.
.~`~.
I
I
Ο καπιταλισμός λοιπόν δεν έχει τέλη, διότι στις «φιλοσοφικές» αρχές του δεν είναι τίποτε άλλο από εμπορική διαδικασία. Μέσα σ'αυτή ακριβώς την φύση του κατάφερε, όπως αναφέραμε πιο πριν, κάτι το άκρως πολύτιμο, το οποίον σήμερα αποτελεί το μείζον πρόβλημα των καιρών μας: ανεκάλυψε την αξιοποίηση της έννοιας της μάζης. Ο Πλάτωνας στην Πολιτείατου αφήνει τους χάλκινους και τους σιδερένιους ανθρώπους ατομικώς να ασχολούνται με τη βελτίωση του μετάλλου τους ως προς το... «αγαθό». Ο καπιταλισμός καθησύχασε τους ανθρώπους, ότι ουδεμία τέτοια προσπάθεια είναι αναγκαία, και εφεύρε απλώς (αυτό ονομάζεται «καταμερισμός εργασίας») χάλκινες δουλειές, σιδερένιες δουλειές, ασημένιες δουλειές κλπ. Αυτή είναι η βαθύτερη φιλοσοφία του «φιλελευθερισμού» όπως θα ιδούμε.
Πρόκειται όντως περί μεγαλοφυούς εφευρέσεως, την οποίαν ἀκριβῶς σήμερα εἶναι ἀνάγκη νά «ἀνακαλύψουν» ὅλες οἱ κοινωνίες. Αὐτό εἶναι τό κατ’ ἐξοχήν πρόβλημα. Ἡ μικρή «ἀνωμαλία» μέ τήν καπιταλιστική αὐτή ἀνακάλυψη εἶναι μόνο, ὄχι ὅτι ὁ χάλκινος ἄνθρωπος δέν ἔχει καμμιάν ἐλπίδα νά γίνη... σιδερένιος, ἀλλά ὅτι ἡ διατήρηση τοῦ «καταμερισμοῦ» πού εἶναι τό προέχον, κάνει πολλές φορές, διά τῶν «ποσοστῶν» καί τούς σιδερένιους χάλκινους… Τό «βιοτικό ἐπίπεδο» εἶναι ἄσχετο μέ τίς ἐν λόγῳ κατανομές. Ἴσα ἴσα σήμερα τά ὅρια μεταξύ χαλκοῦ καί σιδήρου ἔχουν γίνει ἀμετακίνητα, ἀκριβῶς διά τῆς ἀνόδου τοῦ ὑλικοῦ βιοτικοῦ ἐπιπέδου. Ἐδῶ βρίσκεται καί ἡ ἀντίφαση ὡς πρός τήν ἰδεολογία. Ὁ «καταμερισμός ἐργασίας» δέν μορφώνει. Ἔχει ἀντίθετα ἀνάγκη νά διατηρῆ τά ποσοστά τῆς κοινωνικῆς βλακείας πού τόν συντηροῦν. Ἡ ἔννοια τῆς μάζης δέν αἴρεται σέ ἐκείνην τοῦ «συνειδητοῦ πολίτη», ὅπως διακηρύσσει ἡ ἰδεολογία, ἀλλά ἁπλῶς σέ ἐκείνην τοῦ διά τῆς ἀστυνομίας συμμορφουμένου ἀτόμου πρός ὠρισμένους κανόνες κοινωνικῆς συμπεριφορᾶς. Ὁ καπιταλισμός δέν ἔχει παιδεία (Bildung), δέν ἐπιτρέπεται νά ἔχη, ἀλλά μόνο ἐκπαίδευση (Erziehung). Τό χειρότερο πού θά μποροῦσε νά ὑπάρξη στόν κόσμο τό ἔφτιαξε ὁ καπιταλισμός καί αὐτό εἶναι τό κεφάλι τοῦ μικροαστοῦ… Αὐτή ὅμως εἶναι καί ἡ βάση του! Σιδηροδέσμιος αὐτῆς τῆς βάσης, εἶναι ὑποχρεωμένος νά μεταβάλλη σέ γενική συνείδηση τήν στοιχειώδη ἰδεολογία πού ἀπαιτεῖ ἡ ἀστοιχείωτη καί ἄξεστη φύση τοῦ μικροαστοῦ, αὐτή τῆς «δημοκρατίας» καί τῶν «ἀνθρωπίνων δικαιωμάτων», ἡ ὁποία ἀναγκαστικά ἔτσι ἀποτελεῖ καί τόν ἀναποτελεσματικό φορέα τῆς διεθνούς πολιτικῆς, μεταβαλλομένη κατ’ ἀνάγκην σέ ἰδεολογικό ἰμπεριαλισμό. Ἐπειδή καλοπέραση (πού χωρίς παιδεία καλύπτεται πλήρως ἀπό τήν ἔννοια τοῦ αὐτοκινήτου καί τῆς τηλεόρασης) εἶναι γιά τόν μικροαστό ταυτόσημη τῆς «δημοκρατίας», ἔτσι ἀκριβῶς (καί κατά προέκταση) ἡ ἀνάπτυξη τῆς Ταϊβάν καί τῆς Ν.Κορέας ἔγιναν διά τῆς «δημοκρατίας» καί ὄχι τῶν πιό στυγνῶν δικτατοριῶν...
Το διπλό λοιπόν πρόβλημα σήμερα είναι, αφ'ενός μεν πως και οι άλλες κοινωνίες θα ανακαλύψουν την έννοια της «μάζης», ήγουν της ωργανωμένης εργασίας, και αφ'ετέρου πως θα βρεθούν οι ρυθμοί αναπτύξεως που θα μεταβάλουν την τεχνολογία σε πραγματικό ανθρώπινο αγαθό. Τα πράγματα δεν είναι καθόλου ασύνδετα, διότι μόνο έτσι θα ξεφύγη η τεχνολογία από τούς «ρυθμούς ανάπτύξης» τής «εθνικής πολιτικής» καί θά πάψη νά είναι τούννελ χωρίς διέξοδο.
