.~`~.
I
Περίοδος Φιλίππου
I
Περίοδος Φιλίππου
α´
Η αυξανόμενη χρήση μισθοφόρων κατά τη διάρκεια του Πελοποννησιακού Πολέμουκαι έπειτα υπονόμευσε τις πόλεις-κράτη με το ν'αποστρατιωτικοποίησει τους πολίτες τους και με το να θέσει την ασφάλεια τους στα χέρια ανδρών που δεν είχαν καμία αφοσίωση προς τις πόλεις...
Ο Πλάτωνας είχε την εξής άποψη για τον δημοκρατικό Αθηναίο:
«Κάθε μέρα χαίρεται τις απολαύσεις, όπως έρχονται - άλλοτε το ρίχει στο κρασί, άλλοτε απέχει από το ποτό'τη μια μέρα εκπαιδεύεται σκληρά, την άλλη τεμπελιάζει και την τρίτη παριστάνει τον φιλόσοφο. Συχνά θα ασχοληθεί με την πολιτική, θα τιναχτεί όρθιος και θα κάνει ή θα πει ό,τι του περάσει από το μυαλό'ή θα θαυμάσει έναν στρατηγό, και τότε θα θεωρήσει τον πόλεμο προς το συμφέρον του, ή έναν επιχειρηματία, και αμέσως θα υιοθετήσει αντίστοιχη πολιτική γραμμή...»
Ο Δημοσθένης είναι εξίσου επικριτικός. Λέει:
«Παλιότερα, όταν ο λαός της Αθήνας είχε το θάρρος να δρα και να πολεμά, έλεγχε τους πολιτικούς. Τώρα, αντιθέτως, οι πολιτικοί ελέγχουν τα οικονομικά και διευθύνουν τα πάντα, ενώ εσείς, ο λαός, χωρίς κότσια, χωρίς πλούτο και χωρίς συμμάχους έχετε καταντήσει υποτακτικοί και αργόσχολοι, ευχαριστημένοι, αν οι πολιτικοί σας παραχωρήσουν ένα επίδομα από τα Θεωρητικά Ταμεία ή μια πομπή στα Βοηδρόμια, και ο ανδρισμός σας κορυφώνεται, όταν τους ευχαριστείτε για τα όσα κατέχετε».
Το ότι ο Φίλιππος μπόρεσε να υλοποιήσει την πολιτική του και να επιτύχει τον σκοπό του οφειλόταν όχι μόνο στη στρατιωτική του μεγαλοφυΐα αλλά και στην πολιτική αστάθεια της Αθήνας. Η δημοκρατία ηττήθηκε από την απολυταρχία, επειδή, όπως η Λερναία Ύδρα, η δημοκρατία είχε πολλά κεφάλια.
Η υποδειγματική διπλωματία του Φιλίππου μεταξύ του 359 και του 357 π.Χ. αποδεικνύει ότι από την αρχή της βασιλείας του εκμεταλλεύτηκε την πολιτική διχονοια στο εσωτερικό της Αθήνας. Περικυκλωμένος από παντού κατ'αρχάς ασχολήθηκε με όσους διεκδικητές του θρόνου βρίσκονταν εντός της ακτίνας δράσεως του, εξαγόρασε τους Παίονες με μια πλουσιοπάροχη δωροδοκία και στη συνέχεια βάδισε εναντίον του Αργαίου, ο οποίος υποστηριζόταν από έναν ισχυρό αθηναϊκό στόλο, και τον νίκησε. Στη συνέχεια, για να εξευμενίσει την Αθηνα και να την κάνει να εφησυχάσει, απελευθέρωσε χωρίς λύτρα όσους Αθηναίους είχε συλλάβει αιχμαλώτους και ταυτόχρονα παραιτήθηκε των αξιώσεων του επί της Αμφίπολης, την οποία ο αδελφός του Περδίκκας είχε καταλάβει και όπου είχε εγκαταστήσει φρουρά.
---------------------------------------------------------------
Ο Θουκυδίδης, ο Βρασίδας και η Αμφίπολη
Η Αμφίπολη είχε αποικιστεί από την Αθήνα το 437 π.Χ., αλλά κατά τον Πελοποννησιακό Πόλεμο την κατέλαβε ο Σπαρτιάτης Βρασίδας (424 π.Χ.)'έκτοτε, παρότι οι Αθηναίοι ουδέποτε είχαν παραιτηθεί των αξιώσεών τους, είχε γίνει ανεξάρτητη πόλη. Είναι η απώλεια της Αμφίπολης -η οποία προκάλεσε μεγάλη αναστάτωση στην Αθήνα- που οδήγησε στην εξορία τον Θουκυδίδη, ο οποίος είχε εκλεχθεί στρατηγός και είχε αναλάβει τη διοίκηση επτά πλοίων που αγκυροβολούσαν στη Θάσο. Σχετικά με την αποτυχία του να σώσει την πόλη, ο Θουκυδίδηςαναφέρει: «Μου συνέβη να εξοριστώ από την πόλη μου επί είκοσι χρόνια μετά τη στρατηγία μου στην Αμφίπολη και, έχοντας επαφή με τα πράγματα των δύο πλευρών, και ιδίως, λόγω της εξορίας μου, με τα πράγματα των Πελοποννήσιων, είχα τη δυνατότητα να τα προσεγγίσω απερίσπαστος και να τα κατανοήσω καλύτερα». Την καταγραφή της Ιστορίας του Πελοποννησιακού Πολέμου, λοιπόν, την οφείλουμε στον Βρασίδα και στην κατάληψη από τον τελευταίο της Αμφίπολης.
