Quantcast
Channel: Κοσμοϊδιογλωσσία
Viewing all articles
Browse latest Browse all 1483

Από την πρώην Γιουγκοσλαβία, το Κόσοβο και τη Βοσνία, στην Ανατολική Ευρώπη (και τη Μέση Ανατολή). Η εφαρμογή μιας στρατηγικής και η συνέχεια των «ιδεαλιστικών» και «ρεαλιστικών» στοιχείων της. Το σημείο τομής των γεωπολιτικών κενών και των πεδίων γεωπολιτισμικών αντιπαραθέσεων ή η «σύγκρουση των πολιτισμών», η διεύρυνση του ΝΑΤΟ και της «Δύσης», οι ανταγωνισμοί και τα στοιχεία συνέχειας της ευρασιατικής στρατηγικής των ΗΠΑ.

$
0
0
.
...η επιχείρηση στο Κόσοβο επικεντρώθηκε στην ακύρωση της σερβικής αεράμυνας.
Οι εθνικές σφαγές στο Κόσοβο δεν οφείλονται στο σύστημα αεράμυνας...

.~`~.
Εισαγωγή

Η χρονική στιγμή κατά την οποία πραγματοποιήθηκε η επιχείρηση στο Κόσοβο, το εύρος της και η μέθοδος που ακολουθήθηκε αποδεικνύουν ότι η υλοποίηση της βασίστηκε, πέραν των ισορροπιών που αφορούν το Κόσοβο και την περιοχή, σε στρατηγικούς υπολογισμούς. Άλλωστε, δεν είναι τυχαίο ότι η επιχείρηση αυτή πραγματοποιήθηκε πριν από τη Σύνοδο του ΝΑΤΟ, η οποία στα πλαίσια των σχεδίων διεύρυνσης του θα επικύρωνε την ένταξη στον οργανισμό της Πολωνίας, της Ουγγαρίας και της Τσεχίας και θα επαναδιατύπωνε τη στρατηγική αποστολή του.
Το ΝΑΤΟ και οι ΗΠΑ, έχοντας αποφασίσει να καλύψουν το γεωπολιτικό κενό που παρουσιάστηκε στην Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη, αναλαμβάνουν έναν νέο εξισορροπητικό στρατηγικό ρόλο επί του άξονα, ο οποίος εκτείνεται από την Πολωνία ως την Αδριατική. Με την επιχείρηση αυτή επιδιώχθηκε να μειωθεί κάτω από ένα συγκεκριμένο επίπεδο η στρατιωτική ισχύς της Σερβίας, η οποία διέθετε τη σοβαρότερη στρατιωτική δύναμη επι του στρατηγικού αυτού άξονα και ήταν εμφανής η πρόθεση της να κάνει ανεξέλεγκτη χρήση αυτής της ισχύος στη Βοσνία. Αυτός ήταν και ο λόγος που η επιχείρηση στο Κόσοβο επικεντρώθηκε στην ακύρωση της σερβικής αεράμυνας. Οι εθνικές σφαγές στο Κόσοβο δεν οφείλονται στο σύστημα αεράμυνας. Ωστόσο, αυτό το σύστημα αεράμυνας, λαμβάνοντας υπόψη τα μελλούμενα, αποτελούσε το μοναδικό στοιχείο το οποίο ήταν σε θέση να απειλήσει την αποτρεπτική και αποτελεσματική ισχύ που διέθετε το ΝΑΤΟ.
Στο πλαίσιο αυτό αποκτά σημασία για το ΝΑΤΟ, πέραν από το ζήτημα του Κοσόβου, και το ζήτημα της Βοϊβοδίνας, που μπορεί να ανακύψει μεταξύ Ουγγαρίας -η ένταξη της οποίας στο ΝΑΤΟ έχει εξασφαλιστεί- και Σερβίας. Μια ενδεχόμενη σερβοουγγρική σύρραξη στη Βοϊβοδίνα, στην οποία πλειονότητα είναι ο ουγγρικός πληθυσμός, μετά την ένταξη της Ουγγαρίας στο ΝΑΤΟ θα πάψει πλέον να αποτελεί ένα περιφερειακό ζήτημα και θα μετατραπεί σε ΝΑΤΟσερβική σύρραξη. Γι'αυτόν τον λόγο στις επιχειρήσεις του ΝΑΤΟ επιδιώχθηκε όχι μόνο να τερματιστεί η εθνοκάθαρση στο Κόσοβο αλλά και η μείωση της στρατιωτικής ισχύος της Σερβίας σε επίπεδο το οποίο μπορεί να τεθεί υπό ολοκληρωτικό έλεγχο.
---------------------------------------------------------------
Κόσοβο, Βοϊβοδίνα, Μπουκοβίνα; Υπερδνειστερία; Γαλικία; ευρωκεντρισμοί και στρατηγικά συμφέροντα
1.Αυτό όμως πού έχει σημασία είναι ὁ τρόπος πού ἀκόμη σήμερα ἡ δυτική Εὐρώπη αντιμετωπίζει νοητικά τὰ προβλήματα καὶ τὰ ιδεολογήματα πού θέλει νὰ τὰ περίκλειση. «Μωαμεθανικὸν ἔθνος» λέγει είναι οἱ Σλάβοι τῆς Βοσνίας-Ἐρζεγοβίνης καὶ τὰ προβλήματα τῶν πολέμων είναι ἀνωριμότητες «ἐθνικισμῶν». Αυτή είναι ἡ νέα «κοινὴ γνώμη»... Δὲν είναι τάχα μιὰ άμεση συνέπεια τῆς κατευθυνόμενης ἰδεολογίας μὲ παραστάσεις τοῦ παρελθόντος (γενοκτονίες καὶ ξεριζώματα) ἡ «αὐτονόητη» σήμερα «ἐπιστημονικὴ θέση» περί τῆς υψηλής παιδαγωγικής σημασίας τῶν τοπικών πολέμων στὴν πιὸ πολύπλοκη περιοχή τοῦ κόσμου καὶ άμεσης ζωτικής σημασίας γιὰ ὁλόκληρη τὴν Εὐρώπη;...
Όταν ο Λιθουανός, ο Ούγγρος ή ο Βούλγαρος λένε «Ευρώπαική Ένωση» και «δημοκρατία» εννοούν λεφτά, ενώ όταν λένε «ΝΑΤΟ» εννοούν ότι θέλουν να λυθούν τα εθνικά προβλήματα του παρελθόντος που τους βαρύνουν. Εννοούν την Συνθήκη του Τριανόν και του Νεϊγύ. Και των πολλών άλλων ανάλογων που υπάρχουν στην... «θύρα της Ευρώπης». Όταν ο Ούγγρος λέει «Ευρωπ. Ένωση» και «ΝΑΤΟ», δεν εννοεί ότι του λείπουν δημοδιδάσκαλοι που διδάσκουν την δημοκρατία'εννοεί ότι θέλει αλλαγή των συνθηκών εκείνων που τον μετέβαλαν από ένα προεξέχοντα λαό της κεντρικής Ευρώπης, σε μια μειονότητα γύφτων. Και όταν λέει τα ίδια πράγματα ο Αλβανός, εννοεί ότι θέλει μια λύση εκείνων των προβλημάτων που μετέβαλαν την χώρα του -μια από τις πλουσιότερες και στρατηγικότερες χώρες της Μεσογείου, που αποτέλεσε τον φορέα ενός από τα πιο ανεπτυγμένα και πλούσια τμήματα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας ως τις αρχές του 19ου αιώνα- σε μια επικράτεια από παρίες. Έχει όμως η «Ευρώπη» καμία λύση γι'αυτά τα προβλήματα;. Τους «διανοούμενους της Ευρώπης» είδαμε ότι δεν τους απασχολούν τέτοια προβλήματα, ενώ με την κρίση της Βοσνίας είδαμε ότι η «ευρωπαϊκή πολιτική» εξαντλείται απλώς στο «Prestige» των «μεγάλων δυνάμεων» του παρελθόντος. Ακόμη... Αλλά λύσεις δεν είδαμε, ακριβώς διότι μέσα στα πλαίσια της παραδεδομένης πολιτικής δεν υπάρχουν λύσεις γι'αυτά τα προβλήματα.
Τι λύση μπορεί να είναι τα «καντόνια»; Η Βοσνία είναι φυλετικά σερβική (και οι μωαμεθανοί, Σέρβοι φυλετικά είναι) με μεγάλους θύλακες μωαμεθανών στο κέντρο και ορισμένους Κροατών νοτιοδυτικά. Πως θα δεχθεί τα καντόνια ο Σέρβος; Να γίνει πάλι η Βοσνία δύο κράτη; Ο χωρισμός θα περάσει αναγκαστικά μέσα από τους μωαμεθανούς, οπότε δεν μπορούν να το δεχθούν αυτοί.
Αυτές οι «λύσεις», στις οποίες εξαντλήθηκαν οι προσπάθειες των «μεσολαβητών», δεν αποτελούν λύσεις, διότι ακριβώς προέρχονται από δυτικοευρωπαϊκές παραστάσεις περί πολιτικής του παρελθόντος. Τα σημερινά προβλήματα των Βαλκανίων προέρχονται από κοινωνικές και ιδεολογικές πραγματικότητες πολύ πιο προωθημένες και πολύπλοκες απ'όσο επιτρέπει η ιδεολογική δομή των σημερινών διεθνών οργανισμών που προσπαθούν να τα επιλύσουν. Οι ιδεολογικές αρχές του ΟΗΕ είναι η αρχή της «εθνικής κυριαρχίας» και τα «ανθρώπινα δικαιώματα». Μ'αυτές όμως τις αρχές δεν μπορεί να δουλέψει ο ΟΗΕ σε κράτη σαν αυτά των Βαλκανίων και της Ανατολικής Ευρώπης, τα οποία είναι κράτη με ένα ποσοστό 30-50% ξένων πληθυσμών στο έδαφος τους. Ανάλογα προβλήματα η δυτική Ευρώπη δεν γνωρίζει. Τα προβλήματα μειονοτήτων σ'αυτήν είναι συνοριακής φύσεως προβλήματα, δηλαδή προβλήματα που μπορούν να κανονισθούν με «συμβάσεις», και μόνο η Γερμανία προπολεμικά είχε προβλήματα στην ανατολική Ευρώπη ανάλογα αυτών των Βαλκανίων. Για τα οποία χρειάσθηκε ο β'παγκόσμιος πόλεμος...
2.Από τα προβλήματα που παρουσιάσθηκαν στον κόσμο μετά το 1989 -προβλήματα δαιδαλώδη και δυσεπίλυτα και καθαρά δημιουργήματα της ευρωπαϊκής πολιτικής του παρελθόντος- κανένα δεν υπήρχε στην νόηση των θεωρητικών της «φιλοσοφίας της ιστορίας» και των κανόνων παιχνιδιού της «δημοκρατίας». Και συνεχίζουν να μιλούν περί «εθνικισμών» εκεί ακριβώς που υπάρχουν μόνο και μόνο προβλήματα πολιτισμών και ιστορίας. Η υπέρογκη προσοχή και ωριμότητα όλων των βαλκανικών λαών ως προς τα εθνικιστικά προβλήματα, παρ'όλον που αυτοί έχουν τα σοβαρότερα όλων παραμένει ως γεγονός τελείως απαρατήρητο. Άρα, λοιπόν, ότι ο «υπανάπτυκτος» Αλβανός του Κοσσυφοπεδίου βοηθεί πολύ περισσότερο την σημερινή διαμόρφωση της πολιτικής απ'ότι ο «ειδικός των συγκρούσεων» και ο πρώην «σοβιετολόγος» (των οποίων την συνεισφορά στην διαμόρφωση της πολιτικής του παρελθόντος σήμερα είμαστε εις θέση να αποτιμήσουμε επακριβώς, δηλαδή στο μηδέν), που επαναλαμβάνει διαρκώς τα ίδια σλόγκαν «κινδύνων» και «στρατηγικών», παραμένει ως διαπίστωση ακατανόητο. Αλλά σε τούτην την έλλειψη κατανοήσεως υποκρύπτεται μια άλλη...
3.Το πρόβλημα λοιπόν δεν είναι πως θα πάψουν τα Βαλκάνια να είναι πολιτικώς Βαλκάνια και να ενσωματωθούν οργανικώς στην παγκόσμια παραγωγή, αλλά πως θα βαλκανοποιηθούν περαιτέρω άλλες «χρήσιμες» περιοχές. Περί μεν των Βαλκανίων, το βλέπουμε καθαρά: από της νέας εμφανίσεως των βαλκανικών προβλημάτων (των ιδίων πάντα με τις παλαιές «εθνικές» διαιρέσεις), όλη η δυτική πολιτική στρέφεται εναντίον ενός και μόνον βαλκανικού λαού: των Σέρβων.
Πρόκειται για τον αξιολογότερο και πλέον ευρωστραφή λαό των Βαλκανίων, που θα μπορούσε ιδιαίτερα να χρησιμεύσει για μια νέα οργάνωση του βαλκανικού χώρου. Αντί τούτου όμως έχουμε νέες «δημιουργίες»: «ευρωπαϊκή» Κροατία, «ευρωπαϊκή» Βοσνία, «ευρωπαϊκή» Αλβανία και βέβαια «ευρωπαϊκό» Κόσοβο με μόνην την ιδιότητα να μη χωράει στα Βαλκάνια. Νέες «σχιζοφρένειες» δηλαδή, κατα τους χαρακτηρισμούς του κ. Huntington, που σκοπό έχουν να διατηρούν τα Βαλκάνια Βαλκάνια. Αλλά τούτες οι «σχιζοφρένειες» έχουν τους απώτερους στρατηγικούς τους λόγους...
Γεράσιμος Κακλαμάνης. Συνέχεια στην ανάρτηση: Το μέλλον της Ε.Ε, η Ανατολική Ευρώπη -η Ουκρανία- και τα Βαλκάνια, ο Huntington, ο Brzezinski και οι πλανητικές πολιτικές των Η.Π.Α. Τα «Ανθρώπινα δικαιώματα», η «σύγκρουση των πολιτισμών» και τα «Ευρασιατικά Βαλκάνια» ως βαλκανοποίηση της υφηλίου και καλλιέργεια της ελεγχόμενης αναρχίας. Η απόρριψη του διλήμματος μεταξύ πυρηνικού ολοκαυτώματος ή πολιτιστικής ανυπαρξίας - προς μιας νέα ιστορική σύνθεση που θα εναντιώνεται στις θεωρίες και τους υπολογισμούς γραφείου-εργαστηρίου.
---------------------------------------------------------------
Όλα τα παραπάνω δείχνουν ότι το ΝΑΤΟ, έχοντας πάψει να αποτελεί έναν αμυντικό συνασπισμό, ο οποίος αναλαμβάνει τις επιθέσεις εναντίον των μελών του, μετατρέπεται σε έναν οργανισμό υψηλής στρατηγικής που κατευθύνει, προσδιορίζει και ελέγχει. Με άλλα λόγια, η αμερικανική ηγεμονική τάξη, η οποία κατευθύνει και προσδιορίζει τις χρηματοπιστωτικές κινήσεις μέσω του ΔΝΤ, τις παροχές δανείων μέσω της Παγκόσμιας τράπεζας και τις εμπορικές σχέσεις μέσω του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου, θα επιδιώξει να κατευθύνει και να ελέγχει άμεσα την πορεία των στρατηγικών ισορροπιών μέσω του ΝΑΤΟ. Η νέα αυτή στρατηγική θέση αποτελεί αποτελεί μια εξέλιξη που μπορεί να επηρεάσει πέραν των ενδοευρωπαϊκών ισορροπιών και το σύστημα των Ηνωμένων Εθνών, το οποίο προέκυψε μετά το τέλος του Β'Παγκοσμίου πολέμου.
Οι προσεχείς αναζητήσεις παγκόσμιας τάξης θα επηρεαστούν σε μεγάλο βαθμό από την γκρίζα και απροσδιόριστη περιοχή μεταξύ των ορισμών του πεδίου εθνικής ανεξαρτησίας, από την οποία αντλούν τη νομιμοποίηση τους τα Ηνωμένα Έθνη, και του πεδίου διεθνών κανόνων και δικαίου.

