Quantcast
Channel: Κοσμοϊδιογλωσσία
Viewing all 1480 articles
Browse latest View live

Έντεκα γεωπολιτικά ερμηνευτικά σχήματα για τον Πλανητικό Μετασχηματισμό - μέρος β´ και Για τον γυάλινο πύργο' μικρά «ευρωπαϊκά» α´.

$
0
0

Στο α´ μέροςεξετάστηκαν τα εξής γεωπολιτικά ερμηνευτικά σχήματα: 1) η άποψη του Francis Fukuyama για το «τέλος της ιστορίας», 2) η προσέγγιση του Robert Kaplan για την «επερχόμενη αναρχία», 3) η θεωρία του Samuel Huntington για τη «σύγκρουση των πολιτισμών», 4) η ανάλυση του Edward Luttwak για τη μετάβαση από τη «γεωπολιτική στη γεωοικονομία», 5) οι προτάσεις του Zbigniew Brzezinski για τη γεωπολιτική σημασία της Ευρασίας. Λόγω των τελευταίων εξελίξεων στις σχέσεις Η.Π.Α και Ευρώπης (και όχι μόνο) με αφορμή το ζήτημα των παρακολουθήσεων (το οποίο βέβαια είναι γνωστό αλλά θα πρέπει να απασχολεί το ερώτημα γιατί τώρα;...), σε αυτό το μέρος θα εξεταστεί 6) μια σειρά «αριστερών», κυρίως γαλλικών γεωπολιτικών ερμηνειών του μεταψυχροπολεμικού κόσμου... και η θέση της Γαλλίας στον Πλανητικό Μετασχηματισμόανοίγοντας παράλληλα και τη θεματολογία Η.Π.Α και Γαλλία. Συμπληρωματικά δες και τη σειρά αναρτήσεων με τίτλο Η.Π.Α και Γερμανία (στο ζήτημα των παρακολουθήσεων, δηλαδή των σχέσεων Η.Π.Α και Ευρώπης θα επανέλθω). Επίσης, το δεύτερο μέρος της ανάρτησης ονομάζεται Για τον γυάλινο πύργο' μικρά «ευρωπαϊκά» α´, δεν χρειάζεται να κάνω κάποια περαιτέρω περιγραφή.

Θυμίζω
Immanuel Wallerstein


.~`~.
6.
Γαλλία και Η.Π.Α
Γαλλία και Αγγλοσαξονία
Alain Joxe, Emmanuel Todd, Dominique Moïsi, Ignacio Ramonet και Immanuel Wallerstein
Ι
α´
Στο βιβλίο του Η Αυτοκρατορία της Α-ταξίαςο γάλλος καθηγητής και διευθυντής της Ecole des Hautes Etudes, Alain Joxe (2002), υποστηρίζει ότι στο σύγχρονο κόσμο κυριαρχούν -απόλυτα- οι Ηνωμένες Πολιτείες. Ωστόσο, γράφει, δεν υπάρχει μια παγκόσμια τάξη, μια αμερικανική αυτοκρατορία με την παραδοσιακή έννοια του όρου. Αντίθετα, πρόκειται για μια νέα μορφή ιμπεριαλισμού όπου ο εδαφικός έλεγχος είναι πολύ περιορισμένος. Στην πραγματικότητα δηλαδή η «αμερικανική αυτοκρατορία» είναι ένα σύστημα στρατιωτικής και οικονομικής κυριαρχίας που ναι μεν εκτείνεται στο σύνολο του κόσμου, αλλά το οποίο όμως δεν χρησιμοποιεί την άμεση επιβολή ή διακυβέρνηση.
Οι ΗΠΑ ελέγχουν τις εξελίξεις μέσω της διαχείρισης της παγκόσμιας «α-ταξίας». Αυτή η «ηγεμονία μέσω του χάους» που βασίζεται στη διατήρηση μιας εύθραυστης διεθνούς ειρήνης αποτελεί τη ρίζα της τρέχουσας διεθνούς «οργάνωσης της βίας». Οι ΗΠΑ αρνούνται να ελέγξουν πλήρως τις γεωγραφικές ζώνες της αναρχίας και της βίας, υιοθετώντας αντίθετα μια πολιτική έμμεσης διαχείρισης, στην οποία κεντρικό ρόλο παίζουν οι γρήγορες στρατιωτικές επεμβάσεις (κυρίως βομβαρδισμοί) και ένα αποκεντρωμένο δίκτυο Μη Κυβερνητικών Οργανώσεωνπου αναλαμβάνουν να απαλύνουν τις ανθρωπιστικές κρίσεις με δεδομένη την απουσία μιας ξεκάθαρης δέσμευσης για την ανασυγκρότηση της πολιτικής εξουσίας σε κράτη όπου αυτή έχει καταρρεύσει (π.χ. Σομαλία). Ωστόσο, υποστηρίζει ο Joxe, λόγω της δυναμικής των διεθνικών αγορών κεφαλαίου και των πολυεθνικών επιχειρήσεων, η ισχύς των εθνικών κυβερνήσεων -συμπεριλαμβανομένης εκείνης των ΗΠΑ- συρρικνώνεται. Εν τω μεταξύ, η βία και ο πόλεμος δεν έχουν πλέον τη μορφή που είχε περιγράψει ο Κλαούζεβιτς, δεν αποτελούν δηλαδή συνέχιση της πολιτικής με άλλα μέσα, αλλά απλά συνθέτουν την έκφραση μιας διογκούμενης αναρχίας, μια επεκτεινόμενης α-ταξίας (εδώ οι απόψεις του Joxe συμπίπτουν μ' εκείνες του Kaplan).
Η απάντηση στην πρόκληση αυτή, σύμφωνα με τον Joxe, δεν μπορεί παρά να είναι πολιτική. Η λύση που προτείνει ο γάλλος καθηγητής είναι μια ευρωπαϊκή ομοσπονδία: οι Ηνωμένες Πολιτείες της Ευρώπης. Μόνο μια Ενωμένη Ευρώπη, τονίζει, μπορεί να αποτελέσει μια πραγματική ηθική εναλλακτική λύση στον αποτυχημένο ιστορικό ρόλο των ΗΠΑ.

Η γεωπολιτική ανάγνωση του Joxe κατηγορήθηκε ως ιδεολογική - ιδιαίτερα το κανονιστικό μέρος της θυμίζει έντονα τον ευρωκεντρισμό (iκαι ii)... Ωστόσο το βασικό μειονέκτημα της επιχειρηματολογίας του Joxe είναι ότι θεωρεί τις ΗΠΑ ικανές να ελέγξουν τις παγκόσμιες εξελίξεις (μέσω της διαχείρισης της α-ταξίας) και να τις κατευθύνουν ανάλογα με τα συμφέροντα τους. Θα ήταν μάλλον πιο πειστικό να υποστηρίξει κανείς ότι η παγκόσμια α-ταξία είναι λιγότερο εργαλείο επιβολής της αμερικανικής ηγεμονίας και περισσότερο αποτέλεσμα της αδυναμίας τους να επιβάλλουν τη θέληση τους.


β´
Η παρακμή της γεωπολιτικής ισχύος των ΗΠΑαποτελεί τη βασική πρόβλεψη της ανάλυσης του ιστορικού και συμβούλου του γάλλου Προέδρου Ζακ Σιράκ, Emmanuel Todd, στο βιβλίο του Μετά την Αυτοκρατορία (2003). Το βιβλίο έγινε best seller και σχολιάστηκε πολύ και από τις δυο πλευρές του Ατλαντικού (άλλωστε ο Todd είχε προβλέψει σε μια προηγούμενη μελέτη του που είχε εκδοθεί το 1976 την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης). Λέγεται μάλιστα ότι το Μετά την Αυτοκρατορίαεπηρέασε και την αρνητική στάση της Γαλλίας στην απόφαση της αμερικανικής κυβέρνησης να εισβάλλει στο Ιράκ.
Οι ΗΠΑ, υποστηρίζει ο γάλλος διανοούμενος, έχουν παρακμάσει ως οικονομική, στρατιωτική και ιδεολογική δύναμη, και κατά συνέπεια δεν είναι σε θέση να ελέγξουν έναν κόσμο που «έχει γίνει πολύ μεγάλος, πολύ πυκνοκατοικημένος, με λιγότερους αναλφάβητους και περισσότερο δημοκρατικός». Αντιμέτωπη με δυνάμεις όπως η Ρωσία, η Ευρώπη και η Ιαπωνία, η Αμερική είναι υποχρεωμένη να διαπραγματευτεί και συχνά να υποχωρήσει. Παρολ' αυτά, οι ΗΠΑ, προκειμένου να παραμείνουν συμβολικά στο κέντρο του κόσμου, καταλήγουν στην «σκηνοθέτηση» της «παντοδυναμίας» τους. Έτσι η Ουάσινγκτον αναπτύσσει ένα «θεατρικό μιλιταρισμό» που επικεντρώνεται στην ανάπτυξη νέων όπλων και στην επιβολή σε μικρές δυνάμεις (π.χ. Ιράκ, Συρία, Λιβύη, Βόρεια Κορέα κλπ). Ωστόσο αυτό δεν είναι σημάδι ισχύος, αλλά ένδειξη αδυναμίας. Η υποτιθέμενη «αμερικανική αυτοκρατορία», υποστηρίζει ο γάλλος διανοούμενος, «είναι σε κατάσταση αποσύνθεσης».
Τρία είναι τα αίτια αυτής της αποσύνθεσης: η «οικονομική εξάρτηση» των ΗΠΑ (που «αναδεικνύεται» από το τεράστιο εμπορικό τους έλλειμμα), η στρατιωτική τους «ανεπάρκεια» και η παρακμή του ιδεολογικού τους «οικουμενισμού». Η οικονομική εξάρτηση των ΗΠΑ είναι, για τον Todd, το πιο σημαντικό στοιχείο της παρακμής. Άλλωστε, υποστηρίζει, η αμερικανική στρατιωτική ισχύς είναι πλέον ένα «passé», οι ΗΠΑ δηλαδή έχουν πάψει να είναι «πραγματική δύναμη». Οι Ευρωπαίοι, συμπεραίνει ο Todd, το έχουν κατανοήσει ενώ οι Αμερικανοί όχι. Ωστόσο η παρακμή των ΗΠΑ δεν είναι προσωρινή, αλλά θα συνεχιστεί.
Η ανάλυση του κλείνει με μια βεβαιότητα: «δεν θα υπάρχει», γράφει, «αμερικανική αυτοκρατορία γύρω στο 2050».


γ´
Ο παλαίμαχος στοχαστής της γεωπολιτικής και διευθυντής του Κέντρου Fernand Braudelτου Binghamton University (ΗΠΑ), Immanuel Wallerstein, σ' ένα άρθρο του στο περιοδικό Foreign Policyμε τίτλο «Ο Αετός Προσγειώθηκε Ανώμαλα» (2002) και σ' ένα βιβλίο που εκδόθηκε ένα χρόνο αργότερα με τίτλο Η Παρακμή της Αμερικανικής Ισχύος: Οι ΗΠΑ σ' ένα Χαοτικό Κόσμο, καταλήγει στο ίδιο συμπέρασμα με τον Todd: Οι Ηνωμένες Πολιτείες βρίσκονται σε τροχιά παρακμής. Σήμερα, γράφει ο αμερικανός διανοούμενος, οι ΗΠΑ είναι «μια μοναχική υπερδύναμη που δεν έχει αληθινή ισχύ, ένας παγκόσμιος ηγέτης που κανείς δεν ακολουθεί και ελάχιστοι σέβονται και ένα έθνος που παρασύρεται επικίνδυνα σε ένα παγκόσμιο χάος που δεν μπορεί να ελέγξει». Η Αμερική είναι στην πραγματικότητα μια «αδύναμη υπερδύναμη». O Wallerstein συμφωνεί με τον Todd στο ότι ο στρατός των ΗΠΑ, το «ισχυρότερο χαρτί τους», δεν είναι τόσο ισχυρός όσο φαίνεται - ιδιαίτερα αν λάβουμε υπόψη «ότι από τους τρεις σοβαρούς πολέμους στους οποίους έχει λάβει μέρος (...) από το 1945 και μετά (Κορέα, Βιετνάμ και Πόλεμος του Κόλπου) ο ένας κατέληξε σε ήττα και οι άλλοι δύο σε ισοπαλία - ένας όχι ακριβώς ένδοξος απολογισμός».
O Wallerstein θεωρεί ως απαρχή της παρακμής των ΗΠΑ τον πόλεμο του Βιετνάμ (iκαι ii). Η μετέπειτα πτώση του κομμουνισμού επιτάχυνε την παρακμή, καθώς όχι μόνο δεν οδήγησε στην επικράτηση του φιλελευθερισμού όπως είχε προβλέψει ο Fukuyama, αλλά απομάκρυνε «το μόνο ιδεολογικό λόγο που στήριζε την ηγεμονία των ΗΠΑ». Μετά τον Πόλεμο στον Κόλπο και μέχρι την 11η Σεπτεμβρίου του 2001, οι ΗΠΑ επιχείρησαν να εμπλακούν σε δυο σημαντικές αρένες συγκρούσεων: τα Βαλκάνια και τη Μέση Ανατολή (iκαι ii). Ωστόσο, η Ουάσινγκτον απέτυχε να ασκήσει την ηγεμονική της δύναμη αποτελεσματικά και στις δυο αυτές γεωγραφικές ζώνες «όχι λόγω έλλειψης θέλησης ή προσπάθειας, αλλά λόγω έλλειψης πραγματικής δύναμης». Τα λάθη της αμερικανικής ηγεσίας συνεχίζονται και στον «πόλεμο κατά της τρομοκρατίας» που είχε εξαπολύσει ο George W. Bush. Τα «γεράκια» της αμερικανικής κυβέρνησης, υποστηρίζει ο Wallerstein, δεν έχουν συμβιβαστεί με την παρακμή των ΗΠΑ και διακινδυνεύουν να μετατρέψουν μια βαθμιαία παρακμή σε γρήγορη και επικίνδυνη πτώση. «Το πραγματικό ερώτημα», γράφει ο αμερικανός διανοούμενος, «δεν είναι εάν η ηγεμονία των ΗΠΑ φθίνει, αλλά κατά πόσον οι Ηνωμένες Πολιτείες μπορούν να επινοήσουν έναν τρόπο για να προσγειωθούν ομαλά [στη νέα πραγματικότητα] με την ελάχιστη ζημιά για τον κόσμο και για τις ίδιες».

Αν η πρόβλεψη του Immanuel Wallerstein μπορεί να θεωρηθεί κάπως ιδεολογική, η γεωπολιτική ανάγνωση του Todd είναι υπό μια έννοια βαθύτατα «γαλλική». Πολύ συχνά δηλαδή φαίνεται να αντανακλά στενές εθνοκεντρικές προκαταλήψεις. Για παράδειγμα, ο γάλλος διανοούμενος θεωρεί ότι ο αγγλοσαξονικός πολιτισμός (iκαι ii) σε αντίθεση με τον γαλλικό δεν υιοθετεί ξεκάθαρα την «αρχή της ισότητας», ενώ η αμερικανική, σε αντίθεση με την ευρωπαϊκή, ηγετική τάξη είναι «τελείως ανίκανη». «Η εξέταση της πρόσφατης ιστορίας», γράφει ο Todd, «αποκαλύπτει ότι [οι ΗΠΑ, σε αντίθεση με τους Ευρωπαίους] πραγματοποίησαν όλα όσα ήταν εύκολα (...) και εγκατέλειψαν όλα όσα απαιτούσαν μια σημαντική επένδυση σε χρόνο και ενέργεια». Δεν είναι λοιπόν χωρίς βάση η άποψη ορισμένων σχολιαστών ότι οι αντιλήψεις του Emmanuel Todd -όπως και άλλων γάλλων γεωπολιτικών αναλυτών- δεν είναι παρά αποτέλεσμα μιας πολύ «γαλλικής» γεωπολιτικής αφήγησης που ανησυχεί για την υποχώρηση της γαλλικής παρουσίας σ' έναν κόσμο, που, από πολλές πλευρές, είναι μονοπολικός.
Η Γαλλία, παρατήρησε σ' ένα άρθρο του... ο Dominique Moisi είναι τα τελευταία χρόνια κακοδιάθετη και μελαγχολική, αβέβαιη για τη θέση της στο νέο μεταδιπολικό κόσμο. «Στην αυγή του 21ου αιώνα», γράφει ο Moisi, «η Γαλλία αντιμετωπίζει τέσσερις μεγάλες προκλήσεις, που από κοινού αποτελούν την πηγή της μελαγχολίας της». Η πρώτη είναι η παγκοσμιοποίηση, που θεωρείται υπεύθυνη για τη διάβρωση της γαλλικής κουλτούρας και τα υψηλά επίπεδα ανεργίας. Δεν είναι διόλου τυχαίο, γράφει ο Moisi, ότι μια μεγάλη εκδοτική επιτυχία στη Γαλλία ήταν ένας «πικρός φιλιππικός εναντίων των κακών της παγκοσμιοποίησης»με τον τίτλο Οικονομική Φρίκη. Η δεύτερη πρόκληση είναι η μονοπολική φύση του διεθνούς συστήματος, όπου οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν τον πρώτο λόγο και τις οποίες η κάποτε περήφανη Γαλλία είναι αναγκασμένη να ακολουθεί. Η τρίτη είναι η ευρωπαϊκή ολοκλήρωση, που θεωρείται ότι απειλεί να πνίξει τη φωνή της Γαλλίας. Και η τέταρτη πρόκληση είναι η ίδια η Γαλλία. Η χώρα πρέπει να ξεπεράσει τις οικονομικές, κοινωνικές, πολιτικές, ηθικές και πολιτισμικές αδυναμίες της για να αντιμετωπίσει με επιτυχία τις άλλες τρεις προκλήσεις. Ιδιαίτερα η μελαγχολία της Γαλλίας για την αμερικανική πρωτοκαθεδρία στον μεταψυχροπολεμικό κόσμο και για την κυριαρχία της αγγλοσαξονικής κουλτούρας είναι εμφανέστατη στο έργο ενός μεγάλου τμήματος της γαλλικής διανόησης που επιδιώκει να διερευνήσει τις γεωπολιτικές τάσεις που θα διαμορφώσουν το μέλλον.


δ´
Περισσότερο έντονα από το έργο του Todd, το βιβλίο του διευθυντή της μηνιαίας Le Monde DiplomatiqueΙγνάσιο Ραμονέ Η γεωπολιτική του Χάουςαντανακλά αυτή τη γαλλική μελαγχολική οπτική. Παρόλο που ο συγγραφέας αυτοχαρακτηρίζεται «αριστερός», οι απόψεις του είναι έντονα γκωλικές.

---------------------------------------------------------------
Είναι ένα σύμπτωμα -για την Γαλλία- το γεγονός πως μετά τον «δεξιό» Ντε Γκωλ, αυτό που μπόρεσε η Γαλλία να γεννήσει ήταν ο «αριστερός» μεταμοντερνισμός των Παρισίων - και η άκριτη εισαγωγή αυτού του «ιδιώματος» στην ελλαδική επικράτεια βέβαια είναι ενδεικτική, αλλά αυτά μας οδηγούν σε άλλα ζητήματα (iκαι ii) στα οποία θα επανέλθω εν καιρό. Ο Ντε Γκώλ είχε δηλώσει πως η ατλαντική αριστερά δεν είναι αριστερά (θυμίζω επίσης τη φράση του Κονδύληπερί της μετατροπής της «αριστεράς» σε ''σφογγοκωλάριο του αμερικανισμου'').
Μετά από αρκετά χρόνια το παρακάτω θα θεωρείται ίσως, ως ένα συμβολικό νοσταλγικό κύκνειο άσμα και μια τραγική ενθύμηση της οριστικής και αμετάκλητης συνειδητοποίησης του τέλους, της πτώσης και της ολοκληρωτικής παρακμής του γαλλικού αστικού πολιτισμού, δηλαδή του κυρίως ειπείν αστικού πολιτισμού (είναι άλλο πράγμα οι πολιτικές επαναστάσεις και άλλο πράγμα η βιομηχανική επανάσταση, για να μην αναφερθούμε καν στην «Γερμανία»).

ΗΓαλλική μελαγχολική νοσταλγία και πολιτισμική συνειδητοποίηση


και
Τογερμανικό poppish μαζικοχαζοχαρούμενο ευτυχισμένο puppy
(της «δουλευταραδοσίνης» και της παραγωγικότητας διοχετευόμενης σε γουτζουγουτζουλινίστικες ψευτοηδονιστικές τάσεις «ευτυχίας»)



Ευρώπη;...
Ποια Ευρώπη;...

Είναι ενδιαφέρουσα η παρατήρηση πως η ακμή της Γερμανίας και η κυριαρχία της στην «Ευρώπη» (μετά από προσπάθειες ενός αιώνα) συνέπεσε τελικά με την πολιτισμική -και όχι μόνο- παρακμή της «Ευρώπης».

---------------------------------------------------------------

Ο Ραμονέ εξετάζει στο βιβλίο του σημαντικά ζητήματα, όπως οι επιπτώσεις της παγκοσμιοποίησης στην εξουσία του εθνικού κράτους, η άνοδος των εθνικισμών, η διεύρυνση του χάσματος Βορρά-Νότου και η υποβάθμιση του περιβάλλοντος. Η Γεωπολιτική του Χάουςυπογραμμίζει τους κινδύνους από την εμφάνιση των χρηματιστηριακών κερδοσκόπωνκαι τη δημιουργία μιας «καζίνο-οικονομίας» που συχνά δεν έχει καμία σχέση με την πραγματική οικονομία. Επίσης τονίζει την τραγική ανισότητα που χαρακτηρίζει τον σύγχρονο κόσμο με το πιο πλούσιο ένα πέμπτο του πληθυσμού να διαθέτει το 80% των πόρων και το πιο φτωχό ένα πέμπτο να διαθέτει μόλις το 0,5%. Ακόμη, ο Ραμονέ επισημαίνει με διαύγεια πολλά από τα μεγάλα ζητήματα που απασχολούν σήμερα τις λιγότερο αναπτυγμένες χώρες, όπως η αντιφατική σχέση οικονομικής φιλελευθεροποίησης και εκδημοκρατισμού. Ωστόσο πίσω από την επιχειρηματολογία του Ραμονέ κρύβεται η ανησυχία για τις αρνητικές επιπτώσεις της παγκοσμιοποίησης στη γαλλική ταυτότητα:

«Η αγορά χωρίς σύνορα και η παγκοσμιότητα (...) θέλουν να επιβάλλουν παντού τους ίδιους κανόνες παραγωγής και τον ίδιο τρόπο ζωής»

Αυτό που φαίνεται να ενοχλεί ιδιαίτερα τον διευθυντή της Le Monde Diplomatique -όπως και τον Todd και άλλους γεωπολιτικούς αναλυτές στην Γαλλία και αλλού- είναι ότι ο κυρίαρχος νέος παγκόσμιος τρόπος ζωής δεν είναι ο γαλλικός αλλά ο αγγλοσαξονικός [σημ. Δ`~. Ίσως οι Γάλλοι να γνωρίζουν καλά ποιά είναι η σχέση εθνικού συμφέροντος και οικουμενικού καλού]. Θεωρώντας ότι η εξέλιξη του Διαδικτύου δημιουργεί μια νέα ανισότητα μεταξύ πλουσίων και φτωχών σε πληροφορίες, ο γάλλος διανοούμενος δεν μπορεί να κρύψει την πικρία του για το ότι το 60% των υπολογιστών που ήταν συνδεδεμένοι με το Διαδίκτυο το 1996 άνηκαν σε Αμερικανούς και για το ότι η γλώσσα που κυριαρχεί στον κυβερνοχώρο είναι τα αγγλικά (i, iiκαι iii).

Αστέρης Χουλιάρας

Ολοκλήρωση μέρους β´


.~`~.
Για τον γυάλινο πύργο' μικρά «ευρωπαϊκά» α´.
ΙΙ

Όταν οι μεγάλες δυνάμεις παρακμάζουν γίνονται αδιάφορες, δεν έχουν ενδιαφέρον. Ακριβώς όπως η Αθήνα και η Σπάρτη μετά από την άνοδο της Ρώμης, η Γερμανία και η Γαλλία είναι αδιάφορες τώρα. Μερικοί άνθρωποι υποστηρίζουν πόσο θαυμάσιο είναι είναι ότι η Ευρώπη έχει γίνει ειρηνική, αλλά αυτοί οι άνθρωποι γνωρίζουν τίποτα από ιστορία; Μια αναπόφευκτη συνέπεια των μεγάλων δυνάμεων που οδεύουν προς την παρακμή είναι ότι γίνονται ειρηνικότερες. Δεν πρέπει να αναμένουμε τίποτα λιγότερο απ' αυτούς.

Η αναρχία είναι η βασική αιτία και η βασική συνθήκη της διεθνούς πολιτικής και έτσι είναι παρούσα και στην Ευρώπη. Αλλά δεν έχει τις ίδιες επιπτώσεις... Εν πάση περιπτώσει, ποιος νοιάζεται για την αναρχία στην Ευρώπη; Τι υπάρχει να μετριαστεί, να αμβλυνθεί εκεί; Ότι υπήρχε έχει μετριαστεί ήδη. Οι χώρες πολεμούν, παρακμάζουν και γίνονται ειρηνικότερες.

Όπως και να' χει, η Ευρώπη θα γίνει ενδιαφέρουσα μόνο όταν διαμορφώσει μια πραγματικά ενοποιημένη κυρίαρχη χώρα, αλλά αυτό δεν πρόκειται να συμβεί σύντομα. Η Ευρώπη είναι βαρετή και εύπορη. Είναι σε ευτυχή θέση, ας την απολαύσει λοιπόν.

Η πίστη των Ευρωπαίων στον εαυτό τους, που έχει τις ρίζες της στο χριστιανισμό, τον καπιταλισμό, το Διαφωτισμό και την τεράστια τεχνολογική υπεροχή τους, τους έκανε να θεωρήσουν για ένα πολύ μεγάλο διάστημα ότι αποτελούσαν πολιτισμικό μοντέλο για την υφήλιο. Η εμπιστοσύνη τους στην παγκόσμια αποστολή της Ευρώπης ήταν ήδη φανερή τον δέκατο έβδομο και δέκατο όγδοο αιώνα και έφτασε στο απόγειο της στην εποχή του ιμπεριαλισμού. Ο Χίτλερ ήταν από πολλές απόψεις η κορυφαία της μορφή, και μέσω της ναζιστικής Νέας Τάξης έφτασε πιο κοντά στην πραγματοποίηση της απ' οποιονδήποτε άλλον... Τα όνειρα της αιώνιας ειρήνης έχουν μακριά ιστορία στην ευρωπαϊκή σκέψη και ήταν φυσικό να αναδυθούν και πάλι μέσα από το αιματοκύλισμα των μέσων του εικοστού αιώνα. Ιδίως η επιθυμία να πάψει η γαλλογερμανική σύγκρουση που προκάλεσε τρεις πολέμους μέσα σε λιγότερο από έναν αιώνα, έπαιξε σημαντικό ρόλο στο σχηματισμό της Κοινής Αγοράς... Σε παγκόσμιο επίπεδο η Ευρώπη έχει χάσει τα πρωτεία της, και ίσως είναι αυτό που οι Ευρωπαίοι δυσκολεύονται περισσότερο ν' αποδεχτούν...

Σύμφωνα με τον μύθο, ο οποίος τροφοδοτεί τους πανηγυρικούς λόγους των Ευρωπαίων πολιτικών, οι λαοί της ευρωπαϊκής ηπείρου, διδαγμένοι από τις πικρές εμπειρίες, μπήκαν επιτέλους στον δρόμο της λογικής και ενσάρκωσαν σε οικονομικούς και πολιτικούς θεσμούς τη βούλησή τους για ειρηνική συμβίωση. Η εδραίωση των θεσμών τούτων ισοδυναμεί λοιπόν με εργασία προς χάριν της ειρήνης, ενώ η υπονόμευσή τους με την επιστροφή σε εποχές απαίσιας μνήμης. Ο μύθος τούτος είναι αυτάρεσκος...
Οι αιματηρές συγκρούσεις ανάμεσα σε μεγάλα έθνη της δυτικής και της κεντρικής Ευρώπης έγιναν στις μέρες μας αδιανόητες επειδή η Ευρώπη έχασε την παγκόσμια κυριαρχία, ούτως ώστε οι ενδοευρωπαϊκοί ανταγωνισμοί δεν έχουν πλέον καθοριστική κοσμοϊστορική σημασία· γι’ αυτό και η έντασή τους κατ’ ανάγκη έπεσε κατακόρυφα... Το τέλος της παγκόσμιας κυριαρχίας της Ευρώπης συνέπεσε χρονικά με το τέλος των ευρωπαϊκών Νέων Χρόνων, όπως άλλωστε και η αρχή των Νέων Χρόνων σήμανε την αρχή της παγκόσμιας κυριαρχίας της Ευρώπης. Τούτο σημαίνει: οι Νέοι Χρόνοι δεν ήσαν μονάχα (στην προοπτική της ιστορίας των ιδεών) ευρωπαϊκό φαινόμενο με την ειδοποιό έννοια του όρου, αλλά και (από οικονομική και πολιτική άποψη) ένα ευρωκεντρικό φαινόμενο.
Όποιος θεωρεί ότι εδώ πρυτάνευσε ο ειρηνόφιλος Λόγος, είναι απροετοίμαστος απέναντι σε άσχημες εξελίξεις εντός της Ευρώπης και επι πλέον εκτίθεται στον κίνδυνο να επεκτείνει αυτή του τη θεώρηση σε ολόκληρο το πλανητικό τοπίο, δηλαδή να αποδώσει στην Ευρωπαϊκή Ένωση χαρακτήρα προτύπου και να προσδοκά την λύση των παγκόσμιων προβλημάτων από ένα παγκόσμιο κράτος, το οποίο θα στηριζόταν στη συναίνεση και θ' αποτελούσε μιαν Ευρωπαϊκή Ένωση In magno.

.~`~.
Για περαιτέρω ιχνηλάτηση και πληρέστερη προοπτική


Τα όργανα της πληροφορίας - Το δίκτυο Echelon. Με αφορμή την «έκπληξη, εταίρων, φίλων και συμμάχων»...

$
0
0

Η πληροφορία, που πολύ συχνά συγχέεται με μια από τις συνιστώσες της, την κατασκοπία, είναι απαραίτητη για την καθοδήγηση της δράσης και αποτελεί σε όλον τον κόσμο μια δραστηριότητα κοινότοπη, αναγκαία και θεμιτή. Η πληροφορία παραμένει σε μόνιμη ροή τόσο σε περίοδο ειρήνης όσο και κατά τον πόλεμο. Οπωσδήποτε, η άμεσα συνδεόμενη με την επιχειρησιακή δράση στρατιωτική πληροφορία αποτελεί εξειδικευμένη δραστηριότητα.
Ο λόγος ύπαρξης της πληροφορίας συνίσταται στο να μεταδίδει στον πολιτικό ηγέτη, στον στρατιωτικό αρχηγό και, όλο και περισσότερο, στον αρχηγό της επιχείρησης εκείνα τα στοιχεία τα οποία αυτός χρειάζεται προκειμένου να διαμορφώσει άποψη και να πάρει αποφάσεις.

Τα μέσα
Μέχρι στιγμής, οι ΗΠΑδιαθέτουν σ' αυτόν τον τομέα την καλύτερη οργάνωση σε ολόκληρο τον κόσμο. Περιλαμβάνει την CIA, άμεσα συνδεδεμένη με τον πρόεδρο, την DIA (Defense Intelligence Agency), η οποία χειρίζεται τη στρατιωτική πληροφόρηση, και, κυρίως, την NSA (National Security Agency), η οποία ιδρύθηκε το 1947 και προικίστηκε με έναν προϋπολογισμό περισσότερων των 3 δισεκατομμυρίων δολαρίων (πολύ υψηλότερος εκείνου της CIA), που καλύπτει την ηλεκτρονική πληροφορία. Έτσι, η NSA ελέγχει τις τηλεφωνικές επικοινωνίες, τα φαξ, τις ερτζιανές επικοινωνίες, τα e-mails σε ολόκληρο τον κόσμο. Εργάζεται προς αυτόν τον σκοπό μέσω της μορφοποίησης προγραμματισμένων αποκωδικοποιήσεων, λέξεων κλειδιά κ.λπ Συνέβαλε στη διαμόρφωση του μυστικού δικτύου Έσελον (η ύπαρξη του δεν έχει αναγνωριστεί επισήμως), το οποίο συνενώνει τις υπηρεσίες παρακολούθησης των μεταδόσεων και επικοινωνιών πέντε αγγλοσαξονικών χωρών: των ΗΠΑ, του Καναδά, του Ηνωμένου Βασιλείου, της Αυστραλίας και της Νέας Ζηλανδίας [δηλαδή της Αγγλοαμερικανίας ή Αγγλοσαξονίας ή του θαλάσσιου-νησιωτικού γερμανόγλωσσου κλάδου - ο άλλος είναι ο ηπειρωτικοευρωπαϊκός]. Το Έσελον, διαθέτοντας δορυφόρους και σταθμούς αυτόματης λήψης που καλύπτουν όλο τον κόσμο, χειρίζεται περίπου 3 δισεκατομμύρια επικοινωνίες ημερησίως (2003).
Κι όμως, παρά την ύπαρξη αυτού του γιγαντιαίου μηχανισμού, δεν κατέστη δυνατόν να εντοπιστεί η οργάνωση των επιθέσεων της 11ης Σεπτεμβρίου 2001, παρότι το τρομοκρατικό δίκτυο ήταν εγκατεστημένο σε τρεις ηπείρους.

Εξ αρχής (1948), το Έσελον θεωρήθηκε αγγλοσαξονικό όργανο συλλογής πληροφοριών που προέρχονται από την Ανατολή. Από το τέλος του ψυχρού πολέμου, αυτό το δίκτυο μεταβλήθηκε σημαντικά προς την κατεύθυνση της οικονομικής πληροφόρησης, κυρίως απέναντι στους Ιάπωνες και Ευρωπαίους ανταγωνιστές. Το κοινοβούλιο του Στρασβούργου έχει εγείρει σχετική διαμαρτυρία (2003).

Οι δυσκολίες
Εκτός από τον ανταγωνισμό μεταξύ των υπηρεσιών, τίθεται τρία κρίσιμα ερωτήματα:
- Η έκταση της πληροφορίας, λόγω του τεράστιου όγκου των δεδομένων τα οποία μπορούν να συγκεντρωθούν, αλλά δεν έχουν αξία παρά μόνο εάν αναλυθούν σωστά και εγκαίρως.
- Η επιζητούμενη ισορροπία μεταξύ της «τεχνικής» πληροφορίας και της «ανθρώπινης» πληροφορίας: η επαλήθευση, η διασταύρωση, η ερμηνεία απαιτούν τη γνώση των ανθρώπων και του εκάστοτε περιβάλλοντος. Πρόκειται για την τρομερή κοινοτοπία που συνεχώς ανακύπτει: οι μηχανές δεν μπορούν να αντικαταστήσουν την ανθρώπινη σκέψη.
- Η ποιότητα της σχέσης ανάμεσα στον ιθύνοντα και στην υπηρεσία πληροφόρησης του. Εάν δεν υπάρχει εμπιστοσύνη, η πληροφορία καθίσταται άχρηστη, εάν ο σύνδεσμος είναι άσχημα οργανωμένος, η πληροφορία χάνει κάθε χρησιμότητα. Η ιστορία βρίθει τέτοιων «εκπλήξεων» (εισβολή του Χίτλερ στη Σοβιετική Ένωση, έκρηξη του πολέμου του Κιπούρ), οι οποίες προκύπτουν από την άρνηση του αρχηγού να εμπιστευτεί εκείνο που του μεταφέρουν ή από το μπλοκάρισμα των συνεργατών από συμβούλους που μεριμνούν ώστε να μην ενοχλήσουν τον πρόεδρο «τους».
Η σύμπτωση τεχνικής ανεπάρκειας και ανθρώπινης αμέλειας φέρνουν την καταστροφή.

François Géré


.~`~.
Για περαιτέρω ιχνηλάτηση και πληρέστερη προοπτική

Πλανητικός μετασχηματισμός - Tο τέλος του μακρού 20ού αιώνα.

