Τα περισσότερα τωρινά πολιτικά προβλήματα στον πλανήτη σχετίζονται με την αδυναμία -και όχι τη δύναμη- των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής.
Είναι κάπως, σαν η τωρινή κατάσταση να είναι αντιστρόφως ανάλογη από αυτήν που είχε διατυπωθεί για την Ευρώπη. Αν «ως το 1945 στην Ευρώπη ο πόλεμος ήταν ασθένεια της δύναμης, ενώ μετά το 1945 έγινε απίθανος γιατί την Ευρώπη την πρόσβαλε η ασθένεια της αδυναμίας» [1], σήμερα ο πόλεμος στον Πλανήτη, η πιθανότητα του, προκύπτει ως ασθένεια της αδυναμίας των Ηνωμένων Πολιτειών. Την πρώτη μεταψυχροπολεμική περίοδο, η υπεροχή των Η.Π.Α -ως μονάδας σε συνάφεια με τη δομή του συστήματος και τα κενά ισχύος που είχαν δημιουργηθεί [2]- ήταν τέτοια, που ένας διακρατικός πόλεμος πλανητικής κλίμακας ήταν όχι απλά αδύνατος, αλλά και αδιανόητος. Στις μέρες μας, η πιθανότητα ενός μελλοντικού πολέμου ξεπροβάλλει ή διαφαίνεται στον ορίζοντα και αυξάνεται ακριβώς επειδή οι Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής προσβλήθηκαν από την ασθένεια της αδυναμίας, και η πιθανότητα αυτή είναι συνυφασμένη με την αποσύνθεση της ηγεμονίας και τη γενικότερη αποδυνάμωση τους [3].
Αυτό που καθιστά τόσο επικίνδυνη και ανησυχητική τη σημερινή κατάσταση σε πλανητική κλίμακα είναι πως ζούμε σε εποχή γενικότερης, ευρύτερης, αδυναμίας (τόσο των «παλαιών» και πρώην όσο και των «νέων» και αναδυόμενων ισχυρών κρατών).
[2] Σε αυτό το σημείο πρέπει να γίνει μια εκλεπτυσμένη και καθοριστικής σημασίας παρατήρηση: Το ζενίθ των Η.Π.Α ως μονάδας, αν την απομονώσουμε εξετάζοντας την εξω-συστημικά και δίχως να λαμβάνουμε υπόψη άλλους παράγοντες και δρώντες, ήταν πιθανότατα η περίοδος 1915-1965 χονδρικά και ενδεικτικά. Υπό αυτή την έννοια, αλλά και όπως έδειξε η ιστορική πραγματικότητα, υπήρξε υπερεκτίμηση της ισχύος των Η.Π.Α μεταψυχροπολεμικά - κατά τη διάρκεια της λεγόμενης μονοπολικής στιγμής. Οι Η.Π.Α φάνηκαν ισχυρότερες από ποτέ ως προς την παγκόσμια ισχύ και επιρροή τους λόγω της αυτοδιάλυσης της Ε.Σ.Σ.Δ και της κατάρρευσης της Ρωσσίας, των κενών ισχύος που δημιουργήθηκαν από αυτή την εξέλιξη και κυρίως λόγω της παροδικής απώλειας του μοναδικού πραγματικού πυρηνικού εξισορροπιστή, αλλά και διαφόρων άλλων παραγόντων (ένας μονάχα από αυτούς είναι πως το «διπολικό σύστημα» δεν ήταν στην πραγματικότητα πλανητικό, παρά περιέγραφε τον μετέπειτα ονομαζόμενο Παγκόσμιο Βορρά και έλεγε μια ιστορία, δίδοντας μια ερμηνεία, για το τι ήταν η περίοδος 1945-1989/91 για το σύνολο του πλανήτη. Θα επανέλθουμε περί της ερμηνευτικής απόπειρας αυτής της περιόδου). Στην πραγματικότητα, η προσπάθεια ηγεμονικής επέκτασης και επιβολής της αμερικανικής ισχύος και επιρροής σε ολόκληρο τον πλανήτη, κινήθηκε ταυτόχρονα με την παράλληλη αποδυνάμωση και απώλεια ελέγχου, τόσο στο εσωτερικό της Σφαίρας Επιρροής της («Δύση»), όσο και της ίδιας της πολιτικής μονάδας αυτής καθεαυτής [4], π.χ η οικονομική της αποδυνάμωση, μεταξύ άλλων, ήδη από την περίοδο του ψυχρού πολέμου. Φυσικά ανθρώπους που πιστεύουν στην παντοδυναμία των Ηνωμένων Πολιτειών (και πως οι Η.Π.Α «θα τους γαμήσουν ούλους», συγγνώμη για την έκφραση), δεν τους απασχολούν τέτοιες προβληματικές.
