I
Η Αγία Σοφίά -δηλαδή ο ναός της Αγίας του Θεού Σοφίας- δεν είναι «πανανθρώπινο μνημείο, ανεξαρτήτως θρησκείας και πίστης», αλλά Ρωμαϊκή Ορθόδοξη Εκκλησία ή ορθότερα Ρωμαϊκός Ορθόδοξος Καθεδρικός Ναός. Τα εντος εισαγωγικών τα λένε ελληνόφωνοι κεμαλιστές.
• 1. Η Ευρωπαϊκή Ένωση (Ε.Ε.) ιδρύεται το 1993 και οχι το 1957. Τα ιδρυτικά μέλη της Ε.Ο.Κ είναι έξι. Τα ιδρυτικά μέλη της Ε.Ε είναι δώδεκα (ενώ όταν τέθηκε σε ισχύ η Συνθήκη της Λισσαβώνας, το 2007, τροποποίηθηκε ολόκληρη η δομή της Ευρωπαϊκής Ένωσης, συγχωνεύοντας τα τρία θεμέλια-πυλώνες της -Συνθήκες Μάαστριχτ, Άμστερνταμ και Νίκαιας- σε μια ενιαία νομική οντότητα).
• 2. Οι συγκρούσεις, οι ανταγωνισμοί και οι πόλεμοι κατά τη διάρκεια του ψυχρού πολέμου εξωτερικεύονταν στην περιφέρεια του διπολικού σύστηματος (και στο λεγόμενο τρίτο κόσμο).
• 3. Η σταθερότητα προκύπτει λόγω του ότι η «Ευρώπη» -ορθότερα οι ευρωπαϊκές χώρες- βρίσκονται υπό τον άμεσο ή έμμεσο έλεγχο δύο δυνάμεων κατοχής (μαλακής ή σκληρής), των Ηνωμένων Πολιτειών και της Ρωσσίας.
• 4. Το ζήτημα της συγκράτησης ή του ελέγχου και της υπεροχής της Γερμανίας, που παραμένει το θεμελιακό γνώρισμα της δομής ισχύος της ευρωπαϊκής ηπείρου από τις αρχές του 20ου αιώνα, έχει επιλυθεί με το τέλος του πολέμου.
• 5. Πάγωμα των συγκρούσεων στο εσωτερικό της διπολικής δομής. Αμέσως μόλις μεταβλήθηκε η δομή του διεθνούς συστήματος, και οι «παγωμένες» συγκρούσεις «ξεπάγωσαν» και πόλεμοι ή οι ασύμμετρες συγκρούσεις ξεκίνησαν. Ο πόλεμος και η βία εντός της ευρωπαϊκής ηπείρου μάλιστα οδήγησε στην προσπάθεια απώθησης της πραγματικότητας μέσω λεκτικών κατασκευών όπως «Δυτικά Βαλκάνια» (η έννοια αυτή κατασκευάστηκε προκειμένου να απωθηθεί -και να μην γίνει αποδεκτό- το γεγονός πως ο πόλεμος επέστρεψε στην ευρωπαϊκή ήπειρο).
• 6. Οι κοινωνίες αυτές αποτελούν τη γεροντοκρατία της ανθρωπότητας. Οι νεανικές κοινωνίες είναι πιο κόντα, και σε πόλεμο και σε «αντιδημοκρατικές» επιλογές ή πολιτικές αναταραχές (το 1933 η ηλικιακή ομάδα από 20 ως 45 ήταν η μεγαλύτερη στην ιστορία της Γερμανίας, τόσο σε απόλυτους όσο και σε σχετικούς αριθμούς και η μέση ηλικία της γερμανικής κοινωνίας ήταν τα 29 έτη -όσο περίπου είναι σήμερα στο Ιράν, την Ινδονησία, το Ισραήλ και τη Τουρκία-, ενώ στις μέρες μας, η μέση ηλικία στη Γερμανια έχει ξεπεράσει τα 46 και πλησιάζει τα 47 έτη).
• 7. Τέλος, σε ό,τι αφορά ενδο-ευρωπαϊκό πολεμο από μεγάλες/μεσαίες δυνάμεις -πέρα από τις αμέσως προηγούμενες παρατηρήσεις-, όπως είχε πει και ο αείμνηστος Kenneth Waltz, λίγους μήνες πριν πεθάνει: ''Όταν οι μεγάλες δυνάμεις παρακμάζουν γίνονται αδιάφορες, δεν έχουν ενδιαφέρον. Ακριβώς όπως η Αθήνα και η Σπάρτη μετά από την άνοδο της Ρώμης, η Γερμανία και η Γαλλία είναι αδιάφορες τώρα. Μερικοί άνθρωποι υποστηρίζουν πόσο θαυμάσιο είναι είναι ότι η Ευρώπη έχει γίνει ειρηνική, αλλά αυτοί οι άνθρωποι γνωρίζουν τίποτα από ιστορία; Μια αναπόφευκτη συνέπεια των μεγάλων δυνάμεων που οδεύουν προς την παρακμή είναι ότι γίνονται ειρηνικότερες''.
Και όλα τα προηγούμενα εν συντομία και δίχως να αναφερθούμε στο -σημαντικότερο ίσως όλων- ζήτημα της πυρηνικής αποτροπής.
[-] Υπάρχει και το γνωστό και κλασικό απόσπασμα του Παναγιώτη Κονδύλη, αλλά επέλεξα την πιο σύντομη αναφορά του Kenneth Waltz. Αναφέρομαι στο απόσπασμα από το κείμενο Η Ευρώπη στο κατώφλι του 21ου αιώνα: μια κοσμοϊστορική και γεωπολιτική θεώρηση: ''Οι αιματηρές συγκρούσεις ανάμεσα σε μεγάλα έθνη της δυτικής και της κεντρικής Ευρώπης έγιναν στις μέρες μας αδιανόητες επειδή η Ευρώπη έχασε την παγκόσμια κυριαρχία, ούτως ώστε οι ενδοευρωπαϊκοί ανταγωνισμοί δεν έχουν πλέον καθοριστική κοσμοϊστορική σημασία'γι’ αυτό και η έντασή τους κατ’ ανάγκη έπεσε κατακόρυφα. Στην ιμπεριαλιστική εποχή ο ανταγωνισμός των ευρωπαϊκών Δυνάμεων όχι μόνον δεν εμπόδισε τη συνολική ευρωπαϊκή επέκταση, αλλά και την επέτεινε... Στην εποχή της ευρωπαϊκής παγκόσμιας κυριαρχίας, λοιπόν, ο πλανήτης συνομαδωνόταν γύρω από τον άξονα των ενδοευρωπαικών ανταγωνισμών, ενώ τώρα τα ευρωπαϊκά έθνη οφείλουν να συνομαδωθούν ή να συνασπισθούν εν όψει των πλανητικών ανταγωνισμών. Τούτη η κοσμοϊστορική τομή συνιστά την προϋπόθεση της αναδιάρθρωσης της Ευρώπης. Συνάμα απετέλεσε για την Ευρώπη μια κατάσταση ανάγκης... Το ότι η κοσμοϊστορική τομή που αναφέραμε συνιστούσε κατάσταση ανάγκης γίνεται πρόδηλο και σε μιαν άλλη προοπτική. Το τέλος της παγκόσμιας κυριαρχίας της Ευρώπης συνέπεσε χρονικά με το τέλος των ευρωπαϊκών Νέων Χρόνων, όπως άλλωστε και η αρχή των Νέων Χρόνων σήμανε την αρχή της παγκόσμιας κυριαρχίας της Ευρώπης''.
