α´
Εάν οι πολιτικοί δρώντες εξισορροπούν ο ένας τον άλλον ή προσδένονται στο άρμα του ισχυροτέρού, εξαρτάται από τη δομή του συστήματος. Τα πολιτικά κόμματα κατά τη διαδικασία επιλογής των προεδρικών τούς υποψηφίων καταδεικνύούν με δραματικό τρόπο και τις δύο αυτές επισημάνσεις. Όταν πλησιάζει η ώρα να δοθεί το χρίσμα και κανένας δεν έχει ξεχωρίσει ως το κομματικό φαβορί, ένας αριθμός επίδοξων ηγετών ανταγωνίζονται. Ορισμένοι απ'αυτούς συγκροτούν συμμαχίες, για να εμποδίσούν την πρόοδο των άλλων. Οι ελιγμοί και οι εξισορροπήσεις των επίδοξων ηγετών, όταν το κόμμα δεν έχει ηγέτη, μοιάζουν με την εξωτερική συμπεριφορά των κρατών. Όμως αυτό είναι το πρότυπο μόνον κατά τη διάρκεια της περιόδού που δεν υπάρχει ηγέτης. Μόλις κάποιος αρχίζει να φαίνεται ότι θα νικήσει, σχεδόν όλοι προσδένονται στο άρμα του, αντί να συνεχίζουν να δημιουργούν συμμαχίες που αποσκοπούν στο να εμποδίζούν τον οποιονδήποτε να κερδίσει το έπαθλο της εξουσίας. Αντί για την εξισορρόπηση, η χαρακτηριστική συμπεριφορά γίνεται η πρόσδεση στο άρμα του ισχυροτέρου.
Οι συμπεριφορές της πρόσδεσης στο άρμα του ισχυροτέρου και της εξισορρόπησης είναι έντονα αντίθετες. Στο εσωτερικό της χώρας οι υποψήφιοι πον χάνούν δοκιμάζούν την τύχη τούς πηγαίνοντας με τον νικητή. Όλοι θέλούν να νικήσει κάποιος'τα μέλη ενός κόμματος θέλούν να εγκαθιδρυθεί κάποιος ηγέτης, παρόλο που διαφωνούν ως προς το ποιος θα είναι αυτός. Σε έναν ανταγωνισμό για τη θέση του ηγέτη η πρόσδεση στο άρμα του ισχυροτέρου είναι μία λογική συμπεριφορά κατά την οποία ακόμη και οι χαμένοι μπορεί να αποκομίσούν κέρδη και η ήττα δεν θέτει σε κίνδύνο την ασφάλεια των ηττημένων. Στο εξωτερικό, αν τα κράτη μείνούν πισω σε σχέση με τούς ανταγωνιστές τούς, εργάζονται σκληρότερα, για να αυξήσουν τη δύναμή τούς ή συνασπίζονται με άλλα. Σε έναν ανταγωνισμό για τη θέση του ηγέτη, η εξισορρόπηση είναι λογική συμπεριφορά, όταν η νίκη ενός συνασπισμού εναντίον κάποιου άλλου αφήνει τα ασθενέστερα μέλη του νικηφόρού συνασπισμού στο έλεος των ισχυροτέρων. Κανείς δεν θέλει να νικήσει κανένας άλλος'καμία από τις μεγάλες δυνάμεις δεν θέλει να δει μία άλλη μεγάλη δύναμη να ανέρχεται στη θέση του ηγέτη.