[3] Σε ένα χαμηλότερο όχι πλανητικό αλλά κυρίως περιφερειακό επίπεδο, πολλά προβλήματα, ανασφαλείς και αντιδραστικές συμπεριφορές, και δυσοίωνες μελλοντικές προοπτικές συγκεκριμένων κρατών, επίσης σχετίζονται με την αδυναμία -και όχι τη δύναμη- των Η.Π.Α, καθώς κράτη που ωθούνται σε μια μονομερή και μονοδιάστατη σχέση μαζί τους για λόγους ανάγκης (ή/και απελπισίας) αντιμετωπίζουν προβλήματα, και θα αντιμετωπίσουν όλο και περισσότερα στο μέλλον. Μάλιστα εδώ η προβληματική σχέση είναι αμφίπλευρη. Ούτε η αποκλειστικότητα ή η υπακοή και η ανάληψη βαρών που αξιώνουν οι Η.Π.Α από αυτές τις χώρες μπορούν να γίνουν πλήρως αποδεκτές και εφαρμόσιμες, αλλά ούτε και οι δεσμεύσεις και οι αποκλειστικότητες που ζητούν αυτές οι χώρες από τις Η.Π.Α μπορούν να πραγματοποιηθούν ή/και να υποστηριχθούν πλήρως και με αξιοπιστία από τις Η.Π.Α - μόνες τους και προς όλες τις κατευθύνσεις (πόσο μάλλον με τις πολιτικές, γραφειοκρατικές, διϋπηρεσιακές, έξω- και παρα-θεσμικές σφαγές που εξελίσσονται εσωτερικό τους: ένας ακόμη παράγοντας αποδυνάμωσης τους). Γι'αυτό οι Η.Π.Α «προδίδουν» κατά καιρούς -ή εκθέτουν και αφήνουν ξεκρέμαστες-, και θα προδίδουν όλο και περισσότερο, «φίλιες» δυνάμεις. Δεν είναι όμως θέμα «προδοσίας».
[4] Κοσμοϊδιογλωσσία: Πόλεμος και Ιδέες.
Είναι κάπως, σαν η τωρινή κατάσταση να είναι αντιστρόφως ανάλογη από αυτήν που είχε διατυπωθεί για την Ευρώπη. Αν «ως το 1945 στην Ευρώπη ο πόλεμος ήταν ασθένεια της δύναμης, ενώ μετά το 1945 έγινε απίθανος γιατί την Ευρώπη την πρόσβαλε η ασθένεια της αδυναμίας» [1], σήμερα ο πόλεμος στον Πλανήτη, η πιθανότητα του, προκύπτει ως ασθένεια της αδυναμίας των Ηνωμένων Πολιτειών. Την πρώτη μεταψυχροπολεμική περίοδο, η υπεροχή των Η.Π.Α -ως μονάδας σε συνάφεια με τη δομή του συστήματος και τα κενά ισχύος που είχαν δημιουργηθεί [2]- ήταν τέτοια, που ένας διακρατικός πόλεμος πλανητικής κλίμακας ήταν όχι απλά αδύνατος, αλλά και αδιανόητος. Στις μέρες μας, η πιθανότητα ενός μελλοντικού πολέμου ξεπροβάλλει ή διαφαίνεται στον ορίζοντα και αυξάνεται ακριβώς επειδή οι Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής προσβλήθηκαν από την ασθένεια της αδυναμίας, και η πιθανότητα αυτή είναι συνυφασμένη με την αποσύνθεση της ηγεμονίας και τη γενικότερη αποδυνάμωση τους [3].
Αυτό που καθιστά τόσο επικίνδυνη και ανησυχητική τη σημερινή κατάσταση σε πλανητική κλίμακα είναι πως ζούμε σε εποχή γενικότερης, ευρύτερης, αδυναμίας (τόσο των «παλαιών» και πρώην όσο και των «νέων» και αναδυόμενων ισχυρών κρατών).