Όσον αφορά τον Βρασίδα. Το 421 π.χ ο Βρασίδας από υποχρέωση προς τον Περδίκκα Β΄ που παρείχε τροφή στο ήμισυ του Πελοποννησιακού στρατού, εξεστράτευσε μαζί του εναντίον του Αρραβαίου βασιλιά των Λυγκηστών. Οι αντίπαλοι συναντήθηκαν στο έδαφος της Λύγκου (Βορειοδυτική Μακεδονία) και μετά από σποραδικές συγκρούσεις παρέμεναν αδρανείς. Ο Περδίκκας περίμενε ενισχύσεις από μισθοφόρους Ιλλυριούς που είχαν φήμη ικανών και άγριων πολεμιστών. Οι Ιλλυριοί όμως πρόδωσαν τον Περδίκκα και ενώθηκαν με το στρατό του Αρραβαίου. Κατά τη διάρκεια της νύχτας, οι Μακεδόνες πανικόβλητοι από την τροπή των γεγονότων, εγκατέλειψαν την περιοχή χωρίς να ειδοποιήσουν το Βρασίδα που, έχοντας στρατοπεδεύσει σε αρκετή απόσταση, δεν αντελήφθη την φυγή των συμμάχων του. Το ξημέρωμα ο Λακεδαιμόνιος στρατηγός βρέθηκε απομονωμένος μέσα στη χώρα του εχθρού. Ψύχραιμα, οργάνωσε στρατιωτικό ελιγμό απαγκίστρωσης από την καρδιά της εχθρικής περιοχής, δημιουργώντας ίσως για πρώτη φορά στην ιστορία σχηματισμό αμυντικού τετραγώνου. Τοποθέτησε ευέλικτες μονάδες κρούσεως στην περιφέρεια του σχηματισμού που βγαίνοντας αιφνιδιαστικά θα εξουδετέρωναν τις επιθέσεις. Πριν ξεκινήσουν την υποχώρηση, ενεθάρρυνε τους στρατιώτες του απομυθοποιώντας την πολεμική βιτρίνα των Ιλλυριών. Φαίνονται τρομεροί, τους είπε, γιατί επιτίθενται με άγριες κραυγές κραδαίνοντας τα όπλα τους. Aυτά όμως εντυπωσιάζουν μόνο την ακοή και την όραση. Η υποχώρηση με τάξη και πειθαρχία θα αποδείξει ότι τέτοια ασύνταχτα πλήθη περιορίζονται να δείχνουν με κομπασμούς από μακρυά την ανδρεία τους και δεν ντρέπονται να τραπούν σε φυγή, αν πιεστούν. Οι προβλέψεις του επιβεβαιώθηκαν. Οι επιτιθέμενοι καθηλώθηκαν. Οι Σπαρτιάτες επέστρεψαν με ασφάλεια σε φιλικό έδαφος. Η τροπή αυτή των γεγονότων τερμάτισε την συμμαχία Μακεδονίας και Σπάρτης.
Τον Απρίλιο του 422 π.Χ. η ανακωχή Αθήνας και Σπάρτης τερματίστηκε και το επόμενο καλοκαίρι οι Αθηναίοι, με τον Κλέωνα ετοιμάζονταν να επιτεθούν στην Αμφίπολη. Ο Βρασίδας αντιλήφθηκε αμέσως τις προθέσεις τους να επιτεθούν, όμως τους αιφνιδίασε με ξαφνική έφοδο. Ενώ οι Αθηναίοι υπέστησαν πανωλεθρία, από τους Σπαρτιάτες σκοτώθηκαν μόνο επτά, από τους οποίους ένας ήταν και ο ίδιος ο Βρασίδας. Ετάφη στην Αμφίπολη με τις πρέπουσες τιμές, ενώ στην Σπάρτη δημιουργήθηκε κενοτάφιο δίπλα στους τάφους του Παυσανία και του Λεωνίδα. Η τοποθεσία που σκοτώθηκε ο Βρασίδας κοντά στη Νέα Πέραμο Καβάλας, ονομάζεται έως και σήμερα "Ακρωτήρι στρατηγού Βρασίδα".
---------------------------------------------------------------
Στη συνέχεια ο Φίλιππος αναδιοργάνωσε τον μακεδονικό στρατό και τον έφερε σε μία δύναμη 600 ιππέων και 10.000 πεζών. Με τον στρατό αυτό ξεκίνησε τον αγώνα για τη διασφάλιση των βορείων και δυτικών συνόρων του και σε δύο ταχείες εκστρατείες εκδίωξε τους Παίονες και τους Ιλλυριούς από τη Μακεδονία και τους υποχρέωσε σε προσωρινή υποταγή. Όταν ο Φίλιππος εξαγόρασε τους Αθηναίούς εγκαταλείποντας τις αξιώσεις του επί της Αμφίπολης, ταυτόχρονα συνήψε και ένα μυστικό σύμφωνο μαζί τούς: Αν δέχονταν να καταλάβει την Πύδνα -μία ελεύθερη πόλη που δεν υπαγόταν στην αθηναϊκη σφαίρα επιρροής [και η οποία θα μας απασχολήσει παρακάτω]-, θα κατακτούσε την Αμφίπολη για λογαριασμό τους. Ήταν αρκετά ανόητοι, ώστε να πέσουν στην παγίδα. Ο Φίλιππος δεν είχε καμία πρόθεση να εγκαταλείψει μόνιμα την Αμφίπολη, καθώς η πόλη φρουρούσε τα χρυσωρυχεία του Παγγαίου όρους, ο χρυσός των οποίων ήταν απαραίτητος για τη χρηματοδότηση των σχεδίων του. Έτσι, αφότου τακτοποίησε τα πράγματα με τους Παίονες και τους Ιλλυριούς, βάδισε εναντίον της Αμφίπολης, στην οποία, προτού αποσυρει τη φρουρά του Περδίκκα, είχε φροντίσει να τοποθετήσει μία φιλομακεδονική μερίδα -μια «πέμπτη φάλαγγα»-, η οποία παρά τη γενναία αντίσταση των Αμφιπολιτων του παρέδωσε την πόλη. Στη συνέχεια κατέλαβε την Πύδνα και την Ποτίδαια και, προκείμενού να πείσει τους Ολύνθιους να μην καλέσούν τους Αθηναίους σε βοήθεια, τους παραχώρησε την τελευταία. Έτσι με μεσα αμφιλεγόμενα αλλά υποδειγματικά εξασφάλισε τα χρυσωρυχεία, τα οποία του απεδιδαν σταθερά εσοδα 1.000 ταλαντων ετησιως [οι χρυσοί στατήρες του Φιλίππου ήταν τα πρώτα σταθερά χρυσά νομίσματα που κόπηκαν στην ευρωπαϊκή πλευρά του Αιγαίου], απέκτησε τα δάση του Παγγαίου [τα οποία νωρίτερα τροφοδοτούσαν τον στόλο των Αθηναίων και], τα οποία του παρείχαν ξυλεία για τον στόλο του, απομόνωσε την Όλυνθο την οποία σκόπευε να καταβροχθίσει μελλοντικά και, με την εξαίρεση της Μεθώνης, άφησε τους Αθηναίους χωρίς κανένα σημείο πρόσβασης στην ακτή του Θερμαϊκού κόλπου. Επίσης το 357 π.Χ., προκειμένου να εξευμενίσει τον Νεοπτόλεμο της Ηπείρου και έτσι να εξασφαλίσει τη νοτιοδυτική πλευρά της Μακεδονίας, νυμφεύθηκε την κόρη του Ολυμπιάδα, η οποία το καλοκαίρι του 356 π.Χ. του χάρισε έναν γιό που τον ονόμασε Αλέξανδρο.