Και συνέχιζε ο Κονδύλης: ''Τούτο σημαίνει: οι Νέοι Χρόνοι δεν ήσαν μονάχα (στην προοπτική της ιστορίας των ιδεών) ευρωπαϊκό φαινόμενο με την ειδοποιό έννοια του όρου, αλλά και (από οικονομική και πολιτική άποψη) ένα ευρωκεντρικό φαινόμενο''.
Οι προβλέψεις-εκτιμήσεις είναι για το 2030, το 2050 και φτάνουν μέχρι το 2100. Οι τελευταίες (2100) είναι αρκετά μακρινές και μάλλον όχι ιδιαίτερα αξιόπιστες και δεν θα ασχοληθούμε με αυτες. Θα εστιάσουμε στο 2050, δηλαδή στον κόσμο που θα ζήσουν ή θα προλάβουν οι άνθρωποι που σήμερα είναι κάτω των 30 ετών, και θα κάνουμε ορισμένες παρατηρήσεις για τις μεταβολές που έχουν συμβεί κατά τον τελευταίο αιώνα (1950-2050), τις οποίες θα προσθέσουμε εν καιρό σε παλαιότερες αντίστοιχες που έχουν γίνει από εδώ. Το 2030 είναι το δημογραφικό αύριο, είναι πολύ κοντινό, και δεν χρειάζεται να αναφερθούμε σε αυτό.
Αρχικά. Ο πληθυσμός στον πλανητη κατά το έτος 2017 εκτιμάται πως θα αγγίξει τα 7.6 δισεκατομμύρια. Στην Ασία κατοικούν 4.5 δισεκατομμύρια άνθρωποι, στην Αφρική 1.3 δισεκατομμύρια, στην Ευρώπη 742 εκατομμύρια, στη Λατινική Αμερική και στη Καραϊβική 646 εκατομμύρια και στη Βόρεια Αμερική 361 εκατομμύρια. Η Κίνα και η Ινδία είναι οι πολυπληθέστερες χώρες στον πλανήτη και μαζί αποτελούν το 37% του παγκόσμιου πληθυσμού με περίπου 2.7 δισεκατομμύρια ανθρώπους. Μέσα στα επόμενα χρόνια η Ινδία θα ξεπεράσει πληθυσμιακά την Κίνα.
Να τονισουμε πως όταν ο Ο.Η.Ε λέει Ευρώπη, εννοεί όλες τις χωρες δυτικα της Μόσχας συμπεριλαμβανομενης της ευρωπαϊκής Ρωσσίας (που αποτελεί και το πολυπληθέστερο τμήμα της). Για να γίνει κατανοητό. Ο πληθυσμός της Ευρώπης είναι 742 εκατομμύρια και αποτελεί το 9.8% του παγκόσμιου πληθυσμού, ενώ αυτός της Ευρωπαϊκής Ένωσης το 2016 ήταν 510 εκατομμύρια αποτελώντας το 6.8% του παγκόσμιού πληθυσμού (συμπεριλαμβάνωμένου του Ηνωμένου Βασιλείου. Δίχως το τελευταίο το πόσοστό πέφτει στο 5.9%). Η Ευρώπη αποτελεί την πιο γηρασμένη ήπειρο στον πλανήτη και θα είναι η μόνη ήπειρος που -εκτιμάται πως- θα έχει μικρότερο πληθυσμό το 2050 απ'ό,τι έχει σήμερα, το 2017.
Μέχρι το 2050 ο πληθυσμός της Γης θα αυξηθεί κατά 2.2 δισεκατομμύρια (μέση εκτίμηση, ούτε υψηλή ούτε χαμηλή). Η μεγαλύτερη αύξηση θα είναι στην Αφρική, έπειτα στην Ασία, ενώ θα ακολουθήσουν η Λατινική Αμερική και η Καραϊβική και η Βόρειος Αμερική.
Ο ρυθμός γονιμότητας σε όλες τις ευρωπαϊκές χώρες είναι κάτω από το επίπεδο που απαιτείται για την αντικατάσταση πληθυσμού (περίπου 2.1 γεννήσεις ανά γυναίκα) και στις περισσότερες περιπτώσεις είναι κάτω από αυτό το επίπεδο εδώ και αρκετές δεκαετίες. Οποιαδήποτε μικρή πιθανή αύξηση (π.χ από 1.6 σε 1.8 ή από 1.4 σε 1.6) δεν αναμένεται να επηρεάσει την πορεία μείωσης ή/και να αντιστρέψει τη συρρίκνωση του πληθυσμού στην Ευρώπη.
Μεταξύ των δέκα πολυπληθέστερων χωρών του κόσμου αυτή τη στιγμή, μια βρίσκεται στην Αφρική (Νιγηρία), πέντε στην Ασία (Μπαγκλαντές, Κίνα, Ινδία, Ινδονησία και Πακιστάν), δύο βρίσκονται στη Λατινική Αμερική (Βραζιλία και Μεξικό), μία στη Βόρεια Αμερική (Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής) και μία στην Ευρώπη (Ρωσική Ομοσπονδία). Από αυτές, ταχύτερα αναπτύσσεται ο πληθυσμός της Νιγηρίας, ο έβδομος μεγαλύτερος στον πλανήτη. Η Νιγηρία αναμένεται να ξεπεράσει τον πληθυσμό των Ηνωμένων Πολιτειών λίγο πριν από το 2050 και να γίνει η τρίτη μεγαλύτερη χώρα του πλανήτη (κάτι που θα συμβεί για πρώτη φορά μετά από περίπου 150 χρόνια - δες προηγούμενο σημείωμα). Το 2050, οι πληθυσμοί σε έξι από τις δέκα μεγαλύτερες χώρες θα ξεπερνούν τα 300 εκατομμύρια: Η.Π.Α, Κίνα, Ινδία, Ινδονησία, Νιγηρία και Πακιστάν.
Μεταξύ 1950 και 2015, οι περιφέρειες της Ευρώπης και της Βόρειας Αμερικής ήταν κύριοι αποδέκτες-εισαγωγείς διεθνούς μετανάστευσης, ενώ η Αφρική, η Ασία και η Λατινική Αμερική και η Καραϊβική ήταν αποστολείς-εξαγωγείς. Ο συνολικός όγκος της μετανάστευσης σε διάφορες περιοχές του κόσμου αυξανόταν σταθερά μέχρι το 2010. Από το 2010 έως το 2015, οι εισροές μειώνονται, ειδικά στην Ευρώπη, ενώ οι εκροές από την Ασία, τη Λατινική Αμερική και τη Καραϊβική φανερώνουν αντίστοιχη μείωση (το ζήτημα της διεθνούς μετανάστευσης δεν είναι πρόσφατο, απλά έγινε επικαιρο τα τελευταία χρόνια). Αν και οι μετακινήσεις ανθρώπων από την Ασία, την Αφρική, τη Λατινική Αμερική και την Καραϊβική προς την Ευρώπη και τη Βόρεια Αμερική αποτελούν βασικό χαρακτηριστικό των παγκόσμιων μεταναστευτικών μοτίβων εδώ και σχεδόν μισό αιώνα, οι μεταναστευτικές ροές εντός του λεγόμενου Νότου (δηλαδή μεταξύ Ασίας, Αφρικής και Λατινικής Αμερικής), υπήρξαν επίσης σημαντικές.
