Quantcast
Channel: Κοσμοϊδιογλωσσία
Viewing all articles
Browse latest Browse all 1482

Η έννοια της Προόδου - μέρος α´. Η ευρωπαϊκή δυναμική και η παγκόσμια πολιτική.

$
0
0

.~`~.
Πρόλογος

Αυτό που μεταφέρει η Βενετία - και ο ιταλικός Νότος γενικώτερα - προς την δυτική Ευρώπη δεν είναι απλώς βιβλία, όπως απαιτούν οι ανάγκες του «Ουμανισμού» της Μεταρρυθμίσεως, αλλά νοήματα ως μεσογειακές διεργασίες. Και τούτα απορρέουν από το γεγονός ότι η Βενετία και ο ιταλικός Νότος είναι μεσαιωνικός ελληνισμός κατά την ιστορική σημασία του όρου και όχι η «Δύση» της σύγχρονης καπιταλιστικής ιστοριογραφίας... Στους νεώτερους καιρούς, η καπιταλιστική ιστοριογραφία, σκοπώντας όλο και περισσότερο να περιχαρακώση την παραγωγή μέσα στα πλαίσια αυστηρών κρατικών καθορισμών και να την αντιπαραθέση προς όλον τον άλλον κόσμο, όπως απαιτούσαν και οι αποικιοκρατικές αναγκαιότητες, κατάφερε ουσιαστικά να εξωβελίση από την μέση κοινή συνείδηση κάθε άλλη ιστορική διαδικασία που κατέστησε την τροπή των πραγμάτων δυνατή και, ιδιαίτερα μέσα στο απύθμενο πλήθος κατασκευαστικών υποθέσεων και διανοημάτων, να αποκόψη την δυτική Ευρώπη από κάθε πνευματική διαδικασία της Μεσογείου. Οι αρχές για την επιστημονική ανάπτυξη της δυτικής Ευρώπης είναι σαφώς καθωρισμένες: είτε η Μεταρρύθμιση κατά τον Μαξ Βέμπερ, είτε η Αναγέννηση κατά τον Βέρνερ Σόμπαρτ. Αλλά και τα δύο χωρίς καμμιά πνευματική προϊστορία, ένα είδος κλειστών ανακαλύψεων, σαν τις εφευρέσεις των εργαστηρίων ή την ανακάλυψη των μπαχαρικών σε κάποιαν εξωτική αποικία. Κάτι πάντως που δεν χρειάζεται να λάβη τίποτε υπ'όψη του πριν από αυτά.

α´
Σπουδαίοι συγγραφείς τών καιρών μας άμφιβάλλουν άν η δυτική Εύρώπη έκχριστιανίσθηκε ποτέ. Ένας έπιβεβαιωτικός λόγος τής σοβαρής αυτής άμφιβολίας είναι άκριβώς ό ρόλος τής φιλοσοφίας στήν ιστορία τού δυτικού πολιτισμού. Πώς άραγε είναι δυνατόν νά «παρακμάση» ή φιλοσοφία στούς μεσογειακούς χώρους πού γεννήθηκε - στούς όποίους διατηρήθηκε ώς πλήρης συνείδηση τουλάχιστον μέχρι τόν 16ο αίώνα - καί νά άρχίση νά «άνθή» στόν άγγλοσαξονικό χώρο τής Εύρώπης άπό τήν Μεταρρύθμιση κι έδώ; Δηλοί αυτό κάποιο κοινωνικό προτέρημα ή κάποιο μοιραίο έλάττωμα; Δυστυχώς η πραγματικότητα συνηγορεί υπέρ τού δευτέρου. Οί ίδεολογικοί κόσμοι τής Μεσογείου (Χριστιανισμού και Ισλάμ) ήσαν τόσο βεβαρημένοι από φιλοσοφικήν επεξεργασία καί τόσο κοσμοθεωρητικά πολύπλοκοι (π.χ. χριστιανική Δογματική), πού ήταν άδύνατο νά κατανοηθούν άπό τά παιδευτικώς άμοιρα σύνολα τής βόρειας Εύρώπης. Αυτό έξανάγκασε καί τόν Πάπα νά υίοθετήση τήν ιεραρχική διοίκηση. Από την άλλη μεριά τό Βυζάντιο μπόρεσε μέν νά μεταδώση πλήρως την μεσογειακή παιδεία στό σλαβικό ήμισφαίριο, ό συνεχής του όμως αγώνας μέ τό Ισλάμ δέν τού παρέσχε την δυνατότητα νά έπεκταθή περισσότερο καί νά βοηθήση στον έκχριστιανισμό ολόκληρης τής δυτικής Εύρώπης. Ένα μέρος τής Εύρώπης έμεινε πειραματιζόμενο μέ τά χριστιανικά νοήματα όμως καί μέ τήν φιλοσοφική τους προϊστορία. Πού όσο πιό πολύ τήν άνακάλυπτε, τόσο καί πιό πολύ πειραματιζόταν, άγνοώντας προφανώς τά αδιέξοδα που μακροχρονίως ήταν δυνατόν νά συνεπάγεται. Αφού ή Μεταρρύθμιση έπεκράτησε (καί μέ τήν άστοχη μεσογειακή πολιτική τής Οθωμανικής Αυτοκρατορίας τότε), αρχίζει ένα είδος άγώνα δρόμου μεταξύ τών δυό τμημάτων τού δυτικού Χριστιανισμού - αρχής γενομένης μέ τούς Ολλανδούς πού κυνηγάνε τους Πορτογάλους στις άποικίες -, ό όποίος κρατάει ώς σήμερα καί που μέ τήν άνάπτυξη τής τεχνολογίας προσλαμβάνει το προσωπείον τής «προόδου». Καί όταν λέμε ώς σήμερα, τό έννοούμε κυριολεκτικώς: άκριβώς τήν προτεραίαν τής συνόδου τών ευρωπαϊκών κρατών στό Maastricht τής Ολλανδίας, στό Λονδίνο «εφευρέθηκε» μιά «νέα πηγή ένέργειας» πού έλυνε τό πρόβλημα τής Ευρωπαϊκής Ένωσης όριστικώς!... Αρα καί εντός τών πλαισίων τής Ευρωπαϊκής Ένωσης ό άγγλοσαξονικός κόσμος οφείλει νά έχη τό πολιτικόν προβάδισμα!
Σημαίνει τάχα αυτό ότι ή Εύρωπαϊκή Ένωσηαποτελεί ένα άνακόλουθο ιστορικό σχήμα, ένα σχήμα διανοητικής κατασκευής καί άνάγκης μετά τόν πόλεμο, εναν οίκονομικό οργανισμό, τέλος, μέ τήν έκ γενετής αρρώστια του τής πολιτικής άβουλίας πού μόνο ώς ιμπεριαλισμός μπορεί νά έκδηλωθή, καί ό όποίος πρέπει νά άπομονωθή άπό τήν διεθνή πολιτική προκειμένου νά προκύψη μιά ουσιαστική νέα τάξη του κόσμου; Είναι πολύ πιθανό ότι έτσι πρέπει νά γίνουν τά πράγματα, πρός όφελος όχι μόνο τής δυτικής Εύρώπης άλλά καί όλων τών άλλων. Η δυτική Ευρώπη είναι ένας άρρωστος πολιτικά οργανισμός, που όσο πιό πολύ πολιτικά δρά, τόσο πιό πολύ ή γενική κατάσταση τού κόσμου άρρωστάει. Καί άπόδειξη είναι ή άοριστία τών εννοιών, διά τών όποίων ή δυτική Ευρώπη προσπαθεί νά δημιουργήση μιά «ταυτότητα» έναντι τών άλλων καί νά στηριξη τήν πολιτική της. Πρώτη αόριστη έννοια είναι αύτή η ίδια η «Ευρώπη». Ποιός είναι τελικώς «Εύρωπαίος» καί ποιός δέν είναι; Ούτε ό Χριστιανισμός ούτε η δημοκρατία ούτε ή φιλοσοφία ούτε ή επιστήμη άποτελούν τά ειδικά χαρακτηριστικά τής δυτικής Ευρώπης. Αλλά τότε ώς πού φθάνουν τά σύνορα της «Ευρώπης»;
Κατά ποιάν έννοια είναι ο Έλληνας «Ευρωπαίος» καί δέν είναι ό μωαμεθανός Αλβανός, ό Βούλγαρος ή ό Ρώσος; Καί πώς οριοθετείται ή «νοτιοανατολική Ευρώπη», όταν δέν ξέρωμε τί θά πή «μή νοτιοανατολική Εύρώπη»; Δέν άπαιτεϊται συνεπώς ιδιαίτερη ευφυία γιά νά κατανοηθή ποιό είναι τό πολιτικό πρόβλημα πού άντιμάχεται τήν οποιαδήποτε τάξη στόν κόσμο. Δέν λέμε «νέα» ή «παληά», διότι προέχουν τά νοήματα μεταξύ τάξεως καί αταξίας. Η άοριστία έννοιών είναι προφανώς ταύτόσημη τής μονίμου αταξίας και ουδεμίας τάξεως.
Άλλες αόριστες έννοιες, τών οποίων τό άποκλειστικό μονοπώλιο αποτελεί διαρκή μέριμνα του ίδεολογικού μηχανήματος τής δυτικής Ευρώπης, είναι «διεθνής κοινωνία κρατών», «ανθρώπινα δικαιώματα», «ανάπτυξη», «χειραφέτηση τών γυναικών» κλπ. Μέ αντίστοιχους φυσικά μηχανισμούς... πολιτικής αταξίας, όπως λ.χ. ή «Διεθνής Αμνηστία». Σκοπός τής όργάνωσης αυτής δέν είναι βέβαια ή βοήθεια κάποιων ανθρώπων, όπως αορίστως διαχέεται, διότι κατι τέτοιο δέν προκύπτει άπό τήν φιλοσοφία τής «έλεύθερης αγοράς» πού θά ίδούμε πιό κάτω. Η «Διεθνής Αμνηστία» έχει δυό σκοπούς: έναν έσωτερικό - νά «καναλιζάρη» σέ μιά ένιαία «κοίτη» άδέσποτα κινήματα τής κοινής γνώμης - καί έναν έξωτερικό: νά έλέγχη τήν πολιτική παθολογία (π.χ. δικτατορίες) τών κρατών πού έφκιάσθηκαν έτσι, ώστε νά μήν μπορούν νά αποτελέσουν κράτη καί τών όποίων ή παθολογική κατάσταση ύποβάλλεται άπό τις ίδιες τίς «άναγκαιότητες» τής παραδεδομένης πολιτικής αταξίας έπί διεθνούς έπιπέδου... Τό ίδιο καί μέ τήν «άνάπτυξη». Είναι πολύ εύκολο νά διαπιστωθή ότι κανένας υπανάπτυκτος τού τρίτου κόσμου δέν άναπτύχθηχε μεταπολεμικά μέ τήν «βοήθεια αναπτύξεως». Καί δέν ήταν φυσικά δυνατόν διότι «βοήθεια αναπτύξεως» σημαίνει τό έξής: Αν λ.χ. οί στατιστικές τής Ευρωπαϊκής Ένωσης προβλέπουν ανάπτυξη τής αυτοκινητοβιομηχανίας κατά τό Χ χρονικό διάστημα κατά Α%, τότε ένα Β% τών έν χρήσει αύτοκινήτων πρέπει νά αποσυρθή (καί άς μπορούν νά κυκλοφορήσουν γιά αρκετά χρόνια άκόμη). Η καταστροφή αυτών τών αύτοκινήτων απαιτεί Γ έκατομμύρια ECU [European Currency Unit, «προπομπός» του Euro]. Αντί λοιπόν νά ξοδευθούν τά λεφτά, δίδονται τά Γ/2 ή Γ/3 ώς «βοήθεια άναπτύξεως» σέ μερικούς ύπαναπτύκτους καί διά τών «έθνικών κυβερνήσεών» τους διοχετεύονται τά μεταχειρισμένα αύτοκίνητα έκτός Εύρωπαϊκής Ενώσεως. Ανάλογη είναι ή σημασία «αναπτύξεως» σέ όλους τούς τομείς. Ανάπτυξη μιάς γαλακτοβιομηχανίας π.χ. σημαίνει παροχή «δανείων αναπτύξεως», προκειμένου νά καταστραφούν γηγενείς κτηνοτροφικές δομές (δάση, λιβάδια κλπ.), γιά νά εξάγωνται τά συσκευασμένα γάλατα. Ιδία τά δευτέρας διαλογής, πού σημαίνουν παθητικό γιά τήν παραγωγή. Αυτές οί διαχειρίσεις «αναπτύξεως» έπιτυγχάνονται ακριβώς διά τών «κοινοβουλίων», τής «δημοκρατικοποιήσεως» κλπ., διότι ακριβώς ή πλειονότης τών κρατών του τρίτου κόσμου αποτελούν σχήματα τού ιμπεριαλισμού τού παρελθόντος, ήτοι σχήματα χωρίς τήν δυνατότητα αυτοδιαθέσεως. Είναι τά φτωχά κράτη τών «πλουσίων» κυβερνήσεων, διότι προφανώς οί «έθνικές κυβερνήσεις» - τών όποίων ή λειτουργία στηρίζεται ακριβώς στό γεγονός, ότι δέν υπάρχουν έθνικοί κορμοί στά κράτη - στις επιχειρήσεις αυτές πρέπει νά έξασφαλίζουν ώρισμένα ποσοστά...