.~`~.
II
II
Όπως ήδη εξηγήσαμε, οί πρώτες ύλες γιά τήν παραγωγή ούτως ή άλλως αφαιρούνται και δεν πληρώνονται (αύτό άλλωστε το άπαγορεύει η «φιλοσοφία» του φιλελευθερισμού οπως θα ιδούμε). Οί πρώτες ύλες λοιπον (πετρέλαιο, σταφύλια, πεπόνια κλπ) πρέπει να ανακηρυχθούν κοινό αγαθο χωρίς τιμή. Καί έν συνεχεία οί σημερινές πολυκρατικες θα προσπαθησουν να γίνουν πολυεθνικές. Αυτο τό πραγμα θα απαιτήση τεραστιες προοπάθειες, διότι θα προσκρούση στην πολιτιστική φιλοσοφία των λαών, πού αγνοούν την έννοια της ωργανωμενης εργασίας και δέν θά τήν θελήσουν. Δέν θά θελήσουν δηλαδή νά πάρουν τό «νόου χάου» καί νά αναλάβούν οί ίδιοι τήν εύθύνη γιά τήν μεταφυσική ύπαρξη του κόσμου. Η θεωρία του «Διαφωτισμού» θα αντιμετωπίση εδω τις μεγαλύτερες δυσκολίες. Ως ενα βαθμό όμως πρέπει νά έπιτευχθή. Ως τόν βαθμό δηλαδή εκείνο πού θά οργανώση τις κοινωνίες, χωρίς αναγκαστικά νά καταργή τήν πολιτιστική πολυμέρεια τής ανθρωπότητας. Κάτι τέτοιο ούτε καί αναγκαίο θά είναι. Αφού τά βιομηχανικά προϊόντα θά πάψουν νά έχουν συγκεκριμένες «εθνικές» μάρκες καί θά γίνουν «απρόσωπα» (προϊόντα όλα τής μιάς καί μόνης πολυεθνικής σέ κάθε τομέα), τά εξαρτήματά τους, απροσδιορίστού προελεύσεως, δέν θά επιβάλλούν τόν ίδιο βαθμό βιομηχανικής συγκεντρώσεως όπως τώρα. Αρα όλες οί κοινωνίες είναι δυνατόν νά δεχθούν έναν ωρισμένο βαθμό ώργανωμένης εργασίας. Φυσικά, δέν μπορεί νά προοδιορίση κανείς έκ τών προτέρων τόν βαθμό καί τό είδος τής δυσκολίας των προβλημάτων. Αυτό πού είναι τρεχόντως προσδιορίσιμο είναι μόνο η γενικη κατεύθυνση τών πραγμάτων, προκειμένου νά μεταβληθή η τεχνολογία σέ αγαθό για την ανθρωπότητα καί όχι σέ αύτοκαταδίκη της. «Αγαθό» σημαίνει ότι ή τεχνολογία πρέπει νά βρη τρόπους ρυθμίσεως τής αναπτύξεως της έπί παγκοσμίου επιπέδού, δηλαδή ότι πρέπει να βρή όργανικούς τρόπους αναπτύξεως, καί όχι λογιστικούς μέ τα ποσοστά των «δεικτών παραγωγής». Τούτο αυτονοήτως συνεπαγεται ότι ό καπιταλισμός πρέπει νά βρή τρόπους νά... μαρξιστικοποιηθή - ένα πράγμα που έπρεπε ήδη νά τό έχη καταλάβει, άλλά πού δυστυχώς δέν ύπάρχουν ακόμη ενδείξεις γι'αύτο... Μέ τήν «φιλοσοφία» τής «ελεύθερης αγοράς» καί τής «δημοκρατίας», τά πράγματα δέν όδηγούνται μακρυά. Αν υποθέσωμε ότι αύριο τό πρωί κατασκευάζη ή τεχνολογία διά τής γενετικής «ειδικούς ανθρώπούς», τότε υπό τό καθεστώς τής «έλεύθερης αγοράς», δηλαδή τής μεγιστοποιήσεως του κέρδους, όλοι οί κανονικοί άνθρωποι πρέπει νά πεθάνουν, προκειμένου νά βρή ό καπιταλισμός τροφή νά τρέφη τά έκατομμύρια τών «ειδικών ανθρώπων» του, πού θά του μεγιστοποιούν άδιαμαρτύρητα τό κέρδος γιά τήν περαιτέρω «πρόοδο»... Καί όσο γιά τήν «δημοκρατία», ειναι γεγονος οτι το σύστημα της βιομηχανίκής παραγωγής είναι ένα σύστημα ανθρωπίνων σχέσεων πού στηρίζεται βασικά στις... ρόδες. Ότι συνεπώς είναι πολύ εύκολο να εκτροχιασθή, πραγμα πού πολλές φορες συνεβη και τεράστιες φθορές συνεπήχθη γιά τίς ευρωπαϊκές κοινωνίες (άλλά καί για τις άλλες). Άρα η σταθερότητα του συστήματος των κοινωνικών σχέσεων τών βιομηχανικών κρατών είναι ένα προέχον θέμα, πού πρέπει νά άποτελή κοινή μέριμνα γιά τούς πάντες.
Μεταπολεμικώς ευρέθηκε ένας τρόπος ευσταθείας, πού ώνομάσθηκε «δημοκρατία». Καλό είναι ή όνομασία νά διατηρηθή, δέν είναι όμως καλό νά άποτελή προϊόν έξαγωγής. Τις άναγκαιότητες γι'αυτό τίς περιγράψαμε σέ προηγούμενες θέσεις, είναι όμως ακριβώς αυτές οι αναγκαιότητες πού πρέπει νά τροποποιηθούν. Εξ άλλου -έπειδή μιλάμε πάντα γιά τήν Μεσόγειο, πού αποτελεί μοναδικό κλειδί τών πραγμάτων- τό περί δημοκρατίας κήρυγμα σέ λαούς πού δέν γνώρισαν άλλο σύστημα διοικήσεως μοιάζει λίγο μέ τά τροπάρια τών μεσαιωνικών παπάδων, πού μετωνόμαζαν τίς χήνες σέ ψάρια προκειμένου νά τις φανε την σαρακοστή...