Το 2017, οι άνθρωποι ηλικίας 60 ετών και άνω στο σύνολο του πλανήτη υπολογίζονται σε 962 εκατομμύρια, αποτελώντας το 13% του παγκόσμιου πληθυσμού. Η Ευρώπη, πρωτοπόρος και γεροντοκρατία της ανθρωπότητας, βρίσκεται στην πρώτη θέση με το ποσοστό αυτό να είναι στο 25% του συνολικού πληθυσμού της. Μέχρι το 2050 αναμένεται πως στον πλανήτη θα υπάρχουν περίπου 2.1 δισεκατομμύρια άνθρωποι άνω των 60 ετών.
Κατά το 2017, η Αφρική έχει 12.9 άτομα ηλικίας από 20 έως 64 ετών για κάθε άτομο ηλικίας άνω 65 ετών. Αυτή η αναλογία είναι 7.4 για την Ασία, 7.3 για τη Λατινική Αμερική και την Καραϊβική, 3.8 για τη Βόρεια Αμερική και 3.3 για την Ευρώπη. Μέχρι το 2050, 7 χώρες στην Ασία, 24 στην Ευρώπη και 5 στη Λατινική Αμερική και την Καραϊβική αναμένεται να έχουν κάτω από 2 άτομα ηλικίας από 20 έως 64 ετών για κάθε άτομο ηλικίας άνω 65 ετών (αυτοί οι δείκτες υπογραμμίζουν τις δημοσιονομικές και πολιτικές πιέσεις που θα αντιμετωπίσουν κατά τις προσεχείς δεκαετίες τα δημόσια συστήματα υγειονομικής περίθαλψης, κοινωνικής πρόνοιας, συντάξεων κ.λπ).
• Ο παγκόσμιος πληθυσμός αυξήθηκε κατά ένα δισεκατομμύριο από το 2005 και κατά δύο δισεκατομμύρια από το 1993, ξεπερνώντας τους 7.5 δισεκατομμύρια ανθρώπους το 2017 (το 1987 ο πληθυσμός στον πλανήτη ήταν 5 δισεκατομμύρια ενώ το 1927 ήταν 2 δισεκατομμύρια).
• Ο παγκόσμιος ρυθμός γονιμότητας αυτή τη στιγμή είναι 2.5 γεννήσεις (ανά γυναίκα).
• Η μείωση των επιπέδων και των ρυθμών γονιμότητας δεν έχει ως αποτέλεσμα μόνο έναν βραδύτερο ρυθμό αύξησης του πληθυσμού, αλλά και ταχύτερο ρυθμό αύξησης του ηλικιωμένου πληθυσμού.
• Το 25% του πληθυσμού που είναι ηλικίας 60 ετών και άνω στην Ευρώπη, αναμένεται να φθάσει το 35% μέχρι το 2050.
• Μεταξύ 2017 και 2050 αναμένεται πληθυσμιακή μείωση σε 51 κράτη, χώρες ή περιοχές. Σε αρκετές χώρες εκτιμάται πως ο πληθυσμός τους θα μειωθεί εώς και 15%, ανάμεσα στις οποίες η Βουλγαρία, η Κροατία, η Λετονία, η Λιθουανία, η Πολωνία, η Μολδαβία, η Ρουμανία, η Σερβία, η Ουκρανία (οι ανατολικοευρωπαϊκές χώρες καταστράφηκαν κατά την περίοδο των δεκαετιών 1980-1990).
• Δέκα χώρες αναμένεται πως θα προσφέρουν συνολικά, περισσότερο από τη μισή παγκόσμια προβλεπόμενη πληθυσμιακή αύξηση κατά την περίοδο 2017-2050: Ινδία, Νιγηρία, Κονγκό, Πακιστάν, Αιθιοπία, Τανζανία, Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής, Ουγκάντα, Ινδονησία και Αίγυπτος (δηλαδή αν ο πληθυσμός του πλανήτη αυξηθεί κατά Α μέχρι το 2050, αυτές οι χώρες μαζί θα συνεισφέρουν πάνω από Α/2)
• Όλο και περισσότερες χώρες έχουν ποσοστά ή/και ρυθμούς γονιμότητας που βρίσκονται κάτω από το επίπεδο αντικατάστασης πληθυσμού (2.10), και πολλές μάλιστα βρίσκονται σε αυτήν την κατάσταση εδώ και αρκετές δεκαετίες. Ογδοντατρεις (83) χώρες είχαν κάτω από 2.10 γεννήσεις (ανά γυναίκα) κατά την πενταετία 2010-2015, και 26 από αυτές, κάτω από 1.5 γεννήσεις (εδώ βρίσκεται και η Ελλάδα). Οι ογδοντατρεις (83) αυτές χώρες αντιστοιχούν στο 46% του παγκόσμιου πληθυσμού.
• Η συριακή προσφυγική κρίση είχε σημαντικό αντίκτυπο στα επίπεδα και τα μοτίβα της διεθνούς μετανάστευσης. Η εκτιμώμενη καθαρή εκροή από τη Συρία ήταν 4.2 εκατομμύρια άτομα μεταξύ 2010 και 2015. Οι περισσότεροι από αυτούς τους πρόσφυγες πήγαν στις γειτονικές χώρες, συμβάλλοντας σε ασυνήθιστα μεγάλη εισροή μεταναστών στην Τουρκία (καθαρή εισροή 1.6 εκατομμύρία σε πέντε χρόνια), το Λίβανο (1.25 εκατομμύρια) και την Ιορδανία (975 χιλιάδες).
• Μεταξύ 2015 και 2050, η υπέρβαση των θανάτων επί των γεννήσεων στην Ευρώπη προβλέπεται να ανέλθει σε 57 εκατομμύρια, ενώ η καθαρή εισροή μετανάστών αναμένεται να είναι περίπου 32 εκατομμύρια, γεγονός που υποδηλώνει συνολική μείωση του πληθυσμού της Ευρώπης κατά περίπου 25 εκατομμύρια, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του Ο.Η.Ε.
Ευρώπη 21,66%
Αφρική 9,01%
Βόρεια Αμερική 6,80%
Λατινική Αμερική και Καραϊβική 6,6%
Αφρική 16,64%
Ευρώπη 9,8%
Λατινική Αμερική και Καραϊβική 8,6%
Βόρεια Αμερική 4,8%
Αφρική 25,8%
Λατινική Αμερική και Καραϊβική 7,9%
Ευρωπη 7,3%
Βόρεια Αμερική 4,4%
[-] Το έτος 2015-2016, για πρώτη φορά, περισσότεροι άνθρωποι πέθαναν στην Ευρωπαϊκή Ένωση από ό,τι γεννήθηκαν (eurostat). Σε πληθυσμό 508,3 ανθρώπων στα 28 κράτη-μέλη της Ε.Ε, γεννήθηκαν περίπου 5,1 εκατομμύρια παιδιά ενώ πέθαναν πάνω από 5,2 εκατομμύρια άνθρωποι. Για πρώτη φορά η Ε.Ε κατέγραψε φυσική μείωση πληθυσμού. Ωστόσο ο πληθυσμός της αυξήθηκε κατά λίγο (από 508.3 υπολογίστηκε στα 510.1 εκατομμύρια, λόγω μετανάστευσης). Την ίδια περίοδο που στα 28 κράτη της Ε.Ε (των 500 και πλέον εκατομμυρίων) γεννήθηκαν 5.1 εκατομμύρια παιδιά, μόνο στην Τουρκία (των 80 εκατομμυρίων), το 2015 γεννήθηκαν 1.3 εκατομμύρια παιδιά (turkstat). Η Ελλάδα, ήταν μια από τις χώρες με τη μεγαλύτερη μείωση στην Ε.Ε.