$
0
0

.~`~.
I

Γράφοντας σχεδόν πριν από 20 χρόνια, λίγο μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης, ο Βρετανός ιστορικός Έρικ Χομπσμπάουμμίλησε για τη διάχυτη σύγχυση που επικρατεί σχετικά με το που κατευθύνεται ο κόσμος: «Σαν να είχαμε περικυκλωθεί από μια παγκόσμια ομίχλη», έγραφε. Στα τέλη του 20ουαιώνα, οι πολίτες του κόσμου ήταν βέβαιοι «ότι μια ιστορική εποχή τερματίζεται. Αλλά δεν γνώριζαν σχεδόν τίποτε περισσότερο»1. Κατά τις δύο δεκαετίες που μεσολάβησαν, παρόλο που η «νέα εποχή» συνέχισε να παίρνει μορφή, η «παγκόσμια ομίχλη» δεν έχει ακόμα σκορπιστεί.
Οι προσεγγίσεις ως προς την φύση της παγκόσμιας αλλαγήςέχουν διαφοροποιηθεί σημαντικά. Στα τέλη της δεκαετίας του 1990, εν μέσω της εκτεταμένης οικονομικής άνθησης των Ηνωμένων Πολιτειών, και όταν δεν υπήρχε κανένας σοβαρός ανταγωνιστής της παγκόσμιας αμερικανικής ισχύος, πολλοί μιλούσαν για έναν επικείμενο «δεύτερο αμερικανικό αιώνα». Αυτές οι προβλέψεις έφτασαν στο απόγειό τους έπειτα από την χρηματοπιστωτική κρίση των ασιατικών χωρών του 1997. Αλλά εν συνεχεία, η κατάσταση αντιστράφηκε, αρχικά με το σπάσιμο της χρηματιστηριακής φούσκας της Νέας Οικονομίας στο χρηματιστήριο της Νέας Υόρκης το 2000-2001, και αμέσως μετά με την πανωλεθρία στο Ιράκκαι την αποτυχία των σχεδίων της κυβέρνησης Μπουςγια έναν Νέο Αμερικάνικο Αιώνα. Με την χρηματιστηριακή κατάρρευση που είχε ως επίκεντρο την Αμερική το 2008 και την συνεχιζόμενη, ραγδαία ανάπτυξη της Κίνας, η συζήτηση για έναν «δεύτερο αμερικανικό αιώνα» έλαβε τέλος. Αντίθετα, πολλαπλασιάστηκαν οι προβλέψεις για έναν επικείμενο κινέζικο αιώνα. Την ίδια στιγμή, οι προβλέψεις για το τέλος της παγκόσμιας αμερικανικής ηγεμονίας πολλαπλασιάστηκαν θυμίζοντας τη δεκαετία του 1970, όταν η αμερικάνικη ήττα στο Βιετνάμ, η πετρελαϊκή κρίση και ο στασιμοπληθωρισμός διαμόρφωναν μια αίσθηση βαθύτατης κρίσης (iκαι ii).
Τι νόημα έχουν αυτές οι κυμαινόμενες εκτιμήσεις για την περίοδο της παγκόσμιας ιστορίας στην οποία έχουμε εισέλθει; Σε αυτό το κείμενο, υποστηρίζουμε ότι μια σύγκριση με προηγούμενες φάσεις ανάλογες με την παρούσα, μπορεί να μας βοηθήσει να ερμηνεύσουμε την αλλαγή αντιλήψεων, αλλά και να σκορπίσει την παγκόσμια ομίχλη που μας περιβάλει2. Με ποιά φάση άραγε μπορούμε να συγκρίνουμε την παρούσα; Συχνά επισημαίνονται οι ομοιότητες μεταξύ των αρχών και του τέλους του 20ουαιώνα. Και στις δύο φάσεις, το χρηματο-οικονομικό κεφάλαιο κατέλαβε ηγεμονική θέση στην παγκόσμια οικονομία συγκριτικά με το επενδυόμενο στην παραγωγή. Επιπλέον, και στις δύο περιόδους, η χρηματιστικοποίηση των οικονομικών δραστηριοτήτων αποδείχθηκε μάλλον αποσταθεροποιητική και κατέληξε σε μείζονες κρίσεις, αυτές του 1929 (i) και του 2008.
Όντως, αυτές οι δύο φάσεις χρηματιστικοποίησης είναι ανάλογες. Αλλά η ανάδειξη των χρηματο-οικονομικών δραστηριοτήτων σε ηγεμονική θέση στον παγκόσμιο καπιταλισμό δεν παρατηρήθηκε μόνον στα τέλη του 19ουκαι του 20ουαιώνα. Όπως έχει επισημάνει και ο Γάλλος ιστορικός Φερνάντ Μπρωντέλ, η χρηματιστικοποίηση του κεφαλαίου αποτελεί ένα επαναλαμβανόμενο στοιχείο του ιστορικού καπιταλισμού, ήδη από τα πρώτα του βήματα. Γράφοντας κατά την δεκαετία του 1970 (δηλαδή, πριν από την έναρξη της τελευταίας φάσης χρηματιστικοποίησης), ο Μπρωντέλ προσδιόρισε τρεις περιόδους συστημικής χρηματο-οικονομικής επέκτασης: Στα μέσα του 16ουαιώνα (με επίκεντρο τις ιταλικές πόλεις-κράτη), κατά τα μέσα του 17ουαιώνα (με επίκεντρο την Ολλανδία), και στα τέλη του 19ουαιώνα (με επίκεντρο το Ηνωμένο Βασίλειο)3. Σ’ αυτό το κείμενο, θεωρούμε αυτές τις τρείς παλιότερες περιόδους χρηματο-οικονομικής επέκτασης κατάλληλες για ιστορικές συγκρίσεις ώστε να κατανοήσουμε την παρούσα (τέταρτη) περίοδο συστημικής χρηματο-οικονομικής επέκτασης.
Όπως και σήμερα, κάθε μια από τις προηγούμενες περιόδους χρηματιστικοποίησης διαδεχόταν μια μακρά περίοδο υλικής επέκτασης της παγκόσμιας οικονομίας, κατά την οποία το κεφάλαιο διοχετευόταν κυρίως στο εμπόριο και την παραγωγή, και όχι στη χρηματιστική διαμεσολάβηση και την κερδοσκοπία. Η Γένοβα, η Ολλανδία, η Βρετανίακαι οι Ηνωμένες Πολιτείεςκατέκτησαν διαδοχικά την παγκόσμια πρωτοκαθεδρία, έχοντας πρωτοστατήσει σε κάποια μεγάλη επέκταση της παγκόσμιας οικονομίας (όπως συνέβη, για παράδειγμα, κατά την διάρκεια της καθοδηγούμενης από τις ΗΠΑ «χρυσής εποχής» του φορντισμού-κεϋνσιανισμού κατά τις δεκαετίες του ’50 και του ’60). Σ’ ένα ορισμένο σημείο, αυτές οι υλικές επεκτάσεις έφταναν στα όριά τους (για λόγους που θα συζητήσουμε αργότερα), και όταν συνέβαινε κάτι τέτοιο, η κυρίαρχη δύναμη της εποχής προωθούσε μια συστημική μετάβαση από τις επενδύσεις στο εμπόριο και την παραγωγή προς τη χρηματιστική διαμεσολάβηση.
Η φάση της υλικής επέκτασης, και η φάση της χρηματο-οικονομικής επέκτασης που την διαδέχεται, συνθέτουν αυτό που έχουμε αποκαλέσει εκτεταμένο αιώνα ή συστημικό κύκλο συσσώρευσης (ΣΚΣ). Μπορούμε να προσδιορίσουμε τέσσερις (εν μέρει αλληλοεπικαλυπτόμενους) εκτεταμένους αιώνες ή ΣΚΣ: (1) Έναν γενουατικό-ιβηρικόκύκλο, που εκτείνεται από τον 15ομέχρι τις αρχές του 17ουαιώνα. (2) έναν ολλανδικό, που εκτείνεται από τα τέλη του 16ουαιώνα μέχρι τα τέλη του 18ου. (3) έναν βρετανικό κύκλο, που εκτείνεται από τα μέσα του 18ουμέχρι το τέλος του 19ουαιώνα. και (4) έναν αμερικανικό, που εκτείνεται από τα τέλη του 19ουαιώνα μέχρι σήμερα. Κάθε κύκλος παίρνει το όνομά του (και προσδιορίζεται) από το σύμπλεγμα των κυβερνητικών και επιχειρηματικών παραγόντων που καθοδηγεί το παγκόσμιο καπιταλιστικό σύστημα κατά την φάση τόσο της υλικής όσο και της χρηματο-οικονομικής επέκτασης, που από κοινού διαμορφώνουν τον εκτεταμένο αιώνα.
Και στις τρείς περιπτώσεις που πραγματεύτηκε οΜπρωντέλ, οι χρηματο-οικονομικές επεκτάσεις οδήγησαν σε μια μεγάλη ανάκαμψη της ισχύος και ευημερίας της ηγέτιδας καπιταλιστικής χώρας της περιόδου (π.χ. μια δεύτερη χρυσή εποχή για τους Ολλανδούς ή η Βικτωριανή μπέλ επόκ για τη Βρετανία). Ωστόσο, σε κάθε περίπτωση, η ανάκαμψη της παγκόσμιας ισχύος και ευημερίας ήταν βραχύβια. Για τον Μπρωντέλ, οι αλληλοδιάδοχες μετακινήσεις των Γενουατών, των Ολλανδών και των Βρετανών καπιταλιστών από το εμπόριο και την παραγωγή στις χρηματο-οικονομικές δραστηριότητες αποτελούσε την ένδειξη ότι η υλική επέκταση είχε αγγίξει την «ωριμότητά της»· ήταν ένα «σημάδι του φθινοπώρου». Η χρηματο-οικονομική φάση αποτελούσε το πρελούδιο για την τελική κρίση της παγκόσμιας ηγεμονίας και την άνοδο ενός νέου γεωγραφικού επίκεντρου της παγκόσμιας οικονομικής και στρατιωτικής ισχύος.
Πρόκειται για ένα σχήμα που επαναλαμβάνεται και σήμερα; Μήπως βιώνουμε το «φθινόπωρο» της παγκόσμιας αμερικανικής ηγεμονίας; Σ’ αυτό το κείμενο, υποστηρίζουμε ότι η οικονομική κατάρρευση του 2008 αποτελεί έναν από τους πιο πρόσφατους δείκτες που επιβεβαιώνουν ότι όντως έτσι έχουν τα πράγματα. Όπως με τους Γενουάτες, τους Ολλανδούς και τους Βρετανούς πρωτύτερα, το αμερικανικό κεφάλαιο στράφηκε ολοένα και περισσότερο προς τις χρηματο-οικονομικές δραστηριότητες, εγκαταλείποντας το εμπόριο και την παραγωγή, καθώς η μείζων παγκόσμιας κλίμακας υλική επέκταση, θεμελιωμένη στον φορντισμό-κεϋνσιανισμό, έφτασε στα όριά της κατά την δεκαετία του ’80. Μετατοπίζοντας το ενδιαφέρον τους στις χρηματο-οικονομικές δραστηριότητες, οι ΗΠΑ πέτυχαν να προσελκύσουν κεφάλαια από ολόκληρο τον πλανήτη, χρηματοδοτώντας τόσο τη γιγάντια ανάπτυξη του χρηματιστηρίου τους όσο και την θεαματική επέκταση του στρατού τους. Η Σοβιετική Ένωση κατέρρευσε υπό την πίεση, ενώ οι ΗΠΑ βίωναν τη δική τους μπελ επόκ, επι της προεδρίας του Ρέιγκαν και του Κλίντον. Κατά τα τέλη της δεκαετίας του 1990, η κρίση της δεκαετίας του ’70 έμοιαζε σαν μακρινή ανάμνηση, και οι προβλέψεις για έναν Δεύτερο Αμερικανικό Αιώνα γενικεύτηκαν.
Στην πραγματικότητα όμως, αυτοί που προέβλεπαν έναν επικείμενο Δεύτερο Αμερικάνικό Αιώνα, συνέχεαν το «φθινόπωρο» της παγκόσμιας αμερικανικής ηγεμονίας με μια «νέα άνοιξη». Για να το θέσουμε διαφορετικά, βρισκόμαστε μπροστά στο τέλοςτου εκτεταμένου εικοστού αιώνα – που αρχίζει με τη χρηματο-οικονομική επέκταση του τέλους του 19ουαιώνα, και τελειώνει μέχρι την πρόσφατη ανάλογη επέκταση, και ο οποίος ταυτίστηκε με την ανάδυση, την άνθιση και την παρακμή της αμερικάνικης εποχής στην παγκόσμια ιστορία του καπιταλισμού. Αυτό το κείμενο, επιχειρεί να απαντήσει στο ερώτημα του εάν το «φθινόπωρο» της παγκόσμιας αμερικανικής οικονομικής και στρατιωτικής ισχύος θα μπορούσε να ειδωθεί (εκ των υστέρων) ως η «άνοιξη» μιας νέας παγκόσμιας οικονομικής και στρατιωτικής δύναμης, όπως συνέβη με τις τρείς προηγούμενες χρηματο-οικονομικές επεκτάσεις.
Στη συνέχεια του κειμένου, συγκρίνουμε την παρούσα με τις προηγούμενες φάσεις χρηματιστικοποίησης, και τον εκτεταμένο εικοστό με τους προηγούμενους εκτεταμένους αιώνες, μέσα από τρεις βασικές παραμέτρους. Στην πρώτηενότητα, αναζητούμε τις ομοιότητεςμεταξύ των τριών προηγούμενων φάσεων χρηματιστικοποίησης, εστιάζοντας σε σχήματα που επαναλαμβάνονται μέσα στο χρόνο. Στην επόμενηενότητα, εστιάζουμε στα σχήματα της εξέλιξης. Διότι οι εκτεταμένοι αιώνες δεν θα πρέπει να θεωρηθούν ως επαναλαμβανόμενα (κυκλικά) φαινόμενα. αντίθετα, οι χρηματο-οικονομικές επεκτάσεις που σφραγίζουν την αρχή και το τέλος κάθε εκτεταμένου αιώνα, υπήρξαν φάσεις ριζικής αναδιοργάνωσης του παγκόσμιου συστήματος. Καταδεικνύουμε πως αυτές οι διαδοχικές αναδιοργανώσεις παρήγαγαν ένα εξελικτικό σχήμα κατά το οποίο το κυρίαρχο σύμπλεγμαεπιχειρήσεων και κυβερνήσεων διευρύνεται μέσα στο χρόνο, ως προς το μέγεθος, την ισχύ και την πολυπλοκότητα – συμπεριλαμβανομένης και της κοινωνικής πολυπλοκότητάς του.
Τα σχήματα της επανάληψης και της εξέλιξης που συνοψίζονται στις ακόλουθες δύο ενότητες μας βοηθούν να ξεκαθαρίσουμε τις πιθανές εναλλακτικές εκδοχές του μέλλοντος που ανοίγονται μπροστά μας αυτή τη στιγμή. Αλλά, όπως υποστηρίζουμε στην τελευταία ενότητα αυτού του κειμένου, δεν μπορούμε απλώς να προβάλουμε στο μέλλον τα σχήματα μιας απλής επανάληψης και εξέλιξης του παρελθόντος. Το τελευταίο μέρος του κειμένου εντοπίζει συγκεκριμένες ανωμαλίεςπου αναμένεται να διαφοροποιήσουν τη μελλοντική εξέλιξη από τα παλαιότερα μοντέλα, και κλείνει με μια πραγμάτευση των «πιθανών εκδοχών του μέλλοντος».


.~`~.
Επανάληψη
II

Ένα επαναλαμβανόμενο θέμα στον δεύτερο και τον τρίτο τόμο της τριλογίας του Φερνάντ Μπρωντέλ, Υλικός πολιτισμός, οικονομία και καπιταλισμός–η οποία αποτελεί μια λεπτομερέστατη περιήγηση της περιόδου από τον 15ομέχρι τον 18οαιώνα– είναι ότι η επαναλαμβανόμενη πρωτοκαθεδρία των χρηματο-οικονομικών δραστηριοτήτων αποτελεί χαρακτηριστικό του ιστορικού καπιταλισμού από τα πρώτα του βήματα. «Το χρηματο-οικονομικό κεφάλαιο», γράφει ο Μπρωντέλ, «δεν ήταν κάποιο νεογέννητο βρέφος των αρχών του 20ού αιώνα ». Επισημαίνει, αντίθετα, τουλάχιστον δύο παλαιότερα κύματα χρηματο-οικονομικής επέκτασης –περιόδους κατά τις οποίες «το χρηματο-οικονομικό κεφάλαιο ήταν… σε θέση να αναλάβει και να κυριαρχήσει, τουλάχιστον προς στιγμήν, σ’ όλες τις δραστηριότητες του επιχειρηματικού κόσμου». Το πρώτοκύμα της χρηματιστικοποίησης ξεκίνησε γύρω στο 1560, όταν οι ηγέτιδες ομάδες της γενουατικής επιχειρηματικής διασποράς εγκατέλειψαν σταδιακά το εμπόριο για να εξειδικευτούν στις χρηματο-οικονομικές δραστηριότητες· το δεύτερογύρω στα 1740, όταν οι Ολλανδοί άρχισαν να εγκαταλείπουν το εμπόριο για να γίνουν οι «τραπεζίτες της Ευρώπης»4.
Από αυτή τη σκοπιά, οι χρηματο-οικονομικές επεκτάσεις που ξεκίνησαν κατά τα τέλη του 19ουκαι του 20ουαιώνα αποτελούν το 3οκαι το 4οκύμα μιας περιοδικά επαναλαμβανόμενης διαδικασίας του παγκόσμιου συστήματος. Κατά την διάρκεια της Μεγάλης Ύφεσηςτου 1873-1896, και μετά από αυτήν, όταν είχε γίνει σαφές ότι το «φανταστικό ταξίδι της βιομηχανικής επανάστασης» είχε δημιουργήσει ένα υπερπλεόνασμα κεφαλαίων που δεν μπορούσε να επενδυθεί επικερδώς στις βιομηχανικές δραστηριότητες, οι Βρετανοίεγκατέλειψαν σταδιακά τη βιομηχανία για να εξειδικευτούν στις χρηματο-οικονομικές δραστηριότητες. Την περίοδο που ο Μπρωντέλ συνέγραφε την τριλογία του, το τέταρτο (δηλαδή, το τωρινό) κύμα της χρηματιστικοποίησης δεν είχε ξεκινήσει ακόμα· αλλά σήμερα μπορούμε να διαπιστώσουμε την επανάληψη του ίδιου φαινομένου: Κατά τις τελευταίες δεκαετίες του 20ουαιώνα, έγινε σαφές ότι η χρυσή εποχή του φορντισμού-κεϋνσιανισμού δημιούργησε ένα υπερπλεόνασμα κεφαλαίων που δεν μπορούσαν να επενδυθούν επικερδώς στις βιομηχανικές δραστηριότητες, και το αμερικάνικο κεφάλαιο στράφηκε στην εξειδίκευση στις χρηματο-οικο­νομικές δραστηριότητες, αντί για τη βιομηχανική παραγωγή. Από τα μέσα του 1990, το μερίδιο από το σύνολο των κερδών των αμερικανικών πολυεθνικών που αναλογούσε στις χρηματο-οικονομικές δραστηριότητες, την πίστη, και την αγορά γης (FIRE) ξεπέρασε εκείνο των κερδών που προέρχονταν από τη βιομηχανία5.
Είναι χρήσιμο να επαναδιατυπώσουμε τα συμπεράσματα του Μπρωντέλ, σχετικά με την περιοδική επανεμφάνιση του χρηματο-οικονομικού κεφαλαίου, υπό το φως της γενικής θεωρίας του κεφαλαίου του Μαρξ, που συχνά θεωρείται ότι αναλύει τη λογική των επενδυτικών αποφάσεων των καπιταλιστών σε ατομικό επίπεδο6. Οι καπιταλιστές τοποθετούν τα κεφάλαιά τους σε προϊόντα που χρησιμεύουν στην παραγωγή (π.χ. μηχανές, εργασία) με την προσδοκία ότι θα κερδίσουν περισσότερα χρήματα σε κάποιο μελλοντική στιγμή μέσα στο χρόνο. Η συμμετοχή στην παραγωγή δεν είναι αυτοσκοπός. Εάν οι καπιταλιστές δεν περιμένουν να αυξηθούν τα χρηματικά τους κεφάλαια από τις επενδύσεις στην παραγωγή, ή αν αυτή η προσδοκία συστηματικά διαψεύδεται, τότε θα τείνουν να εγκαταλείψουν την παραγωγή και να στραφούν σε πιο ευέλικτες (ρευστές) μορφές επενδύσεων.
Αλλά το θεωρητικό σχήμα του Μαρξ μπορεί επίσης να ειδωθεί ως η ανίχνευση μιας συστημικής λογικής. Υπάρχουν φάσειςκατά τις οποίες η κυρίαρχη τάση μεταξύ των καπιταλιστών είναι να επενδύουν τα κεφάλαιά τους στην παραγωγή και το εμπόριο, εγκαινιάζοντας έτσι περιόδους γενικευμένης υλικής επέκτασης. Αλλά η ίδια η επιτυχία κάθε υλικής επέκτασης οδηγεί εντέλει σε υπερσυσσώρευση κεφαλαίων και μειώνει τις αποδόσεις των δραστηριοτήτων που πρωτύτερα την εξέτρεφαν. Η συνακόλουθη συρρίκνωση των κερδών προκαλεί μια στροφή: η κυρίαρχη τάση μεταξύ των καπιταλιστών γίνεται να κρατούν ένα ολοένα και μεγαλύτερο μέρος του κεφαλαίου τους σε ρευστή μορφή, δημιουργώντας τους «όρους της προσφοράς» για μια χρηματο-οικονομική επέκταση του συστήματος στο σύνολό του. Οι χρηματο-οικονομικές επεκτάσεις αποτελούν το σύμπτωμα μιας κατάστασης κατά την οποία, οι επενδύσεις στην επέκταση του εμπορίου και της παραγωγής, δεν επιτυγχάνουν πια την αύξηση της ροής χρηματικών κεφαλαίων προς την τάξη των καπιταλιστών τόσο αποδοτικά όσο οι αμιγώς χρηματο-οικονομικές δραστηριότητες.
Όπως έχουμε ήδη παρατηρήσει, οι παρελθούσες χρηματο-οικονομικές επεκτάσεις αποκατέστησαν προσωρινά την ισχύ και τις τύχες του ηγετικού καπιταλιστικού κράτους της εποχής (με πιο πρόσφατο παράδειγμα αυτό της μπέλ επόκ του Ρέιγκαν και του Κλίντον). Γιατί συνέβη αυτό; Με πολύ γενικούς όρους, η επιβράδυνση της υλικής επέκτασης, που σχετίζεται με την αρχική απογείωση της χρηματο-οικονομικής επέκτασης, κλονίζει τα δημοσιονομικάτων κρατών, τα οποία με τη σειρά τους αρχίζουν να ανταγωνίζονται πιο έντονα για το μετακινούμενο κεφάλαιο που κυκλοφορεί στις χρηματο-οικονομικές αγορές, πυροδοτώντας μια χρηματο-οικονομική επέκταση από την «πλευρά της ζήτησης». Η εκάστοτε παγκόσμια ηγεμονική δύναμη (Ολλανδία, Βρετανία, ΗΠΑ), εξαιτίας της συνεχιζόμενης κεντρικότητάς της στα χρηματο-οικονομικά δίκτυα, είναι σε καλύτερη θέση να χρησιμοποιήσει τον εντεινόμενο ανταγωνισμό για ρευστό κεφάλαιο προς όφελός της και να κερδίσει προνομιακή πρόσβαση στην υπεράφθονη ρευστότητα που συσσωρεύεται στις παγκόσμιες χρηματο-οικονομικές αγορές. Αυτό έγινε σαφές κατά το ’80 και το ’90, όταν οι ΗΠΑ πέτυχαν να προσελκύσουν ρευστά κεφάλαια απ’ όλο τον κόσμο, τροφοδοτώντας μια μακρόχρονη ανάπτυξη στο εσωτερικό τους και πυροδοτώντας μια σειρά σοβαρότατων κρίσεων χρέους στους υπολοίπους. Η πρώτη μεγάλη κρίση χρέους, επικεντρώθηκε στη Λατινική Αμερική στις αρχές του ’80, προκαλώντας αυτό που ο ΟΗΕ αποκάλεσε «χαμένη δεκαετία ανάπτυξης». Ακολούθησαν κρίσεις χρέους στην Ανατολική Ευρώπη και την Ανατολική Ασία.
Κατά το παρελθόν, μια νέα συστημική υλική επέκταση ξεκινούσε μόνο εάν και εφόσον υπήρχε μια ηγεμονική δύναμη ικανή να συγκροτήσει τις απαιτούμενες παγκόσμιες θεσμικές προϋποθέσεις (χρηματο-οικονομικές, γεωπολιτικές και κοινωνικές). Όταν συνέβαινε αυτό –όπως κατά τις δεκαετίες του ’50 και του ’60, όταν οι υποστηριζόμενοι από τις ΗΠΑ παγκόσμιοι οργανισμοί παρείχαν έναν ορισμένο βαθμό ασφάλειας και προβλεψιμότητας– οι καπιταλιστές διοχέτευαν μηχανικά τα κέρδη τους εκ νέου στην επέκταση του εμπορίου και της παραγωγής. Ωστόσο, τέτοιες παγκόσμιες θεσμικές συνθήκες δεν διαμορφώνονται εύκολα και γρήγορα. Κατά το παρελθόν, οι παρακμάζουσες δυνάμεις έχαναν τη δυνατότητα να διατηρούν τις παγκόσμιες θεσμικές προϋποθέσεις, προτούοι ανερχόμενες δυνάμεις αποκτήσουν την ικανότητα ή τη διάθεση να αναλάβουν το ρόλο του ηγέτη. Έτσι, οι μεταβατικέςφάσεις από τον έναν εκτεταμένο αιώνα στον επόμενο, υπήρξαν ιστορικά φάσεις γενικευμένου πολέμου και οικονομικών κρίσεων. Ακριβώς αυτό συνέβη κατά το πρώτο ήμισυ του 20ουαιώνα, με την μετάβαση από τη βρετανική στην αμερικανική ηγεμονία, ενώ ενδείξεις ενός αντίστοιχου διλήμματος μοιάζουν να απασχολούν σήμερα τον πλανήτη.
Ο Μαρξ, στην ανάλυσή του για την πρωταρχική συσσώρευση, διείδε ένα ιστορικό σχήμα κατά το οποίο οι επεκτάσεις του χρηματοοικονομικού συστήματος έπαιζαν καθοριστικό ρόλο για τη μεταφορά του πλεονάζοντος κεφαλαίου από τα παρακμάζοντα στα ανερχόμενα γεωγραφικά επίκεντρα του καπιταλιστικού εμπορίου και της παραγωγής. Ο Μαρξ διαπίστωσε μια ακολουθία που ξεκίνησε από τη Βενετία, η οποία «στην παρακμή της» δάνειζε τεράστια ποσά στην Ολλανδία. έπειτα, η Ολλανδίαδάνειζε «τεράστια κεφάλαια, ιδιαίτερα στη μεγάλη εχθρό της, Αγγλία» όταν «έπαψε να είναι το έθνος που υπερέχει στο εμπόριο και τη βιομηχανία»· και τέλος, η Αγγλίαέκανε το ίδιο έναντι των ΗΠΑ την εποχή του ίδιου του Μαρξ7. Έτσι, ξανά και ξανά, στη διάρκεια της ζωής του ιστορικού καπιταλισμού, οι επεκτάσεις του πιστωτικού συστήματος έπαιξαν κρίσιμο ρόλο για την επανεκκίνηση της συσσώρευσης κεφαλαίου σ’ ένα νέο γεωγραφικό επίκεντρο, ή, για να εκφραστούμε σύμφωνα με τη δικιά μας ορολογία, οι χρηματο-οικονομικές επεκτάσεις διαδραμάτισαν κρίσιμο ρόλο στην ανάδυση ενός νέου συστημικού κύκλου συσσώρευσης 8.
Για να το θέσουμε διαφορετικά, ιστορικά, οι χρηματο-οικονομικές επεκτάσεις υπήρξαν περίοδοι αλλαγής της ηγεμονίας, κατά την διάρκεια της οποίας μια νέα ηγεσία αναδυόταν παράλληλα και συν τω χρόνω αναδιοργάνωνε το σύστημα, θέτοντας τις προϋποθέσεις για μια νέα υλική επέκταση σε παγκόσμια κλίμακα. Οι χρηματο-οικονομικές επεκτάσεις δεν ήταν μόνο «το φθινόπωρο» του υφιστάμενου ηγεμόνα. σηματοδοτούσαν επίσης την «άνοιξη» μιας νέας μεγάλης φάσης καπιταλιστικής ανάπτυξης υπό μια νέα ηγεσία, ενός νέου εκτεταμένου αιώνα, δηλαδή, με νέο γεωγραφικό επίκεντρο. Αλλά επειδή αυτή η διαδικασία δεν ήταν ούτε απλή ούτε ομαλή, οι χρηματο-οικονομικές επεκτάσεις αποκορυφώνονταν σε αρκετά μεγάλες περιόδους γενικευμένου συστημικού χάους.


.~`~.
Εξέλιξη
III

Στην προηγούμενη ενότητα, επικεντρωθήκαμε στις αναλογίες μεταξύ των εκτεταμένων αιώνων. Εάν έπρεπε να εξάγουμε συμπεράσματα βασιζόμενοι μόνο στα σχήματα της επανάληψης, τότε θα καταλήγαμε στο ότι βρισκόμαστε στο «βαθύ φθινόπωρο» της αμερικάνικης ηγεμονίας και στην «πρώιμη άνοιξη» ενός νέου εκτεταμένου αιώνα με διαφορετικό γεωγραφικό επίκεντρο (ίσως την Ανατολική Ασία). Θα έπρεπε επίσης να ανησυχούμε γιατί εισερχόμαστε (ή έχουμε ήδη εισέλθει) σε μια εκτεταμένη φάση συστημικού χάους, και γενικευμένης ανθρώπινης δυστυχίας. Ωστόσο, ακριβώς επειδή το παγκόσμιο σύστημα έχει εξελιχθεί μέσα στο χρόνο, έχουμε περιορισμούς ως προς το τι μπορούμε να συμπεράνουμε σχετικά με το παρόν και το άμεσο μέλλον, επικεντρώνοντας μόνον στα σχήματα της επανάληψης. Σε αυτή την ενότητα, εστιάζουμε στα σχήματα της εξέλιξης.
Το σχήμα 1 συνοψίζει ένα ιστορικό σχήμα εξέλιξης το οποίο εστιάζει στα μεταβαλλόμενα χαρακτηριστικά των «κιβωτίων της εξουσίας» που φιλοξενούσαν τα στρατηγεία των κορυφαίων καπιταλιστικών μηχανισμών (δηλ. το κυρίαρχο σύμπλεγμα κυβέρνησης και επιχειρήσεων) των τεσσάρων διαδοχικών μακρών αιώνων: της Δημοκρατίας της Γένοβας, της Ολλανδικής Δημοκρατίας, του Ηνωμένου Βασιλείου και των ΗΠΑ9. Η κυρίαρχη πτυχή του εξελικτικού σχήματος που καταγράφεται στο σχήμα 1 είναι η τάση προς διεύρυνση κατά μέγεθος, ισχύ και πολυπλοκότητα του κυρίαρχου συμπλέγματος κυβέρνησης και επιχειρήσεων από τον έναν εκτεταμένο αιώνα στον άλλον.
Την εποχή της υλικής επέκτασής της, η Γένοβαήταν πόλη-κράτος. Ήταν μικρή σε μέγεθος, απλή στην οργάνωση, βαθιά διχασμένη κοινωνικά και μάλλον ανυπεράσπιστη στρατιωτικά, ένα αδύναμο κράτος σε σύγκριση με όλες τις μεγάλες δυνάμεις της εποχής, βάσει των περισσότερων κριτηρίων. Ο πλούτος της, την καθιστούσε ελκυστικό στόχο για κατάκτηση και επειδή δεν διέθεταν σημαντική στρατιωτική δύναμη, οι Γενουάτες έπρεπε να εξαρτούνται για την ασφάλειά τους από τους Ίβηρες μονάρχες, από τους οποίους «αγόραζαν προστασία». Η ολλανδική δημοκρατία, αντίθετα, ήταν μεγαλύτερη και πολύ πιο πολύπλοκη στην οργάνωσή της από την Γένοβα. Την εποχή της δικής της υλικής επέκτασης, ήταν αρκετά ισχυρή ώστε να κερδίσει την ανεξαρτησία της από την αποικιακή Ισπανία, να οικοδομήσει μια εξαιρετικά επικερδή αυτοκρατορία εμπορικών αποικιών, και να απαντάει στις στρατιωτικές προκλήσεις της Αγγλίας και της Γαλλίας. Έτσι, αντίθετα με τους Γενουάτες, οι Ολλανδοί δεν χρειαζόταν να «αγοράζουν προστασία» από άλλα κράτη· «παρήγαγαν» τη δικιά τους. Οι Ολλανδοί, με άλλα λόγια «εσωτερίκευαν» το κόστος της προστασίαςενώ οι Γενουάτες το εξωτερίκευαν, όπως δείχνει το σχήμα 1
Την εποχή της υλικής επέκτασης με επίκεντρο την Βρετανία, το Ηνωμένο Βασίλειο ήταν ένα πλήρως αναπτυγμένο εθνικό κράτος με μια παγκόσμιας εμβέλειας εμπορική και εδαφική αυτοκρατορία, που προσέφερε στις άρχουσες τάξεις και τους καπιταλιστές της μια άνευ προηγουμένου εξουσία πάνω στους ανθρώπινους και τους φυσικούς πόρους του πλανήτη. Όπως και με την ολλανδική, η βρετανική καπιταλιστική τάξη δεν έπρεπε να βασίζεται σε ξένες δυνάμεις για προστασία (και οι δύο είχαν εσωτερικεύσει το κόστος προστασίας). Επιπλέον, ως το «εργαστήριο του κόσμου», η Βρετανία δεν χρειαζόταν να εξαρτάται από άλλους και για τα βιομηχανικά προϊόντα στα οποία στήριζε τις εμπορικές της δραστηριότητες. Οι Βρετανοί ξεπέρασαν τους Ολλανδούςεσωτερικεύονταςτα κόστη της παραγωγής.
 Τέλος, οι ΗΠΑ αποτέλεσαν ένα ηπειρωτικό στρατιωτικο-βιομηχανικό σύμπλεγμα με τόση ισχύ ώστε να παρέχουν αποτελεσματική προστασία στον εαυτό τους και τους συμμάχους τους αλλά και για να εκτοξεύουν προς τους εχθρούς τους σοβαρές απειλές οικονομικού στραγγαλισμού και στρατιωτικής εξολόθρευσης. Αυτή η ισχύς, συνδυαζόμενη με το μέγεθος, την γεωγραφική απομόνωση, και τον φυσικό πλούτο των Ηνωμένων Πολιτειών, επέτρεψε στην καπιταλιστική τους τάξη να εσωτερικεύσει τα κόστη της προστασίας και της παραγωγής, όπως είχε κάνει και η βρετανική καπιταλιστική τάξη. Αλλά με το να καινοτομήσει στην οικοδόμηση κάθετα διαρθρωμένων πολυεθνικών επιχειρήσεων, η αμερικανική καπιταλιστική τάξη κατάφερε να εσωτερικεύσει και το «κόστος των συναλλαγών» – δηλαδή, να εσωτερικεύσει τις αγορές από τις οποίες εξαρτιόταν η αυτο-επέκταση του κεφαλαίου.
Εάν έπρεπε να συναγάγουμε συμπεράσματα που να βασίζονται στα σχήματα της εξέλιξης που συζητήσαμε σ’ αυτή την ενότητα, τότε θα προβλέπαμε ότι το κυβερνητικό-επιχειρηματικό σύμπλεγμα (i, iiκαι iii) που θα ηγηθεί σε οποιονδήποτε μελλοντικό κύκλο συσσώρευσης θα πρέπει απαραίτητα να είναι μεγαλύτερο σε μέγεθος και πιο πολύπλοκο από τις ΗΠΑ. Λογικά, δεν υπάρχει ούτε μια χώρα που να μπορεί να ανταποκριθεί σε αυτές τις απαιτήσεις. Για παράδειγμα, η Κίναείναι πολύ μεγαλύτερη αλλά ταυτόχρονα πολύ φτωχότερη από τις ΗΠΑ, παρ’ όλες τις δεκαετίες γοργής οικονομικής ανάπτυξης. Έτσι, η μελλοντική εξέλιξη που ανιχνεύεται στο Σχήμα 1 θα είναι μια κίνηση προς κάποιου είδους «παγκόσμιο κράτος» (iκαι ii).
Ωστόσο, η καθαρά γραμμική τάση προς ευρύτερα και πολυπλοκότερα σχήματα, εν μέρει συγκρατείται από μια άλλη πτυχή του ιστορικού σχήματος, που συνοψίζεται στο σχήμα 1, σε μια κίνηση του εκκρεμούς μεταξύ των «εκτατικών» και των «εντατικών» καθεστώτων συσσώρευσης. Οι Ολλανδικές εμπορικές εταιρίες, όπως η Ολλανδική Εταιρία των Ανατολικών Ινδιών (VOC), ήταν πιο πολύπλοκοι οργανισμοί από τα οικογενειακά δίκτυα της γενουάτικης καπιταλιστικής διασποράς. Αλλά και οι οικογενειακές εταιρικές επιχειρήσεις πάνω στις οποίες στηρίχτηκε η βρετανική βιομηχανία υφασμάτων, ήταν λιγότερο πολύπλοκες από τις Ολλανδικές εμπορικές εταιρείες. επιπλέον, η συνολική επιτυχία του βρετανικού κεφαλαίου εξαρτιόταν από την αναβίωση, σε νέες και πιο πολύπλοκες μορφές, ενός συνδυασμού των στρατηγικών και των δομών του γενουάτικου κοσμοπολιτικού καπιταλισμού και της εδαφικής λογικής των Ιβήρων. Παρόμοια, οι αμερικανικές πολυεθνικές ήταν πιο πολύπλοκες από τις βρετανικές οικογενειακές εταιρείες, ενώ η επιτυχία του αμερικανικού κεφαλαίου σε πλανητική κλίμακα εξαρτήθηκε από την αναβίωσησε νέες και πιο πολύπλοκες μορφές των στρατηγικών και των δομών του ολλανδικού εταιρικού καπιταλισμού.
Ποιές είναι οι επιπτώσεις που μπορεί να έχει στο παρόν αυτή η κίνηση του εκκρεμούς μεταξύ «εκτατικών» (κοσμοπολίτικων και αυτοκρατορικών) και «εντατικών» (εταιρικών-εθνικών) καθεστώτων, όταν προβάλλεται πάνω σε μια γραμμική τάση αυξανόμενης πολυπλοκότητας; Εάν μπορούσαμε να προβάλουμε το σχήμα στο μέλλον, τότε θα έπρεπε να περιμένουμε ότι οι στρατηγικές και οι δομές του κυβερνητικού και επιχειρηματικού συμπλέγματος, που θα ηγηθεί του επόμενου εκτεταμένου αιώνα, θα είναι «εκτατικές» σε σύγκριση με τις «εντατικές» του αμερικανικού καθεστώτος, αν και μεγαλύτερης πολυπλοκότητας από εκείνες της βρετανικής υλικής επέκτασης του 19ουαιώνα. Προς το παρόν, θα συγκρατήσουμε μόνον ότι τα συστήματα πολλαπλών υπεργολαβιών και οι άλλες μορφές ευέλικτης παραγωγής που συνδέονται με τον μεταφορντισμό (ο οποίος, όχι τυχαία, πρωτοεισήχθηκε στην Ασία) μπορούν να θεωρηθούν ενδείξεις για την επιστροφή του εκκρεμούς προς την «εκτατική» κατεύθυνση10. Παρά την κίνηση του εκκρεμούς, όμως, μια γραμμική τάση προς την μεγιστοποίηση της πολυπλοκότητας είναι επίσης εμφανής.
Η δυσκολία της αναγωγής αυτής της γραμμικής τάσης στο μέλλον, αποκαλύπτεται σαφέστερα εάν παρατηρήσουμε την παρούσα διχοτόμηση μεταξύ του ελέγχου των παγκόσμιων χρηματο-οικονομικών και των στρατιωτικών πόρων, με τους πρώτους να συγκεντρώνονται στη Ανατολική Ασία, και τους δεύτερους να παραμένουν στις ΗΠΑ. Αυτή η διχοτομία αποτελεί ένα φαινόμενο άνευ προηγουμένου, τις επιπτώσεις του οποίου θα πραγματευτούμε στην επόμενη ενότητα.