β´
Οί καταστάσεις αυτές δέν είναι τόσο απαραίτητες γιά τήν φιλοσοφία τής «ελεύθερης άγοράς», όσο γιά τήν έννοια τού «ισοζυγίου» τών κρατών τής δυτικής Ευρώπης. Το όποίον διαμορφώθηκε κυρίως ώς «έθνικό» τέτοιο κατά τήν ιστορία τού «Ανατολικού Ζητήματος», άλλά συνεχίζει λανθανόντως νά υπάρχη υπό τήν μορφή τού πολιτικού ανταγωνισμού υπό τήν ιδεολογία τής «προόδου». «Πρόοδος» σημαίνει ότι δέν μπορεί νά κάνη ό ένας κάτι πού νά μή θεωρηθή μειονεκτικό γιά τόν άλλον. Πρέπει καί ό άλλος νά κάνη οπωσδήποτε κάτι αντίστοιχο, άνατρέποντας κάθε έννοια φυσικής διατάξεως και φυσιολογικών δεδομένων. Καί τούτη ή έννοια τής πολιτικής διά τής «προόδου», δέν είναι τίποτε άλλο από τήν ίστορικώς δεδομένη αδυναμία ενιαίας πολιτικής βουλήσεως τής δυτικής Ευρώπης.
Μελετώντας κανείς ένα χάρτη τής πολιτικής ιστορίας τής δυτικής Ευρώπης, θά διαπιστώση μέσα στήν ίδια τήν ευρωπαϊκή περιοχή τά πιό άπίθανα σχήματα «συμμαχιών» μεταξύ τών δυτικών κρατών γιά τήν έννοια τού «ισοζυγίου». Σήμερα πού ή απλουστευτική τούτη μορφή πολιτικής έκ τών πραγμάτων δέν μπορεί νά ίσχύση καί πού δέν έχει τήν έννοια τής «συμπληρώσεως» σέ έξωευρωπαϊκές κτήσεις, βλέπομε ακριβώς ή Ευρώπη νά μή διαθέτη καμμιάν έννοια πολιτικής ούτε κάν γιά τούς ίδιους της τούς χώρους. Είτε αύτοί λέγονται Βαλτική, είτε Μεσόγειος, είτε άνατολική Ευρώπη. Αλλά έτσι τά πράγματα είναι καλά. Διότι αύτή ή οργανική άδυναμία πολιτικής ύπάρξεως τής Εύρώπης, ή άποδεικνυομένη άκριβώς άπό τό χάος στό όποίον βρίσκεται κοινωνικά καί πολιτικά ό σύγχρονος κόσμος άπό τό παρελθόν, προϋποθέτει αύτό τό χάος λανθανόντως σέ κάθε πολιτική έκδήλωση πού θά μπορούσε νά χαρακτηρισθή άορίστως «εύρωπαϊκή». Εν όλίγοις, αύτό πού θά μπορούσε νά χαρακτηρισθή ώς «ένιαία πολιτική έκφραση» τής Εύρώπης είναι άκριβώς ή μή υπαρξη τάξεως σέ καμμιά γεωπολιτική ένότητα τού πλανήτη. Θά τό ίδούμε πιό κάτω συγκεκριμένα. Πιθανόν λοιπόν νά άπαιτήται σήμερα ή δυτική Εύρώπη νά άπομονωθή πολιτικά, προκειμένου νά έπιτευχθούν οί έπείγουσες εκείνες ιστορικές άνακατατάξεις πού θά προσδώσούν στόν κόσμο μία πολιτική ένιαιότητα όργανικής υφής.
Η πολιτική δραστηριότητα τής δυτικής Εύρώπης ούτως ή άλλως δέν μπορεί νά άσκηθή σέ χώρους πού λίγο-πολύ έχουν αύτονομηθή πολιτικά μέσα στήν έννοια τής περιοχής, όπως αυτοί τής Απω Ανατολής ή τής νότιας Αμερικής. Γιά τούς χώρους τής κεντρικής καί νότιας Αφρικής, οί «ειδικοί» τής Εύρώπης ευρήκαν ώς λύση νά αφεθούν έγκαταλελειμμένοι στήν πείνα, δεδομένου ότι έλάχιστο ποσοστό αντιπροσωπεύουν στήν διακίνηση τού διεθνούς εμπορίου (περίπου 13%)! Η πολιτική συνεπώς δραστηριότητα τής Εύρώπης νοείται μόνο ώς πρός τόν άορίστου περιεχομένου χώρο τής «Sϋdosteuropa», ό όποιος συμπίπτει μέ τήν γενικώτερη περιοχή τής άνατολικής Μεσογείου (δηλ. τής Μέσης Ανατολής, των Βαλκανίων και τής Μαύρης Θαλάσσης). Είναι ή περιοχή πού όχι μόνο έδημιούργησε οικονομικά τήν βιομηχανική άνάπτυξη τής Εύρώπης κατά τόν 19ον αίώνα, άλλά ή περιοχή εις βάρος τής όποίας ζή κυριολεκτικώς ή δυτική Εύρώπη, άρχής γενομένης διά τών σταυροφοριών (δέν είναι τυχαίο βέβαια ότι οί «υπερπόντιες έξερευνήσεις» άρχίζουν άκριβώς όταν διά τής δημιουργίας τής Οθωμανικής Αυτοκρατορίας ή άνατολική Μεσόγειος γίνεται «κλειστή θάλασσα»...). Κανονικά θά ένόμιζε κανείς ότι μέ τήν άκαθορίστου φύσεως ονομασία «νοτιοανατολική Εύρώπη», τήν όποίαν ή δυτική ίστοριογραφία έπεδίωξε μονίμως νά ταύτίση στήν γενική συνείδηση μέ τήν «υπανάπτυξη», τόν «άνατολικό δεσποτισμό» καί τήν «τουρκική κατάκτηση», θά άνευρίσκοντο απλές σχέσεις φυσικής γειτονίας άνευ πολιτικού ενδιαφέροντος. Δυστυχώς τό άντίθετο παρατηρείται μέχρι τών ήμερών μας: όλη ή πολιτική είναι διαρκώς επικεντρωμένη στήν «άνευ ένδιαφέροντος» αύτή περιοχή. Καί τούτο βέβαια όχι τυχαία, διότι πίσω άπό τίς έπιφάνειες ή πραγματικότης είναι τελείως διαφορετική.
Αν έπί Βυζαντίου καί μέχρι τόν 16ο αίώνα οί σχέσεις ήσαν έμπορικές καί πολιτιστικές, άπό τότε καί μετά ό χώρος αποκτά πρωτεύουσα σημασία γιά τό «ισοζύγιο» Βορρά-Νότου τής δυτικής Εύρώπης. Είναι άκριβώς έναντι τού χώρου αυτού πού διαμορφώνεται γιά πρώτη φορά ύστερα άπό δέκα αιώνες μιά ένιαία πολιτική συνείδηση τής δυτικής Εύρώπης. Οτι ώς έκ τούτου ό χώρος υπέστη τίς μεγαλύτερες έξωτερικές παραμορφώσεις, είναι αυτονόητο, αυτό όμως που είναι λιγώτερο γνωστό είναι ότι παρά τις όποιες εμφάνειες, τούς πολέμους καί τίς άντιθέσεις, ή έσωτερική ένότητα τον χώρου παραμένει στό άκέραιο. Αλλά γιά τούτο άκριβώς σήμερα ό χώρος προσφέρεται γιά τελείως διαφορετικές χρήσεις ίστορικής γονιμότητος καί όχι γιά πεδίο έξισορροπητικών πειραματισμών. Δέν είναι άλλωστε καί πρακτικά δυνατόν οί πάντες νά άντιμετωπίζουν προβλήματα καί θυσίες καί ώρισμένοι νά ύπεραμύνωνται τών ίδιων μονίμων ιδεών. Οί άνάγκες δέν έπιδέχονται ιεράρχηση - είναι τό ίδιο γιά όλους έπείγουσες. Τό μόνο πού έπιδέχονται είναι μιά νέα όργάνωση πού νά τούς δίνη διέξοδο. Τά Βαλκάνια καί ή Μαύρη Θάλασσα, δηλαδή ή άνατολική Μεσόγειος, παραμένει δυστυχώς αυτό πού λέει τό όνομά της καί πού τό διέκριναν οί άνθρωποι πρίν μάθουν τό σχήμα τής Γής: τό μέσον τής Γής, δηλαδή ό κεντρικώτερος κόμβος τού διεθνούς έμπορίου. Η μεγαλύτερη άπόδειξη τής σφαιρικότητος τής Γής είναι άκριβώς ότι τό «κέντρο» της παρέμεινε τό αύτό! Τούτο όμως σημαίνει ότι κατά φύσιν αύτό τό «κέντρο» είναι διεθνές. Ο όρος «νοτιοανατολική Εύρώπη» είναι έφευρημένη παρανόηση...