Γιατί όμως ή «φιλοσοφία» του φιλελευθερισμού δέν έπαρκεί πλέον γιά τίποτε σήμερα καί ποίες είναι οι άκρως επικίνδυνες καταστάσεις πού μπορεί νά όδηγήση;
.~`~.
III
III
Η φιλοσοφία του φιλελευθερισμού προέκυψε χωρίς φιλοσοφική προπαίδεια καί γι'αυτό ώνομάσθηκε έμπειρισμός. Αναπτύχθηκε κατά τά έξής τέσσαρα στάδια, πού σημειώνομε μόνο νοηματικως:
1ον)Διά τής θεωρίας περί κράτους του Χόμπς. Τήν έποχή του Χόμπςοί άγγλοι λόρδοι έτρώγονταν διαρκώς μεταξύ τούς (τά ιστορικά στοιχεία μπορεί νά τά άναζητήση κανείς σέ ειδικά βιβλία). Προέκυψε συνεπώς τό κράτος ώς ένας Λεβιάθαν τεραστίας δυνάμεως, προϊόν όμαδικου συμβολαίου καί, κοινής συγκαταθέσεως, ό όποίος θα μπορουσε άπό τό καθε τι ανεμπόδιστος νά επιβάλλη απλώς μιαν τάξη αυτοσυντήρησης. Τό κράτος του Χόμπς προκύπτει ώς συνισταμένη ισορροπίας ζούγκλας. Η κοινωνική του φιλοσοφια θα μπορουσε νά σννοψισθή στό εξής: «Είσαι ό,τι βουτηξεις» (Λεβιαθαν, κεφ. 10).
2ον)Τό δεύτερο βήμα θά τό κάνη έναν αίώνα περίπου αργότερα ο Τζων Λώκ. Στην ζούγκλα το κάθε θηρίο ένδιαφέρεται μόνο γιά τόν εαυτο του. Αυτο θα αποτελέση καί τό αξίωμα τής φιλοσοφιας του Λωκ. Ο ανθρωπος είναι εκ φύσεως προωρισμένος νά πραγματοποιή στό έπακρο τούς σκοπούς του ατομικού του ηδονιστικού συμφέροντος καί γιά νά τό πετύχη αυτό του χρειάζεται ή ιδιοκτησία. Ο άνθρωπος θέλει περισσότερα από τά όσα χρειάζεται, γιατί μέ τά άπολύτως απαραίτητα δέν υπάρχει ηδονή, ακριβώς όμως γι'αυτό καί ό καθένας θέλει πάντα περισσότερα άπό τόν άλλον («Desire of having more than men needed», βλ. second Treatise, V, 37). Ο άνθρωπος αυτός του Λώκ δέν είναι βέβαια ό βυζαντινός καλόγηρος ούτε ό μωαμεθανός δερβίσης'είναι ό άνθρωπος του «φιλελευθερισμού», ό όποίος υποχρεούται νά συμπεριφερθή έτσι, διότι είναι ό μόνος τρόπος αυτοπροστασίας καί υπάρξεως που έχει, γιά νά προφυλαχθή από τήν όμοια συμπεριφορά του διπλανού. Πολύ περισσότερο ό άνθρωπος αυτός του Τζών Λώκ δέν είναι ό άνθρωπος του εαυτού γνώναι του Σωκράτη'είναι ό πρακτικώς έπιτηδευόμενος, ό άνθρωπος τον «δός ημίν τώρα», πού ώς έπιχειρηματίας θά άναγράψη στήν σημαία του τά συνθήματα ένός φυσικώς ανυπάρκτου καί ίδίας χρήσεως «σοσιαλδαρβινισμου»... Τί είναι όμως ιδιοκτησία καί πώς μπορείς νά πάρης τό σπίτι άπό τόν άλλον χωρίς νά τόν σκοτώσης, αφού θέλεις νά έχης περισσότερα; Ιδιοκτησία, θά πή ό Λώκ, δέν είναι τά πράγματα. Σπίτια, κτήματα, αντικείμενα είναι πράγματα φθαρτά. Τό άπόλυτον μέτρον ιδιοκτησίας είναι αυτό πού δέν φθείρεται, καί αυτό ειναι το χρημα. Αρα δικαίωμα ιδιοκτησίας ειναι δικαίωμα εξευρέσεως χρήματος, δηλαδή εντός τών κρατικών πλαισίων «δικαίωμα εργασίας». Μέσα σ'αυτήν θά βρή ό άνθρωπος την δυνατότητα νά έφαρμόση τίς φυσικές ροπές τών «ικανοτήτων» του, έξ ου καί ή άναγκη του δικαίου πρός αποφυγήν τον φανερού χάους. Τό κράτος του φιλελευθερισμού (καί του καπιταλισμού γενικότερα) θα γίνη ταυτόσημο τής δικαιοσύνης, διότι, άφου δέν ύπάρχει ένα μέτρο κοινής ηθικης (αυτης καταμερισμένης απείρως στήν «δεξιότητα» τής στιγμής — θά ιδούμε ευθύς κάποιες «ανεπαίσθητες» κοινωνικές διαφοροποιήσεις στις ορολογίες του Μάξ Βέμπερ έπ'αυτού), μόνο οί νόμοι (ό πολλαπλασιασμός καί η έπεξεργασία τους) μπορούν να ελέγξουν την κατάσταση. Μη υπαρχούσης γενικως αποδεκτής ηθικης (ταξικον φαινομενον ειναι η ηθική, θα πη ο Μαρξ κατα τον περασμενον αίώνα), τον ρόλο της τόν αναλαμβάνει η φιλοσοφία ως μια διαρκής συζήτηση μεταξύ αυτού που κανένας μπορει και αυτού πού πρέπει νά μπορεί. Αυτό τό «πρέπει» ένέχει βέβαια μιαν «ίστορικότητα», δηλαδή δέν είναι κάτι τό... μεταφυσικώς δεδομένο...
