι σήμερα. Η Κίνα, όπως όλοι οι προηγούμενοι δυνητικοί ηγεμόνες, θα έχει έντονη προδιάθεση να εξελιχτεί σε πραγματικό ηγεμόνα, και όλοι οι αντίπαλοι της, περιλαμβανομένων των Ηνωμένων Πολιτειών, θα περικυκλώσουν την Κίνα για την εμποδίσουν να επεκταθεί.

Συμπεράσματα
Είναι προφανές ότι το πλέον επικίνδυνο σενάριο που μπορούν να αντιμετωπίσουν οι Ηνωμένες Πολιτείες στις αρχές του 21ου αιώνα είναι αυτό στο οποίο η Κίνα εξελίσσεται σε δυνητικό ηγεμόνα στη Βορειοανατολική Ασία. Φυσικά, οι προοπτικές της Κίνας να εξελιχτεί σε δυνητικό ηγεμόνα εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από το εάν η οικονομία της θα συνεχίσει να εκσυγχρονίζεται με γοργό ρυθμό. Αν συμβεί κάτι τέτοιο και η Κίνα γίνει, όχι μόνο ένας κορυφαίος παραγωγός τεχνολογιών αιχμής, αλλά και η πλουσιότερη δύναμη του κόσμου, είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα χρησιμοποιήσει τον πλούτο της για να οικοδομήσει μια πανίσχυρη στρατιωτική μηχανή. Επιπλέον, για ορθούς στρατηγικούς λόγους, σίγουρα θα επιδιώξει την περιφερειακή ηγεμονία, ακριβώς όπως έκαναν οι Ηνωμένες Πολιτείες στο Δυτικό Ημισφαίριο κατά τη διάρκεια του 19ου αιώνα... Θα αναμένουμε από την Κίνα να αναπτύξει τη δική της έκδοση του δόγματος Μονρόε, έκδοση η οποία θα κατευθύνεται εναντίον των Ηνωμένων Πολιτειών. Ακριβώς όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες κατέστησαν σαφές σε μακρινές μεγάλες δυνάμεις ότι δεν τους επιτρεπόταν να αναμειγνύονται στο Δυτικό Ημισφαίριο, έτσι και η Κίνα θα καταστήσει σαφές ότι η αμερικανική ανάμειξη στην Ασία δεν είναι αποδεκτή.
Αυτό που κάνει μια μελλοντική κινεζική απειλή τόσο ανησυχητική είναι ότι η Κίνα μπορεί να είναι πολύ πιο ισχυρή και επικίνδυνη από οποιονδήποτε δυνητικό ηγεμόνα αντιμετώπισαν οι Ηνωμένες Πολιτείες κατά τον 20ο αιώνα. Ούτε η Γερμανία του Γουλιέλμου, ούτε η αυτοκρατορική Ιαπωνία, ούτε η ναζιστική Γερμανία, ούτε η Σοβιετική Ένωση πλησίαζαν έστω τη λανθάνουσα ισχύ που διέθεταν οι Ηνωμένες Πολιτείες κατά τη διάρκεια των μεταξύ τους αντιπαραθέσεων. Αν όμως η Κίνα γίνει ένα γιγαντιαίο Χονγκ Κονγκ, μάλλον θα έχει κάπου τέσσερις φορές περισσότερη λανθάνουσα ισχύ απ'ό,τι οι Ηνώμενες Πολιτείες, κάτι που θα επιτρέψει στην Κίνα να αποκτήσει ένα αποφασιστικό στρατιωτικό πλεονέκτημα έναντι των Ηνωμένων Πολιτειών στη Βορειοανατολική Ασία. Σε αυτή την περίπτωση, είναι δύσκολο να δει κανείς πως θα μπορούσαν οι Ηνωμένες Πολιτείες να εμποδίσουν την Κίνα να εξελιχτεί σε ανταγωνιστικό προς αυτές περιφερειακό ηγεμόνα. Επιπλέον, το πιθανότερο είναι ότι η Κίνα θα είναι πιο ισχυρή υπερδύναμη απ'ό,τι οι Ηνωμένες Πολιτείες στον επακόλουθο πλανητικό ανταγωνισμό μεταξύ τους.
Η παρούσα ανάλυση [γράφει ο συγγραφέας] υποδεικνύει ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν μεγάλο συμφέρον να δουν την κινεζική οικονομική ανάπτυξη να επιβραδύνεται σημαντικά κατά τα επόμενα χρόνια. Όμως, για μεγάλο μέρος της προηγούμενης δεκαετίας οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν ακολουθήσει μια στρατηγική που αποσκοπεί στο ακριβώς αντίθετο αποτέλεσμα. Οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν δεσμευτεί να «προσεγγίσουν» την Κίνα και όχι να την «αναχαιτίσουν». Η επιδίωξη της προσέγγισης βασίζεται στη φιλελεύθερη πεποίθηση ότι αν η Κίνα μπορεί να γίνει δημοκρατική και ευημερούσα, τότε θα γίνει μια δύναμη που θα υποστηρίζει το status quo και δεν θα εμπλακεί σε ανταγωνισμό ασφάλειας με τις Ηνωμένες Πολιτείες [δεν γνωρίζω περίπτωση στην ιστορία των διεθνών σχέσεων, όπου η αναδυόμενη δύναμη να μην αμφισβήτησε, να υποστήριξε το status quo - ανεξάρτητα το πολιτικό, κοινωνικό και οικονομικό της πρότυπο ή προσανατολισμό]. Ως εκ τούτου, η αμερικανική πολιτική έχει επιδιώξει να ενσωματώσει την Κίνα στην παγκόσμια οικονομία και να διευκολύνει την ταχύτατη οικονομική της ανάπτυξη, ούτως ώστε η Κίνα να γίνει πλούσια και, ελπίζεται, ικανοποιημένη με την παρούσα θέση της στο διεθνές σύστημα.
Αυτή η πολιτική των ΗΠΑ έναντι της Κίνας είναι λανθασμένη. Μια πλούσια Κίνα δεν θα είναι μια δύναμη που θα υποστηρίζει το status quo, αλλά ένα επιθετικό κράτος αποφασισμένο να πετύχει την περιφερειακή ηγεμονία. Αυτό δεν συμβαίνει επειδή μια πλούσια Κίνα θα έχει κακά κίνητρα, αλλά επειδή ο καλύτερος τρόπος για να μεγιστοποιήσει ένα κράτος τις προοπτικές του για επιβίωση είναι να γίνει ηγεμόνας στην περιφέρεια του κόσμου όπου βρίσκεται γεωγραφικά [ακριβώς όπως κοινωνικές ομάδες, αντίστοιχα, προσπαθούν να ηγεμονεύσουν -ιδεολογικά- πνευματικά και υλικά σε μια ορισμένη κοινωνία]. Παρ'ότι είναι σίγουρα προς το συμφέρον της Κίνας να είναι ο ηγεμόνας της Βορειοανατολικής Ασίας, προφανώς δεν είναι προς το συμφέρον της Αμερικής να αφήσει να γίνει κάτι τέτοιο... οι δομικές επιταγές του διεθνούς συστήματος, οι οποίες είναι ισχυρές, μάλλον θα υποχρεώσουν τις Ηνωμένες Πολιτείες να εγκαταλείψουν την πολιτική της δημιουργικής προσέγγισης στο εγγύς μέλλον.



.~`~.
Εξέλιξη του Α.Ε.Π κρατών από τη κατάρρευση του διπολικού διεθνούς συστήματος έως σήμερα

Η.Π.Α

Κίνα

Ιαπωνία

Ρωσία
*
Γερμανία

.~`~.
Για περαιτέρω ιχνηλάτηση και πληρέστερη προοπτική

Σκέψεις, ενδεχόμενα και προσεγγίσεις, με αφορμή τις εξελίξεις στην Ουκρανία, για την «Ευρώπη», τη «Δύση» και τη Ρωσία.

$
0
0
.
Ενδέχεται σταδιακά, να γινόμαστε μάρτυρες της διάσπασης, ή πιο ορθά της διαμεσολάβησης και του ελέγχου των σχέσεων ανάμεσα στον ΓαλλοΓερμανικό άξονα και τη Ρωσία μέσω της δημιουργίας μιας buffer zone, από τη Βαλτική και την Ανατολική Ευρώπη μέχρι τα Βαλκάνια και την Αδριατική, η οποία θα έχει ως τοπικούς πυλώνες την Πολωνία και τη Τουρκία υπό τις Η.Π.Α (και το ΝΑΤΟ αν και είναι πιθανόν να υπάρξει κρίση στους κόλπους της λεγόμενης «συμμαχίας»).

α´
Το 2003 διεξήχθει δημοψήφισμα στην Ουγγαρία για την είσοδο της χώρας στην Ε.Ε και το 83,76% των πολιτών ψήφισε υπέρ. Η χώρα έγινε μέλος της Ε.Ε ένα χρόνο μετά, το 2004. Το 2008 «απέφυγε τη χρεοκοπία» μέσω δανεισμού από το Δ.Ν.Τ. Η Ουγγαρία και η Πολωνία,ιστορικά ανέπτυξαν ισχυρούς δεσμούς φιλίας λόγω κοινών εχθρών (δεν έχουν πολεμήσει μεταξύ τους εάν δεν κάνω λάθος και κατά καιρούς είχαν κοινούς εθνικούς ήρωες). Μάλιστα στις 12 Μαρτίου του 2007, χρονιά κατά την οποία η Ουγγαρία έγινε μέλος του Χώρου Σένγκεν, το ουγγρικό κοινοβούλιο ανακήρυξε την 23η Μαρτίου ως «ημέρα ΟυγγροΠολωνικής φιλίας» δίχως κανένα ψήφο κατά και κανέναν απώντα, τέσσερις ημέρες αργότερα το ίδιο έπραξε και το πολωνικό κοινοβούλιο (σε έναν άξονα των δύο αυτών χωρών ενδέχεται μελλοντικά, να προστεθούν χώρες όπως η Τσεχία, η Σλοβακία ή η Ρουμανία). Η Πολωνία και η Οθωμανική αυτοκρατορία, επίσης, ιστορικά ανέπτυξαν καλές διπλωματικές και συμμαχικές σχέσεις μεταξύ τους λόγω Ρωσίας (να ψάξετε να βρείτε που βρίσκονταν τα σύνορα της Ρωσίας εκείνη την περίοδο). Επιπρόσθετα, το 2009, οι υπουργοί εξωτερικών της Πολωνίας και της Σουήδιας, σε συνεργασία με την Ε.Ε, εκκίνησαν την «Eastern Partnership» (Ανατολική εταιρική σχέση), η οποία περιλαβάνει χώρες από τον πρώην σοβιετικό χώρο και συγκεκριμένα: την Αρμενία, το Αζερμπαϊτζάν, τη Γεωργία, τη Μολδαβία, την Ουκρανία και τη Λευκορωσία. Η ιδρυτική συμμετοχή των δύο αυτών χωρών, της Πολωνίας και της Σουηδίας, μας επαναφέρει στην «ανάλυση της οθωμανικής διπλωματίας του 16ου και 17ου αιώνα που εφάρμοζε πολιτικές ισορροπίας με τη Σουηδία και την Πολωνία προς περιορισμό της εξάπλωσης των πεδίων επιρροής της Αγίας Ρωμαιογερμανικής αυτοκρατορίας και του ορθόδοξου σλαβορωσικού άξονα». Σε αντίθεση με την Πολωνία, στη Τουρκία ενδέχεται να ασκηθούν πιέσεις ή/και να γίνουν παραχωρήσεις προκειμένου ν'αναλάβει έναν τέτοιο ρόλο.

Eastern Partnership - Ανατολική Εταιρική Σχέση

Ο υπουργός εξωτερικών της Ρωσικής Ομοσπονδίας, Sergey Lavrov, σε πρόσφατό άρθρο του, το οποίο τιτλοφορείται “Russia-EU: Time to Decide” και το οποίο βρίσκεται στην ιστοσελίδα του υπουργείου, αναφέρεται -ανάμεσα σε άλλα εξαιρετικά ενδιαφέροντα- στην Eastern Partnership: «The authors of the Eastern Partnership initially assured us that this project has no confrontational component and is aimed at helping the countries on the eastern flange of the Commonwealth of Independent States, the so-called “focus states”, to solve the tasks of development and modernisation without casting doubt on their traditional historical ties with other neighbours, including Russia. We were even told that it would be desirable to implement trilateral projects with the participation of the European Union, Russia and the “focus state”. To be honest, these ideas were not particularised. However, they soon started to bring this question up with our joint neighbours with the European Union: you should decide who you are with – Europe or Russia. If you accept the European choice – then you must fulfil all the orders of Brussels, even if they do not comply with existing obligations, including within the framework of the CIS».
Η επίσημη θέση του Υπουργείου Εξωτερικών της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας, όσον αφορά τις εξελίξεις στην Ουκρανία είναι η εξής (από την ιστοσελίδα του Υπουργειου): «China is deeply concerned about the current situation in Ukraine. We condemn the recent extreme and violent acts there and have been urging the relevant parties in Ukraine to resolve their internal disputes peacefully within the legal framework so as to safeguard the lawful rights and interests of all ethnic communities in Ukraine and restore normal social order at an early date. It is China's long-standing position not to interfere in others' internal affairs. We respect the independence, sovereignty and territorial integrity of Ukraine. There are reasons for why the situation in Ukraine is what it is today. China will follow the development of the situation closely and call on relevant parties to seek a political resolution of their differences through dialogue and negotiation based on respect for international law and norms governing international relations in order to uphold regional peace and stability».

Πεδία επιρροής και πίεσης: Καύκασος-Εύξεινος Πόντος-Βαλκάνια και Ανατολικη Ευρώπη-Βαλτικές Χώρες-Βαλτική Θάλασσα

Εάν υπάρξει μεσοπρόθεσμα κλιμάκωση της έντασης -η οποία, όπως είδαμε, μεταφέρθηκε από το Κίεβο και τη δυτική Ουκρανία στη Κριμαία- και στις βαλτικές χώρες, αυτή θα είναι μια περαιτέρω ένδειξη προς την εκτίμηση περί της Πολωνίας (και της Τουρκίας) ως πυλώνων της «κατάστασης» ή «στρατηγικής» που περιγράφεται στην εισαγωγική παράγραφο. Υπάρχουν δομικές ομοιότητες λειτουργιών και προτύπων συμπεριφοράς ανάμεσα σε Τουρκία και Πολωνία. Ουσιαστικά αναφέρομαι σ'ένα είδος στρατηγικής που προσομοιάζει με αυτό που στις διεθνείς σχέσεις ονομάζεται Buck passingή μεταφορά βαρών (η έννοια αυτή θα αναλυθεί μελλοντικά).


β´
Είναι φανερό πως αναπτύσσεται μια κινητικότητα και ρευστότητα στην Ανατολική Ευρώπη η οποία οδηγεί σε αλλαγή των συσχετισμών και της ισορροπίας ισχύος στην περιοχή. Ενώ κατά εμφανές τρόπο αυτή η αλλαγή στρέφεται ευθέως εις βάρος της Ρωσίας, δεν είμαι καθόλου βέβαιος πως θα είναι υπέρ του ΓαλλοΓερμανικού άξονα. Θεωρώ πως αυτή η αλλαγή των συσχετισμών και της, το επαναλαμβάνω, ισορροπίας ισχύος (η οποία αλλαγή πάντα είναι επικίνδυνη για την ειρήνη) στρέφεται παράλληλα τόσο ενάντια στην ευρασιατική στρατηγική της Γερμανίας, όσο και ενάντια σε ένα ενδεχώμενο project Μεσευρώπης-Mitteleuropa υπό τη Γερμανία. Θα μπορούσε να υπάρξει ο ισχυρισμός πως συμβαίνει το αντίθετο, πως η Γερμανία ηγείται αυτής της αλλαγής. Οτιδήποτε και αν συμβαίνει θα φανεί όλο και πιο καθαρά με το πέρασμα του χρόνου'νομίζω όμως, ότι αυτή η υπόθεση προκύπτει από τη σύγχυση δύο διαφορετικών project. Το ένα είναι αυτό της Μεσευρώπης-Mitteleuropa υπό τη Γερμανία, το άλλο όμως πιο είναι; Είναι το Intermariumυπό την Πολωνία, το οποίο παραπέμπει, χαλαρά, στην παλαιά Πολωνο-Λιθουανική Κοινοπολιτεία (Polish–Lithuanian Commonwealth). Τί είναι το Intermarium; Ουσιαστικά είναι η σύνδεση της Βαλτικής με τη Μαύρη Θάλασσα στην περιοχή της Ανατολικής Ευρωπης (όπως αντίστοιχα μπορεί να υπάρξει η σύνδεση της Αδριατικής με τη Μαύρη Θάλασσα στα Βαλκάνια).

Polish-Lithuanian commonwealth

Η κεντροανατολικίζουσα Ευρώπη σύμφωνα με τον Paul Robert Magocsi, χωρισμένη σε τρεις ζώνες. Αυτό το concept, υπό μια ποιό στενή έννοια, στην κεντρική του ζώνη (Apline-Carpathian) προσεγγίζει το γερμανικό της Ostmitteleuropa και στη βόρεια ζώνη του (nothern zone) το πολωνικό της Intermarium. Και ο Α'και ο Β'Παγκόσμιος Πόλεμος έχουν κατεύθυνση προς τους άξονες, Βαλκάνια-Εύξεινος Πόντος-Καύκασος και Ανατολική Μεσόγειος-Μέση Ανατολή. Αυτοί οι δύο άξονες φανερώνονται στις μέρες μας υπό τη μορφή αγωγών-οδών ενέργειας.
*
Μέχρι αυτή τη στιγμή τουλάχιστον και επιφανειακά, το λεγόμενο Τρίγωνο της Βαϊμάρης, δηλαδή η Γαλλία, η Γερμανία και η Πολωνία, φαίνεται ευθυγραμμισμένο, θα παραμείνει όμως έτσι; Τη Γαλλία ενδέχεται να μην την απασχολούν τόσο οι βαλτικές χώρες όσο να μην αποκοπεί από την Ευρασία (έχοντας μπροστά της εδαφικά τόσο τη Γερμανία όσο και τη Πολωνία), ωστόσο τη Γερμανία την απασχολεί τόσο η Πολωνία και οι βαλτικές χώρες ως ουδέτερη ζώνη όσο και η σχέση της με τη Ρωσία. Θα στηρίξει ένα ενδεχόμενο Intermarium; Αυτά τα ερωτήματα είναι σημαντικά καθώς μπορούν να οδηγήσουν σε μια διπολικότητα εντός της ίδιας της Γερμανίας (γόνιμο είναι να θυμίσω πως ο πρώην καγκελάριος της Γερμανίας, Gerhard Schröder, ο οποίος ήταν ευρασιατιστής γεωστρατηγικά -όχι ιδεολογικά-, εργάζεται για τη Gazprom). Η Πολωνία πάντως, παρά τα όσα ακούγονται, δεν χάνει από όσα συμβαίνουν, σε αντίθεση με τη Γαλλία και μάλλον τη Γερμανία - και εάν συνεχιστεί η ένταση, οι σχέσεις της τελευταίας με τη Ρωσία μάλλον θα επιδεινωθούν. Αυτό το σχήμα που περιγράφω είναι πολύ περισσότερο δυναμικό από την «ζώνη ασφάλειας της Ευρώπης» την οποία αποτελούν η Γαλλία, η Γερμανία, η Πολωνία και η Ουκρανία. Τα πράγματα θα ξεκαθαρίσουν, μεσοπρόθεσμα, μόλις έρθει η στιγμή σημαντικών αποφάσεων στα πλαίσια των επόμενων συνεδριάσεων του ΝΑΤΟ.
Έστω ότι δεχτούμε ότι αυτό που ονομάζουμε «Ευρώπη» υπάρχει. Ποιό είναι το μέλλον της; Όχι διάφορα αόριστα ιδεολογήματα, αλλά ένα συγκεκριμένο τεχνικό έργο μας προσφέρει την απάντηση. Η μεγαλύτερη ευρωπαϊκή οδός (European route E40) η οποία εκκινεί από τη Γαλλία και το Βέλγιο και φτάνει σχεδόν μέχρι τα σύνορα της Κίνας, στο Καζακστάν (της ευρασιατικής «μεγάλης σκακιερας»). Ποιός θέλει τη διάσπαση αυτής της οδού, γερόλυκε Henry Kissinger;


γ´
Όσα περιγράφονται προϋπεθέταν και προϋποθέτουν τη προώθηση του ορίου, του πεδίου επιρροής και πίεσης, το οποίο την εποχή του διπολικού συστήματος βρισκόταν εντός του γερμανικού πολιτισμικού χώρου (στο σύνορο της δυτικής και της ανατολικής Γερμανίας) όχι απλά εντός του σλαβικού πολιτισμικού χώρου (στο σύνορο της ανατολικής και της δυτικής Ουκρανίας, δηλαδή στον πολιτισμικό πυρήνα του σλαβορωσικού πεδίου) όπου βρίσκεται αυτή τη στιγμή, αλλά εντός της ίδιας της επικράτειας της Ρωσίας (δηλαδή εντός του πολιτικού χώρου της). Μιλαμε δηλαδή, για -την ακραία χειραγώγηση και σε έσχατη περίπτωση- τη διάσπαση της Ρωσίας και την ενσωμάτωση, του ευρωπαϊκού κατ'ουσίαν τμήματος της, στη «Δύση» με τον παράλληλο περιορισμό ή το containment της Γερμανίας, την «αποσύνδεση» της από τη Ρωσία - και την περαιτέρω υποβάθμιση-εξάρτηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης (η οποία καταρρέει στον παγκόσμιο συσχετισμό δύνάμεων) στα πλαίσια μιας κάποιας «Δύσης» (βλέπε ζ´), εφόσον πλέον η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν μπορεί να λειτουργήσει ως containment box για τη Γερμανία. Σε αυτό το πλαίσιο, την αγωνία μιας ενδεχόμενης απομόνωσης και αποκοπής της Γαλλίας από την Ευρασία, την εκφράζει με χαρακτηριστικό τρόπο -εάν παρακολουθήσουμε τα ουσιώδη και όχι τις συνθηματολογίες της- η Marine Le Pen του Front National.
Δε χρειάζεται ενστερνισμός της «θεωρίας» του Huntington για να γίνει αντιληπτό πως σε μια περίπτωση κάθετης σύνδεσης της Βαλτικής με τη Μαύρη Θάλασσα (και άρα «αποκοπής ή ελέγχου» της οριζόντιας σύνδεσης Γερμανίας-Ρωσίας) στην περιοχή της Ανατολικής Ευρωπης και αντίστοιχα σύνδεσης της Αδριατικής με τη Μαύρη Θάλασσα στα Βαλκάνια, θα μπορούσε να υπάρξει δυναμοποίηση καθολικιζόντων στοιχείων στην Ανατολική Ευρώπη και μουσουλμανιζόντων στοιχείων στα Βαλκάνια - τώρα εάν στην Ουγγαρία, την Πολωνία και σε μέρη της Ουκρανίας θα δυναμοποιηθούν περαιτέρω φασίζουσες δυνάμεις προς αυτή την κατεύθυνση και στο Κόσοβο, τη Π.Γ.Δ.Μ και τη Βοσνία (ίσως και άλλου) ισλαμιστικές, αυτό είναι κάτι το οποίο θα διαπιστωθεί όλο και πιο ξεκάθαρα με το πέρασμα του χρόνου. Νεοφασίζουσες και νεοισλαμίστικιζουσες ομάδες, χειραγωγούμενες ή όχι, αυτονομημένες από παλαιά δίκτυα ή όχι, μπορούν να αποτελέσουν τους κύριους αποσταθεροποιητικούς παράγοντες στην Ανατολική Ευρώπη, τα Βαλκάνια και τον Καύκασο. Τα κύρια σημεία τριβής της «σύγκρουσης των πολιτισμών» στα καθ'ημάς είναι τα εξής:

Kosovo is an overwhelmingly Muslim province of Serbia, pushing for independence. In Lviv and other western parts of Ukraine, the Ukrainian Greek Catholic Church predominates - a church that follows Eastern rites but vows allegiance to Rome. Republika Srpska is the Serb part of Bosnia. Cyprus is divided between the Greek, Orthodox south and the breakaway Turkish, Muslim north. Στο Lviv έχουμε καθολικο-ορθόδοξο (ενδο-βορειοσλαβικό πολωνικό, ουκρανικό) σύνορο-τομή-γέφυρα, στο Kosovo έχουμε μουσουλμανικό-ορθόδοξο (αλβανοσερβικό), στη Republika Srpska (Σερβική Δημοκρατία της Βοσνίας και Ερζεγοβίνης) έχουμε μουσουλμανικό-ορθόδοξο (ενδο-νοτιοσλάβικο σέρβικο) και στη Κύπρο έχουμε μουσουλμανικό-ορθόδοξο (ελληνοτουρκικό). Όλα αυτά τα σύνορα-τομές-γέφυρες σχετίζονται με πεδία έμμεσης ή άμεσης «δυτικής» και ρωσικής επιρροής.
*
Στο νοτιότερο τμήμα της Ανατολικής Ευρώπης και των Βαλκανίων βρίσκεται η... Κύπρος'όπως επίσης η Συρία, η Αίγυπτος, και το Κουρδιστάν, δηλαδή το Νέο Ανατολικό Ζήτημα - και λίγο παραπέρα ο Καύκασος'δεν επιλέχθηκε τυχαία αυτή η περιοχή από τη Ρωσία για να γίνουν οι χειμερινοί Ολυμπιακοί (και θα γινόταν και η σύνοδος των G8). Αυτό που βλέπουμε είναι μια χαοτική κατάσταση σε πολλές από τις χώρες που βρίσκονται στο δυτικό μέρος της Rimlandτου Nicholas J. Spykman ή της Inner crescent του Halford Mackinder (δηλαδή, από τη Μέση Ανατολή και τη Βόρεια Αφρική και από τα Βαλκάνια μέχρι την Ανατολική Ευρώπη). Οι Η.Π.Α θέλουν να εξασφαλίσουν διακανονισμούς και λύσεις χαμηλού κόστους στη δυτική Rimland, έτσι ώστε να στρέψουν τη προσοχή τους στην Ανατολική Rimland (και κυρίως στη Κινεζική θάλασσα).

Η Ουκρανία δεν είναι μονάχα πεδίο διαπάλης των Ουκρανών, όπως και η Συρία δεν είναι μονάχα πεδίο διαπάλης των Σύριων. Ρωσικά πεδία επιρροής έχουμε και στις δύο περιπτώσεις και ναυτικά θεμέλια στη Σεβαστούπολη και στη Ταρτούς (από την ελληνική γεωιστορία και μυθολογία γνωρίζουμε για το Παντικάπαιον, τη Κολχίδα και τη Φοινίκη, δεν χρειαζόμαστε τους «γεωπολιτικούς» να μας μάθουν πως σχετίζονται η Ανατολική Μεσόγειος με τον Εύξεινο Πόντο). Από τρομοκρατικές οργανώσεις μέχρι Μ.Κ.Ο και τζιχαντιστές, από ομάδες «ελεύθερων» που κατοικοεδρεύουν στο εξωτερικό και κυβερνήσεις ή καθεστώτα -συνήθως αυταρχικού τύπου- που κλονίζονται μέχρι παρακρατικές και παραστρατιωτικές οργανώσεις, ελεύθερους σκοπευτές, ιδιωτικούς στρατούς και μυστικές υπηρεσίες, από επίσημα κόμματα μέχρι ομάδες πίεσης, από κινηματικιζούσες σέχτες που ξεφουσκώνουν εντός μηνών και ακτιβιστικές ομάδες οι οποίες ουρούν φωτογραφίες προέδρων κρατών έξω από πρεσβείες και κόβουν με αλυσοπρίονα σταυρούς, μέχρι μακιγιαρισμένα «μοντέλα» που βιντεοσκοπούνται με σκηνοθετική μαεστρία, αποτελούνται τα εργαλεία σε αυτές τις χαοτικές διαμάχες. Όλα τα προηγούμενα δεν είναι (αυτό που παραδοσιακά ονομάζουμε) «λαοί», «τάξεις» και «έθνη» που μάχονται για την ελευθερία, τον αυτοκαθορισμό, τα δικαιώματα, την ανεξαρτησία και την αυτοδιάθεση τους, αλλά κάτι άλλο. Στις περισσότερες των περίπτωσεων, σε κάποια στιγμή έρχονται στο προσκήνιο ορισμένα από τα προηγούμενα -μεταμοντέρνου ή/και σεχταριστικού τύπου- εργαλεία εξωθώντας τα πλειοψηφικά ρεύματα ή τους «λαούς», τις «τάξεις» και τα «έθνη» να επιστρέψουν στην ατομική ιδιωτεία τους.