γ´
Οι μετά τόν δεύτερο πόλεμο ύπερεθνικοί πολιτικοί σχηματισμοί έθεσαν στό προσκήνιο τόν περιφερειακόν τρόπο άναπτύξεως, του οποίου τήν φυσικότητα είχε άκριβώς ύποκαταστήσει ή έννοια τού «έθνικού» κράτους. Ο περιφερειακός τρόπος αναπτύξεως (Regionalismus) είναι ό φυσικός τρόπος άναπτύξεως τών άνθρωπίνων κοινωνιών και άκριβώς γι'αύτό ό έξασφαλίζων τά μεγαλύτερα ποσοστά δημοκρατίας καί αυτονομίας του άτόμου. Είναι ό μοναδικός τρόπος που έγνώρισαν ώς διοίκηση τά πληθυσμιακά σύνολα τής ανατολικής Μεσογείου (π.χ. «Θέματα» τής Βυζαντινής Αυτοκρατορίας) μέχρι του κερματισμού των σέ «έθνικά» κράτη. Κατά τήν διάρκεια τής Οθωμανικής Αυτοκρατορίας τό φορολογικό σύστημα θά ένισχύση τήν διοικητική ένότητα τής περιφερείας μέ βασική μονάδα τήν Κοινότητα. Ο περιφερειακός τρόπος αναπτύξεως είναι ό φυσικός, διότι στηρίζεται στήν κοινότητα συμφερόντων και χαρακτήρος πού έδημιούργησαν φυσικά καί οικολογικά δεδομένα γιά τούς άνθρώπους. Στήν Ελλάδα, μάλιστα, όπου η περιφερειακή ανάπτυξη έλαβε χώραν καί ύπό τήν έπίδραση τής δυτικής Εύρώπης (π.χ. Επτάνησα), ή δημιουργία τού «εθνικού» κράτους είχε σάν αποτέλεσμα οι διάφορες περιοχές νά μήν μπορούν νά αναγνωρισθοϋν κάν μεταξύ τους...
Ανάλογα προβλήματα ώς αποτελέσματα περιφερειακής άναπτύξεως παρατηρούμε σήμερα έπί τών Βαλκανίων (Γιουγκοσλαβία), από τήν όξύτητα τών όποίων μπορούμε νά καταλάβωμε τό μέγεθος τού βιασμού πού συνεπήχθη ή έννοια του «εθνικού» κράτους γιά τούς ανθρώπους. Ανάλογες καταστάσεις έχομε καί στόν χώρο τής Δυτικής Εύρώπης, μέ τήν διαφορά όμως ότι έδώ ή έννοια τού έθνικού κράτους μετεβλήθη σέ εκείνην τής «βιομηχανικής ενότητος», κατορθώνοντας έτσι νά ύπερβή προσωρινά τά μειονεκτήματα καταστροφής τής φυσικής ένότητος τής περιφερείας. Τά περιφερειακά προβλήματα στήν δυτική Εύρώπη δέν είναι λίγα ούτε μικρά (στήν Αγγλία π.χ. τό «άργά» αγγλικά λέγεται «σλόου» καί ουαλλικά «άρέφ»). Μέ τήν δημιουργία τής Εύρωπαϊκής Ένωσης, δηλαδή μέ τήν προσπάθεια δημιουργίας ύπερεθνικών θεσμών, είναι φανερό ότι τό πρόβλημα τής περιφερειακής όντότητος θά έπανήρχετο, αφού είναι τό φυσικώς καμωμένο γιά τόν άνθρωπο. Είναι ακριβώς τό πρόβλημα πού έχει ή Ευρωπαϊκή Ενωση καί πού θά παρουσιασθή ενισχυμένο στό μέλλον. Προφανές είναι ότι όσο ή ανθρωπότητα προχωρεί σέ μιά μείζονα όργάνωση διεθνικού συντονισμού, τόσο καί ή διευρυμένη περιφέρεια, συμπίπτουσα μέ έκείνη τής πολιτιστικής περιοχής, θά έμφανίζεται ώς φορεύς πολιτικής καί ιστορικής σημασίας. Αύτό ήδη καί άναγνωρίζεται άπό τούς πολιτικούς αναλυτές. Γιά νά χρησιμοποιήσωμε μάλιστα καί τήν ορολογία τών «είδικών», πού ιδιαίτερα αρέσκονται στήν έξεύρεση όρων, ή πολιτική όργάνωση τού κόσμου προχωρεί από έναν «κόσμο κρατών» σέ ένα «κράτος τού κόσμου». Όσο συγκεχυμένος καί άν παραμένη ό όρος «κράτος τού κόσμου» (θυμίζων έλαφρώς τήν Πολιτεία τού Θεούτου Αγ. Αυγουστίνου), ένα είναι ύποχρεωμένο αύτό τό κράτος νά θεωρήση ως συστατική μονάδα τής πολιτικής του λειτουργίας: τήν έννοια τής πολιτιστικής καί οικονομικής περιοχής. Αύτό άκριβώς κατά αύτονόητον τρόπο δέχονται καί οί πολιτικοί αναλυτές [βλ. π.χ. Ε. Ο. Czempiel, Weltpolitιk im Umbruch. (Das Internationale System nach dem Ende des Ost-West-Κοnflikts), 1991, σελ. 47 κ.έ.]. Εδώ όμως πρέπει νά σημειώσωμε ότι παρά τήν τεχνολογική έξέλιξη μέ τούς κομπιούτερ, τήν όργάνωση τών έρευνητικών κέντρων καί τών παν/μίων, ή ιστορική έρευνα συνεχίζει νά έπεται τής πολιτικής καί όχι νά προηγήται. Έχει δηλαδή περισσότερο κοινωνιολογικό χαρακτήρα καί όχι πολιτικό, πράγμα που εξηγείται άπό τό γεγονός ότι στήν Δύση, όπως ιεραρχικά είναι ώργανωμένη ή παραγωγή, έτσι είναι καί ή γνώση. Τόν περασμένο αίώνα ή πολιτική ήταν μιά κλειστή ασχολία τών Kabinetts, πού τήν ήξεραν μόνο οί βασιληάδες καί οί πρωθυπουργοί. Οι ιστορικοί έτσι ήταν άπλώς υποχρεωμένοι νά επιβεβαιώνουν μέ τά βιβλία τους τήν πολιτική, πού διεκινείτο έρήμην των, καί όχι νά ασχολούνται μέ τήν έπακριβή γνώση πού θά μπορούσε νά τήν βοηθήση. Κάτι βέβαια πού ή πολιτική δέν είχε όπωσδήπτοτε ανάγκη, άφού ύπό τό ιμπεριαλιστικό έμβλημα τής «προόδου» είχε τήν βοήθεια τών κανονιών γιά νά τό πραγματοποιήση. Καί έπειδή τό αύτό συμβαίνει καί σήμερα (οί ιστορικοί περιμένουν τά βιβλία τών πολιτικών γιά νά «φωτισθούν»), δέν είναι τυχαίο, ότι μετά τήν πολιτική αλλαγή του κόσμου μας ή Εύρώπη δέν έχει καμμιά πρόταση νά άρθρώση γιά τίποτε. Είναι βαθύτατα θεμελιωμένο στήν φύση τών πραγμάτων τό γεγονός, ότι δειλές προσπάθειες βιβλίων σάν τό παραπάνω είναι υποχρεωμένες νά αρχίζουν ώς έξής: «Τούτο τό βιβλίο ύπάγεται σέ έκείνη τήν δύσκολη κατηγορία βιβλίων πού οφείλουν νά γραφούν, παρ ότι τελικώς δέν μπορούν νά γραφούν». Η δυσκολία έγκειται στό ότι καί σήμερα τά βιβλία πρέπει νά μένουν «ένθεν» τής πολιτικής... Από τόν κανόνα δέν έξαιρείται τό έν λόγω αξιόλογο κατά τά άλλα κείμενο. Διότι ένώ διαπιστώνει τήν φορά τών ιστορικών πραγμάτων πρός μιά διεθνή όργάνωση κατά περιοχές -πού ό συγγραφέας καλεί «Gesellschaftswelt» καί τήν βλέπει έκπροσωπουμένη άπό κοινωνικές οργανώσεις κατά φυσικό τρόπο παραγόμενες άπό τις ίδιες τις κοινωνίες καί πέραν τών ήδη ύπαρχόντων διεθνών οργανισμών-, άκριβώς τό κλειδί ρυθμίσεως αύτής τής «νέας τάξης» πραγμάτων, πού είναι ή Μεσόγειος, τό έξαιρεί. Καί τό έξαιρεί, βέβαια, λόγω τής ίστορικής καί πολιτικής έκκρεμότητος πού παρουσιάζει ή έννοια «Ευρώπη» στο σύγχρονο κόσμο. Αν κάτι έδειξε ή κατάρρευση τού σοσιαλισμού, δέν ήταν άκριβώς ή άποτυχία του ώς οίκονομικού συστήματος, άλλά, αντίθετα, τήν φύση τών πολιτικών δυσχερειών επί παγκοσμίου έπιπέδου άπό τήν αορίστου περιεχομένου ονομασία «Εύρώπη». Αυτό είναι εκείνο πού μονίμως ύφέρπει κάτω από όλων τών ειδών τής πολιτικές «άναλύσεις» καί «προτάσεις» - ότι ή «Εύρώπη» τό μόνο πού έχει νά προτείνη ώς «νέο» είναι αύτό πού θά είχε νά προτείνη καί πρό δέκα αιώνων: νά ζή εις βάρος τής άνατολικής Μεσογείου χωρίς νά τό ομολογή, προσδίδοντας στό γεγονός φιλοσοφικές όνομασίες...
Καί έπειδή ώς πρός αύτό έπί τού παρόντος ή «Εύρώπη» δέν έχει τίποτε τό νέο νά προτείνη, γι'αύτό καί κάθε «νέα τάξη» πραγμάτων είναι φυσικό νά τής είναι απόλυτα έχθρική. Τούτη ή τακτική όμως καθόλού δέν είναι απηλλαγμένη ριζικά άδιεξόδων καταστάσεων. Ιδού π.χ. πώς απηχούνται ειδικώτερα οί εύρωπαϊκές εκτιμήσεις στις αναλύσεις τού προαναφερθέντος ερευνητή: σε όλες τις περιοχές τού κόσμου τις άπομακρυσμένες άπό τήν δυτική Εύρώπη, άναγνωρίζεται μιά αυτοδυναμία περιφερειακής άναπτύξεως καί πολιτικής σταθεροποιήσεως. Στήν περιοχή τού Ινδικού, στήν μέση καί νότια Αφρική, στήν νότια καί κεντρική Αμερική η περιφερειακή σταθεροποίηση είναι κάτι τό θεμιτό καί έπιθυμητό. Εκεί πού πρέπει όλα νά μείνουν όπως είναι, είναι άκριβώς ή περιοχή πού έχει τά μεγαλύτερα προβλήματα αύτή τήν στιγμή, δηλαδή τής άνατολικής Μεσογείου (στήν όποίαν περιλαμβάνονται τά Βαλκάνια, ή Μαύρη Θάλασσα καί ή Μέση Ανατολή). Η περιοχή τής Εγγύς και Μέσης Ανατολής, γράφει ό προαναφερθείς συγγραφέας, πρέπει να έξαιρεθή καί «νά μήν έπαφεθή στήν τάση της περιφερειακής άναπτύξεως». «Η ασφάλεια του Ισραήλ, ό πλούτος τού πετρελαίου καί ή στρατηγική σημασία τής περιοχής γιά τις βιομηχανίκές χώρες της Δύσης τήν έξαιρούν άπό τήν γενική κατεύθύνση του κόσμου... Η Εγγύς καί Μέση Ανατολή άρα δέν θά ύπαχθούν σέ περιφερειακή άνάπτυξη» (σελ. 68-69).
Η επιλεγμένη αοριστία εννοιών φανερώνει βέβαια τήν έμμονή σέ συγκεκριμένου είδους παραδεδομένες παραστάσεις, δηλαδή ότι ή δυτική Εύρώπη είναι ένας άπομονωμένος στήν αύτοσυνείδησή του χώρος από την Μεσόγειο, της οποίας το νόημα γι'αυτήν προκύπτει μόνο από τήν ιεράρχηση «στρατηγικών» αξιολογήσεων καί όχι άπό κάποια συνείδηση ιστορική. Γιατί όμως μιά «περιφερειακή άναπτυξη» αλλοιώνει τήν «στρατηγική σημασία» τής Μέσης Ανατολής γιά την δυτική Εύρώπη; Δέν μπορεί να υπάρξη άνάπτυξη πού νά μήν τήν άλλοιώνη; Τό ερώτημα αυτό, βέβαια, μόνο από μιά συλλογιστική συνολικής μεσογειακής συνείδησης θά μπορούσε νά προκύψη, πού βλέπομε να μην υπάρχη. Η δυτική Ευρώπη μόνο ως τέτοια βλέπει τόν εαυτό της σέ κάθε μελλοντική εξέλιξη τού κόσμου. Οχι ώς τμήμα ενός φυσικώς ώργανωμένου μεσογειακού οργανισμού. Χωρίς τήν ιστoρική οργάνωση ομως του μεσογειακού χώρου είναι πολύ άμφίβολο άν μπορούν νά διευθετηθούν άνάλογα προβλήματα άλλων γεωγραφικών εκτάσεων. Στά μεσογειακά προβλήματα υπάρχουν βεβαίως προτεραιότητες, άλλά χωρίς διευθέτηση του προβλήματος της Μέσης Ανατολής κανένα τελικώς πρόβλημα της Μεσογείου δέν μπορεί νά λυθή μακροπροθέσμως. Τούτο δέν είναι θέμα τών πολιτικών εργαστηρίων άλλά γεωπολιτικό καί ιστορικό δεδομένο δεκάδων αιώνων. Δυστυχώς δέν ύφίσταται μελέτη πού νά μάς έξηγή γιατί κατά τούς αιώνες τού παρελθόντος, πού ό μεσογειακός όργανισμός έλειτουργούσε ιστορικά, ή ιστορική πορεία τής δυτικής Εύρώπης έσημείωνε μιά διαρκή άνοδο, ενώ όταν αύτός έπαψε, δηλαδή άπό τόν κριμαϊκό μέχρι τόν πρώτο παγκόσμιο πόλεμο, όπου συμβαίνει καί ή βιομηχανική άνάπτυξη τής δυτικής Εύρώπης μέ κεφάλαια τού μεσογειακού όργανισμού, ή ιστορική πορεία τής δυτικής Εύρώπης πίπτει καθέτως και η πολιτική της σημασία έκμηδενίζεται. Τά προβλήματα αυτά ακόμη μέχρι σήμερα δέν μοιάζει να απασχολούν κάν την συνείδηση τών δυτικοευρωπαίων μελετητών.
Σίγουρα τό κράτος τού Ισραήλ πολεμά για τήν «ασφάλειά» του, αυτό όμως δέν σημαίνει πώς εξασφαλίζει έτσι καί τήν ιστορική επιβίωση του, άκόμη κι'άν δεκαπλασιασθή. Διότι αύτή έξαρτάται άπό τις ιστορικές σχέσεις πού μπορεί νά άναπτύξη με τον ισλαμικό κόσμο και όχι από τα όπλα. Υπό άλλες συνθήκες το Ισραήλ θά μπορούσε νά παίξη ένα θετικό ρόλο, οί συνθήκες όμως αυτές βλέπομε πώς δέν προβλέπονται. Πρέπει έξ άλλου νά παραδεχθούμε ότι ουδέποτε άνεγνωρίσθη κατά τό παρελθόν, ότι είναι δυνατόν νά ύπάρξουν προβλήματα που θά μπορούσαν νά είχαν τις μακροπρόθεσμες άντανακλάσεις των στήν ίδια τήν Εύρώπη...