.~`~.
Ανωμαλίες
IV

Μια από τις κυριότερες ανωμαλίες στην παρούσα μετάβαση, είναι ο χωρίς ιστορικό προηγούμενο, διαχωρισμόςτων γεωγραφικών επικέντρων της στρατιωτικήςκαι της χρηματο-οικονομικής ισχύος.Οι αμερικάνικες πολυεθνικές έχουν επενδύσει πολύ στην Κίνα, επαναλαμβάνοντας το ιστορικό σχήμα που παρατήρησε ο Μάρξ, κατά το οποίο τα παρακμάζοντα επίκεντρα μεταφέρουν το πλεονάζον κεφάλαιο στα αναδυόμενα. Ωστόσο, μια αξιοσημείωτη διαφορά με τα σχήματα του παρελθόντος, είναι το γεγονός πως η ροή του πλεονάζοντος κεφαλαίου, ήδη από τις απαρχές της αμερικανικής χρηματο-οικονομικής επέκτασης, κατευθύνεται από το αναδυόμενο προς το παρακμάζον επίκεντρο, και παίρνει κυρίως τη μορφή μαζικών αγορών αμερικανικών ομολόγων από την Ανατολική Ασία, αρχικά από την Ιαπωνίακαι μεταγενέστερα από την Κίνα [σημ. Δ`~. Η Κινεζική θάλασσα, είναι το ένα από τα δύο θαλάσσια θεμέλια που στηρίζουν ολόκληρο τον άξονα του 36ου -βόρειου- ή Αγγλοσαξονικού παράλληλου (III), το άλλο είναι η Ανατολική Μεσόγειος]. Όπως και στις παλιότερες μεταβολές της ηγεμονίας, ο παρακμάζων ηγεμόνας (οι ΗΠΑ) μεταβλήθηκε από τον μεγαλύτερο δανειστή του κόσμου σε έθνος χρεώστη. Αυτός ο μετασχηματισμός, στην περίπτωση των ΗΠΑ, πραγματοποιήθηκε σε κλίμακα και με ταχύτητα χωρίς προηγούμενο.
Ωστόσο, οι πλανητικών διαστάσεων στρατιωτικές δυνάμειςέχουν συγκεντρωθεί σε συντριπτικό βαθμό στα χέρια των Ηνωμένων Πολιτειών. Δεν υπάρχει καμία αξιόπιστη ένδειξη ότι οποιοδήποτε από τα οικονομικά ανερχόμενα κράτη, συμπεριλαμβανομένης της Κίνας, έχει κάποια πρόθεση να προκαλέσει απευθείας την αμερικάνικη στρατιωτική ισχύ. Εντούτοις, ακόμα και χωρίς μια άμεση πρόκληση, οι ΗΠΑ δεν διαθέτουν πια τους χρηματο-οικονομικούς πόρους που απαιτούνται για να υποστηρίξουν το παγκόσμιο στρατιωτικό κατεστημένο τους (και μέχρις στιγμής το πετυχαίνουν μόνο με το να χρεώνονται ολοένα και περισσότερο). Επιπλέον, όπως κατέστη σαφές από την αποτυχία της κυβέρνησης Μπους, να εγκαθιδρύσει έναν δεύτερο αμερικανικό αιώνα, η προβολή της στρατιωτικής ισχύος δεν υπήρξε και πολύ αποτελεσματική για να επιβάλει στον πλανήτη τη θέληση των ΗΠΑ ή για την αντιμετώπιση των κλιμακούμενων κοινωνικών και πολιτικών κρίσεων του συστήματος.
Το μελλοντικό σενάριο που πιθανολογείται από το ιστορικό διάγραμμα που συνοψίζει το Σχήμα 1 –δηλαδή η ανάδυση ενός παγκόσμιου κράτους– προϋποθέτει ότι το παγκόσμιο κράτος θα αποκτήσει πρόσβαση στο παγκόσμιο πλεονάζον κεφάλαιο, το οποίο τώρα εντοπίζεται στον Παγκόσμιο Νότο (iκαι ii), και ειδικότερα στην Ανατολική Ασία. Η πρόσφατη διεύρυνση των συναντήσεων των πλούσιων χωρών της G7 για να περιλάβει μεγάλες χώρες του παγκόσμιου Νότου (όπως για παράδειγμα οι συναντήσεις της G20) είναι μια περισσότερο ή λιγότερο ρητή αποδοχή αυτής της συνθήκης και καταδεικνύει ότι έστω και εν μέρει υπάρχει αναγνώριση του γεγονότος πως πια δεν είναι εφικτό πολιτικάένα παγκόσμιο κράτος στο οποίο να κυριαρχεί η Δύση και ο Βορράς (μέσα από μια συμμαχία των ΗΠΑ με την Ευρώπη). Η Δύση ανακαλύπτει ότι δεν διαθέτειπια ένα από τα δύο πιο σημαντικά στοιχεία της επιτυχίας όλων των προηγούμενων πέντε αιώνων: τον έλεγχο του πλεονάζοντος κεφαλαίου. Αυτή είναι μια σημαντική ανωμαλία σε σχέση με τις προηγούμενες ηγεμονικές μεταβάσεις – οι οποίες υπήρξαν όλες μεταβάσεις στο εσωτερικό της Δύσης και του Βορρά.


.~`~.
Η άνοδος της Κίνας και τα εναλλακτικά σενάρια για το μέλλον
V

Εάν ένα δυτικοκρατούμενο παγκόσμιο κράτος (iκαι ii) δείχνει σήμερα απίθανο, τότε ποιές είναι οι πιθανότητες να καταστεί η Κίνα από μόνη της επίκεντρομιας νέας υλικής επέκτασης του καπιταλισμού σε παγκόσμια κλίμακα κατά τον 21οαιώνα; Πρώτον, είναι απαραίτητο να αποκαθάρουμε το τοπίο από διαπιστώσεις άσχετες προς τη διεξαγόμενη συζήτηση. Μετά την χρηματο-οικονομική κρίση του 1997-1998 στην Ασία, πολλοί αναλυτές απέρριψαν ως αυταπάτη την άνοδο της Ανατολικής Ασίας· και σήμερα, είναι αρκετά σύνηθες να ακούει κανείς τοποθετήσεις για μια επικείμενη χρηματο-οικονομική κρίση που θα ξεσπάσει στην Κίνα και θα αποκαλύψει, όπως υποστηρίζεται, το πόσο λανθασμένες είναι οι εκτιμήσεις για την άνοδό της. Το ερώτημα εάν θα ξεσπάσει μια τέτοια κρίση στην Κίνα ή όχι είναι ανοιχτό. Αλλά οποιαδήποτε τέτοια κρίση λίγο έχει να κάνει με το εάν το επίκεντρο της παγκόσμιας καπιταλιστικής συσσώρευσης μετατοπίζεται ή θα μετατοπιστεί προς την Κίνα. Όπως παρατηρήσαμε στα συμπεράσματα του Χάος και Διακυβέρνηση στο Σύγχρονο Παγκόσμιο Σύστημα, ιστορικά, οι βαθύτερες χρηματο-οικονομικές κρίσεις έχουν συμβεί στα νεοαναδυόμενα επίκεντρα της παγκόσμιας συσσώρευσης του κεφαλαίου, στο Λονδίνο το 1772, τη Νέα Υόρκη το 1929, καθώς η χρηματο-οικονομική τους δυναμική υπερέβη τη θεσμική τους δυνατότητα να διαχειριστούν τις αυξανόμενες ροές των κεφαλαίων. Θα ήταν αστείο να υποστηρίξουμε ότι το κραχ της Γουόλ Στρητ του 1929-’31 και η Μεγάλη Ύφεση που ακολούθησε αποτελούσαν ενδείξεις ότι το επίκεντρο της συσσώρευσης του κεφαλαίου δεν μετατοπιζόταν προς τις ΗΠΑ κατά το πρώτο μισό του 20ουαιώνα! Παρομοίως, δεν έχει κανένα νόημα να υποστηρίξουμε το ίδιο για τις χρηματο-οικονομικές κρίσεις που ξεσπούν ή θα ξεσπάσουν στην Ανατολική Ασία κατά τα τέλη του 20ου και τις αρχές του 21ουαιώνα.
Ωστόσο, όπως υποστηρίξαμε και προηγουμένως, οι προγενέστερες υλικές επεκτάσεις ξεκίνησαν όταν η ανερχόμενη οικονομική δύναμη ήταν σε θέση να καταστεί ηγεμονική με τη γκραμσιανή έννοια του όρου, δηλαδή, να ηγηθεί του κόσμου μέσα από τη συγκρότηση παγκόσμιων θεσμικών ρυθμίσεων (οικονομικών, γεωπολιτικών και κοινωνικών), ικανών να προσφέρουν την απαραίτητη προστασία και ασφάλεια για μια υλική επέκταση μεγάλης κλίμακας. Καθώς το παγκόσμιο σύστημα έχει εξελιχθεί ριζικά από τον έναν εκτεταμένο αιώνα στον επόμενο, μεταβάλλονταν και η φύση αυτών των παγκόσμιων θεσμών.
Σήμερα, όπως και στο παρελθόν, τα όρια για μια νέα υλική επέκταση είναι κοινωνικά όσο και οικονομικά. Όπως υποστηρίξαμε στο Χάος και Διακυβέρνηση, οι διαδοχικοί ηγεμόνες έπρεπε να βρουν τρόπους διευθέτησης αιτημάτων που προέρχονταν από μια διευρυνόμενη γκάμα κοινωνικών κινημάτων. Έτσι, το εξελικτικό σχήμα των διευρυνόμενων μεγεθών, κλίμακας και πολυπλοκότητας που περιγράψαμε νωρίτερα, περιλαμβάνει επίσης και την κοινωνική πολυπλοκότητα. Η αδιαφιλονίκητη εγκαθίδρυση της αμερικανικής ηγεμονίας μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο (και η απογείωση της υλικής επέκτασης σε συστημική κλίμακα) δεν εξαρτιόταν μόνο από το προβάδισμα της χώρας στην οικονομική και την στρατιωτική ισχύ. Περισσότερο, εξαρτιόταν από την εφαρμογή πολιτικών που σκόπευαν να ενσωματώσουν, τουλάχιστον εν μέρει, τα εργατικά, σοσιαλιστικά και εθνικοαπελευθερωτικά κινήματα του πρώτου μισού του 20ουαιώνα. Οι λύσεις των ΗΠΑ –το κοινωνικό συμβόλαιο μαζικής κατανάλωσηςγια τους εργάτες του Βορρά και η απο-αποικιοποίηση μαζί με την υπόσχεση για ανάπτυξη στο παγκόσμιο Νότο– υπήρξαν προσωρινές, καθώς ήταν ασύμβατες με το πλαίσιο του ιστορικού καπιταλισμού. Για παράδειγμα, προκειμένου να υλοποιηθούν ολοκληρωτικά αυτές οι λύσεις θα προκαλούσαν συρρίκνωση των κερδών εξαιτίας των έντονων αναδιενεμητικών συνέπειών τους.
Όντως, η αρχική κρίση της αμερικανικής ηγεμονίας κατά τα τέλη της δεκαετίας του ’60 και των αρχών του ’70, ήταν σε μεγάλο βαθμό ένα κοινωνικο-πολιτικό γεγονός, που προκλήθηκε από την παγκόσμια κοινωνική δυσαρέσκεια, καθώς μια ευρεία γκάμα κινημάτων τόσο στον Πρώτοόσο και στον Τρίτοκόσμο κινητοποιήθηκαν ώστε να απαιτήσουν αυτά που στην ουσία αποτελούσαν μια ταχύτερηεκπλήρωση των άμεσων και των έμμεσων υποσχέσεων της αμερικανικής ηγεμονίας (Δομικά γνωρίσματα της μαζικής δημοκρατίας - α´ μέρος.). Αυτή η κρίση, που σφράγισε το τέλος της καθοδηγούμενης από τις ΗΠΑ υλικής επέκτασης, ήταν ταυτόχρονα οικονομικό και κοινωνικό-πολιτικό γεγονός ή ακριβέστερα, αυτά τα δύο στοιχεία διαπλέκονταν μέσα στην κρίση. Η χρηματο-οικονομική επέκταση των τελών του 20ουαιώνα, επίλυσε προσωρινά αυτές τις διαπλεκόμενες κρίσεις προς όφελος των αμερικάνων καπιταλιστών και του αμερικανικού κράτους, οδηγώντας στην μπελ επόκ της δεκαετίας του 1990. Η χρηματιστικοποίηση –η γενικευμένη εγκατάλειψη του εμπορίου και της παραγωγής από το κεφάλαιο και η στροφή στην χρηματιστική διαμεσολάβηση και κερδοσκοπία– είχε αποσυνθετικέςσυνέπειες στα κοινωνικά κινήματα σε παγκόσμιο επίπεδο, κυρίως μέσω του μηχανισμού πρόκλησης κρίσεων χρέους στο Νότο και των μαζικών απολύσεων στην καρδιά των εργατικών κινημάτων του Βορρά.
Εάν όλοι οι προηγούμενοι εκτεταμένοι αιώνες προϋπέθεταν μια ριζική κοινωνικο-πολιτική αναδιοργάνωσητου παγκόσμιου συστήματος, όπως για παράδειγμα το τέλος του εμπορίου σκλάβων στον Ατλαντικό κατά την διάρκεια της βρετανικής ηγεμονίας, το τέλος της τυπικής αποικιοκρατίας υπό την αμερικάνικη ηγεμονία, τότε τι θα μπορούσε να προτείνει η ανάλυση μας για το είδος των ριζικών αναδιαρθρώσεων που απαιτούνται σήμερα; Πρώτον, μια νέα παγκόσμια ηγεμονία (είτε καθοδηγείται από ένα και μοναδικό κράτος, είτε από μια συμμαχία κρατών, είτε από ένα παγκόσμιο κράτος) θα πρέπει να επιτρέψει έναν μεγαλύτερο βαθμό ισότηταςμεταξύ του Νότου και του Βορρά, δεδομένης και της οικονομικής δύναμης του πρώτου [σημ. Δ`~. δες στο II για τη σταδιακή διεύρυνση του αιτήματος της ισότητας από το άτομο στις κοινωνικές ομάδες-τάξεις και από αυτές στα έθνη. Ο αγώνας ανάμεσα στους προνομιούχους και στους μη προνομιούχους, ανάμεσα στους υπέρμαχους της υφιστάμενης τάξης πραγμάτων και στους επαναστάτες, που διεξάγοταν τον 19ο αιώνα στο εσωτερικό των εθνικών κοινοτήτων της Δυτικής Ευρώπης, μεταφέθηκε κατά τον 20ο αιώνα στη διεθνή κοινότητα...Πλέον σε πλανητική κλίμακα]. Εάν η γραμμική τάση προς την αυξανόμενη κοινωνική πολυπλοκότητα συνεχιζόταν στο μέλλον, τότε θα απαιτούσε μια τέτοια εξίσωση Βορρά και Νότου, τουλάχιστον εν μέρει, μέσω της ενσωμάτωσης μιας ευρείας γκάμας κοινωνικών κινημάτων από τα κάτω. (Η γενικευμένη κοινωνική αναταραχή στην Κίνα από τις αρχές της δεκαετίας του 1990, τόσο στις αστικές όσο και στις αγροτικές περιοχές –και οι προσπάθειες της κινέζικης κυβέρνησης να ανταποκριθεί σ’ αυτή– μπορεί να είναι προάγγελος μιας ευρύτερης τάσης προς την αναβάθμιση της κοινωνικής πολυπλοκότητας σε παγκόσμια κλίμακα).
Αλλά τι θα σήμαινε αυτό πιο συγκεκριμένα; Αυτό το ερώτημα μας φέρνει στο τρίτο στοιχείο που καταδεικνύεται στο σχήμα 1 και δεν έχουμε συζητήσει ακόμα. Όλες οι προηγούμενες παγκόσμιες ηγεμονίες βασίστηκαν στην εξωτερίκευση του κόστους αναπαραγωγής της εργασίας και της φύσης.Δηλαδή, η κερδοφορίασε όλες τις προηγούμενες υλικές επεκτάσεις εξαρτιόταν από την αντιμετώπιση του φυσικού κόσμου ως μια χωρίς κόστος εισροή στην παραγωγή.Επιπλέον, η κερδοφορία στηρίζονταν στο ότι μόνο μια μικρή μειοψηφία των εργατών του πλανήτη απολάμβανε το πλήρες κόστος (ή σχεδόν) της αναπαραγωγής της εργατικής τους δύναμης. Αντίθετα, ένα μεγάλο μέρος του κόστους της αναπαραγωγής μετατοπίζονταν στα νοικοκυριά και τις κοινότητες που εμπλέκονταν σε απλήρωτες δραστηριότητες (όπως είναι η οικιακή γεωργία ή η απλήρωτη οικιακή εργασία, η ανατροφή των παιδιών και η φροντίδα των άρρωστων και των γηραιότερων).
Η εξωτερίκευσητου κόστους αναπαραγωγής της φύσης έφτασε σε παροξυστικά επίπεδα κατά τον εκτεταμένο 20οαιώνα, με το έντονα ενεργοβόροκαι σπάταλο μοντέλο μαζικής παραγωγής και κατανάλωσης που συνδέθηκε με τον «αμερικανικό τρόπο ζωής».Επιπλέον, η ανάπτυξη για όλους –ότι ο καθένας θα μπορούσε να έχει πρόσβαση στον αμερικανικό τρόπο ζωής– αποτελούσε μια άμεση υπόσχεση της αμερικανικής ηγεμονίας (η οποία θεσμοποιήθηκε, μεταξύ άλλων, και μέσω του Αναπτυξιακού Προγράμματος των Ηνωμένων Εθνών). Το ότι αυτή η υπόσχεση ήταν «ψεύτικη», έγινε αντιληπτό για πρώτη φορά κατά την κρίση της δεκαετίας του ’70, με το σοκ της ανόδου των τιμών του πετρελαίου,που αποτέλεσε έναν ξεκάθαρο δείκτη γι’ αυτό.
Ο Μοχάντας Γκάντιείχε ήδη αναγνωρίσει το πρόβλημα το 1928: «Ο οικονομικός ιμπεριαλισμός ενός και μοναδικού μικρού νησιού [της Αγγλίας] έχει αλυσοδέσει ολόκληρο τον πλανήτη. Εάν ένα ολόκληρο έθνος 300 εκατομμυρίων [ο τότε πληθυσμός της Ινδίας] εφάρμοζε μια αντίστοιχη οικονομική πολιτική εκμετάλλευσης, θα αποψίλωνε τον πλανήτη σαν ακρίδα»11. Η διορατικότητα του Γκάντι, παραμένει πάντα επίκαιρη μετά από 80 χρόνια: η άνοδος της Δύσης στηρίχτηκε σε ένα αβίωτοοικολογικά μοντέλο, το οποίο ήταν εφικτό μόνον όσο η πλειοψηφία του παγκόσμιου πληθυσμού αποκλειόταν από αυτό. Δεδομένης της μεταβαλλόμενης γεωγραφικής κατανομής της οικονομικής ισχύος σε παγκόσμια κλίμακα, καθίσταται σαφές πως η πρόσβαση σε αυτού του τύπου την κατανάλωση μπορεί να είναι περιορισμένη μόνον σε ένα μικρό ποσοστό του συνολικού πλανητικού πληθυσμού. Έτσι, οποιαδήποτε σοβαρή προσπάθεια να γενικευτεί ο αμερικανικός τρόπος ζωής μπορεί να οδηγήσει μόνον σε κοινωνικές, πολιτικές και οικολογικές συγκρούσεις που είναι πολύ πιθανότερο να αποτελέσουν τη βάση για μια μακρά περίοδο χάους παρά για μια νέα υλική επέκταση.
Το μοντέλο συσσώρευσης που επέτρεψε την υλική επέκταση του μακρού 20ουαιώνα, δεν μπορεί να προσφέρει το έδαφος για μια νέα υλική επέκταση κατά τον 21οαιώνα. Οποιαδήποτε νέα υλική επέκταση σε παγκόσμια κλίμακα προϋποθέτει ένα εντελώς διαφορετικό κοινωνικό, γεωπολιτικό και οικολογικό μοντέλο, διαφορετικό όχι μόνον σε σχέση με τον μακρό 20οαιώνα αλλά και από τους προηγούμενους. Προϋποθέτει ένα εναλλακτικό δρόμοως προς το δυτικό ενεργοβόρο μοντέλο καπιταλιστικής ανάπτυξης, ένα μοντέλο εντάσεως εργασίας, που να είναι λιγότερο σπάταλο ως προς τους φυσικούς πόρους, και να μη βασίζεται στον αποκλεισμό της μεγάλης πλειοψηφίας του παγκόσμιου πληθυσμού από τα αγαθά του12.
Έχουμε φτάσει στο τέλος του εκτεταμένου 20ουαιώνα. Το εάν θα αποκαλέσουμε αυτό που θα προκύψει έναν ακόμα «εκτεταμένο αιώνα» του ιστορικού καπιταλισμού ή αν θα αποφασίσουμε (αναδρομικά) ότι έχουμε φτάσει και στο τέλος του ίδιου του ιστορικού καπιταλισμού, παραμένει ένα ανοιχτό ερώτημα. Εν τω μεταξύ, μια μακρά και έντονη περίοδος συστημικού χάους ανάλογου αλλά όχι ταυτόσημου με το συστημικό χάος του πρώτου μισού του 20ουαιώνα, παραμένει ένα πολύ σοβαρό ιστορικό ενδεχόμενο. Ενώ το τέλος του μακρού 20ουαιώνα είναι αναπόφευκτο, δεν υπάρχει τίποτε που να προδικάζει το εάν αυτή η κατάληξη θα είναι καταστροφική ή όχι. Είναι επιτακτική συλλογική αποστολή μας το να αποτρέψουμε ένα τέτοιο ενδεχόμενο.

Giovanni Arrighi - Beverly J. Silver

---------------------------------------------------------------

Σημειώσεις

1 Eric Hobsbawm, The Age of Extremes: A History of the World 1914-1991 Pantheon, Νέα Υόρκη: 1995, 558-59.

2 Σε αυτό το κείμενο παρουσιάζουμε μια περίληψη μερικών από τα κύρια ευρήματα της έρευνάς μας, αποφεύγοντας τις εκτενείς παραπομπές στο πλούσιο ιστορικό και θεωρητικό υλικό πάνω στο οποίο στηρίζονται οι αναλύσεις μας. Για μια ολοκληρωμένη εκδοχή των επιχειρημάτων που παρουσιάζονται εδώ (και περιλαμβάνουν εκτεταμένες βιβλιογραφικές αναφορές), βλέπε, Giovanni Arrighi, The Long Twentieth Century: Money, Power and the Origins of Our Times, Verso, Λονδίνο, 22010. Giovanni Arrighi and Beverly J. Silver, Chaos and Governance in the Modern World System, University of Minnesota Press, Μινεάπολη 1999. Arrighi and Silver, “Capitalism and World (Dis)Order,” Review of International Studies 27 (2001): 257-79. Silver and Arrighi, “Polanyi’s ‘Double Movement’: The Belle Epoques of British and U.S. Hegemony Compared,” Politics and Society 31, no. 2 (2003), 325-55. Silver, Forces of Labor: Workers’ Movements and Globalization since 1870, Cambridge University Press, Κέμπριτζ 2003. Arrighi, Adam Smith in Beijing: Lineages ofthe Twenty-first Century , Verso, Λονδίνο 2007.

3 Fernand Braudel, Civilization and Capitalism, 15th-18th Century, τ. 3, The Perspective of the World, Harper and Row, Νέα Υόρκη 1979.

4 Braudel, Civilization and Capitalism, ό.π. τ. 3, σσ. 157, 164, 242-43, 246, 604.

5 Greta R. -Krippner, “The Financialization of the American Economy,” Socio-Economic Review 3 (2005), σσ. 173-208.

6 Το γενικό σχήμα του κεφαλαίου είναι Χ-Ε-Χ΄, όπου το Χ είναι το κεφάλαιο που επενδύεται στο Ε (εμπορεύματα, που περιλαμβάνουν την εργασία, τις μηχανές και τις πρώτες ύλες), ενώ Χ΄ είναι το κεφάλαιο που επιστρέφεται στον καπιταλιστή όταν πωλούνται τα εμπορεύματα που έχουν παραχθεί. Εάν το Χ΄ είναι μεγαλύτερο από το Χ, τότε ο καπιταλιστής έχει παραγάγει κέρδος. Αν το Χ΄ είναι αισθητά χαμηλότερο του Χ, τότε δεν υπάρχει κανένα κέρδος και κανένα κίνητρο για τους καπιταλιστές ώστε να επενδύσουν στην παραγωγή, είτε ατομικά, είτε ως τάξη. Karl Marx, Capital, τ. 1, 1867. ανατύπωση, Foreign Languages Publishing House, Μόσχα, 1959.

7 Marx, Capital, 1, σσ. 755-56.

8 Μπορούμε να φανταστούμε αυτήν την διαδικασία ως ένα σύνολο αλληλοεπικαλυπτόμενων «καμπύλων με μορφή τελικού σίγμα». Η αλληλοεπικάλυψη καταδεικνύει το γεγονός ότι ένας νέος συστημικός κύκλος συσσώρευσης προκύπτει την ίδια στιγμή που το κυρίαρχο καθεστώς αγγίζει τα όριά του.

9 Για μια λεπτομερή ιστορική ανάλυση των εξελικτικών σχημάτων που συνοψίζονται σε αυτήν την ενότητα βλέπε, Arrighi, Long Twentieth Century, ό.π., and Arrighi and Silver, Chaos and Governance, ό.π..

10 Για περισσότερα σ’ αυτό το σημείο βλέπε Arrighi, Long Twentieth Century, ό.π., and Arrighi and Silver, Chaos and Governance, ό.π.., Κεφ. 2 και Συμπεράσματα.

11 Αναφέρεται στο Ramachandra Guha, Environmentalism: A Global History, Longman’s, Νέα Υόρκη 2000, σ. 22.

12 Για τους λόγους για τους οποίους η Κίνα έχει τη δυνατότητα να αξιοποιήσει τόσο την κληρονομιά της κομμουνιστικής της εποχής όσο και αυτήν της «επανάστασης της μανιφακτούρας» των αυτοκρατορικών της χρόνων, προκειμένου να διαμορφώσει ένα νέο υβριδικό μοντέλο που αντιπροσωπεύει έναν εναλλακτικό δρόμο, βλέπε Arrighi, Adam Smith in Beijing, ό.π.

.~`~.
Για περαιτέρω ιχνηλάτηση και πληρέστερη προοπτική

Ενθυμήσεις για την Αίγυπτο (;) ως εισαγωγικό πλαίσιο πριν την προσέγγιση των εξελίξεων στο εσωτερικό της.

$
0
0

α´
Λίγα χρόνια μετά την διάνοιξη, το έτος 1869, της διώρυγας του Σουέζ, η Κύπρος, το 1878 τίθεται υπό αγγλική διοίκηση ή «προστασία», ένα χρόνο μετά, το 1879 η Αίγυπτος επίσης τίθεται υπό αγγλική διοίκηση ή «προστασία» (χωρίς ωστόσο να ονομαστεί επίσημα προτεκτοράτο, αυτό θα συμβεί το 1914 για την Αίγυπτο και το 1925 για την Κύπρο). Το 1922 γίνεται η διακύρηξη της Ανεξαρτησίας της Αιγύπτου εξαιρουμένων τέσσάρων τομέων (προσέξτε τους): της εξωτερική πολιτικής, των επικοινωνιών, του στρατούκαι του αγγλοαιγυπτιακού Σουδάν. Δηλαδή έχουμε μια έστω μικρή, απομάκρυνση ή αυτονόμηση της Αιγύπτου από την Αγγλία. Την ίδια χρονιά έχουμε τη Καταστροφή της Σμύρνης, την Ανακωχή των Μουδανιών και την εκκένωση της χερσονήσου της Καλλίπολης από τον ελληνικό στρατό. Δηλαδή έχουμε μια επανάκαμψη της Τουρκίας (δες εδώ για το τρίγωνο Αίγυπτος-Τουρκία-Ιράν). Το 1941 οι αγγλογάλλοι εισβάλουν στη Συρία, την ίδια χρονιά εισβάλουν οι Γερμανοί στην Ελλάδα - και την Γιουγκοσλαβία (θυμίζω πως η επανένωση της Γερμανίας συμπίπτει χρονικά με την διάλυση της Γιουγκοσλαβίας). Το 1946 τερματίζεται η αγγλογαλλική κατοχή στη Συρία, το 1944 τερματίζεται η γερμανική κατοχή στην Ελλάδα. Το 1954 ο Νάσερ διώχνει τους Άγγλους από τη διώρυγα του Σουέζ, ένα χρόνο μετά, το 1955, ξεκινά ο αντιαποικιακός αγώνας στην Κύπρο, το 1956 ο Νάσερ εθνικοποιεί τη διώρυγα του Σουέζ, δυο χρόνια μετά, το 1958, η Αίγυπτος και η Συρία ενώνονται σε ένα κράτος με την επωνυμία Ηνωμένη Αραβική Δημοκρατία (θυμίζω τη φράση του David Ben-Gurion: Οι Άραβες δεν μπορούν να κάνουν πόλεμο χωρίς την Αίγυπτο ή ειρήνη χωρίς την Συρία), το 1960, ιδρύεται η Κυπριακή Δημοκρατία. Το 1967 οι Αιγύπτιοι «κλείνουν» την διώρυγα του Σουέζ. Ανεβαίνει η «πρώτη» δικτατορία στην Ελλάδα. Το 1974 οι Αιγύπτιοι «ανοίγουν» τη διώρυγα του Σουέζ. Πέφτει η «δεύτερη» δικτατορία στην Ελλάδα. Η μοίρα της Ελλάδας και της Κύπρου είναι εξαρτημένη και άμεσα ή έμμεσα σχετιζόμενη με τη μοίρα της Αιγύπτου, όσο και με αυτή της Συρίας. Το 1967 ξεσπά ο Γ' Αραβοϊσραηλινός πόλεμος ή πόλεμος των έξι ημερών με τη συμμετοχή τόσο της Αιγύπτου, όσο και της Συρίας. Η «πρώτη» δικτατορία στην εξουσία στην Ελλάδα. Τον Οκτώβριο του 1973 ξεσπά ο Δ' Αραβοϊσραηλινός πόλεμος ή πόλεμος του Γιομ Κιπούρ, τον ίδιο μήνα έχουμε τη διορισμένη από το δικτατορικό καθεστώς στην Ελλάδα, Κυβέρνηση. Ένα μήνα μετά νέο πραξικόπημα («δεύτερη» δικτατορία στην Ελλάδα) και οργάνωση του Πραξικοπήματος εναντίον του Προέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας και Αρχιεπισκόπου Κύπρου Μακαρίου Γ΄. Ο πόλεμος του Γιομ Κιπούρ τελείωσε με στρατιωτική νίκη του Ισραήλ, που ακολουθήθηκε από μακροσκελείς διαπραγματεύσεις, καταλήγοντας στο Συνέδριο της Γενεύης. Ειρήνη υπογράφηκε τον Μάιο του 1974. Δύο μήνες μετά, στις 25 Ιουλίου 1974, αρχίζουν στην Γενεύη οι ειρηνευτικές συνομιλίες για την Κύπρο, η Τουρκία κατέχει το βόρειο μέρος της νήσου.
Το 1881, η Οθωμανική Αυτοκρατορία χρεοκοπεί και μπαίνει υπό «Διεθνή Οικονομικό Έλεγχο». Το 1867 τελεί υπό «Διεθνή Οικονομικό Έλεγχο» η Αίγυπτος, το 1894 η Σερβία, το 1898 η Ελλάδα (πότε ''έφυγε'' ο «Διεθνής Οικονομικός Έλεγχος» από την Ελλάδα;), ένα χρόνο μετά, το 1899 η Βουλγαρία. Στις μέρες μας, το «Διεθνές Νομισματικό Ταμείο» πριν λίγα χρόνια βρισκόταν στην Τουρκία (και τη Ρωσία), σήμερα βρίσκεται στην Ελλάδα, την Κύπρο, την Ρουμανία (μέσες άκρες και στη Σερβία) και την Αίγυπτο. Στη Συρία και τη Λιβύη, τις άλλες δυο χώρες που μαζί με την Αίγυπτο αποτέλεσαν την Ηνωμένη Αραβική Δημοκρατία τη δεκαετία του '70 -υπό τον Ανουάρ Σαντάτ στην ηγεσία της Αιγύπτου αυτή τη φορά-, τα όπλα δεν ήταν οικονομικά, αλλά στρατιωτικά. Και η επαναλαμβανόμενη τακτική της συσσώρευσης πλούτου από τα Βαλκάνια και την Ανατολική Μεσόγειο, της απομύζησης των χωρών και των πληθυσμών τους και της προσπάθειας γεωπολιτικού ελέγχου, συνεχίζεται... Μια ιστορία που μπορεί κανείς να ανιχνεύσει τις απαρχές της στις σταυροφορίες και την άλωση της Κωνσταντινούπολης το 1204. Ο Εύξεινος Πόντος και ο Καύκασος («οργανικά» συνδεδεμένες και αλληλοσυμπληρωματικές γεωστρατηγικά και γεωοικονομικά περιοχές με την Ανατολική Μεσόγειο και την Μέση Ανατολή) «άνοιξαν ως αγορές» για τη δυτική Ευρώπη μονάχα μετά το 1204. Και ο Α' και ο Β' Παγκόσμιος Πόλεμος κατευθύνονται επίσης προς αυτούς τους άξονες, η Γερμανία και στους δυο πολέμους κινείται προς τον άξονα Βαλκάνια-Εύξεινος Πόντος-Καύκασος και οι αγγλογαλλοί στον άξονα ανατολική Μεσόγειος-Μέση Ανατολή. Αυτοί οι δύο άξονες μας φανερώνονται στις μέρες μας υπό τη μορφή αγωγών-οδών ενέργειας.

β´
Ο φονταμενταλισμός, δεν είναι εφεύρεση των μουσουλμάνων, αλλά των Δυτικών (και γι' αυτό έχει και «κοσμικές» μορφές), τον οποίον σε μεγάλο βαθμό και σχετικά πρόσφατα μεταφύτευσαν στους μουσουλμάνους οι Δυτικοί - είτε δυναμοποιόντας ηθελημένα και με την ανοχή τους (Αφγανιστάν και Σαουδική Αραβία) είτε αθέλητα (Ιράν) τις ήδη υπαρκτές αλλά μειοψηφικές φονταμενταλιστικές τάσεις. Στην Αίγυπτο και στη Συρία, μεγάλη πλειοψηφία του πληθυσμού παραμένουν, με την ευρεία έννοια, φιλοδυτικοί και φιλοχριστιανοί, τόσο από συμφέρον, όσο και λόγω πολιτισμικών, κοινωνικών, ιστορικών και παραδοσιακών παραγόντων. Η Αίγυπτος και η Συρία (όπως και ο Λίβανος που είναι Συρία), ήταν και παραμένουν οι πύλες μέσω των οποίων οι Ευρωπαίοι και αργότερα οι Αμερικανοί μπαινοβγαίνουν στον αραβικό κόσμο.
Κατά την προσωπική μου εκτίμηση, στην Αίγυπτο, οι άνθρωποι σε αρκετά μεγάλο βαθμό, έχουν μεγαλύτερη βιωματικά και πιο οξυδερκής νοητικά αντίληψη από ότι στην Ελλάδα, τόσο του τι συμβαίνει οικονομικά, όσο και στρατηγικά. Και νιώθουν (και λόγω της οικονομικής ανέχειας και της παράλληλης κοινωνικής πολυπλοκότητας) και σκέφτονται (και λόγω του μη διανοητικού ακρωτηριασμού και της μη λήθης των ιστορικών βιωμάτων) πιο καθαρά από ότι «εμείς» στην Ελλάδα (άσχετα με ποια εξέλιξη τελικά θα πάρουν τα πράγματα). Μάλλον νιώθουν και καταλαβαίνουν καλύτερα από ότι «εμείς οι Ευρωπαίοι» τη κρισιμότητα της περιόδου που τόσο άμεσα αφορά τις ζωές τους.