δ´
Η Ουκρανία θα μπορούσε να είναι είτε αρμονικό-ενοποιητικό πεδίο της Ευρασίας (ενισχύοντας την ενότητα της χώρας) είτε πεδίο σύγκρουσης-διάσπασης της Ευρασίας (ενισχύοντας τη διάσπαση της χώρας). Ο Henry Kissinger, ο οποίος εκφράζει μια διαφορετική σχολή σκέψης από τον Zbigniew Brzezinski, ισχυρίζεται πολύ ορθά πως η Ουκρανία πρέπει να λειτουργήσει σαν γέφυρα ανάμεσά στην Ρωσία και στη «Δύση». Αυτό δεν το εκφράζει μονάχα ο Kissinger, το εκφράζει επίσης ο Lavrov ασκώντας κριτική στο «Europe or Russia» (“Russia-EU: Time to Decide” το άρθρο αυτό προτείνω να το διαβάσετε), και το γνωρίζουν όσοι και όσες έχουν ακουστά κάτι που ονομάζεται ευρασιατική -και όχι ευρωατλαντική- στρατηγική της Γερμανίας (αλλά και της Ε.Ε). Το πότε μεταστράφηκε η στρατηγική της Μόσχας το γνωρίζουμε πολύ καλά από Αμερικανούς, όχι από Ρώσους. Όταν ορισμένοι θέλησαν το ΝΑΤΟ και η αντιπυραυλική ασπίδα να βρεθούν 100 έως 200 -πορτοκαλί- χιλιόμετρα από τη Μόσχα και την Αγία Πετρούπολη επιχειρώντας να εντάξουν την Ουκρανία και τη Γεωργία στο ΝΑΤΟ (Ρωσία χωρίς ουδέτερες ζώνες, δεν υπάρχει). «Κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, η απόσταση από την Αγία Πετρούπολη ως την πρώτη γραμμη του ΝΑΤΟ ήταν πάνω από 1600 χιλιόμετρα. Σήμερα η απόσταση είναι περίπου 112 χιλιόμετρα». Όλα αυτά συνέβησαν πρίν... Τότε που ξεκίνησε ένας νέος Ψυχρός Πόλεμος, ο οποίος σταμάτησε για κάποιο διάστημα, για να επανέλθει και να ξαναφύγει (αφού χρειάστηκε πάλι να φτάσουν τα πράγματα στα άκρα και να βγάλει διάγγελμα ο Medvedev διατάσσοντας πυραυλική κινητοποίηση) και να ξαναρχίσει με τα τελευταία γεγονότα.
Ποιός επιθυμεί τη διάσπαση και όχι την ενοποίηση της Ευρασίας λοιπόν; Και αυτή η ενοποίηση μπορεί να συμβεί απλά και μόνο με τους όρους που επιθυμεί η μιά πλευρά; Η «Δύση» του Brzezinski. Ο Henry Kissinger είναι πρώην διπλωμάτης και γι'αυτό είναι διπλωματικός, είναι επίσης ένας από τους γνωστότερους εκφραστές της αμερικανικής Realpolitik, εξ 'ου και συνάμα με τον τρόπο του είναι και ευθύς. Γνωρίζει πολύ καλά πως την Ουκρανία, ως γέφυρα και αρμονικό-ενοποιητικό πεδίο της Ευρασίας, μπορούν να την κρατήσουν ενωμένη η Γερμανία και η Ρωσία (ακόμα και σε περίπτωση ομοσπονδίας, εάν υπάρξει πόλωση ανάμεσα σε αυτές τις δύο χώρες θα υπάρξουν παρόμοιες καταστάσεις - και αυτοί που θα την πληρώσουν περισσότερο, θα είναι οι κοινωνικά και οικονομικά αδύναμοι άνθρωποι στη δυτική Ουκρανία). Παρ'αυτά χρησιμοποίεί τον όρο ο οποίος σημαίνει τα πάντα και τίποτα. «Δύση». Μέσα σε αυτόν τον όρο κρύβονται χίλιες δυο στρατηγικές, χίλια δύο συμφέροντα και χιλιάδες χιλιάδων ιδεολογήματα.
Η Hillary Clinton βρίσκεται στο άλλο άκρο από τον Henry Kissinger, ο οποίος θεωρεί πως η δαιμονοποίηση του Vladimir Putin δεν είναι πολιτική αλλά φανερώνει την ανυπαρξία πολιτικής και χρησιμοποιείται ως άλλοθι (έτσι συμβαίνει πάντα με τον υπερηθικισμό και την ηθικολογία η οποία συνοδεύεται από συνθηματολογία). Η Hillary Clinton κάνει παραλληλισμούς του Putin με τον Hitler ενώ παράλληλα η δαιμονοποίηση του πρώτου, σε μεγάλο βαθμό, έχει γίνει κάτι σαν πιστοποιητικό ευρωπαϊκών φρονημάτων - κάτι που φανερώνει το κλίμα που έχει δημιουργηθεί λόγω της ανυπαρξίας πολιτικής, αλλά και ηγεσίας στην «Ευρώπη». Η «Δύση» έχει αναπτύξει έντονα ένα χαρακτηριστικό με το οποίο θα διαφωνούσε ο Kissinger'δεν την ενδιαφέρει ο συνομιλιτής, αλλά η διαμόρφωση της «κοινής γνώμης» που συνήθως δρα ως νομιμοποιητής προειλημμένων αποφάσεων (Καντιανισμός, δημοσιότητα, διπλωματία και η μεταστροφή του προσηλυτισμού σε καταδίκη). Όπως έχει γράψει ο πρώην Βρετανός διπλωμάτης, William Mallinson: ''Η ανάγκη «να κερδίσουμε καρδιές και μυαλά», τα «ανθρώπινα δικαιώματα», η «ελευθερία», η «δημοκρατία», ο «πόλεμος κατά της τρομοκρατίας» και η «αυτοάμυνα» κυριάρχησαν έναντι των ανθρώπινων λεπτοτήτων της διπλωματίας... ζούμε μια χυδαία συνθηματοποίηση των διεθνών σχέσεων όπου το «να κερδίσουμε καρδιές και μυαλά» σημαίνει να κάνουμε επίθεση σε ανθρώπους''.
Ωστόσο το σημαντικότερο, μετά φυσικά από τη θέση πως η Ουκρανία δεν πρέπει να μπει στο ΝΑΤΟ, ο Kissinger το γράφει προς το τέλος της παρέμβασης του, και είναι το εξής: Η προσάρτηση της Κριμαίας από τη Ρωσία είναι ασύμβατη με τους κανόνες της υπάρχουσας παγκόσμιας τάξης. Μετά τη κατάρρευση του διπολικού συστήματος, ουσιαστικά οι Η.Π.Α άρχισαν να δημιουργούν τετελεσμένα (αυτό για το οποίο κατηγορούν τη Ρωσία ότι κάνει στη Κριμαία) σε πλανητική κλίμακα προσπαθώντας να εγκαθιδρύσουν μια «παγκόσμια τάξη», εξαιρώντας τον εαυτό τους -και το ΝΑΤΟ ή τις «συμμαχίες των προθύμων»- από τις αρχές του διεθνούς δικαίου (επικαλούμενοι το δικαίο!) και υποτίθεται πως εγκαθίδρυσαν ένα status quo... Όμως αυτό το υποτιθέμενο status quo το οποίο συνοδευόταν από ορολογίες όπως το περίφημο και βλαχοepic «πλανητάρχης» αμφισβητείται. Ο γερόλυκος βέβαια, στο τέλος του κειμένου απλά νομιμοποιεί τη μελλοντική στάση της χώρας του.

ε´
Παρακάτω αναδεικνύνονται ορισμένες από τις αντιφάσεις του κυρίαρχου και της πορείας μετεξέλιξης ή μετάλλαξης του διεθνούς δικαίου και του Ο.Η.Ε. Επέλεξα μια από τις πλέον μετριοπαθείς φωνές, όπως ο Mark Mazower, για να γίνει αντιληπτό, από τη μια, το βάθος της αμφισβήτης σε πιο σημείο έχει φτάσει, και από την άλλη, το επίπεδο της γύμνιας το οποίο καλύπτεται μονάχα εντός του μικρόκοσμου της «Δύσης» μέσω της κυριαρχίας στα μεγάλα Μ.Μ.Ε, στη «κοινή γνώμη» και στη διανόηση. Πλέον μόλις ακούγεται ο όρος «διεθνής κοινότητα» το μεγαλύτερο μέρος του πλανήτη, γνωρίζει τι αυτός συνεπάγεται. Παραθέτω:
«Το 1945 υπερίσχυε η αρχή της κυριαρχίας των κρατών... Τώρα εντός του ΟΗΕ αναπτύσσονταν νέες αντιλήψεις για τον σεβασμό της κυριαρχίας των κρατών υπό όρους, οι οποίες ήταν φανερές ήδη στην επανάσταση για τα ανθρώπινα δικαιώματα τη δεκαετία του 1970. Επίσης ο ΟΗΕ έγινε εργαλείο μιας νέας εκπολιτιστικής αποστολής, η οποία, σε μεγάλο βαθμό όπως η παλιά από την οποία ξεπήδησε, στηριζόταν κυρίως στη γλώσσα του διεθνούς δικαίου και στην επίκληση οικουμενικών ηθικών αξιών για τη νομιμοποίηση της».
«Έτσι το αρχικό χαρακτηριστικό της «νέας παγκόσμιας τάξης πραγμάτων» που αναδύθηκε μετά τον Ψυχρό Πόλεμο δεν ήταν η δημιουργία μεγάλων στρατιωτικών συνασπισμών -από αυτή την άποψη ο Πόλεμος στον Περσικό Κόλπο ήταν εξαίρεση-, αλλά η πρωτοφανής επέκταση των ευθυνών του ΟΗΕ στο ανθρωπιστικό πεδίο. Οι αξιωματούχοι του ΟΗΕ, οι οποίοι είχαν ασυλία, έκαναν κουμάντο σε μέρη όπως το Κοσυφοπέδιο, το νότιο Σουδάν και το ανατολικό Τιμόρ... Πάνω από όλα, οικοδομούσαν έθνη... Σε αυτήν την διαδικασία μερικές θεμελιώδεις αντιλήψεις του παγκόσμιου οργανισμού μετασχηματίστηκαν σε τέτοιο βαθμό ώστε έγιναν αγνώριστες. Η κυριαρχία των κρατών δεν θεωρείται πια απόλυτη. Αντιστράφηκε η τάση που ήταν εμφανής από το 1945 έως το 1970 να δίνεται μεγαλύτερη βαρύτητα στα κυριαρχικά και λιγότερη στις ελευθερίες και στα δικαιώματα του ατόμου. Όμως αυτή η αντιστροφή προχώρησε πολύ περα από τον έλεγχο της παραβίασης των ατομικών ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Τώρα το διακύβευμα ήταν τα δικαιώματα όλοκληρων λαών... Η διάβρωση της κυριαρχίας των κρατών συνοδεύθηκε επίσης από την επάνοδο της παλαιότερης ρητορικής περί οικουμενικής ηθικής. Η επίκληση μιας «διεθνούς κοινότητας» ενάρετων δικαιολογούσε τις νέες επεμβάσεις του ΟΗΕ. Αν και προσεκτικά διατυπωμένη στη γλώσσα της αυτονόητης ηθικής αλήθειας και των παλιών χριστιανικών δογμάτων περί δικαίου πολέμου, η άποψη ότι τα ανθρώπινα δικαιώματα υπερτερούσαν των δικαιωμάτων των κρατών συγκάλυπτε πολύπλοκα πολιτικά ζητήματα. Η ανθρωπιστική επέμβαση -άλλη ονομασία για τον πόλεμο- διακήρυσσε ότι η κυριαρχια των έθνων ίσχυε υπό όρους και επομένως υποβάθμιζε την ισχύ των νόμων του πολέμου δίνοντας στα στρατεύματα του ΟΗΕ -και ακόμη περισσότερο στις δυνάμεις άλλων συμμαχιών, όπως το ΝΑΤΟ, οι οποίες δρούσαν μερικές φορές εντελώς έξω από του πλαίσιο του ΟΗΕ- πολύ μεγαλύτερη δυνατότητα από ό,τι προηγουμένως να δρουν εκτός διεθνούς δικαίου. Για τους επικριτές... έμοιαζε με ανάσταση της παλιάς άποψης του 19ου αιώνα ότι θα έπρεπε να υπάρχουν δύο κριτήρια κυριαρχίας, ένα για τον πολιτισμένο κόσμο και ένα άλλο για τον απολίτιστο. Η νέα αντίληψη περί ανθρωπίνων δικαιωμάτων αποτελούσε την πλεον φιλόδοξη προσπάθεια μετά τον Β'Παγκόσμιο Πόλεμο να επανέλθει η γλώσσα της ηθικής στις διεθνείς σχέσεις. όμως για αυτόν ακριβώς τον λόγο έδειξε τα πραγματικά όρια και τους κινδύνους -ηθικούς, πολιτικούς και πρακτικούς- ενός τέτοιου εγχειρήματος».
---------------------------------------------------------------
Τη δεκαετία του 1880 ο σκοτσέζος νομικός του φυσικού δικαίου James Lorimer εξέφρασε το ορθόδοξο δόγμα της εποχής, όταν έγραψε ότι η ανθρωπότητα διαιρείτο στην πολιτισμένη ανθρωπότητα, στη βάρβαρη ανθρωπότητα και στην πρωτόγονη ανθρωπότητα.
Η πολιτισμένη ανθρωπότητα περιελάμβανε τα έθνη της Ευρώπης και της Αμερικής, που είχαν το δικαίωμα πλήρους αναγνώρισης τους ως μέλη της διεθνούς κοινωνίας. Η βάρβαρη ανθρωπότητα περιελάμβανε τα ανεξάρτητα κράτη της Ασίας -την Τουρκία, την Περσία, το Σιάμ, την Κίνα και την Ιαπωνία-, που είχαν δικαίωμα σε μερική αναγνώριση. Και η πρωτόγονη ανθρωπότητα ήταν η υπόλοιπη, που ήταν απόβλητη από την κοινωνία των κρατών, αν και είχε δικαίωμα «φυσικής και ανθρώπινης αναγνώρισης».
Παρεπιμπτόντως αξίζει να σημειώσουμε ότι η διάκριση του Lorimer είναι στην πραγματικότητα η ίδια με εκείνη που κάνουν οι κοινωνικοί επιστήμονες σήμερα, όταν κάνουν διάκριση ανάμεσα στις σύγχρονες κοινωνίες, στις παραδοσιακές και στις πρωτόγονες.

Παρατηρείστε πως στις μέρες μας κάποιοι από τη «βάρβαρη» ανθρωπότητα σηκώνουν κεφάλι απέναντι στην «πολιτισμένη»...
Τα θεμέλια των δικαιωμάτων και της ισχύος της «πολιτισμένης» ανθρωπότητας έχουν «αυτοθεμελιωθεί» γερά όμως...
---------------------------------------------------------------
Σε περισσότερο πρακτικό και όχι τόσο ιδεολογικό επίπεδο βιώνουμε τα αποτελέσματα του τρόπου απόσυνδεσης της (εθνικής)«κυριαρχίας» από τα «ανθρωπίνα δικαιώματα», η οποία αποσύνδεση και υπερανατίμηση των δεύτερων έναντι της πρώτης εκκινεί κατά τη δεκαετία του 1970 (τότε έχουμε την εκτόξευση του λόγου περί «πολυεθνικών εταιρειών», περί «εθνικισμού» κ.λπ. Επίσης το 90% των διεθνών ΜΚΟ ιδρύθηκε μετά το 1970. Σταδιακά αναπτύσσονται τα περί «απεδαφικοποίησης» και αντιπαρατίθεται η τεχνολογία προς την πολιτική). Στη περίπτωση της Ουκρανίας, οι Η.Π.Α αναγκάζονται (η Ρωσία τις αναγκάζει και το κάνει ηθελημένα) να αναποδογυρίσουν όλη τους τη ρητορική και από την υπερητορική των «ανθρωπίνων δικαιωμάτων» και των «failed states» -των άλλων- να μιλήσουν τώρα, για την «εθνική κυριαρχία» και την «εδαφική ακεραιότητα» -των δικών τους. Ουσιαστικά αναγκάζονται να ενστερνιστούν αυτό που υποδαυλίζούν συνεχώς από τη δεκαετία του 1970 και ακόμα περισσότερο από τη δεκαετία του 1990 και έπειτα. Χώρες όπως η Κίνα, η Ινδία και η Βραζιλία ενδιαφέρονται πολύ για τη sovereignty και η Ρωσία τους προσέφερε ένα πολύτιμο δώρο. Αυτές είναι οι επιπτώσεις της εξαίρεσης (ή του «υπέρμετρου προνομίου» για να χρησιμοποιήσω τη φράση του Charles de Gaulle) των Η.Π.Α και του ΝΑΤΟ από το διεθνές δίκαιο. «Ποιος έδωσε στο ΝΑΤΟ το δικαίωμα να σκοτώσει τον Καντάφι;», ήταν η ερώτηση του Vladimir Putin κατά την επέμβαση στη Λιβύη. Μα το «δικαστήριο της κοινής γνώμης» του Benthamβέβαια! μέσω ενός τρόπου, με τον οποίον πολύ αμφιβάλω εάν ο ίδιος ο Bentham θα συμφωνούσε. Θυμίζω πως η Γερμανία απείχε από την ψηφοφορία στα Ηνωμένα Εθνη για την επέμβαση στη Λιβύη. Αυτά τα βλέπουν σε ολόκληρο τον πλανήτη (και οι κινέζοι τα είδαν από πολύ κοντά στη Λιβύη), μονάχα στα δυτικά Μ.Μ.Ε δεν τα βλέπουν. Βέβαια, ο Vladimir Putin είναι στόχος και η δαιμονοποίηση του σκοπός, όχι μονάχα από τον Brzezinski, εδώ και καιρό, και τα ευρωατλαντικά Μ.Μ.Ε. Οι κυρώσεις προς τους Ρώσους αξιωματούχους αποσκοπούν στην απομόνωση του, όπως και διάφοροι ακτιβισμοί επίσης, όχι μονάχα τώρα (Putin's War), αλλά και παλαιότερα (Merkel-Putin). Πέρα από τον Putin όμως, νωρίτερα, υπήρξαν τα διεθνή, προηγούμενα στη Σερβία (1999) και το Ιράκ (2003). Οι Η.Π.Α έρχονται αντιμέτωπες με τις συνέπειες των καταχρήσεων και των πράξεων τους. Σε πλανητική κλίμακα, και όχι εντός του μικρόκοσμου της «Δύσης», οι Η.Π.Α έχουν απολέσει σε μεγάλο βαθμό τα ηθικά τους ερείσματα.
«Πριν από δύο αιώνες», συνεχίζει ο Mark Mazower, «ο Τζέρεμυ Μπένθαμ αντιλαμβανόταν το διεθνές δίκαιο ως μέσο για την εξάπλωση της οικουμενικής ευημερίας, ανεξάρτητα από έθνος ή πιστεύω. Αντίθετα σήμερα η επίκληση του δικαίου αποτελεί λεξιλόγιο παραχωρήσεων, μέσο για την επιβεβαίωση της ισχύος και του ελέγχου, το οποίο καθιστά φυσιολογικό το αμφισβητήσιμο και δικαιολογεί την εξαίρεση. Ο παλιός υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ Έλιχιου Ρουτ, τον οποίο μνημόνευσαν στην Αμερικανική Εταιρεία Διεθνούς Δικαίου το 2006 έναν αιώνα μετά την ίδρυση της με τη συνδρομή του, θα είχε εκπλαγεί από την αλλαγή. Στην εποχή του το διεθνές δίκαιο ήταν πιστεύω καθολικής εφαρμογής και ο ίδιος δύσκολα θα μπορούσε να φανταστεί την αξιοζήλευτη κατάσταση των διαδόχων του στην Ουάσινγκτον, οι οποίοι εγκωμιάζουν σταθερά τις αρετές του δικαίου, ενώ εξαιρούν τον εαυτό τους από πολλούς περιορισμούς του. Όμως τα πολιτικά πλεονεκτήματα που έχουν συγκεντρώσει οι Ηνωμένες Πολιτείες μέσα από αυτήν τη διαδικασία, πλεονεκτήματα άρρηκτα συνδεδεμένα με την άνοδο τους από δύναμη απλώς δεύτερης κατηγορίας στη θέση του ισχυρότερου κράτους παγκοσμίως, έχουν επίσης ένα κόστος. Το παλιό όραμα του διεθνούς δικαίου, που αναδύθηκε για να στηρίξει την κυριαρχία των κρατών με την καθιέρωση κανόνων για τη διεξαγωγή του πολέμου και προσδοκούσε να αντικαταστήσει τους πολιτικούς με δικαστές ως διαιτητές των παγκόσμιων υποθέσεων, θα συνεχίσει να διδάσκεται σαν να έχει ακόμα νόημα. Ωστόσο δεν είναι πλέον και πολύ πειστικό, και το όραμα για ένα δίκαιο που θα δεσμεύει όλα τα κράτη και όσους τα κυβερνούν μοιάζει πολύ μακρινό, όπως πάντα».
Δυστυχώς, όλα αυτά, θυμίζουν υπερβολικά την κατάρρευση της προσπάθειας ηθικοποίησης των διεθνών σχέσεων, την αγνόηση των διαφορών, τον στρουθοκαμηλισμό του δόγματος της «αρμονίας συμφερόντων του laissez-faire» και γενικότερα τη χίμαιρα της παλιάς τάξης πραγμάτων της δεκαετίας του 1920. Αυτή η αντιστοιχία γίνεται προσπάθεια να αποκρυφτεί κάτω από μια νεομυθολογική προσέγγιση περί «παγκοσμιοποίησης» (πέρα από τις αντικειμενικές-δομικές αλλαγές που όντως υπάρχουν). Είναι φανερό πως το αγγλοσαξονικό project (ονομάζεται και «liberal» με καλβινίζουσες συνδέσεις) για μια ακόμη φορά προσεγγίζει τα έσχατα όρια του. Μονάχα που αυτή τη φορά δεν αμφισβητούν το status quo δυνάμεις όπως η Ιαπωνία, η Γερμανία και η Ιταλία, αλλά δυνάμεις εντελώς διαφορετικής κλίμακας, τάξης και μεγέθους. Οι Η.Π.Α, ως ο κυρίαρχος πλανητικά, δηλαδή ως ο κατέχων ιεραρχικά την μεγαλύτερη ευθύνη, θα πρέπει να είναι προσεκτικές.

ζ´
Οι προβληματισμοί, όμως δεν σταματούν εδώ, παρά ξεκινούν. Ο μη φιλορώσος, για να το θέσω κομψά, γεννηθείς στην Πολωνία Zbigniew Brzezinski, αναφέρεται στη διάσπαση της Ρωσίας και την ενσωμάτωση -του ευρωπαϊκού κατ'ουσίαν τμήματος- της στη «Δύση» και πρεσβεύει το «νεοφιλελεύθερο» (neoliberal) multilateral-πολυμερές μονοπολικό «διεθνές» σύστηματο οποίο έχει υιοθετηθεί από ηγετικά στελέχη του δημοκρατικού κόμματος. Αλλήλενδετο με τις ιδέες του Joseph Nye περί μαλακής και έξυπνης ισχύος (soft-smart power, οι οποίες θα αναλυθούν) το project αυτό είναι κατ'ουσίαν η σχολή της «παγκοσμιοποίησης». Η σχολή αυτή έχει κυριαρχήσει πλήρως στο φαντασιακό των ανθρώπων μέσω διαφόρων νεομυθολογιών (πέρα από τα αντικειμένικά δεδομένα όπως π.χ. είναι η αλλάγη στην τεχνολογική βάση και στη ταχύτητα μετάδοσης της πληροφορίας κ.λπ η υπερδιαπλοκή των οικονομιών δεν είναι κάτι πρωτοφανές παρά την έκταση της) και πρεσβεύει πως οι Η.Π.Α δεν μπορούν να είναι πλανητικός ηγεμόνας, αλλά πυρήνας κάποιας «Δύσης» (επίσης πλήρη επικράτηση στο φαντασιακό των ανθρώπων) η οποία μέσω της κοινότητας αξιών και μιας πολυμέριας θα απελευθερώσει την ανθρωπότητα από τα δεσμά της - μια παραλλαγή του ευρωκεντρισμού του διαφωτισμού, του πολιτικού και πολιτιστικού τροπαιαρχισμού και της αποικιοκρατίας, της «ευθύνης του λευκού ανθρώπου», της «Mission Civilisatrice»κ.λπ αλλά σε διευρυμένη κλίμακα. Που είναι το πρόβλημα;
Ουσιαστικά εδώ έχουμε, από όσους πρεσβεύουν αυτη τη νοοτροπία, τη κήρυξη της «σύγκρουσης των πολιτισμών» από «προοδευτική» σκοπιά και μέ «προοδευτικό» λόγο και τη διάσπαση όλων των ανθρωπογεωγραφιών σε Westerners και Resterners (δεν αναφέρονται σε «πολιτισμούς», καθώς οι «πολιτισμοί» είναι κάτι «συντηρητικό», λες και οι ιδέες τους δεν είναι γεννήματα ενός πολιτισμού αλλά προέκυψαν από την αποκαλυπτική συνομιλία τους με τον Θεο-Λόγο της καιόμενης ηθικο-οικονομικο-θεολογικής βάτου). Αυτή η στρατηγική ή νοοτροπία οδηγεί κατευθείαν σε χαμηλής ή υψηλής έντασης εμφυλιοπολεμικού τύπου συρράξεις οι οποίες συνοδεύουν τους αγώνες κατανομής. Οι «προοδευτικοί» πολέμιοι του «συντηρητικού» Huntingtonπραγματώνουν το The West and the Rest του τελευταίου στο εσωτερικό των εθνικών πολιτικών συστημάτων. Το βλέπουμε να συμβαίνει μπροστά στα μάτια μας τα τελευταία χρόνια. Στις χώρες οι οποίες βρίσκονται στα όρια ή περιφερειακά του πυρήνα της λεγόμενης «Δύσης», με απλά λόγια από την Εγγύς Ανατολή και τη Βόρεια Αφρική μέχρι την Ανατολική Μεσόγειο, και από τα Βαλκάνια και την Ανατολική Ευρώπη μέχρι τη Βαλτική, σταδιακά αναπτύσσονται εντάσεις/παρατάξεις οι οποίες δεν έχουν συγκρουσιακά χαρακτηριστικά τόσο «αριστεράς» έναντι «δεξιάς» (αν και γίνεται απεγνωσμένη προσπάθεια από τη πλευρά της αριστεροδεξιάς «κοινής γνώμης» να παρουσιαστούν αποκλειστικά ως τέτοιες), αλλά κέντρου (the West τις περισσότερες φορές) έναντι περιφέρειας (the Rest) - στην Ελλάδα αυτό που περιγράφω ως περιφέρεια πήρε τη μορφή των «ακρων». Δεν θα πρέπει να παραπλανηθούμε από την ημιεπίσημη πολιτική στο εσωτερικό της Ε.Ε όπου σοσιαλδημοκρατία και χριστιανοδημοκρατία συσπειρώνονται στο κέντρο, καθώς το φαινόμενο είναι ευρύτερο και πέρα από αυτά τα ιδεολογικοπολιτικά περιεχόμενα, όπως παρατηρούμε στη Τουρκία, στην Αίγυπτο, στην Ουκρανία - και όπως πιθανόν θα παρατηρήσουμε στο μέλλον και στην ίδια τη Ρωσία. Όπως έχω τονίσει παλαιότερα: "το «the West and the Rest» εσωτερικεύεται στα περισσότερα εθνικά πολιτικά συστήματα, μονάχα που σημαίνει διαφορετικά πράγματα π.χ στην Αίγυπτο απ'ότι στη Γαλλία και διαφορετικά στην Τουρκία απ'ότι στην Ουγγαρία ή την Ουκρανία". Δηλαδή με ποιά ιδεολογικά περιεχόμενα θα πληρωθεί το κέντρο και η περιφέρεια, εξαρτάται ανά περίπτωση.
Στην ουκρανία το κέντρο, τουλάχιστον τα τελευταία χρόνια, ήταν φιλορωσικό, με τα pro-Russian κόμματα να είναι το κυβερνητικό Party of Regions με ποσοστό 30.00% και το Communist Party of Ukraine με ποσοστό 13.39% (εκλογές του 2012). Τα pro-Western κόμματα είναι το All-Ukrainian Union "Fatherland"με ποσοστό 25.55% και το Ukrainian Democratic Alliance for Reform του Vitaliy Klychko με ποσοστό 13.97%. Είναι πασιφανές πως το πολιτικό φάσμα δεν ήταν χωρισμένο με κριτήρια «αριστεράς» και «δεξιάς», αλλά με αυτά που ανέφερα προηγουμένως. Κατά τις τελευταίες ακραίες εξελίξεις (των οποίων η έκταση και η ένταση δεν μπορεί να δικαιολογηθεί από την αφορμή με την οποία ξεκίνησαν) και με κυρίαρχο παράγοντα και καταλύτη το νεοναζίζον κόμμα Svoboda, του οποίου το ποσοστό ήταν 10.45%, η σχέση κέντρου-περιφέρειας ουσιαστικά αντιστράφηκε. Οι δυτικίζοντες κομματικοί σχηματισμοί πρεσβεύουν μια ευρωατλαντική και όχι «ευρωπαϊκή» στρατηγική-προσανατολισμό και οι ανατολικίζοντες μια ευρασιατική στρατηγική-προσανατολισμό. Να τονίσω, σε αυτό το σημείο, πως οι περιπτώσεις που έχω συναντήσει σε αμερικανούς «θεωρητικούς» ή «σχεδιαστές πολιτικής» για την Ουκρανία είναι οι εξής τρεις: 1. διάσπαση Ουκρανίας (Huntington, υποκρατική προσέγγιση)' 2. πόλεμος Ουκρανίας-Ρωσίας (Mearsheimer, «ρεαλιστική» διακρατική προσέγγιση) εξ ου και ήθελε η Ουκρανία να αποκτήσει πυρηνικά ως δύναμη αποτροπής'και 3. παραμονή της Ουκρανίας στη σφαίρα επιρροής της Ρωσίας σε βάθος χρόνου έστω και με απώλειες (Friedman, αυτοκρατορική-unipolar «neoconservative» προσέγγιση). Ο Brzezinski (πλουραλίζουσα, multilateral «neoliberal» προσέγγιση ή civic societies και «κοσμοπολίτικα στοιχεία της νέας μεσαίας τάξης» όλων των χωρών ενωθείτε - δες και Jan Werner Müller στο τέλος) βλέπει την Ουκρανία ουσιαστικά ως ένα εργαλείο για τη χειραγώγηση της Ρωσίας (ο Mearsheimer ονομάζει τους εκφραστές αυτής της προσέγγισης ως liberal imperialists).
Και οι προβληματισμοί συνεχίζονται καθώς, από την άλλη, έχουμε τον επίσης μη φιλορώσο, για να το θέσω και πάλι κομψά, γεννημένο στην Ουγγαρία George Friedman, ιδρυτή του Stratfor (το οποίο έχει χαρακτηριστεί ως μια «ιδιωτική C.I.A») ο οποίος πρεσβεύει, το νεοσυντηρητικό (neoconservative) unipolar-μονοπολικό παγκόσμιο σύστημακαι το σχέδιο για τον νέο αμερικανικό αιώνατο οποίο έχει υιοθετηθεί από ηγετικά στελέχη του ρεπουμπλικανικού κόμματος. Το unipolar-μονοπολικό παγκόσμιο σύστημαουσιαστικά δομείται γύρω από την ιδέα πως οι Η.Π.Α θα είναι ο πλανητικός ηγεμόνας-κοσμοκράτορας «φιλελευθεροδημοκρατικού» τύπου στο παγκόσμιο σύστημα και όλα τα άλλα κράτη θα ιεραρχούνται και θα οργανώνονται γύρω απ'αυτήν την global hegemony πάνω σε παρόμοια ιδεολογική βάση.
Ο George Friedman αναφέρεται στον «δεύτερο γύρο» -όπως τον ονομάζει- ανάμεσα σε Ρωσία και Η.Π.Α και σε μια «χαμηλού βαθμού παγκόσμια σύγκρουση -που- θα βρίσκεται στα σκαριά ως το 2015, και ως το 2020 η ένταση της θα έχει αυξηθεί» και η οποία θα οδηγήσει στην εσωτερική κατάρρευση της Ρωσίας και του στρατού της (θα μπορούσαμε να υποθέσουμε μέσω εξωτερικών πιέσεων, συνεχής χαλιναγώγησης, ενδεχόμενης σιτοδείας -βλ. και Ουκρανία-, εσωτερικών τριβών κ.λπ), δίχως -ουσιαστικά- πόλεμο. «Όπως έχουμε δει», γράφει, «οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν μια συγκεκριμένη τακτική στην Ευρασία -να εμποδίσουν οποίαδήποτε δύναμη να κυριαρχήσει στην Ευρασία ή κάποιο μέρος της. Αν η Κίνα αποδυναμωθεί ή διασπαστεί και οι Ευρωπαίοι είναι αδύναμοι και διχασμένοι, οι Ηνωμένες Πολιτείες θα έχουν ένα θεμελιώδες συμφέρον: να αποφύγουν τον γενικευμένο πόλεμο, κρατώντας του Ρώσους επικεντρωμένους στις χώρες της Βαλτικής και στην Πολωνία, αδυνατώντας έτσι να σκεφθούν με παγκόσμιους όρους... οι μελλοντικές ενέγειες της Ρωσίας θα μοιάζουν επιθετικές αλλά στην πραγματικότητα θα είναι αμυντικές». Τέλος, γράφει πως «Η τελευταία σύγκρουση έλαβε χώρα στην Κεντρική Ευρώπη. Αυτή εδώ θα λάβει χώρα πολύ πιο ανατολικά. Στην τελευταία σύγκρουση η Κίνα ήταν σύμμαχος της Ρωσίας, τουλάχιστον στην αρχή. Σ'αυτήν την περίπτωση η Κίνα θα βγει εκτός παιχνιδιού... Ως το 2020 αυτή η σύγκρουση θα είναι το κυρίαρχο παγκόσμιο θέμα - και όλοι θα την αντιμετωπίζουν ως ένα μόνιμο πρόβλημα». Αυτό είναι το επίσημα καταχωρημένο «πλάνο», αυτό είναι το «μέλλον» που επιφυλάσσεται στη Ρωσία, από μερίδα εντός των Η.Π.Α (εξ 'ου και η διπολικότητα εντός της), εάν δεν ευθυγραμμιστεί η Ρωσία με τα κελέυσματα του κυρίαρχου.
Ο γεννηθείς στην Πολωνία Zbigniew Brzezinski δεν αποδέχεται -ευθέως- πως η Ευρώπη από το 1945 έως το 1991 ήταν υπό διπλή κατοχή και θέλει την διαιώνιση της με «προοδευτικά» πρόσημα (ευρασιατικό προγεφύρωμα της αμερικανικής «δημοκρατικής» ισχύος) διατηρώντας τη Γαλλία, τη Γερμανία και την Πολωνία ως συνιστώσες μιας κάποιας «Δύσης» και ως μέσο επίλυσης του κύριου ευρωπαϊκού ζητήματος, με τη παράλληλη -ολοκληρωτική- μετατροπή της Ουκρανίας, της Ρωσίας και της Τουρκίας, επίσης, σε συνιστώσες της «Δύσης». Ο γεννηθείς στην Ουγγαρία George Friedman, από την άλλη, παραδέχεται πως η Ευρώπη από το 1945 έως το 1991 ήταν υπό διπλή κατοχή και θέλει την αναβίωση της Ανατολικής Ευρώπης ως μέσω επίλυσης του κύριου ευρωπαϊκού ζητήματος. Το κύριο ευρωπαϊκό ζήτημα βέβαια δεν είναι άλλο από αυτό που όλοι γνωρίζουμε. Το «Γερμανίκό Ζήτημα» και οι σχέσεις της Γερμανίας με τη Ρωσία. Ο Ούγγρος είναι γερμανόφοβος, ο Πολωνός ρωσόφοβος. Και οι δύο βέβαια έχουν ως κοινό τους στοιχείο, τον αρνητισμό απέναντι στη Ρωσία (συνεχίζοντας μια παράδοση που κρατάει από τον Bentham και τον Marx και σχετίζεται με την ίδια τη διαμόρφωση της ταυτότητας της «Ευρώπης»).
Ιστορικά, αυτή η χαμηλής κινητικότητας και αχανών εκτάσεων χώρα (η οποία μπορεί να ιδωθεί ως ο διαχρονικότερος και κλασικότερος εδαφικός χώρος-εμπόδιο στις διαθέσεις της «ελεύθερης αυτορυθμιζόμενης αγοράς» και του ευρωκεντρικού ιμπεριαλισμού), είτε είναι «αυτοκρατορική», είτε «κομμουνιστική», είτε «ομοσπονδιακή», επιλέγει ένα σχετικά κλειστό, ψιλοαυτάρκες και συγκεντρωτικό πολιτικό, οικονομικό και παραγωγικό πρότυπο οργάνωσης το οποίο έχει ως θεμελιώδες σκοπό του να διαφυλάξει τα κύρια πλεονεκτήματα αυτής της χώρας. Τη γη και τους φυσικούς πόρους της.
Ουσιαστικά τα δύο project, του ρεπουμπλικανικού και του δημοκρατικού κόμματος, είναι συμπληρωματικά και όχι εναλλακτικά (αν και αυτό δεν συμφέρει τις κατά τόπους «αριστερές» και «δεξιές» να λέγεται), και ανάλογα τις καταστάσεις συνδυάζονται ή εναλλάσσονται στοιχεία τους. Αν μη τι άλλο, υπερβολικά αλαζονικού τύπου οικουμενικές αξιώσεις ισχύος από τον πυρήνα του 4% της ανθρωπότητας και των κατά τόπους οπαδών του.