[-] Την περίοδο που διανύουμε η Ασία βρίσκεται στην πληθυσμιακή της κορύφωση, ως προς το σύνολο του παγκόσμιου πληθυσμού. Εξέλιξη που θα λάβει πολιτική, οικονομική, θεσμική ή άλλη υπόσταση (από άποψη ισχύος, επιρροής κ.λπ) τις επόμενες δεκαετίες. Βρισκόμαστε δηλαδή στην αρχή της ανόδου της επιρροής, του εκτοπίσματος και της ισχύος της Ασίας που θα χαρακτηρίσει τις επόμενες δεκαετίες. Την πληθυσμιακή της κορύφωση, ως προς το σύνολο του παγκόσμιου πληθυσμού, η Αφρική θα την αγγίξει από το 2050 και ύστερα. Ο αιώνας που διανύουμε θα είναι ΑφροΑσιατικός.
[-] Την πληθυσμιακή της κορύφωση, ως προς το σύνολο του παγκόσμιου πληθυσμού, η Ευρώπη την άγγιξε μεταξύ 1500-1700 και μεταξύ 1850-1920. Τη δυναμική εμφάνιση της για πρώτη φορά η βόρειος Αμερικής την κάνει προς τα τέλη του 19ου και κυρίως στις αρχές του 20ου αιώνα.
[-] Η Αφρική και η Λατινική Αμερική ουσιαστικά επιστρέφουν εκεί που βρίσκονταν πληθυσμιακά πριν απο 4-5 αιώνες, ως προς το σύνολο του παγκόσμιου πληθυσμού, ποσοστιαία (απλά η Ευρώπη έχει μείωση και χάνει τη θέση της δεύτερης πολυπληθέστερης ηπείρου που κατείχε). Η Ευρώπη μέχρι το 2030 θα βρεθεί πληθυσμιακά εκεί που ήταν η Αφρική το 1950, ενώ η Αφρική περί το 2050 θα βρεθεί εκεί που ήταν η Ευρώπη το 1900 (το 1900 η Ευρώπη αποτελούσε το 25% του παγκόσμιου πληθυσμού).
[-] Όταν η Γαλλία, υπό τον Ναπολέοντα, εισέβαλε στην Οθωμανική Αίγυπτο (1798-1801), η Αίγυπτος είχε λιγότερο από 4 εκατομμύρια πληθυσμό, ενώ η Γαλλία κάτι λιγότερο από 30 εκατομμύρια. Το 1920 η Γερμανία είχε σχεδόν 70 εκατομμύρια πληθυσμό και η Αίγυπτος κάτι περισσότερο από 20 εκατομμύρια (η Γερμανία, εκεινη την περίοδο, είχε μεγαλύτερο πληθυσμό από την Τουρκία, την Αίγυπτο και το Ιράν μαζί). Ο τρέχων πληθυσμός της Αιγύπτου είναι 97 εκατομμύρια. Μέχρι το 2030 θα προσεγγίσει τα 120 εκατομμύρια, ενώ μέχρι το 2050 η Αίγυπτος θα ξεπεράσει τους 150 εκατομμύρια ανθρώπους. Πρέπει να γίνει αντιληπτή η κλίμακα των μεταβολών για τις οποίες μιλάμε.
[-] Η Τουρκία, το Κονγκό και το Ιράν έχουν ξεπεράσει οριακά ή θα ξεπεράσουν πληθυσμιακά τη Γερμανία, η οποία πέφτει από τη θέση της 16ης πολυπληθέστερης χώρας στον πλανήτη στη 19η. Υπό τις παρούσες συνθήκες, ο πληθυσμός της Τουρκίας αναμένεται να κορυφωθεί στα 95 εκατομμύρια μέχρι το 2050. Λίγο χαμηλότερα αναμένεται να βρεθεί ο πληθυσμός του Ιράν κατά την ίδια περίοδο.
[-] Η Ωκεανία το 1950 αποτελούσε το 0.43% του παγκόσμιου πληθυσμού και το 2050 θα αποτελεί το 0.58% (εκτίμηση για 57 εκατομμύρια ανθρώπους).
Σημείωση
Και συμβολικά πλέον (γιατί κάποτε ήταν στην πράξη) αποτελεί Έδρα του Οικουμενικού Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως. Τέλος, όπως αποδεικνύεται κατ'επανάληψη, δυστυχώς για εμάς, ο Recep Tayyip Erdoğan έχει μεγαλύτερη σχέση -μάλλον ενστικτωδώς και δίχως να το επιδιώκει ή να το επιθυμεί- με τον Ιουστινιανό, απ'ό,τι έχει ο Jean-Claude Juncker (στον οποίον η Ελλάδα προσβλέπει). Η πολιτιστική Πρωτεύουσα του ενός είναι το Aachen ενώ του άλλου η Κωνσταντινούπολη. Και δεν αποτελούν επιχείρημα οι συνεχείς επαναλήψεις περί του λεγόμενου εξευρωπαϊσμού της Τουρκίας, καθώς η τελευταία δεν ενδιαφέρεται ούτε για την πλήρη ενσωμάτωση και αφομοίωση της Κωνσταντινούπολης στο Άαχεν, ούτε για την ιστορική της εξαφάνιση και τη μετατροπή της σε συνιστώσα μιας Ευρώπης του Ρήνου ή μιας Δύσεως του Ατλαντικού (μέσω 'εξευρωπαϊσμού'ή 'εκδυτικισμού'και ολοκληρωτικής αφομοίωσης της σε αυτές). Ενδιαφέρεται για διαφορετικής υφής, απτά πράγματα.II
Επειδή επανέρχεται κατά καιρούς, δίχως καμία περαιτέρω εξηγηση, ανάλυση ή/και ερμηνεία, αυτο το διαγραμμάτακι-timeline, το οποίο αποτέλει ένα από τα μεγαλύτερα προπαγανδιστικά και λαϊκίστικα ιδεολογικά κόλπα (και έμμεσο τρόπο νομιμοποίησης) που έχουν κυκλοφορήσει ορισμένοι «ευρωπαϊστές», οι οποίοι ισχυρίζονται ή υπαινίσσονται πως ''η ειρήνη στην ευρωπαϊκή ήπειρο οφείλεται στην Ε.Ε'', ας κανουμε ορισμένες επισημάνσεις (όχι τίποτα άλλο, να δούμε ποιός είναι λαϊκίστής και ποιός όχι). Εν συντομία:• 1. Η Ευρωπαϊκή Ένωση (Ε.Ε.) ιδρύεται το 1993 και οχι το 1957. Τα ιδρυτικά μέλη της Ε.Ο.Κ είναι έξι. Τα ιδρυτικά μέλη της Ε.Ε είναι δώδεκα (ενώ όταν τέθηκε σε ισχύ η Συνθήκη της Λισσαβώνας, το 2007, τροποποίηθηκε ολόκληρη η δομή της Ευρωπαϊκής Ένωσης, συγχωνεύοντας τα τρία θεμέλια-πυλώνες της -Συνθήκες Μάαστριχτ, Άμστερνταμ και Νίκαιας- σε μια ενιαία νομική οντότητα).