.~`~.
I
Υποεθνικά/κρατικά και υπερεθνικά/κρατικά «ιδεαλιστικά» στοιχεία

Πρόλογος
Η πρώην Γιουγκοσλαβία ήταν η περιοχή στην οποία έγιναν οι πιο πολύπλοκοι, συγκεχυμένοι και πιο ολοκληρωμένοι πόλεμοι κατά μήκος των πολιτισμικών συνόρων στις αρχές δεκαετίας του 1990. Σε πρώτο στάδιο, στην Κροατία η κροατική κυβέρνηση και οι Κροάτες πολέμησαν εναντίον των Σέρβων της Κροατίας και στη Βοσνία-Ερζεγοβίνη η βοσνιακή κυβέρνηση πολέμησε εναντίον των Σέρβων και των Κροατών της Βοσνίας, οι οποίοι επίσης πολέμησαν μεταξύ τους. Σε δεύτερο στάδιο, η σερβική κυβέρνηση προώθησε την ιδέα της "Μεγάλης Σερβίας"και έσπευσε να βοηθήσει τους Σέρβους της Βοσνίας και της Κροατίας. Η κροατική κυβέρνηση είχε, επίσης, τη φιλοδοξία της "Μεγάλης Κροατίας"και υποστήριξε του Κροάτες της Βοσνίας. Σε τρίτο στάδιο, έγιναν ογκώδεις πολιτισμικές συσπειρώσεις οι οποίες συμπεριελάμβαναν την Αυστρία, τη Γερμανία, το Βατικανό, άλλες ευρωπαϊκές καθολικές χώρες και ομάδες, και αργότερα τις Ηνωμένες Πολιτείες στο πλευρό της Κροατίας, ενώ από την άλλη πλευρά συσπειρώθηκαν η Ρωσία, η Ελλάδα και άλλες ορθόδοξες χώρες και ομάδες στο πλευρό της Σερβίας'στο πλευρό γενικά των Βόσνιων μουσουλμάνων βρέθηκαν το Ιράν, η Σαουδική Αραβία, η Τουρκία, η Λιβύη, η διεθνής ισλαμική στρατιωτική ομάδα επιχειρήσεων και διάφορες ισλαμικές χώρες. Οι μουσουλμάνοι έλαβαν, επίσης, βοήθεια και από τις Ηνωμένες Πολιτείες, και αυτό ήταν μια πολιτισμική παραφωνία στο κατά τα άλλα παγκόσμιο πρότυπο, σύμφωνα με το οποίο ο ένας "πολιτισμικός συγγενής"βοηθάει τον άλλον. Οι Κροάτες της διασποράς στη Γερμανία και οι Βόσνιοι της διασποράς στην Τουρκία υποστήριξαν τις πατρίδες τούς. Οι εκκλησίες και οι θρησκευτικές ομάδες από όλες τις αντιμαχόμενες πλευρές δραστηριοποιήθηκαν. Οι ενέργειες τουλάχιστον της γερμανικής, της τουρκικής, της ρωσικής και της αμερικάνικης κυβέρνησης επηρεάστηκαν σημαντικά από ομάδες πίεσης και την κοινή γνώμη των κοινωνιών τούς.
Η υποστήριξη που παρείχαν ομάδες δευτέρου και τρίτου βαθμού συμμετοχής στις αντιπαραθέσεις, ήταν ουσιαστική για τη διεξαγωγή του πολέμου και οι περιορισμοί που επέβαλαν ήταν ουσιαστικής σημασίας για τον τερματισμό του. Η κροατική και η σερβική κυβέρνηση έδωσαν όπλα, εφόδια, οικονομική βοήθεια, καταφύγιο και, κατά καιρούς, στρατιωτική βοήθεια στους λαούς τούς που μάχονταν σε άλλες δημοκρατίες. Οι Σέρβοι, οι Κροάτες και οι μουσουλμάνοι έλαβαν σημαντική βοήθεια από πολιτισμικούς συγγενείς που βρίσκονται εκτός της πρώην Γιουγκοσλαβίας με τη μορφή χρημάτων, όπλων, εφοδίων, εθελοντών, στρατιωτικής εκπαίδευσης και πολιτικής και διπλωματικής υποστήριξης. Οι μη κυβερνητικοί άμεσα εμπλεκόμενοι Σέρβοι και Κροάτες ήταν γενικά περισσότερο ακραίοι ως προς τα εθνικιστικά τούς αισθήματα, εμμένοντας χωρίς την παραμικρή υποχώρηση στις απαιτήσεις τούς, και επιθετικοί στη διεκδίκηση των στόχων τούς. Οι σε δεύτερο βαθμό εμπλεκόμενες κυβερνήσεις της Κροατίας και της Σερβίας αρχικά υποστήριξαν έντονα τούς άμεσα εμπλεκόμενους συγγενείς τούς, αλλά τα δικά τούς, πιο εκτεταμένα συμφέροντα τις οδήγησαν στη συνέχεια σε πιο μεσολαβητικούς και συγκρατημένους ρόλους. Με παρόμοιο τρόπο, οι σε τρίτο βαθμό εμπλεκόμενες κυβερνήσεις της Ρωσίας, της Γερμανίας και της Αμερικής πίεσαν τις σε δεύτερο βαθμό εμπλεκόμενες κυβερνήσεις που υποστήριζαν, ώστε να συγκρατηθούν και να προχωρήσουν σε συμβιβασμό.

α´
Η διάλυση της Γιουγκοσλαβίας ξεκίνησε το 1991, όταν η Σλοβενία και η Κροατία έκαναν τις πρώτες προσπάθειες να αποκτήσουν την ανεξαρτησία τούς και απηύθυναν έκκληση στις δυτικοευρωπαϊκές δυνάμεις, να τις υποστηρίξουν. Η Γερμανία ήταν αυτή που καθόρισε την αντίδραση της Δύσης. Η αντίδραση της Γερμανίας καθορίστηκε, σε μεγάλο βαθμό, από τούς ρωμαιοκαθολικούς. Η κυβέρνηση της Βόννης δέχτηκε πιέσεις από τους Γερμανούς ρωμαιοκαθολικούς, δηλαδή το κόμμα της Χριστιανοσοσιαλιστικής Ένωσης της Βαυαρίας που συμμετείχε στην κυβέρνηση, από την εφημερίδα Frankfurter Allgemeine Zeitung, καθώς και από άλλα μέσα μαζικής ενημέρωσης. Πιο συγκεκριμένα, τα ΜΜΕ της Βαυαρίας έπαιξαν σημαντικό ρόλο στην προβολή το θέματος της αναγνώρισης της κροατικής και σλοβενικής ανεξαρτησίας. Η Φλόρα Λούις σημειώνει ότι "όταν ξεκίνησε ο πόλεμος των Κροατών και των Σέρβων, η τηλεόραση της Βαυαρίας, που στηρίζεται στην ιδιαίτερα συντηρητική κυβέρνησή της και στη δυναμική Βαυαρική Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία, η οποία, με τη σειρά της, έχει στενούς δεσμούς με την Εκκλησία της Κροατίας, μετέδιδε τις ανταποκρίσεις σε όλη τη Γερμανία. Η κάλυψη των γεγονότων ήταν εξαιρετικά μονόπλευρη". Η γερμανική κυβέρνηση ήταν διστακτική όσον αφορά την αναγνώριση, αλλά με δεδομένες τις πιέσεις από το γερμανικό λαό, δεν είχε και πολλά περιθώρια επιλογών. "Η αναγνώριση της Κροατίας από τη Γερμανία ήταν αποτέλεσμα της πίεσης της κοινής γνώμης και όχι αυτοτελής απόφαση της κυβέρνησης". Αρχικά, η Γερμανία άσκησε πίεση στην Ευρωπαϊκή Ένωση για να αναγνωρίσει την ανεξαρτησία της Σλοβενίας και της Κροατίας και μετά, όταν είχε εξασφαλίσει την υποστήριξή της, προχώρησε σε μονομερή αναγνώριση το Δεκέμβριο του 1991. "Σε όλη τη διάρκεια του πολέμου", παρατήρησε το 1995 ένας Γερμανός μελετητής, "η Βόννη θεωρούσε την Κροατία και το Φράνιο Τούτζμαν ως προστατευόμενους της γερμανικής εξωτερικής πολιτικής. Μπορεί η αλλοπρόσαλλη συμπεριφορά του Τούτζμαν να ήταν ενοχλητική, είχε όμως την σίγουρη υποστήριξη της Γερμανίας".
Αμέσως μετά την Γερμανία, η Αυστρία και η Ιταλία αναγνώρισαν τις δυο χώρες. Ακολούθησαν οι άλλες ευρωπαϊκές χώρες και οι ΗΠΑ. Επίσης, το Βατικανό διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο. Ο Πάπας διακήρυξε ότι η Κροατία αποτελεί "τον προμαχώνα της δυτικής χριστιανοσύνης"και βιάστηκε να προσφέρει διπλωματική αναγνώριση στις δυο χώρες πριν από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Συνεπώς, το Βατικανό έγινε θιασώτης του πολέμου και πλήρωσε τις συνέπειες το 1994, όταν ο Πάπας προγραμμάτιζε να επισκεφτεί τις τρεις δημοκρατίες. Η Σερβική Ορθόδοξη Εκκλησία αντέδρασε και έτσι η επίσκεψη του Πάπα στο Βελιγράδι αναβλήθηκε, ενώ η απροθυμία των Σέρβων να εγγυηθούν την ασφάλειά του οδήγησε στη ματαίωση της επίσκεψης του Πάπα και στο Σαράγεβο. Ωστόσο, ο Πάπας επισκέφθηκε το Ζάγκρεμπ, όπου τίμησε τον καρδινάλιο Αλοϊζέγιε Σεπτινάκ, ο οποίος στο δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο είχε συνεργαστεί με το φασιστικό κροατικό καθεστώς που δίωκε και έσφαζε Σέρβους, Εβραίους και Τσιγγάνους.
Η Κροατία, έχοντας κατοχυρώσει την αναγνώριση της ανεξαρτησίας της από τη Δύση, προχώρησε στην ενίσχυση των στρατιωτικών της δυνάμεων παρά το εμπάργκο που είχε κηρύξει ο Ο.Η.Ε. σε όλες τις δημοκρατίες της πρώην Γιουγκοσλαβίας το Σεπτέμβριο του 1991. Τα όπλα άρχισαν να καταφθάνουν στην Κροατία από τις ευρωπαϊκές ρωμαιοκαθολικές χώρες, όπως η Γερμανία, η Πολωνία και η Ουγγαρία, αλλά και από λατινοαμερικάνικες χώρες, όπως ο Παναμάς, η Χιλή και η Βολιβία. Καθώς ο πόλεμος κλιμακώθηκε το 1991, οι ισπανικές εξαγωγές όπλων, που πολλοί ισχυρίζονταν ότι "το Opus Dei είχε υπό τον έλεγχό του", εξαπλασιάστηκαν μέσα σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα. Πολλές από αυτές τις εξαγωγές πήραν το δρόμο για το Ζάγκρεμπ και τη Λιουμπλιάνα. Το 1993, η Κροατία απέκτησε αρκετά Μιγκ 21 από τη Γερμανία και την Πολωνία, εν γνώσει των κυβερνήσεών τους. Οι κροατικές ένοπλες δυνάμεις δέχτηκαν την προσφορά πολλών εκατοντάδων εθελοντών από "τη Δυτική Ευρώπη, την κροατική διασπορά και τις ρωμαιοκαθολικές εκκλησίες της Ανατολικής Ευρώπης", που λαχταρούσαν να πολεμήσουν για μια "χριστιανική σταυροφορία εναντίον του σερβικού κομμουνισμού και του ισλαμικού φονταμενταλισμού". Επαγγελματίες στρατιωτικοί από τις δυτικές χώρες προσέφεραν τεχνική υποστήριξη. Αυτή η υποστήριξη από τις συγγενικές χώρες βοήθησε την Κροατία να ενισχύσει τις ένοπλες δυνάμεις της και τις κατέστησε ικανές να αντιμετωπίσουν το σερβοκρατούμενο γιουγκοσλαβικό στρατό.
Επιπλέον, η δυτική υποστήριξη στην Κροατία εκφράστηκε και με το γεγονός ότι η Δύση παρέβλεψε την εθνική κάθαρση και τις παραβιάσεις των ανθρώπινων δικαιωμάτων καθώς και του δικαίου του πολέμου από την πλευρά των Κροατών, ενώ καταδίκασε για τους ίδιους λόγους τους Σέρβους. Το 1995 η Δύση σιώπησε όταν ο κροατικός στρατός εξαπέλυσε επίθεση εναντίον των Σέρβων στην Κράινα, μια περιοχή που κατοικούσαν οι Σέρβοι από αιώνες'οι επιθέσεις αυτές ανάγκασαν πολλούς να καταφύγουν πρόσφυγες στη Βοσνία και τη Σερβία. Η Κροατία, επίσης, δέχτηκε βοήθεια από τους Κροάτες της διασποράς. Εύποροι Κροάτες από τη Δυτική Ευρώπη και τη βόρεια Αμερική συνεισέφεραν χρήματα για την αγορά όπλων και εξοπλισμών. Επιπλέον, σι οργανώσεις των Κροατών στις ΗΠΑ ασκούσαν πιέσεις στο Κογκρέσο και στον πρόεδρο. Μεγάλη, όμως, επιρροή άσκησαν οι 600.000 Κροάτες που ζουν στη Γερμανία. Τροφοδοτώντας με εκατοντάδες εθελοντές τον κροατικό στρατό "οι κροατικές Κοινότητες του Καναδά, των ΗΠΑ, της Αυστραλίας και της Γερμανίας κινητοποιήθηκαν για να υπερασπιστούν την καινούργια τους πατρίδα". Το 1994, οι ΗΠΑ έλαβαν και αυτές μέρος στη δημιουργία του κροατικού στρατού. Αγνοώντας τις μαζικές κροατικές παραβιάσεις του εμπάργκο του Ο.Η.Ε., οι ΗΠΑ προσέφεραν στρατιωτική εκπαίδευση στους Κροάτες και μάλιστα εξουσιοδότησαν υψηλόβαθμους απόστρατους αξιωματικούς του αμερικάνικου στρατού να τους συμβουλεύουν. Επιπλέον, οι κυβερνήσεις των ΗΠΑ και της Γερμανίας έδωσαν το πράσινο φως για την κροατική επίθεση στην Κράινα το 1995. Αμερικανοί στρατιωτικοί σύμβουλοι συμμετείχαν στο σχεδιασμό αυτής της επιχείρησης, που είχε χαρακτηριστικά αμερικανικού τύπου επιχειρήσεων. Οι Κροάτες, επίσης, ισχυρίστηκαν ότι επωφελήθηκαν από τους αμερικάνικους κατασκοπευτικούς δορυφόρούς. Η Κροατία έγινε ο "de facto στρατηγικός σύμμαχός μας", δήλωσε ένας αξιωματούχος του αμερικανικού υπουργείου Εξωτερικών, ο οποίος υποστήριξε, επίσης, ότι αυτή η εξέλιξη αντικατοπτρίζει ένα μακροπρόθεσμο σχεδιασμό σύμφωνα με τον οποίο στην περιοχή της πρώην Γιουγκοσλαβίας δύο δυνάμεις θα επικρατήσουν τελικά, μια στο Ζάγκρεμπ και μια στο Βελιγράδι, μία που έχει δεσμούς με την Ουάσιγκτον και μια που έχει δεσμούς με το σλαβικό μπλοκ και τη Μόσχα.