η´
Η θουκυδίδεια ρήση παραμένει διαχρονική (παρά τη ''διαπλοκή των οικονομιών''): «Νομίζουμε ότι και εμείς και εσείς πρέπει να επιδιώξουμε ό,τι πραγματικά θεωρούμε εφικτό, αφού όπως γνωρίζουμε και οι δύο, κατά την ανθρώπινη λογική το επιχείρημα περί δικαίου έχει αξία, όπου υπάρχει ίση δύναμη και ότι οι ισχυροί προχωρούν όσο τους επιτρέπει η ισχύς τους και οι αδύναμοι υποχωρούν όσο τους επιβάλλει η αδυναμία τους».
Γι'αυτό και ο αδύναμος και όχι ο ισχυρός γέννησε τη στρατηγική.

Επιλογικά ρωσικά
Η πορτοκαλί επανάσταση στην Ουκρανία, από τον Δεκέμβριο του 2004 ως τον Ιανουάριο του 2005, ήταν η στιγμή κατά την οποία ο μετα-Ψυχρός Πόλεμος τέλειωσε πραγματικά στην Ρωσία. Οι Ρώσοι είδαν τα γεγονότα στην Ουκρανία σαν μια προσπάθεια των Ηνωμένων Πολιτειών να τραβήξουν την Ουκρανία στο ΝΑΤΟ και να θέσουν έτσι τα θεμέλια για τη διάλυση της Ρωσίας. Για να είμαι ειλικρινής, υπήρχε κάποια αλήθεια στην άποψη των Ρώσων. Αν η Δύση είχε καταφέρει να κυριαρχήσει στην Ουκρανία, η Ρωσία θα είχε μείνει ανυπεράσπιστη... Η Ουκρανία και η Λευκορωσία είναι το παν για τους Ρώσους. Αν έπεφταν σε εχθρικά χέρια -για παράδειγμα, αν γίνονταν μέλη του ΝΑΤΟ- η Ρωσία θα αντιμετώπιζε θανάσιμο κίνδυνο.

Νομίζω ότι είναι ζωτικής σημασίας για τα συμφέροντα της Δύσης η ένταξη της Τουρκίας και τη Ρωσίας (Μια σύντομη εισαγωγική αναφορά στις «διχασμένες χώρες») και κάτι τέτοιο θα αύξανε πολύ τη ζωτικότητα της Δύσης. Και σε τελευταία ανάλυση, οι Τούρκοι κατά τη διάρκεια των τελευταίων 100 ετών έχουν δείξει μια αποφασιστικότητα να είναι μοντέρνοι, κοσμικοί και δημοκρατικοί. Έτσι είναι πραγματικά μέρος του αξιακού μας συστήματος. Στη Ρωσία σήμερα, βλέπουμε για πρώτη φορά την εμφάνιση αυτού που μπορούμε να ονομάσουμε ως πολιτική κοινωνία (civic society-κοινωνία πολιτών), όχι απλά μη απομονωμένους αποστάτες που είναι ηρωικοί, τους οποίους τιμάμε, αλλά μια κοινότητα, μια κοινωνία, η οποία αποτελείται, από τα νεώτερα, πιό κοσμοπολίτικα στοιχεία της νέας μεσαίας τάξης. Και αυτά νιώθουν πως είναι μέρος της Δύσης. Και είμαι πεπεισμένος ότι εάν είμαστε ευφυείς και ήπιοι όμως επίσης και επίμονοι, τότε όχι πολύ αργότερα από τη στιγμή που ο Πούτιν αποχωρήσει, η Ρωσία θα κινηθεί πολύ γρήγορα προς τη Δύση. Και, επομένως, ένας συνασπισμός της Αμερικής, της Ευρώπης διευρυμένης είναι κάτι που θα έχει βαρύτητα στον κόσμο.

Απομονωμένοι στη γη τους, απολυταρχικά οργανωμένοι, οι Ρώσοι απώθησαν τους Ευρωπαίους στην πρώτη σύγχρονη περίοδο. Έτσι λοιπόν ξεκίνησε η ρωσική αυτοκρατορία στην παγκόσμια ιστορία, καθώς ήταν η μοναδική ανάμεσα στις μεγάλες πρώτες σύγχρονες αυτοκρατορίες, που κατόρθωσε να διατηρήσει την ανεξαρτησία της από την ευρωπαϊκή ηγεμονία [η Ιαπωνία «υπέκυψε» στη διπλωματία των κανονιοφόρων του Matthew Perry τον 19ο αιώνα, και στις ατομικές βόμβες τον 20ο - η Αιθιοπία, η μόνη μη ευρωπαϊκή δύναμη που κατάφερε να νικήσει μια αποικιακή δύναμη -την Ιταλία- κατά τον 19ο αιώνα, στον 20ο υπέκυψε στη φασιστική Ιταλία και στα αέρια μουστάρδας]. Για να το καταφέρει αυτό, η Ρωσία παρήγαγε τα απαραίτητα εφόδια του μοντερνισμού -γραφειοκρατικό κράτος, βιομηχανία, μαζική κουλτούρα, προηγμένο στρατό- μ'ένα μη ευρωπαϊκό τρόπο. Ήταν η μοναδική αυτοκρατορία στον κόσμο που πέτυχε κάτι τέτοιο... Σε αντίθεση με τις ελίτ των άλλων πρώτων σύγχρονων και μοντέρνων αυτοκρατοριών, η ρωσική άρχουσα τάξη αντιστάθηκε στην ευρωπαϊκή κυριαρχία για πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα. Ανά τον κόσμο, η μια αυτοκρατορία μετά την άλλη υπέκυπτε στον ευρωπαϊκό και αργότερα στον δυτικό ιμπεριαλισμό. Η Ρωσία όμως όχι, τουλάχιστον μέχρι πρόσφατα.

Ότι και αν είναι η Ρωσία -αυτοκρατορική, κομμουνιστική ή δημοκρατική- μας βλεπουν με τον ίδιο τρόπο που μας έβλεπαν τους περασμένους αιώνες.
Dmitry Rogozin

Η καλύτερη απόδειξη περί της πολιτιστικής αγονίας [άγονος] της δυτικής Ευρώπης, δηλαδή της Ευρώπης του λιμπεραλισμού, είναι το γεγονός ότι επί τρείς σχεδόν αιώνες διαβάζει συνεχώς τα ίδια πράγματα κανείς σχετικά με την Ρωσία και τους κόσμους της βαλκανικής Ανατολής: «κατώτεροι πολιτισμοί», «δουλείες», ανελευθερίες, δικτατορίες κ.λπ Πουθενά, όμως, ο μέσος Ευρωπαίος δεν πληροφορείται τι πιστεύουν ή πως κρίνουν αυτοί οι πολιτισμοί τον δυτικοευρωπαϊκόν. Δυνατότητα πολιτιστικής συνεννοήσεως και επικοινωνίας, δηλαδή προϋποθέσεις δημιουργίας πολιτικού και ιστορικού έργου, καμμία. Θα ήταν λάθος να υπέθετε κανείς ότι και υπό το σημερινό σύνθημα της «ενιαίας Ευρώπης», δηλαδή της Ευρωπαϊκής Ένωσης, οι νοητικές αυτές κατηγορίες μετεβλήθηκαν κατά τι ή ότι οι ιστορικές οπτικές μεταξύ του ευρωπαϊκού Βορρά και Νότου έπαψαν να υπάρχουν.


Επιλογικά πλανητικά
Μια νέα πολιτική διαίρεση μοιάζει να χαράσσεται ανάμεσα στους κοσμοπολίτες και σε όσους είναι καταδικασμένοι να παραμένουν στον δικό τους τόπο. Μια «παγκόσμια τάξη» θα βρεθεί, απ'ότι φαίνεται, αντιμέτωπη με την υπόλοιπη ανθρωπότητα -και θα κατηγορείται για υποκρισία, αν υιοθετεί έναν φιλελεύθερο οικουμενισμό που δεν αντιστοιχεί στη ζωή και τις εμπειρίες των λιγότερο επιτυχημένων κοινωνικά και οικονομικά (*). Εξάλλου, πέρα από το αν είναι διαθέσιμος στους καταδικασμένους της γης, ο κοσμοπολιτισμός ως μια μορφή φιλελεύθερου οικουμενισμούέχει δεχτεί επιθέσεις εξαιτίας της εμφανούς ανικανότητας του να αναπτύξει τρία συστατικά χαρακτηριστικά της ιδιότητας του ανθρώπου: αληθινούς δεσμούς, ισχυρά κίνητρα και πραγματική πολιτική δράση.

(*) Φυσικά, κάθε κοσμοπολίτης με την κοινωνιολογική έννοια δεν είναι απαραίτητα οικουμενιστής με την κανονιστική έννοια. Και κάθε οικουμενιστής με την κανονιστική έννοια δεν είναι οπωσδήποτε φιλελεύθερος οικουμενιστής με οποιαδήποτε έννοια. Οικουμενικοί μπορούν να γίνουν τόσο ο φιλελευθερισμός όσο και ο αντιφιλελευθερισμός.
*

Η συμμετοχή της Κίνας σε μια πιθανή γερμανορωσική συνεργασία
ενδέχεται να αφυπνίσει εκ νέου ιστορικούς ανταγωνισμούς μεταξύ χερσαίων κρατών με άξονα την Ευρασία και τις θαλάσσιες αυτοκρατορίες βασιζόμενες σε ωκεανούς που περιβάλλουν την Ευρασία, γεγονός που
θα σήμαινε τη γέννηση μιας από τις πιο ανηλεείς πολώσεις που θα μπορούσε να δει ποτέ η ιστορία.
*

.~`~.
BonuS
Αριστερά. Το «τέλος της ιστορίας» του Fukuyama - Δεξιά. Όπως θέλετε ονομάστε το



.~`~.
Για περαιτέρω ιχνηλάτηση και πληρέστερη προοπτική

- Το μέλλον της Ε.Ε, η Ανατολική Ευρώπη -η Ουκρανία- και τα Βαλκάνια, ο Huntington, ο Brzezinski και οι πλανητικές πολιτικές των Η.Π.Α. Τα «Ανθρώπινα δικαιώματα», η «σύγκρουση των πολιτισμών» και τα «Ευρασιατικά Βαλκάνια» ως βαλκανοποίηση της υφηλίου και καλλιέργεια της ελεγχόμενης αναρχίας. Η απόρριψη του διλήμματος μεταξύ πυρηνικού ολοκαυτώματος ή πολιτιστικής ανυπαρξίας - προς μιας νέα ιστορική σύνθεση που θα εναντιώνεται στις θεωρίες και τους υπολογισμούς γραφείου-εργαστηρίου.
*
*
*
*
*
*
*
*

`~.

Με αφορμή τη σημερινή ημέρα. Αναδημοσίευση ενός σχολίου για την Ισλαμική μεταφυσική και την ανικανότητα πρόσληψής της από τους πλατωνικούς της δύσεως.

$
0
0

Σημ. Δ`~. Σήμερα -υποτίθεται πως- γιορτάζουμε την «Κυριακή της Ορθοδοξίας» η οποία πρωτοκαθιερώθηκε στα μέσα του 9ου αιώνα και σχετίζεται με το τέλος της Εικονομαχίας. Οι ανεικονικές αντιλήψεις ήταν διαδεδομένες στις γειτονικές με το Ισλάμ περιοχές, αυτές της Μικράς Ασίας. Η σοβαρότερη αντίδραση απέναντι στους εικονομάχους προήλθε από τους κόλπους του Ελλαδικού Θέματος. Οι σημιτικές θρησκείες χαρακτηρίζονται σε μεγάλο βαθμό από την ανεικονικότητα. Ουσιαστικά η εικονομαχία φανερώνει, ανάμεσα σε άλλα, την αντίθεση της ελληνικής και της σημιτικής ανάγνωσης του Χριστιανισμού.
*

Στα υφιστάμενα δυτικά-ευρασιατικά και "ανατολικά"μείγματα πολιτικής μεταφυσικής, που αναφέρονται στις θεμελιακές έννοιες του οφέλους και της ισχύος και τις διάφορες διαφορές στην σύσταση του καθενός από αυτά... ορθώνεται η πραγματική Σφίγγα της παγκόσμιας πολιτικής μεταφυσικής. Το Ισλάμ. Και αυτή η Σφίγγα δεν υπάγεται στον μύθο του Σπηλαίου του Πλάτωνος, αν και το Ισλάμ έχει αρκετή συνάφεια με τον πλατωνισμό αλλά με την ουσιαστική μεσολάβηση του νεο-πλατωνισμού, όμως σε μια ιδιαίτερα συντηρητική του μορφή. Αν νομίζετε πως θα τα βγάλετε πέρα με αυτό το αναδυόμενο τέρας, ακολουθώντας αντιδραστική αντι-ισλαμική ή αθεϊστική "προοδευτική"γραμμή είστε γελασμένοι. Η Σφίγγα Ισλάμ απλά καταστρέφει την απεικόνιση, τις σκιές, ακόμα και τις αντανακλάσεις του Ήλιου στο άμεσο αντίκρυσμά του.
Αυτοκαθορισμός
Ι.Τζανάκος
*

Ερωτ. Δ`~. Σε ποιό «χριστιανικό δόγμα», συναντάμε ανεικονικότητα; Εκβάλλει αυτό το «δόγμα» σε κοσμικά-ιδεολογικά ρεύματα; Σχετίζονται αυτά με την εχθρότητα προς τη μορφή;

.~`~.

Ανθρωποποίηση.


Ρωσία 2020. Δεύτερος γύρος. Σχέδια επί χάρτου της ατλαντικής θαλάσσιας δύναμης και ένα ευρασιατικό παράρτημα.

$
0
0
.
.~`~.
Πρόλογος
α´
Το τελευταίο διάστημα, ο προεξέχων χαρακτήρας του ζητήματος της εδαφικής κατοχής φθίνει για τα περισσότερα έθνη-κράτη... Σε αυξανόμενο βαθμό, οι κυρίαρχες εθνικές ελίτ αναγνωρίζουν ότι άλλοι παράγοντες -και όχι το έδαφος- είναι πιο κρίσιμοι για τον καθορισμό της διεθνούς θέσης ενός κράτους ή για τον βαθμό της διεθνούς επιρροής του. Η οικονομική ευρωστία και η έκφραση της στο πεδίο των τεχνολογικών νεωτερισμών μπορεί να είναι βασικό κριτήριο δύναμης. Η Ιαπωνίααποτελεί το υπέρτατο παράδειγμα.
Zbigniew Brzezinski

Καμία τεχνογνωσία και κανένας κυβερνοχώρος δεν θα μπορέσει να περιφρουρήσει την οικονομική θέση της Ιαπωνίας μέσα στον κόσμο, αν το νησιώτικο της κράτος αποκοπεί πλήρως και με συνέπεια από όλες τις πρώτες ύλες. Και αντίστροφα: χωρίς το δικό τους τεράστιο δυναμικό σε υλικούς πόρους και χωρίς την πολιτική-στρατιωτική κάλυψη της πρόσβασης τους προς τους εκάστοτε αναγκαίους πόρους σ'ολόκληρο τον πλανήτη, οι Ηνωμένες Πολιτείεςποτέ δεν θα είχαν καταστεί ο πρωτοπόρος του κυβερνοχώρου. Άλλωστε την πρόσβαση αυτή διαφυλάσσουν επαγρυπνώντας νυχθημερόν, και απ'αυτό επωφελούνται ίσαμε σήμερα Δυτικοευρωπαίοι και Ιάπωνες Η σημερινή κατάσταση διόλου δεν συνιστά βέβαια εγγύηση για το μέλλον.
Παναγιώτης Κονδύλης

Όπως επισήμανε ο Robert Gilpin, σε μια σύγκρουση ανάμεσα στη «γεωκεντρική» ή σε κάποια άλλη τεχνολογία και στην «εθνοκεντρική» ή κάποια άλλη πολιτική δεν υπάρχει κανένας λόγος να υποθέτουμε ότι η πολιτική είναι αυτή που θα υποχωρήσει.

β´
Όσα ωφελούν τους ιδιοτελείς τα προπαγανδίζουν οι αφελείς. Όμως οι ιδιοτελείς δεν έχουν μόνο νομιμοποιητικές ανάγκες, που ικανοποιούν οι αφελείς'έχουν και ανάγκες πρακτικές, πρέπει δηλαδή, σε αντίθεση με τους διανοούμενους τους, να δρουν συνεχώς μέσα σε συγκεκριμένες καταστάσεις, όπου διακυβεύονται τεράστια οικονομικά και στρατηγικά συμφέροντα. Όταν π.χ. το αμερικανικό Πεντάγωνο καταρτίζει τους σχεδιασμούς του, που φθάνουν ήδη βαθιά μέσα στον 21ο αιώνα, δεν καλεί βέβαια τον Rawls, ούτε τον Habermas ούτε άλλους ηθικοφιλόσοφους προκειμένου να ακούσει και να ακολουθήσει τις συμβουλές τους. Κατά τη χάραξη και την άσκηση της πολιτικής τα νεφελώματα διαλύονται και τα αστεία τελειώνουν, και σταθμίζονται χειροπιαστά δεδομένα και ορατές τάσεις. Οι οικουμενιστικές ιδεολογίες διόλου δεν προοιωνίζουν την πραγματική μετάβαση προς έναν οικουμενισμό ισότιμων ομάδων και ατόμων. Γιατί θεωρητικά ισχύουν μεν για όλους, πρακτικά όμως ερμηνεύονται δεσμευτικά από τους ισχυρούς και ανοίγουν τις θύρες για οποιεσδήποτε επεμβάσεις κρίνουν σκόπιμες οπουδήποτε. Ότι ήταν για τους Ρώσσους κομμουνιστές χθες ο «προλεταριακός διεθνισμός» είναι σήμερα για τους Αμερικανούς τα «ανθρώπινα δικαιώματα». Και στον 21ο αιώνα, όπως πάντοτε στο παρελθόν, την Ιστορία θα την καθορίσει όποια Δύναμη θα είναι σε θέση να προσδιορίζει δεσμευτικά για τους υπόλοιπους το περιεχόμενο και την πρακτική εφαρμογή των κυρίαρχων εννοιών (διάβαζε: ιδεολογημάτων). - Από Πλανητικός μετασχηματισμός -ιδεολογικά νομιμοποίητικά β -για να μην ξεχνιόμαστε...
Η Σιβηρία (και η Κεντρική Ασία) αποτελεί την τελευταία πλούσια σε πρώτες ύλες και αραιοκατοικημένη μεγάλη επιφάνεια μέσα σ'έναν πυκνοκατοικημένο πλανήτη. Όποιος πιστεύει ότι η «γνώση» και η «πληροφορία» έκανε παρωχημένα τα ζητήματα του χώρου και των πρώτων υλών, απλώς έχει πέσει θύμα της ιδιοτελούς μυθολογίας του κυβερνοχώρου που σήμερα είναι της μόδας. Οι ίδιες οι Ηνωμένες Πολιτείες, οι οποίες μέσω των επιστημόνων και των μελλοντολόγων τους εξαγγέλλουν την «κατάλυση της ύλης», διατηρούν ταυτόχρονα ένα πλανητικό στρατιωτικό-πολιτικό δίκτυο που τους διασφαλίζει την προνομιακή πρόσβαση προς τους νευραλγικούς πόρους. Αμερικανοί και Ιάπωνες εκμεταλλεύθηκαν ταχύτατα την εξασθένιση και κατόπιν κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης προκειμένου να εισβάλλουν οικονομικά στη Σιβηρία, αρχικά υπό τη μορφή της ανηλεούς αποψίλωσης του δασικού της πλούτου, αλλά έχοντας πάντοτε κατά νούν τα τεράστια αποθέματα αρκτικού πετρελαίου και βιομηχανικά-στρατηγικά σημαντικών μεταλλευμάτων. Ωστόσο ο πρώτος μνηστήρας του σιβηρικού (και κεντροασιατικού) χώρου και του πλούτου του ονομάζεται Κίνα. - Από Η Ευρώπη στο κατώφλι του 21ου αιώνα: μια κοσμοϊστορική και γεωπολιτική θεώρηση.
Παναγιώτης Κονδύλης

.~`~.
Εισαγωγή

Στη γεωπολιτική οι μεγάλες συγκρούσεις επαναλαμβάνονται. Η Γαλλία και η Γερμανία, για παράδειγμα, διεξήγαγαν πολλούς πολέμους, όπως έκανε και η Πολωνία με τη Ρωσία. Όταν ένας πόλεμος δεν λύνει ένα υποβόσκον γεωπολιτικό ζήτημα, ξαναδίνεται μέχρι να επιλυθεί το θέμα μια για πάντα. Ακόμη και χωρίς έναν άλλον πόλεμο, η ένταση και η αντιπαράθεση συνεχίζονται. Οι σημαντικές διαμάχες έχουν τις ρίζες τους σε υποβόσκουσες πραγματικότητες - και δεν εξαφανίζονται εύκολα. Μην ξεχνάτε πόσο γρήγορα η βαλκανική γεωπολιτική οδήγησε σε μια επανάληψη πολέμων που είχαν δοθεί έναν αιώνα νωρίτερα.
Η Ρωσία είναι το ανατολικό κομμάτι της Ευρώπης και έχει συγκρουστεί με την υπόλοιπη Ευρώπη πολλές φορές. Οι Ναπολεόντειοι Πόλεμοι, οι δύο παγκόσμιοι πόλεμοι, και ο Ψυχρός Πόλεμος, όλοι είχαν να κάνουν, τουλάχιστον εν μέρει, με τη θέση της Ρωσίας και τη σχέση της με την υπόλοιπη Ευρώπη. Κανένας από αυτούς τους πολέμους δεν έλυσε τελικά αυτό το ζήτημα, επειδή στο τέλος μια ενωμένη και ανεξάρτητη Ρωσία επιβίωνε ή θριάμβευε. Το πρόβλημα είναι ότι η ύπαρξη και μόνο μιας ενωμένης Ρωσίας αποτελεί μια πιθανή σημαντική απειλή για την Ευρώπη.
Η Ρωσία είναι μια αχανής περιοχή με έναν τεράστιο πληθυσμό. Είναι πολύ πιο φτωχή από την υπόλοιπη Ευρώπη, αλλά έχει δύο πλεονεκτήματα - γη και φυσικούς πόρους. Έτσι αποτελεί συνεχή πειρασμό για τις ευρωπαϊκές δυνάμεις, οι οποίες βλέπουν μια ευκαιρία να αυξήσουν το μέγεθος και τον πλούτο τους. Ακόμη και όταν δεν τους νικούσαν οι Ρώσοι, ήταν πλέον τόσο εξαντλημένοι από τον πόλεμο εναντίον τους ώστε τους νικούσε κάποιος άλλος. Η Ρωσία ωθεί περιστασιακά την ισχύ της προς τα δυτικά, απειλώντας την Ευρώπη με τις ρωσικές μάζες. Άλλες φορές παραμένοντας απαθής και αγνοημένη, συχνά την εκμεταλλεύονται. Αλλά σε βάθος χρόνου, όσοι την υποτιμούν το πληρώνουν ακριβά.
Ο Ψυχρός Πόλεμος έμοιαζε να έχει επιλύσει το ρωσικό ζήτημα. Αν η Ρωσική Ομοσπονδία είχε καταρρεύσει τη δεκαετία του 1990 και αν η περιοχή είχε διασπαστεί σε πολλαπλά, μικρότερα κράτη, η ρωσική δύναμη θα είχε εξαφανιστεί, και μαζί της και η απειλή που θέτει η ρωσική δύναμη στην Ευρώπη. Αν οι Αμερικανοί, οι Ευρωπαίοικαι οι Κινέζοιέδιναν το τελειωτικό χτύπημα, το ρωσικό ζήτημα θα είχε επιλυθεί. Αλλά οι Ευρωπαίοι ήταν πολύ αδύναμοι και διχασμένοι στα τέλη του εικοστού αιώνα, οι Κινέζοι υπερβολικά απομονωμένοι και απασχολημένοι με εσωτερικά ζητήματα, και μετά την 11η Σεπτεμβρίου 2001, η προσοχή των Αμερικανών ήταν απολύτως στραμμένη στον πόλεμο εναντίων των Ισλαμιστών και δεν μπορούσαν να δράσουν αποφασιστικά. Οι όποιες ενέργειες των Ηνωμένων Πολιτειών ήταν ανεπαρκείς και πρόχειρες. Μάλιστα, το μόνο που κατάφεραν αυτές οι ενέργειες ήταν να ειδοποιήσουν τους Ρώσουςγια το σοβαρό πιθανό κίνδυνο από τις Ηνωμένες Πολιτείες και να διασφαλίσουν ότι θα ανταπαντούσαν.
Δεδομένου του απλού γεγονότος ότι η Ρωσία δεν διαλύθηκε, το ρωσικό γεωπολιτικό ζήτημα θα επανεμφανιστεί. Δεδομένου του γεγονότος ότι η Ρωσία αποκτά νέα δυναμική, αυτό το ζήτημα θα εμφανιστεί πολύ γρήγορα. Η σύγκρουση δεν θα είναι μια επανάληψη του Ψυχρού Πολέμου, όπως ακριβώς ο Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος δεν ήταν επανάληψη των Ναπολεόντειων Πολέμων. Αλλά θα είναι μια εκ νέου δήλωση του θεμελιώδους ρωσικού ερωτήματος: Αν η Ρωσία είναι ένα ενωμένο έθνος-κράτος, που θα βρίσκονται τα σύνορα της και ποιά θα είναι η σχέση ανάμεσα στη Ρωσία και στους γείτονες της; Αυτό το ερώτημα θα αντιπροσωπεύσει την επόμενη μεγάλη φάση στην παγκόσμια ιστορία - το 2020, και στα χρόνια που θα οδηγούν ως αυτό.