Φανερό πλέον είναι, άφου ή κοινωνία γίνεται κοινωνία τών «ικανωτέρων» μέ μέτρο τις «προσωπικές των ανάγκες» καί ό νόμος δέν μπορεί νά έξαντλήση καί τις «κρυφές πλευρές» τής «ίκανότητος», νά δημιουργήται καί μιά «ηθική τών ίκανωτέρων». Οί «ικανοί» γίνονται πλέον ή κυρίαρχος τάξη μέ δική της ηθική. Οί «μή ικανοί» ή «λιγώτερο ικανοί» θά πρέπει νά μένουν ικανοποιημένοι στήν απλοϊκή ηθική τών δέκα εντολών, δηλαδή τήν ηθική των πολλών. Πρόκειται γιά την «Gesinnungsethik» του Μάξ Βέμπερ. Οί όλίγοι καί «ικανοί» θά έχουν τήν δική τους ηθική των ολίγων πού προβλέπει «ηγετικούς σκοπούς». Πρόκειται γιά τήν «ηθική ευθύνης», τήν «Verantwortungsethιk». Σ'αυτήν δέν χρειάζεται νά κάνη κανένας ό,τι λέει. Μπορεί νά κλέβη και νά ίδρύη ταύτόχρονα ολόκληρα σεμινάρια περί του «ου κλέψεις». Τό πιό αγαπημένο ανάγνωσμα στήν πολιτική φιλολογία του καπιταλισμού θά γίνη ό Πρίγκιπας του Μακιαβέλλι. Οχι γιατί στο εργο τής πολιτικής δέν ενέχονται άφ'εαυτών ό δόλος καί ή σκοπιμότητα -τον παιδαγωγικό δόλο τόν δέχεται καί ο Πλάτωνας στήν Πολιτεία του— άλλά γιατί προέχει κυρίως να διατηρηθή η διάκριση των δύο ήθικών στη παραγωγή...
Η ήθική τών «ικανών» του Λώκ, δηλαδή η ήθική της «ηγετικής ευθύνης» ουδέποτε θά πάψη νά επενδύεται μέ φιλοσοφικά νοηματα «υπεροχής» καί ελαφρούς τόνους «υπερανθρώπού» (έλαφρούς, ομως, γιατί ο «υπεράνθρωπος» του Νίτσε δεν είναι οικονομικης ύπάρξεως όν), δια των οποίων αύτο πού κυρίως επιδιώκεται είναι ή «σκλήρυνση» συνειδήσεως του ανωτέρου υπαλληλικού προσωπικού τών οικονομικών οργανισμών: γιά την άνθηση τής οικονομίας, μόνο ήθικές συνειδησιακές κρίσεις δέν χρειάζονται. Ή επιτυχία στόν οικονομικό τομέα άπαιτεί τύπους «νικητού» και νικητής ειναι μόνο όποιος μπορει να καταστρέφη άλλους. Σύνειδησιακές αναστολές σημαίνουν τόν βέβαιον θάνατο της «προοδου»... Αυτα ειναι περίπου τα ιδεολογικά δόγματα τής «φιλελευθερης οικονομίας» και καλλιεργούνται μέ ολους τούς δυνατούς τροπους. Σε όλες τις μεγάλες οικονομικές έπιχειρήσεις λειτουργούν ειδικα «ψυχοθεραπευτικά» τμήματα άκριβώς γι'αύτο το ειδος «αγωγης», στον δε γενικωτερον πολιτιστικό τομέα επείγει νά καταστραφούν οί πολιτιστικές παραδόσεις, όπως π.χ. η ταυρομαχία (πολιτιστικός θεσμός αιωνων, απο τήν εποχή τών Άράβων, καθώς δείχνει ό Γκόγια στό Μουσείο τής Ρόντα, καί του όποίου τήν πολιτιστική σημασία στό συλλογικό υποσυνείδητο μπορεί κανείς νά καταλάβη από τήν συνεχή άνθηση τής τέχνης στήν Ισπανία - ή ταυρομαχία δέν είναι «βαρβαρότητα» αλλα ενας βαθύτατα φυσικός συμβολισμός...) καί νά μείνουν τά παιχνίδια τής ταπεινής επιθετικότητας του... μάνατζερ: το ποδόσφαιρο, τό ράγκμπυ, τό τέννις, το άϊσχόκεϋ και οι «Ολυμπιάδες» τών τσάμπιον διά τών ντόπινγκ, πού θά χρησιμεύσουν έν συνεχεία γιά τήν προβολή τών πιό «δυνατών» προϊόντων στήν αγορά... Αυτα απαιτεί ή ιδεολογία τών μάνατζερ καί είναι τά μόνα που πρέπει νά επικρατήσουν - τών μάνατζερ: δηλαδή τών τύπων εκείνων πού ξέρουν κάθε λεπτομέρεια γιά όλα τά πολύπλοκα «προγράμματα», άλλά στόν έρωτα λ.χ., όπως σημειώνει ό Ε. Fromm, έχουν τήν εμπειρία μικρού καθυστερημένου παιδιού...