β´
Ο πόλεμος στη Γιουγκοσλαβία προκάλεσε αντίστοιχη συσπείρωση του ορθόδοξου κόσμου γύρω από τη Σερβία. Ρώσοι εθνικιστές, στρατιωτικοί, βουλευτές και ηγέτες της ορθόδοξης εκκλησίας υποστήριξαν σαφέστατα τη Σερβία, μιλούσαν για τους Βόσνιους "Τούρκους"και άσκησαν κριτική στο δυτικό και νατοϊκό ιμπεριαλισμό. Οι Ρώσοι και Οι Σέρβοι εθνικιστές συνεργάστηκαν για να αντιδράσουν στη "νέα δυτική παγκόσμια τάξη". Αυτές οι απόψεις έβρισκαν σύμφωνο το ρωσικό λαό, Το 60% των κατοίκων της Μόσχας, για παράδειγμα, εναντιώθηκαν στις επιθέσεις του ΝΑΤΟ το καλοκαίρι του 1995. Ρωσικές εθνικιστικές ομάδες με επιτυχία στρατολογούσαν νεαρούς Ρώσους στις μεγάλες πόλεις για να υπηρετήσουν "τον αγώνα των αδελφών Σλάβων". Υπάρχουν αναφορές σύμφωνα με τις οποίες χίλιοι περίπου Ρώσοι, μαζί με εθελοντές από τη Ρουμανία και την Ελλάδα κατατάχθηκαν στο σερβικό στρατό για να πολεμήσουν τους "ρωμαιοκαθολικούς φασίστες"και τους "φανατικούς ισλαμιστές". Μια άλλη αναφορά έκανε λόγο για μια ομάδα Ρώσων με "στολές Κοζάκων"που δρούσε στη Βοσνία το 1992. Το 1995, πολλοί Ρώσοι υπηρετούσαν σε επίλεκτες σερβικές ομάδες και, σύμφωνα με μια αναφορά του Ο.Η.Ε., Ρώσοι και Έλληνες στρατιώτες συμμετείχαν στη σερβική επίθεση στην Ζέπα, μία περιοχή που βρισκόταν υπό τον έλεγχο του Ο.Η.Ε.
Παρά το εμπάργκο όπλων, οι ορθόδοξοι φίλοι της Σερβίας την προμήθευαν με τα απαραίτητα όπλα και εφόδια. Στις αρχές του 1993, ρωσικοί στρατιωτικοί οργανισμοί πούλησαν στους Σέρβους τανκς Τ-55 και αντιπυραυλικά συστήματα συνολικής αξίας 300 εκατομμυρίων δολαρίων. Ρώσοι στρατιωτικοί τεχνικοί πήγαν στη Σερβία για να χειριστούν αυτά τα συστήματα και για να εκπαιδεύσουν τους Σέρβους. Επιπλέον, η Σερβία πήρε εξοπλισμό και από άλλες ορθόδοξες χώρες η Ρουμανία και η Βουλγαρία ήταν "οι πιο δραστήριες"στην παροχή αυτής της βοήθειας, ενώ και η Ουκρανία συνεισέφερε αρκετά. Επίσης, οι ρωσικές ειρηνευτικές δυνάμεις στην ανατολική Σλαβονία έδιναν τις προμήθειες του ΟΗΕ στους Σέρβους, διευκόλυναν τις κινήσεις του σερβικού στρατού και βοηθούσαν τις σερβικές δυνάμεις να προμηθευτούν όπλα.
Παρά τις οικονομικές κυρώσεις, η Σερβία ήταν ικανή να διατηρήσει μια ανεκτή στο εσωτερικό κατάσταση χάρη στο εκτεταμένο λαθρεμπόριο καυσίμων και άλλων αγαθών από την Τιμισοάρα, που οργανώθηκε από τους αξιωματούχους της ρουμανικής κυβέρνησης, καθώς και από την Αλβανία με πρωτοβουλία πρώτα ιταλικών και ύστερα ελληνικών εταιριών με τη σύμπραξη της ελληνικής κυβέρνησης. Αποστολές τροφίμων, χημικών, ηλεκτρονικών υπολογιστών και άλλων αγαθών από την Ελλάδα πήγαν στη Σερβία μέσω της Μακεδονίας, και σημαντικές ποσότητες εξαγωγών, επίσης, έφτασαν στις χώρες αυτές από τη Σερβία. Ο συνδυασμός της επιθυμίας για δολάρια και της συμπάθειας λόγω πολιτισμικής συγγένειας ήταν αρκετός για να αγνοηθούν οι αποφάσεις του Ο.Η.Ε. εναντίον της Σερβίας, όπως επίσης και το εμπάργκο όπλων που επέβαλαν οι ΗΠΑ σε όλες τις πρώην γιουγκοσλαβικές δημοκρατίες. Κατά τη διάρκεια των γιουγκοσλαβικών πολέμων, η ελληνική κυβέρνηση αποστασιοπιοιήθηκε από τα μέτρα που επέβαλαν οι δυτικές χώρες μέλη του ΝΑΤΟ, ήταν αντίθετη στη στρατιωτική επέμβαση του ΝΑΤΟ στη Βοσνία, υποστήριξε τούς Σέρβούς στα Ηνωμένα Έθνη και προσπάθησε να επηρεάσει την κυβέρνηση των ΗΠΑ για να άρει τις οικονομικές κυρώσεις εναντίον της Σερβίας. Το 1994 ο Έλληνας πρωθυπουργός Ανδρέας Παπανδρέου τόνισε τη σημασία των ορθόδοξων δεσμών πού συνδέουν την Ελλάδα με τη Σερβία και επιτέθηκε δημόσια εναντίον τον Βατικανού, της Γερμανίας και της Ευρωπαϊκής Ένωσης επειδή έσπευσαν να προχωρήσουν στη διπλωματική αναγνώριση της Σλοβενίας και της Κροατίας στα τέλη του 1991.
Ο Μπόρις Γέλτσιν, ως ηγέτης μιας χώρας πού συμμετείχε έμμεσα στη σύγκρουση, από τη μια μεριά, είχε την επιθυμία να διατηρήσει, να διευρύνει και να αποκομίσει οφέλη από τις καλές σχέσεις του με τη Δύση και, από την άλλη, ήθελε να βοηθήσει τούς Σέρβους και να αφοπλίσει την αντιπολίτευση στη χώρα του, η οποία συχνά τον κατηγορούσε για υποχωρητικότητα απέναντι στη Δύση. Τελικά, το ενδιαφέρον του για τούς Σέρβούς επικράτησε και η ρωσική διπλωματική υποστήριξη προς αυτούς ήταν συχνή και επίμονη. Το 1993 και το 1995 η ρωσική κυβέρνηση εναντιώθηκε έντονα στην επιβολή πιο αυστηρών οικονομικών κυρώσεων στη Σερβία και η ρωσική βουλή ψήφισε σχεδόν ομόφωνα υπέρ της άρσης των κυρώσεων πού ήδη είχαν επιβληθεί στούς Σέρβους. Η Ρωσία, επίσης, πίεσε για την ενίσχύση τον εμπάργκο όπλων εναντίον των μουσουλμάνων και για την επιβολή οικονομικών κυρώσεων, εναντίον της Κροατίας. Το Δεκέμβριο τον 1993, η Ρωσία πίεσε για την ελάφρυνση των οικονομικών κυρώσεων, ώστε να της επιτραπεί να εφοδιάσει τη Σερβία με φυσικό αέριο για το χειμώνα, πρόταση η οποία απορρίφθηκε από τις ΗΠΑ και τη Μεγάλη Βρετανία. Το 1994 και το 1995 η Ρωσία εναντιώθηκε στις αεροπορικές επιδρομές του ΝΑΤΟ κατά των Σέρβων της Βοσνίας. Το 1995, η ρωσική δούμα δήλωσε την αντίθεσή της στούς βομβαρδισμούς σχεδόν ομόφωνα και απαίτησε την παραίτηση τον υπουργού Εξωτερικών Αντρέι Κόζιρεφ γιατί έκρινε αναποτελεσματική την πολιτική του για την υπεράσπιση των ρωσικών εθνικών συμφερόντων στη Βαλκανική. Επίσης, το 1995 η Ρωσία κατηγόρησε το ΝΑΤΟ για "γενοκτονία"εναντίον των Σέρβων και ο πρόεδρος Γέλτσιν προειδοποίησε ότι η συνέχιση των βομβαρδισμών θα επηρέαζε δραστικά τη συνεργασία της Ρωσίας με τη Δύση, συμπεριλαμβανομένης και της συμμετοχής της στη Συνεργασία για την Ειρήνη τον ΝΑΤΟ. "Πώς μπορούμε να φτάσουμε σε μια συμφωνία με το ΝΑΤΟ", αναρωτήθηκε, "όταν το ΝΑΤΟ βομβαρδίζει τούς Σέρβους;". Η Δύση εφάρμοζε ξεκάθαρα μια πολιτική διπλών προτύπων: "Πώς είναι δυνατόν να μη λαμβάνονται μέτρα εναντίον των μουσουλμάνων όταν αυτοί επιτίθενται; 'Η εναντίον των Κροατών όταν αυτοί επιτίθενται;". Η Ρωσία, επίσης, εναντιώθηκε σταθερά στις προσπάθειες για την αναστολή του εμπάργκο εναντίον των πρώην γιουγκοσλαβικών δημοκρατιών, πού επηρέαζε κυρίως τούς μουσουλμάνους της Βοσνίας, και επιχείρησε συστηματικά να το ενισχύσει.
Με πολλούς άλλούς τρόπούς η Ρωσία διακήρυξε τη θέση της υπέρ της υποστήριξης των σερβικών συμφερόντων στα Ηνωμένα Έθνη και αλλού. Το Δεκέμβριο τον 1994, πρόβαλε βέτο σε μια απόφαση τον Συμβούλιού Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών που υποβλήθηκε από τις μουσουλμανικές χώρες, η οποία Θα απαγόρεύε τη μεταφορά πετρελαίου από τη Σερβία στους Σέρβούς της Κροατίας και της Βοσνίας. Τον Απρίλιο τον 1994, η Ρωσία εμπόδισε την εφαρμογή μιας απόφασης των Ηνωμένων Εθνών που καταδίκαζε τούς Σέρβούς με την κατηγορία ότι διεξάγουν επιχειρήσεις εθνοκάθαρσης. Επίσης, η Ρωσία παρεμπόδισε το διορισμό οποιουδήποτε πολίτη χώρας μέλούς τον ΝΑΤΟ στη θέση του κατήγορού των Ηνωμένων Εθνών για εγκλήματα πολέμού, λόγω της προκατάληψης εναντίον των Σέρβων, εναντιώθηκε στην καταδίκη τον στρατιωτικού διοικητή των Σέρβων της Βοσνίας Ράτκο Μλάντιτς από το Διεθνές Δικαστήριο Εγκλημάτων Πολέμου και προσέφερε στο Μλάντιτς άσυλο στη Ρωσία. Το Σεπτέμβριο του 1993, η Ρωσία απέτρεψε την ανανέωση της εξουσιοδότησης των Ηνωμένων Εθνών για την παρουσία ειρηνευτικής δύναμης 22.000 στρατιωτών των Ηνωμένων Εθνών στην πρώην Γιουγκοσλαβία. Το καλοκαίρι τον 1995 η Ρωσία δήλωσε την αντίθεσή της αλλά δεν πρόβαλε βέτο σε μια απόφαση τον Συμβουλίου Ασφαλείας που ενέκρινε την παρουσία ειρηνευτικής δύναμης των Ηνωμένων Εθνών μεγαλύτερης των 12.000 στρατιωτών και κατήγγειλε την επιθετικότητα των Κροατών εναντίον των Σέρβων της Κράινας, και την αναλγησία των κυβερνήσεων της Δύσης που δεν έσπεύσαν να δραστηριοποιηθούν εναντίον αυτής της επιθετικότητας.