.~`~.
I
Ρωσική Δυναμική
α´
Για να κατανοήσουμε τη συμπεριφορά και τις προθέσεις της Ρωσίας, πρέπει να ξεκινήσουμε με τη βασική αδυναμία της Ρωσίας - τα σύνορα της, ιδιαίτερα στα βορειοδυτικά. Ακόμη και όταν η Ουκρανίαελέγχεται από τη Ρωσία, όπως γινόταν για αιώνες, και η Λευκορωσία και η Μολδαβία είναι και αυτές μέρος της ρωσικής αυτοκρατορίας, ακόμη και τότε δεν υπάρχουν φυσικά σύνορα στο βορρά. Το κέντρο και ο νότος βρίσκονται στα Καρπάθια Όρη, βόρεια ως τα σλοβακο-πολωνικά σύνορα, και στα ανατολικά βρίσκονται τα έλη Πρίπετ, δύσβατα και απροσπέλαστα. Αλλά στον βορρά και στον νότο (ανατολικά των Καρπαθίων), δεν υπάρχουν ισχυρά εμπόδια για να προστατεύουν τη Ρωσία -ή να προστατεύουν τους γείτονες της Ρωσίας.
Στη βόρεια ευρωπαϊκή πεδιάδα, όπου κι αν χαράζονται τα σύνορα της Ρωσίας, είναι ευάλωτη στην επίθεση. Λίγα σημαντικά φυσικά εμπόδια υπάρχουν σ'αυτήν την πεδιάδα. Ακόμη κι αν σπρώξει το δυτικό της σύνορο μέχρι τη Γερμανία, όπως έκανε το 1945, τα σύνορα της Ρωσίας θα μείνουν χωρίς κάποια φυσική προστασία. Το μοναδικό φυσικό πλεονέκτημα που μπορεί να έχει η Ρωσία είναι το βάθος. Όσο πιο δυτικά εκτείνονται τα σύνορα της μέσα στην Ευρώπη, τόσο πιο μακριά θα πρέπει να ταξιδέψουν οι κατακτητές για να φθάσουν στη Μόσχα. Γι'αυτό, η Ρωσία πιέζει πάντα προς τα δυτικά στη βόρεια ευρωπαϊκή πεδιάδα, και η Ευρώπη πιέζει προς τα ανατολικά.
Δεν ισχύει το ίδιο με τα άλλα σύνορα της Ρωσίας - στα οποία συμπεριλαμβάνουμε την πρώην Σοβιετική Ένωση, η οποία αποτελούσε το γενικό σχήμα της Ρωσίας από τα τέλη του δεκάτου ενάτου αιώνα. Στον νότο, υπήρχε ένα φυσικό ασφαλές εμπόδιο. Η Μαύρη Θάλασσα οδηγεί στον Καύκασο, χωρίζοντας τη Ρωσία από την Τουρκία και το Ιράν. Το Ιράν χωρίζεται από άλλη μια ουδέτερη ζώνη, την Κασπία Θάλασσα, και από την Έρημο Κάρα Κουμ στο νότιο Τουρκμενιστάν, η οποία διατρέχει το αφγανικό σύνορο, και καταλήγει στα Ιμαλάια. Οι Ρώσοι ανησυχούν για το ιρανο-αφγανικό κομμάτι, και ίσως να πιέσουν προς τα νότια όπως έχουν κάνει αρκετές φορές. Αλλά δεν πρόκειται να δεχθούν εισβολή σ'αυτό το σύνορο. Το σύνορο τους με την Κίνα είναι μεγάλο και ευάλωτο, αλλά μόνο στο χάρτη. Η εισβολή στη Σιβηρία δεν είναι μια πρακτική πιθανότητα. Η Σιβηρία είναι ένας αχανής ερημότοπος. Υπάρχουν πιθανές αδυναμίες κατά μήκος του δυτικού συνόρου της Κίνας, αλλά όχι σημαντικές. Επομένως, η ρωσική αυτοκρατορία, σε οποιαδήποτε από τις μετενσαρκώσεις της, είναι αρκετά ασφαλής εκτός από τη βόρεια Ευρώπη, όπου έχει να αντιμετωπίσει τους χειρότερους κινδύνους - τη γεωγραφία και τα ισχυρά ευρωπαϊκά έθνη.
Η Ρωσία ξεκοιλιάστηκε μετά την κατάρρευση του κομμουνισμού. Η Αγία Πετρούπολη, το στολίδι της ήταν περίπου χίλια εξακόσια (1600) χιλιόμετρα μακριά από τα στρατεύματα του ΝΑΤΟ το 1989. Τώρα είναι λιγότερο από 160 χιλιόμετρα. Το 1989, η Μόσχα ήταν χίλια εννιακόσια (1900) χιλιόμετρα από τα όρια της ρωσικής δύναμης. Τώρα είναι περίπου εκατόν εξήντα (160) χιλιόμετρα. Στον νότο, με την Ουκρανία ανεξάρτητη, η ρωσική κυριαρχία στη Μαύρη Θάλασσα είναι σαθρή, και έχει ωθηθεί στο βόρειο άκρο του Καυκάσου. Το Αφγανιστάν βρίσκεται υπό κατοχή, όσο προσωρινή κι αν είναι, από τους Αμερικανούς, και η κυριαρχία της Ρωσίας στα Ιμαλάια έχει χαθεί. Αν κάποιος στρατός ενδιαφερόταν να εισβάλει στη Ρωσική Ομοσπονδία είναι ουσιαστικά ανυπεράσπιστη.
Το στρατηγικό πρόβλημα της Ρωσίας είναι ότι πρόκειται για μια αχανή χώρα με σχετικά φτωχή δυνατότητα μετακίνησης. Αν η Ρωσία δεχόταν ταυτόχρονη επίθεση κατά μήκος ολόκληρης της περιφέρειας της, παρά το μέγεθος της δύναμης της, θα ήταν ανίκανη να προστατεύσει εύκολα τον εαυτό της. Θα δυσκολευόταν να κινητοποιήσει δυνάμεις και να τις στείλει στα διάφορα μέτωπα, κι έτσι θα αναγκαζόταν να διατηρεί έναν τεράστιο στρατό ακίνητο... Αυτή η πίεση θέτει ένα τεράστιο οικονομικό βάρος στη Ρωσία, υπονομεύει την οικονομία, και την κάνει να λυγίσει εκ των έσω. Αυτό συνέβη στο σοβιετικό κράτος. Φυσικά αυτή δεν είναι η πρώτη φορά που η Ρωσία βρίσκεται σε κίνδυνο.

β´
Η προστασία των συνόρων της δεν είναι μονάχα σημερινό πρόβλημα για τη Ρωσία. Οι Ρώσοι γνωρίζουν πολύ καλά ότι αντιμετωπίζουν μια τεράστια δημογραφική κρίση. Ο πληθυσμός της Ρωσίας σήμερα είναι περίπου 145 εκατομμύρια άτομα, και οι προβλέψεις για το 2050 μιλούν για ένα νούμερο ανάμεσα στα 90 εκατομμύρια και τα 125 εκατομμύρια. Ο χρόνος κυλά εναντίον της. Το πρόβλημα της Ρωσίας σύντομα θα είναι ότι δεν θα διαθέτει επαρκή στρατό για τις στρατηγικές της ανάγκες. Εσωτερικά, ο αριθμός των Ρώσων σε σύγκριση με άλλες εθνικές ομάδες μειώνεται, ασκώντας τεράστια πίεση στη Ρωσία να κάνει κάποια κίνηση σύντομα. Στην τωρινή της γεωγραφική θέση, πρόκειται για μια βόμβα έτοιμη να εκραγεί. Δεδομένης της δημογραφικής τροχιάς της Ρωσίας, σε είκοσι χρόνια ίσως να είναι πολύ αργά για να δράσει, και οι ηγέτες της το ξέρουν αυτό. Δεν χρειάζεται να κατακτήσει τον κόσμο, αλλά η Ρωσία πρέπει να επανακτήσει και να διατηρήσει τις ουδέτερες ζώνες της - ουσιαστικά τα σύνορα της παλιάς Σοβιετικής Ένωσης.
Με τα γεωπολιτικά, οικονομικά και δημογραφικά προβλήματα τους, οι Ρώσοι πρέπει να κάνουν μια θεμελιώδη αλλαγή. Για εκατό χρόνια οι Ρώσοι προσπαθούσαν να εκσυγχρονίσουν τη χώρα τους μέσα από τη βιομηχανοποίηση, πασχίζοντας να προλάβουν την πρόοδο της υπόλοιπης Ευρώπης. Δεν τα κατάφεραν ποτέ. Γύρω στο 2000 η Ρωσία άλλαξε στρατηγική. Αντί να επικεντρωθούν στη βιομηχανική ανάπτυξη όπως είχαν κάνει τον περασμένο αιώνα, οι Ρώσοι έγιναν εξαγωγείς φυσικών πόρων, ειδικότερα ενέργειας, αλλά και ορυκτών, γεωργικών προϊόντων, ξυλείας και πολύτιμων μετάλλων.
Στρέφοντας την προσοχή τους από τη βιομηχανική ανάπτυξη, για να δώσουν έμφαση στις πρώτες ύλες, οι Ρώσοι ακολούθησαν ένα διαφορετικό μονοπάτι, ένα μονοπάτι πιο συνηθισμένο για χώρες του αναπτυσσόμενου κόσμου. Με την απροσδόκητη άνοδο, όμως, της τιμής της ενέργειας και των αγροτικών προϊόντων, αυτή η κίνηση όχι μόνο έσωσε τη ρωσική οικονομία, αλλά επίσης την ενίσχυσε σε σημείο στο οποίο η Ρωσία να έχει την δυνατότητα να πραγματοποιεί τη δική της επιλεκτική αποβιομηχάνιση. Ακόμη πιο σημαντικό, εφ'όσον η παραγωγή φυσικών πόρων χρειάζεται λιγότερο ανθρώπινο εργατικό δυναμικό από τη βιομηχανική παραγωγή, έδωσε στη Ρωσία μια οικονομική βάση η οποία θα μπορούσε να διατηρηθεί με φθίνοντα πληθυσμό.
Επίσης έδωσε στη Ρωσία ισχύ στο διεθνές σύστημα. Η Ευρώπη είναι πεινασμένη για ενέργεια. Η Ρωσία, κατασκευάζοντας αγωγούς για να διοχετεύσει το φυσικό αέριο στην Ευρώπη, φροντίζει τις ενεργειακές ανάγκες της Ρωσίας και τα δικά της οικονομικά προβλήματα, και βάζει την Ευρώπη σε μια θέση εξάρτησης από τη Ρωσία. Σε έναν πεινασμένο για ενέργεια κόσμο, οι εξαγωγές ενέργειας της Ρωσίας είναι σαν ηρωίνη. Εθίζει τις χώρες από τη στιγμή που αρχίζουν να την χρησιμοποιούν. Η Ρωσία έχει ήδη χρησιμοποιήσει τους πόρους φυσικού αερίου που διαθέτει για να αναγκάσει τις γειτονικές χώρες να συμμορφωθούν με τη βούληση της. Αυτή η δύναμη φθάνει ως την καρδιά της Ευρώπης, όπου οι Γερμανοί και οι πρώην σοβιετικοί δορυφόροι της Ανατολικής Ευρώπης εξαρτώνται όλοι από το ρωσικό φυσικό αέριο. Προσθέστε σε αυτό και τους άλλους πόρους της, και η Ρωσία μπορεί να ασκήσει σημαντική πίεση στην Ευρώπη.
Η εξάρτηση μπορεί να γίνει δίκοπο μαχαίρι. Μια στρατιωτικά αδύναμη Ρωσία δεν μπορεί να πιέσει τους γείτονες της, επειδή οι γείτονες της ίσως αποφασίσουν να αρπάξουν τον πλούτο της. Έτσι η Ρωσία πρέπει να ξαναβρεί τη στρατιωτική της δύναμη. Κανένα έθνος δεν θέλει να βρίσκεται στη θέση του πλούσιου και αδύναμου. Αν θέλει η Ρωσία να είναι πλούσια σε φυσικούς πόρους και να τους εξάγει στην Ευρώπη, θα πρέπει να βρίσκεται σε θέση να προστατεύει αυτό που έχει και να διαμορφώνει το διεθνές περιβάλλον στο οποίο ζει.
Την επόμενη δεκαετία η Ρωσία θα γίνει πολύ πλούσια (τουλάχιστον συγκριτικά με το παρελθόν της) αλλά γεωγραφικά ανασφαλής. Έτσι θα χρησιμοποιήσει ένα μέρος του πλούτου της για να δημιουργήσει μια στρατιωτική ισχύ κατάλληλη για να προστατεύσει τα συμφέροντα της, ουδέτερες ζώνες για να την προστατεύουν από τον υπόλοιπο κόσμο - και μετά ουδέτερες ζώνες για τις ουδέτερες ζώνες. Η υψηλή στρατηγική της Ρωσίας περιλαμβάνει τη δημιουργία βαθέων ουδέτερων ζωνών κατά μήκος της βόρειας ευρωπαϊκής πεδιάδας, ενώ θα διχάζει και θα χειραγωγεί του γείτονες της, δημιουργώντας μια νέα τοπική ισορροπία ισχύος στην Ευρώπη. Αυτό που δεν μπορεί να ανεχθεί η Ρωσία είναι τα στενά σύνορα χωρίς ουδέτερες ζώνες, και τους γείτονες της ενωμένους εναντίον της. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο οι μελλοντικές ενέργειες της Ρωσίας θα μοιάζουν επιθετικές αλλά στην πραγματικότητα θα είναι αμυντικές.
Οι ενέργειες της Ρωσίας θα εκτυλιχθούν σε τρεις φάσεις. Στην πρώτη φάση, η Ρωσία θα είναι απασχολημένη με την επανάκτηση της επιρροής και του αποτελεσματικού ελέγχου στην πρώην Σοβιετική Ένωση, αναβιώνοντας το σύστημα των ουδέτερων ζωνών που της κληροδότησε η Σοβιετική Ένωση. Στη δεύτερη φάση, η Ρωσία θα προσπαθήσει να δημιουργήσει ένα δεύτερο στρώμα ουδέτερων ζωνών πέρα από τα όρια της πρώην Σοβιετικής Ένωσης. Θα προσπαθήσει να το κάνει χωρίς να δημιουργήσει ένα στέρεο τοίχος αντίδρασης, σαν εκείνα που την έπνιξαν κατά τον Ψυχρό Πόλεμο. Στην τρίτη φάση -στην πραγματικότητα είναι κάτι που θα λαμβάνει χώρα από την αρχή- η Ρωσία θα προσπαθήσει να εμποδίσει τον σχηματισμό αντι-ρωσικών συμμαχιών.

γ´
Είναι σημαντικό στο σημείο αυτό, να κάνουμε ένα βήμα πίσω και να δούμε τους λόγους για τους οποίους η πρώην Σοβιετική Ένωση παρέμεινε άθικτη στο δεύτερο μισό του εικοστού αιώνα. Η Σοβιετική Ένωση διατηρήθηκε ενωμένη όχι μόνο με τη βία, αλλά και με ένα σύστημα οικονομικών σχέσεων που τη διατήρησε με τον ίδιο τρόπο που διατηρήθηκε η ρωσική αυτοκρατορία πριν από αυτήν. Η πρώην Σοβιετική Ένωση έχει μια κοινή γεωγραφία - δηλαδή είναι αχανής και κατά κύριο λόγο ηπειρωτική, στην καρδιά της Ευρασίας. Έχει εξαιρετικά φτωχά συστήματα εσωτερικής μετακίνησης, όπως γίνεται συνήθως στις ηπειρωτικές περιοχές όπου τα συστήματα των ποταμών δεν ταιριάζουν με τα γεωργικά συστήματα. Επομένως η μεταφορά τροφίμων είναι δύσκολη - και μετά τη βιομηχανοποίηση, δύσκολη είναι και η μεταφορά κατασκευασμένων αγαθών...
Αν σκεφτούμε τη Σοβιετική Ένωση ως ένα φυσικό σύνολο από γεωγραφικά απομονωμένες και οικονομικά ανάπηρες χώρες, μπορούμε να δούμε τι την κράτησε ενωμένη. Οι χώρες που αποτελούσαν τη Σοβιετική Ένωση ήταν ενωμένες μεταξύ τους από ανάγκη. Δεν μπορούσαν να ανταγωνιστούν τον υπόλοιπο κόσμο οικονομικά - αλλά απομονωμένες από τον παγκόσμιο ανταγωνισμό, μπορούσαν να συμπληρώνουν και να στηρίζουν η μια την άλλη. Ήταν ένα φυσικό σύνολο που κυριαρχήθηκε εύκολα από τους Ρώσους. Οι χώρες πέρα από τα Καρπάθια (εκείνες τις οποίες κατέλαβε η Ρωσία μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο και τις μετέτρεψε σε δορυφόρους) δεν περιλαμβάνονταν σ'αυτό το φυσικό σύνολο. Αν δεν υπήρχε η σοβιετική στρατιωτική ισχύς, θα είχαν προσανατολιστεί προς την υπόλοιπη Ευρώπη... Όσο ελκυστική κι αν ήταν η Ουκρανία για την υπόλοιπη Ευρώπη, δεν θα μπορούσε να ανταγωνιστεί ή να συμμετάσχει στην Ευρώπη. Η φυσική οικονομική της σχέση είναι με τη Ρωσία'βασίζεται στη Ρωσία για ενέργεια, και τελικά συνήθως κυριαρχείται και στρατιωτικά από τη Ρωσία.
Αυτές είναι οι δυναμικές που θα εκμεταλλευτεί η Ρωσία για να επιβάλει ξανά τη σφαίρα επιρροής της. Δεν είναι απαραίτητο ότι θα αναδημιουργήσει μια επίσημη πολιτική δομή που θα ελέγχεται από τη Μόσχα - αν και αυτό δεν είναι κάτι αδιανόητο. Πολύ σημαντική θα είναι η ρωσική επιρροή στην περιοχή τα επόμενα πέντε με δέκα χρόνια, η οποία θα αυξηθεί. Για να το αντιληφθούμε αυτό εις βάθος, ας το αναλύσουμε σε τρία επίπεδα αντιπαράθεσης, τον Καύκασο, την Κεντρική Ασία και το ευρωπαϊκό πεδίο, που περιλαμβάνει τα κράτη της Βαλτικής [σε αυτή την ανάρτηση θα ασχοληθούμε μονάχα με το ευρωπαϊκό πεδίο και μελλοντικά θα επανέλθουμε, με τον Καύκασο και την Κεντρική Ασία].

.~`~.
II
Το Ευρωπαϊκό Πεδίο
α´
Το ευρωπαϊκό πεδίο φυσικά είναι η περιοχή που βρίσκεται ακριβώς δυτικά της Ρωσίας. Σ'αυτήν την περιοχή το δυτικό σύνορο της Ρωσίας γειτνιάζει με τα τρία βαλτικά κράτη της Εσθονίας, της Λετονίας και της Λιθουανίας και με τις δύο ανεξάρτητες δημοκρατίες της Λευκορωσίας και της Ουκρανίας. Όλες αυτές οι χώρες ήταν κομμάτια της πρώην Σοβιετικής Ένωσης και της ρωσικής αυτοκρατορίας. Πέρα από αυτές τις χώρες βρίσκεται η ζώνη των πρώην σοβιετικών δορυφόρων: Πολωνία, Σλοβακία, Ουγγαρία, Ρουμανία και Βουλγαρία. Οι Ρώσοι πρέπει να κυριαρχήσουν στη Λευκορωσία και στην Ουκρανία για τη βασική εθνική τους ασφάλεια. Οι χώρες της Βαλτικής είναι δευτερεύουσες, ωστόσο είναι σημαντικές. Η ανατολική Ευρώπη δεν είναι ζωτικής σημασίας, αρκεί οι Ρώσοι να έχουν βάσεις στα Καρπάθια Όρη στον νότο και να έχουν ισχυρές δυνάμεις στη βόρεια ευρωπαϊκή πεδιάδα. Αλλά, φυσικά, όλα αυτά μπορούν να γίνουν περίπλοκα.
Η Ουκρανία και η Λευκορωσία είναι το παν για τους Ρώσους. Αν έπεφταν σε εχθρικά χέρια -για παράδειγμα, αν γίνονταν μέλη του ΝΑΤΟ- η Ρωσία θα αντιμετώπιζε θανάσιμο κίνδυνο. Η Μόσχα βρίσκεται λίγο παραπάνω από ενενήντα (90) χιλιόμετρα από το ρωσικό σύνορο με τη Λευκορωσία, η Ουκρανία λιγότερο από ενενήντα (90) χιλιόμετρα από το Βόλγκογκραντ, πρώην Στάλινγκραντ. Η Ρωσία υπερασπίστηκε τον εαυτό της ενάντια στον Ναπολέοντα και στον Χίτλερ χρησιμοποιώντας το βάθος. Χωρίς τη Λευκορωσία και την Ουκρανία δεν υπάρχει βάθος, δεν υπάρχει γη για να ανταλλάξει με αίμα του εχθρού. Φυσικά είναι παράλογο να φαντάζεται κανείς το ΝΑΤΟ να αποτελεί απειλή για τη Ρωσία. Αλλά οι Ρώσοι σκέπτονται με όρους εικοσαετών κύκλων, και ξέρουν πόσο εύκολα το παράλογο γίνεται πιθανό.
Ξέρουν επίσης οι Ρώσοι ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες και το ΝΑΤΟ έχουν επεκτείνει συστηματικά το φάσμα της επιρροής τους συμπεριλαμβάνοντας ως μέλη του ΝΑΤΟ κράτη της Ανατολικής Ευρώπης και της Βαλτικής. Αμέσως όταν οι Ηνωμένες Πολιτείες άρχισαν να προσπαθούν να στρατολογήσουν την Ουκρανία στο ΝΑΤΟ, οι Ρώσοι άλλαξαν την άποψη τους τόσο για τις αμερικανικές προθέσεις όσο και για τις προθέσεις της Ουκρανίας. Σύμφωνα με τη ρωσική άποψη, η επέκταση του ΝΑΤΟ στην Ουκρανία απειλεί τα ρωσικά συμφέροντα με τον ίδιο τρόπο που θα είχε γίνει αν το Σύμφωνο της Βαρσοβίας είχε φθάσει ως το Μεξικό. Όταν μια εξέγερση υπέρ της Δύσης το 2004 -η πορτοκαλί επανάσταση- έμοιαζε έτοιμη να βάλει την Ουκρανία στο ΝΑΤΟ, οι Ρώσοι κατηγόρησαν τις Ηνωμένες Πολιτείες ότι προσπαθούσαν να περικυκλώσουν και να καταστρέψουν τη Ρωσία. Το τι σκέπτονταν οι Αμερικανοί είναι ένα θέμα προς συζήτηση. Το γεγονός ότι η Ουκρανία ως μέλος του ΝΑΤΟ θα μπορούσε να αποδειχθεί καταστροφική για τη ρωσική εθνική ασφάλεια δεν είναι...
Η Λευκορωσία αποτελεί πιο εύκολο ζήτημα... είναι το λιγότερο μεταρρυθμισμένο μέλος των πρώην σοβιετικών δημοκρατιών. Παραμένει ένα συγκεντρωτικό, απολυταρχικό κράτος. Πιο σημαντικό, η ηγεσία της έχει θρηνήσει επανειλημμένως για τον θάνατο της Σοβιετικής Ένωσης και έχει προτείνει κάποιου είδους ένωση με τη Ρωσία. Μια τέτοια ένωση, φυσικά, θα πρέπει να γίνει σύμφωνα με τους όρους της Ρωσίας, πράγμα που έχει οδηγήσει σε ένταση, αλλά δεν υπάρχει πιθανότητα να γίνει η Λευκορωσία μέλος του ΝΑΤΟ.
Η επαναφορά της Λευκορωσίας και της Ουκρανίας στη ρώσικη σφαίρα επιρροής είναι δεδομένη τα επόμενα πέντε χρόνια [2009 το κείμενο]. Όταν συμβεί αυτό, η Ρωσία θα έχει επιστρέψει περίπου στα σύνορα που είχε με την Ευρώπη ανάμεσα στους δύο παγκόσμιους πολέμους...
---------------------------------------------------------------
Η Ουκρανία, νέος και σημαντικός παίκτης στην ευρασιατική σκακιέρα, είναι γεωπολιτικός άξονας, επειδή η ίδια η ύπαρξη της ως ανεξάρτητης χώρας βοηθά το μετασχηματισμό της Ρωσίας. Χωρίς την Ουκρανία, η Ρωσία παύει να είναι ευρασιατική αυτοκρατορία. Χωρίς την Ουκρανία, η Ρωσία μπορεί να συνεχίσει να παλεύει για αυτοκρατορική θέση, αλλά τότε θα γινόταν κυρίως ασιατικό αυτοκρατορικό κράτος, το οποίο θα συρόταν πολύ πιθανόν σε συγκρούσεις, που θα το αποδυνάμωναν, με αφυπνισμένους Κεντροασιάτες, οι οποίοι θα ήταν γεμάτοι μνησικακία για την απώλεια της πρόσφατα αποκτημένης ανεξαρτησίας τους και θα είχαν την υποστήριξη των αδελφικών ισλαμικών κρατών στο νότο. Επίσης, το πιθανότερο και η Κίνα θα αντετίθετο σε οποιαδήποτε παλινόρθωση της ρωσικής κυριαρχίας στην Κεντρική Ασία, λόγω του αυξανόμενου ενδιαφέροντος της για τα κράτη της περιοχής που απόκτησαν πρόσφατα την ανεξαρτησία τους. Ωστόσο, αν η Μόσχα ανακτήσει τον έλεγχο της Ουκρανίας, με τον πληθυσμό των 52 εκατομμυρίων, τους σημαντικούς πλουτοπαραγωγικούς πόρους και την πρόσβαση στη Μαύρη Θάλασσα, η Ρωσία θα ανακτήσει αυτόματα τις αναγκαίες προϋποθέσεις για να γίνει ισχυρό αυτοκρατορικό κράτος, που θα ενώνει την Ευρώπη και την Ασία.
Αν η Ουκρανία έχανε την ανεξαρτησία της, αυτό θα είχε άμεσες συνέπειες για την Κεντρική Ευρώπη, μετασχηματίζοντας την Πολωνία στον γεωπολιτικό άξονα του ανατολικού συνόρου της Ευρώπης.
---------------------------------------------------------------

β´
Το παραδοσιακό μονοπάτι για την εισβολή στη Ρωσία είναι το άνοιγμα 480 χιλιομέτρων ανάμεσα στα βόρεια Καρπάθια και στη Βαλτική Θάλασσα. Αυτή είναι μια επίπεδη χώρα που εύκολα μπορεί να τη διασχίσει κανείς, με λίγα ποτάμια να στέκονται εμπόδιο. Αυτή η βόρεια ευρωπαϊκή πεδιάδα είναι εύκολη διαδρομή για τους εισβολείς. Ένας Ευρωπαίος εισβολέας μπορεί να κινηθεί ανατολικά προς τη Μόσχα ή προς την Αγία Πετρούπολη βορειοδυτικά. Κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, η απόσταση από την Αγία Πετρούπολη ως την πρώτη γραμμή του ΝΑΤΟ ήταν πάνω από 1600 χιλιόμετρα. Σήμερα η απόσταση είναι περίπου 112 χιλιόμετρα. Αυτό εξηγεί τον στρατηγικό εφιάλτη που αντιμετωπίζει η Ρωσία στη Βαλτική - και τι θα χρειαστεί να κάνει για να τακτοποιήσει το πρόβλημα.
Οι τρεις χώρες της Βαλτικής ήταν κάποτε μέλη της Σοβιετικής Ένωσης. Η καθεμιά τους απέκτησε την ανεξαρτησία της μετά την κατάρρευση της. Και μετά, μέσα σε εκείνο το στενό χρονικό πλαίσιο, η καθεμιά τους έγινε μέλος στο ΝΑΤΟ. Όπως έχουμε δει, οι Ευρωπαίοι πιθανότατα βρίσκονται πολύ βαθιά μέσα στον κύκλο της της παρακμής τους για να βρουν την ενέργεια να εκμεταλλευθούν την κατάσταση. Ωστόσο, οι Ρώσοι δεν πρόκειται να ρισκάρουν την εθνική τους ασφάλεια στηριζόμενοι σ'αυτήν την εικασία. Είδαν τη Γερμανία να μεταμορφώνεται από σακάτη το 1932 σε μια δύναμη που είχε φθάσει στις πύλες της Μόσχας το 1941. Η συμμετοχή κρατών της Βαλτικής μαζί με την Πολωνία στο ΝΑΤΟ έχει μετατοπίσει το σύνορο του ΝΑΤΟ εξαιρετικά κοντά στην καρδιά της Ρωσίας. Μια χώρα που έχει δεχτεί εισβολή τρεις φορές τα τελευταία διακόσια χρόνια, δεν μπορεί να ρισκάρει το εύκολο συμπέρασμα ότι το ΝΑΤΟ και τα μέλη του δεν αποτελούν απειλή.
Σύμφωνα με τη ρωσική άποψη, η βασική δίοδος εισβολής στη χώρα τους δεν είναι μόνο ορθάνοιχτη, αλλά επίσης βρίσκεται στα χέρια χωρών με μια έκδηλη εχθρότητα προς τη Ρωσία. Οι χώρες της Βαλτικής δεν συγχώρεσαν ποτέ τους Ρώσους για την κατοχή τους. Οι Πολωνοί είναι εξίσου πικρόχολοι και βαθιά δύσπιστοι απέναντι στις ρωσικές προθέσεις. Τώρα που είναι μέλη του ΝΑΤΟ, αυτές οι χώρες σχηματίζουν την πρώτη γραμμή. Πίσω τους βρίσκεται η Γερμανία, μια χώρα που δημιουργεί στη Ρωσία όση δυσπιστία δημιουργεί η Ρωσία στους Πολωνούς και στις χώρες της Βαλτικής. Οι Ρώσοι είναι σίγουρα παρανοϊκοί -αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι δεν έχουν εχθρούς ή ότι είναι τρελοί.
Αυτό θα ήταν το σημείο κάθε αντιπαράθεσης. Οι Ρώσοι μπορούν να ζήσουν με μια ουδέτερη περιοχή της Βαλτικής. Το να ζήσουν με μια ουδέτερη περιοχή της Βαλτικής που είναι μέλος του ΝΑΤΟ και κοντά στους Αμερικανούς, ωστόσο είναι ένα πολύ πιο μεγάλο ρίσκο. Από την άλλη, οι Αμερικανοί έχοντας υποχωρήσει από την Κεντρική Ασία, και όντας επιφυλακτικοί στον Καύκασο, δεν μπορούν να υποχωρήσουν από τις χώρες της Βαλτικής. Οποιοσδήποτε συμβιβασμός για τα τρία μέλη του ΝΑΤΟ θα προκαλούσε πανικό στην Ανατολική Ευρώπη. Η συμπεριφορά της Ανατολικής Ευρώπης θα γινόταν απρόβλεπτη, και η πιθανότητα της επέκτασης της ρωσικής επιρροής δυτικά θα αυξανόταν. Η Ρωσία έχει το μεγαλύτερο συμφέρον, αλλά οι Αμερικανοί μπορούν να χρησιμοποιήσουν σημαντική ισχύ αν το θελήσουν.
Η επόμενη κίνηση της Ρωσίας θα είναι πιθανότατα μια συμφωνία με τη Λευκορωσία για ένα ενοποιημένο σύστημα άμυνας. Η Λευκορωσία και η Ρωσία είναι εδώ και πολύ καιρό συνδεδεμένες, επομένως θα είναι μια φυσική επιστροφή. Και αυτό θα φέρει τον ρωσικό στρατό στα σύνορα της Βαλτικής. Επίσης θα φέρει τον στρατό στο σύνορο με την Πολωνία -και αυτό θα ξεκινήσει την αντιπαράθεση με πλήρη ισχύ.
Οι Πολωνοί φοβούνται τους Ρώσους και τους Γερμανούς. Παγιδευμένοι ανάμεσα στους δύο, χωρίς φυσικές άμυνες, φοβούνται οποιονδήποτε είναι δυνατότερος από εκείνους οποιαδήποτε στιγμή. Σε αντίθεση με την υπόλοιπη Ανατολική Ευρώπη, η οποία έχει τουλάχιστον το φράγμα των Καρπαθίων ανάμεσα σε εκείνη και στους Ρώσους -και μοιράζεται ένα κοινό σύνορο με την Ουκρανία, όχι τη Ρωσία- οι Πολωνοί βρίσκονται στην επικίνδυνη βόρεια ευρωπαϊκή πεδιάδα. Όταν οι Ρώσοι επιστρέψουν στο σύνορο τους δυναμικά κατά τη διάρκεια της σύγκρουσης με τα κράτη της Βαλτικής, οι Πολωνοί θα αντιδράσουν. Η Πολωνία έχει σχεδόν σαράντα εκατομμύρια ανθρώπους. Δεν είναι μικρή χώρα, και εφ'όσον θα έχει την υποστήριξη των Ηνωμένων Πολιτειών, δεν είναι ούτε ασήμαντη.
Οι Πολωνοί θα προσφέρουν τη στήριξη τους στις χώρες της Βαλτικής. Οι Ρώσοι θα τραβήξουν τους Ουκρανούς στη συμμαχία τους με τη Λευκορωσία και θα τοποθετήσουν ρωσικές δυνάμεις σε όλο το μήκος του πολωνικού συνόρου, νότια ως τη Μαύρη Θάλασσα. Σ'αυτό το σημείο οι Ρώσοι θα ξεκινήσουν την προσπάθεια να ουδετεροποιήσουν τις χώρες της Βαλτικής. Αυτό, πιστεύω, θα λάβει χώρα στα μέσα της δεκαετίας του 2010.