Η «φιλοσοφία» τού φιλελευθερισμού είναι πράγμα βαθύτατα εχθρικό πρός κάθε μορφή πολιτισμού, διότι διά του πολιτισμού δέν μπορεί νά υπάρξη ό ήδονιστικός άνθρωπος στην φυσική του κατάσταση γιά νά ξεχυθη στήν άγορά. Ο πολιτισμός, ο όποιος πολιτισμός, θεωρεί την αγορά μέσον, ένώ γιά τόν ηδονιστικόν άνθρωπο, δηλαδή τό σημερινό καταναλωτικό μηχάνημα, αυτή πρέπει νά είναι αυτοσκοπός. Οι αντιλήψεις του φιλελευθερισμού, οπως θά ιδούμε, οδηγούν με μαθηματική ακρίβεια στην πολιτιστική έκπτώχευση επί παγκοσμίου επιπέδου.
Η εννοια του χρήματος στήν έποχή του Λώκ, που συμπίπτει με εκεινην τον δούλεμπορίου δέν ήταν ακριβως η καπιταλιστική έννοια του χρήματος. Ηταν το χρήμα τής έσωτερικης αγοράς πού προέκυπτε άπό τήν ανταλλαγή τών προϊόντων, τών όποίων το ευσέβαστον μέρος αποτελούν τά «άποικιακά είδη». Οι φυτείες λοιπον στην Αμερικη είναι απολύτως απαραίτητες και κατι το αντονοητον για την φιλοσοφία του ηδονισμού. Καί έπειδή «φιλοσοφικώς» καί οί μαύροι σκλάβοι έχουν δικαίωμα έπί τής ατομικής ηδονής, ό Λώκ θέτει τίς φυτείες υπό καθεστώς... σοσιαλισμού: οί φυτείες ανήκουν άπό κοινού στους κυρίους και στούς σκλάβους, μέ την διαφορά οτι στούς κυρίους ανηκουν τα εισοδήματα, ενω στούς σκλαβους το «προνόμιο» νά δουλεύουν σ'αυτές τζάμπα!...
3ον)Η μάζα του χρήματος όμως δέν αυξάνει διά τής εσωτερικής αγοράς, ένώ διά τής αυξήσεως τής παραγωγής τό δουλεμπόριο κατέστη αντι-οικονομικό. Τό επόμενο λοιπόν βήμα στήν «φιλοσοφία του φιλελευθερισμού» θα τό κάνη ο Ανταμ Σμίθ: τό χρήμα δέν αυξάνει είμή μόνον διά του έξωτερικού εμπορίου, άρα δέν έχουν οί έμποροι παρά νά ξεχυθούν στις τέσσαρες άκρες του κόσμου καί νά ακολουθούν οί στρατοί νά τούς κατοχυρώνουν τά «ανθρώπινα δικαιώματα» καί νά τούς «υπερασπίζουν» άπ'τίς διαθέσεις τών ντόπιων πληθυσμών...
4ον)Τό επόμενο βήμα, που προϋποθέτει καί ένα προηγμένο στάδιο έξωτερικού έμπορίου μεταξύ κρατών, είναι τό κριτήριο του «συγκριτικού πλεονεκτήματος» του Ρικάρντο: να μην παράγουν όλοι όλα τά είδη, άλλά ό καθένας ό,τι τόν συμφέρει περισσότερο. Τό κριτήριο αυτό του Ρικάρντο είναι προφανώς λογικό μέσα σέ μιά ενιαία όργάνωση τής παραγωγής, σέ καθεστώς ομως αποικιοκρατικων σχέσεων -που ισχύει μέχρι σήμερα- η σημασία του είναι προφανής: οί μονοκαλλιέργειες. Ετσι π.χ. ή Ελλάδα στόν περασμένο αίώνα (καί άκόμη μέχρι σήμερα) δέν μπόρεσε νά έξασφαλίση τό πρόβλημα του ψωμιού, διότι είχε την μονοκαλλιέργεια τής σταφίδος, ένώ στήν Βραζιλία, προκειμένού νά έξασφαλισθή η μονοκαλλιέργεια του καφέ, θεμελιώθηκαν καλά οι φεουδαρχικές δομές καί ο κόσμος πεθαίνει σήμερα απ τήν χολέρα...
Οίκοθεν νοείται ότι όλη ή φιλοσοφική πολυλογία του 19ου αιώνος, δηλαδή του αίώνος στον οποίον «αποδίδουν» πληρως οί αρχές του Λώκ καί του Σμίθ διά του ιμπεριαλισμού, δέν είναι τίποτε περισσότερο από «διανοητικές έπεξεργασίες» μιάς δεδομένης τάξης πραγμάτων με κορυφή τήν συμπεριλαμβάνουσα έννοια τής «λογικής του σκοπού» του Μάξ Βέμπερ (Zweckratίonalitat: σκοπός τής λογικής είναι ή «λογική» του σκοπού, άρα πάσα άποκλίνουσα λογική όφείλει αναγκαστικά νά καταδιώκεται...). Κατά τόν ιδρυτή μάλιστα της χρησιμοθηρικής σχολής Ι. Μπένθαμ (καλό είναι τό χρήσιμο, χωρίς φυσικά όρισμό του χρησίμου πρός τί...) ή «ευτυχία» μπορεί νά μετρηθή και μαθηματικά: αναλύεις τα «υπέρ» και τα «κατά», βγαίνεις στόν δρόμο και ρωτάς τούς περαστικούς, όπότε έχεις τους αδιαμφισβήτητους μέσούς όρους περί τής έννοίας του... καλού. Τόν Μπένθαμσυνεπώς μπορούμε νά τόν θεωρήσωμε αρχηγέτη των σύγχρόνων «δημοσκοπήσεων» καί πνευματικό ιεράρχη τής έξαθλιωμένης ύπαρξης του σημερινού μικροαστού, του οποίου οι μεταφυσικές απορίες λύνονται συλλήβδην μέ ένα νέο ψυγείο...