• 2. Οι συγκρούσεις, οι ανταγωνισμοί και οι πόλεμοι κατά τη διάρκεια του ψυχρού πολέμου εξωτερικεύονταν στην περιφέρεια του διπολικού σύστηματος (και στο λεγόμενο τρίτο κόσμο).
• 3. Η σταθερότητα προκύπτει λόγω του ότι η «Ευρώπη» -ορθότερα οι ευρωπαϊκές χώρες- βρίσκονται υπό τον άμεσο ή έμμεσο έλεγχο δύο δυνάμεων κατοχής (μαλακής ή σκληρής), των Ηνωμένων Πολιτειών και της Ρωσσίας.
• 4. Το ζήτημα της συγκράτησης ή του ελέγχου και της υπεροχής της Γερμανίας, που παραμένει το θεμελιακό γνώρισμα της δομής ισχύος της ευρωπαϊκής ηπείρου από τις αρχές του 20ου αιώνα, έχει επιλυθεί με το τέλος του πολέμου.
• 5. Πάγωμα των συγκρούσεων στο εσωτερικό της διπολικής δομής. Αμέσως μόλις μεταβλήθηκε η δομή του διεθνούς συστήματος, και οι «παγωμένες» συγκρούσεις «ξεπάγωσαν» και πόλεμοι ή οι ασύμμετρες συγκρούσεις ξεκίνησαν. Ο πόλεμος και η βία εντός της ευρωπαϊκής ηπείρου μάλιστα οδήγησε στην προσπάθεια απώθησης της πραγματικότητας μέσω λεκτικών κατασκευών όπως «Δυτικά Βαλκάνια» (η έννοια αυτή κατασκευάστηκε προκειμένου να απωθηθεί -και να μην γίνει αποδεκτό- το γεγονός πως ο πόλεμος επέστρεψε στην ευρωπαϊκή ήπειρο).
• 6. Οι κοινωνίες αυτές αποτελούν τη γεροντοκρατία της ανθρωπότητας. Οι νεανικές κοινωνίες είναι πιο κόντα, και σε πόλεμο και σε «αντιδημοκρατικές» επιλογές ή πολιτικές αναταραχές (το 1933 η ηλικιακή ομάδα από 20 ως 45 ήταν η μεγαλύτερη στην ιστορία της Γερμανίας, τόσο σε απόλυτους όσο και σε σχετικούς αριθμούς και η μέση ηλικία της γερμανικής κοινωνίας ήταν τα 29 έτη -όσο περίπου είναι σήμερα στο Ιράν, την Ινδονησία, το Ισραήλ και τη Τουρκία-, ενώ στις μέρες μας, η μέση ηλικία στη Γερμανια έχει ξεπεράσει τα 46 και πλησιάζει τα 47 έτη).
• 7. Τέλος, σε ό,τι αφορά ενδο-ευρωπαϊκό πολεμο από μεγάλες/μεσαίες δυνάμεις -πέρα από τις αμέσως προηγούμενες παρατηρήσεις-, όπως είχε πει και ο αείμνηστος Kenneth Waltz, λίγους μήνες πριν πεθάνει: ''Όταν οι μεγάλες δυνάμεις παρακμάζουν γίνονται αδιάφορες, δεν έχουν ενδιαφέρον. Ακριβώς όπως η Αθήνα και η Σπάρτη μετά από την άνοδο της Ρώμης, η Γερμανία και η Γαλλία είναι αδιάφορες τώρα. Μερικοί άνθρωποι υποστηρίζουν πόσο θαυμάσιο είναι είναι ότι η Ευρώπη έχει γίνει ειρηνική, αλλά αυτοί οι άνθρωποι γνωρίζουν τίποτα από ιστορία; Μια αναπόφευκτη συνέπεια των μεγάλων δυνάμεων που οδεύουν προς την παρακμή είναι ότι γίνονται ειρηνικότερες''.
Και όλα τα προηγούμενα εν συντομία και δίχως να αναφερθούμε στο -σημαντικότερο ίσως όλων- ζήτημα της πυρηνικής αποτροπής.
Σημείωσεις
[-] Όταν τέθηκε σε ισχύ η Συνθήκη της Λισσαβώνας τροποποίηθηκε ολόκληρη η δομή της Ευρωπαϊκής Ένωσης, συγχωνεύοντας τα τρία θεμέλια-πυλώνες της (Συνθήκες Μάαστριχτ, Άμστερνταμ και Νίκαιας) σε μια ενιαία νομική οντότητα. Από εκεί και πέρα δεν αναφέρει κανείς πως δεν υπάρχει συνέχεια. Περισσότερο technically λάθος είναι πάντως πως η Ε.Ο.Κ είναι η Ε.Ε, από το να θεωρήσουμε την Ε.Ε ως μια νέα οντότητα. Η Ευρωπαϊκή Ένωση (Ε.Ε.) αποτελεί μια οικονομική και πολιτική ένωση που ιδρύεται το 1993 -πως να το κάνουμε- ενώ οι Ευρωπαϊκές Κοινότητες ήταν τρεις διεθνείς οργανισμοί (1952-1957) που αντικαταστήθηκαν. Πέρα, τέλος, από τη θεσμική διάσταση και μιλώντας πολιτικά, οι διεθνείς μεταβολές που έχουν συμβεί (ο πλανήτης μικρή σχέση έχει με τη δεκαετία του 1950, όπως έχουμε κατ'επανάληψη και πολύπλευρα καταδείξει και όπως θα διαπιστώσετε και παρακάτω) και η Γερμανία που είναι επανενωμένη, παραπέμπουν κατ'ουσίαν σε ένα διαφορετικό τοπίο. Το 1950 ο πληθυσμός στον πλανήτη ήταν 2.5 δισεκατομμύρια ενώ σήμερα είναι 7.5 δισεκατομμύρια.[-] Υπάρχει και το γνωστό και κλασικό απόσπασμα του Παναγιώτη Κονδύλη, αλλά επέλεξα την πιο σύντομη αναφορά του Kenneth Waltz. Αναφέρομαι στο απόσπασμα από το κείμενο Η Ευρώπη στο κατώφλι του 21ου αιώνα: μια κοσμοϊστορική και γεωπολιτική θεώρηση: ''Οι αιματηρές συγκρούσεις ανάμεσα σε μεγάλα έθνη της δυτικής και της κεντρικής Ευρώπης έγιναν στις μέρες μας αδιανόητες επειδή η Ευρώπη έχασε την παγκόσμια κυριαρχία, ούτως ώστε οι ενδοευρωπαϊκοί ανταγωνισμοί δεν έχουν πλέον καθοριστική κοσμοϊστορική σημασία'γι’ αυτό και η έντασή τους κατ’ ανάγκη έπεσε κατακόρυφα. Στην ιμπεριαλιστική εποχή ο ανταγωνισμός των ευρωπαϊκών Δυνάμεων όχι μόνον δεν εμπόδισε τη συνολική ευρωπαϊκή επέκταση, αλλά και την επέτεινε... Στην εποχή της ευρωπαϊκής παγκόσμιας κυριαρχίας, λοιπόν, ο πλανήτης συνομαδωνόταν γύρω από τον άξονα των ενδοευρωπαικών ανταγωνισμών, ενώ τώρα τα ευρωπαϊκά έθνη οφείλουν να συνομαδωθούν ή να συνασπισθούν εν όψει των πλανητικών ανταγωνισμών. Τούτη η κοσμοϊστορική τομή συνιστά την προϋπόθεση της αναδιάρθρωσης της Ευρώπης. Συνάμα απετέλεσε για την Ευρώπη μια κατάσταση ανάγκης... Το ότι η κοσμοϊστορική τομή που αναφέραμε συνιστούσε κατάσταση ανάγκης γίνεται πρόδηλο και σε μιαν άλλη προοπτική. Το τέλος της παγκόσμιας κυριαρχίας της Ευρώπης συνέπεσε χρονικά με το τέλος των ευρωπαϊκών Νέων Χρόνων, όπως άλλωστε και η αρχή των Νέων Χρόνων σήμανε την αρχή της παγκόσμιας κυριαρχίας της Ευρώπης''.