γ´
Ο ευρύτερος και αποτελεσματικότερος συνασπισμός πολιτισμών ήταν του μουσουλμανικού κόσμού στο πλευρό των μουσουλμάνων της Βοσνίας. Το ιδανικό των Βόσνιων βρήκε ευρύτατη απήχηση στις μουσουλμανικές χώρες. Η βοήθεια στους Βόσνιους έφτασε από ποικίλες δημόσιες και ιδιωτικές πηγές. Οι μουσουλμανικές κυβερνήσεις, και κυρίως του Ιράν και της Σαουδικής Αραβίας, ανταγωνίστηκαν ποια Θα προσφέρει αποτελεσματικότερη υποστήριξη και Θα αποκτήσει τη μεγαλύτερη επιρροή χάρη σε αυτή την υποστήριξη. Σουνίτες και Σιίτες, φονταμενταλιστές και κοσμικοί, αραβικές και μη αραβικές μουσουλμανικές κοινωνίες από το Μαρόκο ως τη Μαλαισία, ενώθηκαν σε ένα σώμα. Οι εκδηλώσεις υποστήριξης των μουσουλμάνων προς τούς Βόσνιους κυμαίνονταν από ανθρωπιστική βοήθεια (συμπεριλαμβανομένων και 90 εκατομμύρίων δολαρίων που συγκεντρώθηκαν στη Σαουδική Αραβία το 1995) και τη διπλωματική υποστήριξη, έως την τεράστια στρατιωτική βοήθεια και τις πράξεις βίας, όπως ήταν η δολοφονία δώδεκα Κροατών το 1993 στην Αλγερία από ισλαμιστές εξτρεμιστές "σε απάντηση της σφαγής των ομοθρήσκων μας μουσουλμάνων που τους αποκεφάλισαν στη Βοσνία". Ο συνασπισμός αυτός είχε μια σημαντική επίδραση στην εξέλιξη τον πολέμού. Ήταν ουσιαστικής σημασίας για την επιβίωση τον βοσνιακού κράτούς και την ανάκτηση περιοχών μετά τις αρχικές σαρωτικές νίκες των Σέρβων. Έδωσε σε μεγάλο βαθμό τα ερεθίσματα για τον εξισλαμισμό της βοσνιακής κοινωνίας και την ταύτιση των βόσνιων μουσουλμάνων με την παγκόσμια ισλαμική κοινότητα. Επίσης παρείχε κίνητρα στις Ηνωμένες Πολιτείες ώστε να διάκεινται φιλικά προς τούς Βόσνιους.
Η κάθε μια ξεχωριστά και όλες μαζί οι μουσουλμανικές κυβερνήσεις επανειλημμένα εξέφρασαν την αλληλεγγύη τους στους ομόθρησκούς Βόσνιους. Το Ιράν τέθηκε επικεφαλής το 1992, περιγράφοντας τον πόλεμο ως θρησκευτική διαμάχη με τους χριστιανούς Σέρβους που επιχειρούν τη γενοκτονία των μουσουλμάνων της Βοσνίας. Αναλαβάνοντας αυτήν την ηγετική θέση, παρατήρησε ο Φουάντ Αγιάμι, το Ιράν "ανταπέδωσε την ευγνωμοσύνη του βοσνιακού Κράτους"και αποτέλεσε το πρότυπο και το ερέθισμα για τις άλλες μουσουλμανικές χώρες, όπως η Τουρκία και η Σαουδική Αραβία, που ακολούθησαν. Με την παρακίνηση του Ιράν η Οργάνωση της Ισλαμικής Συνδιάσκεψης (ΟΙΣ) ανέλαβε την υπόθεση και συνέστησε μια ομάδα που Θα προσπαθούσε να επηρεάσει τα Ηνωμένα Έθνη υπέρ των Βοσνίων.
Τον Αύγουστο του 1992, οι ισλαμιστές αντιπρόσωποι καταδίκασαν την υποτιθέμενη γενοκτονία στη γενική συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών και, εκ μέρους της ΟΙΣ, η Τουρκία πρότεινε μια λύση που Θα βασιζόταν στη στρατιωτική παρέμβαση σύμφωνα με το Άρθρο 7 του καταστατικού των Ηνωμένων Εθνών. Οι μουσουλμανικές χώρες έθεσαν στις αρχές του 1993 προθεσμία στη Δύση ώστε να αναλάβει δράση για την προστασία των Βοσνίων, μετά τη λήξη της οποίας Θα ενεργούσαν ελεύθερα για την παροχή όπλων στη Βοσνία. Το Μάιο του 1993 η ΟΙΣ απέρριψε το σχέδιο που εκπονήθηκε από τα Ηνωμένα Έθνη και τη Ρωσία για την παροχή ασφαλών καταφυγίων στους μουσουλμάνούς, τον έλεγχο των συνόρων με τη Σερβία, που δεν προέβλεπε, όμως, στρατιωτική παρέμβαση. Ζήτησε τη λήξη του εμπάργκο όπλων, την εξουδετέρωση των βαρέων όπλων των Σέρβων, τον έλεγχο των συνόρων με τη Σεβία και τη συμμετοχή στρατευμάτων από μουσουλμανικές χώρες στις ειρηνευτικές δυνάμεις. Τον επόμενο μήνα η ΟΙΣ, παρά τις αντιρρήσεις της Δύσης και της Ρωσίας, αξίωσε από τη Συνδιάσκεψη των Ηνωμένων Εθνών για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα να εγκρίνει μια απόφαση που να καταγγέλει την επιθετικότητα των Σέρβων και των Κροατών, και έκανε έκκληση για να τεθεί τέρμα στο εμπάργκο όπλων. Τον Ιούλιο του 1993, φέρνοντας σε αμηχανία τη Δύση, η ΟΙΣ προσφέρθηκε να εξασφαλίσει ειρηνευτική δύναμη 18.000 ανδρών από το Ιράν, την Τουρκία, τη Μαλαισία, την Τυνησία, το Πακιστάν και το Μπαγκλαντές. Οι Ηνωμένες Πολιτείες πρόβαλαν βέτο για το Ιράν και οι Σέρβοι εναντιώθηκαν έντονα στην παρουσία τουρκικών στρατευμάτων, τα οποία, παρόλα αυτά, έφτασαν στη Βοσνία το καλοκαίρι του 1994. Το 1995 η Δύναμη Προστασίας των Ηνωμένων Εθνών που αποτελούνταν από 25.000 στρατιώτες περιλάμβανε 7.000 στρατιώτες από την Τουρκία, το Πακιστάν, τη Μαλαισία, την Ινδονησία και το Μπαγκλαντές. Τον Αύγουστο του 1993, μια αποστολή της ΟΙΣ, με επικεφαλής τον Τούρκο υπουργό Εξωτερικών, προσπάθησε να επηρεάσει τον Μπούτρος Μπούτρος Γκάλι και τον Ουώρεν Κρίστοφερ για να υποστηρίξουν τις αεροπορικές επιδρομές του ΝΑΤΟ για την προστασία των Βοσνίων από τις επιθέσεις των Σέρβων. Η αποτυχία της Δύσης να λάβει τέτοια μέτρα, όπως αναφέρθηκε, δημιούργησε σοβαρές εντάσεις στις σχέσεις της Τουρκίας με τους συμμάχους της στο ΝΑΤΟ.
Οι πρωθυπουργοί της Τουρκίας και του Πακιστάν πραγματοποίησαν επίσκεψη στο Σαράγεβο που διαφημίστηκε ευρύτατα, και η ΟΙΣ επανέλαβε για μια ακόμα φορά την απαίτηση να δοθεί στρατιωτική βοήθεια στους Βόσνιους. Το καλοκαίρι του 1995, η αποτυχία της Δύσης να υπερασπίσει τις ασφαλείς περιοχές από τις επιθέσεις των Σέρβων οδήγησε την Τουρκία στην παροχή στρατιωτικής βοήθειας στη Βοσνία και στην ανάληψη της εκπαίδευσης βοσνιακών στρατευμάτων. Οδήγησε, επίσης, τη Μαλαισία να δεσμευτεί ότι θα πωλήσει όπλα στη Βοσνία παραβιάζοντας το εμπάργκο των Ηνωμένων Εθνών. Τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, τέλος, συμφώνησαν να προσφέρουν οικονομική βοήθεια για στρατιωτικούς και ανθρωπιστικούς σκοπούς. Τον Αύγουστο του 1995 σι υπουργοί Εξωτερικών εννέα χωρών της ΟΙΣ δήλωσαν ότι θεωρούν το εμπάργκο όπλων των Ηνωμένων Εθνών άκυρο και το Σεπτέμβριο οι 52 χώρες μέλη της ΟΙΣ αποφάσισαν να παράσχουν οικονομική βοήθεια και όπλα στους Βόσνιους.
Κανένα άλλο θέμα δεν προκάλεσε ομόφωνη υποστήριξη σε όλο το Ισλάμ'η δύσκολη θέση των μουσουλμάνων της Βοσνίας είχε ιδιαίτερη απήχηση στην Τουρκία. Η Βοσνία αποτελούσε μέρος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας μέχρι το 1878, πρακτικά, και μέχρι το 1908, θεωρητικά. Οι Βόσνιοι μετανάστες και πρόσφυγες αποτελούν περίπου το 5% του πληθυσμού της Τουρκίας. Η συμπάθεια προς τις επιδιώξεις των Βόσνιων και το ξέσπασμά τους μετά την αποτυχία της Δύσης να προστατέψει τη Βοσνία, ήταν έντονα στον τουρκικό λαό, και το ισλαμικό Κόμμα της Ευημερίας που αποτελούσε την αντιπολίτευση, εκμεταλλεύτηκε αυτό το ζήτημα για να εναντιωθεί στην κυβέρνηση. Οι αξιωματούχοι της κυβέρνησης, με τη σειρά τους, τόνισαν με έμφαση τις ειδικές ευθύνες της Τουρκίας έναντι όλων των μουσουλμάνων της Βαλκανικής. Η κυβέρνηση πίεζε για στρατιωτική παρέμβαση των Ηνωμένων Εθνών με στόχο τη διασφάλιση των μουσουλμάνων της Βοσνίας.
Το κυριότερο, όμως, ήταν ότι η σημαντική βοήθεια που έδωσε η ούμα [χονδρικά θα μπορούσαμε να την περιγράψουμε ως το μουσουλμανικό αντίστοιχο της χριστιανικής -και μετέπειτα ευρωπαϊκής- διεθνούς κοινωνίας] στους μουσουλμάνους της Βοσνίας, ήταν στρατιωτικής μορφής: παρείχε όπλα, χρήματα για την αγορά όπλων, στρατιωτική εκπαίδευση και εθελοντές. Αμέσως μετά την έναρξη του πολέμου, η κυβέρνηση της Βοσνίας κάλεσε τους μουζαχεντίν, και ο συνολικός αριθμός των εθελοντών, όπως αναφέρθηκε, έφτασε τους 4.000, δηλαδή ξεπέρασε τους ξένους που πολέμησαν για τους Σέρβους ή τους Κροάτες και περιλάμβανε μονάδες από την Ιρανική Δημοκρατική Φρουρά και άλλες που πολέμησαν στο Αφγανιστάν. Μεταξύ τους ήταν Πακιστανοί, Τούρκοι, Ιρανοί, Αλγερινοί, Σουδάραβες, Αιγύπτιοι και Σουδανοί, καθώς και Αλβανοί και Τούρκοι εργάτες από τη Γερμανία, την Αυστρία και την Ελβετία. Οι θρησκευτικές οργανώσεις της Σαουδικής Αραβίας έστειλαν πολλούς εθελοντές, περίπου είκοσι Σαουδάραβες σκοτώθηκαν στους πρώτους μήνες του πολέμου το 1992 και η Παγκόσμια Οργάνωση της Μουσουλμανικής Νεολαίας ανέλαβε τη μεταφορά με αεροπλάνο στην Τζέντα τραυματισμένων μαχητών για ιατρική περίθαλψη. Το φθινόπωρο του 1992, αντάρτες της λιβανέζικης σιϊτικής οργάνωσης Χεζμπολάχ έφθασαν στη Βοσνία για να εκπαιδεύσουν το στρατό της, καθήκον που στη συνέχεια ανέλαβε κατά το μεγαλύτερο μέρος η Ιρανική Δημοκρατική Φρουρά. Την άνοιξη του 1994 η κατασκοπεία της Δύσης ανέφερε ότι μια μονάδα της Ιρανικής Δημοκρατικής Φρουράς από 400 άνδρες οργάνωνε ομάδες εξτρεμιστών ανταρτών και τρομοκρατών. "Οι Ιρανοί", είπε ένας αξιωματούχος των ΗΠΑ, "Το βλέπουν αυτό ως μέσο διείσδυσης στο μαλακό υπογάστριο της Ευρώπης". Σύμφωνα με τα Ηνωμένα Έθνη, οι μουζαχεντίν εκπαίδευσαν 3.000 με 5.000 Βόσνιους για τις ειδικές ταξιαρχίες της Βοσνίας. Η βοσνιακή κυβέρνηση χρησιμοποίησε τους μουζαχεντίν για "τρομοκρατικές και παράνομες δραστηριότητες, καθώς και ως δυνάμεις κρούσης", παρόλο που αυτές οι μονάδες συχνά ενοχλούσαν συστηματικά τον πληθυσμό και δημιούργησαν άλλα προβλήματα στην κυβέρνηση. Οι συμφωνίες του Ντέητον προέβλεπαν ότι όλοι οι ξένοι μαχητές Θα πρέπει να φύγουν από τη Βοσνία, αλλά η βοσνιακή κυβέρνηση βοήθησε μερικούς από αυτούς να μείνουν δίνοντάς τους τη βοσνιακή υπηκοότητα και χαρακτηρίζοντας τους άνδρες της Ιρανικής Δημοκρατικής Φρουράς ως εργάτες. "Η βοσνιακή κυβέρνηση οφείλει πολλά σε αυτές τις ομάδες και ειδικά στους Ιρανούς", δήλωσε ένας Αμερικανός αξιωματούχος στις αρχές του 1996. "Η κυβέρνηση αποδείχτηκε ότι είναι ανίκανη να τους αντιμετωπίσει. Σε δώδεκα μήνες εμείς θα έχουμε φύγει, αλλά οι μουζαχεντίν έχουν την πρόθεση να μείνουν".
Τα πλούσια κράτη της ούμας, με επικεφαλής τη Σαουδική Αραβία και το Ιράν, συνεισέφεραν μεγάλα χρηματικά ποσά για την ανάπτυξη της στρατιωτικής δύναμης της Βοσνίας. Στους πρώτους μήνες του πολέμου το 1992, η κυβέρνηση της Σαουδικής Αραβίας και ιδιωτικές πηγές πρόσφεραν 150 εκατομμύρια δολάρια στους Βόσνιους, φαινομενικά για ανθρωπιστικούς σκοπούς, αλλά όπως γνωρίζουν όλοι χρησιμοποιήθηκαν για στρατιωτικούς. Έχει αναφερθεί ότι οι Βόσνιοι έλαβαν όπλα αξίας 160 εκατομμυρίων δολαρίων κατά τη διάρκεια των δυο πρώτων χρόνων του πολέμου. Μεταξύ του 1993 και του 1995, οι Βόσνιοι έλαβαν επιπρόσθετα 300 εκατομμύρια δολάρια για όπλα από τη Σαουδική Αραβία, συν 500 εκατομμύρια δολάρια που προορίζονταν για ανθρώπιστική βοήθεια. Το Ιράν ήταν, επίσης, από τις κύριες πηγές στρατιωτικής βοήθειας και, σύμφωνα με Αμερικανούς αξιωματούχους, διέθετε εκατοντάδες εκατομμύρια δολάρια το χρόνο για τις αγορές όπλων των Βόσνιων. Σύμφωνα με μια άλλη αναφορά, το 80 με 90 % όπλων συνολικής αξίας 2 δισεκατομμυρίων δολαρίων που έφτασαν στη Βοσνία κατά τη διάρκεια των πρώτων ετών του πολέμου, πήγε στους μουσουλμάνους. Χάρη σε αυτή την οικονομική βοήθεια, οι Βόσνιοι μπόρεσαν να αγοράσουν χιλιάδες τόνους όπλων. Αποστολές φορτίων οι οποίες κατασχέθηκαν, περιλάμβαναν 4.000 πυροβόλα όπλα και ένα εκατομμύριο φυσίγγια, 11.000 πυροβόλα όπλα, 30 ολμοβόλα και 750.000 φυσίγγια, και πυραύλους εδάφους-εδάφους, πυρομαχικά, οχήματα εκτός δρόμου και πιστόλια. Όλες αυτές σι αποστολές φορτίου προέρχονταν από το Ιράν, το οποίο αποτελούσε την κύρια πηγή όπλων, αλλά η Τουρκία και η Μαλαισία επίσης προμήθευαν σε σημαντικό βαθμό με όπλα τη Βοσνία. Μερικά είχαν μεταφερθεί αεροπορικώς κατευθείαν εκεί, αλλά τα περισσότερα μεταφέρθηκαν μέσω της Κροατίας, είτε αεροπορικώς στο Ζάγκρεμπ και στη συνέχεια διά ξηράς, είτε με πλοία στο Σπλίτ ή σε άλλα κροατικά λιμάνια και στη συνέχεια διά ξηράς. Για να επιτρέψουν μεταφορές όπλων μέσα από τα εδάφη τους, οι Κροάτες κράτησαν ένα τμήμα των όπλων αυτών και συγκεκριμένα το ένα τρίτο, όπως έχει αναφερθεί. Επειδή, όμως, σκέφτηκαν ότι μπορεί και αυτοί να πολεμήσουν εναντίον της Βοσνίας στο μέλλον, απαγόρευσαν τη μεταφορά τεθωρακισμένων και βαρέος πυροβολικού μέσα από το έδαφός τους.
Τα χρήματα, οι άνδρες, η εκπαίδευση και τα όπλα από το Ιράν, τη Σαουδική Αραβία, την Τουρκία και άλλες μουσουλμανικές χώρες έδωσαν τη δυνατότητα στους Βόσνιους να μετατρέψουν αυτό που κάποτε όλοι αποκαλούσαν "στρατό κουρελήδων"σε μια σχετικά καλά εξοπλισμένη και ικανή στρατιωτική δύναμη. Το χειμώνα του 1994 ξένοι παρατηρητές ανέφεραν ότι είχαν σημειωθεί θεαματικές εξελίξεις στην οργανωτική συνοχή και αποτελεσματικότητα του στρατού της Βοσνίας. Αξιοποιώντας τη νέα στρατιωτική τους δύναμη, οι Βόσνιοι έσπασαν την εκεχειρία και εξαπέλυσαν επιτυχείς επιθέσεις εναντίον της κροατικής εθνοφυλακής και στη συνέχεια, την άνοιξη, εναντίον των Σέρβων. Το φθινόπωρο του 1994 το 5ο σώμα στρατού της Βοσνίας πέρασε από την περιοχή ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών στο Μπίχατς και απώθησε σερβικές δυνάμεις, σημειώνοντας τη μεγαλύτερη νίκη των Βοσνίων μέχρι εκείνη τη στιγμή και επανακτώντας σημαντικές εκτάσεις από τους Σέρβους, οι οποίοι είχαν περιέλθει σε δυσμενή θέση ύστερα από το εμπάργκο που επέβαλε ο πρόεδρος Μιλόσεβιτς. Το Μάρτιο του 1995 ο βοσνιακός στρατός για μια ακόμα φορά παραβίασε μια εκεχειρία και άρχισε να προωθείται μέχρι την Τούζλα, εξαπολύοντας στη συνέχεια τον Ιούνιο επίθεση στο Σεράγεβο. Η υποστήριξη των μουσουλμάνων συγγενών τους ήταν ένας αναγκαίος και αποφασιστικός παράγοντας, που καθιστούσε ικανή τη βοσνιακή κυβέρνηση να πραγματοποιήσει αυτές τις αλλαγές στις στρατιωτικές ισορροπίες στη Βοσνία.