Για τόν μαθητή του Μπένθαμ, Τζών Στιούαρτ Μίλλ, το καλό συνεχίζει να είναι η «μεγαλύτερη δυνατή εύτυχία (ηδονη) για όσο τό δυνατόν μεγαλύτερον αριθμό ανθρώπων» (εννοείται βέβαια μιάς καί τής ίδιας κοινωνίας, διότι τότε δέν υπήρχε ή έννοια καμμιάς παγκοσμίου κοινωνίας), άλλά, επειδή καταλαβαίνει ότι αυτή δέν μπορεί νά μετρηθή όπως υπεδείκνύε ό Μπένθαμ (άλλωστε ή «κοινή γνώμη» δέν ήταν κάτι πού ενθουσίαζε τόν Μίλλ), διαχωρίζει τήν εύτυχία, προφανώς χωρίς Θεό -καί όταν λέμε «Θεό» σε τούτες τις γραμμές δέν εννοούμε είμη μόνο τίς λύσεις τών βασικών καί αναλλοιώτων φιλοσοφικών προβλημάτων πού έδωσαν οί θρησκείες στούς χώρούς τής άνατολικής Μεσογείού-, σέ «ποιοτική» καί «ποσοτική». Σκοπός είναι βέβαια ή ποιοτική, ποιός όμως καθορίζει πρακτικά τήν ποιότητα; Η πείρα θά πή ό Μίλλ, παραπέμποντας έτσι έμμεσα σέ κάποιο είδος «καπιταλιστικών δημογεροντιών»: ό γέρων καί έμπειρος καπιταλιστής, ό ιδιοκτήτης φυτείας ή έργοστασίου, γνωρίζει βέβαια καλά νά καθορίση μεταξύ τής ποιοτικής καί ποσοτικής σημασίας του χρησίμού...
Η πείρα, πού τήν αποκτά πάντα κανείς ανάλογα μέ τόν βαθμό κοινωνικοποιήσεώς του, παραπέμπει στό πρότυπον τής «φιλελεύθερης» κοινωνίας του ηδονισμού, πού είναι ό «επιτυχημένος επιχειρηματίας». Ως πρός τό θέμα τής έλευθερίας πραγματοποιήσεως της «ευτυχίας» (καί έδώ ακριβώς φαίνεται η έλλειψη φιλοσοφικής βάσης τών θεωρημάτων του φιλελευθερισμού), ο Μίλλ δέχεται έναν συνδυασμό μεταξύ της «αοράτου χειρός» του Σμίθ καί τής πολιτικής έλευθερίας του Κάντ. Όχι φυσικά κατά την φιλοσοφική έννοια του Καντ, αλλα σαν πρακτικό έργαλειο που θεραπεύει αναγκες. Η αντίληψη της «αόρατης χειρός» και του κράτους του Χομπς (που είναι κράτος «συμβολαίού») παραμένει εγγενώς στην χρησιμοθηρική φιλοσοφία. Δεν υπαρχει κάποια έννοια «φυσικού δικαίου» (εξαιρέσει βέβαια εκείνον της υποκειμενικης «ηδονης») από την οποίαν θα μπορούσε να εξαχθή κάποια έννοια «δικαιοσύνης», άλλά μόνο ή χρηστική αντίληψη περι ενος δεσμευτικώς λειτουργούντος οργανωτικού μηχανισμού μέσα σε μια μεταβλητή εννοια «θετικού δικαίού». Ο Κάντ, αντίθετα, γιά τον οποίον το κράτος είναι έξ ίσου κατι το εξωτερικώς δεδομένο, προσπαθεί νά συνδυάση τις έννοιες κράτους και δικαιοσύνης. Και επειδη αύτο το επιχειρεί μέ καθαρώς φιλοσοφικά μέσα καί όχι μέ άμεσες κοινωνικές σκοπιμότητες δεδομένων τελών, ουδόλως παράξενο είναι ότι καταλήγει στό συμπέρασμα πώς έννοια τής δικαιοσύνης δέν μπορεί νά όρισθή χωρίς τις ιστορικές λύσεις που έδωσε ο Χριστιανισμός στα αρχαία φιλοσοφικά προβλήματα, δηλαδή ότι ή δικαιοσύνη μόνο υπερβατικά μπορεί νά όρισθή.
.~`~.
IV
IV
Η έννοια του άγαθού στήν Πολιτεία του Πλάτωνα ώς φιλοσοφική ένασχόληση δέν μπορεί νά λύση τό πρόβλημα τής ηθικής, δηλαδή τον μη εξωτερικώς εξαναγκάζοντος μέτρου, διότι παραμένει στό επίπεδο τής υποκειμενικής αντίληψης, λόγω τής φιλοσοφικής προσέγγισης του «άγαθού». Καί γιά τήν λύση τής αντινομίας αυτής, αφού τό κράτος στήν Πολιτεία είναι ήθικός οργανισμός, αναγκάζεται ό Πλάτωνας νά κάνη τόν βασιλέα-φιλόσοφο του «μυστικό», του οποίου η κοινωνική λειτουργία εκπληρούται διά τής πίστεως μάλλον παρά διά τής φιλοσοφίας... Από εδώ ως τον Χριστιανισμό η απόσταση είναι ελάχιστη: γιά τόν Απόστολο Παύλο ή λύση βρίσκεται στό... δόγμα, πράγμα πού σημαίνει οτι δικαιοσύνη καί ηθική ταυτίζονται. Η δικαιοσύνη αποκτά πλέον «ορισμό»... Ο τέτοιος όμως «ορισμός» τής δικαιοσύνης, που «μέτρο» της υποθέτει το ηθικό «οφείλειν» του δόγματος, δεν είναι εκείνος πού έπιτρέπει εύκολα την λειτουργία κάποιου «θετικού δικαίου», μεταβλητού κατά περίπτωση καί συνθήκες... και αυτό άκριβώς είδαμε από τό στόμα του Ντοστογιέφσκυ. Αλλά και η φιλοσοφία του θετικού δικαίου στό ίδιο ακριβώς συμπέρασμα καταλήγει: «η μορφή τον φυσικού δικαίου δέν είναι τό κράτος'ούτε το κράτος με την ευρεία έννοια μιας αναγκαστικης τάξεως ούτε το κράτος με την στενή έννοια της εξαναγκαζούμενης οργανώσεως κατά την κατανομή τής έργασίας. Εάν υπό τόν όρον "αναρχία"νοήσωμε όχι απλώς τήν έλλειψη κάθε τάξεως, άλλά τήν ίδεα μιάς μή κρατικής τάξεως, απηλλαγμένης εξαναγκασμού, τότε μπορούμε να πούμε οτι το φυσικό δίκαιο είναι ακριβώς αυτή ή "αναρχική"τάξη. Πράγματι, κάθε άναρχικη θεωρία δεν ειναι τίποτε άλλο παρα μια διδασκαλία περί φυσικού δικαίου. Οι προϋποθέσεις του αναρχισμού είναι οι ειδικές συνθήκες τής ιδέας περί φυσικού δικαίου... Όλες οι προσπάθειες νά χωρισθή τό δίκαιο από τό κράτος, δίκαιο καί κράτος νά θεωρηθούν ώς δύο διάφορες στό Είναι τους οντότητες (Wesenheiten), ολόκληρος ό κατά πολυπλοκώτατες παραλλαγές εμφανιζόμενος δυαδισμός περί δικαίου καί κράτους, είναι στό απώτατο βάθος του καί στόν έσχατον σκοπό του ο πυρήνας μιάς περί φυσικού δικαίου εκδοχής (naturrechtlichen Ursprungs)» — βλ. Η. Kelsen, μν. έ σελ. 81-82.