δ´
Οσο τώρα για τον «πλούτο του πετρελαίου», αυτός μόνο πλούτος γιά τούς Αραβες δέν είναι. Είναι, αντίθετα, ένα πανάκριβο έξοδο γι'αυτούς, άφου το πετρέλαιο λαμβάνεται εντελώς δωρεάν. Όλα τά κράτη πετρελαίου τής Μέσης Ανατολής -αρχής γενομένης από του κουρδικού πού αναφέραμε στήν άρχή- έφχιάσθηκαν έτσι, ώστε είτε νά τούς λείπη καθ'όλοκληρίαν ό εθνικός κορμός, είτε νά αντιμετωπίζουν τεράστια μειονοτικά προβλήματα. Οι «στρατηγικές» αυτές υπήρξαν γενικές τού καπιταλισμού ώς έμπορικοϋ συστήματος, άλλά στήν περιοχή τής ανατολικής Μεσογείου, λόγω τού υπάρχοντος πολιτιστικού πλούτου, έπραγματοποιήθησαν κατ'έξοχήν. Τι χρειάζεται σ'ένα κράτος, ειδικώτερα σέ μιά «έθνική κυβέρνηση», γιά νά ύπάρξη, όταν δέν έχη αντικειμενικούς λόγούς ύπαρξης; Τα όπλα καί οί «δυνατοί» στρατοί! Και τι μπορεί νά κοστίζη ό εξοπλισμός ενός στρατού, έστω καί μέ απλά τουφέκια, όταν αυτός έξασφαλίζη τήν «έθνική» υπαρξη; Κοστίζει όλόκληρη τήν παραγωγή πετρελαίου, άν ή χώρα παράγη πετρέλαιο, όλόκληρη τήν παραγωγή καφέ, άν ή χώρα παράγη καφέ, καί όλόκληρη τήν παραγωγή μπανάνας, άν ή χώρα παράγη μπανάνες. Συνεπώς τά χρήματα πού «πληρώνονται» για το πετρέλαιο παίρνονται «εις τό ακέραιο» πίσω διά τών εξοπλισμών. Τά όπλα και οι σφαίρες δέν έχουν τιμή είναι ανταλλαγή είδους μέ είδος. Αύτό επιβάλλει ή «έθνική ιδεολογία» τών κρατών (όλα στό επίπεδο τής ιδεολογίας παίζονται...). Τα οπλικά συστήματα δέν παύουν νά «τελειοποιούνται» βέβαια (ή «τελειοποίηση» είναι απαραίτητη, διότι υπάρχει ό πληθωρισμός, τά ποσοστά του οποίου πρέπει νά «καλύπτουν» κάθε φορά οί «νέες» εφευρέσεις...), αλλά φανερό είναι ότι πρέπει νά γίνωνται αναγκαστικά καί πόλεμοι, γιά νά μή χάνουν οί «όπλισμοί» τήν σημασία τους. Τό αίμα πού χύνεται είναι συνεπώς ακριβώς τό κέρδος πού έχουν οι Αραβες από τό πετρέλαιο. Σ αύτό τό έμπόριο (ή μάλλον είδος «πολιτικής» πρέπει να πούμε) δέν υπάρχουν διακρίσεις από φίρμα σέ φίρμα και από κράτος σέ κράτος. Τό όλον σύστημα τής πολεμικής βιομηχανίας τής Δύσεως είναι ένιαίο, διότι ένιαία ειναι και η ιστορική σχέση: Είναι σχέση προϊόντων καί πρώτων ύλών. Με τήν ίδρυση του ΝΑΤΟ μεταπολεμικά και την άνάπτυξη τής πυρηνικής τεχνολογίας, όλες οί πολεμικές βιομηχανίες της Δύσεως εργάζονται άπό κοινού. Τά άνακαλυπτόμενα συνεπώς ένίοτε «σκάνδαλα» στόν Τύπο, περί πωλήσεως όπλων, είναι μιά πολιτική ίσοζυγίου μεταξύ τών ίδιων τών έταιρειών πολεμικής βιομηχανίας καί καθόλου κάποιες δημοσιογραφικές «άνθρωπιστικές νίκες». Ιδίως οί «αποκαλύψεις» συμβαίνουν όταν ή χώρα-πελάτης έκδηλώση διαθέσεις κυριότητας έπί των όπλων πού αγοράζει καί, πολύ περισσότερο, όταν έκδηλώση διαθέσεις νά τά κατασκευάση ή ίδια. Πράγμα βέβαια πού είναι απολύτως φυσικό, έφ'όσον ή χώρα είναι «έθνικώς» ύποχρεωμένη νά κατέχη όπλα. Οι «αποκαλύψεις» τότε έχουν το νόημα δημιουργίας της «εικόνος τον έχθρού» καί τού «κινδύνου», πού θα επιτρέψουν κάποιες εις βάρος της κυρώσεις μέσω τών «διεθνών οργανισμών». Εδώ βέβαια προκύπτει καί ή αντίφαση τών πραγμάτων, διότι, σύμφωνα μέ τις άρχές τών καταστατικών τών διεθνών όργανισμών, όλες οι χώρες έχουν τό δικαίωμα άναπτύξεως καί κοινωνικής προόδου. Συνεπώς, κάθε χώρα μπορεί νά έπικαλεσθή τήν άνάγκη τής τεχνολογικής αναπτύξεως γιά είρηνικους καί έπιστημονικούς σκοπούς. Η άντίφαση έν προκειμένω προκύπτει άπό τήν ίδια τήν δομή τών «διεθνών όργανισμών», που από τήν μιά μεριά έχουν άνάγκη από «ισότιμα μέλη» στά χαρτιά, ένώ από τήν άλλη προσπαθούν τό όλον σύστημα τών διεθνών σχέσεων νά τό έντάξουν σέ ώρισμένο είδος πολιτικής.
Δεδομένου βέβαια ότι σήμερα ή παλαιά πολιτική τής άποικιοκρατικής εποχής τής μή εξαγωγής τεχνολογίας δέν μπορεί -καί ούτε πιά συμφέρει- νά έφαρμοσθή, είναι φανερό πώς μόνο ένα νέο είδος πολιτικής μπορεί νά λύση τό πρόβλημα τού «πυρηνικού κινδύνου» άπό άναπτυσσόμενες χώρες. Μόνο κοινωνικά προβλήματα καί προβλήματα «εθνικών διαφορών» εμποδίζουν τίς διάφορες χώρες νά αναπτυχθούν καί όχι γιατί δέν μπορούν νά λύσουν εξισώσεις. Συνεπώς, όσο οι διεθνείς σχέσεις όμαλοποιούνται, τόσο άναπότρεπτος θά καθίσταται καί ό «κίνδυνος» τής πυρηνικής τεχνολογίας άπό άλλους. Τό μόνο μέσον αποτροπής του είναι άλλο είδος διεθνών σχέσεων. Ενα έπίσης μέσον γιά πολέμούς στήν περιοχή τής Μέσης Ανατολής είναι καί τό νερό, βάσει της «κοινωνιολογίας» τών «ύδραυλινών κοινωνιών»...
Κατά τά άλλα ή «στρατηγική σημασία» τής Εγγύς καί Μέσης Ανατολής γιά τήν βιομηχανική Ευρώπη είναι άπλώς έκείνη τής πιό κοντινής άγοράς γιά τά προΐόντα. Βεβαίως ύπύρχουν άραβικές χώρες, όπως ή Λιβύη ή τό Κουβέϊτ (ή διαφορά είναι ότι γιά τήν Λιβύη αύτό άποτελεί έλεύθερη πολιτική έπιλογή), οί όποίες υποδεικνύουν τόν σωστό δρόμο, δηλαδή έπενδύουν τά έσοδά τους στήν ίδια τήν ευρωπαϊκή βιομηχανική παραγωγή (άντί π.χ. νά τά έπενδύσουν στήν Κίνα), πλήν όμως ή σωστή πολιτική τους, δηλαδή ή ένσωμάτωση τού πετρελαίου στήν παραγωγή, διέπεται τελικώς άπό τήν λογική τού παραλόγού, άκριβώς γιατί ή Ευρώπη δεν έχει καμμιά πολιτική μέ τίς αραβικές χώρες. Οι συνεχείς επενδύσεις «πετροδολλαρίων» στις δυτικές βιομηχανίες σημαίνει ότι αργά η σύντομα οί κύριοι μέτοχοι σ'αυτές θά είναι οί Άραβες. Αρα ούτε ή σωστή πολιτική τής Λιβύης είναι σωστή. Η μόνη λύση που έχει νά προτείνη ή Ευρώπη, όπως θά ιδοϋμε, είναι οί διαρκείς τοπικοί πόλεμοι γιά νά χρειάζωνται όπλα!... Μιά λύση άπολύτως «σωστή» καί «λογική», καθ'ότι η μόνη δυνατή μη υπαρχούσης πολιτικής. Μιά πολιτική που θα προέβλεπε τήν ένσωμάτωση τού πετρελαίου στήν παραγωγή, δηλαδή τήν δωρεάν άπολαβή του, θά προϋπέθετε μιά γενικώτερη πολιτική όργανώσεως τής Μεσογείου, τήν όποίαν όμως όπως βλέπομε ή Ευρώπη δέν έχει καί ούτε θέλει νά έχη. Καθόλου συνεπώς παράξενο πού καί ό σεΐχης Γιαμανί, στά σχέδια καταλήψεως τών πετρελαιοπηγών πρό είκοσαετίας, είχε ώς άπάντηση «άν γίνη κάτι τέτοιο, οί πηγές θά άνατιναχθούν άμέσως», ένώ ώς Δ/ντής Ινστιτούτου στό Λονδίνο είπε, μετά τόν πρόσφατο πόλεμο τής Μέσης Ανατολής [1998 το κείμενο], ότι πρέπει νά σπεύση η Σαουδική Αραβία νά άγοράση τά πιό «μοντέρνα» όπλικά συστήματα γιά τήν «άσφάλειά» της... Ο κ. Γιαμανί είναι πραγματιστής: διαρκώς «πιό μοντέρνα» όπλικά συστήματα θά χρειάζωνται όλα τά αραβικά κράτη... Τό δυστύχημα είναι ότι αυτό βλέπει καί η Εύρώπη ώς μόνη λύση...