.~`~.
Για περαιτέρω ιχνηλάτηση και πληρέστερη προοπτική

Φιλελευθερισμός και δημοκρατία: μια ανταγωνιστική ιστορία - μέρος α´.

$
0
0

Από τον 16ο αιώνα αναπτύσσεται στη δυτική Ευρώπη, ως συνέπεια του ουμανισμού, η φιλοσοφία του φυσικού δικαίου, από την οποία προκύπτει άμεσα η φιλελεύθερη ιδέα. Η ιδέα αυτή αποκόπτεται από τη μεσαιωνική αντίληψη που στην κοινωνία έβλεπε μόνο ομάδες με αλληλέγγυα μέλη και θεωρεί, αντίθετα, ότι το άτομο έχει αυτόνομη ύπαρξη και αποτελεί και αποτελεί τη βάση κάθε κοινωνικής οργάνωσης. Αυτή η πραγματική εννοιολογική επανάσταση εμπεριέχει πολιτικές και κοινωνικές συνέπειες που θα φέρουν στην επιφάνεια οι δύο άγγλοι φιλόσοφοι του 17ου αιώνα, ο Hobbes και ο Locke. Και οι δύο τοποθετούν το άτομο στο κέντρο του προβληματισμού τους και θεωρούν ότι γεννιέται με έναν συγκεκριμένο αριθμό φυσικών δικαιωμάτων, όπως το να προστατεύει τη ζωή του, να μπορεί να τη διαχειρίζεται όπως θέλει, να αποκτά και να προστατεύει την περιουσία του κ.λπ. Αλλά στην «φυσική κατάσταση» (δηλαδή πριν από την οργάνωση της κοινωνίας) η ζωή του βρίσκεται υπό διαρκή απειλή και τα φυσικά του δικαιώματα διακυβεύονται από την ανασφάλεια, τον πόλεμο, τη βία. Για να τα διατηρήσει, το άτομο δέχεται να οργανωθεί σε κοινωνία και, παραχωρώντας ένα μέρος από τα φυσικά του δικαιώματα, κατοχυρώνει την ασφάλεια του και προστατεύει τη ζωή και τα αγαθά του. Η είσοδος στην κοινωνία λοιπόν είναι ένα συμβόλαιο με το οποίο ο άνθρωπος δέχεται την εξουσία ενός ηγεμόνα, με την προϋπόθεση ότι ο τελευταίος διασφαλίζει την ειρήνη και διατηρεί την ασφάλεια. Όμως, όπως κάθε συμβόλαιο, έτσι και αυτό είναι μετακλητό αν κάποιο από τα δύο μέρη δεν εκπληρώνει τις υποχρεώσεις του.
Ξεκινώντας από τις ίδιες αυτές βάσεις, ο Hobbes και ο Locke διαφοροποιούνται. Ο πρώτος θεωρεί ότι ικανότερο είδος διακυβέρνησης για να επιτελέσει τον ρόλο που έχει επιλεχθεί από το κοινωνικό συμβόλαιο για τον ηγεμόνα είναι η απόλυτη μοναρχία, στην οποία ο πανίσχυρος μονάρχης (*) συγκεντρώνει όλες τις εξουσίες. Ο Locke, αντίθετα, εκφράζει, στο κύριο έργο του Δοκίμιο για την πολιτική κυβέρνηση (1681), μια σειρά θέσεων που συνιστούν τη βάση της φιλελεύθερης σκέψης. Κατά τον Locke, η ανώτατη εξουσία στην πραγματικότητα πηγάζει από τα άτομα και, αν μεταβιβάζουντην εξουσία αυτή σε έναν ηγεμόνα (*), δεν αποποιούνται το δικαίωμα να τον ελέγχουν. Κυρίως δεν δέχονται να απολέσουν για χάρη του κάθε ελευθερία. Για να τη διατηρήσουν, ο Locke υποστηρίζει ότι είναι απαραίτητο οι διάφορες εξουσίες (εκτελεστική, νομοθετική, δικαστική) να μη συγκεντρώνονται στα χέρια ενός ανθρώπου, του ηγεμόνα, αλλά να διαχωρίζονται' ότι η πρωτοκαθεδρία δεν πρέπει να ανήκει στον ηγεμόνα, φορέα της εκτελεστικής εξουσίας, αλλά στη νομοθετική εξουσία, που ανατίθεταισε περισσότερα άτομα για ένα συγκεκριμένο χρονικό διάστημα, και ο ρόλος της εκτελεστικής εξουσίας να περιορίζεται στην εφαρμογή των νόμων που ψηφίζει η νομοθετική εξουσία' τέλος σε περίπτωση που ο ηγεμόνας παραβιάζει το σιωπηρό συμβόλαιο ανάμεσαστο λαό και στον ίδιο (*), ο λαός νομιμοποιείται να τον απομακρύνει.
Από τη φιλοσοφία αυτή του φυσικού δικαίουπροέρχεται το πολιτικό δόγμα στο οποίο δίνουμε την ονομασία φιλελευθερισμός.

Serge Berstein


(*) Εφόσον δεν υπήρχε η έννοια του κράτους ως ξεχωριστού νομικού προσώπου, οι περισσότερες ιστορικές κοινωνίες στάθηκαν ανίκανες να αναπτύξουν μια ξεκάθαρη διάκριση μεταξύ διακυβέρνησης και ιδιοκτησίας στις διάφορες μορφές τους. Η συνακόλουθη σύγχυση μεταξύ δημόσιας και ιδιωτικής σφαίρας οδήγησε σε πολλά και διάφορα παράδοξα, όπως ο ισχυρισμός του Αριστοτέλη ότι οι βάρβαροι, οι οποίοι δεν ζούσαν σε αυτοδιοικούμενεςπόλεις, αλλά εξαρτιόταναπό τη βούληση των κυρίαρχων φύλαρχων ή βασιλέωντους, ήταν «εκ φύσεως» δούλοι [σημ. Δ`~. όπως όλοι και όλες εμείς σήμερα, πέρα από βάρβαροι είμαστε και «εκ φύσεως» δούλοι, όχι μονάχα κατά Αριστοτέλη, αλλά και κατά Πλάτωνα]...
Ο Ευρωπαϊκός μεσαίωνας έφτασε στο αντίθετο άκρο. Με την κατάρρευση της Ρώμης, η δημόσια σφαίρα, η οποία περιελάμβανε απλώς όσα άνηκαν στον αυτοκράτορα, σχεδόν εξαφανίστηκε... Όπως είπε ο Άνταμ Σμιθ, το μοναδικό σημαντικότερο από την ευμάρεια είναι η άμυνα. Η ανασφάλεια, είτε αυτή οφειλόταν στην αδυναμία της διακυβέρνησης είτε στην υπερβολική ισχύ της (στις αυτοκρατορίες, με την ετερογενή εθνική σύσταση και τις απομακρυσμένες επαρχίες τους, μερικές φορές ίσχυαν και τα δυο), εμπόδιζε τη συσσώρευση πλεονάσματος σε ατομική βάση και την εμφάνιση μιας σταθερής κατά κεφαλήν οικονομικής ανάπτυξης. Παρά τις σχετικές απόπειρες που έγιναν σποραδικά, καμιά από αυτές τις κοινωνίες δεν στάθηκε ικανή να αναπτύξει χάρτινο νόμισμα ή να δημιουργήσει κάτι παραπλήσιο με κεντρική τράπεζα. Με απλά λόγια, η εμπιστοσύνη στην ικανότητα και την προθυμία της διακυβέρνησης να σεβαστεί τις υποχρεώσεις της ήταν ανύπαρκτη' δεν είναι τυχαίο ότι, στην εβραϊκή γλώσσα, η λέξη «σπαταλώ τα χρήματα μου» έχει τη ρίζα της σε έναν όρο ο οποίος αρχικά σήμαινε «δημόσιο ταμείο» (τιμαίον στα ελληνικά)... η γλώσσα που χρησιμοποιούν οι αρχαίοι ιστορικοί καθιστά σαφέστατο ότι ούτε οι Έλληνες ούτε οι Ρωμαίοι αντιλήφθηκαν ποτέ το κράτος ως αφηρημένη οντότητα, ξεχωριστή από τους πολίτεςτου. Όπου εμείς θα μπορούσαμε να πούμε «το κράτος», αυτοί έγραφαν «το κοινό» ή «ο λαός»...
Εάν νοηθεί με αυτό τον τρόπο, το κράτος αποτελεί τη δεύτερη σημαντικότερη επινόηση στην ιστορία μετά τον ελληνικό διαχωρισμό μεταξύ ιδιοκτησίας και διακυβέρνησης.

Martin van Creveld

.~`~.
Για περαιτέρω ιχνηλάτηση και πληρέστερη προοπτική

Διαφορές εσωτερικής και διεθνούς πολιτικής, οι παραδοσιακοί και οι μοντέρνοι μελετητές και οι αναγωγικές θεωρίες ερμηνείας της διεθνούς πολιτικής - μέρος α´.

$
0
0

α´
Οι μοντερνιστές και οι παραδοσιακοί είναι φτιαγμένοι από το ίδιο φύραμα. Μοιράζονται την πεποίθηση ότι οι εξηγήσεις των διεθνών πολιτικών αποτελεσμάτων μπορούν να συναχθούν εξετάζοντας τις δράσεις και τις αλληλεπιδράσεις των εθνών και των άλλων δρώντων.

Οι πολιτικοί επιστήμονες, είτε έχουν παραδοσιακό είτε μοντέρνο προσανατολισμό, συγκεκριμενοποιούν τα συστήματα τους ανάγοντας τα στα αλληλεπιδρώντα μέρη τους. Οι παραδοσιακοί ερευνητές, που βασίζονται στην ιστορία, και οι μοντερνιστές ερευνητές, που είναι προσανατολισμένοι προς τις μεθόδους των θετικών επιστημών, τοποθετούνται μαζί, πράγμα που μπορεί να φαίνεται παράδοξο για δύο λόγους. Πρώτον, η διαφορά στις μεθόδους συγκαλύπτει την ομοιότητα της μεθοδολογίας τους, δηλαδή της λογικής που ακολουθούν οι έρευνες τους. Δεύτερον, οι διαφορετικές περιγραφές που κάνουν για τα αντικείμενα της ερευνάς τους ενισχύουν την εντύπωση ότι η διαφορά των μεθόδων είναι διαφορά μεθοδολογίας. Οι παραδοσιακοί τονίζουν τη δομική διάκριση μεταξύ εσωτερικής και διεθνούς πολιτικής, μια διάκριση που οι μοντέρνοι συνήθως αρνούνται...

Αν η διαφορά πλαισίου παραβλέπεται ή αμφισβητείται, τότε η ποιοτική διαφορά μεταξύ εσωτερικής και διεθνούς πολιτικής εξαφανίζεται ή ουδέποτε υπήρξε. Και πράγματι, αυτό είναι το συμπέρασμα στο οποίο καταλήγουν οι μοντερνιστές. Οι παραδοσιακοί επισημαίνουν διαρκώς ότι ο άναρχος χαρακτήρας της διεθνούς πολιτικής σηματοδοτεί τη διάκριση του εσωτερικού και του εξωτερικού πεδίου, πράγμα που οι μοντερνιστές αμφισβητούν. Αν ακούσουμε τι λένετα μέλη των δυο στρατοπέδων, το χάσμα τους είναι μεγάλο. Αν δούμε τι κάνουντα μέλη των δυο στρατοπέδων αφήνοντας κατά μέρος τις μεθόδους, τότε το χάσμα μικραίνει και σχεδόν εξαφανίζεται. Όλοι τους κατατείνουν προς την πεποίθηση ότι «τα υποσυστήματα παίζουν τον κυριότερο ρόλο». Η προσοχή τους εστιάζεται στις συμπεριφερόμενες μονάδες. Επικεντρώνονται στην ανεύρεση του ποιος κάνει τι, για να παράγει τα αποτελέσματα.

Η ομοιότητα των παραδοσιακών και των μοντέρνων προσεγγίσεων στην μελέτη της διεθνούς πολιτικής είναι εύκολο να καταδειχτεί. Οι αναλυτές που περιορίζουν την προσοχή τους στις αλληλεπιδρώσες μονάδες, χωρίς να αναγνωρίζουν ότι συστημικά αίτια επενεργούν, αντισταθμίζουν τις παραλήψεις τους με το να αποδίδουν αυθαίρετα αυτά τα αίτια στο επίπεδο των αλληλεπιδρωσών μονάδων και να τα κατανέμουν μεταξύ των διαφόρων δρώντων. Ο υποβιβασμός των συστημικών αιτιών στο επίπεδο των αλληλεπιδρωσών μονάδων έχει όχι μόνο θεωρητικές αλλά και πρακτικές επιπτώσεις.


β´
Η κατάσταση της διεθνούς πολιτικής δεν μπορεί να συναχθεί από την εσωτερική σύσταση των κρατών [σημ. Δ`~. οι περίφημες εξηγήσεις «από τα μέσα προς τα έξω» μέσω αναγωγικών θεωριών] ούτε μπορεί να κατανοηθεί η διεθνής πολιτική αθροίζοντας απλώς την εξωτερική πολιτική και τη διεθνή συμπεριφορά των κρατών.
Οι διαφορές ανάμεσα στη σχολή των παραδοσιακών και στη σχολή των μοντέρνων είναι αρκετά μεγάλες, ώστε να συγκαλύψουν τη θεμελιώση ομοιότητα τους. Αυτή η ομοιότητα, άπαξ και ιδωθεί είναι εντυπωσιακή:
Αποκαλύπτεται ότι τα μέλη και των δύο σχολών είναι βασικά συμπεριφοριστές.
Τα μέλη και των δύο σχολών παρέχουν εξηγήσεις με όρους συμπεριφερόμενων μονάδων, ενώ αφήνουν κατά μέρος την επίδραση που μπορεί να έχουν οι καταστάσεις στις οποίες βρίσκονται οι μονάδες. Το ενιαίο της συλλογιστικής τους καταφαίνεται πλήρως... Το λάθος που έκανε ο Hobson το έχουν κάνει σχεδόν όλοι, τουλάχιστον από τον 19ο αιώνα και έπειτα... Οι μελέτες της διεθνούς πολιτικής που ανταποκρίνονται στο πρότυπο ανάλυσης «από μέσα προς τα έξω» πορεύονται βάσει λογικής συσχετισμών, οποιεσδήποτε μεθόδους κι αν χρησιμοποιούν... Εξετάζουν τη διεθνή πολιτική βάσει των ιδιαζόντων χαρακτηριστικών και των αλληλεπιδράσεων των κρατών και όχι βάσει του που στέκονται τα κράτη σε σχέση το ε΄να με το άλλο. Υποπίπτουν στην «αναλυτική πλάνη» του C.F.A. Pantin με το να περιορίζουν τις μελέτες τους σε παράγοντες που άπτονται των φαινομένων, χωρίς να λαμβάνουν υπόψη ότι «σχηματισμοί ανώτερης τάξης μπορεί να έχουν ιδιότητες που θα πρέπει να μελετηθούν από μόνες τους».

Δεν είναι δυνατόν να κατανοήσουμε τη διεθνή πολιτική απλώς με το να κοιτάζουμε στο εσωτερικό των κρατών... δεν υπάρχει καμία λογικώς ορθή και ανιχνεύσιμη διαδικασία με την οποία τα αποτελέσματα που προέρχονται από το σύστημα να μπορούν να αποδοθούν σε μονάδες... στην ιστορία των διεθνών σχέσεων τα αποτελέσματα που επιτυγχάνονται σπανίως ανταποκρίνονται στις προθέσεις των δρώντων... Αν οι αλλαγές στα διεθνή αποτελέσματα συνδέονται άμεσα με τις στους δρώντες, πως μπορούν τότε να εξηγηθούν οι ομοιότητες των αποτελεσμάτων που παραμένουν σταθερά ή επανεμφανίζονται, παρότι οι δρώντες ποικίλουν; Κάποιος που πιστεύει ότι μπορεί να εξηγήσει τις αλλαγές στη διεθνή πολιτική θα πρέπει να διερωτηθεί και πως μπορούν να εξηγηθούν οι συνέχειες... Παρότι οι αλλαγές αφθονούν οι συνέχειες είναι εξίσου ή ακόμη πιο εντυπωσιακές -μια πρόταση που μπορεί να καταδειχτεί με πολλούς τρόπους.

Κάποιος που διαβάζει το απόκρυφο βιβλίο των Μακκαβαίων Α' έχοντας κατά νου διάφορα γεγονότα που συνέβησαν κατά τη διάρκεια και μετά τον Α' Παγκόσμιο πόλεμο, θα πάρει μια αίσθηση της συνέχειας που χαρακτηρίζει τη διεθνή πολιτική. Τόσο στον 2ο π.Χ όσο και στον 20ο αιώνα μ.Χ Άραβες και Εβραίοι πολεμούσαν μεταξύ τους με αντικείμενο τα απομεινάρια της βόρειας αυτοκρατορίας, ενώ διάφορα κράτη εκτός της αρένας παρακολουθούσαν προσεκτικά ή επενέβαιναν ενεργά. Για να καταδειχτεί το επιχείρημα γενικότερα, μπορούμε να παραθέσουμε την περίφημη περίπτωση του Hobbes, ο οποίος βίωσε το πόσο επίκαιρος ήταν ο Θουκυδίδης. Λιγότερο φημισμένη, αλλά εξίσου εντυπωσιακή, είναι η συνειδητοποίηση από τον Louis J. Halle πόσο επίκαιρος είναι ο Θουκυδίδης στην εποχή των πυρηνικών όπλων.
---------------------------------------------------------------
σημ. Δ`~. ο Θουκυδίδηςδενέχει αναφερθεί μονάχαστα περί της «ανθρώπινης φύσης». Όσοι με ιδιοτελείς σκοπούς και κίνητρα προσπαθούν να ξεμπερδεύουν με τον Θουκυδίδη, θα τους κυνηγούν, ως άλλες Ἐρινύες τα λόγια του Ηράκλειτου.
---------------------------------------------------------------
Για να δώσουμε ένα παράδειγμα διαφορετικού είδους: Στους δύο Παγκόσμιους πολέμους του 20ου αιώνα οι ίδιες κύριες χώρες στράφηκαν έναντι αλλήλων παρά τις εσωτερικές πολιτικές ανακατατάξεις που έλαβαν χώρα κατά την περίοδο του Μεσοπολέμου. Η υφή της διεθνούς πολιτικής παραμένει πολύ σταθερή, πρότυπα επανεμφανίζονται και γεγονότα επαναλαμβάνονται αενάως. Τα είδη και η ποιότητα των σχέσεων που επικρατούν διεθνώς σπανίως μεταλλάσσονται. Απεναντίας, οι εν λόγω σχέσεις χαρακτηρίζονται από απελπιστική συνέχεια που θα πρέπει να είναι αναμενόμενη, εφόσον καμία από τις ανταγωνιζόμενες μονάδες δεν κατορθώνει να μετατρέψει το άναρχο διεθνές πεδίο σε ιεραρχικό.
Ο μόνιμος άναρχος χαρακτήρας της διεθνούς πολιτικής εξηγεί την εντυπωσιακή ομοιότητα στην ποιότητα του διεθνούς βίου στο πέρασμα του χρόνου. Αυτή η πρόταση γίνεται ευρέως αποδεκτή. Γιατί τότε συναντούμε τόσο έντονη τάση προς την αναγωγή;

Kenneth Waltz

Ολοκλήρωση α´ μέρους.

Στο παραπάνω πλαίσιο κριτικής εντάσσονται οι ερμηνείες των εξής παραδοσιακών ή μοντέρνων μελετητών: Hobson και Lenin, Veblen, Schupeter, Raymond Aron, David J. Singer, Morgenthau, Kissinger (ο οποίος διαφορετικά πράγματα υποστηρίζει ως υπουργός εξωτερικών και διαφορετικά πράγματα ως πολιτικός επιστήμονας), Kaplan, Levy, Rosecrance και λοιπών.

.~`~.
Για περαιτέρω ιχνηλάτηση και πληρέστερη προοπτική

Ελληνική Πολιτική Παιδεία, μέρος β´.

$
0
0

.~`~.
Ι
Πλαίσιο
Εξωτερικό-Εσωτερικό
α´
Ακόμη και τα εμπειρικά στατιστικά στοιχεία, παρ' όλο που η οικονομική επιστήμη και η στατιστική δεν ανανέωσαν τις κατηγορίες μέτρησης, καταγράφουν εδώ και δεκαετίες τους μεγάλους εποχικού τύπου μετασχηματισμούς. Τη νέα μεγάλη διαίρεση του κόσμου.
Παρατηρείται ότι όλο και περισσότερο στην πρώτη κατηγορία χωρών τοποθετούνται αυτές που παράγουν ιδέες, γνώσεις, νοήματα, σύμβολα, άυλα αγαθά, πολιτισμό. Πρωταγωνιστές σ' αυτήν την κατηγορία των χωρών καταγράφονται οι Η.Π.Α, ακολουθεί η Ευρώπη και κάνουν απόπειρες, σε ορισμένους τομείς, μερικές χώρες του Νότου. Στην δεύτερη κατηγορία χωρών τοποθετούνται αυτές που παράγουν υλικά αγαθά, τα κλασσικά βιομηχανικά προϊόντα. Οι πρώην ανατολικές χώρες και οι χώρες της Ανατολικής και Νότιας Ασίας αναλαμβάνουν τον εκτελεστικό και χειρωνακτικό ρόλο στη νέα κατανομή και κατηγοριοποίηση του πλανήτη. Στην τρίτη θέση κατατάσσονται οι χώρες που παράγουν πρώτες ύλες. Στην πλειοψηφία τους είναι οι χώρες του Νότου του πρώην Τρίτου Κόσμου.
Οι μετασχηματισμοί είναι τεράστιοι και απαιτούν νέες απαντήσεις από τις διευθύνουσες ομάδες των χωρών... Αν κρίνει κανείς από τις επιλογές για τη δημιουργία χρυσωρυχείων στη Θράκη [πρόσφατα και στη Χαλκιδική], την απόπειρα δημιουργίας λιγνιτωρυχείου σε ένα από τα ωραιότερα φυσικά και ιστορικά τοπία της Μεσογείου, την Κορώνη τότε διακρίνει έναν σχεδιασμό για την τοποθέτηση της χώρας στην τρίτη κατηγορία των χωρών, ως χώρα παραγωγής πρώτων υλών...
Πέφτει η τιμή των μηχανικών, των ακατέργαστων προϊόντων και αυξάνει αυτών που εκπέμπουν ένα νόημα, μια αισθητική, ένα σχήμα...
Η ποσότητα της εργασίας που απαιτείται για την επινόηση και τον σχεδιασμό ενός προϊόντος είναι πλέον μεγαλύτερη από αυτήν που χρειάζεται για την παραγωγή του. Το παράγω έγινε συνώνυμο του σκέφτομαι. Η Ελλάδα δεν παράγει γιατί δεν σκέφτεται. Η παραγωγή αξίας γίνεται δια μέσου της γνώσης. Η εργατική δύναμη, οι εργαζόμενοι και η διεκδικούμενη από αυτούς ιδιότητα του πολίτη, δεν μένει στην κοινωνική της διάσταση αλλά την μορφωτική, την πολιτισμική.

β´
Τα εγχώρια στρατόπεδα, τόσο αυτό της δαιμονοποίησης της παγκοσμιοποίησης ή της ξενοφοβίας όσο και αυτό της λατρείας ή της ξενομανίας και του επαρχιωτισμού, αποτελούν όψεις του ίδιου νομίσματος και έχουν την ίδια κατάληξη.
Η Ελλάδα να υφίσταται παθητικά την παγκοσμιοποίηση, να παγκοσμιοποιείται παρά να παγκοσμιοποιεί, δείχνοντας έναν άλλο οικουμενικό δρόμο, των λαών, των πολιτισμών, των δικαιωμάτων. Τόσο η στάση της άρνησης, πολλές φορές φονταμενταλιστικής, όσο και αυτή της αγοραίας λατρείας, επίσης φονταμενταλιστικού και απλοϊκού τύπου, στερούνται αναλύσεων, προέκτασης, σχεδίου, στόχων. Αν αυτό συνέβαινε στην Αφρική, την Αμερική θα ήταν κατανοητό και ερμηνεύσιμο. Όταν όμως δεν έχεις συνείδηση ότι ως έθνος, ως παιδεία, γλώσσα, τέχνες, επιστήμες, θέατρο, πολιτική, αρχιτεκτονική, πολιτισμό έχεις παγκοσμιοποιήσει τον κόσμο. Όταν πολύ περισσότερο αγνοείς ότι ο κόσμος όχι μόνο ζει και δημιουργεί από τη δική σου μεγάλη κληρονομιά αλλά και επιστρέφει σε αυτήν όταν κυοφορεί μια νέα αναγέννηση, τότε η περίπτωση σου εκφράζει μια μεγάλη παθολογία.
Προσωπικά συναντήθηκα με τις αναδεικνυόμενες ηγεσίες πολλών αγωνιζόμενων για την ελευθερία τους λαών της Αφρικής, της Νότιας Αμερικής, της Ασίας. Σε καμμία όμως δεν διέκρινα την άγνοια της δικής τους ιστορίας, του δικού τους πολιτισμού, που διέκρινα στις ελλαδικές ελίτ, ελίτ τρόπος του λέγειν. Παραγωγοί αυτής της άγνοιας και της αμάθειας είναι οι κυρίαρχες μετά τη μεταπολίτευση ιδεολογικές αποκρυσταλλώσεις. Κάνοντας τους τελικούς απολογισμούς της μεταπολίτευσης προκύπτει ότι ο σταλινισμός, η παλαιά και νέα «εθνικοφροσύνη», ο νεοφιλελευθερισμός, ο ψευτοεκσυγχρονισμός αποτέλεσαν σκοταδιστικά μορφώματα που αλλοίωσαν και μείωσαν την εθνική αυτογνωσία, αυτοεκτίμηση, αυτοπεποίθηση και δημιουργικότητα των Ελλήνων. Ήταν παραμορφωτικά, ξένα τόσο ως προς την αυτοχθονία όσο και ως προς τον κοσμοπολιτισμό μας. Αλλού έχουμε ερμηνεύσει τα αίτια της κυριαρχίας αυτών των ψεύτικων συνειδήσεων.
Στις σημερινές συνθήκες απαιτείται μια υψηλή παιδεία των εθνικών συστημάτων και των εθνικών ελίτ που θα επιτρέπει κάθε χώρα να ταξιδεύει στους ωκεανούς ενός παγκοσμιοποιημένου κόσμου. Όπως ξέρουν να ταξιδεύουν οι έλληνες ναυτικοί. Έχοντας μια ανεπτυγμένη αίσθηση του ορίζοντα της αναχώρησης και της επιστροφής. Ξέρουν πολύ καλά, αποδείχθηκαν σε αυτό παγκόσμιοι πρωταγωνιστές, να συνδέουν το τοπικό με το παγκόσμιο, τον παντόπο, τις Οινούσες και τους ωκεανούς.
Η πραγματικότητα δείχνει ότι η σκέψη και η παιδεία των δικών μας ελίτ σε σχέση με αυτές τις αναδιαρθρώσεις του παγκοσμίου συστήματος και του συστήματος Ελλάδα είναι πολύ χαμηλή. Ακόμη και αυτοί οι παγκόσμιοι μάστορες, οι ναυτικοί, αρκετοί είναι και ποιητές, οφείλουν να επεξεργαστούν νέες στρατηγικές αν δεν θέλουν να χάσουν την πρωτοκαθεδρία.
Οι διευθύνουσες ομάδες μιας χώρας οφείλουν περιοδικά, κάθε εικοσαετία περίπου, να επανεπεξεργάζονται τις στρατηγικές της κινήσεις τους στο παγκόσμιο σύστημα, ως εθνικά συστήματα. Σε περίοδο όμως ιστορικού τύπου ανατροπών και αλλαγών που θα καθορίσουν την εξέλιξη του πλανήτη για εκατονταετίεςτα ερωτήματα και οι απαντήσεις των διευθυνουσών ομάδων οφείλουν να κινούνται σε ανάλογο επίπεδο.
Μια ιστορικού τύπου περίοδος μεγάλων μεταβάσεων που έκρινε την πορεία του ελληνισμού για αιώνες ήταν αυτή των αρχών της προηγούμενης χιλιετίας. Ο ελληνικός χώρος αντιμετώπιζε από τα δυτικά διαδικασίες εμπορικής, οικονομικής, αποικιακής αλλά και ληστρικής συσσώρευσης (iκαι ii). Η υψηλότερη στιγμή της τελευταίας ήταν η ληστεία της Κωνσταντινούπολης το 1204... Από τα ανατολικά η επιδρομή του σουλτανικού τουρκικού ισλάμ...


.~`~.
ΙΙ
Η καλή κοινωνία Πολιτών - η Κακή Πολιτική Κοινωνία
Ο Καλός λαός - η κακή Πολιτική
α´
Η αναζήτηση άλλοθι επεκτείνεται προς την πολιτική στο σύνολο της, προς την πολιτική κοινωνία όπως λέγεται. Η ερμηνεία αυτή διαχωρίζει και αθωώνει την καλή κοινωνία πολιτών και καταδικάζει τους κακούς πολιτικούς, την κακή πολιτική κοινωνία.
Το ζήτημα των σχέσεων πολιτών και ηγεσίας λύθηκε από τα αρχαία χρόνια. «Το της πόλεως όλης ήθος ομοιούται τοις άρχουσιν», έλεγε ο Ισοκράτης σε μια περίοδο μετάβασης του Ελληνισμού προς την Αναγέννηση και την οικουμενικότητα του στην οποία συνέβαλε καθοριστικά (μια σοφή κυβέρνηση της χώρας θα εισήγαγε τον Ισοκράτη στα σχολεία).
Είναι όμως χαρακτηριστικά τόσο για τους Πολίτες όσο και τους Άρχοντες αυτά που συνάντησα στον Διόδωρο τον Σικελιώτη. Πρόκειται για λόγια που ακούστηκαν στην Αθήνα και την Συρακούσα στους κλασικούς χρόνους. Το πρώτο απόσπασμα μας παραπέμπει στους σημερινούς ενόχους, ακούστηκε με τον εξής τρόπο στην Αγορά των Αθηνών. «Τολμάς να ζεις ν' αντικρίζεις το φως του ήλιου και να έρχεσαι στην Αγορά Ζωντανό μνημείο ντροπής και όνειδος της Πατρίδας». Το δεύτερο ακούστηκε στην Συρακούσα και αφορά τον Λαό. «Αλλά (το πλήθος) είχε διαφθαρεί με δωροδοκίες εναντίον του κι έτσι είχε στερηθεί την ελευθερία της έκφρασης της γνώμης του εναντίον του κακού».
Σταδιακή κατανάλωση μιας ιστορικής πολιτικής προσόδου ώστε να εξασφαλίζεται η πολιτική νομιμοποίηση και συντήρησή στην εξουσία. Παράλληλα κατοχή του κράτους, ιδιοποίηση, τιμαριοποίηση των δημοσίων εσόδων και των Ευρωπαϊκών Κονδυλίων. Η διακυβέρνηση δηλαδή ως πολιτική και οικονομική κατανάλωση και όχι ως πολιτική και οικονομική παραγωγή. Κοινώς το άρμεγμα της αγελάδας, η Ελλαδοφαγία... Όταν τα ανώτερα στελέχη γίνονται υπουργοί, τα μεσαία υφυπουργοί, γραμματείς, τότε είναι επόμενο τα μέλη να θέλουν να γίνουν δημόσιοι υπάλληλοι. Είναι οι πολιτικές ηγεσίες που διαμορφώνουν το παράδειγμα ή το αντιπαράδειγμα...
Αυτή όμως η προσέγγιση είναι ημιτελής, δημιουργεί ηθικά και πολιτικά περιθώρια για άλλοθι και ανακυκλώνει την παρακμή.

β´
Το θέμα προς συζήτηση σήμερα, μετά το τέλος του κύκλου είναι γιατί οι αδυναμίες της πολιτικής κοινωνίας, των κομμάτων, όλων των κομμάτων, του κράτους επέδρασαν αρνητικά στην μεταπολιτευτική πρόκληση δημιουργίας, οικοδόμησης μιας αυτόνομης κοινωνίας Πολιτών. Γιατί αυτή κατέληξε σε μια κοινωνία κρατιτών, οπαδών, δωροδοκηθέντων; Τα αίτια της κρίσης βρίσκονται στην μεταπολιτευτική αποτυχία συγκρότησης τόσο μιας πολιτικής κοινωνίας, όσο και μιας κοινωνίας Πολιτών. Αυτό καθόρισε ένα υψηλό επίπεδο εθνικής, κοινωνικής, δημόσιας ανευθυνότητας στο πρώτο πεδίο και ένα υψηλό επίπεδο ανοχής και συμμετοχής σε μια καταστρεπτική για τη χώρα διαδρομή στο δεύτερο.
Στις ώριμες δημοκρατίες, η κοινωνία Πολιτών είναι το πρόπλασμα της μελλοντικής Πολιτικής Κοινωνίας. Αναδεικνύεται σταδιακά σε Πολιτική Κοινωνία, αναπτύσσει υγιή αντισώματα, όταν η προηγούμενη πολιτική κοινωνία εκφυλίζεται, αποτυγχάνει. Είναι αυτή η διαλεκτική που απουσίασε, έλειψε, ελέγχθηκε στη χώρα. Γι' αυτό η χώρα δεν έχει αυθεντικές αντιπολιτεύσεις αλλά προκατασκευασμένες.
Μια υπαρκτή, ζωντανή, ισχυρή κοινωνία Πολιτών θα λειτουργούσε αποτρεπτικά στην προαναγγελθείσα πολλές φορές επερχόμενη καταστροφή. Γεννώντας κινήματα ενός άλλου τρόπου Διακυβέρνησης, ενισχύοντας τις δυνάμεις της Πολιτική κοινωνίας που αγωνίζονταν γι' αυτό, κινήματα για μια ποιοτική και έντιμη διαχείριση Πόρων και των δημοσίων εξόδων. Ένα Ποιοτικό αναπτυξιακό πρότυπο. Κινήματα για την ελεύθερη πληροφόρηση και την Δημοκρατία, κινήματα αντιδιαφθοράς.
Όμως η Κοινωνία Πολιτών ήταν ατροφική, αδύνατη και εύκολα χειραγωγούμενη. Επικεντρώθηκε, αποπροσανατολίστηκε στα επουσιώδη και όχι στα καίρια. Έγινε σταδιακά πλήθος, όπως γράφει ο Διόδωρος. Το πρώτο χτύπημα στην μεταπολιτευτική απόπειρα συγκρότησης της Κοινωνίας Πολιτών έδωσαν οι δεξιοαριστερές κομματοκρατίες. Αυτές δολοφόνησαν και τις εσωτερικές αντιπολιτεύσεις τους. Το τελικό χτύπημα όμως το έδωσε η τηλεκρατία... Αυτή καθόρισε και ευτέλισε τη δημόσια ημερησία διάταξη. Η ύπαρξη μιας ώριμης και ισχυρής κοινωνίας πολιτών την κρίσιμη περίοδο 2008-2010 θα μπορούσε να διαμορφώσει, να επιβάλλει λύσεις για την έξοδο από την κρίση, χαρακτηριζόμενες από υψηλή εθνική, κοινωνική συνοχή ως απόρροια ενός ανάλογου αισθήματος ευθύνης. Αυτός όμως ο χώρος δεν υπήρξε. Όπως δεν υπήρξαν, πέρα από το παρηκμασμένο και ένοχο κομματικό τοπίο, ελίτ. Το κενό αυτό κάλυψαν η ανευθυνότητα, η ανικανότητα, ο πρωτογονισμός και ο τυχοδιωκτισμός των αντιδράσεων σε όλα τα επίπεδα. Πρόσφορο πεδίο εξωθεσμικών και εξωελλαδικών πολιτικών αποσταθεροποίησης μιας ακέφαλης και επομένως απροστάτευτης χώρας...

Η προβληματική μας λοιπόν πρέπει να επικεντρωθεί στο γιατί δεν συγκροτήθηκε στη χώρα μια αυτόνομη κοινωνία πολιτών. Όπως και γιατί δεν δημιουργούνται μορφωτικά, κοινωνικά κινήματα διαρκείας, μετασχηματισμού και οικοδόμησης. Η έξοδος δεν βρίσκεται στην υπεράσπιση και την αυτοαθώωση του καλού λαού γιατί καλός, σοφός και αυτοκαθοριζόμενος δεν αποδείχθηκε. Όταν μάλιστα η ιστορία, η γεωγραφία, η πραγματική οικονομία αλλά και εμμονωμένα έστω πρόσωπα της πολιτικής του έστελναν πολύ φιλόδοξα μηνύματα αλλά και πολλές προειδοποιήσεις για το επερχόμενο κακό...