Και συνέχιζε ο Κονδύλης: ''Τούτο σημαίνει: οι Νέοι Χρόνοι δεν ήσαν μονάχα (στην προοπτική της ιστορίας των ιδεών) ευρωπαϊκό φαινόμενο με την ειδοποιό έννοια του όρου, αλλά και (από οικονομική και πολιτική άποψη) ένα ευρωκεντρικό φαινόμενο''.
III
Δημοσιεύθηκαν οι αναθεωρημένες εκτιμήσεις για την εξέλιξη του παγκόσμιου πληθυσμού από τον Ο.Η.Ε (DESA: Department of Economic and Social Affairs. Population Division). Οσες και όσοι παρακολουθείτε σταθερά και για αρκετό χρονικό διάστημα, έχετε ενημερωθεί και πιθανώς διαμορφώσει άποψη και αντίληψη για τη γενικότερη πορεία των πραγμάτων, και δεν θα ξαφνιαστείτε ή δεν θα μάθετε κάτι πραγματικά νέο. Ωστόσο, ας κάνουμε μια ανακεφαλαίωση σημαντικών σημείων μαζί με ορισμένες παρατηρήσεις.Οι προβλέψεις-εκτιμήσεις είναι για το 2030, το 2050 και φτάνουν μέχρι το 2100. Οι τελευταίες (2100) είναι αρκετά μακρινές και μάλλον όχι ιδιαίτερα αξιόπιστες και δεν θα ασχοληθούμε με αυτες. Θα εστιάσουμε στο 2050, δηλαδή στον κόσμο που θα ζήσουν ή θα προλάβουν οι άνθρωποι που σήμερα είναι κάτω των 30 ετών, και θα κάνουμε ορισμένες παρατηρήσεις για τις μεταβολές που έχουν συμβεί κατά τον τελευταίο αιώνα (1950-2050), τις οποίες θα προσθέσουμε εν καιρό σε παλαιότερες αντίστοιχες που έχουν γίνει από εδώ. Το 2030 είναι το δημογραφικό αύριο, είναι πολύ κοντινό, και δεν χρειάζεται να αναφερθούμε σε αυτό.
Αρχικά. Ο πληθυσμός στον πλανητη κατά το έτος 2017 εκτιμάται πως θα αγγίξει τα 7.6 δισεκατομμύρια. Στην Ασία κατοικούν 4.5 δισεκατομμύρια άνθρωποι, στην Αφρική 1.3 δισεκατομμύρια, στην Ευρώπη 742 εκατομμύρια, στη Λατινική Αμερική και στη Καραϊβική 646 εκατομμύρια και στη Βόρεια Αμερική 361 εκατομμύρια. Η Κίνα και η Ινδία είναι οι πολυπληθέστερες χώρες στον πλανήτη και μαζί αποτελούν το 37% του παγκόσμιου πληθυσμού με περίπου 2.7 δισεκατομμύρια ανθρώπους. Μέσα στα επόμενα χρόνια η Ινδία θα ξεπεράσει πληθυσμιακά την Κίνα.
Να τονισουμε πως όταν ο Ο.Η.Ε λέει Ευρώπη, εννοεί όλες τις χωρες δυτικα της Μόσχας συμπεριλαμβανομενης της ευρωπαϊκής Ρωσσίας (που αποτελεί και το πολυπληθέστερο τμήμα της). Για να γίνει κατανοητό. Ο πληθυσμός της Ευρώπης είναι 742 εκατομμύρια και αποτελεί το 9.8% του παγκόσμιου πληθυσμού, ενώ αυτός της Ευρωπαϊκής Ένωσης το 2016 ήταν 510 εκατομμύρια αποτελώντας το 6.8% του παγκόσμιού πληθυσμού (συμπεριλαμβάνωμένου του Ηνωμένου Βασιλείου. Δίχως το τελευταίο το πόσοστό πέφτει στο 5.9%). Η Ευρώπη αποτελεί την πιο γηρασμένη ήπειρο στον πλανήτη και θα είναι η μόνη ήπειρος που -εκτιμάται πως- θα έχει μικρότερο πληθυσμό το 2050 απ'ό,τι έχει σήμερα, το 2017.
Μέχρι το 2050 ο πληθυσμός της Γης θα αυξηθεί κατά 2.2 δισεκατομμύρια (μέση εκτίμηση, ούτε υψηλή ούτε χαμηλή). Η μεγαλύτερη αύξηση θα είναι στην Αφρική, έπειτα στην Ασία, ενώ θα ακολουθήσουν η Λατινική Αμερική και η Καραϊβική και η Βόρειος Αμερική.
Ο ρυθμός γονιμότητας σε όλες τις ευρωπαϊκές χώρες είναι κάτω από το επίπεδο που απαιτείται για την αντικατάσταση πληθυσμού (περίπου 2.1 γεννήσεις ανά γυναίκα) και στις περισσότερες περιπτώσεις είναι κάτω από αυτό το επίπεδο εδώ και αρκετές δεκαετίες. Οποιαδήποτε μικρή πιθανή αύξηση (π.χ από 1.6 σε 1.8 ή από 1.4 σε 1.6) δεν αναμένεται να επηρεάσει την πορεία μείωσης ή/και να αντιστρέψει τη συρρίκνωση του πληθυσμού στην Ευρώπη.