Ακόμη καί τό Ιράκ -πού πρέπει νά μάς άπασχολήση γιά λίγο ιδιαιτέρως- θά χρειασθή κι'αύτό «μοντέρνα» όπλικά συστήματα στο μέλλον, αν διατηρηθή σάν κράτος. Το νόημα του τελευταίου πολέμου στόν Περσικό, μάς τό είπε ό κ. Μπούς στήν προεκλογική του έκστρατεία: άν δέν έκανε τόν πόλεμο, οί ψηφοφόροι τον θά πλήρωναν έπτά δολλάρια τό γαλλόνι. Αρα ό πόλεμος έγινε γιά τόν OPEC και από αυτή τήν άποψη ύπήρξε καί γιά τίς δυό πλευρές αναγκαίος. Οι πολιτικές άνακατατάξεις τών καιρών μας δέν έπέτρεπαν καμμιά αύξηση του πετρελαίου, αφού έπρεπε νά διοχετευθούν κεφάλαια πρός τήν άνατολική Εύρώπη, ένώ ό Χουσεΐν ήταν άναγκασμένος νά ζητήση περισσότερα λεφτά, διότι είχε έναν τεράστιο στρατό άπό τόν πόλεμο μέ τό Ιράν, τόν όποίον δέν μπορούσε νά άποστρατεύση χωρίς κίνδυνο έσωτερικών ταραχών. Συνεπώς -πολιτικά- ό πόλεμος τόν Σαντάμ τόν ωφέλησε. Ο Σαντάμ με τόν στρατό του βρέθηκε στήν ίδια οικονομική ανάγκη πού βρέθηκε καί ό Σάχης μέ τίς «μεταρρυθμίσεις» του. Η προσπάθεια του Κουβέϊτ νά ρίξη τόν Σαντάμ στά δίχτυα τής Διεθνούς Τραπέζης, κλέβοντάς του το πετρέλαιο, άφου οι συνοριακές διαφορές δέν ήταν ξεκάθαρες -τό Κουβέϊτ είχε συμφέρον γιά τίς ενέργειές του αυτές δεδομένου ότι τά έξοδά του από βιομηχανικές επενδύσεις ήσαν μεγαλύτερα από τά τού πετρελαίου-, είχαν αίτιοκρατικώς τήν γνωστή συνέχεια πού ξέρομε. Ο πόλεμος άρα ύπήρξε γιά όλους έπωφελής!... (Ενας από τους λόγους όξυνσης τών κοινωνικών καί έργασιακών προβλημάτων στην Εύρώπη σήμερα είναι ή «αναπτυξιακή ευφορία» τής δεκαετίας του '80, πού όφείλεται ακριβώς στόν πόλεμο Ιράκ-Ιράν...). Ακόμη και για το Κουβέίτ: τώρα μέ τήν ανασυγκρότηση θά προμηθευθή καλύτερες κλιματιστικές έγκαταστάσεις, ώστε νά φοράνε πιό άνετα οί πριγκίπισσες γούνες τό καλοκαίρι... Μέ τό πρόσχημα π.χ. ότι ό Σαντάμ διαθέτει ατομικά όπλα, θά μπορούσε νά έπιβληθουν οικονομικοί άποκλεισμοί καί τό καθεστώς του λόγω τού πελωρίού στρατού νά έπεφτε έκ τών έσω, σημασία όμως έχει ότι σέ μιά πολιτική ανατιμήσεως θά ήταν σύμφωνο καί τό Ιράν και ίσως καί άλλες χώρες, πράγμα πού όπως είπαμε δέν ήταν τής έπικαιρότητος... Τά συνθήματα ότι ό πόλεμος ήταν έπείγων, διότι ό Σαντάμ είχε πυρηνικές έγκαταστάσεις (τίς όποίες προφανώς έπρομηθεύθηχε άπό τήν Δύση μέσα στήν παραπάνω λογική), πρέπει μάλλον νά θεωρηθούν υποθέσεις... Επίσης θεωρητικής υποθέσεως σημασία έχει καί ή άποψη, ότι ένα στρατιωτικώς δυνατό Ιράκ θά άποτελούσε πυρήνα συνοχής τού «ίσλαμικοϋ κόσμού» καί θά τόν ώδηγούσε σέ περιφερειακή άνάπτυξη. Δέν είναι προφανές ότι στόν «ισλαμικό Κόσμο» ή στρατιωτική ίσχύς σημαίνει καί πολιτική ταυτόχρονα. Επρόκειτο συνεπώς γιά θέμα άπλών «πολιτικών υπολογισμών»: καί τά δύο παλαιά «κέντρα» τού ψυχροϋ πολέμου στήν Μέση Ανατολή, το Ιράν καί τό Ιράκ, έπρεπε νά ξεγίνουν ώς τέτοια. Εξ ού καί ή άνοδος του Χομένι στήν έξουσία, ενώ υπήρχαν άλλοι πολιτικοί. Μέ τόν Χομένι ο πόλεμος Ιράν-Ιράκ θά καθίστατο άναπόφευκτος. Το «ξεκάμωμα» μέ τό Ιράν ήταν ευκολώτερο, διότι όλη του ή πολεμική μηχανή ήταν δυτικής προελεύσεως (είδικώτερες λεπτομέρειες βρίσκει κανείς στό βιβλίο του Σάχη Απάντηση στήν Ιστορίαπού έγραψε λίγο πρίν πεθάνη...). Δέν ήταν όμως έξ ίσου εύκολο καί μέ τό Ιράκ, πού διέθετε σοβιετική όργάνωση καί έξοπλισμό...
Τό πρόβλημα τών πετροδολλαρίων δύο τρόπους λύσεως επιδέχεται: είτε τούς πολέμους είτε κάποιον τρόπο ενσωματώσεως του πετρελαίου στήν παραγωγή, ώστε νά μήν πληρώνεται. Αλλά μέ σφενδόνες, όσο ήλεκτρονικώς τελειοποιημένες κι'άν υποτεθούν, είναι αδύνατο νά έπιστρέφουν τά πετροδολλάρια. Θά χρειάζωνται συνεπώς όπλα όλο καί πιό «πυρηνικά», πράγμα πού έκ τών πραγμάτων δέν μπορει νά γίνη. Ενσωμάτωση πάλι τού πετρελαίου στήν παραγωγή, είδαμε ότι δέν προβλέπεται. Συνεπώς πολιτικώς μέν τό πρόβλημα «διευθετήθηκε» προσωρινώς, ιστορικώς όμως τό πρόβλημα παραγωγής καί πετρελαίου όχι μόνο δέν έμπήκε σέ κάποιον δρόμο, άλλά περιπλέκει άλλες καταστάσεις περισσότερο. Διότι εκείνο που ενδιαφέρει ειναι ότι μέ τις τρέχουσες διαχειρίσεις δέν είναι δυνατόν νά λυθή το Κουρδικό, που ειναι το πιο έπείγον όλων τών προβλημάτων. Χωρίς λύση τού Κουρδικού όμως δέν μπορει ή Τουρκία νά παίξη κανένα ένεργό ρόλο στήν περιοχή τής Μαύρης Θαλάσσης, διότι θά παραμένη πάντοτε ένας άρρωστος πολιτικά καί κοινωνικά όργανισμός. Τόν τεράστιο καί όργανικό ρόλο τής Μικράς Ασίας ώς πρός τήν Μαύρη Θάλασσα τόν ξέρομε έδώ καί 2.500 χρόνια καί πιό κάτω θά τόν ιδούμε άπό μερικές άπόψεις καλύτερα. Χωρίς αυτόν τόν παράγοντα, όμως, χωρίς τόν παράγοντα Τουρκία δηλαδή, δέν μπορει νά λειτουργήση η Μαύρη Θάλασσα, τόσο ώς πρός τά Βαλκάνια (διά τής Ρουμανίας καί Βουλγαρίας - έξ ου καί η άνάγκη ενός ενιαίου χώρου Μακεδονίας που νά ενώνη τό Ιόνιο μέ τό Αίγαίο καί την Μαύρη Θάλασσα), όσο καί ώς πρός τήν Ουκρανία καί τις χώρες τού Καυκάσου. Καί χωρίς Μαύρη Θάλασσα καί Βαλκάνια, δέν μπορει νά λειτουργήση καί όλος ό μεσογειακός οργανισμός. παραβλεπομένων όλων αύτών, είναι μάλλον λεκτική ύπερβολή ή όποιαδήποτε «νέα τάξη» τού κόσμου... Να πούμε ότι η Ούκρανία, η Γεωργία, η Βουλγαρία, η Ρουμανία ή η Ουγγαρία άπετίναξαν τήν «δικτατορία», γιά νά περάσουν μέ τήν «ελευθερία» καί τήν «δημοκρατία» στήν μόνιμη υπανάπτυξη, ή νά περιμένουν άπ'τις ελεημοσύνες τής Ευρωπαϊκής Ενωσης καί τών διεθνών ταμείων, ειναι κάπως παράλογο, άφού έχουν τήν φυσική δυνατότητα νά άναπτυχθονν.
Είναι όμως καί ή άναγκαστική εκδοχή μέ άλυτο τό Κουρδικό. Δυστυχώς αυτή είναι ή φυσική διασύνδεση τών πραγμάτων... Λύση όμως τού Κουρδικού -έστω καί κατά μιά μείζονα αυτονομία τών Κούρδων (πράγμα πού θ'άργήση νά τους χρησιμεύση, διότι άκριβώς λόγω τής διαιρέσεως θά πέσουν σέ... δυναστικούς πολέμους)- σημαίνει κατάργηση του Ιράκ ώς κράτους. Διότι ή κρατική ύπαρξη του Ιράκ στηρίζεται άκριβώς στήν Μοσούλη. Μιά καί τά άραβικά κράτη ξέρουν καλύτερα τά μεταξύ των «μυστικά», τό 1958 η Συρία καί η Αίγυπτος άκριβώς τήν Μοσούλη προσπάθησαν νά ξεκολλήσουν άπό τό Ιράκ μέ τήν πολιτική τού στρατηγού Κασσέμ. Αλλά ούτε καί τό νέο καθεστώς τού Κασσέμ μπορούσε νά προσχωρήση στις ιδέες τού παναραβισμού τού Νάσσερ, αφού ή ύπαρξη τού κράτους του έξηρτάτο άκριβώς άπό τούς Κούρδους τής Μοσούλης πού δέν ήσαν Αραβες.
Πρόκειται συνεπώς περί φαύλου κύκλου τών «κλασσικών» περί πολιτικής άντιλήψεων, ο οποίος σήμερα άντιστρατεύεται κάθε «νέα τάξη». Πολύ περισσότερο, άκριβώς διότι ή δυτική Ευρώπη δέν αισθάνεται άπαραίτητο κάποιο είδος φυσιολογικής μεσογειακής πολιτικής. Πρόκειται περί τών πραγμάτων πού ούτε λέγονται ούτε άναλύονται, άλλά πού αποτελούν τόν πυρήνα κάθε πολιτικής πραγματικότητος. Καί πού γιά νά έπιτευχθή τό «μεγαλοφυές» αδιέξοδό τους, όπως ήδη εξηγήσαμε, χρειάσθηκε ή «Ευρώπη», που «άρχή» της δέχεται τήν «αρχαία Ελλάδα», να καταστρέψη ό,τι πολιτικώς σοφώτερο παρήγαγε αυτή επί του χάρτου άπό εποχής Ηρακλείτου καί εντεύθεν... Λύση τού Κουρδικού θά μπορούσε νά σημαίνη δύο πράγματα: είτε ότι τό Ιράκ θά έπαυε να υπάρχη σάν κράτος καί τόν χώρο του θά έκάλυπταν κάποιες ανακατατάξεις μεταξύ Συρίας καί Περσίας, είτε ότι θά μπορουσε νά κρατήση τό Κουβέϊτ (ή ίσως καί περισσότερο) καί νά χάση τήν Μοσούλη, με ταυτόχρονη διευθέτηση του συνόλου Κουρδικού, πράγμα πού επίσης θά συνεπήγετο κάποιες ανακατατάξεις μεταξύ Περσίας και Ιράκ, πιθανόν μακροπροθέσμως πολύ πιό έπωφελείς από τίς υπάρχουσες. Αύτά όμως, ή όποιεσδήποτε άλλες λύσεις, προϋποθέτουν μιάν σύνολη πολιτική γιά τήν Μέση Ανατολή, ή όποία έπί τού παρόντος δέν είναι δυνατή λόγω τής προτεραιότητος τών προβλημάτων του πρώην ανατολικού μπλόκ.