β´
Το ότι ο Φίλιππος, ανώτατος πολέμαρχος και μοναδικός υπεύθυνος για τη διεξαγωγή της εξωτερικής πολιτικής, κατόρθωσε να μετατρέψει τη Μακεδονία από ένα άσημο βαρβαρικό βασίλειο στην κορυφαία δύναμη της Ελλάδας οφειλόταν στο ότι οι πόλεις-κράτη ταλανίζοταν από φατριές και η εξωτερική τους πολιτική αποφασιζόταν από συναισθηματικές εκκλησίες του δήμου. Το επίτευγμα του ήταν τόσο μεγάλο, ώστε τη χρονιά του θριάμβου του ο Ισοκράτης, ο οποίος τώρα πιά ήταν ενενήντα ετών, επανήλθε στη θέση που είχε διατυπώσει στον Πανηγυρικό του το 380 π.Χ. και στο έργο του με τίτλο Φίλιππος σύστησε στον Φίλιππο ένα πανελλήνιο πρόγραμμα:
«Πολεμούμε μεταξύ μας για μικροπράγματα», έγραψε στον Φίλιππο... συνέχισε, «η πρόθεση μου είναι να σε συμβουλεύσω να αναλάβεις την πρωτοβουλία για την ομόνοια της Ελλάδας και για την εκστρατεία... Χρησιμοποίησε την πειθώ απέναντι στους μεν και τη βία απέναντι στους δε'αλλά αυτοί που σκέφτονται σωστά θα πρέπει να μη μεταφέρουν τον πόλεμο στη χώρα του βασιλιά, μέχρις ότου κάποιος συμφιλιώσει τους Έλληνες και τους κάνει να πάψουν την τωρινή τους τρέλα».
---------------------------------------------------------------
Θα πρέπει να έχει κανείς υπόψη του ότι ο Ισοκράτης ουδέποτε σκέφτηκε με όρους μιας πολιτικά ενωμένης Ελλάδας υπό τον Φίλιππο. Ο τύπος της ενότητας που υιοθετούσε ήταν αυτος της Ομόνοιας [Περί αδελφοσύνης και ιμπεριαλισμού]μεταξύ των κρατών, πράγμα που απαιτούσε την εξάλειψη των αμοιβαίων ανταγωνισμών τους.
---------------------------------------------------------------
Παρότρυνε τον Φίλιππο να μη δίνει σημασία σε «αυτούς που παραληρούν πάνω στα βήματα [δηλ. τους ρήτορες]» και «που θεωρούν την ειρήνη, η οποία είναι προς το δημόσιο όφελος, ως πόλεμο ενάντια στα ιδιωτικά τους συμφέροντα», αλλά αντ'αυτού να δράσει με τρόπο, «ώστε να αποκτήσεις την εμπιστοσύνη των Ελλήνων». Δήλωσε ότι, αν επιτυγχανόταν μια συμφιλίωση ανάμεσα στο Άργος, στη Σπάρτη, στη Θήβα και στην Αθήνα, οι μικρότερες πολιτείες θα υποχρεώνονταν να ακολουθήσουν... Τόνισε τη «διανοητική υπεροχή» του και επισήμανε ότι ο Ηρακλής «διακρίθηκε από όλους τους προκατόχους του χάρη στη σοφία του, στις έντιμες φιλοδοξίες και στη δικαιοσύνη του παρά χάρη στη δύναμη του». Ο Ισοκράτης παρότρυνε τον Φίλιππο να γίνει σαν τον Ηρακλή και πρόσθεσε ότι δε υπάρχει λόγος να ψάχνει για ξένα παραδείγματα, καθώς υπήρχε έτοιμο παράδειγμα στην ίδια του την οικογένεια. Συνεπώς, τον προέτρεψε να γίνει όπως ο πρόγονος του «στη διάνοια, στην αγάπη για τους ανθρώπους...»