γ´
Οι Ρώσοι θα έχουν τρία εργαλεία στη διάθεση τους για να ασκήσουν την επιρροή τους στα κράτη της Βαλτικής. Πρώτον, μυστικές επιχειρήσεις. Με τον ίδιο τρόπο που οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν χρηματοδοτήσει και ενισχύσει μη κυβερνητικές οργανώσεις σε όλον τον κόσμο, οι Ρώσοι θα χρηματοδοτήσουν και θα ενισχύσουν ρωσικές μειονότητες σε αυτές τις χώρες, καθώς επίσης και όποια στοιχεία που υποστηρίζουν τους Ρώσους υπάρχουν ή μπορούν να εξαγοραστούν. Όταν οι χώρες της Βαλτικής καταπνίξουν αυτά τα κινήματα, θα δώσουν στους Ρώσους ένα πρόσχημα για να χρησιμοποιήσουν το δεύτερο εργαλείο τους, τις οικονομικές κυρώσεις, διακόπτοντας κυρίως τη ροή του φυσικού αερίου. Τέλος, οι Ρώσοι θα ασκήσουν στρατιωτική πίεση για να προωθήσουν την παρουσία σημαντικών δυνάμεων κοντά σε αυτά τα σύνορα. Δεν προκαλεί έκπληξη το γεγονός ότι τόσο οι Πολωνοί όσο και οι χώρες της Βαλτικής θυμούνται πόσο απρόβλεπτοι είναι οι Ρώσοι. Η ψυχολογική πίεση θα είναι τεράστια.
Έχουν ειπωθεί πολλά τα πρόσφατα χρόνια για την αδυναμία του ρωσικού στρατού, πράγματα που τη δεκαετία μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης ήταν σωστά. Αλλά εδώ έχουμε μια νέα πραγματικότητα - αυτή η αδυναμία άρχισε να αντιστρέφεται το 2000, και ως το 2015 θα ανήκει στο παρελθόν. Η επερχόμενη σύγκρουση στη βορειοανατολική Ευρώπη δεν θα λάβει χώρα ξαφνικά, αλλά θα είναι μια εκτεταμένη σύγκρουση. Η ρωσική στρατιωτική ισχύς θα έχει τον χρόνο να αναπτυχθεί. Το μοναδικό πεδίο στο οποίο η Ρωσία συνέχισε την έρευνα και την ανάπτυξη τη δεκαετία του 1990 ήταν στις προηγμένες στρατιωτικές τεχνολογίες. Ως το 2010, σίγουρα θα έχει τον πιο αποτελεσματικό στρατό στην περιοχή. Ως το 2015-2020, θα έχει έναν στρατό που θα αποτελεί απειλή για κάθε δύναμη που θα προσπαθήσει να κυριαρχήσει στην περιοχή, ακόμη και για τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Η Ρωσία θα αντιμετωπίσει μια ομάδα χωρών που δεν μπορούν να υπερασπιστούν τον εαυτό τους και μια συμμαχία του ΝΑΤΟ η οποία είναι αποτελεσματική μόνο αν οι Ηνωμένες Πολιτείες είναι πρόθυμες να χρησιμοποιήσουν βία. Όπως έχουμε δει, οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν μια συγκεκριμένη τακτική στην Ευρασία -να εμποδίσουν οποιαδήποτε δύναμη να κυριαρχήσει στην Ευρασία ή κάποιο μέρος της. Αν η Κίνα αποδυναμωθεί ή διασπαστεί και οι Ευρωπαίοι είναι αδύναμοι και διχασμένοι, οι Ηνωμένες Πολιτείες θα έχουν ένα θεμελιώδες συμφέρον: να αποφύγουν τον γενικευμένο πόλεμο, κρατώντας του Ρώσους επικεντρωμένους στις χώρες της Βαλτικής και στην Πολωνία, αδυνατώντας έτσι να σκεφθούν με παγκόσμιους όρους.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες θα χρησιμοποιήσουν την παραδοσιακή τους μέθοδο για να στηρίξουν αυτές τις χώρες: τη μεταφορά τεχνολογίας. Καθώς θα πλησιάζουμε στο 2020, αυτή η μέθοδος θα είναι πολύ πιο αποτελεσματική. Η νέα τεχνολογία του πολέμου θα χρειάζεται πιο μικρές, πιο αποτελεσματικές στρατιωτικές δυνάμεις, που σημαίνει ότι οι πιο αδύναμες χώρες μπορούν να χρησιμοποιήσουν στρατιωτική δύναμη δυσανάλογη του μεγέθους τους αν έχουν πρόσβαση σε προηγμένες τεχνολογίες. Οι Ηνωμένες Πολιτείες θα θέλουν να αυξήσουν τη δύναμη της Πολωνίας και των χωρών της Βαλτικής και να τις χρησιμοποιήσουν για να ακινητοποιήσουν τους Ρώσους. Αν θέλουν να περιορίσουν τη Ρωσία, αυτός είναι ο καλύτερος τρόπος για να το κάνουν. Η Γεωργία στον Καύκασο αντιπροσωπεύει ένα δευτερεύον σημείο ανάφλεξης, εκνευρίζοντας τους Ρώσους, κάτι που αποσπά τις δυνάμεις τους από την Ευρώπη, και επομένως θα είναι μια περιοχή στην οποία οι Ηνωμένες Πολιτείες θα εισβάλουν. Αλλά αυτή που θα έχει σημασία θα είναι η Ευρώπη, όχι ο Καύκασος.
Δεδομένης της αμερικανικής δύναμης, δεν θα υπάρξει άμεση επίθεση από τους Ρώσους, ούτε και οι Αμερικανοί θα επιτρέψουν περιπέτειες από τους συμμάχους τους. Περισσότερο, οι Ρώσοι θα προσπαθήσουν να ασκήσουν πίεση στις Ηνωμένες Πολιτείες, αλλού στην Ευρώπη, αλλά και σε άλλα μέρη του κόσμου. Για παράδειγμα, θα προσπαθήσουν να αποσταθεροποιήσουν χώρες στα σύνορα τους, όπως είναι η Σλοβακία και η Βουλγαρία. Η σύγκρουση θα εξαπλωθεί σε ολόκληρο το σύνορο ανάμεσα στη Ρωσία και στην υπόλοιπη Ευρώπη.

δ1´
Η βασική στρατηγική της Ρωσίας θα είναι να προσπαθήσει να διασπάσει το ΝΑΤΟ και να απομονώσει την Ανατολική Ευρώπη. Το κλειδί γι'αυτό θα είναι οι Γερμανοί, και μετά οι Γάλλοι. Καμμιά από τις δύο χώρες δεν θέλει άλλη μια σύγκρουση με τη Ρωσία. Είναι εσωστρεφή έθνη, και η Γερμανία εξαρτάται από το φυσικό αέριο της Ρωσίας. Οι Γερμανοί προσπαθούν να μειώσουν αυτήν την εξάρτηση και πιθανότατα θα το κάνουν ως ένα βαθμό, αλλά θα συνεχίσουν να εξαρτώνται από την παράδοση μιας αρκετά μεγάλης ποσότητας φυσικού αερίου, χωρίς την οποία δεν θα μπορέσουν να ζήσουν. Έτσι, οι Ρώσοι θα προσπαθήσουν να πείσουν τους Γερμανούς ότι οι Αμερικανοί τους χρησιμοποιούν για άλλη μια φορά για να περιορίσουν τη Ρωσία, και ότι οι Ρώσοι, όχι μόνο δεν απειλούν τη Γερμανία, αλλά έχουν ένα κοινό συμφέρον - μια σταθερή ουδέτερη ζώνη ανάμεσα τους, η οποία θα αποτελείται από μια ανεξάρτητη Πολωνία. Το ζήτημα των κρατών της Βαλτικής, θα ισχυρισθούν, δεν πρέπει να αναμιχθεί σε αυτό. Ο μοναδικός λόγος που οι Αμερικανοί θα νοιάζονταν για τις χώρες της Βαλτικής είναι αν σχεδίαζαν επίθεση κατά της Ρωσίας. Η Ρωσία θα είναι πρόθυμη να εγγυηθεί την αυτονομία των κρατών της Βαλτικής στο πλαίσιο μιας ευρύτερης συνομοσπονδίας, καθώς επίσης και την ασφάλεια της Πολωνίας, με αντάλλαγμα περιορισμό των όπλων και ουδετερότητα. Η εναλλακτική -ο πόλεμος- δεν θα ήταν προς το συμφέρον ούτε των Γερμανών ούτε των Γάλλων.
Πιθανότατα το επιχείρημα θα έχει αποτέλεσμα, αλλά πιστεύω ότι αυτό θα εξελιχθεί με έναν απροσδόκητο τρόπο. Οι Ηνωμένες Πολιτείες, πάντοτε υπερβολικά επιθετικές κατά την ευρωπαϊκή άποψη, θα προκαλέσουν περιττές φασαρίες στην Ανατολική Ευρώπη ως απειλή για τους Ρώσους. Αν οι Γερμανοί επιτρέψουν στο ΝΑΤΟ να το κάνει αυτό, θα παρασυρθούν σε μια αντιπαράθεση την οποία δεν θέλουν. Επομένως, πιστεύω ότι θα μπλοκάρουν τη στήριξη του ΝΑΤΟ προς την Πολωνία, προς τις χώρες της Βαλτικής και προς την υπόλοιπη Ανατολική Ευρώπη - το ΝΑΤΟ απαιτεί ομοψυχία για να λειτουργήσει, και η Γερμανία είναι μεγάλη δύναμη. Η ρωσική προσδοκία θα είναι ότι το σοκ της απόσυρσης εκ μέρους των Γερμανών της στήριξης του ΝΑΤΟ θα έκανε τους Πολωνούς και τους άλλους να λυγίσουν.
Συμβαίνει το αντίθετο. Η Πολωνία, παγιδευμένη στον ιστορικό της εφιάλτη ανάμεσα στη Ρωσία και στη Γερμανία, θα γίνει ακόμη πιο εξαρτημένη από τις Ηνωμένες Πολιτείες. Οι Ηνωμένες Πολιτείες, βλέποντας μια χαμηλού κόστους ευκαιρία να ακινητοποιήσουν τους Ρώσους και να χωρίσουν την Ευρώπη στη Μέση, αποδυναμώνοντας την Ευρωπαϊκή Ένωσηκατά τη διαδικασία αυτή, θα αυξήσουν τη στήριξη προς την Ανατολική Ευρώπη. Γύρω στο 2015 θα δημιουργηθεί ένας νέος συνασπισμός εθνών, που θα αποτελείται κατά κύριο λόγο από τους παλιούς σοβιετικούς δορυφόρους μαζί με τα κράτη της Βαλτικής. Πολύ πιο ενεργητικός από τους Δυτικοευρωπαίους, με πολύ περισσότερα να χάσει, και με τη στήριξη των Ηνωμένων Πολιτειών, αυτός ο συνασπισμός θα αναπτύξει έναν αναπάντεχο δυναμισμό.
Οι Ρώσοι θα απαντήσουν σ'αυτή τη διακριτική αρπαγή της ισχύος από τους Αμερικανούς με μια προσπάθεια να αυξήσουν την πίεση στις Ηνωμένες Πολιτείες σε άλλα μέρη του κόσμου. Στη Μέση Ανατολή, για παράδειγμα... Γενικώς, όπου υπάρχει ένα αντιαμερικανικό καθεστώς, οι Ρώσοι θα προσφέρουν στρατιωτική βοήθεια. Μια χαμηλού βαθμού παγκόσμια σύγκρουση θα βρίσκεται στα σκαριά ως το 2015 και ως το 2020 η ένταση της θα έχει αυξηθεί. Καμμία πλευρά δεν θα ρισκάρει πόλεμο, αλλά και οι δύο πλευρές θα κάνουν ελιγμούς.
Ως το 2020 αυτή η σύγκρουση θα είναι το κυρίαρχο παγκόσμιο θέμα - και όλοι θα την αντιμετωπίζουν ως ένα μόνιμο πρόβλημα. Η σύγκρουση δεν θα είναι τόσο εκτενής όσο ο πρώτος ψυχρός πόλεμος. Οι Ρώσοι δεν θα διαθέτουν τη δύναμη για να αρπάξουν όλη την Ευρασία, και δεν θα αποτελούν μια πραγματική παγκόσμια απειλή. Ωστόσο, θα είναι μια τοπική απειλή, και αυτό είναι το πλαίσιο μέσα στο οποίο θα αντιδράσουν οι Ηνωμένες Πολιτείες. Θα υπάρξει ένταση κατά μήκος όλου του ρωσικού συνόρου, αλλά οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν θα είναι σε θέση (ή δεν θα έχουν ανάγκη) να επιβάλουν πλήρη κλοιό γύρω από τη Ρωσία, όπως είχαν κάνει παλαιότερα γύρω από τη Σοβιετική Ένωση.
Δεδομένης της σύγκρουσης, η ευρωπαϊκή εξάρτηση από τους υδρογονάνθρακες, ένα μεγάλο μέρος των οποίων προέρχεται από τη Ρωσία, θα γίνει στρατηγικό ζήτημα...

δ2´
Αλλά υπάρχει κι ένα άλλο σενάριο. Σ'αυτό το σενάριο η Γερμανία θα αναγνωρίσει τον επικείμενο κίνδυνο που αντιμετωπίζει η Πολωνία με τη ρωσική κυριαρχία στα κράτη της Βαλτικής. Θεωρώντας την Πολωνία ως ένα απαραίτητο κομμάτι της γερμανικής εθνικής ασφάλειας, θα ασκήσει έτσι μια τολμηρή πολιτική, που σκοπό θα έχει να προστατεύσει την Πολωνία, προστατεύοντας τα κράτη της Βαλτικής. Η Γερμανία θα σπεύσει να κυριαρχήσει στη λεκάνη της Βαλτικής. Εφ'όσον οι Ρώσοι δεν θα εγκαταλείψουν έτσι απλά τη μάχη, οι Γερμανοί θα βρεθούν σε μια εκτεταμένη αντιπαράθεση με τους Ρώσους, καθώς θα ανταγωνίζονται για επιρροή στην Πολωνία και στην περιοχή των Καρπαθίων.
Η Γερμανία θα βρεθεί, από ανάγκη, χωρισμένη τόσο από το επιθετικό της παρελθόν όσο και από την υπόλοιπη Ευρώπη. Ενώ η υπόλοιπη Ευρώπη θα προσπαθήσει να αποφύγει την ανάμιξη, οι Γερμανοί θα εμπλακούν σε μια παραδοσιακή σύγκρουση πολιτικών συμφερόντων. Καθώς θα το κάνουν, η αποτελεσματικότητα και η ισχύς τους θα εκτιναχθούν στα ύψη και η ψυχολογία τους θα αλλάξει. Ξαφνικά, μια ενωμένη Γερμανία θα επιβληθεί ξανά. Αυτό που θα ξεκινήσει ως άμυνα θα εξελιχθεί με αναπάντεχους τρόπους.
Αυτό δεν είναι το πιο πιθανό σενάριο. Ωστόσο η κατάσταση μπορεί να ωθήσει τη Γερμανία να επιστρέψει στον παραδοσιακό της ρόλο αντιμετώπισης της Ρωσίας ως μια μεγάλη απειλή, και αντιμετώπισης της Πολωνίας και της υπόλοιπης Ανατολικής Ευρώπης ως ένα μέρος της σφαίρας επιρροής της και ως μέσον προστασίας εναντίον των Ρώσων. Αυτό εξαρτάται εν μέρει από το πόσο επιθετικά κινούνται οι Ρώσοι, πόσο επίμονα αντιστέκονται τα κράτη της Βαλτικής, πόσο ρίσκο είναι διατεθειμένοι να πάρουν οι Πολωνοί, και πόση απόσταση θέλουν να κρατήσουν οι Ηνωμένες Πολιτείες. Τέλος, εξαρτάται από την εσωτερική γερμανική πολιτική...

ε´
Κατά τη διάρκεια της πρώτης φάσης της εκ νέου επιβολής της ρωσικής δύναμης, μέχρι περίπου το 2020, η Ρωσία θα είναι εκτενώς υποτιμημένη. Θα αντιμετωπίζεται σαν μια διασπασμένη χώρα με μια στάσιμη οικονομία και έναν αδύναμο στρατό. Κατά τη δεκαετία του 2010, όταν η σύγκρουση θα γίνει πιο έντονη στα σύνορα της και οι γείτονες της θα ανησυχήσουν, οι μεγαλύτερες δυνάμεις θα συνεχίσουν να την αντιμετωπίζουν περιφρονητικά.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες ειδικότερα έχουν την τάση πρώτα να υποτιμούν και μετά να υπερτιμούν τους εχθρούς. Ως τα μέσα της δεκαετίας του 2010, οι Ηνωμένες Πολιτείες θα έχουν πάλι εμμονή με τη Ρωσία... θα μπουν σε μια μανιακή κατάσταση, αλλά θα επικεντρωθούν στην προσπάθεια να κρατήσουν τη Ρωσία ακινητοποιημένη χωρίς να κάνουν πόλεμο.
Μεγάλη σημασία θα έχει το που βρίσκεται η πρώτη γραμμή. Για να αποτελέσει η ανάκαμψη της Ρωσίας μια μικρή κρίση, οι Ρώσοι θα κυριεύσουν την Κεντρική Ασία και τον Καύκασο και θα απορροφήσουν ίσως τη Μολδαβία, αλλά δεν θα μπορέσουν να απορροφήσουν τα κράτη της Βαλτικής, ή να κυριεύσουν τα έθνη δυτικά των Καρπαθίων. Αν οι Ρώσοι καταφέρουν, ωστόσο, να απορροφήσουν τα κράτη της Βαλτικής και να κερδίσουν σημαντικούς συμμάχους στα Βαλκάνια, όπως η Σερβία, η Βουλγαρία και η Ελλάδα -ή χώρες της Κεντρικής Ευρώπης όπως η Σλοβακία- ο ανταγωνισμός ανάμεσα στις Ηνωμένες Πολιτείες και στη Ρωσία θα γίνει πιο έντονος και τρομακτικός.
Τελικά, όμως, δεν θα έχει ιδιαίτερη σημασία... Ανεξάρτητα από το τι θα κάνει η υπόλοιπη Ευρώπη, η Πολωνία, η Δημοκρατία της Τσεχίας, η Ουγγαρία και η Πολωνία θα αφιερώσουν τις προσπάθειες τους για να αντισταθούν στις ρωσικές προελάσεις και θα δεχτούν όποια συμφωνία θελήσουν οι Ηνωμένες Πολιτείες για να εξασφαλίσουν τη στήριξη τους. Η γραμμή λοιπόν θα τραβηχτεί αυτή τη φορά στα Καρπάθια Όρη, και όχι στη Γερμανία όπως έγινε κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου. Οι πολωνικές βόρειες πεδιάδες θα είναι η βασική γραμμή της σύγκρουσης, αλλά οι Ρώσοι δεν θα κινηθούν στρατιωτικά...
Η τελευταία σύγκρουση έλαβε χώρα στην Κεντρική Ευρώπη. Αυτή εδώ θα λάβει χώρα πολύ πιο ανατολικά. Στην τελευταία σύγκρουση η Κίνα ήταν σύμμαχος της Ρωσίας, τουλάχιστον στην αρχή. Σ'αυτήν την περίπτωση η Κίνα θα βγει εκτός παιχνιδιού. Την τελευταία φορά, η Ρωσία είχε τον πλήρη έλεγχο του Καυκάσου, αλλά τώρα δεν θα τον έχει, και θα αντιμετωπίσει την αμερικανική και την τούρκικη πίεση στον βορρά. Στην τελευταία αντιπαράθεση η Ρωσία είχε έναν μεγάλο πληθυσμό, αλλά αυτήν τη φορά έχει έναν μικρότερο και φθίνοντα πληθυσμό.
Η εσωτερική πίεση, ειδικότερα στον νότο, θα αποσπάσει την προσοχή της Ρωσίας από τη δύση και τελικά, χωρίς πόλεμο, θα καταρρεύσει. Η Ρωσία κατέρρευσε το 1917, και ξανά το 1991. Και ο στρατός της χώρας θα καταρρεύσει άλλη μια φορά λίγο μετά το 2020.

George Friedman
Τα επόμενα 100 χρόνια
2009
Εκδ. Ενάλιος

.~`~.
Ευρασιατικό Παράρτημα

...ο πρώτος μνηστήρας του σιβηρικού (και κεντροασιατικού) χώρου και του πλούτου του ονομάζεται - Κίνα. Η Κίνα δεν ωθείται προς τον χώρο αυτό απλώς και μόνο από μακρινές μνήμες ή βάσιμες ιστορικές αξιώσεις, οι οποίες έπαιξαν και αυτές το ρόλο τους στις ένοπλες συγκρούσεις με την Σοβιετική Ένωση κατά τη δεκαετία του 1960, αλλά από στοιχειακές δυνάμεις. Στους 1,2 δισ. κατοίκους της σημερινής (1998) Κίνας θα προστεθούν ως το 2030 αλλά 500 εκ. περίπου, και ήδη η διατροφή τους, καθώς μάλιστα ανέρχεται παράλληλα το βιοτικό τους επίπεδο, θα θέσει σε τρομερή δοκιμασία τους παγκόσμιους αγροτικούς πόρους. Με τον ίδιο τουλάχιστον ρυθμό θα αυξηθεί η πείνα για ενέργεια και πρώτες ύλες... Μόλις αρχίσει να διαγράφεται μία τέτοια κατάσταση η Ρωσσία θα τεθεί υπό πίεση και θ’ αναγκαστεί ν’ αναζητήσει συμμάχους. Αν δεν βρει, τότε θα υποχρεωθεί να κάμει παραχωρήσεις προς την Κίνα ή και να συμπαραταχθεί μαζί της, οπότε θα δημιουργούνταν ένας πανίσχυρος συνασπισμός.
Μία μακροπρόθεσμη ευρωπαϊκή πολιτική απέναντι στη Ρωσσία οφείλει να προσανατολισθεί σ’ αυτές τις γεωπολιτικές προοπτικές. Ασφαλώς είναι δικαίωμα των Ηνωμένων Πολιτειών να επιθυμούν τη διασφάλιση της πλανητικής μονοκρατορίας τους μεταξύ άλλων με τη συνεχή χαλιναγώγηση ή και με τον κατακερματισμό της Ρωσσίας. Όμως μία ενωμένη Ευρώπη δεν θα είχε να κερδίσει πολλά πράγματα, αν εμφανιζόταν ως στρατηγικός τοποτηρητής των Αμερικάνων στην Ανατολική Ευρώπη και ως υποστηρικτής όλων των χωριστικών τάσεων μέσα στην επικράτεια της πρώην Σοβιετικής Ένωσης. Η ευρωπαϊκή, και προπαντός γερμανική μυωπία, όπως φαίνεται με την υποστήριξη του αμερικάνικου σχεδίου για την επέκταση του ΝΑΤΟ ίσαμε τα ρωσσικά σύνορα, δεν μπορεί παρά να δώσει τροφή σε μία απολύτως θεμιτή δυσπιστία της Ρωσίας και να σπρώξει τη γιγαντιαία ευρασιατική χώρα στην επιθετική απομόνωση ή στην αγκαλιά της Κίνας.
Όποιος είναι έστω κι επιφανειακά εξοικειωμένος με τη ρωσική ιστορία, θα πρέπει να γνωρίζει ότι καμία entente cordiale με τη Ρωσσία δεν είναι δυνατή, αν δεν της αναγνωρισθεί εξ υπαρχής το δικαίωμα να τηρεί την τάξη στην Καυκασία, στην κεντρική Ασία και σε ολόκληρο τον σιβηρικό χώρο. Η Ευρώπη δεν θα είχε να χάσει τίποτε, αν η Ρωσσία επιτελούσε με επιτυχία το έργο αυτό, αντίθετα μάλιστα. Και δεν θα υπήρχε κίνδυνος ρωσικής ηγεμονίας πάνω σε μία πλούσια κι ενωμένη Ευρώπη, ικανή να δρα πολιτικά με ενιαίο τρόπο. Μία τέτοιαΕυρώπη δεν θα είχε να φοβηθεί τίποτε από την Ρωσσία, ενώ η Ρωσσία θα είχε να ελπίζει τα πάντα από μίαν τέτοιανΕυρώπη. Ώστε η μεγάλη πλανητική και κοσμοϊστορική δυνατότητα μίας Ενωμένης Ευρώπης θα ήταν η Ευρασία...
Όμως όλα αυτά δεν μεταβάλλουν τη βεβαιότητα ότι μια Ευρώπη δίχως δικές της ενεργειακές πηγές και πρώτες ύλες, μια Ευρώπη με γερασμένο πληθυσμό, που θ'αποτελούσε το πολύ τρία ή τέσσερα τοις εκατό του παγκόσμιου, μια Ευρώπη αποκκομένη από τα μεγάλα στρατηγικά θέατρα της πλανητικής ιστορίας του 21ου αιώνα - μια τέτοια Ευρώπη αργά ή γρήγορα θα μαραινόταν και θα έσβηνε. Το θεώρημα του Mackinderγια την Ευρασία διατηρεί πάντοτε την αξία του. Όμως η θέση ότι όποιος κατέχει τη Γερμανία κατέχει και την Ευρασία είχε νόημα μονάχα σ'έναν ευρωκεντρικό κόσμο. Σ'έναν πλανητικό κόσμο, όπου απλώνεται όλο και περισσότερο η κραταιή σκιά της Κίνας, το κλειδί για την παγκόσμια κυριαρχία θα μπορούσε να είναι ο σιβηρικός και κεντροασιατικός χώρος.