ε´
Οτι όμως καί άπό τά βαλκανικά προβλήματα, έκείνα τής Μαύρης Θαλάσσης καί τής Αρμενίας κανένα δέν πρόκειται νά λυθή μακροπροθέσμως ικανοποιητικά χωρίς μιά σύνολη πολιτική γιά όλη τήν ανατολική Μεσόγειο, είναι περισσότερο από προφανές. Περιττόν θά ήταν βέβαια νά προσθέσωμε ότι τά όποια προβλήματα αυτών τών μεσογειακών περιοχών απαιτούν γενναία αποφασιστικά βήματα καί όχι τίς ρουτίνες «συνδιασκέψεων» τών υπερεθνικών οργανισμών, των όποίων ή όλη νομοτεχνική συγκρότηση εννοιών καμμιά σχέση δέν έχει μέ τήν πολλαπλή πολυπλοκότητα τών προβλημάτων.
Οι «ειδικοί τών συγκρούσεων» (ήγουν τής «Konfliktfor-schung») όμιλοϋν περί «έξαγορασθείσης ειρήνης». Επί τού παρόντος βέβαια έτσι φαίνεται. Ούτε καί είχε ή «Ευρώπη» άλλην δυνατότητα αποφυγής τού πυρηνικού όλοκαυτώματος, ειμή μόνο νά καταβάλλη τά πλεονάζοντα κεφάλαια... Όταν όμως αυτή ή δυνατότητα θά έκλείψη, ενώ έν τω μεταξύ τίποτε δέν θά έχη αλλάξει στήν δομή τού κόσμου πού νά δίνη διέξοδο σέ ύπάρχοντα προβλήματα, ποιά θά είναι ή συνέχεια;... Η μόνη ουσιαστική διέξοδος γιά τίς καταστάσεις τής Εύρώπης καί όχι τής «δυτικής Εύρώπης» μόνο -άν ύποθέσωμε βέβαια ότι υπάρχουν τέτοιες γι'αυτήν, όταν δέν υπάρχουν γιά κανέναν άλλον-, είναι ακριβώς ή όργάνωση τού μεσογειακού όργανισμού, από τήν διάλυση τού όποίου προέρχονται τά σημερινά προβλήματα (καί πού κάποτε θά προέκυπταν φυσικά). Αλλά κάτι τέτοιο προϋποθέτει, καθώς είπαμε, κάποια πολιτική ώς πρός τόν αραβικό κόσμο, δηλαδή κάποια μεσογειακή πολιτική.
Προσωπικώς δέν νομίζομε ότι ύπάρχει άραβας πολιτικός, ό όποίος θά διενοείτο νά χρησιμοποιήση τό πετρέλαιο ώς «όπλο κατά τής Δύσης». Αύτό πού δέν θέλουν οί Αραβες είναι αύτό πού μάλλον δέν μπορει νά γίνη, δηλαδή νά... ίνδιανοποιηθοϋν! Αν οί αραβικές κυβερνήσεις δέν δέχωνται οί τιμές τού πετρελαίου νά άποτελούν «άξίες» του Χρηματιστηρίου [θυμάται μήπως κανείς πόσα ατυχήματα πετρελαιοφόρων (καί πόση μόλυνση περιβάλλοντος) επήλθαν μέ τόν πόλεμο στό Ιράκ; Είναι διότι τά πετρελαιοφόρα άρχισαν νά πλανώνται ανά τούς ώκεανούς δεξιά καί αριστερά, τής κατευθύνσεως κανονιζομένης κάθε φορά από τίς καμπύλες τού Χρηματιστηρίου... Επόμενο ήταν νά βουλιάξουν καί μερικά...], ειναι άκριβώς γιατί δέν μπορούν νά αντιμετωπίσουν εσωτερικά τίς συνέπειες διά τών... «έργαλείων» τού Μάξ Βέμπερ τής «Gesinnung» - und «Verantwortungse-thik»... Αλλά πιθανώς αυτό είναι εύτύχημα. Διότι ακριβώς αύτή ή μή δυνατότητα διακρίσεως καί κοινωνικής διχοστασίας αποτελεί καί τήν εγγύηση μιάς «νέας τάξεως» διά τής παραγωγής. Τό μόνο εμπόδιο σ'αυτό είναι απλώς ή ύφισταμένη ακόμη νοοτροπία τού κλειστού «Club» τής δυτικής Εύρώπης, που είναι ή αποκλειστική συνείδηση μέ τήν όποίαν ξεκίνησε μεταπολεμικά.
Απόδειξη ή τελείως τρελλή «αγροτική πολιτική» της, πού εκπονήθηκε «θεωρητικώς» άμέσως μετά τόν πόλεμο άπό τόν Τσόρτσιλ. Πού ώδήγησε τελικώς αυτή ή «πολιτική»; Πρώτα μέν σέ καταστροφή τής φύσης καί έπειτα στό ότι τό πλαστικό ψωμί λ.χ. είναι φθηνότερο από τό φυσικό. Τό φυσικό ψωμί, γιά τό όποιο τήν κύρια δουλειά τήν κάνει ή φύση, θά έπρεπε νά είναι φθηνότερο άπό τό πλαστικό, όπου γιά νά γίνη τέτοιο πρέπει νά δουλέψουν μηχανές, ήλεκτρισμοί, «επιστημονικά συνεργεία», «ειδικοί» καί έν γένει ή... «πρόοδος», δηλαδή πού θεωρητικώς έχει τήν περισσότερη δουλειά. Τό αντίθετο όμως συμβαίνει μέ τήν «αγροτική πολιτική»: τό φυσικό αυγό είναι απείρως ακριβότερο από τό βιομηχανικό. Τό πώς τού πράγματος δέν μάς ένδιαφέρει τό αποτέλεσμα συζητάμε. Περί τού «πώς» υπάρχει πάντα «έπιστημονικός» πληθωρισμός. Τό αποτέλεσμα όμως είναι ότι τά... πορίσματα τών «επιστημονικών αναλύσεων» τά άπολαμβάνει κανείς σέ τόσο μικρή απόσταση, μεταξύ μυαλού καί στόματος...
Αλλά η αοριστία εννοιων υπήρξε παντα το αγαπημένο σπορ της εύρωπαϊκής πολιτικής, διότι επιτρέπει τήν έξοικονόμηση τής στιγμής. Μια αλλη τρέχουσα αοριστία είναι η «ασφάλεια τής Ευρώπης». Ενώ μέ τούς αφοπλισμούς κανένας δέν έχει όπλα νά άπειλήση ουσιαστικά τόν άλλον -καί πολύ περισσότερο ό μή ανεπτυγμένος κόσμος τούς ανεπτυγμένους-, ή «Ευρώπη» αισθάνεται την «ασφάλεια» της παντα εν κινδύνω. Αν υπαρχη τέτοιο πρόβλημα -πράγμα που καθόλού βέβαιο δέν είναι- αύτο βέβαια πρέπει νά έρευνηθή εντός τής «Ευρώπης», δηλαδή στίς «φιλοσοφικές αρχές» του τρόπου παραγωγής της καί όχι εκτός αυτης. Η αοριστία του νέου ορού ειναι προφανώς πλανητικού βεληνεκούς: κέντρο τής «ασφαλείας τής Εύρώπης» θά είναι οί Βρυξέλλες, μέ άκτίνα δράσεως ώς την πιό τελευταία γωνιά της Γής. Διότι πάν τό συμβαίνον μπορεί νά έχη νά κάνη μέ τήν «ασφάλεια τής Εύρώπης - μιά νέα ιδεολογία δηλαδή, ή όποία μέ απλά λόγια λέει τό έξής: πολύ καλά είμαστε καί δέν χρειάζεται τίποτε ν'άλλάξη!... Γι'αυτό ακριβώς καί μέχρι τώρα ή «Ευρώπη» δέν αίσθάνθηκε καθόλού υποχρεωμένη να εξηγήση, γιατί ανακατεύεται στά Βαλκάνια (σέ χώρους δηλαδή πού κράτησαν όλο τό βάρος του ψυχρού πολέμου - τουλάχιστον!...), τί έχει νά τούς ύποδείξη καί ποιό είναι τό περιεχόμενο τών «ειρηνευτικών της σχεδίων», αφού καμμιά μεσογειακή πολιτική δέν διαθέτει ούτε καί αίσθάνεται απαραίτητη... Εν πάση περιπτώσει, κάπού οί έννοιες δέν βρίσκονται σέ τάξη: είτε ύπάρχει μιά συλλογική «ασφάλεια τής Ευρώπης» πού περιλαμβάνει καί τήν «νοτιοανατολική Εύρώπη» (εν προκειμένω ομως μένει η απορία, αν θα μπορουσε και ο Αλβανός ή ό Πομάκος νά άνακατευθή στά θέματα τής βορείού Ιρλανδίας γιά τήν «ασφάλεια τής Ευρώπης»), ή απλώς δέν υπάρχει (τουλάχιστον έπί του παρόντος) καμμία έννοια «νοτιοανατολικής Ευρώπης». Πολύ πιθανόν νά συμβαίνη τό δεύτερο...