Επίλογος
Ο πόλεμος στη Βοσνία ήταν ένας πόλεμος πολιτισμών. Οι τρεις κύριοι συμμετέχοντες προέρχονταν από διαφορετικούς πολιτισμούς και ήταν προσκολλημένοι σε διαφορετικές θρησκείες. Με μια μερική εξαίρεση, η δεύτερου και τρίτου βαθμού εμπλοκή δυνάμεων ακολούθησε με ακρίβεια το πρότυπο της πολιτισμικής διαμάχης. Τα μουσουλμανικά κράτη και οργανώσεις σε όλον τον κόσμο συσπειρώθηκαν στο πλευρό των μουσουλμάνων της Βοσνίας και αντιπαρατέθηκαν στους Κροάτες και τους Σέρβους. Όλες οι ορθόδοξες χώρες και οργανώσεις στον κόσμο υποστήριξαν τους Σέρβους και αντιπαρατέθηκαν στους Κροάτες και τους μουσουλμάνους. Οι κυβερνήσεις και οι ελίτ της Δύσης υποστήριξαν τους Κροάτες, επέκριναν δριμύτατα τους Σέρβους και ήταν γενικά αδιάφορες ως προς τους μουσουλμάνους, ή φάνηκε ότι τους φοβούνται. Καθώς ο πόλεμος συνεχιζόταν, το μίσος και η διάσταση μεταξύ των εμπλεκομένων ομάδων βάθυναν και οι θρησκευτικές και πολιτισμικές τους ταυτότητες ενισχύθηκαν, κυρίως στους μουσουλμάνους. Συνολικά, τα διδάγματα από τον πόλεμο στη Βοσνία συνοψίζονται ως εξής: πρώτον, οι κύριοι συμμετέχοντες σε πολέμούς "νεκρών ζωνών"μπορούν να υπολογίζουν στη βοήθεια των πολιτισμικών συγγενών τούς, η οποία μπορεί να είναι σημαντική. Δεύτερον, μια τέτοια βοήθεια μπορεί να επηρεάσει σε σημαντικό βαθμό την εξέλιξη τον πολέμου. Τρίτον, οι κυβερνήσεις και ο λαός ενός πολιτισμού δεν ξοδεύουν αίμα ή λεφτά για να βοηθήσούν το λαό ενός άλλου πολιτισμού να συμμετάσχει σε έναν πόλεμο κατά μήκος των πολιτισμικών συνόρων.
Μια επι μέρους εξαίρεση σε αυτό το πολιτισμικό πρότυπο είναι οι ΗΠΑ, των οποίων οι ηγέτες στα λόγια, δήλωναν φιλικά προσκείμενοι προς τούς μουσουλμάνους, στην πράξη, όμως, η αμερικανική υποστήριξη ήταν περιορισμένη. Η κυβέρνηση Κλίντον ενέκρινε τη χρήση αμερικάνικης αεροπορικής δύναμης, αλλά όχι επίγειων στρατιωτικών δυνάμεων για την προστασία ασφαλών περιοχών των Ηνωμένων Εθνών και συνηγόρησε υπέρ της άρσης του εμπάργκο όπλων. Δεν άσκησε σοβαρή πίεση στούς συμμάχους της ώστε να υποστηρίξουν τους μουσουλμάνους, αλλά έκλεισε τα μάτια στην αποστολή όπλων από το Ιράν στη Βοσνία και στη χρηματοδότηση της αγοράς όπλων για τούς Βόσνιους από τη Σαουδική Αραβία'τέλος το 1994 σταμάτησε να υποστηρίζει το εμπάργκο. Ενεργώντας με αυτό τον τρόπο, οι Ηνωμένες Πολιτείες ανταγωνίστηκαν τούς συμμάχους τους και προκάλεσαν αυτό που θεωρήθηκε ευρέως μείζων κρίση στο ΝΑΤΟ. Μετά την υπογραφή των συμφωνιών Ντέητον, οι ΗΠΑ συμφώνησαν να συνεργαστούν με τη Σαουδική Αραβία και άλλες μουσουλμανικές χώρες για την εκπαίδευση και τον εξοπλισμό των στρατιωτικών δυνάμεων της Βοσνίας. Το ερώτημα, επομένως, είναι: Γιατί κατά τη διάρκεια του πόλεμού και μετά από αυτόν οι Ηνωμένες Πολιτείες ήταν η μόνη χώρα που παραβίασε τα πολιτισμικά πρότύπα και έγινε η μοναδική μη μουσουλμανική χώρα που υποστήριξε τα συμφέροντα των μουσουλμάνων της Βοσνίας και συνεργάστηκε με μουσουλμανικές χώρες για χάρη τούς; Ποια είναι η εξήγηση για αυτήν την αμερικάνικη ανωμαλία;
Η μια εξήγηση είναι ότι, στην πραγματικότητα, δεν ήταν κάποια ανωμαλία, αλλά μάλλον μια προσεκτικά μελετημένη πολιτισμική πολιτική συμφερόντων. Με το να υποστηρίζουν τούς Βόσνιους και να προτείνουν, ανεπιτυχώς, την άρση του εμπάργκο, οι Ηνωμένες Πολιτείες επιχειρούσαν να μειώσουν την επιρροή των φονταμενταλιστικών ισλαμικών χωρών, όπως το Ιράν και η Σαουδική Αραβία, στο προσανατολισμένο προς την Ευρώπη και παλαιότερα αδιάφορο προς τις θρησκευτικές πεποιθήσεις κράτος της Βοσνίας. Εάν αυτό ήταν το κίνητρο, όμως, γιατί οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν συναίνεσαν στη βοήθεια από το Ιράν και τη Σαουδική Αραβία και γιατί δεν πίεσαν πιο έντονα για την άρση του εμπάργκο, κάτι το οποίο θα νομιμοποιούσε τη βοήθεια από τη Δύση; Γιατί δεν προειδοποίησαν δημόσια οι Αμερικανοί αξιωματούχοι για τούς κινδύνους τον ισλαμικού φονταμενταλισμού στα Βαλκάνια; Μια εναλλακτική εξήγηση της συμπεριφοράς των Αμερικανών είναι ότι η κυβέρνηση των Ηνωμένων Πολιτειών βρισκόταν υπό πίεση από τούς φίλούς της στο μουσουλμανικό κόσμο, πιο συγκεκριμένα από την Τουρκία και τη Σαουδική Αραβία, και συμφώνησε γιατί επιθυμούσε να διατηρήσει καλές σχέσεις μαζί τους. Αυτές οι σχέσεις, όμως, έχουν τη ρίζα τους στη σύγκλιση συμφερόντων που δεν έχουν σχέση με τη Βοσνία και δεν ήταν πιθανό να τις βλάψει η αποτυχία των Αμερικανών να βοηθήσουν τη Βοσνία. Αυτή η εκδοχή Θα εξηγούσε και γιατί οι Ηνωμένες Πολιτείες ενέκριναν τη μεταφορά τεράστιων ποσοτήτων ιρανικών όπλων στη Βοσνία, σε μια περίοδο που βρίσκονταν σε διαμάχη με το Ιράν, και η Σαουδική Αραβία ανταγωνιζόταν το Ιράν για το ποιος Θα ασκεί μεγαλύτερη επιρροή στη Βοσνία.
Ενώ οι απόψεις της πολιτισμικής πολιτικής συμφερόντων ίσως έχουν διαδραματίσει κάποιον ρόλο στη διαμόρφωση της αμερικανικής στάσης, άλλοι παράγοντες εμφανίζονται να έχουν ασκήσει μεγαλύτερη επίδραση. Οι Αμερικανοί επιθυμούν να εντοπίζουν τις δυνάμεις του καλού και τις δυνάμεις του κακού σε κάθε διεθνή αντιπαράθεση και θέλουν να συμπαρατάσσονται με τις πρώτες. Η ωμή βία των Σέρβων στις αρχές του πολέμου τους εμφάνισε ως "κακούς"που σκοτώνουν αθώους και προβαίνουν σε πράξεις γενοκτονίας, ενώ οι Βόσνιοι μπόρεσαν να προβάλουν μια εικόνα που τους παρουσίαζε ως αβοήθητα θύματα. Σε όλη τη διάρκεια του πολέμου, ο αμερικανικός τύπος έδωσε λίγη προσοχή στις εθνικές εκκαθαρίσεις και τα εγκλήματα πολέμου που έκαναν οι μουσουλμάνοι και οι Κροάτες, ή στην παραβίαση των ασφαλών περιοχών των Ηνωμένων Εθνών και της εκεχειρίας από τις δυνάμεις της Βοσνίας. Για τους Αμερικανούς, οι Βόσνιοι έγιναν, σύμφωνα με τη διατύπωση της Ρεμπέκας Ουέστ, "ο αγαπημένος βαλκανικός λαός, ο οποίος εγκαταστάθηκε στην καρδιά τους ως αθώος και πάσχων, πάντα σφαγιαζόμενος και ποτέ σφαγέας".
Οι ελίτ των Αμερικανών, επίσης, ήταν ευνοϊκά διατεθειμένες προς τους Βόσνιους, γιατί τούς άρεσε η ιδέα μιας πολυπολιτισμικής χώρας, και στα πρώτα στάδια του πολέμου η βοσνιακή κυβέρνηση πρόβαλε επιτυχώς αυτήν την εικόνα. Κατά τη διάρκεια του πόλεμου, η αμερικανική πολιτική παρέμεινε πεισματικά δεσμευμένη σε μια πολυεθνική Βοσνία, παρά το γεγονός ότι οι Σέρβοι και οι Κροάτες της Βοσνίας απέρριψαν στη συντριπτική τους πλειοψηφία αυτήν την ιδέα. Παρόλο που η δημιουργία ενός πολυεθνικού κράτους ήταν προφανώς αδύνατη, εφόσον η μια εθνική ομάδα προέβαινε σε πράξεις γενοκτονίας εναντίον άλλης, οι αμερικανικές ελίτ συνδύασαν αυτές τις αντιφατικές εικόνες στη σκέψη τους για να προκαλέσουν μια ευρύτατη συμπάθεια προς όφελος των Βόσνιων. Ο αμερικανικός ιδεαλισμός, η ηθικολογία, τα ανθρωπιστικά ένστικτα, η απλοϊκότητα, και η άγνοια σχετικά με τα δεδομένα της Βαλκανικής οδήγησαν τις ΗΠΑ να βρεθούν φιλικά προσκείμενες προς τους Βόσνιους και αντίθετες προς τους Σέρβους. Την ίδια περίοδο, η απουσία σημαντικών αμερικανικών συμφερόντων στη Βοσνία και οποιουδήποτε άλλου πολιτισμικού δεσμού με τη χώρα αυτή, αφαιρούσε κάθε δικαιολογία από την κυβέρνηση των ΗΠΑ για τη στάση της υπέρ των Βοσνίων, και για την αδράνεια της όταν οι Ιρανοί και οι Σαουδάραβες τους εξοπλίζουν. Με το να αρνείται να αναγνωρίσει τις πραγματικές αιτίες του πολέμου, η αμερικανική κυβέρνηση αποξενώθηκε από τους συμμάχους της, παρέτεινε τις μάχες και βοήθησε στη δημιουργία ενός μουσουλμανικού κράτους στα Βαλκάνια που επηρεάζεται σε σημαντικό βαθμό από το Ιράν. Στο τέλος, οι Βόσνιοι ένιωσαν μεγάλη πικρία από τη στάση των Ηνωμένων Πολιτειών, οι οποίες είπαν πολλά αλλά έπραξαν λίγα, και πολύ μεγάλη ευγνωμοσύνη για τους μουσουλμάνους συγγενείς τους, οι οποίοι τους πρόσφεραν τα αναγκαία χρήματα και όπλα για να επιβιώσουν και να επιτύχουν σημαντικές στρατιωτικές νίκες.
"Η Βοσνία είναι η Ισπανία μας", παρατήρησε ο Μπερνάρ Ανρί Λεβί, και ένας Σαουδάραβας δημοσιογράφος συμφώνησε ότι: "Ο πόλεμος στη Βοσνία-Ερζεγοβίνη έχει γίνει το συναισθηματικό ανάλογο της μάχης εναντίον του φασισμού στη διάρκεια του ισπανικού εμφύλιου πόλεμου. Εκείνοι που πέθαναν, θεωρούνται μάρτυρες που προσπάθησαν να σώσουν τους ομόθρησκους μουσουλμάνους". Η σύγκριση είναι πρόσφορη. Σε μια εποχή κυριαρχίας των πολιτισμών, η Βοσνία είναι η Ισπανία όλων. Ο ισπανικός εμφύλιος πόλεμος ήταν ένας πόλεμος μεταξύ πολιτικών συστημάτων και ιδεολογιών, ο βοσνιακός πόλεμος ήταν ένας πόλεμος μεταξύ πολιτισμών και θρησκειών. Δημοκράτες, κομμουνιστές και φασίστες πήγαν στην Ισπανία για να πολεμήσουν στο πλευρό των ομοϊδεατών τους, και δημοκρατικές, κομμουνιστικές και, περισσότερο ενεργά, φασιστικές κυβερνήσεις παρείχαν αντίστοιχα βοήθεια. Στο γιουγκοσλαβικό πόλεμο υπήρξε μία παρόμοια μαζική κινητοποίηση εξωτερικής βοήθειας από χριστιανούς της Δύσης, ορθόδοξους χριστιανούς και μουσουλμάνους προς τους πολιτισμικούς συγγενείς τους. Οι κύριες δυνάμεις της Ορθοδοξίας, του Ισλάμ και της Δύσης ενεπλάκησαν σε μεγάλο βαθμό. Μετά από τέσσερα χρόνια, ο ισπανικός εμφύλιος πόλεμος έφτασε σε ένα οριστικό τέλος με τη νίκη των δυνάμεων του Φράνκο. Οι πόλεμοι μεταξύ των πολιτισμικών κοινοτήτων στη Βαλκανική μπορεί να υποχωρούν ή ακόμα και να σταματούν προσωρινά, αλλά δεν είναι πιθανό να υπάρξει οριστικός νικητής, και η ανυπαρξία κάποιου νικητή σημαίνει ανυπαρξία ενός τέλους σε αυτές τις διαμάχες. Ο ισπανικός εμφύλιος πόλεμος ήταν ένας πρόλογος του δεύτερου παγκόσμιου πόλεμου. Ο πόλεμος της Βοσνίας είναι άλλο ένα αιματηρό επεισόδιο στη συνεχιζόμενη σύγκρουση των πολιτισμών.