Παναγιώτης Κονδύλης
Από τον 20ό στον 21ο αιώνα
Τομές στην πλανητική πολιτική περί το 2000
1998
Εκδ. Θεμέλιο

Η Ευρασία είναι η μεγαλύτερη ήπειρος της υδρογείου και αποτελεί άξονα από γεωπολιτική αποψη. Μια δύναμη που θα κυριαρχούσε στην Ευρασία θα έλεγχε τις δύο από τις τρεις πιο προωθημένες και οικονομικά πιο παραγωγικές περιοχές του κόσμου... Περίπου το 75% του παγκόσμιου πληθυσμού ζει στην Ευρασία και το μεγαλύτερο μέρος του φυσικού πλούτου του κόσμου βρίσκεται επίσης εκεί, τόσο στις επιχειρήσεις της, όσο και στο υπέδαφος της. Η Ευρασία αντιπροσωπεύει το 60% περίπου του παγκόσμιου ΑΕΠ και τα τρία τέταρτα περίπου των παγκόσμιων γνωστών ενεργειακών πόρων.
Στην Ευρασία βρίσκονται επίσης τα περισσότερα πολιτικά ισχυρά και δυναμικά κράτη. Μετά από τις Ηνωμένες Πολιτείες, οι επόμενες έξι μεγαλύτερες οικονομίες και οι επόμενοι έξι μεγαλύτεροι καταναλωτές στρατιωτικών όπλων βρίσκονται στην Ευρασία. Όλες οι παγκόσμιες δυνάμεις που διαθέτουν φανερά πυρηνικά όπλα εκτός από μια και όλες οι παγκόσμιες δυνάμεις που διαθέτουν κρυφά πυρηνικά όπλα εκτός από μια βρίσκονται στην Ευρασία. Οι δύο πιο πολυπληθείς διεκδικητές της περιφερειακής ηγεμονίας και της παγκόσμιας επιρροής είναι ευρασιατικές δυνάμεις. Όλες οι δυνάμεις που θα μπορούσαν δυνητικά να αμφισβητήσουν την πολιτική και/ή οικονομική πρωτοκαθεδρία της Αμερικής είναι ευρασιατικές. Αρθοιστικά, η δύναμη της Ευρασίας υπερβαίνει κατά πολύ εκείνη της Αμερικής. Ευτυχώς για την Αμερική, η Ευρασία είναι πολύ μεγάλη για να είναι ενιαία πολιτικά...
Ανάμεσα στο δυτικό και το ανατολικό άκρο εκτείνεται ένας αραιοκατοικημένος, ρευστός πολιτικά και κατακερματισμένος οργανωτικά, ευρύς ενδιάμεσος χώρος, τον οποίο κατείχε προηγουμένως ένας ισχυρός αντίπαλος της υπεροχής των ΗΠΑ, ένας αντίπαλος ο οποίος επιδίωκε το στόχο της εκδίωξης της Αμερικής από την Ευρασία...


Αυτή η τεράστια, με παράξενο σχήμα σκακιέρα -που επεκτείνεται από τη Λισαβόνα μέχρι το Βλαδιβοστόκ- είναι το πεδίο του παιχνιδιού. Αν ο ενδιάμεσος χώρος μπορέσει να τραβηχτεί όλο και περισσότερο στη διευρυνόμενη τροχιά της Δύσης (όπου η Αμερική υπερέχει), αν η νότια περιοχή δεν υποταχτεί στην κυριαρχία ενός μόνο παίχτη και η Ανατολή δεν ενοποιηθεί με τρόπο που θα προκαλέσει την εκδίωξη της Αμερικής από τις υπερπόντιες βάσεις της, τότε μπορούμε να πούμε ότι η Αμερική θα υπερισχύσει. Όμως, αν ο ενδιάμεσος χώρος αποκρούσει τη Δύση και γίνει ισχυρή, ενιαία οντότητα, που αποκτά τον έλεγχο του Νότου ή συνάπτει συμμαχία με τον κύριο ανατολικό παίκτη, τότε η πρωτοκαθεδρία της Αμερικής στην Ευρασία θα υποχωρήσει δραματικά. Το ίδιο θα συνέβαινε αν ενώνονταν κατά κάποιον τρόπο οι δύο κύριοι ανατολικοί παίκτες. Τελικά, αν οι δυτικοί εταίροι της εκδίωκαν την Αμερική από τη βάση της στη δυτική περιφέρεια, αυτό θα σήμαινε αυτόματα το τέλος της αμερικανικής συμμετοχής στο παιχνίδι που διεξάγεται στην ευρασιατική σκακιέρα, ακόμη και αν κάτι τέτοιο σήμαινε πιθανώς την τελική υποταγή του δυτικού άκρου σε κάποιον αφυπνισμένο παίκτη που κατέχει τον ενδιάμεσο χώρο...
Με λίγα λόγια, για τις Ηνωμένες Πολιτείες, η ευρασιατική γεωστρατηγική περιλαμβάνει τη σχεδιασμένη διαχείριση των δυναμικών από γεωστρατηγική άποψη κρατών και τον προσεκτικό χειρισμό των καταλυτικών από γεωπολιτική άποψη κρατών, έτσι ώστε να ανταποκρίνεται στο διπλό συμφέρον της Αμερικής: Να παραμείνει βραχυπρόθεσμα η μοναδική παγκόσμια δύναμη και να μετασχηματίσει μακροπρόθεσμα αυτή τη θέση της σε όλο και πιο θεσμοποιημένη παγκόσμια συνεργασία. Για να το εκφράσουμε με μια ορολογία που θυμίζει την πολύ πιο βίαιη εποχή των παλιών αυτοκρατοριών, οι τρεις μεγάλες επιταγές της αυτοκρατορικής γεωστρατηγικής είναι να εμποδίσει τη συνέργια των υποτελών και να διατηρήσει την κατάσταση εξάρτησης τους σε θέματα ασφάλειας, να παραμείνουν οι φόρου υποτελείς υποχωρητικοί και προστατευμένοι και να εμποδίσει τους βαρβάρουςνα ενωθούν μεταξύ τους.

Zbigniew Brzezinski
Η Μεγάλη Σκακιέρα
1997
Εκδ. «Νέα Σύνορα» - Λιβάνη


.~`~.
Για περαιτέρω ιχνηλάτηση και πληρέστερη προοπτική

- Το μέλλον της Ε.Ε, η Ανατολική Ευρώπη -η Ουκρανία- και τα Βαλκάνια, ο Huntington, ο Brzezinski και οι πλανητικές πολιτικές των Η.Π.Α. Τα «Ανθρώπινα δικαιώματα», η «σύγκρουση των πολιτισμών» και τα «Ευρασιατικά Βαλκάνια» ως βαλκανοποίηση της υφηλίου και καλλιέργεια της ελεγχόμενης αναρχίας. Η απόρριψη του διλήμματος μεταξύ πυρηνικού ολοκαυτώματος ή πολιτιστικής ανυπαρξίας - προς μιας νέα ιστορική σύνθεση που θα εναντιώνεται στις θεωρίες και τους υπολογισμούς γραφείου-εργαστηρίου.

Συνέχεια για τις «διχασμένες χώρες». Τουρκία.

$
0
0
.
Εισαγωγή
Χώρες που τις χωρίζουν βαθιές διαχωριστικές γραμμές και διχασμένες χώρες
Μια διχασμένη χώρα, για να μπορέσει να επαναπροσδιορίσει την πολιτισμική της ταυτότητα, πρέπει να εξασφαλίσει τρεις τουλάχιστον όρους. Πρώτον, η πολιτική και οικονομική ελίτ της χώρας θα πρέπει να υποστηρίζει αυτή την προσπάθεια επαναπροσδιορισμού της ταυτότητας. Δεύτερον, η κοινή γνώμη πρέπει τουλάχιστον να συναινεί. Τρίτον, ο ξενιστής πολιτισμός, που στις περισσότερες φορές είναι η Δύση, θα πρέπει να είναι έτοιμος να υποδεχτεί τον προσήλυτο. Η διαδικασία του επαναπροσδιορισμού της ταυτότητας είναι παρατεταμένη, συχνά διακόπτεται και είναι πολιτικά, κοινωνικά και πολιτισμικά οδυνηρή. Όσες προσπάθειες αυτού του είδους έγιναν μέχρι σήμερα έχουν αποτύχει... - Το πολιτισμικό υπόδειγμα και ο ανασχηματισμός της παγκόσμιας τάξης - μέρος β´.
Σε μια χώρα που τη χωρίζει μια βαθιά διαχωριστική γραμμή, οι μεγάλες ομάδες διαφορετικών πολιτισμών λένε κάποια στιγμή: "Εμείς είμαστε διαφορετικοί λαοί και ανήκουμε σε διαφορετικές γραμμές". Οι δυνάμεις της απώθησης τις απομακρύνουν και τις κατευθύνουν προς τους πολιτισμικούς μαγνήτες άλλων κοινωνιών. Μια διχασμένη χώρα, αντίθετα, έχει μια κυρίαρχη κουλτούρα που την κατατάσσει σε έναν πολιτισμό, αλλά οι πολιτικοί ηγέτες της επιθυμούν να την εντάξουν σε κάποιον άλλο. Στην ουσία, ισχυρίζονται: "Είμαστε ένας λαός και ανήκουμε σε έναν πολιτισμό, αλλά θέλουμε να αλλάξουμε". Εν αντιθέσει με τις χώρες που τις χωρίζουν βαθιές διαχωριστικές γραμμές, οι κάτοικοι μιας διχασμένης χώρας συμφωνούν ως προς το ποιοί είναι, αλλά διαφωνούν ως προς τον πολιτισμό στον οποίο ανήκουν. Τυπικά, ένα σημαντικό τμήμα των ηγετών τους ενστερνίζονται την κεμαλική στρατηγική. - Με αφορμή την Ουκρανία. Μια σύντομη εισαγωγική αναφορά στις «διχασμένες χώρες».

α´
Με μια προσεκτικά υπολογισμένη σειρά μεταρρυθμίσεων στις δεκαετίες 1920 και 1930, ο Μουσταφά Κεμάλ Ατατουρκ προσπάθησε να απομακρύνει το λαό του από το οθωμανικό και μουσουλμανικό παρελθόν του. Οι βασικές αρχές ή "έξι βέλη"του κεμαλισμού ήταν ο λαϊκισμός, ο ρεπουμπλικανισμός, ο εθνικισμός, η κοσμικότητα, ο πολιτικοοικονομικός συγκεντρωτισμός και η μεταρρύθμιση. Απορρίπτοντας την ιδέα μιας πολυεθνικής αυτοκρατορίας, ο Κεμάλ στόχευε στη δημιουργία ενός ομοιογενούς εθνικού κράτους, εκδιώκοντας και σκοτώνοντας τους Αρμένιους και κατόπιν τους Έλληνες. Εκθρόνισε το σουλτάνο και εγκαθίδρυσε ένα δημοκρατικό σύστημα πολιτικής εξουσίας δυτικού τύπου. Κατάργησε το αξίωμα του χαλίφη, την κεντρική πηγή θρησκευτικής εξουσίας, έθεσε τέλος στην παραδοσιακή εκπαίδευση και τα θρησκευτικά υπουργεία, κατάργησε τα ξεχωριστά θρησκευτικά σχολεία, εγκαθίδρυσε ένα ενοποιημένο κοσμικό σύστημα δημόσιας εκπαίδευσης και κατάργησε τα θρησκευτικά δικαστήρια που εφάρμοζαν τον ισλαμικό νόμο, αντικαθιστώντας τα με ένα καινούργιο νομικό σύστημα που βασιζόταν στον ελβετικό αστικό κώδικα. Επίσης, αντικατέστησε το παραδοσιακό ημερολόγιο με το Γρηγοριανό και αφαίρεσε επίσημα από το Ισλάμ το χαρακτήρα της κρατικής θρησκείας. Μιμούμενος το Μεγάλο Πέτρο, απαγόρευσε τη χρήση του φερετζέ, επειδή ήταν σύμβολο θρησκευτικής πίστης στην παράδοση, ενθάρρυνε τους ανθρώπους να φοράνε καπέλα και επέλεξε η τουρκική γλώσσα να γράφεται με λατινικούς χαρακτήρες και όχι με αραβικούς. Αυτή η τελευταία μεταρρύθμιση είχε θεμελιώδη σημασία. "Οι νέες γενιές ήταν ουσιαστικά αδύνατο να έχουν πρόσβαση στον τεράστιο όγκο της παραδοσιακής φιλολογίας. Ενθάρρυνε την εκμάθηση ευρωπαϊκών γλωσσών και διευκόλυνε σημαντικά τη λύση του προβλήματος του διογκούμενου αναλφαβητισμού".
Έχοντας επαναπροσδιορίσει την εθνική, πολιτική, θρησκευτική και πολιτιστική ταυτότητα του τουρκικού λαού, ο Κεμάλ στη δεκαετία του 1930 προσπάθησε σθεναρά να προωθήσει την οικονομική ανάπτυξη της Τουρκίας. Ο εξευρωπαϊσμός συμβάδιζε με τον εκσυγχρονισμό και αποτελούσε το μέσο για την επίτευξη του.
Η Τουρκία παρέμεινε ουδέτερη στον εμφύλιο πόλεμο της Δύσης μεταξύ 1939 και 1945. Ωστόσο μετά από αυτό τον πόλεμο, επεδίωξε με γοργά βήματα να ταυτιστεί ακόμη περισσότερο με τη Δύση. Ακολουθώντας σαφέστατα δυτικά πρότυπα, προχώρησε από την αρχή του μονοκομματισμού σε ένα ανταγωνιστικό σύστημα κομμάτων. Άσκησε πίεση και τελικά πέτυχε να γίνει μέλος του ΝΑΤΟ το 1952, επιβεβαιώνοντας έτσι τη θέση της ως μέλος του Ελεύθερου Κόσμου. Έγινε αποδέκτης δισεκατομμυρίων δολαρίων δυτικής οικονομικής ενίσχυσης και βοήθειας στον τομέα της ασφάλειας. Οι στρατιωτικές της δυνάμεις εκπαιδεύτηκαν και εξοπλίστηκαν από τη Δύση και εντάχθηκαν στη διοικητική δομή του ΝΑΤΟ. Φιλοξένησε αμερικανικές στρατιωτικές βάσεις. Η Τουρκία έφτασε να θεωρείται από τη Δύση το ανατολικό προπύργιο ανάσχεσης, που απέτρεπε την επέκταση της Σοβιετικής Ένωσης προς τη Μεσόγειο, τη Μέση Ανατολή και τον Περσικό Κόλπο. Αυτός ο σύνδεσμος και η ταύτιση με τη Δύση είχαν ως αποτέλεσμα οι μη δυτικές, αδέσμευτες χώρες να καταγγείλουν την Τουρκία στη Διάσκεψη του Μπαντούγκ το 1955 και οι ισλαμικές να την χαρακτηρίσουν ως βλάσφημη.
Μετά τον ψυχρό πόλεμο, η τουρκική ελίτ υποστήριζε σε συντριπτικά μεγάλο ποσοστό την άποψη ότι η Τουρκία πρέπει να είναι δυτική και ευρωπαϊκή. Η ένταξη στο ΝΑΤΟ τους είναι απαραίτητη, γιατί τους παρέχει ένα στενό οργανωτικό δεσμό με τη Δύση και εξασφαλίζει μια ισορροπία απέναντι στην Ελλάδα. Η ένταξη της Τουρκίας στη Δύση, που υλοποιείται με την ένταξη της στο ΝΑΤΟ, ήταν, πάντως, προϊόν του ψυχρού πολέμου. Το τέλος του απομακρύνει τον πρωταρχικό λόγο για την ένταξη αυτή και οδηγεί σε μια εξασθένηση και έναν επανακαθορισμό αυτής της σχέσης. Η Τουρκία δεν είναι πλέον χρήσιμη στη Δύση ως προπύργιο κατά της μεγάλης απειλής από το βορρά αλλά αποτελεί περισσότερο, όπως συνέβη στον πόλεμο του Κόλπου, έναν πιθανό συνεργάτη στην αντιμετώπιση μικρότερων απειλών από το νότο. Σε εκείνον τον πόλεμο, η Τουρκία πρόσφερε κρίσιμη βοήθεια στο συνασπισμό εναντίον του Σαντάμ Χουσείν κλείνοντας τον αγωγό που διασχίζει την επικράτεια της, από τον οποίο το ιρακινό πετρέλαιο έφτανε στη Μεσόγειο, και επιτρέποντας σε αμερικανικά αεροπλάνα να ξεκινούν τις επιχειρήσεις τους εναντίον του Ιράκ από βάσεις της Τουρκίας. Αυτές οι αποφάσεις του προέδρου Οζάλ, πάντως, αποτέλεσαν αφορμή για ουσιαστικές επικρίσεις στην Τουρκία και οδήγησαν στην υποβολή παραίτησης του υπουργού Εξωτερικών, του υπουργού Άμυνας και του αρχηγού του Γενικού Επιτελείου, καθώς επίσης και σε μεγάλες λαϊκές διαδηλώσεις διαμαρτυρίας για τη στενή συνεργασία Οζάλ με τις Ηνωμένες Πολιτείες. Στη συνέχεια, ο πρόεδρος Ντεμιρέλ και η πρωθυπουργός Τσιλέρ προέτρεπαν να τεθεί τέρμα νωρίτερα στις κυρώσεις των Ηνωμένων Εθνών σε βάρος του Ιράκ, οι οποίες αποτελούσαν εξίσου σημαντικό οικονομικό βάρος για την Τουρκία. Η προθυμία της Τουρκίας να συνεργαστεί με τη Δύση στην αντιμετώπιση ισλαμικών απειλών από το νότο είναι πιο αβέβαιη από την προθυμία της να συνεργαστεί με τη Δύση κατά της σοβιετικής απειλής. Στη διάρκεια της κρίσης στον Κόλπο, η άρνηση της Γερμανίας, παραδοσιακά φιλικής προς την Τουρκία, να θεωρήσει μια ιρακινή επίθεση με πυραύλους κατά της Τουρκίας ως επίθεση κατά του ΝΑΤΟ έδειξε, επίσης, ότι η Τουρκία δεν μπορούσε να βασιστεί στη δυτική υποστήριξη για να αντιμετωπίσει τις απειλές από το νότο. Οι αντιπαραθέσεις του ψυχρού πολέμου με τη Σοβιετική Ένωση δεν έθεταν ζήτημα πολιτιστικής ταυτότητας της Τουρκίας, ενω δεν συμβαίνει το ίδιο και όσον αφορά τις σχέσεις της με τις αραβικές χώρες στη μεταψυχροπολεμικά εποχή.

β´
Στις αρχές της δεκαετίας του 1980, ο πρώτος και σημαντικότερος στόχος της εξωτερικής πολιτικής της τουρκικής πολιτικής ελίτ που είναι προσανατολισμένη στη Δύση, ήταν να διασφαλίσει την ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Η Τουρκία υπέβαλε επίσημα αίτηση να γίνει μέλος τον Απρίλιο του 1987. Το Δεκέμβριο του 1989 η Τουρκία έλαβε την απάντηση ότι η αίτηση της δεν μπορούσε να εξεταστεί πριν από το 1993. Το 1994 η Ένωση ενέκρινε τις αιτήσεις της Αυστρίας, της Φινλανδίας, της Σουηδίας και της Νορβηγίας και αναμενόταν ευρέως ότι μέσα στα επόμενα χρόνια θα αναληφθεί ευνοϊκή δράση σχετικά με τις αιτήσεις της Πολωνίας, της Ουγγαρίας και της Τσεχίας, και αργότερα πιθανόν της Σλοβενίας, της Σλοβακίας και των δημοκρατιών της Βαλτικής. Οι Τούρκοι απογοητεύτηκαν ιδιαίτερα όταν πάλι η Γερμανία, το μέλος της Ευρωπαϊκής Κοινότητας με τη μεγαλύτερη επιρροή, δεν υποστήριξε σθεναρά την ένταξη τους και, αντιθέτως, έδωσε προτεραιότητα στην προώθηση της ένταξης των χωρών της Κεντρικής Ευρώπης. Δεχόμενη πιέσεις από τις Ηνωμένες Πολιτείες, η Ευρωπαϊκή Ένωση διαπραγματεύτηκε την τελωνειακή ένωση με την Τουρκία. Πάντως, η πλήρης ένταξη παραμένει μια μακρινή και αμφίβολη πιθανότητα.
Γιατί η Τουρκία φαίνεται σαν να την έχουν προσπεράσει και πάντοτε βρίσκεται στο τέλος της σειράς; Δημοσίως, οι Ευρωπαίοι αξιωματούχοι έκαναν λόγο για το χαμηλό επίπεδο οικονομικής ανάπτυξης της Τουρκίας και για τον ελάχιστο σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Σε ιδιωτικές συνομιλίες, οι Ευρωπαίοι και οι Τούρκοι συμφωνούν ότι οι πραγματικοί λόγοι είναι... ότι η Τουρκία είναι μια μουσουλμανική χώρα. Οι ευρωπαϊκές χώρες δεν ήθελαν να έρθουν αντιμέτωπες με την πιθανότητα να ανοίξουν τα σύνορα τους στη μετανάστευση από μια χώρα με 60 [τότε, σήμερα 75] εκατομμύρια μουσουλμάνους και υψηλή ανεργία. Αυτό που έχει ακόμη μεγαλύτερη σημασία, είναι πως ένιωθαν ότι πολιτισμικά οι Τούρκοι δεν ανήκουν στην Ευρώπη. Το υπόμνημα για την κατάσταση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην Τουρκία, όπως είπε ο πρόεδρος Οζάλ το 1992, είναι ένας "πλαστός λόγος της μη ένταξης της Τουρκίας στην ΕΕ. Ο πραγματικός λόγος έγκειται στο ότι είμαστε μουσουλμάνοι και αυτοί χριστιανοί". Αλλά, πρόσθεσε "δεν το λένε αυτό". Οι Ευρωπαίοι αξιωματούχοι, με τη σειρά τους, συμφώνησαν ότι η Ένωση είναι μια "Χριστιανική Λέσχη"και ότι "η Τουρκία είναι πάρα πολύ φτωχή, υπερβολικά πολυάνθρωπη, πάρα πολύ μουσουλμανική, υπερβολικά σκληρή, υπερβολικά διαφορετική πολιτισμικά, υπερβολικά τα πάντα". Ο "ατομικός εφιάλτης"των Ευρωπαίων, όπως παρατήρησε ένας σχολιαστής, είναι η ιστορική ανάμνηση των "σαρακηνών επιδρομέων στη δυτική Ευρώπη και των Τούρκων στις πύλες της Βιέννης". Αυτές οι αντιλήψεις, με τη σειρά τους, γέννησαν την "κοινή αντίληψη μεταξύ των Τούρκων"ότι "η Δύση δεν βρίσκει θέση για μια μουσουλμανική Τουρκία στο πλαίσιο της Ευρώπης".
Έχοντας απορρίψει την Μέκκα, και έχοντας δεχτεί την απόρριψη των Βρυξελλών, η Τουρκία άδραξε την ευκαιρία που της έδωσε η διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης για να στραφεί προς την Τασκένδη. Ο πρόεδρος Οζάλ και άλλοι τούρκοι ηγέτες διατηρούσαν το όραμα μιας κοινότητας τουρκικών λαών και κατέβαλαν μεγάλες προσπάθειες να αναπτύξουν δεσμούς με τους "εξωτικούς Τούρκους"στο "εγγύς εξωτερικό"της Τουρκίας, που εκτείνεται "από την Αδριατική έως τα σύνορα της Κίνας". Ιδιαίτερη προσοχή δόθηκε στο Αζερμπαϊτζάν και στις τέσσερις τουρκόφωνες δημοκρατίες του Ουζμπεκιστάν, του Τουρκμενιστάν, του Καζακστάν και του Κιργιστάν στην Κεντρική Ασία. Το 1991 και το 1992 η Τουρκία προώθησε ένα ευρύ φάσμα δραστηριοτήτων που είχαν ως στόχο την ενίσχυση των δεσμών της και της επιρροής της σε αυτές τις νέες δημοκρατίες. Σε αυτές τις δραστηριότητες περιλαμβάνονταν δάνεια... για άμεση ενίσχυση, δορυφορική τηλεόραση (που αντικατέστησε ένα κανάλι στη ρωσική γλώσσα), τηλεφωνικές επικοινωνίες, αεροπορική υπηρεσία, χιλιάδες φοιτητικές υποτροφίες για σπουδές στην Τουρκία και επιμόρφωση για τραπεζίτες επιχειρηματίες, διπλωμάτες και εκατοντάδες στρατιωτικούς της Κεντρικής Ασίας και του Αζερμπαϊτζάν. Δάσκαλοι στάλθηκαν στις καινούργιες δημοκρατίες για να διδάξουν τουρκικά, ενώ συστάθηκαν περίπου 2.000 κοινοπραξίες. Η πολιτιστική συνάφεια εξομάλυνε αυτές τις οικονομικές σχέσεις. Όπως σχολίασε ένας Τούρκος επιχειρηματίας "το πιο σημαντικό πράγμα για την επιτυχία στο Αζερμπαϊτζάν ή στο Τουρκμενιστάν είναι να βρεθεί ο σωστός συνεταίρος. Για τον τουρκικό λαό, αυτό δεν είναι δύσκολο. Έχουμε την ίδια κουλτούρα, λίγο πολύ την ίδια γλώσσα και την ίδια κουζίνα".
Τον επαναπροσδιορισμό της Τουρκίας προς τον Καύκασο και την Κεντρική Ασία υπέθαλψε όχι μόνο το όνειρο της να ηγηθεί μιας τουρκικής κοινότητας εθνών, αλλά και η επιθυμία της να εμποδίσει το Ιράν και τη Σαουδική Αραβία να επεκτείνουν την επιρροή τους και να προωθήσουν τον ισλαμικό φονταμενταλισμό σε αυτή την περιοχή. Οι Τούρκοι θεώρησαν ότι προσέφεραν το "τουρκικό μοντέλο"ή την "ιδέα της Τουρκίας", ένα κοσμικό, δημοκρατικό, μουσουλμανικό κράτος με μια οικονομία της αγοράς ως εναλλακτική λύση. Επιπλέον, η Τουρκία έλπιζε να συγκρατήσει την αναζωογόνηση της ρωσικής επιρροής. Προσφέροντας μια εναλλακτική λύση έναντι της Ρωσίαςκαι του Ισλάμ, η Τουρκία θα ενισχύσει, επίσης, την αξίωση της για υποστήριξη από την Ευρωπαϊκή Ένωση και ενδεχόμενη ένταξη της σε αυτή.
Το αρχικό κύμα δραστηριοτήτων της Τουρκίας στις τουρκικές δημοκρατίες περιορίστηκε κάπως το 1993 λόγω των περιορισμένων πόρων της, της εκλογής του Σουλειμάν Ντεμιρέλ στην προεδρία μετά τον θάνατο του Οζάλ, και της εκ νέου επιβεβαίωσης της ρωσικής επιρροής σε ό,τι η Τουρκία θεωρούσε "εγγύς εξωτερικό"της. Όταν οι τουρκικές πρώην σοβιετικές δημοκρατίες απέκτησαν την ανεξαρτησία τους, οι ηγέτες τους έσπευσαν στην Άγκυρα για να ζητήσουν την εύνοια της Τουρκίας. Αργότερα, καθώς η Ρωσία άσκησε πίεση και τις δελέασε με διάφορους τρόπους, μεταστράφηκαν και γενικά τόνισαν την ανάγκη για "ισορροπημένες"σχέσεις ανάμεσα στον πολιτιστικό εξάδελφο τους και τον πρώην αυτοκρατορικό αφέντη τους. Οι Τούρκοι, πάντως, συνέχισαν τις προσπάθειες τους να χρησιμοποιήσουν τις πολιτιστικές συγγένειες τους για να διευρύνουν τους οικονομικούς και πολιτικούς δεσμούς και, χάρη στο πιο σημαντικό στρατήγημα τους, εξασφάλισαν τη συμφωνία των σχετικών κυβερνήσεων πετρελαιοπαραγωγών χωρών για την κατασκευή ενός αγωγού μεταφοράς πετρελαίου από την Κεντρική Ασία και το Αζερμπαϊτζάν στη Μεσόγειο μέσω της Τουρκίας.