Ο Ισοκράτης πρότεινε ότι, προκειμένου να κατακτήσει ο Φίλιππος την Περσία, θα έπρεπε προηγουμένως να ελευθερώσει τις υπόδουλες ιωνικές πόλεις: «Υποσχέσου τους ελευθερία και διάδωσε τη λέξη αυτή στην Ασία, μια λέξη που, όταν διαδόθηκε στην Ελλάδα, διέλυσε τόσο τη δική μας ηγεμονία [των Αθηναίων] όσο και αυτή των Λακεδαιμονίων»... Παρότρυνε τον Φίλιππο να θεωρήσει το σύνολο της Ελλάδας ως την πατρίδα του, όπως είχε κάνει ο Ηρακλής - ο πατέρας της φυλής του. Τέλος τον συμβούλευσε να κυβερνά με μετριοπάθεια, επειδή «η σκληρότητα είναι εξίσου οδυνηρή γι'αυτούς που την επιδεικνύουν, όσο και γι'αυτούς που την υφίστανται»'και να έχει υπόψη του ότι, αν και τα σώματα μας είναι θνητά, η φήμη είναι αθάνατη...
.~`~.
II
Περίοδος Διαδόχων
II
Περίοδος Διαδόχων
α´
Ο Αλέξανδρος είχε ξαποστείλει κατά την πατρίδα του τον Κρατερό, με πολλές και πολυδάπανες διαταγές'αν αφήνονταν η εκτέλεση τους τώρα στο στρατηγό, δε θα είχε μόνο το δικαίωμα να διαθέτη τεράστια χρηματικά ποσά, παρά και προς το Θησαυροφυλάκιο βέβαια θ'άπλωνε τις απαιτήσεις του - κάτι που καθόλου δε θ'άρεσε στον επιμελητή τουλάχιστον της επικράτειας'για ν'ακυρώση λοιπόν τις διαταγές του Μεγαλέξανδρου συγκάλεσε ο Περδίκκας κατά τα πατροπαράδοτα τους Μακεδόνες σε συνέλευση. Στά υπομνήματα τού Μεγαλέξανδρου βρήκε τα σχέδια που 'χε αναλαβει να εκτελεση ο Κρατερός. Διαβαστήκανε ολα με τη σειρά: Θα ναυπηγούσαν χίλια πολεμικά πλοία, μεγαλύτερα από τριήρεις, για την ετοιμαζόμενη εκστρατεία κατά τής Δύσης, καί γιά τέτοιο στόλο θά γίνονταν, σ'επίκαιρες θέσεις, τ'άναγκαία λιμάνια, ναυπηγεία καί νεώρια'μεγάλος δρόμος θά στρώνονταν στήν παραλία της Λιβύης, ως τις Ηράκλειες Στήλες'έπειτα θα ιδρύονταν νέες πολιτείες καί, κατά τό δυνατό, θά επιδιώκονταν, κυρίως, ό συνοικισμός διάσπαρτων οικισμών σέ τειχισμένες πόλεις'θά διευκολύνονταν παντού η μετοικεσία απ'την Ευρωπη στην Ασια (κι αντίστροφα), θα γίνονταν οί κατάλληλες ενέργειες ώστε μέ κάθε λογής επιμιξία κι άλληλεξοικείωση νά σβήσούν όσο περισσότερο οί διαφορές τών άπό δώ κι άπό κει πληθυσμών. Θά χτίζονταν, τέλος, μεγάλα οικοδομήματα: πυραμίδα-μνήμα γιά τό Φίλιππο, σάν τή μεγαλύτερη τής Αιγύπτου, κ'έξι μεγάλοι ναοί (1500 τάλαντα ο καθένας!): του Δια στο Δίο της Μακεδονίας, της Ταυροπόλου Αρτέμιδος στην Αμφίπολη του Στρυμόνα, της Αθηνάς στην Κύρρο της Μακεδονίας, και στη Δήλο, στους Δελφούς και στη Δωδώνη, για τους εκεί θεούς. Ο Περδίκκας επισήμανε το τι κόστισε η πυρά του Ηφαιστίωνα [την κατασκευή και επιμέλεια της οποίας είχε αναλάβει ο Δεινοκράτης] και τι μεγάλη αφαίμαξη αποτέλεσε του δημοσίου ταμείου, λέγοντας πως δε χρειαζόταν ούτε στόλος τώρα να γίνη, ούτε δρόμοι στη Λιβύη, αφού βέβαια φρόνιμο θα ήταν να βγάλουν από το νού τους πιά κάθε ιδέα για εκστρατεία σε Καρχηδόνα, Ιταλία, Ιβηρία. Οι Μακεδόνες έδειξαν το θαυμασμό τους για τα γενναία σχέδια του Μεγαλέξανδρου, αλλά καθώς εύκολα δεν ήταν βέβαια να γίνουν, και σε τόσο άβολους καιρούς, ψήφισαν την ακύρωση των σχετικών διαταγών του.
Λίγες βδομάδες μοναχά είχαν κυλήσει, πού ό Αλέξανδρος είχε διαβή απ των ανθρώπων τη ζωή, και πόσο βαθιά είχε κιόλας βουλιάξει η μνήμη του!
Πόσο είχε σβηστή έτσι, γιά όλους, ό δρόμος πού τόσο εύστοχα και τολμηρά είχε χαράξει, και ήρθε ακράτητο το κατρακύλισμα, η διάλυση σ'ό,τι είχε όρίσει γιά τό κράτος! Σ'ενα μόνο συναντιόνταν ολοι τούς: στο να μην ενδιαφέρεται κανείς τους για τίποτα αλλο περ'απ'το συμφέρον του!
Ξάστραφταν κιόλας οι ορμές της ζήλειας και της ιδιοτελειας, οι παλιές έκείνες αντιπάθειες πού χρόνια βάσταγε καταπνιγμένες τό στιβαρό χέρι τού Μεγαλέξανδρου.
Κι οχι μόνο στο στρατό αυτα, και στούς αποπανω, παρα, και η Ρωξάνη, πού στις τελευταίες του μέρες ηταν κοντά στον άντρα της, έγραψε γράμμα στη Στάτειρα, πούχε πάρει γυναίκα του στα Σούσα, νάρθη στη Βαβυλώνα, γιά να είναι ασφαλισμένη εκεί, στήν προστασία του επιμελητή τής επικράτειας καί τού στρατού. Καί σάν ήρθ'έκείνη, μέ την αδερφή της τή Δρύπετι, τή νεαρή χήρα τού Ήφαιστίωνα, δολοφονήθηκαν κ'οι δυό τούς, τά στερνά βλαστάρια τής γενιάς του τελευταίού βασιλιά τών Περσών, καί τά πτώματά τους πετάχτηκαν σ'ένα πηγάδι καί καταπλακώθηκαν εκεί!