Μεταξύ των δέκα πολυπληθέστερων χωρών του κόσμου αυτή τη στιγμή, μια βρίσκεται στην Αφρική (Νιγηρία), πέντε στην Ασία (Μπαγκλαντές, Κίνα, Ινδία, Ινδονησία και Πακιστάν), δύο βρίσκονται στη Λατινική Αμερική (Βραζιλία και Μεξικό), μία στη Βόρεια Αμερική (Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής) και μία στην Ευρώπη (Ρωσική Ομοσπονδία). Από αυτές, ταχύτερα αναπτύσσεται ο πληθυσμός της Νιγηρίας, ο έβδομος μεγαλύτερος στον πλανήτη. Η Νιγηρία αναμένεται να ξεπεράσει τον πληθυσμό των Ηνωμένων Πολιτειών λίγο πριν από το 2050 και να γίνει η τρίτη μεγαλύτερη χώρα του πλανήτη (κάτι που θα συμβεί για πρώτη φορά μετά από περίπου 150 χρόνια - δες προηγούμενο σημείωμα). Το 2050, οι πληθυσμοί σε έξι από τις δέκα μεγαλύτερες χώρες θα ξεπερνούν τα 300 εκατομμύρια: Η.Π.Α, Κίνα, Ινδία, Ινδονησία, Νιγηρία και Πακιστάν.
Μεταξύ 1950 και 2015, οι περιφέρειες της Ευρώπης και της Βόρειας Αμερικής ήταν κύριοι αποδέκτες-εισαγωγείς διεθνούς μετανάστευσης, ενώ η Αφρική, η Ασία και η Λατινική Αμερική και η Καραϊβική ήταν αποστολείς-εξαγωγείς. Ο συνολικός όγκος της μετανάστευσης σε διάφορες περιοχές του κόσμου αυξανόταν σταθερά μέχρι το 2010. Από το 2010 έως το 2015, οι εισροές μειώνονται, ειδικά στην Ευρώπη, ενώ οι εκροές από την Ασία, τη Λατινική Αμερική και τη Καραϊβική φανερώνουν αντίστοιχη μείωση (το ζήτημα της διεθνούς μετανάστευσης δεν είναι πρόσφατο, απλά έγινε επικαιρο τα τελευταία χρόνια). Αν και οι μετακινήσεις ανθρώπων από την Ασία, την Αφρική, τη Λατινική Αμερική και την Καραϊβική προς την Ευρώπη και τη Βόρεια Αμερική αποτελούν βασικό χαρακτηριστικό των παγκόσμιων μεταναστευτικών μοτίβων εδώ και σχεδόν μισό αιώνα, οι μεταναστευτικές ροές εντός του λεγόμενου Νότου (δηλαδή μεταξύ Ασίας, Αφρικής και Λατινικής Αμερικής), υπήρξαν επίσης σημαντικές.
Το 2017, οι άνθρωποι ηλικίας 60 ετών και άνω στο σύνολο του πλανήτη υπολογίζονται σε 962 εκατομμύρια, αποτελώντας το 13% του παγκόσμιου πληθυσμού. Η Ευρώπη, πρωτοπόρος και γεροντοκρατία της ανθρωπότητας, βρίσκεται στην πρώτη θέση με το ποσοστό αυτό να είναι στο 25% του συνολικού πληθυσμού της. Μέχρι το 2050 αναμένεται πως στον πλανήτη θα υπάρχουν περίπου 2.1 δισεκατομμύρια άνθρωποι άνω των 60 ετών.
Κατά το 2017, η Αφρική έχει 12.9 άτομα ηλικίας από 20 έως 64 ετών για κάθε άτομο ηλικίας άνω 65 ετών. Αυτή η αναλογία είναι 7.4 για την Ασία, 7.3 για τη Λατινική Αμερική και την Καραϊβική, 3.8 για τη Βόρεια Αμερική και 3.3 για την Ευρώπη. Μέχρι το 2050, 7 χώρες στην Ασία, 24 στην Ευρώπη και 5 στη Λατινική Αμερική και την Καραϊβική αναμένεται να έχουν κάτω από 2 άτομα ηλικίας από 20 έως 64 ετών για κάθε άτομο ηλικίας άνω 65 ετών (αυτοί οι δείκτες υπογραμμίζουν τις δημοσιονομικές και πολιτικές πιέσεις που θα αντιμετωπίσουν κατά τις προσεχείς δεκαετίες τα δημόσια συστήματα υγειονομικής περίθαλψης, κοινωνικής πρόνοιας, συντάξεων κ.λπ).
Bullet Points
• Ο παγκόσμιος πληθυσμός αυξήθηκε κατά ένα δισεκατομμύριο από το 2005 και κατά δύο δισεκατομμύρια από το 1993, ξεπερνώντας τους 7.5 δισεκατομμύρια ανθρώπους το 2017 (το 1987 ο πληθυσμός στον πλανήτη ήταν 5 δισεκατομμύρια ενώ το 1927 ήταν 2 δισεκατομμύρια).
• Ο παγκόσμιος ρυθμός γονιμότητας αυτή τη στιγμή είναι 2.5 γεννήσεις (ανά γυναίκα).
• Η μείωση των επιπέδων και των ρυθμών γονιμότητας δεν έχει ως αποτέλεσμα μόνο έναν βραδύτερο ρυθμό αύξησης του πληθυσμού, αλλά και ταχύτερο ρυθμό αύξησης του ηλικιωμένου πληθυσμού.
• Το 25% του πληθυσμού που είναι ηλικίας 60 ετών και άνω στην Ευρώπη, αναμένεται να φθάσει το 35% μέχρι το 2050.
• Μεταξύ 2017 και 2050 αναμένεται πληθυσμιακή μείωση σε 51 κράτη, χώρες ή περιοχές. Σε αρκετές χώρες εκτιμάται πως ο πληθυσμός τους θα μειωθεί εώς και 15%, ανάμεσα στις οποίες η Βουλγαρία, η Κροατία, η Λετονία, η Λιθουανία, η Πολωνία, η Μολδαβία, η Ρουμανία, η Σερβία, η Ουκρανία (οι ανατολικοευρωπαϊκές χώρες καταστράφηκαν κατά την περίοδο των δεκαετιών 1980-1990).
• Δέκα χώρες αναμένεται πως θα προσφέρουν συνολικά, περισσότερο από τη μισή παγκόσμια προβλεπόμενη πληθυσμιακή αύξηση κατά την περίοδο 2017-2050: Ινδία, Νιγηρία, Κονγκό, Πακιστάν, Αιθιοπία, Τανζανία, Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής, Ουγκάντα, Ινδονησία και Αίγυπτος (δηλαδή αν ο πληθυσμός του πλανήτη αυξηθεί κατά Α μέχρι το 2050, αυτές οι χώρες μαζί θα συνεισφέρουν πάνω από Α/2)
• Όλο και περισσότερες χώρες έχουν ποσοστά ή/και ρυθμούς γονιμότητας που βρίσκονται κάτω από το επίπεδο αντικατάστασης πληθυσμού (2.10), και πολλές μάλιστα βρίσκονται σε αυτήν την κατάσταση εδώ και αρκετές δεκαετίες. Ογδοντατρεις (83) χώρες είχαν κάτω από 2.10 γεννήσεις (ανά γυναίκα) κατά την πενταετία 2010-2015, και 26 από αυτές, κάτω από 1.5 γεννήσεις (εδώ βρίσκεται και η Ελλάδα). Οι ογδοντατρεις (83) αυτές χώρες αντιστοιχούν στο 46% του παγκόσμιου πληθυσμού.