.~`~.
II
Διεθνή/κρατικά «ρεαλιστικά» και στρατηγικά στοιχεία

Πρόλογος
Με την κατάρρευση του διπολικού συστήματος δημιουργήθηκαν σοβαρά στρατηγικά και γεωπολιτικά κενά που αποδυνάμωσαν τα στοιχεία περιφερειακής σταθερότητας στα σημεία τομής επί του ευρασιατικού άξονα πόλων. Η κατάσταση αυτή επηρέασε, ιδιαίτερα μετά τον Β'Παγκόσμιο πόλεμο, δραστικά την Ευρωπαϊκή ήπειρο, η οποία κατά την περίοδο του Ψυχρού πολέμου για μισό σχεδόν αιώνα δεν είχε γνωρίσει πολεμική σύρραξη εξαιτίας της στατικής ισορροπίας που εγκαθίδρυσε το σιδηρούν παραπέτασμα. Όταν η ισορροπία τρόμου του Ψυχρού πολέμου, που εμπεριείχε και τον κίνδυνο από τα πυρηνικά όπλα, απώλεσε την επιρροή της, σχηματίστηκε το κατάλληλο έδαφος για περιορισμένα συμβατικάπεδία σύγκρουσης που πηγάζουν από τη διεθνή και περιφερειακή αντιπαράθεση.
Ο βόρειος άξονας της Ανατολικής Ευρώπης, ο οποίος εκτείνεται από τις χώρες της Βαλτικής έως την Ουγγαρία, ξεπέρασε αυτή τη μεταβατική περίοδο κρίσης με τα μικρότερα δεινά, δηλαδή μικρού μεγέθους συγκρούσεις και συναινετικές διασπάσεις, ενώ το νότιο τμήμα της, δηλαδή τα Βαλκάνια, όπου η εθνική και θρησκευτική διαφοροποίηση παρήγε μια πολύπλοκη γεωπολιτισμική συγκρότηση, μετατράπηκε σε επίκεντρο συμβατικών και παραστρατιωτικών συγκρούσεων, οι οποίες επιδιώχθηκε να νομιμοποιηθούν βάσει ιστορικών αιτιών.
Η συμμετοχή της Βοσνίας και του Κοσόβου, που... βρίσκονταν στο επίκεντρο των συγκρούσεων, οφείλεται σε σημαντικό βαθμό στο ότι εκτείνονται επί του σημείου τομής του εν λόγω γεωπολιτικού κενού με το πεδίο γεωπολιτισμικών αντιπαραθέσεων. Εκ των δύο βασικών αξόνων της βαλκανικής γεωπολιτικής ο άξονας Ντράβα-Σάββα έχει κέντρο τη Βοσνία Ερζεγοβίνη, η οποία περιστοιχίζεται απο την Κροατία και τη Σερβία, ενώ το κέντρο του άξονα Μοράβα-Βαρδάρη έχει κέντρο του το Κόσοβο, το οποίο περιστοιχίζεται από τη Σερβία, την Π.Γ.Δ.Μ., τη Βουλγαρία και μερικώς από την Ελλάδα.
---------------------------------------------------------------
The Bifurcation of the Nerodimka River is located in Uroševac, Kosovo. The Nerodimka divides into two irreversible branches. The left branch flows into the Black Sea (Morava–Danube), and the right branch flows into the Aegean Sea (Vardar-Αξιός). Δες επίσης: Danube–Morava–Vardar Project.
---------------------------------------------------------------
Οι παραπάνω δύο άξονες, οι οποίοι κατά τον Β'Παγκόσμιο πόλεμο και τον Ψυχρό πόλεμο αποτέλεσαν τα βασικά ερείσματα της γεωπολιτικής των Βαλκανίων, αποτελούν ταυτόχρονα άξονες έντονης γεωπολιτισμικής αντιπαράθεσης και διαχωρισμού, που αύξησαν το ενδιαφέρον των παγκόσμιων και περιφερειακών υποκειμένων στους στρατηγικούς δεσμούς των Βαλκανίων. Η βάρβαρη συμπεριφορά της υπο την προεδρία τον Μιλόσεβιτς σερβικής κυβέρνησης βρήκε πρόσφορο πεδίο να ελιχθεί σε ένα σημείο τομής στο οποίο συγκρούονται τα εν λόγω γεωπολιτικά και γεωπολιτισμικά ενδιαφέροντα και στον βωμό των οποίων θυσιάζεται χάριν της ρεαλιστικής πολιτικής (Realpolitik) το διεθνές δίκαιο.
Η κρίση στη Βοσνία και στο Κόσοβο πρέπει να αξιολογηθεί στο πεδίο τομής των αντιπαραθέσεων, το οποίο σχηματίζεται από τρία επίπεδα που συσχετίζονται μεταξύ τούς. Το πρώτο εξ'αυτών συνίσταται στις αντιπαραθέσεις στο επίπεδο του συστήματος των διεθνών σχέσεων, στις οποίες επεμβαίνουν τα παγκόσμια υποκείμενα. Το δεύτερο επίπεδο συνίσταται στις περιφερειακές αντιπαραθέσεις στον βαλκανικό άξονα που περικλείει και τη ζώνη της Ανατολικής Ευρώπηςκαι της Ανατολικής Μεσογείου. Το τρίτο επίπεδο είναι των άμεσων αντιπαραθέσεων, με μικρότερη ισχύ στις σχέσεις της Βοσνίας και του Κοσόβου με τις γειτονικές τους χώρες, και οι οποίες αντιπαραθέσεις πηγάζουν από τις γεωπολιτισμικές διασπάσεις στην περιοχή. Προτεραιότητα, για να τεθούν επί τάπητος όλες οι διαστάσεις της κρίσης, αποτελεί ο από κοινού χειρισμός των στοιχείων, τα οποία είτε πηγάζουν από τις εσωτερικές δομές των εν λόγω επιπέδων είτε προκύπτουν από τις μεταξύ τους σχέσεις.

α´
Κατά τη μεταψυχροπολεμική περίοδο το Βαλκανικό ζήτημα, το οποίο ξεκίνησε με τη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας, κλιμακώθηκε με την εθνοκάθαρση που έλαβε χώρα στη Βοσνία και απέκτησε νέο χαρακτήρα με την κρίση στο Κόσοβο, ενώ έπαψε σταδιακά να αποτελεί μία περιφερειακού χαρακτήρα σύγκρουση εισερχόμενη σε μία διαδικασία του διεθνούς συστήματος και των δυνάμεων που υφίστανται στο κέντρο του. Στο πλαίσιο αυτό τα Βαλκάνια αποτέλεσαν πεδίο δοκιμών τόσο των διεθνών οργανισμών, που εμφανίστηκαν μετά τον Β'Παγκόσμιο πόλεμο, όσο και των κέντρων ισχύος της νέας περιόδου. Οι αβεβαιότητες που βιώνονται σε επίπεδο αξιών και μηχανισμών στο διεθνές σύστημα αντικατοπτρίζονται άμεσα στο εν λόγω πεδίο συγκρούσεων. Και οι αλλαγές στην ισορροπία δυνάμεων, είτε παγκόσμιας κλίμακας είτε ηπειρωτικής, ασκούν τις πιο συγκλονιστικές επιρροές τους πάλι σε αυτό το πεδίο.
Από αυτή τη σκοπιά είναι αξιοπρόσεκτο το γεγονός ότι η επέμβαση στο Κόσοβο, που πραγματοποιήθηκε την άνοιξη του 1999, δημιούργησε μία διπλωματική και στρατιωτική εικόνα κατά την οποία δικαίωμα επέμβασης επιτρέπεται να έχουν όλες οι μεγάλες δυνάμεις που διαθέτουν τη δυνατότητα να αναπτύξουν παγκόσμιας κλίμακας στρατηγική. Για τον λόγο αυτό η εξέταση των εξελίξεων που διαδραματίστηκαν στα μεταψυχροπολεμικά Βαλκάνια απαιτεί όχι μόνο περιφερειακή ανάλυση αλλά και μία ευρύτερη ανάλυση που θα περικλείει και τα βασικά στοιχεία του διεθνούς συστήματος.
Οι ανταγωνισμοί του συστήματος που κλιμάκωσαν τις κρίσεις σε Βοσνία και Κόσοβο διακρίνονται σε τρεις βασικές ενότητες: α) Στην αντιπαράθεση παγκόσμιων συμφερόντων μεταξύ των ΗΠΑ-Ευρώπης/Γερμανίας. β) Στην αντιπαράθεση σε ηπειρωτικό επίπεδο μεταξύ Αγγλίας/Γαλλίας, Γερμανίας και Ρωσίας στην Ευρώπη. γ) Στην αντιπαράθεση σε επίπεδο διεθνούς δικαίου και οργανισμών, που προκαλούν οι αντιπαραθέσεις με βάση τον άξονα ισχύος.
Εάν σε επίπεδο συστήματος εξεταστούν οι ανταγωνισμοί στις διεθνείς σχέσεις διαπιστώνουμε ότι ένα πολύ ενδιαφέρον στοιχείο τους συνιστά η διαχείριση του κατάλληλου χρόνου μεταξύ των κρίσεων που καθιστούν παθητικά τα Βαλκάνια και τη Μέση Ανατολή, επί των οποίων επιδρούν πολύ σκληρά και άμεσα οι ανταγωνισμοί του συστήματος. Αυτές οι δύο περιοχές, τις οποίες το διπολικό σύστημα της περιόδου του Ψυχρού πολέμου είχε υποβάλει στην πιο σκληρή και τεχνητή διάσπαση με τη δυναμική που εμφανίστηκε κατά τη μεταψυχροπολεμική περίοδο στη διεθνή συγκυρία, έγιναν μάρτυρες επίσης ενός άμεσου και παράλληλου ανταγωνισμού μεταξύ των μεγάλων δυνάμεων, οι οποίες επιθυμούσαν να διευρύνουν το πεδίο δραστηριότητάς τους.
Υπ'αυτή τη σκοπιά είναι ιδιαιτέρως αξιοπρόσεκτη η παρατηρούμενη σχέση μεταξύ της διαχείρισης του κατάλληλου χρόνου του πολέμου τον Κόλπου -ο οποίος προλείανε το έδαφος, για να επανέλθει στην επικαιρότητα η προσπάθεια επανίδρυσης του μεταψυχροπολεμικού διεθνούς συστήματος μέσω της ρητορείας της νέας τάξης πραγμάτων- και της κρίσης της Βοσνίας, στην οποία συνεχίστηκε ο πόλεμος, κατά τον οποίο και θυσιάστηκαν όλα τα βασικά στοιχεία της σχετικής ρητορείας στον βωμό των άτεγκτων ισορροπιών της ρεαλιστικής πολιτικής. Σε σύντομο χρονικό διάστημα μετά τη λήξη του πολέμου του Κόλπου και την εδραίωση της αμερικανικής κυριαρχίας στη Μέση Ανατολή μέσω μίας παγκόσμιας ρητορείας το πεδίο σύγκρουσης των παγκόσμιων δυνάμεων ασφάλειας μετατοπίστηκε στα Βαλκάνια.
Αυτός ο παραλληλισμός ακολούθησε μία παρόμοια πορεία με τις αμοιβαίες κινήσεις μίας παρτίδας σκακιού. Οι ΗΠΑ, οι οποίες διαπίστωσαν στοιχεία της γερμανικής ευρεσιτεχνίας στην τεχνολογία όπλων του Ιράκ, με τον πόλεμο του Κόλπου κατόρθωσαν να κινητοποιήσουν όλα τα διεθνή υποκείμενα, ούτως ώστε να επιβεβαιώσουν ότι αποτελούν τον τελικό ρυθμιστή τόσο των παγκόσμιων, όσο και των περιφερειακών ισορροπιών αναπτύσσοντας την έννοια της νέας τάξης πραγμάτων. Με τον πόλεμο τον Κόλπου απέδειξαν επίσης τη ρεαλιστική ισχύ της εν λόγω ικανότητας.
Οι ευρωπαϊκές δυνάμεις με καθοδηγητή τη Γερμανία, οι οποίες αναγκάστηκαν να αποδεχτούν αυτή την de fαctο ανωτερότητα, αφενός, με μία διπλωματική αντεπίθεση επιδίωξαν να προσελκύσουν στον ευρωπαϊκό άξονα (Διαδικασίες του 'Οσλου και της Μαδρίτης) την ειρηνευτική διαδικασία της Μέσης Ανατολής και, αφετέρου, θέλησαν να επιβεβαιώσούν ότι τα Βαλκάνια και η Ανατολική Ευρώπη ανήκουν στο πεδίο επιρροής τους εγκαινιάζοντας τη διαδικασία διάσπασης της Γιουγκοσλαβίας, η οποία δημιούργησε άλλη μία de facto κατασταση. Αυτή η διαδικασία κατακερματισμού των μεγάλων δυνάμεων κατά τη διάρκεια του πολέμού του Κόλπου προκάλεσε τη φθορά κάποιων ρυθμιστικών εννοιών πού χρησιμοποιήθηκαν, όπως διεθνής κοινή γνώμη και δυτικές αξίες, και αύξησε την επιρροή των στοιχείων ρεαλιστικής πολιτικής επί τον διεθνούς συστήματος.