Σημειώσεις
[1] Παναγιώτης Κονδύλης[2] Σε αυτό το σημείο πρέπει να γίνει μια εκλεπτυσμένη και καθοριστικής σημασίας παρατήρηση: Το ζενίθ των Η.Π.Α ως μονάδας, αν την απομονώσουμε εξετάζοντας την εξω-συστημικά και δίχως να λαμβάνουμε υπόψη άλλους παράγοντες και δρώντες, ήταν πιθανότατα η περίοδος 1915-1965 χονδρικά και ενδεικτικά. Υπό αυτή την έννοια, αλλά και όπως έδειξε η ιστορική πραγματικότητα, υπήρξε υπερεκτίμηση της ισχύος των Η.Π.Α μεταψυχροπολεμικά - κατά τη διάρκεια της λεγόμενης μονοπολικής στιγμής. Οι Η.Π.Α φάνηκαν ισχυρότερες από ποτέ ως προς την παγκόσμια ισχύ και επιρροή τους λόγω της αυτοδιάλυσης της Ε.Σ.Σ.Δ και της κατάρρευσης της Ρωσσίας, των κενών ισχύος που δημιουργήθηκαν από αυτή την εξέλιξη και κυρίως λόγω της παροδικής απώλειας του μοναδικού πραγματικού πυρηνικού εξισορροπιστή, αλλά και διαφόρων άλλων παραγόντων (ένας μονάχα από αυτούς είναι πως το «διπολικό σύστημα» δεν ήταν στην πραγματικότητα πλανητικό, παρά περιέγραφε τον μετέπειτα ονομαζόμενο Παγκόσμιο Βορρά και έλεγε μια ιστορία, δίδοντας μια ερμηνεία, για το τι ήταν η περίοδος 1945-1989/91 για το σύνολο του πλανήτη. Θα επανέλθουμε περί της ερμηνευτικής απόπειρας αυτής της περιόδου). Στην πραγματικότητα, η προσπάθεια ηγεμονικής επέκτασης και επιβολής της αμερικανικής ισχύος και επιρροής σε ολόκληρο τον πλανήτη, κινήθηκε ταυτόχρονα με την παράλληλη αποδυνάμωση και απώλεια ελέγχου, τόσο στο εσωτερικό της Σφαίρας Επιρροής της («Δύση»), όσο και της ίδιας της πολιτικής μονάδας αυτής καθεαυτής [4], π.χ η οικονομική της αποδυνάμωση, μεταξύ άλλων, ήδη από την περίοδο του ψυχρού πολέμου. Φυσικά ανθρώπους που πιστεύουν στην παντοδυναμία των Ηνωμένων Πολιτειών (και πως οι Η.Π.Α «θα τους γαμήσουν ούλους», συγγνώμη για την έκφραση), δεν τους απασχολούν τέτοιες προβληματικές.
[3] Σε ένα χαμηλότερο όχι πλανητικό αλλά κυρίως περιφερειακό επίπεδο, πολλά προβλήματα, ανασφαλείς και αντιδραστικές συμπεριφορές, και δυσοίωνες μελλοντικές προοπτικές συγκεκριμένων κρατών, επίσης σχετίζονται με την αδυναμία -και όχι τη δύναμη- των Η.Π.Α, καθώς κράτη που ωθούνται σε μια μονομερή και μονοδιάστατη σχέση μαζί τους για λόγους ανάγκης (ή/και απελπισίας) αντιμετωπίζουν προβλήματα, και θα αντιμετωπίσουν όλο και περισσότερα στο μέλλον. Μάλιστα εδώ η προβληματική σχέση είναι αμφίπλευρη. Ούτε η αποκλειστικότητα ή η υπακοή και η ανάληψη βαρών που αξιώνουν οι Η.Π.Α από αυτές τις χώρες μπορούν να γίνουν πλήρως αποδεκτές και εφαρμόσιμες, αλλά ούτε και οι δεσμεύσεις και οι αποκλειστικότητες που ζητούν αυτές οι χώρες από τις Η.Π.Α μπορούν να πραγματοποιηθούν ή/και να υποστηριχθούν πλήρως και με αξιοπιστία από τις Η.Π.Α - μόνες τους και προς όλες τις κατευθύνσεις (πόσο μάλλον με τις πολιτικές, γραφειοκρατικές, διϋπηρεσιακές, έξω- και παρα-θεσμικές σφαγές που εξελίσσονται εσωτερικό τους: ένας ακόμη παράγοντας αποδυνάμωσης τους). Γι'αυτό οι Η.Π.Α «προδίδουν» κατά καιρούς -ή εκθέτουν και αφήνουν ξεκρέμαστες-, και θα προδίδουν όλο και περισσότερο, «φίλιες» δυνάμεις. Δεν είναι όμως θέμα «προδοσίας».
[4] Κοσμοϊδιογλωσσία: Πόλεμος και Ιδέες.
Επισήμανση
Η προσέγγιση γίνεται από τη σκοπιά της μονάδας του συστήματος, δηλαδή του κράτους. Αποτρεπτικός «συστημικός» παράγοντας ενός διακρατικού πόλεμου πλανητικής κλίμακας είναι η πυρηνική - και όχι φυσικά η εμπορική - Ισχύ και η Ιδέα των πιθανών απωλειών και των ανυπολόγιστων συνεπειών του.