γ´
Ενώ η Τουρκία προσπαθούσε να αναπτύξει τους δεσμούς της με τις τουρκικές πρώην σοβιετικές δημοκρατίες, η κεμαλιστική κοσμική της ταυτότητα αντιμετώπιζε αμφισβητήσεις στο εσωτερικό της χώρας. Πρώτον, στην Τουρκία, όπως και σε πολλές άλλες χώρες, το τέλος του ψυχρού πολέμου, μαζί με τις μετατοπίσεις που επέφερε η κοινωνική και οικονομική ανάπτυξη, έθεσε σημαντικά ζητήματα "εθνικής ταυτότητας και εθνικού προσδιορισμού", και η θρησκεία βρισκόταν εκεί για να δώσει μια απάντηση. Η κοσμική κληρονομιά του Ατατούρκ και της τουρκικής ελίτ για δύο τρίτα του αιώνα δέχτηκε ισχυρά πυρά.
Οι εμπειρίες των Τούρκων στο εξωτερικό έτειναν να υποδαυλίζουν τα ισλαμικά αισθήματα στην ίδια την Τουρκία. Οι Τούρκοι που επέστρεφαν από τη δυτική Γερμανία αντιδρούσαν στην εχθρότητα που συναντούσαν εκεί, καταφεύγοντας σε ό,τι τους ήταν οικείο. Και αυτό ήταν το Ισλάμ. Επικρατέστερη άποψη και πρακτική έγινε η ισλαμική...
Αντιμέτωποι με το ενισχυόμενο ισλαμικό αίσθημα, οι κυβερνήτες της Τουρκίας προσπάθησαν να υιοθετήσουν φονταμενταλιστικές πρακτικές και να δεχτούν την φονταμενταλιστική υποστήριξη. Στις δεκαετίες του 1980 και 1990, η υποτιθέμενη κοσμική τουρκική κυβέρνηση διατηρούσε ένα Γραφείο Θρησκευτικών Υποθέσεων με προϋπολογισμό μεγαλύτερο από τον αντίστοιχο μερικών υπουργείων, χρηματοδοτούσε την κατασκευή τζαμιών, απαιτούσε τη διδασκαλία θρησκευτικών σε όλα τα δημόσια σχολεία, και χρηματοδοτούσε ισλαμικά σχολεία, τα οποία πενταπλασιάστηκαν στη διάρκεια της δεκαετίας του 1980 και έφτασαν να καλύπτουν περίπου το 15% των παιδιών στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Στα σχολεία αυτά διδάσκονταν τα ισλαμικά δόγματα που τα ενστερνίστηκαν χιλιάδες απόφοιτοι, από τους οποίους πολλοί τοποθετήθηκαν σε κυβερνητικές υπηρεσίες. Σε μια συμβολική αλλά εντυπωσιακή αντίθεση με τη Γαλλία, η κυβέρνηση επέτρεψε στις μαθήτριες να φορούν την παραδοσιακή μουσουλμανική μαντήλα στο κεφάλι, εβδομήντα χρόνια αφότου ο Ατατούρκ είχε καταργήσει το φερετζέ. Αυτές οι κυβερνητικές ενέργειες, που οφείλονται κατά μεγάλο μέρος στην επιθυμία να υπονομευθούν οι δραστηρίοτητες των ισλαμιστών, αποτελούν μια μαρτυρία για το πόσο ισχυρές ήταν αυτές οι δραστηριότητες στη δεκαετία 1980 και στις αρχές της δεκαετίας 1990.
Δεύτερον, η ισλαμική αναβίωση άλλαξε το χαρακτήρα της τουρκικής πολιτικής. Διάφοροι πολιτικοί ηγέτες, όπως ο Τουργκούτ Οζάλ, ανοικτά ταυτίστηκαν με μουσουλμανικά σύμβολα και πολιτικές. Στην Τουρκία, όπως και σε άλλες χώρες, η δημοκρατία ενθάρρυνε την επιστροφή στην ιθαγενή κουλτούρα καθώς και στη θρησκεία. "Μέσα στη βιασύνη τους να αποκτήσουν την εύνοια του λαού και να κερδίσουν ψήφους, οι πολιτικοί -ακόμα και ο στρατός, το λίκνο και ο φύλακας της κοσμικότητας- αναγκάστηκαν να πάρουν υπόψιν τους τις θρησκευτικές αντιλήψεις του λαού: πολλές από τις παραχωρήσεις που έκαναν ήταν καθαρά δημαγωγικές". Τα λαϊκά κινήματα είχαν σαφείς θρησκευτικές τάσεις. Παρόλο που η ελίτ και οι κρατικοί λειτουργοί, και ιδιαίτερα ο στρατός, ήταν προσανατολισμένος στον κοσμικό χαρακτήρα της χώρας τους, φιλοισλαμιστικές εκδηλώσεις εμφανίστηκαν στις ένοπλες δυνάμεις...
Τρίτον, η αναβίωση του Ισλάμ επηρέασε την τουρκική εξωτερική πολιτική. Κατά τη διάρκεια του πολέμου του Κόλπου και υπό την επιρροή του προέδρου Οζάλ, η Τουρκία είχε συμμαχήσει με τη Δύση αναμένοντας ότι αυτή η κίνηση θα την έφερνε ένα βήμα πιο κοντά στην επιδίωξη να γίνει μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ωστόσο, η προσδοκία της αυτή δεν πραγματοποιήθηκε και, επιπλέον, ο δισταγμός του ΝΑΤΟ όσον αφορά τη στάση που θα κρατούσε στην περίπτωση που η Τουρκία δεχόταν επίθεση από το Ιράκ, γέμισε ανησυχία του Τούρκους. Οι Τούρκοι ηγέτες προσπάθησαν να διευρύνουν τους στρατιωτικούς δεσμούς με το Ισραήλ, πράγμα που προκάλεσε την έντονη κριτική των ισλαμιστών. Το κυριότερο, όμως, είναι ότι κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1980 η Τουρκία ανέπτυξε τις σχέσεις της με αραβικές και άλλες μουσουλμανικές χώρες. Στη δεκαετία του 1990, προωθεί έμπρακτα τα συμφέροντα των ισλαμιστών παρέχοντας σημαντική βοήθεια στους Βόσνιους μουσουλμάνους αλλά και στο Αζερμπαϊτζάν. Όσον αφορά τη Βαλκανική, την Κεντρική Ασία και τη Μέση Ανατολή, η εξωτερική πολιτική της Τουρκίας έχει εξισλαμιστεί.

δ´
Εδώ και πολλά χρόνια, η Τουρκία ικανοποιεί δύο από τις τρείς προϋποθέσεις που χρειάζεται μια διχασμένη χώρα για να αλλάξει την πολιτισμική της ταυτότητα. Οι ελίτ της Τουρκίας υποστηρίζουν συντριπτικά αυτή την αλλαγή και ο λαός συναινεί. Ωστόσο, οι ελίτ του αποδέκτη πολιτισμού, δηλαδή του δυτικού, δεν είναι δεκτικές. Όσο το ζήτημα εκκρεμεί, η ισλαμική αναβίωση στην Τουρκία γεννά αντιδυτικά αισθήματα στο λαό και αρχίζει να υπονομεύει την κοσμική, φιλοδυτική ελίτ. Τα εμπόδια που αντιμετωπίζει η Τουρκία στην πορεία του εξευρωπαϊσμού της, η περιορισμένη δυνατότητα της να διαδραματίσει καθοριστικό ρόλο στις τουρκικές πρώην σοβιετικές δημοκρατίες, καθώς και η εμφάνιση του ισλαμισμού που διαβρώνει τη κληρονομιά του Ατατούρκ, οδηγούν στο συμπέρασμα ότι η Τουρκία θα παραμείνει μια διχασμένη χώρα. Οι Τούρκοι ηγέτες, εκφράζοντας αυτές τις αντιφατικές τάσεις της κοινωνίας τους, περιγράφουν τη χώρα τους ως "γέφυρα"μεταξύ πολιτισμών. Το 1993, η πρωθυπουργός Τανσού Τσιλέρ ισχυρίστηκε ότι η Τουρκία είναι ταυτόχρονα μια "δυτική δημοκρατία"και "τμήμα της Μέσης Ανατολής"που "γεφυρώνει δύο πολιτισμούς, φιλοσοφικά και γεωγραφικά".
Αντικατοπτρίζοντας αυτή την αμφιλεγόμενη κατάσταση, η ίδια η Τσιλέρ άλλοτε εμφανίζεται ως μουσουλμάνα και άλλοτε, μιλώντας προς το ΝΑΤΟ, ισχυρίζεται ότι "αποτελεί γεωγραφικό και πολιτικό γεγονός πως η Τουρκία είναι ευρωπαϊκή χώρα". Παρομοίως, ο πρόεδρος Σουλειμάν Ντεμιρέλ τόνισε ότι "η Τουρκία αποτελεί μια σημαντική γέφυρα που ενώνει τη Δύση με την Ανατολή, δηλαδή την Ευρώπη με την Κίνα".
Μια γέφυρα, όμως, δεν είναι παρά ένα τεχνητό κατασκεύασμα που ενώνει δύο σταθερές οντότητες, αλλά δεν ανήκει σε καμία από αυτές. Όταν οι Τούρκοι ηγέτες αποκαλούν τη χώρα τους γέφυρα, παραδέχονται ότι είναι διχασμένη.

Έξοδος
Ο ιός της Δύσης και η πολιτιστική σχιζοφρένεια
Η κεμαλικού τύπου αντίδραση υπήρξε ανεπιτυχής... Ορισμένοι πολιτικοί ηγέτες πιστεύουν ότι μπορούν να αναμορφώσουν εκ βάθρων την κοινωνία τους. Αυτό είναι καθαρή ύβρις και είναι καταδικασμένοι σε αποτυχία. Μολονότι μπορούν να εισάγουν δυτικά στοιχεία, δεν μπορούν να καταπιέζουν επ'αόριστον τα κεντρικά στοιχεία της ιθαγενούς κουλτούρας. Ο ιός της Δύσης, όταν εγκατασταθεί σε μια άλλη κοινωνία, είναι δύσκολο να αποβληθεί. Αντέχει αλλά δεν έχει μοιραία αποτελέσματα: ο ασθενής ζει αν και δεν είναι ποτέ πια ο ίδιος. Οι πολιτικοί ηγέτες μπορούν να γράψουν ιστορία, αλλά δεν μπορούν να της ξεφύγουν. Δημιουργούν διχασμένες χώρες: δεν δημιουργούν δυτικές κοινωνίες. Μολύνουν τη χώρα τους με μια πολιτιστική σχιζοφρένεια που μετατρέπεται σε χαρακτηριστικό γνώρισμα της κοινωνίας τους.

Samuel Huntington
Η σύγκρουση των πολιτισμών και ο ανασχηματισμός της παγκόσμιας τάξης
1996
Terzo Books



.~`~.
Για περαιτέρω ιχνηλάτηση και πληρέστερη προοπτική

Δύο -σύντομα- βίντεο για την Ουκρανία και τρεις δυνητικές απειλές για την πρωτοκαθεδρία του κυρίαρχου.

$
0
0




1997
...οι Ηνωμένες Πολιτείες θα πρέπει ίσως να καθορίσουν τον τρόπο με τον οποίο θα αντιμετωπίσουν περιφερειακούς συνασπισμούς που επιδιώκουν να εκδιώξουν την Αμερική από την Ευρασία, απειλώντας έτσι τη θέση της Αμερικής ως παγκόσμιας δύναμης...

Δυνητικά, το πιο επικίνδυνο σενάριο θα ήταν ένας μεγάλος συνασπισμός της Κίνας, της Ρωσίαςκαι ίσως του Ιράν (Shanghai Cooperation Organisation), ένας «αντιηγεμονικός» συνασπισμός, τον οποίο δεν θα ένωνε η ιδεολογία, αλλά συμπληρωματικά παράπονα. Από την άποψη της κλίμακας και του πεδίου του, ένας τέτοιος συνασπισμός θα υπενθύμιζε την πρόκληση την οποία αποτελούσε άλλοτε ο σινο-σοβιετικός συνασπισμός, αν και αυτή τη φορά η Κίνα θα ήταν πιθανώς ο ηγέτης και η Ρωσία ο οπαδός. Η αποτροπή αυτού του ενδεχομένου, όσο απόμακρο και αν είναι, θα απαιτήσει την επίδειξη γεωστρατηγικής επιδεξιότητας εκ μέρους των ΗΠΑ ταυτοχρόνως στη δυτική, στην ανατολικήκαι στη νότιαπερίμετρο της Ευρασίας.
Μια πιο περιορισμένη γεωγραφικά, αλλά δυνητικά με μεγαλύτερες συνέπειες πρόκληση θα προερχόταν από τη δημιουργία σινο-ιαπωνικού άξονα (China–Japan–South Korea trilateral summit), ως επακόλουθο της κατάρρευσης της αμερικανικής θέσης στην Άπω Ανατολήκαι μιας επαναστατικής αλλαγής στην παγκόσμια οπτική της Ιαπωνίας. Θα συνδύαζε τη δύναμη δύο εξαιρετικά παραγωγικών λαών και θα μπορούσε να εκμεταλλευτεί κάποια μορφή «ασιατισμού» ως ενοποιητικό αντιαμερικανικό δόγμα. Ωστόσο, στο ορατό μέλλον δεν φαίνεται πιθανό να συμμαχήσουν η Κίνα και η Ιαπωνία λόγω της πρόσφατης ιστορικής εμπειρίας τους, και μια μακροπρόθεσμη αμερικανική πολιτική στην Άπω Ανατολή θα έπρεπε σίγουρα να είναι ικανή να εμποδίσει ένα τέτοιο ενδεχόμενο.
Επίσης, πολύ απόμακρη, αλλά χωρίς να αποκλείεται εντελώς, είναι η δυνατότητα μιας μεγάλης ευρωπαϊκής συμφωνίας, που θα περιλάμβανε είτε μια γερμανο-ρωσική συνεργία είτε μια γαλλο-ρωσική συνεννόηση. Υπάρχουν προφανή ιστορικά προηγούμενα και των δύο περιπτώσεων, που θα μπορούσαν να προκύψουν αν η ευρωπαϊκή ενοποίηση ανακοπτόταν και αν οι σχέσεις μεταξύ Ευρώπης και Αμερικής επιδεινώνονταν σοβαρά. Πράγματι, στο τελευταίο ενδεχόμενο, θα μπορούσαμε να φανταστούμε ένα διακανονισμό μεταξύ Ευρώπης και Ρωσίας προκειμένου να αποκλείσουν την Αμερική από την ήπειρο (Russia-EU: Time to Decide)...

Όποιο και αν είναι το μέλλον, είναι λογικό να συμπεράνουμε ότι η αμερικανική πρωτοκαθεδρία στην ευρασιατική ήπειροθα πληγεί από αναταραχές και ίσως από σποραδική, τουλάχιστον, βία. Η αμερικανική πρωτοκαθεδρία είναι δυνητικά ευάλωτη σε νέες προκλήσεις, είτε από περιφερειακούς ανταγωνιστές είτε από νέους αστερισμούς. Πιθανώς, το τωρινό κυρίαρχο αμερικανικό παγκόσμιο σύστημα, εντός του οποίου «η απειλή πολέμου είναι εκτός ημερήσιας διάταξης», θα είναι σταθερό μόνο σε εκείνα τα μέρη του κόσμου στα οποία η αμερικανική πρωτοκαθεδρία, καθοδηγούμενη από μακροπρόθεσμη γεωστρατηγική, στηρίζεται σε συμβατά και ομοειδή κοινωνικοπολιτικά συστήματα, τα οποία συνδέονται μεταξύ τους με πολυμερή πλαίσια στα οποία κυριαρχεί η Αμερική.


.~`~.
Περισσότερα

Μια σύντομη -«προφητική» δήθεν- αναφορά στην Ουκρανία και την Κριμαία.

$
0
0
.
Μια δεύτερη και κάπως πιο πιθανή εκδοχή είναι η Ουκρανίανα διασπαστεί σε δύο ξεχωριστές οντότητες κατά μήκος της πολιτισμικής συνοριακής γραμμής, και η ανατολική πλευρά να συγχωνευτεί με τη Ρωσία. Το ζήτημα της απόσχισης προέκυψε αρχικά με την Κριμαία. Ο λαός της Κριμαίας, που είναι κατά 70% Ρώσοι, υποστήριξε την ανεξαρτησία της Ουκρανίας από τη Σοβιετική Ένωση με ένα δημοψήφισμα που έκανε το Δεκέμβριο του 1991. Επίσης, το Μάιο του 1992 η βουλή της Κριμαίας ψήφισε την ανακήρυξη της ανεξαρτησίας της από την Ουκρανία, ενώ, αργότερα, κάτω από ουκρανική πίεση, ανακάλεσε αυτή την απόφαση. Η ρωσική κυβέρνηση παρόλα αυτά, ψήφισε την ακύρωση της εκχώρησης της Κριμαίας στην Ουκρανία που έγινε το 1954. Το 1994, η Κριμαία ψήφισε για πρόεδρο της έναν άνθρωπο που βάσισε την προεκλογική του εκστρατεία στο σύνθημα "ενότητα με τη Ρωσία". Αυτό έκανε κάποιους να θέσουν το ερώτημα: "Θα γίνει η Κριμαία το επόμενο Ναγκόρνο Καραμπάχή η επόμενη Αμπχαζία;". Η απάντηση ήταν ένα συνταρακτικό "όχι"όσο ο πρόεδρος της Κριμαίας απέφευγε την δέσμευση του να κάνει αναφορά στην ανεξαρτησία και αντ'αυτού διαπραγματεύτηκε με τη κυβέρνηση του Κιέβου. Το Μάιο του 1994 η κατάσταση οξύνθηκε όταν η κυβέρνηση της Κριμαίας αποφάσισε την επαναφορά του συντάγματος του 1992 που την καθιστούσε απόλυτα ανεξάρτηση από την Ουκρανία. Για άλλη μια φορά, η πίεση που άσκησαν οι Ρώσοι και οι Ουκρανοί ηγέτες εμπόδισε τη πρόκληση βίαιων καταστάσεων. Δύο χρόνια αργότερα η εκλογή του φιλορώσου Κούτσμα στο αξίωμα του προέδρου της Ουκρανίας υπονόμευσε την επιθυμία της Κριμαίας για απόσχιση.
Πάντως, αυτές οι εκλογές αύξησαν την πιθανότητα το δυτικό τμήμα της χώρας να αποσχιστεί από μια Ουκρανία που πλησίαζε όλο και περισσότερο τη Ρωσία. Μερικοί Ρώσοι μπορεί να το καλωσορίζουν αυτό. Και όπως είπε ένας Ρώσος στρατηγός "η Ουκρανία ή καλύτερα η ανατολική Ουκρανία θα επανέλθει σε πέντε, δέκα ή δεκαπέντε χρόνια. Η δυτική Ουκρανία μπορεί να πάει στο διάβολο". Μια τέτοια ένωση και μια δυτικά προσανατολισμένη Ουκρανία, παρόλα αυτά, θα μπορούσε να είναι βιώσιμη μόνο αν είχε μια ισχυρή και αποτελεσματική δυτική υποστήριξη. Και μια τέτοια υποστήριξη είναι, με τη σειρά της, πιθανό να υπάρξει μόνο αν οι σχέσεις μεταξύ Δύσης και Ρωσίας υποχωρήσουν σημαντικά και καταλήξουν να μοιάζουν με αυτές που υπήρχαν κατά τη διάρκεια του ψυχρού πολέμου... Οι ρωσοουκρανικές σχέσεις είναι για την Ανατολική Ευρώπη, όπως υπογράμμισε ο Τζον Μόρισον, ό,τι οι γαλλογερμανικές για τη Δυτική Ευρώπη. Και όπως η τελευταία σχέση διαμορφώνει τον πυρήνα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, έτσι και η πρώτη είναι ο βασικός πυρήνας για τον ορθόδοξο κόσμο.

Samuel Huntington
Η σύγκρουση των πολιτισμών και ο ανασχηματισμός της παγκόσμιας τάξης
1996
Terzo Books

.~`~.
Για περαιτέρω ιχνηλάτηση και πληρέστερη προοπτική

- Το μέλλον της Ε.Ε, η Ανατολική Ευρώπη -η Ουκρανία- και τα Βαλκάνια, ο Huntington, ο Brzezinski και οι πλανητικές πολιτικές των Η.Π.Α. Τα «Ανθρώπινα δικαιώματα», η «σύγκρουση των πολιτισμών» και τα «Ευρασιατικά Βαλκάνια» ως βαλκανοποίηση της υφηλίου και καλλιέργεια της ελεγχόμενης αναρχίας. Η απόρριψη του διλήμματος μεταξύ πυρηνικού ολοκαυτώματος ή πολιτιστικής ανυπαρξίας - προς μιας νέα ιστορική σύνθεση που θα εναντιώνεται στις θεωρίες και τους υπολογισμούς γραφείου-εργαστηρίου.
*
*
*
*

Η Ευρωκεντρική ιδεολογία, οικονομικές, πολιτικές και πολιτιστικές επιπτώσεις και «Ευρώπη».

$
0
0
.
.~`~.
Πρόλογος

...σύμπασα η ανθρωπότης οδεύει επί ευθείας γραμμής εν είδει σιδηροδρόμου, στον οποίον κάποιοι μπροστά είναι οι μηχανοδηγοί, όλοι δε οι άλλοι ακολουθούν ως βαγόνια από πίσω. Εγγενής στην άποψη αυτή περι πολιτισμού είναι η αντίληψη ότι οι πολιτισμοί «ανεβοκατεβαίνουν», έρχονται και παρέρχονται ως είδος επισκεπτών. Είναι μια αντίληψη αυτονόητη, εφ'όσον εκκινεί κανείς από την επιδίωξη να δείξει ότι υπάρχει «ένας και μόνο» πολιτισμός. Ο «δυτικός» έτσι πολιτισμός αντεπαρατέθη προς όλους τους άλλους, με σκοπό όχι την ερευνητική σύγκριση αλλά απλώς την αγνόηση τους. Δεν είναι συνεπώς τυχαίο ότι στις έσχατες απολήξεις τους οι ιστορικές αυτές αξιολογήσεις περί «πολιτισμών» κατέληγαν (και συνειδησιακώς καταλήγουν ακόμη και σήμερα) στην αυθαίρετη και ελάχιστα επιστημονική, αντικειμενικώς δε ανύπαρκτη παραδοχή της «ράτσας». «Ράτσα» δεν είναι κάτι το επιστημονικώς ορίσιμο, είναι όμως κάτι που επιδέχεται άνετα στιγμιαίους προσδιορισμούς, ανάλογα με τα επιδιωκόμενα τέλη. Και τα τέλη εδώ, καθώς είπαμε, ήταν να επιβιβασθεί όλη η ανθρωπότητα επί της... ευθείας γραμμής του τραίνου... Ποιά ήταν (και είναι) η οικονομική σημασία αυτής της αντίληψης, θα δει καλύτερα ο αναγνώστης στο κείμενο που ακολουθεί. Σκόπιμο είναι επίσης να τονισθεί, ότι η ατμομηχανική αυτή αντίληψη περί ιστορίας και πολιτισμών είχε και μιαν άλλη πρακτική αναγκαιότητα: την ύπαρξη κάποιων «γενικών αρχών» που θα επέτρεπαν την λειτουργία του Διεθνούς Δικαίου ως αποσφράγιση των... φιλοσοφικών αντιλήψεων περί «πολιτισμών».

.~`~.
Η Ευρωκεντρική ιδεολογία
α´
Εν τω μεταξύ, στο διάστημα των δύο τελευταίων αιώνων που αυτές οι θεωρίες μεσουράνησαν και η «μελέτη» των άλλων πολιτισμών έγινε έδρες στα πανεπιστήμια, κανένας άλλος πολιτισμός δεν οικειώθηκε τα «θεωρητικά εξαγόμενα» της φιλοσοφικής αντιλήψεως περί της μονογράμμου εξελίξεως στην ιστορία. Οι πολιτισμοί παρέμειναν μέχρι των ημερών μας αυτοί που ήσαν και πριν. Όλα τα πολιτικά προβλήματα της εποχής μας προέρχονται ακριβώς από το γεγονός ότι αυτές οι θεωρίες του παρελθόντος καμμιάν πολιτική και ιστορική οργάνωση του κόσμου δεν κατάφεραν. Τεχνολογική εξέλιξη άλλων πολιτιστικών κύκλων υπήρξε, ούτε οι Ρώσοι όμως ούτε οι Ιάπωνες και οι Ινδονήσιοι προϋπόθεση της τεχνολογικής αναπτύξεως τους θεώρησαν την ιδεολογική ανάληψη των αρχών του δυτικοευρωπαϊκού πολιτισμού. Ο επτανήσιος λόγιος Leucadio Hearn έδειχνε στα τέλη του περασμένου αιώνα και αρχές του τωρινού, ότι οι Γιαπωνέζοι αναπτύσσονται ακριβώς επί των τελείως αντιθέτων αρχών του δυτικού φιλελευθερισμού. Έτσι τά πράγματα εξελίχθησαν μεχρι σήμερα (τα μεροκάματα και οι ασφαλίσεις είναι ουσιωδέστερες των αποδείξεων) και έτσι συνεχίζουν να εξελίσσωνται για ολόκληρη την Ασία. Οι Ρώσοι και το ανεπτυγμένο τεχνολογικώς τμήμα του Ισλάμ στην Ινδονησία δείχνουν, αρκούντως, ότι η τεχνολογική ανάπτυξη είναι δυνατή και υπό προϋποθέσεις που συνιστούν διϊστορικώς τον ιδεολογικόν αντίποδα των φιλοσοφικών θεωρημάτων του δυτικοευρωπαϊκού φιλελευθερισμού. Μερικές των ιδεολογικών αυτών διαφορών θα βρει ο αναγνώστης στα ακολουθούντα.
Οι διακηρύξεις συνεπώς περί μονοδιάστατου γραμμικής αναπτύξεως των πολιτισμών ουδόλως επιβεβαιώθηκαν στην πράξη. Ο μερκαντιλισμός και ο λιμπεραλισμός του παρελθόντος όχι μόνο δεν κατόρθωσαν να δημιουργήσουν ένα εναιαίο ιδεολογικό πλαίσιο της τεχνολογικής αναπτύξεως, αλλά ακριβώς εμπόδισαν και την οποιαδήποτε επίδραση επί της «ευρωκεντρικής ιδεολογίας» εκ των έξω. Και αυτό ακριβώς θα ήταν η μόνη και αναγκαία προϋπόθεση για μια παγκόσμια οργάνωση της τεχνολογικής παραγωγής. Η δυτική Ευρώπη - υπό τον ιδεολογικό μανδύα του λιμπεραλισμού - αποτελεί το μοναδικό παράδειγμα πολιτισμού στην ιστορία που βρέθηκε με κολοσσιαία μέσα διαδόσεως και δεν κατόρθωσε να δημιουργήσει ενα πολιτιστικό αποτέλεσμα έστω και διάρκειας δεκαετιών. Η σχέση της με όλους τους άλλους πολιτισμούς υπήρξε σχέση αντιθέσεως και μόνο - πράγμα φυσικό, εφ'όσον κανείς πιστεύει, μέσα σε μια γραμμική περί ιστορίας αντίληψη, ότι ο δικός του πολιτισμός αποτελεί το τελευταίο στάδιο της «εξέλιξης» και οι άλλοι, εκόντες άκοντες, δεν έχουν παρά να το μιμηθούν και να το ακολουθήσουν. Επόμενο συνεπώς είναι όλες οι «κατανοήσεις» των άλλων πολιτισμών να καταλήγουν ως συμπέρασμα στο ίδιο το σημείο αφετηρίας: ότι όλος ο κόσμος οδεύει επί ευθείας γραμμής. Στις εμφάνειες του το πράγμα κατάντησε ταυτόσημο με το γεγονός της κυκλοφορίας αυτοκινήτων και με την «ευκολία» των «πολιτικών διαχειρίσεων» του ιμπεριαλισμού. Τα αξιοποιήσιμα συνεπώς στοιχεία άλλων πολιτιστικών κύκλων προς μια παγκόσμια οργάνωση της παραγωγής έπαψαν να λειτουργουν, ενώ οι ίδιοι οι εκτός δυτικής Ευρώπης πολιτισμοί αναγκαστικά «συγκεντρούντο» επί των στοιχείων διαφοράς τους με τον δυτικοευρωπαϊκόν και όχι επί των στοιχείων συνεργασίας.
Ο λιμπεραλισμός έτσι, ευρέθηκε στις φιλοσοφικές του προϋποθέσεις μονομάχος εναντίον ολοκλήρου της ανθρωπότητος. Μιας ανθρωπότητος, μάλιστα, η οποία στα πολιτιστικά της δεδομένα ήταν πολύ εδραιότερη από τις φιλοσοφικές απλουστεύσεις του λιμπεραλιστικού «ατομισμού». Μια τέτοια παραδοχή όμως -και συνεπώς η αξιοποίηση μιας πραγματικότητας- ήταν αδύνατη μέσα στην γραμμική περί ιστορίας αντίληψη. Η δημιουργία των «εθνικών κρατών» ως τεχνική της γραμμικής περί ιστορίας αντιλήψεως και κατ'ουσίαν μέθοδος προς απολαβή των πρώτων υλών, ενήργησε ως στοιχείο «προστασίας» των εγχώριων πολιτιστικών παραδόσεων στην απλή συνείδηση των λαών, διότι έτσι διεχωρίζετο η υπάρχουσα πολιτιστική παράδοση από το κράτος, το οποίον εξεπροσωπεί μεν τη «γραμμική» περί ιστορίας αντίληψη, για να υπάρξει, όμως, είχε ακριβώς ανάγκη της υπαρχούσης πολιτιστικής δομής, προκειμένου να την μεταβάλει σε «εθνική ιδεολογία». Αλλιώς, τα «κοινοβούλια» σε πολιτιστικούς χώρους που δεν τα ήξεραν και ούτε ανάγκη τα είχαν, δεν ήταν δυνατόν να λειτουργήσουν. Η γραμμική συνεπώς αντίληψη της ιστορίας δια των «εθνικών» κρατών, δηλαδή κατά πράξη ο ιμπεριαλισμός, δυνάμωσε την αντίθεση όλων των άλλων πολιτιστικών χώρων με τον δυτικοευρωπαϊκό. Όπως έχουμε σήμερα δεδομένο, κανένας πολιτισμός δεν εδέχθηκε έστω και επιδράσεις των φιλοσοφικών θεωρημάτων του λιμπεραλισμού, υπό τον οποίον «ελειτούργησε» η δυτική Ευρώπη κατά τους δύο τελευταίους αιώνες. Και ούτε πρόκειται να τις δεχθεί, σε τούτο δε ακριβώς συνίσταται το μείζον ιστορικό και πολιτικό πρόβλημα των καιρών μας. Το πολιτισμικό έργο της δυτικής Ευρώπης, με κριτήριο παγκοσμιότητας, μπορούμε να πούμε ότι υπήρξε επακριβώς μηδέν. Έμεινε απλώς εκεί που παρήχθει.