β´
Αν δημιουργηθούν δύο συνασπισμοί και ο ένας από αυτούς εξασθενει ίσως εξαιτίας της πολιτικής αναταραχής στο εσωτερικό ενός μέλους του, αναμένουμε να μειωθεί ο βαθμός στρατιωτικής προετοιμασίας του άλλου συνασπισμού ή να χαλαρώσει η ενότητά του. Το κλασικό παράδειγμα της δεύτερης περίπτωσης είναι η διάλυση ενός συνασπισμού που έχει κερδίσει πόλεμο, είτε τη στιγμή της νίκης είτε λίγο μετά. Δεν αναμένουμε ότι οι ισχυροί θα συνασπιστούν με τούς ισχυρούς προκειμένου να αυξήσούν τον βαθμό ισχύος τούς πάνω σε κάποιούς άλλούς αλλά ότι θα έρθούν σε αντιπαράθεση και θα αναζητήσούν συμμάχους που μπορεί να τούς βοηθήσουν. Στην αναρχία η ασφάλεια είναι ο υπέρτατος σκοπός. Μόνο αν η επιβίωση είναι εξασφαλισμένη, μπορούν τα κράτη να επιδιώξούν με ασφάλεια άλλούς σκοπούς, όπως η ειρήνη, το κέρδος και η ισχύς. Επειδή η ισχύς είναι μέσο και όχι σκοπός, τα κράτη προτιμούν να ενταχθούν στον ασθενέστερο από δύο υπάρχοντες συνασπισμούς. Δεν μπορούν να αφήσούν την ισχύ, που είναι ένα πιθανώς χρήσιμο μέσο, να γίνει ο σκοπός που επιδιώκούν. Ο σκοπός τον οποίο το σύστημα τούς ενθαρρύνει να πετύχούν είναι η ασφάλεια. Η αυξημένη ισχύς μπορεί να εξυπηρετήσει ή να μην εξυπηρετήσει αυτό τον σκοπό. Για παράδειγμα, αν υπάρχουν δύο συνασπισμοί, η μεγαλύτερη επιτυχία του ενός στην προσέλκύση μελών μπορει να βάλει τον άλλο στον πειρασμό να διακινδυνεύσει παρεμποδιστικό πόλεμο, ελπίζοντας ότι ο αιφνιδιασμός θα του δώσει τη νίκη, προτού η εις βάρος του διαφορά διευρυνθεί. Αν τα κράτη επιθυμούσαν να μεγιστοποιήσούν την ισχύ τους, θα πλαισίωναν την ισχυρότερη πλευρά και τότε δεν θα βλέπαμε τη δημιουργία ισορροπιών αλλά τη σφυρηλάτηση μίας παγκόσμιας ηγεμονίας. Αυτό δεν συμβαίνει, επειδή η εξισορρόπηση και όχι η πρόσδεση στο άρμα του ισχυροτέρου είναι η συμπεριφορά την οποία το σύστημα ενθαρρύνει...
Τα δευτερεύοντα κράτη, αν έχούν ελευθερία επιλογής, προστρέχουν στην ασθενέστερη πλευρά, καθώς η ισχυρότερη πλευρά είναι αυτή που τα απειλεί. Όταν βρίσκονται στην ασθενέστερη πλευρά, εκτιμούνται περισσότερο και είναι ασφαλέστερα, αρκεί φυσικά ο συνασπισμός στον οποίο έχούν ενταχθεί να αποκτήσει αρκετή αμυντική ή αποτρεπτική δύναμη, ώστε να αποτρέπει τούς αντιπάλούς του από το να επιτεθούν. Ετσι ο Θουκυδίδηςαναφέρει ότι στον Πελοποννησιακό πόλεμο οι μικρότερες πόλεις-κράτη της Ελλάδας θεωρούσαν την ισχυρότερη Αθήνα ως τον τύραννο και την ασθενέστερη Σπάρτη ως τον ελευθερωτή τούς. Σύμφωνα με τον Werner Jaeger ο Θουκυδίδης θεωρούσε ότι αυτό «ήταν απολύτως φυσικό υπό τις δεδομένες συνθήκες», αλλά διέκρινε «ότι οι ρόλοι του τυράννου και του ελευθερωτή δεν αντιστοιχούσαν σε κάποια μόνιμη ηθική ιδιότητα εκείνων των κρατών, αλλά ήταν απλώς προσωπεία που μία μέρα θα ανταλλάσσονταν, όταν μεταβαλλόταν η ισορροπία ισχύος, προκαλώντας κατάπληξη στον παρατηρητή». Αυτό δείχνει με ωραίο τρόπο πώς η τοποθέτηση των κρατών επηρεάζει τη συμπεριφορά τούς και φτάνει στο σημείο να χρωματίζει και τον χαρακτήρα τούς. Πέραν τούτου, υποστηρίζει και την πρόταση ότι τα κράτη εξισορροπούν την ισχύ, αντί να τη μεγιστοποιούν. Τα κράτη σπανίως έχούν την πολυτέλεια να θέσούν ως σκοπό τούς τη μεγιστοποίηση της ισχύος. Η διεθνής πολιτικήπαραείναι σοβαρή υπόθεση για κάτι τέτοιο.
.~`~.
Για περαιτέρω ιχνηλάτηση και πληρέστερη προοπτική
Για περαιτέρω ιχνηλάτηση και πληρέστερη προοπτική
*
*