β´
Στις θέσεις που αναπτύχθηκαν αναφορικά με τη μεταψυχροπολεμική διεθνή τάξη και τα πεδία συγκρούσεων εμπεριέχονται στοιχεία πού νομιμοποιούν και κατευθύνούν τις εξελίξεις σε αυτά τα δύο πεδία κρίσεων. Η θεωρία τον Fukuyama με τίτλο Το τέλος της ιστορίαςανέλαβε έναν νομιμοποιητικό ρόλο πριν από τον πόλεμο του Κόλπου αναγγέλλοντας την απόλύτη νίκη του δυτικού πολιτισμού και των αξιών του ως του βασικού στοιχείου μίας νέας διεθνούς τάξης, ενώ η θεωρία του Huntington με τίτλο Η σύγκρουση των πολιτισμώνπαρουσιάζοντας την κρίση στα Βαλκάνια ως ένα πεδίο συγκρούσεων για το οποίο ευθύνη φέρουν και οι μη Δυτικοί πολιτισμοί επιχείρησε να υποστηρίξει μία άποψη η οποία καλύπτει τα εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας πού διέπραξαν οι Σέρβοι καθώς και την πολιτική των δύο μέτρων και δύο σταθμών πού εφάρμοσαν οι δυτικές χώρες με την έμμεση συμβολή τους σε αυτά τα εγκλήματα.
Στην πρώτη φάση της κρίσης στα Βαλκάνια οι ΗΠΑ έναντι της σαφούς ανωτερότητας που εξασφάλισαν στην περιοχή τον Κόλπού, εθελοτύφλησαν σε περιορισμένο βαθμό, πλην των επιχειρήσεων διεύρυνσης του ΝΑΤΟ, στην ολίσθηση της Ανατολικής Ευρώπης προς το πεδίο επιρροής της Ευρώπης και ειδικότερα της Γερμανίας. Στο πλαίσιο αυτό οι ΗΠΑ, που με μια ιδιαίτερα ψύχραιμη πολιτική σφυγμομετρούσαν τον εσωτερικό ανταγωνισμό στην Ευρώπη, άρχισαν από τις αρχές της δεκαετίας του ενενήντα να παρακολουθούν στενά την επιρροή αυτών των αντίπαλων κινήσεων στα Βαλκάνια.
Τελικά, η Γερμανία εφάρμοσε με ψυχολογία μίας υποψήφιας υπερδύναμης τη διαδικασία διάσπασης της Γιουγκοσλαβίας, ως αποτέλεσμα του διαμοιρασμού αυτού του έμμεσού πεδίου επιρροής, διευρύνοντας το δικό της τελικά πεδίο επιρροής της διαμέσου της Σλοβενίας και της Κροατίας προς την Αδριατική με αποτέλεσμα να κινητοποιήσει τις ισορροπίες στο εσωτερικό της Ευρώπης. Ο Αγγλογαλλικός συνασπισμός, ο οποίος ενεργοποιήθηκε με την απόφαση του Συμβουλίού Ασφαλείας του ΟΗΕ, άρχισε να ακολουθεί μία αντιπαρεμβατική πολιτική πού εξασφάλιζε τη συνέχεια του καθεστώτος στη Βοσνία υπέρ της Σερβίας ως τρίτου στοιχείου εξισορροπώντας έτσι την κλασική γερμανοσλαβική άμιλλα. Η γαλλοαγγλική διπλωματική και στρατιωτική αποστολή, ανησυχουσα από την αυξανόμενη γερμανική επιρροή στην Ευρώπη, με την ψυχολογία ενός εξισορροπητικού στοιχείου και αποφεύγοντας την ανάληψη ρίσκου ακολούθησε την τακτική παγιοποίησης της κατάστασης διαχέοντας την κρίση στον χρόνο. Η πολιτική αυτή που υποστηρίχθηκε από τη Ρωσία, η οποία επιθυμούσε τη νομιμοποίηση του καθεστώτος πού είχε προκυψει από την εθνοκάθαρση στη Βοσνία, είχε ως αποτέλεσμα η διεθνής κοινότητα επί δύο χρόνια να παρακολούθεί (απαθής) τις σφαγές στη χώρα αυτή.
Οι παραπάνω παγκόσμιας και ηπειρωτικής κλίμακας ανταγωνισμοί μεταξύ των μεγάλων δυνάμεων προλείαναν το έδαφος, για να συνεχιστεί ενεργα η εθνοκάθαρση διαχεόμενη χρονικά. Η εν λογω διαδικασία ολοκληρώθηκε με τη συμφωνία του Ντέιτον, που πραγματοποιήθηκε κατόπιν βέλτιστου αμφίδρομου συμβιβασμού μεταξύ της Γερμανιας και των ΗΠΑ. Οι στρατιωτικές επεμβασεις που πραγματοποιήθηκαν πριν από τη συμφωνία καθώς και αυτή καθεαυτή η συμφωνία, από τη μια, εξασφάλισαν την επέκταση της ζώνης επιρροής της Γερμανίας στην Αδριατική κατοχυρώνοντας τη συνοριακή ακεραιοτητα της Κροατίας και, από την άλλη, νομιμοποιώντας την είσοδο των αμερικανικών δυνάμεων στη Βοσνία, και κατά συνέπεια στα Βαλκάνια και στην Ανατολική Ευρώπη, μετέτρεψε τις ΗΠΑ σε βασική καθοριστική και νόμιμη δύναμη της περιοχής.
Με αυτό τον τρόπο οι ΗΠΑ, που χρησιμοποίησαν την κρίση στη Βοσνία, προκειμένου να ασκήσουν μία ιδιαιτέρως ενεργή πολιτική, αποκτώντας τη δυνατότητα να εισέλθουν εμπράκτως στην περιοχή ανέδειξαν τόσο τις εσωτερικές αδυναμίες της Ευρώπης στο θέμα επίλυσης κρίσης και χρήσης ισχύος όσο και την αδυναμία επίλυσης των υποθέσεων εσωτερικής ασφάλειας της Ευρώπης απουσία των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ. Μετά τη διαδικασία του Ντέιτον το ΝΑΤΟ ξεκίνησε να υπεισέρχεται ως στοιχείο ασφάλειας σε κάθε πεδίο όπου η ΕΕ έχει επεκταθεί οικονομικά. Η διπλωματική πλευρά αυτής της κατάστασης έγκειται στο ότι η ασφάλεια του πεδίου οικονομικής επιρροής της Ευρώπης εξασφαλίζεται από την έμπρακτη ισχύ του ΝΑΤΟ και των ΗΠΑ.
Υπ'αυτή την έννοια η συμφωνία του Ντέιτον, η οποία μετέτρεψε τη Βοσνία σε μία απροσδιόριστη πολιτικη οντότητα, δεν μπορεί να θεωρηθεί ως μία οριστική λύση αλλά ως μία προσωρινή επιχείρηση αναβολής της κρίσης που ελέγχει την εξάπλωση του διεθνούς ανταγωνισμού στα περιφερειακά πεδία κρίσεων. Στη Βοσνία δεν έχει επιτευχθεί ακόμα μία οριστική λύση εριδόμενη στην κυριαρχία του βοσνιακού λαού, αλλά αντιθέτως έχει καθοριστεί ένα προσωρινό καθεστώς βασιζόμενο στην παγίωση της κρίσης και στη διεύθυνση της διαδικασίας από τις δυνάμεις τον ΝΑΤΟ και των ΗΠΑ. Η κλιμάκωση της κρίσης στο Brčko κατά την περίοδο που συνεχιζόταν η επέμβαση στο Κόσοβο το 1999 αποτέλεσε μία ξεκάθαρη ένδειξη πως αυτό το προσωρινό καθεστώς Θα μπορούσε ανά πάσα στιγμή να μετατραπεί εκ νέου σε σύγκρουση. Το στοιχείο που εξασφαλίζει ως αυτή τη στιγμή την προσωρινή ειρήνη στη Βοσνία δεν είναι η χρήση των κυριαρχικών δικαιωμάτων βασιζόμενων στο διεθνές δίκαιο αλλά η προσωρινή σταθερότητα που εξασφαλίζούν οι συγκυριακές δυνάμεις ισορροπίας του συστήματος. Στις ημέρες μας στη Βοσνία, όπου η κατάσταση φαίνεται να είναι ήρεμη, εξακολουθεί να διακρίνεται μία ευαισθησία ικανή ανά πάσα στιγμή να επηρεαστεί από τους εσωτερικούς ανταγωνισμούς των διεθνων δυνάμεων του συστήματος.