Κι αυτά νά τά ξέρη ό Περδίκκας καί νά συνεργή!...
Έπειτα η Ρωξάνη γέννησε αγόρι, κι ο στρατός ενθουσιασμένος τ'ανακήρυξε βασιλιά κι Αλέξανδρο [όταν πέθανε ο Αλέξανδρος η Ρωξάνη ήταν έγκυος 8 μηνών κατά τον Ιουστίνο XIII,2,5. Ο Κούρτιος αναφέρει πως ήταν 6 μηνών X,6,9]. Τότε πια έγινε και η κηδεία του Μεγαλέξανδρου, όπου για τελευταία φορά όλη η μακεδονική δύναμη βρίσκονταν ειρηνικά ενωμένη.
Φύγαν ύστερα οι νέοι σατράπες, για την επαρχία του ο καθένας, κ'εφεξής στα πεδία των μαχών μόνο θα ξανασυναντιόντουσαν.
β´
Ο Πολυπέρχων, με τήν πολύ αδυνατισμένη του στρατιά υποχωρησε φαίνεται στην Αιτωλια ή την Ήπειρο, κι ο Κάσσανδρος θα βρήκε κρισιμωτερο τό νά σιγουρευτή γιά τήν Ελλάδα. Αλλ'ένώ κατέβαινε στήν Πελοπόννησο τούτος, ο Πολυπέρχων συνεννοήθηκε με το βασιλιά της Ηπείρου, τον Αιακίδη, να οπλίση τούς Ήπειρώτες του, κ'οι δυο μαζί να φέρουν ξανα στη Μακεδονία την Ολυμπιάδα καί τόν εξάχρονο γιό τού Μεγαλέξανδρου. Δόθηκε κιόλας ύπόσχεση στόν Αιακίδη, γιά γάμο τής κόρης του, τής Δηιδάμειας, με τό βασιλόπουλο.
Σάν τα έμαθε αυτά η Ευρυδίκη γύρεψε άπό τόν Κάσσανδρο γρήγορα βοηθεια καί, προσελκύοντας με δώρα και μεγάλες ύποσχέσεις τούς πιό δραστήριους Μακεδόνες, τράβηξε έπικεφαλής στρατού στα σύνορα, νά εμποδίση νά μπούν οι αντίπαλοι της στή χώρα. Και στρατοπέδευσε κοντά στην Εύια.
Η Ολυμπιάς, θέλοντας να τελειωνη μέ μιά μάχη, αντιπαράταξε τό στρατό της, και στρατοπέδεύσε απέναντι - οπότε οι Μακεδόνες του στρατού της Ευρυδίκης δήλωσαν πως ποτε δε θα πολεμούσαν τη μάνα τού μεγάλού βασιλιά τους, κι αυτομόλησαν στήν Ολυμπιάδα. Αμέσως πιάστηκε ο Φίλιππος ο Άρριδαίος, μ'όλη την αυλή του, και η Ευρυδίκη το έσκασε μ'ένα δικό της, τόν Πολυκλή, στήν Αμφίπολη, άλλά τή συλλάβαν εκεί και τή φρουρούσαν. Παντού οι Μακεδόνες υποδέχτηκαν μ'ενθουσιασμό τή μάνα τού Μεγαλέξανδρου.
Μπορούσε λοιπόν πιά η Ολυμπιάς νά πάρη εκδίκηση γιά όλες τις προσβολές πού της είχαν γίνει ανέκαθεν. Όλα τα σκοτεινά πάθη, πού τόσα χρόνια κατάπνιγε στήν άγρια καρδιά της, ξέσπασαν τώρα πολύ πιο φοβερα. Ο Αντίπατρος δεν ηταν, πού αυτην, τη μανα του κοσμοκράτορα, την πρόσβαλ'έτσι, και την ανάγκασέ νά φύγη στήν Ηπειρο; Καί την κόρη της την Κλεοπάτρα δέν την έσυρε σ'ένα δικαστήριο εκεί Μακεδόνων, γυρεύοντας νά την καταδικάσει σέ θάνατο; Κι ό γιός του, ο Ιόλλας, δέν έδωσε τό δηλητήριο, καθώς τό λέγαν όλοι, στό γιό της; Και του Αντίπατρου πάλι γιος δεν ήταν αυτός πού συμμάχησε με τους επαναστάτες στρατηγούς, καί σάν πρόμαχος γιά τη μισητή της Ευρυδίκη αντιτάχθηκε στον επιμελητή της επικράτειας;
Μά κι άλλα, παλιότερα, έπιασε καί θυμήθηκε... Και μισούσε λοιπόν το γιο της Θεσσαλής χορεύτριας, τον Αρριδαίο, μά δυό φορές μισούσε κείνη την κόρη τής άγριας τής Κυνάνης, τήν Ευρυδίκη, πού τόλμησε νά φανταστή πώς μ'να πραξικόπημα θα κυριαρχούσε στην επικρατεια! Και οι δυο τούς αυτοι, με τους οπαδους τους, και οι φίλοι του Κάσσανδρου, ολοι οσοι καποτε για χαρη τού Αντίπατρου τήν είχανε προσβάλλει - η Μακεδονια ολάκερη πια ηταν στο χέρι της! Φαίνεται πώς τό μόνο πού βασίλευε μέσα της ήταν ή δίψα τής εκδίκησης! Ετσι, διαταξε να χτίσουν στενά-στενά ολογυρα το Φίλιππο τόν Αρριδαίο καί τήν Ευρυδίκη κι από ένα μικρό φεγγίτη νά τούς περνάνε τόση μόνο τροφή που ίσα-ίσα να φτάνη για να μη γλυτώσουν νωρίτερα άπ'το βάσανο πεθαίνοντας τής πείνας... Και η Ευρυδίκη εκεί, πεισματάτα ως το θανατο, φωναζε τοσο, που την ακούγαν οι διαβάτες: Πώς δικιά της ήταν η βασίλεια - μόνο δικιά της! Πώς τον ξεγέλασε τον πατέρα της τον Αμύντα ο Φίλιππος, και τ'άρπαξε το θρόνο που είχε ο γονιός της απ το γονιό του, κι ύστερα τόν σκότωσε ο Αλέξανδρος! Πως αυτή είναι η κληρονόμος της βασιλείας, η γυναίκα του βασιλέα των Μακεδόνων! Τότ'ή Ολυμπιάς τής έστειλε ξίφος, σχοινί και κώνειο, να διαλέξει...