β´
Βεβαίως κατορθώθει αυτό που επιδιώκετο: η δωρεάν (η εντελώς δωρεάν -κι αυτό ισχύει μέχρι σήμερα) απολαβή των πρώτων υλών. Από το άλλο όμως μέρος μένει η διαπίστωση, ότι ουδέποτε στο παρελθόν υπήρξε τόσο αλόγιστη σπατάλη των φυσικών πόρων της ανθρωπότητας και άσκοπη καταστροφή τους μέσα σε ένα ανομοιογενές σύστημα κρατών, υπό την εύσχημη ονομασία του «πολιτικού ισοζυγίου» και μέσα σε μια ιδεολογία «αναπτύξεως», που ουδέποτε μέχρι σήμερα (ούτε βέβαια και στο μέλλον πρέπει να ελπίζεται) δεν μπόρεσε να καθορίσει το νοηματικό περιεχόμενο της. Στην πρακτική σημασία της η «ανάπτυξη» είναι απλή και ονομάζεται «επιβίωση», ποτέ όμως στην ιστορία της ανθρωπότητας η επιβίωση, μέσω των συνθημάτων της «αναπτύξεως» και της «προόδου», δεν έλαβε το νόημα του κόστους επί των επερχομένων γενεών. Κανένας πολιτισμός δεν οδήγησε τον άνθρωπο αν ζει εις βάρος των παιδιών και των εγγονιών του, κλείνοντας την φύση και τις βιολογικές συνθήκες υπάρξεως σε... «φιλοσοφικούς σκοπούς». «Φιλοσοφικούς σκοπούς» χωρίς φιλοσοφία... Το φαινόμενο της αναπαραγωγικότητας των «ανεπτυγμένων κοινωνιών» μια και μόνο «φιλοσοφική εξήγηση» μπορεί να έχει: ότι το φαινόμενο της ζωής έχει υπονομευθεί στις βιολογικές του προϋποθέσεις και υποσυνειδήτως οι άνθρωποι το αποφεύγουν.
Με την έννοια της «αναπτύξεως» και της «προοόδου» ασχολούμαστε ασχολούμαστε εκτενώς στο βιβλίο τούτο...Συνοπτικώς μπορούμε να σημειώσουμε εδώ ότι η έννοια της «αναπτύξεως» δύο πρακτικά τέλη ενέχει: αφ'ενός μεν -και τούτο παλαιότερα- να μην μπορούν οι έχουσες τις πρώτες ύλες χώρες να αναπτύξουν οι ίδιες την τεχνολογική εκμετάλλευση των πρώτων υλών τους, και, δεύτερον, ως ένα ιδεολογικό σύνθημα «σκοπού», που θα κρατούσε τα εργαζόμενα σύνολα στην παραγωγή. «Πρόοδος» ίσον τελειοποίηση των καταναλωτικών προϊόντων. Εννοείται βέβαια, ότι για την εκπλήρωση του πρώτου επιτάγματος δεν θα αρκούσε απλώς η μέριμνα για την συνεχή επιστημονική τελοιοποίηση των μεθόδων παραγωγής εκ μέρους των ήδη ανεπτυγμένων'έπρεπε και για τους μη ανεπτυγμένους οι πολιτικές συνθήκες να είναι τέτοιες, ώστε να εμποδίζουν κάθε προσπάθεια αναπτύξεως. Οι σχετικές τακτικές και μέθοδοι για τον δεύτερον τούτο σκοπό έχουν την συμπεριληπτική ονομασία «φιλοσοφία της ιστορίας»...
Προφανές είναι βέβαια ότι, μέσα στις «απλουστευτικές» μεθόδους της καθημερινής πρακτικής τούτη η «φιλοσοφία της ιστορίας» δεν θα εκαταντούσε παρά ένα ακουστικός θόρυβος συνθημάτων και τεχνητών επινοήσεων, ειδικά καλλιεργούμενος από διάφορες ομάδες «ειδικών», που εν τη προσπαθεία του να κρατήσει το σύστημα της καπιταλιστικώς οργανωμένης παραγωγής σαν ένα σύστημα κλειστό, έφερε εκείνη την ανατροπή νοημάτων και συνειδήσεων, η οποία θα απέκοβε την δυτική Ευρώπη από κάθε είδους πολιτιστική επικοινωνία και άρα με την εξ αντικειμένου αδυναμία ασκήσεως ιστορικού έργου δια της πολιτικής. Τέτοιου είδους αφηρημένα νοήματα, που έχουν ήδη καταντήσει χρόνιες ασθένειες στην νόηση όλων των επιπέδων, είναι «Ευρώπη», «Ανατολή», «Δύση», «Ασία», «Δημοκρατία» κλπ. Η αοριστία αυτών των συνθημάτων μπορούσε βέβαια να δικαιολογήσει κάθε «θεωρία» της στιγμής και κάθε πολιτική επιχείρηση, ταυτοχρόνως εξαφάνιζε όμως την πραγματικότητα από τις συνειδήσεις, περιόριζε την σκέψη σε ορισμένα σχήματα εσωτερικής μόνο πολιτικής (αφού για την εξωτερική απαιτούντο «τέλη» και όχι ιδέες) και την στερούσε κάθε δυνατότητος επικοινωνίας προς τα «έξω».
Στις μέρες μας, η ουσία των καταστάσεων αποκαλύπτεται αφ'εαυτής: σήμερα που η τροπή των ιστορικών καταστάσεων απαιτεί ένα συγκεκριμένο περιεχόμενο όλων των παραπάνω εννοιών, η «Ευρώπη» δεν μπορεί να αρθρώσει λέξη για τίποτα. Όχι μόνο αποδεικνύεται ελάχιστη στον πολιτικό χειρισμό των παγκοσμίων προβλημάτων, με πλήρη απουσία ιστορικών παραστάσεων, όχι μόνο ιδέες δεν έχει προσφέρει μέχρι τα σήμερα γι'αυτά, αλλά αποφεύγει και την όποια πραγματική αντιμετώπιση τους, επαναλαμβάνουσα διαρκώς μόνιμα μοντέλα της φιλοσοφίας της εξωτερικής της «πολιτικής»: όπλα, «ανασφάλειες», «εχθροί»... Ο μόνιμος «εχθρός» για την Ευρώπη είναι όλη η άλλη ανθρωπότητα.
Καθόλου εκπληκτικό, συνεπώς, που όχι μόνο δεν έχει για τίποτε κάποιες ιδέες να προσφέρει, αλλά αποδεικνύεται και πολιτικώς ανίκανη να καταλάβει τους χειρισμούς των υπερδυνάμεων, μεταπηδούσα από έκπληξη σε έκπληξη και από διάψευση σε διάψευση. Και είναι τούτο φυσικό, διότι η δημιουργία πολιτικής δια του «δίνειν» και όχι δια του συνεχώς «λαμβάνειν», είναι ως ευρωπαϊκή εμπειρία άγνωστη.

γ´
Υπό το καθεστώς του ψυχρού πολέμου και μέσα στην αοριστολογία του σύνθηματος της «Δύσεως», εκαλλιεργήθηκε η ιδέα ότι Αμερική και δυτική Ευρώπη είναι το ίδιο πράγμα και ότι η ανθρωπότητα ευρίσκετο ολίγον πριν από την αποδοχή της γραμμικής φιλοσοφίας περί ιστορίας, γεγονός που εμπόδιζε μόνο το καθεστώς της πρώην Σοβιετικής Ενώσεως. Αν δηλαδή έλειπε το καθεστώς αυτό, που διέθετε πυρηνικούς πυραύλους, τα πάντα θα ήσαν ελεύθερα για την βασιλεία των «ανθρωπίνων δικαιωμάτων», των «εθνικών κυβερνήσεων» και των «διεθνών οργανισμών».
Από τα προβλήματα που παρουσιάσθηκαν στον κόσμο μετά το 1989 -προβλήματα δαιδαλώδη και δυσεπίλυτα και καθαρά δημιουργήματα της ευρωπαϊκής πολιτικής του παρελθόντος- κανένα δεν υπήρχε στην νόηση των θεωρητικών της «φιλοσοφίας της ιστορίας» και των κανόνων παιχνιδιού της «δημοκρατίας». Και συνεχίζουν να μιλούν περί «εθνικισμών» εκεί ακριβώς που υπάρχουν μόνο και μόνο προβλήματα πολιτισμών και ιστορίας. Η υπέρογκη προσοχή και ωριμότητα όλων των βαλκανικών λαών ως προς τα εθνικιστικά προβλήματα, παρ'όλον που αυτοί έχουν τα σοβαρότερα όλων παραμένει ως γεγονός τελείως απαρατήρητο. Άρα, λοιπόν, ότι ο «υπανάπτυκτος» Αλβανός του Κοσσυφοπεδίου βοηθεί πολύ περισσότερο την σημερινή διαμόρφωση της πολιτικής απ'ότι ο «ειδικός των συγκρούσεων» και ο πρώην «σοβιετολόγος» (των οποίων την συνεισφορά στην διαμόρφωση της πολιτικής του παρελθόντος σήμερα είμαστε εις θέση να αποτιμήσουμε επακριβώς, δηλαδή στο μηδέν), που επαναλαμβάνει διαρκώς τα ίδια σλόγκαν «κινδύνων» και «στρατηγικών», παραμένει ως διαπίστωση ακατανόητο. Αλλά σε τούτην την έλλειψη κατανοήσεως υποκρύπτεται μια άλλη: ότι δηλαδή η Αμερική -ως διεθνής δύναμη- δεν μπορεί να διαμορφώνει την παγκόσμια πολιτική της με γνώμονα την διατήρηση ενός αρρωστημένου κοινωνικού καθεστώτος στην «Ευρώπη» που ονομάσθηκε «δημοκρατία» και προβάλλεται ως διεθνές πρότυπο.
Η «Ευρώπη» μεταπολεμικώς έμαθε, κάποιος να της προφυλάσσει την «δημοκρατία», αυτό δε, θέλει να επιβάλλει ως καθεστώς και θεωρεί δεδομένο σε κάθε είδους συλλογισμό υπό την συνθηματολογία «Δύση». Για την άσκηση όμως διεθνούς πολιτικής υπό τα σύγχρονα τεχνολογικά δεδομένα -«νέα τάξη» δεν μπορεί να σημαίνει τίποτε άλλο από μια οργάνωση των συνθηκών παραγωγής- ο Αιθίοπας ή ο Σουδανός παίζουν εξ ίσου σπουδαίον ρόλο με τον Δανό, τον Άγγλο ή τον Ολλανδό. Κατά κάποιον τρόπο μπορεί η Αμερική ή η Ρωσία να επιβάλλουν στον Αζερμπαϊτζανό, τον Ρουμάνο ή τον Ουκρανό να αγοράζει ευρωπαϊκά βιομηχανικά προϊόντα, προκειμένου να διατηρηθούν οι «δείκτες αναπτύξεως» και να κατοχυρωθεί η «δημοκρατία», την στιγμή που ο Κορεάτης ή ο Ιάπωνας του παρέχει τα ίδια αν όχι καλύτερα προϊόντα με μεγαλύτερες πιστώσεις και σε μικρότερη τιμή; Αν η «δημοκρατία» του Ιάπωνα του επιτρέπει κάτι τέτοιο, για ποιόν λόγο πρέπει να μειονεκτήσει η δική του παραγωγή και να τεθεί ο αυτοκαθορισμός του Τουρκομάνου υπό αίρεση, προκειμένου να κατοχυρωθεί ένα άλλο είδος «δημοκρατίας» υπό την αοριστολογία του συνθήματος «Ευρώπη»; Το πρόβλημα βέβαια είναι πρόβλημα πολιτισμών'είναι δηλαδή το πρόβλημα της παλαιάς ευρωπαϊκής πολιτικής που δεν κατόρθωσε να δημιουργήσει ιστορικό έργο, αλλά απλώς εκοίταξε να χρησιμοποιήσει τους άλλους πολιτισμούς για την δική της κατάσταση των «ισοζυγίων» (επίσης και τον ιαπωνικό). Υπό τους παλαιούς τρόπους αντίληψης, όμως, και με το να τίθεται ως αξίωμα ότι τίποτε δεν μπορεί ν'αλλάξει από τα εσωτερικά πράγματα της «Ευρώπης», δεν μπορεί να διεξαχθεί και κανενός είδους διεθνής πολιτική. Η «Ευρώπη» πρέπει να βρει τρόπο η ίδια και χωρίς «προστασία» να τακτοποιήσει λογικά τις εσωτερικές της καταστάσεις. Και ιδίως να βρει μιαν περί Ευρώπης ιδεολογία που να είναι πειστική. Τα περί «εχθρών» και «κινδύνων» συνθήματα, που υποβάλλουν τον τόνο υπαγορεύσεως, δεν πείθουν πια κανέναν. Διότι οι περίξ της «Ευρώπης» λαοί γνωρίζουν ότι ο μόνος κίνδυνος της Ευρώπης είναι η ίδια η... «Ευρώπη».

δ´
Τελικώς υπό το σύνθημα του «συστήματος» μεταπολεμικώς εκαλλιεργήθηκε η εντύπωση πως Ευρώπη και Αμερική είναι το ίδιο πράγμα. Ιδίως από την προσπάθεια της Αγγλίας να αποτελεί τον ουραγό της αμερικανικής πολιτικής και να εμφανίζεται ως ο «κρίκος» μεταξύ Αμερικής και «Ευρώπης». Και όμως η Αμερική, βόρεια και νότια, αποτελεί την πλήρη διάψευση των φιλοσοφικών θεωρημάτων περί «γραμμικής εξελίξεως» και «ανεβοκατεβάσματος» των πολιτισμών. Ο φιλελευθερισμός στην Αμερική δεν έχει στάδια αναπτύξεως και «ιστορικής διαδικασίας», όπως αορίστως φέρεται υπό την θολούρα της «δημοκρατίας». Δεν υπήρξε κανένας βασιλιάς ή τάξη ευγενών που να παραχωρούσε «προς τα κάτω». Τα αμερικανικά Συντάγματα ίσχυσαν εξ αρχής για όλους το ίδιο, δηλαδή υπήρξαν αρχήθεν «λαοκρατικά» και κατά τούτο συγγενεύοντα με τα καθεστώτα της ευρωπαϊκής «Ανατολής» μάλλον, παρά με αυτά της ευρωπαϊκής «Δύσης». Ο ρόλος της «κοινότητος» (που αποτελεί πολιτιστική και κοινωνική κατηγορία και όχι συνδικαλιστική «ομάδα συμφερόντων» και που είναι άγνωστη στην δυτική Ευρώπη, τόσο διϊστορικός, όσο και από την διαδικασία δημιουργίας του «εθνικού κράτους») παίζει εξ ίσου μεγάλον ρόλο στην Αμερική όσο και στην κοινωνική ύπαρξη των ανατολικοευρωπαϊκών κρατών. Και ακόμη, αυτό που αναγνωρίζει όλος ο κόσμος ως «αμερικανισμό» (και που στη συνείδηση του Ευρωπαίου, πέραν των όποιων συνθημάτων, υπάρχει ως κάτι το «παρακατιανό», αλλά που στην ουσία δεν είναι παρά απόδειξη ιστορικής ευελιξίας και κοινωνικής ευπλασίας) είναι ο πολιτιστικός επηρεασμός ολόκληρης της αμερικανικής ηπείρου από τα έγχρωμα φύλα της, είτε γηγενή ήσαν αυτά είτε μετοικισθέντες σκλάβοι. Οι νέγροι στην Αμερική εμεταφέρθηκαν ως αντικείμενα κυριολεκτικώς. Ωστόσο, όχι μόνον διετήρησαν τις πολιτιστικές τους παραδόσεις, αλλά εμπόρεσαν μ'αυτές να επηρεάσουν ολόκληρη την πολιτιστική φυσιογνωμία της αμερικανικής ηπείρου. Η τεράστια διάσταση της «μαζικής κουλτούρας» των καιρών μας, ένα φαινόμενο παγκοσμιότητας που προέρχεται αποκλειστικά από την Αμερική, οφείλεται ακριβώς στην πολιτιστική ευελιξία που προσδίδει στους Αμερικάνούς η σύμμιξη των πολιτιστικών στοιχείων της ηπείρου τους. Και εάν οι Αμερικανοί απέφευγαν να κάνουν τον δάσκαλο της «δημοκρατίας» σε λαούς που δεν γνώρισαν άλλο σύστημα διοικήσεως από το δημοκρατικό, μέσω των δυνατοτήτων της μαζικής κουλτούρας τα πολιτικά αποτελέσματα τους θα ήσαν πολύ μεγαλύτερα.
Ανάλογες εμπειρίες η δυτική Ευρώπη δεν έχει, ούτε και αναλογα αποτελέσματα μπόρεσε αν επιφέρει με την «έξοδο» της στον κόσμο. Τα δεδομένα αυτά μελετώνται πλέον ως στοιχεία διαφοράς, για κάποια μέλλουσα οργάνωση του κόσμου, και πολύ απέχουν να καλύπτωνται σήμερα από την αυθαιρέτου περιεχομένου έννοια «Δύση» με τους μανιχαϊκούς καθορισμούς της περί «ελευθερίας», «προόδου», «δημοκρατίας» κλπ. Μέσα στην αντίληψη περί γραμμικής εξελίξεως των πολιτισμών -μια θεωρητική πολυλογία επί όλων των επιπέδων, η οποία τελικώς σκοπό είχε να καλύπτει απλώς τις διάφορες ιμπεριαλιστικές μεθόδους του παρελθόντος, που ελάχιστα διεξήγοντό βάσει φιλοσοφικών αρχών...- η δυτική Ευρώπη δεν είχε δυσκολία να ορίσει τις πολιτιστικές της απαρχές όπως η ίδια ήθελε και όπως αυτό καλύτερα ανταπεκρίνετο στις εσωτερικές ιδεολογικές της επιδιώξεις.
Τα στοιχεία αυτά μελετώνται σήμερα ως στοιχεία διαφοράς και όχι ως στοιχεία ταυτίσεως υπό την αοριστία του συνθήματος «Δύση». Η «οικείωση» των μεσογειακών πολιτισμών έγινε κατά τέτοιο τρόπο, παρατηρούν σύγχρονοι ερευνητές, ώστε, αν τον έβλεπαν οι ίδιοι οι δημιουργοί των κειμένων, το μόνο που θα μπορούσαν ήταν να εκπλαγούν. Και τούτο ισχύει τόσο ως προς την αρχαία φιλοσοφία, όσο και ως προς το Βυζαντινό Δίκαιο του Ιουστινιανού, το οποίον θα πάρει πολύ αργότερα η δυτική Ευρώπη ως «Ρωμαϊκό Δίκαιο». Για λόγους ιστορικούς, που δεν θα μας ενδιέφεραν τώρα ιδιαιτέρως, βάσει της μεσογειακής πολιτιστικής προϊστορίας η δυτική Ευρώπη όρισε την δική της ταυτότητα αρνητικά προς όλον τον κόσμο - ακόμη και ως προς τις μεσογειακές προϋποθέσεις του ίδιου της του πολιτισμού.
Η βαθύτερη ουσία των μεσογειακών πολιτιστικών διεργασιών παρέμενε πάντα διαφεύγουσα. Και η ουσία αυτή συνίστατο σε τούτο μόνο: ότι οι έννοιες της «ράτσας», «φυλής», «εθνότητος» κλπ. υπήρξαν για τους μεσογειακούς λαούς, ιδιαίτερα δε για τους Έλληνες, πράγματα ανύπαρκτα και ακατανόητα. Πράγματα εξ αντικειμένου αδύνατα. Η λειτουργία του «προσώπου», «ατόμου» κλπ. ήταν μια άσκηση καθημερινότητας μέσα σε πολιτιστικά δεδομένα που εστηρίζονταν αποκλειστικά στις ιδέες, οι οποίες, μέσα στα γεωφυσικά δεδομένα της Μεσογείου, εκυκλοφορούσαν ελευθέρως πρός όλες τις κατευθύνσεις. Ετούτη η συνεχής πολιτιστική τριβή, που δεν είχε σύνορα και απαγορεύσεις, είναι αυτό που έδινε διάρκεια σε όλους τους μεσογειακούς πολιτισμούς. Διότι αυτοί προέκυπταν έτσι ώς προϊόντα διαρκούς διαχρονικής συνθέσεως, όχι ως προϊόντα «εξελίξεως». Οι αρχαίοι Έλληνες εθαύμαζαν τους γύρω τους πολιτισμούς, προκειμένου να δημιουργήσουν τον δικό τους, διότι μόνο όσο πιο καθολικός γίνεται ένας πολιτισμός τόσο περισσότερο κατοχυρώνει την ιδιαιτερότητα και την ατομικότητα του. Για να γίνει ένας πολιτισμός καθολικός, έχει ανάγκη από την αξιοποίηση των άλλων. Αυτό υπήρξε ο κανόνας ιστορικής λειτουργίας του μεσογειακού οργανισμού. Αυτό όμως, ακριβώς, είναι και εκείνο που «διέφυγε» από την πολιτιστική εμπειρία της δυτικής Ευρώπης. Η δυτική Ευρώπη με την «έξοδο» της στον κόσμο ύψωσε παντού τις σημαίες των ευρωπαϊκών κρατών, αποικίες όμως με την μεσογειακή έννοια του όρου, δηλαδή κύτταρα πολιτιστικής λειτουργίας, πουθενά δεν εδημιούργησε. Και ήταν αδύνατο κάτι τέτοιο μέσα στην «γραμμική» αντίληψη περί ιστορίας και του «ανεβοκατεβάσματος» των πολιτισμών.

.~`~.
Επίλογος

Τελικώς ἡ «Εὐρώπη» (συμποσουμένου σέ τοῦτο τῆς ἀνακαλύψεως τῆς Αμερικής, τῆς Magna Carta, τῆς Ἀναγέννησης, τοῦ Διαφωτισμού, τῆς Μεταρρύθμισης, καί παντός άλλου σχετικού) εὑρῆκε διϊστορικῶς τήν ἐξίσωση «Πρῶτες ὕλες – βιομηχανικά προϊόντα - ντομάτες». Δέν χρειάζεται ἰδιαίτερη φιλοσοφική κατάρτιση, γιά νά καταλάβει κανείς τόν ὁλικῶς παράλογο καί βαθύτατα ἀντιανθρώπινο χαρακτήρα αὐτῆς τῆς ἐξίσωσης: ὁ μέσος ὅρος λειτουργεῖ εἰς βάρος τοῦ πρώτου, πού ἀποτελεῖ προϋπόθεση γιά τόν τρίτον. Δηλαδή, ὁπωσδήποτε κι ἄν νοηθῆ λειτουργοῦσα ἡ ἐξίσωση καί ὅσο πιό πολλά τά βιομηχανικά προϊόντα τόσο πιό λίγες οἱ ντομάτες. Μέ λίγα λόγια, ἡ πολιτιστική συνεισφορά τῆς «Εὐρώπης» στήν ἱστορία τῆς ἀνθρωπότητος συνίσταται στήν ὁλική ὑπονόμευση τῆς ἐμβίου ὑπάρξεως, τοῦ ἀνθρώπου συμπεριλαμβανομένου. Ἄν ἕνα κακό ἤ ἀνεπιθύμητο ἀποτέλεσμα προϋποθέτει ἕνα σύνολο ἐσφαλμένων ἰδεῶν, τότε πρέπει νά καταλάβουμε ὅτι ἡ παραπάνω ἐξίσωση εἶναι μία ἱστορική παγίδα πού κάθε ἄλλο παρά σέ ἰδέες στηρίζεται. Τό διαπιστώνομε αὐτό κάθε μέρα, ἀκούγοντας μονίμως τήν λέξη «ἀνάπτυξη». Ἄν κανένας ρωτήση γιά τό βαθύτερο νόημα αὐτῆς τῆς «ἀνάπτυξης» ὑπό τά ὑπάρχοντα δεδομένα καί τά ὑφιστάμενα ἀποτελέσματα, τότε θά λάβη σάν σχεδόν κάτι τό αὐτονόητο ὡς ἀπάντηση, τό ἄκρον ἄωτο τοῦ παραλογισμοῦ: εἶναι διά τῆς τεχνολογίας πού μποροῦν νά ἀντιμετωπισθοῦν τά ἀποτελέσματα τῆς τεχνολογίας. Πιό πολλή τεχνολογία, πιό ἐκλεπτυσμένες μέθοδοι – κι’ αὐτό εἶναι ἡ λύση. Ἐν ὀλίγοις, ὁ σημερινός ἄνθρωπος μοιάζει μέ τήν ἀράχνη πού μπερδεύτηκε στόν ἱστό της καί προσπαθεῖ νά ξεμπερδευτῆ βγάζοντας ὅλο καί πιό πολλές κλωνές, ἐπειδή ἐκ φύσεως δέν μπορεῖ τίποτε ἄλλο νά κάνει.
Τό κοινωνικῶς κατανοήσιμο περιεχόμενο τῆς παραπάνω ἐξίσωσης, δηλαδή ἡ πολιτική ἐνυποστασιότης του, λέγεται «τεχνολογία». Στό βιβλίο τοῦτο ἐπικρατεῖ ἡ ἄποψη, ὅτι ἡ τεχνολογία ὡς ἱστορικό κατηγόρημα δέν εἶναι τό ξαφνικόν εὔρημα ἀπό τῆς ἐπιλεγομένης «Ἀναγεννήσεως» καί ἐντεῦθεν, ἀλλά μία δυνάμει πολιτιστική κατεύθυνση τοῦ συνόλου μεσογειακοῦ ὀργανισμοῦ. Ἑπομένως, τό πρόβλημα δέν εἶναι ἡ τεχνολογία καθ’ ἑαυτήν, ἀλλά ὁ τρόπος ἀναπτύξεώς της...
Στό βιβλίο τοῦτο δέν κάνουμε κάποια «κριτική» τοῦ φιλελευθερισμοῦ καί τῆς φιλοσοφικῆς του προϊστορίας. Τέτοιες κριτικές ἔχουν γίνει ἀμέτρητες, ἀρχῆς γενομένης ἀπό τούς κύκλους τῶν σλαβοφίλων τοῦ περασμένου αἰώνα (μέ ἐξέχουσα τήν ὀπτική της «φιλοσοφίας τῆς ἱστορίας» στίς ἀναλύσεις των, ἀκριβῶς ἐπειδή διέθεταν τά πνευματικά ἐφόδια ἑνός ἄλλου πνευματικοῦ στερεώματος), μέχρι τοῦ φασισμοῦ καί τοῦ σοσιαλισμοῦ, πού εἶναι οἱ ἔνθεν κακεῖθεν κριτικές τῶν αὐτῶν πολιτιστικῶν ἀπαρχῶν καί δεδομένων. Ἐδῶ γίνεται κάτι ἄλλο. Ὅπως εἶναι ἱστορικῶς γνωστό, τά μέσα τῆς τεχνολογικῆς ἀναπτύξεως, ἡ δυτική Εὐρώπη τά πῆρε ἀπό τούς χώρους τοῦ ἀνατολικοῦ μεσογειακοῦ ὀργανισμοῦ. Τά κείμενα τῆς ἀρχαιότητας λ.χ. διετηρήθησαν γιά τήν ἀνθρωπότητα διά τοῦ Βυζαντίου. Καί ἐπρόκειτο γιά τήν συνεχῆ δουλειά αἰώνων. Ποιός ἦταν ὁ λόγος πού δέν ἀξιοποίησαν τά περί τεχνολογίας κείμενα; Ποιά ἦσαν τά κοινωνικά δεδομένα πού ἐπέβαλαν – παραβλεπομένου τοῦ φυσικοῦ πλούτου – τήν συνειδητή παραμέρισή τους; Τό αὐτό βέβαια ἰσχύει καί γιά τόν χῶρο τοῦ Ἰσλάμ, πού εἶναι μία ἀπό τίς ἐξελίξεις τοῦ ἀρχαίου μεσογειακοῦ πολιτισμοῦ.
Σκοπός τούτης τῆς προβληματικῆς δέν ἦταν νά ἀντιπαρατεθῆ κάποιο σύστημα ἀρχῶν πρός τόν λιμπεραλισμό (τήν βάση αὐτή τῆς «ἐλεύθερης ἀγορᾶς» καί τῆς «δημοκρατίας») καί τήν τεχνολογία (τελικῶς αὐτή ἀπεδείχθη ὅτι μπορεῖ νά ἐπενδυθῆ σέ ὅλα τά πολιτιστικά δεδομένα, π.χ. στήν Ἰνδονησία, πού εἶναι τό μεγαλύτερο ἰσλαμικό κράτος), ἀλλά νά ἀνερευνηθῆ ὁ χῶρος τῶν πιθανῶν δυνατοτήτων (καί κατ’ ἐμᾶς βεβαιοτήτων), ὅπου θά μποροῦσε νά ὑπάρξη ἱστορικῶς ἐπίδραση ἐπί τῶν «φιλελευθέρων ἀρχῶν» τῆς βιομηχανικῆς παραγωγῆς πρός μείωση τῶν ὑπαρχόντων προβλημάτων. Ὅπως εἴπαμε, ἡ τεχνολογία ἀπεδείχθη ὅτι μπορεῖ νά ἐπενδυθῆ σέ κάθε πολιτισμό. Αὐτό ὅμως εἶναι ἡ ἀπόδειξη ὅτι κάθε ἄλλο παρά ὁ λιμπεραλισμός εἶναι ἡ ἀποκλειστική προϋπόθεση τῆς βιομηχανικῆς ἀναπτύξεως. Καί δεδομένης τῆς ἀναπτύξεως τῶν διαφόρων περιοχῶν τοῦ πλανήτη, ἡ συνθήκη της «ἐλεύθερης ἀγορᾶς» ἀποτελεῖ ὄρον ἀνεξάρτητον ἀπό κάθε μορφή ἰδεολογίας.
Ὁ συνδυασμός λιμπεραλισμοῦ καί τεχνολογικῆς ἀνάπτυξης ἀποτελεῖ ἕνα πολιτικῶν σκοπιμοτήτων ἰδεολόγημα, ἐπιβληθέν ἀπό τήν ἔκβαση τῶν δύο παγκοσμίων πολέμων καί ἔχον μονίμως τήν καταγωγήν του στήν ἰμπεριαλιστική προϊστορία τῶν δυτικῶν κρατῶν. Οἱ πόλεμοι δέν εἶναι ἁπλῶς ἐπιβολή συμφερόντων'εἶναι κυρίως καί ἐπιβολή ἰδεῶν.
Αὐτό ὅμως πού ἀποτελεῖ τό πρόβλημα μέ τήν βιομηχανική ἀνάπτυξη δέν εἶναι ἡ τεχνολογία καθ’ ἑαυτήν, ἀλλά ἡ ἰδεολογική σχέση τοῦ ἀνθρώπου μέ τό βιομηχανικό προϊόν. Αὐτό εἶναι τό μοναδικό σημεῖο πού ἐπιδέχεται τήν ὅποια μεταβολή στή σχέση ἀνθρώπου καί μηχανῆς. Κατά τά θεωρήματα τοῦ κλασσικοῦ λιμπεραλισμοῦ, ἡ ἰδεολογική σχέση ἀνθρώπου καί προϊόντος λέγεται ἁπλῶς «χρῆμα». Στό θεώρημα ὅμως τοῦτο, ἡ ἱστορική ἐξίσωση πού εἴπαμε στήν ἀρχή, ἔχει βάλει πρό πολλοῦ ὅρια καί, τῆς ἰδεολογικῆς ἀρχῆς πάντα ἰσχυούσης, τό χρῆμα ἔχει καταντήσει εἶδος δαιμόνου, πού κινεῖται χωρίς νά φαίνεται, καί μέ τό αὐτό ἠθικό ποιόν του κάθε διαόλου. Χρῆμα χωρίς ἀντικρυσμα, πού μεταβάλλει τήν «ἐξίσωση» σέ ἐργαλεῖο παγκόσμιας καταστροφῆς.


.~`~.
Για περαιτέρω ιχνηλάτηση και πληρέστερη προοπτική

- Το μέλλον της Ε.Ε, η Ανατολική Ευρώπη -η Ουκρανία- και τα Βαλκάνια, ο Huntington, ο Brzezinski και οι πλανητικές πολιτικές των Η.Π.Α. Τα «Ανθρώπινα δικαιώματα», η «σύγκρουση των πολιτισμών» και τα «Ευρασιατικά Βαλκάνια» ως βαλκανοποίηση της υφηλίου και καλλιέργεια της ελεγχόμενης αναρχίας. Η απόρριψη του διλήμματος μεταξύ πυρηνικού ολοκαυτώματος ή πολιτιστικής ανυπαρξίας - προς μιας νέα ιστορική σύνθεση που θα εναντιώνεται στις θεωρίες και τους υπολογισμούς γραφείου-εργαστηρίου.
Viewing all 1482 articles
Browse latest View live