Αυτό όμως ακριβώς είναι καί τό πρόβλημα του καισαροπαπισμού στό Βυζάντιο. Είναι συνεπώς ανάγκη σήμερα νά εγκύψωμε στους τρόπους μέ τους οποίους κατάφεραν νά διοικηθούν οί μεσογειακοί κόσμοι στό παρελθόν μέ αποκλειστικό έμβλημα την... «αναρχία»! Δεν είναι εκπληκτικό ότι επί δύο χιλιετίες μπόρεσαν νά διοικηθούν αυτοί οί κόσμοι τόσο σταθερά καί με ένα τέτοιο έμβλημα πού άποτελούσε τήν αμετάθετη φιλοσοφική συνείδηση του μεμονωμένού ατόμου; Εξαντλείται η φύση των πραγμάτων στην παρόλα τών «ειδικών» περί «ανατολικού δεσποτισμού»; Αν μάς χρειάζεται μία επέκταση τών σχετικών γνώσεών μας σήμερα, είναι ακριβώς γιατί οί μάζες επί του πλανήτη καθίστανται όλο καί πιό πολύ αδιοίκητες...
Οί «κεκτημένες ευκολίες» του θετικού δικαίου που ονομάζουν τα προβλήματα «εθνικισμούς» καί ασχολούνται έν συνεχεία με τήν εξεύρεση «κυρώσεων» -όπως βλέπομε καί από την πολιτική τής Ευρωπαϊκής Ένωσης-, μάλλον δέν μοιάζει νά ειναι ο ενδεδειγμένος «φιλοσοφικός δρόμος» οργανώσεως του κόσμου. Με τον φιλελευθερισμό μπορούμε να πούμε ότι συνέβη ιστορικά αυτό πού οί νομικοί καί οί ηθικολόγοι όνομάζουν «ετερογονία σκοπών»: ρίχνεις μιά σφαίρα στόν δρόμο νά σκοτώσης εναν άνθρωπο, αλλα η σφαίρα ξαστοχει και τρυπάει εναν τοιχο από τον οποίον ξαφνικα αρχίζει νά ρέη χρυσάφι... Ο φιλελευθερισμός θέλησε νά σκοτώση ιστορικά όλο τό παρελθόν της Μεσογειου, αλλα αντ'αυτού ευρηκε τά... αυτοκίνητα. Θα ευχαριστήσωμε λοιπόν σήμερα απείρως τόν φιλελευθερισμό για ό,τι προσέφερε στην άνθρωπότητα (προσφορά μεγαλειώδης, που απαίτησε κολοσσιαια ποσα κοπων και θυσιών) καί έν συνεχεία θα τον πετάξωμε στόν κάλαθο των άχρήστων. Διότι παίρνοντας το χρυσάφι έξέχασε τόν σκοπό καί μάς ωδήγησε στήν κατάσταση του Μίδα... Ως τελευταίον οπαδό θα αφήσωμε τόν κ. Μητσοτάκη...
.~`~.
V
V
Περιττόν βέβαια νά πούμε ότι το υπόβαθρον τής λαϊκής ιδεολογίας του λιμπεραλισμού είναι η... Βιολογια κατά «χρησίμους» τρόπους έρμηνευομένη. Η συνείδηση είναι έπίκτητον βιολογικώς φαινόμενο, δηλαδή μιά «κακή συνήθεια» του ανθρώπου, που πρέπει διά τής «ψυχοθεραπείας» νά άποβάλη ώς «λογικό όν». Το μικρό παιδί δέν έχει συνείδηση. Βασανίζει τα ζώα, διαμελίζει τα έντομα, καταστρέφει ό ,τι πιάση στό χέρι του (άρα ή επιθετικότητα είναι στήν φύση του ανθρώπου) και αυτό που λέμε «συνείδηση» είναι μιά επίκτητη ιδιότητα αγωγής από τό «μη-μη» τών γονέων. Κατά τόν ίδιον τρόπο μπορεί να αμφισβητηθή η σεξουαλική ιδιότητα των ειδών, επειδή δέν την εμφανίζουν στά πρώτα στάδια, στόν δέ άνθρωπο ειδικά νά θεωρηθή «επίκτητος» απλώς καί μόνο επειδή... ύπάρχουν οι οίκοι άνοχής!