Μια ιστορικού τύπου ελπίδα για την συγκρότηση μιας αυτόνομης από το κράτος, τα κόμματα, τους εξωελλαδικούς μηχανισμούς, τα Λόμπυ, την τηλεκρατία, Κοινωνίας Πολιτών είναι ο λαός του διαδικτύου. Αν υπήρχε ως υποκείμενο από την αρχή της δεκαετίας του 2000 η εξέλιξη της χώρας θα ήταν διαφορετική. Αυτός όμως ο λαός από εικονικός πρέπει να έχει την ικανότητα να γίνεται υπαρκτός, ζωντανός, ποιοτικά κινηματικός και να καλλιεργεί την Πολιτική ως Παιδεία, την πληροφόρηση ως γνώση. Διαφορετικά θα γίνει φολκλορ και θα εξαφανιστεί.
Η χειρότερη έκφραση του πνευματικού ακρωτηριασμού, της διανοητικής αδυναμίας και του ηθικού εκφυλισμού δεν είναι η αναζήτηση άλλοθι, η πολιτική απροθυμία της πολιτικής και των πολιτών να παραδειγματισθούν από την ιστορικού τύπου ήττα. Από το Πάθημα-Μάθημα, από το Πάθει-Μάθος του Αισχύλου. Είναι ότι προτείνουν τα ίδια πρότυπα, τα ίδια υποκείμενα, τα ίδια περιεχόμενα, τις ίδιες μορφές της πολιτικής που διαχειρίσθηκε τον μεταπολιτευτικό κύκλο. Τις σπασμένες λέξεις του Σεφέρη. Εκεί που επικεντρώνονται οι βαθύτεροι λόγοι της αποτυχίας. Η σύγχρονη κοινωνία δεν θα βρει μια προέκταση προς ένα δημιουργικό μέλλον αν δεν απελευθερωθεί, δεν θεραπευθεί από εκείνο το είδος της Πολιτικής που είναι ξένο, ψεύτικο, Αλλότριο, χωριστό από το κοινωνικό και το εθνικό γίγνεσθαι. Ένα είδος πολιτικής ευλογιάς, αρρώστιας που διαβρώνει, αποσυνθέτει το εθνικό και κοινωνικό σώμα...
Τόσο οι δεξιές όσο και οι αριστερές εκδοχές της πολιτικής δεν ήξεραν, ουσιαστικά, ούτε την πόλη ούτε την ύπαιθρο. Ούτε το εργοστάσιο ούτε το χωράφι. Ούτε το σχολείο ούτε την εργασία. Ούτε το Αιγαίο ούτε το Πατριαρχείο. Ούτε το τοπικό ούτε το παγκόσμιο. Ούτε το πατριωτικό ούτε το διεθνιστικό. Είχαν μια σχέση αλλότρια και αλλοτριωτική με το κοινωνικό, το παραγωγικό και το εθνικό γίγνεσθαι. Τα κείμενα αντιπροσωπεύουν το αίτημα της αυτοδιαμόρφωσης, της αυτογνωσίας, της οικοδόμησης μιας αυτόχθονης θεωρίας και πολιτικής σκέψης. Αυτής που σου επιτρέπει να έχεις μια αυθεντική, μετοχική σχέση με το κοινωνικό, το εθνικό γίγνεσθαι, τον τόπο σου αλλά και την οικουμένη... το φαινόμενο του μορφωτικού, διανοητικού, του πολιτικού επαρχιωτισμού ερημοποίησε τη σφαίρα των ιδεών και παραμόρφωσε αυτόν τον ιστορικό τόπο.

.~`~.
ΙΙΙ
Η πολιτική ως ανώτερη τέχνη και η Προφητεία

Όταν χιλιάδες Έλληνες, ιδιαίτερα οι νέες γενιές ανακάλυπταν μέσω του διαδικτύου -όχι του ελεγχόμενου τύπου και της τηλεόρασης- ένα απόσπασμα της ομιλίας του '96 όπου τους προειδοποιούσα για το τι θα συμβεί το 2010 αναφώνησαν Προφητεία. Η αδύνατη, ανύπαρκτη ουσιαστικά πολιτική τους παιδεία, δεν τους επέτρεπε να κατανοούν, να γνωρίζουν τη δύναμη της Πολιτικής, την πολιτική ως πρόλογο. Την ικανότητα να βασιλεύει των άλλων τεχνών. Μια ολόκληρη εθνική παράδοση που θεωρεί την πολιτική ως ανώτερη τέχνη, τους είναι άγνωστη. Ούτε το εκπαιδευτικό σύστημα, ούτε τα πολιτικά κόμματα τους δίδαξαν αυτές τις ιδιότητες της αληθινής πολιτικής.

Ότι η πολιτική είναι το ανώτερο πεδίο εξευγενισμού και ηθικής ανάτασης του ανθρώπου. Ότι χωρίς αυτήν οι κοινωνίες οπισθοδρομούν και εκβαρβαρίζονται, γελοιοποιούνται. Ότι η πολιτική αντιπροσωπεύει ένα ανθρωπολογικό άλμα, τη μετάβαση από το ζώον, στο πολιτικό ζώον. Ότι είναι συνώνυμη του ανθρωπισμού, της παιδείας, της αρετής, της ηθικής, της αγάπης προς την Πόλη και του ανθρώπους. «Δεν γεννήθηκα για να μισώ μαζί με άλλους αλλά για να αγαπώ μαζί με άλλους», «Ου τοι συνέχθειν, αλλά συμφιλείν έφυν» λέει ο Σοφοκλής στην Αντιγόνη του.
Στα μάτια τους η πολιτική ήταν ό,τι πιο ευτελές, ό,τι πιο ψεύτικο υπάρχει. Αντιπροσωπεύει την ελαφρότητα αντί τη σοβαρότητα. Άνδρες και γυναίκες που μεταλλάσσονται αντί να είναι σταθεροί σε αξίες και ιδανικά. Αγωνιώδης τακτικισμός, ελιγμοί και μεταλλάξεις για την προσωπική εξουσία αντί την δέσμευση σε μια πολιτική στρατηγική. Γιατί στη μεταπολίτευση δεξιοί και αριστεροί διάβολοι, το αιείν αριστεύειν το έκαναν αιείν κακιστεύει.
Έτσι οι νέοι άνθρωποι ενσωματώνονταν, νεκροποιούνταν στα γρανάζια της κακιστοκρατίας ή αναζητούσαν ευτυχία σε εφήμερες, ανόητες περιπλανήσεις. Η ασκητική της Πόλης ως πηγή χαράς, ευτυχίας, ευδαιμονίας, πάθους, έρωτα, σχέσης, θέασης, αγαλλίασης, τέχνης, αισθητικής που χαρακτήριζε τους παππούδες τους -η Ελληνική αντίληψη του ανθρώπου- τους ήταν άγνωστη. Άρχισαν, χωρίς στέρεη πνευματική συγκρότηση, να ψάχνουν την ευτυχία στο εφήμερο, στον Μπάτμαν [πρόσφατα είχαμε και νέου τύπου ευτράπελα] ή στην πέτρινη, μάλλον μαρμάρινη κατά τον Βάιντα, υπόσταση του ανθρώπου. Τους στέρησαν την χαρά της Πολιτικής, της ζωής...
Οι νέες γενιές όντας έξω από την αυθεντική πολιτική δεν μπορούσαν να δουν στην επαλήθευση της ομιλίας του '96, την δικαίωση μιας αυτόχθονης πολιτικής θεωρίας και πολιτικής στρατηγικής. Την εκπλήρωση δηλαδή μιας από τις λειτουργίες, τους ρόλους της πολιτικής ως τέχνης και επιστήμης. Την ικανότητα της να προβλέπει.

Στην πολιτική, όπως και στην Ιπποκράτεια Ιατρική, έχουμε τα στάδια, τις διαδικασίες της πρόγνωσης, της διάγνωσης. Τα συμπτώματα της κλιμακούμενης αρρώστιας, της πολιτικής ευλογιάς, της καρκινοποίησης που κατέληξε σε τερατογονία, ήταν ορατά καιρό πριν... Λίγες φορές συναντά κανείς τέτοια ακρίβεια, τόσες δικαιώσεις στις προγνώσεις.
Ο προγνωστικός ρόλος της πολιτικής, της αληθινής πολιτικής, είναι να προλαβαίνει, να αποτρέπει μιαν αρνητική εξέλιξη, να τροφοδοτεί μια θετική, να προβλέπει το μέλλον. Στη μέθοδος αυτή αναφέρεται ο Θουκυδίδης... Πρέπει να ομολογήσω ότι εκείνη τη περίοδο οι δικές μου γνώσεις του Θουκυδίδηήταν επιφανειακές. Το σημειώνω για να αποφύγουμε την επανάληψη κενών δογματισμών. Ο Θουκυδίδης, όπως και ο Μάρξ, ήταν σκεπτόμενοι άνθρωποι όπως πρέπει να είμαστε και εμείς. Αυτό που οφείλει να γεννά, να παράγει η πόλη, η Δημοκρατία, η Εκκλησία, είναι σκεπτόμενους ανθρώπους.
Καλύτερα να έχεις, να αναζητάς μια ανώτερη θέαση παρά να είσαι πεθαμένος πριν πεθάνεις, δούλος παρά ελεύθερος, με μόνη θέαση τη καρέκλα.

.~`~.
IV
Η ιστορία ξεκινά από τις ιδέες που δικαιώθηκαν

Ένα από τα θεμελιώδη μαθήματα της ιστορίας και της πολιτικής επιστήμης είναι ότι η ιστορία ξανά ξεκινά από τις ιδέες και τις δυνάμεις, τα πρόσωπα που δικαιώθηκαν στη διαδρομή ενός ιστορικού κύκλου. Είναι αυτή η διαλεκτική που καθορίζει, ονομάζει το τι, το οποίο είναι το νέο στη πολιτική. Το νέο δεν έρχεται από το πουθενά, από αόρατους μηχανισμούς, ούτε ως ξαφνικός προσκεκλημένος ούτε ως ανακύκλωση του παλιού, όπως γίνεται τους τελευταίους καιρούς στην χώρα. Η κοινωνία μας μετά από τις συνεχείς χειραγωγήσεις έχει μεγάλη ανάγκη να διδαχθεί το τι είναι πολιτικά νέο, ώστε να μην χειραγωγηθεί εκ νέου. Από το 1990 επί μια εικοσαετία, παρουσίαζαν τηλεοπτικά ό,τι πιο παλιό υπήρχε, ως νεο. Έπρεπε να έρθουν οι κατακλυσμοί για να κατανοήσει ο λαός τους διαδοχικούς εμπαιγμούς.
Το νέο ως ιδέες, ως πράξη, ως ήθος γεννιέται μέσα από τις συγκρούσεις, τις αντιπαραθέσεις, τις δοκιμασίες, και αποδείξεις του παρελθόντος. Το Νέο αντιστέκεται, διαφωνεί, αντιπροτείνει, παραιτείται. Το Παλιό σιωπά, ταυτίζεται, υπερασπίζει, προπαγανδίζει την κατεστημένη πολιτική...
Αρχικά τα κείμενα αυτά και οι πολιτικές που αναδεικνύουν αντιμετώπισαν την εχθρότητα της δεξιάς και αριστερής κατηχητικής... Πεζοδρομιακού τύπου τις περισσότερες φορές. Αυτή την αντιμετώπιση είχε η συνομιλία μου με τα συνδικάτα, την οικονομία, τους θεσμούς, την πόλη, την ύπαιθρο, τα εθνικά, τον Διεθνισμό. Η άλλη περίοδος ήταν αυτή της παραχαρακτικής κλοπής, όχι για την εφαρμογή τους αλλά για την αυτοσυντήρηση καριερίστικών γραφειοκρατικών ομάδων. Ο Γκαίμπελς είχε επεξεργασθεί καλά αυτή τη μέθοδο. Μια άλλη μέθοδος αντιμετώπισης τους ήταν η ανάθεση σε πρόσωπα έκφρασης, ουσιαστικά κλοπής, παρόμοιων ιδεών, προτάσεων, συγγραφής βιβλίων ώστε να δημιουργούν σύγχυση και να αποδυναμώνουν το εγχείρημα μου, να διαχέουν, να υποκαθιστούν μια ταυτότητα. Στο Διόδωρο Σικελιώτη συνάντησα την εφαρμογή αυτής της μεθόδου στις Συρακούσες την περίοδο των Τυράννων. Όπως φαίνεται η αρρώστια είναι παλιά, όπως και οι ολιγαρχίες και οι μαφίες...
Πάντοτε πίστευα ότι οι αλλαγές, οι μετασχηματισμοί είναι προιόν ιστορικών διαδικασιών, διαρκείς κύκλοι γονιμοποιήσεων, κυοφοριών και αναγεννήσεων μικρών και μεγάλων. Οι αλλαγές δεν γίνονται διαμέσου της κατάληψης του κράτους, της εφόδου στο παλάτι -του παρκαρίσματος στην εγχώρια εκδοχή- ούτε διαμέσου διαρκών εκλογικών εφόδων... Μπορείς να είσαι σαράντα χρόνια υπουργός ή βουλευτής και να μην κάνεις τίποτα ή να κάνεις κακό, πολύ κακό. Όπως έκαναν. Όπως μπορείς να υπηρετείς την Πόλη, την Ελλάδα, χωρίς να κάθεσαι σε καρέκλες και χωρίς να πληρώνεσαι γι' αυτό...

Η διαρκής πολιτική, ολοκληρωτικού τύπου, πολιτική αντεκπαίδευση των Ελλήνων στην ψεύτικη συνείδηση, να αντικατασταθεί από την πολιτική εκπαίδευση στην αυθεντική, αυτόχθονη σκέψη και πολιτική. Ένα λεξιλόγιο αλήθειας και παρρησίας να αντικαταστήσει ένα λεξιλόγιο υποκρισίας και ψέματος. Η αντιεκπαίδευση της μεταπολίτευσης προκάλεσε αλλοιώσεις στην πολιτική συμπεριφορά των Ελλήνων και υψηλά επίπεδα ανευθυνότητας. Η κρίση όμως τροφοδοτεί μια ιστορικού επιπέδου είσοδο των νέων γενεών στην πολιτική σφαίρα. Νέοι άνθρωποι εμφανίζονται στο ιστορικό προσκήνιο ως νέοι πολιτικοί πρωταγωνιστές μιας νέας ελληνικής δημοκρατίας. Αυτή η στάση πρέπει να ενισχυθεί αντί να αποθαρρύνεται ή να ελέγχεται.

Η ιστορία δεν μπορεί να ξαναρχίσει με την ανακύκλωση κακών ιδεών και κακών προφητών και σωτήρων. Με τα ερείπια της. Σήμερα έχει να απαντήσει πλέον όχι στην ήττα αλλά στην κρίση, με τη σημασία που έχει αυτή η λέξη. Έχει να επιλέξει, να κρίνει δηλαδή τα νέα πνευματικά, κοινωνικά, οικονομικά, πολιτικά και αισθητικά υλικά της ανόρθωσης της. Προϋπόθεση γι' αυτό ως λαός, ως πολίτης να εμπλουτίσεις, να ανακτήσεις τα πνευματικά σου εφόδια. Η ιστορία αλλά και η επιστημονική παράδοση διδάσκει ότι τα πολιτικά παραγωγικά κινήματα προϋποθέτουν τα μορφωτικά κινήματα...
Για να είμαστε περισσότερο πρακτικοί, είναι χρήσιμο ένα επίκαιρο παράδειγμα. Αν από τη δεκαετία του '80 οι πολίτες εκπαιδεύονταν για το ρόλο του χρηματιστικού κεφαλαίου δεν θα γίνονταν αιχμάλωτοι των Spreads ή δεν θα ήταν εκτεθειμένοι στους αόρατους κερδοσκοπικούς πυροβολισμούς των Spreads. Το νέο όπλο ενός νέου αόρατου, ληστρικού, ανώτερου αποικιοκρατικού πολέμου. Τότε όμως η δεξιά και η αριστερή κατήχηση τους κρατούσε τα μάτια κλειστά, τους υπνώτιζε με τα μυθικά κηρύγματα της, όπως η Κίρκη.
Οι συνθήκες για την πολιτική εκπαίδευση των Ελλήνων είναι περισσότερο ευνοικές από ότι το 1974. Γιατί τα πολλά -ισμόςπου σταμάτησαν τη σκέψη και κατέστησαν τους Έλληνες άφωνους, κατέρρευσαν. Η αντικατάσταση τους από τα -άκος, Μνημονιακός, Αντιμνημονιακός δεν έχει διάρκεια. Απλά θέλει να εποκρύψει ότι μνημονιακοί ήταν όλοι τους, δεξιοί και αριστεροί, κρατιστές και νεοφιλελέυθεροι εδώ και δεκαετίες. Η ψεύτικη συνείδηση, η χωριστή πολιτική κατέρρευσε αφού προκάλεσε ιστορικού τύπου καταστροφές και δεν είναι βιώσιμη, διάρκειας, η επαναπρόταση της. Η αμερικανική, η Σοβιετική, η ψευτοΕυρωπαϊκή ματιά της Ελλάδας ανήκει στο παρελθόν. Ως γνωστόν πάντοτε ο μιμητής παράγει εκφυλισμένες εκδοχές του προτύπου.

.~`~.
V
Κράτος και αγορά

Μια ομάδα κειμένων απαντούν στην απελευθέρωση της σκέψης από τον μανιχαιστικό εγκλωβισμό, στο δίπολο της κακής αγοράς και του κακού κράτους, του καλού κράτους και της καλής αγοράς. Αυτός το τρόπος προσέγγισης, που ταλαιπώρησε και ταλαιπωρεί επί δεκαετίες τους πολίτες και τις οικονομικές δυνάμεις, κράτα στάσιμη τη σκέψη και τους διαχωρίζει σε λάτρεις, φανατικούς μάλιστα, του κράτους και της Αγοράς. Πάντοτε η φανατική λατρεία, όπως σε όλα τα επίπεδα της ζωής, κάνει πολύ κακό. Ιδιαίτερα όταν, όπως στην περίπτωση μας, συνεχίζουμε να έχουμε όχι Ιδιωτικό και Δημόσιο αλλά ένοχο Ιδιωτικοδημόσιο, όπως το ονόμασε ο Κωνσταντίνος Καραβίδας. Το Ιδιωτικοδημόσιο κυριαρχεί στις δομές της χώρας... Η θεολογικού τύπου υπεράσπιση και ηλιθιότητα, καταλήγει σε μια ανήθικη παρασιτική συμβίωση τους χωρίς να έχεις ουσιαστικά ούτε κράτος ούτε αγορά. Το ζητούμενο για τη χώρα είναι τόσο το κράτος όσο και η αγορά. Σε αυτά τα πεδία πρέπει να επικεντρωθούν μεγάλες αλλαγές και μεταρρυθμίσεις ώστε να αποκτήσουμε και κράτος και αγορά. Τόσο όμως το κράτος όσο και η αγορά έχουν ανάγκη περιεχομένων, έξυπνων ιδεών. Αυτά απουσίασαν και γι' αυτό ηττήθηκαν και τα δύο.
Ως συνέχεια του ζητήματος του κράτους και της αγοράς... τίθεται το ζήτημα της εργασίας, της δημιουργικότητας, της απελευθέρωσης της... δισεκατομμύρια άνθρωποι, κυρίως νέοι, ακόμη και στα κέντρα του συστήματος, αποχωρίζονται από αυτήν. Γίνονται άνεργοι ινδιάνοι των πόλεων. Η φανατική προσήλωση σε αυτό τον οπισθοδρομικό και απάνθρωπο δρόμο υπόσχεται ουσιαστικά την επιστροφή στον άνθρωπο κυνηγό ή στις ληστρικές ομάδες... Η ιστορία μας διδάσκει ότι όταν τα ζητήματα παραμένουν άλυτα, επιστρέφουν. Ακόμη και σήμερα όμως, δεξιά και αριστερά παραμένουν στην μεταπολιτευτική ακινησία ακαλλιέργητων κήπων, κήπων ξεραμένων αγκαθιών.
Η πολιτική δεν είχε μια επεξεργασμένη θεωρία για το ρόλο του χρηματιστικού κεφαλαίου. Αυτό ήταν το αμάρτημα της. Ιδιαίτερα η αριστερά φαίνεται δεν κατανόησε ούτε τα κείμενα του Μάρξ που αναφέρονταν σ' αυτό, πολύ περισσότερο όμως τα κείμενα του Rudolf Hilferding, με τον οποίο δεν τα πήγαινε καλά από παλιά. Το δεύτερο αμάρτημα της ήταν ότι δεν είχε επίσης μια ανάλυση για την εργασία και τη σχέση της με την γνώση. Αυτά αποτέλεσαν τα πεδία της ιστορικής της ήττας. Εργοδότες και συνδικάτα, δεξιά και αριστερά, έβλεπαν τους εργαζόμενους υφιστάμενους των μηχανών. Μετά, των ηλεκτρονικών μηχανών. Υποβάθμιζαν τον παράγοντα του ανθρώπου, του πνεύματος, της δημιουργικότητας του... Δημιουργοί ονομάζονταν οι βιοτέχνες στην κλασική Ελλάδα. Για πολλούς λόγους, ιδιαίτερα στη χώρα μας οι απελευθερωτικές για την εργασία και τον άνθρωπο ιδέες είναι εφαρμόσιμες. «Η επιστροφή του Ελληνικού Τρόπου»... Όταν άλλοι προτείνουν το τέλος της εργασίας, πρέπει να προτείνουμε την απελευθερωμένη και απελευθερωτική επιστροφή της.


Ολοκλήρωση μέρους β´


.~`~.
Για περαιτέρω ιχνηλάτηση και πληρέστερη προοπτική

Τα όρια της διεθνούς κοινωνίας.

$
0
0

Επειδή η διεθνής κοινωνία δεν είναι τίποτα περισσότερο από ένα από τα βασικά στοιχεία που λειτουργούν στη σύγχρονη διεθνή πολιτική και βρίσκεται πάντα σε ανταγωνισμό με τα στοιχεία της κατάστασης του πολέμου και της διεθνικής αλληλεγγύης ή σύγκρουσης, είναι πάντα εσφαλμένο να ερμηνεύουμε τα διεθνή γεγονότα σαν να ήταν η διεθνής κοινωνία το μοναδικό ή κυρίαρχο στοιχείο. Αυτό είναι το σφάλμα που διαπράττουν εκείνοι που μιλούν ή γράφουν σαν ήταν το Κοντσέρτο της Ευρώπης, η Κοινωνία των Εθνών ή τα Ηνωμένα Έθνη -το καθένα στην εποχή του- οι βασικοί παράγοντες στην διεθνή πολιτική'
σαν να έπρεπε να αποτιμάται το διεθνές δίκαιο μόνο σε συνάρτηση με την αρμοδιότητα που έχει να δεσμεύει τα κράτη μεταξύ τους και όχι επίσης σε συνάρτηση με τη λειτουργία του ως εργαλείο κρατικών συμφερόντων και ως μέσο διεθνικών σκοπών' σαν να έπρεπε οι προσπάθειες διατήρησης της ισορροπίας ισχύος να ερμηνεύονται μόνο ως απόπειρες διατήρησης του συστήματος των κρατών και όχι επίσης ως χειρισμοί εκ μέρους συγκεκριμένων δυνάμεων να κερδίσουν υπεροχή' σαν να έπρεπε οι μεγάλες δυνάμεις να θεωρούνται μόνο ως οι «μεγάλοι υπεύθυνοι» ή οι «μεγάλοι απαραίτητοι» και όχι επίσης ως τα μεγάλα αρπακτικά' σαν να έπρεπε οι πόλεμοι να ερμηνεύονται μόνο ως προσπάθειες παραβίασης ή υποστήριξης του δικαίου και όχι επίσης απλώς ως προσπάθειες προώθησης των συμφερόντων μερικών κρατών ή διεθνικών ομάδων.
Το στοιχείο της διεθνούς κοινωνίας είναι αληθινό, αλλά είναι επίσης αληθινό το στοιχείο της κατάστασης του πολέμου και των διεθνικών ομάδοποιήσεων και διαιρέσεων, και το αντικειμενοποιούμε το πρώτο στοιχείο ή να μιλάμε σαν να καταργούμε το δεύτερο και το τρίτο είναι πλάνη.
Επιπλέον το γεγονός ότι η διεθνής κοινωνία παρέχει κάποιο στοιχείο τάξης στη διεθνή πολιτική δεν θα έπρεπε να θεωρηθεί ότι δικαιολογεί μια στάση αυταρέσκειας απέναντι της ή ότι αποδεικνύει ότι τα επιχειρήματα εκείνων που είναι δυσαρεστημένοι με την τάξη που παρέχει η διεθνής κοινωνία είναι αβάσιμα. Η τάξη που παρέχεται στο εσωτερικό της σύγχρονης διεθνούς κοινωνίας είναι εύθραυστη και ατελής. Το να αποδεικνύει κανείς ότι η σύγχρονη διεθνής κοινωνία έχει παράσχει κάποιο βαθμό τάξης δεν σημαίνει ότι αποδεικνύει πως η τάξη στην παγκόσμια πολιτική δεν θα μπορούσε να παρασχεθεί πιο αποτελεσματικά από δομές ενός πολύ διαφορετικού είδους.

Hedley Bull

.~`~.
Για περαιτέρω ιχνηλάτηση και πληρέστερη προοπτική


Κόντογλου και Κομφούκιος.

$
0
0

Οἱ ἄνθρωποι δὲν βρίσκουν πουθενὰ εὐτυχία, γιατὶ ἐπιχειροῦν νὰ ζήσουν χωρὶς τὸν ἑαυτό τους.
Ξέρω καλά, τί εἶναι ἡ ζωὴ ποὺ ζοῦνε οἱ λεγόμενοι κοσμικοὶ ἄνθρωποι. Οἱ ἄνθρωποι, δηλαδή, ποὺ διασκεδάζουνε, ποὺ ταξιδεύουνε, ποὺ ξεγελιοῦνται μὲ λογῆς-λογῆς θεάματα, μὲ ἀσημαντολογίες, μὲ σκάνδαλα, μὲ τὶς διάφορες ματαιότητες. Ὅλα αὐτά, ἀπὸ μακριὰ φαντάζουνε γιὰ κάποιο πρᾶγμα σπουδαῖο καὶ ζηλευτό! Ἀπὸ κοντά, ὅμως, ἀπορεῖς γιὰ τὴν φτώχεια ποὺ ἔχουνε, καὶ τὸ πόσο κούφιοι εἶναι οἱ ἄνθρωποι ποὺ ξεγελιοῦνται μὲ αὐτὰ τὰ γιατροσόφια τῆς εὐτυχίας.
Βλέπεις δυστυχισμένους ἀνθρώπους, ποὺ κάνουνε τὸν εὐτυχισμένο! Κατάδικους, ποὺ κάνουνε τὸν ἐλεύθερο! Ἄδειοι ἀπὸ κάθε οὐσία! Τρισδυστυχισμένοι! Πεθαμένη ἡ ψυχή τους! Καὶ γι᾿ αὐτὸ ἀνύπαρκτη καὶ ἡ «εὐτυχία» τους!
Φώτης Κόντογλου
*
Όταν το Τίποτα προσποιείται το Πάν,
το Κενό προσποιείται το Πλήρες,
η Ένδεια προσποιείται την Ευμάρεια,
δύσκολο να υπάρξει άνθρωπος με σταθερότητα.
Κομφούκιος
孔夫子

.~`~.

Από την κρίση των κομμάτων, στον δρόμο προς την υποτέλεια και τις επακόλουθες ψευδαισθήσεις. Tο τέλος του μακρού 20ού αιώνα της Ελλάδας - μέρος α´.

$
0
0

.~`~.
Ι
Η κρίση των κομμάτων
α´
...μια θεμελιώδη διάσταση απόψεων για το σύνταγμα και το σύστημα διακυβέρνησης είχε χωρίσει τα κόμματα και είχε οξύνει τις διχογνωμίες για επιμέρους πολιτικά ζητήματα, τώρα πια τα κόμματα δεν κατόρθωναν να συνοψίζουν τις αποκλίνουσες πολιτικές επιδιώξεις και να οδηγούν τα ετερόκλητα συμφέροντα σε μια ορισμένη κατεύθυνση. Εντυπωσιακά προγράμματα και εντυπωσιακές νομοθετικές πρωτοβουλίες αποκλείονταν, γιατί το δημόσιο ταμείο ήταν άδειο και η Ελλάδα είχε τεθεί υπό τον διεθνή οικονομικό έλεγχο... Η αναταραχή στον πληθυσμό μεγάλωνε, ακριβώς επειδή οι δυνατότητες για βραχυπρόθεσμες ενέργειες ήταν λίγες και τα κόμματα δεν μπορούσαν να καταφέρουν ούτε αυτό το λίγο. Το Ανατολικό ζήτημα παρέμενε στην ημερήσια διάταξη της διεθνούς πολιτικής...
...καταγράφεται στον Τύπο -όπως και σε πολλές άλλες εκδηλώσει δυσαρέσκειας- η γενική αμφιβολία για την αποδοτικότητα όλων των κομμάτων, ακόμη και του κράτους εν γένει... Περίπλοκα γραφειοκρατικά εμπόδια, ξεπερασμένες γραφειοκρατικές ρυθμίσεις, ο λήθαργος της δημόσιας διοίκησης, προβλήματα η λύση των οποίων αναβαλλόταν διαρκώς και έλλειψη πρωτοβουλιών -αυτή ήταν η εικόνα του κράτους, η οποία για πολλούς επιβεβαιωνόταν κάθε τόσο. Και μόνο το χάος στην απόδοση δικαιοσύνης είχε αποκτήσει σκανδαλώδεις διαστάσεις...
«Η χώρα του αρχαίου μεγαλείου κ.λπ ήτανε η χώρα του κομματικού παρασιτισμού. Θεσιθηρία, αργομισθία και φόνος! Όλοι υπεράνω των νόμων...». Φυσικά, τα στελέχη των κομμάτων είχαν διαγνώσει τα πιεστικά προβλήματα, και οπωσδήποτε το χάσμα μεταξύ της προσδοκίας για ταχύρυθμη δράση από τη μια και των στρατηγικών μακροπρόθεσμης απόδοσης από την άλλη είχε αντικειμενικά αίτια' μόνο δημαγωγικά συνθήματα θα μπορούσαν να το γεφυρώσουν Η αυξανόμενη ανυπομονησία της κοινής γνώμης διευκόλυνε τη διάδοση του σκοταδιστικού μύθου ότι δεν ήταν οι δομές και τα αντικειμενικά δεδομένα αλλά μόνοη ανικανότητα των πολιτικών που δημιουργούσε τα προβλήματα τα οποία ταλάνιζαν τη χώρα. Από την άλλη, τα κόμματα δεν μπορούσαν να μεταδώσουν πειστικά την αναγκαιότητα για μακροπρόθεσμα προγράμματα και σκόνταφταν στην πρακτική πολιτική σε ένα σωρό εμπόδια' η μοιραία εντύπωση της ανικανότητας επιβαλλόταν σχεδόν εκ των πραγμάτων...
Όλοι συμφωνούσαν στην αρχή της λιτότητας... καθώς και την αύξηση της παραγωγικότητας. Μόνο έτσι, και όχι μέσω της αύξησης των φορολογικών βαρών θα αύξανε το κράτος μακροπρόθεσμα τα έσοδα του... μόνο έτσι θα μπορούσε η Ελλάδα να αναπτυχθεί, ώστε να είναι υπολογίσιμη ως σύμμαχος... Καθώς τα κόμματα δεν φαίνονταν να βρίσκουν διέξοδο από την κρίση, στην κοινή γνώμη διαδίδονταν ευκολότερα απόψεις που δεν στρέφονταν κατά ορισμένων κομμάτων, αλλά κατά των κομμάτων εν γένει, κατά του κοινοβουλευτικού συστήματος διακυβέρνησης, ακόμη και κατά του ίδιου του συνταγματικού κράτους... Ακόμη και μεταρρυθμιστές και προοδευτικοί πολιτικοί των κομμάτων ήταν αμήχανοι μπροστά στην προπαγάνδα που καταφερόταν κατά των κομμάτων του «συστήματος»... Η ελπίδα των μικρών κομμάτων, ότι θα εισέπρατταν την αυξανόμενη δυσαρέσκεια προς τα μεγάλα κόμματα, δεν εκπληρώθηκε. Τα πλατιά στρώματα των ψηφοφόρων είχαν μεν αναγνωρίσει την ανεπάρκεια των κομμάτων, δεν ήταν όμως πρόθυμα να επιτρέψουν σκοτεινούς χειρισμούς, με κοινοβουλευτικές μειοψηφίες. Αντικοινοβουλευτικές και αντιδημοκρατικές ομάδες δεν μπόρεσαν εκείνη την περίοδο να στηριχτούν στην πλειοψηφία των εκλογέων.

β´
Στο πλέγμα αιτίων του πραξικοπήματος του 1909 ανήκει και η έλλειψη ενός ριζοσπαστικού κινήματος, το οποίο με ένα ελκυστικό πρόγραμμα διοικητικών και κοινωνικών μεταρρυθμίσεων θα μπορούσε να προσελκύσει μάζες ψηφοφόρων, εκφράζοντας τη δυσθυμία και τη συσσωρευμένη δυσαρέσκεια... Με τον όρο «ριζοσπαστικό» δεν εννοούμε αυτό που στις ευρωπαϊκές χώρες θεωρείται ριζοσπαστικό από τη Γαλλική Επανάσταση και μετά. Σε σύγκριση με τον δημοκρατικό ριζοσπαστισμό της Κεντρικής και της Δυτικής Ευρώπης όλα τα ελληνικά κόμματα ήταν ριζοσπαστικά στο ζήτημα του συντάγματος και σε σχέση με τα δικαιώματα των πολιτών. Η λαϊκή κυριαρχία, το καθολικό εκλογικό δικαίωμα των ανδρών και το σύστημα ενός κοινοβουλευτικού σώματος, η ισονομία, οι πολιτικές ελευθερίες και το κοινοβουλευτικό σύστημα διακυβέρνησης, άνηκαν στις προγραμματικές τους αρχές και αποτελούσαν -ως εξαίρεση στην Ευρώπη- το αδιαμφισβήτητο θεμέλιο του πολιτικού συστήματος.
Τα αιτήματα του αστικού ριζοσπαστισμού στην Ελλάδα αναφέρονταν στην αποτελεσματικότητατου πολιτικού συστήματος και πρώτα απ' όλα της διοίκησης, στην πραγματοποίησητων συνταγματικών δικαιωμάτων και στον κοινωνικοοικονομικό σύστημα' προπαγάνδιζε ριζοσπαστικές παρεμβάσεις για τον εκσυγχρονισμό του κράτους και της κοινωνίας και για την άρση των κακώς κειμένων στη βάση αρχών των αρχών που προαναφέραμε και όχι στο πλαίσιο μιας διαφορετικής πολιτικής τάξης πραγμάτων. Ως εκ τούτου ο αστικός ριζοσπαστισμός στην Ελλάδα είχε μικρότερη δύναμη διείσδυσης από άλλα συγκριτικά ευρωπαϊκά κινήματα, τα οποία αγωνίζονταν για σύνταγμα και δικαιώματα των πολιτών. Επίσης οι ριζοσπάστες δεν βρίσκονταν αντιμέτωποι με προνομιούχα θεσμοθετημένα κοινωνικά «στρώματα», με μια μοναρχία που στηριζόταν σε αυτά και μια πολιτικά ισχυρή Εκκλησία. Αυτοί είναι οι λόγοι που πολλά ριζοσπαστικά νεοτεριστικά αιτήματα μπορούσαν να ενσωματωθούν ευκολότερα στο πολιτικό σύστημα: η συζήτηση δεν αναφερόταν στη νομιμότητα της πολιτικής τάξης πραγμάτων, αλλά στη σκοπιμότητα συγκεκριμένων μέτρων και στην αποδοτικότητα της δημόσιας διοίκησης.
Αυτή η αδυναμία του ελληνικού αστικού ριζοσπαστισμού καταδεικνύεται με σαφήνεια στο κίνημα των «Ιαπώνων»... Την ονομασία «Κόμμα των Ιαπώνων» τους την έδωσε ο Βλάσης Γαβριηλίδης, εκδότης της εφημερίδας Ακρόπολις - χαρακτηρισμός της εποχής για ανθρώπους οι οποίοι, όπως οι Ιάπωνες στον πόλεμο με τη Ρωσία, έκαναν παράτολμες επιθέσεις. Οι δριμύτατες επιθέσεις τους στρέφονταν κατά της κυβέρνησης και της «ολιγαρχίας», δηλαδή της κυρίαρχης πολιτικής ελίτ, επέκριναν τα κακώς κείμενα, τις παραλείψεις και τη διαφθορά. Ο Γούναρης υποστήριζε την ανάγκη μεταρρύθμισης της δικαιοσύνης, μέτρα για την προστασία της ασφάλειας δικαίου καθώς και την εισαγωγή νόμων κοινωνικής προστασίας που τότε ήταν ανήκουστοι: ασφάλεια ασθενείας και ατυχημάτων και συνταξιοδότηση των εργαζομένων...
Πυρήνας της κριτικής τους ήταν η απόσταση μεταξύ της ανάπτυξης της κοινωνίας από τη μια και της ελάχιστης ικανότητας του πολιτικού συστήματος να μαθαίνει, της ανεπάρκειας της διοίκησης από την άλλη. Με οξυδέρκεια διέκριναν ότι οι προσδοκίες που απευθύνονταν στην αποδοτικότητα του πολιτικού συστήματοςκαι στην ικανότητα του κοινωνικοπολιτικού περιβάλλοντοςνα αλλάζει μεγάλωναν μπροστά στα πρότυπα των ευρωπαϊκών χωρών - το τι χρειάζεται κανείς στη ζωή, το τι θεωρεί «αναγκαίο», καθορίζεται μόνο σε οριακές περιπτώσεις βιολογικά, κατά κανόνα καθορίζεται πολιτισμικά...
Η ανικανότητα των κομμάτων να δώσουν ικανοποιητικές και συνεκτικές απαντήσεις στα προβλήματα που προκαλούσαν τη δυσαρέσκεια του κόσμου και η έλλειψη ριζοσπαστικών κομμάτων είχε ως αποτέλεσμα να αυξηθούν οι τάσεις για ανομίες: για πάρα πολλά άτομα έλειπε σε μεγάλο βαθμό το είδος εκείνο της ενσωμάτωσης σε σταθερά θεσμικά σχήματα το αναγκαίο για την προσωπική τους σταθερότητα και τη λειτουργία του συστήματος [και βέβαια, υπήρχαν οι εξελίξεις της περιόδου στο εξωτερικό-διεθνές περιβάλλον της χώρας].