• Η συριακή προσφυγική κρίση είχε σημαντικό αντίκτυπο στα επίπεδα και τα μοτίβα της διεθνούς μετανάστευσης. Η εκτιμώμενη καθαρή εκροή από τη Συρία ήταν 4.2 εκατομμύρια άτομα μεταξύ 2010 και 2015. Οι περισσότεροι από αυτούς τους πρόσφυγες πήγαν στις γειτονικές χώρες, συμβάλλοντας σε ασυνήθιστα μεγάλη εισροή μεταναστών στην Τουρκία (καθαρή εισροή 1.6 εκατομμύρία σε πέντε χρόνια), το Λίβανο (1.25 εκατομμύρια) και την Ιορδανία (975 χιλιάδες).
• Μεταξύ 2015 και 2050, η υπέρβαση των θανάτων επί των γεννήσεων στην Ευρώπη προβλέπεται να ανέλθει σε 57 εκατομμύρια, ενώ η καθαρή εισροή μετανάστών αναμένεται να είναι περίπου 32 εκατομμύρια, γεγονός που υποδηλώνει συνολική μείωση του πληθυσμού της Ευρώπης κατά περίπου 25 εκατομμύρια, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του Ο.Η.Ε.
Εξέλιξη περιοχών-ηπείρων σε ποσοστά επί του παγκόσμιου πληθυσμού (1950-2050)
1950 (Παγκόσμιος Πληθυσμός: 2.536.275)
Ασία 55,35% Ευρώπη 21,66%
Αφρική 9,01%
Βόρεια Αμερική 6,80%
Λατινική Αμερική και Καραϊβική 6,6%
2017 (Παγκόσμιος Πληθυσμός: 7.550.262)
Ασία 59,65%Αφρική 16,64%
Ευρώπη 9,8%
Λατινική Αμερική και Καραϊβική 8,6%
Βόρεια Αμερική 4,8%
2050 (Παγκόσμιος Πληθυσμός: 9.771.823)
Ασία 53,7%Αφρική 25,8%
Λατινική Αμερική και Καραϊβική 7,9%
Ευρωπη 7,3%
Βόρεια Αμερική 4,4%
Επιμέρους Σχόλια - Σημειώσεις - Επισημάνσεις
[-] Το έτος 2015-2016, για πρώτη φορά, περισσότεροι άνθρωποι πέθαναν στην Ευρωπαϊκή Ένωση από ό,τι γεννήθηκαν (eurostat). Σε πληθυσμό 508,3 ανθρώπων στα 28 κράτη-μέλη της Ε.Ε, γεννήθηκαν περίπου 5,1 εκατομμύρια παιδιά ενώ πέθαναν πάνω από 5,2 εκατομμύρια άνθρωποι. Για πρώτη φορά η Ε.Ε κατέγραψε φυσική μείωση πληθυσμού. Ωστόσο ο πληθυσμός της αυξήθηκε κατά λίγο (από 508.3 υπολογίστηκε στα 510.1 εκατομμύρια, λόγω μετανάστευσης). Την ίδια περίοδο που στα 28 κράτη της Ε.Ε (των 500 και πλέον εκατομμυρίων) γεννήθηκαν 5.1 εκατομμύρια παιδιά, μόνο στην Τουρκία (των 80 εκατομμυρίων), το 2015 γεννήθηκαν 1.3 εκατομμύρια παιδιά (turkstat). Η Ελλάδα, ήταν μια από τις χώρες με τη μεγαλύτερη μείωση στην Ε.Ε.
[-] Την περίοδο που διανύουμε η Ασία βρίσκεται στην πληθυσμιακή της κορύφωση, ως προς το σύνολο του παγκόσμιου πληθυσμού. Εξέλιξη που θα λάβει πολιτική, οικονομική, θεσμική ή άλλη υπόσταση (από άποψη ισχύος, επιρροής κ.λπ) τις επόμενες δεκαετίες. Βρισκόμαστε δηλαδή στην αρχή της ανόδου της επιρροής, του εκτοπίσματος και της ισχύος της Ασίας που θα χαρακτηρίσει τις επόμενες δεκαετίες. Την πληθυσμιακή της κορύφωση, ως προς το σύνολο του παγκόσμιου πληθυσμού, η Αφρική θα την αγγίξει από το 2050 και ύστερα. Ο αιώνας που διανύουμε θα είναι ΑφροΑσιατικός.
[-] Την πληθυσμιακή της κορύφωση, ως προς το σύνολο του παγκόσμιου πληθυσμού, η Ευρώπη την άγγιξε μεταξύ 1500-1700 και μεταξύ 1850-1920. Τη δυναμική εμφάνιση της για πρώτη φορά η βόρειος Αμερικής την κάνει προς τα τέλη του 19ου και κυρίως στις αρχές του 20ου αιώνα.
[-] Η Αφρική και η Λατινική Αμερική ουσιαστικά επιστρέφουν εκεί που βρίσκονταν πληθυσμιακά πριν απο 4-5 αιώνες, ως προς το σύνολο του παγκόσμιου πληθυσμού, ποσοστιαία (απλά η Ευρώπη έχει μείωση και χάνει τη θέση της δεύτερης πολυπληθέστερης ηπείρου που κατείχε). Η Ευρώπη μέχρι το 2030 θα βρεθεί πληθυσμιακά εκεί που ήταν η Αφρική το 1950, ενώ η Αφρική περί το 2050 θα βρεθεί εκεί που ήταν η Ευρώπη το 1900 (το 1900 η Ευρώπη αποτελούσε το 25% του παγκόσμιου πληθυσμού).
[-] Όταν η Γαλλία, υπό τον Ναπολέοντα, εισέβαλε στην Οθωμανική Αίγυπτο (1798-1801), η Αίγυπτος είχε λιγότερο από 4 εκατομμύρια πληθυσμό, ενώ η Γαλλία κάτι λιγότερο από 30 εκατομμύρια. Το 1920 η Γερμανία είχε σχεδόν 70 εκατομμύρια πληθυσμό και η Αίγυπτος κάτι περισσότερο από 20 εκατομμύρια (η Γερμανία, εκεινη την περίοδο, είχε μεγαλύτερο πληθυσμό από την Τουρκία, την Αίγυπτο και το Ιράν μαζί). Ο τρέχων πληθυσμός της Αιγύπτου είναι 97 εκατομμύρια. Μέχρι το 2030 θα προσεγγίσει τα 120 εκατομμύρια, ενώ μέχρι το 2050 η Αίγυπτος θα ξεπεράσει τους 150 εκατομμύρια ανθρώπους. Πρέπει να γίνει αντιληπτή η κλίμακα των μεταβολών για τις οποίες μιλάμε.
[-] Η Τουρκία, το Κονγκό και το Ιράν έχουν ξεπεράσει οριακά ή θα ξεπεράσουν πληθυσμιακά τη Γερμανία, η οποία πέφτει από τη θέση της 16ης πολυπληθέστερης χώρας στον πλανήτη στη 19η. Υπό τις παρούσες συνθήκες, ο πληθυσμός της Τουρκίας αναμένεται να κορυφωθεί στα 95 εκατομμύρια μέχρι το 2050. Λίγο χαμηλότερα αναμένεται να βρεθεί ο πληθυσμός του Ιράν κατά την ίδια περίοδο.
[-] Η Ωκεανία το 1950 αποτελούσε το 0.43% του παγκόσμιου πληθυσμού και το 2050 θα αποτελεί το 0.58% (εκτίμηση για 57 εκατομμύρια ανθρώπους).