γ´
Ο Κάσσανδρος πολιορκούσε την Τεγέα, όταν έμαθε τη νίκη της Ολυμπιάδας... Αποφάσισε λοιπόν αμέσως ν'ανέβη στη Μακεδονία... Μαθαίνοντας στο μεταξύ ο Πολυπέρχων πως ο Κάσσανδρος ανηφορίζει από την Πελοπόννησο, ξεκινάει από τη Μακεδονία, περνάει τα βουνά της Περραιβίας, με τη σκέψη πως οι Θερμοπύλες θ'αναχαίτιζαν για πολύ τον αντίπαλο. Νάτος όμως άξαφνα ο Κάσσανδρος με το στρατό του στη Θεσσαλία... Η Ολυμπιάδα κατάλαβε τον κίνδυνο'και επειδή ο Πολυπέρχων δε μπορούσε ούτε καν την εισβολή στις πάνω επαρχίες ν'αποκλείση, έτσι που ήταν μπλοκαρισμένος, ούτε τους δρόμους για την Ήπειρο να υπερασπιστή, διώρισε στρατηγό το γιό του Πεισαίου, τον Αριστόνου, έναν από τους επτά σωματοφύλακεςτου Μεγαλέξανδρου, με την εντολή να προστατέψη την ύπαιθρο από τον Κάσσανδρο - ενώ η ίδια μπήκε στην οχυρή Πύδνα, στην παραλία.
Μαζί της και το βασιλόπουλο, με τη μάνα του Ρωξάνη, και η Θεσσαλονίκη, και η Διηδάμεια, του Αιακίδη, με τις κόρες του Άτταλου... Πολεμιστές η Ολυμπιάδα είχε κάποιους γύρω τις ιππείς Αμβρακιώτες, τους περισσότερους στρατιώτες της αυλής κι όσους ελέφαντες δεν πήρα μαζί του ο Κάσσανδρος τον περασμένο χειμώνα. Η δύναμη αυτή δε μπορούσε να τα βγάλη πέρα με τους πολύ περισσότερους που 'χε απέναντι της'αλλά ήλπιζε πως θα βάσταγε ίσαμε να φτάση βοήθεια...
Χάνοντας λοιπόν κάθε έλπίδα γιά βοήθεια η Ολυμπιάς αποφάσισε να φύγη, έριξε μιά πεντήρη στη θάλασσα, να μπαρκάρει τούς δικούς της. Μα σαν κατέβηκαν στην παραλία, το καράβι δεν ήταν εκεί! Ο Κάσσανδρος είχε μάθει από κάποιον αυτόμολο τι σχεδίαζε, και το είχε αρπάξει!... Δεν της απόμενε άλλο πια - και του έστειλε πρέσβεις να συνθηκολογήση...
Έτσι, τήν άνοιξη τού 316 έπεσε η Πύδνα και η βασιλική οικογένεια στά χέρια του Κάσσανδρου πού έστειλε καί στη Πέλλα καί στην Αμφίπολη στρατό, γυρεύοντας να παραδοθούνε. Ο Μόνιμος παραδόθηκε χωρίς αντίσταση'ο Αριστόνους όμως (που πρίν λίγες μέρες είχε νικήσει το στρατηγό του Κάσσανδρου, τον Κρατεύα, και είχε κατασφάξει τους περισσότερους άνδρες του, κάπου 2000) ήλπιζε πως θα μπορούσε ν'αντέξη στην Αμφίπολη τώρα, ίσαμε που να φτάσουν να τον βοηθήσουν ο Πολυπέρχων κι ο γιός του'και περιμένωντας πως ο Ευμένης απ'την Ασία θα έστελνε βοήθεια, δεν παραδινόταν, λέγοντας ότι προτιμούσε να πεθάνη, πολεμώντας για το βασιλιά και τη βασίλισσα, παρά να πατήση τον όρκο του και την πίστη του σ'αυτούς. Όταν όμως του δοθήκανε γράμματα της Ολυμπιάδας, που του παράγγελνε να παραδώση την πόλη και τον απάλλασε απ'τον όρκο του, άνοιξε τις πύλες [έτσι λοιπόν ολοκληρώθηκε η έσχατη αντίσταση απέναντι στον Κάσσανδρο, στην Αμφίπολη].