---------------------------------------------------------------
Αυτά διαβάζουμε από τον Gunnar Hering (στο δίτομο έργο του - Τα πολιτικά κόμματα στην Ελλάδα 1821-1936) κατά τη περιγραφή της περιόδου λίγο πριν και λίγο μετά τη κατάρρευση του1893-1897. Ας δούμε τώρα τι γράφει ο Jean Meynard (στο επίσης δίτομο έργο του - Οι πολιτικές δυνάμεις στην Ελλάδα 1946-1965) περιγράφοντάς την Ελλάδα μισό περίπου αιώνα αργότερα.
---------------------------------------------------------------

.~`~.
ΙΙ
Ο δρόμος προς την υποτέλεια
(ο τίτλος του συγγραφέα)
α´
Ως αφετηρία πρέπει να θεωρήσουμε την οικονομική βοήθεια που παραχώρησαν οι Ηνωμένες Πολιτείες στην Ελλάδα από το 1947 μέχρι το 1962. Κατά το μέτρο που διατέθηκε για τη χρηματοδότηση δημοσίων επενδύσεων, η βοήθεια αυτή επέτρεψε στην Ελλάδα να αποκτήσει βιοτικό επίπεδο ανώτερο από εκείνο που προσδιορίζεται από τις πραγματικές δυνατότητες της χώρας. Διευκόλυνε συγχρόνως τις ευπορότερες τάξεις να αποκτήσουν καταναλωτικές συνήθειες οι οποίες δεν συμβιβάζονται με τις πραγματικές δυνατότητες που θα εμφάνιζε η ελληνική οικονομία εάν αφήνονταν στους δικούς της μόνο πόρους (παράδειγμα η ταχύτατη αύξηση του ρυθμού εισαγόμενων ιδιωτικών αυτοκινήτων). Εξάλλου από τη σκοπιά του ισοζυγίου των εξωτερικών πληρωμών, η βοήθεια αυτή επέτρεπε στην Ελλάδα την υιοθέτηση μιας σχετικά φιλελεύθερης πολιτικής στον τομέα των διεθνών εμπορικών συναλλαγών.
Μετά τη διακοπή της βοήθειας και με το δεδομένο της απέχθειας που δείχνουν οι ελληνικές κυβερνήσεις έναντι της εφαρμογής μιας πολιτικής λιτότητας, η μόνη λύση που έμενε ανοικτή ήταν η αναζήτηση των έκτακτων πόρων που είχε συνηθίσει να δέχεται η οικονομία με κάποιον άλλο τρόπο. Η εισροή ξένων κεφαλαίων για την άμεση πραγματοποίηση επενδύσεων ή τη δανειοδότηση ιδιωτικών επιχειρήσεων αποτελεί μια διέξοδο... Δεύτερη διέξοδος είναι η προσφυγή του κράτους και των δημοσίων επιχειρήσεων στον εξωτερικό δανεισμό...
Πριν προχωρήσουμε στην ουσία του θέματος, θα πρέπει... κατ' αρχάς να υπομνήσουμε την έναρξη εξυπηρέτησης από την Ελλάδα του προπολεμικού της δημόσιου χρέους... η ανάληψη της υποχρέωσης αυτής από την Ελλάδα αντιφάσκει έκδηλα με την αδυναμία της να επιτύχει την απόδοση των δανείων που υποχρεώθηκε να παραχωρήσει με τη βία στις δυνάμεις Κατοχής (Γερμανία, Ιταλία)... Ο εξαναγκασμός της χώρας να αναλάβει την εξυπηρέτηση του δημοσίου χρέους της, υποχρέωση με αμφίβολη ηθική βασιμότητα, και στην περίπτωση ακόμη που η Γερμανία δεν θα αρνούνταν την εξόφληση των δικών της κατοχικών δανείων, επιβλήθηκε στην πραγματικότητα στην Ελλάδα εξαιτίας της σημερινής της ανάγκης να προσφύγει στη διεθνή κεφαλαιαγορά. Η επιθυμία των ελληνικών κυβερνήσεων να συνάψουν νέα δάνεια τις υποχρέωνε, κατά κάποιον τρόπο, να επιδιώξουν τη δημιουργία της εικόνας του τέλειου οφειλέτη, ο οποίος, μόλις επουλώσει τις καταστροφές που υπέστη, σπεύδει να αναλάβει την εκπλήρωση των παλαιότερων υποχρεώσεων του. Το εγχείρημα εξάλλου εξηγείται και από έναν άλλο περισσότερο επιτακτικό λόγο: το γεγονός ότι ορισμένες χώρες (και ιδιαίτερα η Μεγάλη Βρετανία) καθώς και διάφοροι διεθνείς οργανισμοί, οι οποίοι ενεργούν πάντοτε σύμφωνα με τις υποδείξεις ή πιέσεις των πρώτων (π.χ. η Διεθνής Τράπεζα Αναπτύξεως), αρνούνταν να δανειοδοτήσουν τη χώρα, εάν δεν ρυθμιζόταν προηγουμένως το θέμα των παλαιών της εκκρεμοτήτων... έχουν ήδη υπογραφεί συμφωνίες με τη βρετανική και την αμερικανική κυβέρνηση. Η αρχή που τις διέπει είναι η αναγνώριση από την ελληνική κυβέρνηση της οφειλής του συνολικού κεφαλαίου του προπολεμικού δημόσιου χρέους κατ' αρχήν την υποχρέωση καταβολής των καθυστερούμενων τόκων. Ωστόσο ένα μικρό τμήμα των τόκων αυτών έχει κεφαλαιοποιηθεί και προστέθηκε στο αρχικό κεφάλαιο...
...λόγος αύξησης του σχετικού βάρους του χρέους είναι η πρόθεση των κυβερνήσεων να εξακολουθήσουν κατά μαζικό τρόπο και ρυθμό την αναζήτηση ξένων κεφαλαίων. Με την προοπτική αυτή νέα βάρη πρόκειται συνεχώς να προστίθενται σε παλαιά... στα ερχόμενα χρόνια η εξυπηρέτηση του ελληνικού δημόσιου χρέους πρόκειται να αποτελέσει ένα στοιχείο αυξανόμενης σημασίας τόσο από τη σκοπιά του κρατικού προϋπολογισμού όσο από την άποψη του ισοζυγίου των εξωτερικών πληρωμών της χώρας... Το στοιχείο αυτό αποκτά ιδιαίτερα δυσάρεστο χαρακτήρα για την οικονομική κατάσταση μιας χώρας από τη στιγμή που η κυβέρνηση της είναι υποχρεωμένη να αναλαμβάνει νέα χρέη για να εξασφαλίσει την αποπληρωμή των παλαιών.
Διάφοροι εμπειρογνώμονες του θέματος, των οποίων η απαισιοδοξία φαίνεται ωστόσο να είναι υπέρμετρη, εκτιμούν ότι, αν διατηρηθούν οι καταναλωτικές συνήθειες που έχουν επικρατήσει (ιδιαίτερα με τα εισαγόμενα ξένα καταναλωτικά προϊόντα), η ελληνική κυβέρνηση θα υποχρεωθεί, αργά ή γρήγορα, να προσφύγει στην παράλογη αυτή λύση.

β´
Η διεθνής οικονομική πολιτική των ελληνικών κυβερνήσεων αυξάνει ολοένα και περισσότερο την εξάρτηση της χώρας από τις ξένες δυνάμεις και τους κεφαλαιουχικούς ομίλους. Το σοβαρότερο σημείο είναι ότι, με το δεδομένο της βασικής γραμμής που έχει επιλεγεί -και από τη σκοπιά αυτή η πολιτική της Ένωσης Κέντρου δεν διέφερε και πολύ από την πολιτική της ΕΡΕ [δες και III]- οι ελληνικές κυβερνήσεις δεν έχουν τη δυνατότητα να ενεργήσουν διαφορετικά.
Η στιγμή κατά την οποία η χώρα ενεπλάκη στα γρανάζια των συνεπειών της πολιτικής αυτής γραμμής είναι ήδη παλαιά. Θα πρέπει να ανατρέξουμε στο 1953, στην περίοδο δηλαδή κατά τη διάρκεια της οποίας με πρωτοβουλία του Σπ. Μαρκεζίνη η κυβέρνηση Παπάγου αποφάσισε να παίξει το παιχνίδι των ελεύθερων διεθνών οικονομικών σχέσεων. Η προτίμηση της γραμμής εκείνης απέκλειε ήδη την εφαρμογή μιας πολιτικής εθνικής λιτότητας [οι τωρινοί εφαρμόζουν λιτότητα, στους άλλους πάντα, έτσι ώστε να «επιστρέψουμε στις αγορές», όχι για να δημιουργήσουν δομές ή κράτος, επιβεβαίωση που θα διαβάσουμε και στο III «...οι σημερινές, και οι αναπόδραστες αυριανές, προσπάθειες του «πολιτικού κόσμου» για τη λύση αυτού του πιεστικού προβλήματος δεν αποτελούν διαρθρωτική του αντιμετώπιση, παρά κατά βάθος αποσκοπούν στη δημιουργία συνθηκών πρόσκαιρης ανακούφισης πού θα επιτρέψουν ξανά την ανακύκλωση του προηγούμενου φαύλου παιγνιδιού μεταξύ κομμάτων και ψηφοφόρων...»]. Από τη στιγμή επομένως αυτή η Ελλάδα ήταν καταδικασμένη να προσφύγει, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, σε μια συνεχώς αυξανόμενη χρηματοδότηση.
Κατ' αρχήν βέβαια η γραμμή αυτή επιλέχθηκε ελεύθερα από την τότε κυβέρνηση και λογικά τίποτε δεν μας εμποδίζει να πιστεύουμε ότι υπήρχε δυνατότητα επιλογής μιας άλλης πορείας. Μια τέτοια υπόθεση αφήνει ωστόσο αναπάντητο το ερώτημα αν η συσχέτιση των τότε ασκούμενων εθνικών και ξένων πολιτικών επιρροών επέτρεπε πράγματι ένα τόσο μεγάλο περιθώριο ελιγμών και αποφάσεων στις υπεύθυνες αρχές του τόπου. Πολλοί είναι εκείνοι που πιστεύουν ότι ήδη από το 1945 -από την εποχή δηλαδή κατά την οποία έγινε φανερό ότι η παλαιά δομή εξουσίας έμελλε να επανακτήσει ολοκληρωτικά τον έλεγχο της χώρας- το παιχνίδι είχε οριστικά προδιαγραφεί... σε γενικές γραμμές είναι σωστή η άποψη που δέχεται το 1945 ως κρίσιμη χρονολογία. Το 1953 υπήρχε ίσως ακόμη η δυνατότητα να τεθούν ορισμένες επιφυλάξεις και περιορισμοί στην αποδοχή των κανόνων των διεθνών οικονομικών σχέσεων, κανόνων που είναι τόσο σκληροί για τις φτωχές χώρες. Ήταν όμως ήδη πολύ αργά για να αποτραπεί τελείως ή ουσιαστικά το ρεύμα που παρέσυρε τη χώρα. Η ιστορία, έλεγε κάποιος Γάλλος πολιτικός, δεν μας προσφέρει ποτέ για δεύτερη φορά το ίδιο έδεσμα.

Jean Meynard
---------------------------------------------------------------
Αυτά διαβάζουμε από τον Jean Meynard (στο δίτομο έργο του - Οι πολιτικές δυνάμεις στην Ελλάδα 1946-1965) κατά τη περιγραφή της περιόδου λίγο πριν και λίγο μετά τη δεκαετία του 50'. Ας δούμε τώρα τι γράφει ο Παναγιώτης Κονδύλης περιγράφοντάς την Ελλάδα μισό περίπου αιώνα αργότερα.
---------------------------------------------------------------

.~`~.
ΙΙΙ
Ψευδαισθήσεις
α´
...η σημερινή Ελλάδα, όντας ανίκανη να παραγάγει η ίδια όσα καταναλώνει και μην έχοντας αρκετή αυτοσυγκράτηση — και αξιοπρέπεια — ώστε να μην καταναλώνει περισσότερα απ’ όσα μπορεί να παραγάγει η ίδια, προκειμένου να καταναλώσει παρασιτεί, και μάλιστα σε διπλή κατεύθυνση: παρασιτεί στο εσωτερικό, που υποθηκεύει τους πόρους του μέλλοντος μετατρέποντάς τους σε τρέχοντα τοκοχρεολύσια, και παρασιτεί προς τα έξω, που έχει επίσης δανεισθεί υπέρογκα ποσά όχι για να κάνει επενδύσεις μελλοντικά καρποφόρες αλλά κυρίως για να πληρώσει με αυτά τεράστιες ποσότητες καταναλωτικών αγαθών, τις οποίες και πάλι εισήγαγε από το εξωτερικό.
Η εξέλιξη αυτή συντελέσθηκε στο πλαίσιο της μεταπολεμικής προοδευτικής διαπλοκής των διεθνών οικονομικών διαδικασιών γενικά και των ευρωπαϊκών οικονομιών ειδικότερα, ωστόσο θα ήταν λάθος να τη θεωρήσουμε ως ειμαρμένη πού ενέσκηψε πάνω σε μιαν αδύνατη κι ανυπεράσπιστη Ελλάδα, αιχμαλωτισμένη ανέκκλητα στα δίχτυα του «διεθνούς κεφαλαίου». Τέτοιες φαινομενικά περισπούδαστες εξηγήσεις προσφέρουν όσοι οχυρώνονται πίσω από την αγοραία «αριστερή» και «φιλολαϊκή» ρητορική, αρνούμενοι να αναμετρηθούν με το μέγεθος των δικών τους ευθυνών, το βάθος των συντελεστών της σημερινής εθνικής κρίσης και την οδυνηρότητα των πιθανών διεξόδων απ’ αυτήν. Οι πρωταρχικοί λόγοι, πού έθεσαν σε κίνηση τη διαδικασία της εθνικής εκποίησης και της συναφούς πολιτικής αποδυνάμωσης της Ελλάδας σε διεθνές επίπεδο, είναι ενδογενείς και ανάγονται στη λειτουργία του πολιτικού της συστήματος και στη συμπεριφορά όλων των υποκειμενικών του παραγόντων. Με άλλα λόγια: το ελληνικό κοινωνικό και πολιτικό σώμα στο σύνολο του επωφελήθηκε από τη μεταπολεμική πρωτοφανή ανάπτυξη της διεθνούς οικονομίας και άντλησε βραχυπρόθεσμα ωφελήματα απ’ αυτή με αντάλλαγμα τον μακροπρόθεσμο υποβιβασμό της Ελλάδας στην κλίμακα του διεθνούς καταμερισμού της εργασίας και συνάμα τη γενική εθνική της υποβάθμιση. Αυτό έγινε με τη μορφή ενός σιωπηρού, αλλά διαρκούς και κατά μέγα μέρος συνειδητού και επαίσχυντου κοινωνικού συμβολαίου, στο πλαίσιο του οποίου η εκάστοτε πολιτική ηγεσία — «δεξιά», «φιλελεύθερη» ή «σοσιαλιστική», κοινοβουλευτική ή δικτατορική: στο κρίσιμο τούτο σημείο οι αποκλίσεις υπήρξαν ελάχιστες — ανέλαβε τη λειτουργία να ενισχύει γρήγορα και παρασιτικά τις καταναλωτικές δυνατότητες του «λαού» με αντίτιμο την πολιτική του εύνοια ή ανοχή, ήτοι τη διαχείριση της πολιτικής εξουσίας και την κάρπωση των συναφών κοινωνικών και υλικών προνομίων. Βεβαίως, η συναλλαγή αυτή χαρακτήριζε τον ελληνικό κοινοβουλευτισμό από τα γεννοφάσκια του, όμως η πρωτοφανής μεταπολεμική διεθνής οικονομική συγκυρία της προσέδωσε δυνατότητες επίσης πρωτοφανείς: προς άγρα και συγκράτηση της εκλογικής πελατείας μπορούσαν τώρα να προσφερθούν όχι απλώς ανιαρές κρατικές θέσεις, αλλά επί πλέον πολύχρωμες μάζες καταναλωτικών αγαθών και πλήθος δελεαστικών καταναλωτικών δυνατοτήτων. Ενώ όμως η πρώτη προσφορά συνεπαγόταν κυρίως την εκποίηση του κρατικού μηχανισμού και των κρατικών πόρων στην εσωτερική αγορά, η δεύτερη — και πιο πλουσιοπάροχη — απέληγε με εσωτερική αναγκαιότητα στο ξεπούλημα ολόκληρου τού έθνους στη διεθνή αγορά...
...οι σημερινές, και οι αναπόδραστες αυριανές, προσπάθειες του «πολιτικού κόσμου» για τη λύση αυτού του πιεστικού προβλήματος δεν αποτελούν διαρθρωτική του αντιμετώπιση, παρά κατά βάθος αποσκοπούν στη δημιουργία συνθηκών πρόσκαιρης ανακούφισης πού θα επιτρέψουν ξανά την ανακύκλωση του προηγούμενου φαύλου παιγνιδιού μεταξύ κομμάτων και ψηφοφόρων... Ένας τέτοιος «πολιτικός κόσμος» δεν θα είναι ποτέ ικανός ως σύνολο να θέσει και να λύσει το πρόβλημα της εθνικής πολιτικής και της εθνικής επιβίωσης παρά μόνον ευκαιριακά και φραστικά ˙ είναι ο ίδιος όχι μόνο προαγωγός, αλλά και προϊόν του κοινωνικού παρασιτισμού, ανήμπορος ως εκ της φύσεώς του να αντιταχθεί στον «λαό», όταν ο «λαός» απαιτεί την εκποίηση του έθνους για να καταναλώσει περισσότερα και να εργασθεί λιγότερο. Πέρα απ’ αυτό, είναι ανίκανος να κάνει κάτι τι διαφορετικό απ’ ό,τι κάνει λόγω του επιπέδου και του ποιού του. Ότι ο σημερινός ελληνικός «πολιτικός κόσμος», κοινοβουλευτικός και εξωκοινοβουλευτικός, αποτελείται ως επί το πολύ από πρόσωπα ελαφρά έως φαιδρά, δεν αποτελεί καν κοινό μυστικό ˙ αποτελεί πηγή δημόσιας θυμηδίας, συχνά με τη σύμπραξη των ίδιων των διακωμωδούμενων. Οι λίγοι, πού έχουν γνώση και συνείδηση, πού κάτι είχαν και κάτι διατηρούν μέσα στους ρηχούς, καριερίστες ή απλώς ψευτόμαγκες συναδέλφους τους, καταπίνουν κι αυτοί τη γλώσσα τους ή μιλούν με πρόσθετες περιστροφές όταν τα θέματα γίνονται οριακά για την πολιτική τους επιβίωση.
Η κομματικοποίηση των μεγάλων θεμάτων της εθνικής πολιτικής και η άγρια εσωτερική τους εκμετάλλευση είναι πασίγνωστη ήδη από το γεγονός ότι οι πάντες την επιρρίπτουν στους πάντες — διαιωνίζοντας την... Ως κυρίαρχη και ευρύτερα αποδεκτή εθνική πολιτική εμφανίζεται σήμερα ο «ευρωπαϊκός προσανατολισμός» της χώρας, με τελικό του σκοπό την οργανική της ένταξη σε μιαν οικονομικά και πολιτικοστρατιωτικά ενοποιημένη Ευρώπη, με τη βοήθεια της οποίας η Ελλάδα, και την οικονομία της θα εκσυγχρόνιζε και την ακεραιότητα της θα διασφάλιζε — κοντολογίς θα έλυνε το πρόβλημα της εθνικής της βιωσιμότητας. Πολύ φοβούμαι ότι στην προοπτική αυτή κατά κύριο λόγο αντανακλώνται όχι πραγματικές δυνατότητες παρά ευσεβείς πόθοι ανάμικτοι με μυθολογικές κατασκευές. Όπως δηλ. η ακάματη ελληνική μυθολογική φαντασία πριν από λίγο ακόμη απέδιδε όλα τα δεινά στα ζοφερά σχέδια και τεχνάσματα των Ηνωμένων Πολιτειών, έτσι τώρα αναμένει όλα τα αγαθά από το αντίθετο μυθολόγημα, εκείνο της γενναιόδωρης κι αλληλέγγυας «Ευρώπης». Δεν είναι δύσκολο να αντιληφθεί κανείς ότι, από ψυχολογική άποψη, η ευρωπαϊκή πανάκεια αποτελεί μιαν ακόμη μεταμφίεση του όψιμου επιχώριου ευδαιμονισμού, ο οποίος ονειρεύεται ανεξάντλητες πηγές επιδοτήσεων και συνάμα την έμμεση τουλάχιστον διασφάλιση των συνόρων από ξένα όπλα, έτσι ώστε να κατοχυρωθεί από όλες τις πλευρές και να «την αράξει».

β´
...η «ευρωπαϊκή ένταξη» διόλου δεν θα λύσει τα μεγάλα προβλήματα της ελληνικής εθνικής πολιτικής κατά τον ευθύγραμμο τρόπο πού φαντάζονται πολλοί Έλληνες «ευρωπαϊστές», ποζάροντας από τώρα ως ξεσκολισμένοι και υπερώριμοι «Ευρωπαίοι». Όμως επίσης δεν θα τα έλυνε μία ελληνοκεντρική αναδίπλωση, η οποία ναι μεν είναι χρήσιμη για να θυμάται κανείς που και που ότι σε τελευταία ανάλυση πρέπει να σταθεί στα δικά του τα πόδια, εφ’ όσον ούτε από το πετσί του μπορεί να βγει, ωστόσο καθίσταται επιζήμια όταν ως πρόταση συνάπτεται με διάφορες ανιστόρητες ανοησίες πού αντιπαραθέτουν στην «πνευματική» Ανατολή την «υλόφρονα» Δύση κτλ. Τέτοιες αντιλήψεις μπορούν να χρησιμεύσουν μονάχα ως ιδεολογικές υπεραναπληρώσεις λαών συχνά ταπεινωμένων και με ελάχιστη συνεισφορά στον σύγχρονο πολιτισμό, δεν προσφέρονται όμως ως πυξίδα μιας εθνικής πολιτικής πάνω στον σημερινό πλανήτη. Τέτοιες αντιλήψεις μπορούν να χρησιμεύσουν μονάχα ως ιδεολογικές υπεραναπληρώσεις λαών συχνά ταπεινωμένων και με ελάχιστη συνεισφορά στον σύγχρονο πολιτισμό, δεν προσφέρονται όμως ως πυξίδα μιας εθνικής πολιτικής πάνω στον σημερινό πλανήτη. Γιατί, θέτοντας στο επίκεντρο ηθικά ή μεταφυσικά μεγέθη, φενακίζουν τα πνεύματα, καθώς επικαλύπτουν κάτω από διανοουμενίστικες αοριστολογίες την καθοριστική σημασία της μεθόδου του οικονομείν για μία σύγχρονη κοινωνία και τους υπαρξιακούς κινδύνους μιας ουσιώδους ολιγωρίας στο σημείο αυτό.
...η ανικανότητα ενός έθνους να συναγωνισθεί τα άλλα σε ό,τι σήμερα — καλώς η κακώς — θεωρείται κεντρικό πεδίο της κοινωνικής δραστηριότητας θέτει σε κίνηση έναν διπλό υπεραναπληρωτικό μηχανισμό: τον πιθηκισμό ως προσπάθεια να υποκατάστήσης με επιφάσεις ό,τι δεν κατέχεις ως ουσία και την παραδοσιολατρία ως αντιστάθμισμα του πιθηκισμού. Απ’ αυτή την άποψη, ο πτωχοπροδρομικός ελληνοκεντρισμός και ο κοσμοπολίτικος πιθηκισμός αποτελούν μεγέθη συμμετρικά και συναφή, όσο κι αν φαινομενικά εκπροσωπούν δύο κόσμους εχθρικούς μεταξύ τους.
Μονάχα ο εκσυγχρονισμός στη βάση μιας μακρόπνοης εθνικής πολιτικής και εθνικής ανανέωσης θα δημιουργήσει συνθήκες ψυχικής υγείας, έτσι ώστε και η αναγκαιότητα του εκσυγχρονισμού (στη μορφή της τεχνικής-οικονομικής ορθολογικότητας) να καταφάσκεται και η στενότητα της παράδοσης να γίνεται αισθητή, και οι επικίνδυνες αντινομίες του σύγχρονου κόσμου να διαπιστώνονται ψύχραιμα και η εθνική παράδοση να βιώνεται δίχως συμπλέγματα κατωτερότητας ή ανωτερότητας...

γ´
Είναι πολιτικά νήπιος όποιος αναφέρεται στις δήθεν γενικές σύγχρονες τάσεις για υπέρβαση του εθνικού κράτους και για τη βαθμιαία πτώση των συνόρων, αποσιωπώντας ότι είναι δύο πολύ διαφορετικά πράγματα να περνούν τα σύνορα σου στρατιές τουριστών και να τα περνούν τα στρατεύματα ενός γειτονικού κράτους. Και εξ ίσου πολιτικά νήπιοι είναι όσοι φαντάζονται ότι τα «ανθρώπινα δικαιώματα» μπορούν ν’ αποτελέσουν αμετακίνητο κριτήριο για την άσκηση εθνικής πολιτικής, παραγνωρίζοντας τη συγκεκριμένη επήρεια και χρήση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων σε κάθε πολιτική συγκυρία.
Συχνότατα η σημερινή ελληνική εθνική πολιτική θυμίζει κάποιον ο οποίος δεν ανησυχεί γιατί δεν έχει πόδια, πιστεύοντας ότι στην κρίσιμη στιγμή θα του φυτρώσουν φτερά. Η στάση αυτή δεν προμηνύει τίποτε καλό ˙ πράγματι, μία νηφάλια εκτίμηση μάλλον θα κατέληγε στο πόρισμα ότι είναι άκρως αμφίβολο αν η Ελλάδα θα μπει στον επίπονο και τραχύ δρόμο της εσωτερικής ανόρθωσης, πού μόνος θα της έδινε τις προϋποθέσεις για την άσκηση εθνικής πολιτικής ικανής ν’ αντεπεξέλθει στις εξαιρετικά δυσχερείς συνθήκες της σημερινής πλανητικής συγκυρίας. Μάλλον θα συνεχίσει να αιωρείται αμήχανα μεταξύ ευρωπαϊκών ελπίδων και υπεραναπληρωτικού νευρωτικού εθνικισμού, ανήκοντας στην Ευρώπη με τον πιθηκισμό της και στα Βαλκάνια με ό,τι γνησιότερο έχει: τη μιζέρια και τον επαρχιωτισμό της. Αυτό επιβάλλεται να πει όποιος επιχειρεί σήμερα μία διάγνωση πέρα από επιθυμίες και φόβους, συμπάθειες και αντιπάθειες.
Ούτε αγνοώ ούτε λησμονώ τις άκρως τιμητικές ατομικές εξαιρέσεις έναντι των κανόνων πού διέπουν τη λειτουργία της σημερινής ελληνικής κοινωνίας. Όμως οι εξαιρέσεις δεν μπορούν ν’ αποτελέσουν το αντικείμενο μιας σύντομης κοινωνιολογικής και πολιτικής ανάλυσης, όταν οι κανόνες είναι τόσο εξόφθαλμοι και τόσο επαχθείς. Πολλοί ίσως βρουν υπερβολικά καυστικές διάφορες εκφράσεις απ’ όσες χρησιμοποιήθηκαν στην παραπάνω περιγραφή. Θα είναι ασφαλώς εκείνοι πού ακόμα δεν κατάλαβαν ότι στην Ελλάδα δεν υπάρχουν πια περιθώρια για μισόλογα και διακριτικούς υπαινιγμούς.

Παναγιώτης Κονδύλης
(πριν περίπου δύο δεκαετίες)

Ολοκλήρωση μέρους α´

.~`~.
Για περαιτέρω ιχνηλάτηση και πληρέστερη προοπτική

Είπαν ή έγραψαν...

$
0
0

Το πιο ωραίο παράδοξο της λήθης είναι ό,τι αποτελεί, κατά κάποιο τρόπο, μια εφεδρεία της μνήμης' και η πραγματική ενέργεια του πνεύματος συνίσταται στον συνεχή διάλογο ανάμεσα στις μνήμες που έχουν διατηρηθεί και σε εκείνες που έχουν λησμονηθεί.

Jacqueline de Romilly

.~`~.

Ενθυμήσεις, για τα δήθεν παρωχημένα τα οποία οι Πεφωτισμένες Δεσποτείες των Ολιγαρχικών, έχουν βυθίσει στη λήθη...

$
0
0

.~`~.
I
Τι αντιλήφθησαν αυτοί και θεωρούν σπουδαία την δημοκρατία; Την ελευθερία. Δεν είναι δυνατόν να συνυπάρχει η τυραννία και η ελευθερία...
Αυτό τους γεννά το φρόνηματης γενναιότητας...
...αμέσως μόλις χαθεί η ελευθερία, χάνεται και ηγενναιότητα...

.~`~.
II
Οι τυραννίες και οι ολιγαρχίες διοικούνται σύμφωνα με τη γνώμη αυτών που βρίσκονται στην εξουσία, ενώ οι δημοκρατούμενες πόλεις σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία... τη ζωή και το πολίτευμα αυτών που ζουν υπό δημοκρατικό καθεστώς τα διαφυλάσσουν οι νόμοι, ενώ τα αντίστοιχα στην τυραννία και στην ολιγαρχία η καχυποψία και οι ένοπλες φρουρές.

.~`~.
III
Παιχνίδια, φάρσες θεάματα, μονομάχοι, παράξενα ζώα, μετάλλια, εικόνες και άλλα τέτοια ναρκωτικά, αυτά ήταν τα δολώματα για να σκλαβωθούν οι λαοίτης αρχαιότητας, το τίμημα της ελευθερίας, τα εργαλεία της τυραννίας. Μ’ αυτές τις πρακτικές και τους πειρασμούς οι αρχαίοι δικτάτορες αποκοίμιζαν με τέτοια επιτυχία τους υπηκόους τους κάτω από το ζυγό ώστε αποβλακωμένοι λαοί, συνηθισμένοι να λάμπουν μπροστά στα μάτια τους τα παιχνίδια και οι μάταιες ηδονές, μάθαιναν την δουλοπρέπεια σαν κάτι φυσικό...
Δεν έχουν όλοι οι τύραννοιεκδηλώσει τόσο ξεκάθαρα την πρόθεσή τους να μαλθακεύσουν τα θύματα τους’ αλλά στην πραγματικότητα... οι περισσότεροι το έχουν προωθήσει μυστικά ως στόχο τους.

Λιβάνιος, Αισχίνης, Étienne de La Boétie

.~`~.

Δισχιλιετείς, στοιχειώδεις και «παρωχημένες» -δήθεν- ενθυμήσεις.

$
0
0

...στα ολιγαρχικά πολιτεύματα μπορούν να προκληθούν δύο εξεγέρσεις, είτε μέσα στους κόλπους της ολιγαρχίας είτε εναντίον του λαού, ενώ στις δημοκρατίες μόνο εναντίον της ολιγαρχίας...
Οι δημοκρατίες μεταβάλλονται κυρίως εξαιτίας της θρασύτητας των δημαγωγών... ο πραγματικός δημοκράτης πρέπει να φροντίζει ώστε ο λαός να μην πέφτει σε μεγάλη φτώχεια, διότι αυτό γίνεται αιτία για την παρακμή της δημοκρατίας...
...οι δημαγωγοί και οι κόλακες είναι ίδιοι και ανάλογοι. Τόσο οι μεν όσο και οι δε έχουν την ίδια ισχύ στο καθένα από αυτά τα πολιτεύματα, οι κόλακες δηλαδή κοντά στον τύραννο και οι δημαγωγοί σε τέτοιες δημοκρατίες. Αυτοί είναι υπαίτιοι για το ότι τα ψηφίσματα έχουν μεγαλύτερη ισχύ από τους νόμους... όπου δεν κυβερνούν οι νόμοι, δεν υπάρχει πολίτευμα...

Όταν, ο μοναδικός άρχοντας δεν ενεργεί σύμφωνα ούτε με τους νόμους ούτε με τα έθιμα, και προσποιείται, όπως ο κάτοχος της επιστήμης, ότι τάχα πρέπει να κάνει το καλύτερο κατά παράβαση των γραπτών νόμων, και αυτή η μίμηση προέρχεται από κάποια επιθυμία και άγνοια, τότε δεν πρέπει κάθε τέτοιο κυβερνήτη να τον ονομάσουμε τύραννο;
Ξένος

.~`~.

Οι κλασικές γεωπολιτικές θεωρίες και οι παγκόσμιες στρατηγικές. Ratzel, Kjellén, Mackinder, Haushofer, Spykman, Mahan, de Seversky.

$
0
0

.~`~.
Πρόλογος

Η σχέση των πολιτικών μορφωμάτων με τις φυσικές συνθήκες του περιβάλλοντος χώρου και η δυναμική πολιτική διαδικασία, η οποία διαμορφώνεται από τη σχέση αυτή, συγκαταλέγονται στα θέματα που εξετάζει η ανθρωπότητα ήδη από τους πρώτους αιώνες της ύπαρξης της [θεμελιωτής των διεθνών σχέσεων θεωρείται ο Θουκυδίδης]. Ωστόσο, η ανάπτυξη των παγκόσμιων γεωπολιτικών και γεωστρατηγικών θεωριών έγινε εφικτή μετά την εξακρίβωση της παγκόσμιας γεωγραφίας. Η διαμάχη για την παγκόσμια κυριαρχία, που κορυφώνεται τον 19ο αιώνα με το νεοαποικιοκρατικό κύμα, παρότρυνε τα μέρη να κατευθύνουν τον αγώνα τον οποίο διεξήγαν προηγουμένως για την επίτευξη τοπικών στόχων τακτικής σύμφωνα με τις ανάγκες των παγκόσμιων στρατηγικών στόχων... Η εξέταση της γεωπολιτικής της ξηράς, της θάλασσας και του αέρα είναι απαραίτητη για την κατανόηση της διαδικασίας εξέλιξης των παγκόσμιων πολιτικών και στρατιωτικών στρατηγικών...

.~`~.
Ι
Friedrich Ratzel και Rudolf Kjellén

Η θεωρία του ζωτικού χώρου (Lebensraum) αναπτύχθηκε από τον Ratzel (1844-1904), ο οποίος επηρεασμένος από τον Δαρβίνο υποστήριξε την οργανική θεωρία ανάπτυξης του κράτους και θεωρήθηκε ως ο ιδρυτής της πολιτικής γεωγραφίας. Αργότερα η θεωρία του χρησιμοποιήθηκε ως η επιστημονική βάση της επεκτατικής πολιτικής που ακολούθησαν οι δυτικές αποικιοκρατικές δυνάμεις. Ο Ratzel, λοιπόν, που θεωρούσε το κράτος ως έναν ζωντανό οργανισμό, ο οποίος έχει ανάγκη, όπως όλοι οι ζωντανοί οργανισμοί, να τραφεί, υποστήριζε ότι αυτό μπορεί να καταστεί δυνατό μόνο με την προσάρτηση νέων περιοχών. Κατά τον ίδιο τα κράτη που αδυνατούν να ανταπεξέλθουν σε αυτή τη μάχη διατροφής θα εξαφανιστούν, όπως ακριβώς συμβαίνει στη θεωρία του Δαρβίνου με τα βιολογικά όντα που προορίζονται να χαθούν, εφόσον δεν ανταπεξέλθουν στον υπέρ υπάρξεως αγώνα. Βλέποντας ότι η πολιτική βαρύτητα της Ευρώπης στο μέλλον θα μειωθεί εξαιτίας της στενότητας του χώρου, ο Ratzel υπέδειξε κατά κάποιο τρόπο τον δρόμο στις επεκτατικές πολιτικές στρατηγικές υποστηρίζοντας ότι στη νέα διεθνή συγκυρία θα μπορέσουν να επιβιώσουν μόνο όσα κράτη θα κατόρθωναν να αυξήσουν την επιρροή τους στον ευρύτερο εκτός Ευρώπης χώρο.
Έτσι ο Ratzel και ο συνεχιστής της παράδοσης του Kjellen (1864-1922), που εισήγαγε για πρώτη φορά τον όρο γεωπολιτική, προετοίμασαν το θεωρητικό πεδίο της γεωπολιτικής της ξηράς, της θάλασσας και του αέρα, η οποία αναπτύχθηκε αργότερα. Οι απόψεις που διατυπώνει ο Kjellen στο έργο του Το κράτος ως ζωντανός οργανισμός αναφορικά με την ίδρυση και τη δομή του κράτους αποτέλεσαν, αφότου μεταφράστηκε το έργο στα γερμανικά το 1917, τη σημαντικότερη πηγή της γερμανικής γεωπολιτικής, η οποία θα αναπτυχθεί στη συνέχεια.