γ´
Από τη σκοπιά τον ανταγωνισμού των μεγάλων δυνάμεων σε επίπεδο συστήματος αλλά και ισορροπιών που προκαλούνται από αυτό τον ανταγωνισμό παράλληλα προς τα υφιστάμενα πολύ σημαντικά στοιχεία συνέχειας μεταξύ των κρίσεων της Βοσνίας και του Κοσόβου παρατηρούνται και σοβαρές διαφοροποιήσεις συμφερόντων. Στα πλαίσια της διαπεριφερειακής αλληλεπίδρασης της Μέσης Ανατολής και των Βαλκανίων, εάν επιχειρήσουμε να προβούμε στην εξέταση μιας ενδιαφέρουσας συγκυρίας των κρίσεων που παρατηρούνται σε αμφότερα, θα διαπιστώσούμε πως δεν είναι σύμπτωση πως η κρίση στο Κόσοβο ξεκίνησε να κλιμακώνεται στις αρχές τον 1998, κατόπιν μίας κρίσης στη Μέση Ανατολή, η οποία μετά τον πόλεμο του Κόλπου άγγιξε τα όρια τον Θερμού πολέμου. Δεν αποτελεί σύμπτωση ούτε η έναρξη των συγκρούσεων στην τέως Γιουγκοσλαβία το 1991, μερικούς μήνες μετά τον βομβαρδισμό της Βαγδάτης, αλλά ούτε και η έκρηξη στο Κόσοβο στις αρχές τον 1998, αμέσως μετά την αποτροπή ενός τέτοιου βομβαρδισμού.
Η άρνηση της Γαλλίας και της Ρωσίας, που επωμίζονταν ενεργό ρόλο στην κρίση της Βοσνίας, να δώσούν το πράσινο φως στην επέμβαση των ΗΠΑ στο Ιράκ στις αρχές του 1998 επηρέασε και τις ισορροπίες δυνάμεων στα Βαλκάνια. Η Γερμανία ασκώντας μία περίτεχνη πολιτική φάνηκε να στέκεται στο πλευρό των ΗΠΑ και αξιολόγησε τη διχασμένη πολιτική στο εσωτερικό της Ευρώπης ως ένα μέσο ευελιξίας. Η αντίδραση των ΗΠΑ εμπεριέχουσα ιδιαίτερα σκληρές ενέργειες στην κρίση του Κοσόβου στις αρχές του 1998 κομίζει ενα μήνυμα προς τη Ρωσία, η οποία αντιλαμβάνεται την περιφερειακή επιρροή της Σερβίας ως τμήμα της δικής της παγκόσμιας επιρροης, και προς την παραδοσιακή φίλη της Σερβίας, τη Γαλλία, η οποία της παρείχε υλικοτεχνική υποστήριξη.
Άλλος ένας σημαντικός παραλληλισμός μεταξύ των κρίσεων στη Βοσνία και στο Κόσοβο συνίσταται στην επανεμφάνιση του φιλοσερβικού Αγγλογαλλικού (Αγγλοφραγκικού) συνασπισμού, ο οποίος μετέτρεψε σε εθνοκάθαρση την κρίση στη Βοσνία, και στη διαδικασία του Κοσόβου και στην υιοθέτηση μίας στάσης η οποία επηρέασε αρνητικά την αποφασιστικότητα του ΝΑΤΟ κατά τη διάρκεια των συναντήσεων που πραγματοποιήθηκαν πριν την επέμβαση του ΝΑΤΟ. Το [επιπλέον] χρονικό διάστημα που δόθηκε επανειλημμένως στούς Σερβους εξασθένησε την αποτροπή και επέτρεψε στους Σέρβους, οι οποίοι φέρουν το βαρύ φορτίο των εγκλημάτων κατά της ανθρωπότητας στη Βοσνία, να αποκτήσουν εκ νέου νομιμότητα στη διεθνή διπλωματία. Κατά τη διάρκεια των ειρηνευτικών συνομιλιών η υιοθέτηση από τον Αγγλογαλλικό συνασπισμό μίας πιο σκληρής στάσης πριν από την επέμβαση στη Βοσνία δεν πηγάζει από το δίδαγμα της εμπειρίας στην Βοσνία αλλά από την προσπάθεια εξισορρόπησης της βαρύτητας στην περιφερειακή πολιτική των ΗΠΑ, οι οποίες με το Ντέιτον εισήλθαν αναπόφευκτα στην περιοχή.
Οι ΗΠΑ, θεωρώντας πως η απραξία στο θέμα του Κοσόβου Θα μπορούσε να εξαπλωθεί στην περιοχή και να αποδυναμώσει τις δυνάμεις των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ είτε στη Βοσνία είτε στη Μακεδονία, αισθάνθηκαν την υποχρέωση να συμπεριφερθούν με μεγαλύτερη ευαισθησία από τη σκοπιά της διαχείρισης του κατάλληλου χρόνου. Από την άλλη πλευρά η μετατροπή του ΝΑΤΟ σε έναν οργανισμό της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης με την ένταξη στους κόλπους του κατά την επικείμενη Σύνοδο Κορυφής της Ουγγαρίας, της Τσεχίας και της Πολωνίας επηρέασε θετικά την αποφασιστικότητά του για επέμβαση, συνεπώς και την πορεία της κρίσης στο Κόσοβο. Οι ΗΠΑ δια μέσου τον ΝΑΤΟ εμπλέκονται πλέον αμεσα στην Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη και η θέση αυτή μετατρέπει τα προβλήματα της περιοχής σε άμεσα στοιχεία της αμερικανικής στρατηγικής. Για τους λόγούς αυτους κατά τη διάρκεια της επέμβασης του ΝΑΤΟ και στη συνέχεια αυτής ο Αγγλογαλλορωσικός συνασπισμός, στον οποίο είχαν εμφανιστεί ρωγμές, περιόρισε το πεδίο δράσης του στη Βοσνία, ενώ η Γερμανία απέκτησε μία σημαντική ικανότητα ελιγμών χρησιμοποιώντας με δραστικό τρόπο τη διπλωματική ευελιξία της στις ενδοηπειρωτικές δυνάμεις.
Η αυξανόμενη επιρροή των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ στην περιοχή ανησύχησε σοβαρά τη Ρωσία, γεγονός το οποίο δι'ενός και πάλι ιστορικού αντανακλαστικού προκάλεσε μια προσέγγιση μεταξύ Γαλλίας και Ρωσίας. Η Γερμανία, η οποία προτιμούσε τη δραστηριοποίηση του πολυμερούς πεδίου επιρροής επιρροής του ΝΑΤΟ από την απευθείας επιρροή των ΗΠΑ, παρακολουθούσε τις εξελίξεις με τη χαρακτηριστική γερμανική ψυχραιμία και πειθαρχία. Έτσι προλείανε το έδαφος για τη διεθνή και εθνική νομιμοποίηση αναφορικά με την πρώτη, έπειτα από τον Β'Παγκόσμιο πόλεμο, χρήση της στρατιωτικής ισχύος εκ μέρους της. Η Αγγλία, η οποία από τη σκοπιά των ευρωπαϊκών ισορροπιών βρίσκεται εγγύτερα στη Γαλλία, ενώ από τη σκοπιά των διεθνών ισορροπιών εγγύτερα στις ΗΠΑ, στην τελική φάση επιχείρησε να αναλάβει ένα εξισορροπητικό ρόλο...
...προκαλεί εντύπωση η πραγματοποίηση της επέμβασης στο Κόσοβο την επαύριον της νέας και ευκρινέστερης διατύπωσης της αποστολής του ΝΑΤΟ, που έγινε κατά τη διάρκεια της 50ης επετείου από την ίδρυση του, την 25η Απριλίου 1999, και ταυτόχρονα με την έναρξη της διαδικασίας ένταξης της Πολωνίας, της Ουγγαρίας και της Τσεχικής Δημοκρατίας στη Συμμαχία. Είναι αδύνατο να κατανοηθούν οι επιπτώσεις της εν λόγω επέμβασης στις παγκόσμιες ισορροπίες, αν δε εκτιμηθεί η έμφαση που δίνεται στο Νέο Στρατηγικό Δόγμα (concept) της συμμαχίας, το οποίο και εξαγγέλθηκε κατά τη Σύνοδο Κορυφής της Ρώμης το 1991, σύμφωνα προς το οποίο «η συμμαχία Θα διατηρήσει τη στρατηγική ισορροπία στην Ευρώπη» καθώς και οι έκτοτε γινόμενες αναθεωρήσεις προς την κατεύθυνση αυτή.
Από αυτή τη σκοπιά ο στόχος της επέμβασης στο Κόσοβο δεν περιορίζεται μόνο στον τερματισμό της ανθρώπινης τραγωδίας. Στόχος ήταν ο παραγκωνισμός και ο έλεγχος της στρατιωτικής ισχύος του Μιλόσεβιτς, ο οποίος ακολουθούσε επιθετικές πολίτικες, σε μία νέα περίοδο κατά την οποία το ΝΑΤΟ είχε αρχίσει να εδραιώνει την παρουσία του στο κέντρο των νέων στρατηγικών ισορροπιών, οι οποίες είχαν αρχίσει να διαμορφώνονται στην Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη. Η σημασία του εν λόγω παραγκωνισμού γίνεται ακόμη πιο κατανοητή, αν αναλογιστεί κανείς ότι κατά τη διάρκεια του Ψυχρού πολέμου η Γιουγκοσλαβία διέθετε την τρίτη στη σειρά μεγάλη στρατιωτική ισχύ στην Ευρώπη. Οι ΗΠΑ, οι οποίες θεωρούν ότι η στρατηγική κορύφωση κατά την προσεχή περίοδο Θα αναπτυχθεί κυρίως στον αξονα της Ευρώπης και της Μέσης Ανατολής, δημιουργούν στην Ευρώπη ένα πεδίο στρατηγικής ασφάλειας με άξονα το ΝΑΤΟ και στη Μέση Ανατολή μία αμερικανική στρατιωτική δύναμη. Οι εξελίξεις που διαδραματίστηκαν κατά τη διάρκεια της επέμβασης στο Κόσοβο, αλλά και μετά απ'αυτήν, απέδειξαν ότι δεν ήταν σύμπτωση η χρονική στιγμή μεταξύ της Συνόδου Κορυφής της Ουάσιγκτον του 1999, κατά την οποία εξετάστηκαν τα σχέδια διεύρύνσης του ΝΑΤΟ προς την Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη, και της επέμβασης στο Κόσοβο. Οι ΗΠΑ, οι οποίες ήταν αποφασισμένες να καλύψούν το πεδίο γεωπολιτικού κενού, που δημιουργήθηκε μετά τη διαταραχή της υφιστάμενης ισορροπίας στην Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη, ανέλαβαν έναν νέο εξισορροπητικό στρατηγικό ρόλο στο διαμορφωθέν από το ΝΑΤΟ πεδίο ασφάλειας και στη ζώνη η οποία εκτείνεται από την Πολωνία έως την Αδριατική.

Επίλογος
Από αυτή τη σκοπιά, η επέμβαση στο Κόσοβο αποτέλεσε αρχικά το πρώτο σταδιο περιορισμού της στρατιωτικής δύναμης της Σερβίας, η οποία στον εν λόγω στρατηγικό άξονα διέθετε τη σοβαρότερη στρατιωτική ισχύ και είχε την τάση να τη χρησιμοποιήσει με μία ανεξέλεγκτη επιθετικότητα στη Βοσνία, ακολούθως να την ελέγξει και τέλος να την εντάξει στο σύστημα. Αυτός είναι και ο βασικός λόγος που η επεμβαση είχε ως στόχο κυρίως την αεράμυνα της Σερβίας. Αφότου τέθηκε εκτός μάχης η αεράμυνα, η οποία συνιστούσε το μοναδικό ικανό στοιχείο, για να απειλήσει την αποτρεπτική και δραστική ισχύ του ΝΑΤΟ, εξουδετερώθηκε η στρατιωτική αντίσταση της Σερβίας έναντι έξωθεν προερχόμενων εξισορροπητικών επεμβάσεων. Όπως ακριβώς και με την περίπτωση του πολέμου του Κόλπου, επιδιωκόμενο ήταν, πέραν της ανεξαρτησίας του Κουβέιτ, και η μείωση της ικανότητας του Ιράκ, το οποίο διέθετε στρατιωτική ισχύ στη Μέση Ανατολή κατά πολύ μεγαλύτερη από μια συνηθισμένη περιφερειακή δύναμη, κάτω από το επιτρεπόμενο όριο της ισορροπίας δυνάμεων στην περιοχή, έτσι και με την τελευταία επέμβαση στο Κόσοβο εκτός του ότι επιδιώχθηκε ο τερματισμός της εθνοκάθαρσης υπήρξε και μία προσπάθεια υποβάθμισης της ισχύος της Γιουγκοσλαβίας, η οποία κατά τη διάρκεια του Ψυχρού πολέμου διέθετε μία στρατιωτική δύναμη πάνω από τον μέσο όρο των ισορροπιών ισχύος της Ανατολικής Ευρώπης και κάτω από το επίπεδο αντίστασης κυρίως των συστημάτων αεράμυνάς της.
Η στρατιωτική ισχύς της Σερβίας, η οποία περιορίστηκε με την επέμβαση στο Κόσοβο, τέθηκε υπό έλεγχο σε δεύτερο στάδιο με εσωτερικες πολιτικές διευθετησεις. Η απομάκρύνση του Μιλόσεβιτς από την εξουσία εξασφάλισε την επισημοποίηση αυτού του μηχανισμού ελέγχού. Το τρίτο στάδιο της εν λόγω διαδικασίας αποτελεί η παράδοση του Μιλόσεβιτς στο Διεθνές δικαστήριο, προκειμένού να δικαστεί για εγκλήματα πολέμου, κάτι που αξιολογείται ως επανένταξη στο σύστημα. Με το συγκεκριμένο γεγονός καθώς και με τη διεθνή βοήθεια, η οποία παρασχέθηκε κατά τρόπο συγχρονισμένο με αυτό, ξεκίνησε η διαδικασία επανένταξης της Σερβίας στο διεθνές σύστημα. Με τον ελεγχο κατ'αρχάς της Σερβίας και έπειτα με την επανένταξή της στο σύστημα περιορίστηκε ένα σημαντικό πεδίο κινδύνου ευρισκόμενο επί της πορείας της διεύρυνσης τον ΝΑΤΟ προς την Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη, και μειώθηκε το ενδεχόμενο έντασης μεταξύ Ουγγαρίας, της οποίας η ένταξη στο ΝΑΤΟ έχει οριστεί, και Σερβίας με αντικείμενο τη Βοϊβοδίνα. Ωστόσο, παρ'όλες αυτές τις εξελίξεις, οι αντιπαραθέσεις του διεθνούς συστήματος αναφορικά με την περιοχή δεν μειώθηκαν.

.~`~.
Έξοδος

Η ΝΑΤΟική επιχείρηση έναντι του Κοσόβου εμπεριέχει τα στοιχεία συνέχειας της ευρασιατικής στρατηγικής των ΗΠΑ. Οι ΗΠΑ, οι οποίες διεξήγαν τον πόλεμο του Κόλπου βάσει της αρχής κοινής ασφάλειας του ΟΗΕ, διεξήγαν επίσης και την επιχείρηση στο Κόσοβο βάσει των συμμαχικών ισορροπιών του ΝΑΤΟ, το οποίο καθόρισε ως νέα αποστολή του την υπεράπιση της στρατηγικής ισορροπίας στην Ευρώπη. Οι ΗΠΑ επιχειρώντας την απόβαση στη Νορμανδία επενέβησαν στις ενδοευρωπαϊκές ισορροπίες μέσω της Δυτικής Ευρώπης ερχόμενες έτσι στο προσκήνιο του αγώνα για την παγκόσμια κυριαρχία. Ακριβώς αυτή τη θέση επιδιώκουν να διατηρήσουν και κατά τη μεταψυχροπολεμική περίοδο μέσω των επεμβάσεων του ΝΑΤΟ στην Ανατολική Ευρώπηεπιβεβαιώνοντας έτσι την επιρροή τους στην Ευρώπη.
Οι ειρηνευτικές ΝΑΤΟικές επιχειρήσεις εκδηλώθηκαν με τη μορφή επέκτασης στην Ανατολική Ευρώπη μέσω της Πολωνίας, της Ουγγαρίας και της Τσεχίας, ενώ οι στρατιωτικές επιχειρήσεις πραγματοποιήθηκαν ενάντια στη Σερβία, που συνέχιζε να αντιστέκεται στις μεταψυχροπολεμικές αναδιαρθρώσεις μετατρέποντας την αντίσταση της σε μια ευρύτερη εθνική καταστροφή.
Οι εξελίξεις που λαμβάνουν χώρα από τον Β'Παγκόσμιο πόλεμο ως σήμερα καταδεικνύουν ότι το κλειδί για την κεντρική θέση την οποία κατέχουν οι ΗΠΑ στο παγκόσμιο σύστημα βρίσκεται στη στρατηγική που εφαρμόζουν στην Ευρασία. Το βασικό στοιχείο της στρατηγικής αυτής συνίσταται στην ικανότητα επέμβασης στις υπόλοιπες ηπείρους και στις πολιτικές συμμαχιών. Αυτή η γεωπολιτική της ηγεμονικής τάξης που διαδραματίστηκε στο πλαίσιο μιας διπολικής διεθνούς σκηνής κατά τη διάρκεια του Ψυχρού πολέμου θα εξακολουθήσει να ασκεί την επιρροή της και στη μεταψυχροπολεμική τάξη πραγμάτων στο πλαίσιο πάντα της ισορροπίας δυνάμεων. Για όσο διάστημα οι ΗΠΑ θα εξακολουθήσουν να κατευθύνουν τη θέση και τις στρατηγικές επιλογές των άλλων μεγάλων δυνάμεων της Ευρασίας δημιουργώντας νέες ισορροπίες θα είναι σε θέση να διατηρήσουν την παγκόσμια εξισορροπητική θέση τους. Ενώ ο ΟΗΕ παρέχει νομιμοποιητική υποδομή σε μια τόσο εξισορροπητική και καθοριστική θέση, το ΝΑΤΟ λειτουργεί ως δύναμη επίθεσης και θεσμός στρατιωτικών εγγυήσεων. Από αυτή την άποψη η ΝΑΤΟική επιχείρηση στο Κόσοβο εκφράζει ιδιαίτερη σημασία όχι μόνο από περιφερειακή άποψη αλλά και παγκόσμιως.


Εισαγωγή, II και Έξοδος: Ahmet Davutoğlu, Το στρατηγικό βάθος, Εκδ. Ποιότητα. I: Samuel Huntington, Η σύγκρουση των πολιτισμών και ο ανασχηματισμός της παγκόσμιας τάξης, Εκδ. Terzo Books. Παρεκβάσεις: Γεράσιμος Κακλαμάνης, Το «ανατολικό ζήτημα» σήμερα, Εκδ. του εικοστού πρώτου.

.~`~.
Για περαιτέρω ιχνηλάτηση και πληρέστερη προοπτική

- Το μέλλον της Ε.Ε, η Ανατολική Ευρώπη -η Ουκρανία- και τα Βαλκάνια, ο Huntington, ο Brzezinski και οι πλανητικές πολιτικές των Η.Π.Α. Τα «Ανθρώπινα δικαιώματα», η «σύγκρουση των πολιτισμών» και τα «Ευρασιατικά Βαλκάνια» ως βαλκανοποίηση της υφηλίου και καλλιέργεια της ελεγχόμενης αναρχίας. Η απόρριψη του διλήμματος μεταξύ πυρηνικού ολοκαυτώματος ή πολιτιστικής ανυπαρξίας - προς μιας νέα ιστορική σύνθεση που θα εναντιώνεται στις θεωρίες και τους υπολογισμούς γραφείου-εργαστηρίου.
*

Viewing all articles
Browse latest Browse all 1483

Trending Articles