ζ´
Γενικώς καί αορίστως έννοια προόδου δέν υπάρχει. Δέν μπορούμε νά πούμε άν προοδεύη ό άνθρωπος μεγαλώνοντας. Ως πρός ωρισμένες απόψεις ναί, ώς πρός άλλες όχι. Καί έπειδή ή έννοια τής προόδου μόνο τελολογικώς μπορεί νά όρισθή (π.χ. βιολογικώς ή ανώτερη έννοια προόδου ένάς όργανισμού είναι ό θάνατός του), γι'αύτό δέν μπορούμε νά χρησιμοποιήσωμε αυτόν τόν όρο στόν χώρο τής ιστορίας. Εκτός καί άν τήν ορίσωμε κι'αυτήν τελολογικά σάν τόν Χέγκελ, πράγμα για το οποίο δέν είναι οι κοσμοθεωρίες όλων τών πολιτισμών σύμφωνες...
Υπάρχει όμως μια τρίτη περιοχή που έκ πρώτης όψεως κάποια έννοια προόδου νοιάζει νά πραγματοποιήται. Καί αύτή είναι ή περιοχή τής έπιστημονικής γνώσης (διά του όρου αυτού εννοούμε έν τοις εφεξής μόνο τις θετικές επιστήμες, δηλαδή τις επιστήμες της μέτρησης). Και πάλι όμως έδώ ό όρος «πρόοδος» είναι κάπως άκαθόριστος. Διότι στόν μέν τομέα τών θεωρητικών επιστημών, δηλαδή στά Μαθηματικά, ύπάρχει ένα εσωτερικό προτσές, τό όποίον απλώς διαδοχικά ανακαλύπτεται (δέν υπάρχει τίποτε καινούργιο στά Μαθηματικά από τήν αρχαιότητα ώς σήμερα), στόν δέ τομέα τών έφηρμοσμένων έπιστημών -Φυσική, Χημεία, Βιολογία κλπ.- η όλη προσπάθεια συνίσταται σέ μιμήσεις τών μηχανισμών τής φύσεως (π.χ. ένα αυτοκίνητο «φιλοδοξεί» νά έπιτύχη τήν δομή ενός οργανισμού, δηλαδή την αύτοκίνηση). Η διαδικασία είναι προφανώς άνευ τέλους. Αφ ενός μέν γιατί τήν όλική όργανικότητα τής φύσης ό άνθρωπος δέν μπορεί νά τήν καταλάβη, αφού τούτο προϋποθέτει κατανόηση τής όργανικότητας τού Σύμπαντος (τότε μόνο θά μπορούσε νά φκιάση στό εργαστήριο μιά ντομάτα πού νά έχη γεύση ντομάτας), άφ'έτέρου δέ γιατί η κάθε τεχνητή διαδικασία έχει σάν τέτοια έγγενή αρνητικά στοιχεία καί συνεπώς η προσεγγιστική διαδικασία είναι άνευ πέρατος. Εν γένει δηλαδή στήν τεχνολογία υπάρχει ώς βάση ή μαθηματική διαδικασία μελέτης τής κινήσεως, πού προκειμένου νά μελετηθή στό χαρτί γίνεται άνευ πέρατος προσεγγιστική διαδικασία άκινησίας (έννοια τής «συνεχείας»). Συνεπώς στόν τομέα τής έπιστημονικής γνώσης μπορούμε νά μιλήσωμε περί προόδου. Αν αύτή είναι πρόοδος καί έξ αντικειμένου, δηλαδή άν σημαίνη ταυτόχρονα καί προαγωγή τών κοινωνικών σχέσεων τών ανθρώπων, είναι ένα άλλο ερώτημα στό όποίο ή απάντηση δέν είναι τόσο εύκολη. Διότι ή μηχανή εισβάλλει στις κοινωνικές σχέσεις τών ανθρώπων καί συνεπώς δεν υπόκειται πάντα στούς καθορισμούς πολιτιστικών τελών (στόν καπιταλισμό καθόλου).
Επικρατεί βεβαίως ή λαϊκή άντίληψη ότι ή τεχνολογία θεραπεύει άνάγκες, αυτό όμως είναι έν μέρει σωστό, διότι η μηχανή γενικώς θεραπεύει τίς άνάγκες πού ή ίδια δημιουργεί. Αισθανόμαστε σήμερα τήν ανάγκη του αύτοκινήτου έπειδή έχομε τό αυτοκίνητο'ο άνθρωπος στόν μεσαίωνα δέν αισθανόταν τήν άνάγκη του. Σέ κάποια μακρυνά χρόνια του άπωτάτου μέλλοντος, πιθανόν ο άνθρωπος να κινήται μέ τό... μαγικό χαλί, έκμεταλλευόμενος τά ήλεκτρομαγνητικά πεδία τής Γής καί μετακινούμενος κατά βούληση έντός έλαχίστου χρόνου. Σίγουρα τό... χαλί θά του έξυπηρετή άνάγκες, τίς όποιες εμείς ούτε κάν σήμερα φανταζόμαστε, καί είναι βέβαιο ότι γιά τόν άνθρωπο αύτόν τά σημερινά μας μέσα θά φαίνωνται πρωτόγονα. Τήν άνάγκη του... χαλιού όμως δέν τήν αισθανόμαστε σήμερα, διότι άπλούστατα δέν τό έχομε. Τις σημερινές μας μετακινήσεις τίς αισθανόμαστε απαραίτητες, διότι έχομε τά μεταφορικά μέσα πού μάς τίς επιβάλλουν - έπειδή δηλαδή αυτά διαμορφώνουν τό είδος τής ζωής πού μάς έπιβάλλει τίς μετακινήσεις. Εδώ άκριβώς βρίσκεται καί τό κρίσιμο σημείο σχετικά μέ τήν τεχνολογία: ή τεχνολογία είσβάλλει στήν ζωή καί τήν διαμορφώνει, άρα τελικώς ό άνθρωπος χάνει τήν αύτονομία του καί γίνεται έξάρτημα συνθηκών πού διαμορφώνονται μέ δική τους νομοτέλεια.
Τό πρόβλημα συνεπώς είναι άν ή νομοτέλεια αύτή μπορή νά έχη στόχο τόν ίδιον τόν άνθρωπο (καί πώς), ή απλώς τελείται «έαυτής ένεκεν», δηλαδή η «ανάπτυξη» γιά τήν «ανάπτυξη», ή τό «κέρδος γιά τό κέρδος», σύμφωνα μέ τήν φιλοσοφία τού λιμπεραλισμού. Η βασική καί έν πολλοίς έπιδιωκομένη σύγχυση ειναι ή έξής: ένώ ή τεχνολογία αποτελει ένα ιστορικό προτσές, γνωστό πλήρως στήν σημασία του άπό τήν έλληνική αρχαιότητα καί χρησιμοποιούμενο μέ έπιφύλαξη στά κατοπινά χρόνια, έρχεται ό λιμπεραλισμός τόν 16ον αιώνα καί έπιταχύνει τήν τεχνολογική διαδικασία στό έπακρο (προκειμένου νά έπιτύχη τών «φιλοσοφικών» τελών του, πού θά ιδούμε αμέσως), ώστε -έκ τών ύστέρων- ανάπτυξη τής τεχνολογίας καί λιμπεραλισμός νά φαίνωνται (καί νά διατυμπανίζωνται, ιδίως σήμερα) ώς ταυτόσημα! Στίς φιλοσοφικές έπιφυλάξεις τών προηγουμένων αιώνων σχετικά μέ τήν τεχνολογία (Βυζάντιο καί Ισλάμ) έρχεται ό «φιλελευθερισμός» νά προσθέση τήν πιό ευτελή φύση του άνθρώπου («ανάπτυξη γιά τό κέρδος») καί νά μεταβάλη τήν τεχνολογία στό γνωστό οικολογικό καί ανθρώπινο πρόβλημα πού όλοένα ζούμε. Σέ τούννελ χωρίς διέξοδο, υποβαλλόμενο αποκλειστικά και μόνο από την «φιλοσοφία» τού φιλελευθερισμού...
...ή «τεχνολογική σκέψη» υπήρξε μία διάσταση του αρχαίου μεσογειακού πολιτισμού, χαραχτηρίζουσα τό δυτικό του τμήμα διά τού «λατινελληνισμοϋ». Η έλεατική σχολή στή Σικελία καλλιεργεί μιάν έπιστημολογική καί γνωσιοθεωρητική φιλοσοφική κατεύθυνση, αίσθητώς διαφέρουσα άπό τόν φιλοσοφικό προβληματισμό τών αρχαίων Ιώνων, τών όποίων τό πρόβλημα ήταν ή πολιτική σχέση Αθηνών καί Εφέσου. Η τάση αυτή, ούδέποτε έξαλειφθείσα, άρχισε νά άναγεννάται διά τού Βαρλαάμ στα ιδια ιστορικά πλαίσια, δηλαδή τά τού δυτικού έλληνισμού, γιά νά δώση τά κινήματα τής Αναγεννήσεως καί τού Ουμανισμοϋ πού ξέρομε. (Τά πράγματα αύτά δέν γράφονται πιθανώς έτσι στα βιβλία, αφού ή τεχνολογική ανάπτυξη αρχίζει μέ... τόν Νεύτωνα, άλλά έν πάση περιπτώσει αυτό δέν έχει σημασία). Αν οί καταστάσεις έμεναν ώς διαχειρίσεις τού Καθολικισμού, ό όποιος άποτελούσε τήν έκφραση τού φιλοσοφικού πνεύματος τής δυτικής Μεσογείου, ισως νά μή βρισκώμαστε σήμερα άκόμη στούς κομπιούτερ, άλλά ή τεχνολογία δέν θα ήταν τό μείζον πρόβλημα τής άνθρωπότητος πού είναι. Θά είχε δηλαδή περισσότερο τόν χαραχτήρα τού αγαθού καί όχι τού κινδύνου. Αυτό μπορούμε νά τό ύποθέσωμε, διότι θά ύπήρχε η έγγύηση μιάς πνευματικής προϊστορίας γιά τήν τεχνολογική εξέλιξη, δηλαδή ή φυσιολογική ίστορικότητα τού φαινομένου. Τα πράγματα ήρθαν αλλοιώς: ή τεχνολογία έγινε ό φορέας μιάς πνευματικής ταραχής, πού έφερε η Μεταρρύθμιση καί το μέσον άνταγωνισμού μεταξύ εύρωπαϊκοϋ Βορρά καί Νότου, πού διατηρείται ύπό συγκεκαλυμμένους τρόπους ώς τά σήμερα. Στήν θέση του έλέγχου διά μιάς πνευματικής προϊστορίας έμπήκαν οι υλοζωικές αντιλήψεις του «φιλελευθερισμού», που μετέβαλαν τήν τεχνολογία σέ μπούμερανγκ κατά τής ανθρωπότητος.... Ο άνθρωπος ανεκάλυψε καί πάλι τήν... «φυσική του φύση» στό λιβάδι τής «έλεύθερης αγοράς», μόνο πού τώρα είχε πολύ μακρύτερα χέρια...