Ο Κάσσανδρος έγινε κύριος λοιπόν της Μακεδονίας'καί το πρώτο που κοίταξε ηταν να σιγουρέψη την κατάκτησή του, οπού και πιο τολμηρές του έλπίδες βάσιζε. Φοβόταν όσους νίκησε'και προπάντων εκείνον τον Αριστόνου, που ευνοημένος κάποτε απ'τον Αλέξανδρο, σε μεγάλην υπόληψη κιόλας απ τούς Μακεδονες, κι αφωσιωμένος πιστά όπως ήταν στή βασιλεία, μπορούσε (καί θα είχε καί τή διάθεση ασφαλώς) να φέρη εμπόδια στα σχέδια του. Μα και τη γριά βασίλισσα φοβόταν, πού οσο ζούσε, μ'ολο που εξόριστη και ταπεινωμένη κι ανήμπορη, είχε πάντως, καθώς μάνα τού Μεγαλέξανδρου, αστείρευτη πηγή δύναμης. Καί, τέλος, εκείνο το παιδι, τον Αλέξανδρο, το νόμιμο κληρονόμο της επικράτειας, πού με την πρώτη εύκαιρία μπορούσαν γύρω του νά συνταχτούν δυσαρεστημένοι, τα δικαιώματα του να γίνουνε γερός μοχλός σε άλλων ισχυρών τα χέρια καί να προσχηματίσουν απροκάλυπτη επέμβαση τους, πρός υπεράσπιση τάχα τής βασιλείας...
δ´
Διακόσιοι στρατιώτες στάλθηκαν να εκτελέσουν την απόφαση, μέ την εντολη να σκοτώσουν την Ολυμπιάδα αμέσως, χωρις να χάσουνε καιρο!... Μπήκανε στο ανάκτορο... Κ'έκείνη, φορώντας τήν πορφύρα καί το στέμμα (δυο γυναίκες την υποβάσταζαν) προχώρησε καταπάνω τους...
Έφύγαν άπραχτοι.
Μήν τολμώντας ν'απλώσούν χέρι στή μάνα του Μεγαλέξανδρου.
Τότε ο Κάσσανδρος ανάθεσε τό φόνο της στούς συγγενείς τών Μακεδόνων που είχε σκοτώσει... Επεσε απ'τίς πέτρες που τής έριχναν, και τις δέχονταν στό στήθος, κοιτάζοντάς τούς κατάματα. Έπεσε καταγής, χωρίς δάκρύα, χωρίς στεναγμο... Έφτιαξε μόνο, έτσι, τ'άσπρα της μαλλιά, και σκεπάζοντας το σωριασμένο της κορμί με το ρούχο της ξεψύχησε.
Συγκλονιστικό τό να παλεύη μεγαλείο μέ μεγαλείο κα να πέφτη.
Αλλ'όταν οι τελευταίοι γίγαντες γενναίας εποχης, σ'άγρια πάθη μέ μανία κατρακυλώντας, κι από έγκλημα σ'έγκλημα, περιζωσμένοι από δόλο καί πανουργία πού καραδοκεί, σωριάζωνται στό χώμα, καί ταπεινή γενιά σα θεία δίκη φτάνη να λαφυραγωγήση καί νά περιστολιστή τά κοσμήματά τους, θαρρεί κανείς πώς ή μοίρα χλευάζει τό μεγαλείο και το γκρέμισμα του.
Ξοφλώντας έτσι μέ τήν Ολυμπιάδα ο Κάσσανδρος ξεφορτώθηκε μεγαλο μπελά'και μεταχαρας θα εξαφανιζε και τη Ρωξάνη με το γιό για να φορέση στο δικό του το κεφάλι το στέμμα του βασιλόπουλου, αν για την ώρα δεν κουβεντιάζονταν τόσο το τέλος της Ολυμπιάδας. Ετσι δεν τολμούσε και το στερνό αυτό βήμα κατά το σκοπό του, ενώ κιόλας δέν ήξερε και πώς θα τέλειωνε ό μεγάλος πόλεμος στήν Ανατολή'γι'αύτό ακόμα δέν προχωρεί πέρ'άπ'τόν περιορισμό του μικρού και της μάνας στην Αμφίπολη, με του πιστού του Γλαυκία, διατάζοντας την απομάκρυνση και κάθε παιδιού από συντροφιά του Αλέξανδρου, όπως και το να μην υπάρχη ούτε βασιλική αυλή, και να είναι γενικά οι δύο κρατούμενοι αποκλεισμένοι κι απομονωμένοι, να ξεχάσουνε σιγά-σιγά κι ότι δικό τούς είναι το στέμμα του κόσμου [τίποτε, όμως, δεν παραμένει ες αεί στη λήθη].
ε´
Ύστερα έθαψε, με μεγάλες τιμές, στους τάφους των βασιλιάδων, στις Αιγές, την Κυνάνη, το Φίλιππο τον Αρριδαίο, και την Ευρυδίκη, κ'έκανε μεγαλοπρεπείς επικήδειους αγώνες. Πήρε και γυναίκα του την άλλη κόρη του Φίλιππου, τη Θεσσαλονίκη, για να 'χη δικαίωμα στη βασιλεία, που μόνο να προφέρη τη λέξη απόφευγε ακόμα, ειδάλλως όλα τα έκαμε πράγματι σα βασιλιάς του τόπου... Αμφιβολία πια δε χωρούσε για το τι σκόπευε ο Κάσσανδρος. Μονάχα ο φόβος τον βάσταγε, μην προκαλέσει του ισχυρούς στην Ασία, που κυνηγούσαν το ίδιο... Ή νόμιζε τάχα ο Κάσσανδρος πως, παίρνοντας γυναίκα τη κόρη του Φίλιππου, έσβηνε όσα είχε κάνει στη μάνα του Μεγαλέξανδρου και σχεδίαζε κατά της χήρας και του παιδιού του;
Ίσως κανένας Διάδοχος ή Επίγονος δεν κρίθηκε τόσο αντιφατικά όσο αυτός... Έχει μέσα του δυνατή τη φλέβα του μακιαβελλικού principe volendosi mantenere καταλαβαίνει τις crudeltà bene usate, και γνωρίζει a essere non buono, ed usarlo e non usarlo secondo la necessità.
Η μοίρα των διάλεξε για βασιλοκτόνο.