Ότι ό άλτρουϊσμός αποτελεί βασική προϋπόθεση διατηρήσεως των ειδών καί ότι η φύση τον εγκαθίδρυσε βαθύτατα σε όλων των ειδών τα οργανικά οντα δια του «μητρικού ενστίκτου» ή ότι ακόμη και στην ζούγκλα τά είδη δίνουν σήματα συναγερμού όταν πλησιάζη κίνδυνος (καθαρό αλτρουϊστικό ένστικτο επιβίωσης), ή μέχρι καί τά κατοικίδια που ουρλιάζουν πριν από την έλευση μεγάλου σεισμού και είδοποιούν τον άνθρωπο, αυτά όλα δέν χρησιμεύουν γιά την ιδεολογία του λιμπεραλισμού. Η Βιολογία «φιλελευθεροποιείται» κι'αυτή καταλλήλως, για να στηρίξει τίς πιό άπλοϊκές απόψεις περί «σοσιαλδαρβινισμού» ως τό «επιστημονικό» επέκεινα τών ήδονιστικών άξιωμάτων. Το μεγαλο ψάρι τρώει τό μικρό, άρα ο δυνατός τόν αδύνατο, ο ψηλός τον κοντό, ό άσπρος τον μαύρο, ο πλούσιος καί «ικανός» τόν φτωχό κ.ο.κ. Πως τώρα γίνεται και οι τόσο «έπιστημονικά» απλές αυτές αντιλήψεις δέν παρατηρήθησαν στά πλαίσια άλλων πολιτισμών; Είναι δυνατόν οι τόσο «αυτονόητες» αυτές αρχές να έμειναν τόσες χιλιάδες χρόνια έπιστημονικώς απαρατήρητες καί νά παρουσιάσθηκαν τόσο ξαφνικά όλες μαζεμένες στόν αίώνα τής αποικιοκρατίας; Και μπορει όντως η σοφη οικονομία της φύσης διατηρήσεως των ειδών νά όνομασθή «περί ύπάρξεως αγώνας»; Η φύση έφκιαξε τα είδη γιά νά υπάρχουν καί όχι γιά να αγωνιζωνται να υπάρχουν. Υπάρχει ειδος που τρώει τό είδος του ώς «κανόνας» υπάρξεως; Ο πόλεμος στήν φύση είναι προαγωγόν στοιχείο τής ζωής, δηλαδή συνθήκη διατηρήσεως των ειδών καί όχι στοιχείο καταστροφής των. Αυτή είναι ή μικρή διαφορά του «σοσιαλδαρβινισμού» από τούς μηχανισμούς της φύσης: ότι η φύση δημιουργεί, ενώ ο λιμπεραλισμός με τη φιλοσοφία του καταστρέφουν.
Η έννοια της καταστροφής είναι έγγενής στήν φιλοσοφία του λιμπεραλισμού, διότι συνδυάζει έναν κίνδυνο με ένα κακό. Κινδυνώδες πράγμα είναι η ίδια ή τεχνολογία καθ'έαυτήν και το κακό είναι ή φύση του ανθρώπου που θέλει δρώσα ό λιμπεραλισμός. Ο λιμπεραλισμός είχε ανάγκη νά υίοθετήση την χωρίς μέτρο άνάπτυξη τής τεχνολογίας, διότι αύτό ανταποκρινόταν στα φιλοσοφικά του επιτάγματα (αν μιά εφεύρεση δίνη κέρδος, πώς θά μπορουσε νά μή χρησιμοποιηθή;). Ποιό θα ήταν αυτό που θά μπορουσε νά «ανταλλαγή» κατά το τρίτον επίταγμα του Α. Σμίθ, αν όχι τεχνολογικά προΐόντα; Καί εξώδευσε μεν απείρως ανθρώπους, τους «λιγώτερο ίκανους» κατά τις απόψεις του Λώκ (άν ό Μάρξ έγραφε τό Κεφάλαιο κάπου άλλού και όχι στήν Αγγλία, τό ανθρωπιστικό νόημα τών θεωριών του δεν θά έκαλύπτετο γιά τόσα χρόνια άπό τό οικονομικό), όπως και κάθε δυνατότητα φυσικής πηγής, άλλά παρ'όλες τις οικολογικές καταστροφές και τις επαναστάσεις του παρελθόντος, τό νόημα τής βασικής καταστροφής βρίσκεται στο μέλλον καί όχι στό παρελθόν ή τό παρόν. Είναι κάτι που γίνεται αργά καί ανεπαίσθητα. Πρίν όμως άπ αυτό, πρέπει νά πούμε -καί τούτο πρός μείζονα διευκρίνηση τής έννοίας τής «δημοκρατίας»-, ότι οί εργαζόμενες μάζες τής Ευρώπηςβασικά δέν ενδιαφέρονται καθόλου γιά τήν πολιτική, βγάζουν απλώς τήν παραγωγή, μέ μή ίσως καθαρή άλλά πλήρη επίγνωση του αδιεξόδου καί πεπεισμένες περι του «πεπρωμένου» της καταστροφής του κόσμου, φροντίζοντας απλώς γιά την μή μείωση του μεροκάματού, που θά τους επιτρέψη την «ηδονιστική πραγμάτωση» της προσφερόμενης κατανάλωσης (και της προσφερόμενης βέβαια «Gesinnungsethik» του Ράμπο - του ήρωα της τηλεόρασης που πολεμάει για τις «αρχές της φιλοπατρίας», του «ηρωϊσμού» και του «καθήκοντος»...). Η ιδεολογία της «ευμάρειας»έχει λόγους να εξοβελίζη τα σημαινόμενα της διαδικασίας της, που είναι ακριβώς η διαμόρφωση ενός κόσμου άνευ νοήματος. Και ιδου γιατί:
Ολοκλήρωση μέρους β´
.~`~.
Για περαιτέρω ιχνηλάτηση και πληρέστερη προοπτική
Για περαιτέρω ιχνηλάτηση και πληρέστερη προοπτική
*