.~`~.
ΙΙ
Halford Mackinder, Karl Haushofer και Nicholas Spykman

Στις αρχές του 20ου αιώνα η γεωπολιτική της ξηράς, που αναπτύχθηκε από τον Mackinder (1861-1947), κατά τη διάρκεια του Β' Παγκοσμίου πολέμου προσαρμόστηκε από τον Haushofer (1869-1946) και τον Spykman (1893–1943) στη γερμανική και στην αμερικανική γεωστρατηγική αντιστοίχως.

α´
Το άρθρο του Mackinder «Ο γεωγραφικός άξονας της ιστορίας», που δημοσιεύθηκε το 1904, ερμήνευσε την εξέλιξη της πολιτικής ιστορίας περιορίζοντας τη σε μια γεωπολιτική βάση και διαχωρίζοντας την παγκόσμια γεωγραφία σε (ευρασιατική ηπειρωτική) ενδοχώρα (pivot area-heartland), ανασχετικό δακτύλιο και περιφερειακή ζώνη προσδιόρισε από την άποψη της πολιτικής και στρατιωτικής στρατηγικής τους στόχους άμεση προτεραιότητας. Έτσι για μια βασιζόμενη στην κυριαρχία ξηράς στρατηγική πρωταρχική προϋπόθεση είναι η εξασφάλιση της κυριαρχίας στην ενδοχώρα, η οποία προστατεύεται από τις επιθέσεις που θα προέλθουν από τη θάλασσα. Αυτός ο χώρος ορίζεται ως το πεδίο που περιλαμβάνει τις περιοχές, ξεκινώντας από την Ανατολική Ευρώπη ως τη Βόρεια θάλασσα της Ασίας... όπως και στην περιοχή της Κεντρικής Ασίας.
Σύμφωνα με τον Mackinder για τη σύσταση της απόλυτης παγκόσμιας κυριαρχίας είναι απαραίτητη η κυριαρχία της Ευρασίαςόπως και για την κυριαρχία της Ευρασίαςαπαιτείται η κυριαρχία της ευρασιατικής ενδοχώρας (Heartland), ενώ για την κυριαρχία της ευρασιατικής ενδοχώρας επιβάλλεται η κυριαρχία της Ανατολικής Ευρώπης και γενικότερα η Μέση Ανατολή τοποθετείται στο κέντρο του εσωτερικού δακτύλιου που περικλείει τα εδάφη της Ευρασίας που μένουν εκτός της ενδοχώρας.

β´
Ο Haushofer, ιδρυτής της ναζιστικής γεωπολιτικής και καθηγητής ενός εκ των επιφανέστερων ηγετών των ναζί, του Rudolf Hess, προσδιόρισε τη γεωπολιτική ως έναν επιστημονικό κλάδο που περικλείει όλες τις φυσικές και ανθρωπιστικές επιστήμες. Έτσι, από τη μία, με τη θεωρία του ζωτικού χώρου (Lebensraum) που ανέπτυξε επιδίωξε να θέσει τον ναζισμό σε μια βάση επιστημονικής νομιμότητας και, από την άλλη, προσδιόρισε τους τακτικούς και στρατηγικούς στόχους της γερμανικής γεωστρατηγικής πριν τον Β' Παγκόσμιο πόλεμο. Ο Haushofer, όπως και ο Mackinder, αναφερόμενος στη σημασία της κεντρικής ηπείρου (Ευρασίας), είπε ότι η Γερμανία πρέπει να πραγματοποιήσει μια αμφίδρομη στρατηγική έναντι της Αγγλίας: Κατάληψη πρωτίστως της Μέσης Ανατολής, ώστε να περικυκλωθεί η κεντρική ήπειρος και να αποκοπεί η Αγγλία από τις θαλάσσιες διόδους της και αργότερα σύναψη ενός διηπειρωτικού συμφώνου με την Κίνακαι την Ιαπωνία. Ο Χίτλερ εγκαταλείποντας παρά την αντίθετη άποψη του ναύαρχου Reader και του στρατηγού Rommel τη στρατηγική Haushofer, η οποία προέβλεπε την εγκαθίδρυση της κυριαρχίες στις θαλάσσιες διόδους που περικυκλώνουν την κεντρική ήπειρο και τη Μέση Ανατολή, και επιχειρώντας μια εξοντωτική στρατιωτική επιχείρηση στις απέραντες στέπες της Ρωσίας διέπραττε ένα γεωστρατηγικό σφάλμα που έμελλε να επηρεάσει την έκβαση του πολέμου.

γ´
Ο Spykman ασκώντας κριτική στη θεωρία του Mackinder αναφορικά με την υπερβολική, όπως τη βρίσκει, σημασία που έχει δώσει στην ενδοχώρα θεωρεί ότι η πραγματική δυνητική ισχύς κυριαρχίας βρίσκεται στην περίμετρο της Ευρασίας (Rimland), η οποία αποτελείται από τη Δυτική Ευρώπη, την Τουρκία, το Ιράκ, το Πακιστάν, το Αφγανιστάν, την Κίνα, τη Κορέα και την Ανατολική Σιβηρία, και υποστηρίζει τη ότι όποιος κυριαρχήσει σε αυτή τη ζώνη θα κυριαρχήσει στον κόσμο.
η Rimland του Nicholas Spykman (κλικ στην εικόνα για μετάβαση)
Ο Spykman, ο οποίος με αφετηρία αυτή τη θέση συμβούλευσε την αμερικανική διοίκηση να ακολουθήσει μια πολιτική που θα εμπόδιζε κάποια άλλη δύναμη να κυριαρχήσει σε αυτή τη ζώνη, μπορεί να θεωρηθεί ως ο εμπνευστής της αμερικανικής γεωστρατηγικής, που προβλέπει τη περικύκλωση της κεντρικής ηπείρου μέσω αμυντικών συμφωνιών (NATO-CENTO-SEATO) και εξακολουθεί να ασκεί την επιρροή της από το τέλος του Β' Παγκοσμίου πολέμου ως σήμερα. Έτσι επιδιώχθηκε να δημιουργηθεί μια στρατηγική ζώνη περικύκλωσης που να συνδέεται στρατηγικά στα επιμέρους της τμήματα και να εκτείνεται με το ΝΑΤΟ από τη Νορβηγία ως την Τουρκία, με το CENTO από τη Τουρκία ως το Πακιστάν και το SEATO από το Πακιστάν ως τις Φιλιππίνες στον Βορρά και ως τη Νεα Ζηλανδία στο Νότο.
CENTO και SEATO (κλικ στις εικόνες για μετάβαση)
Εξάλλου, ο Nicholas John Spykman ανέφερε ακόμη ότι σε αυτή τη ζώνη υψηλής δυνητικής ισχύος, στην περίπτωση που δημιουργηθεί μια μονάδα ισχύος που θα κυριαρχεί στην ανεξάρτητη ζώνη, επειδή θα είναι σε θέση να περικυκλώσει ταυτόχρονα και την ΕΣΣΔ, η οποία είναι μια χερσαία χώρα [δύναμη], και τις ΗΠΑ, η οποία είναι θαλάσσια χώρα [δύναμη], θα αποτελεί μεγάλο κίνδυνο και για τις δύο. Για αυτό τον λόγο στην περίπτωση που ένα τέτοιο μόρφωμα εμφανιστεί σε αυτή τη ζώνη, συνέστησε τη συνεργασία των ΗΠΑ, της Αγγλίας και της ΕΣΣΔ [ενδιαφέρον αναλογία με την Ευρώπη, δες Πλανητικός μετασχηματισμός - εισαγωγικά για Η.Π.Α και Γερμανία]. Η προσέγγιση αυτή είχε μεγάλη επιρροή στην παγκόσμια πολιτική γεωγραφία, που διαμορφώθηκε ως αποτέλεσμα των ιδιαίτερων συνομιλιών οι οποίες διεξήχθησαν μεταξύ των μεγάλων δυνάμεων στην Τεχεράνη, στη Γιάλτα και μετά το πέρας του Β' Παγκοσμίου πολέμου στο Ποτσνταμ.


.~`~.
ΙΙΙ
Alfred Mahan και η γεωπολιτική της θάλασσας

Η γεωπολιτική της θάλασσας, που αναπτύχθηκε από τον διάσημο ειδικό σε θέματα στρατηγικής Mahan (1840–1914), έχει βασιστεί στην αρχή μιας στρατηγικής κυριαρχίας η οποία εκτείνεται από τις περιφερειακές ζώνες προς το κέντρο και από τις θάλασσες προς την ξηρά. Ο Mahan, που υποστηρίζει ότι ο μόνος τρόπος, για να αντιμετωπιστεί με επιτυχία ο δυνητικός επεκτατισμός της χώρας εκείνης η οποία κατέχει την ενδοχώρα, είναι μια περικύκλωση που θα πραγματοποιηθεί στις περιφερειακές θάλασσες, διευκρίνισε ότι οι ΗΠΑ, η Αγγλία, η Γερμανίακαι η Ιαπωνίαέχουν κοινά συμφέροντα, προκειμένου να περικυκλώσουν τη Ρωσία και να θέσουν υπό έλεγχο την Κίνα [και με το ζήτημα αυτό σχετίζεται η επόμενη ανάρτηση]. Ο Mahan, που υπήρξε σύμβουλος της αμερικανικής γεωστρατηγικής πολιτικής επί της προεδρίας του Theodor Roosevelt, επέδειξε δύο βασικούς στρατηγικούς στόχους στους αμερικανούς πολιτικούς: Ο πόλεμος να λαμβάνει χώρα συνεχώς στις θάλασσες μακριά από τις ΗΠΑ και να δημιουργηθεί μια αλυσίδα συμμαχιών, οι οποίες θα ελέγχουν τις εξελίξεις στην Ευρασιατική ήπειρο.
Το γεγονός ότι οι εξελίξεις που σημειώθηκαν κυρίως κατά τη διάρκεια του Β' Παγκοσμίου πολέμου αλλά και μετά ενίσχυσαν την ορθότητα των βασικών θέσεων της γεωπολιτικής της θάλασσας είχε ως αποτέλεσμα, από τη μια οι ΗΠΑ να οδηγηθούν στην υπεράσπιση της κυριαρχίας τους στις μακρινές θάλασσες, ενώ, από την άλλη, επιτάχυνε τις προσπάθειες της ΕΣΣΔ για την ανάπτυξη γεωστρατηγικών και τακτικών πολιτικών, που θα εξασφάλιζαν την ταχεία κάθοδο της από τις απέραντες ασιατικές στέπες προς τις ανοιχτές θάλασσες. Η κατάσταση αυτή μετέτρεψε τον κεντρικό άξονα της περιμέτρου (Rimland), ο οποίος αποτελείται από χερσονήσους που περιβάλλουν την Ευρασία και εκτείνεται από τη Μέση Ανατολή ως την Κίνα, σε βασικό πεδίο ανταγωνισμού των μεγάλων δυνάμεων κυριαρχούμενο από ελιγμούς τακτικής.
Το τόξο των κρίσεων. Από το 1990, οι αιτίες των συγκρούσεων εμφανίζονται συγκεντρωμένες κατά μήκος ενός ευρασιατικού τόξου
Με την ανάπτυξη της γεωπολιτικής του αέρα και της πυρηνικής τεχνολογίας η μετά τη δεκαετία του 1950 υποστηριχθείσα άποψη ότι παραδοσιακές θεωρίες έχασαν την εγκυρότητα τους, επιχείρημα που χρησιμοποιήθηκε για λόγους πολιτικού ελιγμού [που δεν είναι άσχετοι και με αυτό το ζήτημα, σε συνδυασμό με τα περί «απεδαφικοποίησης» και απόψεις πως ''η «γνώση» και η «πληροφορία» έκανε παρωχημένα τα ζητήματα του χώρου και των πρώτων υλών''] από τους επαΐοντες της εξωτερικής πολιτικής, κρίνεται ως αναληθής.
Η εξωτερική πολιτική και οι στρατηγικές που αφορούν τις ένοπλες δυνάμεις αποτελούνται από ένα περίπλοκο συνονθύλευμα όλων αυτών των παλιών και νέων στοιχείων. Τα απλοποιημένα μοντέλα του ενός ή του άλλου επιπέδου είναι εξαιρετικά σημαντικά για την εντός ενός ολοκληρωμένου πλαισίου κατανόηση των γεωπολιτικών και γεωστρατηγικών εξελίξεων.


.~`~.
ΙV
A. P. de Seversky και η γεωπολιτική του αέρα

Ο A. P. de Seversky (1894–1974), θεωρούμενος ως ο πρωτοπόρος της γεωπολιτικής του αέρα, όταν προέβαλε τον ισχυρισμό σύμφωνα με τον οποίο λόγω της εξαιρετικής δυνητικής κυριαρχίας που διαθέτει η αεροπορία ο στρατός ξηράς και το ναυτικό έχουν χάσει τη σχετική σημασία που παραδοσιακά είχαν, ουσιαστικά πρότεινε στην αμερικανική κυβέρνηση μια αλλαγή στρατηγικής, προκειμένου αυτή να λαμβάνει υπόψη νέα στοιχεία. Ως εναλλακτική πρόταση στον συμβατό παγκόσμιο χάρτη Mackinder και του Spykman, ο de Seversky επαναπροσδιόρισε τους τομείς στρατηγικής και τακτικής προτεραιότητας, οι οποίοι στον συντεταγμένο με βάση την αζιμούθια απεικόνισηπαγκόσμιο χάρτη λάμβαναν υπόψη τη γεωπολιτική του αέρα.
Ξεκινώντας από την υπόθεση του διπολικού διεθνούς συστήματος η υφήλιος χωρίστηκε σε δυο πεδία κυριαρχίας που όριζαν τις σφαίρες επιρροής των ΗΠΑ και ΕΣΣΔ. Ο de Seversky υποστήριξε ότι η τελική κυριαρχία θα καθοριστεί βάσει της υπεροχής στη γεωπολιτική του αέρα, κάτι που θα εξασφαλιστεί στην περιοχή της απόφασης, η οποία παρέμενε εκτός των δύο παραπάνω πεδίων...


.~`~.
Επίλογος
α´
Υπό το φως των διεθνών εξελίξεων πρέπει να επανεξετεταστεί η υπόθεση κατά την οποία οι εξελίξεις που σημειώθηκαν στην πυρηνική τεχνολογία συνέβαλλαν στην κατάρριψη της ιδέας των γεωστρατηγικών προτεραιοτήτων που προσδιορίζουν οι κλασικές γεωπολιτικές θεωρίες. Οι επεμβάσεις των ΗΠΑ στο Βιετνάμ και της ΕΣΣΔ στο Αφγανιστάν και οι πολιτικές εξελίξεις στη Μέση Ανατολή, απέδειξαν ότι με την εμφάνιση της πυρηνικής τεχνολογίας οι στρατιωτικές και πολιτικές στρατηγικές απέκτησαν μια παράδοξη ιδιαιτερότητα. Η ανάπτυξη του δόγματος του πυρηνικού πολέμου, σε αντίθεση με ό,τι αναμενόταν, αύξησε και τη σημασία του περιορισμένου τοπικά δόγματος του συμβατικού πολέμου... η διάδοση, η χρονική στιγμή και οι χώροι εκδήλωσης των Χαμηλής Έντασης Συγκρούσεων, που αντικατοπτρίζουν τους ανταγωνισμούς τακτικής γεωπολιτικού χώρου, αποδεικνύουν ότι κατά τη διάρκεια του Ψυχρού πολέμου ο ρόλος των κλασικών γεωπολιτικών ισορροπιών παρέμεινε αμείωτος και μάλιστα εκλαμβανόταν στη σκιά της πυρηνικής απειλής ως ένα λιγότερο επικίνδυνο είδος ανταγωνισμού.
Κατά την περίοδο από τον Β' Παγκόσμιο πόλεμο ως το τέλος του Ψυχρού πολέμου από τις 50 χαμηλής έντασης συγκρούσεις, στις οποίες επενέβησαν άμεσα ή έμμεσα οι ΗΠΑ, οι 30 εκδηλώθηκαν στην περίμετρο Rimland (οι 14 από αυτές στην Ανατολική Ασία, οι 12 στη Μέση Ανατολή και οι 6 στην Ανατολική Ευρώπη και Μεσόγειο), οι 16 στην Αμερικανική ήπειρο (οι 6 στην Κεντρική Αμερική, οι 6 στην Καραϊβική και οι 4 στη Νότια Αμερική) και οι 4 στην Αφρική. Ο κατάλογος αυτός αντικατοπτρίζει τα πεδία σύγκρουσης των αντίπαλων πόλων κατά τη διάρκεια του Ψυχρού πολέμου αποδεικνύει ταυτόχρονα και το γεωπολιτικό παρασκήνιο των στρατηγικών προτεραιοτήτων των ΗΠΑ, οι οποίες κατά βάση είναι μια θαλασσοκράτειρα υπερδύναμη... Η διπολική στρατηγική δομή της περιόδου του Ψυχρού πολέμου σύμφωνα με τον ορισμό που κάνει ο Saul Cohen, που έθεσε την έννοια της περιφερειακής ζώνης (Rimland) του Spykman σε ευρύτερο θεωρητικό πλαίσιο, βασιζόταν σε έναν γεωπολιτικό ορθολογισμό, προϊόν της αντίφασης και της ισορροπίας μεταξύ της «θαλάσσιας ισχύος που βασιζόταν στο εμπόριο» και της «ηπειρωτική ισχύος της Ευρασίας».
Η ΕΣΣΔ κατά τη διάρκεια του Ψυχρού πολέμου δεν μπόρεσε να απαλλαγεί από τον χαρακτήρα ενός κράτους στέπας, απομακρυσμένου από τις θάλασσες, και χάνοντας την ικανότητα της να στηρίξει τη στρατιωτικοπυρηνική ισχύ της με την οικονομικοπολιτική της ισχύ απώλεσε και την ιδιότητα της να αποτελεί το αντίπαλο δέος του διπολικού συστήματος.

Ahmet Davutoğlu

β´
Προφητικός ο Ἀρχίδαμος, ο Βασιλιάς της αρχαίας ηπειρωτικής-χερσαίας δύναμης εν ονόματι Σπάρτη. Εκ του αποτελέσματος, μάλλον δεν τον μελέτησαν οι χερσαίοι Σοβιετορώσσοι. Οι -αμετανόητα- θαλάσσιοι Αμερικανοί πάντως, ακόμα μελετούν τον Θουκυδίδη.

πρὸς μὲν γὰρ Πελοποννησίους καὶ τοὺς ἀστυγείτονας παρόμοιος ἡμῶν ἡ ἀλκή, καὶ διὰ ταχέων οἷόν τε ἐφ' ἕκαστα ἐλθεῖν· πρὸς δὲ ἄνδρας οἲ γῆν τε ἑκὰς ἔχουσι καὶ προσέτι θαλάσσης ἐμπειρότατοί εἰσι καὶ τοῖς ἄλλοις ἅπασιν ἄριστα ἐξήρτυνται, πλούτωι τε ἰδίωι καὶ δημοσίωι καὶ ναυσὶ καὶ ἵπποις καὶ ὅπλοις καὶ ὄχλωι ὅσος οὐκ ἐν ἄλλωι ἑνί γε χωρίωι Ἑλληνικῶι ἐστίν, ἔτι δὲ καὶ ξυμμάχους πολλοὺς φόρου ὑποτελεῖς ἔχουσι, πῶς χρὴ πρὸς τούτους ῥαιδίως πόλεμον ἄρασθαι καὶ τίνι πιστεύσαντας ἀπαρασκεύους ἐπειχθῆναι;
πότερον ταῖς ναυσίν;
ἀλλ' ἥσσους ἐσμέν· εἰ δὲ μελετήσομεν καὶ ἀντιπαρασκευασόμεθα, χρόνος ἐνέσται.
ἀλλὰ τοῖς χρήμασιν;
ἀλλὰ πολλῶι πλέον ἔτι τούτου ἐλλείπομεν καὶ οὔτε ἐν κοινῶι ἔχομεν οὔτε ἑτοίμως ἐκ τῶν ἰδίων φέρομεν.

μέγα γὰρ τὸ τῆς θαλάσσης κράτος
Περικλῆς ὁ Ξανθίππου

Το ΝΑΤΟ, πριν από οτιδήποτε άλλο, ήταν και παραμένει, η μεγαλύτερη ναυτική δύναμη στον πλανήτη.

Πρώτος εισήγαγε το ζήτημα θαλασσίων και χερσαίων δυνάμεων ο Θουκυδίδης.

.~`~.
Για περαιτέρω ιχνηλάτηση και πληρέστερη προοπτική

Είπαν ή έγραψαν...

$
0
0

Το χαρακτηριστικό της πρώτης τάξης νοημοσύνης, είναι η ικανότητα της να έχει ταυτόχρονα δύο αντικρουόμενες ιδέες και να διατηρεί την ικανότητα της να λειτουργεί.
Θα πρέπει κανείς... να μπορεί να βλέπει ότι δεν υπάρχει ελπίδα και όμως, να θέλει να αλλάξει τα πράγματα.
Scott Fitzgerald

.~`~.


Τι είναι ο μετα-νεωτερικός ολοκληρωτισμός;

$
0
0

Όταν το προ-νεωτερικό γερνάει,
το μετα-νεωτερικό καταρρέει

§1

Αφότου ο Lyotard μίλησε για μετα-νεωτερική κατάστασηκαι συνετέλεσε, ώστε να διαδοθεί ευρέως η έννοια της μετα-νεωτερικότητας, αρκετές σύγχρονες φιλοσοφικές και κοινωνιολογικές ερμηνείες εστιάζονται λιγότερο στην ανάγκη ανάδυσης ενός νέου κοινωνικού συστήματοςκαι περισσότερο σε θεσμικές μεταρρυθμίσεις, που εν μέρει ή εν πολλοίς τις υπαγορεύει η ίδια η πληροφορική δομή της κοινωνίας δυτικού τύπου. Στο πλαίσιο τέτοιων πιθανών μεταρρυθμίσεων, συνήθως γίνεται μετατόπισητων πολιτικών ιδεολογιών, σχεδιασμών ή πρακτικών από ένα σύστημα παραγωγής υλικών αγαθών με αντίστοιχη άνοδο του βιοτικού επιπέδου των ανθρώπων σε ένα σύστημα οργάνωσης της πληροφορίας ως παρα-πληροφορίας: δηλαδή συστηματικής και συστημικής παραπληροφόρησης. Αυτή ωστόσο η μετατόπιση έχει και την «επιστημονική»της δικαιολόγηση, που εκπορεύεται συνήθως από συστημικούς «διανοούμενους» μειωμένης πνευματικότητας, αλλά απύθμενης αερολογίας (Χάιντεγκερ). Μια ανεξέλεγκτη ανεπιστημονική σκοπιμότητα ετούτης της αερολογίας εισδύει κάθε φορά στις μάζες και τις συσκοτίζει –ή ακόμη και στην ίδια τη σοβαρή επιστημονική αναζήτηση και [δύναται να] την αποπροσανατολίζει– με τη γενική μορφή επιστημολογικώνεγχειρημάτων. Σε τούτα τα εγχειρήματα ανήκουν κατά περιόδους οι «μεγάλες αφηγήσεις» για οικονομικούς σχεδιασμούς, για φιλοσοφικές, κοινωνιολογικές, ιστορικές και άλλες «επ-εξηγήσεις» ή για πολιτικά προτάγματα «σωτήριας» εθνικής ευθύνης.

§2

Η σύγχυση από τέτοιες «μεγάλες αφηγήσεις» εκφράζεται, κατά κανόνα, με την [ή στην] αδυναμία να αντιλαμβανόμαστε πως μας έχει παγιδεύσει ένας κόσμος συμβάντων, τον οποίο αδυνατούμε να ελέγξουμε. Με όρους του Μαρξ ένας τέτοιος κόσμος εμφανίζεται μέσα στην ιστορία ως ένας κόσμος από ασυνέχειεςκαι μπορεί να ελεγχθεί μέσα από γενικές αρχές. Ο χαρακτήρας της ασυνέχειας όμως δεν είναι πάντοτε ο ίδιος. Άλλη ήταν, για παράδειγμα, η ασυνέχεια/οι ασυνέχειες κατά τη φάση μετάβασης από τη φεουδαρχική στην αστική κοινωνία, άλλη ή άλλες στη μετα-νεωτερική ή μετα-καπιταλιστική εποχή. Το ζητούμενο στους μετα-νεωτερικούς ή μετα-μοντέρνους καιρούς δεν είναι η παραγνώριση ή επικάλυψη του ως άνω κόσμου συμβάντων με επιτηδεύσεις γενικών κατευθύνσεων ή επιστημολογικών-συστημικών θεμελιώσεων, αλλά η αποκάλυψη του εκάστοτε συγκαλυπτόμενου ή συγκαλυμμένου. Αποκάλυψη δεν σημαίνει μια επί πλέον μεταφυσικήθεώρηση, έστω και με υλιστικούς όρους, αλλά, πριν απ’ όλα, διάγνωση του παρόντος. Τι συμβαίνει, ανάμεσα στα άλλα, στο παρόν; Σε επίπεδο πολιτικού συστήματος, η μαζική δημοκρατία ολοκληρώνεται με ολοκληρωτικές, κατά το μάλλον ή ήττον, μεθόδους και πρακτικές. Σε επίπεδο οικονομίας, ο εν λόγω ολοκληρωτικός χαρακτήρας εκδηλώνεται ως ολοκληρωτική «κατάληψη», ήτοι εξάρτηση, της παραγωγής από άψυχες δυνάμεις, που πλανιούνται ως φάντασμα πάνω από τις ζωντανές δυνάμεις: ολοκληρωτική εμπορευματοποίηση της παραγωγής και της μισθωτής εργασίας· ολοκληρωτικός «εξορθολογισμός» με τη μορφή του γραφειοκρατικού συγκεντρωτισμούκαι με μια ένοχη αξιοποίηση της τεχνολογίας.

§3

Αυτός ο ολοκληρωτικός «εξορθολογισμός» διέπεται από αξεδιάλυτες αντιφάσεις: θεωρητικά υποτίθεται πως ως «εξορθολογισμός» πλημμυρίζει την ανθρώπινη κοινωνία με βεβαιότητα ή με μια βέβαιη γνώση, με εμπιστοσύνη και αξιοπιστία· πρακτικά όμως την οδηγεί σε κατάρρευσημέσα στα [ή μέσα από τα] κύματα της επίγνωσης πως καμιά γνώση δεν είναι βέβαιη, πως ό,τι θεμελιωτικό –επιστημονικά ή φιλοσοφικά– προϋπήρξε, αποδεικνύεται αναξιόπιστο. Το μετα-νεωτερικής υφής ξερίζωματου συγκεκριμένου θεμελιωτισμού συμπορεύεται με τοιδεολόγημαπερί «τέλους της ιστορίας». Τούτο υποδηλώνει πως η νεωτερικότητα, ήγουν μετα-νεωτερικότητα, ενσωματώνει κάθε τοπικότητα σε έναν επεκτατικό μετασχηματισμό του χώρου, που φέρει το όνομα παγκοσμιοποίηση. Η τελευταία δεν είναι πια ένα λεκτικό σχήμα, αλλά η προμελετημένα βίαιη επικράτησηπαγκόσμιων κοινωνικών σχέσεων, όπου κάθε τοπική σχέση, ως συμβάν, χάνει την αυτονομίατης και καθορίζεται από άλλα συμβάντα των πιο απόμακρων τοπικοτήτων. Κάτι τέτοιο συμβαίνει κατά κόρον στην Ελλαδική κοινωνία, ώστε ανθρώπους και πράγματα, όλους και όλα να τα κυβερνά μια οντολογική αβεβαιότητα. Και το σύστημα του έθνους-κράτους; Αποδείχτηκε πολύ μικρό και ανίσχυρο για υπεράσπιση του εαυτού του, πολύ κραταιό όμως για να επιδαψιλεύει στους κρατικούς-εξουσιαστικούς μοχλούς της παγκοσμιοποιημένης κοινωνίας αβρότητες και τελετουργικές ευγένειες εκδούλευσης. Κατ’ αυτό τον τρόπο μπορεί να κατανοείται καλύτερα ο μαρασμόςτης νεοελληνικής πραγματικότητας. Οποιαδήποτε άλλη ιδεολογική επιχρύσωση ή παρηγορητική ανορθολογικότητα επιβεβαιώνει αυτό τον μαρασμό, καθώς δεν αντιστέκεταιστη ραγδαία αύξηση της ολοκληρωτικής εξουσίας.


.~`~.

Περί των δήθεν αυτονόητα «αντικειμενικών» οικονομικών δυτικοliberalistικων.

$
0
0

Η υπόθεση εργασίας των οικονομολόγων ότι τα οικονομικά είναι μια οικουμενική επιστήμη που μπορεί να εφαρμοστεί διαχρονικά και σε κάθε τόπο μπορεί να οδηγήσει σε αναλυτικές στρεβλώσεις και σε εσφαλμένες συστάσεις πολιτικής. Η ανικανότητα ή η απροθυμία τους να παραδεχτούν τη σπουδαιότητα των διαφορών μεταξύ των κρατών και των κοινωνιών και/ή της επιρροής του πολιτιστικού και ιστορικού περιβάλλοντος περιορίζει τη χρησιμότητα των οικονομικών. Οι επιβεβλημένες πολιτικές του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου μετά τη χρηματοπιστωτική κρίση στην Ανατολική Ασία αποτελούν θλιβερό παράδειγμα της ανικανότητας των οικονομολόγων να κατανοήσουν τις τοπικές, κοινωνικές και πολιτικές συνθήκες...

Παρόλο που οι νεοκλασικοί οικονομολόγοι ισχυρίζονται ότι τα οικονομικά είναι μια αντικειμενική επιστήμη, όπως η φυσική, τα οικονομικά στην πραγματικότητα στηρίζονται σε ένα πλήθος κανονιστικών υποθέσεων εργασίας ή απόψεων όσον αφορά στις αξίες που αποδέχονται οι περισσότεροι οικονομολόγοι. Αυτές οι κανονιστικές υποθέσεις εργασίας επηρεάζουν την επιλογή των θεμάτων που μελετούν οι οικονομολόγοι και τις απαντήσεις που θα δοθούν... Τα σύγχρονα οικονομικά που βασίζονται στη φιλοσοφία του πολιτικού φιλελευθερισμού, υποθέτουν ότι μάλλον το άτομο και όχι οι ομάδες ή οι τάξεις αποτελεί τη βασική μονάδα της κοινωνίας, ότι υπάρχει μια αρμονία συμφερόντων μεταξύ των ατόμων, τουλάχιστον μακροπρόθεσμα... Η πίστη στην αρμονία συμφερόντων μεταξύ των ατόμων αποτελεί επίσης τη βάση του φιλελεύθερου δόγματος για την ηθική και κοινωνική πρόοδο... Ο φιλελευθερισμός εμπεριέχει μια δέσμευση αρχής ως προς τα ατομικά δικαιώματα, την ελεύθερη αγορά και την πολιτική δημοκρατία... Ωστόσο υπάρχει μια ένταση ανάμεσα στη δέσμευση του φιλελευθερισμού απέναντι στην ισότητα (δικαιοσύνη) και στη δέσμευση του για ανεξαρτησία (ελευθερία)...

Αυτό οδηγεί σε μια κατάσταση στην οποία οι πολιτικές προκαταλήψεις παίζουν μεγαλύτερο ρόλο στην αποδοχή των θεωριών απ' ότι παραδέχονται γενικά οι οικονομολόγοι... Οι προβλέψεις των οικονομολόγων είναι στην πραγματικότητα διαβόητα ανεπιτυχείς. όπως αναφέρουν ορισμένοι αστειευόμενοι, «οι οικονομολόγοι προέβλεψαν με επιτυχία επτά από τις τελευταίες πέντε οικονομικές κάμψεις». Επιπλέον, ένα σημαντικό μέρος του αποδεκτού σώματος της οικονομικής ποτέ δεν ελέγχθηκε επαρκώς. Για του μελετητές της πολιτικής οικονομίας η αίρεση ceteris paribus (η προϋπόθεση ότι όλα τα άλλα παραμένουν σταθερά) που πρότειναν οι οικονομολόγοι είναι εξαιρετικά σημαντική...

Robert Giplin

Η Ιαπωνίαείναι χαρακτηριστικό παράδειγμα χώρας που γράφει (στον βαθμό που μπορεί και με γνώμονα τα συμφέροντα της, καθότι εξαρτημένη αν και ιμπεριαλιστική - σε σχέση π.χ. με την Κίνα, γιατί σε σχέση με τις δυτικές χώρες σχεδόν καμία χώρα στον πλανήτη δεν είναι ιμπεριαλιστική, πλην Ρωσίας και δυο τριών ακόμα) στα παλαιότερα των υποδημάτων της, την οικονομική δυτικοliberalistικη «αντικειμενικότητα» και την ανθρωπολογία του κέρδους, βασιζόμενη στις ιδιαιτερότητες και τις διαφορές της. Τώρα, τι σημαίνει αυτό για την καθεμιά και τον καθένα είναι άλλο ζήτημα.

.~`~.
Για περαιτέρω ιχνηλάτηση και πληρέστερη προοπτική

Τέλος του κυρίαρχου κράτους ή αλλαγή της λειτουργίας του;

$
0
0

Άμεσα σχετιζόμενες αναρτήσεις περί κράτους:

.~`~.
I
α´
Στον αιώνα μας έγινε συχνά λόγος για το τέλος του κυρίαρχου κράτους, όπως αυτό διαμορφώθηκε στους Νέους Χρόνους. Οι οπαδοί της οικουμενικής ηθικής, η οποία κυριαρχεί μέσα στο ιδεολογικό σύμπαν της μαζικής δημοκρατίας όντας η αντίστροφη όψη ενός ακραίου ατομικισμού, συνδέουν με την προσδοκία αυτού του τέλους χειραφετητικές ελπίδες, άλλοι πάλι φοβούνται ότι έτσι θα χαθούν χειροπιαστές πολιτικές εγγυήσεις της εσωτερικής και της διεθνούς ευταξίας. Για να δούμε νηφάλια τα πράγματα, πρέπει πρώτα-πρώτα ν' αφήσουμε στην άκρη τόσο τη δημοκρατική όσο και την αυταρχική μυθολογία για το νεοτερικό κυρίαρχο κράτος.

Αν η πρώτη το θεωρούσε ως ισχύ ή μάλλον ως βία, η οποία κατέπνιγε προς το συμφέρον των κυρίαρχων κινήματα ελευθερίας και αιτήματα ισότητας προερχόμενα εκ των κάτω, η δεύτερη το παρουσίαζε ως αυτόνομη οντότητα πάνω απ' όλες τις τάξεις κι απ' όλα τα μερικά συμφέροντα, ως θνητό Θεό με αποστολή του τη φύλαξη του δημοσίου συμφέροντος. Και στις δυο περιπτώσεις η πολιτική και ιδεολογική πρόθεση οδήγησε σε αρνητικές ή θετικές υποστασιοποιήσεις, οι οποίες ελάχιστα βοηθούν στην κατανόηση των εκάστοτε λειτουργιών του νεοτερικού κράτους. Ήδη από την εποχή του σχηματισμού του το κράτος αυτό υπηρέτησε άλλοτε τη μεταρρύθμιση κι άλλοτε την αντίδραση, κάποτε την υπεράσπιση και κάποτε την καταπολέμηση κατεστημένων συμφερόντων. Οι δημοκράτες και οι σοσιαλιστές δεν αισθάνθηκαν δυσφορία όπου άσκησαν την κρατική εξουσία, ενώ αντίστροφα διάφοροι θιασώτες του αυταρχικού κράτους έχασαν γρήγορα τον σεβασμό τους απέναντι στον θνητό Θεό όποτε αυτός χάρισε την εύνοια του σε άλλους.

Όλα αυτά σημαίνουν: το νεότερο κράτος υπήρξε ένα άπειρα πλαστικό και προσαρμοστικό εργαλείο, στην ήδη μακρά ιστορία του συμμάχησε με πολύ διαφορετικά κοινωνικά στρώματα και υπηρέτησε τους πιο διαφορετικούς σκοπούς, αλλάζοντας κάθε φορά την έκταση του, την οργανωτική του μορφή και τους φυσικούς φορείς του.