.~`~.
Επίλογος

Η τεχνολογία είναι ανθρώπινο αγαθό γιατί είναι γνωστικός τρόπος. Αλλοι πολιτισμοί έδωσαν άλλες γνωστικές προτεραιότητες στο παρελθόν, πιθανόν πολύ πιό ουσιώδεις, άλλά ύποθέτομε ότι κανένας δέν υπάρχει πού θά θελε νά μήν ξέρη ό άνθρωπος νά φχιάξη ένα αυτοκίνητο ή μιά ήλεκτρική λάμπα. Τό αύτοκίνητο ή η λάμπα είναι γνωστική επιστημονική πρόοδος (η οποία τόσο τελειότερη θά είναι, όσο καλύτερα θα μπορή να προσεγγίζη τους μηχανισμούς τής φύσης, όπως είπαμε ήδη). Αν τώρα αυτά είναι καί αγαθά, αυτό δεν μπορεί νά καθορισθή άπό τό γεγονός ότι μάς έξυπηρετούν. Διότι ώς είπαμε είναι ή ζωή μας ρυθμισμένη έτσι ώστε νά μάς έξυπηρετούν. Ο τρόπος της καπιταλιστικής αναπτύξεως τής τεχνολογίας είναι άκριβώς αυτός: νά κοινωνικοποιή τήν τεχνολογική πρόοδο, δηλαδή νά συντονίζη όλη τήν ζωή μ'αυτή (μέ τήν κάθε εφεύρεση), ώστε νά δημιουργή τις προϋποθέσεις (τήν άνάγκη) γιά τελειοποίησή της.
Αυτό όμως καθόλου δέν σημαίνει ότι ή τεχνολογία μεταβάλλεται σέ άγαθό, διότι γίνεται έτσι κοινωνικώς προσδιωρισμένος αυτοσκοπός, πού χρησιμοποιεί άπλώς τόν άνθρωπο σαν έργαλείο. Το τι συνεπώς είναι άγαθό δέν μπορεί νά καθορισθή άπό μόνο τόν τρόπο τής τεχνολογικής άναπτύξεως, διότι είναι θέμα πολιτιστικού τέλους. Ο καπιταλισμός όπως θά ιδούμε δέν έχει κανένα πολιτιστικό τέλος -δηλαδή ειδικώτερα έχει τό χρήμα- καί γι αυτό άκριβώς έχει μεταβάλει τήν τεχνολογία σέ αυτοσκοπό, υπό το σύνθημα «ανάπτυξη τών παραγωγικών σχέσεων».
Το πρός τί του πράγματος, όμως, λείπει. Για να φέρωμε ένα τελευταίο παράδειγμα τής αδυναμίας άξιολόγησης τών πραγμάτων: το τηλέφωνο, άπό απόψεως «φιλοσοφίας του προσώπου» είναι βαρβαρισμός. Ουδείς φυσικά διανοείται να άμφισβητήση τήν χρησιμότητα καί αναγκαιότητα τού σπουδαίου αυτού εργαλείου. Αλλά μέ τό τηλέφωνο ακούς τήν φωνή τού άλλου, χωρίς νά βλέπης τό πρόσωπό του. Η φύση δέν ώρισε έτσι τά πράγματα. Θέλησε φωνή καί πρόσωπο νά συνυπάρχουν. Ο μόνος πού επεφύλαξε εις εαυτόν τό δικαίωμα νά άκούγεται χωρίς νά φαίνεται είναι ό Θεός στήν Παλαιά Διαθήκη. Οι προφήτες τόν ακούν χωρίς νά τόν βλέπουν. Καί τούτο δέν είναι βέβαια μυθολογική φαντασία τών κειμένων. Είναι ή «μικρή λεπτομέρεια» πού θά διαμορφώση διά τών νεοπλατωνικών σχολών καί τών θρησκειών όλόκληρη τήν δομή τού κόσμου μας καί θά συστήση τό νόημα αύτου πού λέμε ιστορία. Σήμερα όμως ακούμε τόν άλλον στό Τόκιο ή τήν Ν. Υόρκη χωρίς νά τόν βλέπωμε. Δέν έχομε φυσικά καμμιά «θεϊκή» σχέση μαζί του άλλά τό άκριβώς άντίθετο: αυτός άντιπροσωπεύει γιά μάς άντικείμενο ανεύ άξίας, από τό όποίο θέλομε άπλώς νά πληροφορηθούμε άπρόσωπα πράγματα - τιμές έμπορευμάτων, άξίες Χρηματιστηρίου κλπ., μέ μιά λέξη «πληροφορίες» πού πολλές φορές μάς τίς λέει καί μιά (άπρόσωπη) φωνή στήν ταινία. Η τηλεόραση έπαναφέρει βέβαια τήν σχέση φωνής καί προσώπου, άλλά καί πάλι βλέπομε τό πρόσωπο χωρίς νά μπορούμε νά τό έγγίσωμε. Πάντα δηλαδή ύπάρχει κάτι πού θά διαφεύγη άπό τήν φυσική κατάσταση. Τό τηλέφωνο όμως έχει καταντήσει ταυτόσημο μέ τήν ζωή μας (καί κατά τήν κυριολεκτική έννοια του όρου), διότι άκριβώς όλη ή κοινωνική όργάνωση στηρίζεται σ'αυτό. Τό ίδιο καί μέ τό αυτοκίνητο, όπου διατηρούμε μέν πάντα τό δικαίωμα νά πάμε κάποιον που θά βιαιοπραγήση εις βάρος μας στό δικαστήριο, τίποτε όμως δέν μπορούμε νά κάνωμε έναντίον τού «μάνατζερ» πού τρέχει μέ τό «δυνατό» αύτοκίνητό του 200 χιλιόμετρα τήν ώρα, προκειμένου νά «προφθάση» νά πλασάρη πρώτος τό «νέο προϊόν», δηλητηριάζοντας έτσι τόν άέρα πού άναπνέομε.

Γεράσιμος Κακλαμάνης
To «Ανατολικό Ζήτημα» Σήμερα
Εκδ. Εικοστού Πρώτου
1998

Ολοκλήρωση μέρους α´

.~`~.
Για περαιτέρω ιχνηλάτηση και πληρέστερη προοπτική

- Το μέλλον της Ε.Ε, η Ανατολική Ευρώπη -η Ουκρανία- και τα Βαλκάνια, ο Huntington, ο Brzezinski και οι πλανητικές πολιτικές των Η.Π.Α. Τα «Ανθρώπινα δικαιώματα», η «σύγκρουση των πολιτισμών» και τα «Ευρασιατικά Βαλκάνια» ως βαλκανοποίηση της υφηλίου και καλλιέργεια της ελεγχόμενης αναρχίας. Η απόρριψη του διλήμματος μεταξύ πυρηνικού ολοκαυτώματος ή πολιτιστικής ανυπαρξίας - προς μιας νέα ιστορική σύνθεση που θα εναντιώνεται στις θεωρίες και τους υπολογισμούς γραφείου-εργαστηρίου.
*
*
*
*

Viewing all articles
Browse latest Browse all 1482

Trending Articles