ζ´
Στήν ειρήνη τού 311 ό δωδεκάχρονος τότε Άλέξανδρος είχε ρητά αναγνωρισθή βασιλιάς, καί πέρα απ'αυτό συμφωνήθηκε, ώσπου νά ενηλικιωθή, να 'χη τήν επιμέλεια του ο Κάσσανδρος, σά στρατηγός τής Εύρώπης. Ο Κάσσανδρος απ'το 316 είχε στο χέρι το παιδί και τη μάνα του, τη Ρωξάνη, και τους κρατούσε φυλακισμένους στήν Αμφίπολη... Και τ'ανάθεσαν τούτα στόν Κάσσανδρο - πού δέν είχε όμως καί κανένα συμφέρον να τα τηρήση παρά ίσα-ίσα μπορούσε να προβλέψη πώς όλοι οι αντίπαλοι του θά γίνονταν ένα κόμμα γύρω άπ'το βασιλόπουλο, πως ενώ οι άλλοι άρχοντες, που ήταν μακρυά άπ'το βασιλιά, κράταγαν τη σχεδον απεριόριστη εξουσία τους, αυτουνού η επιρροή παίζονταν ως και στην ιδια τη Μακεδονία, καί κινδύνευε και προσωπικά, καθώς είχε παντα προσβάλει και κυνηγήσει τ'όνομα και τήν οικογένεια του Μεγαλέξανδρου. Μά καί τι μπορούσε να κάνη απέναντι σ'αυτους τούς κινδύνους. Τέτοια ήταν η αγάπη του λαού στη μνήμη του μεγάλού βασιλιά του, που δε θα μπορουσε να σταθη αυτός αντικρύ στο γιο εκείνου'κι αν παλι αποφασιζε να γυρέψη βοήθεια κατα του παιδιού απέξω, το κόμμα γύρω απο το βασιλόπουλο θα πρόσφευγε στον Αντίγονο, και θα εύρισκε απ αυτόν υποστήριξη. Έτσι, λοιπόν, επειδη το μίσος, η φιλαρχία, η φροντίδα γιά την ίδια του τή σωτηρία, τον εμπόδιζαν νά σεβαστή τά συμφωνημένα, δέν έβγαλε το βασιλόπούλο άπ'τή φυλακή...
Δέν απόμενε παρά τό χειρότερο άπ όλα. Κ'έγραψε, λοιπόν, στό Γλαυκία, το διοικητή της Άμφίπολης: Σφάξε κρυφά το παιδί και τη μάνα'κρύψε τα πτώματα, και μην πης τίποτα σε κανέναν. Έτσι έγινε τό φονικό.
Και με μαχαίρι σφαχτηκαν το παιδι κι η μάνα του.
Καμμιά πηγή δεν μας λέει πως δέχτηκαν οι Μακεδόνες τήν πράξη αύτη. Μπορεί, αν μαθευόταν αμέσως, και σαν κατι σίγουρο, να γεννούσε κάποια ξαφνική αντίδραση'αλλά την έκρυψαν, μαθεύτηκε σιγά-σιγά, έπειτα αμφισβητήθηκε, τέλος πιστεύτηκε, θρηνήθηκε, και απόμεινε χωρίς αποτέλεσμα (;). Πώς το πηραν οι άλλοι άρχοντες; Άπίθανο να το ενέκρίναν'κι ακόμα πιο απίθανο να το έκανε ο Κάσσανδρος με τη συγκατάθεση τους, βάσει κάποιου μυστικού όρου της ειρήνης. Βέβαιο είναι όμως πως και τον Πτολεμαίο συνέφερε ο φόνος, και το Σέλευκο και το Λυσίμαχο, γιατί μετά τό θάνατο του τελευταίου κληρονόμου του Μεγαλέξανδρου, ο Άντίγονος δέν είχε, στην όλη επικράτεια, δικαίωμα ισχυρότερο άπ'όσο καί κάθε άλλος του συνασπισμού απέναντι του, οπότε με ποιό πρόσχημα πιά θ'απαιτούσε την υποταγή τους, που δε μπορούσε ως τωρα με τη δύναμη να εκβιάση; Αλλά πως αφησε ο Αντίγονος το βλαστάρι, που είχε τετοια σημασία για τον αγώνα του, στα χέρια εκείνου, που τόσους λογους είχε βέβαια να μην τον εμπιστεύεται;...
Με το θάνατο αύτο εσπασαν οι ουσιαστικότερες βάσεις της ειρήνης του 311, γιατί ο επιμελητής της επικράτειαςθα είχε τώρα το δικαίωμα να γυρέψη το λόγο από εκείνον όπου του είχαν εμπιστευτή το βασιλόπουλο, παρά κι απ'τους άλλους, που συμφώνησαν μαζί του επίσης την ειρήνη, να ζητήση να συμπράξουν κατά του παραβάτη της.
η´
Τίποτα ωστοσο δεν κατέχούμε για τέτοιες ενέργειες ή συνεννοήσεις, του Αντίγονου είτε των άλλων ηγετων, εξαιτίας της δολοφονίας αυτής. Μηπως έμεινε κι ο Αντίγονος ευχαριστημένος που έγινε έτσι το πράγμα; Κι αν δεν το ήθελε - που δε μπορεί να το ήθελε - πως και δεν παρακίνησε και τους αλλους σε κοινές ενέργειες; Πώς και δέν επωφελήθηκε απ το ανόσιο έγκλημα, για να χτυπήση τον ανοσιουργό; Γιατί δεν ωρμησε αμέσως στη Μακεδονία, όπου τη στιγμή εκείνη μάλιστα μπορούσε να ελπίζη πώς θα έβρισκε πολλούς όπαδούς; Ή μήπως το έκανε, και τ'άποσιωπούν οι πηγές;
Ολοκλήρωση μέρους α´
I. Η ιδιοφυής στρατηγική του Μεγάλου Αλεξάνδρου - J. F. C. Fuller, Εκδ. Ποιότητα
II. Η Ιστορία των Διαδόχων του Μεγάλου Αλεξάνδρου - Johann Gustav Droysen, Δίτομο
.~`~.