Όσοι όμως μιλούσαν για το τέλους του κράτους δεν μπορούσαν και δεν ήθελαν να δουν τα ιστορικά δεδομένα στις διακυμάνσεις τους. Πολλοί απ' αυτούς άρθρωσαν από αυταρχική σκοπιά μια διαμαρτυρία αφ' ενός εναντίον του βαθμιαίου μαζικοδημοκρατικού προσανατολισμού της κρατικής πολιτικής στον 20ο αιώνα και αφ' ετέρου εναντίον της δήθεν ανικανότητας ενός «φιλελεύθερου» ή μαζικοδημοκρατικού κράτους να ασκήσει αποτελεσματική εξωτερική πολιτική... Η επίθεση αυτής της αυταρχικής (ως προς τις κοινωνικές της προτιμήσεις κυρίως παλαιοφιλελεύθερης) αντίληψης εναντίον του μαζικοδημοκρατικού κράτους, το οποίο βέβαια από τη σκοπιά της κανονιστικής της αντίληψης δεν μπορούσε να αποτελεί «γνήσιο» κράτος, συγκεντρώθηκε πρωταρχικά στη συγχώνευση της πολιτικής με την οικονομία, η οποία συγχώνευση αφαιρούσε τάχα από το κράτος την προηγούμενη περιωπή του ως φύλακα του γενικού συμφέροντος και το έκανε άβουλο όργανο ιδιωτικών συμφερόντων.
Έτσι όμως παραγνωρίζονταν οι πολιτικές πλευρές της συγχώνευσης της πολιτικής με την οικονομία... Όχι μόνον η πρόνοια για τη στοιχειώδη διαβίωση (ως φράγμα κατά της ανομίας) και η ανακατανομή συνιστούν πολιτικές πράξεις κατ εξοχήν, αλλά και η συγχώνευση της πολιτικής με την οικονομία μετέβαλε το κράτος στον κατά πολύ μεγαλύτερο εργοδότη και σε διαχειριστή της μερίδας του λέοντος του εθνικού εισοδήματος. Φυσικά, δεν είναι δυνατό να μην παραβλέψει κανείς τον έντονα πολιτικό χαρακτήρα αυτών των φαινομένων όταν εμμένει σε μιαν έννοια της πολιτικής ξεπερασμένη από καιρό.


β´
Σε σχέση με την πλανητική πολιτική του αιώνα μας, σοβαροί παρατηρητές υπογράμμισαν ότι η υποταγή της εξωτερικής πολιτικής των κρατών στις αρχές μιας οικουμενικής ηθικής θα επέφερε αναγκαστικά την κατάλυση της κρατικής κυριαρχίας, γιατί κήρυσσε εγκληματική κι αξιόποινη τη raison d'étatως θεμιτή πυξίδα των κρατικών ενεργειών, στερώντας τους έτσι το μόνο δυνατό κυρίαρχο έρεισμα.

Στον Ψυχρό Πόλεμο φάνηκε ότι το κυρίαρχο κράτος βάλλεται και από τα δυο στρατόπεδα, γιατί και τα δυο διεξήγαν τον αγώνα τους στο όνομα οικουμενικών και διεθνιστικών αρχών, ήτοι φιλελεύθερων ή προλεταριακών αρχών, απέναντι στις οποίες το άτομο όφειλε να τρέφει περισσότερη νομιμοφροσύνη απ' ότι απέναντι στο κράτος της καταγωγής του.

Μια τέτοια περιγραφή των πραγμάτων περιέχει πράγματι σημαντικές παρατηρήσεις, ωστόσο δεν εξαντλεί όλες τις επόψεις του προβλήματος, έτσι ώστε καθ' αυτήν να δικαιολογεί το συμπέρασμα ότι η εποχή της κρατικής κυριαρχίας τέλειωσε οριστικά. Πρώτα, πρώτα δεν είναι ιστορικά και μεθοδολογικά ορθό να αντιπαραβάλλεται ο τρόπος, με τον οποίον κατανοούσε ιδεολογικά τον εαυτό της η Ευρώπη στο παρελθόν, με ορισμένες πλευρές της σημερινής πλανητικής πραγματικότητας. Ακόμα και στην εποχή της ακμής της η raison d'état διόλου δεν καταφρονούσε την προπαγανδιστική συμμαχία με χριστιανικές και ηθικές (ήτοι οικουμενικές) αρχές, ακριβώς όπως και στον αιώνα μας η ανακήρυξη οικουμενικών ηθικών αρχών σε κατευθυντήριες γραμμές της διεθνούς πολιτικής ευνοούσε κατά μεγάλο μέρος τα συμφέροντα ορισμένων κρατών. Η έννοια του κυρίαρχου κράτους χρησιμοποιούνταν βέβαια ως επιχείρημα στηριζόμενο στο διεθνές δίκαιο όποτε απειλούνταν τα οικεία συμφέροντα και το οικείο κράτος, συχνά όμως ο σεβασμός απέναντι της εξανεμιζόταν, όταν επρόκειτο για το κράτος του άλλου' γιατί συνήθως ο σεβασμός διαρκούσε μόνον όσο τον επέβαλλε ο συσχετισμός δυνάμεων. Γι' αυτόν τον λόγο η κρατική κυριαρχία πάνω στο ευρωπαϊκό έδαφος πήρε μορφή ιδιαίτερα αδρή όταν διαμορφώθηκε ένα σύστημα κρατών, τα οποία είτε ήσαν εξ ίσου ισχυρά είτε μπορούσαν να αντισταθμίσουν την έλλειψη δικής τους ισχύος με τις ενδεδειγμένες συμμαχίες.

Ό,τι ονομάσθηκε «κλασσικό κυρίαρχο κράτος» ευδοκίμησε κάτω από ιδιαίτερες συνθήκες συναφείς με ορισμένο συσχετισμό δυνάμεων ανάμεσα στα μεγάλα ευρωπαϊκά κράτη και άσχετες προς την εσωτερική εξέλιξη του κράτους ως μορφώματος των Νέων Χρόνων με ειδοποιά χαρακτηριστικά. Γι' αυτό και τα κατηγορήματα του κυρίαρχου κράτους αποδίδονταν κατ' ουσία μόνο σε όσα κράτη απάρτιζαν το σύστημα των ευρωπαϊκών Δυνάμεων [σημ. Δ`~. όπως περίπου συμβαίνει σήμερα με τα μη failed states, που τα περισσότερα, πλην ελαχίστων, είναι μέλη της Τριάδας του Βορρά ή σύμμαχοι των Η.Π.Α]...


Ήταν μια κρατική κυριαρχία εδραζόμενη στην ολιγαρχία μερικών κρατών, αν μπορούμε να εκφρασθούμε έτσι, και ξεθώριασε [;] όχι επειδή οι αρχές της έπαψαν να ισχύουν, παρά μάλλον επειδή οι αρχές αυτές επεκτάθηκαν σ' έναν ευρύτερο -αρχικά ευρωπαϊκό και κατόπιν πλανητικό- χώρο, στον οποίο τα κράτη δεν μπορούσαν να σχηματίσουν μεταξύ τους πολιτικούς συνδυασμούς σαν τους παραπάνω.

Ο Ψυχρός Πόλεμος έθεσε πράγματι υπό αμφισβήτηση αυτό το εν μέρει πλασματικό και εν μέρει ριζωμένο στις ευρωπαϊκές ιδιαιτερότητες «κλασσικό κυρίαρχο κράτος». Γιατί η μια παράταξη κήρυσσε στο προγραμματικό επίπεδο την κατάργηση όλων των συνόρων και όλων των κρατών, ήτοι τη συναδέλφωση όλων των λαών στο πλαίσιο μιας αταξικής παγκόσμιας κοινωνίας, θεωρώντας την προσήλωση στο ιδεώδες αυτό κατ' αρχήν σημαντικότερη από την πίστη στο κράτος καταγωγής του ατόμου' η άλλη παράταξη, πάλι, αντιπαρέθετε στην πρακτική του ολοκληρωτισμού τις αρχές της οικουμενικής ηθικής και στην οχύρωση πίσω από το Σιδηρούν Παραπέτασμα το όραμα ενός ανοιχτού και ενιαίου κόσμου.

Αν οι θέσεις αυτές είχαν γίνει πράξη, τότε βέβαια η μορφή και η ουσία του κυρίαρχου κράτους θα χάνονταν. Όμως η πραγματικότητα προχώρησε πιο διαφορισμένα, διοχέτευσε δηλ., τις προγραμματικές διακηρύξεις κατά τέτοιο τρόπο, ώστε στάθηκε δυνατό να υπηρετήσουν ακριβώς το κυρίαρχο εκείνο κράτος, το οποίο θα όφειλαν να καταργήσουν αν λαμβάνονταν στην ονομαστική τους αξία (σημ. i). Από κομμουνιστικής πλευράς ο προλεταριακός διεθνισμός χρησιμοποιήθηκε για τους σκοπούς ενός ορισμένου κυρίαρχου κράτους, δηλ. της Σοβιετικής Ένωσης, ενώ συνάμα κομμουνιστικά κινήματα εξαιρετικού δυναμισμού συνδέθηκαν με εθνικιστικούς στόχους, εφ όσον ο αγώνας ενάντια σε μια καπιταλιστική αποικιοκρατία ωθούσε τον εθνικισμό να ενστερνισθεί τον κομμουνισμό' από τέτοια κινήματα προήλθαν κράτη όπως η Κίνα ή το Βιετνάμ, τα οποία υπεράσπισαν την κυριαρχία τους κατά τρόπο υπερήφανο και μάλιστα «κλασσικό», θα μπορούσαμε να πούμε.
Από την άλλη μεριά, στο δυτικό στρατόπεδο η απόρριψη του προλεταριακού διεθνισμού οδήγησε σε μια θετική αποτίμηση του έθνους και του ανεξάρτητου κράτους ως των φυσικών πολιτικών μονάδων (σημ. ii). Παράλληλα, και στη Δύση ο ηθικός οικουμενισμός συχνά υπηρέτησε τις αυτοκρατορικές βλέψεις του ηγετικού κυρίαρχου κράτους, δηλ. των Ηνωμένων Πολιτειών. Ήδη η μαζική επίκληση των οικουμενικών ηθικών αρχών και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων κατά τη διαμόρφωση της διεθνούς πολιτικής μετά τον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο είχε δείξει ολοκάθαρα ότι είναι δυνατή η επιλεκτική τους χρήση και η χειραγώγηση της λειτουργίας τους, έτσι ώστε ν' αποτελούν εργαλεία ισχύος στα χέρια ορισμένων κρατών και εναντίον άλλων... Το κυρίαρχο κράτος θα μπορούσε να καταλυθεί χάρη στη διάδοση οικουμενικών αρχών μονάχα αν αυτές λαμβάνονταν στην ονομαστική τους αξία και εφαρμόζονταν με συνέπεια.

---------------------------------------------------------------
Σημειώσεις
(i)
ε) Οι περισσότερες πολιτικές ιδέες που επηρέασαν έντονα την ανθρωπότητα στηρίχθηκαν σε φαινομενικά οικουμενικές αρχές και για τον λόγο αυτόν είχαν, τουλάχιστον στη θεωρία, έναν διεθνή χαρακτήρα... Η απατηλότητα της πίστης στην αποτελεσματικότητα μιας διεθνούς κοινής γνώμης διαχωρισμένης από την εθνική ισχύ μπορεί να επεξηγηθεί ακόμη περισσότερο... η Reductio ad absurdum [Εις άτοπον απαγωγή] της διεθνούς ιδεολογικής προπαγάνδας ως μανδύας για την εθνική πολιτική επήλθε με την υιοθέτηση αρνητικών συνθημάτων, που στόχο είχαν να συνενώσουν σε μια πολιτική συμμαχία εκείνους που δεν συμμερίζονταν καμία θετική ιδεολογία...

(ii)
α) Γράφει ο Παναγιώτης Κονδύλης: Συχνότατα λησμονείται ότι ο μαρξιστικός οικονομισμός συνιστά άμεση κληρονομιά του φιλελευθερισμού. Ακριβώς επειδή ο οικονομισμός είναι σαρξ εκ της σαρκός του φιλελευθερισμού, η αποσύνθεση του ιστορικού υλισμού και της ''οικονομικής ερμηνείας'' της ιστορίας μετά το 1989 όχι μόνον δεν συνεπέφερε την υποχώρηση του οικονομισμού αλλά είχε το αντίθετο αποτέλεσμα.
Την εποχή του ψυχρού πολέμου οι φιλελεύθεροι αντίπαλοι του μαρξισμού ήσαν υποχρεωμένοι να πολεμούν τον ''υλισμό'' υπογραμμίζοντας τους ''πολιτικούς'', ''πνευματικούς'' και λοιπούς μη οικονομικούς παράγοντες. Σήμερα όμως ο δυτικός καπιταλισμός δεν χρειάζεται να ασκεί κριτική από αυτήν τη σκοπιά και μπορεί να δείχνει απροκάλυπτα – και ενίοτε αδιάντροπα – το οικονομιστικό του πρόσωπο, ιεραρχώντας με οικονομιστικά κριτήρια όχι μόνον τους ιστορικούς παράγοντες αλλά και τις ίδιες τις ''πνευματικές αξίες''· όποιος γνωρίζει πχ τις εργασίες της οικονομικής σχολής του Σικάγου θα έχει διαπιστώσει ότι οι ερμηνείες της για την οικογένεια, τη φιλία, τη θρησκεία κτλ ξεπερνούν σε οικονομιστική χυδαιότητα και τις χονδροειδέστερες εκδοχές του ''χυδαίου μαρξισμού''.
---------------------------------------------------------------

.~`~.
II

Η σύντομη αυτή ανασκόπηση θα μας βοηθήσει να δούμε καθαρότερα τη σημερινή συγκυρία, στην οποία η επικράτηση του οικουμενισμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων -μαζί με τη δράση διεθνών οργανισμών (σημ. i) και με τις οικονομικές συγχωνεύσεις- φαίνεται να προαναγγέλει το τέλος του κυρίαρχου κράτους. Στα πλαίσια της τρέχουσας πολιτικής η επικράτηση αυτή ανταποκρίνεται στα ζωτικά συμφέροντα πολλών πλευρών, οι οποίες επιθυμούν να εκφράσουν διάφορες χειροπιαστές απαιτήσεις στη γλώσσα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Από δομική άποψη έχουμε να κάνουμε με μιαν ακόμα πλευρά της μεταφοράς μαζικοδημοκρατικών φαινομένων σε πλανητικό επίπεδο, εφ' όσον στην ηθική γλώσσα του οικουμενισμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων απηχούνται τα κοινωνιολογικά δεδομένα του μαζικοδημοκρατικού κατακερματισμού της κοινωνίας σε μεμονωμένα άτομα και του μαζικοδημοκρατικού πλουραλισμού των αξιών.

Η πρακτική συνέπεια της πλανητικής εφαρμογής τους θα ήταν πάντως η κατάλυση της κρατικής κυριαρχίας μέσω της επέμβασης ξένων Δυνάμεων, οι οποίες θα νομιμοποιούσαν τις ενέργειες τους επικαλούμενες τα ανθρώπινα δικαιώματα' έτσι η σαφής διαχωριστική γραμμή μεταξύ εσωτερικής και εξωτερικής πολιτικής (σημ. ii), χωρίς την οποία δεν μπορεί να υπάρξει κρατική κυριαρχία, θα απαλειφόταν, και αυτό πάλι θα συμβάδιζε με την άμβλυνση των ορίων μεταξύ δημόσιας και ιδιωτικής σφαίρας στο εσωτερικό της μαζικής δημοκρατίας.

Ωστόσο είναι άκρως αμφίβολο αν η πλανητική πολιτική θα διαγράψει ευθύγραμμα αυτή την πορεία και θα αποχαιρετήσει για πάντα το κυρίαρχο κράτος μέσω της συνεπούς εφαρμογής των αρχών της οικουμενικής ηθικής και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Γιατί δεν πρέπει να αναμένεται ότι πρακτικά τελεσφόρες επεμβάσεις στην εσωτερική πολιτική των σημερινών κρατών προς επιβολή των παραπάνω αρχών θα μπορούσαν να επιχειρούνται από όλες τις πλευρές προς όλες τις πλευρές. Οι μεγάλες Δυνάμεις θα αποδειχθούν πολύ πιο ευκίνητες και αποτελεσματικές από την άποψη αυτή, κι έτσι η έμπρακτη διαφορά υποκειμένων και αντικειμένων της πλανητικής πολιτικής θα συνεχίσει να υφίσταται κάτω από το λαμπροστόλιστο περίβλημα της γενικά αναγνωριζόμενης ισότητας, όπως την προβλέπουν τα ανθρώπινα δικαιώματα.
Με άλλα λόγια: ο οικουμενισμός των ανθρωπίνων δικαιωμάτων δεν θα ασκήσει την επήρεια του in abstracto, στην ονομαστική του αξία και ανεξάρτητα από την ιδιοσυστασία των εκάστοτε εκπροσώπων του. Θα την ασκήσει αναγκαστικά μέσω συγκεκριμένων φορέων, οι οποίοι θα τον χρησιμοποιήσουν ως εργαλείο' όταν όμως ένας οικουμενισμός χρησιμοποιείται ως εργαλείο, τότε μερικεύεται ipso facto [εκ των πραγμάτων, αυτόματα], δηλ. τίθεται στην υπηρεσία κρατικών σκοπών.

Στην προοπτική αυτή, η γενική ομολογία πίστεως προς τις αρχές της οικουμενικής ηθικής δεν θα θέσει σε κίνδυνο το κυρίαρχο κράτος, αν αυτό δεν κινδυνεύει λόγω εσωτερικών αδυναμιών' βεβαίως θα είναι υπό διάφορες συνθήκες υποχρεωμένο να παίζει κρυφτούλι, εφ' όσον τουλάχιστον δεν θα προσφεύγει στην ανοιχτή παραβίαση των παραπάνω αρχών. Η τέχνη των προσποιήσεων και των εκλογικεύσεων δεν πρόκειται πάντως να χαθεί από τον κόσμο στην εποχή των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.

---------------------------------------------------------------
Σημειώσεις
(i)
α) Η μη κυβερνητική ομάδα.. μπορεί να θεωρηθεί ως μια ειδική περίπτωση ενός μεγαλύτερου φαινομένου που απειλεί την επιβίωση του συστήματος των κρατών: του διεθνικού οργανισμού.
Πρόκειται για έναν οργανισμό που λειτουργεί πέραν των διεθνών συνόρων, μερικές φορές σε παγκόσμια κλίμακα, που επιδιώκει όσο το δυνατόν περισσότερο να αγνοεί αυτά τα σύνορα και που εξυπηρετεί την ανάπτυξη δεσμών μεταξύ διαφορετικών εθνικών κοινωνιών ή τμημάτων αυτών των κοινωνιών. Περιλαμβάνει πολυεθνικές εταιρίες, όπως την General Motors ή τη Unilever' πολιτικά κινήματα, όπως το Κομμουνιστικό Κόμμα ή τον Οργανισμό Αλληλεγγύης των Τριών Ηπείρων' διεθνείς μη κυβερνητικές οργανώσεις, όπως επιστημονικούς και επαγγελματικούς συλλόγους' θρησκευτικές ενώσεις, όπως τη Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία' και διακυβερνητικές υπηρεσίες που λειτουργούν πέραν των συνόρων, όπως την Παγκόσμια Τράπεζα... Συχνά υποστηρίζεται ότι αυτοί οι διεθνικοί οργανισμοί ή ορισμένοι από αυτούς, επειδή παρακάμπτουν το σύστημα κρατών και συμβάλλουν άμεσα στη σύνδεση της παγκόσμιας κοινωνίας ή της παγκόσμιας οικονομίας, επιφέρουν το τέλος του συστήματος κρατών...


β) Υπάρχει αφθονία αυτοπροσδιοριζόμενων εκπροσώπων του κοινού καλού του «διαστημοπλοίου γη» ή «αυτού του πλανήτη που κινδυνεύει». Ωστόσο οι απόψεις αυτών των ιδιωτών, όποια αξία και να έχουν, δεν είναι αποτέλεσμα κάποιας πολιτικής διαδικασίας προώθησης και σύνθεσης συμφερόντων. Καθώς δεν επικυρώνονται από μια τέτοια πολιτική διαδικασία, οι απόψεις αυτών των ατόμων συνιστούν έναν ακόμη λιγότερο έγκυρο οδηγό για το κοινό καλό της ανθρωπότητας από ό,τι οι απόψεις των εκπροσώπων κυρίαρχων κρατών, ακόμη και εκείνων με μη αντιπροσωπευτικά ή τυραννικά καθεστώτα, που έχουν τουλάχιστον δικαίωμα να μιλούν για κάποιο μέρος της ανθρωπότητας ευρύτερο από τον εαυτό τους. Ούτε έχουν οι εκπρόσωποι των μη κυβερνητικών ομάδων τέτοιου είδους εξουσία' μπορεί να μιλούν με κύρος για το συγκεκριμένο αντικείμενο τους, αλλά το να καθορίζουν τα συμφέροντα της ανθρωπότητας ισοδυναμεί με το να αξιώνουν ένα είδος εξουσίας που μπορεί να παρασχεθεί μόνο από μια πολιτική διαδικασία... Αν όμως αναγκαζόμασταν να ψάξουμε μέσα από τις απόψεις των κρατών, και ειδικά των κρατών που συναθροίζονται σε διεθνείς οργανισμούς, για να ανακαλύψουμε το παγκόσμιο κοινό καλό, τούτο θα οδηγούσε σε διαστρέβλωση της πραγματικότητας. Οι οικουμενικές ιδεολογίες που ασπάζονται τα κράτη είναι πασίγνωστο ότι εξυπηρετούν τα ιδιαίτερα συμφέροντα τους και οι συμφωνίες που συνάπτονται μεταξύ κρατών είναι γνωστό ότι είναι περισσότερο προϊόντα διαπραγμάτευσης και συμβιβασμού παρά προϊόντα κάποιου ενδιαφέροντος για τα συμφέροντα της ανθρωπότητας ως συνόλου.

Τυπικά (και δημοφιλή) παραδείγματα όσων περιγράφονται στη σημείωση β)

Και βέβαια -πρόσφατα- παρελειπόμενα


Χρήσιμες οι αναρτήσεις υπό τον τίτλο Propaganda.

(ii)
Διεθνής κοινωνία, civitas maxima, υπερ-κράτος. Εδώ βρίσκεται όλη η ουσία. Η όλη προσπάθεια, κυρίως από τον 16ο αιώνα και έπειτα, είναι να εξομοιωθούν οι διεθνείς σχέσεις με την εσωτερική πολιτική (Civitas Maxima, διεθνής κοινωνία, παγκόσμιο κράτος, ανθρώπινα δικαιώματα, οικουμενικές αξιώσεις ισχύος). Υπάρχουν ορισμένοι τρόποι για να συμβεί αυτό, ήδη έχω αναφερθεί στον έναν (δογματικός ιμπεριαλισμός ή θεωρία του εκλεκτού λαού, ή της αυτοκρατορικής θείας κλήσης), θα αναφερθώ και στους υπόλοιπους (δογματική ομοιομορφία και κοσμοπολιτισμός). Η εξομοίωση των διεθνών σχέσεων με την εσωτερική πολιτική είναι αυτό που επιδιώκουν όλες αυτές οι δυνάμεις-θεωρίες με διάφορες παραλλαγές.
---------------------------------------------------------------

.~`~.
III

Ώστε παρά τη μικρότερη ή μεγαλύτερη σύμφυρση εσωτερικής και εξωτερικής πολιτικής εξ αιτίας της γενικής αποδοχής των οικουμενικών ηθικών αρχών διόλου δεν θα επέλθει υποχρεωτικά η κατάργηση των ορίων μεταξύ τους και επομένως και η κατάλυση του κυρίαρχου κράτους. Μάλλον θα συμβεί και εδώ ό,τι και με τη διαπλοκή των οικονομιών: τα σύνορα γίνοται (πολύ) πιο διαβατά, όμως δεν πέφτουν, αλλά παραμένουν κάπου στο βάθος, ως ultima ratio σε περίπτωση έκτακτης ανάγκης. Το κυρίαρχο κράτος απέχει ακόμα σήμερα πολύ από το να έχει απεμπολήσει σε τέτοιο βαθμό τον εαυτό του, ώστε να μην μπορεί οποτεδήποτε να πάρει πίσω ότι εκχώρησε με τη θέληση του σ' αυτήν ή την άλλη μορφή - αν βέβαια διαθέτει την έμπρακτη ισχύ για να το κάμει.

Δεν είναι σωστό να υπερτιμάται η πολιτική σημασία του διεθνούς δικαίου η των διεθνών οργανισμών και να ερμηνεύονται οι προσπάθειες προς επέκταση τους ως σκόπιμες και αναντίστρεπτες ενέργειες προκειμένου να καταργηθεί το κυρίαρχο κράτος. Οι ρυθμίσεις του διεθνούς δικαίου και οι διεθνείς οργανώσεις έχουν γίνει απαραίτητες λόγω της πυκνότητας, η οποία χαρακτηρίζει πλέον την πλανητική πολιτική, όμως παραμένει ανοιχτό αν θα αποτελέσουν το πεδίο της κοινής συννενόησης ή το πεδίο μάχης...

Εξ ίσου εσφαλμένο θα ήταν να συγκεντρώσουμε αποκλειστικά την προσοχή μας στα φαινόμενα εκείνα της μαζικοδημοκρατικής ζωής, τα οποία οι οδυρόμενοι επικριτές του σύγχρονου πολιτισμού τα θεωρούν ενδείξεις σήψεως, ενώ διάφοροι αβλαβείς «εναλλακτικοί» τα βλέπουν ως σίγουρα σημεία χειραφέτησης, να τα προβάλουμε ευθύγραμμα στο μέλλον, να προφητεύουμε τη διόγκωση τους δίκην χιονοστιβάδος και να τα εκλάβουμε ως την αρχή του ελπιδοφόρου ή εφιαλτικού τέλους του κυρίαρχου κράτους.

Αναμφίβολα, μέσα στις ανεπτυγμένες μαζικές δημοκρατίες συχνά γεννιέται η εντύπωση ότι η κρατική εξουσία έχασε το αδιαφιλονίκητο κύρος της, ότι κράτος και ιδιώτες βρίσκονται πάνω στο ίδιο επίπεδο ή ότι η διάδοση ηδονιστικών στάσεων υπονομεύει τα ιδεολογικά και ψυχολογικά θεμέλια του κράτους. Εδώ πρέπει να πούμε δυο πράγματα.

Πρώτον, πρέπει να υπογραμμισθεί η δομική αναγκαιότητα τέτοιων φαινομένων για τη λειτουργία της μαζικής δημοκρατίας ως οικονομίας και ως θεσμικού πλέγματος' βέβαια, δεν είναι δυνατό να προβλεφθούν όλες οι παρενέργειες και τα συμπαρομαρτούντα τους, ωστόσο πολλοί κοινωνικοί σχηματισμοί στην ίσαμε τώρα ιστορία αποδείχθηκαν ανθεκτικοί, μολονότι έζησαν με αμφιλεγόμενους θεσμούς και επαμφοτερίζουσες κοινωνικές στάσεις. Δεύτερον, δεν είναι σωστό να θεωρούνται φαινόμενα, τα οποία δίνουν εξωτερικά τον τόνο σε σχετικά ήσυχες και ευημερούσες εποχές, ως καίρια ή αποφασιστικά σε κάθε μελλοντική κατάσταση. Το κυρίαρχο κράτος θα κάνει έντονα αισθητή τη παρουσία του μέσα στην ανεπτυγμένη μαζική δημοκρατία, όταν στον ορίζοντα προβάλει κάποιος εσωτερικός ή εξωτερικός κίνδυνος ή όταν μια ξαφνική μεταβολή της συγκυρίας επιβάλλει αναπροσανατολισμούς.
Τους λόγους, για τους οποίους το κυρίαρχο κράτος είναι απαραίτητο στις λιγότερο ανεπτυγμένες μαζικές κοινωνίες, θα τους αναφέρουμε συζητώντας το πρόβλημα του εθνικισμού.

Και στις δυο περιπτώσεις δεν υπάρχει σήμερα εναλλακτική λύση προς το κράτος ως μορφή οργάνωσης.

.~`~.
IV

Αναφέραμε ήδη τη «νεοφιλελεύθερη» υπερτίμηση της λειτουργικής αυτοτέλειας της ιδιωτικής οικονομίας καθώς και τα νέα, κατ' εξοχήν πολιτικά καθήκοντα που αναλαμβάνει το κράτος καθώς συγχωνεύεται η πολιτική με την οικονομία. Η ιδιωτική οικονομία δεν μπορεί να αναπτυχθεί χωρίς ισχυρές θεσμικές εγγυήσεις και χωρίς το πλαίσιο της κρατικής οικονομικής και δημοσιονομικής πολιτικής' θα ήταν παραπλανητικό να παραβλέψουμε την εσώτερη συνάρτηση ανάμεσα στη γενική διεύρυνση των κρατικών λειτουργιών και τη γενική άνθηση της ιδιωτικής οικονομίας μετά τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο, μολονότι από την άλλη πλευρά είναι γνωστές οι συνέπειες της διογκωμένης γραφειοκρατίας.

Εν πάση περιπτώσει η ιδιωτική οικονομία συχνότατα ζει άμεσα από το γεγονός ότι το κράτος αναθέτει σε ιδιώτες διάφορες εργασίες αντί να τις εκτελέσει το ίδιο - και τότε ίσως ζει και καλύτερα, όπως αφήνει να εννοηθεί ο ζήλος της όταν επιδιώκει την ανάληψη δημοσίων έργων.
Η έμπρακτη οικονομική αναγκαιότητα του κράτους γίνεται εμφανέστερη, όταν αναλογισθούμε σε ποιόν απευθύνονται οι διαμαρτυρίες και τα αιτήματα όποτε τελματώνεται η ιδιωτική οικονομία. Με άλλα λόγια, η ιδιωτική οικονομία δεν μπορεί να εγγυηθεί τίποτε ούτε να αναλάβει ευθύνες για τίποτε, εφ' όσον πρόκειται για υποθέσεις γενικού συμφέροντος. Όμως μονάχα η στάθμιση του γενικού συμφέροντος (αδιάφορο ποιός το ερμηνεύει δεσμευτικά σε κάθε περίπτωση) μπορεί να εμποδίσει τη βαθμιαία διολίσθηση στην ανομία και επομένως και την κατάρρευση της οικονομικής δραστηριότητας, προ παντός όταν αυτή είναι άκρως περίπλοκη. Η έμπρακτη αυτονόμηση μιας διεθνοποιημένης ιδιωτικής οικονομίας πάνω από τα κεφάλια των αποδυναμωμένων κρατών θα συνεπέφερε μια κατάσταση βαθιάς ανομίας, δηλ. την επιστροφή στον νόμο της ζούγκλας.

Όμως, έτσι όπως είναι σήμερα διαρθρωμένη η παγκόσμια κοινωνία, η ανομία μπορεί να καταπολεμηθεί μονάχα με τα παραδοσιακά μέσα του κυρίαρχου κράτους. Τούτη η σύνδεση οικονομικών λειτουργιών με το γιγάντιο μελλοντικό έργο της συγκράτησης της ανομίας θα αποτελέσει μέσα στην ερχόμενη φάση της πλανητικής πολιτικής το θεμέλιο εκείνο, πάνω στο οποίο το κυρίαρχο κράτος θα εξακολουθήσει να υπάρχει σε παλαιότερες και νεότερες μορφές (i). Ασφαλώς είναι περιττό να τονίσουμε ιδιαίτερα τον ρόλο των εξωτερικών συγκρούσεων ή των εκτάκτων καταστάσεων για τη διατήρηση και ενδεχομένως την ενίσχυση του.

Κλείνουμε λοιπόν με την παρατήρηση ότι, κοντά σ' όλα αυτά, η κρατική οργάνωση θα είναι το καταφύγιο τόσο των μεγάλων όσο και των μικρών εθνών μπροστά στις πολιτικές αβεβαιότητες των αρχών της οικουμενικής ηθικής και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Μόνον ως οργανωμένη κρατική ισχύς μπορεί ένα μεγάλο ή μικρό έθνος να αντισταθεί σε ερμηνείες αυτών των αρχών, τις οποίες θεωρεί ως προπέτασμα για επικίνδυνες ορέξεις άλλων εθνών.
Μόνον ως κράτος μπορεί ένα μεγάλο έθνος να αντιμετωπίσει σε περίπτωση ανάγκης ακόμα και ολόκληρη τη διεθνή κοινότητα. Και μόνον ως κράτος μπορεί ένα μικρό έθνος να μιλήσει ως ίσος προς ίσον μ' ένα μεγάλο έθνος, εφ' όσον τόσο το μικρό όσο και το μεγάλο έθνος αποτελούν, το καθένα για τον εαυτό του, ένας κράτος (ii).


---------------------------------------------------------------
Σημειώσεις
(i)
Γράφει σε άλλο σημείο του ίδιου έργου ο Παναγιώτης Κονδύλης: Μαζικές δημοκρατίες δυτικού τύπου θα υπάρχουν δίπλα σε αυταρχικούς ψευδοκοινοβουλευτισμούς και καισαρικά καθεστώτα ή αναπτυξιακές δικτατορίες - και οικονομικά ή εθνικά συνεκτικοί χώροι δίπλα σε πολυεθνικά κράτη ή γλωσσικά και θρησκευτικά χαλαρές κρατικές κοινότητες. Στην προοπτική αυτή μπορούμε να φαντασθούμε την παγκόσμια κοινωνία σαν μια παρδαλή μαζική κοινωνία...

(ii)
Διαφορετικά, τα αποτελέσματα είναι γνωστά: Ισραήλ-Παλαιστίνιοι, Η.Π.Α-Ιθαγενείς, Γερμανία-Εβραίοι της Ευρώπης, Νότιος Αφρική-Ιθαγενείς Αφρικάνικοι πληθυσμοί, Τουρκία-Αυτόχθονοι πληθυσμοί Μικράς Ασίας (θα μπορούσε να αναφερθεί και η περίπτωση Hutu και Tutsi αν και έχει διαφορές και ιδιαίτερο ιστορικό).

.~`~.

Κρίσεις πολυεπίπεδες και διεθνείς μετασχηματισμοί. Προσεγγίσεις -γεωπολιτικές- από την Ελλάδα IV.

$
0
0

Ο ισχυρός προχωρά όσο του επιτρέπει η δύναμη του και ο αδύναμος υποχωρεί όσο του επιβάλλει η αδυναμία του.

Υπάρχουν δυο τρόποι αντιμετώπισης της παραπάνω θέσης. Ο πρώτος είναι να λες μονάχα για τον μπαμπά του Θουκυδίδη, τη μαμά του, τα παιδικά του χρόνια, να ισχυρίζεσαι πως αυτό που λέει ο Θουκυδίδης δεν το λέει επειδή διαπιστώνει πως συμβαίνει αλλά επειδή θέλει να συμβαίνει κ.λπ (ξέρετε, όλον αυτόν τόν κυρίαρχο δυτικοψυχοηθικισμό υπερυποκειμενίσμό που λανσάρεται ως -επιστημονικός δήθεν- Λόγος). Ο δεύτερος είναι να διαπιστώνεις εμπειρικά πως -δυστυχώς τις περισσότερες φορές, αν όχι πάντοτε- κάτι τέτοιο συμβαίνει και παρόλο που δεν σου αρέσει που συμβαίνει, να προσπαθήσεις να κάνεις κάτι γι' αυτό. Αυτό το ''κάτι'', πέρα από ότι σχετίζεται πολύ περισσότερο με τον λόγο (με μικρό λ) από το ότι η πρώτη αντιμετώπιση, ονομαστηκε στρατηγική και το γέννησε ο αδύναμος, όχι ο δυνατός (ευτυχώς που δεν είχε ο αδύναμος ''προστάτες'', ''συμβούλους'', ''υπερασπιστές'' ή ''θεράπευτές'' του πρώτου τύπου).




Ότι θέλετε κρατάτε, ότι θέλετε πετάτε. Έγώ έχω τις ενστάσεις μου σε όσα λέγονται σε σημεία.
Οφείλω να τονίσω πως ο -«επαρχιώτης»- Κρητικός κάνει μια αξιόλογη προσπάθεια, σε αντίθεση με τους -«πρωτευουσιάνους»- των Αθηνών.
*
Ο Θουκυδίδης δεν ήταν ηθικά αδιάφορος' παρόλο που αναγνωρίζει σαν παράγοντες της ιστορίας την απροσχημάτιστη βία και το δίκαιο του δυνατώτερου δεν φαίνεται να τα εγκρίνει. Είχε τη συναίσθηση ότι ζούσε σ' έναν κόσμο όπου η ηθική ευαισθησία ήταν μια πολυτέλεια κι η επιβίωση των πολιτειών εξαρτιόταν από την επιδέξια χρήση της δύναμης και μόνο. Έργο του ιστορικού είναι να προσφέρει στους αναγνώστες του πολιτική πείρα, όχι ηθικό κώδικα, ή θρησκευτικούς ή φιλοσοφικούς κανόνες. Στον σπαραγμό εκείνον και τις μανιασμένες συγκρούσεις, όπου τα πάθη κορυφώνονται, ο Θουκυδίδης μένει ήρεμος, νηφάλιος κι ο τόνος του αυτός που πρέπει.

Όποιος μελετά το έργο του μαθαίνει να λογαριάζει πολύ την πατρίδα και την ελευθερία, πάνω όμως απ' όλα την αλήθεια.
Αναστάσιος Γεωργοπαπαδάκος

.~`~.
Για περαιτέρω ιχνηλάτηση και πληρέστερη προοπτική


Και βέβαια... Θουκυδίδης. Όποιον ακούτε και αναφέρεται συνθηματολογικά στον Θουκυδίδη (δεν λέω να μην συμφωνεί, αλλά να μιλά συνθηματολογικά), χαμογελάστε μαζί του, είτε δεν έχει διαβάσει ο άνθρωπός, είτε κάνει μόνο για να διαβάζει ιερά κείμενα - κοσμικά ή μη. Δηλαδή ο ρόλος που του ταιριάζει είναι αυτός του -κοσμικού- πάστορα.


Ανθρωποποίηση.

Viewing all 1480 articles
Browse latest View live